Ετικέτα: καταστατικό ανώνυμης εταιρείας

  • Παρέμβαση σε εκδήλωση του ΕΒΕΘ για τις οικογενειακές επιχειρήσεις

    Παρέμβαση σε εκδήλωση του ΕΒΕΘ για τις οικογενειακές επιχειρήσεις

    Ο Σταύρος Κουμεντάκης συμμετείχε με παρέμβασή του στην εκδήλωση «ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΟ «ΣΥΝΤΑΓΜΑ» ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ» η οποία διοργανώθηκε από το ΕΒΕΘ-Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης.

    Στην εκδήλωση παρουσιάστηκαν τα περιεχόμενα του «Συντάγματος» της Οικογενειακής Επιχείρησης, για την εξασφάλιση της συνέχειάς της και της οικογενειακής συνοχής. Στο πλαίσιο αυτό αναδείχθηκαν οι βασικές αρχές και κανονισμοί που ρυθμίζουν τις σχέσεις της οικογένειας με την επιχείρησή της. Έτσι, “προσφέρθηκαν” στα μέλη των οικογενειών που είναι ιδιοκτήτριες επιχειρήσεων:
    1. Τις βασικές κατευθύνσεις για τη σύνταξη ενός «Συντάγματος»,
    2. Το περιεχόμενό του, και
    3. Τον τρόπο σύνταξής του.

    Βασικός εισηγητής ήταν ο Δρ. Χρήστος Ε. Γεωργίου, Γενικός Διευθυντής του ΙΝΣΒΕ, του ερευνητικού ινστιτούτου του «Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος» (ΣΒΕ) – Συγγραφέας και παρέμβαση έκαναν ο κύριος Παναγιώτης Τσινάβος, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος Α.Ε., με θέμα «Η διαδοχή στις οικογενειακές επιχειρήσεις» , και ο Σταύρος Κουμεντάκης, Managing Partner, Koumentakis & Associates Law Firm, με θέμα «Καταστατικό, Συμβάσεις και Προστασία της Οικογενειακής Επιχείρησης».

    Στο πρόγραμμα του σεμιναρίου παρουσιάστηκαν:
    1. Οι Θεμελιώδεις Αρχές ενός «Συντάγματος» μιας Οικογενειακής Επιχείρησης
    2. Πώς Διαμορφώνεται το Οικογενειακό «Σύνταγμα»;
    3. Οι Στόχοι του Οικογενειακού «Συντάγματος»
    4. Τα Περιεχόμενα ενός του Οικογενειακού «Συντάγματος»
    5. Δώστε Αξία στη Διαδικασία. Πως γίνεται;

  • Η Έκτακτη Αύξηση Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η Έκτακτη Αύξηση Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ μας απασχόλησε, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Είχαμε την ευκαιρία, εκεί, να επισημάνουμε τη σημασία της αύξησης κεφαλαίου ως τρόπου/μέσου χρηματοδότησης της ΑΕ˙ να αναφερθούμε, επίσης, στις διακρίσεις της αύξησης και, μεταξύ άλλων, στην τακτική και στην έκτακτη. Ως τακτική είχαμε προσδιορίσει την αύξηση κεφαλαίου, την οποία αποφασίζει η ΓΣ με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Ως έκτακτη, εκείνη που αποφασίζεται είτε από τη ΓΣ (με απλή απαρτία και πλειοψηφία) είτε από το ΔΣ. Περί της έκτακτης αύξησης, αμέσως, στη συνέχεια:

     

    Οι αλλαγές που επέφερε ο ν. 4548/2018

    Η δυνατότητα της έκτακτης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου προβλεπόταν και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς (άρθρο 13 κ.ν. 2190/1920). Όπως, ωστόσο, επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 (επί του άρθρου 24), αναμορφώθηκαν προϊσχύουσες ρυθμίσεις. Οι τρεις, περισσότερο σημαντικές αλλαγές, υπήρξαν οι ακόλουθες:

    (α) Η πρώτη διαφοροποίηση αφορά στα ποσοτικά όρια αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου, από το ΔΣ και τη ΓΣ, το οποίο θέτει ο νόμος: Τα σχετικά ποσοτικά όρια αυξάνονται.

    (β) Η δεύτερη διαφοροποίηση αφορά στην κατάργηση της απαγόρευσης έκτακτης αύξησης, εφόσον υπάρχουν σημαντικά ποσά αποθεματικών. [Όπως επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018, μια τέτοια απαγόρευση δεν κρίνεται απαραίτητη για την προστασία του μετοχικού κεφαλαίου. Επιπλέον, σχετική απαγόρευση δεν προβλέπεται ούτε από την εταιρική Οδηγία 2017/1132/ΕΕ (-με τις ρυθμίσεις της οποίας συμμορφώνεται ο νόμος για τις ΑΕ)].

    Οι επιχειρηματικές ευκαιρίες, άλλωστε, τις οποίες μπορεί να εκμεταλλευτεί η ΑΕ μέσω της ευελιξίας που παρέχει η έκτακτη αύξηση, είναι σαφώς ουσιώδους σημασίας και για εύρωστες ΑΕ με σημαντικά, ενδεχομένως, αποθεματικά.

    (γ) Η τρίτη διαφοροποίηση αφορά στην ανορθόδοξη, παλαιότερη, ρύθμιση ότι η έκτακτη αύξηση δεν συνιστά τροποποίηση του καταστατικού. Προβλέπεται, πλέον, ρητά ότι η έκτακτη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ανεξαρτήτως του οργάνου που την αποφασίζει, συνιστά τροποποίηση του καταστατικού. Διευκρινίζεται, μάλιστα, περαιτέρω, ότι δεν υπόκειται σε διοικητική έγκριση (άρθρο 24 §4). Η συγκεκριμένη πρόβλεψη του νόμου αποσαφηνίζει τη νομική φύση της έκτακτης αύξησης. Δεδομένου ότι (ορθά προβλέπεται πως) συνιστά τροποποίηση του καταστατικού, το όργανο που αποφασίζει θα πρέπει να τροποποιήσει τα σχετικά άρθρα του τελευταίου και να συντάξει το νέο, κωδικοποιημένο, κείμενό του. Στη συνέχεια, θα πρέπει να προβεί στις απαραίτητες διατυπώσεις δημοσιότητας στο Γ.ΕΜΗ., οι οποίες έχουν χαρακτήρα συστατικό. Πρόκειται για υποχρεώσεις τις οποίες όργανο που ελάμβανε την απόφαση (ΓΣ ή ΔΣ) δεν έφερε υπό το προϊσχύσαν καθεστώς: η καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. γινόταν δεκτό ότι είχε χαρακτήρα δηλωτικό.

    Κατά τα λοιπά, ως προς τη νομική της φύση, η έκτακτη αύξηση προσιδιάζει στην τακτική.

     

    Έκτακτη Αύξηση Με Απόφαση Του ΔΣ

    Το καταρχήν αρμόδιο εταιρικό όργανο για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου είναι η ΓΣ (άρθρο 117 §1 περ. α΄ και §2 περ. α). Η ΓΣ όμως, σε σύγκριση με το ΔΣ, χαρακτηρίζεται από μικρότερη ευελιξία και ταχύτητα, ως προς τη σύγκληση και λήψη απόφασης-ιδίως δε στις περιπτώσεις εκείνες που υφίσταται ευρεία ή, έστω, σημαντική διασπορά στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ. Για την επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών και προθεσμιών παρέχεται στο ΔΣ, υπό προϋποθέσεις, η εξουσία για αύξηση του κεφαλαίου της. Έτσι, το ΔΣ, ως περισσότερο ευέλικτο (έναντι της ΓΣ) εταιρικό όργανο, μπορεί ταχύτερα να αποφασίσει (αλλά και υλοποιήσει) αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Και τούτο, αξιοποιώντας ευνοϊκές συγκυρίες, καλύπτοντας πιεστικές, χρονικά, ανάγκες ή/και επιλέγοντας τη βέλτιστη τιμή διάθεσης των μετοχών.

    Ωστόσο, η δυνατότητα έκτακτης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου από το ΔΣ απαιτεί την πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων˙ ανάλογα με την παροχή της σχετικής εξουσίας από το καταστατικό ή τη Γενική Συνέλευση της εταιρείας. Συγκεκριμένα:

    Εξουσία Από Το Καταστατικό

    Εφόσον παρέχεται η σχετική  δυνατότητα από το καταστατικό, το ΔΣ έχει το δικαίωμα με απόφασή του να αυξάνει το κεφάλαιο, μερικά ή ολικά, με την έκδοση νέων μετοχών (άρθρο 24 §1). Η συγκεκριμένη δυνατότητα υπόκειται σε χρονικό και ποσοτικο περιορισμούς.

    Χρονικός περιορισμός: Η διάρκεια της (καταστατικής) εξουσιοδότησης προς το ΔΣ, δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει την πενταετία από την σύσταση της εταιρείας. Η σχετική πρόβλεψη μπορεί να υφίσταται στο ιδρυτικό καταστατικό της ΑΕ ή, εναλλακτικά, σε επιγενόμενη τροποποίησή του.

    Ποσοτικός περιορισμός: Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου που αποφασίζεται από το ΔΣ δεν μπορεί υπερβαίνει το τριπλάσιο του αρχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Εντός, λοιπόν, των συγκεκριμένων χρονικών και ποσοτικών περιορισμών, το ΔΣ μπορεί, νόμιμα, να αποφασίσει μία ή περισσότερες-διαδοχικές αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου, μαζί με τους ειδικότερους όρους τους (λ.χ. τιμή διάθεσης των νέων μετοχών). Η σχετική του απόφαση του ΔΣ λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3, τουλάχιστον, του συνόλου των μελών του.

    Εξουσία Από Τη ΓΣ

    Η εξουσία του ΔΣ για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου μπορεί να παρέχεται, εκτός από το καταστατικό, και από τη ΓΣ της ΑΕ (άρθρο 24 §1, περ. β΄). Στην περίπτωση αυτή η ΓΣ αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρθρο 130 §3). Η σχετική απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Ο χρονικός και ποσοτικός περιορισμός, που αμέσως ανωτέρω αναφέρθηκαν, ισχύουν, με κάποιες διαφοροποιήσεις, και στην περίπτωση της παροχής εξουσιοδότησης από τη ΓΣ.

