Ετικέτα: Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ

Περί μετοχών Ανώνυμης Εταιρείας: έκδοση, αύξηση, διάθεση, μεταβίβαση, δικαίωμα προτίμησης, δικαιούχοι, τίτλοι κτήσης, δεσμευμένες, προνομιούχες, άυλες, εξαγοράσιμες, ονομαστικές, μειοψηφίας, πλειοψηφίας, επικαρπία, επιλογή, πρωτότυπη κτήση

  • Κλοπή, Απώλεια  Ή Καταστροφή Μετοχικού Τίτλου

    Κλοπή, Απώλεια  Ή Καταστροφή Μετοχικού Τίτλου

    Η έννοια της μετοχής είναι πολυσήμαντη. Αποτυπώνει, κατά τη νομολογία: (α) «…το μερίδιο του εταιρικού κεφαλαίου». Επίσης, (β) «…το δικαίωμα συμμετοχής στην εταιρία». Τέλος, (γ) «…τον τίτλο στο οποίο ενσωματώνεται το δικαίωμα αυτό» (ενδ. 1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, 4968/1993 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως προς τον τίτλο που υποδηλώνει η μετοχή, επισημάναμε –μεταξύ άλλων- ότι η έκδοσή του δεν είναι υποχρεωτική για την ΑΕ. Επομένως, αν τυχόν λάβει χώρα, φέρει απλώς δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ). Εφόσον όμως ένας τέτοιος (μετοχικός) τίτλος εκδοθεί, τι συμβαίνει σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του; Ποιες οι πρόνοιες του νομοθέτη και ποιες οι δυνατότητες και προστασία του μετόχου;

     

    Ρύθμιση

    Το ζήτημα της κλοπής, της απώλειας ή της καταστροφής του μετοχικού τίτλου της ΑΕ ρυθμίζεται στο άρθρο 55 ν. 4548/2018. Το άρθρο αυτό αντιστοιχεί στο άρθρο 12α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920 (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 55).

    Η εν λόγω πρόβλεψη παραπέμπει, συγκεκριμένα, στις διατάξεις 843 επ. ΚΠολΔ. Αυτές είναι που εφαρμόζονται σε περίπτωση αποξένωσης του μετόχου από τον μετοχικό τίτλο και τις μερισματαποδείξεις που τυχόν δεν αποχωρίσθηκαν από αυτόν. Τα στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν είναι δύο: (α) Το προπαρασκευαστικό της πρόσκλησης για την αναγγελία μετοχικού δικαιώματος (843-849 ΚΠολΔ). (β) Εκείνο της κύριας διαδικασίας κήρυξης ανίσχυρου του μετοχικού τίτλου (850-860 ΚΠολΔ).

     

    Σκοπός

    Σκοπός της ρύθμισης του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 55 ν. 4548/2018) είναι η ασφάλεια των συναλλαγών.  Επιδιώκεται, μέσω αυτής, η άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας σχετικά με την ταυτότητα του αληθινού δικαιούχου της μετοχής, σε περίπτωση αποξένωσής του από αυτόν. Επίσης, η αποτροπή σφετερισμού των μετοχικών δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στη μετοχή από τρίτο-μη δικαιούχο.

     

    Προϋποθέσεις Εφαρμογής

    Προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία κήρυξης ανίσχυρου του μετοχικού τίτλου απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων προϋποθέσεων:

    (α) Έκδοση τίτλων

    Γενικά

    Αναγκαίο (και λογικό) προαπαιτούμενο αποτελεί η (μη υποχρεωτική) έκδοση μετοχικών τίτλων (:ονομαστικών ή ανώνυμων μετοχών-με, ή χωρίς, μερισματαποδείξεις ή τοκομερίδια) από μέρους της ΑΕ. Δεν καταλαμβάνονται, ωστόσο, από τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις οι άυλες μετοχές. Οι τελευταίες τηρούνται σε λογιστική μορφή και δεν φέρουν αξιογραφικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να κλαπούν, απωλεσθούν ή καταστραφούν. Ούτε, πολύ περισσότερο, να υπαχθούν στη ρύθμιση του 850 ΚΠολΔ. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι η βεβαίωση για τις άυλες μετοχές που εκδίδεται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων έχει μόνο αποδεικτική ισχύ (18 ν. 4569/2018).

    Ανώνυμες και Ονομαστικές Μετοχές

    Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο νόμος για τις ΑΕ, απαγόρευσε την έκδοση ανώνυμων μετοχών από 01.01.2020. Συνεπώς, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται στις ονομαστικές μετοχές ή σε, παλαιότερα, εκδοθείσες ανώνυμες μετοχές που κλάπηκαν, απωλέσθηκαν,  ή καταστράφηκαν-χωρίς εντωμεταξύ να αντικατασταθούν από ονομαστικές.

    Προβληματισμός υφίσταται, παλαιόθεν, αναφορικά με τη (μη) υπαγωγή των ονομαστικών μετοχών στο προπαρασκευαστικό στάδιο της πρόσκλησης αναγγελίας δικαιωμάτων (άρ. 843 επ. ΚΠολΔ). Επιχείρημα υπέρ της μη υπαγωγής των ονομαστικών μετοχών στην εν λόγω διαδικασία αποτελεί η ρητή αναφορά του αληθή δικαιούχου στο βιβλίο μετόχων της ΑΕ.

    Ο σχετικός προβληματισμός ενισχύθηκε με τη θέσπιση του ν. 4548/2018. Ειδικότερα,  στην Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου 55 του νόμου αυτού αναφέρεται ότι «αν η εταιρεία είναι βέβαιη για την ταυτότητα του μετόχου (κάτι που θα συμβαίνει στο μέτρο που οι μετοχές είναι –μάλιστα από 1.1.2020 υποχρεωτικά– ονομαστικές) μπορεί να εκδώσει νέο τίτλο χωρίς την τήρηση της δικαστικής διαδικασίας».

    Παράλληλα, αμφισβήτηση υπάρχει και ως προς την εφαρμογή επί των ονομαστικών μετοχών του σταδίου της κύριας διαδικασίας της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου.

    Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι η διαδικασία των άρθρων 843 επ. ΚΠολΔ έχει, εν τέλει, πρακτική σημασία επί των ονομαστικών μετοχών. (α) Καταρχάς, διότι η εκποιητική δικαιοπραξία της μεταβίβασης των μετοχών αυτών ολοκληρώνεται –μεταξύ παλαιού και νέου μετόχου- με την παράδοσή τους. (β) Επίσης, η σημασία της διαπιστώνεται σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του νεμόμενου τίτλου, εφόσον το γεγονός αυτό λάβει χώρα πριν την σχετική εγγραφή στο βιβλίο μετόχων. (γ) Ή εφόσον, πρόκειται για ελαττωματική εγγραφή.

    (β) Κλοπή, απώλεια ή καταστροφή μετοχικού τίτλου

    Κλοπή: Η κλοπή γίνεται δεκτή με τη στενή του έννοια του ποινικού κώδικα (άρ. 372 ΠΚ). Ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει σε αυτή η υπεξαίρεση, που είναι δυνατό να υπαχθεί στην έννοια της απώλειας.

    Απώλεια: Ως απώλεια νοείται κάθε ακούσια εκφυγή του μετοχικού τίτλου από την εξουσία και νομή του κυρίου χωρίς την άμεση ή έμμεση βούλησή του(1625/2013 ΜονΠρωτΘεσς, 3905/1998 ΜονΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Καταστροφή: Ως καταστροφή νοείται η φυσική εξαφάνιση του τίτλου όπως και τυχόν αλλοίωσή του (λ.χ. του περιεχομένου ή της μορφής του).

     

    Διαδικασία Κήρυξης Ανίσχυρου Του Μετοχικού Τίτλου

    Διαδικασία & Αρμοδιότητα

    Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να ξεκινήσει η διαδικασία των δύο σταδίων: (α) πρόσκλησης προς αναγγελία δικαιώματος επί του μετοχικού τίτλου και (β) κήρυξής του ως ανίσχυρου.

    Πρόκειται για γνήσια υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας. Μέσω αυτής θα διαχωρισθεί, όταν καταστεί αμετάκλητη η απόφαση που θα εκδοθεί, η μετοχική σχέση από τον τίτλο στον οποίο αυτή, μέχρι πρότινος, ενσωματωνόταν.

    Αρμόδιο, καθ’ ύλην και κατά τόπο, για την εκδίκαση της αίτησης της ως άνω διαδικασίας των δύο σταδίων είναι το Ειρηνοδικείο της έδρας της ΑΕ, που εξέδωσε τους μετοχικούς τίτλους (άρ. 851 § 2 εδ. β ΚΠολΔ).

    Νομιμοποιούμενα Πρόσωπα

    Ενεργητική νομιμοποίηση

    Νομιμοποιούμενα για την υποβολή αίτησης κίνησης της εν λόγω διαδικασίας είναι:

    Για τις ονομαστικές μετοχές: Το πρόσωπο που είναι δυνατό να ασκήσει δικαίωμα, που απορρέει από το αξιόγραφο/μετοχικό τίτλο (3905/1998 ΜονΠρωτΑθ): ο κύριος, ο επικαρπωτής ή ο ενεχυρούχος δανειστής).

    Για τις ανώνυμες μετοχές: ο τελευταίος κομιστής των μετοχών (βλ. τεκμήριο άρθρου  1110 εδ. α΄ ΑΚ).

    Σε περίπτωση συγκυριότητας: Καθένας από τους συγκυρίους.

    Παθητική νομιμοποίηση

    Η σχετική αίτηση δεν απαιτείται να στρέφεται κατά συγκεκριμένου προσώπου. Εξάλλου, η ιδιότητα του διαδίκου αποκτάται ύστερα από κλήτευση του δικαστηρίου (άρ. 748 §3 ΚΠολΔ) ή προσεπίκληση (άρ. 753 ΚΠολΔ).

    Άσκηση Κύριας και Πρόσθετης Παρέμβασης

    Δεδομένου ότι πρόκειται για υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας είναι δυνατό να ασκηθεί πρόσθετη ή κύρια παρέμβαση.

    Πρόσθετη παρέμβαση: Νομιμοποιείται να την ασκήσει ο επικαρπωτής ή ο ενεχυρούχος δανειστής υπέρ του μετόχου που ασκεί την αίτηση και το αντίστροφο.

    Κύρια παρέμβαση: Νομιμοποιείται να την ασκήσει ο πραγματικός δικαιούχος. Επίσης, εκείνος που επικαλείται ισχυρότερο δικαίωμα επί του τίτλου από τον αιτούντα.

    Προπαρασκευαστικό Στάδιο

    Αίτηση Πρόσκλησης Αναγγελίας

    Όπως ανωτέρω σημειώθηκε, το πρώτο και προπαρασκευαστικό στάδιο είναι αυτό της υποβολής αίτησης πρόσκλησης αναγγελίας δικαιώματος (843-849 ΚΠολΔ). Κατά το στάδιο αυτό, επιδιώκεται η ανεύρεση του πραγματικού δικαιούχου ή εκείνου που διαθέτει ισχυρότερο δικαίωμα επί του τίτλου από αυτό του αιτούντος.

    Για το ορισμένο της αίτησης πρόσκλησης απαιτείται η αναφορά των ουσιωδών στοιχείων του μετοχικού τίτλου (:852 ΚΠολΔ-λ.χ. του αύξοντα αριθμού, της σειράς, της χρονολογίας έκδοσης, του είδους της μετοχής κ.α.). Ενδεχόμενη αντικειμενική  αδυναμία του δικαιούχου να τα επικαλεστεί θα πρέπει να εκτιμάται και αντιμετωπίζεται ανάλογα από το δικαστήριο στη βάση των διαθέσιμων στοιχείων.

    Το στάδιο της πρόσκλησης δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση κλοπής, όταν ο δράστης είναι γνωστός. Στην περίπτωση αυτή ασκείται διεκδικητική αγωγή εναντίον του τελευταίου, που εκδικάζεται κατά με τη διαδικασία της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (3905/1998 ΜονΠρωτΑθ).

    Ωστόσο, η κύρια διαδικασία της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου είναι δυνατόν να εξελίσσεται συγχρόνως με τη διεκδικητική αγωγή (1094 ΑΚ)-ή την αγωγή αποβολής από τη νομή (987 ΑΚ) λόγω του διαφορετικού τους σκοπού.

    Ανασταλτικό Αποτέλεσμα

    Με την υποβολή της αίτησης πρόσκλησης εκκινεί η διαδικασία της αναγγελίας.  Η υποβολή αυτής, ωστόσο, δεν αναστέλλει την κυκλοφορία του τίτλου.

    Ενόσω, όμως, διαρκεί η διαδικασία της πρόσκλησης, το δικαστήριο -αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως- «…δικαιούται να απαγορεύσει στον κομιστή του αξιόγραφου οποιαδήποτε παροχή, στην οποία περιλαμβάνεται και η παράδοση σ’ αυτόν τοκομεριδίων και μερισματαποδείξεων που εκδίδονται μετά την απαγόρευση.» (859 §1 ΚΠολΔ). Επίσης, καταλαμβάνονται από την απαγόρευση οι μη αποχωρισθείσες από τον τίτλο, κατά τον χρόνο αποξένωσης, μερισματαποδείξεις.

    Η συγκεκριμένη απαγόρευση είναι δυνατό να καταλαμβάνει και κάθε δικαίωμα που κάθε απορρέει από τον τίτλο δικαίωμα (ενδ: δικαίωμα προτίμησης, δικαίωμα ψήφου σε ΓΣ).

    Η απαγόρευση μπορεί να αρθεί (και αυτεπαγγέλτως) από το δικαστήριο (859 §2 ΚΠολΔ). Τόσο η απόφαση απαγόρευσης όσο και η απόφαση άρσης πρέπει να δημοσιεύονται (845 ΚΠολΔ).

    Έκδοση Απόφασης

    Το αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης πρόσκλησης δικαιούται να προβεί σε έκδοση (μη οριστικής) απόφασης δημοσίευσης της πρόσκλησης σε αναγγελία τυχόν δικαιωμάτων επί του τίτλου. Για την έκδοσή της αρκεί η πιθανολόγηση (853 ΚΠολΔ).

    Η απόφαση αυτή τάσσει προθεσμία αναγγελίας των δικαιωμάτων και κατάθεσης του τίτλου στην γραμματεία του δικαστηρίου. Αυτή εκκινεί από τη δημοσίευση της πρόσκλησης και δεν είναι δυνατό να είναι μικρότερη από εξήντα (60) ημέρες (845 § 2 ΚΠολΔ). Κατ΄ εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει μικρότερη προθεσμία επί πρόβλεψης καταβολής προσόδων. Επίσης, η απόφαση πρέπει να προσδιορίζει ως συνέπεια παράλειψης της αναγγελίας, την απώλεια ισχύος του τίτλου (854 § 1 ΚΠολΔ).

    Έννομες Συνέπειες Αναγγελίας

    Εφόσον λάβει χώρα εμπρόθεσμη αναγγελία (και κατάθεση του τίτλου στη γραμματεία του δικαστηρίου), το δικαστήριο ενημερώνει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον αιτούντα (856 ΚΠολΔ).

    Ωστόσο, η αναγγελία δεν καθιστά τον κομιστή του τίτλου διάδικο. Για να καταστεί διάδικος ο τελευταίος πρέπει να ασκήσει κύρια παρέμβαση και να ζητήσει ανάκληση της μη οριστικής απόφασης. Επίσης, να ασκήσει ένδικο μέσο.

    Αντίθετα, εφόσον δεν λάβει χώρα αναγγελία, ο αιτών μπορεί να προχωρήσει στην  υποβολή αίτησης για την κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου. Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας αναγγελίας (847 §1 ΚΠολΔ).

    Βέβαια, η υποβολή αίτησης κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου είναι δυνατή και εφόσον έλαβε χώρα εμπρόθεσμη αναγγελία. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο είναι δυνατό: (α) Να αναστείλει τη διαδικασία μέχρι την ολοκλήρωση της διαγνωστικής δίκης σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Ή (β) να προχωρήσει στην έκδοση οριστικής απόφασης κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου «…με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων εκείνου που έχει αναγγελθεί.» (848 §1 ΚΠολΔ).

    Κύρια Διαδικασία: Κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου

    Το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας των άρθρων 843 επ. ΚΠολΔ –όπως ήδη σημειώθηκε- είναι αυτό της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου (άρ. 850-860 ΚΠολΔ). Για το βάσιμο της αίτησης απαιτείται η απόδειξη των γεγονότων της κλοπής, της απώλειας ή της καταστροφής του τίτλου. Επιπρόσθετα: η ύπαρξη μετοχικού δικαιώματος στο πρόσωπο του αιτούντα.

    Για την έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο απαιτείται βεβαιότητα (:πλήρης δικανική πεποίθηση) για τη συνδρομή των συγκεκριμένων προϋποθέσεων.

    Έκδοση Απόφασης και Έννομες Συνέπειες

    Η δικαστική απόφαση για την κήρυξη του τίτλου ως ανισχύρου έχει διαπλαστική ενέργεια. Επιφέρει, συγκεκριμένα, τη διάσπαση της εκάστοτε μετοχικής σχέσης και των συνοδευτικών μετοχικών δικαιωμάτων από τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνονται. Τα τελευταία, βέβαια, εξακολουθούν να υφίστανται. Η μετοχή, όμως, ως αξιόγραφο αχρηστεύεται.

    Ύστερα από την (αμετάκλητη-858 ΚΠολΔ) κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου, ο αιτών μέτοχος δικαιούται να ζητήσει από την ΑΕ την έκδοση νέου τίτλου (40 §1 ν. 4548/2018). Επίσης να ασκήσει τα (απορρέοντα από τον επίμαχο τίτλο) μετοχικά του δικαιώματα. Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τα δικαιώματα του επικαρπωτή και του ενεχυρούχου δανειστή.

     

    Η έκδοση μετοχικού τίτλου δεν είναι πλέον αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτόν. Αρκεί η σχετική καταστατική πρόβλεψη. Στην περίπτωση, ωστόσο, που ένας μετοχικός τίτλος κλαπεί, απωλεσθεί ή καταστραφεί, τα πράγματα περιπλέκονται. Απαιτούνται χρόνος και σημαντικά κόστη για την αποκατάσταση των μετοχικών δικαιωμάτων, που συνδέονται με τον συγκεκριμένο τίτλο.

    Μήπως, στο πλαίσιο αυτό, ενδείκνυται να μας απασχολήσει (εκ νέου) το ερώτημα: χρειάζεται, πράγματι, η έκδοση μετοχικών τίτλων;

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 16 Οκτωβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Επικαρπία Επί Μετοχών

    Επικαρπία Επί Μετοχών

    Διαπιστώσαμε ήδη πως η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν αφορά τα εμπλεκόμενα, μόνον, πρόσωπα. Αφορά, σε ιδιαίτερα σημαντικό βαθμό και την ίδια την ΑΕ. Το ίδιο συμβαίνει, κατ’ αντιστοιχία, και με την επικαρπία μετοχών. Οι ρυθμίσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 54 ν. 4548/2018) συμπλέκονται, και εδώ, με εκείνες του Αστικού Κώδικα και δεν αφορούν, μόνον, τους εξ ημών νομικούς/δικηγόρους. Αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη, τόσο κατά τη σύσταση της επικαρπίας όσο και στο καταστατικό της ΑΕ, οι επιμέρους, συχνά καθοριστικής σημασίας και αξίας, «λεπτομέρειες». Αναγκαία επίσης η, εκ προοιμίου, οριοθέτησή τους…

     

    Ρύθμιση

    Η δυνατότητα σύστασης ενεχύρου και επικαρπίας επί μετοχών ρυθμίζεται, ρητά (και ενιαία), στο άρθρο 54 §1 ν. 4548/2018. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιστοιχεί ως προς το περιεχόμενό της στο άρθρο 30α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920. Εναρμονίζεται δε με τα άρθρα 1177 και 1245 ΑΚ (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

    Περαιτέρω, το άρθρο 54 ρυθμίζει τις δυνατότητες γύρω από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου σε περιπτώσεις επικαρπίας (§2). Επίσης, την αντίστοιχη άσκηση των λοιπών, μη περιουσιακών δικαιωμάτων (§3).

    Αναφορικά με τα περιουσιακά δικαιώματα, για τα οποία δεν γίνεται σχετική μνεία στην εν λόγω ρύθμιση: τούτα καθορίζονται από το δίκαιο της επικαρπίας (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

     

    Επικαρπία

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Η επικαρπία συνιστά, κατά το νόμο, «περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα». Παρέχει την εξουσία στον επικαρπωτή να χρησιμοποιεί και να καρπώνεται ξένη απαίτηση ή  κινητό πράγμα διατηρώντας ακέραιη της ουσία τους. Του παρέχει, επίσης, την εξουσία να απολαμβάνει τους πολιτικούς καρπούς του πράγματος. Όσον αφορά, ειδικότερα, τις μετοχές (που εδώ μας ενδιαφέρουν) ως πολιτικοί καρποί νοούνται το μέρισμα-δικαιούχος του οποίου είναι ο επικαρπωτής.

