Ετικέτα: Κουμεντακης και Συνεργατες

  • Η προστασία του εμπορικού απορρήτου

    Η προστασία του εμπορικού απορρήτου

    Ι. Προοίμιο

    Η πλειονότητα των επιχειρήσεων, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, βασίζεται (λιγότερο ή περισσότερο) στη αξιοποίηση εμπορικών απορρήτων για τη διασφάλιση της ανάπτυξής τους. Για κάποιες μάλιστα από αυτές αποτελεί κομβικό σημείο (sine qua non στοιχείο) για την ίδια την ύπαρξή τους.

    Το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει, διαχρονικά, την ανάγκη της νομοθετικής προστασίας των κρίσιμων αυτών εμπορικών απορρήτων. Η τελευταία επιτυγχανόταν μέχρι πρόσφατα μέσω, κατά βάση, των σχετικών διατάξεων του ν. 146/1914, οι οποίες όμως προέβλεπαν (κυρίως) ποινικές κυρώσεις για τις περιπτώσεις προσβολής εμπορικού απορρήτου.

     

    ΙΙ. Οι πρόσφατες ρυθμίσεις για την προστασία του εμπορικού απορρήτου

    Το διαφορετικό επίπεδο παροχής για την έννομη προστασία του εμπορικού απόρρητου στα κράτη μέλη της ΕΕ κατέστησε επιτακτική την έκδοση της Οδηγίας 2016/943 για την εναρμόνιση των δικαίων όλων των κρατών μελών με αυτή. Στη χώρα μας ενσωματώθηκαν στο εθνικό δίκαιο, με  τον πρόσφατο ν. 4605/2019, οι διατάξεις της συγκεκριμένης Οδηγίας για την προστασία τεχνογνωσιών και επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικά απόρρητα). Οι διατάξεις του νέου νόμου καλύπτουν το κενό της παροχής αστικής προστασίας και ισχύουν παράλληλα με τις ανωτέρω αναφερόμενες διατάξεις του ν. 146/1914.

    Για να χαρακτηρισθεί μία πληροφορία ως εμπορικό απόρρητο θα πρέπει σωρευτικά:

    (α) η πληροφορία να είναι απόρρητη, με την έννοια ότι δεν είναι ευρέως γνωστή σε πρόσωπα που ανήκουν σε κύκλους που ασχολούνται με αυτό το είδος πληροφοριών ούτε άμεσα προσβάσιμες στα πρόσωπα αυτά,

    (β) να έχει εμπορική αξία που απορρέει από τον απόρρητο χαρακτήρα της και

    (γ) το πρόσωπο που έχει αποκτήσει νόμιμα τον έλεγχο επί της πληροφορίας αυτής να έχει καταβάλει εύλογες προσπάθειες για την προστασία του απόρρητου χαρακτήρα.

     

    Ενδεικτικά, απόρρητες μπορεί να είναι οι πληροφορίες σχετικά με τους πελάτες και προμηθευτές μιας επιχείρησης, εγχειρίδια και σχέδια, οικονομικά στοιχεία, know how, έρευνες αγοράς επί προϊόντων.

    Στον κάτοχο του εμπορικού απορρήτου μπορεί να παρασχεθεί προσωρινή δικαστική προστασία μέσω της λήψης ασφαλιστικών μέτρων.

    Περιεχόμενο των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να είναι:

    (α) η προσωρινή παύση ή απαγόρευση της χρήσης ή της αποκάλυψης του εμπορικού απορρήτου,

    (β) η απαγόρευση της παραγωγής, προσφοράς, διάθεσης στην αγορά, χρήσης παράνομων εμπορευμάτων ή/και της εισαγωγής, εξαγωγής ή αποθήκευσης τους (των παράνομων εμπορευμάτων),

    (γ) η κατάσχεση ή παράδοση εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι είναι παράνομα.

    (Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόβλεψη για εξάρτηση της λήψης ασφαλιστικών μέτρων από την καταβολή εγγυοδοσίας εκ μέρους του αιτούντος με σκοπό να εξασφαλιστεί η αποκατάσταση τυχόν ζημίας του  φερομένου ως παραβάτη αντιδίκου του).

    Ανάλογα μέτρα με τα παραπάνω είναι δυνατό να διαταχθούν και κατά την έκδοση της δικαστικής απόφασης επί της κύριας αγωγής. Κρίσιμη είναι η δυνατότητα του δικαστηρίου που δικάζει την αγωγή να διατάξει, αντί για το ζητούμενο με την αγωγή, την καταβολή αποζημίωσης. Αυτή η δυνατότητα ενεργοποιείται ύστερα από αίτημα του εναγόμενου εφόσον αυτός δεν γνώριζε ούτε όφειλε να γνωρίζει ότι το εμπορικό απόρρητο αποκτήθηκε παράνομα από τρίτο.

    Αποζημίωση μπορεί να διατάξει το δικαστήριο και ύστερα από αίτημα του ενάγοντος, στην περίπτωση που ο εναγόμενος γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι προβαίνει σε παράνομη απόκτηση ή χρήση του εμπορικού απορρήτου.

    Το εμπορικό απόρρητο είναι δυνατό να παραβιασθεί και από εργαζόμενο. Η σχετική ευθύνη όμως έναντι του εργοδότη περιορίζεται αν ο παραβάτης-εργαζόμενος ενήργησε χωρίς δόλο.

     

    Στον αντίποδα του δικαιώματος για την προστασία του εμπορικού απορρήτου βρίσκεται το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης αλλά και η έννοια του δημόσιου συμφέροντος. Με το νέο νόμο επιχειρείται εξισορρόπηση των αντικρουόμενων αυτών συμφερόντων μέσω της πρόβλεψης των περιπτώσεων εκείνων κατά τις οποίες απορρίπτεται το σχετικό αίτημα για παροχή δικαστικής προστασίας. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι η αίτηση απορρίπτεται όταν η απόκτηση, χρήση ή αποκάλυψη του εμπορικού απορρήτου έχει πραγματοποιηθεί:

    (α) για την άσκηση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης, συμπεριλαμβανομένου του σεβασμού της ελευθερίας και της πολυφωνίας των μέσων μαζικής ενημέρωσης,

    (β) για τη διαπίστωση αδικοπρακτικής συμπεριφοράς ή παράνομης δραστηριότητας, με την προϋπόθεση ότι ο εναγόμενος ενήργησε προς το σκοπό της προστασίας του γενικού δημόσιου συμφέροντος,

    (γ) από τους εργαζόμενους στους εκπροσώπους τους, στο πλαίσιο της νόμιμης άσκησης εκ μέρους των εκπροσώπων αυτών των καθηκόντων τους, εφόσον η αποκάλυψη αυτή ήταν αναγκαία για την άσκηση των συγκεκριμένων καθηκόντων και

    (δ) χάριν προστασίας εννόμου συμφέροντος που αναγνωρίζεται από το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο.

    Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις, το δημόσιο συμφέρον και το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και της πληροφόρησης υπερτερούν έναντι του δικαιώματος προστασίας του εκάστοτε εμπορικού απορρήτου.

     

    ΙΙΙ. Εν κατακλείδι

    Δεν είναι ασύνηθες να βρεθεί μία επιχείρηση αντιμέτωπη με την προσβολή εμπορικών απορρήτων της. Στην απευκταία αυτή περίπτωση, είναι εξαιρετικά σημαντική η δυνατότητα ευχερούς απόδειξης της προσβολής τους καθώς η δικαστική προστασία παρουσιάζεται ως αναπόφευκτη συνέπεια. Στο πλαίσιο αυτό είναι επιβεβλημένη, για κάθε επιχείρηση, η λήψη των αναγκαίων προληπτικών μέτρων, όπως, ενδεικτικά, ο ακριβής προσδιορισμός των εμπορικών απορρήτων και των προσώπων που έχει πρόσβαση σε αυτά, η ενίσχυση των ηλεκτρονικών συστημάτων της, η επιμόρφωση των εργαζομένων της. Ξεχωριστή θέση κατέχουν, αυτονοήτως, η κατάρτιση ειδικών ρητρών εμπιστευτικότητας και η συνάρτησή τους με συγκεκριμένες-αυξημένης βαρύτητας κυρώσεις.

    Κι όλα τούτα βεβαίως με την καθοδήγηση των τεχνικών και, αυτονοήτως, των νομικών συμβούλων της.

    Ευδοκία Κορνηλάκη
    Senior Associate

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 6 Οκτωβρίου 2019.

    η προστασία του εμπορικού απορρήτου από την Ευδοκία Κορνηλάκη

  • Νέοι μηχανισμοί επίλυσης φορολογικών διαφορών στην Ε.Ε.

    Νέοι μηχανισμοί επίλυσης φορολογικών διαφορών στην Ε.Ε.

    Οι νέοι μηχανισμοί επίλυσης φορολογικών διαφορών στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης 

    Ι. Προοίμιο

    Καθώς και ο Σωκράτης ανάγκασε τελικά τον σοφιστή Θρασύμαχο (όπως προκύπτει από την Πολιτεία του Πλάτωνα βλ. 346e–348b)-θιασώτη της άποψης περί δικαίου του ισχυροτέρου, να παραδεχτεί ότι η δικαιοσύνη είναι μια αρετή της ψυχής που μπορεί να εξασφαλίσει στον άνθρωπο την ευτυχία, θέλουμε πάντοτε να προσβλέπουμε στη δικαιοσύνη για την διασφάλιση των δικαιωμάτων μας αλλά και την αποκατάσταση του δικαίου.

    Η καθυστέρηση όμως της απονομής της δικαιοσύνης αποτελεί μία μάστιγα (από τις πάμπολλες) για τις επιχειρήσεις – βεβαίως και για τα φυσικά πρόσωπα.

    Το ενδεχόμενο να απευθυνθεί κάποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στη δικαιοσύνη της πατρίδας μας διεκδικώντας το δίκιο του για θέματα διοικητικού δικαίου είναι, από τη φύση του, απολύτως προβληματικό: Θα πρέπει να διαθέτει όχι μόνον τους κατάλληλους νομικούς, οικονομικούς και φοροτεχνικούς συμβούλους και ισχυρά οικονομικά μέσα αλλά και να οπλιστεί με ιώβειο υπομονή: Ο χρόνος επίλυσης της όποιας φορολογικής διαφοράς (παρά το γεγονός ότι έχει ήδη βελτιωθεί) προσεγγίζει και σε κάποιες περιπτώσεις υπερβαίνει τη δεκαετία (!).

    Οι χρόνοι επίλυσης των δικαστικών διαφορών (ιδίως των διοικητικής-φορολογικής φύσεως) μοιάζει να στερούνται σοβαρότητας.

    Το ενδεχόμενο όμως να εμπλακεί κάποιος με τα δικαιϊκά συστήματα περισσοτέρων κρατών με τα οποία, λ.χ., υπάρχουν συμβάσεις αποφυγής διπλής φορολογίας καθίσταται απολύτως τρομακτικό: μάλλον μια ζωή δεν φτάνει…

    Τα υφιστάμενα συστήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν ήταν μέχρι πρότινος διασφαλιστικά των δικαιωμάτων των φορολογουμένων ούτε και βοηθητικά της επιτάχυνσης της επίλυσης των όποιων φορολογικής φύσεων διαφορών που γεννιούνταν από την ύπαρξη (και μη εφαρμογή ή λανθασμένη εφαρμογή) διακρατικών συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας.

    Επιδιώχθηκε η βελτίωσή τους.

