Ετικέτα: Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ

Περί μετοχών Ανώνυμης Εταιρείας: έκδοση, αύξηση, διάθεση, μεταβίβαση, δικαίωμα προτίμησης, δικαιούχοι, τίτλοι κτήσης, δεσμευμένες, προνομιούχες, άυλες, εξαγοράσιμες, ονομαστικές, μειοψηφίας, πλειοψηφίας, επικαρπία, επιλογή, πρωτότυπη κτήση

  • Ενώσεις Μετόχων

    Ενώσεις Μετόχων

    Ενώσεις Μετόχων

     (άρ. 144 ν. 4548/2018)

    Οι μέτοχοι της ΑΕ είναι εκείνοι από τους οποίους απορρέει κάθε εξουσία που ασκείται στο όνομα τους ή/και στο όνομα της ίδιας της ΑΕ. Λογικό, επομένως, σειρά διατάξεων του νόμου εκείνους να αφορούν ή δικαιώματα εκείνων να επιχειρούν να προστατεύσουν. Τα δικαιώματά τους, όμως, προϋποθέτουν κάποια, ελάχιστα, ποσοστά συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο, που όλοι οι μέτοχοι δεν διαθέτουν. Κι αν τα διαθέτουν, δεν είναι βέβαιο ότι θα διαθέσουν τους αναγκαίους για την άσκησή τους οικονομικούς πόρους (ενίοτε) και χρόνο (:πάντοτε). Τη λύση έρχεται να δώσει ο «νεαρός» θεσμός των Ενώσεων Μετόχων, περί του οποίου το παρόν.

    Δικαιολογητική Βάση Πρόβλεψης Της Ένωσης Μετόχων

    Συχνά συναντούμε το φαινόμενο, ιδίως στις πολυμετοχικές (εισηγμένες ή μη) ΑΕ, να μην δραστηριοποιούνται αρκετά (κάποιες φορές καθόλου) οι μικρομέτοχοι. Κι όχι σπάνια, συνειδητά να απέχουν από τα εταιρικά δρώμενα. Η αδράνεια αυτή συχνά οφείλεται στην έλλειψη γνώσης και πόρων των μικρομετόχων να προσαρμοστούν στις απαιτητικές προϋποθέσεις του νόμου για την άσκηση των μετοχικών τους δικαιωμάτων. Στην αναντιστοιχία, επίσης, στη σχέση κόστους/οφέλους.

    Η απουσία κάποιων μετόχων από τα εταιρικά δρώμενα (ή/και η σχετική άγνοιά τους) διευρύνει την εξουσία εκείνων που ενεργά συμμετέχουν˙ αντίστοιχα εκείνων που διοικούν την ΑΕ. Διευρύνεται, επομένως, το ενδεχόμενο αυθαιρεσιών˙ όχι, προφανώς, προς όφελος της ΑΕ.

    Η εν λόγω προβληματική εκτείνεται και εκτός εθνικών συνόρων. Σε ενωσιακό επίπεδο υφίσταται σχετική Οδηγία (Οδ.2017/828/ΕΕ, η οποία τροποποίησε την Οδ.2007/36/ΕΚ), η οποία αναγνωρίζει δικαιώματα των μετόχων των εισηγμένων ΑΕ προσβλέποντας στην περισσότερο ενεργή συμμετοχής τους.

    Η άσκηση των δικαιωμάτων των μετόχων δεν μπορεί να είναι υποχρεωτική από τον νόμο. Η υποβοήθησή της άσκησής τους, όμως, μπορεί να αποτελεί μέλημά του. Η Ένωση Μετόχων αποτελεί έναν θεσμό, στόχος του οποίου αποτελεί, ακριβώς, η στήριξη των μετόχων (κατά βάση: των μικρομετόχων) στην άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων τους. Στην ελληνική έννομη τάξη καθιερώθηκε πολύ πρόσφατα (:2018) αλλά δεν πρόκειται για θεσμό άγνωστο στην αλλοδαπή. Είχαν προηγηθεί η Γαλλία και η Γερμανία, η πρώτη εμφάνισή του, όμως, συντελέστηκε σε χώρες του αγγλοσαξωνικού δικαίου.

    Υποβοηθάται, λοιπόν-μέσω του συγκεκριμένου θεσμού, η άσκηση των δικαιωμάτων των (μικρο)μετόχων, όταν στερούνται των αναγκαίων πόρων ή ποσοστών στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ. Να σημειωθεί, βέβαια, πως ακόμα και πριν την πρόβλεψη του εν λόγω θεσμού δεν ήταν απαγορευμένος ο συνασπισμός μετόχων για την από κοινού άσκηση των δικαιωμάτων τους: Οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούσαν να συνασπιστούν (και πράγματι συνασπίζονταν) σε ήδη προβλεπόμενες μορφές ενώσεων (όπως αυτές των επαγγελματικών σωματείων) είτε με εξωεταιρικές συμφωνίες. Δεν αποδείχθηκαν, ωστόσο, επαρκείς.

    Αντικείμενο Του Δικαιώματος

    Ο νόμος (αρ. 144) προβλέπει (και ρυθμίζει) τη δυνατότητα των μετόχων να συστήσουν μια  ένωση με αντικείμενο την άσκηση δικαιωμάτων μειοψηφίας της ΑΕ.

    Εκείνοι που θα συμμετάσχουν στην σύσταση της ένωσης πρέπει να έχουν τη μετοχική ιδιότητα˙ όχι, κατ’ ανάγκην, της ίδιας ΑΕ. Σε μια Ένωση Μετόχων μπορούν να συμμετέχουν μέτοχοι περισσοτέρων ΑΕ. Η ιδιότητα του μέλους μιας ένωσης δεν στερεί το δικαίωμα στο φορέα της να συμμετάσχει και σε άλλη, αντίστοιχης φύσης, ένωση-μολονότι θα ετίθεντο θέματα σύγκρουσης συμφερόντων. Φυσικά και, στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ληφθούν καταστατικές πρόνοιες για την πρόληψη δυνητικών προβλημάτων.

    Οι ενώσεις μετόχων στοχεύουν, κατά βάση, στην άσκηση δικαιωμάτων μειοψηφίας, στην οποία δεν θα ήταν δυνατό να προβεί το κάθε μέλος της, χωριστά, ελλείψει (ενδεχομένως) της συγκέντρωσης του ελάχιστου εκπροσωπούμενου μετοχικού κεφαλαίου. Η ένωση θα είναι το ασκών το δικαίωμα πρόσωπο (ως μη δικαιούχος διάδικος) στο όνομα της μεν αλλά για λογαριασμό των μελών-μετόχων της.

    Η ένωση ασκεί, κατά τα προαναφερθέντα, τα πάσης φύσεως δικαιώματα μειοψηφίας που προβλέπονται στον ν. 4548/2018. Ενδεικτικά: δικαίωμα σε έκτακτο έλεγχο (άρ. 141 και 143), δικαίωμα εναντίωσης στη λήψη απόφασης χωρίς συνεδρίαση (άρ.135 παρ.4), δικαίωμα σύγκλησης ΓΣ για την παροχή άδειας κατάρτισης συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (άρ.100 παρ.3 κλπ). Μη καταγράφοντας αναλυτικά ο νομοθέτης τα δικαιώματα, τα οποία δικαιούται να ασκεί η ένωση, αφήνει περιθώριο για συμπερίληψη σε αυτά και όσων μπορεί να προβλεφθούν στο μέλλον.

    Διευκρινίζεται, πάντως, ότι στα εν λόγω δικαιώματα δεν συμπεριλαμβάνονται τα ατομικά δικαιώματα, τα οποία κάθε μέτοχος ασκεί αποκλειστικά στη βάση της μετοχικής του ιδιότητας-χωρίς να απαιτείται η συγκέντρωση ενός ελάχιστου ποσοστού μετοχικού κεφαλαίου.

    Μέλη της Ένωσης Μετόχων μπορεί να είναι φυσικά αλλά και, ελλείψει νομοθετικής απαγόρευσης, νομικά πρόσωπα.

    Νομική Μορφή Ένωσης Μετόχων

    Η Ένωση Μετόχων έχει τη μορφή σωματείου (αρ. 144). Η ίδρυση και λειτουργία της ένωσης εδράζεται στη συγκεκριμένη διάταξη, στις διατάξεις του ΑΚ που διέπουν τα σωματεία αλλά και σ’ εκείνες του καταστατικού της-ως σωματείου. Το κείμενο του καταστατικού θα έχει ως ελάχιστο περιεχόμενο τα ζητήματα της άσκησης των δικαιωμάτων, ιδίως της τυχόν προηγούμενης διαβούλευσης των μελών της ένωσης, της παροχής πληροφοριών, της ενδεχόμενης ανάγκης προηγούμενης ειδικότερης εντολής από μέρους των μελών της-μετόχων ή ανάκλησης της τελευταίας. Η Ένωση Μετόχων μπορεί, κατά τα λοιπά, να λειτουργήσει ευέλικτα-με τον τρόπο που θα επιλέξουν τα μέλη της, δίχως να απαιτείται η ρύθμιση περαιτέρω θεμάτων.

    Μετά την τροποποίηση της διάταξης του άρ.144 με τον νόμο 5019/2023 δεν προβλέπεται πλέον η εγγραφή της Ένωσης Μετόχων στο Μητρώο Ενώσεων Καταναλωτών (άρ.10 ν.2251/1994). Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του τροποποιητικού αυτού νόμου, ο νομοθέτης έκρινε ότι πρέπει η εν λόγω πρόβλεψη να καταργηθεί, καθώς οι ενώσεις μετόχων ΑΕ δεν συσχετίζονται με τις ενώσεις καταναλωτών, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται δικαιολογητική βάση για την καταγραφή τους στο μητρώο ενώσεων καταναλωτών.

    Επίσης, με το ίδιο νομοθέτημα καταργήθηκε και η πρόβλεψη για έκδοση προεδρικού διατάγματος για τον τρόπο λειτουργίας της Ένωσης.

    Σκοπός Της Ένωσης Μετόχων

    Σκοπός της Ένωσης Μετόχων μπορεί να είναι πέραν της άσκησης των δικαιωμάτων τους και η πληροφόρηση γύρω από αυτά. Επίσης, η επίτευξη συντονισμού και συνεννόησης μεταξύ επενδυτών και μετόχων. Στο πλαίσιο αυτό είναι δυνατό να παρέχει η Ένωση Μετόχων, και μέσω διαδικτύου, πληροφορίες αναφορικά με τα δικαιώματα που έχουν οι μέτοχοι και οι επενδυτές στις ΑΕ για τις οποίες συστάθηκε. Επίσης, να παρέχει δυνατότητα επώνυμης συνεννόησης ανάμεσά τους για την άσκηση των δικαιωμάτων ενόψει ΓΣ.

    Σε κάθε περίπτωση: Ο σκοπός της ένωσης προβλέπεται στο καταστατικό της. Περιορίζεται ή διευρύνεται κατά τη βούληση των μελών της.

    Η Άσκηση Των Δικαιωμάτων

    Όπως ήδη αναφέρθηκε, η Ένωση Μετόχων ασκεί τα δικαιώματα μειοψηφίας στο όνομά της αλλά για λογαριασμό των μελών της. Η άσκηση των δικαιωμάτων απαιτεί προηγούμενη ενημέρωση προς την ΑΕ, της οποίας οι μέτοχοι τυγχάνουν μέλη της, σχετικά με τη σύστασή της, το καταστατικό της, τα ονόματα των μετόχων-μελών της για λογαριασμό των οποίων ασκείται το δικαίωμα.

    Ενώσεις Μετόχων Και Μετοχικός Ακτιβισμός

    Οι Ενώσεις Μετόχων έχουν σχετισθεί με την έννοια του μετοχικού ακτιβισμού.
    Η έννοια του μετοχικού ακτιβισμού συμπεριλαμβάνει τη δράση των μετόχων (εισηγμένων, κατά κύριο λόγο) ΑΕ, η οποία προσανατολίζεται στην ενεργό συμμετοχή των μικρομετόχων ασκώντας (κατά βάση) τα δικαιώματα που τους παρέχει ο νόμος. Στόχος τους να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην πορεία της ΑΕ και να ελέγξουν τον τρόπο διαχείρισης των εταιρικών ζητημάτων. Εντοπίζεται, λοιπόν, στενή σύνδεση του σκοπού των ενώσεων μετόχων με τον μετοχικό ακτιβισμό.

     

    Ο θεσμός της Ένωσης Μετόχων είναι μεν νέος, παλαιόθεν, όμως, τον έχουμε συναντήσει στο ελληνικό επιχειρηματικό γίγνεσθαι (ιδίως στον χώρο των εισηγμένων ΑΕ): Τα αρνητικά παραδείγματα υπερτερούν, καθώς προετάσσετο η προάσπιση και ενίσχυση των συμφερόντων των εμπλεκομένων φυσικών προσώπων και όχι των αντίστοιχων των ΑΕ για τις οποία συνεστήθησαν. Ευελπιστούμε ότι ο εν λόγω θεσμός θα υπηρετεί, στο εξής, τις ΑΕ και μόνον.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

     

     

     

  • Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    (άρ.139)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, ενδέχεται να έχουν ελαττώματα. Μας απασχόλησαν, ήδη, οι ακυρώσιμες και άκυρες αποφάσεις της ΓΣ. Το τρίπτυχο των ελαττωματικών αποφάσεων συμπληρώνεται με την κατηγορία των ανυπόστατων. Είναι εκείνες που θα μας απασχολήσουν στο παρόν.

    Εισαγωγικά

    Ως ανυπόστατη δικαιοπραξία (και, εν προκειμένω, απόφαση ΓΣ) θεωρείται εκείνη, από την οποία ελλείπουν ουσιώδη στοιχεία της νομοτυπικής της μορφής.

    Η κατηγορία των ανυπόστατων αποφάσεων της ΓΣ της ΑΕ έχει δημιουργήσει αμφιγνωμίες σχετικά με τη συστηματική της κατάταξη. Κι αυτό, διότι, καθώς δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να συνιστούν απόφαση (με την κυριολεκτική του όρου έννοια), δεν θα ήταν δυνατό να κατηγοριοποιηθούν, κατά κυριολεξία, στις (ελαττωματικές) αποφάσεις. Πάγια, ωστόσο, αντιμετωπίζονται ως τέτοιες τόσο από τη θεωρία όσο και από τη νομολογία.

    Νομοθετικές προβλέψεις για τις ανυπόστατες αποφάσεις εισήχθησαν, για πρώτη φορά, με τον Ν.3604/2007. Μέχρι τη ρητή θέσπιση της σχετικής νομοθετικής πρόβλεψης, οι αποφάσεις κρίνονταν ως ανυπόστατες στη βάση των γενικών αρχών του Αστικού Δικαίου. Και καθώς έλλειπε ειδική νομοθετική ρύθμιση, η νομολογία προσδιόριζε εκείνα τα στοιχεία που έπρεπε να συντρέχουν για το υποστατό των αποφάσεων˙ έπρεπε συγκεκριμένα (137/2022 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ):

    (α) Να έχει λάβει χώρα πραγματική συνάθροιση των μετόχων, δηλαδή η άσκηση του δικαιώματος ψήφου των συμμετεχόντων μετόχων θα έπρεπε να έχει ασκηθεί σε πραγματική συγκέντρωση.

    (β) Να συμμετέχουν σε αυτή μέτοχοι, με την έννοια ότι σε όλους τους μετόχους να παρέχεται, σύμφωνα με τον νόμο, η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτήν.

    (γ) Να έχει προέλθει η απόφαση από πραγματική άσκηση του δικαιώματος ψήφου των μετόχων, ανεξάρτητα αν ήταν θετική ή αρνητική και

    (δ) Οι μέτοχοι να έχουν συνείδηση ότι συναπαρτίζουν το εταιρικό όργανο, με σκοπό τη ρύθμιση των εταιρικών υποθέσεων, στο πλαίσιο της αρμοδιότητας που ο νόμος και η εσωτερική τάξη της εταιρείας του παρείχε.

    Διαπιστώθηκε, ωστόσο, μια τάση διεύρυνσης του κύκλου των ελαττωμάτων, τα οποία αξιολογούνταν ως ικανά για να καταστήσουν ανυπόστατη μια απόφαση ΓΣ. Ο λόγος αυτής της επιδίωξης εντοπιζόταν στον χρονικό περιορισμό της προβολής της ακυρότητας, ο οποίος, αν θα είχε παρέλθει, το ελάττωμα θα θεραπευόταν. Ο νομοθέτης στοχεύοντας στον περιορισμό και στην εγκαθίδρυση της ασφάλειας δικαίου με τη διάταξη για τις ανυπόστατες αποφάσεις, διευκρίνισε τους λόγους του (του ανυποστάτου).

    Προέκυψε, κατ’ ακολουθίαν, ως αναγκαία, η θέσπιση σχετικής ρύθμισης. Ενσωματώνεται η τελευταία στον ν. 4548/2018, με διευκρινήσεις αναγκαίες για την άρση αμφισβητήσεων που είχαν δημιουργηθεί μετά τις τροποποιήσεις στον κ.ν. 2190/1920, τις οποίες επέφερε ο ν. 3604/2007 (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 139).

    Οι Περιπτώσεις Ανυπόστατων Αποφάσεων

    Προϋποθέσεις-Περιπτωσιολογία

    Μια απόφαση ΓΣ είναι, κατά τον νόμο (άρ. 139 §2),  ανυπόστατη, όταν στη ψηφοφορία συμμετέχουν πρόσωπα, τα οποία στο σύνολό τους είτε (α) δεν είχαν τη μετοχική ιδιότητα είτε (β) αντλούσαν το δικαίωμα ψήφου από πρόσωπα που δεν είχαν μετοχική ιδιότητα.

    Ανυπόστατες αποφάσεις, επομένως, υφίστανται λ.χ. όταν τα πρόσωπα δεν φέρουν μετοχική ιδιότητα, διότι δεν έχουν αποκτήσει έγκυρα τις μετοχές λόγω ελαττώματος κατά την πρωτότυπη ή παράγωγη κτήση τους. Ή απώλεσαν, επιγενομένως (αλλά πριν τη ΓΣ) τη μετοχική τους ιδιότητα. Επίσης, όταν οι πρόκειται για επικαρπωτές ή ενεχυρούχους δανειστές, εφόσον τούτοι δεν είχαν (κατά τον νόμο ή σύμβαση) το δικαίωμα να ψηφίσουν.

    Κρίσιμος χρόνος συνδρομής της μετοχικής ιδιότητας νοείται ο χρόνος διενέργειας της ψηφοφορίας στη ΓΣ. Ειδικά σε περίπτωση αναβολής ή διακοπής της συνεδρίασης κρίσιμος είναι ο χρόνος λήψης της απόφασης. Συνεπώς, αν τα πρόσωπα έφεραν τη μετοχική ιδιότητα κατά το χρόνο της πρώτης/αρχικής συνεδρίασης, η οποία στη συνέχεια αναβλήθηκε, αλλά κατά τη λήψη της απόφασης στη μετ’ αναβολή συνεδρίαση την απώλεσαν, η σχετική απόφαση θα είναι ανυπόστατη.

    Η αυστηρή κύρωση του ανυποστάτου επιφυλάσσεται, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, για αποφάσεις της ΓΣ, στις οποίες συμμετείχαν, αποκλειστικά, τα ως άνω (υπό α και β) πρόσωπα. Πρόκειται για περιοριστική απαρίθμηση. Δεν είναι νοητή, κατ’ ακολουθίαν, η προσθήκη άλλης (:πρόσθετης) περίπτωσης ανυποστάτου.

    Οι διχογνωμίες

    Υπήρχε, κατά το παρελθόν, διχογνωμία σχετικά με το αν θεωρούνταν αναγκαίο το σύνολο των συμμετεχόντων στη ΓΣ να υπάγονται στις προαναφερθείσες δύο (υπό α και β) περιπτώσεις, ώστε η απόφαση να είναι ανυπόστατη. Τούτο, καθώς (κατά μια άποψη) υποστηριζόταν, πως αρκούσε να μην είναι νόμιμη η συμμετοχή (κατά τα άνω) προσώπων που ήταν απαραίτητα για το σχηματισμό πλειοψηφίας. Η ρύθμιση της §2 ήρε τις σχετικές αμφιγνωμίες. Κατά το γράμμα του νόμου απαιτείται το σύνολο των συμμετεχόντων να υπάγονται σε κάποια από τις ως άνω δύο κατηγορίες. Αν τούτο δεν αφορά στο σύνολο των συμμετεχόντων, η ληφθείσα απόφαση μπορεί να θεωρηθεί ακυρώσιμη (άρ. 137).

