Ετικέτα: πτώχευση επιχείρησης

  • Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος: Η  πτώχευση – ο τελευταίος σταθμός ;

    Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος: Η  πτώχευση – ο τελευταίος σταθμός ;

    Με το άρθρο αυτό ολοκληρώνεται μια ενότητα αρθρογραφίας  που σκοπό είχε την καλύτερη  κατανόηση του νέου «πτωχευτικού» νόμου. Στο πλαίσιο αυτό ξεκινήσαμε από τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του, την αναγκαιότητα, το ρυθμιστικό πεδίο και τη σημασία του. Προχωρήσαμε στις επιμέρους προβλέψεις του. Πρώτος σταθμός μας: η έγκαιρη προειδοποίηση. Ακολούθησε ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών και η διαδικασία της εξυγίανσης.

    Κλείνουμε, προσώρας, με αυτό που λογικώς αναμένουμε από κάθε πτωχευτικό νόμο  (και που, εν τέλει, δεν αποτελεί, εν προκειμένω, παρά μόνον μία ενότητά του): την πτώχευση (: άρθρα 75 έως 211 του ν. 4738/2020).

    Είναι προφανές πως η εξαντλητική παρουσίαση των εκατόν τριάντα έξι (136) άρθρων εκφεύγει των σκοπών και ορίων του παρόντος. Περιοριζόμαστε, ως εκ τούτου, στα κρισιμότερα: στην ανάδειξη, δηλαδή, της βούλησης του νομοθέτη όσον αφορά τον σκοπό της πτώχευσης και, συνακόλουθα, των μέσων επίτευξής του.

     

    Περί σκοπού και μέσων

    Ως «προγραμματικός» σκοπός της πτώχευσης εξαγγέλλεται η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών του οφειλέτη. Με ποια, όμως, μέσα εξυπηρετείται;

    Η ρευστοποίηση ως μέσο συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος αναδεικνύει πλέον τη ρευστοποίηση ως μόνη και αποκλειστική δυνατότητα εξέλιξης της πτώχευσης.

    Αντίθετα, ο Πτωχευτικός Κώδικας, μετά την πολυεπίπεδη τροποποίηση που υπέστη-ιδίως 2016, προέβλεπε την ισοδύναμη εναλλακτική δυνατότητα του σχεδίου (ενδοπτωχευτικής)_ αναδιοργάνωσης και την ικανοποίηση των πιστωτών με τη διατήρηση της επιχείρησης. Οι πιστωτές μπορούσαν να επιλέξουν τον έναν (ρευστοποίηση) ή τον άλλο δρόμο (διατήρηση επιχείρησης). Τούτο άλλωστε ήταν συνεπές με την επιλογή του, μεταξύ άλλων, για, «α) τη μεγιστοποίηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, ιδίως με τη συνέχιση ή την αναδιοργάνωση τα επιχείρησης όταν αυτό είναι επωφελές για τους πιστωτές, β) την εξισορρόπηση μεταξύ εκκαθάρισης της πτωχευτικής περιουσίας και αναδιοργάνωσης της επιχείρησης του οφειλέτη».

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος, αντίθετα, στοχεύει ρητά και αποκλειστικά, στην άμεση ρευστοποίηση, μέσω της οποίας αναμένεται να επιτευχθεί η «ταχεία επιστροφή παραγωγικών μέσων σε δυνητικά παραγωγικές χρήσεις». Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος στερεί, δηλαδή, από πιστωτές και οφειλέτη, το δικαίωμα να επιλέξουν την ανόρθωση της επιχείρησής του και να τερματίσουν, με τον τρόπο αυτό, την κηρυχθείσα πτώχευση. (Όπως, αναλογικά, θα επιχειρούσαν να αποτρέψουν την πτώχευση κατά το προπτωχευτικό στάδιο της εξυγίανσης και στο πλαίσιο της γνωστής διαδικασίας/οικείας διεξόδου του «άρθρου 99»).

    Ο νομοθέτης επέλεξε λοιπόν να μην εμπιστευθεί (και περαιτέρω βελτιώσει) τον θεσμό της αναδιοργάνωσης της επιχείρησης μέσα στην πτώχευση. Επέλεξε, αντίθετα, να τον καταργήσει. Ισχυρό, υποθέτουμε, επιχείρημα ο μικρός αριθμός σχεδίων αναδιοργάνωσης που αποδείχθηκαν ικανά να τελεσφορήσουν στη διάρκεια του χρόνου. Ωστόσο, δεν αντέδρασε με τον ίδιο (δραστικό) τρόπο (και ορθά) με άλλους χαμηλής (μέχρι σήμερα) αποτελεσματικότητας θεσμούς. Επιχείρησε, για παράδειγμα, να βελτιώσει (και να μην καταργήσει)  τον εξωδικαστικό μηχανισμό και να καθιερώσει έτσι έναν οριζόντιο «πτωχευτικό» δίκαιο του αυτοματισμού και της πλατφόρμας.

    Επιπρόσθετα: ο νομοθέτης δεν επέλεξε να αντικαταστήσει τον θεσμό της (ενδοπτωχευτικής) αναδιοργάνωσης με άλλον ομόρροπο. Τούτο αποδεικνύει την επι-στροφή σε μια αμιγώς οικονομική πρόσληψη του πτωχευτικού φαινομένου, αποψιλωμένη από τις ιδιάζουσες κοινωνικές και άλλες συνδηλώσεις του.

    Είναι γνωστό πως ο σκοπός του νόμου αποτελεί παραδοσιακό εργαλείο ερμηνείας στα χέρια του εφαρμοστή του. Γίνεται, στο πλαίσιο αυτό, αντιληπτό πως η συγκεκριμένη μετατόπιση (:οπισθοδρόμηση) ενδέχεται να αποκτήσει ιδιαίτερη αξία στο επίπεδο της δικαστικής κρίσης.

     

    Η ρευστοποίηση ως μέσο

    Στο πλαίσιο του νέου «πτωχευτικού» νόμου, ο σύνδικος (τον οποίο έχει δικαίωμα να υποδείξει ο πιστωτής) προβαίνει «αμελλητί» στη ρευστοποίηση του ενεργητικού της περιουσίας του οφειλέτη. Αρκεί, απλώς, να έχει ολοκληρώσει την απογραφή του (ενεργητικού).

    Μετά (δε) την ολοκλήρωση της απογραφής (και) του παθητικού («εξέλεγξη πιστώσεων»), ο σύνδικος προβαίνει στη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης του ενεργητικού στους πιστωτές.

    Η «καινοτομία» λοιπόν του νέου νόμου έγκειται στο εξής: ο σύνδικος μπορεί να προχωρήσει ταχύτατα στη ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη, ενώ ακόμα  δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της επαλήθευσης των απαιτήσεων σε βάρος του. Τη στιγμή μάλιστα που η τελευταία έχει απλουστευθεί σε σημαντικό βαθμό με τον νέο νόμο. Είναι ερώτημα κατά πόσο δικαιολογείται (και δικαιοπολιτικά) αυτή η σπουδή.

     

    Τα δύο είδη ρευστοποίησης

    Όπως γνωρίζουμε, σε ρευστοποίηση υπόκειται είτε το σύνολο της περιουσίας του οφειλέτη (ή επιμέρους λειτουργικά της σύνολα) είτε τα κατ’ ιδίαν στοιχεία της.

    Η ρευστοποίηση όμως του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη υπόκειται σε αυστηρές προϋποθέσεις. Μοιάζει, εκ του αποτελέσματος, να καταλήγουμε στην (ευκολότερη) ρευστοποίηση των κατ’ ιδίαν περιουσιακών του στοιχείων ως κανόνα, και υπό το καθεστώς του νέου νόμου. Αναλυτικότερα:

    Η ρευστοποίηση του συνόλου της πτωχευτικής περιουσίας ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων της

    Για να «τρέξει» ρευστοποίηση του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων της θα πρέπει να υποβληθεί σχετική αίτηση ή να ασκηθεί πρόσθετη παρέμβαση. Δικαιούνται να τις υποβάλουν: πιστωτής ή πιστωτές του οφειλέτη, οι οποίοι εκπροσωπούν το τριάντα τοις εκατό (30%) τουλάχιστον του συνόλου των σε βάρος του απαιτήσεων. Διευκρινίζεται ότι στους αιτούντες θα πρέπει να περιλαμβάνονται ενέγγυοι πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το είκοσι τοις εκατό (20%) της κατηγορίας τους. Επιπρόσθετα: μια τέτοια διαδικασία εκκινεί μόνο όταν πρόκειται για επιχείρηση και η πτώχευση δεν είναι μικρού αντικειμένου. Επί της αίτησης/αιτήματος αποφαίνεται το πτωχευτικό δικαστήριο-στην προκειμένη περίπτωση το Πολυμελές Πρωτοδικείο.

    Η «καινοτομία» του νέου «πτωχευτικού» νόμου έγκειται λοιπόν στο εξής: υπό το καθεστώς του Πτωχευτικού Κώδικα, η συνέλευση των πιστωτών έπρεπε να αποφασίσει την εκποίηση της επιχείρησης του οφειλέτη ως σύνολο (ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων της). Στη συνέχεια, η απόφαση αυτή θα έπρεπε να εγκριθεί από τον εισηγητή. Εφόσον δεν είχε ασκηθεί κατ’ αυτής εμπρόθεσμη προσφυγή (ή η εμπροθέσμως ασκηθείσα προσφυγή δεν γινόταν δεκτή), τότε μπορούσε να εκτελεστεί. Σήμερα, η διαδικασία αυτή έχει καταργηθεί.

     

    Ο ρόλος της συνέλευσης των πιστωτών

    Η συνέλευση, ωστόσο, των πιστωτών διατηρεί τον τελευταίο λόγο: αυτή είναι που θα εγκρίνει (ή όχι) την εκποίηση της επιχείρησης του οφειλέτη ως συνόλου (ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων της). Και έχει δύο δυνατότητες:

    Πρώτη δυνατότητα: να αξιολογήσει (η συνέλευση  των πιστωτών) πως είναι συμφέρουσα η προσφορά που κατατέθηκε στο πλαίσιο του αναγκαίου δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού (που διενεργείται με μέριμνα του συνδίκου). Εγκρίνει, στην περίπτωση αυτή, τη σχετική συναλλαγή. Ακολουθεί, στη συνέχεια, η σύναψη της σχετικής σύμβασης μεταβίβασης.

    Δεύτερη δυνατότητα: να απορρίψει τη συναλλαγή του συνδίκου. Τότε, εφόσον δεν μεσολαβήσει άλλη απόφασή της, οδηγούμαστε σε ρευστοποίηση (μεν) των κατ’ ιδίαν (δε) περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.

     

    Η ενσωμάτωση των διατάξεων της ειδικής διαχείρισης

    Στην περίπτωση της ρευστοποίησης του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη ή επιμέρους λειτουργικών της συνόλων, ο νομοθέτης ενσωματώνει πλέον τις διατάξεις τις ειδικής διαχείρισης (ν. 4307/2014), με τις αναγκαίες προσαρμογές ασφαλώς, στο πνεύμα του «ολιστικού» εγχειρήματος που επιχειρεί και την επακόλουθη κατάργηση της συγκεκριμένης εξωπτωχευτικής αυτής διαδικασίας.

     

    Οι φορολογικές διευκολύνσεις

    Επίσης, όσον αφορά τις πολύ σημαντικές φορολογικές, ιδίως, διευκολύνσεις, ο νέος νόμος προβλέπει ότι αυτές καλύπτουν την «εκκαθάριση του Κεφαλαίου Α του Πέμπτου Μέρους του Δευτέρου Βιβλίου», δίχως δηλαδή διάκριση αν αφορά αποκλειστικώς τη ρευστοποίηση του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής (Κεφάλαιο Β του Πέμπτου Μέρους του Δευτέρου Βιβλίου) (όπως υπό το καθεστώς του Πτωχευτικού Κώδικα) ή/και των κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχεία του (Κεφάλαιο Γ του Πέμπτου Μέρους του Δευτέρου Βιβλίου). Στις προθέσεις του εικάζουμε βάσιμα ότι είναι να εμπίπτουν και τα δύο είδη ρευστοποίησης.

     

    Η ρευστοποίηση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων

    Στην περίπτωση της ρευστοποίησης κατ’ ιδίαν περιουσιακών στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας διενεργείται, αντί του δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού (ηλεκτρονικού πλέον χωρίς όμως να τίθεται τιμή πρώτης προσφοράς) διενεργείται (εξίσου ηλεκτρονικός) πλειστηριασμός.

    Είναι όμως ενδεχόμενo ο πλειστηριασμός να αποβεί άγονος. Επαναλαμβάνεται, στην περίπτωση αυτή, με (αυτόματα) μειωμένη τιμή πρώτης προσφοράς. Στα ¾, συγκεκριμένα, της μέσης τιμής των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών. Θεσπίζεται πλέον παρέκκλιση από τα ισχύοντα με βάση τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (στον οποίο κατά τα λοιπά παραπέμπει) υπό την έννοια ότι δεν μεσολαβεί πλέον δικαστική κρίση,. Σε τυχόν επόμενους άγονους πλειστηριασμούς, η μείωση απόκειται στην απρόσβλητη με ένδικα μέσα απόφαση του εισηγητή. Αν και πάλι επαναληφθεί το φαινόμενο (της μη εμφάνισης πλειοδοτών) τότε υπάρχει το ενδεχόμενο ενός πλειστηριασμού χωρίς τιμή πρώτης προσφοράς-πριν το εκπλειστηριαζόμενο καταλήξει, τελικά, στο Δημόσιο.

     

    Η «διευκόλυνση» της διαδικασίας ρευστοποίησης

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος επιφέρει τρεις, κυρίως,  αλλαγές στο επίπεδο της παρεχόμενης προστασίας στη συγκεκριμένη διαδικασία ρευστοποίησης:

    (α) Καταργεί τη δυνατότητα άσκησης ανακοπής κατά της εκτελεστικής διαδικασίας που οδηγεί σε ρευστοποίηση και

    (β) Ορίζει με συγκεκριμένο τρόπο ποιος δικαιούται να ασκήσει ανακοπή κατά του πίνακα κατάταξης, αντί της γενικής και αφηρημένες πρόβλεψης του Πτωχευτικού Κώδικα περί «εννόμου συμφέροντος». Η συγκεκριμένη, ωστόσο, επιλογή ενδέχεται να οδηγήσει σε περιορισμό των δικαιούχων.

    (γ) Συντέμνει την προθεσμία εντός της οποίας «εισάγονται» τυχόν περισσότερες ανακοπές ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου-το οποίο αποφαίνεται αμετακλήτως.

     

    Οι πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου

    Το εύρος εφαρμογής

    Ο νομοθέτης του νέου «πτωχευτικού» νόμου βελτίωσε περαιτέρω το πλαίσιο που διέπει τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου (:«μικρές πτωχεύσεις»).