     

    ΙΙ. Η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1852 της 10.10.2017 του Συμβουλίου για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση

    Πριν από τρία, σχεδόν, χρόνια (στις 25.10.2016) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωνε το σχέδιο της για τον τρόπο με τον οποίο φορολογούνται οι εταιρείες στην ενιαία αγορά, «προκειμένου να επιτευχθεί ένα πιο δίκαιο και ευνοϊκό για την ανάπτυξη σύστημα φορολόγησης».

    Ο αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις δήλωνε, τότε, πως: «Η φορολογική πολιτική πρέπει να στηρίζει τους στόχους της ΕΕ για οικονομική ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη…»

    Ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωνε επίσης: «Με την αναθεωρημένη πρόταση για την ΚΕΒΦΕ (Κοινή Ενοποιημένη Βάση Φορολογίας των Εταιρειών), ανταποκρινόμαστε στις ανησυχίες τόσο των επιχειρήσεων όσο και των πολιτών …Οι υπουργοί Οικονομικών θα πρέπει να δουν με «νέο μάτι» αυτή τη φιλόδοξη και έγκαιρη δέσμη μέτρων, η οποία αναμένεται να συμβάλει στη δημιουργία ενός αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος κατάλληλου για τον 21ο αιώνα.»

    Με αφορμή όμως ποιο γεγονός αυτές οι δηλώσεις;

    Την εποχή εκείνη (Οκτώβριος του 2016) εκκρεμούσαν στην ΕΕ περίπου 900 διαφορές  με εκτιμώμενη αξία 10,5 δις Ευρώ. Τα μεγέθη ήταν εξαιρετικά υψηλά και αντιμετώπιση του προβλήματος επιβεβλημένη: Η πρόθεση ήταν να υπάρξουν σαφείς προθεσμίες ώστε τα κράτη-μέλη να συμφωνήσουν σε δεσμευτικές λύσεις για τα προβλήματα που δημιουργούνταν από τη διπλή φορολόγηση και τις συμβάσεις αποφυγής της.

    Μια από τις σημαντικές δράσεις που θα ακολουθούσαν ήταν και η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1852 του Συμβουλίου της 10ης Οκτωβρίου 2017 για τους μηχανισμούς επίλυσης φορολογικών διαφορών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

     

    ΙΙΙ. Οι επί της ουσίας παραδοχές της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1852 της 10.10.2017

    Στο προοίμιο της συγκεκριμένης Οδηγίας (η οποία ακολούθησε τις ανωτέρω δηλώσεις)  γίνονται κάποιες, εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, αναφορές. Παρατίθενται, αυτούσιες, οι περισσότερο ενδιαφέρουσες:

     «Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Οι περιπτώσεις κατά τις οποίες περισσότερα του ενός κράτη μέλη ερμηνεύουν ή εφαρμόζουν διαφορετικά τις διατάξεις διμερών φορολογικών συμφωνιών ή συμβάσεων, περιλαμβανομένης της σύμβασης για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διορθώσεως των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων …μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρά φορολογικά εμπόδια για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε διασυνοριακό επίπεδο. Συνεπάγονται υπερβολική φορολογική επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις και είναι πιθανό να οδηγήσουν σε οικονομικές στρεβλώσεις και αναποτελεσματικότητα, και να έχουν αρνητικές συνέπειες στις διασυνοριακές επενδύσεις και στην ανάπτυξη.

    (2) Για τον λόγο αυτό, είναι αναγκαίο να υπάρχουν μηχανισμοί στην Ένωση οι οποίοι διασφαλίζουν την αποτελεσματική επίλυση των διαφορών που αφορούν την ερμηνεία και εφαρμογή των εν λόγω διμερών φορολογικών συνθηκών και της σύμβασης περί διαδικασίας διαιτησίας της Ένωσης, ειδικότερα δε των διαφορών που οδηγούν σε διπλή φορολογία.

    (4) …Παράλληλα, στο πνεύμα της εξασφάλισης δίκαιου φορολογικού συστήματος, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί η ύπαρξη ολοκληρωμένων, αποτελεσματικών και βιώσιμων μηχανισμών επίλυσης διαφορών. Η βελτίωση των μηχανισμών επίλυσης διαφορών είναι επίσης αναγκαία για την αντιμετώπιση του κινδύνου αυξημένου αριθμού διαφορών διπλής ή πολλαπλής φορολογίας που αφορούν ενδεχομένως υψηλά ποσά, λόγω των τακτικότερων και περισσότερο επικεντρωμένων πρακτικών ελέγχου των φορολογικών διοικήσεων.

    (5) Είναι ζωτικής σημασίας να θεσπιστεί ένα αποτελεσματικό και αποδοτικό πλαίσιο για την επίλυση φορολογικών διαφορών που να εξασφαλίζει ασφάλεια δικαίου και ευνοϊκό για τις επενδύσεις επιχειρηματικό περιβάλλον για την επίτευξη δίκαιων και αποδοτικών συστημάτων φορολόγησης στην Ένωση…

    (6) Η επίλυση διαφορών θα πρέπει να εφαρμόζεται για τη διαφορετική ερμηνεία και την εφαρμογή διμερών φορολογικών συνθηκών…

     

    ΙV. Οι βασικές ρυθμίσεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1852 της 10.10.2017

    Το αντικείμενο της συγκεκριμένης Οδηγίας

    Η συγκεκριμένη Οδηγία θεσπίζει κανόνες για μηχανισμό επίλυσης διαφορών μεταξύ των κρατών μελών οι οποίες προκύπτουν από την ερμηνεία και την εφαρμογή συμφωνιών και συμβάσεων που προβλέπουν την εξάλειψη της διπλής φορολογίας. Ορίζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των θιγόμενων προσώπων όταν προκύπτουν τέτοιες διαφορές  (άρθρο 1) και αφορά τόσο φυσικά όσο και νομικά πρόσωπα (άρθρο 2).

    Ένσταση και φιλικός διακανονισμός

    Τα θιγόμενα φυσικά και νομικά πρόσωπα δικαιούνται να υποβάλουν ένσταση που περιλαμβάνει συγκεκριμένα στοιχεία και πληροφόρηση επί του αμφισβητουμένου ζητήματος, με την οποία θα ζητούν την επίλυση του ενώπιον καθεμίας από τις αρμόδιες αρχές καθενός από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Η ένσταση υποβάλλεται εντός τριών ετών από την παραλαβή της πρώτης κοινοποίησης του μέτρου το οποίο εγείρει αμφισβητούμενο ζήτημα. Τα κράτη δικαιούνται να το επιλύσουν μονομερώς εντός εξαμήνου από τη λήψη της ένστασης ή των συμπληρωματικών πληροφοριών που ενδεχομένως ζητήσουν. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η διαδικασία που προβλέπεται από τη συγκεκριμένη Οδηγία περατούται (άρθρο 3)

    Σε διαφορετική περίπτωση οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών (και υπό την προϋπόθεση ότι θα κάνουν αποδεκτή την υποβληθείσα ένσταση) επιδιώκουν την επίλυση του επίμαχου ζητήματος με διαδικασία φιλικού διακανονισμού εντός δύο ετών. Αν δεν τα καταφέρουν  ενημερώνουν το θιγόμενο πρόσωπο εκθέτοντας τους γενικούς λόγους για τη μη επίτευξη συμφωνίας (άρθρο 4)

    Συμβουλευτική Επιτροπή και Επιτροπή Εναλλακτικής Επίλυσης Διαφορών

    Στην περίπτωση απόρριψης της ένστασης ή αδυναμίας των εμπλεκομένων κρατών μελών να καταλήξουν σε συμφωνία, αναγνωρίζεται η δυνατότητα του θιγομένου προσώπου να ζητήσει της συγκρότηση συμβουλευτικής επιτροπής από τις αρμόδιες αρχές των συγκεκριμένων κρατών. Η συμβουλευτική επιτροπή γνωμοδοτεί σχετικά με τον τρόπο επίλυσης του αμφισβητούμενου ζητήματος (άρθρο 6) και συγκροτείται από έναν πρόεδρο, ένα αντιπρόσωπο (ή δύο) κάθε ενδιαφερόμενης αρμόδιας αρχής καθώς και μια ανεξάρτητη προσωπικότητα (ή δύο) η οποία διορίζεται από κάθε ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή (άρθρο 8).

    Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών μπορούν να συμφωνήσουν να συστήσουν (αντί της συμβουλευτικής επιτροπής) επιτροπή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών για την έκδοση γνώμης σχετικά με τον τρόπο επίλυσης του αμφισβητούμενου ζητήματος. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν επίσης να συμφωνήσουν να συγκροτήσουν μόνιμη επιτροπή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (άρθρο 10).

    Οι δαπάνες των μελών των ανωτέρω επιτροπών δεν βαρύνουν το θιγόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο αλλά κατανέμονται μεταξύ των εμπλεκομένων κρατών. Το ίδιο και οι όχι ευκαταφρόνητες αμοιβές των συμμετεχόντων ανεξαρτήτων προσωπικοτήτων (1000€ ανά πρόσωπο και ανά ημέρα)-(άρθρο 12).

    Η συμβουλευτική επιτροπή ή η επιτροπή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών διατυπώνει τη γνώμη της στις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία σύστασής της με δυνατότητα τρίμηνης παράτασης. Όταν η συμβουλευτική επιτροπή ή η επιτροπή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών κρίνει ότι το αμφισβητούμενο ζήτημα απαιτεί διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών για τη διατύπωση γνώμης, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί κατά τρεις μήνες. Η συμβουλευτική επιτροπή ή η επιτροπή εναλλακτικής επίλυσης διαφορών ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών και τα θιγόμενα πρόσωπα για κάθε εν λόγω παράταση (άρθρο 14).

    Ο τρόπος επίλυσης της διαφοράς

    Οι ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές συμφωνούν τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς εντός προθεσμίας έξι μηνών από την κοινοποίηση της γνώμης της συμβουλευτικής επιτροπής ή της επιτροπής εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να λάβουν απόφαση που αποκλίνει από τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής ή της επιτροπής εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Ωστόσο, εάν δεν καταλήξουν σε συμφωνία για τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς, δεσμεύονται από τη γνώμη αυτή. Σε περίπτωση μη εφαρμογής της οριστικής απόφασης, το θιγόμενο πρόσωπο δύναται να προσφύγει στο αρμόδιο δικαστήριο του κράτους μέλους που δεν εφήρμοσε την οριστική απόφαση, με αίτημα την εφαρμογή της (άρθρο 15).

    Η δυνατότητα προσφυγής στις ρυθμίσεις της συγκεκριμένης οδηγίας

    Είναι ενδεχόμενο το μέτρο το οποίο ελήφθη από κράτος μέλος και το οποίο γέννησε τη διαφορά να έχει καταστεί οριστικό σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Αξιοσημείωτο είναι πως στην περίπτωση αυτή, δεν εμποδίζονται τα θιγόμενα πρόσωπα να προσφύγουν στις διαδικασίες που προβλέπονται στη συγκεκριμένη οδηγία. Αντίστοιχα όμως η υπαγωγή της εν λόγω διαφοράς στη διαδικασία φιλικού διακανονισμού ή στην παραπάνω περιγραφόμενη διαδικασία επίλυσης διαφορών δεν εμποδίζει ένα κράτος μέλος να κινήσει ή να συνεχίσει για την ίδια υπόθεση δικαστικές διαδικασίες ή διαδικασίες για την επιβολή διοικητικών και ποινικών κυρώσεων (άρθρο 16).