    Περαιτέρω, διχογνωμία έχει προκύψει σχετικά με το ελάττωμα της απόφασης, η οποία ελήφθη με τη συμμετοχή στη ψηφοφορία μετόχου, ο οποίος αν και διέθετε τη μετοχική ιδιότητα, δεν είχε το σύνολο των δικαιωμάτων ψήφου, τα οποία άσκησε. Έχει νομολογηθεί σχετικά, πως η έλλειψη της μετοχικής ιδιότητας υφίσταται όχι μόνον όταν εκείνος που ψηφίζει δεν είναι καν μέτοχος αλλά και όταν είναι μεν μέτοχος με λιγότερα, όμως, δικαιώματα ψήφου από όσα άσκησε (3173/2022 του ΠολΠρωτΑθηνών). Υποστηρίζεται, ωστόσο, και η αντίθετη (και ορθότερη) άποψη, η οποία βασίζεται στο γράμμα της ίδιας της διάταξης. Σύμφωνα με αυτήν δεν πρόκειται, στην περίπτωση αυτή, για ανυπόστατη απόφαση, καθώς η διάταξη απαιτεί το σύνολο των συμμετεχόντων να στερείται το δικαίωμα ψήφου ή να μην έχει τη μετοχική ιδιότητα. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ανυπόστατη απόφαση αυτή που ελήφθη από τη ΓΣ με την παρουσία ενός μετόχου με περιορισμένα, όμως, δικαιώματα ψήφου έναντι εκείνων που, εν τέλει, άσκησε.

    Σημειώνεται, τέλος, ότι η απόφαση ασφαλιστικών μέτρων με την οποία γίνεται δεκτή η αίτηση συμμετοχής ενός προσώπου σε ΓΣ, νομιμοποιεί τον αιτούντα να συμμετάσχει σε αυτή και να παρέχει ψήφο για τη λήψη απόφασης. Η απόφαση, η οποία ελήφθη στη ΓΣ με συμμετοχή και ψήφο του αιτούντα τα ασφαλιστικά μέτρα, παραμένει ισχυρή παρά την μεταγενέστερη τελεσιδικία της απόφασης με την οποία κρίνεται ότι οι μετοχές δεν ανήκαν στην πραγματικότητα στο πρόσωπο αυτό (497/1978 ΟλΑΠ, ΝοΒ 1978). Επομένως, στην περίπτωση αυτή, η ληφθείσα απόφαση είναι υποστατή. Κι αυτό, διότι η προσωρινή δικαστική προστασία που παρέχεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δεν ανατρέπεται, οποιοδήποτε και αν είναι το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης επί της κύριας δίκης.

    Νομική Μεταχείριση & Έννομες Συνέπειες Ανυπόστατων Αποφάσεων ΓΣ

    Στην περίπτωση των ανυπόστατων αποφάσεων της ΓΣ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για ακυρότητα και ακυρωσία τους (139 §1).

    Οι ανυπόστατες αποφάσεις της ΓΣ είναι αυτοδίκαια και αθεράπευτα ανίσχυρες. Σε αντίθεση με τις λοιπές κατηγορίες ελαττωματικών αποφάσεων, το ελάττωμά τους δεν θεραπεύεται (είτε με συναίνεση είτε με εκ των υστέρων έγκριση-άρ. 236 και 238 ΑΚ).

    Οι ανυπόστατες αποφάσεις δεν παράγουν αποτελέσματα. Επιπλέον, δεν απαιτούν την έκδοση διαπλαστικών αποφάσεων. Αντίθετα, σε περίπτωση έκδοσης απόφασης σχετικά με το ανυπόστατο, τούτη μπορεί να είναι, μόνον, αναγνωριστική. Η σχετική αναγνωριστική αγωγή για το ανυπόστατο απόφασης είναι δυνατό να ασκηθεί οποτεδήποτε, χωρίς να υπόκειται σε οποιονδήποτε χρονικό περιορισμό. Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι πως το ανυπόστατο απόφασης ΓΣ μπορεί να προβληθεί, δικαστικά ή εξώδικα, από όποιον δικαιολογεί έννομο συμφέρον.

    Σημειώνεται, τέλος, ότι οι ανυπόστατες αποφάσεις, καθώς εξ αρχής δεν παράγουν αποτελέσματα, δεν δημιουργούν φαινόμενο δίκαιο. Συγκεκριμένα, έναντι τρίτων η ανυπόστατη απόφαση δεν μπορεί να δημιουργήσει φαινόμενο δίκαιο, διότι δεν είναι δυνατό οι πρώτοι να θεμελιώσουν την τυχόν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη τους σε ένα μόρφωμα που το δίκαιο δεν αναγνωρίζει. Γι’ αυτό και οι τρίτοι που συναλλάχθηκαν με την εταιρεία ή απέκτησαν δικαίωμα στη βάση της συγκεκριμένης (ανυπόστατης) απόφασης, δεν προστατεύονται ακόμα και αν ήταν καλόπιστοι (549/2016 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

     

    Περίπτωση ανυπόστατης απόφασης ΓΣ δεν είναι ενδεχόμενο συχνά θα συναντήσουμε. Και τούτο γιατί προϋποτίθεται, κατά τον νόμο, πως το σύνολο των παρισταμένων είτε δεν θα είχαν τη μετοχική ιδιότητα είτε θα αντλούσαν το δικαίωμα ψήφου από πρόσωπα που δεν την είχαν. Το πρόβλημα όμως αλλού, κατά κύριο λόγο, έγκειται: τρίτοι που συναλλάσσονται με την ΑΕ (λ.χ. για την αγορά ακινήτου της), καθόλου δεν προστατεύονται από μια σχετική, ανυπόστατη όμως, απόφαση της ΓΣ της. Βαρύ, κατ’ ακολουθίαν, το φορτίο της διερεύνησης της πλήρωσης ή μη των προϋποθέσεων περί ανυπόστατης απόφασης ΓΣ στις πλάτες των καλόπιστων τρίτων.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    (άρθρο 138 §§ 4, 5, 6, 8)

    Μας απασχόλησε, ήδη, η ακυρότητα των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης: με τους λόγους ακυρότητας τυχόν απόφασης της ΓΣ, με την προβολή της και τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να την προβάλλουν. Θα μας απασχολήσουν, εδώ, τα λοιπά σχετικά/σημαντικά ζητήματα. Μεταξύ αυτών: η προθεσμία και οι χρονικοί περιορισμοί στην προβολή της ακυρότητας καθώς και η δυνατότητα ίασής της. Επίσης, η ενέργεια της δικαστικής απόφασης επί αναγνωριστικής αγωγής της ακυρότητας και η προστασία των καλόπιστων τρίτων. Η δημοσιότητα στην οποία υποβάλλονται η αγωγή ακυρότητας και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις. Τέλος, η δυνατότητα επανάληψης της άκυρης απόφασης.

    Προθεσμία Προβολής Ακυρότητας

    Κατά παρέκκλιση από την απρόθεσμη δυνατότητα προβολής της ακυρότητας των δικαιοπραξιών (:άρ. 180 ΑΚ), ο νομοθέτης (όπως και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς) θέτει τον κανόνα της συγκεκριμένης προθεσμίας, εντός της οποίας πρέπει να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ.

    Δικαιολογητική βάση της πρόβλεψης προθεσμίας προβολής της ακυρότητας αποτελεί η ανάγκη για τον αποκλεισμό της διαιώνισης, επ’ αόριστον, της αμφισβήτησης του κύρους των αποφάσεων της ΓΣ. Τούτο συνάγεται, άλλωστε, και από την Εισηγητική Έκθεση του προϊσχύσαντος κ.ν. 2190/1920, όπου επισημαίνεται, ρητά, ο σκοπός της προθεσμίας προβολής ακυρότητας. Τούτη τίθεται «ίνα μη παραμένη επί μακρόν έκθετος απόφασις της γενικής συνελεύσεως». Πιο συγκεκριμένα, ο ορισμός συγκεκριμένης προθεσμίας καλύπτει την ανάγκη εκτεταμένης προστασίας τόσο των μετόχων, της εταιρείας και των συναλλασσόμενων με αυτούς προσώπων όσο και γενικότερα του δημοσίου συμφέροντος. Η προθεσμία προβολής της ακυρότητας απόφασης ΓΣ προστατεύει, κατ΄ ουσίαν, την ασφάλεια των συναλλαγών (1843/2008 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπεται, η ακυρότητα απόφασης ΓΣ μπορεί να προβληθεί εντός ενός έτους από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 138 §4 εδ. α΄). Η παρέλευση της προθεσμίας αυτής λαμβάνεται (και) αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο.

    Η συγκεκριμένη, ενιαύσια, προθεσμία προσδιορίζεται, ρητά, ως αποσβεστική. Τούτη μάλιστα, δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο μηνός από τη χορήγηση στο μέτοχο του πρακτικού ΓΣ, όπου έχει καταχωρισθεί η άκυρη απόφαση. Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι ο μέτοχος ζήτησε το πρακτικό εντός της σχετικής προθεσμίας (άρ. 134 §2 εδ. δ΄).

    Η ρύθμιση της συγκεκριμένης, ενιαύσιας, προθεσμίας συνιστά διάταξη αναγκαστικού δικαίου. Δεν είναι, κατά τούτο, δυνατή η καταστατική σύντμηση ή παράτασή της.

    Είναι ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως σε περίπτωση εκκρεμοδικίας αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητας απόφασης ΓΣ -και εφόσον δεν προβλέπεται άλλη προθεσμία για διενέργεια διαδικαστικών πράξεων- η παραγραφή διακόπτεται όχι μόνον με την άσκησή της αλλά και (εκ νέου) αν κάποιος από τους διαδίκους επισπεύσει την πρόοδό της (κατ’ αρ. 261§1 ΑΚ). Δε μοιάζει, αντίθετα, ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως η παραγραφή δεν θεωρείται ότι διακόπηκε από την έγερση αγωγής, αν ο δικαιούχος παραιτήθηκε ή τούτη απορρίφθηκε τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς αλλά ο τελευταίος εγείρει εκ νέου την εν λόγω αγωγή εντός εξαμήνου (κατ’ άρ. 263 εδ. β’).

    Άπρακτη Παρέλευση Προθεσμίας Προβολής Ακυρότητας – Ίαση Ακυρότητας

    Σε περίπτωση που η, ανωτέρω αναφερόμενη, ενιαύσια προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η προβολή ακυρότητας της απόφασης ΓΣ δεν είναι, πλέον, δυνατή. Το ελάττωμα δεν εξαλείφεται (προφανώς)˙ λόγω, όμως, της αδυναμίας προβολής του, επέρχονται τα αποτελέσματα της απόφασης: η ελαττωματική απόφαση ισχυροποιείται. Επέρχεται, αυτοδικαίως-κατά το συνήθως λεγόμενο, «η ίασή της έναντι πάντων». Και, μάλιστα, από τον χρόνο λήψης της. Τούτο, δε, έχει ως αποτέλεσμα να επέρχεται η ίαση και των μεταγενέστερων νομικών πράξεων και αποφάσεων, οι οποίες εδράζονται σε αυτήν την (αρχικώς) άκυρη και επιγενομένως ισχυροποιηθείσα απόφαση της ΓΣ. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν έχει αναγνωριστεί, τελεσίδικα, η ακυρότητα (και) των επιγενομένων, αυτών, νομικών πράξεων.

    Ανεπίδεκτες Ίασης  Αποφάσεις ΓΣ

    Ο νομοθέτης προβλέπει, ωστόσο, δύο περιπτώσεις ελαττωματικών αποφάσεων, στις οποίες η προβολή της σχετικής ακυρότητας δεν υπόκειται σε συγκεκριμένη προθεσμία. Κατά συνέπεια, ως προς τις συγκεκριμένες αποφάσεις, δεν δύναται να επέλθει η ίασή τους (ισχύει, δηλαδή, ότι και για την ακυρότητα των δικαιοπραξιών του άρ. 180 ΑΚ).

    Η προβολή, συγκεκριμένα, της ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία: (α) σε περίπτωση που, με τροποποίηση του καταστατικού, ο σκοπός της εταιρείας καθίσταται παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη. Επίσης, (β) όταν από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §4 εδ. γ΄).

    Χρονικοί Περιορισμοί Προβολής Ακυρότητας

    Ο νομοθέτης προβλέπει δύο, ακόμα, περιπτώσεις εξαιρέσεων από τον κανόνα της ενιαύσιας παραγραφής. Τούτες μεταβάλλουν το απώτατο χρονικό όριο εντός του οποίου μπορεί να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ (άρ. 138 §5 εδ. α΄).

    Συγκεκριμένα:

    (α) Δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων με αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ, μετά την έναρξη διαπραγμάτευσης των εν λόγω τίτλων.

    (β) Ομοίως, δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων, σε περίπτωση έκδοσης τίτλων με δικαίωμα προτίμησης, μετά την αποκοπή του εν λόγω δικαιώματος.

    Σημειώνεται, ωστόσο, πως οι εν λόγω περιορισμοί δεν ισχύουν στην περίπτωση που από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §5 εδ. γ΄).

    Οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις αποδεικνύουν, για μια ακόμα φορά, την υπέρτερης σημασίας ανάγκη ασφάλειας των συναλλαγών. Επίσης, την ανάγκη διασφάλισης της εμπιστοσύνης στην αγορά σε σχέση με την ικανοποίηση ατομικών συμφερόντων των μετόχων.

    Στο εν λόγω πλαίσιο, κατά την ορθότερη άποψη, ακόμα κι αν η προβολή της ακυρότητας συντελεστεί εμπροθέσμως αλλά, παρόλα αυτά, οι τίτλοι εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά, δεν επέρχεται η ανατροπή των συναλλαγών. Τούτου δοθέντος εκείνος που έχει έννομο συμφέρον έχει τη δυνατότητα, πέραν της δυνατότητας προβολής της ακυρότητας, να αιτηθεί την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας πριν την εισαγωγή των τίτλων προς διαπραγμάτευση.

    Εκείνος που ζημιώνεται από την απόφαση της ΓΣ και την αδυναμία ανατροπής των αποτελεσμάτων της είναι δυνατό να αξιώσει από την ΑΕ αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη, εντός της συγκεκριμένης ενιαύσιας προθεσμίας (άρ. 138 §5 εδ. β΄). Η ευθύνη της εταιρείας είναι, στην προκειμένη περίπτωση, αντικειμενική. Ταυτόχρονα, όμως, ο  ζημιωθείς μπορεί να στραφεί κατά τις γενικές διατάξεις, και έναντι άλλων, εκτός από την εταιρεία προσώπων, για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη.

    Ενέργεια Αναγνωριστικής Δικαστικής Απόφασης & Προστασία Καλόπιστων Τρίτων

    Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ακυρότητα της απόφασης ΓΣ παράγει αποτελέσματα έναντι πάντων (erga omnes ισχύς˙ δηλ. έναντι: μετόχων, μελών ΔΣ & τρίτων).

    Η έκταση του δεδικασμένου της εν λόγω αναγνωριστικής απόφασης αποτελεί εξαίρεση στην έκταση του, κατά κανόνα, δεδικασμένου των αναγνωριστικών αποφάσεων που καταλαμβάνει μόνο τους διαδίκους. Σημειώνεται, βέβαια, ότι λόγω της έκτασης της ισχύος του υποκειμενικού δεδικασμένου και σε μη διαδίκους-τρίτα πρόσωπα, η σχετική απόφαση χαρακτηρίζεται από μερίδα της θεωρίας, και ορθά, ως διαπλαστική με ακυρωτική λειτουργία (18/2001 ΟλΑΠ, ΤΝΠ Qualex).

    Η συγκεκριμένη διαφοροποίηση της ενέργειας της σχετικής απόφασης, έχει ως δικαιολογητική βάση την ασφάλεια των συναλλαγών. Η έκδοση απόφασης με την οποία αναγνωρίζεται η ακυρότητα της απόφασης και η μη παραγωγή των συναφών αποτελεσμάτων, ανατρέπει και όσες επιγενόμενες αποφάσεις και ενέργειες βασίστηκαν στην τελευταία. Οι αποφάσεις αυτές αλλά και οι ενέργειες που ακολούθησαν, πιθανώς να επηρεάζουν και πρόσωπα εκτός της εταιρείας. Πρέπει, συνεπώς, να διασφαλιστεί η αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, οι οποίες θα προκαλούσαν ανασφάλεια στις συναλλαγές.

    Βέβαια, ακόμα και στην περίπτωση αναγνώρισης της ακυρότητας της απόφασης, η οποία δεσμεύει και τρίτους-μη διαδίκους, οι καλόπιστοι τρίτοι προστατεύονται. Τα δικαιώματα που απέκτησαν οι τελευταίοι (:καλόπιστοι τρίτοι) αγνοώντας την ακυρότητα της απόφασης-παρά την erga omnes ισχύ της, δεν θίγονται, ομοίως, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών. Όμως οι τρίτοι φέρουν, εύλογα, το βάρος να αποδείξουν την καλή τους πίστη (κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρ. 137 §10 εδ. γ΄).

    Από την ως άνω, erga omnes, ισχύ της απόφασης που διαγιγνώσκει την ακυρότητα της απόφασης της ΓΣ, διαφοροποιείται η ισχύς της αντίστοιχης απορριπτικής. Το δεδικασμένο αυτής ισχύει, αποκλειστικά, μεταξύ των διαδίκων.

    Δημοσιότητα

    Ο νομοθέτης προβαίνει σε ρητή πρόβλεψη σχετικά με τη δημοσιότητα της αγωγής ακυρότητας και των σχετικών δικαστικών αποφάσεων στο πλαίσιο προβολής ακυρότητας (:δηλωτικός χαρακτήρας δημοσιότητας): η αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας απόφασης ΓΣ, που έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., η δικαστική απόφαση παντός βαθμού δικαιοδοσίας που αναγνωρίζει την ακυρότητά της και η δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα ή αναστέλλεται η ισχύς της υποβάλλονται σε δημοσιότητα (άρ. 138 §8).

    Επανάληψη Άκυρης Απόφασης

    Σε περίπτωση άκυρης απόφασης ΓΣ, η μεταγενέστερη επικύρωση αυτής δεν καθίσταται δυνατή. Είναι δυνατή, όμως, η λήψη νέας απόφασης, η οποία, για να είναι έγκυρη, πρέπει να τηρηθούν όλοι οι απαιτούμενοι από τον νόμο και το καταστατικό όροι (1074/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Συγκεκριμένα, επί άκυρης απόφασης, της οποίας το ελάττωμα εδράζεται στο περιεχόμενο της λόγω αντίθεσης του προς τον νόμο ή το καταστατικό, η ΓΣ είναι δυνατό να συνέλθει εκ νέου, προκειμένου να λάβει νέα απόφαση, χωρίς το σχετικό ελάττωμα. Δεδομένης, μάλιστα, τη ακυρότητας της προγενεστέρως ακυρωθείσας απόφασης της ΓΣ, η επιγενομένως συγκληθησόμενη (για να λάβει απόφαση χωρίς το σχετικό ελάττωμα), εύλογα θα δικαιούται να αγνοήσει την ακυρωθείσα-ως μηδέποτε ληφθείσα.

    Στην περίπτωση, πάντως, που το σχετικό ελάττωμα της απόφασης αφορά στην έλλειψη σύγκλησης της ΓΣ, είναι δυνατή η εκ νέου σύγκλησή της. Αυτή την φορά με νόμιμο, αυτονοήτως, τρόπο, ώστε να λάβει απόφαση με το αυτό περιεχόμενο.

    Η επανάληψη της άκυρης απόφασης ΓΣ χωρίς το ελάττωμά της είναι, κατά τα προαναφερθέντα, δυνατή. Ωστόσο, η νέα απόφαση δεν αποκτά αναδρομική ισχύει και δεν υποκαθιστά την άκυρη απόφαση. Ενεργεί, αποκλειστικά, για το μέλλον.

     

    Καθώς η (ενδεχόμενη) ακυρότητα απόφασης της ΓΣ έχει, κατά κανόνα, εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες στη ζωή της ΑΕ, τίθενται όχι μόνον αυστηρές προϋποθέσεις για την κήρυξή της αλλά και αυστηρές προθεσμίες για την προβολή της. Μια τέτοια ακύρωση μπορεί να επιφέρει, ως επακόλουθη συνέπεια, ζημία στην ΑΕ αλλά και σε τρίτους. Ουδεμία, λοιπόν, χωρεί αμφιβολία για την (μέγιστη) μέριμνα που θα πρέπει να λαμβάνεται κατά το στάδιο λήψης της απόφασης της ΓΣ αλλά και, επιγενομένως, μέχρι την ίασή της.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    (άρθρο 138 §§ 3, 4, 6, 7)

    Μας απασχόλησαν, ήδη, οι λόγοι ακυρότητας απόφασης ΓΣ. Θα μας απασχολήσει, εδώ, η προβολή της (:δικαστική και εξώδικη) καθώς και τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να την προβάλλουν.