    Η ιδέα, εξάλλου, για μια περισσότερο σύντομη και ελαφριά διαδικασία είναι γνωστή, και έτυχε ιδιαίτερης επεξεργασίας κατά τις τροποποιήσεις του 2016 και 2017.

    Είναι γνωστό πως το επιχειρηματικό βάρος (που αναλαμβάνουν) και το οικονομικό αποτύπωμα που έχουν οι «μικρές» επιχειρήσεις στη χώρα μας (και όχι μόνο), μοιάζει αντιστρόφως ανάλογο του μεγέθους τους. Είναι σκόπιμο, κατά τούτο, να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο συγκεκριμένο κεφάλαιο του νέου νόμου.

    Ο νέος νόμος διευρύνει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής του ρυθμιστικού πλαισίου των μικρών πτωχεύσεων, δεδομένου ότι πλέον υπάγονται σε αυτές οι μικρές οντότητες, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του νόμου 4308/2014. Μικρές οντότητες, με βάση τη συγκεκριμένη διάταξη, είναι εκείνες που δεν υπερβαίνουν τα όρια δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: (α) Σύνολο ενεργητικού: 4εκ.€, (β) Καθαρό ύψος κύκλου εργασιών: 8εκ.€ και (γ) Μέσος όρος απασχολουμένων: 50 άτομα.

    Γίνεται εύκολα αντιληπτό πόσο τεράστιο αριθμό επιχειρήσεων αφορά και τι αντίκτυπο έχει αυτό για την οικονομία.

     

    Τα «διαδικαστικά» και οι προϋποθέσεις

    Στις «μικρές» λοιπόν πτωχεύσεις, αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο, αντί του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είναι αρμόδιο για τις λοιπές.

    Η σχετική αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά, γεγονός που συνιστά σημαντική αλλαγή. Γίνεται δεκτή αν δεν υποβληθεί παρέμβαση εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευσή της, ήτοι με μόνη την παρέλευση του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος.

    Ισχύει εν προκειμένω το (καινοφανές) τεκμήριο παύσης πληρωμών, το οποίο προσδιορίζεται στο 60% των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του οφειλέτη προς το Δημόσιο, τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή πιστωτικά ή χρηματοδοτικά ιδρύματα, αντί του 40% που είναι για τις λοιπές πτωχεύσεις.

     

    Η ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη

    Η ρευστοποίηση στην προκειμένη περίπτωση αφορά, αποκλειστικά, τη ρευστοποίηση των επιμέρους περιουσιακών του στοιχείων. Όχι την επιχείρηση εν συνόλω ούτε επιμέρους λειτουργικές της ενότητες.

    Προκειμένου όμως να κριθεί αν περιουσία του οφειλέτη επαρκεί για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας, λαμβάνονται υπόψη: (α) τα μη βεβαρυμμένα στοιχεία της και (β) τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη-πέραν των εύλογων δαπανών διαβίωσης. Αν αυτά δεν επαρκούν, τότε ούτε σύνδικος διορίζεται.  Διατάσσεται από τον εισηγητή, απλώς,  η καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Επέρχονται, με τον τρόπο αυτό, οι προβλεπόμενες συνέπειες.

    Οι υφιστάμενες (γενικές) ρυθμίσεις απλοποιούνται. Ο σύνδικος απολαμβάνει μεγαλύτερη ελευθερία. Διατηρεί, στο πλαίσιο αυτό, τη δυνατότητα να ενεργεί χωρίς την άδεια του εισηγητή.

     

    Το χρονικό εύρος της όλης διαδικασίας και η επιτάχυνσή της

    Στην περίπτωση που μετά την παρέλευση ενός έτους (αντί τριών-όπως υπό το καθεστώς του Πτωχευτικού Κώδικα) από την κήρυξη της απλοποιημένης διαδικασίας η πτώχευση δεν έχει περατωθεί, ο σύνδικος υποχρεούται να υποβάλει στον εισηγητή έκθεση, στην οποία εξηγεί τους λόγους της καθυστέρησης.

    Να σημειωθεί εδώ πως η αντίστοιχη, γενική, ρύθμιση προβλέπει πως μετά παρέλευση 5 ετών (αντί 15 όπως υπό το καθεστώς του Πτωχευτικού Κώδικα)  από την κήρυξη της πτώχευσης, επέρχονται αυτοδικαίως (και χωρίς άλλη διατύπωση) τα αποτελέσματα της περάτωσης της πτώχευσης.

    Η ταχύτητα, ασφαλώς, με την οποία εκτυλίσσεται η πτωχευτική διαδικασία είναι στοιχείο σημαντικό. Η επίτευξή του, ωστόσο, απαιτεί σχεδιασμό σε επίπεδο ρυθμίσεων αλλά και ανθρώπινου δυναμικού (ορθολογική κατανομή στη βάση αναγκών και κατάρτιση επί του αντικειμένου όλων των εμπλεκόμενων κατά το μέρος των καθηκόντων τους) καθώς επίσης και υποδομές (ψηφιακές και μη). Σε διαφορετικά περίπτωση, θα πρόκειται για μία ακόμη εξαγγελία κενή περιεχομένου, για μια ακόμη προθεσμία η οποία δεν τηρείται. Ή που, εναλλακτικά, θα αποδειχθεί ατελέσφορη.

    Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν για τις μικρές, ειδικά, επιχειρήσεις λαμβάνεται ιδιαίτερη πρόνοια (:κίνητρα) κατά το στάδιο, ήδη, της πρόληψης της αφερεγγυότητας. Η απάντηση, δυστυχώς, είναι αρνητική. Και υπό την έννοια αυτή ο (διακηρυγμένος) «ολιστικός» χαρακτήρας του νομοθετήματος πλήττεται. Μαζί με αυτόν: η οικονομία και οι άνθρωποι.

    Θα πρέπει, κατ’ ακολουθίαν, να θεωρήσουμε αναγκαίο (και αποδεχθούμε) πως οι μικρές επιχειρήσεις έχουν ανάγκη ιδιαίτερης ενίσχυσης για να προστρέξουν στα (και αξιοποιήσουν τα) αναγκαία, ήδη νομοθετημένα, εργαλεία για την αποτροπή της πτώχευσής τους.

    Εξίσου επιτακτική ανάγκη, με την ταχεία διεκπεραίωση της-όταν, παρ΄ ελπίδα, επέλθει.

     

    Η πρόταξη του οικονομικού έναντι του δικαιο-κρατικού κριτηρίου

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος επισπεύσθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών, αντί του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

    Η αλλαγή αυτή αρμοδιότητας ίσως σημαίνει κάτι περισσότερο από γραφειοκρατική «αλλαγή χαρτοφυλακίου». Να θεωρήσουμε πως (απο)δεικνύει την πρόταξη του οικονομικού κριτηρίου έναντι του δίκαιο-κρατικού όμοιου.

    Το κράτος δικαίου ωστόσο είναι το κατεξοχήν, προς την υγιή επιχειρηματικότητα, φιλικό περιβάλλον: αυτό προνοεί για μια γρήγορη, αποτελεσματική και ορθή, δίκαιη απονομή της δικαιοσύνης.

    Στα εμπλεκόμενα μέρη εναπόκειται να αξιολογήσουν αν ο νομοθέτης «κλείνει το μάτι» στη μια ή στην άλλη πλευρά ή, εναλλακτικά, αν ορθοτομεί. Δυστυχώς: εκ των υστέρων.

     

    Η χρήση των εργαλείων που ο νέος «πτωχευτικός» νόμος παρέχει δεν αποτελεί καθήκον του νομοθέτη. Εκείνος περιορίζεται να τα παράσχει˙ ήδη το έπραξε. Η σκυτάλη πέρασε στα δικά μας χέρια (:επιχειρήσεις, νομικοί παραστάτες, σύνδικοι, δικαιοσύνη). Σ΄ εμάς, κατά τούτο,  απόκειται (στο μέτρο της αρμοδιότητας και εμπλοκής ενός εκάστου) η βέλτιστη δυνατή αξιοποίησή τους.

    Μόνον τότε η πτώχευση θα αποδειχθεί, όπως οι επιχειρήσεις και η εθνική οικονομία έχουν ανάγκη, ένας «σταθμός μετεπιβίβασης» στη διαδικασία του επιχειρείν. Ένας σταθμός σημαντικός μεν που θα παρέχει όμως τη δυνατότητα στον επιχειρηματία για μια νέα διαδρομή˙ ενδεχομένως: στροφή ή ανα-στροφή.

    Ο καλόπιστος και έντιμος, εξάλλου, επιχειρηματίας (αλλά και η επιχειρηματικότητα εν γένει) δικαιούται (αλλά και αξίζει) μια, ουσιαστική, δεύτερη ευκαιρία.

    Μόνον τότε η δεύτερη ευκαιρία θα αποδειχθεί πως δεν αποτελεί απλή διακήρυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Έλληνα νομοθέτη.

    Μόνον τότε η δεύτερη ευκαιρία θα αποδειχθεί εργαλείο χρηστικό για την απομείωση του ιδιωτικού χρέους˙ ανάκαμψης και ανάπτυξης της εθνικής μας οικονομίας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Μαρτίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος. Η Διαδικασία της Εξυγίανσης

    Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος. Η Διαδικασία της Εξυγίανσης

    Με προηγούμενη αρθρογραφία μας, προσεγγίσαμε βασικές ενότητες του νέου «πτωχευτικού» νόμου. Εξετάσαμε τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του, την αναγκαιότητα, το ρυθμιστικό πεδίο και τη σημασία του. Προχωρήσαμε στις επιμέρους προβλέψεις του. Ξεκινήσαμε από την έγκαιρη προειδοποίηση και προχωρήσαμε στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.

    Ο βηματισμός του νομοθέτη, τον οποίο ακολουθούμε σε αυτή μας τη συγγραφική διαδρομή, μας οδηγεί στη θεματική ενότητα της προπτωχευτικής διαδικασίας της εξυγίανσης (άρθρα 31 έως 69 του ν. 4738/2020).

    Εστιάζουμε στις κυριότερες προβλέψεις της, τους βασικούς αρμούς της οποίας επιχειρούμε να αναδείξουμε.

     

    Εισαγωγικές παρατηρήσεις

    Η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αφορά τη γνωστή σε όλους μας «διαδικασία του άρθρου 99» (ν. 3588/2007). Η συγκεκριμένη διαδικασία  είχε ήδη αναμορφωθεί εκ βάθρων (με τον ν. 4446/2016 που αντικατέστησε τα άρθρα 99 έως 106στ και κατήργησε τα άρθρα 106ζ έως 106ια του ν. 3588/2007).

    Η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών παραμένει θεμελιώδης και υπό το καθεστώς του νέου νόμου (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).

    Οι αντίστοιχες ρυθμίσεις (της διαδικασίας εξυγίανσης) εκτείνονται (μόλις) στα άρθρα 99 έως 106στ ν. 3588/2007. Υπό το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο καταλαμβάνει πληθώρα άρθρων (:άρθρα 31 έως 69 ν. 4738/2020).

    Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα, αν πρόκειται για συνολική (και εκ βάθρων) αλλαγή όσων ισχύουν μέχρι σήμερα.

    Η απάντηση είναι ωστόσο αρνητική.

    Περιορισμένες είναι οι κρίσιμες αλλαγές (κάποιες από αυτές θετικές) που έλαβαν χώρα. Ο νομοθέτης επέλεξε, κατά βάση, την επαναμορφοποίηση του σχετικού κεφαλαίου στη λογική των πολλών μικρών άρθρων-έναντι λίγων και μακροσκελών. Πρόκειται για επιλογή η οποία καθιστά περισσότερο εύληπτο και εύχρηστο το κείμενο του νόμου. Με την ευκαιρία αυτή προχώρησε, κατά περίπτωση, σε προσθήκες και αναδιατυπώσεις.

     

    Σκοπός της εξυγίανσης

    Ο σκοπός της διαδικασίας εξυγίανσης παραμένει ο ίδιος: η «διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης» (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).

     

    Η μοναδική συλλογική, προπτωχευτική, διαδικασία

    Σε αντίθεση με το παρελθόν, η διαδικασία εξυγίανσης συνιστά πλέον τη μοναδική, όντως συλλογική, προπτωχευτική διαδικασία. Για τρεις, κατά βάση, λόγους:

    (α) Αφορά το σύνολο των πιστωτών

    Από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών εξαιρούνται οι μη θεσμικοί πιστωτές (βλ. άρθρο 5). Εξαιρούνται οι προμηθευτές, λ.χ., του οφειλέτη. Ως εκ τούτου δεν πρόκειται ούτε για συλλογική ούτε άλλωστε για, κατ’ ακρίβεια, ισότιμη διαδικασία: επιφυλάσσεται προνομιακή μεταχείριση στους χρηματοδοτικούς φορείς. Αντίθετα, η διαδικασία εξυγίανσης αφορά το σύνολο των πιστωτών

    (β) Αδυναμία υποβολής  νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης

    Από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, παύει η δυνατότητα υποβολής νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης βάσει των διατάξεων των άρθρων 68 έως και 77 του ν. 4307/2014 (βλ. άρθρο 265 παρ. 1 περ. γ), η οποία αποτελούσε μια προπτωχευτική λύση, με ιδιαίτερη αξία τα τελευταία χρόνια. Ο νέος νόμος αξιοποιεί μόνο τις εκκαθαριστικής υφής προβλέψεις του θεσμού της ειδικής διαχείρισης και, αποκλειστικά, στο στάδιο της πτώχευσης⸱

    (γ) Κατάργηση ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης

    Ο νέος νόμος καταργεί τον θεσμό της ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης με την υποβολή σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρα 108 επ. του ν. 3588/2007), ο οποίος διασφάλιζε μια διέξοδο έναντι της ρευστοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης. Ο νέος νόμος αναδεικνύει τη ρευστοποίηση ως μοναδικό μέσο συλλογικής ικανοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης (βλ. άρθρο 75).

    Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική δυνατότητα συλλογικής ικανοποίησης, η οποία δεν προηγείται, απλώς, χρονικά από την πτώχευση. Έχει ως σκοπό την αποτροπή της.

     

    Πεδίο εφαρμογής

    Υπό το νέο νόμο διευρύνονται τα όρια του πεδίου εφαρμογής του θεσμού της εξυγίανσης:

    (α) Όσον αφορά το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Αφορά κάθε πρόσωπο το οποίο «ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα» (και όχι «κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό με πτωχευτική ικανότητα», όπως ορίζει το άρθρο 99 παρ. 1 του ν. 3588/2007). Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα είναι δυνατό, υπό τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 32 παρ. 1, να ζητήσουν από το αρμόδιο δικαστήριο την επικύρωση της συνυποβαλλόμενης συμφωνίας εξυγίανσης (του άρθρου 34). Μην ξεχνάμε εξάλλου πως πτωχευτική ικανότητα αναγνωρίζεται πλέον σε κάθε φυσικό πρόσωπο. (Ας σημειωθεί εδώ πως η πτωχευτική ικανότητα αποσυνδέεται πλέον από την εμπορική ιδιότητα (άρθρο 76)-σε αντίθεση με το  καθεστώς του ν. 3588/2007). Εξάλλου, και η υπό ενσωμάτωση οδηγία 2019/1023 παραπέμπει σε επιχειρηματίες (βλ. άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 της οδηγίας).