    Οι ρυθμίσεις για τα φυσικά πρόσωπα και τις πολύ μικρές, μικρές ή μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις

    Όταν το θιγόμενο πρόσωπο είναι φυσικό πρόσωπο ή νομικό αλλά όχι μεγάλη επιχείρηση και όχι τμήμα μεγάλου Ομίλου (με την έννοια που τους δίνει η οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου) η διαδικασία που ακολουθείται γίνεται απλούστερη για τον προσφεύγοντα. Το σύνολο των ενστάσεων, αιτημάτων, αιτήσεων  αποσύρσεών του κλπ. δεν απαιτείται να υποβάλλονται σε κάθε αρμόδια αρχή των επιμέρους εμπλεκομένων κρατών αλλά μόνον ενώπιον της αρχής όπου η κατοικία ή η έδρα αντίστοιχα του θιγομένου (άρθρο 17).

     

    V. Οι συνέπειες της (μη) ένταξης της συγκεκριμένης Οδηγίας στο Εθνικό μας Δίκαιο

    Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης όφειλαν να «θέσουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο έως τις 30 Ιουνίου 2019» (άρθρο 22).

    Η χώρα μας δεν το έπραξε.

    Το γεγονός αυτό δημιουργεί έναν ενδιαφέροντα προβληματισμό καθώς, η Οδηγία δεν ισχύει άμεσα.

    Ωστόσο, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει αποφανθεί ότι ορισμένες διατάξεις μιας οδηγίας μπορούν, κατ’ εξαίρεση, να αναπτύσσουν άμεσα αποτελέσματα σε ένα κράτος μέλος, ακόμη και αν το κράτος αυτό δεν έχει ακόμη εγκρίνει πράξη μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) η οδηγία δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο ή έχει μεταφερθεί με εσφαλμένο τρόπο· β) οι διατάξεις της οδηγίας έχουν αναγκαστικό χαρακτήρα και είναι επαρκώς σαφείς και ακριβείς· και γ) οι διατάξεις της οδηγίας αναγνωρίζουν δικαιώματα σε μεμονωμένα άτομα.

    Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις αυτές, μεμονωμένα άτομα μπορούν να επικαλεσθούν τις διατάξεις της οδηγίας έναντι όλων των δημόσιων αρχών. Ακόμη και όταν η διάταξη της οδηγίας δεν απονέμει κάποιο δικαίωμα σε ιδιώτη, και επομένως πληρούνται μόνο η πρώτη και η δεύτερη προϋπόθεση, οι αρχές του κράτους μέλους έχουν νομική υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη την οδηγία που δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο. Η ανωτέρω νομολογία στηρίζεται κυρίως στις αρχές της αποτελεσματικότητας, της αποτροπής παραβιάσεων της Συνθήκης και της έννομης προστασίας. Αντίθετα, ένας ιδιώτης δεν μπορεί να επικαλεστεί άμεσα έναντι άλλου ιδιώτη την άμεση ισχύ οδηγίας που δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο (το «οριζόντιο αποτέλεσμα»· Υπόθεση C-91/92 Faccini Dori, Συλλογή, σ. I-3325 και επόμενα, σημείο 25).

    Η έναρξη ισχύος και εφαρμογής της συγκεκριμένης οδηγίας

    Με βάση λοιπόν τα παραπάνω δεδομένα, η συγκεκριμένη οδηγία (παρά το γεγονός ότι δεν έχει καταστεί εθνικό δίκαιο) εφαρμόζεται σε κάθε ένσταση που υποβάλλεται από την 1η Ιουλίου 2019 και εφεξής σε αμφισβητούμενα ζητήματα, τα οποία αφορούν το εισόδημα ή το κεφάλαιο που αποκτήθηκαν σε φορολογικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2018 ή μετά την ημερομηνία αυτή (άρθρο 23).

    Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου (συνεκδικαζόμενες υποθέσεις Francονich, Συλλογή 6/90 και 9/90), ένας πολίτης μπορεί να θεμελιώσει απαίτηση αποζημίωσης κατά κράτους μέλους το οποίο δεν εφαρμόζει το δίκαιο της Ένωσης. Όταν πρόκειται για οδηγία που δεν έχει μεταφερθεί ή έχει μεταφερθεί πλημμελώς στο εθνικό δίκαιο, παρόμοια προσφυγή είναι δυνατή όταν: α) η οδηγία έχει ως στόχο την εκχώρηση δικαιωμάτων σε μεμονωμένα άτομα· β) το περιεχόμενο των δικαιωμάτων μπορεί να διαπιστωθεί βάσει των διατάξεων της οδηγίας· και γ) υπάρχει αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παράβασης της υποχρέωσης μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και της ζημίας που υπέστη το συγκεκριμένο άτομο. Για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του κράτους μέλους δεν απαιτείται να αποδειχθεί υπαιτιότητα.

    Επομένως: ενδεχόμενη άρνηση εφαρμογής των προβλέψεων της συγκεκριμένης Οδηγίας από τη χώρα μας (στη βάση της μη ένταξής της στο εθνικό μας δίκαιο) γεννά αξιώσεις αποζημίωσης σε βάρος της.

     

    Εν κατακλείδι

    Η καθυστέρηση της απονομής δικαιοσύνης είναι ένα από τα εκατοντάδες θέματα που απασχολεί την επιχειρηματική κοινότητα-και όχι μόνον.

    Απασχόλησε και τους θεσμούς στο πλαίσιο των επιμέρους προγραμμάτων στήριξης. Ανεπιτυχώς εκτιμώ.

    Η καθυστέρηση της επίλυσης διοικητικής/φορολογικής φύσεως διαφορών μόνον ως απελπιστική μπορεί να χαρακτηριστεί (κι ας μη μιλήσουμε βέβαια για τις σχετικές καθυστερήσεις και του πρόσφατου, ακόμα, παρελθόντος).

    Το πρόβλημα καθίστατο περισσότερο οξύ, όταν εμπλέκονταν περισσότερα του ενός κράτη (στο πλαίσιο, λ.χ., αποφυγής συμβάσεων διπλής φορολογίας): τα αδιέξοδα δεν ήταν σπάνια ή, έστω, εύκολα διαχειρίσιμα.

    Η Οδηγία (ΕΕ) 2017/1852 της 10.10.2017 του Συμβουλίου προσβλέπει στην υποβοήθηση προσώπων και επιχειρήσεων: για την ευχερέστερη αντιμετώπιση καταστάσεων (για τις οποίες καθόλου δεν ευθύνονται) στο πλαίσιο επίλυσης φορολογικών διαφορών όπου εμπλέκονται εκτός από πρόσωπα και περισσότερα του ενός κράτη. Το χρονικό πλαίσιο των προβλεπόμενων διαδικασιών δεν θα το χαρακτηρίζαμε σύντομο. Το βέβαιο όμως είναι πως αποτελεί ένα μικρό, σημαντικό όμως βήμα, στον ιδιαίτερα μακρύ δρόμο: την απόδοση του δικαίου και της δικαιοσύνης.

    Γιατί (κατά τη Βρετανίδα σουφραζέτα Emmeline Pankhurst): «Justice and judgment lie often a world apart» (:η δικαιοσύνη και η απονομή της βρίσκονται συχνά σε έναν κόσμο διαφορετικό)…

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 4 Αυγούστου 2019.

  • Υποβολή χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην ΤτΕ

    Υποβολή χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην ΤτΕ

    Η υποβολή των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος: (ένας, ακόμα, «πονοκέφαλος»…)

    Προοίμιο

    Οι ημίονοι (μουλάρια) διακρίνονται, μεταξύ άλλων, για την υπομονή, την επιμονή, την αντοχή αλλά και τη δυνατότητά τους να μεταφέρουν βαρέα φορτία. Στον δυτικό κόσμο  η αξιοποίησή τους ήταν ευρύτατη μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Στις αραβικές χώρες αντίστοιχο ρόλο (και χρήση) έχουν οι καμήλες.

    Στη χώρα μας (και) οι επιχειρήσεις.

    Ο κάτοχος του ζώου είχε (έχει) πάντα την αίσθηση πως το ζώο (μουλάρι ή καμήλα) μπορεί «κάτι ακόμα» να σηκώσει. Προφανώς όμως και αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει πάντα. Οι φλεγματικοί βρετανοί χρησιμοποιούν τη φράση «το τελευταίο άχυρο». Ακριβέστερα: «the last straw which breaks the camel’s back»: Εκείνο το απειροελάχιστο φορτίο που θα σκοτώσει το καϋμένο ζώο.

    Στη χώρα μας δεν υπάρχει, εξ όσων γνωρίζω, αντίστοιχη παροιμία. Για τούτο (ενδεχομένως) και η συνέχιση της αξιοποίησης των επιχειρήσεων: για τα χαρακτηριστικά του ημιόνου.

     

    Μια, ακόμα, υποχρέωση:  Η υποβολή των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των νομικών προσώπων στην Τράπεζα της Ελλάδος

    Με πρόσφατη πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος [2682/3.6.2019-που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ τ. Β 2453/2019-στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας-Κανονισμός (ΕΚ) 2533/1998 του Συμβουλίου της 23.11.1998-άρθρο 5 §1 και 6 §4], «τα νομικά πρόσωπα του μη χρηματοπιστωτικού τομέα, τα οποία έχουν τη μορφή της Ανώνυμης Εταιρείας (εισηγμένης ή μη), της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, της ετερόρρυθμης κατά μετοχές εταιρείας και της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας και συντάσσουν κατ’ εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 τις ετήσιες χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, υποχρεούνται, ταυτόχρονα με την κατά νόμο υποχρέωση δημοσίευσής τους, να υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος τα οικονομικά τους στοιχεία συμπληρώνοντας τα υποδείγματα χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τα οποία επισυνάπτονται στην παρούσα Πράξη και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα αυτής» (άρθρο 1).

    Με άλλα λόγια:

    Το σύνολο των ΑΕ, των ΕΠΕ, των ΙΚΕ και των ετερορρύθμων κατά μετοχές εταιρειών υποχρεούνται στο εξής να υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος τα οικονομικά τους στοιχεία, με τη συμπλήρωση των υποδειγμάτων χρηματοοικονομικών καταστάσεων τα οποία η ίδια αξιώνει.

    Δεν αρκεί λοιπόν η δημοσίευση των χρηματοοικονομικών τους καταστάσεων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων, απαιτείται, επιπρόσθετα, και η υποβολή τους στην Τράπεζα της Ελλάδος με συγκεκριμένο τύπο (άρθρο 2).

     

    Ο χρόνος και το περιεχόμενο της γνωστοποίησης

    Η πρώτη υποβολή των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων των προαναφερθεισών νομικών προσώπων θα πραγματοποιηθεί από την 1η έως την 30ή Νοεμβρίου 2019 και θα αφορά τις εταιρικές χρήσεις: (α) 2016 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2016 έως 31.3.2017), (β) 2017 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2017 έως 31.3.2018) και (γ) 2018 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2018 έως 31.3.2019).

    Για τις επόμενες χρήσεις η υποβολή των σχετικών στοιχείων στην Τράπεζα της Ελλάδος θα πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την κατά νόμο δημοσίευσή τους.

    Σε κάθε περίπτωση (άρθρο 5) «η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα να ζητεί πρόσθετα πληροφοριακά στοιχεία και διευκρινίσεις για τα στοιχεία που υποβάλλουν οι επιχειρήσεις».