    Σύσταση

    Η επικαρπία συστήνεται, συνηθέστερα, με σύμβαση ή, σπανιότερα, με χρησικτησία (1143 ΑΚ). Κατά τη σύστασή της θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η πολυσήμαντη έννοια της. Η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνεται-εμπίπτει, επομένως, στην έννοια του πράγματος. Εγχαρτώνει, όμως-παράλληλα και το μετοχικό δικαίωμα˙ εμπίπτει, επομένως, και στην έννοια του δικαιώματος. Στη σύσταση επικαρπίας επί μετοχής εφαρμόζονται, κατ’ ακολουθίαν, οι γενικές διατάξεις του ΑΚ είτε περί επικαρπίας πράγματος είτε περί επικαρπίας δικαιώματος, ανάλογα της μετοχής επί της οποίας αυτή συστήνεται. Υπό την επιφύλαξη, αυτονοήτως, της μη ύπαρξης ειδικότερης διάταξης.

    Ειδικότερα, ο τρόπος σύστασης επικαρπίας επί μετοχών διαφοροποιείται ανάλογα με τις επιμέρους διακρίσεις τους (:ονομαστικές, άυλες και ανώνυμες -1074/2016 ΠολΠρωτΑΘ, 534/2014 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ως προς τις ονομαστικές μετοχές: Για τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1178 ΑΚ επ. Ήτοι οι διατάξεις για την επικαρπία δικαιώματος και δη, απαίτησης. Για τη σύσταση επικαρπίας απαιτείται συμφωνία των μερών˙ παράδοση, επιπρόσθετα, του τίτλου στον επικαρπωτή. Απαιτείται, επιπλέον, όμως, καταχώριση της επικαρπίας στο βιβλίο μετόχων για τη «νομιμοποίηση» του επικαρπωτή και των σχετικών δικαιωμάτων του έναντι της ΑΕ.

    Ως προς τις άυλες μετοχές: Η σύσταση ενεχύρου επί άυλων μετοχών συνιστά σύσταση επικαρπίας επί δικαιώματος. Εφαρμόζονται ειδικές ρυθμίσεις-η περαιτέρω διερεύνηση των οποίων παρέλκει στο πλαίσιο του παρόντος.

    Ως προς τις ανώνυμες μετοχές: Δεδομένης της κατάργησης των ανωνύμων μετοχών (από 1.1.2020), η προκείμενη αναφορά έχει, ήδη, ιστορική, μόνον, αξία. Σε περίπτωση επικαρπίας επί ανώνυμων μετοχών εφαρμοζόταν οι διατάξεις για την επικαρπία πράγματος (:1176 ΑΚ). Συγκεκριμένα συμφωνία των μερών και παράδοση της νομής, χωρίς υποχρέωση τήρησης συγκεκριμένου τύπου.

    Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου Κατά Την Επικαρπία Μετοχών

    Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα σε περίπτωση επικαρπίας μετοχών συναρτάται με την άσκηση του δικαιώματος ψήφου. Ποιος είναι εκείνος που νομιμοποιείται να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ: ο επικαρπωτής ή ο  (ψιλός) κύριος των μετοχών;

    Σε περίπτωση επικαρπίας επί μετοχών, ο επικαρπωτής έχει δικαίωμα (εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά) να μετέχει στις ΓΣ (1177 ΑΚ) και να ψηφίζει σ’ αυτές.

    Είναι δυνατή, άραγε, αντίθετη συμφωνία;

    Κατά το νόμο για τις ΑΕ (άρ. 54 §2 εδ. α’): «Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι άλλο, σε περίπτωση επικαρπίας ..επί μετοχών, το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση ασκείται από τον …επικαρπτωτή» (άρ. 54§2 εδ. α’). Σημαντικό, πάντως, να σημειωθεί πως «το καταστατικό μπορεί να απαγορεύει αντίθετη συμφωνία» (εδ. β΄).

    Είναι, επομένως, ενδεχόμενο:

    (α) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον επικαρπωτή (:είτε επί έλλειψης, ειδικής, συμφωνίας ανάμεσα στον επικαρπωτή των μετοχών και τον (ψιλό) κύριο είτε επί ύπαρξης αντιστοίχου περιεχομένου συμφωνίας τους).

    Να σημειωθεί εδώ πως τούτη είναι και η ειδοποιός διαφορά της περίπτωσης του ενεχύρου με αυτή της επικαρπίας. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της επικαρπίας το δικαίωμα ψήφου, ελλείψει αντίθετης συμφωνίας, δεν φέρει καταρχήν ο μέτοχος (όπως στο ενέχυρο) αλλά ο επικαρπωτής. Η ρύθμιση αυτή δικαιολογείται, αν λάβει κανείς υπόψη τον σκοπό της επικαρπίας. Ήτοι την άντληση οφέλους του επικαρπωτή από το ίδιο το μετοχικό δικαίωμα, στο οποίο συστήνεται η επικαρπία.

    Το δικαίωμα του επικαρπωτή για συμμετοχή και ψήφο στη ΓΣ εισάγει εξαίρεση από την αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής. Και τούτο, γιατί οδηγεί στη διάσπαση των περισσοτέρων δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

     (β) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον (ψιλό) κύριο: Προϋποτίθεται, όμως, σχετική συμφωνία του με τον επικαρπωτή των μετοχών καθώς επίσης και ανυπαρξία σχετικής καταστατικής απαγόρευσης [αν και πάντα είναι δυνατή η εξωεταιρική συμφωνία ψήφου μεταξύ επικαρπωτή και (ψιλού) κυρίου]. Η συγκεκριμένη, πάντως, συμφωνία μπορεί να λάβει χώρα είτε ταυτόχρονα με τη σύσταση της επικαρπίας είτε μεταγενέστερα. Δεν απαιτείται να υποβληθεί σε συγκεκριμένο τύπο ή δημοσιότητα. Ειδικά όμως επί ονομαστικών μετοχών, ο (ψιλός) κύριος νομιμοποιείται έναντι της ΑΕ, εφόσον η εν λόγω συμφωνία γνωστοποιηθεί σε αυτή και λάβει χώρα η αντίστοιχη εγγραφή στο βιβλίο μετόχων.

    Άσκηση Λοιπών Μη Περιουσιακών Δικαιωμάτων

    Από τη μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα περιουσιακά αλλά και μη περιουσιακά (:διοίκησης).

    Μεταξύ των δικαιωμάτων διοίκησης του μετόχου: εκείνα της συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ. Δικαιούται, στο πλαίσιο αυτών, να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας αποτελούν την ελάχιστη διασφάλισή του.

    Εκείνος που φέρει το δικαίωμα ψήφου (άρ. 54 §§2 & 3) -εν προκειμένω ο επικαρπωτής ή ο (ψιλός) κύριος- δικαιούται, αντίστοιχα, να ασκεί και τα μη περιουσιακά, μετοχικά δικαιώματα (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54, όπου απαριθμούνται ενδεικτικά: το δικαίωμα παράστασης στη ΓΣ, λήψης πληροφοριών και ακύρωσης απόφασης ΓΣ).

    Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου

    Ζήτημα γεννάται σχετικά με την επέκταση της επικαρπίας στις νέες μετοχές σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Η απάντηση στο ζήτημα ποικίλλει ανάλογα με  το είδος της εκάστοτε αύξησης:

    Επί ονομαστικής αύξησης, η επικαρπία επί των νέων μετοχών καταλαμβάνει αυτοδικαίως και τις νέες μετοχές. Οι τελευταίες, εξάλλου, χορηγούνται χωρίς αντάλλαγμα στους μετόχους: η εν λόγω αύξηση δεν συνιστά αύξηση της εταιρικής περιουσίας της ΑΕ αλλά λογιστική αναπροσαρμογή του υφιστάμενου μετοχικού της  κεφαλαίου.

    Επί πραγματικής αύξησης, λαμβάνει χώρα εισροή νέων περιουσιακών στοιχείων στην ΑΕ (σε αντίθεση με την ονομαστική όμοια). Συνυφασμένη με την πραγματική αύξηση είναι η άσκηση του δικαιώματος προτίμησης των μετόχων: ο (ψιλός) κύριος είναι εκείνος, μόνος αυτός, που δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης. Εφόσον, λοιπόν, ο (ψιλός) κύριος των μετοχών ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης, εκείνος είναι που αποκτά (και) τις νέες μετοχές˙ η επικαρπία όμως καταλαμβάνει και τις συγκεκριμένες, νέες, μετοχές. Είναι δυνατή, πάντως, η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος από τον επικαρπωτή-υπό την προϋπόθεση, όμως, αντίθετης συμφωνίας.

     

    Υποχρεώσεις & Ευθύνη Επικαρπωτή

    Δεν ασκείται χωρίς περιορισμούς το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ όταν φορέας του είναι ο επικαρπωτής. Οφείλει ο τελευταίος να μην το ασκεί καταχρηστικά. Να λαμβάνει υπόψη του, επίσης, τα εύλογα συμφέροντα του (ψιλού) κυρίου αλλά και το σκοπό σύστασης της επικαρπίας (281 & 288 ΑΚ).

    Σε περίπτωση παραβίασης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων του επικαρπωτή είναι δυνατό να θεμελιωθεί (ενδοσυμβατική ή/και αδικοπρακτική) ευθύνη σε βάρος του.

     

    Η σύσταση επικαρπίας επί μετοχών δεν παρέχει, μόνον, προνόμια στον επικαρπωτή. Συνιστά, δυνητικά, δραστική επέμβαση (με πολλαπλές/εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες) στη ζωή και ισορροπίες της ΑΕ αλλά και στην περιουσία του (ψιλού) κυρίου-μετόχου. Αναγκαίο, κατά τούτο, να λαμβάνονται οι αναγκαίες πρόνοιες τόσο στο πλαίσιο καταστατικών ρυθμίσεων όσο και κατά τη σύσταση της επικαρπίας. Οι συνέπειες, σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να είναι, δυνητικά, ιδιαίτερα προβληματικές.

    Προβληματικές, πάντως, είναι δυνατό να είναι οι συνέπειες και σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής των τίτλων των μετοχών. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Οκτωβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ενέχυρο Επί Μετοχών

    Ενέχυρο Επί Μετοχών

    Η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν (μπορεί να) απασχολεί, μόνον, τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα (:δανειστή, οφειλέτη, μέτοχο/ενεχυραστή) αλλά και, ιδίως, την ίδια την ΑΕ. Οι ρυθμίσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 54 ν. 4548/2018) συμπλέκονται με εκείνες του Αστικού Κώδικα και δεν αφορούν, μόνον, τους εξ ημών νομικούς/δικηγόρους. Η σχετική σύμβαση αλλά και το καταστατικό της ΑΕ οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους τις επιμέρους, συχνά καθοριστικής σημασίας και αξίας, «λεπτομέρειες» και, εκ προοιμίου, να τις οριοθετούν…

     

    Ρύθμιση

    Η δυνατότητα σύστασης ενεχύρου και επικαρπίας επί μετοχών ρυθμίζεται ρητά στο άρθρο 54 §1 ν. 4548/2018. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιστοιχεί ως προς το περιεχόμενό της στο άρθρο 30α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920. Εναρμονίζεται δε με τα άρθρα 1177 και 1245 ΑΚ (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

    Περαιτέρω, το άρθρο 54 ρυθμίζει τις δυνατότητες γύρω από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου σε περιπτώσεις ενεχύρου (§2). Επίσης, την αντίστοιχη άσκηση των λοιπών, μη περιουσιακών δικαιωμάτων (§3).

    Αναφορικά με τα περιουσιακά δικαιώματα, για τα οποία δεν γίνεται σχετική μνεία στην εν λόγω ρύθμιση: τούτα καθορίζονται από το δίκαιο του ενεχύρου (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

     

    Ενέχυρο

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Το ενέχυρο συνιστά, κατά το νόμο, «περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα» σε αλλότριο δικαίωμα ή ξένο κινητό πράγμα για την εξασφάλιση απαίτησης. Η συγκεκριμένη εξασφάλιση επιτυγχάνεται μέσω της προνομιακής ικανοποίησης του δανειστή όταν λαμβάνει χώρα η ρευστοποίηση (συνήθως μέσω πλειστηριασμού) του αντικειμένου της ασφάλειας (:κινητό ή δικαίωμα).

    Το αντικείμενο επί του οποίου συστήνεται το ενέχυρο πρέπει να είναι ξένο-ιδίως όμως δεκτικό διάθεσης από τον κύριό του˙ δεν είναι δυνατό, επομένως, να ενεχυράσουμε ένα αρχαιολογικό αντικείμενο ούτε και μια μετοχή της οποίας απαγορεύεται η μεταβίβαση. Πρέπει, επίσης, να είναι και ατομικά ορισμένο˙ δεν είναι δυνατό, επομένως, να συσταθεί ενέχυρο επί ομάδας πραγμάτων (λ.χ. επί μετοχών-αορίστως/ως σύνολο).

    Το κύρος του ενεχύρου εξαρτάται από το κύρος της ασφαλιζόμενης απαίτησης. Η τελευταία απαιτείται να είναι χρηματική ή αποτιμητή σε χρήμα. Επίσης, ορισμένη ή τουλάχιστον, οριστή. Είναι δυνατόν, τέλος, άλλος να είναι ο οφειλέτης της εξασφαλιζόμενης απαίτησης και άλλος εκείνος που παραχωρεί το ενέχυρο.

    Σύσταση

    Προϋπόθεση για τη σύσταση του ενεχύρου αποτελεί (άρ. 1211 ΑΚ): (α) Η κυριότητα του ενεχυραστή (:εκείνου που παρέχει το ενέχυρο) επί του αντικειμένου ή δικαιώματος στο οποίο συστήνεται το ενέχυρο. (β) Η συμφωνία μεταξύ ενεχυραστή και δανειστή για τη σύσταση του ενεχύρου. (γ) Τήρηση του απαραίτητου συστατικού τύπου (:συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό βέβαιης χρονολογίας). (δ) Η παράδοση του πράγματος από τον κύριο/ενεχυραστή στον δανειστή (ή τρίτο-άρ. 1212 ΑΚ).

    Όσον αφορά, ειδικότερα, τη σύσταση ενεχύρου επί μετοχής, πρέπει να ληφθεί υπόψη η πολυσήμαντη έννοια της. Η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνεται-εμπίπτει, επομένως, στην έννοια του πράγματος. Εγχαρτώνει, όμως-παράλληλα και το μετοχικό δικαίωμα˙ εμπίπτει, επομένως, και στην έννοια του δικαιώματος. Στη σύσταση ενεχύρου επί μετοχής εφαρμόζονται, κατ’ ακολουθίαν, οι γενικές διατάξεις του ΑΚ αφενός περί ενεχύρου πράγματος αφετέρου περί ενεχύρου δικαιώματος. Υπό την επιφύλαξη, αυτονοήτως, της μη ύπαρξης ειδικότερης διάταξης.

    Ο τρόπος σύστασης  ενεχύρου επί μετοχών διαφοροποείται ανάλογα με τις επιμέρους διακρίσεις τους (:ονομαστικές, άυλες και ανώνυμες).

    Ως προς τις ονομαστικές μετοχές: Για τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις για το ενέχυρο επί δικαιώματος αλλά και για το ενέχυρο πράγματος. Για τη σύσταση ενεχύρου απαιτείται έγγραφη συμφωνία των μερών (με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό βέβαιης χρονολογίας)˙ παράδοση, επιπρόσθετα, του τίτλου στον ενεχυρούχο δανειστή (ή τρίτο). Απαιτείται, τέλος, καταχώριση του ενεχύρου στο βιβλίο μετόχων για τη «νομιμοποίηση» του ενεχύρου και των σχετικών δικαιωμάτων έναντι της ΑΕ.

    Ως προς τις άυλες μετοχές: Η σύσταση ενεχύρου επί άυλων μετοχών συνιστά σύσταση ενεχύρου επί δικαιώματος. Εφαρμόζονται ειδικές ρυθμίσεις-η περαιτέρω διερεύνηση των οποίων παρέλκει στο πλαίσιο του παρόντος.

    Ως προς τις ανώνυμες μετοχές: Δεδομένης της κατάργησης των ανωνύμων μετοχών (από 1.1.2020), η προκείμενη αναφορά έχει, ήδη, ιστορική, μόνον, αξία. Σε περίπτωση ενεχύρασης ανώνυμων μετοχών εφαρμοζόταν οι διατάξεις για το ενέχυρο κινητών (:άρ. 1244, εδ. α΄ ΑΚ).

     

    Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου Κατά Την Ενεχύραση Μετοχών

    Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα σε περίπτωση ενεχύρασης μετοχών συναρτάται με την άσκηση του δικαιώματος ψήφου. Ποιος είναι εκείνος που νομιμοποιείται να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ: ο ενεχυρούχος δανειστής ή ο ενεχυραστής/κύριος των μετοχών;

    Σε περίπτωση ενεχύρου επί μετοχών, ο ενεχυραστής έχει δικαίωμα κατά τη διάρκεια του ενεχύρου (εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά) να μετέχει στις ΓΣ (1247 ΑΚ) και να ψηφίζει σ’ αυτές.

    Είναι δυνατή, άραγε, αντίθετη συμφωνία;

    Κατά το νόμο για τις ΑΕ (άρ. 54 §2 εδ. α’): «Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι άλλο, σε περίπτωση…ενεχύρου επί μετοχών, το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση ασκείται από…τον ενεχυραστή» (άρ. 54§2 εδ. α’). Σημαντικό, πάντως, να σημειωθεί πως «το καταστατικό μπορεί να απαγορεύει αντίθετη συμφωνία» (εδ. β΄).

    Είναι, επομένως, ενδεχόμενο:

    (α) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών (:είτε επί έλλειψης, ειδικής, συμφωνίας ανάμεσα στον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών και τον ενεχυρούχο δανειστή είτε επί ύπαρξης αντιστοίχου περιεχομένου συμφωνίας τους).

    (β) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον ενεχυρούχο δανειστή: Προϋποτίθεται, όμως, σχετική συμφωνία του με τον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών καθώς επίσης και ανυπαρξία σχετικής καταστατικής απαγόρευσης (αν και πάντα είναι δυνατή η εξωεταιρική συμφωνία ψήφου μεταξύ ενεχυρούχου δανειστή και εναχυραστή/κυρίου του ενεχύρου). Η συγκεκριμένη, πάντως, συμφωνία μπορεί να λάβει χώρα είτε ταυτόχρονα με τη σύναψη της ενεχυρικής σύμβασης είτε μεταγενέστερα.  Δεν απαιτείται να υποβληθεί σε συγκεκριμένο τύπο ή δημοσιότητα. Ειδικά όμως επί ονομαστικών μετοχών, ο ενεχυρούχος δανειστής νομιμοποιείται έναντι της ΑΕ, εφόσον η εν λόγω συμφωνία γνωστοποιηθεί σε αυτή και λάβει χώρα η αντίστοιχη εγγραφή στο βιβλίο μετόχων.

    Η συμφωνία, πάντως, που καταλήγει σε αναγνώριση δικαιώματος στον ενεχυρούχο δανειστή για συμμετοχή και ψήφο στη ΓΣ εισάγει εξαίρεση από την αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής. Και τούτο, γιατί οδηγεί στη διάσπαση των περισσοτέρων δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

     

    Άσκηση Λοιπών Μη Περιουσιακών Δικαιωμάτων

    Από τη μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα περιουσιακά αλλά και μη περιουσιακά (:διοίκησης).

    Μεταξύ των δικαιωμάτων διοίκησης του μετόχου: εκείνα της συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ. Δικαιούται, στο πλαίσιο αυτών, να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας αποτελούν την ελάχιστη διασφάλισή του.

    Εκείνος που φέρει το δικαίωμα ψήφου (άρ. 54 §§2 & 3) -εν προκειμένω ο ενεχυρούχος δανειστής ή ο ενεχυραστής- δικαιούται, αντίστοιχα, να ασκεί και τα μη περιουσιακά, μετοχικά δικαιώματα (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54, όπου απαριθμούνται ενδεικτικά: το δικαίωμα παράστασης στη ΓΣ, λήψης πληροφοριών και ακύρωσης απόφασης ΓΣ).

