Ετικέτα: κορωνοϊός και επιχειρήσεις

  • Υποχρεωτικός Εμβολιασμός: Θέσεις, Αντιθέσεις, Ρυθμίσεις & Επιχειρήσεις

    Υποχρεωτικός Εμβολιασμός: Θέσεις, Αντιθέσεις, Ρυθμίσεις & Επιχειρήσεις

    Μας απασχόλησε, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, η υποχρεωτικότητα (ή μη) του εμβολιασμού των εργαζομένων καθώς και οι συνέπειες της (ενδεχόμενης) άρνησης (ή αδυναμίας) τους (:Αρνητές vs Επιχειρήσεις & Οικονομία: 1-0). Τη συγκεκριμένη αρθρογραφία ακολούθησε ένα νομοθέτημα (:ν. 4820/21-ΦΕΚ Α 130/2021), που επιχείρησε να συμβάλλει στη διαχείριση του όλου θέματος. Βοήθησε, άραγε, τις επιχειρήσεις και την οικονομία; Τώρα που «κατακάθισε ο κουρνιαχτός», από τις «ένθεν κακείθεν», φωνασκίες μπορούμε να κάνουμε μια νηφάλια και σύντομη αποτίμησή του. Θα μας συνδράμει, στο πλαίσιο αυτό, η απολύτως πρόσφατη διατύπωση απόψεων από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας αλλά και η θέση της επιστημονικής κοινότητας.

     

    Η θέση της ΠτΔ (και της Δημοκρατίας μας): Η ευθύνη όλων μας

    Ένα από τα κεντρικά συνθήματα στις διαδηλώσεις των αντιεμβολιαστών είναι και το «αλήτες, προδότες, πολιτικοί». Λόγος, αν μη τι άλλο, γεμάτος μίσος και ισοπεδωτικά απαξιωτικός. Λόγος που, σαφώς, υπερβαίνει την ελευθερία του λόγου αλλά και το δικαίωμα στην κριτική.

    Αρμόζουν, άραγε, σε όλους τους πολιτικούς μας οι συγκεκριμένοι χαρακτηρισμοί; Κατά την 47η επέτειο για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, ακούσαμε, μεταξύ άλλων, από την ΠτΔ να αποσαφηνίζει:

    «Η δημοκρατία δεν προάγει μόνο τα ατομικά δικαιώματα. Η ενάρετη άσκηση της ιδιότητας του πολίτη προϋποθέτει την απόσταση από τον ιδιοτελή εγωισμό και την αναγνώριση του καθολικού. Η ελευθερία μας δεν είναι απεριόριστη και δεν εμπεριέχει τη βλάβη των τρίτων. Η ισχύς της βρίσκεται εντός και όχι εκτός του νόμου. Στην υγειονομική κρίση, συνειδητοποιήσαμε πόσο επιδρούν οι πράξεις και οι αποφάσεις μας στους συνανθρώπους μας. Οι υποχρεώσεις μας στο κοινωνικό σύνολο είναι η άλλη όψη των δικαιωμάτων μας. Καθώς το τέταρτο κύμα εμφανίζεται ακόμη πιο μεταδοτικό, αντιλαμβανόμαστε τη σπουδαιότητα και την επείγουσα ανάγκη του μαζικού εμβολιασμού. Δεν υπάρχει καμία αμφισημία και αμφιβολία: το τέλος της πανδημίας δεν είναι πια ζήτημα καλής τύχης ή μεταφυσικής· είναι δική μας επιλογή και ευθύνη».

    Αυτή είναι η ουσία της δημοκρατίας μας. Αυτή, και μόνον αυτή, είναι η θέση που μπορεί να αρμόζει στο θέμα των εμβολιασμών σε μια ευνομούμενη και δημοκρατική χώρα σαν την δική μας.

    Αυτός είναι ο λόγος που οφείλουμε, ανεξαίρετα, να υιοθετούμε για το συγκεκριμένο θέμα αλλά και για κάθε αντίστοιχο.

     

    Η θέση της επιστημονικής κοινότητας: Ο τρόπος μετάδοσης του κορωνοϊού

    Ερευνητές από τα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης, του Κολοράντο, της Καλιφόρνια, Βόρειας Καρολίνας, του Τορόντο και του Σαν Ντιέγκο δημοσίευσαν (απολύτως πρόσφατα-15.4.21) μελέτη τους στην έγκυρη Ιατρική Επιθεώρηση “The Lancet” με τίτλο “Ten scientific reasons in support of airborne transmission of SARS-CoV-2”.

    Η συγκεκριμένη μελέτη καταλήγει:

    «Υπάρχουν σταθερές, ισχυρές ενδείξεις ότι το SARS-CoV-2 εξαπλώνεται μέσω αερομεταφερόμενης μετάδοσης. Αν και άλλες διαδρομές μπορούν να συμβάλουν, πιστεύουμε ότι η εναέρια διαδρομή είναι πιθανό να είναι κυρίαρχη. Η κοινότητα της δημόσιας υγείας πρέπει να ενεργεί αναλόγως και χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση».

    Θα πρέπει εμείς, άραγε, να μένουμε άπραγοι και απαθείς σαν κοινωνία στη συγκεκριμένη διαπίστωση; Τι μας αναλογεί να κάνουμε-εκτός από το να έχουμε ανοιχτά τα παράθυρα;

     

    Υποχρέωση επίδειξης πιστοποιητικού εμβολιασμού ή βεβαίωσης νόσησης

    Ο (απολύτως) πρόσφατος νόμος, που εισαγωγικά αναφέραμε, κινείται προς την κατεύθυνση που καταγράφει η ΠτΔ αλλά η προαναφερθείσα επιστημονική μελέτη. Στοχεύει να μας υπενθυμίσει (αλλά και, αναγκαία, επιβάλλει) το δημοκρατικό μας καθήκον για τη διασφάλιση της ζωής και την υγείας των περισσότερο ευάλωτων συνανθρώπων μας.

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο προβλέπει (:άρθρο 205, εδ. α) πως, μέχρι την 31.12.21, «οι εργαζόμενοι στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι έχουν ολοκληρώσει τον εμβολιασμό απέναντι στον κορωνοϊό COVID-19 ή έχουν νοσήσει εντός του τελευταίου εξαμήνου, υποχρεούνται, όπως επιδεικνύουν στον προϊστάμενο της οργανικής μονάδας όπου υπηρετούν ή στον εργοδότη τους, αντίστοιχα» είτε πιστοποιητικό εμβολιασμού είτε βεβαίωση νόσησης. Μάλιστα, τα σχετικά πιστοποιητικά και βεβαιώσεις ελέγχονται «από τον εργοδότη μέσω της ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής» που έχει, ήδη, τεθεί σε λειτουργία.

     

    Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού

    Το συγκεκριμένο νομοθέτημα επιβάλλει την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού «για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας Υγείας».

    Η υποχρεωτικότητα μάλιστα αυτή καταλαμβάνει «όλο το προσωπικό των ιδιωτικών, δημόσιων και δημοτικών μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων και φροντίδας ατόμων με αναπηρία (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό προσωπικό)» (άρθρο 206 §1α).

    Καταλαμβάνει επίσης «όλο το προσωπικό (ιατρικό, παραϊατρικό, νοσηλευτικό, διοικητικό και υποστηρικτικό) σε ιδιωτικές, δημόσιες και δημοτικές δομές υγείας (διαγνωστικά κέντρα, κέντρα αποκατάστασης, κλινικές, νοσοκομεία, δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, μονάδες νοσηλείας, Εθνικό Κέντρο Άμεσης Βοήθειας και Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας)» (§2).

    Να διευκρινίσουμε βέβαια πως στην έννοια του ανωτέρω προσωπικού περιλαμβάνεται καθένας που παρέχει υπηρεσίες ή έργο-μόνιμα ή πρόσκαιρα, απευθείας ή μέσω τρίτων. Ακόμα και οι εθελοντές (§3).

    Η συγκεκριμένη υποχρέωση δεν καταλαμβάνει εκείνους που νόσησαν («για διάστημα έξι (6) μηνών από τη νόσηση») καθώς και εκείνους που θα είναι σε θέση να αποδείξουν, συγκεκριμένους, λόγους υγείας (ειδικά προσδιορισμένους από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών), που εμποδίζουν τη διενέργεια του εμβολίου (§4).

     

    Οι προθεσμίες της συμμόρφωσης και οι συνέπειες της άρνησης

    Εκείνοι που υποχρεούνται να εμβολιαστούν έχουν προθεσμία να λάβουν την πρώτη (ή, κατά περίπτωση) μοναδική δόση του εμβολίου μέχρι τις 16.8.21 (ή, στις περιπτώσεις των δομών υγείας, μέχρι την 1.9.21). Υποχρεούνται επίσης, στις περιπτώσεις που προβλέπεται και δεύτερη δόση, να προχωρήσουν στην ολοκλήρωση του εμβολιαστικού κύκλου-όπως προβλέπεται.

    Στην περίπτωση όμως της μη συμμόρφωσής των υπόχρεων να εμβολιασθούν προβλέπονται σοβαρές κυρώσεις τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τους εργοδότες (άρθρο 206 §6).

    Όσον αφορά τους «αρνητές» εργαζόμενους: Οι συμβάσεις τους τίθενται σε αναστολή. Το σημαντικότερο όμως είναι πως δεν τους καταβάλλονται οι προβλεπόμενες αποδοχές είτε εργάζονται στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα είτε απασχολούνται με συμβάσεις εργασίας, έργου, παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών, δανειζόμενου προσωπικού ή προσωπικού που συμβάλλεται με εργολάβο.

    Κι όσον αφορά τους εργοδότες που απασχολούν, παρά ταύτα, ανεμβολίαστους εργαζόμενους, «βαρύς ο πέλεκυς»: επιβάλλεται πρόστιμο από 10.000 έως 50.000€ για κάθε παράβαση και, σε περίπτωση υποτροπής από 20.000 έως 200.000€ για κάθε παράβαση.

     

    Η δυνατότητα επέκτασης των μέτρων και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων

    Αν και λογικά αναμενόμενη, πολλά πυρά συσσώρευσε η διάταξη που προβλέπει δυνατότητα επέκτασης των συγκεκριμένων μέτρων, με Κοινή Υπουργική Απόφαση, και σε άλλες κατηγορίες εργαζομένων, όπως και η ενδεχόμενη εξειδίκευση των συγκεκριμένων ρυθμίσεων (άρθρο 206 §7).

    Προβλέπει, συγκεκριμένα, η εν λόγω διάταξη: «να εξειδικεύονται και να επεκτείνονται οι κατηγορίες των προσώπων που υποχρεούνται σε εμβολιασμό, να καθορίζονται η διαδικασία και ο χρόνος διενέργειας του εμβολιασμού, καθώς και τυχόν προτεραιοποίηση, η παρακολούθηση και ο τρόπος ελέγχου της συμμόρφωσης με την υποχρέωση, οι ειδικότεροι όροι προστασίας των προσωπικών δεδομένων και προβλέπεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια…».

    Με βάση τις μέχρι σήμερα κυβερνητικές δηλώσεις και σχετική ειδησεογραφία, σειρά φαίνεται πως λαμβάνουν, στο πλαίσιο αυτό, κι άλλες κατηγορίες εργαζομένων όπως, λ.χ., οι εκπαιδευτικοί.

     

    Η αντικατάσταση των αρνητών-προσλήψεις ορισμένου χρόνου

    Για την κάλυψη των κενών που δημιουργούνται στους φορείς του Δημοσίου Τομέα από τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας εκείνων που αρνούνται να εμβολιασθούν, δίνεται η δυνατότητα πρόσληψης προσωπικού με τρίμηνες συμβάσεις ορισμένου χρόνου που είναι δυνατό να παραταθούν για ένα, ακόμα, τρίμηνο (άρθρο 207).

    Για τις αντίστοιχες περιπτώσεις και κενά που δημιουργούνται στον ιδιωτικό τομέα, ο εργοδότης, δικαιούται να πράξει κατά βούληση-χωρίς οποιονδήποτε περιορισμό.

     

    Κι η μεγάλη κατηγορία των (λοιπών) επιχειρήσεων;

    Καθώς οι ρυθμίσεις που παραπάνω αναφέρθηκαν αναφέρονται σε συγκεκριμένες, μόνον, κατηγορίες εργαζομένων, είναι προφανές πως καμιά άλλη κατηγορία δεν καταλαμβάνεται- τουλάχιστον επί του παρόντος.

    Είναι προφανές λοιπόν πως το σύνολο των λοιπών επιχειρήσεων καλούνται να διαχειριστούν αντίστοιχα προβλήματα χωρίς κάλυψη και χωρίς οποιεσδήποτε κατευθύνσεις.

    Δυστυχώς.

     

    Κλείναμε το τελευταίο άρθρο από τη σειρά της σχετικής, με το θέμα, αρθρογραφίας μας με την επισήμανση πως: «οι επιχειρήσεις παρουσιάζονται απολύτως ανήμπορες απέναντι στον όποιο εργαζόμενο αρνείται (ακόμα και για μη ιατρικούς λόγους) να εμβολιασθεί. Ας ελπίσουμε πως, σύντομα, θα τους παρασχεθούν τα, απολύτως αναγκαία, νομοθετικά εργαλεία για τη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων».

    Η Πολιτεία, εντούτοις, επέλεξε να μην αναλάβει τη συνολική ευθύνη και το σχετικό (αναγκαίο όμως να ληφθεί) πολιτικό κόστος. Περιορίστηκε, επί του παρόντος, σε συγκεκριμένες κατηγορίες εργαζομένων.

    Το βάρος κι η ευθύνη μετακυλίονται, ως εκ τούτου-αδίκως, στις επιχειρήσεις που καλούνται να λύσουν δυσεπίλυτα προβλήματα: Ανοχή(;) εκείνων που (ακόμα και για μη ιατρικούς λόγους) αρνούνται να εμβολιασθούν, διαχείριση των προβλημάτων που είναι δυνατό να παρουσιαστούν στην παραγωγή ή εξυπηρέτηση των πελατών τους, διαφύλαξη της ζωής και υγείας των εργαζομένων και οικείων τους-ιδίως όσων ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.

    Ευκταία (στο πλαίσιο των κατευθύνσεων της ΠτΔ αλλά και, αυτονοήτως, της επιστημονικής κοινότητας) η λήψη των απολύτως αναγκαίων μέτρων από την Πολιτεία.

    Το συντομότερο.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, την 1η Αυγούστου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Αρνητές vs Επιχειρήσεις & Οικονομία: 1-0

    Αρνητές vs Επιχειρήσεις & Οικονομία: 1-0

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, αρχές Μαΐου 2021 ακόμα, αναφερθήκαμε, μεταξύ άλλων, στην υποχρεωτικότητα (ή μη) του εμβολιασμού των εργαζομένων υπό το τότε υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς. Τα δεδομένα μεταβάλλονται απελπιστικά γρήγορα-ιδίως όσον αφορά την σε εξέλιξη πανδημία: Ενώ βλέπαμε τα κρούσματα στο τέλος Ιουνίου να κινούνται σε 200-300 ημερησίως, παρατηρούμε, αίφνης, να πλησιάζουν τις 3.000. Τα εφιαλτικά σενάρια προβλέπουν, πολύ σύντομα, μέχρι και 10.000 κρούσματα ημερησίως. Το τέταρτο κύμα της πανδημίας είναι, ήδη, σε εξέλιξη. Η παράλλαξη Δ απειλεί να «τινάξει στον αέρα», εκ νέου, το σύστημα υγείας. Όπλο της οι ανεμβολίαστοι. Προεχόντως οι (για όποιους λόγους) αρνητές. Ποια, όμως, η επίδρασή τους στη λειτουργία των επιχειρήσεων; Και ποια τα «όπλα» των τελευταίων για να τους αντιμετωπίσουν;

     

    Οι πρωθυπουργικές εξαγγελίες. Η επιβολή (συγκεκριμένων) εμβολιασμών

    Στις πρόσφατες πρωθυπουργικές εξαγγελίες  της 12.7.21 για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ακούσαμε, μεταξύ άλλων, πως θα καταστεί υποχρεωτικός ο άμεσος εμβολιασμός των εργαζόμενων σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων, στους υγειονομικούς, στις Ένοπλες Δυνάμεις. Και, αναμενόμενο-μεταξύ των κυρώσεων, η θέση σε αναστολή των συμβάσεων εργασίας των υπόχρεων προσώπων, που δεν επιλέγουν να συμμορφωθούν-παρά το γεγονός ότι απασχολούνται στις κρίσιμες δομές.

    Ακούσαμε, επίσης, για τη δυνατότητα σήμανσης κάποιων επιχειρήσεων που λειτουργούν με προσωπικό που έχει εμβολιασθεί ή έχει νοσήσει κατά το τελευταίο εξάμηνο. Ακολούθησε η (απολύτως πρόσφατη) σχετική ΚΥΑ [:Δ1α/ΓΠ. Οικ. 44779/15.7.2019 (ΦΕΚ Β 3117/16.7.21)], όπου στο άρθρο 1 προσδιορίστηκαν τα «έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας ανά πεδίο δραστηριότητας». Μεταξύ αυτών  διαπιστώνουμε πως για συγκεκριμένες, αποκλειστικά, κατηγορίες επιχειρήσεων (λ.χ. εκείνες που δραστηριοποιούνται στην κατηγορία «Ζωντανά θεάματα και ακροάματα» και «Εστίαση» (:§§12 & 16) υπάρχει δυνατότητα λειτουργίας, κατ’ επιλογή της επιχείρησης, με την κατάλληλη σήμανση, με κοινό αμιγώς προσώπων που έχουν εμβολιασθεί ή νοσήσει κατά το τελευταίο εξάμηνο. Δικαιούνται επίσης, αν όλοι οι εργαζόμενοι είτε έχουν εμβολιασθεί είτε/και έχουν νοσήσει, να προβάλλουν το γεγονός αναρτώντας σε εμφανές (προφανώς) σημείο το σχετικό σήμα:

    Αν όμως κάποιος, μεταξύ των εργαζομένων της, συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των αρνητών, η επιχείρηση χάνει το σχετικό προνόμιο με την αυτονόητη, προφανώς όχι ασήμαντη, οικονομική της ζημία.

     

    Τα δικαιώματα του ανθρώπου-το δικαίωμα στον εμβολιασμό και στην άρνησή του

    Οι αρνητές των εμβολιασμών επικαλούνται, μεταξύ άλλων, τα (παραβιαζόμενα) ανθρώπινα δικαιώματά τους. Το συγκεκριμένο θέμα μας έχει απασχολήσει, αναλυτικά, στην εισαγωγικώς αναφερόμενη αρθρογραφία μας. Απολύτως συνοπτικά:

    Ας μην ξεχνάμε πως αρμοδιότερος όλων να μιλήσει για τα δικαιώματα του ανθρώπου δεν είναι άλλος από το ΕΔΔΑ (:Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου). Σε απολύτως πρόσφατη απόφασή του (:8.4.21-Vavřička και λοιποί κατά Τσεχικής Δημοκρατίας)  αξιολόγησε, μεταξύ άλλων, πως οι αρνούμενοι να συμμορφωθούν, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της άρνησής τους. Αντίστοιχα όμως και (εδώ είναι το πράγματι ενδιαφέρον και ιδιαίτερα σημαντικό για τη χώρα μας) η υπ’ αριθμ. 2387/20 απόφαση του ΣτΕ.

    Επομένως: καθένας από εμάς δικαιούται, πράγματι, να επιλέξει να εμβολιασθεί ή όχι. Θα πρέπει όμως και να είναι έτοιμος να αποδεχθεί τις (έννομες) συνέπειες της άρνησής του.

     

    Η υλοποίηση των επιβαλλόμενων εμβολιασμών και οι συνέπειες για τους «απείθαρχους»

    Για το θέμα των εμβολιασμών διαθέτουμε ήδη, από την κήρυξη της πανδημίας ακόμα, τα αναγκαία, συνταγματικώς ανεκτά (ακριβέστερα: συνταγματικώς επιβαλλόμενα)   νομοθετήματα.

    Στο πλαίσιο των νομοθετημάτων αυτών λαμβάνει χώρα, εξάλλου, το (σε εξέλιξη) Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών αλλά και παρέχεται η δυνατότητα υποχρεωτικού εμβολιασμού σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες. Μεταξύ αυτών και η δυνατότητα «για τυχόν μερική ή πλήρη αναστολή εργασιακών υποχρεώσεων» των υπόχρεων προσώπων (ενδ.: άρθρα 4 §3 ν. 4675/20 και άρθρο 1 ν. 4682/2020-με την οποία κυρώθηκε η από 25.2.2020 ΠΝΠ και, ειδικότερα, άρθρο Πρώτο §§2 & 4 αυτής).

    Το τοπίο αρχίζει να ξεκαθαρίζει, σε νομικό επίπεδο τουλάχιστον, καθώς αναμένονται, ακριβώς στο συγκεκριμένο πλαίσιο και με βάση τις προαναφερθείσες πρωθυπουργικές εξαγγελίες, οι υπουργικές αποφάσεις με τις οποίες θα καθίσταται υποχρεωτικός ο άμεσος εμβολιασμός των συγκεκριμένων κατηγοριών εργαζόμενων καθώς και η αναστολή των συμβάσεων εργασίας των αρνουμένων να συμμορφωθούν. Δεν θα ήταν παράδοξο να προστεθούν, στις συγκεκριμένες εργαζομένων (λ.χ. εκπαιδευτικοί και έπεται συνέχεια)…

    Τι συμβαίνει όμως στις λοιπές επιχειρήσεις; Σ’ εκείνες που (συν)αποτελούν τη βάση της πραγματικής οικονομίας της χώρας;

     

    Η υποχρέωση διασφάλισης της ζωής & υγείας των εργαζομένων-Οι κυρώσεις

    Τις επιχειρήσεις βαρύνουν εξαιρετικά σημαντικές (γενικές και ειδικές) υποχρεώσεις που αφορούν «την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας» (ενδ. άρθρα 42 & 43, ν. 3850/20). Με τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις τους οφείλουν, απαρέγκλιτα, να συμμορφώνονται.

