Ετικέτα: η μειοψηφία και τα δικαιώματά της

  • Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Για Πορεία Εταιρικών Υποθέσεων

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Για Πορεία Εταιρικών Υποθέσεων

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Για Πορεία Εταιρικών Υποθέσεων

     (άρ. 141 §7 ν. 4548/2018)

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας μας απασχόλησαν τα συλλογικά δικαιώματα μειοψηφίας. Ειδικότερα, σειρά συλλογικών δικαιωμάτων (:δικαίωμα σύγκλησης έκτακτης (;) ΓΣδικαίωμα εγγραφής πρόσθετων θεμάτων Ημερήσιας Διάταξης & δικαίωμα υποβολής σχεδίων αποφάσεων). Επίσης το δικαίωμα αναβολής λήψης απόφασης ΓΣ καθώς και το  δικαίωμα της μειοψηφίας για τη διενέργεια φανερής ψηφοφορίας. Τέλος, το δικαίωμα πληροφόρησης για καταβολές και παροχές προς τα μέλη του ΔΣ ή τους διευθυντές της ΑΕ. Θα ολοκληρώσουμε στο παρόν τη συγκεκριμένη ενότητα με το δικαίωμα παροχής πληροφοριών για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων.

    Γενικά

    Το δικαίωμα για παροχή πληροφοριών για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων αποτελεί το μοναδικό συλλογικό δικαίωμα που προϋποθέτει ευρύτερη (:μεγάλη) πλειοψηφία. Συνιστά δικαίωμα πληροφόρησης, αντίστοιχο με εκείνο που αφορά καταβολές και παροχές προς τα μέλη του ΔΣ ή τους διευθυντές της ΑΕ, με σημαντικές, ωστόσο, διαφοροποιήσεις από το τελευταίο.

    Σκοπός Δικαιώματος

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα αποσκοπεί στην ενημέρωση των μετόχων και στην αποτελεσματικότερη άσκηση των δικαιωμάτων τους-ιδίως του δικαιώματος ψήφου. Μέσω της λήψης ολοκληρωμένης ενημέρωσης για τα εταιρικά ζητήματα, επιτυγχάνεται πληρέστερη γνώση για τα πεπραγμένα της ΑΕ, τα δεδομένα της επιχείρησης αλλά και τις  προσδοκίες που σχετίζονται με το μέλλον της. Η συγκεκριμένη ενημέρωση και η, κατά λογική ακολουθία, αποτελεσματικότερη άσκηση του δικαιώματος ψήφου ταυτόχρονα οδηγεί στην ενίσχυση της συμμετοχής των μετόχων στην εταιρική ζωή.

    Δικαιούχοι

    Το δικαίωμα για παροχή πληροφοριών για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων είναι δυνατό να ασκήσει ισχυρή, μόνον, μετοχική πλειοψηφία. Απαιτείται, κατά τον νόμο, συγκέντρωση ποσοστού τουλάχιστον ίσου με το 1/10 του μετοχικού κεφαλαίου. Το συγκεκριμένο, αυξημένο, ποσοστό προσδιορίζει και τις αξιώσεις του νομοθέτη όσον αφορά εκείνους στους οποίους θα πρέπει να αναγνωρίζεται το δικαίωμα άσκησης ενός τέτοιου, ιδιαίτερα σοβαρού, δικαιώματος. Μοιάζει, μάλιστα, λογικό: δεν θα ήταν ωφέλιμο για την ΑΕ να παρέχεται ένα τόσο σοβαρό δικαίωμα σε μικρομετόχους ή, τουλάχιστον, σε μετόχους που δεν συγκεντρώνουν ένα τέτοιο, όπως το αξιούμενο, ποσοστό μετοχικού κεφαλαίου.

    Προϋποθέσεις Άσκησης Δικαιώματος

    Για την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος θα πρέπει να συντρέχει σειρά προϋποθέσεων. Συγκεκριμένα:

    (α) Συγκέντρωση Ελάχιστου Ποσοστού Κεφαλαίου

    Απαιτείται η συγκέντρωση ποσοστού ίσου (κατ’ ελάχιστον) με το 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

    (β) Απόδειξη Μετοχικής Ιδιότητας

    Αναγκαία είναι και η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας, η οποία συντελείται με κάθε πρόσφορο νόμιμο τρόπο. Μας έχει ήδη απασχολήσει σε προγενέστερη αρθρογραφία μας ο τρόπος απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας τους αιτούντος (καθώς επίσης και του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που συγκεντρώνει).

    (γ) Γενική Συνέλευση

    Το δικαίωμα ασκείται αποκλειστικά ενόψει (τακτικής ή έκτακτης) ΓΣ, αρχικής ή/και επαναληπτικής.

    (δ) Τρόπος Άσκησης και Απεύθυνση Αίτησης

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα ασκείται εγγράφως ή προφορικά. Απευθύνεται προς το νομικό πρόσωπο της εταιρείας που εκπροσωπείται νόμιμα από το ΔΣ, το οποίο και φέρει την υποχρέωση να ενημερώσει τη μειοψηφία. Η αίτηση επιδίδεται και παραλαμβάνεται από το αρμόδιο για την παραλαβή εγγράφων μέλος του. Η παραλαβή του αιτήματος από ένα εκ των μελών του ΔΣ δεν αποκλείει την ευθύνη και των λοιπών για την παροχή των πληροφοριών.

    (ε) Χρόνος Άσκησης Δικαιώματος

    Για να είναι εμπρόθεσμη η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος θα πρέπει να λάβει χώρα τουλάχιστον πέντε (5) πλήρεις ημέρες πριν από την ημερομηνία συνεδρίασης της ΓΣ.

    Αντικείμενο Πληροφόρησης

    Το αντικείμενο της πληροφόρησης που είναι δυνατό να αιτηθούν οι μέτοχοι πλειοψηφίας είναι εξαιρετικά ευρύ. Θα πρέπει να σημειώσουμε, όμως, ότι δικαιολογείται το εύρος της από το αυξημένο ποσοστό μετοχικού κεφαλαίου το οποίο προϋποθέτει.

    Η αιτούμενη πληροφόρηση είναι γενικής φύσεως και δεν είναι αναγκαίο να  συνδέεται με τα θέματα της ημερήσιας διάταξης της επικείμενης ΓΣ [1685/2024 ΜΠρ Αθηνών (Ασφ), ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ]. Οι πληροφορίες είναι δυνατό να αφορούν το παρόν ή το μέλλον˙ να αφορούν τις εταιρικές υποθέσεις ή την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας. Ειδικότερα:

    Οι εταιρικές υποθέσεις, για τις οποίες η αιτούμενη πληροφόρηση, αφορούν τη λειτουργία και τις εργασίες της ΑΕ. Τα όρια της (της αιτούμενης πληροφόρησης) δεν προσδιορίζονται στον νόμο˙ ουδεκάν το περιεχόμενό της.  Ο ρευστός τρόπος προσδιορισμού του αντικειμένου της πληροφόρησης αφήνει ικανά περιθώρια στα εμπλεκόμενα μέρη: για διαστολή τους στον αιτούντα˙ για συστολή τους σ’ εκείνον που καλείται να ικανοποιήσει το αίτημα. Με βάση τη νομολογία και τη θεωρία, οι πληροφορίες για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων πρέπει να αφορούν στοιχεία σχετικά με τις ενέργειες που λαμβάνουν χώρα για την επίτευξη του εταιρικού σκοπού˙ στην πράξη: για το σύνολο της δραστηριότητας της ΑΕ.

    Επιπλέον, πέραν της πορείας των εταιρικών υποθέσεων, οι δικαιούχοι μέτοχοι μπορούν να ζητήσουν πληροφόρηση και για την περιουσιακή κατάσταση της ΑΕ. Στην τελευταία συμπεριλαμβάνονται τα περιουσιακά της στοιχεία. Ενδεικτικά: κινητά, ακίνητα, δικαιώματα, υποχρεώσεις, καταθέσεις, χρηματοοικονομικά μέσα, αξιόγραφα κλπ. Οι πληροφορίες για την εταιρική περιουσία δεν περιορίζονται στο περιεχόμενο, μόνον, των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Μπορεί να αφορούν συνολικά την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας ή συγκεκριμένο, μόνον, κλάδο της.

    Το αίτημα της πληροφόρησης δεν απαιτείται να είναι αναλυτικό κι ούτε υφίσταται υποχρέωση για ενημέρωση σχετικά με συγκεκριμένη, μόνον, σύμβαση ή συναλλαγή. Μπορεί το σχετικό αίτημα να είναι γενικό ή να αφορά ένα ή περισσότερα πεδία της εταιρικής δραστηριότητας (π.χ. συναλλαγές με πελάτες, προμηθευτές, συνδεδεμένες εταιρείες και πιστωτικά ιδρύματα, κέρδη και ζημίες, συγκριτικά στοιχεία περισσότερων χρήσεων).