     

    Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου

    Ζήτημα γεννάται σχετικά με την επέκταση του ενεχύρου στις νέες μετοχές σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Η απάντηση στο ζήτημα αυτό δίνεται, από τη θεωρία και τη νομολογία (βλ. ενδ. 1188/2012 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ανάλογα με  το είδος της εκάστοτε αύξησης:

    Επί ονομαστικής αύξησης, το ενέχυρο επί των μετοχών καταλαμβάνει αυτοδικαίως και τις νέες μετοχές. Οι τελευταίες, εξάλλου, χορηγούνται χωρίς αντάλλαγμα στους μετόχους: η εν λόγω αύξηση δεν συνιστά αύξηση της εταιρικής περιουσίας της ΑΕ αλλά λογιστική αναπροσαρμογή του υφιστάμενου μετοχικού της  κεφαλαίου.

    Επί πραγματικής αύξησης, λαμβάνει χώρα εισροή νέων περιουσιακών στοιχείων στην ΑΕ (σε αντίθεση με την ονομαστική όμοια). Συνυφασμένη με την πραγματική αύξηση είναι η άσκηση του δικαιώματος προτίμησης των μετόχων: ο ενεχυράσας μέτοχος είναι εκείνος, μόνος αυτός, που δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης. Εφόσον, λοιπόν, ο ενεχυράσας μέτοχος ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης, το ενέχυρο επεκτείνεται και καταλαμβάνει (και) τις νέες μετοχές. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση συνιστά η σχετική συμφωνία στο πλαίσιο της σύμβασης ενεχύρου.

    Το ενέχυρο στις μετοχές που εκδίδονται κατόπιν πραγματικής ή λογιστικής αύξησης αποκτάται από το χρονικό σημείο της παράδοσης στον δανειστή των νέων μετοχών (:ανάλογη εφαρμογή άρ. 1252, εδ. β` ΑΚ).

     

    Υποχρεώσεις & Ευθύνη Ενεχυρούχου Δανειστή

    Δεν ασκείται χωρίς περιορισμούς το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ όταν φορέας του είναι ο ενεχυρούχος δανειστής. Οφείλει ο τελευταίος να μην το ασκεί καταχρηστικά. Να λαμβάνει υπόψη του, επίσης, τα εύλογα συμφέροντα του ενεχυραστή και του ψιλού κυρίου αλλά και το σκοπό σύστασης του ενεχύρου (281 & 288 ΑΚ).

    Σε περίπτωση παραβίασης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων του ενεχυρούχου δανειστή είναι δυνατό να θεμελιωθεί (ενδοσυμβατική ή/και αδικοπρακτική) ευθύνη σε βάρος του.

     

    Η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν αποτελεί σημαντική, μόνον, εξασφάλιση του ενεχυρούχου δανειστή. Συνιστά, δυνητικά, δραστική επέμβαση (με πολλαπλές/εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες) στη ζωή και ισορροπίες της ΑΕ αλλά και στην περιουσία του ενεχυράσαντος μετόχου. Αναγκαίο, κατά τούτο, να λαμβάνονται οι αναγκαίες πρόνοιες τόσο στο πλαίσιο καταστατικών ρυθμίσεων όσο και κατά την οριοθέτηση και σύνταξη της σύμβασης ενεχύρου.

    Οι συνέπειες, σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να είναι, δυνητικά, καταστροφικές. Αντίστοιχα, βέβαια, και στην περίπτωση της σύστασης επικαρπίας επί μετοχών. Περί αυτής όμως σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 2 Οκτωβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κοινωνία (:Συγκυριότητα) Επί Μετοχών Της ΑΕ

    Κοινωνία (:Συγκυριότητα) Επί Μετοχών Της ΑΕ

    Μας έχει, ήδη, απασχολήσει, στο πλαίσιο προγενέστερης αρθρογραφίας μας, η μετοχή και η σημασία της. Επίσης σειρά, επιμέρους-συναφών με αυτή, ζητημάτων. Μας απασχόλησε, επίσης, η αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής (:«…οι μετοχές είναι αδιαίρετες»). Είναι στο πλαίσιο αυτής δυνατή, άραγε, η κοινωνία (:συγκυριότητα) επί μετοχών; Και, σε καταφατική περίπτωση, αναφύονται κάποια ζητήματα; Περί των (φαινομενικά, μόνον, απλών) ερωτημάτων αυτών, το παρόν.

     

    Ρύθμιση

    Το ζήτημα της κοινωνίας επί μετοχών ρυθμίζεται, για πρώτη φορά, στο νόμο για τις ΑΕ (άρ. 53 ν. 4548/2018). Σχετική ρυθμιστική διάταξη δεν υπήρχε στον προϊσχύσαντα α.ν. 2190/1920. Η νέα διάταξη, ρυθμίζει το σχετικό ζήτημα, όπως περίπου είχε, ήδη, διαμορφωθεί στην πράξη (βλ. Αιτ. Έκθεση επί του άρ. 53 ν. 4548/2018). Πρόκειται για διάταξη αναγκαστικού δικαίου. Η εφαρμογή της, επομένως, δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί μέσω (αντίθετης) καταστατικής πρόβλεψης ή, πολύ περισσότερο, συμφωνίας.

     

    Σκοπός

    Η εν λόγω ρύθμιση αποσκοπεί στη νομοθετική κατοχύρωση της εισαγωγικά αναφερόμενης αρχής του αδιαιρέτου της μετοχής (άρ. 53 § 1). Προβλέπει όμως, ρητά, και ρυθμίζει το επιτρεπτό της κοινωνίας επί των μετοχών της ΑΕ, κάμπτοντας οποιαδήποτε, ενδεχόμενη, αμφιβολία (άρ. 53 §2). Ρυθμίζει, περαιτέρω, τις σχέσεις των περισσότερων δικαιούχων των μετοχών μεταξύ τους αλλά και με την ίδια την ΑΕ. Διευκολύνει και προστατεύει, κατ’ ακολουθίαν, και εκείνους και εκείνη.

     

    Η Αρχή Του Αδιαιρέτου Της Μετοχής

    Περιεχόμενο

    Μας απασχόλησε, ήδη, η αρχή του αδιαιρέτου των τίτλων (άρ. 33 §4)-ειδικότερη έκφανση της οποίας αφορά η αντίστοιχη αρχή για τις μετοχές (άρ. 53 §1). Το διττό περιεχόμενο της τελευταίας αναλύεται:

    (α) Στην απαγόρευση διάσπασης, μεταξύ περισσοτέρων, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη μετοχή (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 53).

    Τα δικαιώματα που απορρέουν από τη μετοχή (είδαμε ήδη πως) διακρίνονται σε: (i) διοικητικά (:λ.χ. δικαίωμα ψήφου, παράστασης στη ΓΣ) και (ii) περιουσιακά (:λ.χ. δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη και στο προϊόν της εκκαθάρισης). Δεν είναι όμως δυνατή, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αρχής, η διάσπαση ούτε και η μεταβίβασή τους σε διακριτά πρόσωπα. Δυνατή είναι, μόνον, η (ενιαία και συνολική)  μεταβίβαση της μετοχικής σχέσης.

    (β) Στην απαγόρευση διαίρεσης σε µικρότερες «υπό-µετοχές» (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 53).

    Ένα πρόσωπο αποκτά την ιδιότητα του μετόχου αυτοτελώς για κάθε μετοχή που περιέρχεται στην κυριότητά του. Η απόκτηση μίας μετοχής, αντίστοιχα, από περισσότερα πρόσωπα (λ.χ. λόγω κληρονομικής διαδοχής) συνεπάγεται τη διατήρηση του αδιαιρέτου της. Τούτο σημαίνει ότι η μετοχή αυτή δεν διασπάται σε (περισσότερες) υπό-μετοχές αντίστοιχες με τον αριθμό των περισσότερων δικαιούχων. Ιδρύεται, όμως, μεταξύ τους σχέση κοινωνίας.

    Να αποσαφηνιστεί, εδώ, πως είναι διαφορετικό θέμα η καταστατική (και πάντα εφικτή) διαίρεση (:split) των μετοχών σε περισσότερες˙ υπό την προϋπόθεση, βέβαια, πως δεν θίγεται η προβλεπόμενη νομοθετικά κατώτατη ονομαστική αξία της μετοχής (:0,04€ -άρ. 35 §1).

    Εξαιρέσεις

    Κάμψη της αρχής του αδιαιρέτου εισάγει η σύσταση επικαρπίας και ενεχύρου επί μετοχής (άρ. 54). Τόσο ο επικαρπωτής (άρ. 1177 ΑΚ) όσο και ο ενεχυραστής (άρ. 1245 ΑΚ) δικαιούνται, καταρχήν να μετέχουν στις ΓΣ των μετόχων-υπό την επιφύλαξη όμως διαφορετικής συμφωνίας ή καταστατικής πρόβλεψης.

    Επιτρεπτή, κατ’ εξαίρεση, και (όπως έχουμε, ήδη, επισημάνει) η δυνατότητα χωριστής, ελεύθερης μεταβίβασης περιουσιακών, μόνον, δικαιωμάτων, που απορρέουν από τον εκδιδόμενο από την ΑΕ τίτλο (άρ. 53§1 & 33 §5 ν. 4548/2018 και 455 ΑΚ): της αξίωσης καταβολής, λ.χ., τυχόν μερίσματος. Αντίστοιχα: το δικαίωμα προτίμησης, το δικαίωμα στο προϊόν μείωσης ή απόσβεσης του κεφαλαίου και το δικαίωμα στο προϊόν εκκαθάρισης (βλ. Αιτ. Έκθεση ν. 4587/2018 επί του άρ. 33§5).

    Οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις, ωστόσο, είναι δυνατό να αποκλεισθούν, με αποτέλεσμα την επιστροφή στον κανόνα του αδιαιρέτου. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι οι εν λόγω εξαιρέσεις τελούν υπό την διαφορετική πρόβλεψη του καταστατικού ή των όρων έκδοσης των οικείων τίτλων (άρθρο 33 §5 in fine).

     

    Κοινωνία Επί Μετοχής

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Κοινωνία επί μετοχής υφίσταται σε περίπτωση που η μετοχή ανήκει ή περιέλθει σε περισσότερους δικαιούχους (:φυσικά ή νομικά πρόσωπα). Συστήνεται με δικαιοπραξία (:λ.χ. απόκτηση μετοχής/μετοχών από περισσότερους συγκυρίους-από κοινού) ή δημιουργείται από το νόμο (:λ.χ. κληρονομική διαδοχή).

    Το είδος της μετοχής και ο χρόνος σύστασης της κοινωνίας δεν έχει οποιαδήποτε σημασία. Να σημειωθεί όμως πως η εν λόγω  ρύθμιση αποκτά, πρακτικά, αξία, με την εγγραφή των περισσοτέρων δικαιούχων/κυρίων στο βιβλίο μετόχων.

    Προϋπόθεση, λοιπόν, για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης είναι η ύπαρξη πλήρους εμπράγματου δικαιώματος (:κυριότητας) επί της μετοχής. Δεν δημιουργείται, επομένως, κοινωνία σε περίπτωση συνύπαρξης επί της ίδιας μετοχής κάποιου περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος άλλου προσώπου (:λ.χ. ενεχύρου ή επικαρπίας). Ούτε και σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων οικονομικών δικαιούχων επί της ίδιας μετοχής στο πλαίσιο κάποιας ενοχικής σχέσης (:λ.χ. αφανούς εταιρείας).

    Εφόσον υφίσταται κοινωνία επί μετοχών, αυτές χαρακτηρίζονται ως «κοινές». Οι κοινές μετοχές, ως αποτέλεσμα σύστασης κοινωνίας, θα μας απασχολήσουν (και) κατωτέρω. Ο συγεκριμένος, όμως, όρος δεν πρέπει να συγχέεται με την κατηγορία των κοινών μετοχών-εκείνων, δηλ., που εκδίδονται χωρίς να φέρουν ειδικότερα, εκ του νόμου, χαρακτηριστικά (:όπως, λ.χ., οι προνομιούχες ή οι εξαγοράσιμες).

    Διοίκηση Κοινών Μετοχών

    Η δημιουργία της κοινωνίας μεταξύ των περισσότερων δικαιούχων επί της κοινής ή των κοινών μετοχών συνεπάγεται την ευθεία εφαρμογή των διατάξεων για την κοινωνία δικαιώματος (785 επ. ΑΚ).

    Ως κανόνας, κατά την ορθότερη άποψη, ισχύει η συλλογική (και από κοινού) διοίκηση από το σύνολο των κοινωνών (788 §1 ΑΚ). Η  συναίνεση των κοινωνών απαιτείται για τη διενέργεια σοβαρών πράξεων διοίκησης (792 §1 ΑΚ).

    Αντιθέτως, αρκεί η απλή πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης σχετικά με τον τρόπο τακτικής διαχείρισης ή εκμετάλλευσης των κοινών μετοχών. Επίσης, για τη διενέργεια άλλων πράξεων τρέχουσας διοίκησης (789 ΑΚ).

    Επί αδυναμίας λήψης απόφασης από τους κοινωνούς ή την πλειοψηφία τους ως προς τον τρόπο διοίκησης των κοινών μετοχών, την σχετική απόφαση είναι δυνατό να λάβει το δικαστήριο-εφόσον προστρέξει σ’ αυτό κάποιος από τους κοινωνούς. Για τη σχετική αγωγή, καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, (δεδομένου του μη αποτιμητού σε χρήμα αντικειμένου της δίκης) που δικάζει κατά την τακτική διαδικασία.

    Το δικαστήριο, εφόσον παρίσταται ανάγκη, διορίζει διαχειριστή των κοινών μετοχών (:ΑΚ 790), του οποίου την εξουσία προσδιορίζει. Ο διαχειριστής δύναται να είναι είτε κοινωνός είτε τρίτος˙ ενεργεί ως εντολοδόχος των κοινωνών.

    Για τον διορισμό του πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της εκάστοτε κοινωνίας (συσχετισμός δυνάμεων, το συμφέρον του συνόλου των κοινωνών, τυχόν ειδικότερα προνόμια μετόχων) και σαφώς, το εταιρικό συμφέρον.

    Σε κάθε περίπτωση, δυνατή είναι και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, κατόπιν σχετικής αίτησης στο Μονομελές Πρωτοδικείο για τον προσωρινό διορισμό διαχειριστή (682 επ. ΚΠολΔ).

    Υπόδειξη Κοινού Εκπροσώπου

    Σε περίπτωση ύπαρξης κοινωνίας επί μετοχών, οι περισσότεροι δικαιούχοι υποχρεούνται να υποδείξουν προς την ΑΕ κοινό εκπρόσωπό τους (άρ. 53 § 2 εδ. α΄).

    Ως εκπρόσωπος υποδεικνύεται/διορίζεται ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα (από τους κοινωνούς ή τρίτος). Η ελεύθερη, ωστόσο, υπόδειξη εκπροσώπου περιορίζεται σε περίπτωση που τούτο προβλέπεται από το νόμο ή, ενδεχομένως, από σύμβαση.

    Η υπόδειξη συνιστά πολυπρόσωπη, μονομερή απευθυντέα δήλωση της κοινωνίας των μετόχων προς την ΑΕ. Είναι δυνατό να είναι χρονικά περιορισμένη˙ ανακαλείται ελεύθερα. Ενδείκνυται, περαιτέρω, τόσο η υπόδειξη, όσο και τυχόν μεταβολή της (λ.χ. παραίτηση κοινού εκπροσώπου)  να εγγράφονται στο βιβλίο μετόχων για λόγους ασφάλειας δικαίου.

    Ύστερα από την υπόδειξη κοινού εκπροσώπου και τη δήλωση αυτής στην ΑΕ, ο κοινός εκπρόσωπος φέρει την εξουσία εκπροσώπησης των κοινωνών (άρ. 211 επ. ΑΚ).

    Τυχόν παράλειψη υπόδειξης κοινού εκπροσώπου επιφέρει την αναστολή των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις κοινές μετοχές. Δηλώσεις που έχουν σχέση με την μετοχική ιδιότητα των κοινωνών είναι δυνατό να γίνουν, έγκυρα, προς οποιονδήποτε από αυτούς (άρ. 53 §2, εδ. β΄).

    Σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας για υπόδειξη κοινού εκπροσώπου από τους κοινωνούς, οι τελευταίοι είναι δυνατό να αιτηθούν από το Δικαστήριο τον διορισμό διαχειριστή-κατ’ άρθρο 790 ΑΚ (άρ. 53 §2, εδ. γ΄).

    Δηλώσεις Βούλησης Προς Τους Μετόχους

    Δηλώσεις που σχετίζονται με τις κοινές μετοχές (που δεν αφορούν, όμως, μεμονωμένα συγκοινωνό), είναι δυνατό να διενεργούνται, έγκυρα, από την ΑΕ στον κοινό εκπρόσωπο των κοινωνών. Μέχρι όμως να ορίσουν τέτοιο οποιαδήποτε σχετική δήλωση της ΑΕ απευθύνεται προς οποιοδήποτε κοινωνό (άρ. 53 § 2, εδ. β΄).

    Διανομή Των Κοινών Μετοχών

    Κάθε κοινωνός διατηρεί το δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε τη λύση της κοινωνίας (795 ΑΚ). Σε περίπτωση συγκυριότητας επί περισσοτέρων μετοχών, είναι δυνατή η διενέργεια αυτούσιας διανομής τους, κατόπιν σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου (480 § 2 ΚΠολΔ). Σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι είναι εφικτή η κατανομή  τους σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών. Εφόσον, δηλαδή, δεν μειώνεται η αξία τους (λ.χ. με τη δημιουργία ισχυρής πλειοψηφίας και αντίστοιχα, ασήμαντων μειοψηφιών). Δεν θα μπορούσε, πάντως, να αποκλειστεί και η δια πλειστηριασμού εκποίηση (δυνάμει της εκδοθησόμενης δικαστικής απόφασης) κοινών μετοχών: στην περίπτωση, λ.χ., όπου προέκυπτε συγκυριότητα μιας και μόνης, κρίσιμης για τον σχηματισμό πλειοψηφίας, μετοχής.

     

     

    Η κοινωνία/συγκυριότητα επί μετοχών ΑΕ δεν είναι κάτι ασύνηθες. Η περίπτωση της κληρονομικής διαδοχής φαίνεται πως είναι η συνηθέστερη για τη δημιουργία της. Μολονότι η εν λόγω κοινωνία/συγκυριότητα μοιάζει, όπως εισαγωγικά αναφέρθηκε, απλή αποδεικνύεται, εντούτοις, αρκούντως σύνθετη: οι επιμέρους παράμετροι και πτυχές της είναι δυνατό να είναι (θετικά ή αρνητικά) καθοριστικές, σε κάποιες περιπτώσεις, για τα συμφέροντα των μετόχων-βεβαίως και της ΑΕ. Τι συμβαίνει, όμως, όταν τα πράγματα γίνονται περισσότερο σύνθετα-όπως στις περιπτώσεις της επικαρπίας και ενεχύρασης των μετοχών; Περί αυτών: επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Σεπτεμβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Απόκτηση Ίδιων Μετοχών Μέσω Τρίτων

    Απόκτηση Ίδιων Μετοχών Μέσω Τρίτων

    Σε σειρά προηγούμενων άρθρων επιχειρήσαμε να προσεγγίσουμε θέματα που σχετίζονται με την απόκτηση ίδιων μετοχών από την ΑΕ. Διαπιστώσαμε, εκεί, την αδυναμία της πρωτότυπης κτήσης τους και το, υπό προϋποθέσεις, ανεκτό της παράγωγης. Ασχοληθήκαμε επίσης με το, καταρχήν, μη επιτρεπτό της παροχής πιστώσεως σε τρίτους από την ΑΕ για την απόκτηση ίδιων μετοχών. Τι συμβαίνει όμως όταν επιχειρείται η, μέσω τρίτων, καταστρατήγηση της συγκεκριμένης απαγόρευσης απόκτησης ίδιων μετοχών;

     

    Περιεχόμενο

    Η απόκτηση ίδιων μετοχών από την ΑΕ μέσω τρίτων ρυθμίζεται στο νόμο (άρ. 52 ν. 4548/2018). Πρόκειται για όμοια ρύθμιση με αυτή του άρθρου 17 του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920.

    Η απόκτηση ίδιων μετοχών από την ΑΕ μέσω τρίτων είναι, κατ’ αρχήν, απαγορευμένη. Απαγορεύεται, στο πλαίσιο αυτό, (α) η σύσταση ενεχύρου για εξασφάλιση απαιτήσεων υπέρ της ΑΕ επί μετοχών της ή μητρικής της εταιρείας (άρ. 52 §1) και (β) η έμμεση απόκτηση ίδιων μετοχών μίας ΑΕ μέσω θυγατρικής της εταιρείας (άρ. 52 §2).

     

    Η Απαγόρευση Σύστασης Ενεχύρου

    Πεδίο Εφαρμογής

    Προκειμένου να αποτραπεί η έμμεση καταστρατήγηση των απαγορεύσεων που εισαγωγικά αναφέρθηκαν, απαγορεύεται στην ΑΕ να λαμβάνει δικές της μετοχές, καθώς και μετοχές μητρικής της (άρ. 32 ν. 4308/2018) εταιρείας, ως ενέχυρο για την εξασφάλιση δανείων που χορηγούνται από αυτήν ή άλλων απαιτήσεών της (52 §1). Η συγκεκριμένη, επομένως, απαγόρευση δεν καταλαμβάνει τις μετοχές άλλων συνδεδεμένων εταιρειών με την ΑΕ (λ.χ. αδελφών εταιρειών).