    Μην ξεχνάμε, εξάλλου, πως «οι υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας, του ιατρού εργασίας και των εκπροσώπων των εργαζομένων δεν θίγουν την αρχή της ευθύνης του εργοδότη» (άρθρο 42 §3, ν. 3850/20). Τι σημαίνει αυτό; Ενδεχόμενη παραβίαση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων που αφορούν τη διασφάλιση της υγείας των εργαζομένων βαρύνει, το δίχως άλλο, και τις ίδιες. Επισύρει, μάλιστα, διοικητικές και ποινικές κυρώσεις.

    Οι επιχειρήσεις επομένως οφείλουν (σε νομικό επίπεδο-προεχόντως όμως σε ηθικό) να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται το ύψιστο αγαθό: η ζωή και η υγεία των εργαζομένων τους.

    Δαμόκλειος, απειλείται, η σπάθη σε περίπτωση παράλειψής τους.

     

    Οι επιχειρήσεις στον χώρο της παραγωγής, των υπηρεσιών και του εμπορίου-Οι αγωνίες-Τα αδιέξοδα

    Τους τελευταίους μήνες, από την έναρξη ακόμα του Εθνικού Προγράμματος Εμβολιασμών, οι επιχειρήσεις προστρέχουν, ολοένα και περισσότερο, στους νομικούς τους συμβούλους αναφορικά με τη διερεύνηση της δυνατότητάς τους (ή μη) να αξιώσουν εμβολιασμό από τους (αρνούμενους) εργαζομένους τους. Το τελευταίο χρονικό διάστημα τα ερωτήματα (και η αγωνία) εντείνονται.

    Η βάση των σχετικών προβληματισμών έχει δύο σκέλη. Αφενός μεν τη συνέχιση της απρόσκοπτης λειτουργίας της επιχείρησης αφετέρου δε τις (εύλογες) πιέσεις που δέχονται από τους λοιπούς (εμβολιασμένους και αγωνιούντες για την υγεία τη δική τους και των οικείων τους) εργαζομένους. Ειδικά το τελευταίο θέμα δεν είναι ήσσονος σημασίας: Πώς, άραγε, να απαντηθεί η αγωνία ενός εμβολιασμένου εργαζόμενου, που ο ίδιος ή κάποιος από τη στενή του οικογένεια ανήκει σε ευπαθή ομάδα, όταν αναγκάζεται να (συν)εργάζεται με μη εμβολιασμένο συνάδελφό του;

    Το τελευταίο χρονικό διάστημα είδαμε εκπροσώπους εργαζομένων να ζητούν με δημόσιες επιστολές την (εν τοις πράγμασι) επιβολή υποχρεωτικού εμβολιασμού στους συναδέλφους τους. Είδαμε επίσης επιχειρήσεις να απειλούν, κεκαλυμμένα ή μη, τους αρνητές εργαζομένους τους ή να τους προσφέρουν πολυποίκιλα (οικονομικά και μη) κίνητρα για το «πολύτιμο» εμβόλιο.

    Οφείλουμε να είμαστε σαφείς: Είναι δεδομένο πως οι επιχειρήσεις δεν δικαιούνται υπό τα παρόντα, τουλάχιστον, νομοθετικά δεδομένα να επιβάλλουν τον εμβολιασμό των εργαζομένων τους. Οποιαδήποτε τέτοια επιβολή τις εκθέτει, ανεπανόρθωτα, σε πολυποίκιλες κυρώσεις.

    Ελλείπει, εξάλλου, το νομοθετικό υπόβαθρο.

    Δυστυχώς όμως τα δεδομένα «μπερδεύονται» ακόμα και από επίσημα χείλη. Διαπιστώνουμε πως, κακώς, επιχειρείται να υπάρξει μετακύλιση της σχετικής ευθύνης στις επιχειρήσεις. Μιας ευθύνης που ανήκει, το δίχως άλλο, στην εκτελεστική και νομοθετική εξουσία.

     

    Το δικαίωμα(;) στην αναστολή των συμβάσεων εργασίας και της (χωρίς αποζημίωση) απόλυσης των αρνητών

    Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Γεωργιάδης υπεστήριξε, σε απολύτως πρόσφατες (17.7.21) τηλεοπτικές του εμφανίσεις, πως δικαιούται μια επιχείρηση (γενικά) να θέσει σε αναστολή τη σύμβαση εργασίας ανεμβολίαστων εργαζομένων της. Κι ακόμα πως δικαιούται να τις καταγγείλει, χωρίς αποζημίωση μάλιστα, καθώς ο μη εμβολιασμός συνιστά σπουδαίο λόγο απόλυσης.

    Θα πρέπει όμως με σαφήνεια να υπογραμμισθεί, πως οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις είναι πολλαπλά, σε νομικό τουλάχιστον επίπεδο, λανθασμένες (στην περίπτωση, αυτονοήτως, που ορθά αποτυπώθηκαν κατά τη δημοσίευσή τους). Με δυο λόγια:

    Απόλυση εργαζόμενου, χωρίς καταβολή της κατά νόμο οφειλόμενης αποζημίωσης, προβλέπεται σε απολύτως συγκεκριμένες περιπτώσεις. Ο μη εμβολιασμός δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ αυτών.

    Επίσης: δεν έχει κριθεί, μέχρι σήμερα τουλάχιστον, πως  συνιστά σπουδαίο λόγο για την απόλυση εργαζομένου ο μη εμβολιασμός του.

    Τέλος: η θέση σε αναστολή της σύμβασης εργασίας εργαζομένου δεν φαίνεται, υπό τα παρόντα δεδομένα, δυνατή καθώς ελλείπει το νομοθετικό υπόβαθρο (:η Υπουργική Απόφαση, συγκεκριμένα, που προβλέπεται στο άρθρο Πρώτο § 4 της από 25.2.2020 ΠΝΠ-που κυρώθηκε από το άρθρο 1 ν. 4682/2020).

     

    Η αντιμετώπιση των αρνητών από τις επιχειρήσεις

    Είναι δεδομένο πως οι (για οποιοδήποτε λόγο) αρνητές θέτουν σε κίνδυνο τη λειτουργία της επιχείρησης. Επίσης: τη ζωή και την υγεία των συναδέλφων και οικείων τους-ιδίως εκείνων που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.

    Οι εργοδότες οφείλουν να λάβουν τα κατά περίπτωση αναγκαία (και δυνατόν να ληφθούν) μέτρα (:τακτικά rapid test και, ενδεχομένως,  μοριακοί έλεγχοι, τηλεργασία, μετακίνηση σε άλλη θέση, απομόνωση από τους λοιπούς εργαζόμενους, κ.ο.κ). Είναι όμως προφανές πως οι δυνατότητες μοιάζουν απολύτως, σε πρακτικό επίπεδο, περιορισμένες. Δεν διαθέτουν, εξάλλου, όλες οι επιχειρήσεις πολλαπλές σχετικές επιλογές κι ούτε οι θέσεις εργασίας ή/και η χωροταξία τους προσφέρονται για τέτοιες εναλλακτικές.

    Το βάρος μεταφέρεται, αδικαιολόγητα, σε αυτές.

    Και είναι δυσθεώρητα μεγάλο.

     

    Οι επιχειρήσεις δικαιούνται (και υποχρεούνται) να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο για τη διασφάλιση της ζωής και υγείας των εργαζομένων τους. Δικαιούνται, στο πλαίσιο αυτό να αξιώσουν- αδυνατούν όμως να επιβάλλουν τον εμβολιασμό τους. Ακόμα κι όταν οι (λοιποί) εμβολιασμένοι εργαζόμενοι (ή οικεία σ’ αυτούς  πρόσωπα) ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες και κινδυνεύει, πράγματι, η ζωή τους.

    Πώς κάποιος, άραγε,  να εξηγήσει στους τελευταίους πως η ζωή εκείνων μετράει, κατά τι, λιγότερο από όσους φιλοξενούνται σε γηροκομεία ή δομές υγείας- όπου θεσμικά θα επιβληθεί ο εμβολιασμός των εργαζομένων τους;

    Οι επιχειρήσεις δικαιούνται (και υποχρεούνται) να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο για τη διασφάλιση της λειτουργίας και συνέχειάς τους. Ο επιχειρηματίας είναι εκείνος που θα κληθεί να αντιμετωπίσει τα όποια προβλήματα στη λειτουργία τους: την απονέκρωση της γραμμής παραγωγής, την αδυναμία παραδόσεων ή την αδυναμία εξυπηρέτησης των πελατών του. Ακόμα κι όταν αιτία τους αποτελεί η νόσηση των εργαζομένων του-λόγω της άρνησής τους να εμβολιασθούν.

    Πώς κάποιος, άραγε,  να εξηγήσει στους τελευταίους ότι δίκαια μπορεί να τίθεται σε κίνδυνο ολόκληρη η επιχείρησή τους από μεμονωμένους εργαζόμενους που αρνούνται, αδικαιολόγητα, να εμβολιασθούν;

    Και, τέλος, πώς κάποιος, άραγε, να εξηγήσει στους πελάτες μιας επιχείρησης εστίασης πως μπορούν, με ασφάλεια, να εξυπηρετηθούν από τους ανεμβολίαστους σερβιτόρους, μάγειρες ή βοηθούς του εστιατορίου/της ταβέρνας που, υπό διαφορετικές συνθήκες, θα επέλεγαν; Και, επιπρόσθετα, πως άδικα θα επέλεγαν μιας άλλης, με το πολύτιμο (ανωτέρω) σήμα, τα εδέσματα να απολαύσουν;

    Είναι λοιπόν προφανές, με βάση τα παραπάνω δεδομένα, πως οι επιχειρήσεις παρουσιάζονται απολύτως ανήμπορες απέναντι στον όποιο εργαζόμενο αρνείται (ακόμα και για μη ιατρικούς λόγους) να εμβολιασθεί. Ας ελπίσουμε πως, σύντομα, θα τους παρασχεθούν τα, απολύτως αναγκαία, νομοθετικά εργαλεία για τη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων.

    Μέχρι τότε όμως μοιάζει ως απολύτως προφανές πως:

    Αρνητές vs Επιχειρήσεις & Οικονομία: 1-0.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Ιουλίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κορωνοϊός: Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός εργαζομένων;

    Κορωνοϊός: Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός εργαζομένων;

    AstraZeneca, Pfizer, Moderna, Johnson & Johnson, Sputnik, CoronaVac…: κυριαρχούν ήδη στη ζωή, στην ειδησεογραφία και τις συζητήσεις μας. Από τη μια πλευρά οι (ελάχιστοι-ευτυχώς) αρνητές τους κι από την άλλη όλοι εκείνοι που αδημονούν να εμβολιασθούν ή έχουν ήδη εμβολιαστεί. Στη μέση όσοι, ακόμα, προβληματίζονται. Μοιάζει φυσιολογικό που έχει ξεκινήσει η συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των εργαζομένων. Κι είναι μια συζήτηση έντονη και, ταυτόχρονα, παγκόσμια. Ας επιχειρήσουμε μια συνοπτική, νηφάλια πάντως, προσέγγισή του σχετικού θέματος.

     

    Το άνοιγμα της συζήτησης στη χώρα μας

    Η συζήτηση για την επιβολή της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού έχει ανοίξει, στην πραγματικότητα-χωρίς «τυμπανοκρουσίες», εδώ και περισσότερο από έναν χρόνο στη χώρα μας (:ν. 4675/2020, ΦΕΚ Α 54/11.3.20-που προέβλεπε τη δυνατότητα επιβολής εμβολιασμού «για την αποτροπή της διάδοσης νόσου»). Παραβλέποντας όμως το δεδομένο αυτό ο πρωθυπουργός το επανέφερε σε απολύτως πρόσφατη συνέντευξή του. Μεταξύ άλλων, ανέφερε:

    «…θεωρώ ότι η συζήτηση για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κάποιων κατηγοριών εργαζόμενων, ειδικά των υγειονομικών, πρέπει να ανοίξει. Δεν θέλω να κάνω τη συζήτηση αυτή τώρα, αλλά πιστεύω ότι τον Σεπτέμβρη – Οκτώβριο …θα πρέπει να συζητήσουμε πολύ σοβαρά και να συνομιλήσουμε και με τα υπόλοιπα κόμματα τον υποχρεωτικό εμβολιασμό κάποιων κατηγοριών, ειδικά των υγειονομικών».

    «…έχουμε συστήσει και μια καινούργια επιτροπή βιοηθικής …με υψηλοτάτου επιπέδου επιστήμονες … να γνωματεύσει …για την ηθική διάσταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού σε κατηγορίες εργαζόμενων …ειδικά στους υγειονομικούς»

    Διευκρινίζει όμως, για την αποφυγή παρανοήσεων, πως: «…Κανείς εργοδότης δεν μπορεί να απολύσει έναν εργαζόμενο σε μια ιδιωτική επιχείρηση …επειδή ο εργαζόμενος θα επιλέξει να μην κάνει το εμβόλιο».

     

    Το νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας

    Η υποχρεωτικότητα εμβολιασμού

    Το θέμα για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού κατά της λοίμωξης Covid-19 προβλέπεται στο άρθρο 4 § 3 περ. Αστ. iii.β. ν. 4675/2020: «β) Σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της ΕΕΔΥ, υποχρεωτικότητα εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου. Με την ανωτέρω απόφαση ορίζονται η ομάδα του πληθυσμού ως προς την οποία καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός με καθορισμένο εμβόλιο, η τυχόν καθορισμένη περιοχή υπαγωγής στην υποχρεωτικότητα εμβολιασμού, το χρονικό διάστημα ισχύος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, το οποίο πρέπει πάντοτε να αποφασίζεται ως έκτακτο και προσωρινό μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας για συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού, η ρύθμιση της διαδικασίας του εμβολιασμού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια».

    Δεν έχει, επί του παρόντος, εκδοθεί απόφαση του Υπουργού Υγείας, η οποία να καθορίζει ως υποχρεωτικό τον σχετικό εμβολιασμό. Με βάση όμως τις ως άνω πρωθυπουργικές αναφορές, δεν προβλέπεται να γίνει κάτι τέτοιο πριν το Φθινόπωρο.

     

    Η υποχρέωση προστασίας της υγείας των εργαζομένων (και όχι μόνον…)

    Οι εργοδότες υποχρεούνται να μεριμνούν για την υγεία των εργαζομένων τους. Είναι μια υποχρέωσή τους που απορρέει ευθέως από το νόμο (:«ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων…»-άρθρο 42 §1 ν. 3850/2010). Είναι όμως, ταυτόχρονα, μια παρεπόμενη υποχρέωσή τους (που απορρέει από την καλή πίστη) έναντι των λοιπών εργαζομένων.

    Και πέρα από το νόμο: δεν είναι χωρίς αξία η αιτιολόγηση της απόλυσης, στη βάση ηθικών αξιών, εκείνων που αρνούνται να εμβολιασθούν. Όταν, ιδίως, μιλάμε για εργαζόμενους σε ευαίσθητες, από τη φύση τους, δομές (λ.χ. νοσηλευτικά ιδρύματα ή γηροκομεία) η απάντηση μοιάζει περισσότερο ευχερής.

    Εύλογα πάντως θα μπορούσε κάποιος να υιοθετήσει τη θέση πως οι εργαζόμενοι που αρνούνται να εμβολιασθούν, παραβαίνουν την παρεπόμενη υποχρέωση προστασίας της υγείας των συναδέλφων τους. Πολύ περισσότερο εκείνων που καλούνται να φροντίσουν (ασθενείς, ηλικιωμένοι, κλπ)

     

    «Εικόνες» από τις ΗΠΑ, Γερμανία και Ιταλία

    ΗΠΑ: Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η από 16.12.20 Οδηγία της Επιτροπής Ίσων Ευκαιριών Απασχόλησης των ΗΠΑ (:Equal Employment Opportunity Commission). Οι εργοδότες, σύμφωνα με αυτήν, δικαιούνται να αξιώνουν από τους εργαζομένους τους να εμβολιαστούν. Οφείλουν, όμως, να εξαιρούν ανθρώπους που κωλύονται να εμβολιαστούν είτε για λόγους υγείας είτε για θρησκευτικούς λόγους. Για τους τελευταίους πρέπει να εξεύρουν τρόπους διευθέτησης της εργασίας (λ.χ. τηλεργασία), ώστε να μειωθούν τυχόν κίνδυνοι από τον μη εμβολιασμό. Εκτός αν από τη διευθέτηση αυτή, οι εργοδότες επωμίζονται σημαντικό βάρος (λ.χ. οικονομικό).

    Γερμανία: Από τις πρώτες μέρες του 2021 ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας κ. Μάρκους Ζέντερ εισηγούνταν υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού για ορισμένες ομάδες εργαζομένων. Ενδεικτικά για το νοσηλευτικό προσωπικό σε νοσοκομεία και γηροκομεία. Η πρότασή του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Μεταξύ των αντιδρούντων και ο Υπουργός Εργασίας, κ. Χουμπέρτους Χάιλ. Στους αντιδρούντες γρήγορα προστέθηκαν η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση και οι συνδικαλιστές. Όλοι, φαίνεται, πως άρχισαν να τον «πετροβολούν».

    Ιταλία: Σε δικαστικό, πάντως, επίπεδο πρωτοπόρος αναδεικνύεται η Ιταλία. Λογικό εξάλλου αν αναλογιστεί κανείς το πλήγμα που υπέστη από την πανδημία. Νοσηλευτές σε δύο δομές νοσηλείας και περίθαλψης ηλικιωμένων ασθενών στο Veneto της Ιταλίας, αρνήθηκαν να εμβολιαστούν. Ο εργοδότης τους έθεσε σε υποχρεωτική άδεια με αποδοχές. Οι νοσηλευτές προσέφυγαν στο Δικαστήριο ζητώντας την επιστροφή στην εργασία τους. Το δικαστήριο απέρριψε την αίτησή τους. Κεντρικό (και πάντως ιδιαίτερα ενδιαφέρον) σκεπτικό της «επικύρωσης» της θέσης τους σε υποχρεωτική άδεια, αποτέλεσε η προστασία των ίδιων των εργαζομένων από τον κίνδυνο να νοσήσουν από λοίμωξη Covid-19, εξαιτίας της επαφής τους με τους νοσηλευόμενους και τους επισκέπτες-συνοδούς τους στις δομές.

     

    Οι πρώτες καταγγελίες συμβάσεων εργασίας στη χώρα μας

    Αποτελούν, ήδη, γεγονός στη χώρα μας οι δύο πρώτες καταγγελίες συμβάσεων εργασίας λόγω άρνησης εμβολιασμού.

    Η πρώτη περίπτωση αφορά καταγγελία σύμβασης εργασίας φυσικοθεραπευτή, εργαζόμενου σε γηροκομείο στην Ηλεία. Ο τελευταίος αρνήθηκε να εμβολιαστεί. Η σύμβαση εργασίας του καταγγέλθηκε εξαιτίας της συγκεκριμένης άρνησής του, με την αιτιολογία της ανάγκης προστασίας των ηλικιωμένων του γηροκομείου.

    Η δεύτερη, τέτοιας φύσης, καταγγελία αφορά στη σύμβαση εργασίας μιας εργαζόμενης σε φιλανθρωπικό ίδρυμα στην Κρήτη. Η συγκεκριμένη εργαζόμενη, σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα, ζήτησε χρόνο, προκειμένου να εξετάσει το ενδεχόμενο του εμβολιασμού. Και εκείνη, τελικά, απολύθηκε.

     

    Η συνδρομή της υφιστάμενης νομολογίας

    Ζητήματα που άπτονται του υποχρεωτικού εμβολιασμού έχουν απασχολήσει σε πρόσφατες αποφάσεις τους τόσο το ΣτΕ όσο και το ΕΔΔΑ. Οι συγκεκριμένες  υποθέσεις, ωστόσο, αφορούσαν την άρνηση εμβολιασμού νηπίων και τη νομιμότητα της άρνησης αποδοχής ή εγγραφής τους στον παιδικό σταθμό ή το νηπιαγωγείο, αντίστοιχα. Το σκεπτικό και διατακτικό, εντούτοις, των ανωτέρων αποφάσεων μας δίνει κάποιες πρώτες απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με την υποχρεωτικότητα ή μη του εμβολιασμού.

     

    Η υπ’ αριθμ. 2387/2020 απόφαση του ΣτΕ

    Γονείς απευθύνθηκαν στο ΣτΕ ζητώντας την ακύρωση απόφασης του Δήμου Δράμας για τη διαγραφή τεσσάρων ανεμβολίαστων νηπίων τους από τους παιδικούς σταθμούς του Δήμου. Αιτιολογία της απόφασης του Δήμου ήταν η άρνηση των γονέων των νηπίων να συμμορφωθούν στις επανειλημμένες υποδείξεις της παιδιάτρου των παιδικών σταθμών για την εκκίνηση του προγράμματος των εμβολιασμών. Το ΣτΕ, με την υπ’ αριθμ. 2387/2020  απόφασή του, απέρριψε την αίτηση των γονέων. Ο Δήμος δικαιώθηκε.

    Η συγκεκριμένη απόφαση παρέχει κατευθυντήριες γραμμές στην προσπάθεια αναζήτησης της υποχρεωτικότητας ή μη του εμβολιασμού στους χώρους εργασίας. Επίσης για τη νομιμότητα της (συνακόλουθης) καταγγελίας σύμβασης εργασίας σε περίπτωση άρνησης εμβολιασμού.

    Και τούτο γιατί, όπως γίνεται δεκτό, στην απόφαση αυτή: «Το μέτρο του εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) ότι προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και β) ότι παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται.».