    Αποτελέσματα Νομότυπης Άσκησης Του Δικαιώματος

    Εφόσον ασκηθεί νομότυπα το συγκεκριμένο δικαίωμα, υποχρεούται η ΑΕ να παράσχει τις αιτούμενες πληροφορίες. Η υποχρέωση παροχής τους εκπληρώνεται διά του ΔΣ. Το τελευταίο είναι δυνατό να αρνηθεί με λήψη συλλογικής απόφασης. Δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να ανατεθεί σε κάποιο από τα μέλη του η λήψη της.

    Η ικανοποίηση του δικαιώματος και η χορήγηση των πληροφοριών λαμβάνει χώρα προφορικά ή εγγράφως κατά την συνεδρίαση της ΓΣ από το ΔΣ, το οποίο φέρει και την σχετική υποχρέωση. Οι πληροφορίες, παρέχονται είτε προφορικά με σχετική  καταχώριση στα πρακτικά είτε με την χορήγηση των συναφών εγγράφων. Η μειοψηφία πάντως δεν μπορεί να αξιώσει την έγγραφη παροχή τους. Υποστηρίζεται, κατά την μάλλον κρατούσα άποψη, πως η προσήκουσα παροχή των αιτουμένων πληροφοριών μόνον εγγράφως μπορεί να λάβει χώρα. Η έγγραφη πληροφόρηση εξυπηρετεί σκοπούς τόσο αποδεικτικούς όσο και πληρότητας του περιεχομένου της.  Η έγγραφη πληροφόρηση δεν πρέπει να συγχέεται με την παραπομπή σε εταιρικά και άλλου είδους έγγραφα. Αντιθέτως, η απάντηση πρέπει να περιλαμβάνεται στο έγγραφο που χορηγεί ως πληροφόρηση. Εξαίρεση αποτελεί η παραπομπή στο διαδικτυακό της τόπο και στις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Η παραπομπή αυτή αρκεί υπό την προϋπόθεση της πληρότητας και της εγκυρότητας των πληροφοριών και της δυνατότητας παροχής διευκρινίσεων επ’ αυτών.

    Αν δεν εκπληρωθεί η συγκεκριμένη υποχρέωση, οι αποφάσεις που θα ληφθούν είναι ακυρώσιμες. Κι αυτό ανεξάρτητα από την αστική και ποινική ευθύνη των μελών του ΔΣ που δεν παρείχαν, μολονότι όφειλαν, τη σχετική ενημέρωση.

    Άρνηση Χορήγησης Πληροφοριών Λόγω Αποχρώντος Ουσιώδους Λόγου

    Το ΔΣ έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί την πληροφόρηση μόνον επί ύπαρξης αποχρώντος ουσιώδους λόγου. Σε αυτήν την περίπτωση δε γεννάται, εξ αρχής, η υποχρέωση για πληροφόρηση.  Η έννοια του αποχρώντος ουσιώδους λόγου μας έχει ήδη εκτενώς απασχολήσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφορικά με το δικαίωμα προς πληροφόρηση για καταβολές και παροχές προς τα μέλη του ΔΣ.

    Συνοπτικά, ωστόσο, ας αναφερθούν ορισμένα παραδείγματα που δικαιολογούν την άρνηση: η προστασία απόρρητων πληροφοριών της εταιρείας, εν γένει η προστασία των συμφερόντων της προς αποτροπή ζημίας ή επίτευξη κέρδους, η αντικειμενική διαπίστωση βλάβης των συμφερόντων της ΑΕ αλλά και των μετοχικών συμφερόντων της πλειοψηφίας, η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων των αιτούντων μη συμβατών με τα εταιρικά, η δυσκόλως αποδεκτή από τη νομολογία κατάχρηση δικαιώματος ενημέρωσης από τον δικαιούχο. Τέλος, ο λόγος άρνησης που προβλέπεται στην ίδια τη διάταξη λόγω εκπροσώπησης των αιτούντων μετόχων στο ΔΣ κατόπιν απευθείας διορισμού τους από μέτοχο (άρ.79) ή κατόπιν εκλογής τους με κατάλογο (άρ.80). Να σημειωθεί, βέβαια, πως πρόκειται για μαχητό τεκμήριο, το οποίο οι αιτούντες μπορούν να ανατρέψουν επικαλούμενοι τη μη επαρκή πληροφόρησή τους-παρά τη συμμετοχή τους στη διοίκηση της εταιρείας.

    Αμφισβήτηση Ως Προς Τη Βασιμότητα Της Άρνησης

    Η βασιμότητα του λόγου άρνησης εκ μέρους του ΔΣ για χορήγηση πληροφοριών μπορεί να αμφισβητηθεί. Ο αιτών την πληροφόρηση μέτοχος ή (κατ’ άλλη, όχι ορθή, άποψη) κάθε μέτοχος έχει το δικαίωμα να προσφύγει στο Μονομελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας στην οποία βρίσκεται η εταιρεία, ώστε να προβεί αυτό σε κρίση επί της βασιμότητας ή μη της άρνησης του ΔΣ. Πρόκειται για αίτηση δικαστικού ελέγχου της άρνησης του ΔΣ για παροχή πληροφοριών και εκδικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (96/2013 Εφ Δωδεκανήσου, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πρόκειται για μη γνήσια ασφαλιστικά μέτρα και δεν απαιτείται η επίκληση και απόδειξη επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας κατάστασης. Επιπλέον, δεν είναι αναγκαίο να επικαλεστεί συγκεκριμένο έννομο συμφέρον, καθώς η ιδιότητα του μετόχου αρκεί για την άσκηση του εν λόγω ένδικου βοηθήματος. Προϋποθέσεις άσκησης της αίτησης δικαστικού ελέγχου της άρνησης αποτελούν η εμπρόθεσμη και νόμιμη αίτηση στην εταιρεία για παροχή πληροφοριών ενόψει ορισμένης συγκληθείσας ΓΣ και η άρνηση του ΔΣ να παράσχει τις πληροφορίες.

    Η κρίση του δικαστηρίου επί της αίτησης και η επίλυση της διαφοράς δεν αποσκοπεί την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης αλλά είναι οριστική.

    Για να είναι ορισμένη η αίτηση απαιτείται η αναφορά της ιδιότητας των αιτούντων μετοχών και του ποσοστού συμμετοχής τους στο κεφάλαιο, στην νομότυπη άσκηση του δικαιώματος πληροφόρησης και στην άρνηση του ΔΣ να παράσχει πληροφόρηση.

    Το δικαστήριο κρίνει τη βασιμότητα της άρνησης και αν αυτή είναι δικαιολογημένη ή όχι. Εφόσον κρίνει ότι το ΔΣ όφειλε να παράσχει σχετική πληροφόρηση, υποχρεώνει την εταιρεία στην παροχή της.

     

    Το δικαίωμα παροχής πληροφοριών για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων είναι ιδιαίτερα κρίσιμο: Για τους μετόχους της ΑΕ που συγκεντρώνουν το 1/10 του μετοχικού της κεφαλαίου που αξιώνει ο νόμος, καθώς τους παρέχει σημαντική πληροφόρηση που, υπό άλλες προϋποθέσεις θα εστερούντο. Για την ΑΕ καθώς καθιστά διαφανή τη λειτουργία της. Για εκείνους που διοικούν την εταιρεία καθώς όχι μόνο διαφανής καθίσταται η διοίκησή τους αλλά και γιατί τα στοιχεία που είναι υποχρεωτικό να τους παρασχεθούν, μπορεί να αποτελέσουν τη βάση για την άσκηση αστικών και ποινικών αξιώσεων σε βάρος τους. Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολή να υποστηριχθεί πως εκτός από δικαίωμα κρίσιμο είναι και ένα δικαίωμα (δυνητικά) επικίνδυνο.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

     

     

  • Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Καταβολών και Παροχών Προς Μέλη ΔΣ και Διευθυντές

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Καταβολών και Παροχών Προς Μέλη ΔΣ και Διευθυντές

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Πληροφόρησης Καταβολών και Παροχών Προς Μέλη ΔΣ και Διευθυντές

     (άρ. 141 §§6 εδ. γ΄ ν. 4548/2018)

     

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τα συλλογικά δικαιώματα μειοψηφίας. Μας απασχόλησαν, ήδη, αρκετά από αυτά [:Δικαίωμα σύγκλησης έκτακτης(;) ΓΣδικαίωμα εγγραφής πρόσθετων θεμάτων ημερήσιας διάταξης & δικαίωμα υποβολής σχεδίων αποφάσεων. Επίσης το δικαίωμα αναβολής λήψης απόφασης ΓΣ και το  δικαίωμα της μειοψηφίας για τη διενέργεια φανερής ψηφοφορίας]. Στο πλαίσιο της ίδιας θεματικής θα μας απασχολήσει το δικαίωμα πληροφόρησης για καταβολές και παροχές προς τα μέλη του ΔΣ και τους διευθυντές της ΑΕ.