    (β) Όσον αφορά το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν δικαίωμα να προσφύγουν στη διαδικασία της εξυγίανσης. Και τούτο ακόμη και όταν δεν συντρέχει «παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης» (όπως ο προηγούμενος νόμο απαιτούσε). Αρκεί, απλώς, πιθανότητα αφερεγγυότητας, η οποία να μπορεί να αρθεί με την υπαγωγή τους σε εξυγίανση (βλ. άρθρο 32 παρ. 2).

     

    Συμφωνία εξυγίανσης και απαιτούμενη πλειοψηφία πιστωτών

    Το άρθρο 34 αποτελεί κομβικής σημασίας διάταξη του θεσμού της εξυγίανσης (βλ. σε συνδυασμό με το άρθρο 100 του ν. 3588/2007). Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 34 αναφέρεται σε δύο ενδεχόμενα:

    (α) Ο οφειλέτης συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης

    Στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαίο να συμφωνούν οι πιστωτές που εκπροσωπούν το πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο και το πενήντα τοις εκατό (50%) των λοιπών απαιτήσεων (§ 1). Υπό το καθεστώς του ν. 3588/2007 το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν στο εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το σαράντα τοις εκατό (40%) των τυχόν εμπραγμάτως ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων (άρθρο 100 παρ. 1 του ν. 3588/2007).

    (β) Ο οφειλέτης δεν συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης

    Οι πιστωτές είναι δυνατό να επιχειρήσουν επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ακόμη και όταν δεν συναινεί ο οφειλέτης. Με βάση όσα ίσχυαν υπό τον προϊσχύσαντα νόμο (ν. 3588/2007), «αναγκαστική εξυγίανση» προβλεπόταν μόνο όταν ο οφειλέτης βρισκόταν κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας σε παύση πληρωμών. Ο νέος νόμος προβλέπει τρεις επιπλέον νέες περιπτώσεις (βλ. άρθρα 34, παρ. 2 περ. β έως δ). Περισσότερο «ενδιαφέρουσα» εκείνη που  ο οφειλέτης έχει παραλείψει να υποβάλει προς καταχώριση οικονομικές καταστάσεις δυο (2) τουλάχιστον διαδοχικών διαχειριστικών χρήσεων.

     

    Επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης

    Συναφές προς το άρθρο 34 είναι το άρθρο 54, το οποίο αφορά την επικύρωση της συμφωνία εξυγίανσης.

    Στο άρθρο 54 λοιπόν εισάγεται, στο πλαίσιο μεταφοράς της οδηγίας 2019/2013, ο θεσμός της «διακατηγοριακής παράκαμψης», τον οποίο δεν συναντήσαμε στο αντίστοιχο άρθρο 106β του ν. 3588/2007.

    Είναι λοιπόν ενδεχόμενο να μη συναινούν ανέγγυοι πιστωτές. Προκειμένου να (παρα)καμφθεί τυχόν αντίδρασή τους, προβλέπεται [υπό προϋποθέσεις-εναλλακτικά προς τις προαναφερθείσες πλειοψηφίες (άρθρο 34 §1: 50% & 50%)], επικύρωση συμφωνίας που έχει εγκριθεί από πιστωτές που εκπροσωπούν περισσότερο από το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη και περισσότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων με ειδικό προνόμιο.

     

    Νομοθετικές επιλογές, πέραν της προοπτικής ενσωμάτωσης της οδηγίας 2019/1023.

    Πέρα από τις αναγκαίες βελτιώσεις και προσαρμογές με βάση τη οδηγία 2019/1023, ο νομοθέτης προχώρησε και σε ορισμένες επιπλέον επιλογές. Ενδεικτικά, οι ακόλουθες:

    Το τεκμήριο της συναίνεσης του Δημοσίου και των Δημοσίων Φορέων

    Η συναίνεση του Δημοσίου και των δημοσίων φορέων στη διαδικασία εξυγίανσης δεν είναι πάντοτε αναγκαίο να είναι ρητή. Με το άρθρο 37 παρ. 2, εισάγεται (υπό προϋποθέσεις) τεκμήριο συναίνεσής τους σε συμφωνία εξυγίανσης, ακόμα και αν δεν την υπογράφουν. Με τη διάταξη αυτή ο νομοθέτης επιδιώκει να επιλύσει το πρόβλημα που ανέκυπτε στην πράξη, το Δημόσιο και γενικά οι φορείς του δημοσίου να μην συναινούν «σχεδόν ποτέ» (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 124) .

    Η έλλειψη ευθύνης των υπαλλήλων

    Με το άρθρο 38 καθιερώνεται η απαλλαγή κάθε υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α του Ποινικού Κώδικα, που υπογράφει τη συμφωνία εξυγίανσης ή ψηφίζει θετικώς, από οποιαδήποτε ποινική, αστική ή πειθαρχική ευθύνη. Γίνεται δε ρητή παραπομπή στις προβλέψεις του άρθρου 65 §§1 & 2 ν. 4472/2017. Επισημαίνεται ωστόσο ότι όσον αφορά τα λοιπά συμπράττοντα στελέχη και δη των χρηματοδοτικών φορέων καταργούνται οι αντίστοιχες προβλέψεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 65 του ν. 4472/2017 (βλ. άρθρο 265 παρ. 2). Ύστατο και μόνο προστατευτικό των αγαθών ανάχωμα: οι περί απιστίας προβλέψεις του άρθρου 390ΠΚ (η ενεργοποίηση των οποίων προϋποθέτει υποβολή εγκλήσεως).

    Η (συνοπτική) αιτιολογία των σχετικών δικαστικών αποφάσεων

    Το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος αξιώνει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογίας στις δικαστικές αποφάσεις.

    Όμως, με το άρθρο 56 του νέου «πτωχευτικού» νόμου, εισάγεται για πρώτη φορά (όχι μόνο στο πεδίο της εξυγίανσης αλλά και γενικότερα της έννομης τάξης ενδεχομένως), η πρόβλεψη η απόφαση με την οποία επικυρώνεται η συμφωνία εξυγίανσης να περιέχει συνοπτική μόνον αιτιολογία με απλή αναφορά στο κεφάλαιο της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, από την οποία προκύπτει η συνδρομή κάθε απαιτούμενου για την επικύρωση της συμφωνίας στοιχείου (εφόσον δεν έχει ασκηθεί παρέμβασή κατά της επικύρωσης της συμφωνίας). Ήδη διαφαίνεται η δυσκολία συμβιβασμού της πρόβλεψης αυτής με το δικαίωμα τριτανακοπής κατά της επικυρωτικής απόφασης από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως (βλ. άρθρο 57).

     

    Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών και διαδικασία εξυγίανσης: Ομοιότητες και διαφορές

    Τόσο ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών όσο και η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης εντάσσονται στο δεύτερο μέρος του πρώτου βιβλίου του νέου «πτωχευτικού» νόμου, με σκοπό την πρόληψη της αφερεγγυότητας. Υπ’ αυτήν την έννοια κρίνεται σκόπιμο να καταγραφούν ορισμένες prima facie διαφορές μεταξύ των δύο θεσμών.

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, αποτελεί μια εξωδικαστική διαδικασία. Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι, αντίθετα, μια διαδικασία η οποία εκκινεί μεν εκτός δικαστηρίου, απαιτείται ωστόσο η δικαστική της επικύρωση της συμφωνίας η οποία ενδεχομένως επιτευχθεί (βλ. άρθρα 33, 54).

    Στην διαδικασία της  εξυγίανσης ενδέχεται επίσης να «συρθεί», εκών-άκων, ο οφειλέτης. Αντίθετα η οικειοθελής συμμετοχή του τελευταίου στον εξωδικαστικό μηχανισμό προϋποτίθεται ως δεδομένη (εκεί, εξάλλου, το ζητούμενο μάλλον έγκειται στην εν γένει υποστήριξη του θεσμού από τους χρηματοδοτικούς φορείς).

    Προς ευόδωση μιας διαδικασίας εξυγίανσης προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ενδιάμεση χρηματοδότηση (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 περ. θ) και μεγαλύτερα περιθώρια αναστολής των ατομικών διώξεων (βλ. άρθρα 50, 52) κ.ά.

     

    Το προϊσχύσαν δίκαιο και η αξιοποίηση των προβλέψεών του

    Η ελληνική έννομη τάξη διέθετε ήδη και πριν από τον ν. 4738/2020 επαρκές προπτωχευτικό πλαίσιο, ιδίως όσον αφορά την εξυγίανση, καθ’ ομολογίαν του νομοθέτη του (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 122, ν.4738/2020).

    Ο νομοθέτης του 4738/2020 ορθώς λοιπόν αξιοποίησε το πλαίσιο του ν. 3588/2007, το οποίο άλλωστε με τον ν. 4446/2016 είχε εναρμονιστεί με το υπό διαμόρφωση τότε νέο ενωσιακό πλαίσιο σε πολύ μεγάλο βαθμό. Επίσης, ορθά μετέφερε στην ελληνική έννομη τάξη τις τελικώς αποκρυσταλλωμένες ρυθμίσεις της οδηγίας 2019/1023, επικαιροποιώντας το ισχύον καθεστώς κατά το ελλείπον μέρος.

     

    Η εξισορρόπηση αντίθετων συμφερόντων

    Ο νομοθέτης όμως επιχείρησε και ορισμένες αλλαγές σε σχέση με τα προϊσχύοντα. Αλλαγές που προβληματίζουν τον θεωρητικό του δικαίου˙ ενδεχομένως αύριο και τον εφαρμοστή του.

    Ο νομοθέτης επιλέγει (και ορθά) ένα ευέλικτο σχήμα προκειμένου να αποτραπεί η πτώχευση, προβλέποντας εργαλεία ώστε να επιτυγχάνεται η άρση της εκάστοτε κωλυσιεργίας (λ.χ. των μετόχων κατ’ άρθρο 35 παρ. 3 και 101 του ν. 3588/2007) αλλά και του Δημοσίου ή/και αυτού ακόμη του οφειλέτη).

     

    Είναι δεδομένη και από όλους αποδεκτή η σπουδαιότητα του θεσμού της εξυγίανσης ως του μοναδικού, κατ’ ουσίαν, εργαλείου συλλογικής προληπτικής αναδιάρθρωσης. Απόκειται σε όλους μας (νομικούς της θεωρίας και της πράξης, εφαρμοστές του δικαίου αλλά και, προεχόντως, πιστωτές και οφειλέτες-κατά το μέτρο της ευθύνης του καθενός), η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση του συγκεκριμένου εργαλείου-προληπτικού και αποτρεπτικού της πτώχευσης. Επίσης: η διαρκής προσπάθεια αξιοποίησης και βελτιστοποίησής του, λ.χ. με την παροχή κινήτρων για τη χρήση του, τη διασφάλιση εγγυημένα αξιόπιστων επιχειρηματικών σχεδίων (βλ. άρθρο 43), εμπλοκή διαρκώς επιμορφούμενων εμπειρογνωμόνων (άρθρα 65 επ) κ.ο.κ.

    Στην περίπτωση μη επαρκούς αξιοποίησης του συγκεκριμένου θεσμού, ως μόνη εναλλακτική θα απομένει η πτώχευση. Απευκταίο, αυτονοήτως, για τις βιώσιμες επιχειρήσεις.

    Μην ξεχνάμε, εξάλλου, πως κάθε υγιής επιχείρηση θα βρεθεί κάποιες φορές σε πρόσκαιρες (περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές) οικονομικές δυσκολίες. Άλλες φορές τα αίτια θα αφορούν την ίδια. Άλλες θα συνδέονται με απροσδόκητα φαινόμενα-όπως η παρούσα υγειονομική και οικονομική κρίση.  Η παροχή των κατάλληλων εργαλείων για να τις υπερβούν, η διάσωση (και γιατί όχι) ο πολλαπλασιασμός των θέσεων εργασίας, είναι, το δίχως άλλο, επιβεβλημένη.

    Συνιστά ηθική και πολιτική αξίωση μιας κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης.

    Αποτελεί, κατά τούτο, καθήκον όλων μας.

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Φεβρουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος  (:Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος  (:Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών)

    Διαπιστώσαμε ήδη σε προηγούμενη αρθρογραφία μας πως ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:ν. 4738/20) κεντρική του στόχευση έχει τη διαχείριση του σημαντικά υψηλού ιδιωτικού χρέους της χώρας μας. Εντοπίσαμε ήδη τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του νέου νόμου. Κατανοήσαμε τις ρυθμίσεις του που συναρτώνται με την προειδοποίηση αφερεγγυότητας και την έγκαιρη προειδοποίηση. Αμέσως μετά τη διαπίστωση της αφερεγγυότητας προβλέπεται, υπό προϋποθέσεις, η ενεργοποίηση του Εξωδικαστικού Μηχανισμού για Ρύθμιση Οφειλών.

    Ας δούμε το πλαίσιο λειτουργίας και τις βασικές ρυθμίσεις  που τον αφορούν.

     

    Σκοπός του Εξωδικαστικού Μηχανισμού

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός στοχεύει να συνδράμει τον οφειλέτη και επιλεγμένους πιστωτές του (:Χρηματοδοτικοί Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης). Τους παρέχει (εφόσον το επιλέξουν) ένα λειτουργικό, ηλεκτρονικό, περιβάλλον για την διαμόρφωση των εκατέρωθεν προτάσεων με σκοπό να αποφευχθεί ο κίνδυνος αφερεγγυότητας του οφειλέτη (άρθρο 5 §1).

     

    Υποχρεωτικότητα της διαδικασίας και δεσμευτικότητα των αποτελεσμάτων της

    Οι χρηματοδοτικοί φορείς (ουσιαστικά οι τράπεζες) δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν ούτε όμως και να αποδεχθούν προτάσεις στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας. Αποτελέσματα όμως παράγονται τόσο ως προς το σύνολο των χρηματοδοτικών φορέων όσο και, υπό προϋποθέσεις, ως προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης,  εφόσον οι χρηματοδοτικοί φορείς που εκπροσωπούν την πλειοψηφία απαιτήσεων κατά του συγκεκριμένου οφειλέτη, αποδέχεται την αίτηση και συναινεί στη διατύπωση συγκεκριμένης πρότασης για την ρύθμιση οφειλών.

    (άρθρο 5 §2)

    Πεδίο Εφαρμογής

    Αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών δικαιούται να υποβάλλει, κατά βάση,  κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα (άρθρο 7§1).