    Η εξασφαλιζόμενη απαίτηση μπορεί να απορρέει, κατά το γράμμα της διάταξης, από δάνειο (αρ. 806 ΑΚ)˙ κατά την ορθότερη, όμως, άποψη και από κάθε σύμβαση πιστωτικού περιεχομένου. Απαιτείται, επομένως, η ΑΕ να φέρει, απλώς, την ιδιότητα της ενεχυρούχου δανείστριας.

    Δεν καταλαμβάνονται όμως από τη συγκεκριμένη απαγόρευση οι ίδιες μετοχές για τις οποίες η ΑΕ φέρει την ιδιότητα του θεματοφύλακα στη βάση σύμβασης παρακαταθήκης ίδιων μετοχών.

    Υποστηρίζεται ότι η συγκεκριμένη απαγόρευση δεν πρέπει να εκτείνεται στη σύσταση νόμιμου ενεχύρου. Καταλαμβάνει, όμως, κάθε σύσταση συμβατικού ενεχύρου: (α) ταυτόχρονη ή μεταγενέστερη της γένεσης της εξασφαλισμένης απαίτησης, (β) πρωτογενή ή δευτερογενή και (γ) υπέρ ενεχυραστή μετόχου ως οφειλέτη ή ως εγγυητή οφειλέτη-τρίτου.

    Η απαγόρευση, πάντως, εφαρμόζεται αναλογικά και στην περίπτωση σύστασης επικαρπίας επί των ίδιων μετοχών της ΑΕ αλλά και επί καταπιστευτικής μεταβίβασης της κυριότητάς τους. Στην τελευταία, μάλιστα, περίπτωση εφαρμόζεται το σύνολο των διατάξεων περί ενεχύρου.

    Σκοπός

    Η ανωτέρω απαγόρευση φαίνεται να αποσκοπεί στην προστασία της εταιρικής περιουσίας. Είναι αντιληπτό, πως η σύσταση ενεχύρου, χωρίς αντάλλαγμα, δε συνεπάγεται, κατ’ αρχάς, αυτή καθ’ αυτή, τη μείωση του ενεργητικού της ΑΕ.

    Kίνδυνος ανακύπτει, στην πραγματικότητα, για τα συμφέροντα των εταιρικών δανειστών και των υφιστάμενων μετόχων σε περίπτωση μη είσπραξης της εξασφαλισμένης απαίτησης. Στον πλειστηριασμό που θα ακολουθήσει η ΑΕ δεν θα είναι δυνατό να πλειοδοτήσει (καθόσον δεν θα μπορεί να αποκτήσει δικές της μετοχές). Πιθανότατα, όμως, και τρίτος να μην ενδιαφερθεί να αποκτήσει έναν ελάχιστο, μειοψηφικό, αριθμό μετοχών. Κι όλα τούτα προς βλάβη, προφανώς, της ΑΕ καθώς ενδεχόμενη μη ρευστοποίηση του ενεχύρου θα καταστήσει, ενδεχομένως, μη εισπράξιμη της εξασφαλιζόμενη απαίτηση.

    Επιπλέον, οικονομικοί κίνδυνοι αποσοβούνται και στις σχέσεις μητρικής-θυγατρικής εταιρείας (άρ. 32 ν. 4308/2014), στις οποίες επεκτείνεται η εν λόγω απαγόρευση. Δεδομένης, ειδικότερα, της διοικητικής της εξάρτησης, αποτρέπονται δυνητικά ζημιογόνες συνέπειες σε βάρος της θυγατρικής εταιρείας.

    Εξαιρέσεις

    Από την ανωτέρω απαγόρευση εξαιρείται η σύσταση ενεχύρου για την εξασφάλιση δανειακών απαιτήσεων εκ μέρους πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων (άρ. 52 §1 εδ. β΄). Οι σχετικές συναλλαγές εντάσσονται, άλλωστε, στη συνήθη δραστηριότητά τους.

    Εξαιρετικά επιτρέπεται, επίσης, η ενεχύραση μετοχών της μητρικής εκ μέρους της θυγατρικής εταιρείας όταν, κατ’ εξαίρεση και υπό προϋποθέσεις, επιτρέπεται η απόκτηση ίδιων μετοχών (άρ. 52 §3, εδ. β΄ και άρ. 49)-εφόσον οι εν λόγω προϋποθέσεις είναι δυνατό να συντρέξουν στην περίπτωση της ενεχύρασης [:λ.χ. η απόκτηση ενεχύρου επί μετοχών μέσω καθολικής διαδοχής, ενδ.: συγχώνευσης (49 §4, περ. β΄)].

    Έννομες Συνέπειες

    Μη Νόμιμη Σύσταση & Ευθύνη Μελών ΔΣ

    Η σύσταση ενεχύρου κατά παράβαση της ανωτέρω απαγόρευσης καθίσταται άκυρη (174 ΑΚ). Πρόκειται για απόλυτη ακυρότητα. Ως εκ τούτου, την ακυρότητα αυτή δύναται να επικαλεσθεί οποιοσδήποτε αποδεικνύει έννομο συμφέρον. Η ακυρότητα αυτή δεν καταλαμβάνει, καταρχήν, την ασφαλιζόμενη απαίτηση (λ.χ. σύμβαση δανείου).

    Έναντι της εταιρείας, τα μέλη του ΔΣ ευθύνονται, υπό προϋποθέσεις, για κάθε απαγορευμένη σύσταση ενεχύρου επί ίδιων μετοχών της ΑΕ και μετοχών της μητρικής της. Ενέχονται προσωπικά για κάθε πράξη ή παράλειψη. Η ευθύνη τους είναι, συγκεκριμένα, ποινική (άρ. 177§ 3) αλλά και αστική-εφόσον η παράβαση προξένησε ζημία στην ΑΕ (άρ. 102§ 1).

    Κατ’ Εξαίρεση Νόμιμη Σύσταση

    Στην περίπτωση της, κατ’ εξαίρεση, νόμιμης σύστασης ενεχύρου (άρ. 52 § 3α) εφαρμόζεται η διάταξη του άρ. 50 §1, στ. α΄ (κατά ρητή παραπομπή του άρ. 52 §4). Επέρχεται, ως εκ τούτου, αναστολή του δικαιώματος παράστασης στη ΓΣ των ενεχυρασμένων μετοχών. Αναστέλλεται, επίσης, και το δικαίωμα ψήφου των μετοχών αυτών κατά τον χρόνο διατήρησής τους-εφόσον προηγουμένως συμβατικά ορίστηκε αυτό να ασκείται από την ενεχυρούχο δανείστρια. Οι μετοχές, τέλος, δεν συνυπολογίζονται, στην περίπτωση αυτή, στον σχηματισμό απαρτίας. Πρέπει, ωστόσο, να συμπεριληφθούν στην έκθεση διαχείρισης του ΔΣ.

     

    Η Κτήση Μετοχών Από Ελεγχόμενη Εταιρεία

    Η ανάληψη, απόκτηση ή κατοχή μετοχών ΑΕ από (άμεσα ή έμμεσα), ελεγχόμενη εταιρεία, έστω και δια έμμεσου αντιπροσώπου, θεωρείται πως έγινε από την εκδότρια των μετοχών ΑΕ (άρ. 52 § 2α). Ως εκ τούτου, η κτήση των κατά τα άνω μετοχών, καταρχήν, απαγορεύεται.

    Υποκειμενικό Πεδίο Εφαρμογής

    Απαραίτητος καθίσταται, καταρχήν, ο προσδιορισμός του υποκειμενικού πεδίου εφαρμογής της απαγόρευσης, ως προς τις ελεγχόμενες εταιρείες.

    Κριτήριο αποτελεί, πέρα από την κατοχή της πλειοψηφίας των δικαιωμάτων ψήφου, και η άσκηση εκ μέρους της ΑΕ «κυριαρχικής επιρροής» επί των ελεγχόμενων εταιρειών. Εμπίπτουν, επομένως, καταρχάς, στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης οι εταιρείες με σχέση μητρικής-θυγατρικής (άρ. 32 ν. 4308/2014). Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται, εξίσου, και οι κτήσεις από «εγγονές» εταιρείες (:θυγατρικές θυγατρικής) της ΑΕ, λόγω του έμμεσου ελέγχου και εξάρτησης αυτών.

    Να σημειωθεί εδώ ότι πρέπει η ελεγχόμενη εταιρεία να είναι κεφαλαιουχική (: ΑΕ, ΕΠΕ, ΙΚΕ, ΕΕ κατά μετοχές). Όταν, μάλιστα, η καταστατική της έδρα βρίσκεται σε χώρα εκτός ΕΕ, αρκεί η εταιρική της μορφή να προσομοιάζει με αυτή των, περιοριστικώς απαριθμούμενων στον νόμο, κεφαλαιουχικών (άρ. 52§2β).

    Στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης θα πρέπει να υπαχθεί, επιπρόσθετα, και ο τυχόν έμμεσος αντιπρόσωπος της ελεγχόμενης εταιρείας.

    Αντικειμενικό Πεδίο Εφαρμογής

    Η εξομοίωση, κατά πλάσμα δικαίου, της κτήσης από την εξαρτημένη/ελεγχόμενη εταιρεία με την κτήση μετοχών από την ίδια την ΑΕ αφορά, ειδικότερα:

    (α) στην ανάληψη με πρωτότυπη κτήση (κατά την ίδρυση ή κατά την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου) μετοχών της κυρίαρχης/μητρικής εταιρείας,

    (β) στην απόκτηση, με παράγωγο τρόπο, μετοχών της κυρίαρχης/μητρικής εταιρείας και,

    (γ) στην κατοχή/άμεση εξουσίαση των μετοχών της κυρίαρχης/μητρικής στο πλαίσιο λ.χ. επικαρπίας ή πληρεξουσιότητας για άσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων της τελευταίας.

    Στην παρούσα ρύθμιση ανήκει, επιπλέον, και η δημόσια πρόταση της θυγατρικής εταιρείας για απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της μητρικής της.

    Σκοπός

    Η αμέσως ανωτέρω εξομοίωση αποσκοπεί, κατ’ εξοχήν, στην προστασία της εταιρικής περιουσίας της μητρικής εταιρείας. Η (συνήθης) απουσία οικονομικής και διοικητικής ανεξαρτησίας της θυγατρικής εταιρείας την καθιστά έρμαιο των συμφερόντων και ορέξεων της μητρικής. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό μεταφράζεται σε διάθεση των οικονομικών πόρων της ελεγχόμενης για απόκτηση μετοχών της μητρικής. Κατά λογική ακολουθία: αναλώνεται επενδυμένο, στη θυγατρική, κεφάλαιο της μητρικής/κυρίαρχης για απόκτηση δικών της μετοχών.

    Συμβαίνει, έτσι, το εξής παράδοξο: η μητρική καταβάλει το δικό της κεφάλαιο-όπερ άτοπο. Θίγεται, με τον τρόπο αυτό, η αρχή της σταθερότητας του μετοχικού κεφαλαίου˙ καταστρατηγούνται οι διατάξεις για την απόκτηση ίδιων μετοχών.

    Εξαιρέσεις

    Η ως άνω απαγόρευση δεν είναι ανεξαίρετη. Να σημειωθεί εδώ πως οι κτήσεις μετοχών μητρικής από ελεγχόμενή της εταιρεία είναι επιτρεπτές, στις περιπτώσεις που επιτρέπεται η απόκτηση ιδίων μετοχών από την ΑΕ κατά το άρθρο 49.

    Το τεκμήριο, βάσει του οποίου η κτήση μετοχών από ελεγχόμενη της μητρικής ΑΕ εταιρεία εξομοιώνεται με κτήση ίδιων μετοχών της ΑΕ, δεν ισχύει στις ακόλουθες περιπτώσεις (άρ. 52§5). Συγκεκριμένα, όταν:

    (α) Η ελεγχόμενη εταιρεία προβαίνει σε κτήση μετοχών, ως έμμεσος αντιπρόσωπος, για λογαριασμό άλλου προσώπου, που δεν ελέγχεται από την μητρική ΑΕ-συνεπώς τα έννομα αποτελέσματα της κτήσης επέρχονται στο πρόσωπο εκείνο.

    (β) Η κτήση των μετοχών γίνεται από άλλη εταιρεία που διενεργεί κατ’ επάγγελμα πράξεις επί τίτλων-υπό την τήρηση πρόσθετων προϋποθέσεων που απορρέουν από το νόμο.

    (γ) Η κτήση επήλθε ενόσω δεν υφίστατο μεταξύ των εμπλεκομένων εταιρειών η σχέση εξάρτησης/ελέγχου του άρθρου 52§2. Η μεταγενέστερη, ωστόσο, ίδρυση της σχέσης εξάρτησης επιφέρει τις έννομες συνέπειες που υπέχει η κτήση, εν τέλει, μετοχών μητρικής ΑΕ και οι οποίες, αμέσως, κατωτέρω αναλύονται.

    Έννομες Συνέπειες

    Απόκτηση κατά παράβαση των ανωτέρω ισοδυναμεί με απόκτηση ιδίων μετοχών από την ίδια την ΑΕ (άρ. 48 & 49)-ανάλογα με τη φύση της ως πρωτότυπη ή παράγωγη. Επέρχονται, επομένως, οι αντίστοιχες συνέπειες, όπως τις έχουμε, ήδη σε προηγούμενα άρθρα μας, αναπτύξει. Συνοπτικά:

    Κατά ρητή παραπομπή στο άρθρο 50 §1 στ. α’ (άρ. 52 §4), επέρχεται αναστολή των δικαιωμάτων παράστασης και ψήφου στη ΓΣ, καθ’ όλη τη διάρκεια διατήρησης των αποκτηθεισών (κατά το άρθρο 52 §§2, 3) μετοχών. Οι εν λόγω μετοχές δεν συνυπολογίζονται, επιπλέον, στο σχηματισμό απαρτίας.

    Αντίθετα, οι νομίμως αποκτηθείσες από τη θυγατρική μετοχές συνυπολογίζονται στο (ισχύον για τις αποκτηθείσες από την ΑΕ ίδιες μετοχές της) όριο του 1/10 επί του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της μητρικής. Τέλος, συμπεριλαμβάνονται στην έκθεση διαχείρισης του ΔΣ της μητρικής.

    Τα ζητήματα ευθύνης των μελών του ΔΣ ρυθμίζονται κατ’ αντιστοιχία με όσα ανωτέρω αναφέρθηκαν σχετικά με τη σύσταση ενεχύρου.

     

     

    Η απόκτηση ιδίων μετοχών είναι, κατ’ αρχάς-όπως ήδη διαπιστώσαμε, απαγορευμένη για την ΑΕ. Προσπάθεια ενδεχόμενης καταστρατήγησης της συγκεκριμένης απαγόρευσης, μέσω τρίτων ή μέσω ενεχύρασης, θα αποβεί ατελέσφορη-εκτός κι αν κάποιος κινηθεί στα όρια του νόμου (ή εκτός αυτών). Εξαιρέσεις, πάντως, συναντούμε και στον συγκεκριμένο (απαγορευτικό) κανόνα˙ εξαιρέσεις λογικές και, εν πολλοίς, χρηστικές.

    Οι μετοχές, όμως, παραμένουν, συχνά, ένα σημαντικό περιουσιακό στοιχείο. Και ως τέτοιο μας απασχολούν, ενίοτε, θέματα/προβλήματα οικεία σε αντίστοιχα περιουσιακά στοιχεία: συγκυριότητα, επικαρπία, ενέχυρο. Περί αυτών, αλλά και περί της διαχείρισής τους, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 18 Σεπτεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Παροχή Πιστώσεων από την ΑΕ Για Απόκτηση Ίδιων Μετοχών

    Παροχή Πιστώσεων από την ΑΕ Για Απόκτηση Ίδιων Μετοχών

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στο ζήτημα της κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ. Διαπιστώσαμε, εκεί, την αδυναμία της πρωτότυπης κτήσης και το, υπό προϋποθέσεις, ανεκτό της παράγωγης. Θα μας απασχολήσει εδώ ένα συμπληρωματικό, σημαντικό όμως, ερώτημα: επιτρέπεται η παροχή πιστώσεως σε τρίτους από την ΑΕ για την απόκτηση ίδιων μετοχών;

     

    Έννοια & Πεδίο Εφαρμογής

    Η απαγόρευση (γιατί περί αυτής πρόκειται) παροχής πιστώσεων από την ΑΕ για απόκτηση ίδιων μετοχών ρυθμίζεται στο νόμο (άρ. 51 ν. 4548/2018). Πρόκειται για όμοια ρύθμιση με αυτή του άρθρου 16α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920.

    Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Η συγκεκριμένη απαγόρευση αφορά, ρητά, στην χρηματοδότηση τρίτων από την ΑΕ για αγορά μετοχών της μέσω χορήγησης-ενδεικτικά: (α) προκαταβολών, (β) δανείων και (γ) παροχής εγγυήσεων. Οι περιπτώσεις αυτές, ωστόσο, δεν απαριθμούνται στον νόμο κατά τρόπο εξαντλητικό.

    Στις απαγορευμένες συναλλαγές, αντιθέτως, εντάσσεται, δεδομένου του τίτλου αλλά και σκοπού της σχετικής διάταξης κάθε άλλη μορφή πίστωσης. Μεταξύ αυτών λ.χ. η  σύναψη συμβάσεων παροχής προσωπικών εγγυήσεων, το άνοιγμα πιστωτικών λογαριασμών κ.α. (2881/2004 ΠολΠρωτΠειρ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Η απαγόρευση καταλαμβάνει, περαιτέρω, τη χρηματοδότηση για απόκτηση ήδη, υφιστάμενων μετοχών καθώς και τυχόν νεοεκδιδομένων, κατόπιν αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Απαγορευμένη, λοιπόν, η χρηματοδότηση τόσο για την παράγωγη όσο και την πρωτότυπη κτήση μετοχών της ΑΕ (31/2002 ΠολΠρωτΠειρ, 2881/2004 ΠολΠρωτΠειρ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Καταρχάς, στις επίμαχες χρηματοδοτήσεις προς τρίτους απαγορεύεται, αυτονοήτως, να προβαίνει η ΑΕ. Επιπλέον, όμως, κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη (άρ. 51 § 2), στις μη επιτρεπτές προκαταβολές, δάνεια ή εγγυήσεις δεν είναι δυνατό να προβαίνουν ούτε θυγατρικές εταιρείες (κατά την έννοια του άρ. 32 ν. 4308/2014) για την απόκτηση μετοχών της μητρικής τους από τρίτους. Επίσης, ούτε ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες εταιρείες, στις οποίες ομόρρυθμο μέλος είναι η ανώνυμη εταιρεία.

    Αναφορικά με την έννοια των «τρίτων», σε αυτή εμπίπτουν, κατ’ αρχάς, μη μέτοχοι. Πρόσωπα, δηλ., που επιθυμούν μέσω της χρηματοδότησής τους να αποκτήσουν, για πρώτη φορά, τη μετοχική ιδιότητα. Εμπίπτουν, ωστόσο, και οι υφιστάμενοι μέτοχοι της ΑΕ. Οι τελευταίοι, ως λήπτες των πιστώσεων με σκοπό την αύξηση της εταιρικής τους συμμετοχής.

    Ως τρίτοι, επίσης, λογίζονται τα μέλη του ΔΣ της ΑΕ, ή της μητρικής αυτής εταιρείας (κατά την έννοια του άρ. 32 ν. 4308/2014). Επίσης, τα παρένθετα πρόσωπα που ενεργούν στο όνομα και για λογαριασμό των προαναφερθέντων προσώπων, στα οποία μεταβιβάζεται, τελικά, η οικονομική ενίσχυση. Εξαιρούνται, ωστόσο, ρητά και δεν εμπίπτουν, επομένως στην έννοια του τρίτου, το προσωπικό της ΑΕ ή συνδεδεμένης με αυτήν εταιρείας (άρ.51 §4).

    Ο χρόνος χρηματοδότησης

    Η χρηματοδότηση, παρά τη διατύπωση του νόμου, δεν είναι αναγκαίο να προηγείται της απόκτησης. Αντιθέτως, είναι εξίσου απαγορευμένη, ακόμη κι εάν διενεργείται αφότου αποκτήθηκαν οι μετοχές. Το επιβάλλουν, άλλωστε, λόγοι προστασίας του κεφαλαίου της εταιρείας. Απαιτείται, ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, απόδειξη της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της χρηματοδότησης και της αγοράς.

     

    Σκοπός

    Η ανωτέρω απαγόρευση αποσκοπεί, σαφώς, στην προστασία της αρχής της σταθερότητας του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας.