    Γενικά

    Με αίτηση μετόχου/μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το ΔΣ υποχρεούται να ανακοινώνει (αποκλειστικά) στην Τακτική ΓΣ, τα ποσά που καταβλήθηκαν κατά την τελευταία διετία, σε κάθε μέλος του ΔΣ ή/και τους διευθυντές της ΑΕ. Επίσης, κάθε παροχή προς τα πρόσωπα αυτά από οποιαδήποτε αιτία ή σύμβαση της εταιρείας μαζί τους.

    Σκοπός Δικαιώματος

    Δικαιολογητική βάση του συγκεκριμένου δικαιώματος αποτελεί η ανάγκη εξασφάλισης διαφάνειας στη διαχείριση των οικονομικών της ΑΕ. Επίσης, όμως, ο περιορισμός της ασυδοσίας που (όχι σπάνια) διέπει εκείνους που διαθέτουν τη διοικούσα πλειοψηφία. Οι μέτοχοι λαμβάνουν γνώση των ποσών που δαπανώνται και παρέχονται προς τα πρόσωπα που τη διοικούν. Και, όσον αφορά τα τελευταία, καλώς γνωρίζουν ότι «ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον», γεγονός που λειτουργεί περιοριστικά σε φαινόμενα ασυδοσίας.

    Προϋποθέσεις Άσκησης Δικαιώματος

    Για τη νομότυπη άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος είναι αναγκαία:

    (α) Συγκέντρωση Ελάχιστου Ποσοστού Κεφαλαίου

    Πρόκειται για ένα ακόμα δικαίωμα της μικρής μειοψηφίας: για την άσκηση του απαιτείται η συγκέντρωση ποσοστού (κατ’ ελάχιστον) ίσου με 1/20 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

    (β) Απόδειξη Μετοχικής Ιδιότητας

    Αναγκαία, όμως, είναι και η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας, η οποία συντελείται με κάθε πρόσφορο νόμιμο τρόπο.

    (γ) Τακτική Γενική Συνέλευση

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί αποκλειστικά ενόψει Τακτικής ΓΣ. Δεν είναι δυνατό να συνδεθεί σε Έκτακτη ΓΣ.

    (δ) Τρόπος Άσκησης και Απεύθυνση Αίτησης

    Το εν λόγω δικαίωμα ασκείται εγγράφως ή προφορικά. Απευθύνεται προς το νομικό πρόσωπο της εταιρείας (όπως εκπροσωπείται νόμιμα από το ΔΣ). Το ΔΣ, εξάλλου, φέρει την υποχρέωση να ενημερώσει τη μειοψηφία της ΑΕ. Η αίτηση επιδίδεται και παραλαμβάνεται από το αρμόδιο για την παραλαβή εγγράφων μέλος του.

    (ε) Χρόνος Άσκησης Δικαιώματος

    Για να είναι εμπρόθεσμη η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος θα πρέπει να λάβει χώρα τουλάχιστον πέντε (5) πλήρεις ημέρες πριν από την ημερομηνία συνεδρίασης της Τακτικής ΓΣ.

    Αποτελέσματα Νομότυπης Άσκησης

    Εφόσον ασκηθεί νομότυπα το συγκεκριμένο δικαίωμα, υποχρεούται η ΑΕ να παράσχει τις αιτούμενες πληροφορίες. Η υποχρέωση παροχής τους εκπληρώνεται διά του ΔΣ. Το τελευταίο είναι δυνατό να τις αρνηθεί (υπό προϋποθέσεις-ιδ. στη συνέχεια) ύστερα από συλλογική, μόνον, απόφαση. Δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να ανατεθεί σε κάποιο από τα μέλη του η λήψη της σχετικής απόφασης.

    Οι πληροφορίες παρέχονται ενώπιον της ΓΣ προφορικά (οπότε θα λάβει σχετική  καταχώριση στα πρακτικά της ΓΣ) ή με την παροχή των συναφών εγγράφων. Η μειοψηφία πάντως δεν μπορεί να αξιώσει την έγγραφη παροχή τους. Υποστηρίζεται, κατά την μάλλον κρατούσα άποψη, πως η προσήκουσα παροχή των αιτουμένων πληροφοριών μόνον εγγράφως μπορεί να λάβει χώρα. Κι είναι αλήθεια πως οι πληροφορίες που παρέχονται θα διακρίνονται, κατά βάση, από λεπτομέρειες. Επίσης πως η απόδειξη της εκπλήρωσης της εν λόγω υποχρέωσης ευχερέστερα θα λάβει χώρα όταν εγγράφως παρέχεται η πληροφόρηση. Καθώς όμως δεν υφίσταται σχετική (νόμιμη) υποχρέωση, ορθότερο είναι να δεχθούμε πως ο τρόπος της προσήκουσας εκπλήρωσης της υποχρέωσης πληροφόρησης (:προφορικά ή εγγράφως) θα πρέπει να συνδέεται με τον όγκο των στοιχείων που παρέχονται˙ θα ήταν αρκετή η  προφορική ενημέρωση επί περιορισμένης έκτασης στοιχείων, αναγκαία όμως η έγγραφη όταν είναι εκτεταμένη η εν λόγω έκταση.

    Να σημειωθεί πως δεν είναι δυνατό να αξιωθεί (ή, πολύ περισσότερο, λάβει χώρα) αυτοπρόσωπη έρευνα για την πληροφόρηση. Μην ξεχνάμε, μάλιστα, ότι θα πρέπει να συντελεστεί στο πλαίσιο συνεδρίασης της ΓΣ.

    Όταν, ενδεχομένως, συντρέξουν περισσότερα αιτήματα με ταυτόσημο περιεχόμενο υφίσταται, πάντοτε, δυνατότητα ενιαίας απάντησης.

    Η διετία στην οποία αφορά το διάστημα για το οποίο θα δοθεί η πληροφόρηση εκκινεί από την προηγουμένη της υποβολής της αίτησης. Αφορά κάθε ποσό και παροχή που χορηγήθηκε μέσα στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και, μάλιστα, ανεξάρτητα από τη νομική βάση ή αιτία τους.

    Αν δεν εκπληρωθεί η συγκεκριμένη υποχρέωση, οι αποφάσεις που θα ληφθούν είναι ακυρώσιμες. Κι αυτό ανεξάρτητα από την τεκμηρίωση αστικής και ποινικής ευθύνης των μελών του ΔΣ που δεν παρείχαν, μολονότι όφειλαν, τη σχετική ενημέρωση.

    Άρνηση Χορήγησης Πληροφοριών Λόγω Αποχρώντος Ουσιώδους Λόγου

    Εφόσον το ανωτέρω δικαίωμα ασκηθεί προσηκόντως, το ΔΣ φέρει δέσμια υποχρέωση για την παροχή των αιτούμενων πληροφοριών. Μοναδική περίπτωση, κατά την οποία το ΔΣ έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί τη χορήγηση των εν λόγω πληροφοριών αποτελεί η ύπαρξη αποχρώντος ουσιώδους λόγου.

    Η έννοια του αποχρώντος ουσιώδους λόγου αποτελεί αόριστη νομική έννοια, η οποία συγκεκριμενοποιείται in concreto στη βάση των εκάστοτε, συγκεκριμένων, περιστάσεων. Σε κάθε περίπτωση, η άρνηση λόγω αποχρώντος ουσιώδους λόγου πρέπει να αναγραφεί στα πρακτικά.

    Παραδείγματα αποχρώντος ουσιώδους λόγου, αποτελούν η κατάχρηση δικαιώματος ενημέρωσης από τον δικαιούχο, η προστασία των συμφερόντων της εταιρείας για την αποτροπή ζημίας ή την επίτευξη κέρδους, η αντικειμενική διαπίστωση βλάβης των συμφερόντων της ΑΕ αλλά και των μετοχικών συμφερόντων της πλειοψηφίας, η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων των αιτούντων-μη συμβατών με τα εταιρικά. Επίσης: η εν γένει σημαντική αρνητική επίδραση στο εταιρικό συμφέρον (παραδείγματος χάριν αποκάλυψη απορρήτων και γενικότερα ευαίσθητων επιχειρηματικών πληροφοριών, η προσβολή της προσωπικότητας ορισμένων προσώπων με την κοινοποίηση των στοιχείων τους.