     

    Οι κυρώσεις

    Σε περίπτωση ελλιπούς, εσφαλμένης ή εκπρόθεσμης υποβολής των ως άνω στοιχείων εκ μέρους των υπόχρεων επιχειρήσεων, οι επαπειλούμενες κυρώσεις είναι αυτές που προβλέπονται στα άρθρα 2 και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και δεν είναι διόλου (κατ’ ανώτατο όριο) ευκαταφρόνητες: κάτι λιγότερο από τριακόσιες χιλιάδες (!) ευρώ και, σε περίπτωση υποτροπής, κάτι λιγότερο από εξακόσιες χιλιάδες (!) ευρώ. Με άλλα λόγια: εξοντωτικές…

     

    Οι εκδηλωθείσες αντιδράσεις

    Η πρόσφατη, από 25.6.2019, επιστολή του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών προς τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων  παραπονείται για αυτό που ζει κάθε ελληνική επιχείρηση: «Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, έχουμε αναγκαστεί ουκ ολίγες φορές να αποστέλλουμε τα ίδια στοιχεία σε διαφορετικές υπηρεσίες, ενώ η πληροφορία είναι ήδη διαθέσιμη σε υπηρεσία του κράτους»

    Με τη συγκεκριμένη επιστολή ζητείται το αυτονόητο, δηλ. η «άμεση διασύνδεση των δεδομένων του Γ.Ε.ΜΗ. με τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες της Τράπεζας Της Ελλάδος»

    Επισημαίνεται μάλιστα αυτό που βιώνει κάθε ελληνική επιχείρηση: τη δημιουργία επιπλέον κόστους στη λειτουργία της επειδή το κράτος είναι αδιάφορο ή ανίκανο.

     

    Εν κατακλείδι

    Διαβάζοντας την παραπάνω επιστολή θυμήθηκα ένα περιστατικό από την αρχή της δικηγορίας μου (τέλος δεκαετίας του 1980): Με επισκέφθηκε στο γραφείο μου ένας συνάδελφος από την Φρανκφούρτη. Με είδε να κολλάω ένσημα σε μία αγωγή που ετοιμαζόμουν να καταθέσω. Έβαλε τα γέλια. Απόρησα. «Τι είναι αυτά» με ρώτησε δείχνοντας μου τα ένσημα (που ο ίδιος δεν είχε ξαναδεί κι ούτε τη χρήση τους εγνώριζε). Του εξήγησα. Γέλασε περισσότερο. Παρέμεινα με την απορία μου (και τη θλίψη μου…) μέχρι την, προ διετίας περίπου, κατάργηση της σχετικής γραφειοκρατίας.

    Πάντα ΠΟΛΛΑ χρόνια πίσω…

    Το ελληνικό κράτος συνεχίζει, κατά βάση, να μην επιλέγει την αυτοβελτίωσή του. Επιλέγει την εύκολη λύση: τη μεταφορά δηλ. δικών του υποχρεώσεων στις επιχειρήσεις. Κινείται με τη βεβαιότητα πως, «κάτι ακόμα», το «μουλάρι» μπορεί να σηκώσει.

    Κι ενδεχομένως ορθά, κατά τη λογική του, να πράττει (εκτός κι αν αυτό το «κάτι» αποδειχθεί το «τελευταίο άχυρο» για κάποιες από αυτές…)

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Ιουλίου 2019.

  • Παρουσίαση του νέου νόμου για τις Α.Ε. στην Μαμάρας και Συνεργάτες

    Παρουσίαση του νέου νόμου για τις Α.Ε. στην Μαμάρας και Συνεργάτες

    [vc_row][vc_column][vc_column_text]

    Παρουσίαση του νέου νόμου για τις Α.Ε. στην Μαμάρας και Συνεργάτες

    Μια ακόμη παρουσίαση, στο πλαίσιο των ημερίδων που διοργανώνει η ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ με θέμα τον νέο νόμο για τις Ανώνυμες Εταιρείες πραγματοποιήθηκε με επιτυχία. Συγκεκριμένα, η πρόσφατη παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στην εταιρεία Μαμάρας και Συνεργάτες, γνωστή εταιρεία Οικονομικών Συμβούλων.

    Ο κύριος Σταύρος Κουμεντάκης, Senior Partner, ανέδειξε την επιχειρηματική ευκαιρία που συνιστούν οι αλλαγές τις οποίες φέρνει ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες, παρουσίασε το γενικότερο πλαίσιο και αναφέρθηκε εκτενώς σε επιμέρους ρυθμίσεις του, σε θέματα προστασίας των πελατών έναντι “εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων” και στην αξιοποίηση των ευχερειών που παρέχει ο νόμος 4548/2018 για λογαριασμό των επιχειρήσεων σε πτυχές, όπως:

    • η μείωση του κόστους τους
    • η προσέλκυση και διατήρηση ικανών στελεχών
    • η προσέλκυση επενδυτών
    • η αξιοποίηση της τεχνολογίας.

    Ο κ. Κουμεντάκης, ανάφερε χαρακτηριστικά ότι “ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για τις επιχειρήσεις την οποία δεν πρέπει να αφήσουν να χαθεί. Ο Ν. 4548/2018 διευρύνει την ευθύνη και έκθεση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σε επίπεδο αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει ένα, δυνητικά σοβαρό, πρόβλημα αν δεν υπάρξουν οι αντίστοιχες προβλέψεις και ασφαλιστικές καλύψεις”. Επισήμανε επίσης, πως “είναι άμεση η ανάγκη ρυθμίσεων του νέου καταστατικού των ανωνύμων εταιρειών”.

    Στην παρουσίαση του κ. Σταύρου Κουμεντάκη συμμετείχαν η Διοίκηση και στελέχη της εταιρείας Μαμάρας και Συνεργάτες και ήταν μια άριστη ευκαιρία για ευρεία ανταλλαγή απόψεων πάνω σε εξαιρετικά σημαντικές πτυχές του νόμου.

    Η Μαμάρας  & Συνεργάτες  ιδρύθηκε το 1990, έχει την έδρα της στην Θεσσαλονίκη και παρέχει εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες υψηλής αξίας σε επιχειρήσεις όλων των κλάδων.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_text_separator title=”Gallery” border_width=”3″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_images_carousel images=”37490,37484,37488″ img_size=”” speed=”6000″ slides_per_view=”6″ hide_pagination_control=”yes”][/vc_column][/vc_row]

  • Νομικά πρόσωπα και πραγματικοί δικαιούχοι

    Προοίμιο

    «Μακάριοι οι κατέχοντες» είναι η γνωστή ρήση που εν πολλοίς διαπνέει, ακόμα και σήμερα, ως σύστημα αξιών, την ηθική της κοινωνίας μας. Είναι η έκφραση που αποδίδει τη λατινική ρήση «Beati possidentes» πατέρας της οποίας, για κάποιους, ο Ευριπίδης.

    Φαίνεται όμως πως η διεθνής έννομη τάξη δεν συμφωνεί, πλέον/άκριτα, με τέτοιου είδους παραδοχές. Τα περιουσιακά στοιχεία ερευνώνται, εξονυχιστικά πλέον, για τη νομιμότητα της προέλευσής τους. Η νομιμοποίηση εσόδων από μη νόμιμες δραστηριότητες ολοένα και περισσότερο δυσχεραίνεται.

    Η ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών κινείται στο συγκεκριμένο πλαίσιο. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η ταυτοποίηση των αληθών μετόχων των ανωνύμων εταιρειών. Πολύ περισσότερο: η διερεύνηση των πραγματικών δικαιούχων των προσώπων δηλ. που καλύπτονται, ενδεχομένως, «πίσω» από εκείνους που εμφανίζονται ως μέτοχοι. Προς την κατεύθυνση της αποκάλυψης των πραγματικών δικαιούχων κινούνται, απολύτως συστηματικά: (α) ο νόμος 4557/2018 (που πρόσφατα επικαιροποιήθηκε) καθώς και (β) η απολύτως πρόσφατη Υπουργική Απόφαση για τη δημιουργία του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων.

     

    Το «ξέπλυμα»

    Τα πράγματα δεν είναι απλά!

    Η Europol, μεταξύ άλλων-σε διευρωπαϊκό επίπεδο, επιδιώκει να εντοπίσει κάθε στοιχείο ενεργητικού που δεν προέρχεται από σύννομες δραστηριότητες, να ανιχνεύσει ενδεχόμενη προσπάθεια εισαγωγής του στη νόμιμη οικονομία αλλά και τα σχετικά δίκτυα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Αναλυτικά: «..Το μεγαλύτερο μέρος του οργανωμένου εγκλήματος μοιράζεται έναν κοινό παρονομαστή – το οικονομικό κίνητρο. Οι ομάδες οργανωμένου εγκλήματος ενισχύουν τα περιουσιακά τους στοιχεία και στη συνέχεια τους εισάγουν στη νόμιμη οικονομία μέσω διαφορετικών προγραμμάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η ανίχνευση αυτών των στοιχείων ενεργητικού σημαίνει τον εντοπισμό των δικτύων» (με άλλα λόγια: “follow the money”)

    Η συγκεκριμένη στόχευση είναι κοινή και διεθνής. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης στόχευσης αλλά, κυρίως, της παρακολούθησης του διεθνούς γίγνεσθαι και ευρωπαϊκών οδηγιών υφίσταται (διαρκώς εκσυγχρονιζόμενο και ενισχυόμενο), το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας.

     

    Ο ν. 4557/2018 για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες

    Ο συγκεκριμένος νόμος επιγράφεται: «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας-ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/EE)»

    Στην εισαγωγική του, μάλιστα, διάταξη (άρθρο 1) προσδιορίζεται ως σκοπός των ρυθμίσεών του: «η ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 «σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής» (ΕΕ L 141/5.6.2015) και η κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας».

     

    Ποιους, άραγε, αφορά ο συγκεκριμένος νόμος;

    Στη διάταξη του άρθρου 2 του συγκεκριμένου νόμου προσδιορίζεται το αντικείμενο του: «η πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας…»,

    Από μια πρώτη ανάγνωση της συγκεκριμένης διάταξης προκύπτει πως είναι κάτι που ούτε εμάς αφορά ούτε (τους περισσότερους από) τους γνωστούς μας. Με λίγο μεγαλύτερη, όμως, προσοχή, διαπιστώνουμε πως δεν αναφέρεται αποκλειστικά στα έσοδα που προέρχονται από την τρομοκρατία, τα όπλα, τα ναρκωτικά, το εμπόριο ανθρώπων ή άλλες τέτοιες, απολύτως απεχθείς-για τους περισσότερους, δραστηριότητες. Το έδαφος εφαρμογής του είναι απολύτως ευρύ. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 αναφέρεται πως: «Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες υπάρχει και όταν οι δραστηριότητες από τις οποίες προέρχεται η προς νομιμοποίηση περιουσία έχουν λάβει χώρα στο έδαφος άλλου κράτους, εφόσον αυτές θα ήταν βασικό αδίκημα αν διαπράττονταν στην Ελλάδα και θεωρούνται αξιόποινες, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού»

     

    Το «βασικό αδίκημα»

    Το περίφημο «βασικό αδίκημα» είναι, όσον αφορά τον  συγκεκριμένο και τους συναφείς νόμους, κάθε αδίκημα που δημιουργεί (αθέμιτο) περιουσιακό όφελος και είναι δυνατό να αποτελέσει τη βάση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος). Στη σχετική λίστα θα συναντήσουμε όχι μόνον πράξεις με μέγιστη, σε κοινωνικό επίπεδο, απαξία (λ.χ. σχετιζόμενες με την τρομοκρατία, την εμπορία ανθρώπων, τα ναρκωτικά ή τα όπλα) αλλά και αδικήματα (παρ. 4 περ. ιστ) που σχετίζονται με τη φοροδιαφυγή, τη μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο αλλά και εκείνα που τιμωρούνται, με ελάχιστη ποινή έξι (6) μηνών, από τα οποία «προκύπτει περιουσιακό όφελος»: η συγκεκριμένη λίστα λοιπόν αποδεικνύεται ιδιαίτερα μακρά και εξαιρετικά ευρεία.