    Η ανάληψη, συγκεκριμένα, εκ μέρους της ΑΕ δυνητικά ζημιογόνων υποχρεώσεων προς τρίτους συνιστά προσβολή του εγγυητικού χαρακτήρα του μετοχικού κεφαλαίου έναντι των εταιρικών δανειστών και των ήδη μετόχων. Κατά τη νομολογία, συνέπεια τυχόν συντέλεσης των απαγορευμένων συμβάσεων αποτελεί η εκταμίευση μέρους της εταιρικής περιουσίας˙ δυνητικά, απαγορευμένη επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους.

    Ωστόσο, σε μείωση του ενεργητικού της ΑΕ καταλήγει, ορθότερα, η ενδεχόμενη αφερεγγυότητα-αδυναμία των τρίτων προς επιστροφή των χρηματοδοτήσεων. Ο κλονισμός της ασφάλειας και της εμπιστοσύνης των πιστωτών της εταιρείας είναι, ωστόσο, δεδομένη παράπλευρη συνέπεια (1435/2005 ΑΠ, 1046/2006 ΕφΠειρ, 2881/2004 ΠΠρΠειρ, 31/2002 ΠΠρΠειρ,   – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Παράλληλα, η απαγόρευση των εν λόγω χρηματοδοτήσεων αποτρέπει και την -με αθέμιτα μέσα- αύξηση της ισχύος των μελών του ΔΣ στην ΑΕ και, κατ’ επέκταση, της πλειοψηφικής τους θέσης στη ΓΣ (31/2002 ΠΠρΠειρ, 2881/2004 ΠΠρΠειρ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Παρά τους παραπάνω κινδύνους, η παροχή πιστώσεων για απόκτηση ίδιων μετοχών είναι δυνατό να εξυπηρετεί εύλογα εταιρικά συμφέροντα. Κατά τούτο και η αναγκαιότητα τήρησης σειράς (νομίμων) προϋποθέσεων για την αποφυγή αυθαιρεσιών.

    Λόγοι προστασίας των πιστωτών, αλλά και των μετόχων μειοψηφίας, επιβάλλουν την τήρηση διαφάνειας κατά τη διενέργεια των, κατ’ εξαίρεση, επιτρεπτών χρηματοδοτικών συναλλαγών. Οι τελευταίες, διευκολύνουν την προσέλκυση νέων μετόχων. Εξυπηρετείται, έτσι, πολλές φορές, η ανάγκη της εταιρείας για ανεύρεση σημαντικών επενδυτών. Ανανεώνεται, επομένως, θεμιτά, η μετοχική σύνθεση και εξυπηρετούνται επιχειρηματικοί και οικονομικοί στόχοι της εταιρείας. Δεν είναι, άλλωστε, άγνωστες στον επιχειρησιακό κόσμο οι σχετικές χρηματοδοτούμενες εξαγορές επιχειρήσεων [:«leveraged buy out», (LBO)].

     

    Οι (Απαριθμούμενες) Απαγορευμένες Συναλλαγές

    Προκαταβολή

    Στις απαγορευμένες, κατ’ αρχήν, χρηματοδοτικές συναλλαγές εμπίπτει η προκαταβολή. Η πρόωρη, δηλ., ικανοποίηση από μέρους της ΑΕ οποιασδήποτε μη ληξιπρόθεσμης υποχρέωσής της (άρ.51 §1, εδ. α΄). Επίσης, κάθε προκαταβολή ποσού που συνιστά, κατ’ ουσίαν, δάνειο, με σκοπό την απόκτηση μετοχών.

    Ωστόσο, επιτρεπτή κρίνεται η απόκτηση μετοχών της εταιρείας ως αποτέλεσμα νόμιμων καταβολών, λ.χ. προκαταβολή μερισμάτων σε δικαιούχο μέτοχο, δυνάμει της οποία προβαίνει σε αγορά, ως επένδυση, μετοχών.

    Δάνειο

    Μη επιτρεπτή επίσης συναλλαγή, με ποινή ακυρότητας, αποτελεί η χορήγηση δανείου (806ΑΚ) σε τρίτο, από μέρους της ΑΕ, με σκοπό την απόκτηση μετοχών της (άρ. 51 §1, εδ. α΄). Τυχόν διαφορετικός χαρακτηρισμός από τους συμβαλλομένους καθίσταται αδιάφορος, όταν φέρει τα, κατά το νόμο, χαρακτηριστικά του δανείου.

    Εγγύηση

    Μη επιτρεπτή είναι, επίσης, η παροχή εγγύησης από την ΑΕ (προς, συνήθως, πιστωτικά ιδρύματα) για τη δανειοδότηση τρίτου, με σκοπό ο τελευταίος να αποκτήσει μετοχές της (άρ.51 §1, εδ. α΄). Η έννοια της εγγύησης (άρ. 847 ΑΚ) πρέπει να ερμηνεύεται ευρέως (1435/2005 ΑΠ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Στην έννοια αυτής εμπίπτουν, επομένως, και οι περιπτώσεις τριτεγγύησης της ΑΕ σε αξιόγραφα, σωρευτικής αναδοχής χρέους ή και εμπράγματων ασφαλειών επί της εταιρικής περιουσίας.

    Διχογνωμία, ωστόσο, επικρατεί σε θεωρία και νομολογία αναφορικά με τη σύναψη εγγυοδοτικών συμβάσεων μεταξύ της ΑΕ και τρίτων. Υπό το ισχύον δίκαιο, υποστηρίζεται από τη θεωρία ότι τυχόν εγγυοδοτική σύμβαση συνιστά περίπτωση επιστροφής εισφοράς. Εφαρμόζονται, ως εκ τούτου, ευθέως τα άρθρα 22§2 και 159. Σε επίπεδο νομολογίας, ωστόσο, κρίνεται απολύτως άκυρη, εμπίπτουσα, δηλαδή, στην έννοια της «εγγύησης» του άρ. 51 (31/2002 ΠολΠρωτΠειρ, 2881/2004 ΠολΠρωτΠειρ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

     

    Προϋποθέσεις Εξαίρεσης

    Αναγκαία η (σωρευτική) τήρηση σειράς προϋποθέσεων προκειμένου να γίνει ανεκτή εξαίρεση από τον κανόνα των απαγορευμένων χρηματοδοτήσεων (51§1). Συγκεκριμένα:

    Εύλογοι όροι της αγοράς

    Προϋπόθεση του κύρους των ως άνω χρηματοδοτήσεων αποτελεί, καταρχάς, η συντέλεσή τους με ευθύνη του ΔΣ, με εύλογους (:συνήθεις στην συναλλακτική πρακτική-σε παρόμοιες περιπτώσεις) όρους αγοράς (άρ. 51§1,α’).

    Σχετικές ενδείξεις αποτελούν λ.χ. το ύψος του εκάστοτε προβλεπόμενου επιτοκίου, η οικονομική ευρωστία των τρίτων αντισυμβαλλόμενων, η συνολική εξασφάλιση της εταιρείας κλπ. Στην αντίθετη κατεύθυνση κινούνται λ.χ. η χορήγηση από την ΑΕ άτοκων δανείων ή η παροχή ασφαλειών χωρίς αντάλλαγμα.

    Στο πλαίσιο της ευθύνης των μελών του ΔΣ, και άρα στα καθήκοντα επιμέλειάς τους, ανήκει η διαπίστωση της φερεγγυότητας των τρίτων.

    Απόφαση της ΓΣ

    Προκειμένου να λάβει χώρα χρηματοδότηση των τρίτων για την απόκτηση μετοχών της ΑΕ προϋποτίθεται προηγούμενη απόφαση της ΓΣ της (άρ. 51 §1, περ. β΄). Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία-εκτός κι αν υφίσταται καταστατική ρύθμιση που προβλέπει υψηλότερα ποσοστά (άρ.  51 §1, περ. β΄, 130 §2 και 132 §2).

    Για τη χορήγηση σχετικής άδειας από τη ΓΣ προϋποτίθεται αντίστοιχη ενημέρωσή της από το ΔΣ. Το ΔΣ προβαίνει, συγκεκριμένα, σε γνωστοποίηση των λόγων και ουσιωδών όρων της εκάστοτε συναλλαγής και το ενδιαφέρον που αυτή παρουσιάζει για την ΑΕ. Επίσης, τους συναφείς κινδύνους για τη ρευστότητα και τη φερεγγυότητα της και η τιμή στην οποία ο τρίτος θα αποκτήσει τις μετοχές.

    Η υποχρέωση ενημέρωσης από το ΔΣ εκπληρώνεται με την υποβολή έγγραφης έκθεσης στη ΓΣ, που υποβάλλεται σε δημοσιότητα (του άρ. 13).  Στην έκθεση πρέπει να εξειδικεύεται, μεταξύ άλλων, και ο τρόπος εξυπηρέτησης των εταιρικών συμφερόντων από την επιδιωκόμενη χρηματοδότηση.

    Ενδέχεται να απαιτείται η συνυποβολή στη ΓΣ έτερης έκθεσης ορκωτού ελεγκτή-λογιστή. Τούτη απαιτείται όταν η οικονομική ενίσχυση για την απόκτηση μετοχών της ΑΕ λαμβάνει χώρα προς μέλη του ΔΣ της ΑΕ ή της μητρικής της (κατά την έννοια του άρ. 32 ν. 4308/2014), προς την ίδια τη μητρική της ή τυχόν παρένθετα αυτών πρόσωπα.

    Η ανωτέρω υποχρέωση υπαγορεύεται προκειμένου να αποφευχθεί σύγκρουση συμφερόντων. Στην περίπτωση της συνυποβολής της εν λόγω έκθεσης ορκωτού ελεγκτή-λογιστή ρητά, μάλιστα, εξαιρείται η εφαρμογή του άρ. 99. Χαρακτηριστική περίπτωση, κατά την οποία απαιτείται η πλήρωση της προαναφερόμενης υποχρέωσης συνυποβολής, είναι η περίπτωση της χρηματοδοτούμενης από την ΑΕ εξαγοράς των μετοχών της από μέλη της διοίκησής της [:management buy-out, (ΜΒΟ)].

    Διατήρηση της καθαρής θέσης

    Τελευταία προϋπόθεση εγκυρότητας συναλλαγής από τις ανωτέρω περιγραφόμενες είναι η διατήρηση της καθαρής θέσης της ΑΕ (άρ. 159§1).

    Απαιτείται, δηλαδή, η οικονομική ενίσχυση τρίτου από την ΑΕ να λάβει χώρα από τα κέρδη και ελεύθερα αποθεματικά της (άρ. 51 §1, περ. γ΄). Ειδάλλως, η σχετική χρηματική ενίσχυση, θα ισοδυναμούσε με μείωση των κεφαλαίων της εταιρείας σε ποσό κατώτερο του μετοχικού της κεφαλαίου και των λοιπών μη διανεμόμενων στοιχείων της καθαρής της θέσης. Άρα, με απαγορευμένη επιστροφή εισφοράς.

    Για την τήρηση της εν λόγω προϋπόθεσης, λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των έως τότε χρηματοδοτήσεων. Προς περαιτέρω εξασφάλιση, μάλιστα, της εταιρικής περιουσίας και, αυτονοήτως, των εταιρικών δανειστών, επιβάλλεται, συμπληρωματικά, η πρόβλεψη στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού μη διανεμητέου αποθεματικού ισόποσου με το ύψος της χρηματοδότησης από την ΑΕ.

     

    Τα Πιστωτικά Ιδρύματα. Το Προσωπικό Της ΑΕ

    Εξαιρείται από την ανωτέρω απαγόρευση η παροχή χρηματοδοτήσεων εκ μέρους πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων (άρ.51 §4). Υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι εμπίπτουν στις «τρέχουσες» συναλλαγές τους και εφόσον, διεξάγονται κατά τους συνήθεις συναλλακτικούς όρους.

    Εξαιρείται, επίσης, από των εν λόγω απαγόρευση αποτελεί συναλλαγή που συντελείται με σκοπό την κτήση μετοχών από ή για το προσωπικό της ΑΕ ή εταιρείας συνδεδεμένης με αυτήν. Στην έννοια του προσωπικού εμπίπτει κάθε πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες στην ΑΕ (ή σε συνδεδεμένη αυτής εταιρεία)˙ ανεξάρτητα, μάλιστα, από το είδος της μεταξύ τους σύμβασης (λ.χ. εξαρτημένης εργασίας, υπηρεσιών, έργου).

     

    Μη Νόμιμη Χρηματοδότηση: Έννομες Συνέπειες & Ευθύνη Μελών ΔΣ

    Η παροχή οικονομικής ενίσχυσης προς τρίτους, κατ’ απόκλιση των διατάξεων του άρ. 51, συνεπάγεται απόλυτη ακυρότητα της επίμαχης συναλλαγής (άρ. 51 §1, εδ. α΄). Η ακυρότητα είναι αρχική, οριστική και μη θεραπεύσιμη. Επέρχεται αυτοδικαίως, ανεξάρτητα μάλιστα από υπαιτιότητα και γνώση ή άγνοια της απαγόρευσης από τους συμβαλλομένους. Δυνατότητα ίασης, κατά την έννοια του αρ. 183 ΑΚ, δεν υφίσταται. Η ακυρότητα αυτή εξετάζεται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο. Τυχόν παραίτηση από την επίκλησή της δεν παράγει έννομα αποτελέσματα (31/2002 ΠολΠρωτΠειρ, 2881/2004 ΠολΠρωτΠειρ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Η παροχή είναι άκυρη, ακόμη κι εάν είναι διαφορετικός ο λήπτης της παροχής και εκείνος που τελικά κατέστη μέτοχος της ΑΕ.

    Η τυχόν καταβληθείσα χρηματοδοτική παροχή εκ μέρους της ΑΕ, δυνάμει άκυρης υποσχετικής δικαιοπραξίας, αναζητείται κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (904 επ. ΑΚ).

    Έναντι της εταιρείας, τα μέλη του ΔΣ ευθύνονται για κάθε απαγορευμένη χρηματοδότηση σε τρίτους με σκοπό την αγορά μετοχών της ΑΕ. Ενέχονται δε προσωπικά για κάθε πράξη ή παράλειψη. Η ευθύνη τους είναι, συγκεκριμένα, τόσο ποινική (άρ. 177 §4), όσο και αστική, εφόσον προκλήθηκε ζημία στην ΑΕ (άρ. 102 §1).

     

    Η παροχή πιστώσεως σε τρίτους από την ΑΕ για την απόκτηση ίδιων μετοχών είναι, κατά αρχήν (και δικαίως), απαγορευμένη. Καθώς όμως ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι δυνατό, υπό προϋποθέσεις, να έχει ευεργετικές συνέπειες για την ίδια την ΑΕ προβλέπεται (και ευλόγως) η πλήρωση σειρά σχετικών προϋποθέσεων για την αποδοχή της εγκυρότητάς τους. Τι συμβαίνει όμως στις περιπτώσεις που επιχειρείται η μέσω τρίτων παράκαμψη των σχετικών απαγορευτικών διατάξεων; Περί αυτού επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 11 Σεπτεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Παράγωγη Κτήση Ίδιων Μετοχών Από ΑΕ

    Παράγωγη Κτήση Ίδιων Μετοχών Από ΑΕ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στην απαγόρευση της πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ. Θα μας απασχολήσει στο παρόν, το επιτρεπτό, υπό προϋποθέσεις, της παράγωγης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ. Επίσης, το νομικό καθεστώς των μετοχών που, εν τέλει, αποκτώνται από την ΑΕ.

     

    Έννοια & Πεδίο Εφαρμογής

    Η δυνατότητα παράγωγης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ ρυθμίζεται στο νόμο (άρ. 49 ν. 4548/2018). Πρόκειται για όμοια ρύθμιση με αυτή του άρ. 16 του προϊσχύσαντος ν. 2190/1920. Όμως, αντί των διοικητικών ποινών, που προβλέπονταν σε περιπτώσεις παράβασης των σχετικών προϋποθέσεων  και διαδικασιών που τίθενται από το νόμο, υπάρχει, πλέον, ποινική διάταξη (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 49).

    Η υπό εξέταση περίπτωση είναι ευρεία. Καταλαμβάνει, κατ’ αρχήν, κάθε κτήση, κατά παράγωγο τρόπο, μετοχών-έστω και υπό αίρεση ή προθεσμία: με οριστική σύμβαση ή προσύμφωνο, κατά πλήρες ή περιορισμένο δικαίωμα κυριότητας αλλά και κατ’ επικαρπία. Καταλαμβάνει την εκποιητική αλλά και την υποσχετική δικαιοπραξία.  Καταλαμβάνει, τέλος, τις περιπτώσεις κτήσης, με παράγωγο τρόπο, ίδιων μετοχών μέσω της ίδιας της ΑΕ δια των αρμοδίων οργάνων της και μέσω τρίτου προσώπου, που λειτουργεί στο όνομά του και για λογαριασμό της ΑΕ (:έμμεσος αντιπρόσωπος).

     

    Σκοπός, Κίνδυνοι & Προστασία

    Η απόκτηση, κατά παράγωγο τρόπο, ίδιων μετοχών από την ΑΕ ελλοχεύει, αυτονοήτως, κινδύνους. Η καταβολή του σχετικού ανταλλάγματος από την ΑΕ ενδέχεται να συνιστά (απαγορευμένη καταρχήν) επιστροφή εισφορών στους υφιστάμενους μετόχους. Παράλληλα, σε περιπτώσεις που οι επίμαχες μετοχές αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά, η κτήση τους από την ΑΕ, είναι πιθανόν να συνιστά πράξη χειραγώγησης. Ενώ, επιπλέον, η δυνατότητα του ΔΣ να προβαίνει σε κτήση των μετοχών αυτών για την ΑΕ ενδέχεται να διαταράσσει τις μετοχικές ισορροπίες, στη βάση των δυνητικά μεροληπτικών επιλογών του.

    Παρά τους ανωτέρω κινδύνους, ωστόσο, η παράγωγη κτήση ίδιων μετοχών από την ΑΕ επιφυλάσσει σημαντικά πλεονεκτήματα για την τελευταία. Αναγκαία, όμως, η θέσπιση αυστηρών προϋποθέσεων και διαδικασιών, από το νόμο, για την ελαχιστοποίηση των συναφών κινδύνων. Στοχεύουν, όλες τούτες, στη διαφύλαξη του εγγυητικού χαρακτήρα του μετοχικού κεφαλαίου έναντι των εταιρικών δανειστών και στην προστασία της μετοχικής διάρθρωσης.

    Η προβλεπόμενη, από το νόμο, παράγωγη απόκτηση ίδιων μετοχών εξυπηρετεί θεμιτά επιχειρηματικά και οικονομικά συμφέροντα της ΑΕ. Εντάσσεται, συχνά, στα επενδυτικά σχέδιά της και στοχεύει στη βελτίωση της χρηματοοικονομικής της διάρθρωσης.

    Ως διαχειριστική πράξη της εταιρικής περιουσίας, υλοποιείται μέσω διάθεσης κερδών ή ελεύθερων αποθεματικών της ΑΕ. Δεν συνεπάγεται, ως εκ τούτου, τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ και δεν οδηγεί, σε επιστροφή εισφορών στους μετόχους. Η ΑΕ, αντίθετα, αυξάνει την ευελιξία της και την προσαρμοστικότητά της στις εξελίξεις της αγοράς (1832/2019 ΤρΕφΘεσ–ΤΝΠ Qualex).

     

    Προϋποθέσεις Απόκτησης Ίδιων Μετοχών

    Η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων  

    Ουσιαστική προϋπόθεση για το επιτρεπτό της παράγωγης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ είναι η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων ίδιας κατηγορίας (άρ. 49 §1, εδ. α΄). Υπό την έννοια της διασφάλισης ίσων ευκαιριών συμμετοχής τους στη διαδικασία απόκτησης ίδιων μετοχών από την ΑΕ.

    Υποστηρίζεται, από μερίδα της θεωρίας, ότι οι, τυχόν, αποκτηθείσες από την ΑΕ ίδιες μετοχές της δεν μεταβάλλουν τις μετοχικές ισορροπίες εντός της ΑΕ. Ως εκ τούτου, η εν λόγω αρχή, δεν παρέχει στους μετόχους το δικαίωμα για διάθεση των μετοχών τους στην ΑΕ κατά το ποσοστό συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας. Υποστηρίζεται, εντούτοις, και η αντίθετη άποψη.

    Περαιτέρω, λόγοι υπέρτερου εταιρικού συμφέροντος, καθώς και η δυνατότητα παραίτησης των μετόχων από την προστασία της συγκεκριμένης, σχετικής φύσης, αρχής, δυνατό να δικαιολογήσουν τυχόν αποκλίσεις.