    Τα παραπάνω παραδείγματα προκύπτουν από τη νομολογία. Πέραν αυτών, η διάταξη αναφέρεται ρητά σε ένα συγκεκριμένο, σχετικό, παράδειγμα αποχρώντος ουσιώδους λόγου: το ΔΣ μπορεί να αρνηθεί την χορήγηση των αιτούμενων πληροφοριών, στην περίπτωση που οι αιτούντες μέτοχοι εκπροσωπούνται στο ΔΣ κατόπιν απευθείας διορισμού μέλους/μελών του (άρ.79) ή κατόπιν εκλογής τους με κατάλογο (άρ.80). Εύλογο, πάντως, θα ήταν να υποστηριχθεί (ακριβώς στο ίδιο πλαίσιο) πως η εκπροσώπηση στο ΔΣ, ακόμα και αν είχε προκύψει με άλλον τρόπο (εκτός από τους συγκεκριμένα αναφερόμενους στη διάταξη), θα ήταν δυνατό να αποτελέσει αποχρώντα ουσιώδη λόγο άρνησης: με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα τεκμαίρεται η γνώση του μετόχου-μέλους του ΔΣ για τις αιτούμενες πληροφορίες. Σε κάθε περίπτωση πάντως θα πρέπει να σημειωθεί πως πρόκειται για μαχητό τεκμήριο. Το συγκεκριμένο τεκμήριο θα ήταν δυνατό να ανατραπεί στη βάση της επίκλησης της μη επαρκούς πληροφόρησή τους-παρά τη συμμετοχή τους στη διοίκηση της εταιρείας.

    Η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος (281 ΑΚ) ως νομικός λόγος άρνησης παροχής της αιτούμενης πληροφόρησης, μολονότι εντάσσεται στην έννοια του αποχρώντος λόγου, δεν γίνεται εύκολα δεκτή από τη θεωρία και νομολογία.  Περίπτωση, πάντως, καταχρηστικής άσκησης η οποία προκύπτει από το γράμμα του νόμου, θα συνιστούσε η αίτηση για παροχή πληροφοριών, οι οποίες είναι ήδη δημοσιευμένες (1685/2024 ΜΠρ Αθηνών (Ασφ), ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Σημαντικό να επισημανθεί πως η μη παροχή πληροφόρησης δε είναι ανεκτό να δικαιολογηθεί με την επίκληση, ως λόγο άρνησης, της δυνατότητας του αιτούντος να λάβει γνώση από άλλη πηγή, η επιδίωξη απώτερων σκοπών από την αιτούσα μειοψηφία, η ύπαρξη κινδύνου για επισφαλείς απαιτήσεις ΑΕ ή για αδυναμία συλλογής των αιτουμένων στοιχείων λόγω στενότητας χρόνου, υψηλών δαπανών κλπ.

    Αμφισβήτηση Βασιμότητας Άρνησης

    Τυχόν αμφισβήτηση ως προς το βάσιμο ή μη της αιτιολογίας άρνησης από μέρους του ΔΣ ή ακόμα και επί ελλιπούς πληροφόρησης (που ισοδυναμεί με άρνηση), επιλύεται από το αρμόδιο δικαστήριο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (96/2013 Εφ Δωδεκανήσου, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Με την ίδια απόφαση, εξάλλου, το δικαστήριο υποχρεώνει και την εταιρεία να παράσχει τις πληροφορίες που αρνήθηκε.

    Διχογνωμία έχει προκύψει ως προς τους δικαιούχους προσφυγής στο δικαστήριο. Κατά μία άποψη, κάθε μέτοχος, ανεξαρτήτως αν προέβη ο ίδιος στην άσκηση του δικαιώματος, έχει δυνατότητα προσφυγής. Κατά την αντίθετη, μόνο όσοι άσκησαν το δικαίωμά τους μπορούν να προσφύγουν. Εύλογο, όμως, είναι να δεχτούμε την δεύτερη ως ορθότερη: ο φορέας του δικαιώματος είναι εκείνος, μόνον, που δικαιούται δικαστικά να το αξιώσει κι εκείνος που, εφόσον το επιλέξει, θα παραιτηθεί από τη σχετική αξίωσή του.

     

    Το δικαίωμα πληροφόρησης αναφορικά με τις αμοιβές και λοιπές παροχές προς τα μέλη του ΔΣ και τους Διευθυντές της ΑΕ εντάσσεται, επίσης, στα δικαιώματα της «μικρής» μειοψηφίας (το 1/20 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου). Είναι προφανές πως η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος προάγει τη διαφάνεια και (δυνητικά) περιορίζει  φαινόμενα ασυδοσίας. Το συγκεκριμένο δικαίωμα ασκείται, αποκλειστικά, στο πλαίσιο της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης και είναι δυνατό να αποκρουσθεί υπό συγκεκριμένες, αυστηρές και περιορισμένες, προϋποθέσεις. Ενδεχόμενη, μάλιστα, άρνηση ικανοποίησής του είναι δυνατό να παράξει δυσμενείς συνέπειες (ακυρωσία της ΓΣ, αστικές και ποινικές ευθύνες για τα αρνούμενα μέλη ΔΣ). Απαιτείται, κατά τούτο, ιδιαίτερη προσοχή για τη μη ικανοποίησή του. Φυσικά και για την ικανοποίησή του.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

     

     

  • Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Τον Μέτοχο Πλειοψηφίας

    Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Τον Μέτοχο Πλειοψηφίας

    Μειοψηφούντες μέτοχοι.

    Μέρος Β΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από τον Μέτοχο Πλειοψηφίας

    1. Προοίμιο

    Σε μια ευνομούμενη πολιτεία αυτονόητη μοιάζει η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων. Στη χώρα μας τη συναντούμε στη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ (: «Για τη σύσταση η αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά»). Η συγκεκριμένη αρχή βάση της έχει τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, στην οικονομική ελευθερία.

    Επιμέρους στοιχεία της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων είναι η ελευθερία της σύναψης (ή μη) σύμβασης καθώς και (σε καταφατική περίπτωση) επιλογής του αντισυμβαλλομένου και του περιεχομένου της.

    Στη βάση της συγκεκριμένης αρχής ουδείς υποχρεούται να συνάψει οποιαδήποτε σύμβαση (πολύ περισσότερο με συγκεκριμένο περιεχόμενο) εκτός κι αν ο νόμος «ορίζει διαφορετικά».

    Στο πλαίσιο της Ανώνυμης Εταιρείας, αντίστοιχα, ουδείς υποχρεούται να αγοράσει τις μετοχές του μειοψηφούντος μετόχου. Όταν μάλιστα το ποσοστό του τελευταίου είναι ελάχιστο και δεν έχει οποιαδήποτε αξία στον σχηματισμό της πολυπόθητης πλειοψηφίας, το περισσότερο πιθανό είναι και πως κανένας θα ενδιαφέρεται (ή θα κάνει πως δεν ενδιαφέρεται) να τις αγοράσει.

    Ανάμεσα στα άλλα που είχε πει ο τεράστιος (αμερικανός ηθοποιός και σκηνοθέτης) Κλιντ Ήστγουντ είναι: «αν θέλεις εγγύηση αγόρασε μια τοστιέρα». Αν ο μέτοχος μειοψηφίας καταλήξει πως η επένδυσή του δεν είναι προσοδοφόρα ή, πολύ περισσότερο, προβληματική για τον ίδιο δεν μπορεί να την επιστρέψει: οι μετοχές δεν είναι τοστιέρες. Οι μετοχές δεν καλύπτονται από τις εγγυήσεις που αναφέρονται στις τοστιέρες.

    Ένα πρώτο συμπέρασμα θα μπορούσε λοιπόν να είναι πως, κατ’ αρχήν, δεν μπορεί να υποχρεωθεί κάποιος να αποκτήσει τις μετοχές του μετόχου μειοψηφίας゙ εκτός κι αν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις…

    Αναφερθήκαμε ήδη στην (καλυπτόμενη από το νόμο) αξίωση του μετόχου μειοψηφίας να εξαγοράσει η εταιρεία τις μετοχές του καθώς και στις σχετικές προϋποθέσεις και διαδικασία (διαβάστε στο σχετικό άρθρο). Στην προκειμένη περίπτωση θα μας απασχολήσει η (δυνητική) αξίωση του μειοψηφούντος για την εξαγορά των μετοχών του από τον μέτοχο πλειοψηφίας.

     

    2. Το δικαίωμα της μειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας

    Η προϋπόθεση της μη υπέρβασης του 5% του μετοχικού κεφαλαίου

    Στις περιπτώσεις των μη εισηγμένων εταιρειών (καθώς για τις εισηγμένες ισχύουν, κατά βάση, οι ρυθμίσεις για τη δημόσια πρόταση αγοράς κινητών αξιών και επικουρικά εκείνες του νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες) η πρώτη, καθοριστική, προϋπόθεση  αναφέρεται στο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου του μειοψηφούντος μετόχου. Η ρύθμιση του νόμου για τις Α.Ε. (άρθρο 45 παρ. 1 ν. 4548/2018) αναφέρεται σ’ εκείνους από τους μετόχους που συγκεντρώνουν συνολικά, και κατ’ ανώτατο όριο, ποσοστό 5% του μετοχικού κεφαλαίου. Εκ περισσού διευκρινίζεται πως το ποσοστό του μειοψηφούντος μετόχου λογίζεται με βάση την ονομαστική αξία των μετοχών του σε σχέση με εκείνη του (συνολικού) μετοχικού κεφαλαίου. Δεν έχει σημασία αν κάποιος μέτοχος διαθέτει το 5% ή λιγότερο των κοινών ή προνομιούχων μετοχών καθώς καθοριστικό στοιχείο αναδεικνύεται η ποσοστιαία συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.