    Χρονικός περιορισμός: Και στην περίπτωση της εξουσιοδότησης του ΔΣ από τη ΓΣ, η εξουσία του να αποφασίζει την αύξηση του κεφαλαίου δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία. Η εν λόγω πενταετία, όμως, εκκινεί από τη χορήγηση της εξουσιοδότησης προς το ΔΣ με τη σχετική απόφαση της ΓΣ (και όχι από τη σύσταση της ΑΕ). Αξιοσημείωτη, όμως, είναι η πρόβλεψη του νόμου πως «…η εξουσία αυτή του διοικητικού συμβουλίου μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση της γενικής συνέλευσης για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία για κάθε χορηγούμενη ανανέωση.» (άρθρο 24 §1, περ, γ΄). Ο πενταετής χρονικός περιορισμός εκκινεί, στην περίπτωση αυτή, από το χρονικό σημείο της κάθε μιας ανανέωσης.

    Ποσοτικός περιορισμός: Ο ποσοτικός περιορισμός παραμένει όμοιος με την περίπτωση της καταστατικής εξουσιοδότησης. Με μια σημαντική, πάντως, διαφοροποίηση: το ποσό της αύξησης που δικαιούται να αποφασίσει το ΔΣ δεν μπορεί να υπερβεί το τριπλάσιο του καταβεβλημένου κεφαλαίου, που υπάρχει κατά την ημερομηνία που του παρασχέθηκε η σχετική εξουσία.

     

    Έκτακτη Αύξηση Με Απόφαση Της ΓΣ

    Η απόφαση για τακτική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου λαμβάνεται όπως, ήδη, επισημάναμε, από τη ΓΣ, που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

    Στη ΓΣ όμως παρέχεται, υπό προϋποθέσεις επίσης, η δυνατότητα έκτακτης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Η συγκεκριμένη δυνατότητα στοχεύει, και στην προκειμένη περίπτωση, στη διευκόλυνση της σχετικής διαδικασίας (άρθρο 24 §2). Ειδοποιός διαφορά της έκτακτης, σε σχέση με την τακτική, αύξηση αποτελεί το γεγονός ότι η ΓΣ αποφασίζει την αύξηση με απλή απαρτία και πλειοψηφία (έναντι αυξημένων στην τακτική).

    Και στην έκτακτη, πάντως, αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου από τη ΓΣ, προϋποτίθεται η πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων. Πρώτη από αυτές: η σχετική καταστατική πρόβλεψη. Δεν λείπουν, όμως, περαιτέρω οι χρονικός και ποσοτικός περιορισμοί.

    Χρονικός περιορισμός: Και στην περίπτωση της έκτακτης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου με απόφαση της συνήθους ΓΣ, το χρονικό διάστημα για την άσκηση της εξουσίας για αύξηση δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία από τη σύσταση της ΑΕ. Τυχόν πρόβλεψη δυνατότητας ανανέωσης της εξουσίας της ΓΣ, ωστόσο, δεν προβλέπεται.

    Ποσοτικός περιορισμός: Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δεν μπορεί να υπερβαίνει το οκταπλάσιο του αρχικού.

     

    Παράλληλη αρμοδιότητα ΓΣ & ΔΣ˙ Απαγόρευση Δημοσιοποίησης Δυνατότητας Έκτακτης Αύξησης

    Ο νομοθέτης υιοθετεί δύο, ακόμη, επιλογές που αφορούν στην έκτακτη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.

    Η πρώτη αφορά την αναγνώριση παράλληλης δυνατότητας έκτακτης αύξησης τόσο από το ΔΣ όσο και από τη ΓΣ (άρθρο 24 §5). Στην (ασυνήθη-πράγματι) περίπτωση όμως αυτή είναι αναγκαίο να πληρούνται οι, κατά περίπτωση-προαναφερθείσες ήδη, προϋποθέσεις. Επίσης: οι επιμέρους χρονικοί και ποσοτικοί περιορισμοί εξετάζονται ξεχωριστά για την κάθε περίπτωση αύξησης.

    Η δεύτερη αφορά την προστασία των συναλλασσομένων (άρθρο 24 §3) από την, ενδεχόμενη, αρνητική αξιοποίηση της δυνατότητας μιας τέτοιας, έκτακτης, αύξησης. Συγκεκριμένα: δεν θα ήταν παράδοξο, το αντίθετο μάλιστα, να παραπλανηθούν οι συναλλασσόμενοι ή να διαψευστούν οι προσδοκίες τους από την προβολή της δυνατότητας των επιμέρους οργάνων της ΑΕ για έκτακτη αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου˙ μια αύξηση όμως που θα ήταν ενδεχόμενο να μην υλοποιηθεί ποτέ από τα, κατά περίπτωση, εταιρικά όργανα.

    Με σκοπό την αποφυγή τυχόν αρνητικών συνεπειών της έκτακτης αύξησης, ο νομοθέτης προβλέπει ότι απαγορεύεται στις ΑΕ, στο καταστατικό των οποίων προβλέπεται ή δυνατότητα έκτακτης αύξησης «…να αναγράφουν σε οποιοδήποτε έντυπο, διαφήμιση, δημοσίευμα ή άλλο έγγραφο, ως κεφάλαιο το ποσό μέχρι το οποίο δικαιούται… να εκδώσει νέες μετοχές το διοικητικό συμβούλιο ή η γενική συνέλευση.» (άρθρο 24 §3).

     

    Έκτακτη Vs Τακτική Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου

    Είδαμε, ήδη, πως η Γενική Συνέλευση μπορεί να αποφασίσει έκτακτη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας με κοινή (και όχι αυξημένη) απαρτία και πλειοψηφία. Είδαμε επίσης πως το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει, πολύ γρήγορα, έκτακτη αύξηση με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του˙ χωρίς, μάλιστα, την ανάγκη σύγκλησης Γενικής Συνέλευσης.

    Τι σημαίνουν όμως, σε πρακτικό επίπεδο, οι συγκεκριμένες δυνατότητες;

    Η Γενική Συνέλευση, με μειωμένα ποσοστά, δικαιούται να αυξήσει το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας μέχρι το οκταπλάσιο του αρχικού. Με άλλα λόγια: μέτοχος που διαθέτει άμεσα ή έμμεσα το ½ του μετοχικού κεφαλαίου+μία μετοχή έχει το δικαίωμα να αποφασίσει αύξησή του-έως το οκταπλάσιο του αρχικού. Κι αν εκείνος μεν διαθέτει και τα αναγκαία κεφάλαια ενώ οι λοιποί, (συμ)μέτοχοι, όχι; Διαθέτει, επιπρόσθετα, την εξουσία σημαντικής διεύρυνσης της δικής του συμμετοχής και δραματικής απομείωσης της συμμετοχής των λοιπών μετόχων-ακόμα και κάτω από κρίσιμα ποσοστά.

    Υπό την προϋπόθεση μάλιστα της επίτευξης της απαρτίας της Γενικής Συνέλευσης (1/2 ή 1/5 του συνόλου), μέτοχος που διαθέτει το 13,34% του συνόλου των μετοχών δικαιούται, υπό προϋποθέσεις, να λάβει απόφαση έκτακτης αύξησης μέχρι το οκταπλάσιο του αρχικού κεφαλαίου. Στην περίπτωση αυτή, εφόσον διαθέτει και τα αναγκαία κεφάλαια, μέτοχος μικρής μειοψηφίας μπορεί να καταστεί μέτοχος ευρείας πλειοψηφίας.

    Από την άλλη πλευρά, η υλοποίηση έκτακτης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου από το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να έχει σαν συνέπεια την ταχύτατη επίτευξη συγκεκριμένου επιχειρηματικού στόχου. Καθώς μάλιστα δεν απαιτείται η σύγκληση Γενικής Συνέλευσης, η σχετική διαδικασία μπορεί να επιταχυνθεί τουλάχιστον κατά τις προθεσμίες σύγκλησής της-στις περιπτώσεις που δεν μιλάμε για καθολική Γενική Συνέλευση-παρουσία δηλ. όλων των μετόχων. Μια τέτοια, γρήγορη, διαδικασία μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη στις περιπτώσεις που απαιτούνται ταχύτατες ενέργειες-λ.χ. αξιοποίηση σημαντικής επιχειρηματικής ευκαιρίας.

    Αντίστοιχα, όμως, μέτοχος που διαθέτει (ή μπορεί να πείσει ή να προσεταιρισθεί) τα 3/5 των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου (ανεξάρτητα από τον αριθμό των μετοχών του), μπορεί να αποφασίσει έκτακτη αύξηση μέχρι το τριπλάσιο του μετοχικού κεφαλαίου. Κι αν, ταυτόχρονα, εκείνος μεν διαθέτει τα αναγκαία κεφάλαια για να καλύψει την αύξηση όχι όμως και οι υπόλοιποι μέτοχοι, εύκολα μπορεί να καταστεί, δια μιας, μεγαλομέτοχος ή, έστω, πλειοψηφών.

     

    Η αξιοποίηση της (δυνητικής) ευχέρειας για έκτακτη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου είναι δυνατό να αποδειχθεί εργαλείο πολύτιμο για την ταχύτατη επίτευξη συγκεκριμένου επιχειρηματικού στόχου˙ για την αξιοποίηση σημαντικής επιχειρηματικής ευκαιρίας. Είναι δυνατό όμως, ταυτόχρονα, να αποδειχθεί εργαλείο χρηστικό (ή, κατά περίπτωση, επικίνδυνο-εξαρτάται από την οπτική) για την αναδιαμόρφωση μετοχικών ποσοστών, την αλλαγή κρίσιμων πλειοψηφιών ακόμα και την παράδοση των ηνίων της εταιρείας και της ίδιας της  διοίκησής της.

    Η θέσπιση, κατά τούτο, της συγκεκριμένης ευχέρειας, η σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου αλλά και του ίδιου του Διοικητικού Συμβουλίου απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή και εκγρήγορση: μπορούν να αποδειχθούν καθοριστικές προς την κατεύθυνση της επίτευξης θεμιτών ή αθέμιτων στόχων.