     

    Ειδικό (και Κεντρικό) Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων

    Γενικά

    Ο ν. 4557/2018 στη διάταξη του άρθρου 20 (όπως αυτό πολύ πρόσφατα τροποποιήθηκε με το άρθρο 62 ν.4607/2019-ΦΕΚ Α 65/24.4.2019) προβλέπει τη δημιουργία Ειδικού αλλά και Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ρύθμισης ο  εκπρόσωπος κάθε νομικού προσώπου που εδρεύει στην Ελλάδα ή ασκεί δραστηριότητα που φορολογείται στη χώρα μας, υποχρεούται να τηρεί σε Ειδικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων λεπτομερή στοιχεία για τους πραγματικούς δικαιούχους-ιδιοκτήτες του. Το Ειδικό αυτό Μητρώο καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, το οποίο τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών

     

    Οι πληροφορίες που καταχωρίζονται στο Ειδικό Μητρώο

    Η παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλέπει πως: «1. Οι εταιρικές και άλλες οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσουν σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους, επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν. Συμπληρώνονται δε με κάθε αναγκαίο στοιχείο για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Το ειδικό αυτό μητρώο τηρείται επαρκώς τεκμηριωμένο και επικαιροποιημένο με ευθύνη του νομίμου εκπροσώπου … και … καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων …μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία σταδιακής έναρξης καταχώρισης ανά είδος εταιρικής οντότητας που καθορίζει η απόφαση της παραγράφου 11. Η καταχώριση αλλαγών στα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων γίνεται μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία επέλευσής τους.».

    Η τήρηση και διασυνδέσεις του Κεντρικού Μητρώου

    Οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλέπουν, μεταξύ άλλων, πως:

    «4. Στη Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) δημιουργείται, με χρήση διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής, Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, το οποίο συνδέεται ηλεκτρονικά με το Α.Φ.Μ. κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας και για το οποίο η Α.Α.Δ.Ε. διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία από το φορολογικό μητρώο κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων..

    1. Το Κεντρικό Μητρώο μπορεί, επίσης, να συνδέεται με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης…»

    Οι κυρώσεις από τη μη τήρηση του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων

    Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση τήρησης του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων προβλέπονται κυρώσεις (παρ. 8 και 9 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018): Η μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων, η επιβολή προστίμου ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ (που διπλασιάζεται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) είναι κάποιες, μόνον, από αυτές. Οι λοιπές: σοβαρότερες!

     

    Η (εφαρμοστική) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών

    Στη διάταξη της παρ. 11 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλεπόταν έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για την έναρξη και τις λεπτομέρειες λειτουργίας του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων. Εξεδόθη ήδη, πολύ πρόσφατα, η σχετική, υπ’ αριθμόν 67343 ΕΞ 2019 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ τ. Β’ 2443/20.6.2019): Το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων είναι πλέον γεγονός.

    Η υποχρέωση καταχώρισης των στοιχείων των πραγματικών δικαιούχων στο σχετικό Μητρώο για την πλειονότητα των εταιρικών μορφωμάτων (ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ, ΑΕ)  εκτείνεται στο χρονικό διάστημα από 14.10.2019 έως 29.11.2019. Για τα λοιπά νομικά πρόσωπα ξεκινά από 16.9.2019.

     

    Εν κατακλείδι

    Μπορεί, ενδεχομένως, να αξιολογούνται (από κάποιους) ως «μακάριοι οι κατέχοντες». Δεν είναι, εντούτοις, δυνατό να παραμείνουν «μακάριοι» εκείνοι που επέλεξαν να κρατήσουν μακριά από την κοινή θέα τα περιουσιακά τους στοιχεία.

    Όταν βέβαια τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν από αξιόμεμπτες δραστηριότητες ποιος θα μπορούσε (εκτός των αμέσως ενδιαφερομένων) ο,τιδήποτε να σχολιάσει;

    Όταν όμως τα συγκεκριμένα  περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν απολύτως νόμιμα και οι «κατέχοντες» επέλεξαν να μην τα παρουσιάζουν σε «γυάλινο κλωβό» ως στάση ζωής, για την προστασία τους, στο πλαίσιο του εθνικού ή διεθνή φορολογικού  τους σχεδιασμού ή/και για οποιονδήποτε άλλο (μη ηθικά κατακριτέο) λόγο;

    Η αιτιολογική βάση της καταγραφής των Πραγματικών Δικαιούχων δεν είναι, βεβαίως, αξιόμεμπτη. Ο περιορισμός όμως της οικονομικής ελευθερίας των εν λόγω δικαιούχων δεν  μπορεί να περάσει απαρατήρητος-τουλάχιστον για τους εξ αυτών δικαίους. Κι ακόμα περισσότερο: δεν είναι χωρίς σημασία οι (απολύτως απτοί) κίνδυνοι που διατρέχουν τα εν λόγω πρόσωπα από τη (μη νόμιμη) δημοσιοποίηση των οικονομικών τους στοιχείων και δεδομένων ή/και από την πρόσβαση μη δικαιουμένων προσώπων στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.

    Σε κάθε περίπτωση: Η πρόσφατη δημοσίευση της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών που ενεργοποιεί τις διατάξεις του νόμου για τη δημιουργία του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων είναι πλέον γεγονός. Εντός συγκεκριμένων προθεσμιών θα πρέπει να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση από τα υπόχρεα νομικά (και φυσικά) πρόσωπα.

    Όλα, πλέον, σε κοινή (σχεδόν) θέα και, σε κάθε περίπτωση, «υπό τα όμματα» των αρχών.

    Οι από το νόμο προσδιοριζόμενες κυρώσεις δεν είναι αμελητέες. Η μη συμμόρφωση όμως ή (πολύ περισσότερο) η απόκρυψη των Πραγματικών Δικαιούχων είναι βέβαιο πως θα δημιουργήσει, περαιτέρω, σοβαρά προβλήματα τόσο στους εμπλεκόμενους όσο και στους υπόχρεους.

    Εν τέλει: “Beati possidentes;”

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Ιουνίου 2019.

    μητρώο πραγματικών δικαιούχων

     

  • Η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών

    Η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών

    1. Προοίμιο

    Οι Robert (και για τους φίλους του Bob) Woodward και Carl Bernstein  είναι, πιθανολογώ, από τους πλέον διάσημους δημοσιογράφους όλων των εποχών. Κι όχι άδικα: Στη βάση της έρευνας των συγκεκριμένων νεαρών, τότε, δημοσιογράφων της Washington Post, αποκαλύφθηκε το παγκοσμίως γνωστό σκάνδαλο “Watergate”.  Ένα σκάνδαλο που οδήγησε, τελικά, στην παραίτηση του Προέδρου R. Nixon (1974). Για τη συγκεκριμένη τους έρευνα έλαβαν το βραβείο Pulitzer.

    “Follow the money” είναι η γνωστότερη, ίσως, ατάκα της ταινίας του 1976 «Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου», που βασιζόταν στο ομώνυμο βιβλίο των συγκεκριμένων δημοσιογράφων για το σκάνδαλο το “Watergate” (καθώς η απαρχή του σκανδάλου αφορούσε κλοπή χρημάτων από το «μαύρο ταμείο» του Δημοκρατικού κόμματος). Έκτοτε χρησιμοποιείται, αδιάλειπτα, για τον εντοπισμό και ταυτοποίηση εκείνων που ασχολούνται με παράνομες δραστηριότητες.

    Στη διαδρομή των ετών η προσπάθεια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες γίνεται ολοένα πιο δυσχερής και επικίνδυνη. Στο πλαίσιο αυτό περιορίζεται  η χρήση των μετρητών στην  (πραγματική) οικονομία αλλά και η δυνατότητα κατοχής περιουσιακών στοιχείων αξίας χωρίς σύνδεσή τους με τον πραγματικό τους ιδιοκτήτη.

     

    2. Οι ανώνυμες μετοχές και η αντιμετώπισή τους από τη διεθνή έννομη τάξη

    Ήταν ανέκαθεν δυνατή η έκδοση ονομαστικών ή ανωνύμων μετοχών ως αξιόγραφο-στοιχείο αποδεικτικό της κατοχής τμήματος του μετοχικού κεφαλαίου μιας ανώνυμης εταιρείας.

    Η μεταβίβαση των ανωνύμων μετοχών ήταν πάντοτε ευχερέστερη (χωρίς διατυπώσεις, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς φορολογικές επιβαρύνσεις) και για τούτο, για κάποιους, προτιμητέα. Καθώς όμως δεν είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο τουλάχιστον, δυνατή η ταυτοποίηση των ανωνύμων μετοχών με τον ιδιοκτήτη τους, η ιδιοκτησία τους συχνά χρησιμοποιήθηκε για λιγότερο έντιμους σκοπούς. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να παραμείνει απαρατήρητο από τους συναρμόδιους Διεθνείς Οργανισμούς (λ.χ. ΟΟΣΑ, Global Forum on Transparency, Financial Action Task Force) ούτε και, αυτονοήτως, στο απυρόβλητό τους.

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση επίσης (με σχετικά πρόσφατη Οδηγία της-2015/849) επέβαλε στα κράτη-μέλη να ενσωματώσουν στις εθνικές τους νομοθεσίες αντίστοιχες πρόνοιες, στην παγκόσμια προσπάθεια για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Η χώρα μας έπραξε το καθήκον της λίγο καθυστερημένα-με το ν. 4557/2018

    Από τα παραπάνω προκύπτει πως η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών ήταν θέμα χρόνου να λάβει χώρα και στην Ελλάδα. Ο θάνατός τους είχε ήδη επέλθει. Η πιστοποίησή του ήταν, ήδη, λογικά αναμενόμενη από το νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (άρθρο 184, ν. 4548/2018).

    Εύλογα βέβαια θα αναρωτηθεί κανείς: Αφού καταργήθηκαν οι ανώνυμες μετοχές γιατί να συνεχίσουμε να αποκαλούμε «ανώνυμη» την ανώνυμη εταιρεία; Την απάντηση θα εντοπίσουμε στο γαλλικό δίκαιο, τις βασικές παραδοχές του οποίου στο δίκαιο εταιρειών ανέκαθεν ακολουθούσαμε. Η ονομασία «ανώνυμη» ουδέποτε συναρτάτο με τις ανώνυμες μετοχές αλλά με την έλλειψη ευθύνης των μετόχων της συγκεκριμένης εταιρείας.