    Περαιτέρω: οι μειοψηφούντες μέτοχοι που διαθέτουν μετοχές που αντιστοιχούν σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 5% του μετοχικού κεφαλαίου, δεν δικαιούνται να αξιώσουν την μεταβίβαση των μετοχών τους σε οποιονδήποτε μέτοχο. Ουδεκάν μετοχές τους που αντιστοιχούν στο 5%.

    Η συγκεκριμένη ρύθμιση μοιάζει λογική. Η συντριπτική πλειονότητα των δικαιωμάτων μειοψηφίας που αναγνωρίζει ο νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες αναφέρεται σε μετόχους που διαθέτουν ποσοστό μεγαλύτερο από το 5% του μετοχικού κεφαλαίου. Όταν δεν το διαθέτει, η δυνατότητα προστασίας του μοιάζει, και είναι, εξαιρετικά περιορισμένη.

    Η προϋπόθεση της συγκέντρωσης (άμεσα και έμμεσα) του 95% σε έναν (;) μέτοχο.

    Η υποχρέωση της απόκτησης των μετοχών του μειοψηφούντος μετόχου βαρύνει, σε ένα πρώτο επίπεδο, το μέτοχο που έχει συγκεντρώσει ποσοστό 95% και πλέον-μετά τη σύσταση της ανώνυμης εταιρείας. Η περίπτωση όμως που ο μειοψηφών μέτοχος εξ αρχής (κατά την ίδρυση, δηλ., της εταιρείας) αποδέχθηκε την κατοχή ποσοστού μικρότερου από 5%, παραπέμπει σε συνειδητή επιλογή του και αποδοχή της μειωμένης προστασίας του από το νόμο. Στο ενδεχόμενο αυτό ο νομοθέτης δεν έχει επιλέξει να επιβάλλει στον πλειοψηφούντα την υποχρέωση εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος.

    Αξιοσημείωτο όμως είναι πως για τον υπολογισμό της υπέρβασης ή μη του ποσοστού του 95% από τον μέτοχο πλειοψηφίας προσμετρώνται, εκτός από τις δικές του ψήφους, κι εκείνες νομικών ή φυσικών προσώπων που συνδέονται με τον συγκεκριμένο (πλειοψηφούντα) μέτοχο.  Τα νομικά πρόσωπα (επιχειρήσεις) των οποίων οι μετοχές προσμετρώνται σ’ εκείνες του μετόχου πλειοψηφίας προκύπτουν από παραπομπή που γίνεται στη διάταξη του άρθρου 32 ν. 4308/2014. Οι προσμετρώμενες μετοχές φυσικών προσώπων είναι εκείνες που ανήκουν στα στενά μέλη της οικογένειας (του μετόχου πλειοψηφίας) όπως αυτά προσδιορίζονται στο Παράρτημα Α΄ του ίδιου νόμου. Ειδικότερα:

    Όσον αφορά τα συνδεδεμένα νομικά πρόσωπα η διάταξη του άρθρου 32 ν. 4308/2014 είναι εξαντλητικώς λεπτομερής. Προφανώς παρέλκει, εν προκειμένω, η εξαντλητική αναφορά, ερμηνεία και εξειδίκευση. Ένας γενικός κανόνας όμως που θα ήταν χρήσιμο (στο πλαίσιο του παρόντος)  να έχουμε κατά νου, συμπεριλαμβάνει μητρικές και θυγατρικές εταιρείες του μετόχου πλειοψηφίας (ή συνδεδεμένες με τον μέτοχο πλειοψηφίας). Επίσης, νομικά πρόσωπα που επιλέγουν ή υποχρεώνονται από τη νομοθεσία να συντάσσουν ενοποιημένες χρηματοοικονομικές καταστάσεις με τον μέτοχο πλειοψηφίας (ή συνδεδεμένα με τον μέτοχο πλειοψηφίας).

    Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα-στενά μέλη της οικογένειας του μετόχου πλειοψηφίας, των οποίων οι μετοχές προσμετρώνται σ’ εκείνες του τελευταίου, μας καθοδηγεί το Παράρτημα Α του ν. 4308/2014. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ρύθμιση στενό μέλος της οικογένειας ενός προσώπου (στην προκειμένη περίπτωση του μετόχου πλειοψηφίας) είναι οι ανιόντες, οι κατιόντες, οι σύζυγοι και οι συγκατοικούντες σύντροφοι.

    Προθεσμία

    Το δικαίωμα του μετόχου μειοψηφίας (του κατέχοντος ποσοστό έως 5%) του μετοχικού κεφαλαίου) για την άσκηση του δικαιώματός του υπόκειται σε πενταετή αποσβεστική προθεσμία. Χρόνος έναρξης της συγκεκριμένης προθεσμίας είναι ο χρόνος απόκτησης ή, κατά περίπτωση, υπέρβασης του 95% του μετοχικού κεφαλαίου από τον μέτοχο πλειοψηφίας και τα συνδεδεμένα με αυτόν φυσικά και νομικά πρόσωπα. Μετά την παρέλευση της συγκεκριμένης πενταετούς προθεσμίας, ο προαναφερθείς μέτοχος μειοψηφίας δεν δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμά του για την εξαγορά των μετοχών του από τον μέτοχο του 95+% του μετοχικού κεφαλαίου.

    Ο υποχρεούμενος σε εξαγορά μέτοχος

    Η διάταξη του άρθρου 45 ν. 4548/2019 αναφέρεται σε υποχρέωση του μετόχου πλειοψηφίας να προβεί σε εξαγορά των μετοχών του μετόχου που συγκεντρώνει, κατ’ ανώτατο όριο, το 5% του μετοχικού κεφαλαίου. Αναφέρθηκε ήδη η περίπτωση όπου στο ποσοστό του πλειοψηφούντος μετόχου προσμετρώνται (για την συμπλήρωση ή υπέρβαση του 95%) ποσοστά συνδεδεμένων επιχειρήσεων ή στενών μελών της οικογένειάς του. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να αποδεχθούμε ως αναγκαίο να υποχρεωθούν τα συγκεκριμένα νομικά και φυσικά πρόσωπα να αποκτήσουν, κατά την αναλογία της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο, τις μετοχές του μειοψηφούντος. Αντίστοιχα βέβαια και να καταβάλουν το τίμημα που θα προσδιοριστεί από το αρμόδιο Δικαστήριο. Η συγκεκριμένη αντιμετώπιση μοιάζει αναγκαία καθώς, σε αντίθετη περίπτωση, η εξαγορά των μετοχών του μειοψηφούντος μετόχου θα διατάρασσε, ανεπίτρεπτα, τις υφιστάμενες μετοχικές ισορροπίες.

    Η δικαστική απόφαση για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Το αίτημα του μετόχου μειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών του από τον πλειοψηφούντα μέτοχο αξιολογείται από το αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 46 παρ. 2 σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 45 παρ. 4). Το τελευταίο είναι που θα κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος. Εφόσον η σχετική αγωγή γίνει αποδεκτή, το Δικαστήριο ορίζει το δίκαιο και εύλογο τίμημα (:αντάλλαγμα της εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος) καθώς και τους όρους της καταβολής του. Για τον προσδιορισμό του τιμήματος λαμβάνεται υπόψη η αξία της εταιρείας. Λογικά αναμενόμενο (κι όχι μόνο νομικά επιτρεπτό)  είναι στην περίπτωση αυτή να ζητηθεί σχετική πραγματογνωμοσύνη η οποία διενεργείται, κατά κανόνα, από δύο ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εξάλλου είναι που θα αξιολογήσει και την εκατέρωθεν, σχετική, επιχειρηματολογία.

     

    Εν κατακλείδι

    Η προστασία του μετόχου μειοψηφίας που δεν συγκεντρώνει ποσοστό 5% του μετοχικού κεφαλαίου, είναι εξαιρετικά περιορισμένη με βάση τις προβλέψεις του νόμου. Ως αντιστάθμισμα (και κατ’ απόκλιση της συνταγματικά κατοχυρωμένης οικονομικής ελευθερίας αλλά και της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων) του αναγνωρίζεται η δυνατότητα να αξιώσει τη μεταβίβαση των μετοχών του στον μέτοχο εκείνο που διαθέτει ποσοστό 95%, και πλέον, του μετοχικού κεφαλαίου.