    Στον συγκεκριμένο κανόνα προβλέπονται κάποιες εξαιρέσεις. Τα προαναφερθέντα φυσικά και νομικά πρόσωπα δεν δικαιούνται (άρθρο 7§2) να υποβάλλουν σχετική αίτηση εφόσον (μεταξύ άλλων):

    (α)  το 90% του συνόλου των οφειλών τους οφείλεται σε έναν χρηματοδοτικό φορέα ή, εναλλακτικά, δεν υπερβαίνει τις 10.000€

    (β)  έχουν προχωρήσει σε δικαστικές ενέργειες [λ.χ. έχουν υποβάλει αίτηση (χωρίς παραίτηση) ενώπιον Δικαστηρίου για επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ή για πτώχευση ή έχουν εκδοθεί σχετικές δικαστικές αποφάσεις] ή

    (γ)  έχουν λυθεί ή τεθεί σε εκκαθάριση (εφόσον πρόκειται για νομικά πρόσωπα) ή έχουν μεσολαβήσει ποινικές καταδίκες για συγκεκριμένα αδικήματα).

     

    Αίτηση για την υπαγωγή σε εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών

    Εκκίνηση της διαδικασίας: Αίτηση Οφειλέτη ή Πιστωτή/ών;

    Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται (άρθρο 8§1) από τον οφειλέτη, ηλεκτρονικά, στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους με τη χρήση της ειδικής Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής για Ρύθμιση Οφειλών (άρθρο 29).

    Τη συγκεκριμένη διαδικασία δικαιούνται να εκκινήσουν επίσης (εκτός από τον οφειλέτη)  το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι Χρηματοδοτικοί Φορείς καλώντας τον οφειλέτη να υποβάλλει την προαναφερθείσα αίτηση. Αν ο τελευταίος δεν ανταποκριθεί η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα (άρθρο 8§2).

     

    Το περιεχόμενο της αίτησης για ρύθμιση οφειλών

    Η αίτηση του οφειλέτη για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών απαιτείται να περιλαμβάνει σειρά στοιχείων (μεταξύ άλλων): στοιχεία των πιστωτών του, κατάσταση των περιουσιακών του στοιχείων και των τυχόν βαρών τους. Επίσης τα περιουσιακά του στοιχεία τα οποία μεταβιβάστηκαν κατά την τελευταία πενταετία (άρθρο 9).

    Η συγκεκριμένη αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται από στοιχεία των οικείων του οφειλέτη (σύζυγος, συμβίοι, εξαρτώμενα μέλη) και των οικογενειακών εισοδημάτων (άρθρο 10§1). Εφόσον πρόκειται για οφειλέτη-νομικό πρόσωπο απαιτούνται (μεταξύ άλλων και) τα ακόλουθα στοιχεία: χρηματοικονομικές καταστάσεις, καταβληθέντα μερίσματα,  συνδεδεμένα νομικά πρόσωπα, καταβληθείσες αμοιβές σε συνδεδεμένα φυσικά πρόσωπα (άρθρο 10§2).

     

    Η αξία των ακινήτων της αίτησης

    Ως αξία των ακινήτων που συμπεριλαμβάνονται στην αίτηση θεωρείται εκείνη που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ (όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα-άρθρο 11§1) ή η εμπορική τους αξία (όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στην αλλοδαπή-άρθρο 11§2).

     

    Η κοινοποίηση και διασταύρωση των στοιχείων της αίτησης

    Με την υποβολή (ή αποδοχή) της αίτησης από μέρους του οφειλέτη παρέχεται άδεια για κοινοποίηση στους συμμετέχοντες πιστωτές και διασταύρωση των δεδομένων της αίτησης και των συνοδευτικών της στοιχείων. Σημαντικό είναι να σημειωθεί πως με την υποβολή της αίτησης αίρεται το τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο (άρθρο 12§1). Η υποβολή τυχόν ψευδών στοιχείων από μέρους του οφειλέτη διακόπτει την όλη διαδικασία  και τον επιβαρύνει με υψηλό επιτόκιο υπερημερίας (άρθρο 12§5).

     

    Οι συνέπειες από την υποβολή της αίτησης

    Σημαντικό να σημειωθεί πως η υποβολή της αίτησης για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών δεν αποτελεί σπουδαίο λόγο για την καταγγελία διαρκών συμβάσεων (άρθρο 13§2). Αναστέλλει όμως τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών (άρθρο 13§1).

     

    Αναστολή ποινικών διώξεων και μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης

    Είναι ενδεχόμενο η διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού να μην ευοδωθεί. Κατά τη διάρκεια της όλης διαδικασίας όμως (από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη ως το πέρας της-δηλ. την ενδεχόμενη αποδοχή ή απόρριψή της από τους πιστωτές, τη γνωστοποίηση της απόφασής τους για τη μη υποβολή πρότασης από μέρους τους ή την άπρακτη παρέλευση διμήνου από την υποβολή της), αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων. Αναστέλλεται επίσης η συνέχιση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και η ποινική δίωξη για οφειλές προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρ. 18).

     

    Η σύμβαση αναδιάρθρωσης

    Η (τεκμαιρόμενη) συναίνεση του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης

    Οι χρηματοδοτικοί φορείς που συμμετέχουν στη διαδικασία ως πιστωτές, δικαιούνται (δεν υποχρεούνται όμως) να υποβάλλουν πρόταση ρύθμισης στον οφειλέτη. Στην περίπτωση που η (ενδεχόμενη) πρόταση των χρηματοδοτικών φορέων εξασφαλίσει: (α) τη συναίνεση του οφειλέτη, (β)  περισσότερο από το 50% απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων και (γ) των απαιτήσεων των πιστωτών εκείνων που διαθέτουν ειδικό προνόμιο (λ.χ. προσημείωση υποθήκης), συνάπτεται η σχετική σύμβαση ανάμεσα στους πιστωτές που συναινούν και τον οφειλέτη (άρθρο 14§1).

    Στην περίπτωση που υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, η σύμβαση μπορεί μεν να συναφθεί, τελεί όμως υπό την αίρεση της (κατά το άρθρο 21) συναίνεσής τους. Η συναίνεση των τελευταίων παρέχεται αφού τους κοινοποιηθεί η σύμβαση (άρθρο 21§2) αν (μεταξύ άλλων-άρθρο 21§2):

    (α) οι υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης:

    δεν υπερβαίνουν το 1,5εκ.€

    δεν υπερβαίνουν (κατ’ αξία) τις απαιτήσεις των Χρηματοδοτικών Φορέων.

    (β) η σύμβαση πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου (άρθρ. 22)

    (γ) το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος.

    Να επισημανθεί εδώ πως, στην τελευταία περίπτωση (όπου το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος):

    κανένας υπάλληλος υπέχει οποιαδήποτε αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την υπογραφή ή αποδοχή μιας τέτοιας συμφωνίας,

    δεν απαιτείται, καν, η υπογραφή της συμφωνίας από το Δημόσιο ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης-τεκμαίρεται μάλιστα η συμφωνία τους από την άπρακτη πάροδο δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση της σ’ αυτούς.

    Να σημειωθεί επίσης πως υπάρχει μια περίπτωση κατά την οποία αξιολογείται ως  σύννομη η συναίνεση του Δημοσίου, ακόμα κι όταν το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος (ή οι απαιτήσεις του Δημοσίου υπερβαίνουν (κατ’ αξία) τις απαιτήσεις των Χρηματοδοτικών Φορέων. Προϋποτίθεται, στην περίπτωση αυτή, η παροχή της σύμφωνης γνώμης διαχειριστή αφερεγγυότητας που επιλέγεται από τους Χρηματοδοτικούς Φορείς εφόσον: (α) δεν καθίσταται χειρότερη η θέση του Δημοσίου (έναντι ενδεχόμενης πτώχευσης) και, επιπρόσθετα, (β) διασφαλίζεται η βιωσιμότητα της επιχείρησης ή, κατά περίπτωση, το αξιόχρεο του φυσικού προσώπου (άρθρο 21 §3).

     

    Ενδεχόμενο διαμεσολάβησης

    Ο οφειλέτης δικαιούται μέσα σε δέκα (10) ημερολογιακές ημέρες από τότε που θα λάβει την πρόταση των Χρηματοδοτικών Φορέων, να καταθέσει αίτημα για την υποβολή της όλης διαφοράς σε διαμεσολάβηση-εφόσον υπάρξει και η σύμφωνη γνώμη των τελευταίων.

     

    Προθεσμία για τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Διαπραγματεύσεις

    Στην περίπτωση που δεν καταστεί εφικτό να επιτευχθεί η υπογραφή συμφωνίας αναδιάρθρωσης ανάμεσα στην πλειοψηφία των πιστωτών και τον οφειλέτη μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος του τελευταίου για θέση της διαφοράς σε διαμεσολάβηση, τότε η όλη διαδικασία θεωρείται λήξασα (άρθρ. 15).

    Σε κάθε περίπτωση, η σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης μπορεί να λάβει χώρα, κατά βάση, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του οφειλέτη. Αν απορριφθεί η αίτηση από τους Χρηματοδοτικούς Φορείς ή παρέλθει άπρακτο το συγκεκριμένο δίμηνο (χωρίς τη σύναψη σύμβασης), η όλη διαδικασία (μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού) περατούται ως άκαρπη (άρθρ. 16).

    Η όλη διαδικασία της διαπραγμάτευσης λαμβάνει χώρα μέσα από την Ηλεκτρονική Πλατφόρμα (άρθρ. 17).

     

    Βασικοί περιορισμοί της σύμβασης όσον αφορά το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης

    Η σύμβαση δεν είναι δυνατό να προβλέπει περισσότερες από διακόσιες σαράντα (240) μηνιαίες δόσεις για την εξόφληση οφειλών στο Δημόσιο ή στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, περίοδο χάριτος γι’ αυτές ή μηνιαίες δόσεις μικρότερες από πενήντα (50) ευρώ. Μέχρι την εξόφληση (και υπό την προϋπόθεσή της) δεν λογίζονται τόκοι και πρόστιμα. Η διαγραφή των οφειλών αυτών προϋποθέτει ολοσχερή εξόφληση (άρθρο 21).

     

    Αποτελέσματα σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και ποινικών διώξεων

    Από τη στιγμή που θα συναφθεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης δεν επιτρέπεται η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη από Χρηματοδοτικούς Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Επιπρόσθετα: αναστέλλονται αυτοδικαίως τα σε βάρος του μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση απαιτήσεως που ρυθμίσθηκε με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης για όλη τη διάρκειά της-και υπό τον όρο τήρησής της (άρθρ. 19§1 & 23).

    Στην περίπτωση που, κατά τον χρόνο επίτευξης της σύμβασης αναδιάρθρωσης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης για απαίτηση που ρυθμίστηκε, επισπευδόμενη από Χρηματοδοτικούς Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αυτή αναστέλλεται (άρθρ. 19§2 & 23).

    Αντίστοιχα, από τη θέση σε ισχύ της σύμβασης αναδιάρθρωσης (και υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής της) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για χρέη προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρο 23).

     

    Εξόφληση απαιτήσεων πιστωτών. Μη απαλλαγή εγγυητών & συνοφειλετών

    Με την εξόφληση των δόσεων της σύμβασης αναδιάρθρωσης επέρχεται εξόφληση των οφειλών κάθε πιστωτή που καταλαμβάνεται από αυτήν. Εγγυητές όμως ή συνοφειλέτες εξακολουθούν να οφείλουν το υπερβάλλον. Δικαιώματα παρακράτησης κυριότητας πιστωτών δεν επηρεάζονται (άρθρο 26).

     

    Απαλλαγή από την ευθύνη υπαλλήλου κατά τις διαπραγματεύσεις σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Εκτός ακραίων περιπτώσεων (λ.χ. δωροδοκία) κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν έχει αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την αποδοχή ή αναγνώριση σύμβασης αναδιάρθρωσης ή για οποιαδήποτε σχετική με αυτή ενέργεια-εφόσον έχει λάβει χώρα στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του νόμου (άρθρο 20).

     

    Αθέτηση της σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Στην περίπτωση καθυστέρησης συνολικά τριών, κατ’ αξία, δόσεων της σύμβασης ή 3% επί του συνολικού της οφειλής, κάθε πιστωτής που καταλαμβάνεται από τη σύμβαση μπορεί να την καταγγείλει. Στην περίπτωση αυτή αναβιώνει η αρχική απαίτησή του απομειωμένη κατά τα καταβληθέντα (άρθρο 27).

     

    Επιδότηση καταβολής δόσεων

    Είναι δυνατή η επιδότηση για την αποπληρωμή τμήματος των δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους, για πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της αίτησης για την υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό. Κατά βάση εφόσον: (α) το ακίνητο ιδιοκτησίας του οφειλέτη είναι ενυπόθηκο, (β) χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του, (γ) το σύνολο των οφειλών του προς το Δημόσιο και του Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης υπερβαίνει τις 20.000€, (δ) το υπόλοιπο της οφειλής του από το δάνειο δεν υπερβαίνει τις 135.000€ ή, υπό προϋποθέσεις, τις 215.000€ και (ε) έχει επέλθει μείωση των οικογενειακών του εισοδημάτων (άρθρο 28).

     

    Ένα σημαντικό μέτρο για την αποτροπή της διεύρυνσης του ιδιωτικού χρέους είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών. Ενδιαφέρουσες οι ρυθμίσεις του, ενδιαφέρουσα και η λογική του. Εστιάζει όμως σε συγκεκριμένες κατηγορίες πιστωτών: Τους Χρηματοδοτικούς Φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Το γεγονός ότι δεν εκτείνεται στο σύνολο των πιστωτών αλλά και η έλλειψη υποχρεωτικότητας υπαγωγής στις ρυθμίσεις και ευχέρειές του είναι δυνατό να αποτελέσουν στοιχεία της επιτυχίας του. Η αποτίμηση όμως της ορθότητας των όποιων επιλογών (και του νομοθέτη) γίνεται, πάντοτε, εκ των υστέρων.

    Η έναρξη της εφαρμογής του νέου «πτωχευτικού» νόμου είχε προσδιορισθεί, αρχικά, για την 1.1.21. Οι κρατούσες χρηματοοικονομικές συνθήκες δεν ήταν οι πλέον κατάλληλες. Οι εμπλεκόμενοι (Χρηματοδοτικοί Φορείς, Δημόσιο, Ασφαλιστικοί Οργανισμοί) δεν ήταν προετοιμασμένοι. Οι προβλεπόμενες (και απολύτως) αναγκαίες για την εφαρμογή του πενήντα τρεις (53) υπουργικές αποφάσεις ήταν αδύνατο να εκδοθούν.

    Επελέγη το σύνηθες: Η αναβολή της έναρξης της εφαρμογής του.