    Συνεπώς: Μέτοχοι, γρηγορείτε.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Απριλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Εξωεταιρικές Συμφωνίες Μετόχων: η διασφάλιση των μετόχων μειοψηφίας

    Εξωεταιρικές Συμφωνίες Μετόχων: η διασφάλιση των μετόχων μειοψηφίας

    Το καταστατικό μιας εταιρείας είναι ο «νόμος» που διέπει (συμπληρωματικά με το εκάστοτε ισχύον θεσμικό πλαίσιο) τη λειτουργία της. Το καταστατικό όμως δεν αρκεί, πάντοτε, για τη ρύθμιση του συνόλου των συναφών σχέσεων. Ιδίως εκείνων που αναπτύσσονται μεταξύ των μετόχων. Παρουσιάζεται, τότε, η ανάγκη για πρόσθετες συμφωνίες. Συμφωνίες που είτε κινούνται στα όρια του νόμου είτε δεν είναι επιθυμητό να έχουν τη δημοσιότητα, που ο νόμος επιφυλάσσει στο καταστατικό και τις ρυθμίσεις του. Μιλάμε, στην περίπτωση αυτή, για εξωεταιρικές (παραεταιρικές ή εξωκαταστατικές) συμφωνίες. Ποια όμως η αξία τους; Ποια η αντιμετώπιση που επιφυλάσσει ο νόμος και η νομολογία στις συγκεκριμένες συμφωνίες;

    Το συγκεκριμένο θέμα μοιάζει (και είναι) τεράστιο. Ας επιχειρήσουμε, όμως, μια σύντομη και ουσιαστική προσέγγισή του. Υπό το πρίσμα, ιδίως, της ΑΕ.

     

    Ο κεφαλαιουχικός και σωματειακός χαρακτήρας της ΑΕ. Η νόθευσή τους

    Η ανώνυμη εταιρεία ανήκει στην κατηγορία των κεφαλαιουχικών εταιρειών. Ως τέτοια, η ευόδωση του εταιρικού της σκοπού προϋποθέτει  περιουσιακή, μόνον, συμβολή των μετόχων. Προσωπική συμβολή τους δεν είναι νομικά αναγκαία. Δεν είναι, ουδεκάν, ανεκτή αν τούτο δεν επιτρέψουν τα καταστατικά της όργανα. Ας λάβουμε υπόψη μας και τη «σωματειακή οργάνωση» της ανώνυμης εταιρείας. Στο πλαίσιο αυτής (της σωματειακής οργάνωσης), η λειτουργία της Α.Ε. δεν συναρτάται από τη βούληση ενός εκάστου των μετόχων.

    Η κτήση της ιδιότητας του μετόχου σε μια Α.Ε. δημιουργεί σχέσεις μεταξύ αυτού και εκείνης (:μέτοχος-Α.Ε.). Όχι, κατά βάση, και μεταξύ των μετόχων.

    Οι μέτοχοι της Α.Ε. αποβλέπουν, σαφώς, στα χαρακτηριστικά και στα πλεονεκτήματα του κεφαλαιουχικού της χαρακτήρα. Ενδεχομένως και στη «σωματειακή» της οργάνωση.

    Δεν είναι λίγες, ωστόσο, οι περιπτώσεις που οι μέτοχοι έχουν (και) άλλες επιδιώξεις. Τη νόθευση, λ.χ., του αμιγώς κεφαλαιουχικού και σωματειακού χαρακτήρα της Α.Ε. Την εισαγωγή στη λειτουργία και οργάνωσή της στοιχείων των προσωπικών εταιρειών. Οι συγκεκριμένες επιδιώξεις/ανάγκες καλύπτονται, ιδίως, μέσω καταστατικών ρητρών. Κάποιες φορές, όταν αυτό δεν είναι εφικτό (ή δεν επιθυμούμε να γίνεται, ευρύτερα, ορατό) μέσω εξωεταιρικών συμφωνιών.

    Τις συμφωνίες αυτές συναντούμε, όχι σπάνια, σε οικογενειακές Α.Ε. Επίσης όμως και στις λοιπές (και πολυμετοχικές) Α.Ε. για την εξυπηρέτηση (μόνιμη ή πρόσκαιρη) κοινών, μεταξύ των μετόχων, επιδιώξεων.

     

    Η έννοια των εξωεταιρικών συμφωνιών

    Εξωεταιρικές συμφωνίες, κατά τη νομολογία, είναι οι «αυτοτελείς, γραπτές ή προφορικές δεσμεύσεις ενοχικής φύσης, που υποχρεώνουν τους συμβληθέντες (και μόνο αυτούς) σε ορισμένη συμπεριφορά πέρα από την έναντι της εταιρίας συμπεριφορά που επιβάλλουν οι καταστατικές διατάξεις και ο νόμος». (ενδ.: 25/2012 ΠολΠρωτΣαμ).

    Από τα πλέον συνήθη παραδείγματα τέτοιων συμφωνιών είναι εκείνες που αναφέρονται στην άσκηση, προς συγκεκριμένη κατεύθυνση του δικαιώματος ψήφου στη Γενική Συνέλευση και στο Διοικητικό Συμβούλιο. Κατά το προϋφιστάμενο δίκαιο συναντούσαμε, ως περιεχόμενο, συμβατικούς περιορισμούς στη μεταβίβαση μετοχών. Ήδη όμως, ικανές σχετικές ευχέρειες αναγνωρίζονται στο πλαίσιο των καταστατικών ρυθμίσεων.

     

    Οι στοχεύσεις. Τα εξυπηρετούμενα συμφέροντα

    Οι εξωεταιρικές συμφωνίες δεν συνάπτονται για να προάγουν τα συμφέροντα της εταιρείας. Κεντρική τους στόχευση αποτελεί η εξυπηρέτηση των συμφερόντων των συμβαλλομένων μετόχων. Κατά βάση των μειοψηφούντων.

    Οι μειοψηφούντες λοιπόν είναι εκείνοι που, κατά κανόνα, θα αξιώσουν τη σύναψή της. Ως προαπαιτούμενο για την είσοδό τους στην εταιρεία και τη διασφάλιση της επένδυσής τους. Ως εχέγγυο λειτουργίας της εταιρείας με βάση συγκεκριμένους, προσυμφωνημένους, κανόνες. Ως μέσο δέσμευσης των πλειοψηφούντων προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ως εργαλείο δημιουργίας ισχυρών μειοψηφιών-με δικαιώματα διευρυμένα σε σχέση με εκείνα που από το νόμο και το καταστατικό αναγνωρίζονται στους μετόχους μειοψηφίας. Ως «καταστατικό χάρτη» των συμπραττόντων με σκοπό τη δημιουργία ισχυρών μειοψηφιών ή πλειοψηφίας και απόλαυσης των συναφών δικαιωμάτων.

     

    Το νομικό καθεστώς των εξωεταιρικών συμφωνιών

    Οι εξωεταιρικές συμφωνίες δεν καλύπτονται από αυτοτελή νομοθετική ρύθμιση.

    Δεν προβλέπονται και δεν κατοχυρώνονται από ειδική διάταξη νόμου.

    Παρόλα αυτά, η συνομολόγηση και ρύθμιση τέτοιων συμφωνιών είναι, καταρχήν, επιτρεπτή. Επαφίεται στην ελευθερία των συμβάσεων (361 ΑΚ). Ελεύθερα λοιπόν, κατά βάση, μπορεί να διαμορφωθεί το περιεχόμενό τους. Ελεύθερες επίσης και οι επιμέρους ρυθμίσεις που θέτουν τις κυρώσεις για την περίπτωση της παραβίασής τους.

     

    Επιμέρους διακρίσεις και χαρακτηριστικά των εξωεταιρικών συμφωνιών

    Το περιεχόμενο και τα επιμέρους χαρακτηριστικά των εξωεταιρικών συμφωνιών καθορίζονται από τη βούληση και τις εκάστοτε ανάγκες των συμβαλλομένων μετόχων.

    Επιμέρους χαρακτηριστικά που προσδίδουν, κάθε φορά, διαφορετικό περιεχόμενο στις συμφωνίες αυτές είναι δυνατό να αποτελέσουν:

    (α) Ο χρόνος σύναψής τους: Οι εξωεταιρικές συμφωνίες είναι δυνατό να συναφθούν κατά την ίδρυση της εταιρείας. Ενδεχομένως όμως και σε χρόνο μεταγενέστερο-κατά τη λειτουργία της.

    (β) Ο χρόνος διάρκειάς τους: Οι εξωεταιρικές συμφωνίες μπορεί να συνομολογηθούν για ορισμένη ή αόριστη διάρκεια.

    (γ) Η ενσωμάτωσή τους (ή μη) στο καταστατικό: Μια τέτοια συμφωνία είναι δυνατό να ενσωματωθεί στο καταστατικό της εταιρείας. Τότε, αυτονοήτως, χάνει τον χαρακτήρα της εξωεταιρικής συμφωνίας. Κάνουμε λόγο, στην περίπτωση αυτή, για  εσωκαταστατική συμφωνία. Μια τέτοια (εσωκαταστατική) συμφωνία είναι δυνατό να εξειδικεύει διάταξη του νόμου, που διέπει τις ανώνυμες εταιρείες (ν. 4548/2018).

    Ενδέχεται, όμως, το περιεχόμενο της εξωεταιρικής συμφωνίας να μην είναι ανεκτή είτε από το νόμο είτε ως καταστατική ρύθμιση. Στην περίπτωση αυτή, είναι ενδεχόμενη η (κατά μετατροπή-182 ΑΚ) ισχύς της ως ενοχική συμφωνία των συμβληθέντων.

    (δ) Ως προς τη δημιουργία υποχρεώσεων σε βάρος ενός μόνον ή όλων εκ των συμβληθέντων: Οι εξωεταιρικές συμφωνίες μετόχων διακρίνονται σε μονομερείς και πολυμερείς.

    Μονομερείς συμφωνίες είναι όσες γεννούν υποχρεώσεις σε βάρος ενός μόνον ή περισσοτέρων συμβαλλόμενων. Στην περίπτωση, λ.χ., συμφωνίας για άσκηση δικαιώματος ψήφου προς συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οι μονομερείς εξωεταιρικές συμφωνίες δύναται να λάβουν διάφορους νομικούς χαρακτηρισμούς. Ιδίως αυτόν της εντολής (713 ΑΚ).

    Πολυμερείς είναι οι συμφωνίες, στις οποίες όλοι οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν υποχρεώσεις έναντι αλλήλων. Συνήθης νομική μορφή τους είναι αυτή της αστικής εταιρείας (741 ΑΚ).