    Ξεχωριστό, μάλιστα, ενδιαφέρον παρουσιάζει η σκέψη της εν λόγω απόφασης, βάσει της οποίας, η άρνηση εμβολιασμού παραβιάζει την αρχή της ισότητας. Παραβίαση της αρχής της ισότητας υφίσταται όταν πρόσωπο αξιώνει το μη εμβολιασμό του επικαλούμενο ότι «δεν διατρέχει ατομικό κίνδυνο, εφόσον διαβιώνει σε ασφαλές περιβάλλον οφειλόμενο στο γεγονός ότι τα άλλα πρόσωπα του περιβάλλοντός του έχουν εμβολιαστεί».

     

    ΕΔΔΑ: Η υπόθεση Vavřička και λοιποί κατά Τσεχικής Δημοκρατίας

    Στην  υπόθεση Vavřička και λοιποί κατά Τσεχικής Δημοκρατίας, το τμήμα ευρείας συνθέσεως του ΕΔΔΑ (:Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), έκρινε τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των παιδιών στην Τσεχία σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Συγκεκριμένα, με την απολύτως πρόσφατη (από 8.4.21) απόφαση του, αξιολόγησε πως δεν υφίσταται παράβαση του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής.

    Όπως, ειδικότερα, επισημαίνει το ΕΔΔΑ, ο υποχρεωτικός εμβολιασμός εντάσσεται καταρχήν στο πλαίσιο προστασίας και σεβασμού της ιδιωτικής ζωής κατά το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, καθώς συνιστά μια χωρίς συναίνεση ιατρική επέμβαση. Στην υπό κρίση περίπτωση, ωστόσο, δεν έλαβε χώρα κάποιος υποχρεωτικός εμβολιασμός. Αξιολόγησε, όμως, πως εκείνοι που είναι νομικά υπεύθυνοι για τον εμβολιασμό νηπίων και αρνούνται να συμμορφωθούν, θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της άρνησής τους. Οι συνέπειες αυτές, στην προκείμενη περίπτωση, συνίσταντο στην άρνηση της πρόσβασης των νηπίων στην προσχολική εκπαίδευση καθώς και στην επιβολή προστίμου στον γονέα που αρνήθηκε να εμβολιάσει τα παιδιά του.

    Η συγκεκριμένη απόφαση προσεγγίζει από μια διαφορετική οπτική το θέμα για την υποχρεωτικότητα εμβολιασμού. Από την οπτική δηλ. των εννόμων συνεπειών που αντιμετωπίζει εκείνος που αρνείται τον εμβολιασμό.

    Το ΕΔΔΑ, εξετάζοντας, στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον σκοπό, το πεδίο εφαρμογής και τις προβλεπόμενες εξαιρέσεις του επιβαλλόμενου μέτρου, προχώρησε σε έλεγχο αναλογικότητας. Έκανε μεν δεκτό ότι η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των εμβολίων δεν είναι εγγυημένη, αποφάνθηκε, ωστόσο, ότι οι προβλεπόμενες, κατά το δίκαιο της Τσεχίας, συνέπειες σε περίπτωση άρνησης εμβολιασμού, τελούν σε σχέση αναλογικότητας με τον στόχο της προστασίας των πολιτών από σοβαρούς κινδύνους που αφορούν τη δημόσια υγεία.

     

    Όπως και εισαγωγικά αναφέρθηκε, η συζήτηση για την υποχρεωτικότητα (ή μη) του εμβολιασμού στους εργαζόμενους είναι και παγκόσμια και έντονη. Κι όσο περνά ο καιρός θα γίνεται, με βεβαιότητα, εντονότερη.

    Το θέμα απασχολεί και τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους. Και, εν τέλει, όλους μας.

    Το νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας είναι ήδη έτοιμο για την επιβολή (υπό όρους) υποχρεωτικότητας στον εμβολιασμό. Μια υπουργική απόφαση απομένει. Με βάση όμως τις πρόσφατες πρωθυπουργικές αναφορές, δεν θα πρέπει να την αναμένουμε πριν από το Φθινόπωρο. Μέχρι την έκδοσή της πάντως, οι εργοδότες δεν δικαιούνται να καταγγείλουν συμβάσεις εργασίας εργαζομένων τους εξαιτίας της άρνησής τους να εμβολιασθούν.

    (Ότ)αν όμως εκδοθεί μια τέτοια Υπουργική Απόφαση, το ΣτΕ μας έχει ήδη προϊδεάσει πως δεν θα πρέπει να αναμένουμε την ακύρωσή της.

    Κι αν οι παραπονούμενοι σκέπτονται να επικαλεστούν παραβίαση δικαιωμάτων από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το αρμόδιο δικαστήριο (:ΕΔΔΑ) μας έχει, επίσης, προϊδεάσει για τη θέση του.

    Ευτυχώς.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Μαΐου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Περί πανδημίας, μισθωμάτων, αξιογράφων και ενισχύσεων ο λόγος…

    Περί πανδημίας, μισθωμάτων, αξιογράφων και ενισχύσεων ο λόγος…

    Η πανδημία καλά κρατεί. Ετοιμαζόμαστε(;) για τη διαχείριση του (δυστυχώς με βεβαιότητα αναμενομένου) «τρίτου κύματος». Πλήττεται, βαρύτατα, η δημόσια υγεία. Αντίστοιχα βαρύτατο είναι και το πλήγμα που δέχεται (και) η εθνική οικονομία˙ κατ΄ αναπόδραστη συνέπεια και οι επιχειρήσεις. Ένα νέο πακέτο μέτρων αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Αφορά τα μισθώματα των πληττομένων επιχειρήσεων, τα αξιόγραφα που έχουν εκδοθεί από αυτές καθώς και την ενίσχυσή τους με την μορφή πάγιων δαπανών. Ο ν. 4772/2021 (ΦΕΚ Α’ 17/05.02.2021) αποτελεί ήδη γεγονός. Αξίζει να εστιάσουμε στις σχετικές πρόνοιές του.

     

    Α. Ενότητα πρώτη: Μισθώματα

    Ερώτημα 1ο: Ποιες επιχειρήσεις απαλλάσσονται ολοσχερώς από την υποχρέωση καταβολής μισθώματος και για ποιους μήνες;

    Οι επιχειρήσεις (η λειτουργία των οποίων έχει ανασταλεί ή απαγορευθεί ή, έστω, πλήττονται λόγω της πανδημίας) απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής του συνολικού μισθώματος, για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021. Οι συγκεκριμένες, πληγείσες, επιχειρήσεις ορίζονται ανά κλάδο και ανά μήνα με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (άρθρο 26).

     

    Ερώτημα 2ο: Ποια η φορολογική αντιμετώπιση του (τμήματος ή του συνόλου του) μηνιαίου μισθώματος που δεν εισπράττεται;

    Όταν, λόγω της πανδημίας, υπάρχει είτε πλήρης απαλλαγή από την καταβολή του μισθώματος (βλ. ανωτέρω για Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2021) είτε μειωμένη καταβολή μισθώματος (κατά 40% από το νόμο ή κατά, τουλάχιστον, 30% ύστερα από συμφωνία εκμισθωτή-μισθωτή) το ποσό του μισθώματος που δεν εισπράττεται, δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης (άρθρο 27 §1).

     

    Ερώτημα 3ο: Επί φυσικών προσώπων-εκμισθωτών σε ποιες περιπτώσεις μειώνονται φορολογικές τους υποχρεώσεις και σε ποιες αναλαμβάνει το Δημόσιο να καταβάλει ποσοστό του μισθώματος που δεν εισέπραξαν;

    Τα φυσικά πρόσωπα-εκμισθωτές που, λόγω της πανδημίας, εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα (κατά 40% από το νόμο ή κατά, τουλάχιστον, 30% ύστερα από συμφωνία εκμισθωτή-μισθωτή) έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσού 20% επί του (60%) των μισθωμάτων (έως και το μίσθωμα που αφορά στον  10/2020) πριν την ως άνω μείωση, από οφειλές προς τη φορολογική αρχή από τις 31.7.2020 και μετά (πλην εκείνων που αφορούν ρυθμίσεις ή διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής, οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου και από ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων). Στα συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα-εκμισθωτές για τον Νοέμβριο του 2020 και έπειτα θα καταβληθεί από το Δημόσιο, αντί της έκπτωσης, το 50% των μισθωμάτων των μηνών αυτών. Ειδικά όσον αφορά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 δικαιούνται να τους καταβληθεί από το Δημόσιο, αντί της έκπτωσης, το 80% των μισθωμάτων των μηνών αυτών (άρθρο 27 §2α).

     

    Ερώτημα 4ο: Επί νομικών προσώπων-εκμισθωτών σε ποιες περιπτώσεις αναλαμβάνει το Δημόσιο να καταβάλει ποσοστό του μισθώματος που δεν εισέπραξαν;

    Στα νομικά πρόσωπα-εκμισθωτές που, λόγω της πανδημίας, δεν εισπράττουν μίσθωμα τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 θα καταβληθεί από το Δημόσιο το 60% των μισθωμάτων των μηνών αυτών (άρθρο 27 §2α).

     

    Ερώτημα 5ο: Κινδυνεύουν από κατασχέσεις οι καταβολές του Δημοσίου σε φυσικά και νομικά πρόσωπα-εκμισθωτές που αφορούν ποσοστά των μισθωμάτων που δεν εισπράττονται λόγω πανδημίας;

    Το ποσό που καταβάλλεται από το Δημόσιο στους εν λόγω εκμισθωτές, το οποίο αφορά ποσοστό των μισθωμάτων που δεν εισπράττονται λόγω πανδημίας, δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία εισοδήματος, δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο, τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου (συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης), είναι ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα των τελευταίων, τα ασφαλιστικά ταμεία και τα πιστωτικά ιδρύματα (άρθρο 27 §2β).

     

    Β. Ενότητα δεύτερη: Αξιόγραφα

    Ερώτημα 6ο: Αναστέλλεται η προθεσμία εξόφλησης αξιογράφων; Ποιων επιχειρήσεων; Ποιων αξιογράφων; Για πόσο χρόνο; Με ποιες προϋποθέσεις;

    Το μέτρο αφορά: (α) τις πληγείσες επιχειρήσεις (που είτε έχουν αναστείλει τη δραστηριότητά τους είτε έχουν πληγεί δραστικά λόγω της πανδημίας-όπως προσδιορίζονται κατά ΚΑΔ με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών), οι οποίες εμφανίζουν μειωμένο κύκλο εργασιών κατά το διάστημα Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2020 κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 40% σε σχέση με τον κύκλο εργασιών του αντίστοιχου διαστήματος του έτους 2019 και (β) την αναστολή προθεσμιών λήξης, εμφάνισης και πληρωμής των αξιογράφων που οι ίδιες εξέδωσαν (από 25.1.21 έως 28.2.21) κατά 75 ημέρες από την ημερομηνία που αναγράφεται σε καθένα αξιόγραφο (άρθρο 28 §1α).

     

    Ερώτημα 7ο: Ποια η ακολουθητέα διαδικασία για την αναστολή προθεσμίας εξόφλησης αξιογράφων;

    Οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα ή υποχρέωση από τα αξιόγραφα που προαναφέρθηκαν (Ερώτ. 6ο), δηλ.: εκδότης, αποδέκτης ή κομιστής τους, δικαιούται να διαβιβάσει τα στοιχεία των αξιογράφων στις τράπεζες μέσα σε έξι (6) εργάσιμες ημέρες από την επόμενη της συμπερίληψης των συγκεκριμένων ΚΑΔ στις πληττόμενες επιχειρήσεις ή εντός έξι (6) εργάσιμων ημερών από σχετική Υπουργική Απόφαση, μέσω ειδικής σχετικής ηλεκτρονικής εφαρμογής των πιστωτικών ιδρυμάτων του συστήματος πληρωμών ΔΙΑΣ (άρθρο 28 §1β).

     

    Ερώτημα 8ο: Τι συμβαίνει με τις «σφραγισμένες» επιταγές του Ιανουαρίου του 2021; Ποια η αντιμετώπισή τους;

    Τα αξιόγραφα που οφείλονται από πληττόμενες επιχειρήσεις (Ερώτ. 6ο), επί των οποίων έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 2η.1.2021 έως τη δημοσίευση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης, δεν καταχωρίζονται σε (ή αν καταχωρίστηκαν διαγράφονται από) αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Αρκεί όμως να εξοφληθούν εντός 75 ημερών από τη σφράγιση ή τη λήξη τους. Για τις απαιτήσεις που απορρέουν από τα συγκεκριμένα αξιόγραφα, η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης αναστέλλονται κατά 75 ημέρες από τη σφράγιση ή τη λήξη τους (άρθρο 28 §2).

     

    Ερώτημα 9ο: Ποιους κομιστές αξιογράφων αφορά η παράταση εξόφλησης ΦΠΑ;

    Αφορά: Κομιστές αξιογράφων που δεν εντάσσονται σε πληττόμενους λόγω της πανδημίας κλάδους ούτε όμως ανήκουν σε ΚΑΔ που παρουσιάζουν σημαντική αύξηση του κύκλου των συναλλαγών τους στη διάρκεια της κρίσης από την πανδημία.

    Προϋπόθεση: Το σύνολο της αξίας των αξιογράφων που κατέχουν ως κομιστές και αναστέλλεται η εξόφλησή τους υπερβαίνει το 20% του μέσου μηνιαίου κύκλου εργασιών του προηγουμένου φορολογικού έτους.

    Παράταση προθεσμιών καταβολής μέχρι και την 31η.5.2021: (α) των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα χρεωστικών οφειλών από δηλώσεις Φ.Π.Α., οι οποίες έληξαν από 1.1.2021-31.1.2021, καθώς και (β) των προθεσμιών καταβολής Φ.Π.Α. που βεβαιώθηκαν ή θα βεβαιωθούν, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής την 31.1.2021 και την 28.2.2021 (άρθρο 28 §3α).

     

    Ερώτημα 10ο: Ποιους κομιστές αξιογράφων αφορά η παράταση εξόφλησης των δικών τους αξιογράφων; Ποιας διάρκειας η παράταση;

    Αφορά: Κομιστές αξιογράφων που δεν εντάσσονται σε πληττόμενους λόγω της πανδημίας κλάδους ούτε όμως ανήκουν σε ΚΑΔ που παρουσιάζουν σημαντική αύξηση του κύκλου των συναλλαγών τους στη διάρκεια της κρίσης από την πανδημία.

    Προϋπόθεση: Το σύνολο της αξίας των αξιογράφων που κατέχουν ως κομιστές και αναστέλλεται η εξόφλησή τους υπερβαίνει το 50% του μέσου μηνιαίου κύκλου εργασιών του προηγουμένου φορολογικού έτους.

    Παράταση εξόφλησης των δικών τους αξιογράφων: Τα αξιόγραφα που οφείλονται από τους προαναφερθέντες κομιστές αξιογράφων, επί των οποίων έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 2.1.2021 έως 28.2.21, δεν καταχωρίζονται σε (ή αν καταχωρίστηκαν διαγράφονται από) αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Αρκεί όμως να εξοφληθούν εντός 75 ημερών από τη σφράγιση ή τη λήξη τους (άρθρο 28 §3β).

     

    Ερώτημα 11ο: Δικαιούνται ο υπόχρεος για την πληρωμή αξιογράφου και ο κομιστής του να συμφωνήσουν εξόφληση στην ημερομηνία έκδοσης/λήξης του;

    Το δικαίωμα του υπόχρεου πληρωμής αξιογράφου για την παράταση της προθεσμίας εξόφλησής του δεν τον εμποδίζει να συμφωνήσει με τον κομιστή και δικαιούχο είσπραξής του την εξόφληση στην αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης/λήξης του (άρθρο 28 §4).

     

    Ερώτημα 12ο: Τι συμβαίνει με τις προθεσμίες εξόφλησης αξιογράφων που έχουν ήδη παραταθεί;

    Με διάφορα νομοθετήματα έχουν παραταθεί οι προθεσμίες εξόφλησης αξιογράφων. Οι τεθείσες προθεσμίες εξόφλησης της 30.9.20 και της 31.10.20 παρατείνονται περαιτέρω έως την 30.4.21. Μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία (30.4.21) αναστέλλονται η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 28 §5).

     

    Ερώτημα 13ο: Τι συμβαίνει με τις επιταγές που «σφραγίσθηκαν» ή συναλλαγματικές που δεν πληρώθηκαν από 1.11.20 και εντεύθεν;

    Αξιόγραφα που εκδόθηκαν από επιχειρήσεις που προσδιορίζονται στην ΠΝΠ της 22.8.2020 (άρθρο 7 §3), επί των οποίων (αξιογράφων) έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 1η Νοεμβρίου 2020 και εντεύθεν, δεν καταχωρίζονται σε αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, εάν αποδεδειγμένα εξοφληθούν έως τις 30 Απριλίου 2021. Για τις απαιτήσεις που απορρέουν από τα συγκεκριμένα αξιόγραφα, η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης αναστέλλονται έως τις 30 Απριλίου 2021 (άρθρο 28 §6).

    Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τα αξιόγραφα τα οποία καταλαμβάνονται από (νομοθετική) παράταση της προθεσμίας εξόφλησης έως την 31.12.20 (δυνάμει του άρθρο 35 του ν.4735/2020). Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται περαιτέρω έως την 30.4.21 (άρθρο 28 §7).

     

    Γ. Ενότητα τρίτη: Ενισχύσεις επιχειρήσεων με τη μορφή παγίων δαπανών

    Ερώτημα 14ο: Σε τι συνίσταται και ποιους αφορά η ενίσχυση επιχειρήσεων με τη μορφή πάγιων δαπανών;

    Σε επιχειρήσεις που επλήγησαν οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, είναι δυνατό να χορηγείται ενίσχυση, με τη μορφή της επιδότησης παγίων δαπανών, στο πλαίσιο της στήριξης για μη καλυπτόμενες πάγιες δαπάνες επιχειρήσεων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων θα καθοριστούν οι σχετικές λεπτομέρειες (άρθρο 29).

     

    Οι επιχειρήσεις πλήττονται βαρύτατα-ταυτόχρονα με την εθνική οικονομία. Με στοχευμένες ρυθμίσεις επιχειρείται η υποβοήθησή τους στη διαχείριση μέρους, κατ’ ανάγκην, των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Δεν μοιάζει όμως αρκετή η απαλλαγή τους από τμήμα των οφειλομένων μισθωμάτων. Ούτε η χρονική μετάθεση υποχρεώσεών τους προς το Δημόσιο ή εκείνων που απορρέουν από αξιόγραφα. Εξάλλου, κι όσο αφορά τα τελευταία (αξιόγραφα) στην εξόφλησή τους προσβλέπουν οι κομιστές τους για την αντιμετώπιση των δικών τους οικονομικών θεμάτων.

    Έχουμε πολλά επενδύσει, όλοι μας, στο εμβόλιο για τη διαχείριση (και)  της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Δεν φαίνεται, επί του παρόντος τουλάχιστον, να αποδίδουν οι σχετικές «επενδύσεις». Θα πρέπει, κατά τούτο, άλλα δραστικότερα (και περισσότερο άμεσα) μέτρα να επιλεγούν και εφαρμοστούν.

    Πριν είναι αργά.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 14 Φεβρουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Αναστολή συμβάσεων εργασίας Δεκεμβρίου 2020

    Αναστολή συμβάσεων εργασίας Δεκεμβρίου 2020

    Κορωνοϊός και Εργασιακές Σχέσεις (:Αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Δεκέμβριο)

    Οι καθυστερήσεις που έλαβαν χώρα σε νομοθετικό (βεβαίως και υγιειονομικό επίπεδο) υπήρξαν αδικαιολόγητες κατά το κρίσιμο, δεύτερο, κύμα της Πανδημίας. Έχουμε αναφερθεί σ’ αυτές σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Αναφερθήκαμε εκεί και στο φαινόμενο της εκ των υστέρων νομοθέτησης που τόσα προβλήματα δημιουργεί στον επιχειρηματικό σχεδιασμό και στα εμπλεκόμενα πρόσωπα (επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, λογιστές). Το φαινόμενο ξεπέρασε κάθε λογική όταν στις 26.11.20 δημοσιεύθηκε το νομοθετικό πλαίσιο για την αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Νοέμβριο (:μολονότι είχε προαναγγελθεί από 31.10.20, από τα πρωθυπουργικά χείλη). Δημοσιεύθηκε ήδη (ΦΕΚ Β’ 5391/7.12.20) η ΚΥΑ 49989/20 που αφορά την αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Δεκέμβριο. Αποτελεί μια μικρή, χρονική, πρόοδο.

    Ας δούμε όμως τις βασικές της πρόνοιες.

     

    Α. Επιχειρήσεις των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία με εντολή δημόσιας αρχής.

    Ερώτημα 1ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις, που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα/τα σε περιφερειακές ενότητες, των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία της έδρας ή των υποκαταστημάτων τους, με εντολή δημόσιας αρχής, βάσει Κωδικών Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ), που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών (κεφ. Α, άρθρο 1 §1)

    Ερώτημα 2ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις αναστέλλονται και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 1ο) επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν προσληφθεί έως και την 4η Νοεμβρίου 2020. Οι συμβάσεις τους τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή (ή παρατείνεται προϋφιστάμενη αναστολή τους) για το χρονικό διάστημα από 1.12.2020 έως και 31.12.2020 (κεφ. Α, άρθρα 1 §§1 & 2). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Α, άρθρο 1 §2). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §3β).

     

    Ερώτημα 3ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες λήγουν μετά την ημερομηνία αναστολής της λειτουργίας των εργοδοτών τους με εντολή δημόσιας αρχής, τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §3a).

     

    Ερώτημα 4ο: Τι ισχύει όσον αφορά τις εξαιρέσιμες δραστηριότητες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις, για τις περιπτώσεις εξαιρέσιμων δραστηριοτήτων από την απαγόρευση λειτουργίας τους έχουν τη δυνατότητα:

    (α) Να θέτουν εργαζόμενους (των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους δεν έχουν τεθεί σε αναστολή), σε καθεστώς τηλεργασίας, όταν αυτή είναι δυνατό να παρασχεθεί με τον συγκεκριμένο τρόπο (κεφ. Α, άρθρο 1 §4α),

    (β) Να προσλαμβάνουν εργαζομένους κάνοντας χρήση του προγράμματος «Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας».  Τους συγκεκριμένους εργαζόμενους είναι δυνατό να θέσουν σε τηλεργασία δεν είναι όμως δυνατό να τεθούν σε αναστολή οι συμβάσεις τους (κεφ. Α, άρθρο 1 §4β) και

    (γ) Να θέτουν σε αναστολή συμβάσεις εργασίας εργαζόμενών τους (κεφ. Α, άρθρο 1 §4γ).