    Η τήρηση των διατάξεων για την κατάχρηση της αγοράς

    Επόμενη προϋπόθεση για το σύννομο της κτήσης ίδιων μετοχών, κατά τρόπο παράγωγο, είναι η τήρηση των διατάξεων για την κατάχρηση της αγοράς (άρ. 49 §1, εδ. α΄). Η προϋπόθεση αυτή αποσκοπεί στην αποτροπή του κινδύνου της χειραγώγησης της αγοράς από μέρους των εισηγμένων ΑΕ.

    Η έγκριση της Γενικής Συνέλευσης  

    Για την παράγωγη κτήση ίδιων μετοχών ο νόμος απαιτεί την «έγκριση» της ΓΣ. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με απλή απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 49 §1, εδ. α΄) και υποβάλλεται σε δημοσιότητα (άρ. 49 §1 εδ. β΄). Ως έγκριση θεωρείται η εκ των προτέρων παρεχόμενη άδεια ή συναίνεση της ΓΣ (1832/2019 ΤρΕφΘεσσ – ΤΝΠ Qualex) που επιβάλλεται να παρασχεθεί, το αργότερο, έως τη σύναψη της υποσχετικής δικαιοπραξίας. Η εκ των υστέρων συγκατάθεση (κατ’ άρ. 238 ΑΚ), δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αυτή.

    Η απόφαση της ΓΣ πρέπει να περιλαμβάνει-ιδίως: (α) τον ανώτατο αριθμό των προς απόκτηση μετοχών, (β) τη διάρκεια της χορηγηθείσας έγκρισης και (γ) τα ανώτατα και κατώτατα όρια της αξίας απόκτησης, επί επαχθών αποκτήσεων, με καθορισμό ποσών ή ποσοστών.

    Προαιρετική, αν και κρίσιμη, παραμένει η αναφορά του σκοπού απόκτησης των ίδιων μετοχών.

    Ανώτατο χρονικό όριο ισχύος της έγκρισης της ΓΣ ορίζεται σε 24 μήνες. Απόφαση της ΓΣ χωρίς προσδιορισμό της χρονικής διάρκειας ισχύος της έγκρισης θα είναι ελαττωματική, και συνεπώς άκυρη. Η ίδια συνέπεια ισχύει και επί υπέρβασης του εν λόγω, μέγιστου χρονικού ορίου. Αντίθετα, δυνατή είναι η πρόβλεψη κατώτατων χρονικών ορίων.

    Ως ημερομηνία έναρξης της εγκριτικής απόφασης, επί παράλειψης αναφοράς, λογίζεται η ημερομηνία λήψης της. Δυνατός είναι, ωστόσο, ο καθορισμός μεταγενέστερου χρόνου έναρξης.

    Επί περισσότερων, ενδεχομένως, εξουσιοδοτήσεων της ΓΣ προς το ΔΣ, αυτές θα ισχύουν διαδοχικά. Η ανανέωσή τους, πριν από τη λήξη τους, είναι καθ’ όλα επιτρεπτή.

    Η αρμοδιότητα του ΔΣ

    Η παράγωγη απόκτηση ίδιων μετοχών, ως πράξη διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας, εντάσσεται στην αρμοδιότητα του ΔΣ˙ λαμβάνει χώρα με ευθύνη του-μέσα στο πλαίσιο της  εξουσιοδότησης που του έχει παρασχεθεί.

    Η απόκτηση των εν λόγω μετοχών από τους υφιστάμενους μετόχους, ως αποτέλεσμα ατομικής ή δημόσιας πρόσκλησης (ή μέσω της χρηματιστηριακής αγοράς για τις εισηγμένες ΑΕ), προϋποθέτει (άρ. 49 § 2):

    (α) Η ονομαστική αξία των μετοχών που αποκτώνται από την ΑΕ, να μην υπερβαίνει το 1/10 του καταβεβλημένου, κατά την ημερομηνία λήψης της απόφασης της ΓΣ,  μετοχικού κεφαλαίου. Στις προαναφερόμενες μετοχές συμπεριλαμβάνονται: (i) όσες απέκτησε, προηγουμένως, η εταιρεία και διατηρεί και (ii) όσες απέκτησε τυχόν δια έμμεσου αντιπροσώπου.

    (β) Η απόκτηση ίδιων μετοχών από την ΑΕ δεν επιτρέπεται να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων σε ποσό κατώτερο από εκείνο που ο νόμος ορίζει (άρ. 159 §1). Επομένως, αποκλειστικός τρόπος απόκτησης-από επαχθή αιτία, ιδίων μετοχών είναι μέσω της αξιοποίησης των, τυχόν, μη διανεμηθέντων κερδών παρελθουσών εταιρικών χρήσεων ή σχετικών, προς τον συγκεκριμένο σκοπό, αποθεματικών της ΑΕ.

    (γ) Η συναλλαγή μπορεί να αφορά μόνο μετοχές που έχουν εξοφληθεί πλήρως. Πρόκειται για εφαρμογή της αρχής σχηματισμού (καταβολής) του μετοχικού κεφαλαίου.

     

    Η Απόκτηση Προς Όφελος Των Εργαζομένων

    Ειδική ρύθμιση διέπει την περίπτωση προκαθορισμένου, στην απόφαση της ΓΣ, σκοπού απόκτησης ιδίων μετοχών προκειμένου να διανεμηθούν μεταγενέστερα-δωρεάν ή έναντι ανταλλάγματος (άρ. 49 §3): (α) στο προσωπικό της ή/και (β) στους εργαζομένους συνδεδεμένης (κατά την έννοια του άρ. 32 ν. 4308/2014), με αυτή, εταιρείας. Ισχύουν, κατ’ αρχήν, οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις-χωρίς, όμως, τον ποσοτικό περιορισμό του 10%.

    Η σύμβαση, στη βάση της οποίας οι απασχολούμενοι στην ΑΕ παρέχουν τις υπηρεσίες τους δεν ενδιαφέρει. Δυνατή η σύμβαση εργασίας, ανεξαρτήτων υπηρεσιών, έργου, εντολής. Δυνατό μεταξύ των ληπτών να είναι και μέλη του ΔΣ. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τηρείται η αρχή της ίσης μεταχείρισης.

    Η διανομή των μετοχών, ως αντάλλαγμα, συνήθως, της αποδοτικότητας των εργαζομένων, γίνεται δωρεάν ή έναντι τιμήματος.

    Η διανομή, επίσης, πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός δώδεκα μηνών από την ημερομηνία κτήσης των μετοχών από την ΑΕ. Με την άπρακτη παρέλευση της ανατρεπτικής προθεσμίας, η κτήση καθίσταται προβληματική και γεννάται, υπό όρους, υποχρέωση της ΑΕ για μεταβίβασή τους εντός τριετίας. Περί αυτού, όμως, στη συνέχεια.

     

    Αποκλίσεις Στις Προϋποθέσεις

    Εξαίρεση από τον κανόνα των αυστηρών για την απόκτηση ίδιων μετοχών προϋποθέσεων, συνιστούν οι περιπτώσεις που στη συνέχεια αναφέρονται (άρ. 49 §4).  Υπό τον όρο, όμως, της μη μείωσης των ιδίων κεφαλαίων της ΑΕ στα ελάχιστα, κατά νόμο, επίπεδα (άρ. 159§1). Χαρακτηριστικό τους: Η απόφαση του ΔΣ και η απουσία έγκρισης της ΓΣ.

    Οι περιπτώσεις, αναλυτικότερα, αφορούν στην απόκτηση ίδιων μετοχών:

    (α) με σκοπό την υλοποίηση απόφασης (πραγματικής) μείωσης του κεφαλαίου ή λόγω εξαγοράς (δυνάμει του άρ. 39),

    (β) λόγω καθολικής μεταβίβασης περιουσίας-στο πλαίσιο μετασχηματισμού (συγχώνευσης ή διάσπασης με απορρόφηση) ή κληρονομικής διαδοχής,

    (γ) από χαριστική αιτία, πλήρως εξοφλημένων μετοχών ή από πιστωτικά ιδρύματα και άλλους πιστωτικούς οργανισμούς ως προμήθεια για αγορά,

    (δ) λόγω υποχρέωσης που προκύπτει από το νόμο ή δικαστική απόφαση με σκοπό την προστασία των μειοψηφούντων μετόχων˙ κυρίως, στις περιπτώσεις (άρ. 45) συγχώνευσης, αλλαγής του σκοπού ή της μορφής της εταιρείας, μεταφοράς της έδρας στο εξωτερικό ή επιβολής περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών καθώς και στις μετοχές που αποκτήθηκαν με σκοπό την ικανοποίηση υποχρεώσεων της εταιρείας από ανταλλάξιμο ομολογιακό δάνειο,

    (ε) δια πλειστηριασμού με πλειοδότρια την ΑΕ και, συνεπώς, κατάσχεση δικών της μετοχών.

    Ως ανώτατο χρονικό όριο διακράτησης των μετοχών στις ανωτέρω, υπό (β)-(ε), περιπτώσεις, από την ΑΕ ορίζεται η τριετία (άρ. 49 §5)-υπό την προϋπόθεση ότι η ονομαστική αξία των συνολικών ίδιων μετοχών υπερέβη το 1/10 του καταβεβλημένου κεφαλαίου. Εξαιρείται, ωστόσο, ρητά, της σχετικής υποχρέωσης μεταβίβασης εντός τριετίας η υπό (α) περίπτωση.

    Η άπρακτη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας για μεταβίβαση καθιστά την τελευταία αδύνατη. Οδηγεί δε σε ακύρωση των ίδιων μετοχών με αντίστοιχη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας, κατόπιν απόφασης της ΓΣ. Η τελευταία λαμβάνεται με απλή απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 49 §6).

     

    Μη Νόμιμη Απόκτηση˙ Ευθύνη Μελών ΔΣ

    Η απόκτηση ιδίων μετοχών, κατ’ απόκλιση των διατάξεων του άρ. 49, συνεπάγεται την υποχρέωση μεταβίβασής τους από την ΑΕ (άρ. 49 §7). Η μεταβίβαση, ειδικότερα, πρέπει να λάβει χώρα εντός προθεσμίας ενός έτους από την ημερομηνία απόκτησής τους. Ειδάλλως, επέρχεται ακύρωσή τους με αντίστοιχη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Έναντι της εταιρείας, τα μέλη του ΔΣ ευθύνονται αστικά (άρ. 102 § 1) και ποινικά (άρ. 177 §3) για κάθε πράξη ή παράλειψη κατά την απόκτηση ιδίων μετοχών. Περαιτέρω ευθύνη (λόγω παράβασης άλλης προστατευτικής διάταξης νόμου, λ.χ. της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων, ή του καταστατικού) δεν αποκλείεται.

     

    Το Νομικό Καθεστώς Ιδίων Μετοχών

    Η καθ’ οιονδήποτε τρόπο, άμεση ή έμμεση, απόκτηση ιδίων μετοχών δεν παρέχει στην ΑΕ τα δικαιώματα της μετοχικής ιδιότητας, τα οποία αναστέλλονται (άρ. 50 § 1). Δεν δικαιούται, επομένως, η εταιρεία δικαιώματος παράστασης και ψήφου στη ΓΣ. Για λόγους διαφύλαξης των μετοχικών ισορροπιών, οι μετοχές της ΑΕ δεν συνυπολογίζονται (και) στον σχηματισμό απαρτίας.

    Περαιτέρω, επέρχεται προσαύξηση των μερισμάτων των λοιπών μετόχων από τα αντίστοιχα των ιδίων μετοχών. Τούτο συμβαίνει προς αποφυγή σύγχυσης, καθώς η ΑΕ δεν είναι δυνατό να είναι, ταυτόχρονα, οφειλέτης και δανειστής του μερίσματος.

    Παράλληλα, σε περίπτωση (όχι ονομαστικής) αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου με νέες εισφορές, το αντίστοιχο δικαίωμα προτίμησης προσαυξάνει, κατ’ αρχήν, το δικαίωμα των λοιπών μετόχων. Εκτός αν το αρμόδιο για την αύξηση όργανο αποφασίσει τη μεταβίβαση του δικαιώματος προτίμησης σε πρόσωπο που δεν ενεργεί για λογαριασμό της ΑΕ.

    Η αναστολή των ανωτέρω δικαιωμάτων συντρέχει ωσότου μεταβιβαστούν οι ίδιες μετοχές σε τρίτους.

    Επιπλέον, η έκθεση διαχείρισης, για λόγους ενημέρωσης των μετόχων, κατ’ ελάχιστο περιλαμβάνει: (α) τους λόγους απόκτησης ιδίων μετοχών, (β) τον αριθμό, την ονομαστική αξία και το τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου στο οποίο αντιστοιχούν, (γ) την αξία των μετοχών επί επαχθούς κτήσης ή μεταβίβασης, και τέλος (δ) τον αριθμό και την ονομαστική αξία του συνολικού αριθμού των κατεχόμενων από την εταιρεία μετοχών και το τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου στο οποίο αντιστοιχούν (άρ. 50 §2).

     

    Η παράγωγη κτήση ιδίων μετοχών παρέχει σειρά σημαντικών πλεονεκτημάτων για την ΑΕ-ελλοχεύει όμως και όχι αμελητέους κινδύνους. Διέπεται, κατά τούτο (και ορθά) από σειρά αυστηρών κανόνων και περιορισμών, προκειμένου να μην καταστρατηγούνται προστατευτικές ρυθμίσεις υπέρ των μετόχων, της ΑΕ και των δανειστών της. Ερευνητέα, στο ίδιο πλαίσιο, η ύπαρξη δυνατότητας (ή μη) παροχής πίστωσης από μέρους της ΑΕ για την αγορά ιδίων μετοχών της. Περί αυτής, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 4 Σεπτεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Πρωτότυπη Κτήση Ίδιων Μετοχών από ΑΕ

    Πρωτότυπη Κτήση Ίδιων Μετοχών από ΑΕ

    Η έννοια των μετοχών μας απασχόλησε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Είδαμε, εκεί, πως η μετοχή υποδηλώνει (και) τη μετοχική σχέση. Διαπιστώσαμε πως  η μετοχική ιδιότητα αποκτάται, πρωτότυπα, με την ανάληψη μιας, τουλάχιστον, μετοχής κατά την ίδρυση της ΑΕ ή, στο πλαίσιο αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, με έκδοση νέων μετοχών (πριν την καταβολή, μάλιστα, του μετοχικού κεφαλαίου). Στο παρόν θα μας απασχολήσει η απαγόρευση της πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ: τόσο κατά τη σύσταση όσο και κατά την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.

     

    Έννοια

    Η απαγόρευση πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών από την Α.Ε. προβλέπεται στο άρ. 48 ν. 4548/2018. Πρόκειται για όμοια ρύθμιση με αυτή του άρ. 15β του προϊσχύσαντος ν. 2190/1920.

    Η συγκεκριμένη απαγόρευση αφορά στην πρωτότυπη κτήση από την ΑΕ δικών της μετοχών: (α) είτε μέσω των ιδρυτών της κατά τη σύστασή της (β) είτε μέσω των μελών του Δ.Σ. σε τυχόν αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου (γ) είτε μέσω τρίτου (παρένθετου) προσώπου, που ενεργεί στο όνομά του και για λογαριασμό της. Περιπτώσεις, οι οποίες θα μας απασχολήσουν, αναλυτικότερα, στη συνέχεια.

     

    Σκοπός 

    Η απαγόρευση πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών αποσκοπεί, καταρχάς, στην πραγματική καταβολή του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ και στη διατήρηση της ακεραιότητάς του. Τυχόν πρωτότυπη κτήση από την ΑΕ ίδιων μετοχών μέσω (προφανώς) της εταιρικής περιουσίας, θα σήμαινε τη σύμπτωση της ιδιότητας του δανειστή και του οφειλέτη στο ίδιο πρόσωπο (λόγος απόσβεσης ενοχής-453 εδ. α ΑΚ). Επίσης, την υποχρέωση επιστροφής της καταβληθείσας εισφοράς. Με άλλα λόγια: εικονική καταβολή.

    Η σχετική απαγόρευση, επομένως, αποβλέπει στην αποφυγή δημιουργίας μιας Α.Ε. με εικονικό (έστω και εν μέρει) μετοχικό κεφάλαιο.

    Μέσω της διατήρησης της εταιρικής περιουσίας διασφαλίζεται η ικανοποίηση, στο μέτρο του εφικτού, των απαιτήσεων των εταιρικών δανειστών. Επιπλέον, προστατεύονται και οι μέτοχοι (προφανώς της μειοψηφίας) διά της αποφυγής μεταβολής των μετοχικών ισορροπιών.

     

    Οι Περιπτώσεις Απαγόρευσης (Πεδίο Εφαρμογής)

    Ανάληψη ίδιων μετοχών κατά τη σύσταση της ΑΕ

    Κατά τη σύσταση της ΑΕ, οι ιδρυτές της αναλαμβάνουν την ολοσχερή κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου. Αποκτούν, ως εκ τούτου, μετοχές της ιδρυόμενης ΑΕ. Υποχρεούνται, παράλληλα, στην καταβολή εισφορών αξίας αντίστοιχης, κατ΄ ελάχιστον, με την ονομαστική αξία των μετοχών που αναλαμβάνουν. Η καταβολή αυτή από τους ιδρυτές αποσκοπεί στην εκπλήρωση της υποχρέωσης του ελάχιστου μετοχικού κεφαλαίου, που απαιτείται για την ίδρυση της ΑΕ και τον σχηματισμό της εταιρικής περιουσίας. Δεν θα ήταν δυνατό, επομένως, να είναι επιτρεπτή η κάλυψη του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου από την ίδια την ΑΕ (όπως και δεν είναι-άρ. 48 §1).

    Ένα τέτοιο (θεωρητικό) ενδεχόμενο θα δημιουργούσε ένα διπλό παράδοξο. Η ΑΕ, αρχικά, θα καθίστατο ιδρυτής-μέτοχος του νομικού της προσώπου/εαυτού της-όπερ άτοπο. Επίσης: η ΑΕ θα κατέληγε οφειλέτης του εαυτού της-όπερ, επίσης, άτοπο. Η συνύπαρξη, εξάλλου,  των ιδιοτήτων του οφειλέτη της αξίας των αναληφθεισών μετοχών (εδώ: ΑΕ) και του δανειστή της αξίας αυτής στο ίδιο πρόσωπο (:η ίδια ΑΕ) δεν είναι δυνατή. Αντίθετα, αποτελεί λόγο απόσβεσης της ενοχής λόγω σύγχυσης (453 εδ. α΄ ΑΚ).

    Τυχόν κάλυψη, επομένως, (έστω και τμήματος) του αρχικού μετοχικού κεφαλαίου από την ΑΕ, θα επέφερε εικονική, μόνο, ανάληψη των μετοχών της. Δεν θα συνεπαγόταν, δηλαδή, την εισφορά νέου περιουσιακού στοιχείου στην εταιρική της περιουσία.

    Η απαγόρευση πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών επεκτείνεται (ακριβώς για τους ίδιους λόγους-άρ. 48 §1) και στην πρωτότυπη ανάληψη ομολογιών μετατρέψιμων σε μετοχές. Ειδική πρόβλεψη για την πρωτότυπη κτήση ίδιων τίτλων κτήσης μετοχών υπάρχει στο άρθρο 57 §1 ν. 4548/2018.

    Ανάληψη ίδιων μετοχών στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ

    Η απαγόρευση πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών από την ΑΕ κατά την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου απευθύνεται, κατά βάση, στα μέλη του ΔΣ της. Εύλογα, γιατί, μέσω αυτών, είναι (θεωρητικά δυνατό) η ΑΕ να αποκτήσει δικές της μετοχές. Παράλληλα, η σχετική αυτή απαγόρευση, (και) στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, υπηρετεί τους ίδιους σκοπούς με την αντίστοιχη απαγόρευση κατά την ίδρυση της ΑΕ. Συνιστά, μάλιστα, ανάγκη επιτακτικότερη.

    Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου (με εξαίρεση την ονομαστική αύξηση) αποτελεί μια από τις κυριότερες μορφές χρηματοδότησης της ΑΕ. Μέσω αυτής επιτυγχάνεται η εισροή νέων οικονομικών στοιχείων στην ΑΕ και η επαύξηση της εταιρικής της περιουσίας. Ο συγκεκριμένος σκοπός (της χρηματοδότησης της ΑΕ) δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί, αυτονόητα, με την απόκτηση/εξόφληση, με πόρους της ΑΕ, των νεοεκδιδόμενων, μέσω της αύξησης, μετοχών της. Σε περίπτωση, λ.χ., μη άσκησης εκ μέρους των υφιστάμενων μετόχων του δικαιώματος προτίμησης-συνδυαστικά με (μη) καταβολή των απαραίτητων, νέων, εισφορών, το διαμορφούμενο, νέο, μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ θα ήταν πλασματικό. Δεν θα υφίστατο, με τον τρόπο αυτό, εισροή νέων οικονομικών στοιχείων.