    (ε) Ως προς το περιεχόμενό τους: Οι εξωεταιρικές συμφωνίες, ανάλογα με το περιεχόμενο το οποίο λαμβάνουν, διακρίνονται σε συμβάσεις ιδίας ενέργειας και σε συμβάσεις εγγύησης. Στην τελευταία περίπτωση, περιεχόμενό τους συνιστά η εγγύηση επίδειξης ορισμένης συμπεριφοράς.

     

    Η εξασφάλιση της τήρησης εξωεταιρικής συμφωνίας

    Η παραβίαση εξωεταιρικής συμφωνίας δημιουργεί αξίωση αποζημίωσης σε βάρος του παραβάτη.

    Δεν είναι ασύνηθες να συνομολογείται, επιπρόσθετα-για τη διασφάλιση της πιστής εφαρμογής της, ποινική ρήτρα. Η αντισυμβατική συμπεριφορά επιφέρει την κατάπτωσή της. Το δικαστήριο όμως είναι τελικά εκείνο που θα αποφασίσει την κατάπτωσή της ή μη. Επίσης, την ενδεχόμενη μείωσή της στο «προσήκον μέτρο» (άρθρο 409 ΑΚ).

    Η τήρηση μιας εξωεταιρικής συμφωνίας είναι δυνατό να επιδιωχθεί και με άλλα, πρόσθετα, μέτρα. Με την παράδοση, λ.χ., σε τρίτο των μετοχών των οποίων το δικαίωμα ψήφου δεσμεύεται ή, μέσω, της εισφοράς τους σε άλλη, τρίτη, εταιρεία.

     

    Η ισχύς και δεσμευτικότητα των εξωεταιρικών συμφωνιών

    Οι εξωεταιρικές συμφωνίες είναι ενοχικές φύσεως. Διέπονται, ως εκ τούτου, από το αστικό δίκαιο.

    Αναφορικά με τη σχέση μεταξύ αυτών και των καταστατικών προβλέψεων έχουν διατυπωθεί, στη θεωρία, δύο διακριτές απόψεις.

    Η θεωρία του χωρισμού

    Κρατούσα είναι η θεωρία του χωρισμού μεταξύ του καταστατικού και της εκάστοτε εξωεταιρικής συμφωνίας. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι εξωεταιρικές συμφωνίες, λόγω τις διαφορετικής τους νομικής φύσης, βαίνουν παράλληλα προς τις καταστατικές ρυθμίσεις.

    Οι καταστατικές ρυθμίσεις, κατά την ίδια θεωρία, είναι εκείνες που υπερισχύουν έναντι των εξωεταιρικών. Οι πρώτες ρυθμίζονται αποκλειστικά από το εταιρικό, οι δεύτερες από το αστικό δίκαιο.

     

    Η θεωρία της ενότητας

    Έχει, ωστόσο, υποστηριχθεί και η θεωρία της ενότητας του καταστατικού και της συνομολογούμενης εξωεταιρικής συμφωνίας από το σύνολο των μετόχων.

    Υποστηρίζεται, στη βάση αυτής, πως η εξωεταιρική συμφωνία λαμβάνει χαρακτήρα ερμηνευτικό των διατάξεων του καταστατικού-ως προς τον τρόπο οργάνωσης, λειτουργίας και διοίκησης της εταιρείας. Συνεπώς, η ισχύς της επεκτείνεται, πέραν των συμβληθέντων και στο νομικό πρόσωπο της εταιρείας. Οι εξωεταιρικές συμφωνίες, στην περίπτωση αυτή, λαμβάνουν χαρακτήρα καταστατικής σύμβασης.

     

    Οι συνέπειες (& αξιώσεις) από την παραβίαση εξωεταιρικής συμφωνίας

    Είναι σημαντικός ο, κατά τα προαναφερθέντα, ενοχικός χαρακτήρας των εξωεταιρικών συμφωνιών. Η εκάστοτε εξωεταιρική συμφωνία των μετόχων, «…ισχύει μεταξύ των σ’ αυτή συμβληθέντων, μη έχουσα συνέπειες εταιρικού δικαίου και μη δεσμεύουσα…» όσους δεν έχουν συμβληθεί (ΑΠ 1121/2006).

    Οι αξιώσεις, επομένως, που εγείρονται σε περιπτώσεις παραβίασής τους αφορούν την καταβολή αποζημίωσης. Μια τέτοια αποζημίωση καλύπτει τη θετική ζημία και, επιπρόσθετα, το τυχόν διαφυγόν κέρδος. Και την κατάπτωση, αυτονοήτως, ποινικής ρήτρας-εφόσον μια τέτοια έχει συνομολογηθεί. Που, όχι σπάνια, επιλέγεται ως λύση δεδομένου πως είναι πάντοτε-εξαιρετικά δυσχερής ο προσδιορισμός της οφειλόμενης και καταβλητέας αποζημίωσης.

    Στις περιπτώσεις που μέσω των εξωεταιρικών συμφωνιών επιδιώκεται η προάσπιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας, ο μειοψηφών μέτοχος δεν έχει το δικαίωμα, σε περίπτωση παραβίασης, να επιδιώξει την εκτέλεσή τους. Και τούτο γιατί: «…δεν υπάρχει η δυνατότητα του μετόχου της μειοψηφίας να αξιώσει από τον αντισυμβαλλόμενο αυτού σε παραεταιρική συμφωνία πλειοψηφούντα μέτοχο την εκπλήρωση από αυτόν των μεταξύ τους συμφωνηθέντων και ιδίως να αξιώσει την καταδίκη του σε δήλωση βούλησης σύμφωνη με το περιεχόμενο της εν λόγω συμφωνίας» (569/2007 ΠολΠρωΑθ). Στο σημείο αυτό, ακριβώς, εστιάζεται και ο κίνδυνος που διατρέχει ο καλόπιστος συμβαλλόμενος σε μια εξωεταιρική συμφωνία. Να την παραβιάσει, δηλ., σκοπίμως ο κακόπιστος χωρίς να καθίσταται εφικτό να εξαναγκαστεί δικαστικά η εφαρμογή της.

    Γίνεται όμως δεκτό πως, παρά την επικράτηση της θεωρίας του χωρισμού, η παραβίαση εξωεταιρικής συμφωνίας είναι δυνατό να επιφέρει ακυρότητα απόφασης γενικής συνέλευσης των μετόχων που ελήφθη κατά παράβασή της. Συγκεκριμένα, έχει κριθεί νομολογιακά η ακυρότητα απόφασης γενικής συνέλευσης των μετόχων ένεκα (καταχρηστικής) παραβίασης εξωεταιρικής συμφωνίας (ΑΠ 1121/2006).

     

    Η εγκυρότητα (και ακυρότητα) εξωεταιρικών συμφωνιών

    Οι εξωεταιρικές συμφωνίες, όπως και ανωτέρω αναφέρθηκε, είναι (καταρχήν) επιτρεπτές. Θεμελιώνονται νομοθετικά στην ελευθερία των συμβάσεων (361 ΑΚ). Το περιεχόμενο τους επαφίεται στη βούληση των συμβαλλομένων.

    Αυτονοήτως, λοιπόν, οι εξωεταιρικές συμφωνίες ελέγχονται ως προς το κύρος τους, όπως και κάθε σύμβαση. Ισχύουν  δηλ., και στην περίπτωση αυτή, οι λόγοι ακυρωσίας λόγω απάτης, πλάνης και απειλής. Βεβαίως και οι λόγοι ακυρότητας. Δεν νοείται, λ.χ., να αντίκεινται στα χρηστά ήθη.

    Παράλληλα, όμως, οι εξωεταιρικές συμφωνίες είναι έγκυρες, εφόσον δεν παραβιάζουν διατάξεις του καταστατικού, του εταιρικού δικαίου ή άλλες δημόσιας τάξης.

    Εχει κριθεί νομολογιακά, λ.χ., πως η «…υποκατάσταση του διοικητικού συμβουλίου με εξωεταιρική συμφωνία δεν είναι νόμιμη» ( 1631/2006 ΑΠ).

    Ειδικά: το θέμα της ομοφωνίας

    Ένα από τα θέματα που, όχι σπάνια, απασχολεί τους μετόχους μειοψηφίας είναι η (δυνατότητα ή μη) αξίωσης ομοφωνίας. Έχει κριθεί πως “…η εκ της ως άνω συμφωνίας απορρέουσα υποχρέωση ομοφωνίας στη λήψη των αποφάσεων για ζητήματα αρμοδιότητας και λειτουργίας τόσο της Γ.Σ. όσο και του Δ.Σ. αντιβαίνει στην έννοια των χρηστών ηθών όπως αυτή διατυπώνεται στα άρθρα 178 και 179 του Α.Κ.  για το λόγο ότι μια υποχρέωση λήψης όλων των αποφάσεων ομοφώνως από τους μετόχους, εντασσόμενη μάλιστα σε μία μακρόχρονη σύμβαση, η διάρκεια ισχύος της οποίας εκτείνεται εις το διηνεκές, καλύπτοντας τη διάρκεια ζωής της εταιρίας, χωρίς να προβλέπεται δυνατότητα καταγγελίας της και υπό την απειλή μιας εξαιρετικά υψηλής ποινικής ρήτρας σε περίπτωση παραβάσεως αυτής, περιορίζει υπέρμετρα την ελεύθερη άσκηση των εταιρικών δικαιωμάτων από τους μετόχους”.(25/2012 ΠολΠρωτΣαμ)

     

    Ο νόμος και το καταστατικό μιας (ανώνυμης) εταιρείας δεν είναι πάντοτε εφικτό να καλύψουν τις σύνθετες σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των μετόχων της. Να διασφαλίσουν τις πάντοτε επιθυμητές, μεταξύ τους, ισορροπίες. Να διαχειριστούν επιτυχώς προβλήματα που είναι δυνατό να αναφυούν στο μέλλον. Να απαντήσουν (παρόντες ή και μελλοντικούς) προβληματισμούς.

    Οι εξωεταιρικές συμφωνίες είναι εκείνες που επιχειρούν να δώσουν λύσεις. Η δεσμευτικότητά τους όμως μοιάζει (και είναι) σε νομικό επίπεδο περιορισμένη. Η προσπάθεια ενίσχυσής τους είναι δυνατό να αποβεί, εν τέλει, σε βάρος εκείνου τα δικαιώματα του οποίου στοχεύει να διασφαλίσει.