     

    Ερώτημα 5ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε προσωρινή, μόνον, ανάκληση αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους για κάλυψη έκτακτων, πρόσκαιρων, κατεπειγουσών και ανελαστικών αναγκών, στο πλαίσιο αντιμετώπισης του κορωνοϊού COVID-19 (κεφ. Α, άρθρο 1 §5).

     

    Ερώτημα 6ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2020, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Α, άρθρο 1 §6).

     

    Β. Πληττόμενες επιχειρήσεις

    Ερώτημα 7ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών, βάσει ΚΑΔ, ως πληττόμενες (κεφ. Β, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 8ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις είναι δυνατό να ανασταλούν και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 7ο) επιχειρήσεων. Οι συμβάσεις τους είναι δυνατό να τεθούν σε αναστολή (ή να παραταθεί προϋφιστάμενη αναστολή) από 1.12.2020 έως και 31.12.2020 κατ’ ανώτατο όριο (κεφ. Β, άρθρα 1 §1α & β). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Β, άρθρο 1 §4). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας υπό την προϋπόθεση της θέσης σε αναστολή του συνόλου των εργαζομένων της επιχείρησης (κεφ. Β, άρθρο 1 §3).

     

    Ερώτημα 9ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Η αναστολή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναστολή στο παρελθόν είναι δυνατό να παραταθεί έως 30.11.20-κατ’ ανώτατο όριο. Είναι δυνατό να τεθούν, για πρώτη φορά, σε αναστολή συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου εργαζομένων οι οποίοι είχαν προσληφθεί μέχρι την 4.11.20. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Β, άρθρο 2 §3).

     

    Ερώτημα 10ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων; Η αξιοποίηση του «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ»;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους αλλά και να τις θέτουν εκ νέου σε αναστολή έως την 31.12.20 (κεφ. Β, άρθρο 2 §4). Σε αντίθεση με τα οριζόμενα για την ανάκληση της αναστολής από επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί με απόφαση της δημόσιας αρχής, οι πληττόμενες επιχειρήσεις δεν απαιτείται να προβάλουν κάποιο ιδιαίτερο λόγο για να ανακαλέσουν την αναστολή συμβάσεων εργασίας. Είναι επίσης δυνατό (κεφ. Β, άρθρο 2 §5α) να κάνουν χρήση του μηχανισμού ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για τους εργαζομένους τους των οποίων οι συμβάσεις εργασίας δεν τελούν σε αναστολή.

     

    Ερώτημα 11ο: Τι ισχύει όσον αφορά την τηλεργασία;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις υποχρεούνται να θέτουν σε τηλεργασία τους εργαζομένους τους των οποίων η εργασία μπορεί να παρασχεθεί με το σύστημα αυτό, σύμφωνα με όσα ορίζει η υπ’ αριθμ.  οικ. 44921/1377/2.11.20 ΚΥΑ (κεφ. Β, άρθρο 2 §5β).

     

    Ερώτημα 12ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή, και σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2020. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Β, άρθρο 2 §1).

    Υποχρεούνται επίσης να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας, για χρονικό διάστημα ίσο με το συνολικό χρονικό διάστημα της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων τους. Η υποχρέωση αυτή δεν υφίσταται όταν συντρέχει αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσής της, όπως σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή, το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας. Δεν υποχρεούνται να αναπληρώσουν τους οικειοθελώς αποχωρήσαντες, τους συνταξιοδοτούμενους, τους θανόντες κι εκείνους τους εργαζόμενους των οποίων η σύμβαση εργασίας τους λήγει κατά τη διάρκεια του ανωτέρω χρονικού διαστήματος (κεφ. Β, άρθρο 2 §2).

     

    Γ. Αποζημίωση ειδικού σκοπού

    Ερώτημα 13ο: Σε ποιο ποσό ανέρχεται η αποζημίωση ειδικού σκοπού; Ποιοι οι δικαιούχοι της;

    Οι εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους τελούν σε αναστολή δικαιούνται αποζημίωση ειδικού σκοπού κατ’ αναλογία των ημερών διάρκειας της αναστολής των συμβάσεων εργασίας τους, με βάση υπολογισμού το ποσό των πεντακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ (534,00 €) που αντιστοιχεί σε τριάντα (30) ημέρες (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1). Βαρύνει, εξ ολοκλήρου, τον κρατικό προϋπολογισμό (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 14ο: Η αποζημίωση ειδικού σκοπού έχει επιβαρύνσεις; Κατάσχεται;

    Η αποζημίωση ειδικού σκοπού είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §2).

     

    Με την ανωτέρω αναφερόμενη ΚΥΑ ρυθμίζονται εντός του πρώτου δεκαημέρου του Δεκεμβρίου θέματα που θα ενδείκνυτο να είχαν ρυθμιστεί πριν την έναρξή του. Αποτελεί, εντούτοις, μια μικρή πρόοδο (σύμφωνα με όσα εισαγωγικά αναφέρθηκαν) σε σχέση με όσα αρνητικά έχουμε συνηθίσει στο πλαίσιο του δευτέρου κύματος της Πανδημίας.

    Ας ελπίσουμε ταχύτερη και  αποτελεσματικότερη να καταστεί και η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Δεκεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Περί πανδημίας, μισθώσεων και μισθωμάτων

    Περί πανδημίας, μισθώσεων και μισθωμάτων

    Περί πανδημίας, μισθώσεων, μισθωμάτων… (…και αποτυχίας διαχείρισης της κρίσης ο λόγος)

    Διανύοντας τη δεύτερη, τραγική αυτή τη φορά, φάση της πανδημίας μετρούμε κρούσματα, θανάτους και, πριν απ΄ όλα, τις νοσηλείες στις ΜΕΘ-που ήδη έχουν «ξεχειλίσει». Παρακολουθούμε επίσης και την Πολιτεία να επιχειρεί, ασθμαίνουσα, να διαχειριστεί την πρωτόγνωρη υγειονομική, οικονομική (και όχι μόνον) κρίση. Και, επί του παρόντος, να μην τα καταφέρνει. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ακούμε υπουργικές και πρωθυπουργικές εξαγγελίες, ρυθμίσεις για επιχειρήσεις και εργαζόμενους, ρυθμίσεις για την τιθάσευση της πανδημίας και διαχείριση της κρίσης. Εντούτοις: οι νομοθετικές ρυθμίσεις εξαγγέλλονται, δελτία τύπου κυκλοφορούν και αναζητούμε, εις μάτην, τα ΦΕΚ όπου αποτυπώνονται. Δημοσιεύθηκε ήδη (ΦΕΚ Α’ 227/18.11.20) ο ν. 4753/18.11.2020 που επιχειρεί τη διαχείριση των μισθωμάτων και μισθώσεων από τον Σεπτέμβριο και εντεύθεν. Αρκετά καθυστερημένα και αρκούντως περιπεπλεγμένα.

    Ας επιχειρήσουμε την κατά ενότητα αποκωδικοποίηση των συγκεκριμένων-επίσης όψιμων, δυστυχώς, διατάξεων (άρθρα 33 & 34 ν. 4753/18.11.2020):

     

    Α. Ενότητα Πρώτη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που (γενικά) πλήττονται λόγω του κορωνοϊού και εργαζομένους σ’ αυτές

    Με βάση τις ρυθμίσεις της §6 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν, στο εξής, τα ακόλουθα όσον αφορά τις επιμέρους ελαφρύνσεις:

    Ερώτημα 1ο: Ποιες οι ελαφρύνσεις στα μισθώματα επιχειρήσεων που πλήττονται λόγω του κορωνοϊού;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της πανδημίας, είναι δυνατό να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής τμήματος του οφειλομένου μισθώματος. Το τμήμα για το οποίο η απαλλαγή δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2020.

    Να σημειωθεί πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 2ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Για την εφαρμογή της κατά 30% (κατ’ ελάχιστον) μείωσης απαιτείται σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή. Δήλωση τους σχετική με τη συμφωνία υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Ο Διοικητής της ΑΑΔΕ καθορίζει τον τρόπο, τον χρόνο καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της.

     

    Ερώτημα 3ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Αναφέρθηκε ήδη πως το δικαίωμα μείωσης, κατά 30%, κατ’ ελάχιστο του μισθώματος  αφορά μισθώσεις επιχειρήσεων που πλήττονται εξαιτίας της πανδημίας.

    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

    Σημειώνεται πάντως πως στην περίπτωση η εγκατεστημένη επιχείρηση εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό», ισχύουν όσα κατωτέρω (ερώτ. 7ο & επ.) αναφέρονται.

     

    Ερώτημα 4ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας εργαζομένων στις πληττόμενες επιχειρήσεις;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη (ερώτ. 3ο). Η μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας (κατ΄ ελάχιστον 30% ύστερα από συμφωνία μισθωτή-εκμισθωτή) αφορά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2020. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 5ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών-τέκνων εργαζομένων στις πληττόμενες επιχειρήσεις;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 4ο) σε πληττόμενη κατά τα άνω (ερώτ. 3ο) επιχείρηση, είναι δυνατή η απαλλαγή από τμήμα του συνολικού μισθώματος. Το τμήμα για το οποίο η απαλλαγή δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος. Απαιτείται, και εδώ, σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή και ηλεκτρονική τους δήλωση στην ΑΑΔΕ. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης.

     

    Β. Ενότητα Δεύτερη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περιοχή σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό» και εργαζομένους σ’ αυτές.

    Με βάση την προστιθέμενη ήδη §7 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν στο εξής τα ακόλουθα όσον αφορά τις επιμέρους ελαφρύνσεις:

    Ερώτημα 6ο: Ποια η ελάφρυνση στα μισθώματα των επιχειρήσεων που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα σε περιοχή που εντάσσεται σε «πολύ υψηλό» επιδημιολογικό επίπεδο;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό», και για την οποία ισχύουν, επιπρόσθετα, οι προϋποθέσεις που κατωτέρω (ερωτ. 8ο) αναφέρονται, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Οκτώβριο 2020.

    Να σημειωθεί πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 7ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απαιτείται οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή.

     

    Ερώτημα 8ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Στις ρυθμίσεις για την υποχρεωτική μείωση, κατά 40%, υπάγονται οι μισθώσεις ακινήτων στα οποία είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό». Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση θα πρέπει, επιπρόσθετα, να έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή, εναλλακτικά, να πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19.

    Οι πληγείσες, κατά τα άνω, επιχειρήσεις προσδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ανά περιφερειακή ενότητα και ανά κλάδο. Με αντίστοιχη απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης.

     

    Ερώτημα 9ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας εργαζομένων στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη. Η κατά 40% μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας αφορά τον μήνα Οκτώβριο 2020. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 10ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 9ο) σε πληττόμενη επιχείρηση, ο μισθωτής απαλλάσσεται από το 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Οκτώβριο του 2020. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης. (Άρθρο 3 §5 ν. 4684/2020).

     

    Γ. Ενότητα Τρίτη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περιοχή σε επιδημιολογικό επίπεδο «αυξημένου κινδύνου» ή για την οποία έχουν εκδοθεί έκτακτα μέτρα προστασίας δημόσιας υγείας και εργαζόμενους σ’ αυτές.

    Με βάση την προστιθέμενη ήδη §8  του δευτέρου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν στο εξής τα ακόλουθα:

     

    Ερώτημα 11ο: Ποια η ελάφρυνση στα μισθώματα επιχειρήσεων που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα σε περιοχή που εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο «αυξημένου κινδύνου»;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο αυξημένου κινδύνου [ή σε κάποια από τις κατηγορίες που κατωτέρω (ερωτ. 13ο) αναφέρονται], απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος αρχής γενομένης από τον μήνα Νοέμβριο 2020.

    Να σημειωθεί και εδώ πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 12ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απαιτείται, επίσης, οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή.

     

    Ερώτημα 13ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Στις ρυθμίσεις για την υποχρεωτική μείωση, κατά 40%, υπάγονται οι μισθώσεις ακινήτων στα οποία είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο αυξημένου κινδύνου, ή σε περιφερειακή ενότητα για την οποία έχουν εκδοθεί έκτακτα μέτρα προστασίας δημόσιας υγείας κατ’ εφαρμογή κανονιστικής πράξης. Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση θα πρέπει, επιπρόσθετα, να έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή, εναλλακτικά, να πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19.

    Οι πληγείσες, κατά τα άνω, επιχειρήσεις προσδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ανά περιφερειακή ενότητα και ανά κλάδο. Με αντίστοιχη απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης.

     

    Ερώτημα 14ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη. Η κατά 40% μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας αφορά τους Νοέμβριο 2020 και εντεύθεν. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 15ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 14ο) σε πληττόμενη επιχείρηση, ο μισθωτής απαλλάσσεται από το 40% του συνολικού μισθώματος από τον μήνα Νοέμβριο του 2020 και εντεύθεν. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης. (Άρθρο 3 §6 ν. 4684/2020).

     

    Δ. Ενότητα Τέταρτη: «Αποζημίωση» των εκμισθωτών που εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%

    Με βάση τις ρυθμίσεις του άρθρου 34 ν. 4753/2020 (Α’ 227)-ισχύουν τα ακόλουθα:

    Ερώτημα 16ο: Ποιοι εκμισθωτές δικαιούνται «επιστροφή» τμήματος της απώλειας του μειωμένου μισθώματος;

    Δικαιούχοι εκμισθωτές είναι τα φυσικά, μόνον, πρόσωπα τα οποία από τον μήνα Νοέμβριο και εφεξής, εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19.

     

    Ερώτημα 17ο: Σε ποιο ποσοστό ανέρχεται η «επιστροφή» τμήματος της απώλειας του μειωμένου μισθώματος;

    Οι κατά τα άνω (ερώτ. 16ο) εκμισθωτές-φυσικά πρόσωπα δικαιούνται να λάβουν από το Δημόσιο το ήμισυ της απώλειάς τους (ήτοι το 20% του μισθώματος) από τους μήνες Νοέμβριο 2020 και εντεύθεν.

     

    Ερώτημα 18ο: Ποια η διαδικασία της καταβολής στους εκμισθωτές του 20% του μισθώματος που κατά 60% μόνον εισέπραξαν;

    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δύναται να καθορίζονται οι ειδικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η διασταύρωση των στοιχείων, η διαδικασία καταβολής και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος…

     

    Ε. Ενότητα Πέμπτη: Υπαγόμενες μισθώσεις

    Ερώτημα 19ο: Στην κατηγορία των επαγγελματικών/εμπορικών μισθώσεων ποιες, επιπρόσθετα, επιχειρήσεις υπάγονται;

    Στις κατά τα άνω ρυθμίσεις ως επαγγελματικές νοούνται και οι μισθώσεις προς εγκατάσταση κυλικείων ή αναψυκτηρίων και λοιπών επιχειρήσεων που λειτουργούν εντός χώρων, που ανήκουν κατά κυριότητα ή χρήση σε δημόσιες υπηρεσίες Υπουργείων ή υπεκμισθώνονται από αυτές, καθώς και εντός κτιρίων που στεγάζουν υπηρεσίες αυτών.

     

    Όπως και εισαγωγικά αναφέρθηκε, νομοθετικές ρυθμίσεις εξαγγέλλονται, δελτία τύπου κυκλοφορούν και αναζητούμε, εις μάτην, τα ΦΕΚ όπου αποτυπώνονται. Χαρακτηριστικά τρία παραδείγματα: Δελτία τύπου του Υπουργού Οικονομικών της 31.10.20 και της 5.11.20 που αφορούν εξαγγελθέντα και μη υλοποιηθέντα, ακόμα, μέτρα. Επίσης: ΚΥΑ της 13.11.20 (ΦΕΚ Β’ 5048/16.11.20) που αφορούσε, μεταξύ άλλων, δυνατότητα(!) αναστολής συμβάσεων εργασίας «από την 30ή/10/20 έως 31/10/20»(!!!).

    Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί μια πρωτόγνωρη, πολυεπίπεδη, κρίση. Πλην όμως: Τα αποτελέσματα δεν μοιάζουν (ούτε είναι) το ίδιο επιτυχή όπως στο πρώτο κύμα της πανδημίας.

    Η αντιπολίτευση καθεύδει.

    Ο τύπος (κατ’ ουσίαν) επίσης…

    Όλα τούτα, βέβαια, μοιάζουν περιττή πολυτέλεια τη στιγμή που τα νοσοκομεία της «πρώτης γραμμής» στερούνται βασικών υλικών για τη διαχείριση των πολλών χιλιάδων περιστατικών που καλούνται να αντιμετωπίσουν˙ για τη διάσωση, εν τέλει, ανθρώπινων ζωών.

    Ας ελπίσουμε στην (κατά το δυνατό) ταχεία αναστροφή του φαινομένου.

    Ας εργαστούμε, ανεξαιρέτως, προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.

    «Έκαστος εφ’ ω ετάχθη».-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 29 Νοεμβρίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευπαθείς Ομάδες και (τηλ)εργασία υπό το καθεστώς πανδημίας…

    Ευπαθείς Ομάδες και (τηλ)εργασία υπό το καθεστώς πανδημίας…

    Το θέμα της (τρέχουσας) πανδημίας απασχολεί όλους. Περισσότερο όμως οι κίνδυνοι που διατρέχουμε-όλοι, εξάλλου, θα θέλαμε να τους απομειώσουμε. Η τηλεργασία κινείται προς τη κατεύθυνση της απομείωσής τους. Το συγκεκριμένο θέμα (της τηλεργασίας) μας έχει επανειλημμένα (και σε επίπεδο αρθρογραφίας) απασχολήσει. Τελευταία, με αφορμή την Π.Ν.Π της 22.8.2020 (ΦΕΚ Α’ 161/22.8.20) – (η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4722/2020 (Α’ 177) και συμπληρώθηκε με το άρθρο 21 αυτού) που επιχείρησε να διαχειριστεί το θέμα τηλεργασία και ευπαθείς ομάδες. Η διαχείριση όμως που έλαβε χώρα από μέρους της εν λόγω ΠΝΠ δεν ήταν πλήρης: ούτε τις ευπαθείς ομάδες προσδιόριζε ούτε και συνοδευόταν από κάποια σχετική Υπουργική Απόφαση. Παρέπεμπε σε μέλλουσα να εκδοθεί ΚΥΑ-των Υπουργών Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας. Χρειάστηκε να παρέλθουν δύο (2) ολόκληροι μήνες και να εκδοθούν δύο ΚΥΑ για να αποσαφηνιστεί, ως κάποιο βαθμό, το θέμα.

    Η αναστάτωση που, εντωμεταξύ, δημιούργησε στις Επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους υπήρξε (αχρείαστα) μεγάλη.

     

    Εργαζόμενοι vs Eπιχειρήσεις

    Το σύνολο των εργαζομένων θα επέλεγε, μάλλον ανεξαιρέτως, την τηλεργασία-αν είχε την ευχέρεια της επιλογής. Όχι όμως και το σύνολο των επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις που δεν την υιοθετούν ως γενική επιλογή, δέχονται σωρεία αιτημάτων από εργαζόμενους για την κατ’ εξαίρεση(;) έγκριση («για κείνους ειδικά») της τηλεργασίας. Οι προβαλλόμενοι λόγοι είναι, κατά βάση, ιατρικής φύσεως. Άλλοτε αφορούν τους ίδιους τους εργαζόμενους ή οικείους τους. Άλλοτε αποτελούν εκδήλωση της επιθυμίας των εργαζομένων για απομείωση της έκθεσης στο κίνδυνο προσβολής από τον (ενίοτε φονικό) ιό. Η μετακίνηση, εξάλλου, με τα ΜΜΜ δημιουργεί εύλογες ανησυχίες. Η πολύωρη συνύπαρξη με περισσότερους (συναδέλφους) επίσης. Σεβαστοί, σε ανθρώπινο επίπεδο, οι επικαλούμενοι λόγοι σεβαστές και οι ανησυχίες.

    Τί όμως προβλέπεται σε νομικό επίπεδο εν τέλει; Πότε είναι υποχρεωτική η αξίωση των εργαζομένων για τηλεργασία; Και πότε όχι;

     

    Ας επιχειρήσουμε την αποκωδικοποίηση του σχετικού θεσμικού πλαισίου.

    Ερώτημα 1ο: Ποιοι εργαζόμενοι ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες;

    Οι εργαζόμενοι που υπάγονται στην κατηγορία των ευπαθών ομάδων προσδιορίζονται στη διάταξη του άρθρου 1 της υπ’ αριθμ. 37095/1436 ΚΥΑ [των Υπουργών Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας (ΦΕΚ Β’ 4011/18.9.20)]. Κατανέμονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: του Υψηλού και του Ενδιάμεσου Κινδύνου (άρθρο 1.1). Λεπτομερής προσδιορισμός του περιεχομένου των συγκεκριμένων κατηγοριών καθώς και η σχετική περιπτωσιολογία λαμβάνει επίσης χώρα στη συγκεκριμένη διάταξη.

    Αξιοσημείωτο είναι πως «όταν ένα άτομο  συγκεντρώνει περισσότερα του ενός κριτήρια της κατηγορίας ενδιάμεσου κινδύνου, τότε θεωρείται αυτόματα ότι ανήκει στην ομάδα υψηλού κινδύνου» (άρθρο 1.2 37095/1436 ΚΥΑ και άρθρο 1 τελ. εδάφιο της υπ’ αριθμ. 39363/1537 ΚΥΑ [των Υπουργών Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας (ΦΕΚ Β’ 4262/30.9.20)]).