    Δικαστική Προβολή Ακυρότητας

    Στην περίπτωση που μια απόφαση ΓΣ είναι άκυρη κατά τον νόμο, η ακυρότητά της αυτή είναι αυτοδίκαιη και μάλιστα από τη λήψη της. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις ακυρώσιμες αποφάσεις δεν απαιτείται, στην περίπτωση της ακυρότητας, (διαπλαστική) δικαστική απόφαση, η οποία να την κηρύσσει. Κι εύλογα, καθώς η άκυρη απόφαση θεωρείται σαν να μην ελήφθη (άρ. 180 ΑΚ και ΟλΑΠ 18/2001, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).

    Για την προβολή, δικαστικά, της ακυρότητας απόφασης ΓΣ απαιτείται η άσκηση αναγνωριστικής αγωγής (1650/2022 ΑΠ, areiospagos.gr). Είναι, όμως, δυνατό να προβληθεί, εναλλακτικά, και με την άσκηση ανταγωγής ή ένστασης. Επί ανοιγείσας δίκης, το δικαστήριο ενδέχεται να παραστεί ανάγκη να προβεί, αυτεπαγγέλτως, σε παρεμπίπτουσα κρίση επί του κύρους απόφασης ΓΣ-ως προδικαστικό ζήτημα της κύριας δίκης. Φυσικά και έχει τη δυνατότητα να το πράξει, εντός της ενιαύσιας προθεσμίας, όμως, για την προβολή της ακυρότητας (138 §6 με παραπομπή στην §4 του αυτού άρθρου -η οποία θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας).

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο το δικαστήριο, λ.χ., ενώπιον του οποίου ζητείται ο διορισμός προσωρινού ΔΣ σε ΑΕ, έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει παρεμπιπτόντως και αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα της απόφασης της ΓΣ με την οποία εκλέχθηκε το ΔΣ (547/2019 ΑΠ, areiospagos.gr). Θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι η προβολή της ακυρότητας στο πλαίσιο άλλης δίκης, θα γινόταν δεκτή μόνο στην περίπτωση που συμμετέχει η ΑΕ ως διάδικος σε αυτή. Αντιθέτως, αν τούτη προβάλλεται στο πλαίσιο δίκης τρίτων προσώπων, τότε πρόκειται και εξώδικη (και όχι δικαστική) προβολή.

    Σημειώνεται ότι, εν προκειμένω, δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 101 ΑΚ (καθώς αφορά σωματεία και όχι την ΑΕ): Στο πλαίσιο της εν λόγω διάταξης, επί άκυρων αποφάσεων απαιτείται η κήρυξη της ακυρότητας από το δικαστήριο.

    Εύλογο, όμως, προκύπτει το ερώτημα: Ποιός ο σκοπός της δικαστικής προβολής της ακυρότητας μιας (άκυρης) απόφασης ΓΣ, όταν η ενδεχόμενη ακυρότητα της τελευταίας υφίσταται αυτοδικαίως; Η δικαστική προβολή της ακυρότητας καθίσταται, συχνά, αναγκαία για τα πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον. Κι αυτό για δύο, σημαντικούς λόγους. Προφανώς για να μην υφίσταται αμφιβολία αναφορικά με την ακυρότητα της απόφασης. Και, το σημαντικότερο, για την αποφυγή ίασης του ελαττώματος με την παρέλευση της ενιαύσιας προθεσμίας (η οποία, σε επόμενη αρθρογραφία μας θα μας απασχολήσει).

    …Ειδικότερα Ως Προς Την Αναγνωριστική Αγωγή Ακυρότητας

    Η αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας της απόφασης ΓΣ αγωγή εκδικάζεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας (άρ. 3 §1). Ως έδρα της εταιρείας νοείται, εδώ, η πραγματική. Ο τόπος, με άλλα λόγια, στον οποίο, πράγματι, ασκείται η διοίκηση της ΑΕ και η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων. Τούτο σημαίνει ότι η πραγματική έδρα δεν συμπίπτει απαραίτητα με την καταστατική. Η τελευταία δεν καθίσταται, εν τέλει, κρίσιμη για την κατά τόπον αρμοδιότητα του δικαστηρίου, που θα κρίνει ενδεχόμενη ακυρότητα απόφασης της ΓΣ.

    Παθητικά νομιμοποιείται στη δίκη της αναγνωριστικής της ακυρότητας αγωγής η ίδια η ΑΕ. Κατά της τελευταίας, επομένως,  θα πρέπει πρέπει να στρέφεται η αναγνωριστική αγωγή (228/2022 ΑΠ, areiospagos.gr).

    Η αγωγή, για να είναι ορισμένη, θα πρέπει να αναφέρει την απόφαση της ΓΣ, η οποία προσβάλλεται με αυτή˙ επιπρόσθετα, και το σημαντικότερο, τους προβαλλόμενους λόγους ακυρότητας.

    Θα πρέπει, πάντως, να σημειώσουμε πως, κατά συνήθη πρακτική, ως επικουρική βάση της αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητα απόφασης της ΓΣ, προβάλλεται η ακυρωσία της.

    Παροχή Προσωρινής Δικαστική Προστασίας

    Όπως και στην περίπτωση της αγωγής ακυρωσίας, έτσι και στην περίπτωση της ακυρότητας απόφασης ΓΣ, ο νομοθέτης συμπεριέλαβε, ρητά, στον νόμο πρόβλεψη για την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας (άρ. 138 §7).

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, αντίστοιχη ρύθμιση δεν υφίστατο. Η λήψη ασφαλιστικών μέτρων ρύθμισης κατάστασης γινόταν, ωστόσο, δεκτή στη βάση των γενικών διατάξεων. Τούτη είχε ως αντικείμενο την αναστολή εκτέλεσης της άκυρης απόφασης και της καταχώρισης της στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Σύμφωνα με την ισχύουσα ρύθμιση, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα και πριν από την άσκηση της αγωγής ακυρότητας απόφασης της ΓΣ (138 §7 εδ. α΄). Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή ακυρότητας πρέπει να ασκηθεί εντός 15ημέρου από την έκδοση της απόφασης που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα. Διαφορετικά, τα ασφαλιστικά μέτρα αίρονται αυτοδικαίως (138 §7 εδ. β΄). Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση που η αγωγή ασκηθεί μετά την πάροδο της ενιαύσιας προθεσμίας προβολής της ακυρότητας (138 §7 εδ. γ΄ με παραπομπή στην §4 του αυτού άρθρου).

    Όπως, επιπλέον, ρητά προβλέπεται, το δικαστήριο είναι δυνατό να διατάξει και την προσωρινή αναστολή της ισχύος της απόφασης της ΓΣ. Ακριβέστερα: την αναστολή εφαρμογής της. Και τούτο καθώς, όπως ήδη σημειώθηκε, η άκυρη απόφαση ΓΣ καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη από τη λήψη της (138 §7 εδ. δ΄).

    Τέλος, το αρμόδιο δικαστήριο είναι δυνατό να υποχρεώσει τους αιτούντες σε παροχή εγγύησης, σταθμίζοντας την ανάγκη προστασίας των αιτούντων την αναστολή αλλά και τη ζημία της εταιρείας που μπορεί να προκληθεί από την αναστολή αυτή (138 §7 εδ. ε΄).

    Εξώδικη Προβολή Ακυρότητας

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς υπήρξαν αμφιγνωμίες σε θεωρία και νομολογία σχετικά με τη δυνατότητα (ή μη) εξώδικης προβολής της ακυρότητας. Έχουν, ήδη, αρθεί: η προβολή της ακυρότητας απόφασης ΓΣ μπορεί να λάβει χώρα με «…ρητή έγγραφη εξώδικη δήλωση» απευθυνόμενη προς την ΑΕ εντός ενιαύσιας προθεσμίας (138 §4 εδ. α΄). Δεν αρκεί, επομένως, η εξώδικη προβολή να λάβει χώρα με δήλωση μετόχου που καταχωρίζεται στα πρακτικά της ΓΣ.

    Η ρητή και έγγραφη εξώδικη προβολή της ακυρότητας, πρέπει, επιπλέον, για να είναι ορισμένη, να αφορά σε συγκεκριμένη απόφαση και να περιγράφει (έστω και με συντομία) τον λόγο της ακυρότητας (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 138).

    Ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης απόφασης της ΓΣ είναι δυνατό να λάβει χώρα με επίκληση λ.χ. της ημερομηνίας λήψης της ή του αριθμού του πρακτικού της ΓΣ στο οποίο αυτή περιλαμβάνεται ή του αριθμού πρωτοκόλλου δημοσίευσής της στο Γ.Ε.ΜΗ. (υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι υπόκειται σε σχετική δημοσιότητα).

    Ενδέχεται, βέβαια (σε πλείστες περιπτώσεις), η ΓΣ, σε συγκεκριμένη συνεδρίαση, να αποφασίζει για περισσότερα από ένα θέματα. Σε αυτή την περίπτωση, η ΓΣ λαμβάνει, αντίστοιχα, περισσότερες της μιας, αποφάσεις, οι οποίες όμως περιλαμβάνονται στο ίδιο πρακτικό. Επομένως, στην περίπτωση προβολής ακυρότητας για μια ή ορισμένες εκ των αποφάσεων αυτών, θα πρέπει να εξειδικεύεται και η απόφαση επί του συγκεκριμένου κάθε φορά θέματος της ημερήσιας διάταξης.

    Νομιμοποιούμενα Πρόσωπα

    Στην προβολή της ακυρότητας (δικαστικά ή εξώδικα) νομιμοποιούνται ενεργητικά να προβεί κάθε πρόσωπο, μέτοχος ή τρίτος, που έχει έννομο συμφέρον (138 §4 εδ. α΄).

    Οι Μέτοχοι

    Ο νόμος αναφέρει ρητά τους μετόχους της ΑΕ ως νομιμοποιούμενους ενεργητικά να προβάλουν τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Μάλιστα, μολονότι η ρύθμιση απαιτεί για όλα τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, για τους μετόχους υποστηρίζεται ότι δεν απαιτείται η άκυρη απόφαση να βάλει κατά των στενών/ιδίων συμφερόντων τους. Τούτο διότι το έννομο συμφέρον του μετόχου υφίσταται, ήδη, δεδομένης της μετοχικής τους ιδιότητας. Ο μέτοχος δικαιούται, σαφώς, να ελέγχει την νομότυπη λήψη των αποφάσεων της ΑΕ. Η θέση αυτή γινόταν δεκτή και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, παρά τις αντίθετες απόψεις που έχουν, ήδη, διατυπωθεί.

    Γίνεται, επίσης, δεκτό ότι ο μέτοχος δικαιούται να προβεί σε προβολή ακυρότητας ακόμη κι αν την υπερψήφισε ή, έστω, δεν αντιτάχθηκε κατ’ αυτής. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, η συμπεριφορά του ελέγχεται υπό το πρίσμα της καταχρηστικότητας. Κριτήρια κατάφασης της καταχρηστικότητας άσκησης της αγωγής είναι, λ.χ., η εκ των προτέρων γνώση του ελαττώματος στη λήψη απόφασης, η βαρύτητά του και τα θιγόμενα συμφέροντα (214/2022 ΑΠ, areiospagos.gr).

    Παράλληλα, στην περίπτωση που αποκλείστηκε μέτοχος από τη ΓΣ χωρίς δικαιολογητικό λόγο και αμφιβολία για την μετοχική του ιδιότητα, δικαιούται να ασκήσει αγωγή ακυρότητας, μολονότι δεν παρέστη στη συνέλευση (8373/2007 ΕφΑθ, ΤΝΠ QUALEX).

    Όπως ρητά ορίζεται (αρ. 138 §3), η προβολή ακυρότητας εκ μέρους μετόχου λόγω έλλειψης σύγκλησης της ΓΣ δεν είναι επιτρεπτή στην ακόλουθη περίπτωση: αν ο εν λόγω μέτοχος, μεταγενέστερα, δήλωσε προς την εταιρεία εγγράφως ή με δήλωσή του στα πρακτικά, ότι η ΓΣ, στο πλαίσιο της οποίας ελήφθη η ελαττωματική απόφαση, συνεδρίασε νομίμως. Δικαιολογητική βάση αποστέρησης του δικαιώματος προβολής της ακυρότητας της απόφασης από τον συγκεκριμένο μέτοχο αποτελεί (και εν προκειμένω) η αποφυγή καταχρηστικών συμπεριφορών.

    Τέλος, η άσκηση αγωγής ακυρότητας ενδέχεται να αντίκειται στην υποχρέωση πίστης των μετόχων. Πρόκειται για τις περιπτώσεις άσκησης αγωγής αναγνώρισης ακυρότητας απόφασης, η οποία είτε στην πραγματικότητα δεν πάσχει από ορισμένο ελάττωμα είτε αυτό δεν είναι σημαντικής βαρύτητας, ώστε να δικαιολογείται η επιδίωξη αναγνώρισης της ακυρότητας. Αν ασκηθεί σχετική αγωγή υπό τις ανωτέρω συνθήκες, θα απορριφθεί από το δικαστήριο ως ουσία αβάσιμη. Ομοίως, η αγωγή ασκείται κατά παράβαση της υποχρέωσης πίστης και στην περίπτωση που επιδιώκονται, δι’ αυτής, ατομικά συμφέροντα των μετόχων, ενώ, ταυτόχρονα, θίγονται τα συμφέροντα της ΑΕ.

    Τα Μέλη ΔΣ

    Ο νόμος δεν προβαίνει σε ρητή αναφορά στα μέλη του ΔΣ. Νομιμοποιούνται, όμως, ενεργητικά (αυτονοήτως) να προβάλουν την ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Κι όπως ορθά υποστηρίζεται, χωρίς να επικαλεστούν και να αποδείξουν ειδικό έννομο συμφέρον. Η οργανική τους θέση, εξάλλου, και η υποχρέωση επιμελούς διαχείρισης συνιστούν επαρκή βάση για να δικαιολογηθεί η προβολή της ακυρότητας από μέρους τους.

    Τρίτα Πρόσωπα

    Τρίτα πρόσωπα (μη μέτοχοι και μη μέλη ΔΣ-συμπεριλαμβανομένων και των ομολογιούχων δανειστών και των κατόχων ιδρυτικών τίτλων) οφείλουν να επικαλεστούν και να αποδείξουν ειδικό έννομο συμφέρον, προκειμένου να προβάλουν ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Απαιτείται, δηλαδή, η επίμαχη απόφαση να θίγει τα συμφέροντά τους.

    Τα εν λόγω (τρίτα) πρόσωπα, επί αναγνωριστικής αγωγής για την ακυρότητα απόφασης ΓΣ, νομιμοποιούνται σε πρόσθετη παρέμβαση. Τούτο, εξαιτίας της έναντι πάντων (erga omnes -όπως σε επόμενη αρθρογραφία μας θα δούμε) ισχύος της απόφασης που αναγνωρίζει την ακυρότητα.

     

    Είναι απολύτως περιορισμένος, και εύλογα, ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να προβάλλουν ακυρότητα απόφασης ΓΣ: κατά βάση οι μετόχοι της, τα μέλη του ΔΣ και εκείνοι που δικαιολογούν ειδικό έννομο συμφέρον. Η ακυρότητα είναι δυνατόν να προβληθεί εξώδικα αλλά και δικαστικά˙ είναι δυνατό να παρασχεθεί, υπό προϋποθέσεις, προσωρινή δικαστική προστασία, με την έννοια της αναστολής της εφαρμογής της επίμαχης απόφασης. Καθώς μια τέτοια συνέπεια (:κήρυξη ακυρότητα απόφασης ΓΣ) είναι εξαιρετικά σημαντική στη ζωή της ΑΕ, ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να λαμβάνεται (ιδίως από τους εκπροσώπους της ΑΕ και τους νομικούς τους παραστάτες) για την αποτροπή των εξαιρετικά σοβαρών συνεπειών της. Η προθεσμία πάντως προβολής της ακυρότητας και τα υπόλοιπα, σημαντικά σχετικά, θέματα, θα μας απασχολήσουν σε επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    (άρθρο 138 §§1 και 2)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, είναι ενδεχόμενο να είναι ελαττωματικές. Διακρίνονται, τότε, σε ακυρώσιμες, άκυρες και ανυπόστατες. Μας απασχόλησαν, ήδη, οι ακυρώσιμες αποφάσεις της ΓΣ. Εδώ θα μας απασχολήσουν οι άκυρες αποφάσεις της και, πιο συγκεκριμένα, οι λόγοι ακυρότητάς τους.

    Οι Λόγοι Ακυρότητας: Γενικά

    Οι λόγοι ακυρότητας αποφάσεων της ΓΣ περιορίζονται σε δύο, μόνον, κατά τον νόμο (άρ. 138 §1): Όταν, συγκεκριμένα: (α) δεν υπήρξε σύγκληση της ΓΣ ή (β) το περιεχόμενο της απόφασής της είναι αντίθετο στον νόμο ή το καταστατικό.

    Καθώς η απαρίθμηση του νόμου είναι περιοριστική, δεν είναι εφικτή η προσθήκη ή αφαίρεση λόγων ακυρότητας. Ούτε ερμηνευτικά ούτε και με βάση καταστατική πρόβλεψη.

    Η απαρίθμηση των λόγων ακυρότητας του ν. 4548/2018 ακολουθεί, κατά βάση, τον προϊσχύσαντα ν. 2190/1920 (άρ. 35β). Υφίσταται, όμως, ανάγκη διευκρινήσεων (βλ. σχετικά και Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 138), για τις οποίες αμέσως στη συνέχεια.

    Πρώτος Λόγος: Λήψη Απόφασης Χωρίς Προηγούμενη Σύγκληση Της ΓΣ

    Τυχόν διαδικαστικές πλημμέλειες στη λήψη αποφάσεων της ΓΣ καθιστούν τις τελευταίες ακυρώσιμες. Μολονότι διαδικαστική πλημμέλεια αποτελεί και η μη σύγκληση της ΓΣ, ενδεχόμενη διενέργεια της, παρά ταύτα, επάγεται ακυρότητα (και όχι ακυρωσία). Ο νομοθέτης, απέδωσε, με τον τρόπο αυτό, την αυξημένη σοβαρότητα της συγκεκριμένης παράλειψης. Και μοιάζει εύλογη μια τέτοια επιλογή καθώς η τήρηση των διατυπώσεων σύγκλησης διασφαλίζει τη έγκαιρη ενημέρωση των μετόχων. Η γνώση, περαιτέρω, μιας επικείμενης διενέργειας ΓΣ εξασφαλίζει πως ο μέτοχος όχι μόνον έχει πραγματική δυνατότητα να συμμετάσχει αλλά και να προσβάλλει μια, ενδεχομένως, πλημμελή απόφαση (561/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αξιολογώντας, δηλαδή, ο νομοθέτης τις (σοβαρές) συνέπειες οι οποίες θα επέλθουν στους μετόχους στην περίπτωση που δεν γνωστοποιηθεί σε αυτούς η επικείμενη διενέργεια της ΓΣ, υπάγει τη συγκεκριμένη πλημμέλεια στους λόγους ακυρότητας.

    Η Έννοια Της Σύγκλησης

    Η απάντηση στο ερώτημα αν υφίσταται σύγκληση της ΓΣ αποκτά ουσιώδη σημασία για την κατάφαση του συναφούς λόγου ακυρότητας απόφασής της.

    Προς αποφυγή αμφιγνωμιών, ο νομοθέτης προβαίνει σε αυθεντικό ορισμό της έννοιας της σύγκλησης της ΓΣ (άρ. 138 §2). Θεωρείται, συγκεκριμένα, ότι συγκλήθηκε η ΓΣ, αν υπήρξε πρόσκληση προερχόμενη από την ΑΕ με ένδειξη, τουλάχιστον, της ημερομηνίας και του τόπου διενέργειάς της. Απαιτείται όμως, επιπρόσθετα, και δημοσίευση της πρόσκλησης κατά τον νόμο και το καταστατικό.

    Από τη διατύπωση του νόμου εντοπίζονται τρία απαραίτητα στοιχεία για τη σύγκληση της ΓΣ: (α) η προέλευση της πρόσκλησής της από την ΑΕ, (β) η πλήρωση του ελάχιστου περιεχομένου της πρόσκλησης (:ημερομηνία και τόπος της ΓΣ) και (γ) η δημοσίευση της πρόσκλησης σύμφωνα με τον νόμο και το καταστατικό.