     

    3. Η κατάργηση (και αντικατάσταση) των ανωνύμων μετοχών

    Η διάταξη του άρθρου 184, ν. 4548/2018-όπως ήδη αναφέρθηκε, πραγματεύεται τα θέματα τα σχετικά με την κατάργηση των ανωνύμων μετοχών. Από τη δημοσίευση του συγκεκριμένου νόμου (13.6.2018) δεν ήταν πλέον δυνατή η έκδοση ανωνύμων μετοχών ενώ οι υφιστάμενες ανώνυμες μετοχές ονομαστικοποιούνται, υποχρεωτικά, από 1.1.2020  (άρθρο 184, παρ. 1)

    Για την αντικατάσταση των ανωνύμων τίτλων μετοχών με ονομαστικούς, ακολουθούνται οι διατάξεις του καταστατικού. Σε περίπτωση έλλειψής τους ο νόμος επιβάλλει συγκεκριμένη διαδικασία (άρθρο 184, παρ. 2).

     

    4. Το πρώτο βήμα: Η απόφαση του ΔΣ για την ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών

    Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανώνυμης Εταιρείας, η οποία έχει εκδώσει ανώνυμες μετοχές, είναι υποχρεωμένο (άρθρο 184 παρ. 3) μέχρι, το αργότερο, την 1.7.2019 να λάβει απόφαση επί της διαδικασίας ονομαστικοποίησης των ανωνύμων μετοχών. Συγκεκριμένα η απόφασή του θα πρέπει να αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο:

    (α) εκείνοι που κατέχουν δικαιώματα επί των ανωνύμων μετοχών (μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι) θα αναγγείλουν τα δικαιώματά τους στην ανώνυμη εταιρεία και θα εγγραφούν στο τηρούμενο βιβλίο μετόχων και, στη συνέχεια,

    (β) θα εκδοθούν και παραδοθούν στους δικαιούχους οι νέοι, ονομαστικοί, τίτλοι.

    Αξιοσημείωτο είναι πως, μετά την 1.1.2020,  οι ανώνυμες μετοχές δεν παρέχουν οποιοδήποτε δικαίωμα στους κατόχους τους ούτε και είναι δυνατή η μεταβίβασή τους, εφόσον δεν έχει προηγηθεί η ονομαστικοποίησή τους.

    Μέχρι την ονομαστικοποίησή τους όμως (άρθρο 184 παρ. 3 σε συνδυασμό με άρθρο 50 παρ. 1) οι ανώνυμες μετοχές:

    (α) δεν παρέχουν δικαίωμα ψήφου και παράστασης στις γενικές συνελεύσεις,

    (β) δεν προσμετρώνται στον σχηματισμό απαρτίας και πλειοψηφίας,

    (γ) δεν λαμβάνουν τα αναλογούντα μερίσματα  και, τέλος

    (δ) στερούνται του δικαιώματος προτίμησης σε ενδεχόμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας

    Με την προαναφερθείσα απόφαση του ΔΣ της ανώνυμης εταιρείας  εξειδικεύεται (άρθρο 184 παρ. 4) ο τρόπος αναγγελλίας των σχετικών δικαιωμάτων καθώς ο τρόπος έκδοσης και παράδοσης στους δικαιούχους των νέων ονομαστικών τίτλων (εκτός κι αν έχει ήδη επιλεγεί η μη έκδοση μετοχών ή έκδοση αΰλων μετοχών).

     

    5. Η παράλειψη των οφειλομένων ενεργειών για την ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών.

    Ενδεχόμενη παράλειψη του ΔΣ να προβεί στις οφειλόμενες ενέργειες μέχρι την 31.12.2019, παρέχει το δικαίωμα σε κάθε ενδιαφερόμενο να απευθυνθεί στο αρμόδιο δικαστήριο για την αναγνώρισή του ως δικαιούχου, την εγγραφή του στο βιβλίο μετόχων καθώς και την έκδοση στο όνομά του και την προς εκείνον παράδοσητων τίτλων των δικαιουμένων μετοχών (άρθρο 184 παρ. 5).

     

    6. Οι ρυθμίσεις για τις εισηγμένες ανώνυμες εταιρείες

    Στην περίπτωση εταιρειών των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε κάποιο χρηματιστήριο, για την καταγραφή των δικαιούχων μετόχων ακολουθούνται οι κανόνες οι σχετικοί με τη συμμετοχή τους σε γενική τους συνέλευση. Επιμέρους ζητήματα είναι δυνατό να ρυθμισθούν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 184 παρ. 6).

     

    7. Λοιπές ρυθμίσεις

    Μέχρις ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία ονομαστικοποίησης των ανωνύμων μετοχών και παράδοσης των σχετικών τίτλων στους δικαιούχους, ισχύει σειρά ρυθμίσεων  (άρθρο 184 παρ. 7). Οι σημαντικότερες από αυτές:

    (α) Σε περίπτωση μερικής καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου, οι μετοχές είναι υποχρεωτικά ονομαστικές μέχρι την οριστική αποπληρωμή τους.

    (β) Η μεταβίβαση των ανωνύμων μετοχών (μέχρι την ονομαστικοποίησή τους) λαμβάνει χώρα, υποχρεωτικά, με συμβολαιογραφική πράξη ή ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας (άρθρο 184, παρ. 7, περ. γ, σε συνδυασμό με άρθρο 54, παρ. 1, ν. 4557/2018)

    (γ) δεν είναι δυνατή η λήψη αποφάσεων από τη Γενική Συνέλευση με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση (κατ΄ άρθρο 135) στην περίπτωση που οι μετοχές της εταιρείας δεν έχουν ονομαστικοποιηθεί στο σύνολό της.

    (δ) τα δικαιώματα μειοψηφίας των μετόχων που κατέχουν ανώνυμες μετοχές είναι, κατά τι, περιορισμένα κι ούτε μπορούν να γίνουν μέλη ενώσεων μετόχων.

     

    8. Εν κατακλείδι

    Η ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών είναι μια από τις περισσότερο γνωστές διατάξεις του νέου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες. Δεν έχει υιοθετηθεί όμως ως επιλογή της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του νέου νόμου ούτε και υπήρξε (ακηδεμόνευτη) επιλογή του έλληνα νομοθέτη: Υπήρξε απόρροια διεθνών υποχρεώσεων της χώρας μας στο πλαίσιο της (παγκόσμιας) προσπάθειας για την καταπολέμηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

    Η φράση “Follow the money” της ταινίας «Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου» αποδόθηκε από τον σεναριογράφο William Goldman στον Deep Throat που ήταν ο πληροφοριοδότης που συνέβαλε στην αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate. Ωστόσο, η αξία της υπήρξε παροιμιώδης όσο και διαχρονική, συνυφασμένη πάντοτε με την αποκάλυψη εκείνων που θέλουν να ξεπλύνουν βρώμικο χρήμα. Δεν θα ήταν δυνατό λοιπόν να γίνει ανεκτή από τη διεθνή κοινότητα η δυνατότητα απόκτησης και διατήρησης σημαντικών περιουσιακών στοιχείων, όπως οι ανώνυμες μετοχές, χωρίς να είναι δυνατή, κατ’ αποτέλεσμα, η ταυτοποίηση του αληθινού τους ιδιοκτήτη. Εκείνος που ήθελε να ξεπλύνει βρώμικο χρήμα δεν θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να αποκτά ανώνυμες μετοχές: Ήταν επιβεβλημένο να τεθούν ανυπέρβλητα εμπόδια. Τούτο αποδείχθηκε πως δεν ήταν εφικτό χωρίς την κατάργησή τους!

    Ήρθε η ώρα λοιπόν και για τη χώρα μας να αποχωριστεί τη δυνατότητα έκδοσης ανωνύμων μετοχών. Είναι αλήθεια πως η συγκεκριμένη διάταξη του πρόσφατου νόμου έχει γίνει ευρύτατα γνωστή. Αντίστοιχα και η προθεσμία (1.1.2020) για την αφαίρεση κάθε σχετικού προνομίου από αυτές-στην περίπτωση που δεν έχουν, μέχρι τότε, ονομαστικοποιηθεί.

    Εντούτοις λιγότερο γνωστή είναι η αναγκαιότητα της έκδοσης, μέχρι την 1.7.2019, της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου που θα καθορίζει τον σχετικό «οδικό χάρτη».

    Γρηγορείτε-μη (επ’ ουδενί) επαναπαυόμενοι!

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Ιουνίου 2019.

  • Η αποτίμηση της αξίας (μειοψηφικού ποσοστού) εταιρείας

    Η αποτίμηση της αξίας (μειοψηφικού ποσοστού) εταιρείας

    1. Προοίμιο

    Συχνά παρουσιάζεται η ανάγκη για τον υπολογισμό της εμπορικής αξίας μιας εταιρείας ή συγκεκριμένου (πλειοψηφικού ή μειοψηφικού) ποσοστού της. Η ανάγκη αυτή είναι δυνατό να συναρτάται με επιχειρηματικές συμφωνίες (λ.χ. εξαγορές, συγχωνεύσεις κ.λ.π.) ή δικαστικές διενέξεις.

    Σε περισσότερα σημεία του νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες (ενδ.: α. 30, α. 45, α. 166 ν. 4548/2018 κ.ο.κ.) διαπιστώνουμε τις προβλέψεις του σχετικά με τον υπολογισμό της αξίας τους ή/και ποσοστό του μετοχικού τους κεφαλαίου.

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία (ενδ.: Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Α΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από την Α.Ε., Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Β΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από τον μέτοχο πλειοψηφίας και Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Γ΄: Το δικαίωμα της πλειοψηφίας για εξαγορά μετοχών μειοψηφίας) μας έχουν απασχολήσει θέματα όπου παρεμβαίνει η δικαστική κρίση και η κρίση πραγματογνωμόνων για το συγκεκριμένο θέμα. Με βάση ποια μεθοδολογία και ποιους υπολογισμούς, άραγε, θα καταλήξουν στην αποτίμησή τους;

    Υπάρχουν κάποιοι θεσμοθετημένοι κανόνες;

    Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα είναι αρνητική.

    Όσον αφορά στις εισηγμένες, σε οργανωμένες (ή τρίτες/εναλλακτικές) αγορές, εταιρείες υπάρχει μια βασική, αντικειμενική, παραδοχή: η χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής. Η συνολική, χρηματιστηριακή,  αξία της εταιρείας είναι εύκολο να υπολογιστεί. Μεταβίβαση «πακέτων» μετοχών μπορεί να γίνει λίγο πάνω ή λίγο κάτω από την χρηματιστηριακή τους τιμή.

    Τι συμβαίνει όμως για τις μη εισηγμένες εταιρείες;

    Εταιρεία οι μετοχές της οποίας δεν είναι εισηγμένες, σε οργανωμένη (ή τρίτη) αγορά, δεν έχει αντικειμενικό “market value”. Κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να προσδιορίσει την αξία των μετοχών της κάθε δεδομένη στιγμή. Καθώς δε γίνεται trading των μετοχών της, η αγορά δεν έχει την ευκαιρία να δείξει πόσο πραγματικά αξίζει για αυτήν.

    Υπάρχουν κάποιες μέθοδοι που γίνονται αποδεκτές σε διεθνές επίπεδο.

    Ειδικά μάλιστα όταν αναφερόμαστε σε υπολογισμούς τμήματος της αξίας μιας εταιρείας θα πρέπει, αρχικά, να υπολογιστεί η αξία της εταιρείας ως σύνολο με βάση συγκεκριμένα οικονομικά της στοιχεία.