    Οι διατάξεις τους αποδεικνύονται, πάντοτε, κρίσιμες.

    Οι διατυπώσεις τους επίσης.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Αυγούστου 2020.

    εξωεταιρικές συμφωνίες

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Το καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρείας…

    Το καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρείας…

    Το καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρείας…

    (…η έκταση, το περιεχόμενο, οι ευχέρειες του νέου νόμου καθώς και η υποχρεωτική προσαρμογή του)

    Ι. Εισαγωγικά

    Το καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρείας είναι γνωστό(;) πως αποτελεί το σημαντικότερο έγγραφό της. Στο καταστατικό καταγράφονται (και ρυθμίζονται) πολύ σημαντικά, προσδιοριστικά, στοιχεία της ύπαρξης και της λειτουργίας της. Η επωνυμία, ο σκοπός, η διάρκεια, το κεφάλαιο, οι μετοχές, τα όργανα της εταιρείας, τα δικαιώματα των μετόχων, οι οικονομικές της καταστάσεις, η λύση κι η εκκαθάρισή της κλπ., είναι κάποια από αυτά.

    Οι ιδρυτές της Ανώνυμης Εταιρείας προσέτρεχαν/προστρέχουν σε προδιατυπωμένα από τους συμβολαιογράφους κείμενα. Εκείνων, ανέκαθεν, προνόμιο η σύνταξή του. Κατά κανόνα, κανένας νομικός παραστάτης (δεν) εξέφραζε οποιαδήποτε άποψη. Μέχρις ότου οι όχι εξαιρετικές σχέσεις μεταξύ των μετόχων έβρισκαν αφορμή να αναδυθούν στην επιφάνεια.

    Στη διαδρομή του χρόνου τα πράγματα όμως αρχίζουν να αλλάζουν: Οι επιχειρηματίες συχνά βρίσκονταν αντιμέτωποι με προβλήματα τα οποία διαπίστωναν ότι θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί αν είχαν κάνει σχετικές προβλέψεις στο καταστατικό τους. Περαιτέρω: Οι διοικούντες τις επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται, προϊόντος του χρόνου, την αξία της συμβουλευτικής δικηγορίας. Έτσι όλο και περισσότεροι προστρέχουν στους νομικούς τους συμβούλους για τη σύνταξη (ή/και αναμόρφωση) του καταστατικού της εταιρείας τους. Κάποιοι μάλιστα επιτυχώς το διαχειρίζονται.

     

    ΙΙ. Η έκταση του καταστατικού και των καταστατικών ρυθμίσεων

    Η αμοιβή των συμβολαιογράφων συνδυάζεται πάντοτε (και) με την έκταση των συμβολαίων τους. Έχουμε, κατά τούτο, εθισθεί σε συμβολαιογραφικές πράξεις-καταστατικά των ανωνύμων εταιρειών τα οποία αποτελούν, εν πολλοίς, αντιγραφή του σχετικού νόμου.

    Όμως ο πολύπαθος (προηγούμενος) ν. 2190/1920 δέχθηκε πολλές δεκάδες επεμβάσεις στην εκατονταετή ιστορία του.

    Τι γινόταν κάθε φορά που άλλαζε ο νόμος;

    Απαιτούνταν τροποποίηση του (κατ’ αντιγραφή του νόμου) καταστατικού και, βεβαίως, νέες αμοιβές για τους εμπλεκόμενους.

    Συναντούμε ακόμα και σήμερα, δυστυχώς, καταστατικά που δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με όσα το παρόν θεσμικό πλαίσιο ορίζει. Με απολύτως παρωχημένες ρυθμίσεις.

    Θα ανέμενε κανείς πως κάποια στιγμή τα καταστατικά θα αποκτούσαν περιορισμένη έκταση. Θα περιορίζονταν στα απολύτως αναγκαία και, κατά τα λοιπά, θα παρέπεμπαν στο νόμο (εξάλλου υπήρχε σχετική νομοθετική πρόβλεψη και στον μέχρι 31.12.2018 ισχύοντα ν. 2190/1920).

    Αντίθετα: Τα καταστατικά έχουν, σχεδόν ανεξαίρετα, μεγάλη έκταση ακόμα κι όταν (πιεστικά κάποιες φορές) προτείναμε στους ιδρυτικούς μετόχους την short version: Το κείμενο εκείνο δηλ. που περιέχει μόνον τα ελάχιστα που ο νόμος απαιτεί χωρίς αντιγραφή του συνόλου των ρυθμίσεων του.

    Η επιλογή των ιδρυτικών μετόχων ήταν, κατά βάση, η full version: Ένα κείμενο δηλ. που αντιγράφει τις ρυθμίσεις του νόμου και δεν «καταπιάνεται» μόνον με τα αναγκαία.

    Οι αιτίες πολυποίκιλες: Βασικά, όμως, η ανάγκη να προστρέχουν στο καταστατικό για τα θέματα που τους ενδιέφεραν κι όχι (στο νόμο ή, έστω) στο νομικό τους σύμβουλο.

     

    ΙΙΙ. Ο νέος νόμος (4548/2018) για τις ανώνυμες εταιρείες σχετικά με το καταστατικό: Συμβολαιογραφική πράξη vs ιδιωτικό έγγραφο.

    Ο νέος νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες υιοθετεί φιλικές επιλογές για τις επιχειρήσεις σε διάφορα θέματα. Μία  από τις περισσότερο ενδιαφέρουσες είναι η πρόβλεψη πως για την ίδρυση μιας ανώνυμης εταιρείας αρκεί ιδιωτικό έγγραφο και όχι συμβολαιογραφική πράξη.

    Αρκεί να μην υπάρχει αντίθετη ρύθμιση στο νόμο και να μην εισφέρονται σ’ αυτήν περιουσιακά στοιχεία για την μεταβίβαση των οποίων απαιτείται συμβολαιογραφική πράξη (λ.χ. ακίνητα).  Επίσης να υιοθετείται πρότυπο καταστατικό. Στις περιπτώσεις αυτές η ίδρυση της Ανώνυμης Εταιρείας ολοκληρώνεται σε Υπηρεσία Μιας Στάσης (ουσιαστικά το ΓΕΜΗ της έδρας της).

     

    IV. Τα βασικά στοιχεία του καταστατικού

    Η διάταξη του αρθρ. 5 § 1 ν. 4548/2018 προβλέπει τις ελάχιστες διατάξεις που πρέπει να περιέχει το καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας.

    Αυτές κατ’ ελάχιστον πρέπει να αναφέρονται: (α) στην επωνυμία και το σκοπό, (β) στην έδρα, (γ) στην διάρκεια, αν δεν είναι αόριστη, (δ) στο ύψος και τον τρόπο καταβολής του κεφαλαίου, (ε) στο είδος των μετοχών, στον αριθμό, στην ονομαστική αξία και στην έκδοσή τους, (στ) στον αριθμό μετοχών κάθε κατηγορίας, αν υπάρχουν περισσότερες κατηγορίες μετοχών, (ζ) στις προϋποθέσεις και διαδικασία μετατροπής ανωνύμων μετοχών σε ονομαστικές (η) στη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες του Διοικητικού Συμβουλίου, (θ) στη σύγκληση, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες των Γενικών Συνελεύσεων, (ι) στους ελεγκτές, (ια) στα δικαιώματα των μετόχων, (ιβ) στις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις και τη διάθεση των κερδών, (ιγ) στη λύση της εταιρείας και στην εκκαθάριση της περιουσίας της (ιδ) στο ύψος του καλυφθέντος κεφαλαίου που είναι καταβλητέο κατά τον  χρόνο σύστασης.

    Όμως: Το καταστατικό της εταιρείας δεν απαιτείται (αρθρ. 5 § 1 ν. 4548/2018) να περιέχει ούτε κι εκείνες από τις προαναφερθείσες διατάξεις που απλώς αποτελούν επανάληψη των διατάξεων του νόμου (εκτός κι αν εισάγονται επιτρεπτές παρεκκλίσεις από το περιεχόμενό του).

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, το καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας θα μπορούσε να περιορίζεται στις ακόλουθες μόνον διατάξεις:

    (α) στην επωνυμία και το σκοπό,

    (β) στην έδρα,

    (γ) στο ύψος και τον τρόπο καταβολής του κεφαλαίου,

    (δ) στο είδος των μετοχών, στον αριθμό, στην ονομαστική αξία και στην έκδοσή τους,

    (ε) στον αριθμό (ή ελάχιστο-μέγιστο αριθμό) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου,

    (στ) στο ύψος του μετοχικού κεφαλαίου που είναι καταβλητέο κατά τον  χρόνο σύστασης.

    Με άλλα λόγια: Όταν το καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας περιέχει τις παραπάνω έξι (6) διατάξεις είναι ένα πλήρες καταστατικό. Είμαστε έτοιμοι όμως (δικηγόροι κι επιχειρηματίες) να περάσουμε σε ένα τόσο συνοπτικό καταστατικό, ακόμα κι όταν μιλάμε για μονοπρόσωπη ανώνυμη εταιρεία (όπου δεν υπάρχουν, από τη φύση της, αντικρουόμενα συμφέροντα);

     

    V. Οι ευχέρειες που παρέχει ο νέος νόμος

    Ο νέος νόμος παρέχει πολυποίκιλες ευχέρειες στις επιχειρήσεις για τη ρύθμιση κρίσιμων θεμάτων που αφορούν τη λειτουργία τους ως ανωνύμων εταιρειών.

    Αξιοποιεί την τεχνολογία αλλά και σύγχρονα, διεθνή, εργαλεία του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών.

    Κάποια από αυτά:

    Η σύνθεση της επωνυμίας των ανωνύμων εταιρειών και η διάρκειά τους.

    Ο τρόπος κάλυψης του μετοχικού τους κεφαλαίου, οι εισφορές σε είδος, η δυνατότητα μερικής κάλυψης και καταβολής του, τα είδη της αύξησής του.

    Η δυνατότητα μείωσης αλλά και απόσβεσης (!) του κεφαλαίου.