    Να διευκρινισθεί εδώ, εκ περισσού, πως οι προαναφερθείσες ελάχιστες προϋποθέσεις σύγκλησης της ΓΣ δεν αφορούν την καθολική ΓΣ. Η τελευταία (:καθολική ΓΣ) δεν απαιτεί την τήρηση των διατυπώσεων πρόσκλησης και δημοσίευσής της˙ εύλογα, όμως, καθώς παρίσταται ή εκπροσωπείται το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου, χωρίς κανένας να προβάλλει αντίρρηση για τη διεξαγωγή της (άρ. 120 §2).

    Όσον αφορά, πάντως, τα προαναφερθέντα ελάχιστα, απαραίτητα όμως, στοιχεία της σύγκλησης της ΓΣ επισημαίνονται τα ακόλουθα:

    (α)  Πρόσκληση Προερχόμενη Από Την Εταιρεία

    Κατά την ισχύουσα ρύθμιση (άρ. 138 §2 in fine), ως προερχόμενη από την ΑΕ θεωρείται η πρόσκληση, που έλαβε χώρα από το ΔΣ ή μέλος του ή από τον ελεγκτή της (σύμφωνα με το άρ 121 §2) ή από μέτοχο, που άσκησε το σχετικό δικαίωμα μειοψηφίας (άρ. 141 §1). Στις περιπτώσεις αυτές η (με τον τρόπο αυτό) σύγκληση της ΓΣ αξιολογείται ως υποστατή. Ειδικότερα:

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από το ΔΣ ή μέλος του

    Αρμόδιο όργανο για τη σύγκληση της ΓΣ είναι, καταρχήν, το ΔΣ (:ή, αντί του ΔΣ-εφόσον υφίσταται, ο σύμβουλος-διαχειριστής). Εφόσον, λοιπόν, στην πρόσκληση της ΓΣ προβαίνει, συλλογικά, το ΔΣ (ή ο σύμβουλος-διαχειριστής), τούτη θεωρείται ότι προέρχεται από την εταιρεία. Κρίσιμο, όμως, είναι τα μέλη του ΔΣ να είναι εκείνα που διοικούν την ΑΕ, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Αντίθετα, τυχόν πλημμέλειες στην απόφαση του ΔΣ για σύγκληση της ΓΣ (λ.χ. μη νόμιμη συγκρότηση ή σύνθεση του ΔΣ) δεν συνεπάγονται την ακυρότητα της, εν συνεχεία, λαμβανομένης απόφασης της ΓΣ. [Ενδέχεται, όμως, να συντρέχει ακυρωσία της εφόσον υφίστανται οι προϋποθέσεις του άρ. 137 §2 (:μη παροχή αιτηθέντων και υποχρεωτικά να παρασχεθούν πληροφοριών ή κατάχρηση εξουσίας πλειοψηφίας)]. Τούτο, διότι οι σχετικές πλημμέλειες δεν εμποδίζουν τους μετόχους να θεωρήσουν, εύλογα, ότι η πρόσκληση προέρχεται από το ΔΣ. Ακόμη, δε, και πρόσκληση προερχόμενη από μέλος, μόνο, του ΔΣ και όχι συλλογικά από αυτό, συνεπάγεται τον έλεγχο της επακόλουθης απόφασης της ΓΣ υπό το πρίσμα της ακυρωσίας και όχι της ακυρότητας.

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από τον ελεγκτή

    Δικαίωμα να ζητήσει την σύγκληση της ΓΣ της ΑΕ έχει και ο ελεγκτής της, με αίτημά του προς τον Πρόεδρο του ΔΣ (άρ. 121 §2). Αν το εν λόγω αίτημα απορριφθεί ρητά ή σιωπηρά, ο ελεγκτής δικαιούται να συγκαλέσει τη ΓΣ, με δαπάνες της εταιρείας, ύστερα από απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων).

    Αν, ωστόσο, ο ελεγκτής προβεί στη σύγκληση της ΓΣ, χωρίς την προηγούμενη έκδοση της κατά τα άνω δικαστικής απόφασης, η σύγκληση είναι μεν υποστατή, η επακόλουθη, όμως, απόφαση της ΓΣ ελέγχεται υπό το πρίσμα της ακυρωσίας. Τούτο δεν ισχύει, ωστόσο, στην περίπτωση σύγκλησης της ΓΣ από τον ελεγκτή της ΑΕ, στην περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας γίνει κατώτερο από το 1/2 του κεφαλαίου (και πρέπει να ληφθεί απόφαση για λύση της εταιρείας ή υιοθέτησης άλλου μέτρου-άρ. 119 §4 εδ.β΄). Στην περίπτωση αυτή, ο ελεγκτής προβαίνει απευθείας στη σύγκληση της ΓΣ.

    Εφόσον η σύγκληση της ΓΣ λαμβάνει χώρα από τον ελεγκτή, η σχετική πρόσκληση θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ.

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από μετόχους μειοψηφίας

    Η πρόσκληση θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ, όταν προέρχεται από μετόχους που εκπροσωπούν  το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου (141 §1). Τούτοι, μπορούν να αιτηθούν προς το ΔΣ την σύγκληση έκτακτης ΓΣ. Αν δεν συγκληθεί ΓΣ από το ΔΣ εντός 20ημέρου από την επίδοση της σχετικής αίτησης, η σύγκληση διενεργείται από τους αιτούντες μετόχους, με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων). Προϋποτίθεται, βεβαίως, η συγκέντρωση του ελάχιστου ποσοστού εκπροσώπησης. Σε διαφορετική περίπτωση (:συγκέντρωση μικρότερου ποσοστού), η σχετική πρόσκληση δεν θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ.

    Σύγκληση της ΓΣ από μειοψηφούντες μετόχους χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση, δεν συνεπάγεται την ακυρότητα της επακόλουθης απόφασης της ΓΣ. Είναι δυνατό, όμως, να οδηγήσει στην ακυρωσία της.

    Σχετικά με τον ενδεικτικό χαρακτήρα της απαρίθμησης

    Η ανωτέρω απαρίθμηση (:πρόσκληση από τα ανωτέρω αναφερόμενα πρόσωπα) είναι, κατά την ορθότερη άποψη, ενδεικτική. Ειδικότερες ρυθμίσεις καθιστούν αρμόδια και άλλα, εκτός από τα προαναφερθέντα, πρόσωπα να συγκαλέσουν ΓΣ-υπό συγκεκριμένες, όμως, συνθήκες και προϋποθέσεις. Τέτοια πρόσωπα συνιστούν τα όργανα στα οποία απονέμονται εξουσίες του Πτωχευτικού Κώδικα (:όπως ο εκκαθαριστής, ο σύνδικος, ο ειδικός εντολοδόχος και ο ειδικός διαχειριστής-βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 121). Εφόσον, επομένως, συντρέχουν οι αναφερόμενες στον νόμο περιπτώσεις, τυχόν πρόσκληση από τα συγκεκριμένα πρόσωπα θα πρέπει, ευλόγως, να θεωρηθεί ως προερχόμενη από την εταιρεία.

    (β) Πρόσκληση Περιλαμβάνουσα Τουλάχιστον Ημερομηνία Και Τόπο ΓΣ

    Επόμενο απαραίτητο στοιχείο για το υποστατό της σύγκλησης της ΓΣ είναι ένα, ελάχιστο, περιεχόμενο της πρόσκλησης. Συγκεκριμένα, η πρόσκληση της ΓΣ πρέπει να αναφέρει την (αληθή) ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της ΓΣ (ως προς, δε, τις εισηγμένες, και τα αναφερόμενα στην §4 άρ. 121 στοιχεία).

    Ακόμη κι αν η πρόσκληση της ΓΣ αναφέρει το σύνολο των λοιπών στοιχείων που απαριθμούνται στη σχετική διάταξη (αρ. 121: ώρα, θέματα ημερήσιας διάταξης, δικαιούμενους συμμετοχής στη ΓΣ-επί μη εισηγμένων) όχι όμως και την ημερομηνία ή/και τον τόπο σύγκλησής της, η επακόλουθη απόφαση της ΓΣ καθίσταται άκυρη. Αν, αντίθετα, αναφέρονται μόνο η ημερομηνία και ο τόπος της ΓΣ, ελλείπουν, όμως, όλα τα λοιπά στοιχεία, η επακόλουθη απόφαση θα είναι ακυρώσιμη (25/2016 ΕφΛάρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ο τόπος της ΓΣ αναφέρεται προσηκόντως, όταν προσδιορίζεται η ακριβής διεύθυνση σύγκλησης. Διευκρινίζεται πάντως πως ημερομηνία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ώρα σύγκλησης. Ελλείψει της ώρας, η απόφαση δεν είναι άκυρη αλλά ακυρώσιμη.

    Επίσης, στην περίπτωση που, μολονότι ορίζεται ο τόπος και η ημερομηνία, η ΓΣ διενεργηθεί σε διαφορετικό τόπο ή άλλη ημερομηνία, η απόφαση είναι άκυρη (1365/2020 ΤρΕφΘεσσ, ΤΝΠ Qualex).

    (γ) Πρόσκληση Δημοσιευμένη Σύμφωνα Με Τον Νόμο & Το Καταστατικό

    Τελευταία, αναγκαία επίσης, προϋπόθεση για το υποστατό της σύγκλησης της ΓΣ συνιστά η σύμφωνη με τον νόμο και το καταστατικό δημοσίευση της πρόσκλησης της ΓΣ (594/2020,  ΤρΕφΘεσ, ΤΝΠ Qualex).

    Υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς δεν υφίστατο ρητή πρόβλεψη, για την κατάφαση της ακυρότητας της απόφασης της ΓΣ όταν είχε μεν τηρηθεί η διαδικασία δημοσίευσης σύμφωνα με τον νόμο, όχι όμως και οι πρόσθετες προϋποθέσεις του καταστατικού. Ερμηνευτικά, ωστόσο, γινόταν δεκτή η εν λόγω ακυρότητα ακόμα και πριν την προσθήκη της σχετικής, ρητής αναφοράς.

    Η παράλειψη τήρησης των προϋποθέσεων του καταστατικού (λ.χ. η δημοσίευση και σε εφημερίδα ή επίδοση της πρόσκλησης στους μετόχους με δικαστικό επιμελητή), λογίζεται ως μη δημοσίευση. Ακόμα κι αν έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις του νόμου.

    Δεύτερος Λόγος: Λήψη Απόφασης Με Περιεχόμενο Αντίθετο Στον Νόμο ή Το Καταστατικό

    Ο δεύτερος λόγος ακυρότητας απόφασης της ΓΣ σχετίζεται με το περιεχόμενο της ληφθείσας απόφασης. Στην περίπτωση που το περιεχόμενο αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό, η απόφαση καθίσταται άκυρη, καθώς παραβιάζει διατάξεις ουσίας (1239/2020 ΠΠρΘεσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Στην έννοια του νόμου συγκαταλέγονται οι διατάξεις αναγκαστικού, μόνον, δικαίου. Και τούτο καθώς επί ρυθμίσεων ενδοτικού δικαίου είναι επιτρεπτή η απόκλιση (1130/2020 ΠΠρΑθηνών, ΤΝΠ Qualex). Η αντίθεση σε διάταξη νόμου δεν αναφέρεται μόνο στον ν. 4548/2018 αλλά, αυτονοήτως, σε κάθε νομοθέτημα-ανεξαρτήτως κλάδου δικαίου. Η απόφαση, όμως, της ΓΣ καθίσταται άκυρη, στην περίπτωση που το περιεχόμενο της αντιτίθεται (εκτός από τον νόμο ή ΥΑ) στα χρηστά ήθη. Ερευνάται, στην τελευταία περίπτωση, ο σκοπός λήψης της απόφασης της ΓΣ και το κίνητρο των μετόχων που πλειοψήφησαν. Τυχόν αντίθεση, όμως, της απόφασης της ΓΣ σε συμβατική υποχρέωση της ΑΕ, δεν την καθιστά άκυρη.

    Επισημαίνεται, εμφατικά, ότι τυχόν αντίθεση της απόφασης της ΓΣ στον νόμο ή το καταστατικό πρέπει να αφορά στο περιεχόμενό της και όχι στη διαδικασία λήψης της. Επί διαδικαστικών πλημμελειών, ως συνέπεια επέρχεται η ακυρωσία.

    Ενδεικτικά παραδείγματα αποφάσεων που είναι άκυρες λόγω αντίθεσης τους στον νόμο, αποτελεί η τροποποίηση του καταστατικού για μείωση του μετοχικού κεφαλαίου κάτω από το κατώτατο όριο, η αντικατάσταση του καταστατικού σκοπού με κάποιον μη επιτρεπτό από τον νόμο, ο καθορισμός ονομαστικής αξίας που υπολείπεται ή υπερβαίνει τα κατώτατα (0,04€) ή ανώτατα (100€) όρια αντίστοιχα. Επίσης, άκυρη είναι και τυχόν απόφαση της ΓΣ για ζήτημα που εκφεύγει των αρμοδιοτήτων της  (ως αντίθετη, επίσης, στον νόμο-άρ. 117).

    Όσον αφορά την αντίθεση, τέλος, του περιεχομένου της απόφασης της ΓΣ στο καταστατικό, προϋποτίθεται νόμιμη (κι όχι στερούμενη νομιμότητας) καταστατική πρόβλεψη.

     

    Θα έλεγε κανείς πως οι δύο, μόνον-περιοριστικά αναφερόμενοι στον νόμο, λόγοι για την ακυρότητα μιας ΓΣ (:έλλειψη σύγκλησής της ή περιεχόμενο απόφασης ενάντια στον νόμο ή το καταστατικό) δεν αποτελούν ορατό κίνδυνο για το κύρος της. Οι κίνδυνοι όμως καθίστανται απολύτως άμεσοι και απτοί όταν αβλεψίες, ιδίως (και όχι κατ’ ανάγκην ενέργειες ή σκόπιμες παραλείψεις), παρεισφρύουν στη διαδικασία σύγκλησης ή στο περιεχόμενο των αποφάσεων της. Τόσο η ΑΕ, οι πλειοψηφούντες και μειοψηφούντες μέτοχοι όσο και, ιδίως, οι νομικοί παραστάτες αμφοτέρων θα πρέπει να τελούν σε συνεχή εκγρήγορση.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ακυρώσιμες Αποφάσεις Γενικής Συνέλευσης: Αποτελέσματα Ακύρωσης, Προσωρινή Δικαστική Προστασία & Αγωγή Αποζημίωσης

    Ακυρώσιμες Αποφάσεις Γενικής Συνέλευσης: Αποτελέσματα Ακύρωσης, Προσωρινή Δικαστική Προστασία & Αγωγή Αποζημίωσης

    Ακυρώσιμες Αποφάσεις Γενικής Συνέλευσης: Αποτελέσματα Ακύρωσης, Προσωρινή Δικαστική Προστασία & Αγωγή Αποζημίωσης

    (άρθρο 137 §§ 4, 9, 10, 11, 12)

    Αποφάσεις της ΓΣ είναι ενδεχόμενο να καταλήξουν ελαττωματικές. Ανάλογα με το συγκεκριμένο ελάττωμα, είναι ενδεχόμενο η απόφαση να είναι ακυρώσιμη. Η ακύρωση της τελευταίας προϋποθέτει άσκηση αγωγής ακύρωσης. Τα αποτελέσματα της ενδεχόμενης αποδοχής της δεν είναι αμελητέα. Παραμένει, πάντοτε, δυνατή η παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας καθώς και η άσκηση αγωγής αποζημίωσης. Περί αυτών το παρόν!

    Αποτελέσματα Ακύρωσης

    Η ακύρωση (ακυρώσιμης) απόφασης ΓΣ προϋποθέτει τελεσίδικη δικαστική απόφαση.  Η ακυρώσιμη, πάντως, απόφαση της ΓΣ παράγει τα αποτελέσματά της έως την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης, που θα κρίνει σχετικά.

    Η ακύρωση ισχύει αναδρομικά από τον χρόνο λήψης της˙ δεν θίγει, όμως, δικαιώματα τρίτων που αποκτήθηκαν με βάση την ακυρώσιμη απόφαση ή πράξη που έλαβε χώρα στη βάση αυτής. Ωστόσο, αν ο τρίτος είχε γνώση ή αγνοούσε μεν αλλά από βαριά αμέλεια το συγκεκριμένο ελάττωμα, η ακύρωση της σχετικής απόφασης έχει αναδρομική ισχύ και για τον συγκεκριμένο τρίτο (137 §10 εδ. γ΄).

    Η απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή η αγωγή, ισχύει έναντι πάντων (erga omnes –137 §10 εδ. α΄). Αποκλείεται, έτσι, η δυνατότητα άσκησης δεύτερης αγωγής από διαφορετικό ενάγοντα για το ίδιο θέμα. Αντίθετα, τυχόν απορριπτική απόφαση ισχύει μόνον έναντι των διαδίκων της εκάστοτε δίκης. Ως εκ τούτου έτερος, μη διάδικος μέτοχος ή μέλος ΔΣ είναι δυνατό να ασκήσει, εκ νέου, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, πως το επικαλούμενο ελάττωμα εξακολουθεί να υφίσταται και να μην έχει θεραπευτεί˙ να συντρέχουν, επίσης, οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τον νόμο για την άσκηση της αγωγής ακύρωσης της απόφασης της ΓΣ.

    Η απόφαση για την ακύρωση απόφασης ΓΣ είναι διαπλαστική.

    Το ΔΣ είναι υποχρεωμένο να λάβει τα μέτρα που επιβάλλει η κατάσταση, η οποία θα προκύψει από την ακύρωση (137 §10 εδ. β΄). Ο δικαστής, πάντως, δεν νομιμοποιείται να αντικαταστήσει την απόφαση της ΓΣ με την ορθή εκδοχή της, σε περίπτωση που καταλήξει στην ελαττωματικότητά της. Η (έγκυρη) απόφαση της ΓΣ, η οποία θα λαμβάνονταν τηρώντας τον νόμο και το καταστατικό,  θα πρέπει να ληφθεί από το ίδιο το όργανο της εταιρείας και δεν επιτρέπεται να αντικατασταθεί το έργο του από τη δικαστική κρίση. Σε αντίθετη περίπτωση, αν το δικαστήριο διέθετε σχετική αρμοδιότητα και εξουσία, θα παραβιαζόταν η αυτονομία και η ανεξαρτησία του νομικού προσώπου της ΑΕ (23/2018 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Προσωρινή Δικαστική Προστασία

    Διαπιστώσαμε, ήδη, πως η ακύρωση της απόφασης ΓΣ προϋποθέτει τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η τελευταία (:τελεσίδικη απόφαση) είναι εκείνη που θα ανατρέψει τις έννομες συνέπειες της ελαττωματικής απόφασης που θα έχουν επέλθει μέχρι τότε. Μέχρι, όμως, την έκδοσή της, τα συμφέροντα του αιτούντος και της εταιρείας θα παραμένουν σε εκκρεμότητα. Προβλέπεται στην περίπτωση αυτή, για την ασφάλεια των συναλλαγών, η δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων (347/2014 ΜονΠρωτΚαβάλας, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Να σημειωθεί, βέβαια, καθώς η συγκεκριμένη δυνατότητα θα υπήρχε, ούτως ή άλλως, και στη βάση των γενικών διατάξεων για τα ασφαλιστικά μέτρα του ΚΠολΔ. Προϋποτίθεται φυσικά, για τη λήψη τους (και επί ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ) η ύπαρξη επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης.Η προσωρινή ρύθμιση της προβληματικής κατάστασης που δημιουργείται από μια ακυρώσιμη απόφαση διευθετείται (πρόσκαιρα) με τη λήψη του προβλεπόμενου ασφαλιστικού μέτρου: της προσωρινής, δηλ., αναστολής ισχύος της ακυρώσιμης απόφασης (άρ. 137 §11 εδ. δ΄). Το συγκεκριμένο, ωστόσο, ασφαλιστικό μέτρο συνδέεται, άρρηκτα, με την αγωγή ακύρωσης της ελλαττωματικής απόφασης. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση τροπής του διαπλαστικού αιτήματος ακύρωσης της απόφασης σε καταψηφιστικό αίτημα αποζημίωσης (κατ’ άρ. 137 §9, εδ. β΄-επί μεταβίβασης των μετοχών των εναγόντων κατά τον χρόνο κατάθεσης των προτάσεων), δεν είναι δυνατή η χορήγηση ασφαλιστικών μέτρων. Και, εφόσον έχουν ληφθεί τέτοια, φυσικά και είναι δυνατή η άμεση ανάκλησή τους.