    Ο νόμος δεν επιβάλει στον μέτοχο της ανώνυμης εταιρείας τη γνωστοποίηση της απόκτησης ή υπέρβασης του ποσοστού του 95% του μετοχικού κεφαλαίου ούτε και τη συγκέντρωση του συγκεκριμένου ποσοστού μέσω συνδεδεμένων φυσικών και νομικών προσώπων. Απαιτείται, κατά τούτο, εγρήγορση του μετόχου μειοψηφίας για την αξιοποίηση των δικαιωμάτων που του παρέχει ο νόμος. Ο κίνδυνος που διατρέχει, σε διαφορετική περίπτωση, είναι διπλός: αφενός μεν να απωλέσει οριστικά την ευκαιρία να επιβάλει την εξαγορά των μετοχών του στον μέτοχο πλειοψηφίας αφετέρου δε να μην επιτύχει ένα ικανοποιητικό τίμημα για τη μεταβίβασή τους.

    Ο μέτοχος πλειοψηφίας, από την άλλη πλευρά, έχει κάθε λόγο να επιδιώξει να κινηθεί εκτός των ορίων της επίμαχης ρύθμισης στην περίπτωση της απόκτησης μετοχών και υπέρβασης της «βάσης» του 95% του μετοχικού κεφαλαίου. Στην περίπτωση που το επιτύχει θα είναι σε θέση να επιβάλει όρους επαχθείς στον μέτοχο μειοψηφίας. Η σχετική διαπραγμάτευση θα μπορούσε να ξεκινά με την υπενθύμιση της εισαγωγικά αναφερθείσας ρήσης του Κλιντ Ήστγουντ…

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 12 Μαΐου 2019.

  • Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Την Εταιρεία

    Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Την Εταιρεία

    Μειοψηφούντες μέτοχοι.

    Μέρος Α΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από την Ανώνυμη Εταιρεία.

    Η ύπαρξη και άσκηση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας -όπως αυτά περιγράφηκαν σε προγενέστερη αρθρογραφία – “Η μειοψηφία και τα δικαιώματά της στην Ανώνυμη Εταιρεία” και “Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Α.Ε.: ο έκτακτος έλεγχος“- δεν είναι πάντα αρκετές για την επίτευξη της αναγκαίας ισορροπίας στις σχέσεις της (της μειοψηφίας) με την εταιρεία. Ούτε και, εν τέλει, μέσα στην ίδια την εταιρεία.

    Κάποιες φορές το «διαζύγιο» μοιάζει αναγκαίο…

    Οι πλειοψηφούντες μέτοχοι ασκώντας το δικαίωμα ψήφου δικαιούνται (και ορθά) να λαμβάνουν αποφάσεις κρίσιμες για το μέλλον της εταιρείας. Κρίσιμες, κατά λογική ακολουθία, και για το μέλλον των μειοψηφούντων. Κάποιες φορές μάλιστα και δυνητικά βλαπτικές για τους τελευταίους.

    Ποιες είναι αυτές οι δυνητικά βλαπτικές αποφάσεις; Και, σε περίπτωση λήψης τους, οι μέτοχοι της μειοψηφίας παραμένουν, άραγε, απροστάτευτοι; Και υπό ποιες προϋποθέσεις θα ήταν δυνατό να εκδοθεί «διαζευκτήριο» ανάμεσα στην εταιρεία και τους μετόχους μειοψηφίας;

    Κατά τον Άγγλο ηθοποιό Κάρι Γκράντ: «το διαζύγιο είναι ένα παιχνίδι που παίζεται από δικηγόρους». Και από το συγκεκριμένο «διαζύγιο» δεν θα ήταν δυνατό να λείψουν…

     

    Αιτίες για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Είναι δεδομένο πως στο πλαίσιο του δημοκρατίας (και του δικαίου της Ανώνυμης Εταιρείας) οι πλειοψηφούντες είναι εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις. Κάποιες φορές όμως  οι ίδιες αυτές αποφάσεις θα ήταν δυνατό να αξιολογηθεί πως καθιστούν «κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη» την παραμονή των μετόχων μειοψηφίας στην εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 1, εδ. α ν. 4548/2019). Η αξιολόγηση βέβαια αυτή ανήκει, κατ’ αρχάς, στους ίδιους του μετόχους μειοψηφίας. Οι τελευταίοι θα ασκήσουν τα εκ του νόμου δικαιώματά τους στην περίπτωση που υιοθετήσουν τη συγκεκριμένη θέση.

    Ο νόμος  για τις ΑΕ (άρθρο 45 παρ. 2) αναγνωρίζει ως δυνητικά βλαπτικές για τους μετόχους μειοψηφίας αποφάσεις που αφορούν: (α) τη μεταφορά της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος, (β) την εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση μετοχών, (γ) την αλλαγή εταιρικού σκοπού και, τέλος, (δ) κάθε άλλο γεγονός το οποίο, κατά το καταστατικό της εταιρείας, ενεργοποιεί αντίστοιχα δικαιώματα των συγκεκριμένων μετόχων. Στην τελευταία, όμως, περίπτωση είναι αναγκαίο να προβλέπεται προθεσμία για την άσκησή τους.

     

    Η «διέξοδος» των μετόχων μειοψηφίας και οι σχετικές προϋποθέσεις για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Σε περίπτωση που λάβει χώρα κάποιο από τα προαναφερθέντα γεγονότα, ο νόμος παρέχει (σημαντική) προστασία στους μετόχους μειοψηφίας: τους αναγνωρίζεται το δικαίωμα να προσφύγουν στο αρμόδιο Δικαστήριο ζητώντας την εξαγορά των μετοχών τους από την εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 1: «δικαιωματική εξαγορά»-διεθνώς γνωστή με τον αγγλοσαξωνικό όρο sell out). Επιβάλλει όμως διπλή προϋπόθεση στους προσφεύγοντες (και διεκδικούντες την προστασία τους) μετόχους: Αφενός μεν την παράστασή τους στη Γενική Συνέλευση που έλαβε τις επίμαχες αποφάσεις αφετέρου δε τη σχετική εναντίωσή τους. Ενδεχόμενη απουσία τους από την κρίσιμη Γενική Συνέλευση, υπερψήφιση της σχετικής απόφασης ή αποχή κατά την ψηφοφορία, τους αφαιρεί το προαναφερθέν δικαίωμα (να προσφύγουν δηλαδή στο Δικαστήριο ζητώντας την εξαγορά των μετοχών τους). Στην περίπτωση πάντως που καταστατική πρόβλεψη αναφέρεται σε γεγονός που δεν συναρτάται με λήψη απόφασης Γενικής Συνέλευσης, η εν λόγω (διπλή) προϋπόθεση δεν υφίσταται.

    Η προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να «κινηθεί»-να ασκήσει δηλ. την αγωγή και το σχετικό δικαίωμά του ο (βλαπτόμενος) μέτοχος μειοψηφίας είναι τρεις μήνες από την ολοκλήρωση της τροποποίησης του καταστατικού. Η προθεσμία αυτή ισχύει στις περιπτώσεις της μεταφοράς της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος, της εισαγωγής περιορισμών στη μεταβίβαση μετοχών και την αλλαγή του εταιρικού σκοπού. Στις λοιπές περιπτώσεις που τυχόν προβλέπονται από το καταστατικό ισχύουν οι σ’ αυτό αναφερόμενες προθεσμίες.

     

    Η περίπτωση της εισαγωγής περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών

    Το εταιρικό συμφέρον επιτάσσει τη διασφάλιση της συνέχειας της εταιρείας. Κι αυτή συναρτάται, κάποιες φορές σε σημαντικό βαθμό, από τη μετοχική της σύνθεση. Η εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών κάποιες φορές αποδεικνύεται καθοριστικής σημασίας (διαβάστε το άρθρο για τις Δεσμευμένες μετοχές). Οι σχετικές προβλέψεις στο καταστατικό κατά την ίδρυση της εταιρείας μοιάζει να αποτελούν στοιχείο «εκ των ων ου άνευ» για τη διασφάλιση των σχέσεων μεταξύ των μετόχων και την ευόδωση του εταιρικού σκοπού.

    Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων δεν προβλέπονται, δυστυχώς, τέτοιοι καταστατικοί περιορισμοί κατά την ίδρυση της εταιρείας. Όταν εκ των υστέρων διαπιστωθεί η σχετική ανάγκη, οι μέτοχοι πλειοψηφίας είναι, πράγματι, δυνατό να επιβάλλουν την αναγκαία καταστατική τροποποίηση. Στους μετόχους όμως μειοψηφίας αναγνωρίζεται τότε (εύλογα) το δικαίωμα να ζητήσουν την εξαγορά των μετοχών τους και, εν τέλει, την έξοδό τους από την εταιρεία. Στο δικαστήριο εναπόκειται να αποφασίσει για το εύλογο του αιτήματος των μετόχων μειοψηφίας και, ιδίως, «αν η παραμονή τους σ’ αυτήν καθίσταται, κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη». Με άλλα λόγια: ήσσονος σημασίας περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών δεν θα ήταν δυνατό να δικαιολογήσουν την ικανοποίηση του αιτήματος των μετόχων μειοψηφίας.