    Όσον αφορά, ειδικότερα, τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών μετατέθηκε η έναρξη της εφαρμογής του για την 1.6.21 (:άρθρο 83 ν.4764/20-όπως εξάλλου και οι διατάξεις για την προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους).

    Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω παράταση.

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός είναι δυνατό να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για τη διαχείριση της αφερεγγυότητας, την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους, την ανάκαμψη της οικονομίας. Επίσης για την παροχή της «δεύτερης ευκαιρίας» που οι έντιμοι, άλλωστε, δικαιούνται.

    Προσβλέποντας όμως, με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα, στην επιτυχία του συγκεκριμένου μηχανισμού και εγχειρήματος, αξίζει να ευχηθούμε (και υποστηρίξουμε) την επιτυχία του.

    Είναι όμως δεδομένο πως η επιτυχία του επαφίεται, σε σημαντικό βαθμό, στις τράπεζες που θα κληθούν να συμμετάσχουν και αποδεχθούν την αξιοποίησή του.

    Ας ελπίσουμε πως, στην πράξη, δεν θα την «τορπιλίσουν».-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 31 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:προειδοποίηση αφερεγγυότητας & έγκαιρη προειδοποίηση)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:προειδοποίηση αφερεγγυότητας & έγκαιρη προειδοποίηση)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (ν. 4738/20) δεν είναι, κατά τον τίτλο του, πτωχευτικός.  Ούτε όμως κατά το περιεχόμενό του ρυθμίζει, αποκλειστικά, θέματα που σχετίζονται με την πτώχευση. Επιγράφεται: «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας». Κεντρική του στόχευση αποτελεί, και ορθά, η διαχείριση του δυσθεώρητα υψηλού Ιδιωτικού Χρέους-για το οποίο και προηγούμενη αρθρογραφία μας. Τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του νέου νόμου διερευνήσαμε ήδη. Μεταξύ αυτών κι ένας θεσμός απολύτως νέος: αυτός που αφορά την έγκαιρη προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους. Ο συγκεκριμένος θεσμός είναι δυνατό να καταστεί, υπό προϋποθέσεις, χρηστικό εργαλείο για κείνους από τους οφειλέτες που διαθέτουν περιορισμένες μόνον δυνατότητες και μέσα για την κατανόηση και διαχείριση της αφερεγγυότητά τους.

    Ας επιχειρήσουμε την προσέγγιση των επιμέρους διατάξεών του.

     

    Σκοπός και εργαλεία

    Η συγκεκριμένη ενότητα διατάξεων στοχεύει στη «θέσπιση διαδικασίας πρόσβασης οφειλετών σε σαφή και διαφανή εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης, τα οποία μπορούν να εντοπίζουν περιστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αφερεγγυότητα». Και τούτο προς το σκοπό της επισήμανσης στον οφειλέτη της ανάγκης άμεσης και, ιδίως, έγκαιρης αντίδρασής του (άρθρο 1 §1). Είναι γνωστό εξάλλου πως όσο περισσότερο έγκαιρη είναι η κατανόηση και η διαχείριση μιας προβληματικής κατάστασης τόσο περισσότερες είναι και οι πιθανότητες να καταστούν μη αναστρέψιμες οι συνέπειές της.

    Μεταξύ των εργαλείων έγκαιρης προειδοποίησης περιλαμβάνονται ηλεκτρονικοί μηχανισμοί ειδοποίησης του οφειλέτη. Προβλέπεται επίσης η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από Κέντρα Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών και Επαγγελματικούς Φορείς (ενδ.: Επιμελητήρια, Επαγγελματικοί Σύλλογοι, Ινστιτούτα Θεσμικών Κοινωνικών Εταίρων)- (άρθρο 1 §2).

    Προβλέπεται επίσης η παροχή μιας πρώτης πληροφόρησης προς τους οφειλέτες, σχετικά με τα παραπάνω θέματα, από την ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Επίσης σχετικά με τις δυνατότητες, διαδικασίες, μέτρα αναδιάρθρωσης και δυνητικής απαλλαγής τους από το χρέος (άρθρο 1 §3). Είναι αλήθεια όμως πως, επί του παρόντος τουλάχιστον, η σχετική πληροφόρηση μόνον «φτωχή» θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστεί.

     

    Ηλεκτρονικός Μηχανισμός Προειδοποίησης

    Η έγκαιρη προειδοποίηση των οφειλετών (τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων) θα λαμβάνει χώρα, σε ένα πρώτο επίπεδο, μέσω ηλεκτρονικού μηχανισμού, ο οποίος θα εποπτεύεται από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Οι οφειλέτες θα κατατάσσονται, μέσω αυτού, σε τρία επίπεδα κινδύνου αφερεγγυότητας. Συγκεκριμένα: (α) χαμηλό, (β) μέτριο και (γ) υψηλό. Ο μηχανισμός αυτός θα ενεργοποιείται μόνον ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου˙ όχι με πρωτοβουλία τρίτου ούτε και αυτόματα (άρθρο 2 §1).

    Με την αίτηση ενεργοποίησης του συγκεκριμένου ηλεκτρονικού μηχανισμού θα παρέχεται, ταυτόχρονα, άδεια από τον ενδιαφερόμενο προς την εποπτεύουσα αρχή για τη λήψη και επεξεργασία κάθε στοιχείου που αφορά το περιεχόμενο της αίτησής του. Κάθε στοιχείου, δηλ., χρήσιμου για τον προσδιορισμό του κινδύνου αφερεγγυότητας, και τη διατύπωση προτάσεων για την αντιμετώπισή του (άρθρο 2 §2).

    Όταν η διαδικασία μέσω του αυτού του μηχανισμού καταλήξει σε κατάταξη για κάποιο ενός οφειλέτη σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό, ακολουθεί το επόμενο βήμα. Διαφοροποιείται όμως (το επόμενο βήμα) ανάλογα με την ιδιότητα του οφειλέτη. Συγκεκριμένα: (α) Τα φυσικά πρόσωπα που δεν αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα και (β) Τα νομικά και τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν τέτοια εισοδήματα.

     

    Φυσικά πρόσωπα που δεν αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα

    Τα φυσικά πρόσωπα της συγκεκριμένης κατηγορίας, που κατατάχθηκαν σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό, αποκτούν το δικαίωμα να απευθυνθούν στο Κέντρο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ή στο Γραφείο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών (Γ.Ε.Υ.Δ.)  όπου η μόνιμη κατοικία τους (άρθρο 3 §1). Τα συγκεκριμένα Κέντρα ή, κατά περίπτωση, Γραφεία αποκτούν πρόσβαση (ύστερα από εξουσιοδότηση του οφειλέτη) στον συγκεκριμένο ηλεκτρονικό μηχανισμό με σκοπό να του παράσχουν, χωρίς επιβάρυνσή του:

    (α) ενημέρωση για το νομικό πλαίσιο και τους όρους των συμβάσεων που έχει συνάψει αλλά και, γενικά, τις συμφωνίες ρύθμισης οφειλών˙ για τα σχετικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του,

    (β) συνδρομή για την κατανόηση του όρων ρύθμισης οφειλών που ενδεχομένως του προτείνονται (λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων του για αποπληρωμή και των αντίστοιχων για κατανόηση),

    (γ) συνδρομή στην κατάρτιση οικογενειακού προϋπολογισμού με σκοπό, ιδίως, την τήρηση ρυθμίσεων αποπληρωμής των οφειλών του,

    (δ) συμβουλευτικές υπηρεσίες σχετικά με την οικονομική διαχείριση του νοικοκυριού του.

     

    Φυσικά και νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα

    Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα της συγκεκριμένης κατηγορίας τα οποία κατατάχθηκαν σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό αποκτούν το δικαίωμα να απευθυνθούν στους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς (άρθρο 4 §1). Συγκεκριμένα στο οικείο Επαγγελματικό Επιμελητήριο ή Επαγγελματικό Σύλλογο ή Ινστιτούτο Θεσμικών Κοινωνικών Εταίρων προκειμένου να λάβουν δωρεάν συμβουλευτική (και όχι μόνον) υποστήριξη, με σκοπό να αποσοβηθεί ο υφιστάμενος κίνδυνος. Πιο συγκεκριμένα: υπηρεσίες συμβούλου επιχειρήσεων, που στοχεύουν στην επιχειρηματική υποστήριξη, καθοδήγηση, εμψύχωση και ενδυνάμωση της επιχειρηματικής σκέψης και κουλτούρας του ενδιαφερόμενου.

    Σημειώνεται πάντως πως οι υπηρεσίες που θα παρέχονται από τους προαναφερθέντες Φορείς δεν είναι δυνατό να υποκαταστήσουν (αυτονόητα-και κατά το νόμο) τις κάθε είδους τεχνοκρακτικές υπηρεσίες που έχει ανάγκη κάθε νομικό και φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αντιμετωπίζει πρόσκαιρη ή μόνιμη οικονομική δυσχέρεια. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή ο εμπλεκόμενος οφειλέτης θα έχει ανάγκη λήψης συνδρομής και υπηρεσιών από τους κατάλληλους συμβούλους, ιδίως νομικούς και επιχειρηματικούς.

    Το πρόβλημα δηλαδή του οφειλέτη θα είναι δυνατό, εκ των πραγμάτων, να αντιμετωπισθεί (συνολικά) με βάση τη συνδρομή των προαναφερθέντων Φορέων.

     

    Εξουσιοδοτικές διατάξεις

    Η έναρξη της εφαρμογής του νέου «πτωχευτικού νόμου έχει προσδιοριστεί για την 1.1.2021. Η έναρξη όμως αυτή προϋποθέτει σειρά υπουργικών αποφάσεων για την ενεργοποίηση των διατάξεων του˙ βεβαίως και όσον αφορά την προειδοποίηση αφερεγγυότητας. Ειδικά όσον αφορά την ενεργοποίηση των διατάξεων της τελευταίας είναι εκείνες που αφορούν (άρθρο 70):

    (α) τις διαδικασίες, το περιεχόμενο της αίτησης, οι προϋποθέσεις και οι τεχνικές λεπτομέρειες, οι οποίες αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας έγκαιρης προειδοποίησης οφειλετών.

    (β)  τις λεπτομέρειες της διαδικασίας του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο της λειτουργίας των Κ.Ε.Υ.Δ. και Γ.Ε.Υ.Δ.

    (γ) τις λεπτομέρειες της διαδικασίας του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο της λειτουργίας των Επαγγελματικών Φορέων.

     

    Ο θεσμός της έγκαιρης προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους είναι ένας θεσμός νέος και, το δίχως άλλο, ενδιαφέρων. Αναμένεται να παράσχει σημαντική συνδρομή σ’ εκείνους από τους οφειλέτες (φυσικά και νομικά πρόσωπα) που αντιμετωπίζουν (πρόσκαιρες ή μονιμότερες) δυσχέρειες οικονομικής φύσης.

    Η έναρξη όμως της εφαρμογής του προϋποθέτει (κατά το νόμο) σειρά υπουργικών αποφάσεων. Θα είναι, άραγε, έγκαιρη η έκδοσή τους;

    Ακόμα όμως και μετά την έκδοση των αναγκαίων υπουργικών αποφάσεων πόσο, άραγε, θα ελαφρυνθούν και βοηθηθούν οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν περισσότερο σύνθετα προβλήματα; Όταν για κάθε θέμα που τους απασχολεί θα είναι αναγκαίο να απευθυνθούν (όχι ανέξοδα) στους κατάλληλους νομικούς και επιχειρηματικούς (ιδίως) συμβούλους;

    Σε κάθε περίπτωση: Ο συγκεκριμένος θεσμός αποτελεί ένα πρώτο, αναγκαίο, βήμα. Ας ευχηθούμε για τη σύντομη ενεργοποίησή και, κυρίως, για την επιτυχία του.

    Όλοι, εξάλλου, δικαιούνται μια «δεύτερη ευκαιρία».

    Η παροχή όμως της συγκεκριμένης «δεύτερης ευκαιρίας» αποτελεί ένα, ακόμα, λιθαράκι στην προσπάθεια για την ανόρθωση της πολλαπλώς πληγείσας και πληττόμενης εθνικής οικονομίας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 17 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος πτωχευτικός νόμος: Αναγκαιότητα. Ρυθμιστικό Πεδίο. Σημασία

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος: Αναγκαιότητα. Ρυθμιστικό Πεδίο. Σημασία

    Βιώσαμε μια μακρά οικονομική κρίση. Διαπιστώσαμε ήδη, από την άνοιξη ακόμα, πως έχουμε εισέλθει σε μια νέα ελπίζουμε όχι βαθύτερη. Αντιληφθήκαμε (και οι εξ ημών μη οικονομολόγοι) πως το  υψηλό δημόσιο χρέος δημιουργεί σοβαρά προβλήματα όχι μόνον στην οικονομία αλλά και την καθημερινότητα του καθενός από εμάς. Αντιληφθήκαμε επίσης πως (εξίσου  και)  το ιδιωτικό χρέος αποτελεί εστία δικαιολογημένης ανησυχίας από την άποψη της μακρο-οικονομικής σταθερότητας. Η Πολιτεία εκλαμβάνει, και ορθά, το ιδιωτικό χρέος ως ισοδύναμα ικανό για την ανατροπή του οικονομικού της σχεδιασμού. Υποχρεούται λοιπόν αποτελεσματικά να το διαχειριστεί και επιτυχώς αντιμετωπίσει. Ο νέος πτωχευτικός νόμος (όπως και κάθε προγενέστερο αυτού συναφές νομοθέτημα) κινείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Διατρέξαμε ήδη τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του. Υπήρξε όμως αναγκαία, στην παρούσα φάση, η θέση του σε εφαρμογή; Για ποιο λόγο το συγκεκριμένο νομοθέτημα είναι τόσο σημαντικό; Γιατί αφορά, εν τέλει, όλους μας ανεξαιρέτως; Έρχεται στον κατάλληλο χρόνο;

    Ας επιχειρήσουμε κάποιες πρώτες απαντήσεις στα σημαντικά αυτά ερωτήματα.

     

    Το συνολικό Ιδιωτικό Χρέος στην Ελλάδα και η αναγκαιότητα να τιθασευτεί

    Τα αίτια του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα είναι πολυποίκιλα. Άλλα οφείλονται σε επιλογές μας (σε ατομικό, οικογενειακό κι επιχειρηματικό επίπεδο) άλλα σε κυβερνητικές/πολιτικές επιλογές κι άλλα σε εξωγενείς παράγοντες.

    Ανεξάρτητα πάντως από τα αίτια, ένα είναι βέβαιο: το πρόβλημα του Ιδιωτικού Χρέους είχε λάβει, ήδη-από μακρού χρόνου, εκρηκτικές κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις. Η σε εξέλιξη ακόμα πανδημία (και οι δραματικές της συνέπειες) περαιτέρω το διόγκωσε. Καθώς είναι σε εξέλιξη ακόμα το φαινόμενο, δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε, με ασφάλεια, το μέγεθος της ύφεσης. Πολύ περισσότερο που διεθνείς, ευρωπαϊκοί και εθνικοί Οργανισμοί κάνουν προβλέψεις οι οποίες, συχνά, επαναξιολογούνται.