    Τα ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατό να διαταχθούν και πριν την άσκηση της αγωγής ακύρωσης (άρ. 137 §11 εδ. α΄). Στην περίπτωση, όμως, αυτή η αγωγή πρέπει να ασκηθεί μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την έκδοση της απόφασης που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα. Τα ασφαλιστικά μέτρα, σε διαφορετική περίπτωση, αίρονται αυτοδικαίως (άρ. 137 §11 εδ. β΄). Το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που η αγωγή ασκηθεί μετά την πάροδο της τετράμηνης αποσβεστικής προθεσμίας άσκησης της αγωγής ακύρωσης (κατ’ άρ. 137 §8 –άρ. 137 §11 εδ. γ΄).

    Το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να υποχρεώσει σε παροχή εγγύησης εκείνους που ζητούν προσωρινή δικαστική προστασία. Τούτο, αφού σταθμίσει όχι μόνον την ανάγκη προστασίας εκείνων αλλά και την ενδεχόμενη ζημία της εταιρείας από την αναστολή αυτή (άρ. 137 §11 εδ. ε΄). Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένου του γράμματος του νόμου, έχει διατυπωθεί η άποψη πως εγγυοδοσία είναι δυνατό να διαταχθεί μόνο στην περίπτωση που διατάσσεται το ασφαλιστικό μέτρο της αναστολής ισχύος της απόφασης. Δεν θα ήταν, πάντως, δυνατό να αποκλειστεί η, με βάση τις γενικές διατάξεις, δυνατότητα του Δικαστή να τη διατάξει (την εγγυοδοσία).

    Δημοσιότητα

    Η ακυρωσία απόφασης δεν εμποδίζει την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 137 §12 εδ. α΄).

    Σε δημοσιότητα, περαιτέρω, υπόκεινται τόσο η αγωγή ακύρωσης απόφασης της ΓΣ, που έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., όσο και η δικαστική απόφαση παντός βαθμού δικαιοδοσίας που απαγγέλλει την ακύρωσή της. Επιπλέον, η δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα ή αναστέλλεται η ισχύς της απόφασης (άρ. 137 §12 εδ. β΄). Να σημειωθεί, πάντως, πως η συγκεκριμένης φύσης δημοσιότητα των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων είναι δηλωτική και δεν προϋποτίθεται να λάβει χώρα για να επέλθουν τα αποτελέσματά τους.

    Αγωγή Αποζημίωσης

    …Σε Περίπτωση Μη Συγκέντρωσης Του Απαιτούμενου Ποσοστού Μετοχικού Κεφαλαίου Για Άσκηση Αγωγής Ακύρωσης

    Για την άσκηση αγωγής ακύρωσης νομιμοποιούνται ενεργητικά οι μέτοχοι της εταιρείας, εφόσον εκπροσωπούν το 2/100 του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 137 §3 εδ. α΄). Εναλλακτικά, οι μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου, στην περίπτωση άσκησης αγωγής για ακύρωση απόφασης, η οποία ελήφθη πλημμελώς λόγω μη παροχής οφειλόμενων πληροφοριών, που αφορούν το θέμα της ληφθείσας απόφασης (κατ’ άρ. 137 §2 περ. α΄ -άρ. 137 §3 εδ. δ΄).

    Οι μέτοχοι, που δεν μπορούν να ζητήσουν την ακύρωση της ΓΣ, επειδή δεν συγκεντρώνουν το απαιτούμενο ποσοστό μετοχών, μπορούν να ασκήσουν αγωγή αποζημίωσης. Συγκεκριμένα, να στρέψουν την αγωγή κατά της ΑΕ και να αξιώσουν από αυτή την αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστησαν «…εξαιτίας του γεγονότος ότι η απόφαση λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας ή από γενική συνέλευση που δεν συγκλήθηκε ή δεν συγκροτήθηκε νόμιμα ή εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έλαβαν τις πληροφορίες που ζήτησαν. Αξίωση αποζημίωσης έχουν κατά τις γενικές διατάξεις οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε.» (137 §4 εδ. α΄).

    Ο μέτοχος που αδυνατεί να ασκήσει αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ λόγω μη συγκέντρωσης του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που απαιτείται για τη νομιμοποίησή του οφείλει να δικαιολογήσει το έννομο συμφέρον του για την άσκηση της αγωγής αποζημίωσης. Προϋποτίθεται, για την τεκμηρίωσή του, πως ο μέτοχος είτε δεν παραστάθηκε στη σχετική ΓΣ είτε ότι εναντιώθηκε στη λήψη της ακυρώσιμης απόφασης. Ομοίως κι όταν δεν του χορηγήθηκαν οι πληροφορίες τις οποίες ζήτησε στο πλαίσιο επιμέρους θεμάτων της ημερήσιας διάταξης της ΓΣ.

    Οι μέτοχοι εκείνοι που συγκέντρωναν τα ανωτέρω ποσοστά κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής -όχι όμως κατά τον χρόνο κατάθεσης των προτάσεων- δικαιούνται, επίσης, με τις τελευταίες να αξιώσουν την αποζημίωσή τους. Τούτο, τρέποντας το διαπλαστικό τους αίτημα περί ακύρωσης της απόφασης ΓΣ σε καταψηφιστικό αποζημίωσής τους.

    Η αγωγή αποζημίωσης αποσκοπεί, ακριβώς, στην αποκατάσταση της ζημίας, την οποία υπέστη ο μέτοχος λόγω της ακυρώσιμης απόφασης της ΓΣ. Τούτη συνίσταται στην περιουσιακή χειροτέρευση της θέσης του. Η διαπίστωση της ζημίας γίνεται μέσω της σύγκρισης της ενεστώσας περιουσιακής κατάστασης του μετόχου με την κατάσταση, στην οποία θα βρισκόταν, αν δεν είχε ληφθεί η ακυρώσιμη απόφαση. Η ζημία που αποκαθίσταται είναι μόνο η άμεση, θετική και αποθετική, του ζημία (όχι η αντανακλαστική του ζημία, λόγω της ζημίας που υπέστη, άμεσα, η ΑΕ).

    [Να σημειωθεί, πάντως, πως από τα δυσκολότερα στοιχεία κάθε αγωγής αποζημίωσης, φυσικά και της συγκεκριμένης, είναι ο προσδιορισμός και απόδειξη της ζημίας: πεδίον δόξης λαμπρόν, επομένως, για τους συντάκτες της!]

    Στο ως άνω πλαίσιο, ο μέτοχος που ασκεί την αγωγή φέρει το βάρος επίκλησης και απόδειξης: (α) του λόγου που καθιστά την απόφαση ακυρώσιμη, (β) τη ζημίας που υπέστη, καθώς και (γ) τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της ζημίας του και της ακυρώσιμης απόφασης. Πριν όμως λάβει το αρμόδιο δικαστήριο την απόφασή του για ύπαρξη ζημίας, θα κληθεί να εξετάσει (προδικαστικά) την ύπαρξη (ή μη) ελαττώματος της επίμαχης απόφασης της ΓΣ.

    Κατά την ως άνω αγωγή αποζημίωσης δεν απαιτείται επίκληση και απόδειξη της υπαιτιότητας των οργάνων της ΑΕ για τη θεμελίωση της ευθύνης της τελευταίας, ως παθητικά νομιμοποιούμενης (αντικειμενική ευθύνη).

    Σε Περίπτωση Ακύρωσης Της Ελαττωματικής Απόφασης ΓΣ

    Αξίωση αποζημίωσης έχουν, κατά τις γενικές διατάξεις, οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε (137 §4 εδ. α΄). Την εν λόγω αγωγή δικαιούται να ασκήσει κάθε μέτοχος. Κι αυτό ανεξάρτητα από τη συγκέντρωση ή όχι του ελάχιστου ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου για την άσκηση αγωγής ακύρωσης.

    Θα πρέπει, εδώ, να επισημανθεί η διαφοροποίηση της συγκεκριμένης αγωγής αποζημίωσης ως προς την παθητική νομιμοποίηση. Συγκεκριμένα, η αγωγή αποζημίωσης που ασκείται κατά τις γενικές διατάξεις στρέφεται κατ’ εκείνων που προκάλεσαν τη ζημία και κατέστησαν με την πράξη ή την παράλειψή τους ακυρώσιμη την απόφαση της ΓΣ. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα μπορεί να είναι τα μέλη του ΔΣ που συγκάλεσαν μη νόμιμα τη ΓΣ. Εναλλακτικά, οι μέτοχοι που έλαβαν απόφαση κατά κατάχρηση της πλειοψηφίας. Σαφώς και η ίδια η ΑΕ. Τούτο, λ.χ., όταν η ΓΣ προέβη στη λήψη απόφασης, χωρίς την προηγούμενη χορήγηση των νομίμως αιτούμενων από μέτοχο πληροφοριών.

    Και στην περίπτωση αυτή, ο αιτών την αποζημίωση οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει: (α) την πράξη ή παράλειψη δυνάμει των οποίων η απόφαση της ΓΣ καθίσταται ακυρώσιμη (εφόσον τούτη δεν έχει, ήδη, ακυρωθεί), (β) την υπαιτιότητα του παθητικώς νομιμοποιούμενου προσώπου, (γ) την (πάντοτε δυσχερώς αποδείξιμη) ζημία του και τέλος, (δ) τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ πράξης/παράλειψης και ζημίας.

    …Σε Περίπτωση Μη Επιτρεπτού Ακύρωσης Απόφασης

    Όπως ήδη έχει αναλυθεί σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ορισμένες αποφάσεις, αν και ακυρώσιμες, δεν μπορούν να ακυρωθούν.

    Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπεται, δεν είναι δυνατό να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ που έχουν ως αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ. Στην περίπτωση αυτή, μέτοχος που δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφαση και θίγεται από αυτήν, μπορεί να αξιώσει από την ΑΕ αποκατάσταση της ζημίας του (τούτο, εξαιτίας των γεγονότων της §4 -άρ. 137 §6 εδ. α΄).

    Δεν είναι δυνατό, επίσης, να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ, τις οποίες η τελευταία επικύρωσε με νεότερη απόφασή της, διορθώνοντας ή αποκαθιστώντας την πλημμέλεια που αποτελούσε το λόγο της ακυρωσίας. Στην περίπτωση αυτή, τρίτοι (:οι μέτοχοι και τα μέλη ΔΣ που ενεργητικά νομιμοποιούνται για την άσκηση της αγωγής ακύρωσης) δικαιούνται να ζητήσουν από την ΑΕ τα έξοδα της δίκης ακύρωσης, στα οποία υποβλήθηκαν, καθώς και την αποκατάσταση της όποιας, ενδεχομένως, ζημίας υπέστησαν λόγω της επικύρωσης (άρ. 137 §6 εδ. β΄ και γ΄).

    Προθεσμία Άσκησης Αγωγής Αποζημίωσης

    Η αγωγή αποζημίωσης ασκείται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υπόκειται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο ΓΕ.ΜΗ (άρ. 137 §8 εδ. β΄).

    Παρά το γεγονός ότι ο νόμος δεν προβαίνει σε σχετική διάκριση, ορθότερο είναι να δεχθούμε πως η συγκεκριμένη, εξαιρετικά σύντομη, αποσβεστική προθεσμία δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση άσκησης αγωγής αποζημίωσης στη βάση των γενικών διατάξεων:  υπόκειται, επομένως, η τελευταία στην προβλεπόμενη κατά τις γενικές διατάξεις 5ετή παραγραφή (άρ. 937 ΑΚ).

    Το Ενδεχόμενο Συμβιβασμού

    Η άσκηση της αγωγής ακύρωσης μιας ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ μπορεί να αποφευχθεί ύστερα από συμβιβασμό της ΑΕ με τον αιτούντα μέτοχο. Αντίστοιχα συμβιβασμός μπορεί να υπάρξει και επί ενδεχομένως ασκηθησόμενης αγωγής αποζημίωσης, τον οποίο (συμβιβασμό) θα ακολουθήσει παραίτηση. Οποιοσδήποτε, όμως, συμβιβασμός προϋποθέτει ανταλλάγματα. Εναπόκειται στο ΔΣ να λάβει τις σχετικές αποφάσεις. Δεν αποκλείεται, βέβαια-για λόγους τακτικής, να συνομολογήσει η ΑΕ, διά του ΔΣ, μια τέτοια αγωγή.

    Θα πρέπει προσεκτικά να λάβουν χώρα τέτοιες ενέργειες καθώς ενδεχόμενος συμβιβασμός ή/και συνομολόγηση αγωγής γεννά όχι μόνον υποψίες αλλά και, δυνητικά, ευθύνες (αστικές και ποινικές). Σε περίπτωση, πάντως, που η ίδια η ΑΕ εντοπίζει και δέχεται ότι η απόφαση πάσχει από ελάττωμα, οφείλουν τα μέλη του ΔΣ να προβούν στα κατά νόμο αναγκαία, ώστε να διασφαλιστεί η νόμιμη λειτουργία της ΑΕ.

     

    Οι ακυρώσιμες αποφάσεις της ΓΣ παράγουν τα αποτελέσματά τους μέχρις ότου ακυρωθούν με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, εκτός κι αν μεσολαβήσει απόφαση ασφαλιστικών μέτρων που προσωρινά αναστέλλει την ισχύ τους. Όσοι βλάπτονται από τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις δικαιούνται, υπό προϋποθέσεις να αποζημιωθούν. Για την ΑΕ πάντοτε υπάρχουν, πάντοτε, δυνατότητες ελιγμών. Απαιτείται η δέουσα οξύνεια και επιμέλεια των μελών του ΔΣ. Το σημαντικότερο: η δέουσα προσοχή για την διαχείριση (δυνητικά) προβληματικών καταστάσεων.-

     

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

  • Αγωγή Ακύρωσης Αποφάσεων ΓΣ: Νομιμοποίηση, Αρμοδιότητα, & Προθεσμία

    Αγωγή Ακύρωσης Αποφάσεων ΓΣ: Νομιμοποίηση, Αρμοδιότητα, & Προθεσμία

    Αγωγή Ακύρωσης Αποφάσεων ΓΣ: Νομιμοποίηση, Αρμοδιότητα, & Προθεσμία

    (άρ. 137 §3, 8, 9 ν. 4548/2018)

     

    Eλαττωματικός αποφάσεις είδαμε, ήδη, πως νοούνται εκείνες που ελήφθησαν πλημμελώς εξαιτίας ύπαρξης λόγου ακυρωσίας. Γι’ αυτές είναι δυνατό να ασκηθεί, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, αγωγή ακύρωσης. Για την ενεργητική και παθητική νομιμοποίηση, τη σχετική προθεσμία και το αρμόδιο δικαστήριο, το παρόν.

    Εισαγωγικά

    Απόφαση ΓΣ που πάσχει από ακυρωσία είναι δυνατό να ακυρωθεί με τελεσίδικη, μόνον, διαπλαστική δικαστική απόφαση. Σε αντίθεση με ενδεχόμενη ακυρότητα απόφασης ΓΣ, η ακυρωσία δεν είναι δυνατό να προβληθεί με ένσταση ή να κριθεί παρεμπιπτόντως στο πλαίσιο άλλης δίκης (1239/2020 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν είναι δυνατό, επίσης, να προβληθεί εξωδίκως. Αντίθετα, η προβολή του σχετικού ελαττώματος και η προσβολή του κύρους της σχετικής απόφασης της ΓΣ λαμβάνει χώρα, μόνον, με την άσκηση αγωγής ακύρωσης (2809/2014 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ενεργητική & Παθητική Νομιμοποίηση

    Ενεργητική Νομιμοποίηση

    Σκοπός ακύρωσης της ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ είναι η προστασία των δικαιωμάτων των μετόχων από ελαττώματα που αφορούν στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων της ΓΣ. Εκείνοι, επομένως, που ενεργητικά νομιμοποιούνται για την άσκηση μιας αγωγής ακύρωσης είναι δραστικά περιορισμένοι: τα μέλη του ΔΣ και οι μέτοχοι (άρ. 137 §3 εδ. α΄ και β΄). Οι τελευταίοι μάλιστα υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

    Εκείνοι που νομιμοποιούνται να ασκήσουν αγωγή ακύρωσης δεν είναι δυνατό να παραιτηθούν, εκ προοιμίου, από το σχετικό δικαίωμα-πριν, λ.χ., τη λήψη μιας ελαττωματικής απόφασης της ΓΣ.

    Οι ρυθμίσεις για κείνους που ενεργητικά νομιμοποιούνται να ασκήσουν την αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ είναι αναγκαστικού δικαίου˙ δεν είναι, επομένως, δυνατό να υπάρξουν διαφοροποιήσεις με το καταστατικό˙ λ.χ. ως προς εκείνους που δικαιούνται να την ασκήσουν ή τα ποσοστά που θα πρέπει να κατέχουν. Δεν είναι, επίσης δυνατό να τίθενται με το καταστατικό πρόσθετες προϋποθέσεις ή περιορισμοί έναντι εκείνων που ο νόμος αξιώνει.

    Τρίτοι (πλην των μετόχων και των μελών του ΔΣ) δεν δικαιούνται να ασκήσουν αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ. Εξαιρούνται οι επικαρπωτές και ενεχυρούχοι δανειστές, εφόσον ασκούν το δικαίωμα ψήφου (άρ. 54 §3).

    Ιδίως Ως Προς Τους Μετόχους

    Η αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε μέτοχο, εφόσον: (α) κατέχει μετοχές που εκπροσωπούν συγκεκριμένο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου και, πρόσθετα, (β) δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στη λήψη της σχετικής απόφασης.

    Ειδικότερα:

    (α) Ως προς την εκπροσώπηση ενός ελάχιστου ποσοστού κεφαλαίου

    Ο νόμος προβλέπει ότι αγωγή ακύρωσης μπορεί να ασκηθεί από μέτοχο που εκπροσωπεί τα 2%, κατ’ ελάχιστον, του μετοχικού κεφαλαίου. Κατά την ορθότερη άποψη: του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

    Ειδικά, όμως, όσον αφορά την περίπτωση άσκησης αγωγής ακύρωσης κατά απόφασης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, το ποσοστό 2% υπολογίζεται με βάση το μετοχικό κεφάλαιο, όπως αυτό διαμορφωνόταν πριν την αύξηση.

    Δεν είναι απαραίτητο, κατά την ορθότερη θέση, το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο που εκπροσωπείται να ανήκει αποκλειστικά σε έναν μέτοχο˙ είναι δυνατό να ανήκει σε περισσότερους. Οι εν λόγω μέτοχοι από κοινού νομιμοποιούνται να ασκήσουν, ως αναγκαίοι ομόδικοι, τη σχετική αγωγή (1074/2016 ΠολΠωρτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τούτο, καθώς η αναφυόμενη διαφορά επιδέχεται ενιαία, μόνον, ρύθμιση.

    Ξεχωριστά αντιμετωπίζεται, επιπρόσθετα, η περίπτωση άσκησης αγωγής για ακύρωση απόφασης, η οποία ελήφθη πλημμελώς λόγω μη παροχής οφειλόμενων πληροφοριών, που αφορούν τη ληφθείσα απόφαση (κατ΄ άρ. 137 §2 περ. α΄ -άρ. 137 §3 εδ. δ΄). Στην περίπτωση αυτή, οι ενάγοντες πρέπει να συγκεντρώνουν το 1/20, κατ’ ελάχιστο, του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Περαιτέρω, όμως, πρέπει να αιτήθηκαν προσηκόντως τη χορήγηση των πληροφοριών (κατ’ άρ. 141). Αν δεν ακολούθησαν την προβλεπόμενη διαδικασία, η απόφαση δεν πάσχει.

    Οι ενάγοντες μέτοχοι οφείλουν να αποδείξουν ότι, τόσο κατά την άσκηση της αγωγής όσο και κατά το χρόνο κατάθεσης των προτάσεων (σύμφωνα με την §1 άρ. 237 ΚΠολΔ) διαθέτουν τις μετοχές που τους παρέχουν το δικαίωμα να ασκήσουν την αγωγή (άρ. 137 §9 εδ. α΄). Αδιάφορο, επομένως, αν τις διαθέτουν κατά τη συζήτηση ή κατά την έκδοση της απόφασης. Αν δεν επικαλεστούν οι ενάγοντες ότι διαθέτουν το απαιτούμενο ποσοστό, η αγωγή τους θα απορριφθεί ως απαράδεκτη˙ αν το επικαλεστούν χωρίς να το αποδείξουν, ως ουσία αβάσιμη. Είναι ενδεχόμενο οι ενάγοντες, μετά την άσκηση της αγωγής τους, να μεταβιβάσουν μέρος ή το σύνολο των μετοχών τους, ώστε κατά το χρόνο κατάθεσης των προτάσεων να μην συγκεντρώνουν, πλέον, τα απαιτούμενα ποσοστά. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι ενάγοντες μέτοχοι δικαιούνται να ζητήσουν με τις προτάσεις τους αποζημίωση (σύμφωνα με την §4  άρ 137 -άρ. 137 §9 εδ. α΄).