     

    Ερώτημα 2ο: Ποιος/πώς πιστοποιεί την ένταξη εργαζομένου σε κάποια κατηγορία ευπαθών ομάδων;

    Δεν αρκεί η διαβεβαίωση του εργαζομένου προς τον εργοδότη του πως ανήκει σε συγκεκριμένη κατηγορία ευπαθών ομάδων. Απαιτείται σχετική πιστοποίηση. Η εν λόγω πιστοποίηση λαμβάνει χώρα με αιτιολογημένη γνωμάτευση του ιατρού σχετικής ειδικότητας. Ο γνωματεύων ιατρός μπορεί να είναι είτε ο θεράπων είτε τρίτος «Υγειονομικής Δομής (δημόσιας ή ιδιωτικής) για περιπτώσεις ειδικών θεραπευτικών μεθόδων όπως χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία και ανοσοθεραπεία».

    Σημαντικό όμως είναι να σημειωθεί πως στη συγκεκριμένη γνωμάτευση θα «πρέπει να αναφέρεται επακριβώς η υπαγωγή του εργαζομένου» σε μία από τις προαναφερθείσες κατηγορίες του υψηλού ή ενδιάμεσου κινδύνου (άρθρο 2, 39363/1537 ΚΥΑ). Δεν αρκεί η απλή αναφορά στην ασθένεια του εργαζομένου.

     

    Ερώτημα 3ο: Ποιο δικαίωμα αναγνωρίζεται στους εργαζόμενους που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες «υψηλού κινδύνου»;

    Οι εργαζόμενοι που ανήκουν σε ομάδες Υψηλού Κινδύνου έχουν το δικαίωμα να (ζητούν να) παρέχουν την εργασία τους με το σύστημα της εξ αποστάσεως εργασίας (άρθρο 2.Α.1 της 39363/1537 ΚΥΑ). Τούτο όμως αποτελεί δικαίωμα όχι (και) υποχρέωση του εργαζόμενου που ανήκει στη συγκεκριμένη ομάδα.

    Επομένως: ένας εργαζόμενος που ανήκει στην ομάδα Υψηλού Κινδύνου, μπορεί να ασκήσει (ή να μην ασκήσει) το συγκεκριμένο δικαίωμά του. Ακόμα όμως κι αν δεν ασκήσει, ο εργοδότης δεν απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση (σχετ.: 12ο Ερώτημα).

     

    Ερώτημα 4ο: Πώς γνωστοποιεί ο εργαζόμενος στον εργοδότη, ότι ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου και αιτείται την εξ αποστάσεως εργασία;

    Το αίτημα του εργαζόμενου διαβιβάζεται «εγκαίρως στον εργοδότη, με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως τηλέφωνο, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή γραπτό μήνυμα κινητού τηλεφώνου» (άρθρο 2.Α.2 της 39363/1537 ΚΥΑ).

    Δεν αρκεί όμως η υποβολή του αιτήματος του εργαζόμενου προς τον εργοδότη του. Απαιτείται να προσκομίσει «εντός ευλόγου χρόνου …σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό». (άρθρο 2.Α.3 της 39363/1537 ΚΥΑ). Πρόκειται, ουσιαστικά, για τη γνωμάτευση της υπαγωγής τους στην κατηγορία Υψηλού Κινδύνου-ιδ. ανωτέρω 2ο Ερώτημα).

     

    Ερώτημα 5ο: Ποιες οι υποχρεώσεις του εργοδότη όσον αφορά τους εργαζόμενους που ανήκουν σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου;

    Η φύση της εργασίας του εργαζόμενου που ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου προσδιορίζει τη δυνατότητά του (ή μη) να εργάζεται εξ αποστάσεως.

    Εφόσον είναι εφικτή η τηλεργασία, «ο εργοδότης οφείλει να αποδεχθεί το αίτημα του εργαζόμενου» (άρθρο 2.Α.4 της 39363/1537 ΚΥΑ). Στην περίπτωση αυτή ο εργαζόμενος θα συνεχίσει, μέσω τηλεργασίας, να παρέχει τις υπηρεσίες του προς τον εργοδότη.

     

    Ερώτημα 6ο: Τι συμβαίνει όταν η τηλεργασία εργαζόμενου που ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου αποδεικνύεται ανέφικτη;

    Είναι ενδεχόμενο να  αποδεικνύεται ανέφικτη η τηλεργασία εργαζόμενου που ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου (γιατί, λ.χ., ο εργαζόμενος παρέχει χειρωνακτική εργασία). Στην περίπτωση αυτή «ο εργοδότης οφείλει να λάβει μέτρα, ώστε ο αιτών εργαζόμενος που ανήκει σε ευπαθή ομάδα να μην παρέχει εργασία για την εκτέλεση της οποίας έρχεται σε επαφή με κοινό». (Ως κοινό πάντως δεν νοούνται οι λοιποί εργαζόμενοι στην ίδια επιχείρηση).   

    Ο εργοδότης υποχρεούται, περαιτέρω,  «…να εξετάσει, ανάλογα με τις ανάγκες της επιχείρησης, τη δυνατότητα της πρόσκαιρης απασχόλησης του εργαζόμενου‐αιτούντα σε άλλη θέση εργασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της υγείας του». Από την άλλη πλευρά πάλι, «ο εργαζόμενος οφείλει να αποδεχθεί την …πρόταση του εργοδότη, εκτός κι αν αδυνατεί να το πράξει για σπουδαίο και σοβαρό κατ’ αντικειμενική κρίση λόγο». Τον συγκεκριμένο λόγο θα πρέπει «…να εκθέσει εγγράφως προς τον εργοδότη του». (άρθρο 2.Α.5 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

    Ερώτημα 7ο: Υπό ποιες προϋποθέσεις (και για πόσο χρόνο) τίθεται σε αναστολή η σύμβαση εργασίας εργαζόμενου που ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου;

    Είναι ενδεχόμενο να αποδεικνύεται ανέφικτη η τηλεργασία εργαζόμενου που ανήκει σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου. Είναι επίσης ενδεχόμενο να αποβούν άκαρπες οι προσπάθειες της επιχείρησης να τον απασχολήσει «σε άλλη θέση εργασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία της υγείας του». Στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης ενημερώνει, εγγράφως, τον συγκεκριμένο εργαζόμενο «για τους λόγους αδυναμίας εφαρμογής αυτών και θέτει σε αναστολή τη σύμβασης εργασίας του» (άρθρο 2.Α.6 της 39363/1537 ΚΥΑ).

    Το δικαίωμα αυτό έχει ο εργοδότης ανεξάρτητα από τον ΚΑΔ της δραστηριότητάς του. Η εν λόγω αναστολή δεν είναι δυνατό να εκτείνεται σε χρόνο πέραν της 31.12.20 (άρθρο 3 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

    Ερώτημα 8ο: Λαμβάνουν μισθό ή αποζημίωση οι εργαζόμενοι που ανήκουν σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου και τελούν σε αναστολή οι συμβάσεις τους;

    Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι (ανήκοντες σε ομάδα Υψηλού Κινδύνου των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους τίθενται σε αναστολή) δεν υποχρεούνται να παρέχουν την εργασία τους στην επιχείρηση στην οποία εργάζονται. Ούτε και ο εργοδότης τους, κατά λογική ακολουθία, υποχρεούται να τους καταβάλει μισθό. Στο μέτρο που οι εν λόγω εργαζόμενοι δεν συνδέονται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας με άλλον εργοδότη, είναι δικαιούχοι αποζημίωσης ειδικού σκοπού (άρθρο 4§1 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

    Ερώτημα 9ο: Ποιο το ύψος και ποια η μεταχείριση της αποζημίωσης ειδικού σκοπού;

    Η αποζημίωση ειδικού σκοπού «…υπολογίζεται ανά μήνα κατ΄ αναλογία των ημερών κατά τις οποίες η σύμβαση εργασίας των ανωτέρω εργαζομένων τελεί σε αναστολή με βάση υπολογισμού το ποσό των …534,00 ευρώ που αντιστοιχεί σε τριάντα (30) ημερολογιακές ημέρες». Στους συγκεκριμένους εργαζόμενους «…παρέχεται πλήρης ασφαλιστική κάλυψη επί του ονομαστικού τους μισθού, για τις ημέρες που η σύμβαση εργασίας τελεί σε αναστολή» (άρθρο 4§2 της 39363/1537 ΚΥΑ).

    Η αποζημίωση ειδικού σκοπού «…είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη …δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης…, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς την φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα» (άρθρο 4§3 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

    Ερώτημα 10ο: Ποια η διαδικασία της λήψης της αποζημίωσης ειδικού σκοπού;

    Η καταβολή της αποζημίωσης ειδικού σκοπού προϋποθέτει την υποβολή και καταχώρηση σχετικών με το θέμα υπευθύνων δηλώσεων στο ΕΡΓΑΝΗ τόσο από τους εργοδότες όσο και από τους εργαζόμενους (άρθρο 5 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

    Ερώτημα 11ο: Ποια η μεταχείριση εργαζομένων που ανήκουν σε ομάδες Ενδιαμέσου Κινδύνου;

    Ο εργοδότης στον οποίο γνωστοποιείται η ένταξη εργαζόμενου σε ομάδα Ενδιαμέσου Κινδύνου, υποχρεούται αρχικά να διερευνήσει το ενδεχόμενο της τηλεργασίας. Στην περίπτωση που αυτό δεν καταστεί εφικτό, τον απασχολεί πρόσκαιρα σε θέση εργασίας στην οποία δεν έρχεται σε επαφή με το κοινό (άρθρο 2.Β της 39363/1537 ΚΥΑ).

    Σε κάθε περίπτωση: δεν τίθεται θέμα αναστολής της σύμβασης εργασίας εργαζομένου ο οποίος ανήκει σε ομάδα Ενδιαμέσου Κινδύνου.

     

    Ερώτημα 12ο: Ποια τα Γενικά Μέτρα Προστασίας που ούτως ή άλλως θα πρέπει να λαμβάνει η επιχείρηση;

    Ο εργαζόμενος που ανήκει σε ευπαθείς ομάδες (είτε Υψηλού είτε Ενδιαμέσου Κινδύνου) δικαιούται να ασκήσει (ή όχι) το δικαίωμά του σε εξ αποστάσεως εργασία ή την παροχή των υπηρεσιών του μακριά από το κοινό.

    Ο εργοδότης όμως υποχρεούται, σε κάθε περίπτωση, «στη λήψη αυξημένων μέτρων προστασίας, βάσει της εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου, καθώς και στην πλήρη εφαρμογή τόσο της νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια στην εργασία».  Υποχρεούται επίσης να ευθυγραμμίζεται με τις ειδικότερες διατάξεις «που ρυθμίζουν ζητήματα εφαρμογής μέτρων δημόσιας υγείας, όπως τήρηση αποστάσεων και χρήση μάσκας, σε εργασιακούς χώρους, ανά κλάδο και τόπο οικονομικής δραστηριότητας» (άρθρο 2.Γ της 39363/1537 ΚΥΑ).

    Να επισημανθεί (και) εδώ η (βαρύνουσα-επιπρόσθετη) σημασία και αξία της εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου. Η συγκεκριμένη εκτίμηση αποδεικνύεται, για μια ακόμα φορά, εξαιρετικά σημαντική. Ακόμα περισσότερο, η ευθυγράμμιση του συνόλου των επιχειρήσεων με αυτήν.

     

    Ερώτημα 12ο: Ποια η χρονική διάρκεια των συγκεκριμένων μέτρων;

    Η χρονική διάρκεια ισχύος των συγκεκριμένων, προαναφερθέντων, μέτρων εκτείνεται μέχρι την 31.12.20 (άρθρο 6 της 39363/1537 ΚΥΑ).

     

     

    Το σύνολο των μέτρων που ελήφθησαν από την έναρξη, ακόμα, της πανδημίας πρωταρχικό  γνώμονα είχε/έχει την διασφάλιση της ζωής και υγείας.

    Οι Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις που προσδιορίζουν την έννοια των ευπαθών ομάδων αλλά και τη μεταχείριση των εργαζομένων που εντάσσονται σε αυτές, κινούνται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Στοχεύουν επαρκώς να διασφαλίσουν τα συγκεκριμένα αγαθά (:ζωή και υγεία) των εργαζομένων.

    Στοχεύουν όμως και σε κάτι ακόμα σημαντικό: την οριοθέτηση του σημείου ισορροπίας ανάμεσα στις εύλογες ανάγκες των εργαζομένων που εντάσσονται στις ευπαθείς ομάδες και εκείνες των επιχειρήσεων που απασχολούν τους συγκεκριμένους εργαζόμενους.

    Σε ικανό βαθμό το επιτυγχάνουν.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 11 Οκτωβρίου 2020.

    ευπαθείς ομάδες και τηλεργασία

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κορωνοϊός, επιχειρήσεις και προσωπικά δεδομένα

    Κορωνοϊός, επιχειρήσεις και προσωπικά δεδομένα

    Κορωνοϊός, επιχειρήσεις και προσωπικά δεδομένα (:διασφάλιση ζωής & υγείας ή προσωπικών δεδομένων);

    Ο Κορωνοϊός SARS-CoV-2 είναι, το δίχως άλλο, μουσαφίρης-όχι νοικοκύρης. Ως τέτοιος αργά ή γρήγορα (ελπίζουμε τάχιστα) θα μας αποχαιρετίσει.  Μαζί του και η σχετική πανδημία (COVID-19). Οι συνέπειες, όμως, από το πέρασμά τους ήδη μας στιγματίζουν. Η καθημερινότητά μας έχει εντυπωσιακά μεταβληθεί. Ακόμα και αγαπημένα πρόσωπα αναγκαζόμαστε να αποχωριστούμε προκειμένου να τα προστατέψουμε. Ή/και για να προστατευθούμε. Στο επίπεδο των επιχειρήσεων, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Ως ποιο βαθμό άραγε; Δικαιούται, λ.χ., να θερμομετρεί τους εργαζομένους όταν εισέρχονται στον χώρο εργασίας; Τους πελάτες; Κι ο γιατρός εργασίας υποχρεούται να ενημερώνει το «αφεντικό» για τα («ύποπτα») συμπτώματα ενός από τους εργαζόμενους; Προέχει, άραγε, η διαφύλαξη των προσωπικών δεδομένων του ασθενούς εργαζόμενου ή η ζωή και υγεία των υπολοίπων;

     

    Τα (σχετικά) ερωτήματα που απασχολούν ήδη τους εργοδότες και τις επιχειρήσεις.

    Σειρά ερωτημάτων απασχολούν όλους μας. Κάποια από αυτά, προερχόμενα από εργοδότες/επιχειρήσεις, έχουν τεθεί υπόψη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (στο εξής: «Αρχή ΠΔΠΧ»). Αναφέρονται, από τη μία πλευρά, στις υποχρεώσεις τους για την εξασφάλιση της υγείας των εργαζομένων τους (βεβαίως και των ιδίων). Στην υποχρέωσή τους, από την άλλη, για την τήρηση της νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα. Ενδεικτικά:

    (α) Επιτρέπεται η θερμομέτρηση των εισερχομένων στις εγκαταστάσεις της επιχείρησης;

    (β) Επιτρέπεται η επιβολή συμπλήρωσης ερωτηματολογίου σχετικά με την κατάσταση της υγείας των εργαζομένων ή των οικείων τους;

    (γ) Επιτρέπεται η επιβολή συμπλήρωσης ερωτηματολογίου σχετικά με πρόσφατο ιστορικό ταξιδίου, εργαζομένων ή οικείων τους, σε αλλοδαπό κράτος με αυξημένο κίνδυνο μετάδοσης του κορωνοϊού κλπ;

    (δ) Επιτρέπεται η ενημέρωση των λοιπών εργαζομένων για το γεγονός ή/και τα στοιχεία ήδη νοσούντος εργαζομένου ή οικείων του;

     

    Η υποχρέωση της διασφάλισης της ζωής και υγείας των εργαζομένων

    Στο πρώτο από τη σειρά της, σχετικής με το παραπάνω θέμα, αρθρογραφίας μας  (Κορωνοϊός Και Επιχειρήσεις: Ο Πρώτος Δεκάλογος Για Τη Λειτουργία Τους Και Τις Εργασιακές Σχέσεις)αναφερθήκαμε στις βασικές υποχρεώσεις των εργοδοτών για τη διασφάλιση της ζωής και υγείας των εργαζομένων.

    Οι υποχρεώσεις αυτές δεν είναι ούτε θεωρητικές ούτε αόριστες. Απορρέουν από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο (προεχόντως: τον Κώδικα Νόμων για την Υγεία & Ασφάλεια των Εργαζομένων [ΚΝΥΑΕ-που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3850/2010 (ΦΕΚ 84 Α ́)].

    Ένας είναι ο βασικός πυλώνας του συγκεκριμένου θεσμικού πλαισίου: «η αποκλειστική ευθύνη του εργοδότη, ο οποίος υποχρεούται να εξασφαλίζει …την υγεία των εργαζομένων ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας, να λαμβάνει μέτρα που να εξασφαλίζουν την υγεία …των τρίτων» (άρθρ.42, παρ.1. ΚΝΥΑΕ). Στο πλαίσιο μάλιστα των ευθυνών του, ο εργοδότης οφείλει, όχι μόνον να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων, αλλά και να επιβλέπει την εφαρμογή τους (άρθρ. 42, παρ. 5 και 6γ ΚΝΥΑΕ).

    Κι όλα τούτα, δεν αρκούν!

    Ο εργοδότης οφείλει να έχει στη διάθεσή του μια γραπτή εκτίμηση των υφισταμένων κατά την εργασία κινδύνων για την ασφάλεια και την υγεία. Η γραπτή εκτίμηση επαγγελματικού κινδύνου θα έπρεπε, ήδη, να έχει επικαιροποιηθεί και ως προς τους κινδύνους και τα μέτρα πρόληψης από τον COVID-19.

    Το Υπουργείο Εργασίας είχε κάνει έγκαιρα τις σχετικές υπομνήσεις. Μεταξύ αυτών, με τις κατευθυντήριες οδηγίες και μέτρα πρόληψης στους εργασιακούς χώρους από το νέο Κορωνοϊό.  Αρκετά νωρίς επίσης, με το υπ’ αριθμ. 94243/09.03.2020 έγγραφό του, εστίασε στις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που συναρτώνται με την τρέχουσα πανδημία.

     

    Η διασφάλιση της υγείας στο χώρο εργασίας-η θέση της Αρχής

    H Αρχή ΠΔΠΧ αισθάνθηκε την ανάγκη να τοποθετηθεί στο θέμα της προστασίας από την πανδημία και των επιπτώσεών σε θέματα προσωπικών δεδομένων.

    Στις Κατευθυντήριες Γραμμές της για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της διαχείρισης του COVID-19 (στο εξής: «Κατευθυντήριες Γραμμές») δέχεται-όσον αφορά τον ιδιωτικό τομέα- πως:

    (α) Ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων λαμβάνοντας τα αναγκαία συναφή-προστατευτικά μέτρα προς αποφυγή επέλευσης σοβαρού, άμεσου και αναπόφευκτου κινδύνου αυτών. Επίσης να εγγυάται το ασφαλές και υγιές περιβάλλον εργασίας με τη συνδρομή των εργαζομένων.

    (β) Οι εργαζόμενοι είναι, αντίστοιχα, υποχρεωμένοι να εφαρμόζουν τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των ιδίων. Επίσης, και όσων επηρεάζονται από πράξεις ή παραλείψεις τους. Στο πλαίσιο αυτό, περιλαμβάνεται και η υποχρέωσή τους να αναφέρουν αμέσως στον εργοδότη ή/και στον ιατρό εργασίας όλες τις καταστάσεις που μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστούν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία.

     

    Ποια η θέση της Αρχής ΠΔΠΧ όσον αφορά τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων για τη διασφάλιση των προσωπικών δεδομένων σε σχέση με την πανδημία;

    Η Αρχή ΠΔΠΧ κάνει δεκτά πως:

    (α) Οι εργοδότες νομιμοποιούνται να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα  εργαζομένων τους για την προστασία της υγείας τους. Η επεξεργασία αυτή γίνεται στη βάση του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Προσωπικών Δεδομένων (στο εξής: «Κανονισμός»). Και, αυτονοήτως, στο πλαίσιο των οδηγιών των αρμόδιων αρχών για την εφαρμογή των μέτρων που αποφασίσθηκαν με τις Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου («ΠΝΠ»).

    (β) Οι πληροφορίες που αφορούν την υγεία ενός φυσικού προσώπου (ή την παροχή υγειονομικής φροντίδας σ’ αυτό) συνιστούν ειδικής κατηγορίας δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Τα δεδομένα αυτά υπόκεινται σε αυστηρότερο καθεστώς προστασίας.

    Στα ειδικής αυτής προστασίας δεδομένα –ευαίσθητα δεδομένα- εντάσσονται (ενδεικτικά): (α) Το γεγονός ότι  νοσεί κάποιο πρόσωπο-ένας εργαζόμενος λ.χ. (που κατονομάζεται ή που, έστω, μπορεί να ταυτοποιηθεί), (β) Η κατ’ οίκον παραμονή του λόγω ασθένειας, (γ) Η διαπίστωση ενδείξεων ασθένειας, ενδεχομένως και μέσω της κλινικής του εικόνας (βήχας, καταρροή, θερμοκρασία ανώτερη της φυσιολογικής κ.λπ.).

    Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν κι άλλες πληροφορίες που θα ήταν δυνατό να ενδιαφέρουν στο πλαίσιο της τρέχουσας πανδημίας. Ενδεικτικά: εάν κάποιος ταξίδεψε πρόσφατα σε αλλοδαπό κράτος με εκτεταμένη διάδοση του κορωνοϊού ή εάν οικείος του εργαζόμενου ή συνεργάτης του είναι ασθενής ή έχει προσβληθεί από τον κορωνοϊό. Οι συγκεκριμένες πληροφορίες δεν αφορούν την υγεία του συγκεκριμένου υποκειμένου-λ.χ. εργαζόμενου. Κατά συνέπεια, δεν αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ειδικής κατηγορίας. Θα ήταν δυνατό, εντούτοις, να συνιστούν απλά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Επίσης, δηλ., προστατευτέα.