    Αυτό όμως που είμαστε σε θέση να λάβουμε υπόψη μας είναι τα παρόντα δεδομένα: Με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος και, πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με παρέμβαση του Υποδιοικητή της ΤτΕ κ. Μητράκου της 20.10.20, το σύνολο του ιδιωτικού χρέους της χώρας (ιδιώτες και επιχειρήσεις) ανέρχεται σε €315 δισ. ή στο 184% του ΑΕΠ της χώρας. Αναλυτικότερα:

    (α) Σε €147,7 δισ. ανέρχεται το υπόλοιπο της συνολικής χρηματοδότησης (δάνεια, εταιρικά ομόλογα, τιτλοποιημένα δάνεια με διαχειριστές πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδότηση από ΤτΕ) του ιδιωτικού τομέα της εγχώριας οικονομίας (σε επιπλέον €45,2 δισ. ανέρχεται η χρηματοδότηση της Γενικής Κυβέρνησης). Πιο συγκεκριμένα:

    (αα) €73,8 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς επιχειρήσεις (εκ των οποίων: €67,6 δισ. προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και €6,2 δισ. προς ασφαλιστικές  επιχειρήσεις)

    (αβ) €65,3 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς νοικοκυριά (€49,6 δισ. στεγαστικά δάνεια και 15,1 δισ. καταναλωτικά δάνεια)

    (αβ) €8,6 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις.

    (β) Σε €106 δισ. € το χρέος των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές

    (γ) Σε €36 δισ. το χρέος των ιδιωτών προς τα ασφαλιστικά ταμεία

    (δ) Σε €30 δισ. τα δάνεια που έχουν πουληθεί από τις εμπορικές τράπεζες και βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος

    Η τιθάσευση του δραματικά υψηλού ιδιωτικού χρέους αυτού υπήρξε (και παραμένει) εθνική ανάγκη: πίσω από τα νούμερα αυτά βρίσκονται άνθρωποι-όλοι εμείς. Αυτονοήτως και η χώρα.

    Οι προσπάθειες και καλές προθέσεις δεν έλειψαν σε πολιτικό επίπεδο. Αποδείχθηκαν όμως, εκ του αποτελέσματος, ατελέσφορες. Η αναγκαιότητα της δραστικής διαχείρισής του περισσότερο από προφανής. Μας έλειπαν, άραγε, οι νόμοι;

     

    Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο

    Το μέχρι την 31.12.20 θεσμικό πλαίσιο αποτελεί προϊόν πολλαπλών νομοθετικών παρεμβάσεων.

    Ο υφιστάμενος από το 2007 ελληνικός πτωχευτικός κώδικας έχει υποστεί αλλεπάλληλες τροποποιήσεις τα τελευταία χρόνια: εννέα τροποποιήσεις (εκτός της απολύτως πρόσφατης-Οκτ. 2020) τα τελευταία δέκα τρία χρόνια.

    Κατά την τελευταία, μόλις, πενταετία αναθεωρήθηκε (με την τεχνική έννοια του όρου) έξι φορές: ν. 4336/2015 (Α΄ 94), ν. 4446/2016 (Α΄240), ν. 4472/2017 (Α΄ 74), ν. 4491/2017 (Α΄ 153), ν. 4512/2018 (Α΄ 5), ν. 4549/2018 (Α΄ 105). Συναφή ζητήματα εντάχθηκαν στο ρυθμιστικό πεδίο, μεταξύ άλλων, του ν. 4469/2017 (Α΄ 62), του ν. 4605/2019 (Α΄ 52). Επίσης με τις πολλαπλές τροποποιήσεις του ν. 3869/2010, όπως και στο ν. 4307/2014. Συνολικά: ων ο αριθμός ουκ έστιν…

    Σημαντικό βέβαια να επισημανθεί πως οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις (:της τελευταίας πενταετίας) έλαβαν χώρα στο πλαίσιο προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής ή σταθερότητας. Το δεδομένο αυτό είναι δηλωτικό της σημασίας που αποδίδεται στο πτωχευτικό δίκαιο σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Βεβαίως και για την τρέχουσα-την σε σημαντικό βαθμό οφειλόμενη στη αντίστοιχη υγειονομική.

    Το ίδιο δεδομένο όμως υποδηλώνει και κάτι ακόμα: το σύνολο των ρυθμίσεων που καταργεί ο συγκεκριμένος νόμος ακολουθούσε τα ισχύοντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ελάμβανε υπόψη του τις βέλτιστες, διεθνείς, πρακτικές.

    Όφειλε πάντως και κατά το ελλείπον [:πρόνοιες Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1023] να προσαρμοστεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.

     

    Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023

    Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20.6.2019 (που λειτουργεί συμπληρωματικά με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/848  της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας) υπήρξε η αφορμή για το νέο «πτωχευτικό» νόμο.

    Bάση για την έκδοσή της αποτέλεσε, μεταξύ άλλων (:αιτιολ. σκέψη 7η), η προσπάθεια για άρση της αβεβαιότητας σχετικά με τους κανόνες περί αφερεγγυότητας στα επιμέρους κράτη- μέλη. Επίσης, η προσπάθεια για σύντμηση χρονοβόρων και απλοποίησης πολύπλοκων διαδικασιών που αποτελούν βασικό αντικίνητρο επενδύσεων ή/και αποφυγής επιχειρηματικών σχέσεων σε άλλο κράτος μέλλον. Κι η προσπάθεια, εν τέλει, της άρσης τέτοιων στοιχείων που υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    Αξιολογήθηκε επίσης (:αιτιολ. σκέψη 11η) πως ακόμα και αμιγώς εθνικού χαρακτήρα περιπτώσεις αφερεγγυότητας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω του λεγόμενου φαινομένου του ντόμινο. Και τούτο γιατί η αφερεγγυότητα ενός οφειλέτη μπορεί να προκαλέσει (και πράγματι προκαλεί) αλυσιδωτές περιπτώσεις αφερεγγυότητας.

    Στόχος της υπήρξε:

    (α) Όσον αφορά τις βιώσιμες επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες: να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικά εθνικά πλαίσια προληπτικής αναδιάρθρωσης, τα οποία θα τους επιτρέψουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους,

    (β) Όσον αφορά τους έντιμους (αφερέγγυους ή υπερχρεωμένους) επιχειρηματίες: να μπορούν να απαλλάσσονται πλήρως από τα χρέη τους μετά από εύλογο διάστημα, ώστε να απολαμβάνουν μια δεύτερη ευκαιρία και

    (γ) Η βελτίωση της αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αναδιάρθρωσης και αφερεγγυότητας, η ταχύτερη ολοκλήρωσή τους αλλά και η ταχύτερη επάνοδος των επιχειρήσεων σε παραγωγική λειτουργία.

    Η συγκεκριμένη οδηγία κινείται σε δύο βασικούς άξονες:

    Οι βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να βοηθούνται στη συνέχιση της λειτουργίας τους (υπό την προϋπόθεση πως οι οικονομικές δυσκολίες που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν δεν ακυρώνουν τη βιωσιμότητά τους). Η εν λόγω βοήθεια θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μέσα από αποτελεσματικά εργαλεία προληπτικής αναδιάρθρωσης, στα οποία θα πρέπει να έχουν πρόσβαση το ταχύτερο δυνατό.

    Οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να εισέρχονται το ταχύτερο στο στάδιο της εκκαθάρισης για την αποφυγή συσσώρευσης ζημιών. Για τους έντιμους επιχειρηματίες/οφειλέτες οι οποίοι απέτυχαν σε κάποια επιχειρηματική τους δράση θα πρέπει  να διασφαλίζεται η δυνατότητα μιας (νέας) αρχής ώστε, πιο έμπειροι πλέον, να μπορούν να δραστηριοποιηθούν, ξανά, στον επιχειρηματικό στίβο.

    Αξίζει κανείς να επισημάνει επίσης πως το πνεύμα από το οποίο εμφορείται ο ενωσιακός νομοθέτης είναι πνεύμα ισόρροπης διαφύλαξης των συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων: ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας, εργαζόμενοι, τρίτοι συναλλασσόμενοι, χρηματοπιστωτικό σύστημα, εθνική οικονομία, ενωσιακή αγορά.

    Πρόληψη λοιπόν της αφερεγγυότητας με εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης και πρώιμης αποτελεσματικής αναδιάρθρωσης από τη μια, ταχεία εκκαθάριση αλλά και γρήγορη επάνοδο στην επιχειρηματική ζωή και πραγματική οικονομία από την άλλη.

     

    Η αναγκαιότητα(;) της ψήφισης του νέου νομοθετήματος

    Είναι δεδομένο πως η νομοθετική πολυδιάσπαση και πολυνομία δεν είναι ωφέλιμες. Επίσης δεδομένο είναι πως δεν αποδεικνύεται καθόλου χρήσιμη ή δόκιμη η αντιμετώπιση συναφών θεμάτων από περισσότερα του ενός νομοθετήματα.

    Επίσης δεδομένο είναι πως η συγκέντρωση των επιμέρους νομικών θεμάτων και λογικών ενοτήτων στο νέο πτωχευτικό νόμο θα αποδειχθεί, το δίχως άλλο, ωφέλιμη. Η αναγκαιότητα όμως της ψήφισης του νέου νομοθετήματος ήδη συζητείται. Και από την επιστημονική κοινότητα.

    Ευκταίο πάντως θα ήταν (για ένα τόσο σημαντικό νομοθέτημα) να διέλθει (υπό το φως του ήλιου) από τη βάσανο μιας εγνωσμένου κύρους νομοπαρασκευαστικής επιτροπής (χωρίς όμως καθόλου να υποτιμάται η επιστημοσύνη των συντακτών του). Ευκταίο θα ήταν να διέλθει το (τελικό του) κείμενο από τη διαδικασία της διαβούλευσης. Ευκταία επίσης και η ολιστική προσέγγιση του όλου θέματος και επιμέρους ρυθμίσεων. Δεν συνέβη.

    Κι ακόμα περισσότερο: Η πληθώρα των εξουσιοδοτικών διατάξεων του παραπέμπει, δυστυχώς, στην ελλιπή επεξεργασία του συγκεκριμένου νομοθετήματος. Δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την «ετοιμότητα» του νόμου να τεθεί σε άμεση εφαρμογή. Και, περαιτέρω, εγείρει ζήτημα πληρότητας του νόμου και συμβιβασμού με τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης» (Α΄34)

    Συμπερασματικά: Εξαιρετική η επιλογή της συνολικής και ολιστικής προσέγγισης των επιμέρους θεμάτων που ο νέος πτωχευτικός νόμος πραγματεύεται. Ευκταίο όμως θα ήταν να ακολουθηθεί η πορεία της Καλής Νομοθέτησης που η αναμόρφωση τέτοιας σοβαρότητας νομοθετημάτων και κωδίκων επιβάλλει.

     

    Ποιους και τι αφορά ο νέος Πτωχευτικός Νόμος;

    Εισαγωγικά να θυμηθούμε πως ο συγκεκριμένος νόμος φέρει τον τίτλο «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας».

    Θα μπορούσαμε να πούμε, με μη αμιγώς νομικούς όρους, πως χωρίζεται σε πέντε μεγάλες ενότητες:

    (α) την Προειδοποίηση της Αφερεγγυότητας & την Έγκαιρη Προειδοποίηση-(άρθρα 1 έως 4)

    (β) τις Διαδικασίες Πρόληψης της Αφερεγγυότητας (:Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών και Προπτωχευτική Διαδικασία Εξυγίανσης)-(άρθρα 5 έως 74) και

    (γ) την Πτώχευση (άρθρα 75 έως 211)

    (δ) τους Ευάλωτους Οφειλέτες (άρθρα 212 έως 224) και τέλος

    (ε) τους Διαχειριστές Αφερεγγυόητας (άρθρα 225 έως 259)

    Από την απαρίθμηση και μόνον των  συγκεκριμένων ενοτήτων ένα ασφαλές συμπέρασμα εξάγεται:

    Αφορά όλους εκείνους (νομικά και φυσικά πρόσωπα-έχοντα ή μη την εμπορική ιδιότητα, νοικοκυριά κι επιχειρήσεις-ανεξαρτήτως μεγέθους) που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες-ακόμα και ρευστότητας.

    Δεν αφορά όμως αυτούς μόνον!

    Αφορά και κάθε υγιή επιχείρηση και επιχειρηματία που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα οικονομικής φύσεως. Και τούτο γιατί κάποιος/κάποιοι (ίσως αρκετοί-ίσως πολλοί) από εκείνους με τους οποίους συναλλάσσονται θα ενταχθούν στο ρυθμιστικό πεδίο του συγκεκριμένου νόμου.

    Αφορά επίσης τους επενδυτές που θα θελήσουν να επενδύσουν στη χώρα.

    Αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα οικονομικά τους.

    Αφορά, εν τέλει, τη χώρα και τον καθένα από εμάς.

     

    Οι συνθήκες της σύνταξης και η «βιάση» στην έναρξη της εφαρμογής του νέου πτωχευτικού νόμου

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος δεν είναι «ένας ακόμα νόμος».

    Είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό νομοθέτημα με πολυεπίπεδες συνέπειες στο σύνολο της οικονομικής ζωής του τόπου. Βεβαίως και στην εθνική οικονομία.

    Αξιοποιώντας οι συντάκτες του το πρόσχημα της ευθυγράμμισης με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 προέβησαν σε συνολική επαναπροσέγγιση απολύτως πρόσφατων (και εκσυγχρονισμένων μάλιστα) ρυθμίσεων. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα πως η εν λόγω (συνολική) επαναπροσέγγιση έλαβε χώρα ανάμεσα στο στάδιο της διαβούλευσης του νομοσχεδίου (ενός διαφορετικού νομοσχεδίου) και της κατάθεσής του για ψήφιση. Δημιουργεί απορίες ο χρόνος της έναρξης της ισχύος ενός τόσο σημαντικού νομοθετήματος. Ας θυμηθούμε το νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (:ν. 4548/18). Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 13.6.18 και η έναρξη της ισχύος του ορίστηκε την πρώτη του επομένου έτους (:1.1.2019).

    Προς τι άραγε η σχετική βιάση για το νέο πτωχευτικό νόμο;

    Έχει διατυπωθεί η εύλογη πρόταση για παράταση του χρόνου έναρξης εφαρμογής του για το νέο δικαστικό έτος. Μεταξύ άλλων γιατί σημαντικό μέρος της μεταρρύθμισης επωμίζεται πλέον το Ειρηνοδικείο, οι υπηρετούντες δικαστές των οποίων έχουν συγχρόνως επιφορτιστεί με τη διευθέτηση της δικαστικής εκκρεμότητας υποθέσεων του ν. 3869/2010 μέχρι 15.06.2021. Η εξοικείωση λοιπόν με το νέο πλαίσιο αλλά και η διαφύλαξη αναγκαίων ανθρώπινων πόρων είναι παράγοντες που θα ήταν κρίσιμο να ληφθούν υπόψη.