    (β) Ως προς το έννομο συμφέρον

    Για την άσκηση αγωγής ακύρωσης απόφασης ΓΣ, έννομο συμφέρον δικαιολογεί ο μέτοχος που είτε δεν συμμετείχε/παραστάθηκε στη σχετική ΓΣ είτε εναντιώθηκε στη λήψη της ακυρώσιμης απόφασης.

    Ως μη συμμετοχή νοείται η (μη) παράσταση μετόχου στη ΓΣ αυτοπροσώπως ή μέσω αντιπροσώπου. Θεωρείται, ωστόσο, ότι ο μέτοχος δεν παραστάθηκε κι όταν ο Πρόεδρος της ΓΣ αρνήθηκε να του δώσει τον λόγο ή παράνομα του τον αφαίρεσε ή δεν επιτράπηκε στον εν λόγω μέτοχο να ψηφίσει.

    Στην περίπτωση που ο μέτοχος παρέστη, κατά τα άνω, στη ΓΣ (στο πλαίσιο της οποίας ελήφθη η ελαττωματική απόφαση), απαιτείται να έχει δηλωθεί η αντίθεσή του κατά της επίμαχης απόφασης. Η προϋπόθεση αυτή νοείται ως έκφανση της καλόπιστης συμπεριφοράς και, συγκεκριμένα, της μη εκδήλωσης αντιφατικής συμπεριφοράς. Η εν λόγω αντίθεση του μετόχου, οφείλει να είναι ρητή. Αρνητική ή λευκή ψήφος ή αποχή δεν νοούνται ως αντίθεση. Η εναντίωση του μετόχου θα πρέπει, επίσης, να έχει διατυπωθεί έως το πέρας της ΓΣ. Δεν απαιτείται, πάντως, τήρηση ορισμένου τύπου ούτε και συγκεκριμένη αιτιολογία σχετικά με την εναντίωσή του. Η τελευταία (:εναντίωση) του μετόχου, που εξασφαλίζει τη νομιμοποίησή του για την άσκηση της εν λόγω αγωγής, προαπαιτούμενο είναι να συνοδεύεται με αρνητική ψήφο. Κι αν παρά την εκδήλωση της αντίθεσής του ψήφισε θετικά, δεν δικαιούται να ασκήσει αγωγή.

    Ο ενάγων μέτοχος υποχρεούται να επικαλεστεί και να αποδείξει τόσο την παράσταση όσο και την εναντίωσή του κατά της απόφασης της ΓΣ την οποία προσβάλλει. Η εναντίωσή του είναι δυνατό να αποδειχθεί με κάθε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο. Συνεπώς, δεν απαιτείται η καταγραφή της στα πρακτικά της ΓΣ. Η απόδειξη, πάντως, της εναντίωσης με διαφορετικό τρόπο, εκτός των πρακτικών, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως δεν θα είναι, εν τέλει, ευχερής.

    Η αμέσως ανωτέρω προϋπόθεση για την παράσταση και εναντίωση στην (ελαττωματική) απόφαση της ΓΣ, θα πρέπει να πληρούται -κατά την ορθότερη άποψη- και στην περίπτωση της ακύρωσης απόφασης ΓΣ λόγω άρνησης παροχής πληροφοριών (σύμφωνα με το άρ. 141). Αρκεί η μη παράσταση να μην οφείλεται σε γεγονός, που εμπίπτει στη σφαίρα ευθύνης της ΑΕ.

    Ιδίως Ως Προς Τα Μέλη ΔΣ

    Τα πρόσωπα που συναπαρτίζουν το ΔΣ φέρουν υποχρέωση πίστης αλλά και υποχρέωση επιμέλειας απέναντι στην εταιρεία. Στο πλαίσιο αυτό φέρουν (και) την υποχρέωση τήρησης της νομιμότητας. Από τη σχετική τους ευθύνη πηγάζει και το δικαίωμά τους για άσκηση αγωγής ακύρωσης κατά ελαττωματικής απόφασης της ΓΣ. Κάθε μέλος του ΔΣ μπορεί ξεχωριστά να ασκήσει την εν λόγω αγωγή˙ όχι όμως και το ΔΣ ως συλλογικό όργανο.

    Κρίσιμο χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να συντρέχει στο πρόσωπο του ενάγοντος η ιδιότητα του μέλους του ΔΣ συνιστά ο χρόνος άσκησης της αγωγής. Αδιάφορο, επομένως, είναι αν κατείχε τη συγκεκριμένη ιδιότητα (του μέλους του ΔΣ) κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης.

    Παθητική Νομιμοποίηση

    Η ΑΕ, μόνον, είναι εκείνη που παθητικά νομιμοποιείται στην αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ (άρ. 137 §8). Η συγκεκριμένη αγωγή, στρέφεται κατά της ΑΕ, ανεξάρτητα από τον λόγο ακυρωσίας˙ ακόμα κι αν αυτός αφορά πράξη ή παράλειψη μετόχων ή μελών ΔΣ.

    Επομένως, αγωγή που ασκείται κατά μετόχων και μελών του ΔΣ, απορρίπτεται ως προς το σκέλος που στρέφεται κατ’ εκείνων (2244/2022 ΕφΑθ ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Αρμοδιότητα & Προθεσμία

    Η αγωγή ακύρωσης εκδικάζεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας (άρ. 137 §7).

    Η αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ ασκείται εντός αποσβεστικής προθεσμίας τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 137 §8 εδ. α΄). Η σχετική πρόβλεψη είναι αναγκαστικού δικαίου και η σχετική προθεσμία δεν είναι δυνατό να συντμηθεί ή να παραταθεί (στη βάση καταστατικής πρόβλεψης ή εξωεταιρικής συμφωνίας). Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της εν λόγω προθεσμίας, η ελαττωματική απόφαση της ΓΣ καθίσταται απρόσβλητη.

    Η προθεσμία έγερσης αγωγής ακύρωσης απόφασης ΓΣ επεκτάθηκε κατά ένα (1) μήνα σε σχέση με το προϊσχύσαν καθεστώς. Τούτο, µε γνώμονα τον εύλογο χρόνο που απαιτείται για τη συλλογή των απαιτούμενων στοιχείων και την τεκμηρίωση του υποβαλλόμενου αιτήματος, ενόψει και των πρακτικών συνθηκών αναζήτησης στοιχείων από τη Διοίκηση και δημοσίευσης των αποφάσεων στο Γ.Ε.ΜΗ. (βλ. σχετικά Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018 επί του άρ. 137).

    Η εν λόγω τετράμηνη προθεσμία δεν συμπληρώνεται πριν ο µέτοχος λάβει το πρακτικό της ΓΣ, όπου έχει καταχωρισθεί η ελαττωματική απόφαση. Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι ζήτησε το επίμαχο πρακτικό εντός της συγκεκριμένης προθεσµίας (134 §2 -βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 137).

     

    Η έγερση αγωγής ακύρωσης ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ είναι μια εξαιρετικά σημαντική ενέργεια που τα συμφέροντα των μετόχων της ΑΕ σκοπεί να διαφυλάξει. Απολύτως περιορισμένος, κατά λογική ακολουθία, ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να την ασκήσουν (:μέτοχοι και μέλη ΔΣ) και υπό συγκεκριμένες, μάλιστα- αυστηρές, προϋποθέσεις. Θα πρέπει, κατά τούτο, ιδιαίτερα προσεκτικοί να είναι τόσο εκείνοι που φέρουν την ευθύνη της ΓΣ (:διοίκηση της ΑΕ) όσο και οι δικαιούμενοι να ασκήσουν μια τέτοια αγωγή. Και τούτο γιατί τα αποτελέσματα μιας ακύρωσης απόφασης της ΓΣ δεν είναι καθόλου αμελητέα. Περί αυτών πάντως  (αλλά και περί της προσωρινής προστασίας και δημοσιότητας) σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης (άρ. 137 §§5 & 6)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, ενδέχεται, για συγκεκριμένους λόγους, να καθίστανται ακυρώσιμες. Ο νομοθέτης προβλέπει, ειδικά, τους λόγους αυτούς [οι οποίοι μας έχουν, ήδη, απασχολήσει: «Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ Αντίθεση Στον Νόμο & Το Καταστατικό, Μη Νόμιμη Σύγκληση & Συγκρότηση (άρ. 137 §1)» και «Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών (άρ. 141) & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας (άρ. 137 §2)»]. Αναφύονται, πάντοτε, ζητήματα σχετικά με την αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ ελαττώματος και λήψης απόφασης, ως προϋπόθεση επέλευσης της ακυρωσίας. Τούτα θα μας απασχολήσουν στο παρόν. Θα μας απασχολήσουν, επίσης, και οι περιπτώσεις εκείνες που συγκεκριμένες αποφάσεις ΓΣ δεν είναι δυνατό να ακυρωθούν.

    Αιτιώδης Σύνδεσμος Μεταξύ Πλημμέλειας & Ελαττώματος

    Όπως και υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, ο νομοθέτης (του ν. 4548/2018) δεν απαιτεί (ρητά) αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στη διαδικαστική πλημμέλεια και το ελάττωμα της απόφασης. Μοναδική εξαίρεση για την οποία υφίσταται ρητή μνεία για την εξάρτηση της ακυρωσίας από το διαδικαστικό σφάλμα αποτελούν οι συγκεκριμένες περιπτώσεις (αρ. 137 §5), οι οποίες και κατωτέρω θα μας απασχολήσουν. Όσον αφορά τις λοιπές περιπτώσεις ακυρωσίας, διαιωνίζεται έως και σήμερα η διχογνωμία που αφορά την ανάγκη (ή μη) συνδρομής αιτιώδους συνδέσμου.

    Θεωρία Του Αιτιώδους Συνδέσμου

    Κατά μία άποψη, προϋπόθεση επέλευσης του αποτελέσματος της ακυρωσίας αποτελεί η επιρροή (και συναφής αιτιώδης σύνδεσμος) της διαδικαστικής πλημμέλειας στη λήψη της απόφασης. Με άλλα λόγια: η επίδραση της πλημμέλειας στο αποτέλεσμα της απόφασης. Υποστηρίζεται όμως και η αντίθετη άποψη που στηρίζεται, κατά βάση, στη γραμματική ερμηνεία του νόμου (:ρητή αξίωση του νομοθέτη για την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μόνον στην §5 αρ. 137 και η σιωπή του στις λοιπές περιπτώσεις). Πρόσθετο επιχείρημα της τελευταίας, αυτής, άποψης συνιστά και  το γεγονός ότι η αξίωση ύπαρξης ενός τέτοιου, δυσαπόδεικτου, αιτιώδους συνδέσμου, θα καθιστούσε τη θέση της μειοψηφίας ιδιαιτέρως δυσχερή. Η άποψη αυτή μοιάζει και η ορθότερη. Έχει, μάλιστα, κριθεί πως στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων περί συγκρότησης, δημοσίευσης, απαρτίας και πλειοψηφίας, λόγω του αναγκαστικού δικαίου χαρακτήρα αυτών, δεν απαιτείται και επίδραση του σφάλματος στην απόφαση, προκειμένου τούτη να κριθεί ακυρώσιμη (3614/2018 ΜΕφΑθ, 410/2016 ΑΠ, ΤΝΠ QUALEX).

    Θεωρία Βαρύτητας Παρανομιών Ή Συνάφειας

    Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω αμφιγνωμιών, αναπτύχθηκε έτερη άποψη. Βάσει αυτής, αναγκαία είναι η εξεύρεση έτερου κριτηρίου,  για το ακυρώσιμο ή μη της απόφασης. Συγκεκριμένα, ενδεδειγμένο κριτήριο, κατά την άποψη αυτή, συνιστά η βαρύτητα της παρανομίας και η επίδραση της στα δικαιώματα συμμετοχής, ενημέρωσης και ψήφου του μετόχου. Αν τούτη είναι ιδιαιτέρως σοβαρή και επηρεάζει σημαντικά τα εν λόγω μετοχικά δικαιώματα, η απόφαση καθίσταται ακυρώσιμη.

    Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια αξιολογική εκτίμηση των επιπτώσεων παρανομίας. Υιοθετώντας την ανωτέρω θέση, η ανάγκη ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου επεκτείνεται και σε περαιτέρω περιπτώσεις, πέραν των –κατωτέρω αναφερόμενων- περιπτώσεων της §5 του άρ. 137. Μπορεί, επομένως, να υπάρξουν ελαττώματα που ακόμη και αν δεν συγκαταλέγονται στην εν λόγω διάταξη, ομοίως, να μην οδηγούν στην ακυρωσία. Τούτο, γιατί δεν θίγονται διοικητικά δικαιώματα μετόχων. Παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων, συνιστούν, λ.χ., η ανακριβής αναγραφή της ώρας συνεδρίασης στο πρακτικό της ΓΣ, η μικρή καθυστέρηση στην έναρξη της συνεδρίασης.

    Λόγοι Ακυρωσίας …Υπό Προϋποθέσεις

    Ο νομοθέτης, όπως ήδη σημειώθηκε, κινήθηκε προς τη λογική εξάρτησης της ακυρωσίας από ορισμένο σφάλμα. Κατέγραψε, λοιπόν, και απέκλεισε, συνάμα, μια σειρά από διαδικαστικές πλημμέλειες, οι οποίες δεν είναι δυνατό, καταρχήν, να καταστήσουν ακυρώσιμη τυχόν απόφαση της ΓΣ. Εκτός και αν πληρούται, εν προκειμένω, η (ρητά επιφυλασσόμενη) προϋπόθεση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ διαδικαστικής πλημμέλειας και λήψης απόφασης.

    Πρόκειται για τις ακόλουθες περιπτώσεις:

    (α) Καταρχάς, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας συμμετοχής σε αυτή προσώπων που δεν είχαν το δικαίωμα αυτό (σχετικά με τους νομιμοποιούμενους προς τούτο, βλ. «Δικαιούμενοι Συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση ΑΕ»). Τούτο, εκτός αν η συμμετοχή τους ήταν αποφασιστική για την επίτευξη απαρτίας ή η ψήφος τους αποφασιστική για την επίτευξη πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. α΄). Το βάρος απόδειξης της μη νομιμοποίησης συμμετέχοντος προσώπου και της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της μη νομιμοποιούμενης συμμετοχής και του αποφασιστικού της χαρακτήρα για την επίτευξη απαρτίας και πλειοψηφίας φέρει ο ενάγων.

    Η εν λόγω πρόβλεψη εισήχθη υπό το προϊσχύσαν καθεστώς του ν. 3604/2007. Ωστόσο, προ της εν λόγω εισαγωγής, γινόταν δεκτό ότι τυχόν συμμετοχή μη νομιμοποιούμενου προσώπου επέφερε την ακυρότητα της ληφθείσας απόφασης. Τούτο, όχι μόνον όταν η συμμετοχή αυτή καθίστατο κρίσιμη για την επίτευξη απαρτίας ή πλειοψηφίας. Αλλά και σε περίπτωση ψυχολογικού επηρεασμού των υπόλοιπων συμμετεχόντων εξαιτίας αυτής (ΣυμβΕφΑθ 1749/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πλέον, η ακυρωσία εξαρτάται από καθαρά αντικειμενικά κριτήρια.

    Σημειώνεται ότι τυχόν ακυρωσία δεν επέρχεται σε περίπτωση συμμετοχής προσώπου χωρίς σχετικό δικαίωμα, εφόσον συμμετείχε στη ΓΣ δυνάμει απόφασης ασφαλιστικών μέτρων και εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν μέτοχος και απορρίφθηκε, ως εκ τούτου, η σχετική του αγωγή (ΟλΑΠ, 20/2019 ΠΠρ Αθηνών, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Και τούτο, διότι ακόμα και η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (ήτοι: συμμετοχή και ψηφοδοσία στην ΓΣ) είναι αμετάκλητη.

    (β) Επίσης, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ακυρότητας ή ακυρωσίας επί μέρους ψήφων, εκτός αν οι ψήφοι αυτές ήταν αποφασιστικές για την επίτευξη πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. β΄). Ομοίως, το βάρος απόδειξης της ακυρότητας/ακυρωσίας ψήφου και του προαναφερόμενου αιτιώδους συνδέσμους φέρει ο ενάγων.

    (γ) Περαιτέρω, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ανακρίβειας, αοριστίας ή πλημμελειών τήρησης του σχετικού πρακτικού. Τούτο, εκτός αν για τους λόγους αυτούς δεν είναι δυνατόν να διαγνωσθεί το περιεχόμενο της απόφασης (άρ 137 §5 περ. γ΄). Λαμβάνεται, δηλαδή, εν προκειμένω, υπόψη ο σκοπός τήρησης των πρακτικών (130/2015 ΠΠρ Ρόδου, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σχετικές πλημμέλειες μόνο συνδυαστικά με την αδυναμία διάγνωσης του περιεχομένου της απόφασης που έχει ληφθεί, μπορούν να καταστήσουν την απόφαση ακυρώσιμη (λ.χ. δεν μπορεί να διαπιστωθεί ποια από τις προτάσεις των μετόχων ψηφίστηκε). Αντίθετα, στην περίπτωση που η γνώση του περιεχομένου της απόφασης δύναται να επιτευχθεί με άλλο τρόπο, δεν οδηγούμαστε σε σχετικό ελάττωμα και δεν μπορεί η απόφαση να ακυρωθεί.

    (δ) Επιπλέον, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ελαττώματος της απόφασης του ΔΣ, με την οποία συγκλήθηκε η ΓΣ. Τούτο, εκτός αν για το λόγο αυτόν δεν υπήρξε έγκαιρη και επαρκής πληροφόρηση των μετόχων (άρ. 137 §5 περ. δ΄). Το σχετικό βάρος απόδειξης φέρει ο ενάγων.

    Τα ως άνω ελαττώματα δεν οδηγούν, άνευ ετέρου, στην ακυρωσία. Εκτός κι αν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στο εκάστοτε σφάλμα και στη λήψη της πλημμελούς απόφασης. Ωστόσο, δεν είναι ακυρώσιμη (άρ. 137 §5 περ. ε’):

    (i) Απόφαση ΓΣ, επειδή, προηγουμένως, δεν ικανοποιήθηκε το ακόλουθο αίτημα ατομικής πληροφόρησης του μετόχου μη εισηγμένης ΑΕ: να του αποστέλλει, κατόπιν αιτήματος του, από ΑΕ, με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ατομική πληροφόρηση για την επικείμενη ΓΣ, τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης (άρ. 122 §4).

    (ii) Απόφαση ΓΣ, επειδή, προηγουμένως, δεν τηρήθηκαν από την ΑΕ οι πρόσθετες υποχρεώσεις πληροφόρησης των μετόχων πριν τη ΓΣ (άρ. 123 §§ 3-5).

    (iii) Απόφαση ΓΣ, εξαιτίας μη τήρησης ή πλημμελούς τήρηση των διατάξεων για την αντιπροσώπευση (άρ. 128).

    Για την ως άνω ρύθμιση έχουν διατυπωθεί (και όχι αδικαιολόγητα) σοβαρές ενστάσεις. Όπως, ήδη, έχουμε επισημάνει (βλ. «Αντιπροσώπευση Μετόχων»), ορθότερο, κατά τούτο, κρίνεται-τελολογικά ερμηνεύοντας τη συγκεκριμένη ρύθμιση, να μη εφαρμόζεται επί παραβάσεων που θίγουν το δικαίωμα του μετόχου να διορίζει αντιπρόσωπο και να συμμετέχει μέσω αυτού στη ΓΣ. Απαγόρευση, ως εκ τούτου, μετόχου να συμμετάσχει (και ψηφίσει) δι’ αντιπροσώπου στη ΓΣ, θα πρέπει να οδηγεί σε ακυρωσία της ακόλουθης απόφασής της λόγω κακής συγκρότησης.

     (iv) Απόφαση ΓΣ, εξαιτίας πλημμελούς τήρησης των διατάξεων για την εκλογή και τις αρμοδιότητες του Προέδρου της ΓΣ (άρ. 129). Άλλωστε, και στην §3 του άρθρου 129 προβλέπεται, ήδη, ότι η μη εκλογή ή η μη σύννομη εκλογή προέδρου, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων περί των αρμοδιοτήτων του Προέδρου (της §2 του άρ. 129) δεν επηρεάζουν το κύρος των αποφάσεων της ΓΣ, αν δεν συντρέχουν άλλα, πρόσθετα, ελαττώματα.