     

    2. Υπολογισμός της αξίας μιας εταιρείας

    Οι ευρύτερα αποδεκτές, για το σκοπό αυτό, μέθοδοι αυτές βασίζονται κατά τους ειδήμονες:

    (α) στον Ισολογισμό της εταιρείας

    Ο υπολογισμός της αξίας της εταιρείας με βάση τον ισολογισμό της είναι μεν η απλούστερη μέθοδος, καθώς ο ισολογισμός είναι μία αντικειμενική «φωτογραφία» της εταιρείας κατά τη στιγμή σύνταξης αυτού, όμως από την άλλη δεν μπορεί να αποτυπώσει πραγματικά την αξία της. Αυτό, γιατί ο ισολογισμός δίνει μία στατική εικόνα της εταιρείας, όπως εξάλλου κάθε φωτογραφία. Ο ισολογισμός πάντως, παρότι δεν μπορεί από μόνος του να δώσει μία ολοκληρωμένη και αξιόπιστη εικόνα της αξίας της εταιρείας, είναι ένα χρήσιμο σημείο εκκίνησης για την απόκτηση μίας πραγματικά συνολικής εικόνας.

    (β) στα Αποτελέσματα Χρήσης

    Οι μέθοδοι υπολογισμού της αξίας της εταιρείας βάση του αποτελέσματος χρήσης εστιάζουν κυρίως στο μέγεθος των κερδών, μερισμάτων και πωλήσεων της εταιρείας. Οι μέθοδοι αυτές, όσον αφορά στις εταιρείες με μετοχές μη εισηγμένες σε κάποια αγορά, αναζητούν την αποδοτικότητα του κεφαλαίου. Αυτό είναι άλλωστε το (μόνο;) που ενδιαφέρει έναν επενδυτή. Για την αποτίμηση αυτή, ως κέρδη λαμβάνουμε τα κέρδη μετά τους φόρους.

    (γ) στην Υπεραξία της (Goodwill)

    Η υπεραξία μίας εταιρείας υπολογίζεται κυρίως στη βάση εκτίμησης της αξίας της εταιρείας με σκοπό την πώληση αυτής. Η υπεραξία είναι το επιπλέον της αντικειμενικής αξίας της εταιρείας που καταβάλλεται στον πωλητή της εταιρείας από τον αγοραστή της. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας λαμβάνονται υπόψη τα άυλα assets της εταιρείας, όπως η φήμη της, το brand, η θέση αυτής στην αγορά, η εικόνα που έχει ο καταναλωτής αλλά και οι εργαζόμενοί της για αυτή κλπ.

    (δ) στις Προεξοφλημένες Ταμειακές Ροές της (Cash flow discounting).

    Η μέθοδος αυτή αποτιμά την εταιρεία βάσει των εκτιμώμενων μελλοντικών ταμειακών ροών της. Ουσιαστικά στόχος της μεθόδου αυτής είναι να αναδείξει μία εκτίμηση του εάν αξίζει ο ενδιαφερόμενος επενδυτής να «βάλει» χρήματα στην εταιρεία αυτή. Η εκτίμηση αυτή γίνεται βάσει της αρχής πως το να έχει κάποιος ένα x ποσό σήμερα έχει μεγαλύτερη αξία από το να λάβει το ίδιο ποσό σε ένα χρόνο. Αυτό, γιατί αν υποθέσουμε ότι έχουμε 1€ σήμερα με ένα ετήσιο επιτόκιο σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό της τάξεως του 5%, η αξία του 1€ μετά από ένα χρόνο θα είναι 1,05€. Εάν όμως μας οφείλεται σήμερα 1€ αλλά το λαμβάνουμε μετά από ένα χρόνο, η πραγματική σημερινή του αξία είναι 0,95€.

     

    3. Υπολογισμός της αξίας των μετοχών της

    Αφού υπολογιστεί η συνολική αξία της εταιρείας, στη συνέχεια αυτή η αξία θα διαιρεθεί με τον αριθμό των μετοχών της. Το αποτέλεσμα που θα προκύψει είναι η αξία κάθε μετοχής.

    Μέχρι εδώ κατανοητό και (μαθηματικά) λογικό. Οικονομικά όμως όχι αποδεκτό. Πώς είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι η αξία ενός μειοψηφικού ποσοστού μίας εταιρείας, π.χ. 2%, είναι ανάλογη προς την αξία του 98% του κεφαλαίου της;

    Γίνεται, γενικά, αποδεκτό πως σε περίπτωση πώλησης μειοψηφικού ποσοστού μετοχών μίας εταιρείας, στο αποτέλεσμα της ανελαστικής αυτής μαθηματικής πράξης [(αξία εταιρείας/αριθμός μετοχών) x αριθμό μετοχών που πωλούνται] δίκαιο είναι να υπάρξει απομείωση. Η πρακτική μας έχει δείξει πως η έκπτωση αυτή (ασφαλώς) εξαρτάται από το ποσοστό επί της εταιρείας που πωλείται – στην πραγματικότητα από την έκταση της εξουσίας επί της εταιρείας που πωλείται.

    Όσο μικρότερο ποσοστό πωλείται, τόσο περιορισμένα αποδεικνύονται τα δικαιώματα τα οποία συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες μετοχές.

    Ας μιλήσουμε με νούμερα

    Η έκπτωση που γίνεται αποδεκτή σε διεθνές επίπεδο, κυμαίνεται εντός των κατωτέρω πλαισίων:

    Ποσοστό που πωλείται Έκπτωση που εφαρμόζεται
    < 10% 60% – 75%
    10% – 25% 45% – 55%
    26% – 49% 30% – 40%
    50% 15% – 25%
    >50% 5% – 10%

     

    Αξίζει δε στο σημείο αυτό να αναφερθεί και μία άποψη που διατυπώθηκε στη νομολογία των Αγγλικών δικαστηρίων (απόφαση Lynall, Lynall v IRC (1971) 47 TC 375), όπου υποστηρίχθηκε πως, κατά τον υπολογισμό της αξίας μετοχών οι οποίες δεν είναι εισηγμένες σε κάποια αγορά πρέπει, ανεξαρτήτως του ποσοστού που πωλείται, να εφαρμόζεται μία επιπλέον έκπτωση της τάξεως του 25% με 50%.

    Τίποτα δεν είναι απόλυτο

    Για να εφαρμοστεί στην πράξη η οποιαδήποτε έκπτωση, πρέπει ασφαλώς να ληφθούν υπόψη περισσότερες παράμετροι. Οι ανωτέρω, ποσοστιαίες, εκπτώσεις θα είναι, απλώς, μία βάση από την οποία θα ξεκινήσουν (ή/και όχι) οι διαπραγματεύσεις.

    Η έκπτωση εξαρτάται (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά) εκτός από το ίδιο το ποσοστό που είναι προς πώληση και από τα ποσοστά των υπολοίπων μετόχων. Είναι διαφορετική, λ.χ. η τιμή η οποία είναι δυνατό να επιτευχθεί για ένα  μειοψηφικό ποσοστό της τάξης του 11% εάν οι λοιποί μέτοχοι κατέχουν από 5% και διαφορετική εάν κάποιος κατέχει το 40%. Η τιμή επίσης είναι δυνατό να επηρεαστεί και από ενδεχόμενη προνομιακή είσπραξη μερίσματος, τα τυχόν δικαιώματα διορισμού μελών του ΔΣ, νομικά ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα ψήφου στις Γενικές Συνελεύσεις, το πρόσωπο του αγοραστή (για τον μέτοχο που έχει το 98% μίας εταιρείας το μειοψηφικό ποσοστό του 2% έχει για αυτόν πολύ μεγαλύτερη αξία από όση έχει για κάποιον άσχετο με την εταιρεία) και λοιπά.

    Anti-embarrassment provision

    ‘Όταν το μειοψηφικό ποσοστό πωλείται σε υφιστάμενους μετόχους της εταιρείας, είναι δυνατό να συμφωνηθεί (σε εξωκαταστατική συμφωνία) ότι, εάν η εταιρεία πωληθεί από τον αγοραστή του μειοψηφικού ποσοστού σε υψηλότερη τιμή ανά μετοχή σε τρίτο πρόσωπο μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο αρχικός πωλητής θα επωφεληθεί από την (υπερ)αξία που απέκτησαν οι μετοχές του.

     Αναγκαστική πώληση

    Δεν γίνεται κανένας λόγος για οποιαδήποτε έκπτωση, όταν η πώληση του μειοψηφικού ποσοστού είναι αναγκαστική (πχ άσκηση δικαιώματος για drag along).

     

    4. Συνοψίζοντας

    Κατανοούμε ως υποχρέωση, την εφαρμογή των κανόνων που μας έχουν επιβληθεί από κάποια κρατική εξουσία (λ.χ. νόμος) ή κάποια υπερεθνική ένωση (λ.χ. Κανονισμός της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης). Ωστόσο, προκύπτει πως, παρόμοια θέματα ρυθμίζονται (και) από άτυπους -και όχι επιβληθέντες με κρατική (ή υπερκρατική) εξουσία- κανόνες. Αυτοί ακριβώς οι άτυποι κανόνες συχνά αποδεικνύονται περισσότερο ισχυροί από τους λοιπούς-ιδίως όταν διαμορφώνονται από την «αγορά». Σε κάθε περίπτωση (και παρά τις εξαιρέσεις τους) οι κανόνες της αγοράς είναι αυτοί που, εν τέλει, ισχύουν: Η ελεύθερη αγορά (παρά την πληθώρα των πολεμίων της) πάντα γνωρίζει καλύτερα τι απαιτείται, γνωρίζει να αποτιμά, να εκτιμά και εν τέλει να αποδίδει σε όλα την πραγματική τους αξία και να τα τοποθετεί στην πραγματική τους θέση.

    Λήδα Κουμεντάκη
    Junior Associate

    Υ.Γ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Ιουνίου 2019.

    value of shareholding αποτίμηση

  • Κοπή πρωτοχρονιάτικης πίτας

    Κοπή πρωτοχρονιάτικης πίτας

    [vc_row][vc_column][vc_column_text]Με την παραδοσιακή τελετή για την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας εγκαινιάστηκε η νέα χρονιά στην Δικηγορική Εταιρεία ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ.

    Παρά την ευχή του κ. Σταύρου Κουμεντάκη (δείτε το σχετικό video παρακάτω)το φλουρί – ένα χρυσό ελβετικό εικοσάφραγκο – να το βρει ένας από τους νεότερους συνεργάτες, το τυχερό κομμάτι ήταν αυτό του γραφείου. Με κοινή απόφαση, το ισότιμο του φλουριού δόθηκε σε συσσίτιο απόρων.[/vc_column_text][vc_separator][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_video link=”https://youtu.be/xma2sBg5BlM”][vc_separator][vc_column_text]Η Διοίκηση και τα στελέχη της εταιρείας αντάλλαξαν εγκάρδιες ευχές για τη νέα χρονιά, έκαναν την ανασκόπηση του 2018 και τοποθέτησαν τις βάσεις για ένα ακόμη πιο λαμπερό 2019.

     

    Όπως ανέφερε ο κ. Κουμεντάκης το 2019 ξεκινάει δυναμικά με κινήσεις εξωστρέφειας σε πολλά επίπεδα, αρχής γενομένης από μια σειρά ενημερωτικών παρουσιάσεων για το νέο νόμο περί Ανωνύμων Εταιρειών, για την αναδιαμόρφωση και βελτίωση συγκεκριμένων προβληματικών διατάξεων του οποίου η Δικηγορική Εταιρεία είχε ενεργό και δυναμική συμμετοχή.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]

  • Ανώνυμες εταιρείες: ο νέος νόμος!