    Να σημειωθεί, εκ περισσού, ότι η σχετική πρόβλεψη του άρθρου 48 του ν. 4548/2018 καλύπτει και την περίπτωση κτήσης των ίδιων μετοχών με σκοπό μεταγενέστερης διάθεσής τους από την ΑΕ σε τρίτα πρόσωπα.

    Ανάληψη ίδιων μετοχών μέσω τρίτου προσώπου

    Απαγορευμένη είναι, αυτονόητα, η πρωτότυπη κτήση ίδιων μετοχών από τρίτο πρόσωπο, που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της ΑΕ-άμεσος αντιπρόσωπος (άρ. 48 §1).

    Απαγορευμένη, όμως, είναι και η πρωτότυπη κτήση ίδιων μετοχών από τρίτο πρόσωπο, στο όνομα του αλλά για λογαριασμό της ΑΕ (έμμεσος αντιπρόσωπος). Ομοίως, τόσο κατά την ίδρυση όσο και κατά την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου της ΑΕ (άρ. 48 §2).

    Μια τέτοια (απαγορευμένη) τακτική θα οδηγούσε στην ανάληψη μετοχών από τρίτο μεν, παρένθετο όμως, πρόσωπο, με οικονομικά μέσα της ΑΕ. Ο τρίτος, στην περίπτωση αυτή, θα υποχρεούνταν να μεταβιβάσει τις μετοχές στην ΑΕ δυνάμει των διατάξεων για την εντολή (ιδίως άρ. 719 ΑΚ).

     

    Δυνατότητα Εξαίρεσης

    Η απαγόρευση πρωτότυπης κτήσης ίδιων μετοχών γίνεται δεκτό ότι επιδέχεται μια, και μόνη, εξαίρεση-σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού της κεφαλαίου: δικαιούται, στην περίπτωση αυτή, η ΑΕ να αναλάβει, με τα ελεύθερα αποθεματικά ή τα κέρδη της, ποσοστό των νεοεκδιδόμενων μετοχών. Το ποσοστό αυτό πρέπει να αντιστοιχεί στο σύνολο των μετοχών της, που απέκτησε κατά τρόπο παράγωγο και οι οποίες προορίζονται για διανομή στο προσωπικό της. Ή στο προσωπικό συνδεδεμένων, με αυτή, επιχειρήσεων.

     

    Συνέπειες (Κυρώσεις) Παράβασης Απαγόρευσης

    Ως προς την ακυρότητα κάλυψης του μετοχικού κεφαλαίου

    Η παράβαση της απαγόρευσης κτήσης ίδιων μετοχών εκ μέρους της ΑΕ τόσο κατά ίδρυση της ΑΕ όσο και κατά την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου δεν συνεπάγεται, κατά την ορθότερη άποψη, την ακυρότητα της κάλυψης. Θα δημιουργούνταν, σε διαφορετική περίπτωση, ανασφάλεια στις συναλλαγές. Η σύσταση ή, αντίστοιχα, η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, με ίδιους πόρους της ΑΕ, θεωρούνται έγκυρες. Αποκτά η ΑΕ, κατά συνέπεια, πρωτοτύπως ίδιες μετοχές.

    Βέβαια, υποστηρίζεται, μεμονωμένα στη θεωρία ότι η σχετική παράβαση επιφέρει την ακυρότητα της κάλυψης του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 174 ΑΚ).

    Επί της πρωτότυπης, εν τέλει, κτήσης ίδιων μετοχών, εφαρμόζεται αναλογικά το άρ. 49 §7 ν. 4548/2018: η ΑΕ υποχρεούται, εντός έτους από την απόκτηση των μετοχών της, να προβεί στην πώλησή τους.

    Σε περίπτωση, ωστόσο, που η ως άνω πώληση δεν λάβει χώρα εντός του προαναφερόμενου χρόνου, επέρχεται, εν τέλει, η ακύρωση των ίδιων μετοχών μέσω αντίστοιχης μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Ενόσω, πάντως, η ΑΕ διατηρεί τις ίδιες μετοχές της, αναστέλλονται, αυτονόητα, τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτές (κατ’  αναλογία άρ. 50). Μεταξύ αυτών: το δικαίωμα παράστασης και ψήφου στις ΓΣ-οι μετοχές,  άλλωστε, αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη για τον σχηματισμό απαρτίας.

    Η ευθύνη (και απαλλαγή) των εμπλεκομένων προσώπων 

    Δεν προβλέπεται, κατά τα προαναφερθέντα, ακυρότητα των παρανόμως (πρωτοτύπως) κτηθέντων ίδιων μετοχών. Σε περίπτωση παράβασης, εντούτοις, της σχετικής απαγόρευσης θεμελιώνεται ειδική ευθύνη των εμπλεκομένων (ιδρυτών-κατά τη σύσταση, μελών του ΔΣ-κατά την αύξηση και τυχόν τρίτων):  Τα πρόσωπα αυτά βαρύνονται με την υποχρέωση καταβολής της αξίας των αναληφθεισών μετοχών. Η τελευταία προσδιορίζεται στην τιμή έκδοσής τους (και όχι της ονομαστικής τους αξίας-άρ. 48 §3). Επί εμπλοκής περισσοτέρων στοιχειοθετείται εις ολόκληρον ευθύνη τους (άρ. 914, 926 ΑΚ).

    Αντίστοιχη ευθύνη δημιουργείται και για τα τρίτα πρόσωπα που ενεργούν ως έμμεσοι αντιπρόσωποι: θεωρείται ότι ανέλαβαν τις επίμαχες μετοχές για ίδιο λογαριασμό και βαρύνονται, προσωπικά, με την καταβολή της αξίας τους (άρ. 48 §2). Παράλληλα, όμως, για λόγους διασφάλισης της καταβολής, θεμελιώνεται, στην περίπτωση αυτή, ευθύνη εις ολόκληρον και από κοινού με τον έμμεσο αντιπρόσωπο, ιδρυτές ή μέλη του ΔΣ (ΑΚ 914,926).

    Μη διακρίνοντος του νόμου ως προς τον απαιτούμενο βαθμό υπαιτιότητας, συνάγεται ότι τα εμπλεκόμενα πρόσωπα ευθύνονται για κάθε πταίσμα επί ανάληψης ίδιων μετοχών.

    Δυνατή, πάντως, είναι και η θεμελίωση περαιτέρω ποινικής (άρ. 177 §3) και αστικής ευθύνης (άρ. 102 §1) των μελών του ΔΣ λόγω παραβίασης της σχετικής απαγόρευσης  του άρθρου 48.

    Τα ευθυνόμενα πρόσωπα είναι δυνατό να απαλλαγούν από την ευθύνη καταβολής της αξίας των μετοχών. Αναγκαία προϋπόθεση η από μέρους τους απόδειξη έλλειψης συνδρομής υπαιτιότητας στο πρόσωπό τους.

    Σε περίπτωση, πάντως, περισσοτέρων υπαιτίων, επί τυχόν απαλλαγής κάποιου από αυτά, εξακολουθεί να υφίσταται εις ολόκληρον ευθύνη των υπολοίπων (914, 926 ΑΚ).

     

    Απαγορευμένη λοιπόν, κατά κανόνα, η κτήση ίδιων μετοχών από την ΑΕ τόσο κατά την ίδρυση όσο και στο πλαίσιο αύξησης του μετοχικού της κεφαλαίου. Η σχετική παράβαση δεν είναι χωρίς (σημαντικές) κυρώσεις για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα. Τι συμβαίνει όμως όσον αφορά την περίπτωση της παράγωγης κτήσης (λ.χ. μέσω αγοράς ή δωρεάς) ίδιων μετοχών από την ΑΕ; Επίσης απαγορευμένη ή υπό προϋποθέσεις επιτρεπτή; Περί αυτών σε επόμενη αρθρογραφίας μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 28 Αυγούστου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Δικαίωμα Πλειοψηφούντος Για Εξαγορά Μετοχών Μειοψηφίας

    Δικαίωμα Πλειοψηφούντος Για Εξαγορά Μετοχών Μειοψηφίας

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στο δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά των μετοχών της από την ΑΕ (άρθρο 45 ν. 4548/2018). Μας απασχόλησε, επίσης, το αντίστοιχο δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας (άρθρο 46 ν. 4548/2018).

    Στο παρόν, θα μας απασχολήσει το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου να αξιώσει την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων. Το δικαίωμα αυτό ρυθμίζεται στο άρθρο 47 ν. 4548/2018, κατά τρόπο όμοιο σε σχέση με το προϊσχύσαν άρθρο 49γ κ.ν. 2190/1920.

     

    Έννοια

    Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου (95%+ του μετοχικού κεφαλαίου) για εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων (έως 5% του μετοχικού κεφαλαίου) συνιστά δικαίωμα αποκλεισμού από την ΑΕ των μετόχων μειοψηφίας, έναντι ανταλλάγματος (:«squeeze out» ή «freeze out»). Πρόκειται για την αντίστροφη περίπτωση του δικαιώματος της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας, που ήδη αναλύσαμε.

    Τις μετοχές αποκτά υποχρεωτικά, σε περίπτωση ευδοκίμησης της σχετικής δικαστικής διαδικασίας, ο πλειοψηφών μέτοχος (:95%+ του μετοχικού κεφαλαίου)˙ o τελευταίος, μάλιστα, θα οφείλει και το αντάλλαγμα/τίμημα που, δικαστικά, θα οριστεί.

     

    Σκοπός

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς προασπίζει, κατά κύριο λόγο, τα συμφέροντα του φορέα του-πλειοψηφούντος μετόχου. Δεν απαιτείται επίκληση συγκεκριμένου λόγου από μέρους του τελευταίου: είναι απολύτως αδιάφορος στην προκειμένη περίπτωση. Αρκούν συγκεκριμένοι συσχετισμοί μειοψηφίας/πλειοψηφίας και η δικαστική διάγνωση των, κατά νόμο, προϋποθέσεων.

    Με την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, ο πλειοψηφών μέτοχος αποκτά τον πλήρη έλεγχο της ΑΕ, εξοβελίζοντας τους (μικρο)μετόχους μειοψηφίας. «Ενός», κατά κυριολεξία, «ανδρός αρχή». Μέσω της άσκησης του συγκεκριμένου δικαιώματός του ο πλειοψηφών επιτυγχάνει να αποδεσμευτεί από ασήμαντες ποσοστιαία αλλά, συχνά, ενοχλητικές μειοψηφίες. Από την άλλη, οι μειοψηφούντες μέτοχοι, σε αντίθεση με το άρθρο 46, δεν επιλέγουν την έξοδό τους: αποκλείονται έναντι, έστω, ευλόγου ανταλλάγματος.

    Η συγκέντρωση, πάντως, του συνόλου των μετοχών σε ένα (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο) είναι ενδεχόμενο να είναι προβληματική σε ουσιαστικό και, ιδίως, νομικό επίπεδο˙ ενδεχομένως, όμως, να είναι και, υπό προϋποθέσεις, μόνον επωφελής ή/και λυτρωτική. Σε κάθε περίπτωση: εναπόκειται στον μόνο ή κατέχοντα συντριπτική πλειοψηφία μέτοχο της ΑΕ το δικαίωμα της επιλογής. Διατηρεί εκείνος, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα να επιτρέψει την είσοδο νέων μετόχων που ο ίδιος θα επιλέξει.

     

    Δημόσια Πρόταση (; )

    Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου να αξιώσει την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων ισχύει και επί εισηγμένων. Με την επιφύλαξη, πάντως (άρ. 47 §1), των διατάξεων και διαδικασίας σχετικά με την υποβολή δημόσιας πρότασης για την αγορά κινητών αξιών (άρ. 27 ν. 3461/2006). Οι τελευταίες, ως ειδικότερες, ορθότερο είναι να θεωρηθεί ότι αποκτούν προβάδισμα εφαρμογής. Αποκλείεται, άλλωστε, η παράλληλη εφαρμογή τους καθώς απαιτούν την πλήρωση διαφορετικών προϋποθέσεων. Στο παρόν, πάντως, αποκλειστικά θα περιοριστούμε στις προϋποθέσεις του άρθρου 47-στις μη εισηγμένες, δηλαδή, ΑΕ.

     

    Ποσοστά Πλειοψηφούντος & Μειοψηφούντων

    Το 95%+ ποσοστό του πλειοψηφούντος

    Η διαμόρφωση του 95%+ ποσοστού

    Ο φορέας του δικαιώματος εξαγοράς μέτοχος θα πρέπει να συγκεντρώνει ο ίδιος, κατά κυριότητα, ποσοστό, τουλάχιστον, 95% του συνολικού (αναληφθέντος και όχι, κατ’ ανάγκη, καταβεβλημένου) μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Αδιάφορο παραμένει το είδος των μετοχών που αυτός κατέχει (λ.χ. κοινές ή προνομιούχες). Το προαναφερόμενο ποσοστό απαιτείται κατά τον χρόνο άσκησης του σχετικού δικαιώματος.

    Σημειώνεται πάντως ότι η συγκέντρωση του εν λόγω, αυξημένου, ποσοστού από τον πλειοψηφούντα θα πρέπει να έχει λάβει χώρα σε χρόνο μεταγενέστερο του χρόνου ίδρυσης της ΑΕ. Η συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή φαντάζει εύλογη. Ο μέτοχος που αποκτά κατά την ίδρυση το ανωτέρω αυξημένο ποσοστό (95%+) έχει, εξαρχής, αποδεχτεί τις μετοχικές ισορροπίες της ΑΕ: τη «συνύπαρξή» του, δηλ., με τη μειοψηφία. Δεν του αναγνωρίζεται, επομένως, άξιο προστασίας δικαίωμα εξαγοράς.

    Γίνεται δεκτό, ωστόσο, ότι το εν λόγω δικαίωμα ασκείται και στην περίπτωση που ο πλειοψηφών μέτοχος κατείχε, κατά την ίδρυση, ποσοστό μεγαλύτερο από 95%, έπειτα μειώθηκε κάτω από αυτό μεταβιβάζοντας μετοχές του και, εκ νέου, το υπερέβη.

    Ο συνυπολογισμός στο 95%+

    Σε αντίθεση με το δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας (άρ. 46), δεν υπάρχει δυνατότητα συνυπολογισμού μετοχών άλλων μετόχων στην περίπτωση που εξετάζουμε. Ακόμα κι αν πρόκειται για συνδεδεμένες επιχειρήσεις του πλειοψηφούντος ή για στενά μέλη της οικογένειάς του. Τούτο προκύπτει από το γράμμα του νόμου και συνιστά  προστατευτικότερη για τη μειοψηφία ερμηνεία. Υποστηρίζεται, ωστόσο-από μερίδα της θεωρίας, η αναλογική εφαρμογή της πρόβλεψης για συνυπολογισμό του άρθρου 46.

    Αξιολογούνται, τέλος, ως αδιάφορα και τα, υπό τον έλεγχο του πλειοψηφούντος, δικαιώματα ψήφου-στη βάση εξωεταιρικών συμφωνιών.

    Το (έως) 5% ποσοστό των μειοψηφούντων

    Όσον αφορά το (έως) 5% ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που πρέπει να κατέχεται από τη μειοψηφία, δεν απαιτείται να ανήκει, κατ’ αποκλειστικότητα, σε έναν μέτοχο. Ωστόσο, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ρύθμισης και διαδικασίας-εφόσον υπάρχουν περισσοτέροι μειοψηφούντες μέτοχοι, υποχρεούται ο πλειοψηφών να ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς, έναντι του συνόλου αυτών. Η δυνατότητα εξαγοράς συγκεκριμένων, μόνον και κατ’ επιλογήν του, μετοχών των μειοψηφούντων πρέπει να αποκλειστεί.

    Σημειώνεται, πάντως, πως στο (έως) 5% ποσοστό της μειοψηφίας, που είναι δυνατό να εξαγορασθεί, υπάγονται και οι μετοχές των συνδεδεμένων επιχειρήσεων και των συγγενικών προσώπων του πλειοψηφούντος. (Αυτό βέβαια στην περίπτωση που δεν γίνει δεκτός, κατά την ορθότερη άποψη, ο συνυπολογισμός των μετοχών των συγκεκριμένων προσώπων σ’ εκείνες του πλειοψηφούντος).

     

    Προθεσμία Άσκησης

    Ο ενεργητικά νομιμοποιούμενος-πλειοψηφών μέτοχος έχει το δικαίωμα να επιδιώξει δικαστικά την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας μέσα σε αποκλειστική αποσβεστική προθεσμία πέντε ετών (αρ. 47 § 1, εδ. β’). Εκκινεί η συγκεκριμένη προθεσμία με την από μέρους του απόκτηση της κυριότητας μετοχών με τις οποίες υπερβαίνει το 95% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Τυχόν αντίθετη καταστατική ρύθμιση ως προς την προθεσμία είναι άκυρη, δεδομένου του αναγκαστικού χαρακτήρα της συγκεκριμένης ρύθμισης.

    Με την άπρακτη παρέλευση της συγκεκριμένης πενταετίας, ο πλειοψηφών μέτοχος χάνει, οριστικά, τη δυνατότητα να αιτηθεί την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας.

     

    Η Άσκηση Του Δικαιώματος Εξαγοράς

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς ασκείται με αίτηση του πλειοψηφούντος μετόχου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της ΑΕ. Το τελευταίο αποφαίνεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (739επ ΚΠολΔικ).

    Η αίτηση εξαγοράς αφορά, όπως ήδη επισημάνθηκε, το σύνολο των μετοχών της μειοψηφίας. Ωστόσο, δεδομένης της εκούσιας διαδικασίας, η δίκη δεν διεξάγεται κατ’ αντιδικία με τους μειοψηφούντες. Οι τελευταίοι καθίστανται διάδικοι εφόσον ασκήσουν παρέμβαση.

    Ο πλειοψηφών μέτοχος υποχρεούται σε συνυποβολή (μη δεσμευτικής για το δικαστήριο) έκθεσης πραγματογνωμοσύνης. Η έκθεση συντάσσεται από δύο ορκωτούς ελεγκτές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Σκοπός της εν λόγω έκθεσης είναι η διαμόρφωση εικόνας επί της περιουσιακής κατάστασης και αξίας της εταιρείας βάσει στοιχείων που υποχρεωτικά εισφέρει το ΔΣ της ΑΕ (αρ. 47 § 2).

    Εφόσον η αίτηση γίνει δεκτή, το δικαστήριο προσδιορίζει το αντάλλαγμα της εξαγοράς. Το αντάλλαγμα πρέπει να είναι δίκαιο και εύλογο.

    Η δικαστική απόφαση που εκδίδεται είναι αναγνωριστική ως προς το σκέλος που αφορά τη διάγνωση του σχετικού δικαιώματος. Ισχύει  δε έναντι όλων (erga omnes). Δεσμεύει, ως εκ τούτου, και τους μειοψηφούντες που δεν επέλεξαν να συμμετάσχουν στη δίκη, ασκώντας παρέμβαση. Η δεσμευτική ισχύς της δικαστικής απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται έως τη διαπίστωση του δικαιώματος εξαγοράς και του ύψους του ανταλλάγματος.

     

    Η Καταβολή Του Ανταλλάγματος

    Εφόσον η αίτηση του πλειοψηφούντος μετόχου γίνει δεκτή, ακολουθεί η υποχρεωτική, εκ μέρους του, κατάθεση του ανταλλάγματος σε πιστωτικό ίδρυμα (άρ. 47 §3). Η κατάθεση πραγματοποιείται αποκλειστικά σε μετρητά, προκειμένου το αντάλλαγμα να είναι ορισμένο και αμετάβλητο. Με τη ρύθμιση αυτή ο νομοθέτης αποσκοπεί στην  πρόληψη τυχόν φαινομένου αφερεγγυότητας του πλειοψηφούντος. Η νομική φύση της εν λόγω σύμβασης κατάθεσης είναι, κατά την κρατούσα άποψη, αυτή της ανώμαλης παρακαταθήκης. Ο πλειοψηφών προσκομίζει, με την κατάθεση-υποχρεωτικά, τη δικαστική απόφαση και αντίγραφο της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης.

    Με την κατάθεση των μετρητών δημιουργείται γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου˙ υπέρ των μειοψηφούντων, δηλ., μετόχων. Οι τελευταίοι αποκτούν, έτσι, άμεση αξίωση έναντι του πιστωτικού ιδρύματος για καταβολή του ποσού του τιμήματος, που τους αναλογεί. Η αξίωσή τους παραγράφεται ύστερα από εικοσαετία (αρ. 249 ΑΚ, αρ. 268 ΑΚ). Το πιστωτικό ίδρυμα, πριν προβεί σε καταβολή, υποχρεούται σε εξακρίβωση της νομιμοποίησης της μειοψηφίας.

    Η κατάθεση του ανταλλάγματος από τον πλειοψηφούντα δεν είναι δυνατό να ανακληθεί. Αναγκαίο, επομένως, να πραγματοποιηθεί αφότου επέλθει τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης.