    Τα είδη των τίτλων και επιμέρους θέματα και ευχέρειες που τους αφορούν (μετοχές, ομολογίες, warrants, εξαιρετικοί αλλά και κοινοί ιδρυτικοί τίτλοι). Ειδικότερα: τα είδη των μετοχών [κοινές και προνομιούχες (με πολλών ειδών αξιοποιήσιμα και λειτουργικά προνόμια), εξαγοράσιμες, δεσμευμένες (με επίσης ενδιαφέρουσες δυνητικές δεσμεύσεις-μεταξύ των οποίων το drag και tag along right), το δικαίωμα προαίρεσης.

    Το δικαίωμα της μειοψηφίας να αιτηθεί την εξαγορά των μετοχών της από την πλειοψηφία, ή από την εταιρεία και της πλειοψηφίας να  αιτηθεί την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας.

    Τη διαχείριση των θεμάτων της κτήσης ιδίων μετοχών. Θέματα που άπτονται της εκλογής, λειτουργίας, σύνθεσης (ακόμα και μονομελούς!) Διοικητικού Συμβουλίου. Τη διαχείριση θεμάτων συγκρούσεως συμφερόντων.

    Τη διαχείριση θεμάτων αμοιβών μελών Διοικητικού Συμβουλίου και διευθυντικών στελεχών.

    Θέματα που άπτονται της πρόσκλησης (ακόμα και με email!) και σύγκλησης της Γενικής Συνέλευσης, συνεδρίασής της (ακόμα και εξ αποστάσεως!), ψηφοφορίας (ακόμα και με ηλεκτρονική αλληλογραφία ή επιστολική ψήφο!), τη λήψη αποφάσεων χωρίς συνεδρίαση.

    Τα δικαιώματα μειοψηφίας και η διαχείρισή τους.

    Τη δυνατότητα ελέγχου.

    Τις ενώσεις μετόχων. Τη διάθεση κερδών. Το ελάχιστο μέρισμα. Το προσωρινό μέρισμα. Τη λύση, εκκαθάριση και αναβίωση της εταιρείας.

    Τα θέματα είναι ποικίλα. Οι δυνατότητες εξαιρετικά εκτεταμένες. Η επιλογή ενδεχομένως κοπιώδης αλλά, σε κάθε περίπτωση, κρίσιμη για τις επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες.

     

    VI. Η ανάγκη προσαρμογής του καταστατικού ΟΛΩΝ των ανωνύμων εταιρειών

    Η διάταξη του αρθρ. 183 § 1 ν. 4548/2018 δεν επιδέχεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση: Τα καταστατικά των υφισταμένων ανωνύμων εταιρειών θα πρέπει να προσαρμοσθούν άμεσα στις διατάξεις του νέου νόμου.

    Είναι δεδομένο πως απαιτείται αναλυτική ενημέρωση από τους (κατάλληλους) νομικούς συμβούλους, από κοινού αξιολόγηση των δεδομένων και των ευχερειών του νέου νόμου και (ιδίως) προσαρμογή στις ανάγκες της κάθε μιας επιχειρηματικής οντότητας και δραστηριότητας.

    Γρηγορείτε!

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

    Υ.Γ. Μέρος αυτού του άρθρου είχε δημοσιευτεί στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 6 Ιανουαρίου 2019.

    καταστατικό ανώνυμης εταιρείας άρθρο

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Η μερική καταβολή του κεφαλαίου της Α.Ε.

    Η μερική καταβολή του κεφαλαίου της Α.Ε.

    1. Προοίμιο

    Σε πέντε μέρες από σήμερα κλείνουν 81 χρόνια από τη μέρα που η Edwardsville Intelligencer (μια από τις τοπικές εφημερίδα του Ιλλινόις με έδρα στο Edwardsville) κυκλοφόρησε, στο φύλλο της της 19.7.1938,  με τον τίτλο «Corrigan Flies By The Seat Of His Pants».

    Τι είχε συμβεί;

    Ο εκ των ελαχίστων (τότε-κατ’ αριθμό) αεροπόρων Douglas Corrigan είχε υποβάλει σχέδιο διατλαντικής πτήσης από το Μπρούκλιν στο Δουβλίνο. Το σχέδιο πτήσης είχε, μάλλον εύλογα, απορριφθεί καθώς ο τολμηρός αεροπόρος φαίνεται πως δεν διέθετε τα κατάλληλα όργανα αεροπλοΐας. Εγκρίθηκε όμως, στη συνέχεια, το (κατά πως φαίνεται πιο λογικό) σχέδιο πτήσης του από το Μπρούκλιν στην Καλιφόρνια. Το ταξίδι ξεκίνησε ομαλά και κατέληξε μετά από 29 ώρες στο Δουβλίνο (!). Ποτέ ο τολμηρός πιλότος δεν παραδέχθηκε πως αγνόησε την απόρριψη του σχεδίου πτήσης του: Επικαλέστηκε αστοχία των οργάνων αεροπλοΐας του αεροσκάφους του.

    Η φράση «fly by the seat of yout pants” χρησιμοποιήθηκε έκτοτε για να περιγράψει μια πορεία δράσης με ίδια μέσα, πρωτοβουλία και αντίληψη χωρίς «έξωθεν» βοήθεια: πάντοτε θελκτικό-συχνά ριψοκίνδυνο!

    Ισχύει άραγε και στις επενδύσεις; Στους επιχειρηματικούς σχεδιασμούς;

    Καθένας από εμάς, ανάλογα με την προσωπικότητα και το επενδυτικό του προφίλ, έχει δώσει ήδη την απάντησή του.

    Τι συμβαίνει όμως στις ανώνυμες εταιρείες; Υπάρχει πλαίσιο που να ευνοεί τον λίγο πιο «ρισκαδόρο» μέτοχο;

     

    2. Η μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου

    Η ρύθμιση για τη μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας δεν είναι νέα. Με τον πρόσφατο όμως νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (ν. 4548/18) αυστηροποιείται.

    Τι όμως συνιστά μερική καταβολή και ποιο είναι το πλαίσιό της;

    Μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου κατά τη σύσταση της εταιρείας (αλλά και σε κάθε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου), είναι η καταβολή τμήματος μόνον (και όχι του συνόλου)  της ονομαστικής αξίας της μετοχής (άρθρο 21 §1). Ο υπόχρεος μέτοχος αναλαμβάνει (ταυτόχρονα με τη «διευκόλυνση» που του παρέχεται και) την υποχρέωση για την καταβολή της υπόλοιπης αξίας της μετοχής σε επόμενο χρόνο-σύμφωνα όμως με όσα ορίζει το καταστατικό της εταιρείας.

    Στην περίπτωση που εκδίδονται τίτλοι μετοχών οι οποίοι δεν έχουν ολοσχερώς αποπληρωθεί, είναι υποχρεωτική η αναγραφή στην εμπρόσθια όψη τους τόσο της μη πλήρους εξόφλησής τους όσο και των όρων υπό τους οποίους αυτή είναι υποχρεωτικό να πραγματοποιηθεί (άρθρο 21 §7).

    Μερική καταβολή του κεφαλαίου δεν επιτρέπεται σε δύο περιπτώσεις: όταν υπάρχουν εισφορές σε είδος και όταν αναφερόμαστε σε εισηγμένες εταιρείες (άρθρο 21 §2).

     

    3. Για ποιον λόγο θα επιλέγαμε (ή επιτρέπαμε) τη μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου;

    Είναι δεδομένο πως όσο μεγαλύτερη είναι η κεφαλαιακή βάση της εταιρείας, τόσο ισχυρότερη αποδεικνύεται η τελευταία. Δεν είναι πάντοτε όμως δεδομένο πως οι μέτοχοι έχουν τη δυνατότητα (ή, έστω, την προτεραιότητα) να προβούν στην άμεση καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου που τους αναλογεί κατά τη σύσταση της εταιρείας (ή κατά την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου). Είναι δυνατό, στο πλαίσιο ενός μικρότερου σε έκταση επιχειρηματικού εγχειρήματος, να προσβλέπουμε στη συμμετοχή στο μετοχικό σχήμα ενός ικανού «συνεταίρου», συνεργάτη ή στελέχους, στις ιδιότητες του οποίου ιδιαίτερα προσβλέπουμε για την επιτυχία του (του όλου εγχειρήματος). Είναι ακόμα δυνατό ο μέτοχος που επιθυμούμε να συμμετάσχει στο αρχικό μετοχικό σχήμα ή σε επόμενη χρονικά αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου να μην έχει (όχι μόνον τη δυνατότητα αλλά και) το «πόθεν έσχες» για την εν λόγω συμμετοχή (θα μπορούσε να είναι, λ.χ., ένα από τα παιδιά της οικογένειας στο πλαίσιο μιας οικογενειακής επιχείρησης).

    Για όλες αυτές τις περιπτώσεις (και όχι μόνο) η μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου αποτελεί την ενδεδειγμένη λύση.

    Σημαντικό πάντως να τονισθεί πως (και) οι μερικώς εξοφλημένες μετοχές παρέχουν στους δικαιούχους τους το σύνολο των δικαιωμάτων που απολαμβάνουν οι ολοσχερώς αποπληρωθείσες μετοχές (μεταξύ των οποίων ψήφου και απόληψης μερισμάτων).

     

    4. Υποχρεωτικές ρυθμίσεις σε περίπτωση μερικής καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου

    Όταν αποφασισθεί (στο πλαίσιο των καταστατικών προβλέψεων) η μερική καταβολή του αρχικού κεφαλαίου ή της αύξησής του, ισχύουν (άρθρο 21 §3) υποχρεωτικά τα ακόλουθα:

    (α) Η προθεσμία για την εξόφληση (του ανεξόφλητου υπολοίπου) της ονομαστικής αξίας της μετοχής δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη.

    (β) Θα πρέπει να έχει αμέσως καταβληθεί, κατ’ ελάχιστον, το ένα τέταρτο (1/4) της ονομαστικής αξίας κάθε μετοχής (αν, λ.χ., η μετοχή έχει ονομαστική αξία 10€, θα πρέπει να έχουν καταβληθεί τα 2,5€-κατ’ ελάχιστον). Σε περίπτωση μάλιστα έκδοσης μετοχών πάνω από το άρτιο, η διαφορά καταβάλλεται ολόκληρη εφάπαξ κατά την καταβολή της πρώτης δόσης (αν δηλ. η ονομαστική αξία της μετοχή είναι 10€ και η τιμή έκδοσής της είναι 20€, τα 10 επιπλέον ευρώ είναι υποχρεωτικό να καταβληθούν με την πρώτη από τις δόσεις που θα έχουν, ενδεχομένως, συμφωνηθεί να λάβει χώρα η καταβολή του ανεξόφλητου υπολοίπου της ονομαστικής αξίας της μετοχής).