     

    Ποιο το πεδίο εφαρμογής της νομοθεσίας για τα Προσωπικά Δεδομένα;

    Η νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εφαρμόζεται (άρθρο 2 παρ. 1 Κανονισμού και άρθρο 2 ν. 4624/2019) σε δύο περιπτώσεις. Συγκεκριμένα όταν έχουμε: (α) αυτοματοποιημένη (συνολικά ή μερικά) επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και (β) μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, τα οποία περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε σύστημα αρχειοθέτησης.

    Στο παραπάνω πλαίσιο, η προφορική ενημέρωση ότι το υποκείμενο των δεδομένων (λ.χ. εργαζόμενος νοσεί από τον κορωνοϊό ή ότι η σωματική θερμοκρασία του έχει μετρηθεί ως ανώτερη του φυσιολογικού), συνιστούν πράγματι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Η σχετική νομοθεσία εντούτοις δεν εφαρμόζεται όταν οι ανωτέρω πληροφορίες δεν περιλαμβάνονται σε σύστημα: (α) συνολικά (ή μερικά) αυτοματοποιημένης επεξεργασίας ή, εναλλακτικά, (β) μη αυτοματοποιημένης επεξεργασία εφόσον περιλαμβάνονται (ή πρόκειται να περιληφθούν) σε σύστημα αρχειοθέτησης.

    Σημαντικό πάντως να τονισθεί πως το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού προσδιορίζεται κατά τρόπο δεσμευτικό (άρθρο 2 §1). Δεν είναι δυνατή οποιαδήποτε επέκταση του με διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας.

    Περιττό να τονίσουμε πως τέτοια επέκταση (ή προσπάθεια επέκτασης) δεν υφίσταται στη χώρα μας.

     

    Τι πρέπει να κάνει, εν τέλει, ο εργοδότης;

    Ο υπεύθυνος επεξεργασίας, στην προκειμένη περίπτωση ο εργοδότης, προβαίνει στις (αναγκαίες και σύμφωνες προς τον Κανονισμό) πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Πάντοτε προς την κατεύθυνση της επίτευξης των σκοπών που κάθε φορά επιδιώκονται.

    Στην παρούσα φάση (όσον αφορά την Covid-19), δεν είναι δυνατό να  αποκλεισθεί ως, εκ των προτέρων, απαγορευμένη οποιαδήποτε πράξη επεξεργασίας. Άλλωστε, ο ΓΚΠΔ παρέχει τη νομική βάση επιτρεπτής επεξεργασίας στο άρθρο 6. Ιδίως, στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητη για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου των δεδομένων ή άλλου φυσικού προσώπου (περ. δ΄), καθώς και για λόγους δημοσίου συμφέροντος (περ. ε΄). Ωστόσο, δεδομένου ότι πρόκειται για δεδομένα ειδικής κατηγορίας (υγείας), η επεξεργασία επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση (άρ. 9). Μεταξύ άλλων, όταν «επεξεργασία είναι απαραίτητη για λόγους δημόσιου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας…» (παρ. 2 περ. θ΄).

    Τα δεδομένα είναι τέτοια που εκείνο που προέχει (και αυτονοήτως όλοι μας καλούμαστε να διαφυλάξουμε) είναι η ανθρώπινη ζωή και υγεία. Με σεβασμό πάντως στη νομοθεσία για τα Προσωπικά Δεδομένα.

    Η όποια επεξεργασία από μέρους του εργοδότη διέπεται από την αρχή της λογοδοσίας. Με άλλα λόγια στην παρούσα περίπτωση: Όπως και να διαχειριστεί ο εργοδότης προσωπικά δεδομένα θα πρέπει να είναι, πάντοτε, σε θέση να αποδείξει το σύννομο της επεξεργασία τους.

    Η συγκέντρωση μεγάλου όγκου πληροφοριών είναι εύκολη και, εν τέλει, απολύτως ολιγοδάπανη. Η επιλογή υλικών φορέων που δέχονται την εγγραφή μεγάλου όγκου είναι απολύτως ευχερής. Όσον αφορά όμως τη συλλογή προσωπικών δεδομένων, θα πρέπει να επιδιώκουμε τον αυτοπεριορισμό μας. Η συλλογή τους θα πρέπει να περιορίζεται στις πληροφορίες που χαρακτηρίζονται ως απολύτως αναγκαίες. Εκείνες δηλ. που συνδέονται αποκλειστικά με τον επιδιωκόμενο σκοπό-εν προκειμένω, την πρόληψη της διάδοσης του κορωνοϊού και κατ΄επέκταση, την προστασία της υγείας των ευρισκομένων στο χώρο εργασίας (αρχές του σκοπού και του περιορισμού της επεξεργασίας, σε συνδυασμό με την αρχή της αναλογικότητας), λαμβανομένης υπόψη και της αρχής της ασφαλούς επεξεργασίας (ιδίως της εμπιστευτικότητας πληροφοριών). Κι όλα τούτα μέσω της λήψης της απαραίτητων τεχνικών και οργανωτικών μέτρων ασφαλείας.

    Μάλιστα, δεν αποκλείεται, στην περίπτωση εκείνη της επεξεργασίας των ευαίσθητων δεδομένων της υγείας σε μεγάλη κλίμακα, να απαιτηθεί η διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου. Δηλαδή, να πραγματοποιηθεί, πριν την επεξεργασία, εκτίμηση των συνεπειών των πράξεων επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων.

    Η συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παρουσιάζουν επαχθή χαρακτήρα και συνιστούν περιορισμό ατομικών δικαιωμάτων, θα πρέπει να λαμβάνει χώρα με ιδιαίτερη φειδώ. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας (εν προκειμένω ο εργοδότης) θα πρέπει πάντοτε να φροντίζει να τηρούνται οι, σχετικές, νόμιμες προϋποθέσεις. Ιδίως η αρχή της αναλογικότητας. Τα μέτρα που εν τέλει θα λάβει οφείλουν να είναι τα λιγότερο επαχθή-αφού βέβαια θα έχει αποκλεισθεί, ως απρόσφορο, οποιοδήποτε άλλο (λιγότερο επαχθές) μέτρο.

    Εύκολα θα ήταν δυνατό να διολισθήσουμε, ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες, σε μια συστηματική, διαρκή και γενικευμένη συλλογή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.  Θα αξιολογούσαμε, ενδεχομένως, ως ιδιαίτερα χρηστική και ασφαλή τη δημιουργία και διαρκή ανανέωση ενός αρχείου που θα αφορούσε την εξέλιξη της υγείας ενός εκάστου των εργαζομένων. Η δημιουργία ενός τέτοιου αρχείου, εντούτοις-κατά την Αρχή ΠΔΠΧ, «δύσκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας».

     

    Η δυνατότητα των ασθενών υπαλλήλων να γνωστοποιήσουν την κατάσταση της υγείας τους.

    Τα πράγματα διαφοροποιούνται έντονα όταν οι ήδη νοσούντες από τον κορωνοϊό ασθενείς (υπάλληλοι εν προκειμένω), οικειοθελώς δημοσιοποιούν την κατάσταση της υγείας τους. Στην περίπτωση αυτή έχουμε μια διαφορετική (νόμιμη πάντως) βάση επεξεργασίας των συγκεκριμένων δεδομένων υγείας (άρθρο 9 §2 εδ. ε’ Κανονισμού). Αρκεί, πάντοτε, να τηρούνται οι αρχές του Κανονισμού και οι τυχόν ειδικότερες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας (των ΠΝΠ περιλαμβανομένων).

     

    Η δυνατότητα(;) των εργοδοτών να κοινοποιούν σε τρίτους την κατάσταση της υγείας ασθενών υπαλλήλων τους.

    Είναι, άραγε, επιτρεπτή ή όχι η γνωστοποίηση σε τρίτους πληροφοριών για την κατάσταση υγείας των υποκειμένων των δεδομένων (εδώ των εργαζομένων) από μέρους των υπευθύνων επεξεργασίας (εδώ των εργοδοτών);

    Κατά την Αρχή ΠΔΠΧ «δεν είναι επιτρεπτή αν δημιουργεί κλίμα προκατάληψης και στιγματισμού, επιπλέον δε ενδέχεται να δρα αποτρεπτικά στην τήρηση των μέτρων που ανακοινώθηκαν από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές με αποτέλεσμα να αντιστρατεύεται τελικά την αποτελεσματικότητα τους». Και τούτο ακόμη και αν καταρχήν διενεργείται στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου.

    Ο Κανονισμός θέτει κατευθυντήριες γραμμές. Αυτονόητο είναι πως δεν θα ήταν δυνατό να ρυθμίζει, περιπτωσιολογικά, κάθε μια περίπτωση σχετική με  προσωπικά δεδομένα. Ούτε και να απαντά, περιπτωσιολογικά, σε απολύτως συγκεκριμένα ερωτήματα.

    Ωστόσο, στο προοίμιό του ο Κανονισμός (αιτιολογική σκέψη 46) δέχεται ως χρήσιμη την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων όταν «…είναι απαραίτητη για ανθρωπιστικούς σκοπούς, μεταξύ άλλων για την παρακολούθηση επιδημιών και της εξάπλωσής τους…».

    Ενώ στη συνέχεια, εξειδικεύοντας το δημόσιο συμφέρον, δέχεται την επεξεργασία ευαίσθητων δεδομένων «…για την πρόληψη ή τον έλεγχο των μεταδοτικών ασθενειών και άλλων σοβαρών απειλών κατά της υγείας» (αιτιολογική σκέψη 52). Οι αιτιολογικές σκέψεις, μολονότι καθοδηγητικές για τον εργοδότη και τις επιχειρήσεις, δεν τους απαλλάσσουν από τις υποχρεώσεις τους.

     

    Τον εργοδότη και τις επιχειρήσεις βαρύνουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις για την διασφάλιση της υγείας στους χώρους εργασίας. Βεβαίως και η προστασία των προσωπικών δεδομένων (και) των υπαλλήλων τους.

    Τα ερωτήματα που τους βαρύνουν είναι πολλά και σοβαρά.

    Απαντήσεις δεν είναι δυνατό να δοθούν, εκ προοιμίου, στα περισσότερα από αυτά. Η Αρχή ΠΔΠΧ αποφεύγει να δώσει απολύτως συγκεκριμένες απαντήσεις και  κατευθύνσεις.

    Η θέση της είναι πως «Η Αρχή υπενθυμίζει ότι ο υπεύθυνος επεξεργασίας προβαίνει στις αναγκαίες και σύμφωνες προς τα άρθρα 5 και 6 ΓΚΠ∆ πράξεις επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την επίτευξη των επιδιωκόμενων σκοπών χωρίς να μπορεί εκ προοιμίου να αποκλειστεί ως απαγορευμένη οποιαδήποτε πράξη επεξεργασίας, ιδίως στην παρούσα χρονική κρίσιμη και πρωτόγνωρη συγκυρία και εφόσον πληρούνται επιπλέον οι προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στις υπ’ αρ. 1-2 σκέψεις της παρούσας. Είναι αυτονόητο ότι η επεξεργασία αυτή πραγματοποιείται στο πλαίσιο της αρχής της λογοδοσίας».

    Με άλλα λόγια: κάντε ό,τι καταλαβαίνετε («δύσκολα είναι τα πράγματα») αλλά, να ξέρετε, «μπορεί και να σας ζητήσω το λόγο».

    Η περιπτωσιολογική αντιμετώπιση επαφίεται σε καθεμιά επιχείρηση, στον DPO και στους συμβούλους της.

    Καμιά αμφιβολία όμως δεν είναι δυνατό να έχουμε πως κάθε μέτρο που θα πρέπει να λαμβάνει, υπό τις παρούσες συνθήκες, ο εργοδότης/η επιχείρηση μια, μόνον, κεντρική στόχευση θα πρέπει έχει: Τη διαφύλαξη της ζωής και της υγείας των εργαζομένων.

    Με σεβασμό βέβαια στη νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα.

    Με ακόμα μεγαλύτερο, όμως, σεβασμό στη ζωή και την υγεία των ανθρώπων τους.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Απριλίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κορωνοϊός: αόρατος(;) εχθρός των θέσεων εργασίας

    Κορωνοϊός: αόρατος(;) εχθρός των θέσεων εργασίας

    Κορωνοϊός: αόρατος(;) εχθρός των θέσεων εργασίας (:μέτρα αποτροπής των απολύσεων)

    I. ΠΡΟΟΙΜΙΟ

    1. Η πανδημία COVID-19 βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

    Το πέρας της δεν είναι, ουδέ καθ’ υπόθεση, ορατό.

    Η παγκόσμια κρίση υγείας είναι, για όλους μας, πρωτόγνωρη. Θα οδηγήσει, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση. Βεβαίως και την εθνική.

    Η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων βιώνει τις δραματικές συνέπειες της πανδημίας. Οι επιχειρηματίες (κι εκείνοι που έχουν αντίστοιχες ευθύνες) αναζητούν (απεγνωσμένα κάποιες φορές) λύσεις επιβίωσης.

    Η σημαντικότερη πρόκληση που έχουμε όλοι μας να αντιμετωπίσουμε είναι η διασφάλιση της ζωής και της υγείας.

    Αμέσως μετά: η επιβίωση της εθνικής οικονομίας, των επιχειρήσεων. Τελευταία, δυστυχώς, στη σειρά: η επιβίωση των εργασιακών σχέσεων.

    Στη χώρα μας, από την επιβεβαίωση των πρώτων, ακόμα, κρουσμάτων, επικράτησε σημαντική αναταραχή (ακριβέστερα: πανικός) στην αγορά εργασίας.

    2. Το διοικητικό μέτρο της αναστολής λειτουργίας επιχειρήσεων (:αναγκαίο για την αποφυγή διασποράς του ιού) συνοδεύτηκε, κατ’ αναπόδραση συνέπεια, με σωρεία απολύσεων.

    Ο Μάρτιος παρουσιάζει, ήδη, αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά τις εργασιακές σχέσεις. Κατά την κυβέρνηση, οι απολύσεις ξεπέρασαν τις 40.000 στις δύο πρώτες εβδομάδες του Μαρτίου. Κατά την αντιπολίτευση τις 110.000. Οι αριθμοί είναι δραματικά υψηλοί.

    Η ανάσχεση του φαινομένου αποτελεί εθνική ανάγκη. Για την επίτευξη της ανάσχεσης αναγκαία υπήρξε η νομοθετική παρέμβαση. Εξεδόθη η από 20.3.2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ τ. Α 68/20.3.2020)-Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, τη στήριξη της κοινωνίας και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της αγοράς… Η συγκεκριμένη ΠΝΠ προσθέτει, μεταξύ άλλων, νέες ρυθμίσεις στις εργασιακές σχέσεις. Εισάγει μέτρα αποτροπής των απολύσεων και αναστολής των σχέσεων εργασίας.

    3. Τα συγκεκριμένα μέτρα (αποτροπής των απολύσεων και αναστολής των σχέσεων εργασίας) αφορούν:

    (α) Τις επιχειρήσεις των οποίων απαγορεύτηκε προσωρινά η λειτουργία τους.

    (β) Τις επιχειρήσεις, οι οποίες υπάγονται στους (κατά το Υπουργείο Οικονομικών) κλάδους που πλήττονται σημαντικά από την πανδημία.

    Η ανωτέρω ΠΝΠ μας έχει ήδη απασχολήσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας (:«Κορωνοϊός και επιχειρήσεις: ο δεύτερος δεκάλογος για τη λειτουργία τους και τις εργασιακές σχέσεις»).

    Αναγκαία όμως μοιάζει μια ειδικότερη ματιά στην προσπάθεια να περισωθούν όσον το δυνατό περισσότερες θέσεις εργασίας.

    Προς όφελος της εθνικής οικονομίας και των επιχειρήσεων. Βεβαίως των εργαζομένων και του κοινωνικού συνόλου

     

    II. ΤΑ ΚΑΤ’ ΙΔΙΑΝ ΜΕΤΡΑ

    1. Οι εργασιακές σχέσεις στις επιχειρήσεις που τελούν σε αναστολή της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας (με απόφαση δημόσιας αρχής)

    (α) Η αναστολή λειτουργίας επιχειρήσεων

    Επιχειρήσεις που ανήκουν σε συγκεκριμένους κλάδους που τέθηκαν σε καθεστώς προσωρινής απαγόρευσης ή αναστολής της λειτουργίας με απόφαση της διοικητικής Αρχής (ενδ. φροντιστήρια, ιδ. σχολεία, καταστήματα λιανεμπορίου).

    Το οικονομικό τους πλήγμα αδιαμφισβήτητο.

    Η πρώτη (εύλογη) σκέψη εκείνων που είχαν την ευθύνη τους, η άμβλυνση των οικονομικών επιπτώσεων. Η συρρίκνωση δαπανών. Ιδίως του μισθολογικού κόστους.

    (β) Η απαγόρευση (και ακυρότητα) των απολύσεων

    Προκειμένου να τεθεί ανάχωμα στις απολύσεις νομοθετήθηκε η απαγόρευσή τους στις επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία ανεστάλη.

    Στην ανωτέρω (υπό I) αναφερόμενη ΠΝΠ προβλέφθηκε, συγκεκριμένα, πως: «Οι επιχειρήσεις-εργοδότες, που τελούν σε αναστολή της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, κατόπιν εντολής δημόσιας αρχής, και για όσο χρονικό διάστημα διαρκούν τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊου COVID-19, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία των συμβάσεων εργασίας» (άρ. 11 παρ. 1 εδ. α΄).

    Σε περίπτωση, μάλιστα, μη συμμόρφωσης και, παρά ταύτα, καταγγελίας συμβάσεων εργασίας (από μέρους των συγκεκριμένων επιχειρήσεων), προβλέφθηκε η ακυρότητα τους (άρθρο 11 § 1 εδ. β΄). Η ακυρότητα των απολύσεων είναι αναδρομική. Αφορά κι εκείνες που έλαβαν χώρα, αναδρομικά, από 18 Μαρτίου.

    (γ) Το «αντίδωρο» για την απαγόρευση των απολύσεων

    Ως αντιστάθμισμα της ανωτέρω (υπό β) απαγόρευσης απολύσεων, οι προαναφερθείσες επιχειρήσεις δεν οφείλουν μισθολογικές παροχές κατά το χρόνο αναστολής της λειτουργίας τους.

    Οι εργαζόμενοί τους, αντίθετα, καθίστανται δικαιούχοι έκτακτης (κρατικής) οικονομικής ενίσχυσης ύψους 800€ (:αποζημίωση ειδικού σκοπού).

    2. H λειτουργία επιχειρήσεων με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας

    Το μέτρο της λειτουργίας με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας είναι ακόμα ένα μέτρο για την αποτροπή των απολύσεων. Αφορά (σύμφωνα με την απο 20.3.2020 ΠΝΠ) το σύνολο των επιχειρήσεων. Διαρροές από το Υπουργείο Εργασίας αφήνουν να εννοηθεί πως στην ΥΑ που θα ρυθμίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του θα περιοριστεί το εύρος εφαρμογής του. Συγκεκριμένα: μόνο στις επιχειρήσεις που εντάσσονται στη λίστα του Υπουργείου με τους πληττόμενους κλάδους δραστηριότητας. Πρόκειται για απασχόληση κατά λιγότερες ημέρες (και ως εκ τούτου εβδομάδες) τον μήνα, μέσω της εναλλαγής ημερών (ή πλήρων εβδομάδων) εργασίας και μη εργασίας, κατόπιν απόφασης του εργοδότη. Ως προς τη σύλληψή του, επομένως, ομοιάζει με το μέτρο της μονομερούς επιβολής συστήματος εκ περιτροπής εργασίας. Ωστόσο, οι προβλεπόμενες στην ΠΝΠ (άρθρο 9) προϋποθέσεις εφαρμογής διακρίνουν σε σημαντικό βαθμό το συγκεκριμένο μέτρο από εκείνο της μονομερώς επιβαλλόμενης εκ περιτροπής εργασίας.

    Συγκεκριμένα, οι προϋποθέσεις εφαρμογής αφορούν: (α) Την ελάχιστη δυνατή κατά μήνα απασχόληση των εργαζομένων. (β) Τον ελάχιστο αριθμό εργαζομένων στους οποίους μπορεί να επιβληθεί το μέτρο. (γ) Την ανώτατη χρονική διάρκεια εφαρμογής του μέτρου.

    Συγκεκριμένα:

    (α) Ο εργαζόμενος, ο οποίος θα συμπεριληφθεί στο προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας πρέπει να απασχολείται κατ’ ελάχιστο δύο (2) εβδομάδες ανά μήνα. Συνεχόμενα ή διακεκομμένα.

    (β) Στον ανωτέρω τρόπο οργάνωσης της λειτουργίας της επιχείρησης πρέπει να ενταχθεί, τουλάχιστον, το 50% του προσωπικού της επιχείρησης. Επομένως, η επιχείρηση θα πρέπει να απασχολεί, με  πλήρη απασχόληση, εκείνους που δεν έχουν ενταχθεί στο συγκεκριμένο μέτρο. Ο ακριβής χρόνος οργάνωσης εργασίας είναι δυνατό να καθορίζεται ανά εβδομάδα)

    (γ) Η εφαρμογή του μέτρου της λειτουργίας μιας επιχείρησης με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας δεν μπορεί να είναι αέναη. Το συγκεκριμένο μέτρο θα εφαρμόζεται μέχρι την 20.9.20, κατ’ ανώτατο όριπ.

    Παράλληλα, ο εργοδότης βαρύνεται με δύο υποχρεώσεις.

    Η πρώτη αφορά τη γνωστοποίηση της επιβολής του μέτρου στο ΕΡΓΑΝΗ. Απολογιστικά στο τέλος κάθε μήνα.