    Για τις περιπτώσεις όμως που από την ίδρυση της εταιρείας έχουν προβλεφθεί οι αναγκαίοι περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών ούτε λόγος να γίνεται για αντίστοιχα δικαιώματα των μετόχων μειοψηφίας.

     

    Η περίπτωση της τροποποίησης του εταιρικού σκοπού

    Αντίστοιχη αξιολόγηση βέβαια θα κάνει το Δικαστήριο και στην περίπτωση που ο αιτών μέτοχος μειοψηφίας παραπονείται (και ασκεί τα σχετικά του δικαιώματα) εξ αιτίας τροποποίησης του εταιρικού σκοπού. Εύλογα θα θεωρούνταν ιδιαίτερα ασύμφορη για τον αιτούντα η μετατροπή, λ.χ., μιας εταιρείας holding σε εταιρεία παραγωγής CDs. Αντίθετα δεν θα ήταν δυνατή η (σοβαρή) υποστήριξη από τον μέτοχο μειοψηφίας αιτήματος εξαγοράς των μετοχών του από μια (ανώδυνη) επέκταση των εταιρικών δραστηριοτήτων.

     

    Η δικαστική απόφαση για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Το αίτημα του μετόχου μειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών του από την εταιρεία αξιολογείται από το αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 45 παρ. 4). Το τελευταίο είναι που θα κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος αλλά και την ουσιαστική βασιμότητα της σχετικής επιχειρηματολογίας του αιτούντος. Εφόσον η σχετική αγωγή γίνει αποδεκτή, το Δικαστήριο ορίζει το δίκαιο και εύλογο τίμημα (:αντάλλαγμα της εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος) καθώς και τους όρους της καταβολής του. Για τον προσδιορισμό του τιμήματος λαμβάνεται υπόψη η αξία της εταιρείας. Λογικά αναμενόμενο (κι όχι μόνο νομικά επιτρεπτό)  είναι στην περίπτωση αυτή να ζητηθεί σχετική πραγματογνωμοσύνη η οποία διενεργείται, κατά κανόνα, από δύο ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εξάλλου είναι που θα αξιολογήσει και την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία.

    Η δικαστική απόφαση είναι πάντοτε δεσμευτική για την εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 5). Για την περίπτωση της υπαίτιας μη συμμόρφωσής της εντός της προθεσμίας που θα ταχθεί από τη δικαστική απόφαση είναι δυνατό να διαταχθεί η λύση της.

    Εντούτοις η δικαστική απόφαση δεν είναι υποχρεωτικά δεσμευτική για τον αιτούντα μέτοχο. Εφόσον το τίμημα το οποίο θα προσδιορίσει η δικαστική απόφαση δεν αξιολογηθεί (από τον αιτούντα) ως ικανοποιητικό, δικαιούται να αρνηθεί την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας (:μεταβίβασης των μετοχών του στην εταιρεία). Στην περίπτωση αυτή βέβαια επιβαρύνεται με τα έξοδα της σχετικής δίκης.

     

    Εν κατακλείδι

    Η συνύπαρξη στη ζωή δεν είναι πάντα εύκολη-ενδεχομένως κάποτε και μη ανεκτή. Αντίστοιχα και στις επιχειρήσεις-πολύ περισσότερο όταν διακυβεύονται ιδιαίτερα σημαντικά (κάποιες φορές) οικονομικά συμφέροντα. Ο νόμος αναγνωρίζει στο μέτοχο μειοψηφίας το δικαίωμα να ζητήσει τη «διάζευξη» καθώς και την «αποζημίωσή» του από την εταιρεία όταν συντρέξουν κάποιες σημαντικές προϋποθέσεις. Είναι, πάντως, ιδιαίτερα σημαντικό να τονισθεί πως η σημασία του καταστατικού αναδεικνύεται, για μια ακόμα φορά, ως ξεχωριστή. Οι σχετικές προβλέψεις του είτε θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα εγκαίρως (δηλ. κατά την ίδρυση της εταιρείας) είτε με τρόπο που δεν θίγονται οι μέτοχοι μειοψηφίας (εκτός κι αν το ζητούμενο είναι, ακριβώς, να θιγούν τα δικαιώματά τους)…

    Ουδεμία αμφιβολία χωρεί πως οι συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις αποτελούν μέσο προστασίας των μετόχων μειοψηφίας. Καθώς όμως (και) το συγκεκριμένο διαζύγιο, όπως ήδη αναφέρθηκε, «είναι ένα παιχνίδι που παίζεται από δικηγόρους», είναι ενδεχόμενο να καταστεί όπλο, σημαντικό, στα χέρια της πλειοψηφίας.

    Ιδιαίτερη προσοχή, επομένως, τόσο στο καταστατικό όσο και στους δικηγόρους…

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Μαΐου 2019.

  • Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρεία: ο έκτακτος έλεγχος

    Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρεία: ο έκτακτος έλεγχος

    Η μειοψηφία και τα δικαιώματά της στην Ανώνυμη Εταιρεία: εσωτερικός εχθρός ή παράγοντας υγείας;

    Μέρος Β’- Ο έκτακτος έλεγχος

    Κατά τον Σόλωνα τον Αθηναίο: «Η καλύτερη διακυβέρνηση είναι εκείνη όπου ο λαός υπακούει στους άρχοντες και οι άρχοντες στους νόμους». Στο διάβα βέβαια της ιστορίας αποδείχθηκε πως καθένας που κυβερνά ενστερνίζεται (εμφανώς ή, έστω, κατά βάθος) τη ρήση του Λουδοβίκου ΙΔ’ «L’ etat c’ est moi» (:«το κράτος είμαι εγώ»-για την οποία έχουμε ήδη αναφερθεί στο Α’ Μέρος του παρόντος). Για τη διασφάλιση μάλιστα της νομιμότητας στο πλαίσιο της  κοινοβουλευτικής δημοκρατίας λειτουργεί (και ορθά) η αρχή: «η κυβέρνηση κυβερνά η αντιπολίτευση ελέγχει».

    Κι όλα τούτα βέβαια δεν αφορούν, αποκλειστικά, την πολιτική καθώς εύκολα (και εύλογα) θα ήταν δυνατό να κάνει κάποιος την προβολή στη ζωή και στις επιχειρήσεις: Έτσι, προφανώς, γεννήθηκε η ανάγκη του ελέγχου της εκάστοτε (μικρής ή μεγάλης) πλειοψηφίας από τους εκάστοτε μειοψηφούντες. Για τη διασφάλιση της περιουσίας των τελευταίων αλλά και της περιουσίας της επιχείρησης. Για τη διασφάλιση της ευημερίας και ανάπτυξής της.

    Και εν τέλει: Εταιρεία τελούσα υπό το άγρυπνο μάτι πολλαπλών ελέγχων και ελεγκτών προϊδεάζει (και τους δυνητικούς επενδυτές ή/και δανειστές) για διαυγή οικονομικά και «καθαρές» εικόνες…

     

    Τακτικός και έκτακτος έλεγχος στην Ανώνυμη Εταιρεία

    Για τα δικαιώματα μειοψηφίας στην ανώνυμη εταιρεία έχουμε ήδη αναφερθεί σε προηγούμενο άρθρο. Στο παρόν περιοριζόμαστε στα δικαιώματα μειοψηφίας τα οποία συναρτώνται με την άσκηση εκτάκτου ελέγχου.

    Ο τακτικός έλεγχος διακρίνεται για την περιοδικότητά του καθώς συνδέεται με την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων από τη Γενική Συνέλευση όσων από τις εταιρείες αφορά (πάντως όχι υποχρεωτικά για κείνες που χαρακτηρίζονται μικρές και πολύ μικρές οντότητες). Κατά συνέπεια, ο έκτακτος έλεγχος είναι δυνατό να διενεργηθεί σε εταιρεία η οποία τελεί υπό τακτικό έλεγχο.

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο δεν είναι παράδοξο να υπάρξει αλληλοεπικάλυψη (μερική ή συνολική) συγκεκριμένων  περιοχών ελέγχου: ο έλεγχος λ.χ. του ταμείου αποτελεί αντικείμενο του τακτικού ελέγχου είναι όμως δυνατό να αποτελέσει και αντικείμενο εκτάκτου ελέγχου.