    (γ) Το ολοσχερώς καταβεβλημένο τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι, σε οποιαδήποτε περίπτωση, μικρότερο από το ποσό των 25.000€.

    (δ) Σε περίπτωση μεταβίβασης μετοχών που δεν έχουν ολοσχερώς αποπληρωθεί ο μεταβιβάζων ευθύνεται για το οφειλόμενο τμήμα της μετοχής για μία διετία από την εγγραφή της μεταβίβασης στο βιβλίο των μετόχων της εταιρείας.

     

    5. Είναι υποχρεωτική η εφάπαξ αποπληρωμή της ονομαστικής αξίας των (μερικώς εξοφλημένων) μετοχών;

    Η καταβολή του ανεξόφλητου υπολοίπου της ονομαστικής αξίας της μετοχής είναι δυνατό να προβλεφθεί καταστατικά ότι θα λάβει χώρα είτε εφάπαξ είτε με περισσότερες δόσεις.

    Στην περίπτωση όμως που λαμβάνουν χώρα μερικές καταβολές (:δόσεις) για το ανεξόφλητο υπόλοιπο, οι όποιες καταβολές καταλογίζονται αναλογικά σε όλες τις μετοχές που έχουν αναληφθεί από το ίδιο πρόσωπο (άρθρο 21 §4). Δεν είναι δυνατό δηλ. να θεωρήσει ο υπόχρεος μέτοχος ότι με τις μερικές του καταβολές έχουν ολοσχερώς αποπληρωθεί κάποιες από τις (μη ολοσχερώς εξοφληθείσες) μετοχές του.

     

    6. Ποιο το «επιτίμιο» της μη εμπρόθεσμης καταβολής του ανεξόφλητου υπολοίπου του μετοχικού κεφαλαίου;

    Το ενδεχόμενο της μη εμπρόθεσμης καταβολής οποιασδήποτε δόσης από το ανεξόφλητο υπόλοιπο της αξίας των μετοχών, επιφέρει (αυστηρές) κυρώσεις για τον υπόχρεο μέτοχο και αναγκαίες εξελίξεις για την εταιρεία (άρθρο 21 §§5 & 6). Σε μια τέτοια περίπτωση, το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας τάσσει προθεσμία ενός (1) μηνός στον υπόχρεο μέτοχο για την εξόφληση των οφειλομένων. Ταυτόχρονα όμως οφείλει να τον προειδοποιήσει για τις συνέπειες της άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας αυτής.

    Ποιες είναι αυτές οι συνέπειες; Σε ενδεχόμενη άπρακτη παρέλευση της ταχθείσα προθεσμίας, η εταιρεία ακυρώνει τις (μη ολοσχερώς εξοφληθείσες) μετοχές και παρακρατεί υπέρ αυτής τυχόν από μέρους του προκαταβληθέντα (περιλαμβανομένων δόσεων ή, ενδεχόμενης, διαφοράς υπέρ το άρτιο). Ταυτόχρονα όμως η εταιρεία θα προβεί στην έκδοση νέων μετοχών, ίσων κατ’  αριθμό με τις ακυρωθείσες, τις οποίες αρχικά θα προσφέρει στους λοιπούς μετόχους (:δικαίωμα προτίμησης). Σε περίπτωση μη εκδήλωσης ενδιαφέροντος από μέρους των παλαιών μετόχων, προβαίνει στην ελεύθερη διάθεσή τους.

    Αν συμβεί να  είναι δεσμευμένες οι ακυρωθείσες μετοχές καθώς και αν η διάθεση των, σε αντικατάστασή τους, εκδοθεισών νέων αποβεί συνολικά ή κατά ένα μέρος άκαρπη, η εταιρεία υποχρεούται να προβεί σε μείωση του κεφαλαίου (στην πρώτη επόμενη γενική συνέλευση) κατά το ποσό της ονομαστικής αξίας των μη εκποιηθεισών μετοχών.

    Είναι σημαντικό να τονισθεί πως το τμήμα της ονομαστικής αξίας των μετοχών που δεν καταβλήθηκε μέσα στις υφιστάμενες προθεσμίες επιβαρύνει, σε κάθε περίπτωση, τον υπόχρεο μέτοχο με το νόμιμο επιτόκιο έως την ακύρωση των μετοχών. Περαιτέρω ποινικές ρήτρες ή άλλες αξιώσεις της εταιρείας σε βάρος του υπόχρεου είναι δυνατό να προβλεφθούν στο καταστατικό της εταιρείας ή στην απόφαση για αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.

     

    7. Εν κατακλείδι

    Η ενδεχόμενη μερική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου συνιστά ένα «ρήγμα» στη γενική άποψη πως εκείνος που συμμετέχει στην ίδρυση μιας ανώνυμης εταιρείας (ή συμμετέχει στην αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου) καταβάλλει το σύνολο της αξίας των μετοχών που του αναλογούν. Οι προαναφερθείσες ρυθμίσεις παρέχουν στους μετόχους τη δυνατότητα να αποφασίσουν τη μερική, μόνον, καταβολή της ονομαστικής αξίας κάποιων (ή του συνόλου) των μετοχών. Είναι δεδομένο όμως πως δεν είναι χωρίς σημαντικές επιπτώσεις η παραβίαση των υποχρεώσεων που ανέλαβε ο υπόχρεος μέτοχος: όχι μόνον τις μετοχές του θα απωλέσει αλλά και το σύνολο των χρημάτων που κατέβαλε για τη (μη ολοσχερή) αποπληρωμή τους. Ενδεχομένως βέβαια να απειλούνται, κατά τα προαναφερθέντα, περαιτέρω ποινικές ρήτρες ή άλλες αξιώσεις της εταιρείας σε βάρος του υπόχρεου.

    Ο Douglas Corrigan (γνωστός και ως «Wrong Way Corrigan») κατάφερε να ολοκληρώσει επιτυχώς το 1938, «ιδίαις δυνάμεσιν»-χωρίς τα μάλλον κατάλληλα όργανα αεροπλοΐας την (υπερατλαντική-απολύτως εντυπωσιακή για τα δεδομένα της εποχής) πτήση Μπρούκλιν-Δουβλίνο. Το αποτέλεσμα όχι μόνον τον δικαίωσε αλλά και του έδωσε τη δυνατότητα να υποδυθεί τον εαυτό του στην ταινία του 1938: «The Flying Irishman». Αυτά, βέβαια, επειδή κατάφερε να ολοκληρώσει το ταξίδι του. Αν όχι; Αντίστοιχα και ο μέτοχος που ενδεχομένως στηριχθεί στην τύχη, στις καλές συγκυρίες, σε επόμενες χρονικά εισπράξεις για να αποπληρώσει τις (μη ολοσχερώς εξοφληθείσες) μετοχές του: Αν καταφέρει το ζητούμενο θα αξιολογηθεί, ενδεχομένως, ως άθλος. Αν όχι; Ως καταστροφή.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 14 Ιουλίου 2019.

    μερική καταβολή

  • Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Μια παλιά ιστορία

    Κατά τη δεκαετία του 1990 ένας επιχειρηματίας, με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, αποφάσιζε το επόμενο επιχειρηματικό του εγχείρημα. Δεν είχε αμφιβολία (και ορθά όπως αποδείχθηκε) για την επιτυχία του. Το όλο εγχείρημα, εκτός από το στιβαρό business plan, βασιζόταν σε δύο πυλώνες:

    (α) στην πολυμετοχικότητα (με τη συμμετοχή εύρωστων οικονομικά μετόχων) και

    (β) στη συμμετοχή στο μετοχικό σχήμα συγκεκριμένων, υψηλού επιπέδου στελεχών, με ποσοστό 10% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου-χωρίς όμως την καταβολή χρημάτων από μέρους τους.

    Το μετοχικό κεφάλαιο της νέας, τότε, ανώνυμης εταιρείας  ήταν εξαιρετικά υψηλό κι η συμφωνία με τους λοιπούς, (συμ)μετόχους, απλή: Το 90% της συμμετοχής τους θα οδηγούνταν στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας (για να σχηματισθεί το μετοχικό κεφάλαιο) με καταθέτες του ίδιους. Το υπόλοιπο 10% θα οδηγούνταν και πάλι στον εταιρικό τραπεζικό λογαριασμό αλλά με (φερόμενους) καταθέτες τα προαναφερθέντα στελέχη. Έτσι θα επιτυγχανόταν η υλοποίηση του σχεδιασμού αλλά και η συμμετοχή των εν λόγω στελεχών στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας. Και μάλιστα χωρίς να καταβάλουν τα ίδια τα στελέχη χρήματα εξ ιδίων.

    Να σημειωθεί εδώ ότι τη δεκαετία του 1990 δεν περνούσε από το μυαλό κανενός ότι ένας τέτοιος σχεδιασμός θα μπορούσε να ελεγχθεί ως δωρεά (από τους μετόχους προς τα ωφελούμενα στελέχη). Σήμερα, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα προβάλαμε όλες τις επακόλουθες, δυνητικά αρνητικές ή πολύ δυσάρεστες, συνέπειες (αστικές, φορολογικές και ποινικές).

    Το συγκεκριμένο επιχειρηματικό εγχείρημα είχε σημαντική επιτυχία.

    Με μία μικρή, όμως, παρενέργεια: Οι σχέσεις των ανθρώπων ποτέ, κατά κανόνα, δεν αποδεικνύονται αιώνιες. Κι όπως συνηθίζω να λέω, οι άνθρωποι είναι ενδεχόμενο να μαλώσουν, να αρρωστήσουν ή να τρελαθούν. Επιπρόσθετα, βέβαιο, πως κάποια στιγμή θα εγκαταλείψουν τα εγκόσμια.