    Θα είναι εύκολο, για μια ακόμα, φορά να πετροβολήσουμε την βραδυπορούσα Δικαιοσύνη.

    Θα είναι όμως κι άδικο καθώς η επιλογές και σχετική ευθύνη θα βαρύνει, αποκλειστικά, την νομοθετική εξουσία.  Ακόμα κι αν η εκτελεστική λάβει τη σκυτάλη αξιώνοντας τα αδύνατα.

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος αποτελεί ένα κρίσιμο νομοθέτημα για την εθνική οικονομία.

    Για την υποβοήθηση της (απολύτως αναγκαίας) ανόρθωσης αλλά και ανάκαμψής της.

    Για την υποβοήθηση της (ευκταίας) αναπτυξιακής πορείας της χώρας.

    Οι συνθήκες υπό τις οποίες συνετάγη δημιουργούν προβληματισμούς.

    Αντίστοιχα και οι ασφυκτικές προθεσμίες μέχρι την έναρξη της εφαρμογής του.

    Ας ελπίσουμε πως οι συγκεκριμένες επιλογές δεν θα αποβούν σε βάρος των (υψηλών) στόχων των συντακτών του αλλά και των αναγκών της εθνικής μας οικονομίας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:βασικές πρόνοιες και καινοτομίες)

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:βασικές πρόνοιες και καινοτομίες)

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:ν. 4738/20) είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό νομοθέτημα. Η έναρξη της ισχύος του τοποθετείται σε ελάχιστες, πλέον, ημέρες (:1η Ιανουαρίου 2021)-ένα δίμηνο δηλ. από τη δημοσίευσή του. Και τούτο παρά την έκταση και πολυπλοκότητά του (:265 διατάξεις-όχι απλές κατά το περιεχόμενό τους & 81 σελίδες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως). Το γεγονός ότι βιώνουμε μια πρωτόφαντη και πολυεπίπεδη (αυτονοήτως και οικονομική) κρίση, δεν φαίνεται πως θα αποτελέσει ικανή αιτία για τη μετακίνηση της αφετηρίας εφαρμογής του. Ενδεχομένως ορθά. Ίσως όμως κι όχι. Μια μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει (επιστημονική, πολιτική, επιχειρηματική, κοινωνική) για διάφορα θέματα που ρυθμίζει. Ενδεικτικά: σχετικά με την αναγκαιότητα ενός ακόμα σχετικού νομοθετήματος κοντά στα άλλα εννέα των τελευταίων δεκατριών χρόνων˙ σχετικά με τη βασιμότητα και αλήθεια των χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων που του αποδίδουν οι υποστηρικτές του˙ σχετικά με τη χρησιμότητα και την αξία του˙ σχετικά με τους ποιους, εν τέλει, αφορά. Κι ακόμα: πολλά περισσότερα. Προκειμένου να υποβοηθηθεί ο σχετικός προβληματισμός, αξίζει τον κόπο να διερευνηθούν οι βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του.

    Ας επικεντρωθούμε στις σημαντικότερες από αυτές:

    Ο πτωχευτικός νόμος: Συγκεντρωτική (και ολιστική;) προσέγγιση

    Οι νομοθετικές πρόνοιες για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους ήταν διάσπαρτες σε περισσότερα νομοθετήματα. Δεν διαπνέονταν, όπως είναι φυσικό, από ενιαία «κουλτούρα»  και λογική. Ο νέος πτωχευτικός νόμος επιδιώκει να αντιμετωπίσει «ολιστικά» το εξαιρετικά σημαντικό αυτό θέμα. Πρόκειται για φιλόδοξο, πράγματι, στόχο. Για την εν τέλει επίτευξή του όμως δημιουργούνται αρκετά ερωτηματικά.

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος συγκεντρώνει, πράγματι, το σύνολο των, συναφών με το θέμα, ρυθμίσεων. Συγκεκριμένα: εκείνες που αφορούν την προειδοποίηση και τις διαδικασίες πρόληψης της αφερεγγυότητας (άρθρα 1 έως 30), την προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (άρθρα 31 έως 74), την πτώχευση (άρθρα 75 έως 211), την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και ρήτρες παρακολούθησης (άρθρα 212- 216), τους ευάλωτους οφειλέτες (άρθρα 218 έως 226) αλλά και τους διαχειριστές αφερεγγυότητας (άρθρα 227 έως 259). Ο πτωχευτικός νόμος κλείνει με κοινές τελικές, εξουσιοδοτικές και μεταβατικές διατάξεις (άρθρα 260 έως 265).

    Του αποδίδεται όμως παραβίαση των αρχών της καλής διακυβέρνησης, δεδομένης της  πληθώρας των εξουσιοδοτικών διατάξεων (κατ΄ απόκλιση από το άρθρο 3 §2 ν. 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης»).

     

    Ο πτωχευτικός νόμος: Θέσπιση προληπτικού μηχανισμού για την έγκαιρη προειδοποίηση

    Ένας τέτοιας φύσης προληπτικός μηχανισμός (άρθρα 1 έως 4) εισάγεται, πράγματι, για πρώτη φορά στη χώρα μας.

    Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου, προληπτικού, μηχανισμού δημιουργούνται διαδικασίες ενημέρωσης και υποστήριξης των οφειλετών (φυσικών και νομικών προσώπων) για την κάλυψη ή αναδιάρθρωση των οφειλών τους.

    Κεντρική του στόχευση αποτελεί η έγκαιρη προειδοποίηση και υποστήριξη των οφειλετών για την αποφυγή διαδικασιών αφερεγγυότητας. Επιπρόσθετα: για την αποφυγή της βίαιης και αθέλητης ρευστοποίησης των περιουσιακών τους στοιχείων. Εξάλλου και η Οδηγία 2019/1023, την οποία καθιστά εθνικό δίκαιο, την ίδια (υψηλή) στόχευση έχει (:βλ. και αιτ. σκέψη 22 Οδηγίας).

    Από την άλλη πλευρά, όμως, δημιουργούνται αρκετά ερωτηματικά. Ενδεικτικά: όσον αφορά το ελλιπές των ρυθμίσεων του συγκεκριμένου μηχανισμού, την έλλειψη λειτουργικής σύνδεσης με τα λοιπά εργαλεία και πρόνοιες του νομοθετήματος, την έλλειψη θέσπισης κινήτρων από την ένταξη στις ρυθμίσεις του ή/και κυρώσεων από την αποφυγή του, την πραγματική δυνατότητα έγκαιρης ενεργοποίησής του κ.ο.κ.

     

    Δημιουργία διεξόδων στους οφειλέτες που βρίσκονται, αποδεδειγμένα, σε οικονομική δυσκολία ή αδυναμία

    Γενικά

    Παρέχεται η δυνατότητα σ’ εκείνους από τους οφειλέτες που βρίσκονται, αποδεδειγμένα, σε οικονομική́ δυσκολία ή αδυνατούν να διαχειριστούν τα χρέη τους:

    (α) να ρυθμίσουν, εφόσον είναι σε θέση, τις οφειλές τους (:ενδ. άρθρα 5 επ.) ή

    (β) να απαλλαγούν από τα χρέη τους μέσω της ρευστοποίησης του συνόλου των περιουσιακών τους στοιχείων, με σκοπό να αξιοποιήσουν μια «δεύτερη ευκαιρία» (:άρθρα 192 επ.).

     

    Ειδικά όσον αφορά τη «δεύτερη ευκαιρία»

    Το ουσιαστικά «νέο», που επιδιώκει να εισφέρει το συγκεκριμένο νομοθέτημα, είναι η δυνατότητα του οφειλέτη να «κλείσει» γρήγορα, οριστικά (και με το μικρότερο δυνατό κόστος) το θέμα της υπερχρέωσής του.

    Να εξασφαλίσει, με άλλα λόγια, πως τα χρέη του δεν θα τον επιβαρύνουν ούτε και θα τον ακολουθούν δια βίου. Επίσης, πως δεν θα μεταφερθούν στους κληρονόμους του κι από κείνους στους δικούς τους. Και, τέλος, πως δεν θα χρειαστεί να εμπλακούν και άλλα (ανεύθυνα) μέλη της οικογένειας του πτωχού επειδή ο ίδιος δεν μπορεί, λόγω της ιδιότητάς του αυτής, να δραστηριοποιηθεί με το δικό του όνομα.

    Το συγκεκριμένο, ιδιαίτερα σημαντικό, πρόβλημα δεν περιορίζεται στο επίπεδο της υπερχρέωσης της οικογένειας. Μεταφέρεται, συνολικά, σε επίπεδο κοινωνίας και εθνικής οικονομίας.

    Με το συγκεκριμένο νομοθέτημα εισφέρονται νέα στοιχεία, σε έναν θεσμό όμως ο οποίος βελτιώθηκε, κατά πολύ, στο πλαίσιο της τελευταίας αναδιάρθρωσης του Πτωχευτικού Κώδικα. Να σημειωθεί, στο πλαίσιο αυτό, πως ο πτωχός τεκμαίρεται, πλέον, καλόπιστος, χωρίς να χρειάζεται να αναμένει σχετική δικαστική κρίση. Σημαντική επίσης είναι η σύντμηση της προθεσμίας μετά την οποία επέρχεται η απαλλαγή. Αντίστοιχα και η διεύρυνση της απαλλαγής σε οφειλές από ορισμένα εκ δόλου αδικήματα. Παραμένει ωστόσο σε εκκρεμότητα των ζήτημα της απαλλαγής από οφειλές λόγω έκδοσης μεταχρονολογημένων επιταγών, στο αντίστοιχο πλαίσιο με τις οφειλές προς το Δημόσιο.

     

    Εισαγωγή ολοκληρωμένου και αυτοματοποιημένου πλαισίου και συστήματος αντιμετώπισης της αφερεγγυότητας

    Γενικά

    Το συγκεκριμένο νομοθέτημα προβλέπει συγκεκριμένο εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών φυσικών και νομικών προσώπων (άρθρα 5 επ.). Η εν λόγω, εμπιστευτική, διαδικασία διεξάγεται μέσω συγκεκριμένης ηλεκτρονικής πλατφόρμας (άρθρα 8 επ. & 29). Παρέχει τη δυνατότητα της αναδιάρθρωσης (ή/και απομείωσης/«κουρέματος») των οφειλών. Αναγκαία προϋπόθεση αποτελεί η απόφαση της πλειοψηφίας των εμπλεκομένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (άρθρο 14). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η πρόβλεψη πως καθίσταται υποχρεωτική η εφαρμογή της και για το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς, εφόσον υιοθετηθεί η πρόταση ρύθμισης που προκύπτει από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος (άρθρο 21 επ.). Η διαδικασία διαρκεί για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο μηνών, εντός του οποίου αναστέλλονται τα μέσα αναγκαστικής ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη (άρθρα 13, 16, 18).

    Ο συγκεκριμένος εξωδικαστικός μηχανισμός συνιστά, αναμφίβολα, ένα εργαλείο το οποίο έχει τις προϋποθέσεις να καταστεί αποδοτικό. Αρκεί, αυτονοήτως, να βρει την αναγκαία υποστήριξη εκ μέρους των πιστωτών. Ακριβέστερα: των τραπεζικών ιδρυμάτων. Το παράδειγμα του προϋφιστάμενου-αντίστοιχου εξωδικαστικού μηχανισμού, ο οποίος δεν απέδωσε τα πολυπόθητα αποτελέσματα, είναι δυστυχώς γνωστό σε όλους. Αντίστοιχα γνωστοί και οι λόγοι για τη δυσμενή αυτή εξέλιξη (ενδ.: ψηφιοποιημένη γραφειοκρατία, βαρύς μηχανισμός, ατολμία δημοσίου, απροθυμία όμως, κυρίως, των τραπεζών).

    Ας επισημανθεί πως σημαντική, μεταξύ των δύο μηχανισμών, διαφοροποίηση είναι ότι στο νεοθεσπιζόμενο μηχανισμό δεν εντάσσονται οφειλές τρίτων ιδιωτών, λ.χ. προμηθευτών-όπως συνέβαινε με το προηγούμενη καθεστώς (γεγονός που δημιουργεί ένα αποψιλωμένο, μερικώς τουλάχιστον, πεδίο εφαρμογής).

     

    Τα δυνητικά αποτελέσματα της σχετικής διαδικασίας

    Μέσα στο προαναφερθέν δίμηνο είναι ενδεχόμενο:

    (α) να μην υποβληθεί πρόταση ρύθμισης από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (άρθρο 5)

    (β) να επέλθει συμφωνία για ρύθμιση (άρθρο 19) ή, τέλος,

    (γ) να αρνηθεί ο οφειλέτης την προτεινόμενη από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ρύθμιση (άρθρο 16 επ.).

     

    Η διαδικασία της εξυγίανσης των επιχειρήσεων

    Τα τελευταία χρόνια έγινε σημαντική προσπάθεια να  αποστιγματιστεί όχι μόνο η πτώχευση αλλά και η διαδικασία της εξυγίανσης των επιχειρήσεων. Όποιος άκουγε για «άρθρο 99» αντιλαμβανόταν ότι «ο ασθενής» προσδιοριζόταν ως «ετοιμοθάνατος». Ακόμα κι όταν δεν ήταν έτσι…

    Η διαδικασία της εξυγίανσης καθίσταται, ήδη, ενιαία και εκσυγχρονίζεται με βάση όσα η Οδηγία 2019/1023 προβλέπει. Οι επιχειρήσεις είναι δυνατό να προσφύγουν σ’ αυτή προκειμένου να αποφύγουν την πτώχευση και τις δυσμενείς της συνέπειες. Απαιτείται η συναίνεση δύο κατηγοριών πιστωτών (που εκπροσωπούν, κατ’ ελάχιστο, το 50% των απαιτήσεων καθεμιάς από αυτές-άρθρο 34):

    (α) εκείνων που διαθέτουν ειδικά προνόμια (λ.χ. εμπράγματες ασφάλειες) και

    (β) των λοιπών (που δεν διαθέτουν ειδικά προνόμια)

    Εφόσον όμως επιτευχθεί συμφωνία των προαναφερθεισών κατηγοριών πιστωτών (που εκπροσωπούν, κατ’ ελάχιστο, το 60% των απαιτήσεων του συνόλου-εντός του οποίου περισσότερο από το 50% εκείνων που έχουν ειδικό προνόμιο, επικυρώνεται από το δικαστήριο. Και τούτο ακόμα κι αν δεν συμφωνεί η πλειοψηφία των λοιπών πιστωτών-υπό την προϋπόθεση όμως πως συντρέχουν και κάποιες, ακόμα, προϋποθέσεις (άρθρο 54). Οι μειοψηφήσαντες πιστωτές δεσμεύονται από τα συμφωνηθέντα, εφόσον ικανοποιούνται (κατά βάση) δύο βασικές αρχές (άρθρο 54:)

    (α) της μη χειροτέρευσης της θέσης τους και

    (β) της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία-εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί́ εμπορικοί́ ή κοινωνικοί́ λόγοι.