    Οι ως άνω (υπό i έως iv) περιπτώσεις συνιστούν «ήσσονος σημασίας» ρυθμίσεις, που εισάγουν, απλώς, «πρόσθετες πτυχές» στη διαδικασία λήψης απόφασης από τη ΓΣ (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 137). Κρίνεται, ως εκ τούτου, συμφερότερο για την ΑΕ, η παράβαση αυτών να μην ανάγεται σε λόγο ακυρωσίας των αποφάσεων της ΓΣ

    Περιπτώσεις Απαγόρευσης Ακύρωσης Απόφασης ΓΣ

    Πλέον των ως άνω, ο νομοθέτης καθορίζει, ρητά, το πρώτον με τον ν. 4548/2018, δύο περιπτώσεις οι οποίες δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ακυρωσία της απόφασης ΓΣ (άρ. 137 §6). Πρόκειται για τις εξής:

    (α) Αποφάσεις ΓΣ Περί Έκδοσης Τίτλων Προς Εισαγωγή Σε Ρυθμιζόμενη Αγορά Ή ΠΜΔ

    Καταρχάς ορίζεται ότι δεν μπορούν να ακυρωθούν αποφάσεις της γενικής συνέλευσης που έχουν ως αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ (137 §6 εδ. α΄).

    Η εν λόγω πρόβλεψη περί του μη επιτρεπτού της ακύρωσης των ως άνω αποφάσεων της ΓΣ τέθηκε με γνώμονα τις σοβαρές πρακτικές δυσχέρειες που θα μπορούσε η ακύρωση αυτή να επιφέρει (ιδίως όσων αφορά τυχόν αποφάσεις για αύξηση κεφαλαίου ή έκδοση νέων µετοχών µε µείωση της ονοµαστικής αξίας των µετοχών – split, ή έκδοση οµολογιών). Εξαιτίας, λοιπόν και κατά κύριο λόγο εξαιτίας της ανάµειξης και -αναγκαία- της ενιαίας συναλλακτικής κυκλοφορίας των άυλων δικαιωµάτων προτίµησης και των εν γένει άυλων τίτλων της εταιρεία προτάθηκε να μην επιτρέπεται η ακύρωσή τους. Εξάλλου, στην περίπτωση που μέτοχος θίγεται από ελάττωμα σχετικής απόφασης (που δεν είναι δυνατό να ακυρωθεί), η προστασία του από το εν λόγω ελάττωμα θα είναι η αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από την απόφαση εξαιτίας των γεγονότων, που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρ. 137. Σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέτοχος δεν παρέστη στην επίμαχη ΓΣ (άρ. 137 §6 εδ. β΄). Ή, άλλως, ότι αντιτάχθηκε στην απόφαση από την οποία και θίγεται. Το θιγόµενο, δε, πρόσωπο µπορεί να αξιώσει αποζημίωση και από άλλα, πλην της εταιρείας, πρόσωπα, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των γενικών διατάξεων (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 137).

    (β) Επικυρωθείσες Αποφάσεις ΓΣ

    Περαιτέρω, δεν μπορούν να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ, τις οποίες η τελευταία επικύρωσε με νεότερη απόφασή της. Και συγκεκριμένα, διορθώνοντας ή αποκαθιστώντας την πλημμέλεια που αποτελούσε το λόγο της ακυρωσίας (άρ. 137 §6 εδ. γ΄).

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, η ως άνω δυνατότητα επικύρωσης με αναδρομική ενέργεια δεν γινόταν δεκτή. Άλλο ήταν το ζήτημα της δυνατότητας μεταβολής της χωρίς το εκάστοτε ελάττωμα με ισχύ, σαφώς, για το μέλλον. Ωστόσο, ο ν. 4548/2018 μετέβαλλε το σχετικό καθεστώς. Πλέον, η επικύρωση ακυρώσιμης απόφασης με αναδρομική ισχύ είναι δυνατή. Απαραίτητη, βέβαια, προϋπόθεση, η δυνατότητα διόρθωσης της σχετικής πλημμέλειας. Κατόπιν, δε, της επικύρωσης, ακύρωση της θεραπευθείσας απόφασης δεν νοείται.

    Στο ως άνω πλαίσιο, σε περίπτωση που ασκήθηκε αγωγή ακύρωσης για επικυρωθείσα απόφαση, προβλέπεται ρητά ότι «τρίτοι» δικαιούνται να ζητήσουν από την εταιρεία τα έξοδα της δίκης ακύρωσης, στα οποία υποβλήθηκαν. Επίσης, την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν λόγω της επικύρωσης (άρ. 137 §6 εδ. δ΄). Μολονότι ο νομοθέτης χρησιμοποιεί την έννοια του τρίτου, στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται συγκεκριμένα, μόνον, πρόσωπα. Ειδικότερα, οι ενεργητικά νομιμοποιούμενοι να ασκήσουν αγωγή ακύρωσης: οι μέτοχοι και τα μέλη ΔΣ. Επίσης και οι ενεχυρούχοι δανειστές & οι επικαρπωτές, εφόσον διαθέτουν, βέβαια, τη σχετική εξουσία.

     

    Οι αποφάσεις της ΓΣ είναι, κατά κανόνα, ιδιαίτερης σημασίας, βαρύτητας και αξίας. Το ενδεχόμενο και δυνατότητα της ακύρωσής τους προϋποθέτει, κατά κανόνα, σχέση (:αιτιώδη σύνδεσμο) ανάμεσα στο ελάττωμα και την (προβληματική) απόφαση της ΓΣ. Κάποιες αποφάσεις είναι, υπό προϋποθέσεις, ακυρώσιμες και κάποιες άλλες καθίστανται, επίσης από τον νόμο, μη ακυρώσιμες. Ακόμα, όμως, και οι τελευταίες δημιουργούν αξιώσεις υπέρ εκείνων που ζημιώνονται. Ιδιαίτερη, κατά τούτο, η σημασία που πρέπει να δίδεται σ’ εκείνους που έχουν την ευθύνη της λήψης τους. Προς όφελος της εταιρείας και, φυσικά, των πλειοψηφούντων μετόχων.-

     

     


    Γράφει ο  Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm


     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 


    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ:  Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών (άρ. 141) & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας (άρ. 137 §2)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, είναι ενδεχόμενο να είναι ελαττωματικές.  Ήδη ασχοληθήκαμε  με την ακυρωσία των αποφάσεων της ΓΣ και κάποιους από τους λόγους της. Στο παρόν θα ολοκληρώσουμε με τις περιπτώσεις της μη χορήγησης πληροφοριών κατόπιν αιτήματος της μειοψηφίας (κατ’ άρ. 141) και της κατάχρησης της εξουσίας της πλειοψηφίας των μετόχων (άρ. 137 §2).

    Λόγοι Ακυρωσίας – Γενικά

    Οι λόγοι που καθιστούν τις αποφάσεις της ΓΣ ακυρώσιμες απαριθμούνται (αποκλειστικά) στον νόμο (άρ. 137 §§1 & 2). Τέτοιες αποφάσεις είναι, όπως σε προηγούμενη αρθρογραφία μας σημειώσαμε («Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ – Αντίθεση Στον Νόμο & Το Καταστατικό, Μη Νόμιμη Σύγκληση & Συγκρότηση») εκείνες που δεν είναι σύμφωνες με τον νόμο ή το καταστατικό. Εκείνες, επίσης, που έλαβε ΓΣ που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί.

    Υφίστανται, όμως, δύο ακόμη λόγοι ακυρωσίας. Συγκεκριμένα, ακυρώσιμη είναι (επίσης κατ’ άρ. 137 §2) η απόφαση που λήφθηκε: (α) χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, που αφορούν το θέμα της ληφθείσας απόφασης και νόμιμα ζητήθηκαν (κατά το άρ. 141) από μετόχους που ζητούν την ακύρωση της απόφασης, ή (β) κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας (σύμφωνα με το 281 ΑΚ).

    Συγκεκριμένα:

    (α) Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών Επί Της Ληφθείσας Απόφασης

    Ακυρώσιμη είναι η απόφαση που λήφθηκε χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, σχετικές με το θέμα της ληφθείσας απόφασης. Εφόσον, όμως, ζητήθηκαν από μετόχους της μειοψηφίας που άσκησαν το σχετικό τους δικαίωμα πληροφόρησης (κατά τα οριζόμενα στο άρ. 141).

    Μεταξύ των δικαιωμάτων μειοψηφίας που καθιερώνει ο νομοθέτης (κατ’ άρ. 141 ν. 4548/2018), συγκαταλέγεται και το δικαίωμα αίτησης χορήγησης πληροφοριών. Τούτο, ικανοποιείται από το ΔΣ. Οι αιτούμενες πληροφορίες αφορούν σε τρεις περιπτώσεις (άρ. 141 §§6-7):

    (α) παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών για τις υποθέσεις της ΑΕ, στο μέτρο που αυτές είναι σχετικές με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης (άρ. 141 §6 εδ. α΄),

    (β) ανακοίνωσης στην τακτική ΓΣ των ποσών και παροχών της ΑΕ σε κάθε μέλος του ΔΣ ή τους διευθυντές της (κατά την τελευταία διετία –άρ. 141 §6 εδ. β΄) και

    (γ) παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων και την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας (άρ. 141 §7 εδ. α΄).

    Εφόσον, επομένως, η -κατά νόμο αναγκαία- μειοψηφία προσηκόντως αιτήθηκε την παροχή πληροφοριών για τις παραπάνω περιπτώσεις, το ΔΣ υποχρεούται να τις παράσχει. Κι αν δεν το πράξει, στην περίπτωση που αφορούν το θέμα της ληφθείσας απόφασης, καθίσταται (η τελευταία) ακυρώσιμη. Η προϋπόθεση της συσχέτισης των πληροφοριών με τη ληφθείσα απόφαση συνδέεται άμεσα με τον σκοπό που εξυπηρετεί το συγκεκριμένο δικαίωμα. Ο νομοθέτης επιλέγει (και ορθά) οι μέτοχοι που θα συμμετάσχουν και θα ψηφίσουν για τη λήψη απόφασης, να είναι πλήρως ενημερωμένοι και προετοιμασμένοι. Απαιτείται, ως εκ τούτου, να χορηγούνται οι οφειλόμενες, ήτοι οι αναγκαίες αντικειμενικά για τον μέσο μέτοχο πληροφορίες, ώστε αυτός να μπορεί να προβεί σε εκτίμηση των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης. Υποκειμενικά στοιχεία ενός εκάστου μετόχου (λ.χ. μορφωτικό επίπεδο) δεν λαμβάνονται υπόψη για το περιεχόμενο των προς παροχή πληροφοριών.

    Στο ανωτέρω πλαίσιο, αν οι οφειλόμενες πληροφορίες δεν έχουν ζητηθεί προσηκόντως, δεν μπορεί να θεμελιωθεί αντίστοιχη παράβαση του δικαιώματος ενημέρωσης της μειοψηφίας. Συνεπώς, η ακολούθως ληφθείσα απόφαση της ΓΣ δεν οδηγεί σε ακυρωσία της (3010/2010 Πολ Πρωτ Αθηνών, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι υποχρέωση της παροχής συγκεκριμένων πληροφοριών για τις υποθέσεις της ΑΕ, στο μέτρο που αυτές είναι σχετικές με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης (άρ. 141 §6 εδ. α΄), δεν υφίσταται πάντοτε. Ενδεικτικά όταν η εν λόγω πληροφόρηση διατίθεται, ήδη, στο διαδικτυακό τόπο της εταιρείας (άρ. 141 §6 εδ. β΄).

    Όμως, και στις τρεις, ανωτέρω, αναφερόμενες περιπτώσεις υποχρέωσης πληροφόρησης, ακόμα και αν η απαιτούμενη μειοψηφία αιτήθηκε, προσηκόντως, την παροχή πληροφοριών, το ΔΣ έχει τη δυνατότητα, υπό προϋποθέσεις, να αρνηθεί τη χορήγησή τους. Συγκεκριμένα, το ΔΣ μπορεί να αρνηθεί την παροχή των πληροφοριών για αποχρώντα ουσιώδη λόγο, ο οποίος αναγράφεται στα πρακτικά (463/2011, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ύπαρξη αποχρώντος ουσιώδη λόγου εξετάζεται υπό το πρίσμα των συναλλακτικών ηθών και της καλής πίστης. Ρητά, δε, προβλέπεται ως τέτοιος λόγος η εκπροσώπηση των αιτούντων μετόχων στο ΔΣ σύμφωνα με τα άρθρα 79 (απευθείας διορισμό μέλους ΔΣ από μέτοχο) ή 80 (:εκλογή ΔΣ βάσει καταλόγου). Εφόσον, βέβαια, τα αντίστοιχα μέλη του ΔΣ έχουν λάβει τη σχετική πληροφόρηση κατά τρόπο επαρκή. Όπως αναφέρεται και στη σχετική νομοθετική πρόβλεψη, η εκπροσώπηση κρίνεται κατά τις περιστάσεις, καθώς εξετάζεται κατά πόσον υφίσταται πραγματική πρόσβαση του μετόχου στις εταιρικές πληροφορίες.

    Περίπτωση αποχρώντος ουσιώδους λόγου άρνησης συνιστά, επίσης, η κατάχρηση του δικαιώματος της μειοψηφίας για την αίτηση χορήγησης πληροφοριών. Επιπρόσθετα, η ύπαρξη υπέρτερου εταιρικού συμφέροντος (λ.χ. τήρηση εταιρικού απορρήτου).

    Εφόσον, λοιπόν, τηρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου, ενδεχόμενη άρνηση του ΔΣ δεν οδηγεί σε ακυρωσία της απόφασης που ελήφθη από τη ΓΣ.

    Σε κάθε περίπτωση, η μη χορήγηση (ή πλημμελής/ελλιπής χορήγηση) των αιτούμενων πληροφοριών για ορισμένα θέματα της ημερήσιας διάταξης περιορίζεται στην ακυρωσία της απόφασης επ’ αυτών. Στην περίπτωση που για ορισμένα θέματα υπήρξε ενημέρωση και για άλλα όχι, δεν (συμ)παρασύρεται το σύνολο των αποφάσεων σε ακυρωσία.

    Έχουν διατυπωθεί διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη δυνατότητα ή μη υπαγωγής στην εν λόγω περίπτωση ακυρωσίας έτερων περιπτώσεων μη χορήγησης πληροφοριών, που δεν προβλέπονται στο άρθρο 141. Τυχόν υπαγωγή, θα μπορούσε να γίνει -ενδεχομένως καθ’ υπερβολή- δεκτή με αναλογική εφαρμογή (εναλλακτικά: διασταλτική ερμηνεία) της πρόβλεψης του άρθρου 137 §2 περ. α΄.

    (β) Κατάχρηση Εξουσίας Της Πλειοψηφίας

    Ακυρώσιμη είναι (και) τυχόν απόφαση της ΓΣ, η οποία λαμβάνεται κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας (σύμφωνα με τους όρους του άρ. 281 ΑΚ -άρ. 137 §2 περ. β΄).

    Οι λόγοι ακυρωσίας αποφάσεων συνιστούν διαδικαστικά ελαττώματα της λήψης απόφασης από τη ΓΣ. Εξαιρείται, όμως, η κατάχρηση εξουσίας από την πλειοψηφία. Τούτος συνιστά ελάττωμα του ίδιου του περιεχομένου της απόφασης. Παρά το γεγονός αυτό, ο νομοθέτης επέλεξε να μην προβλέψει ως έννομη συνέπεια του εν λόγω ελαττώματος την ακυρότητα της ληφθείσας απόφασης της ΓΣ. Κι αυτό γιατί η διαπίστωση καταχρηστικότητας είναι απαραίτητο να διαγιγνώσκεται, ad hoc, από δικαστική απόφαση.

    Το ελάττωμα της καταχρηστικότητας, αφορά, συνολικά, στην απόφαση. Συνεπώς, όχι στις τις επιμέρους ψήφους με την οποία η τελευταία ελήφθη. Είναι άλλο το ζήτημα της ακυρότητας ορισμένων ψήφων της πλειοψηφίας λόγω καταχρηστικότητας. Το τελευταίο μπορεί να οδηγήσει, μεν, στην ακυρωσία της απόφασης, δυνάμει, όμως, του εδ. α΄ της §1 του άρθρου 137. Ήτοι, να θεωρηθεί ακυρώσιμη διότι η λήψη της αντιβαίνει στον νόμο. Βεβαίως, υπό την προϋπόθεση ότι οι ψήφοι αυτές ήταν αποφασιστικές για την επίτευξη πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. β΄).

    Εύλογα, ωστόσο, αναρωτιέται κανείς ποιες περιπτώσεις, εν τέλει, καλύπτει το σχετικό ελάττωμα; Όπως δέχεται η νομολογία, το σχετικό ελάττωμα διαπιστώνεται στις περιπτώσεις εκείνες, όπου το περιεχόμενο της απόφασης, κατά προφανή υπέρβαση των ακραίων αξιολογικών ορίων, που διαγράφονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος, δεν υπαγορεύεται από το συμφέρον της ΑΕ. Αντίθετα, διαμορφώνεται με αποκλειστικό σκοπό την εξυπηρέτηση ατομικών-μη ευλόγων συμφερόντων των μετόχων της πλειοψηφίας. Ή/και τη βλάβη των μετόχων της μειοψηφίας. Αντιβαίνει, ως εκ τούτου, στο εταιρικό συμφέρον, δηλαδή στο συμφέρον του νομικού προσώπου της εταιρείας. Ή στο ατομικό συμφέρον των μετόχων της μειοψηφίας. Χωρίς, όμως, να συντρέχει αποχρών λόγος για την παραβίαση, από την πλειοψηφία των νομίμων συμφερόντων της μειοψηφίας. Ακόμα, όμως, και αν υπάρχει αποχρών λόγος, τα συμφέροντα της μειοψηφίας θίγονται κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας. Όπως, δε, περαιτέρω σημειώνεται, το εν λόγω ελάττωμα αναφέρεται σε κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας. Μια τέτοια κατάχρηση είναι νοητή προφανώς και σε βάρος των συμφερόντων της μειοψηφίας, όταν η απόφαση λαμβάνεται προς εξυπηρέτηση των στενών συμφερόντων της πλειοψηφίας και όχι προς ικανοποίηση των κοινών συμφερόντων όλων των μετόχων-συμπεριλαμβανομένων και των μετόχων της μειοψηφίας (1462/2023 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Στο ως άνω πλαίσιο, ενδεικτικά, στον προκείμενο λόγο ακυρωσίας μπορούν να υπαχθούν περιπτώσεις όπου: (α) παραβιάζεται η αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, (β) η αρχή της υποχρέωσης πίστης προς την εταιρεία ή της υποχρέωσης πίστης προς τους μετόχους (σε μικρού μεγέθους εταιρείες με έντονο το προσωπικό στοιχείο στις σχέσεις των μετόχων μεταξύ τους) καθώς και (γ) η αρχή της αναλογικότητας μέσου προς σκοπό ή του οφέλους της εταιρίας σε σχέση με τη βλάβη της μειοψηφίας (1462/2023 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ειδικότερα, ως ακυρώσιμη, εξαιτίας κατάχρησης εξουσίας της πλειοψηφίας, έχει κρίνει η νομολογία:

    (α) Την απόφαση της ΓΣ με την οποία εξέλεξε ως μέλη του ΔΣ της αποκλειστικά πρόσωπα συγγενικά και με στενούς διαπροσωπικούς δεσμούς με τον μέτοχο της πλειοψηφίας, αποκλείοντας τον μέτοχο της μειοψηφίας (17526/2012 Πολ Πρωτ Θεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (β) Την απόφαση της ΓΣ με την οποία οι μέτοχοι της πλειοψηφίας, ενεργώντας συντονισμένα βάσει σχεδίου και αντίθετα στην καλή συναλλακτική πίστη, μεθοδεύουν τη μη διανομή ή την μειωμένη διανομή πρώτου μερίσματος. Τούτο, εγκρίνοντας, συνεχώς, τη μεταφορά κερδών σε νέα χρήση, σε κλίμακα μη εμπορικώς δικαιολογημένη με βάση την οικονομική κατάσταση και σημαντικά κέρδη της εταιρείας. Αποσκοπώντας, με τον τρόπο αυτό, να στερήσουν από τους μετόχους της μειοψηφίας το δικαίωμά τους επί των κερδών της εταιρείας, το οποίο αποτελεί το σπουδαιότερο περιουσιακό δικαίωμα του μετόχου ΑΕ. Μάλιστα, χωρίς να πλήττονται οι ίδιοι (οι μέτοχοι πλειοψηφίας) από την μεταφορά αυτή, γιατί αποφασίζουν για τους εαυτούς τους, ως διοικούντες την εταιρεία, αμοιβές δυσανάλογες προς την απασχόλησή τους στην τελευταία, αλλά και προς τα οικονομικά της στοιχεία (1462/2023 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (γ) Την απόφαση της ΓΣ με την οποία με την οποία επιδιώκεται η ανατροπή εξωεταιρικής συμφωνίας με συμβαλλόμενους το σύνολο των μετόχων.

    Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, κατά την εξέταση της ύπαρξης ή μη κατάχρησης εξουσίας της πλειοψηφίας, λαμβάνεται υπόψη τυχόν ωφέλεια, που επέρχεται με τη λήψη της σχετικής απόφασης για την ΑΕ. Εφόσον επιτυγχάνεται συγκεκριμένο όφελος για την ΑΕ, δεν είναι ευχερές να διαγνωστεί ως καταχρηστική η σχετική απόφαση της ΓΣ. Τούτο ακόμα και αν, συγχρόνως, υφίσταται βλάβη των συμφερόντων των μετόχων της μειοψηφίας ή ωφέλεια αυτών της πλειοψηφίας.

    Στο ως άνω πλαίσιο, έχει γίνει δεκτό ότι δεν είναι ακυρώσιμη, λόγω κατάχρησης εξουσίας, απόφαση της ΓΣ για τη μείωση και, ταυτόχρονη, αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου ενώ, ως θέμα της ημερήσιας διάταξης αναγραφόταν μόνο η αύξησή του. Τούτο, διότι δεν αποδείχθηκε ότι η σχετική απόφαση ελήφθη, κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας, με μοναδικό σκοπό την ενίσχυση της δικής της θέσης και, ταυτόχρονη, αποδυνάμωση του ενάγοντος ως μετόχου της μειοψηφίας. Αντίθετα, το δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι η σχετική μείωση ήταν αναγκαία, προκειμένου να μη λυθεί η εναγομένη ΑΕ με ανάκληση της άδειας της κατ’ άρθρο 48 ν. 2190/1920 (ισχύον σήμερα, άρ. 165 ν. 4548/2018 -5885/2010 Πολ Πρωτ Θεσσ).

     

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Είναι ακυρώσιμη απόφαση της ΓΣ που ελήφθη μολονότι δεν παρασχέθηκαν προσηκόντως αιτηθείσες πληροφορίες από μετόχους μειοψηφίας. Η απόφαση της ΓΣ, επίσης, που ελήφθη κατά κατάχρηση εξουσίας της πλειοψηφίας. Όμως, παρά τις σαφείς διατυπώσεις του νόμου, τα όρια παραμένουν, συχνά, ρευστά. Εναπόκειται, επομένως, στους νομικούς παραστάτες των μετόχων μειοψηφίας ή, αντίστοιχα, εκείνων της πλειοψηφίας να μεριμνήσουν για τα δέοντα.

     

     


    Γράφει ο  Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm


     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 


    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

  • Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ

    Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αντίθεση Στον Νόμο & Το Καταστατικό, Μη Νόμιμη Σύγκληση & Συγκρότηση (άρ. 137 §1)

     

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, έχουν, αυτονοήτως, ιδιαίτερη σημασία για τη λειτουργία της. Οι αποφάσεις αυτές εκφράζουν την εταιρική βούληση και δεσμεύουν την ΑΕ. Ωστόσο, εφόσον δεν τηρηθούν οι προβλεπόμενες (από τον νόμο ή το καταστατικό) προϋποθέσεις καταλήγουν ελαττωματικές. Οι ελαττωματικές αποφάσεις διακρίνονται σε ακυρώσιμες, άκυρες και ανυπόστατες. Εδώ θα μας απασχολήσουν οι ακυρώσιμες αποφάσεις. Εκείνες, συγκεκριμένα, που είναι αντίθετες στον νόμο ή το καταστατικό ή απορρέουν από ΓΣ που δεν έχουν συγκληθεί ή συγκροτηθεί νόμιμα (κατ’  άρ. 137 §1).

    Λόγοι Ακυρωσίας -Γενικά

    Να σημειωθεί, εισαγωγικά, πως από τις ακυρώσιμες (βεβαίως και τις άκυρες και τις ανυπόστατες) αποφάσεις θα πρέπει να διακριθούν οι ατελείς. Πρόκειται για υποστατές και έγκυρες αποφάσεις, οι οποίες είναι ακόμα ανενεργές. Τούτο, διότι επιφέρουν αποτελέσματα κατόπιν πλήρωσης ορισμένου εξωτερικού στοιχείου (όρου του ενεργού –λ.χ. δημοσίευση της απόφασης στο ΓΕΜΗ).

    Οι λόγοι, πάντως, που καθιστούν τις αποφάσεις της ΓΣ ακυρώσιμες απαριθμούνται (αποκλειστικά) στον νόμο (άρ. 137 §§1 & 2). Τέτοιες αποφάσεις είναι, κατά τα προαναφερθέντα, αυτές που δεν είναι σύμφωνες με τον νόμο ή το καταστατικό. Εκείνες, επίσης, που έλαβε ΓΣ που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί. Οι συγκεκριμένοι λόγοι ακυρωσίας είναι, κατά τα προαναφερθέντα, εκείνοι που θα μας απασχολήσουν στο παρόν.

    Ακυρώσιμη είναι (επίσης και-άρ. 137 §2) η απόφαση που λήφθηκε: (α) χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες, που αφορούν το θέμα της ληφθείσας απόφασης, και ζητήθηκαν (κατά το άρ. 141) από μετόχους που ζητούν την ακύρωση της απόφασης, ή (β) κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας (σύμφωνα με το 281 ΑΚ).

    Οι συγκεκριμένοι λόγοι ακυρωσίας, με εξαίρεση την περίπτωση της κατάχρησης εξουσίας, συνιστούν διαδικαστικά ελαττώματα στη λήψη απόφασης από τη ΓΣ.

    Πριν εξεταστούν από το αρμόδιο δικαστήριο, πάντως, λόγοι ακυρωσίας της απόφασης της ΓΣ (άρ. 137 §§1 &2) προηγείται ο έλεγχος ακυρότητας (άρ. 138) και ανυπόστατου (άρ. 139).

    Οι λόγοι ακυρωσίας που θα εξεταστούν εδώ είναι οι ακόλουθοι:

    (α) Λήψη Απόφασης Κατά Τρόπο Μη Σύμφωνο Με Τον Νόμο Ή Το Καταστατικό

    Καταρχάς, περίπτωση ακυρωσίας απόφασης που λήφθηκε από τη ΓΣ συντρέχει όταν λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό (άρ. 137 §1 εδ. α΄). Σχετικά διαδικαστικά ελαττώματα στον τρόπο λήψης της απόφασης από τη ΓΣ δύναται να εμφιλοχωρήσουν σε πλείστες περιπτώσεις. Ενδεικτικά:

    (i) Όταν, για τη λήψη απόφασης, δεν πληρούνται τα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας που απαιτούνται από τον νόμο ή το καταστατικό (43/2016, ΤρΕφΑνατΚρητ ΤΝΠ QUALEX ).

    (ii) Όταν επιμέρους ψήφοι, κατά τη λήψη απόφασης, είναι άκυρες ή ακυρώσιμες. Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι οι συγκεκριμένες ψήφοι ήταν αποφασιστικές για την επίτευξη πλειοψηφίας (137 §5 περ. β΄).

    (iii) Όταν η λήψη απόφασης διενεργείται κατά παράβαση των νομοθετικών ή καταστατικών προβλέψεων για τον τρόπο ψηφοφορίας στη ΓΣ (άρ. 131). Ακυρώσιμη είναι, λ.χ., η απόφαση που λήφθηκε με φανερή ψηφοφορία μολονότι το καταστατικό απαιτούσε μυστική. Εκείνη, επίσης, που λαμβάνεται με φανερή ψηφοφορία, ενώ ο νόμος απαιτεί μυστική (λ.χ. σε περιπτώσεις παροχής αμοιβών στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου-131 §2).

    (iv) Όταν λαμβάνεται απόφαση από τη ΓΣ, ενώ προηγουμένως έχει (παρανόμως) απορριφθεί αίτημα της μειοψηφίας των μετόχων για αναβολή λήψης της (άρ. 141 §5, 1710/2019 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (v) Όταν δεν τηρούνται, κατά τη λήψη απόφασης, οι καταστατικές προβλέψεις για συμμετοχή στη ΓΣ από απόσταση [:ήτοι, (a) συμμετοχή κατά τη διάρκεια αυτής με οπτικοακουστικά ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα (άρ. 125) ή (b) συμμετοχή πριν τη ΓΣ με επιστολική ψήφο (άρ. 126)].

    (vi)  Όταν η απόφαση της ΓΣ λαμβάνεται κατά παράβαση των χρηστών ηθών. Δεδομένου ότι, εν προκειμένω εξετάζονται διαδικαστικά ελαττώματα, σαφώς, η αντίθεση στα χρηστά ήθη δεν αφορά στο περιεχόμενο της απόφασης (γεγονός που θα επέφερε την ακυρότητά της). Αντίθετα, η ανηθικότητα, εν προκειμένω, αφορά γενικότερα τις συνθήκες λήψης της, τις περιστάσεις και τα κίνητρα αυτών που την έλαβαν (στην περίπτωση, όμως, που η απόφαση ελήφθη κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας υπάγεται σε διαφορετική ρύθμιση-§2 άρ. 137).

    (β) Μη Νόμιμη Σύγκληση

    Σε ακυρωσία της απόφασης που λήφθηκε από τη ΓΣ μπορεί, επίσης, να οδηγήσει το διαδικαστικό ελάττωμα της μη νόμιμης (προηγούμενης) σύγκλησης της εν λόγω ΓΣ (άρ. 137 §1 εδ. β΄). Της μη τήρησης, δηλ. των διαδικαστικών προϋποθέσεων της πρόσκλησης των μετόχων σε συνεδρίαση, που αποσκοπούν στην προστασία των μετόχων.

    Τέτοιας φύσης ελαττώματα, που επιφέρουν την ακυρωσία της εκάστοτε απόφασης της ΓΣ, πρέπει να διακρίνονται από την περίπτωση της ανυπαρξίας σύγκλησης. Στην τελευταία, αυτή, περίπτωση επέρχεται η ακυρότητα (και όχι ακυρωσία) της απόφασης της ΓΣ. Εκ περισσού να υπομνησθεί πως σε περίπτωση καθολικής ΓΣ, η απόφαση της δεν πάσχει από κάποιο ελάττωμα, ακόμη κι δεν τηρήθηκαν ή τηρήθηκαν πλημμελώς οι προϋποθέσεις της σύγκλησής της.

    Διαδικαστικά ελαττώματα που σηματοδοτούν την πλημμελή σύγκληση της ΓΣ εντοπίζονται σε αρκετές περιπτώσεις (3173/2022 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ QUALEX), που καταλήγουν σε ακυρωσίες. Ενδεικτικά:

    (i) Όταν η σύγκληση της ΓΣ έλαβε χώρα από αναρμόδιο όργανο. Λ.χ. από μεμονωμένα μέλη του ΔΣ χωρίς απόφαση ΔΣ ή από ΔΣ που δεν εκλέχτηκε ή συγκροτήθηκε νόμιμα (1871/2022 ΤρΕφΑθ, ΤΝΠ QULAEX). Ή από ΔΣ που απαρτίζεται από μέλη λιγότερα από τον ελάχιστο προβλεπόμενο αριθμό (με εξαίρεση την περίπτωση που τα απομένοντα μέλη του ΔΣ, ανεξάρτητα από τον αριθμό τους, συγκαλούν ΓΣ με αποκλειστικό σκοπό την εκλογή νέου ΔΣ –άρ. 82 §3).

    (ii) Όταν η απόφαση του αρμοδίου οργάνου για σύγκληση της ΓΣ είναι ελαττωματική, εφόσον για τον λόγο αυτόν δεν υπήρξε έγκαιρη και επαρκής πληροφόρηση των μετόχων (137 §5 περ. δ΄).

    (iii) Όταν η σύγκληση της ΓΣ έλαβε χώρα με πρόσκληση που δεν έχει το ελάχιστο-αναγκαίο περιεχόμενο [για τις μη εισηγμένες ΑΕ στο ελάχιστο περιεχόμενο εμπίπτουν: (a) το οίκημα όπου θα πραγματοποιηθεί η ΓΣ, (b) η χρονολογία και η ώρα της συνεδρίασής, (c) τα θέματα της ημερήσιας διάταξής, (d) οι μέτοχοι που έχουν δικαίωμα συμμετοχής καθώς και οδηγίες για τον τρόπο με τον οποίο οι μέτοχοι μπορούν να συμμετέχουν].

    Ομοίως, όταν η σύγκληση της ΓΣ έλαβε χώρα με πρόσκληση, η οποία εμπεριέχει μη νόμιμα στοιχεία. Λ.χ. ως ημέρα συνεδρίασης εξαιρετέα, από το καταστατικό, ημέρα.

    Σημειώνεται, όμως, ότι η έλλειψη από την πρόσκληση, ιδίως, των στοιχείων του οικήματος και της ημερομηνίας συγκλήσεως της ΓΣ, δεδομένης της σημασίας τους, είναι δυνατό να επιφέρει την ακυρότητα των αποφάσεων της ΓΣ (άρ. 138 §2).

    (iv) Όταν η συνεδρίαση της ΓΣ έλαβε χώρα σε χρόνο διαφορετικό από τον αναγραφόμενο στη σχετική πρόσκληση. Υποστηρίζεται, ωστόσο, και η άποψη ότι στην περίπτωση αυτή η απόφαση καθίσταται άκυρη (και όχι ακυρώσιμη).

    (v) Όταν λαμβάνεται απόφαση επί θέματος που δεν συμπεριλαμβάνεται στα θέματα ημερήσιας διάταξης της πρόσκλησης της ΓΣ σε σύγκληση. Ή επί θεμάτων που δεν τελούν σε εσωτερική συνάφεια με τα θέματα που συμπεριελήφθησαν στην πρόσκληση.

    (vi) Όταν συντελείται παράβαση υποχρέωσης της ΑΕ που αφορά στα δικαιώματα των μετόχων πριν τη ΓΣ. Της υποχρέωσης, συγκεκριμένα, να θέτει στη διάθεση των μετόχων της τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις της καθώς και τις σχετικές εκθέσεις του διοικητικού συμβουλίου και των ελεγκτών δέκα ημέρες πριν από την τακτική ΓΣ (άρ. 123 §1, κατά τρόπο σύμφωνα με τα οριζόμενα στην §2).

    (γ) Μη Νόμιμη Συγκρότηση

    Τέλος, διαδικαστικό ελάττωμα που μπορεί να οδηγήσει στην ακυρωσία ληφθείσας απόφασης από τη ΓΣ συνιστά η μη νόμιμη συγκρότησή της (άρ. 137 §1 εδ. β΄). Τέτοια παράβαση υπάρχει όταν η συνέλευση δεν συγκροτήθηκε από πρόσωπα που είχαν δικαίωμα να μετάσχουν σε αυτή. Τούτο είτε διότι δεν έγιναν δεκτοί, αλλά αποκλείσθηκαν (αμέσως ή εμμέσως) μέτοχοι δικαιούμενοι συμμετοχής είτε διότι συμμετείχαν στη συνέλευση μη δικαιούμενα πρόσωπα, (1426/2013 ΑΠ, 18/2001 ΟλΑΠ, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περιπτώσεις μη νόμιμης συγκρότησης της ΓΣ υφίστανται, ενδεικτικά:

    (i) Όταν λήφθηκε απόφαση, ενώ προηγουμένως αποκλείσθηκε από τη ΓΣ μέτοχος που εδικαιούτο να συμμετάσχει (λ.χ. επειδή δεν του επιτράπηκε να εισέλθει στον χώρο της συνεδρίασης). Η συγκεκριμένη ακυρωσία υφίσταται ανεξάρτητα αν η ψήφος του μετόχου που αποκλείσθηκε εμπόδιζε ή μη τον σχηματισμό πλειοψηφίας (629/2022 ΜονΕφΑθηνών, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επίσης, όταν δεν επιτράπηκε σε μέτοχο να ασκήσει δικαιώματά του (λ.χ. να λάβει τον λόγο κατά τη συνεδρίαση).

    (ii) Όταν λήφθηκε απόφαση, ενώ προηγουμένως δεν επιτράπηκε να συμμετάσχει στη ΓΣ μέτοχος, ο οποίος δεν συμμορφώθηκε με τις (καταστατικές) προϋποθέσεις συμμετοχής στη ΓΣ (μη εισηγμένων ή εισηγμένων ΑΕ). Τούτο, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπήρχε σπουδαίος λόγος για τον οποίο η ΓΣ αρνήθηκε τη συμμετοχή του, [αντίθετα: σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η διαπίστωση του μετοχικού δικαιώματος κάποιου, νόμιμα η ΓΣ μπορεί να αρνηθεί τη συμμετοχή του (1015/2020 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)].

    (iii) Όταν λήφθηκε απόφαση, ενώ προηγουμένως δεν επιτράπηκε σε μέτοχο να συμμετάσχει στη ΓΣ διά αντιπροσώπου (άρ. 128). Στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η μη τήρηση ή πλημμελής τήρηση των διατάξεων για την αντιπροσώπευση, δεν έχει ως αποτέλεσμα να ακυρωθεί απόφαση της ΓΣ (άρ. 137 §5 περ. ε΄). Και τούτο γιατί εντάσσεται στις «ήσσονος σημασίας» ρυθμίσεις, που εισάγουν, απλώς, «πρόσθετες πτυχές» στη διαδικασία λήψης απόφασης από τη ΓΣ (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 137). Για τη συγκεκριμένη ρύθμιση, όμως, έχουν διατυπωθεί (και όχι αδικαιολόγητα) σοβαρές ενστάσεις. Ορθότερο, κατά τούτο, κρίνεται (με βάση τελολογική ερμηνεία της συγκεκριμένης ρύθμισης) να μη εφαρμόζεται σε παραβάσεις που θίγουν το δικαίωμα του μετόχου να διορίζει αντιπρόσωπο και να συμμετέχει, μέσω αυτού, στη ΓΣ.

    (iv) Όταν λήφθηκε απόφαση, ενώ προηγουμένως δεν επιτράπηκε σε τρίτα πρόσωπα – μη μετόχους να παρασταθούν στη ΓΣ, μολονότι εδικαιούντο. Λ.χ. όταν δεν επιτρέπεται να παρασταθούν μέλη ΔΣ ή ελεγκτές της ΑΕ (άρ. 127 §1).

    Επίσης, όταν δεν επιτράπηκε (από τον Πρόεδρο της ΓΣ) σε τρίτο – μη μέτοχο να παρασταθεί στη ΓΣ, εφόσον ο εν λόγω αποκλεισμός οδηγεί σε, κατ’ ουσίαν, αποκλεισμό μετόχου (όπως στην περίπτωση αποκλεισμού διερμηνέα μετόχου που δεν ομιλεί την ελληνική-άρ. 127 §2).

    (v) Όταν το ΔΣ δεν τήρησε την (ενδεχόμενη) καταστατική υποχρέωση της κατάρτισης και διάθεσης στους μετόχους πίνακα μετοχών εντός 24 ωρών πριν τη συνεδρίαση της ΓΣ (άρ. 124 §4-δύσκολα, πάντως, να κηρυχθεί η σχετική ακυρωσία).

    (vi) Τέλος, όταν συμμετέχουν στη ΓΣ μη δικαιούμενα πρόσωπα. Τούτο, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή τους ήταν αποφασιστική για την επίτευξη απαρτίας ή η ψήφος τους ήταν αποφασιστική για την επίτευξη πλειοψηφίας (137 §5 περ. α΄).

     

    Είναι εξαιρετικά σημαντικό να τηρείται, ευλαβικά, το γράμμα του νόμου όσον αφορά τις αποφάσεις της ΓΣ. Αποφάσεις της ΓΣ που είναι αντίθετες στον νόμο ή το καταστατικό ή που προκύπτουν από ΓΣ δεν έχουν συγκληθεί ή συγκροτηθεί νόμιμα καταλήγουν ακυρώσιμες. Σε επόμενη, πάντως, αρθρογραφία μας θα μας απασχολήσουν και οι ακυρωσίες αποφάσεων, που ελήφθησαν χωρίς να παρασχεθούν οφειλόμενες πληροφορίες ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας.

     

     


    Γράφει ο  Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm


     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 


    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

     

     

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.