    Σε κάθε περίπτωση ο έκτακτος έλεγχος:

    (α) μπορεί να καταλαμβάνει και περιοχές που δεν καλύπτονται από τον τακτικό έλεγχο όπως, λ.χ., η σκοπιμότητα της διαχείρισης της εταιρείας,

    (β) είναι, πάντοτε, περισσότερο στοχευμένος από τον τακτικό,

    (γ) διενεργείται, κατά βάση, από πρόσωπα διάφορα εκείνων που διενεργούν τον τακτικό έλεγχο και με διαφορετικό τρόπο διοριζόμενα,

    (δ) καταλήγει σε πόρισμα που δεν απευθύνεται, κατά βάση, στους ίδιους αποδέκτες.

     

    Είδη, προϋποθέσεις και διαδικασία εκτάκτου ελέγχου

    Στην περίπτωση που πιθανολογείται η διενέργεια πράξεων αντίθετα στο νόμο, το καταστατικό ή/και σε αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, μέτοχοι που εκπροσωπούν ποσοστό μεγαλύτερο από το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου της Ανώνυμης Εταιρείας (ή, επί εισηγμένων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς) δικαιούνται να υποβάλουν αίτημα στο αρμόδιο Δικαστήριο για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου (άρθρο 142 παρ. 1 & 2, ν. 4548/2018). Ο σχετική αίτηση υποβάλλεται εντός τριετίας από την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης στην οποία φαίνεται να αφορούν οι καταγγελλόμενες πράξεις.

    Στην περίπτωση όμως που από τις περιστάσεις προκύπτει πως η διοίκηση της εταιρείας δεν ασκείται χρηστά ή με τρόπο συνετό, μέτοχοι που εκπροσωπούν ποσοστό μεγαλύτερο από το 1/5 του μετοχικού της κεφαλαίου, δικαιούνται να υποβάλουν αίτημα στο αρμόδιο Δικαστήριο για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου (άρθρο 142, παρ. 3, ν. 4548/2018).

    Το δικαστήριο λαμβάνει απόφαση σχετικά με την αποδοχή ή μη του αιτήματος ελέγχου αφού ελέγξει τη συνδρομή ή μη των προαναφερθεισών προϋποθέσεων. Είναι ενδεχόμενο οι αιτούντες μέτοχοι μειοψηφίας να εκπροσωπούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο (είτε γιατί έχουν διορίσει απευθείας μέλη του είτε γιατί έχουν εκλεγεί μέλη του δυνάμει καταλόγων που έχουν υποδειχθεί από τους συγκεκριμένους μετόχους). Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί και να αξιολογήσει πως δεν δικαιολογείται η υποβολή του σχετικού αιτήματος το οποίο, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα απορρίψει.

     

    Οι ελεγκτές και η διενέργεια του (έκτακτου) ελέγχου

    Στην περίπτωση που το δικαστήριο κάνει αποδεκτό το αίτημα ελέγχου, ορίζει τα πρόσωπα που θα τον διενεργήσουν (άρθρο 143). Τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται ο έλεγχος είναι δυνατό να είναι:

    (α) ελεγκτική εταιρεία ή ένας, τουλάχιστον, ορκωτός ελεγκτής,

    (β) κάτοχοι άδειας λογιστή Α’ τάξεως-μέλη του οικείου Οικονομικού Επιμελητηρίου και, επιπρόσθετα (όταν τίθεται θέμα νομιμότητας ή χρηστότητας της διαχείρισης)

    (γ) πρόσωπα με τις τυχόν απαιτούμενες ειδικές, κατά περίπτωση, γνώσεις.

    Το δικαστήριο, εφόσον κάνει αποδεκτή της σχετική αίτηση, ορίζει και το ύψος της αμοιβής των ελεγκτών που διόρισε καθώς και διαδικαστικά θέματα που αφορούν τον χρόνο καταβολής της, ενδεχόμενη προκαταβολή και εκείνον τον οποίο βαρύνει (αν δηλ. υπόχρεοι στην εξόφλησή της είναι οι αιτούντες ή η ελεγχόμενη εταιρεία).

    Οι ελεγκτές που θα ορισθούν οφείλουν να ολοκληρώσουν τον έλεγχο που τους ανατέθηκε στο συντομότερο δυνατό χρόνο. Το σχετικό πόρισμα παραδίδουν στον αιτούντα αλλά και στην Εταιρεία. Το Διοικητικό της Συμβούλιο οφείλει να ενημερώσει σχετικά τους μετόχους της εταιρείας (το αργότερο στην επόμενη Γενική Συνέλευση) καθώς και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς-στην περίπτωση που πρόκειται για εισηγμένη εταιρεία.

    Σημαντικό όμως να υπογραμμισθεί πως θεσπίζεται αυτοτελής υποχρέωση των ελεγκτών να υποβάλλουν το πόρισμά τους στην αρμόδια εισαγγελική αρχή στην περίπτωση που διαπιστώσουν την τέλεση ποινικών αδικημάτων.

     

    Έκτακτος έλεγχος: Ευλογία ή κατάρα

    Ο έκτακτος έλεγχος διενεργείται, κατά κανόνα, είτε όταν υπάρχουν στοιχεία ή υπόνοιες κακοδιαχείρισης είτε όταν το ζητούμενο για τους αιτούντες είναι η άσκηση πίεσης στους ασκούντες τη διοίκηση.

    Λαμβανομένου υπόψη του δυνητικού εύρους και βάθους του διενεργηθησόμενου ελέγχου, ο έκτακτος έλεγχος είναι δυνατό να  λειτουργήσει:

    (α) αποτρεπτικά παρανόμων ή παρατύπων πράξεων,

    (β) ως μέσο άσκησης πίεσης σε βάρος των ασκούντων τη διοίκηση ή (υπό προϋποθέσεις) εκβίασής τους,

    (γ) ως (κρίσιμο) αποδεικτικό στοιχείο στο πλαίσιο έγερσης αξιώσεων σε βάρος των εμπλεκομένων προσώπων.

    Από τα παραπάνω προκύπτει πως το δικαίωμα διενέργειας έκτακτου ελέγχου έχει ξεχωριστή σημασία στη λειτουργία και (υπό προϋποθέσεις) στην ίδια τη ζωή της ανώνυμης εταιρείας. Τούτο μάλιστα γίνεται περισσότερο αντιληπτό όταν εντοπισθούν ποινικά κολάσιμες πράξεις, οπότε είναι υποχρεωτικό να εμπλακεί και ο αρμόδιος εισαγγελέας.

    Σε κάθε περίπτωση: Η ανάδειξη παρατύπων ή παρανόμων πράξεων μέσα από μια επίσημη (δικαστικώς μάλιστα διαταχθείσα) διαδικασία ελέγχου δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει προβλήματα στην ίδια την εταιρεία-κι όχι μόνον στα, κατά περίπτωση, καθύλη ή κατά νόμο υπαίτια πρόσωπα.

     

    Εν κατακλείδι

    Η αναγνώριση δικαιώματος (έκτακτου) ελέγχου της ανώνυμης εταιρείας από μειοψηφούντες μετόχους δεν υπάρχει αμφιβολία πως λειτουργεί κάποιες φορές θετικά (ενίοτε μάλιστα ευεργετικά) στην άσκηση της διοίκησής της αλλά και στην  επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία πως λειτουργεί προς την κατεύθυνση της υποβοήθησης της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας αλλά και των δυνητικών συνεργειών.

    Η μεσολάβηση του αρμόδιου δικαστηρίου για την διερεύνηση της πλήρωσης των προϋποθέσεων για την διενέργεια του έκτακτου ελέγχου προσθέτει κύρος στη σχετική διαδικασία αλλά και ιδιαίτερη βαρύτητα στο αποτέλεσμά του. Είναι, κατά βάση, ένα αποτέλεσμα που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τους μετόχους αλλά και τις αρμόδιες αρχές. (Και ειδικά ως προς τις τελευταίες ας έχουμε πάντα κατά νου πως καμία επιχείρηση είναι δυνατό να λειτουργεί απολύτως άμεμπτα…)

    Κατ’ ακολουθίαν: ενδεχόμενη κατάχρηση (κάποιες φορές και η απλή άσκηση) του συγκεκριμένου δικαιώματος λειτουργεί βλαπτικά όχι μόνον για τον ασκούντα τη διοίκηση-μέτοχο πλειοψηφίας αλλά και για το ίδιο το νομικό πρόσωπο στο οποίο αφορά. Υπό το συγκεκριμένο πρίσμα οφείλουμε όλοι (μέτοχοι της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, νομικοί παραστάτες, επιλαμβανόμενα τέτοιων υποθέσεων δικαστήρια) να λειτουργούμε προς την κατεύθυνση της εξισορρόπησης των ενδεχομένως αντιτιθεμένων συμφερόντων και, εν τέλει, προς την κατεύθυνση της διασφάλισης των συμφερόντων της ανώνυμης εταιρείας.

    Μόνον.-

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 27 Απριλίου 2019.

    δικαιώματα μειοψηφίας

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.