    Σημειώνεται πάντως πως από την κατάθεση της αίτησης στο αρμόδιο δικαστήριο για την επικύρωση της σχετικής συμφωνίας και μέχρι την έκδοση απόφασης επ’ αυτής, επέρχεται αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών (άρθρο 50 επ.). Εξαιρούνται όμως οι εργαζόμενοι, οι οποίοι δικαιούνται να αξιώσουν, απρόσκοπτα, το σύνολο των οφειλών τους χωρίς να περιορίζονται από τη (γενική) αναστολή των σε βάρος των οφειλετών καταδιωκτικών μέτρων (άρθρο 52)

     

    Η πτώχευση-Γενικά

    Εφόσον δεν επιτευχθεί η αναδιάρθρωση των οφειλών, ακολουθεί η διαδικασία πτώχευσης του οφειλέτη (άρθρα 75 επ.). Η πτώχευση αφορά τα νομικά  πρόσωπα. Αφορά όμως και φυσικά πρόσωπα-ανεξάρτητα μάλιστα από την ύπαρξη (ή μη) εμπορικής ιδιότητας (άρθρο 76). Σημειώνεται πως η δυνατότητα πτώχευσης φυσικών προσώπων-μη εμπόρων αποτελεί μια νέα ρύθμιση. Κηρύσσεται, υπό προϋποθέσεις, και μετά το θάνατό τους. Με την πτώχευση δρομολογείται η διαδικασία συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, με δυνατότητα απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές του.

     

    Τα νομικά πρόσωπα

    Όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, με την απόφαση κήρυξης της πτώχευσης αποφασίζεται η ρευστοποίηση είτε της επιχείρησης (ως ενιαίο σύνολο) είτε των επιμέρους περιουσιακών της στοιχείων (άρθρα 75, 79, 158επ. κ.ά.). Εφόσον αποφασιστεί εκποίηση της επιχείρησης ως ενιαίο σύνολο αλλά δεν επιτευχθεί εντός 18μήνου, εκποιούνται τα επιμέρους περιουσιακά́ της στοιχεία (άρθρο 161).

     

    Τα φυσικά πρόσωπα

    Εκτός από την πτώχευση φυσικών προσώπων που δεν είναι έμποροι, εισάγεται μια ακόμα, νέα, ρύθμιση που τα αφορά. Συγκεκριμένα, προκειμένου να επέλθει η οριστική απαλλαγή τους:

    (α) εκποιούνται τα περιουσιακά τους στοιχεία (άρθρο 92)

    και, εφόσον δεν επαρκέσει το τίμημα της εκποίησής τους,

    (β) οφείλουν να συνεισφέρουν, επιπρόσθετα,  με τα εισοδήματά τους που υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (άρθρο 92).

     

    Η συστηματοποίηση και απλοποίηση των σχετικών διαδικασιών. Οι καινοτομίες.

    Οι διαδικασίες της πτώχευσης επαναπροσεγγίζονται, συστηματοποιούνται και σε σημαντικό βαθμό απλοποιούνται (προς την ίδια κατεύθυνση εξάλλου και η μεταρρύθμιση του 2016).

    Κεντρικό ζητούμενο: η ταχύτερη δυνατή ολοκλήρωσή τους. Στο πλαίσιο αυτό προβλέπεται μια σειρά καινοτομιών. Ενδεικτικά:

    (α) η εισαγωγή ποσοτικών κριτηρίων που καθορίζουν ευχερέστερα την παύση πληρωμών (άρθρο 77)-[κριτήριο βέβαια που ήδη συζητείται, στη βάση των δεδομένων της παρούσας, ιδιαίτερα δυσχερούς, οικονομικής συγκυρίας],

    (β) η αυτοδίκαιη και αναποζημίωτη λύση των συμβάσεων εργασίας με την κήρυξη της πτώχευσης (άρθρα 103 & 109) – [ομοίως συζητείται],

    (γ) η χρήση ηλεκτρονικών μέσων που διασφαλίζουν διαφάνεια και δημοσιότητα (ενδ.: άρθρα 84, 143 και 212 επ.),

    (δ) η κατάργηση προσκόμισης δικαιολογητικών (τα οποία θα ανακτώνται πλέον ηλεκτρονικά -ενδ.: άρθρο 214),

    (ε) η άμεση έναρξη των διαδικασιών ρευστοποίησης (ενδ.: άρθρο 157),

    (στ) η αυτόματη αναπροσαρμογή της τιμής πρώτης προσφοράς στις διαδικασίες πλειστηριασμού, εφόσον αποδειχθούν άγονοι (άρθρο 164)-[ρύθμιση η οποία αναμένεται να εισαχθεί και στον ΚΠΟΛΔ],

    (ζ) βελτιώσεις του θεσμού των διαχειριστών αφερεγγυότητας (άρθρα  227 επ., ενδ. 230),

    (η) η θέσπιση απλοποιημένων διαδικασιών για τις πτωχεύσεις «μικρού αντικειμένου», έτσι ώστε να κινούνται και να περαιώνονται με ταχύτητα οι διαδικασίες κήρυξης της πτώχευσης, ρευστοποίησης και συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, θεσμός ο οποίος είχε βελτιωθεί σημαντικά με το ισχύον καθεστώς και αφορά, εξ αντικειμένου, ιδιαίτερα μεγάλο όγκο επιχειρήσεων (ενδεικτικά: άρθρα 172  επ, ιδίως 173, 176, 178.),

    (θ) η αυτοδίκαιη παύση των εργασιών της πτώχευσης μετά παρέλευση πέντε (5) ετών από την κήρυξη της και η ανάκτηση των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων (:άρθρο 191 §3). [Ενώ με βάση το υφιστάμενο δίκαιο (άρθρο 166 παρ. 3 ν. 3588/2007), η παύση των εργασιών της πτώχευσης ελάμβανε χώρα μετά την παρέλευση δέκα (10) ετών από την ένωση των πιστωτών ή την παρέλευση δεκαπέντε (15) ετών από την κήρυξή της]

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος και η απαλλαγή ως συνέπεια της πτώχευσης

    Γενικά

    Αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την πτώχευση είναι η απαλλαγή́ των οφειλετών από τις υποχρεώσεις τους (άρθρο 192επ.) στο πνεύμα της υπό ενσωμάτωση οδηγίας 2019/1023.

    Η απαλλαγή επέρχεται εξαιρετικά σύντομα. Κατά βάση σε τρία (3) έτη-σε κάποιες περιπτώσεις και σε μόλις ένα (1) έτος (άρθρο 192). Εξαίρεση αποτελεί το ενδεχόμενο της δόλιας πτώχευσης και  της απόκρυψης περιουσιακών στοιχείων από μέρους των οφειλετών (άρθρο 193), οπότε ο οφειλέτης ως μη συγγνωστός δεν απολαμβάνει το σχετικό δικαίωμα.

    Στην περίπτωση που οι οφειλέτες δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, η απαλλαγή τους θα επέλθει στην τριετία. Οφείλουν όμως στην περίπτωση αυτή να καταβάλλουν το υπερβάλλον του εισοδήματός τους, μετά την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης (άρθρο 192).

     

    Οι στρατηγικοί κακοπληρωτές

    Εκείνοι που θα χαρακτηριστούν «στρατηγικοί κακοπληρωτές» δεν είναι δυνατό να επιτύχουν την απαλλαγή τους (άρθρο 193, 194). Για τη διερεύνηση πάντως του συγκεκριμένου ενδεχόμενου διενεργούνται ειδικοί́ έλεγχοι για τον εντοπισμό κρυφών περιουσιακών στοιχείων τόσο στην Ελλάδα όσο και εκτός αυτής (άρθρα 196, 214)

     

    Η ευθύνη των μελών της διοίκησης των νομικών προσώπων που πτωχεύουν

    Αντιμετωπίζεται, για πρώτη φορά, ένα παλαιό και σοβαρό πρόβλημα που αφορούσε τα μέλη της διοίκησης των νομικών προσώπων που πτωχεύουν. Συγκεκριμένα: αυτό της ευθύνης τους για τις οφειλές της επιχείρησης, ακόμα και μετά την πτώχευσή́ της. Με το νέο θεσμικό πλαίσιο επέρχεται απαλλαγή των συγκεκριμένων προσώπων εντός τριετίας από την υποβολή της αιτήσεως για την πτώχευση ή εντός διετίας από την κήρυξή της (όποιο προηγηθεί χρονικά-άρθρο 195).

     

    Γενικά

    Αξιοποίηση παραγωγικών μονάδων της χώρας

    Οι μέχρι σήμερα διαδικασίες για την ολοκλήρωση των διαδικασιών της πτώχευσης ήταν, κατά βάση, ατέρμονες. Οι παραγωγικές μονάδες των υπό αναδιάρθρωση ή πτώχευση επιχειρήσεων παρέμεναν δεσμευμένες και, συχνά, ανενεργείς για χρόνια ή, στην πράξη, για πάντα. Με την επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών επιδιώκεται η ταχύτερη είσοδος επενδυτών σ’ αυτές (στόχευση εξάλλου και της μεταρρύθμισης του 2016). Αυτονοήτως και η επαναφορά των εν λόγω επιχειρήσεων σε παραγωγική λειτουργία προς όφελος (και) της εθνικής οικονομίας.

     

    Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια

    Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούσαν και αποτελούν «πληγή χαίνουσα» για τις τράπεζες και την οικονομία. Με τις νέες ρυθμίσεις υποβοηθάται η βέλτιστη και ταχύτερη διαχείριση του όλου προβλήματος προς όφελος, και εν προκειμένω, της εθνικής οικονομίας.

     

    Η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση

    Αξιοποιείται ο συγκεκριμένος, αξιοποιούμενος σε διεθνές επίπεδο (και στον τομέα της εξωδικαστικής επίλυσης ιδιωτικών διαφορών) θεσμός (ενδ. άρθρο 15 επ.).

     

    Η τεχνολογία

    Αξιοποιείται σε σημαντικό βαθμό η τεχνολογία. Εισάγονται νέες ηλεκτρονικές και αυτοματοποιημένες διαδικασίες, που υποβοηθούν τη διαφάνεια και καταργούν τη γραφειοκρατία (ενδ. 212 επ). Πρόκειται, εξάλλου, για ενότητα της οδηγίας 2019/1023.

     

    Οι Διαχειριστές Αφερεγγυότητας

    Εισάγονται  βελτιώσεις στον σχετικό θεσμό προκειμένου να υποστηριχθεί, περαιτέρω, η διαδικασία της πτώχευσης. (ενδ. 227 επ.).

    Ο θεσμός των Διαχειριστών Αφερεγγυότητας εισήχθη το 2015 για να αντικαταστήσει εκείνο των συνδίκων της πτώχευσης. Η αιτία ήταν τα πολλαπλά προβλήματα που δημιουργούνταν, μεταξύ άλλων, από την ανεπάρκεια των τελευταίων, την έλλειψη διαφάνειας, τα προβλήματα με τις αμοιβές τους. Ο θεσμός των Διαχειριστών Αφερεγγυότητας δεν έχει τύχει, μέχρι σήμερα, της αναγνώρισης που αναμενόταν. Ενδεχομένως διότι και ο αριθμός των νέων πτωχεύσεων είναι μικρός. Ωστόσο πρόκειται, αναμφίβολα, να επιλύσει ζητήματα διαφάνειας και αποτελεσματικότητας, μολονότι η πρόβλεψη περί πρότασής του από τους πιστωτές, όταν αιτούνται την πτώχευση, γεννά ορισμένες επιφυλάξεις (βλ. άρθρο 137).

     

    Οι Ευάλωτες Κοινωνικά Ομάδες

    Θεσπίζονται διατάξεις οι οποίες στοχεύουν στην προστασία εκείνων από τους δανειολήπτες που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Επιδοτούνται, λ.χ., οι δόσεις των δανείων τους (άρθρο 28) αλλά και συνεχίζει να καταβάλλεται το τυχόν δικαιούμενο επίδομα στέγασης στο Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης (άρθρο 223).

    Η συγκεκριμένη ενότητα διατάξεων (αυτή που αναφέρεται στις Ευάλωτες Κοινωνικά Ομάδες) έχει, επί του παρόντος, καταστεί από τις πλέον αμφιλεγόμενες του όλου νομοθετήματος. Οι αντιδράσεις που καταγράφονται είναι πολλές και από όλες σχεδόν τις πλευρές.

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος θα είναι από 01.01.2021 το νέο όπλο στη φαρέτρα μας για την διαχείριση του (δυσβάστακτου και πολυεπίπεδα προβληματικού) Ιδιωτικού Χρέους της χώρας μας.

    Κάποιοι καταθέτουν ήδη τον προβληματισμό τους όσον αφορά την αναγκαιότητα του εν λόγω νομοθετήματος-ειδικά την παρούσα χρονική στιγμή. Επικαλούνται, συγκεκριμένα, το γεγονός ότι είμαστε στο μέσον μιας σε εξέλιξη πανδημίας και της, συνακόλουθης, επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος. Επίσης πως τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο παρατηρείται αναστολή πτωχευτικών διατάξεων-πόσο μάλλον εκείνων που φέρουν στο πεδίο της πτώχευσης τέτοια, όπως τα ανωτέρω, χαρακτηριστικά.

    Κάποιοι άλλοι θα χαρακτήριζαν «χρόνο ακατάλληλο» την έναρξη της εφαρμογής του την 1.1.2021, αμιγώς από την άποψη της προετοιμασίας κι ελλιπούς γνώσης των αμέσως εμπλεκομένων.

    Κάποιοι τρίτοι αξιολόγησαν ήδη τον χρόνο της έναρξης εφαρμογής ως απολύτως κατάλληλο και ενδεδειγμένο.

    Μέλλει να αποδειχθεί το δίκαιο των μεν, των δε ή των τρίτων.

    Το δίκαιο όμως επιστρέφει κατά την εφαρμογή του στην κοινωνία: σε αυτήν καθρεφτίζεται (ή όχι) η δικαιοσύνη του. Εκείνη θα κάνει, και στην προκειμένη περίπτωση, την τελική αξιολόγηση.

    Σε κάθε περίπτωση: Ας ελπίσουμε να επιτύχει ο νέος πτωχευτικός νόμος τους στόχους του.

    Στο σύνολό τους.

    Αποτελεί, εξάλλου, εθνική ανάγκη.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου “Ο νέος πτωχευτικός νόμος” δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 13 Δεκεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.