    (Και) στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν νομοτελειακό να συμβούν κάποια από τα συγκεκριμένα ενδεχόμενα…

    Έκτοτε, με βάση τις συγκεκριμένες αρνητικές εμπειρίες, απέτρεπα τους πελάτες και φίλους να προχωρούν σε τέτοιους σχεδιασμούς. Άλλοτε οι εισηγήσεις μου γινόταν αποδεκτές κι άλλοτε όχι. (Δυστυχώς)

    Ο νόμος, όμως, τότε δεν παρείχε τα εργαλεία που παρέχει σήμερα.

     

    Τα αντιτιθέμενα συμφέροντα και οι διαθέσιμες λύσεις

    Είναι δεδομένο πως, σε ένα πρώτο επίπεδο, τα συμφέροντα της επιχείρησης και των στελεχών της δεν είναι συμπλέοντα.

    Η επιχείρηση, ιδίως η νεοϊδρυόμενη, χρειάζεται στελέχη που θα δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό στην επίτευξη του σκοπού της χωρίς, ταυτόχρονα, να επιβαρύνεται με τους υψηλούς μισθούς στους οποίους εκείνα θα προσβλέπουν. Χρειάζεται επίσης στελέχη τα οποία θα μοιραστούν το όραμά της και (σε περίπτωση επίτευξης των στόχων της-γιατί όχι) να αμειφθούν ανάλογα.

    Τα στελέχη από την άλλη πλευρά προσβλέπουν, και ευλόγως, σε υλικές και ηθικές ανταμοιβές. Η συμμετοχή στα κέρδη της εταιρείας είναι μια επιπρόσθετη αντιπαροχή διόλου ευκαταφρόνητη. Κι όχι μόνον σε υλικό επίπεδο.

    Βεβαίως υπάρχει πάντα η λύση των stock options με ό,τι θετικό κι ό,τι αρνητικό τη συνοδεύει – δείτε το σχετικό άρθρο για τα Stock options.

    Μια λύση, για συγκεκριμένες περιπτώσεις σαφέστατα περισσότερο ελκυστική, φαντάζει εκείνη της έκδοσης των Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων.

     

    Οι Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Ο συγκεκριμένος τύπος τίτλων παρέχει σημαντικές ευχέρειες στους ιδρυτές.

    Κάποιοι από τους ιδρυτές (:οι μέτοχοι) θα συμπράξουν για τη δημιουργία της εταιρείας και τη συγκέντρωση του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου.

    Σε κάποιους άλλους (από τους ιδρυτές ή τρίτους-λ.χ. στελέχη) είναι δυνατό να αναγνωρισθεί, μέσω των Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων, το δικαίωμα απόληψης τμήματος των κερδών της ανώνυμης εταιρείας. Και τούτο χωρίς οι ίδιοι να είναι μέτοχοι. Χωρίς δηλ. να έχουν συμμετάσχει στη συγκέντρωση του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου.

     

    Το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τους Κοινούς Ιδρυτικούς Τίτλους

    Με βάση τις προβλέψεις του νέου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες (άρθρο 75 ν. 4548/2018) οι Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι παρέχονται σε ορισμένους από τους ιδρυτές (ή/και όλους) καθώς και σε τρίτους. Ο λόγος της συγκεκριμένης παροχής προσδιορίζεται «ως ανταμοιβή για συγκεκριμένες ενέργειές τους κατά τη σύσταση της εταιρείας». Κατ΄ αριθμό μάλιστα δεν είναι δυνατό να υπερβαίνουν ποσοστό 10% του συνολικού αριθμού των μετοχών που εκδίδονται.

     

    Ποια δικαιώματα παρέχουν και ποια όχι οι Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Το αποκλειστικό προνόμιο (πάντως όχι ήσσονος σημασίας-άρθρο 75 παρ. 3 ν. 4548/2018) των Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων είναι το δικαίωμα απόληψης ποσού ίσου (κατ’ ανώτατο όριο) με το 25% των καθαρών κερδών ύστερα από την αφαίρεση των ποσών για το τακτικό αποθεματικό (άρθρο 158 ν. 4548/2018) και του ελαχίστου μερίσματος (άρθρο 161 ν. 4548/2018). Τι σημαίνει αυτό σε πρακτικό επίπεδο; Ότι εκείνοι (ιδρυτές ή τρίτοι) οι οποίοι έλαβαν κατά την ίδρυση της εταιρείας Κοινούς Ιδρυτικούς Τίτλους:

    (α) δικαιούνται να λάβουν το ¼ του υπερβάλλοντος του ελάχιστου μερίσματος. Κι αυτό χωρίς να συνεισφέρουν, ούτε στο ελάχιστο, στη συγκέντρωση του μετοχικού κεφαλαίου και

    (β) δεν δικαιούνται να λάβουν ο,τιδήποτε όταν δεν θα διανεμηθεί το ελάχιστο  (άρθρο 161 ν. 4548/2018) ή καθόλου (άρθρο 159 ν. 4548/2018) μέρισμα (άρθρο 75 παρ. 5, ν. 4548/2018)

    Οι Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι, που πάντως δεν έχουν ονομαστική αξία, δεν παρέχουν άλλα, επιπρόσθετα, δικαιώματα στους κατόχους τους (όπως λ.χ. συμμετοχή στη διοίκηση και διαχείριση της εταιρείας, ψήφου στις Γενικές Συνελεύσεις, συμμετοχής στο προϊόν της εκκαθάρισης-άρθρο 75 παρ. 2 ν. 4548/2018)

     

    Το δικαίωμα της εξαγοράς

    Μοιάζει λογικό να μην διατηρούνται στο διηνεκές τα δικαιώματα που απορρέουν από τους Κοινούς Ιδρυτικούς Τίτλους. Εξάλλου, η δικαιολογητική βάση της έκδοσης και παράδοσής τους στους ιδρυτές (ή τρίτους) είναι η «ανταμοιβή για συγκεκριμένες ενέργειές τους κατά τη σύσταση της εταιρείας».

    Έτσι οι Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι, μπορούν να εξαγοραστούν από την εταιρεία μια δεκαετία μετά την έκδοσή τους (άρθρο 75 παρ. 4 ν. 4548/2018). Η εξαγορά όμως μπορεί να λάβει χώρα και νωρίτερα εφόσον υπάρχει σχετική πρόβλεψη στο καταστατικό.

    Το αντίτιμο της εξαγοράς τους από την εταιρεία θα είναι αυτό που ορίζει το καταστατικό. Σε κάθε περίπτωση όμως δεν είναι δυνατό να υπερβαίνει το δεκαπλάσιο του μέσου ετήσιου μερίσματος που έλαβαν κατά την τελευταία πενταετία.

     

    Η έκδοση, η καταχώρηση και η μεταβίβαση των Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων

    Ο νόμος αντιμετωπίζει τα συγκεκριμένα θέματα κατ’ αντιστοιχία εκείνων που αναφέρονται στις μετοχές (άρθρο 75 παρ. 6 και 40 έως 42 ν. 4548/2018). Στο πλαίσιο αυτό είναι δυνατό να εκδίδονται ή όχι τίτλοι (σε έγχαρτη ή λογιστική μορφή). Παράλληλα η καταχώρησή τους είναι δυνατό να λαμβάνει χώρα σε συγκεκριμένο βιβλίο (αντίστοιχο του Βιβλίου Μετόχων) το οποίο όμως είναι δυνατό να τηρείται και ηλεκτρονικά. Η μεταβίβασή τους (με ειδική ή καθολική διαδοχή) είναι ελεύθερη.

    Το καταστατικό της εταιρείας είναι αυτό που προσδιορίζει τον τρόπο απόδειξης της ιδιότητα του κατόχου. Η παράδοση στην εταιρεία του εγγράφου για τη μεταβίβασή τους ή η αξιοποίηση άλλων τρόπων που προβλέπει το καταστατικό είναι, σε κάθε περίπτωση, αρκετές για τη «νομιμοποίηση» του κατόχου τους. Σε περίπτωση, τέλος, θανάτου του κατόχου τους τα δικαιώματά του κληρονομούνται και αναγνωρίζονται στο πρόσωπο εκείνου/ων που θα αποδείξουν την ιδιότητά τους ως κληρονόμων

     

    Συμπερασματικά:

    Η αξιοποίηση του θεσμού των Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων μοιάζει (και είναι) εξαιρετικό εργαλείο για τις υπό σύσταση ανώνυμες εταιρείες. Κι αυτό γιατί (μεταξύ άλλων), ο συγκεκριμένος θεσμός:

    (α) αναγνωρίζει σε συγκεκριμένα πρόσωπα (ιδρυτές, εργαζομένους ή τρίτους) τις υπηρεσίες που παρέχουν κατά την ίδρυση της ανώνυμης εταιρείας,

    (β) ανταμείβει τις συγκεκριμένες υπηρεσίες τους και συνδέει την ανταμοιβή τους με την κερδοφόρο, μόνον, πορεία της εταιρείας-χωρίς να απαιτείται να εισφέρουν χρήματα στο μετοχικό της κεφάλαιο,

    (γ) συνδέει τους κατόχους τους με την κερδοφόρο και αναπτυξιακή πορεία της επιχείρησης και ταυτίζει, σε σημαντικό βαθμό, τα συμφέροντα αμφοτέρων (κατόχων Κοινών Ιδρυτικών Τίτλων και επιχείρησης)

     (δ) δεν αναβαθμίζει τους κάτοχους τους σε μετόχους (με αποτέλεσμα οι κάτοχοί τους να μην έχουν τα δικαιώματα εκείνων και, ιδίως, τα δικαιώματα ψήφου και μειοψηφίας, το δικαίωμα εκλογής του Διοικητικού Συμβουλίου, απόληψης του προϊόντος της εκκαθάρισης κ.ο.κ.)

     (ε) περιορίζει χρονικά την παρουσία και τα δικαιώματα των κατόχων τους στην εταιρεία και προσδιορίζει/περιορίζει το ύψος της αποζημίωσής τους κατά τον χρόνο της εξαγοράς των τίτλων που κατέχουν.

    Με άλλα λόγια: Ο συγκεκριμένος θεσμός είναι δυνατό να άρει τις επιφυλάξεις και των πλέον δύσπιστων, όπως ο υπογράφων, όσον αφορά τη συμμετοχή συγκεκριμένων προσώπων (λ.χ. στελεχών ή τρίτων) στο επιχειρηματικό γίγνεσθαι και οικονομικό αποτέλεσμα μιας ανώνυμης εταιρείας.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 17 Φεβρουαρίου 2019.

     

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.