    Η δεύτερη όμως είναι και η σημαντικότερη. Ο εργοδότης που θα επιλέξει να εφαρμόσει τη λειτουργίας της επιχείρησής του με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας υποχρεούται να διατηρήσει τον πλήθος των εργαζομένων του.

    Λεπτομέρειες αναμένεται να προσδιορισθούν με έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

     

    3. Η μεταφορά προσωπικού σε επιχειρήσεις εντός του ιδίου ομίλου

    Αποτελεί ένα, επιπρόσθετο, μέτρο στο πλαίσιο της (εθνικής) προσπάθειας αποτροπής των απολύσεων.

    Σύμφωνα με το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, η επιχείρηση δικαιούται να μεταφέρει προσωπικό της σε άλλη επιχείρηση του ίδιου Ομίλου (στον οποίο ανήκει). Το μέτρο αυτό, μολονότι νεοεισαχθέν, είχε εντούτοις, ήδη, απασχολήσει τη νομολογία. Ο ΑΠ αποδέχθηκε ως δυνατή την απασχόληση εργαζομένου και σε άλλες εταιρείες του ίδιου Ομίλου. Και τούτο, ανεξάρτητα με το ποια εταιρεία του Ομίλου αυτού είναι εργοδότης. Το συγκεκριμένο θέμα μας είχε απασχολήσει σε παλαιότερη αρθρογραφία μας (:η απασχόληση εργαζομένων σε εταιρείες του ίδιου Ομίλου)

    Με το άρθρο 10 της ΠΝΠ της 20.3.20 προβλέπεται (και ρητά) η δυνατότητα μεταφοράς προσωπικού σε επιχειρήσεις εντός τους ίδιου Ομίλου. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη έχει περιορισμένη εφαρμογή. Αφορά, συγκεκριμένα:

    (α) Τις επιχειρήσεις που η δραστηριότητά τους έχει πληγεί από την πανδημία Covid-19

    (β) Τις επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί από τις αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας

    Η ΠΝΠ επιβάλλει συγκεκριμένες υποχρεώσεις στις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις.

    Η πρώτη αφορά την έγγραφη, μεταξύ τους, συμφωνία.

    Η δεύτερη να διατηρήσουν, συνολικά, τον ίδιο αριθμό εργαζομένων που απασχολούσαν πριν από τη μεταφορά.

    Λεπτομέρειες αναμένεται να προσδιορισθούν μέσω των Υπουργικών Αποφάσεων που θα εκδοθούν.

     

    4. Οι εργασιακές σχέσεις στις επιχειρήσεις που πλήττονται (σημαντικά) εξαιτίας της πανδημίας

    (α) Οι πληττόμενοι κλάδοι και η ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων

    Στις 20 Μαρτίου, το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε τους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας (Κ.Α.Δ.) των κλάδων που πλήττονται από την εξάπλωση του κορωνοϊού.  Ήδη η σχετική λίστα συνεχώς διευρύνεται.

    Μολονότι, οι επιχειρήσεις αυτές επιτρέπεται να λειτουργούν, δυστυχώς, δεδομένων των συνθηκών, υπολειτουργούν. Προκειμένου να αποφευχθούν οι απολύσεις, εξαιτίας της μείωσης της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, προβλέφθηκε και για τις επιχειρήσεις αυτές η δυνατότητα αναστολής των συμβάσεων εργασίας μέρους ή του συνόλου του προσωπικού τους. Συγκεκριμένα:

    (β) Η αναστολή των συμβάσεων εργασίας και οι συναφείς υποχρεώσεις του εργοδότη

    (i) Τα επιμέρους χαρακτηριστικά της αναστολής της σύμβασης εργασίας

    Πρόκειται για ένα μέτρο που συναντάται, για πρώτη φορά, στην ελληνική έννομη τάξη. Προσομοιάζει με την άδεια άνευ αποδοχών. Ωστόσο, δεν θίγει κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων, για το διάστημα διάρκειάς του (καθώς ο χρόνος αυτός φαίνεται να συνυπολογίζεται, λ.χ., στον χρόνο προϋπηρεσίας και συνταξιοδότησης). Ως ανώτατη διάρκεια του μέτρου ορίζεται, εν προκειμένω, ο ένας μήνας. Είναι δυνατή όμως η παράτασή της (κατόπιν έκδοσης ΚΥΑ).

    (ii) Η δυνατότητα της επιλογής

    Οι πληττόμενες επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν ή όχι την αναστολή των συμβάσεων εργασίας (μέρους ή του συνόλου) του προσωπικού τους. Αν όμως την επιλέξουν, απαγορεύεται ρητά η καταγγελία των συμβάσεων εργασίας. Και, μάλιστα, για το σύνολο του προσωπικού τους.

    (iii) Η αδυναμία και ακυρότητα των απολύσεων

    Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης και, παρά ταύτα, καταγγελίας συμβάσεων εργασίας (από μέρους των συγκεκριμένων επιχειρήσεων), προβλέφθηκε η ακυρότητα τους.

    (iv) Η διατήρηση των θέσεων εργασίας

    Πέραν της απαγόρευσης της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας στις επιχειρήσεις που θα επιλέξουν το μέτρο της αναστολής, επιβάλλεται μια ακόμη, σημαντική πράγματι, υποχρέωση. Η ΠΝΠ ορίζει πως «…υποχρεούνται μετά τη λήξη του χρόνου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας του προσωπικού τους, να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας για χρονικό διάστημα ίσο με εκείνο της αναστολής». Με άλλα λόγια: ακόμα κι αν προβούν οι ανωτέρω επιχειρήσεις σε απόλυση εργαζομένουθα πρέπει να προσλάβουν άλλον εργαζόμενο στη θέση του. Κι αυτό για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή και για άλλο τόσο ακόμα.

    Αντίστοιχα, σε περίπτωση λήξης της διάρκειας σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου (και ως εκ τούτου αυτοδίκαιης λύσης της), δύο είναι τα ενδεχόμενα. Είτε θα πρέπει η σύμβαση αυτή να ανανεωθεί είτε να προσληφθεί άλλος εργαζόμενος στη θέση εκείνου του οποίου η σύμβαση έληξε.

    (v) Η αποζημίωση ειδικού σκοπού

    Οι εργαζόμενοι των επιχειρήσεων που θα κάνουν χρήση της δυνατότητας αναστολής των συμβάσεων εργασίας καθίστανται και αυτοί δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού.

    Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ.  13031/Δ1.4551 ΥΑ (ΦΕΚ 994/23-3-2020) οι εργοδότες που θα προβούν στη δήλωση στο ΕΡΓΑΝΗ των εργαζομένων των οποίων η σύμβαση τελεί σε αναστολή θα πρέπει να δηλώνουν  ότι έχει ανασταλεί η κύρια επιχειρηματική τους δραστηριότητα (!). Και τούτο παρά το γεγονός πως η συγκεκριμένη προϋπόθεση δεν προκύπτει από την σχετική ΠΝΠ. Θέλουμε να πιστεύουμε πως πρόκειται, προφανώς, για ατυχή διατύπωση.

     

    III. Και οι, ήδη, διενεργηθείσες απολύσεις;

    Το κύρος των απολύσεων που έλαβαν χώρα έως 17/3/2020, δεν θίγεται. Ωστόσο, οι απολυμένοι (ή παραιτηθέντες) εργαζόμενοι, εντός του διαστήματος από 1 έως 20 Μαρτίου, δικαιούνται την αποζημίωση ειδικού σκοπού (αρ. 11 παρ. 2.Β. περ. β ΠΝΠ της 20.3.20).

     

    IV. Η αποζημίωση ειδικού σκοπού και οι υποχρεώσεις του εργοδότη

    (i) Η αποζημίωση ειδικού σκοπού και τα επιμέρους χαρακτηριστικά της

    Η αναστολή λειτουργίας των επιχειρήσεων και η αναστολή των συμβάσεων εργασίας δημιουργεί μια νέα πραγματικότητα στις εργασιακές σχέσεις. Για λόγους ανωτέρας βίας, δεν υπάρχει παροχή υπηρεσιών από τον εργαζόμενο. Κατ’ επέκταση δεν μπορεί να υπάρχει και η αντιπαροχή (μισθός από τον εργοδότη). Προβλέφθηκε, κατ΄ ανάγκη, η καταβολή στους εργαζομένους μιας έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης. Πρόκειται για την «αποζημίωση ειδικού σκοπού». Το ύψος της ανέρχεται στα 800€ και καλύπτει  χρονικό διάστημα 45 ημερών.

    Η δαπάνη για την καταβολή της ανωτέρω αποζημίωσης καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Ομοίως και η ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων (αρ. 11 παρ. 2.Β. περ. ε΄ ΠΝΠ της 20.3.20).

    Σημαντικό επίσης να σημειωθεί πως η αποζημίωση ειδικού σκοπού είναι ακατάσχετη και αφορολόγητη. Επίσης: δεν συμψηφίζεται με οποιαδήποτε οφειλή.

    (ii) Οι (συναφείς) υποχρεώσεις των εργοδοτών

    Οι Α.Π.Δ. των εργαζομένων, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή, υποβάλλονται από τον εργοδότη. Η δαπάνη της πλήρους ασφαλιστικής τους κάλυψης υπολογίζεται επί των ονομαστικών μισθών τους.

    Προκειμένου ο εργαζόμενος να λάβει την αποζημίωση ειδικού σκοπού, πρέπει ο εργοδότης να ακολουθήσει συγκεκριμένη διαδικασία, όπως αυτή προβλέπεται στην ΠΝΠ (αρ. 11 παρ. 2.γ. περ. α΄, β΄, γ΄, δ΄) και στην υπ’ αριθμ.   13031/Δ1.4551 ΥΑ (ΦΕΚ 994/23-3-2020).

    Συγκεκριμένα, ο εργοδότης υποχρεούται να υποβάλει υπεύθυνη δήλωση στο ΕΡΓΑΝΗ, με την οποία δηλώνει τους εργαζόμενους των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή: (α) είτε λόγω απαγόρευσης της λειτουργίας της επιχείρησης με εντολή δημόσιας αρχής, (β) είτε λόγω της χρήσης της δυνατότητας αναστολής των συμβάσεων εργασίας από την πληττόμενη επιχείρηση.

    Επιπλέον, στην υπεύθυνη δήλωση ο εργοδότης υποχρεούται να συμπεριλάβει και εκείνους τους εργαζομένους των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει λυθεί από 1 έως 20.3.20. Όπως αναλύθηκε ήδη, η πρόνοια της ΠΝΠ, εν προκειμένω, αφορά συμβάσεις που λύθηκαν: (α) είτε κατόπιν καταγγελίας εκ μέρους του εργοδότη, (β) είτε λόγω οικειοθελούς αποχώρησης του εργαζομένου.

    Ο εργοδότης υποχρεούται, εντός της ημέρας υποβολής της υπεύθυνης δήλωσης, να τη γνωστοποιήσει στον εργαζόμενο. Η γνωστοποίηση γίνεται εγγράφως ή ηλεκτρονικά. Περιλαμβάνει, σε κάθε περίπτωση, τον αριθμό πρωτοκόλλου καταχώρισης της πράξης τους στο ΕΡΓΑΝΗ.

    (iii) H παραβίαση των υποχρεώσεων του εργοδότη

    Η μη υποβολή της ανωτέρω υπεύθυνης δήλωσης από τον υπόχρεο εργοδότη δεν στερείται σοβαρών, βλαπτικών, συνεπειών. Συγκεκριμένα, ο εργοδότης που δεν προβαίνει στην προβλεπόμενη υποβολή υπεύθυνης δήλωσης θα αποκλείεται από την υπαγωγή του στα μέτρα αναστολής οφειλών δόσεων ή ρυθμίσεων ή διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής και κάθε είδους βεβαιωμένων οφειλών προς το Δημόσιο.

     

    V. Εν κατακλείδι

    Η δεκαετία της οικονομικής κρίσης επέφερε βαρύ πλήγμα στην επιχειρηματικότητα.

    Οι επιχειρήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν μια νέα κρίση.

    Πιθανότατα βαθύτερη.

    Ευελπιστούμε βραχύβια.

    Οι εργασιακές σχέσεις δοκιμάζονται εκ νέου.

    Η πολιτεία πράττει, επί του παρόντος-έστω ατελώς, το καθήκον της. Προστατεύει, σε σημαντικό βαθμό, τους εργαζόμενους. Συνδράμει κάποιες από τις πληγείσες επιχειρήσεις.

    Η πανδημία συνδέεται, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, με οικονομική ύφεση. Τη βιώνουμε ήδη. Ευελπιστούμε (κι αυτή) βραχύβια.

    Η προστασία των εργασιακών σχέσεων (αργά ή γρήγορα) θα υποχωρήσει. Και πρέπει να υποχωρήσει. Ας είναι η απόλυση το τελευταίο μέτρο που οι εργοδότες θα υιοθετήσουν. Τα πάντα ηπιότερα μέτρα συνεχίζουν, αδιάλειπτα, να ισχύουν.

    Πάντα οι εργοδότες μπορούν να κάνουν κι άλλες, πριν την απόλυση, επιλογές: (α) τη μετατροπή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερικής απασχόλησης (β) τη συμφωνία (ή επιβολή) εκ περιτροπής εργασίας (γ) τη συμφωνία (ή επιβολή) διαθεσιμότητας.

    Και, σίγουρα, αυτές που ανωτέρω αναλύθηκαν.

    Το αρνητικό ισοζύγιο εργασίας του Μαρτίου ας ελπίσουμε πως θα αποτελέσει μικρή (πικρή) παρένθεση.

    Προς όφελος της εθνικής οικονομίας και της ανάπτυξης.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 29 Μαρτίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Τηλεργασία: μια σύγχρονη και, υπό προϋποθέσεις, πολύτιμη μορφή εργασίας

    Τηλεργασία: μια σύγχρονη και, υπό προϋποθέσεις, πολύτιμη μορφή εργασίας

    I. Προοίμιο

    (1) Αρχές 1ης, π.Χ., χιλιετίας: Έκανε την εμφάνισή της η γαλέρα. Βασικό μέσο προώθησής της, τα κουπιά. Παρέμεινε σε χρήση μέχρι και τις αρχές του 19ου αιώνα. Είναι σε όλους μας γνωστές οι (κινηματογραφικά αναπαραχθείσες) εικόνες των δεκάδων κωπηλατών που, με συντονισμένες ενέργειές τους, κινούσαν τα τεράστια, για την εποχή τους, πλοία.

    Όλοι μαζί. Ταυτόχρονα. Μέσα στη γαλέρα.

    Μπορούμε να διατηρήσουμε, σχετική, βεβαιότητα πως κανένας από τους κωπηλάτες (:ελεύθερος ή δούλος) δεν θα σκεφτόταν τότε να προσφέρει εξ αποστάσεως τις υπηρεσίες του.

    (2) Αρχές 20ού, μ.Χ., αιώνα: Ο Henry Ford υιοθετεί στο εργοστάσιό του στο Detroit, το 1914, μια καινοτομία: τη γραμμή παραγωγής. Στη γραμμή παραγωγής απασχολείται, ταυτόχρονα, ομοιογενές εργατικό δυναμικό. Η εργασία τους συνίστατο σε επιμέρους απλές και επαναλαμβανόμενες κινήσεις, οι οποίες εξυπηρετούσαν τη μαζική παραγωγή.

    Όλοι μαζί. Ταυτόχρονα. Μέσα στο εργοστάσιο.

    Μπορούμε, και στην προκειμένη περίπτωση, να διατηρήσουμε, σχετική, βεβαιότητα πως κανένας από τους εργαζόμενους στο εργοστάσιο του Ford δεν θα σκεφτόταν, επίσης, να προσφέρει εξ αποστάσεως τις υπηρεσίες του.

    (3) 11 Μαρτίου 2020: Ο Π.Ο.Υ. κηρύσσει ως πανδημία τη λοίμωξη COVID-19 που προέρχεται από τον Κορωνοϊό-2019 SARS-CoV-2. Οι επιχειρήσεις επιβάλλεται να συνεχίσουν να λειτουργούν. Οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να κινδυνεύουν. (Ούτε όμως και να καταστούν κρίκος της αλυσίδας διάδοσής της). Αναζητήθηκε ο τρόπος παροχής, εξ αποστάσεως, των υπηρεσιών των εργαζομένων. Η εμπειρία, ήδη, υφίστατο. Η τηλεργασία γίνεται ευρύτατα γνωστή και ευρύτερα αξιοποιήσιμη…

     

    ΙΙ. Η εμφάνιση του εργατικού δικαίου και οι επιμέρους μορφές εργασίας

    Η εκβιομηχάνιση αποτέλεσε, αδιαμφισβήτητα, λόγο εμφάνισης του Εργατικού Δικαίου. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή του (φαίνεται πως) διαδραμάτισε το φορντικό μοντέλο παραγωγής. (Αυτό δηλ. που θεσπίστηκε από τον προαναφερθέντα Henry Ford).

    Οι περιγραφές στο προοίμιο του παρόντος μοιάζουν αναντίστοιχες με όσα σήμερα συμβαίνουν. Η βιομηχανική παραγωγή φαίνεται να εκτοπίζεται, ταχύτατα, από κλάδους  παροχής  υπηρεσιών.

    Ευέλικτες μορφές εργασίας κερδίζουν, σταθερά, έδαφος έναντι της παραδοσιακής «σύμβασης εξαρτημένης εργασίας-πλήρους απασχόλησης, αορίστου χρόνου». Δεν είναι ασυνήθης η σύναψη συμβάσεων μερικής απασχόλησης ή/και ορισμένου χρόνου. Ούτε και η σύναψη συμβάσεων εκ περιτροπής εργασίας.

    Η ανάπτυξη της τεχνολογίας αποδεικνύεται, ολοένα και περισσότερο, αλματώδης. Νέες μορφές εργασίας παρουσιάζονται συναρτημένες με την ανάπτυξη της τεχνολογίας. Απασχολούν με αυξανόμενη ένταση, εργαζομένους κι επιχειρήσεις. Βεβαίως και το νομικό κόσμο. Το  outsourcing,  το  networking, το crowdsourcing και το telecommuting αποτελούν πραγματικότητα. Τη συγκεκριμένη πραγματικότητα δεν είναι δυνατό να αγνοούμε. Αντίθετα οφείλουμε να αξιοποιήσουμε. Και πλέον, εξαιτίας της κρίσιμης κατάστασης που διαβιούμε, καλούμαστε να αξιοποιήσουμε άμεσα.

     

    ΙΙΙ. Ο κορωνοϊός και η τηλεργασία…

    Η τηλεργασία βρίσκεται, τις τελευταίες μέρες, σε πρώτο πλάνο. Και στη χώρα μας.

    Δημοσιεύθηκε, ήδη, η  από 11 Μαρτίου 2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία αφορά στα «Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών της εμφάνισης του κορωνοϊού COVID-19 και της ανάγκης περιορισμού της διάδοσής του».

    Η ΠΝΠ προβλέπει ότι: «Ο εργοδότης δύναται με απόφασή του να καθορίζει ότι η εργασία που παρέχεται από τον εργαζόμενο στον προβλεπόμενο από την ατομική σύμβαση τόπο εργασίας, θα πραγματοποιείται με το σύστημα της εξ αποστάσεως εργασίας Μάλιστα, παρέχει τη δυνατότητα παράτασης του χρόνου εφαρμογής του ανωτέρω έκτακτου και προσωρινού μέτρου, «με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Υγείας» (άρθρο 4 παρ. 2), ήτοι και μετά τις 10.04.2020.

    Η τηλεργασία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της παροχής εργασίας εξ αποστάσεως. Επιμέρους μορφή της αποτελεί η τηλεργασία κατ’ οίκον. Μέσω αυτού του τρόπου παροχής εργασίας, λοιπόν, επιτυγχάνεται διττός σκοπός: (i) Η δυνατότητα παραμονής των εργαζομένων στο σπίτι. (ii) Η συνέχιση της απασχόλησης του εργαζομένου.

    Σε καταστάσεις έκτακτες (όπως, λ.χ., αυτή που, λόγω του κορωνοϊού διαβιούμε) επιτυγχάνεται: η συνέχιση παροχής των υπηρεσιών του εργαζομένου, η διασφάλιση της συνέχισης της λειτουργίας της επιχείρησης-εργοδότη,  η άρση (ή, έστω, μείωση) της οικονομικής ζημίας αμφότερων.

     

    ΙV. Η τηλεργασία (teleworking) και οι επιμέρους μορφές της.

    Η τηλεργασία μπορεί να λάβει τη μορφή πλήρους ή μερικής απασχόλησης. Αξιοποιεί την πληροφορική και τις επικοινωνίες. Καθιστά εφικτή την παροχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου σε τόπο διαφορετικό από αυτόν του εργοδότη του.

    Η τηλεργασία εμφανίζεται με διάφορες μορφές. Επιμέρους μορφές της προσδιορίζονται (και) από τον τόπο παροχής της. Με βάση το συγκεκριμένο κριτήριο, συναντώνται –μεταξύ άλλων- οι εξής μορφές τηλεργασίας:

    (α) Τηλεργασία κατ’ οίκον (Home-Βased teleworκ): Όπως, ήδη, ανωτέρω (υπό III) αναλύθηκε, εξαιτίας των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν λόγω της πανδημίας, αποτελεί τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο παροχής εργασίας. Θα τολμούσαμε μάλιστα να προσθέσουμε: και τον πλέον συνήθη σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρόκειται για την κύρια και πλέον διαδεδομένη μορφή τηλεργασίας. Αντιμετωπίζεται ως μετεξέλιξη της παραδοσιακής, κατ’ οίκον, εργασίας. Ο  τηλεργαζόμενος, στην περίπτωση αυτή, χρησιμοποιεί το σπίτι του ως κύρια έδρα για την παροχή της εργασίας του. Το σπίτι του αντί των εγκαταστάσεων του εργοδότη του.