    Τυχόν άρνηση ανάληψης του τιμήματος από τους μειοψηφούντες δεν αποτρέπει την εξαγορά. Μόνο δικαίωμά τους αποτελεί η δικαστική προσβολή της απόφασης ως προς το ύψος του ανταλλάγματος.

    Το πιστωτικό ίδρυμα είναι δυνατό να παρακαταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το μέρος του ανταλλάγματος που δεν αναζητήθηκε εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης.

     

    Η Δημόσια Δήλωση

    Συστατικής φύσης προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος του πλειοψηφούντος μετόχου για την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας συνιστά η δημόσια δήλωση βούλησής του. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για μονομερή άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος. Το περιεχόμενο της δήλωσης αυτής προσδιορίζεται, ρητά στο νόμο και πρέπει να περιλαμβάνει (αρ. 47 § 4):

    (α) την επωνυμία της ΑΕ, τα στοιχεία του πλειοψηφούντος και το ποσοστό του στην ΑΕ,

    (β) τα στοιχεία και το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης για τη διαπίστωση των προϋποθέσεων άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς και τον προσδιορισμό του ανταλλάγματος,

    (γ) τα στοιχεία του πιστωτικού ιδρύματος, όπου κατατέθηκε το αντάλλαγμα. Επίσης, τυχόν προϋποθέσεις για την είσπραξη του. Τέλος, πρέπει να επισημαίνεται,  ιδιαίτερα, η δυνατότητα του πιστωτικού ιδρύματος να παρακαταθέσει το αντάλλαγμα στο ΤΠΔ.

    Τα έννομα αποτελέσματα της δήλωσης επέρχονται με τη δημοσίευσή της στο Γ.Ε.Μ.Η. (αρ. 47 §5). Η δημοσίευση αυτή επέχει, κατ’ ουσίαν, θέση κοινοποίησης της απευθυντέας δήλωσης.

    Με τη συγκεκριμένη δημοσίευση συντελείται, αυτοδικαίως, η μεταβίβαση των μετοχών της μειοψηφίας στον πλειοψηφούντα μέτοχο. Προϋπόθεση αποτελεί η εγγραφή των ονομαστικών μετοχών στο βιβλίο μετόχων (40 §2). Ωστόσο, ως προς τις άυλες μετοχές, η μεταβίβασή τους γίνεται μέσω λογαριασμών αξιών (41 §3).

    Δεν απαιτείται, επομένως, η υλική πράξη της παράδοσης των τυχόν υφιστάμενων μετοχικών τίτλων ούτε η σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης μεταξύ των εμπλεκομένων.

    Το δικαίωμα είσπραξης του παρακατατεθειμένου ανταλλάγματος από τους μειοψηφούντες μετόχους εξαρτάται από τη δημοσίευση της ανωτέρω δήλωσης. Σε κάθε περίπτωση, η παράδοση των μετοχικών τους τίτλων, εφόσον υπάρχουν, προηγείται της είσπραξης. Η μεταβίβαση των μετοχών, ωστόσο, επέρχεται ανεξάρτητα από την είσπραξη.

     

    Η Ατομική Γνωστοποίηση

    Στην περίπτωση που τα στοιχεία των μετόχων της μειοψηφίας είναι γνωστά στον πλειοψηφούντα, είναι δυνατή η παράκαμψη της διαδικασίας δημόσιας δήλωσης. Ο πλειοψηφών διατηρεί το δικαίωμα, στην περίπτωση αυτή, να προβεί σε προσωπικές και ξεχωριστές ειδοποιήσεις μέσω δικαστικού επιμελητή ή με αποστολή συστημένης επιστολής (αρ. 47 § 6).

    Σε αντίθεση με τη δημόσια δήλωση, η δημοσίευση των γνωστοποιήσεων στο Γ.Ε.Μ.Η δεν είναι, στην περίπτωση της ατομικής γνωστοποίησης, υποχρεωτική. Η μεταβίβαση των μετοχών επέρχεται μετά και την τελευταία γνωστοποίηση, η οποία είναι υποχρεωτικό να μην απέχει περισσότερες από δεκαπέντε ημέρες από τη συντέλεση της πρώτης. Σε περίπτωση αποστολής συστημένης επιστολής, ως χρόνος μεταβίβασης λογίζεται ο χρόνος αποστολής της και όχι ο χρόνος παραλαβής.

     

    Εκτέλεση Της Απόφασης

    Η εκτέλεση της απόφασης και συνεπεία αυτής, η μεταβίβαση των μετοχών δεν κωλύεται από τυχόν άσκηση ενδίκων μέσων, αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης ή τριτανακοπής κατά της πρώτης. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, τυχόν αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται (άρ. 47 §7).

     

    Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου ΑΕ (ιδιοκτήτη μετοχών του 95%+ του μετοχικού της κεφαλαίου) για αναγκαστική εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων, είναι πρόδηλο πως τα συμφέροντα του πρώτου εξυπηρετεί. Και τα συμφέροντα, όμως, της ίδιας της εταιρείας εξυπηρετούνται και προάγονται: απαλλάσσεται από εσωτερικές έριδες και «εν ενί πνεύματι» οδηγείται στην επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Και τα συμφέροντα, τέλος, του ίδιου του μειοψηφούντος εξυπηρετούνται˙ διαθέτοντας ένα τέτοιο ελάχιστο ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ (<5%) απολαμβάνει απολύτως περιορισμένα δικαιώματα και προστασία από το νόμο. Η αποχώρησή του, επομένως, από την ΑΕ, έναντι αξιόχρεου ανταλλάγματος, δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί (κατά κανόνα) βλαπτική για τον ίδιο.

    Μετοχές πάντως της ΑΕ δεν αποκτούν μόνον οι μέτοχοι˙ δικαιούται και η ίδια η ΑΕ να αποκτήσει δικές της (:«ίδιες»). Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Αυγούστου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Δικαίωμα μειοψηφούντων για εξαγορά των μετοχών τους από τον πλειοψηφούντα

    Δικαίωμα μειοψηφούντων για εξαγορά των μετοχών τους από τον πλειοψηφούντα

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στο δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά των μετοχών της από την ΑΕ (άρ. 45 ν. 4548/2018).  Θα μας απασχολήσει εδώ μια αντίστοιχη αξίωσή της: Εκείνη που αφορά την αξίωση εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος (αυτή τη φορά όχι από την ΑΕ αλλά) από τον πλειοψηφούντα μέτοχο. Το δικαίωμα εξαγοράς αυτό ρυθμίζεται στο άρθρο 46 ν. 4548/2018, κατά τρόπο όμοιο σε σχέση με το προϊσχύσαν άρθρο 49β κ.ν. 2190/1920.

     

    Έννοια

    Το δικαίωμα εξαγοράς που επιχειρούμε να προσεγγίσουμε στο παρόν, συνιστά δικαίωμα εξόδου των μετόχων της μειοψηφίας (έως 5% του μετοχικού κεφαλαίου) έναντι ανταλλάγματος (:«sell out»). Τις μετοχές αποκτά, υποχρεωτικά-σε περίπτωση ευδοκίμησης της σχετικής δικαστικής διαδικασίας, ο πλειοψηφών μέτοχος (95%+ του μετοχικού κεφαλαίου)˙ o τελευταίος, μάλιστα, θα οφείλει και το αντάλλαγμα/τίμημα που, δικαστικά, θα οριστεί.

     

    Σκοπός

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς συνιστά ένα, ακόμα, βέλος στη φαρέτρα της μειοψηφίας για την προάσπιση των συμφερόντων της. Για την «έξοδο» των μειοψηφούντων μετόχων δεν απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένου λόγου ή διαπίστωση του «ιδιαίτερα ασύμφορου» της παραμονής τους στην ΑΕ (όπως, αντίστοιχα, απαιτείται για την εφαρμογή του άρθρου 45-για την εξαγορά, δηλ., μετοχών μειοψηφίας από την ΑΕ). Ο λόγος είναι απολύτως αδιάφορος στην προκειμένη περίπτωση. Αρκούν συγκεκριμένοι συσχετισμοί μειοψηφίας/πλειοψηφίας και η δικαστική διάγνωση των, κατά νόμο, προϋποθέσεων.

    Ο απεγκλωβισμός της μειοψηφίας από την ΑΕ γίνεται με ταυτόχρονη-άμεση ενίσχυση της μετοχικής θέσης του πλειοψηφούντος μετόχου. Ο μικρομέτοχος αποδεσμεύεται από ένα μετοχικό σχήμα στο οποίο οι ισορροπίες δυνάμεων έχουν σημαντικά μεταβληθεί, σε σχέση με όσες ίσχυαν κατά την ίδρυση της ΑΕ ή κατά την είσοδό του σε αυτήν. Παράλληλα, ο πλειοψηφών μέτοχος είναι ενδεχομένο να αποτελέσει τον μοναδικό, πλέον, μέτοχο της ΑΕ. Να απαλλαγεί, δηλαδή, από (έστω και μικρές ποσοστιαία-συχνά, όμως, ενοχλητικές) μειοψηφίες. Η δυνητικά διαμορφούμενη, με την άσκηση για το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς, «ενός ανδρός αρχή» είναι ενδεχόμενο να είναι προβληματική σε ουσιαστικό και, ιδίως, νομικό επίπεδο˙ ενδεχομένως, όμως, να είναι και, υπό προϋποθέσεις, επωφελής. Σε κάθε περίπτωση: εναπόκειται στον μόνο ή κατέχοντα συντριπτική πλειοψηφία μέτοχο της ΑΕ το δικαίωμα της επιλογής. Διατηρεί όμως, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα να επιτρέψει την είσοδο νέων μετόχων που ο ίδιος θα επιλέξει.

     

    Δημόσια Πρόταση(;)

    Η περίπτωση εξαγοράς μετοχών μειοψηφίας από την ΑΕ δεν είναι δυνατό να συντρέχει στην περίπτωση των εισηγμένων (άρ. 45 §7).  Τούτο, ωστόσο, δεν ισχύει στην περίπτωση που εξετάζουμε.

    Το εδώ διερευνώμενο δικαίωμα εξαγοράς (για την αγορά των μετοχών του μειοψηφούντος από τον πλειοψηφούντα μέτοχο) ισχύει και επί εισηγμένων. Με την επιφύλαξη, πάντως (άρ. 46 §1, εδ. α΄), των διατάξεων και διαδικασίας σχετικά με την υποβολή δημόσιας πρότασης για την αγορά κινητών αξιών (άρ. 28 ν. 3461/2006). Οι τελευταίες, ως ειδικότερες, ορθότερο είναι να θεωρηθεί ότι αποκτούν προβάδισμα εφαρμογής. Αποκλείεται, άλλωστε, η παράλληλη εφαρμογή τους καθώς απαιτούν την πλήρωση διαφορετικών προϋποθέσεων. Στο παρόν, πάντως, αποκλειστικά θα περιοριστούμε στις προϋποθέσεις του άρθρου 46-στις μη εισηγμένες, δηλαδή, ΑΕ.

     

    Ποσοστά Μειοψηφούντος & Πλειοψηφούντος

    Το (έως) 5% ποσοστό του μειοψηφούντος

    Ο φορέας για το δικαίωμα εξαγοράς θα πρέπει, αυτονοήτως, να είναι μέτοχος. Δεν ενδιαφέρει, όμως, το είδος ή η κατηγορία των μετοχών τις οποίες κατέχει (λ.χ. αν πρόκειται για κοινές ή προνομιούχες).

    Ο μέτοχος μειοψηφίας πρέπει να κατέχει ποσοστό έως 5% του συνολικού (αναληφθέντος και όχι, κατ’ ανάγκη, καταβεβλημένου) μετοχικού κεφαλαίου. Τούτο σημαίνει ότι το συγκεκριμένο δικαίωμα είναι δυνατό να γεννηθεί σε περισσότερους του ενός μικρομετόχους. Εναπόκειται, τότε, στον καθένα από αυτούς να αξιώσει (ή μη) την εξαγορά των μετοχών του από τον πλειοψηφούντα (με 95%+ ποσοστό του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου).

    Το 95%+ ποσοστό του πλειοψηφούντος

    Η διαμόρφωση του 95%+ ποσοστού

    Ο πλειοψηφών μέτοχος θα πρέπει να συγκεντρώνει (κατά λογική ακολουθία με την προηγούμενη προϋπόθεση) ποσοστό μεγαλύτερο του 95% του συνολικού (έστω και, μόνον, αναληφθέντος) μετοχικού κεφαλαίου. Η συγκέντρωση του εν λόγω ποσοστού θα πρέπει να έχει λάβει χώρα σε χρόνο μεταγενέστερο της ίδρυσης της ΑΕ. Η συγκεκριμένη επιλογή του νομοθέτη μοιάζει εύλογη: ως άξια προστασίας κρίνονται τα δικαιώματα της μειοψηφίας εξαιτίας, ακριβώς, της μεταβολής των μετοχικών ισορροπιών της ΑΕ. Αντίθετα, κατά την ίδρυσή της, ο μέτοχος της μειοψηφίας συνειδητά επιλέγει να μετέχει-στη βάση του όποιου μετοχικού σχήματος. Δικαίωμα μεταμέλειας δεν αναγνωρίζεται στην περίπτωση αυτή.

    Γίνεται δεκτό, ωστόσο, ότι το εν λόγω δικαίωμα ασκείται και στην περίπτωση που ο πλειοψηφών μέτοχος κατείχε κατά την ίδρυση ποσοστό μεγαλύτερο από 95%, έπειτα μειώθηκε κάτω από αυτό μεταβιβάζοντας μετοχές του, και εκ νέου το υπερέβη.

    Ο συνυπολογισμός στο 95%+

    Το συγκεκριμένο (υπερβάλλον του 95%) ποσοστό δεν απαιτείται να  κατέχεται αποκλειστικά από έναν μέτοχο. Συνυπολογίζονται (άρ. 46 §1, εδ. β΄) τα ποσοστά που κατέχουν:

    (α) συνδεδεμένες με αυτόν επιχειρήσεις (κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014) και

    (β) τα στενά μέλη οικογένειας αυτού (:close family member-Παρ. Α΄ ν. 4308/2014). Ως στενό μέλος οικογένειας ενός προσώπου ορίζεται εκείνο το μέλος της οικογένειάς του, που μπορεί να αναμένεται ότι επηρεάζει ή επηρεάζεται από το πρόσωπο αυτό κατά την ενασχόλησή του με την οντότητα (εννοείται, εν προκειμένω, με την ΑΕ). Ως στενά μέλη ρητά προβλέπονται: «…Ο(η) σύζυγος ή ο(η) σύντροφος με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο (εννοείται, εν προκειμένω, ο πλειοψηφών μέτοχος). …Τα εξαρτώμενα μέλη, συμπεριλαμβανομένων ανιόντων ή κατιόντων συγγενών, του προσώπου ή του(της) συζύγου του(της) ή του(της) συντρόφου του(της), με τον(την) οποίο(α) συγκατοικεί το πρόσωπο.». Αναγκαία, όμως, η περιστολή της ερμηνείας της συγκεκριμένης διάταξης όταν ο πλειοψηφών μέτοχος δεν ασκεί επιρροή στα συγκεκριμένα πρόσωπα και δεν δρουν, κατ’ αποτέλεσμα, ως ομάδα.

    Απόκτηση & Διατήρηση Του 95%

    Δεν είναι αναγκαίος (κατά το άρθρο 46) συγκεκριμένος, ελάχιστος, χρόνος διακράτησης του συγκεκριμένου, αυξημένου, ποσοστού από τον πλειοψηφούντα μέτοχο προκειμένου να γεννηθεί το εδώ εξεταζόμενο δικαίωμα. Δεν είναι λογικό όμως, από την άλλη πλευρά, να γίνει ανεκτή η (σκόπιμη ή κατά το φαινόμενο) μείωση του μετοχικού ποσοστού του πλειοψηφούντος με σκοπό την καταστρατήγηση της ανωτέρω υποχρέωσής του. Γίνεται δεκτό, στο συγκεκριμένο πλαίσιο, πως αν ο πλειοψηφών μέτοχος (ή συνδεδεμένα ή στενά συγγενικά με αυτόν πρόσωπα) μεταβιβάσουν τις μετοχές μετά την έναρξη σχετικής δίκης, ο μειοψηφών μέτοχος δεν χάνει τη αξίωσή του. Ούτε η δίκη καθίσταται άνευ αντικειμένου. Αντίθετα, η εκδοθησόμενη απόφαση θα δεσμεύει τους καθολικούς, οιονεί καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους των προαναφερόμενων μετόχων.

     

    Προθεσμία Άσκησης

    Ο νομιμοποιούμενος ενεργητικά μέτοχος μειοψηφίας έχει τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή για την εξαγορά των μετοχών του εντός αποκλειστικής/αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών (άρ. 46 §1, εδ. α΄). Εκκινεί η συγκεκριμένη προθεσμία με την απόκτηση από τον πλειοψηφούντα μέτοχο της κυριότητας μετοχών με τις οποίες υπερβαίνει το 95% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Με την άπρακτη παρέλευση της πενταετίας, ο μειοψηφών μέτοχος  χάνει, οριστικά, τη δυνατότητα να επιδιώξει, δικαστικά, την εξαγορά των μετοχών του από τον πλειοψηφούντα.

     

    Η Άσκηση Του Δικαιώματος Εξαγοράς

    Το δικαίωμα εξαγοράς (άρ. 46) ασκείται με αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της ΑΕ, το οποίο δικάζει κατά την τακτική διαδικασία. Ενεργητικά νομιμοποιείται, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο μέτοχος (ή οι μέτοχοι) μειοψηφίας με ποσοστό 5% (ή μικρότερο).

    Παθητικά νομιμοποιείται, αυτονοήτως, ο πλειοψηφών μέτοχος. Σε περίπτωση, όμως, που λαμβάνει χώρα συνυπολογισμός ποσοστών δεν υπάρχει σύμπνοια θεωρίας και νομολογίας ως προς το ζήτημα της παθητικής νομιμοποίησης. Υποστηρίζεται στη θεωρία ότι, στην περίπτωση αυτή, παθητικά νομιμοποιούνται όλοι οι μέτοχοι το ποσοστό των μετοχών των οποίων συνυπολογίζεται. Η νομολογία, ωστόσο, έχει κρίνει ότι παθητικά και στην περίπτωση αυτή νομιμοποιείται μόνον ο πλειοψηφών μέτοχος (1716/2016 ΕφΑθ, ΤΝΠ QUALEX). Η θέση αυτή αξιολογείται ως εσφαλμένη. Αφενός γιατί, ύστερα από την εξαγορά, θα μεταβληθούν τα ποσοστά συμμετοχής όσων μετόχων συνυπολογίστηκαν. Αφετέρου γιατί ο πλειοψηφών μέτοχος είναι ενδεχόμενο να μην είναι ένας (στην περίπτωση, λ.χ., συζύγων με ποσοστά 46% έκαστος).

    Η αγωγή που θα ασκηθεί είναι αναγνωριστική κατά το σκέλος της που αφορά την ύπαρξη του δικαιώματος εξαγοράς και τον υπολογισμό της αξίας των μετοχών˙ καταψηφιστική, κατά το σκέλος και αίτημά της για καταδίκη του πλειοψηφούντος μετόχου σε εξαγορά των μετοχών του μειοψηφούντος σε συγκεκριμένη τιμή.

    Εφόσον η αγωγή γίνει δεκτή, η δικαστική απόφαση θα προσδιορίσει το δίκαιο και εύλογο αντάλλαγμα που θα λάβει ο μέτοχος της μειοψηφίας. Για τον προσδιορισμό του ανταλλάγματος το δικαστήριο είναι δυνατό να διατάξει πραγματογνωμοσύνη από δύο ορκωτούς ελεγκτές ή μία ελεγκτική εταιρεία.

     

    Το δικαίωμα του μειοψηφούντος μετόχου ΑΕ για (αναγκαστική) εξαγορά των μετοχών του από τον πλειοψηφούντα (ιδιοκτήτη μετοχών του 95%+ του μετοχικού της κεφαλαίου) είναι πρόδηλο πως τα συμφέροντα του πρώτου εξυπηρετεί. Από μιαν άλλη οπτική γωνία, όμως, και τα συμφέροντα του πλειοψηφούντος αλλά και της ίδιας της εταιρείας εξυπηρετούνται και προάγονται: απαλλάσσονται, αμφότεροι, από έναν (κατά κανόνα) όχι φιλικό-μειοψηφούντα μέτοχο. Η ομόθυμη υποστήριξη των εναπομενόντων θα συμβάλλει, αναμφίβολα, προς τη θετική κατεύθυνση.

    Θα μπορούσε, άραγε, να αναγνωριστεί στον πλειοψηφούντα μέτοχο η πρωτοβουλία των κινήσεων για μια αντίστοιχη εξαγορά; Η απάντηση σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 14 Αυγούστου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.