    Σημαντικό όμως είναι να επισημάνουμε πως η ευθύνη του εργοδότη για την επέλευση εργατικού ατυχήματος δεν αίρεται στην περίπτωση της τηλεργασίας κατ’ οίκον. Στο πλαίσιο αυτό,  αναγκαίο είναι να ληφθεί από μέρους του εργαζομένου δήλωσή του σχετικά με την ασφάλεια της εκτέλεσης της εργασίας του από το σπίτι (του). Ένα  σχετικό έγγραφο «Δηλώσεων» θα πρέπει να υπογραφεί από τον εργαζόμενο και να υποβληθεί στον εργοδότη.

    (β) Κινητή Τηλεργασία (Μobile Teleworking): Ο τηλεργαζόμενος δεν έχει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μία σταθερή βάση εργασίας-λ.χ. το σπίτι του. Μετακινείται σε διάφορους τόπους/εγκαταστάσεις, οι οποίοι και αποτελούν τον τόπο παροχής της εργασίας του (λ.χ. η παροχή από μέρους του εργαζόμενου-λογιστή αντίστοιχων υπηρεσιών στις εγκαταστάσεις των πελατών της εργοδότριας (λογιστικής) επιχείρησης. Πρόκειται για μορφή τηλεργασίας εξαιρετικά διαδεδομένη στις Η.Π.Α. Αρχίζει ήδη να αναπτύσσεται και στη χώρα μας.

    (γ) Τηλεκέντρα (Telecentres): Πρόκειται για μικρές μονάδες εργασίας-χώρους με κατάλληλο εξοπλισμό για τη διεκπεραίωση της αναγκαίας εργασίας. Τα τηλεκέντρα ανήκουν στην εργοδότρια επιχείρηση. Αποτελούν μικρότερες εκμεταλλεύσεις, μακριά από τις κεντρικές  εγκαταστάσεις της εργοδότριας επιχείρησης και κοντά στον τόπο κατοικίας των εργαζομένων. Στα τηλεκέντρα, περισσότεροι τηλεργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν την εργασία τους.

    (δ) Λειτουργική Μετεγκατάσταση (Functional Relocation): Πρόκειται για ολόκληρα τμήματα επιχείρησης, τα οποία αποσπώνται από τις κεντρικές της εγκαταστάσεις. Τα τμήματα αυτά εγκαθίστανται σε ξεχωριστή τοποθεσία. Ωστόσο, οι τηλεργαζόμενοι έχουν άμεση πρόσβαση στα συστήματα της εταιρείας. Παρουσιάζουν σημαντική ομοιότητα με τα τηλεκέντρα. Βασική τους, όμως, διαφορά αποτελεί το γεγονός ότι τα τηλεκέντρα μπορούν να αφορούν εργαζομένους από διάφορα τμήματα της επιχείρησης. Αντίθετα, η λειτουργική μετεγκατάσταση αφορά στην απόσπαση ολόκληρου τμήματος (ή ολόκληρων τμημάτων) μιας επιχείρησης και στο σύνολο των εργαζομένων του τμήματος αυτού. Παράδειγμα λειτουργικής μετεγκατάστασης μπορεί να αποτελέσει το Τμήμα Εξυπηρέτησης Πελατών μιας επιχείρησης. Δεν είναι μάλιστα σπάνιο φαινόμενο να βρίσκεται σε χώρο εκτός των κεντρικών της εγκαταστάσεων.

    (ε) Τηλεκατοικίες (Telecottages): Η συγκεκριμένη μορφή πρωτοεμφανίστηκε στις Σκανδιναβικές Χώρες. Οι τηλεκατοικίες προσομοιάζουν στα τηλεκέντρα. Παρουσιάζουν, ωστόσο, μια ουσιώδη διαφορά. Οι χώροι παροχής τηλεργασίας ανήκουν στις τοπικές κοινότητες κι όχι σε κάποια επιχείρηση, παρέχοντας δημόσια πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ευρύτερο σκοπό τους αποτελεί η εκπαίδευση κατοίκων απομακρυσμένων περιοχών.

     

    V. Πλεονεκτήματα της τηλεργασίας

    Δεν τίθενται ερωτηματικά όσον αφορά τη σημασία και τις θετικές συνέπειες της τηλεργασίας.

    Σε περιόδους κρίσης μάλιστα όπως η παρούσα, οι θετικές συνέπειες περισσεύουν. Ενδεικτικά:  στη δημόσια υγεία, στην οικονομία βεβαίως και στην επιχείρηση.  Ακόμα όμως και υπό ομαλές συνθήκες, η τηλεργασία προσφέρει, αναντίρρητα, πλήθος πλεονεκτημάτων. Τα πλεονεκτήματα αυτά αφορούν στον εργαζόμενο, τον εργοδότη, ακόμα και το κοινωνικό σύνολο. Συνοπτικά:

    (α) Ως προς τον εργαζόμενο: Η τηλεργασία βοηθά τους εργαζομένους να οργανώνουν οι ίδιοι τον χρόνο εργασίας τους. Να προστατεύουν την προσωπική τους υγεία. Να εξοικονομούν τον χρόνο και το κόστος των μετακινήσεών τους προς (και από) τον χώρο εργασίας τους. Αποτελεί ευκαιρία (επαν)ένταξης στην αγορά εργασίας ατόμων με σοβαρές οικογενειακές υποχρεώσεις ή με προβλήματα υγείας. Αποτελεί επίσης σημαντικό όπλο για την (επαν)ένταξη στη αγορά εργασίας ατόμων με ειδικές ανάγκες. Επιπρόσθετα: την άρση των σχετικών διακρίσεων σε βάρος τους.

    (β) Ως προς τον εργοδότη: Η τηλεργασία αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τη μείωση του κόστους της επιχείρησης. Όσον αφορά, κυρίως, τη δημιουργία και συντήρηση των αναγκαίων εγκαταστάσεων. Περαιτέρω ο εργοδότης, μέσω της τηλεργασίας, διευρύνει τον αριθμό των επιλέξιμων υποψηφίων εργαζομένων του. Ο τόπος διαμονής τους δεν αποτελεί κώλυμα για την τηλεργασία. Επίσης: στο πλαίσιο της (συνήθους) παροχής εργασίας οι απουσίες δεν είναι ασύνηθες φαινόμενο. Κάποιες από αυτές συνδέονται με λόγους αντικειμενικούς (λ.χ. απεργίες στα μέσα μαζικής μεταφοράς ή ελαφρά ασθένεια). Στο πλαίσιο της τηλεργασίας τέτοιου είδους δυσκολίες δεν συνιστούν λόγο για μη παροχή εργασίας. Ο εργοδότης μπορεί επίσης να προσβλέπει σε αυξημένη παραγωγικότητα του εργαζόμενου καθώς η εργασία παρέχεται από το οικείο περιβάλλον της κατοικίας του.

    (γ) Ως προς το κοινωνικό σύνολο: Η μείωση των μετακινήσεων των εργαζομένων, σαφώς και επιδρά ευνοϊκά στο περιβάλλον. Επιπλέον, η τηλεργασία μπορεί να συμβάλλει στην ανάπτυξη απομακρυσμένων περιοχών. Η αστικοποίηση για επαγγελματικούς λόγους, αυτονοήτως μειώνεται μέσω της τηλεργασίας. Τέλος: προστατεύει τη δημόσια υγεία.

     

    VΙ.  Μειονεκτήματα της τηλεργασίας

    Η τηλεργασία δεν παρουσιάζει, όπως είναι φυσικό, μόνον πλεονεκτήματα. Κάποια από τα μειονεκτήματά της:

    (α) Ως προς τον εργαζόμενο: Όταν ο χώρος κατοικίας ταυτίζεται με εκείνον της εργασίας ο τηλεργαζόμενος απομονώνεται, κατά βάση, έναντι των συναδέλφων του. Και, ευρύτερα, έναντι του κοινωνικού συνόλου. Η επαγγελματική του ζωή παρεισφρύει έντονα στην ιδιωτική του ζωή καταλύοντας τα ενδιάμεσα όρια. Επίσης: ο τηλεργαζόμενος βρίσκεται σε διαρκή βάση (δυνητικά) στη διάθεση του εργοδότη του. Η δυνατότητα συλλογικής οργάνωσης και δράσης των τηλεργαζομένων υποχωρεί.

    (β) Ως προς τον εργοδότη: Όταν η εργασία δεν παρέχεται στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, ο τελευταίος χάνει σημαντικές περιοχές ελέγχου. Η δυνατότητα ελέγχου του εργαζόμενου περιορίζεται στο αποτέλεσμά της. Επίσης: τα δεδομένα της επιχείρησης, τα οποία είναι αναγκαίο να χρησιμοποιήσει ο τηλεργαζόμενος, διαχέονται εκτός των ασφαλών, εσωτερικών, δικτύων της επιχείρησης. Με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται. Τέλος, ο εργοδότης φέρει την υποχρέωση υποστήριξης του τεχνικού εξοπλισμού σε απροσδιόριστα μεγάλο γεωγραφικό εύρος.

     

    VΙΙ. Το νομικό καθεστώς της τηλεργασίας

    Θα ανέμενε κανείς μια ολοκληρωμένη νομοθετική ρύθμιση για την αντιμετώπιση της τηλεργασίας. Αυτό, εντούτοις, δεν συμβαίνει. Οι σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις είναι ατελείς.

    1. Η πρόνοια της ΕΕ για την τηλεργασία: Η υπογραφή συμφωνίας-πλαίσιο

    (α) Οι ευρωπαϊκές χώρες, επιχειρώντας να προσαρμοστούν στις εξελίξεις, προχώρησαν στις 16.07.2002 σε υπογραφή συμφωνίας-πλαισίου για την τηλεργασία. Μέσω της συμφωνίας αυτής επιδιώχθηκε η κάλυψη του νομοθετικού κενού για το συγκεκριμένο είδος εργασίας. Επίσης, ο (συναφής) εκσυγχρονισμός του εργατικού δικαίου. Και τούτο, γιατί η τηλεργασία είχε ήδη αξιολογηθεί ως μέσο εκσυγχρονισμού της οργάνωσης εργασίας. Επιδιώχθηκε, μέσω της συγκεκριμένης συμφωνίας-πλαισίου, η συμφιλίωση της ιδιωτικής και επαγγελματικής ζωής των τηλεργαζομένων. Η παροχή μεγαλύτερης αυτονομίας κατά την εργασία τους.

    Ωστόσο, η συμφωνία-πλαίσιο για την τηλεργασία δεν έλαβε τη μορφή Οδηγίας. Η εφαρμογή της αφέθηκε στην πρωτοβουλία των επιμέρους κοινωνικών εταίρων, τις επιλογές, τις διαδικασίες και τις ειδικές πρακτικές κάθε χώρας. Η χώρα μας δεν επέλεξε να απέχει. Η συγκεκριμένη ευρωπαϊκή συμφωνία-πλαίσιο ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη ως  προσάρτημα της από 12.04.2006 Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ).

    (β) Στις προβλέψεις της συμφωνίας-πλαισίου, συμπεριλήφθη από τους κοινωνικούς εταίρους ένας ορισμός της τηλεργασίας. Μάλλον (και όχι με αρνητική χροιά) ευρύς! Κατά τον ορισμό αυτό, «τηλεργασία είναι μια μορφή οργάνωσης ή/και εκτέλεσης εργασίας που χρησιμοποιεί τεχνολογίες πληροφορικής, βάσει μιας σύμβασης ή σχέσης εργασίας, όπου μια εργασία που θα μπορούσε επίσης να εκτελεστεί στις εγκαταστάσεις του εργοδότη εκτελείται κανονικά εκτός αυτών των εγκαταστάσεων» (άρθρο 2). Καθίσταται σαφές πως η τηλεργασία γίνεται αποδεκτή ως σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.

    Οι κοινωνικοί εταίροι θέλησαν να επισημάνουν τον οικειοθελή χαρακτήρα της τηλεργασίας (άρθρο 3). Η σύμβαση αυτή μπορεί να συνάπτεται (αρχικά ή επιγενομένως) σε εκούσια, μόνον, βάση. Και τούτο αφού πρώτα παρασχεθούν, εγγράφως, οι απαραίτητες πληροφορίες για τον τρόπο παροχής της εργασίας στον τηλεργαζόμενο.

    (γ) Η ανωτέρω συμφωνία-πλαίσιο περιέχει, επιπρόσθετα, προβλέψεις που αφορούν:

    1. i. Την εξίσωση και διασφάλιση των δικαιωμάτων των τηλεργαζόμενων με εκείνα των συγκρίσιμων εργαζομένων. (Ως συγκρίσιμοι εργαζόμενοι νοούνται εκείνοι που βρίσκονται μέσα στις εγκαταστάσεις της εργοδότριας επιχείρησης-άρθρο 4). Επίσης, στην εξασφάλιση ίσων επαγγελματικών ευκαιριών μεταξύ των συγκεκριμένων δύο ομάδων εργαζομένων (άρθρο 10).
    2. ii. Την προστασία των δεδομένων την επιχείρησης. Ο εργοδότης οφείλει να παρέχει τις αναγκαίες, σχετικές, ενημερώσεις στον τηλεργαζόμενο. Ενδεικτικά, για τους περιορισμούς στη χρήση του διαδικτύου, του εξοπλισμού και των εργαλείων πληροφορικής. Επίσης για τις κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης (άρθρο 5).

    iii. Την προστασία της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων (άρθρο 6).

    1. iv. Την υποχρέωση του εργοδότη να παρέχει, με δικές του δαπάνες, κατάλληλη τεχνική υποστήριξη στον τηλεργαζόμενο. Την υποχρέωση επιμέλειας του τηλεργαζόμενου όσον αφορά τον εξοπλισμό που του παρέχει ο εργοδότης (άρθρο 7). Την πρόνοια για τη λήψη της κατάλληλης κατάρτισης όσον αφορά τη χρήση του παρεχόμενου εξοπλισμού (άρθρο 10).
    2. v. Την προστασία της υγείας και επαγγελματικής ασφάλειας του τηλεργαζομένου (άρθρο 8).
    3. vi. Την αυτονομία του τηλεργαζομένου να καθορίζει την οργάνωση του χρόνου εργασίας του εντός του πλαισίου της ισχύουσας νομοθεσίας, των συλλογικών συμβάσεων και των κανονισμών εργασίας της εκάστοτε επιχείρησης (άρθρο 9).

    vii Τη διασφάλιση, εκ μέρους του εργοδότη, της λήψης μέτρων για την αποφυγή της απομόνωσης του προσωπικού του (άρθρο 9).

    viii. Την διασφάλιση των συλλογικών δικαιωμάτων και της συλλογικής δράσης των τηλεργαζομένων (άρθρο 11).

    2. Οι εθνικές νομοθετικές ρυθμίσεις

    (α) Το τεκμήριο της εξαρτημένης εργασίας

    Στη χώρα μας, νομοθετική μνεία στην τηλεργασία συναντάται στον ν. 2639/1998. Το άρθρο 1 του νόμου αυτού τιτλοφορείται: «ειδικές μορφές απασχόλησης». Εκεί προβλέπεται ότι: «Η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), τηλεργασίας, κατ` οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες».

    (β) Η αυτοτελής νομοθετική ρύθμιση της τηλεργασίας

    Η τηλεργασία γνώρισε αυτοτελή εθνική νομοθετική ρύθμιση, ως είδος απασχόλησης, με το άρθρο 5 του ν. 3846/2010. Ο εθνικός νομοθέτης επιχείρησε την εξειδίκευση ορισμένων προβλέψεων της ευρωπαϊκής συμφωνίας-πλαισίου.

    Ως προς την υποχρέωση πληροφόρησης του εργαζομένου από τον εργοδότη, προβλέφθηκε ότι: «ο εργοδότης όταν καταρτίζει σύμβαση εργασίας για τηλεργασία, υποχρεούται να παραδίδει γραπτώς στον εργαζόμενο, μέσα σε οκτώ (8) ημέρες, το σύνολο των πληροφοριών που αναφέρονται στην εκτέλεση της εργασίας» (καθήκοντα, αμοιβή, ωράριο, ανάληψη του κόστους εξοπλισμού και αποκατάστασης βλαβών από τον εργοδότη κ.λπ.). Μάλιστα, ο νομοθέτης προέβη και σε μια καινοτομία, προβλέποντας ότι «αν στη σύμβαση περιέχεται συμφωνία για τηλε-ετοιμότητα ορίζονται τα χρονικά της όρια και οι προθεσμίες ανταπόκρισης του μισθωτού.». (Τα περί ετοιμότητας μας έχουν, ήδη, απασχολήσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας).

    O νομοθέτης αναγνώρισε τις δυσχέρειες στη μετάβαση από το καθεστώς της κοινής εργασίας στην τηλεργασία. Αναγνώρισε, στο πλαίσιο αυτό, δικαίωμα υπαναχώρησης τόσο στον εργαζόμενο όσο και στον εργοδότη. Τους παρέσχε τρίμηνη περίοδο προσαρμογής. Αναγνώρισε σε αμφότερους το δικαίωμα επανόδου στο προηγούμενο καθεστώς εργασίας, εντός του συγκεκριμένου τριμήνου, με τήρηση 15πενθήμερης προθεσμίας.

    Ο εθνικός νομοθέτης έθεσε όμως δύο, ακόμη, υποχρεώσεις στον εργοδότη: i. Την υποχρέωση ανάληψης κάθε συναφούς κόστους του μισθωτού (ειδικότερα των τηλεπικοινωνιών) και, επιπρόσθετα, Ii. Την υποχρέωση έγγραφης πληροφόρησης του τηλεργαζομένου, εντός 2 μηνών από τη σύναψη της σύμβασης εργασίας, για τους εκπροσώπους του. Δηλαδή, πρέπει να του παράσχει τα στοιχεία επικοινωνίας εκείνων, οι οποίοι εκπροσωπούν τα εργατικά δικαιώματα του προσωπικού εντός της επιχείρησης. (Και τούτο προκειμένου να παρασχεθεί μια επιπλέον διασφάλιση των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των τηλεργαζομένων).

    Τελευταίο εθνικό νομοθέτημα με αναφορά στην τηλεργασία η απολύτως πρόσφατη, από 11.3.2020, ΠΝΠ-ανωτέρω υπό ΙΙΙ. Η εν λόγω ΠΝΠ, μολονότι δεν προβαίνει σε εξειδίκευση του περιεχομένου της τηλεργασίας, αναδεικνύει εντούτοις την αξία και χρηστικότητά  της.

     

    VΙΙI. Τηλεργασία και εξαρτημένη εργασία

    Για την εφαρμογή των (προστατευτικών) διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας που αφορούν την τηλεργασία προϋποτίθεται, αυτονοήτως, σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Οι συναφείς με την εξαρτημένη εργασία (παραδοσιακές) θεωρίες εξάρτησης και τα σχετικά κριτήρια αναπτύχθηκαν με γνώμονα το καθεστώς «κανονικής εργασίας». Δεν ήταν δυνατό να ληφθούν υπόψη επιγενόμενες μορφές απασχόλησης-όπως η τηλεργασία. Οι σχετικές νομοθετικές πρόνοιες καθίστανται στην προκειμένη περίπτωση, σχεδόν, ανεφάρμοστες.

    Ο τόπος, ο τρόπος και ιδίως ο χρόνος εργασίας εναπόκεινται, εκ των πραγμάτων και σε σημαντικό βαθμό, στην πρωτοβουλία του τηλεργαζομένου. Η κρατούσα θεωρία της προσωπικής εξάρτησης φαίνεται να φθίνει. Το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη μοιάζει ανεπαρκές (κριτήριο) για τον χαρακτηρισμό της παρεχόμενης τηλεργασίας ως εξαρτημένης εργασίας.

    Αντίθετα, ο επιχειρηματικός κίνδυνος εμφανίζεται ως ασφαλέστερο κριτήριο. Στην περίπτωση που τον επιχειρηματικό κίνδυνο φέρει ο εργοδότης, η τηλεργασία καταλήγει μορφή εξαρτημένης εργασίας. Αν τον φέρει ο παρέχων την υπηρεσία τότε θα μιλούσαμε, ασφαλέστερα, για αυτοαπασχόληση. Αυτονοήτως και για μη εφαρμογή, στην περίπτωση αυτή, των διατάξεων του εργατικού δικαίου.

    Αναγκαία, και εν προκειμένω, η έλλειψη προσκόλλησης σε παρωχημένες αντιλήψεις. Αναγκαία επίσης η κατανόηση των εξελίξεων και η προσαρμογή (και) του Εργατικού Δικαίου σε αυτές.

     

    ΙΧ. Εν κατακλείδι

    Είναι αναγκαίο να αποκολληθούμε από αντιλήψεις που πηγαίνουν πίσω τρεις χιλιάδες ή περισσότερα χρόνια (η περίπτωση, λ.χ., των κωπηλατών της γαλέρας). Ακόμα κι από αντιλήψεις της προηγούμενης εκατονταετίας (λ.χ. το φορντικό μοντέλο παραγωγής).

    Οι εξελίξεις είναι ταχύτατες. Δεν είναι δυνατό να τις αγνοήσουμε.

    Η τηλεργασία παρέχει, ως μορφή εξαρτημένης εργασίας, σημαντικές ευκαιρίες σε εργαζομένους και εργοδότες. (Ακόμα και σε περιβάλλον πανδημίας από τη λοίμωξη COVID-19). Σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ή/και εκτός αυτής) η συγκεκριμένη, ευέλικτη, μορφή απασχόλησης γνωρίζει, ήδη, σημαντική άνθιση.

    Προκειμένου να αξιοποιηθεί περαιτέρω ο συγκεκριμένος θεσμός στη χώρα μας θα πρέπει να αρθούν προβληματισμοί και επιφυλάξεις. Η διασφάλιση των συμφερόντων των εμπλεκομένων (:εργαζόμενου και εργοδότη) θα συμβάλει προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της τηλεργασίας επίσης.

    Η θέσπιση επαρκούς ρυθμιστικού πλαισίου μοιάζει ανάγκη αδίρητη.

    Θα πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο πως η άρση της ανασφάλειας δικαίου θα συνδράμει στην άρση υφιστάμενων αγκυλώσεων.

    Βεβαίως και στην ανάπτυξη.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 22 Μαρτίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.