    Ανώνυμες εταιρείες: ο νέος νόμος!

    Οι συμβάσεις της ΑΕ με βασικούς της μετόχους, μέλη του Διοικητικού της συμβουλίου και συνδεδεμένα μέρη: Η διόρθωση των «κακώς τεθέντων»

    Η σοβαρότητα του θέματος και η διαχείριση του από το νέο νόμο για τις Ανώνυμες Εταιρείες

    Το θέμα της σύναψης των συμβάσεων της ανώνυμης εταιρείας με βασικούς της μετόχους, μέλη του Διοικητικού της συμβουλίου και συνδεδεμένα μέρη είναι ένα από τα σημαντικότερα θέματα που κλήθηκε να διαχειριστεί ο νέος νόμος (ν. 4548/2018) για τις Ανώνυμες Εταιρείες.

     

    Η ενασχόλησή μας με το συγκεκριμένο θέμα

    Το συγκεκριμένο θέμα μας έχει ήδη απασχολήσει στο πρόσφατο παρελθόν (στην στήλη «Επιχειρείν: Νόμος και Πράξη» στην ΜτΚ της 18.11.2018 αλλά και σε προηγούμενο άρθρο στο blog της Δικηγορικής μας Εταιρείας Ο νέος νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες)

    Περιληπτικά στην ΜτΚ της 18.11.2018 και αναλυτικά στο προαναφερθέν άρθρο στο blog, μεταξύ άλλων, αναφέραμε: «Με βάση τις επιλογές του νέου νόμου ΔΕΝ δικαιούται να συμμετάσχει στη διαδικασία για τη λήψη αποφάσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο και τη Γενική Συνέλευση εκείνος (μέλος ΔΣ ή μέτοχος), ο οποίος αντλεί συμφέρον (άμεσα ή έμμεσα) από τη συγκεκριμένη συναλλαγή. Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι πως η τελική απόφαση ανήκει στη Γενική Συνέλευση, η οποία συγκαλείται για το συγκεκριμένο ζήτημα έπειτα από αίτημα του 5% (μόλις) του μετοχικού κεφαλαίου. Στη συγκεκριμένη Γενική Συνέλευση ψηφίζουν μόνον οι λοιποί μέτοχοι-στην πράξη δηλ. ΜΟΝΟΝ ο (συνηθέστατα ένας) μέτοχος μειοψηφίας.

    Η επιλογή αυτή  …αναμένεται να οδηγήσει στα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από εκείνα στα οποία η νομοπαρασκευαστική επιτροπή προσέβλεπε: Το προνόμιο των μετόχων μειοψηφίας του 5% να αποφασίζουν μόνοι για τα ζητήματα που αφορούν στις σχέσεις της εταιρείας με τον πλειοψηφούντα, λ.χ., μέτοχο αναμένεται να οδηγήσει σε καταχρηστικές (ή/και εκβιαστικές) συμπεριφορές.

    Δεν υπάρχει λοιπόν αμφιβολία πως είναι αδήριτη η ανάγκη να βρεθεί μια λύση διαφορετική. Να επανέλθουμε, λ.χ., στο προηγούμενο (ασφαλέστερο και δικαιότερο) «καθεστώς» (αρθρ. 23α του ν.2190/1920): Οι μέτοχοι που αντλούν συμφέρον από μια σύμβαση να δικαιούνται να λάβουν μέρος στη Γενική Συνέλευση που θα παράσχει την τελική έγκριση αλλά η άδεια για την σύναψή της να παρέχεται μόνο αν δεν αντιταχθεί το 1/3 του εκπροσωπούμενου σ’ αυτήν μετοχικού κεφαλαίου.

     

    Η ενεργοποίηση

    Το συγκεκριμένο θέμα απασχόλησε ιδιαίτερα Φορέα της πόλης μας (που για λόγους σεμνότητας μας ζητήθηκε να μην γίνει αναφορά στην εμπλοκή του). Συνεργαστήκαμε για την επίτευξη της βέλτιστης λύσης. Με την από 6.11.2018 επιστολή της Δικηγορικής μας Εταιρείας εισηγηθήκαμε την τροποποίηση της κρίσιμης διάταξης (αρθρ. 100 παρ. 5) του νέου νόμου.

    Σε έγγραφο του συγκεκριμένου Φορέα, της 13.11.2018, προς τους συναρμόδιους υπουργούς εζητείτο η επαναφορά των προϋφιστάμενων νομοθετικών προβλέψεων όσον αφορά τις μη εισηγμένες εταιρείες. Ανέφερε, μεταξύ άλλων:

    «Είναι επομένως ανάγκη να επανέλθουμε στο προηγούμενο καθεστώς (άρθρο 23α του Ν.2190/1920) σύμφωνα με το οποίο οι μέτοχοι τους οποίους αφορά η απόφαση δύνανται να λαμβάνουν μέρος στην επίμαχη Γενική Συνέλευση αλλά η άδεια για την σύναψη της σύμβασης θα δίνεται μόνο αν δεν αντιταχθεί το 1/3 του εκπροσωπούμενου στη Γενική Συνέλευση μετοχικού κεφαλαίου 

    Στο πλαίσιο των παραπάνω δεν χωρεί αμφιβολία ότι είναι επιτακτική η ανάγκη του περιορισμού της διάταξης της εφαρμογής του άρθρου 100 παρ. 5 του Ν. 4548/2018 στις εισηγμένες μόνο εταιρείες και η τροποποίησή της το συντομότερο δυνατόν, καθώς η έναρξη εφαρμογής του νέου νόμου είναι η 1.1.2019»

     

    Η ανταπόκριση της πολιτικής εξουσίας

    Έχουμε συνηθίσει να απευθυνόμαστε σε «ώτα μη ακουώντων» όταν προστρέχουμε στις αρμόδιες αρχές για τα όποια θέματα – κάποιες φορές και για κρίσιμα. Εδώ εν τούτοις φαίνεται πως η προαναφερθείσα ενεργοποίηση υπήρξε απολύτως αποτελεσματική.  Με τροπολογία που έχει ήδη κατατεθεί στη Βουλή προς ψήφιση αναμένεται η τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 100 ν. 4548/2018 προς την εισηγηθείσα κατεύθυνση.

     

    Η αιτιολογική έκθεση για την τροποποίηση του άρθρου 100 του ν. 4548/2018

    Η συγκεκριμένη αιτιολογική έκθεση επιλέξει αναφέρει:

    «7.    Με την παρ. 7 τροποποιείται η παρ. 5 του άρθρου 100 του ν. 4548/2018, προκειμένου να απαλυνθούν οι συνέπειες της πλήρους απαγόρευσης ψήφου του μετόχου που πρόκειται να συμμετάσχει στη γενική συνέλευση για παροχή άδειας συναλλαγής της εταιρίας με συνδεδεμένο μέρος, αν αποτελεί ο ίδιος συνδεδεμένο μέρος. Η Οδηγία 2017/828 προβλέπει μεν ότι στην περίπτωση αυτή ο μέτοχος δεν διαθέτει δικαίωμα ψήφου, επιτρέπει όμως την πρόβλεψη ενδιάμεσων λύσεων, αν προστατεύονται παράλληλα τα συμφέροντα της μειοψηφίας. Με δεδομένο ότι η αφαίρεση της ψήφου ισχύει κατά την Οδηγία μόνο για εισηγμένες εταιρίες, κρίνεται σκόπιμο να μην ισχύει η απαγόρευση στις μη εισηγμένες, ενώ για τις εισηγμένες προκρίνεται ενδιάμεσο σύστημα, όπου το δικαίωμα ψήφου διατηρείται στη συνέλευση με την προϋπόθεση ότι τα ανεξάρτητα μέλη του δ.σ. έχουν συμφωνήσει κατά πλειοψηφία στην παροχή της άδειας. Προστίθεται ότι σε κάθε περίπτωση (τόσο δηλ. στις εισηγμένες όσο και στις μη εισηγμένες εταιρίες), η μειοψηφία του 1/3 του εκπροσωπουμένου στη συνέλευση κεφαλαίου έχει δικαίωμα αρνησικυρίας στην παροχή της άδειας, όπως προέβλεπε το άρθρο 23α παρ. 3 του κ.ν.2190/1920. Υπενθυμίζεται ότι κατά την παρ. 4 του άρθρου 100 του ν.4548/2018, αν, πριν αποφανθεί η γενική συνέλευση, η συναλλαγή έχει ήδη συναφθεί, το δικαίωμα αρνησικυρίας το έχει μειοψηφία του 1/20».

     

    Η εισαγόμενη τροπολογία και τροποποίηση της επίμαχης (προβληματικής) διάταξης
    Η εισαγόμενη προς ψήφιση τροπολογία επί λέξει αναφέρει:

    «7.    Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 100 προστίθενται εδάφια ως εξής:
    «Η παρούσα δεν εφαρμόζεται (α) σε εταιρίες με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά και (β) επί εταιριών με εισηγμένες μετοχές, αν η άδεια του διοικητικού συμβουλίου σύμφωνα με την παρ. 1 δόθηκε με τη συμφωνία της πλειοψηφίας των ανεξάρτητων μελών τούτου. Σε κάθε περίπτωση η χορήγηση της άδειας από τη γενική συνέλευση ματαιώνεται, αν αντιταχθούν σε αυτήν μέτοχοι που εκπροσωπούν το ένα τρίτο (1/3) του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου».

     

    Το πρόβλημα «με τις δυνητικά δραματικές συνέπειες»: ΔΕΝ υπάρχει πλέον

    Η προαναφερθείσα ενεργοποίηση (με τη συνδρομή και της Δικηγορικής μας Εταιρείας) αποδεικνύεται πως είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα: Το πρόβλημα «με τις δυνητικά δραματικές συνέπειες» (της ανάδειξης δηλ. της ελάχιστης μειοψηφίας του 5% μιας ανώνυμης εταιρείας σε ρυθμιστικό παράγοντα για τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων με θεωρούμενη ως βεβαία την εμπλοκή της εταιρείας και των μετόχων σε πολύχρονες δικαστικές διενέξεις) δεν θα υφίσταται από την έναρξη ακόμα της εφαρμογής του νέου νόμου.

    Μπορούμε να είμαστε και χαρούμενοι και περήφανοι.

    Τα συγχαρητήρια όμως σ’ εκείνους που αποφάσισαν να ενεργοποιηθούν αρνούμενοι να υποταχθούν στις (συνήθεις) λογικές εσωστρέφειας.

     

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Μέρος αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Δεκεμβρίου 2018.

    ανώνυμες εταιρείες

  • GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Ο Κανονισμός στο πλαίσιο της εργασίας

    GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Ο Κανονισμός στο πλαίσιο της εργασίας

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», ο οποίος ψηφίσθηκε την 27.4.2016, ισχύει άμεσα και καθολικά (σε όλη την Ευρώπη) από την 25.5.2018.

    Βασικές διασαφήσεις

    Είναι ένας «βολικός» μύθος πως αναμένουμε την ελληνική νομοθεσία για να αποφασίσουμε με ποιο τρόπο θα προσαρμοσθούμε. Υπάρχει σχέδιο νόμου (η διαβούλευσή του περαιώθηκε τον Μάρτιο του 2018) αλλά δεν έχει ψηφισθεί και δεν είναι αναγκαίο να ψηφισθεί. Ο Κανονισμός ισχύει ως έχει.

    Είναι ακριβές κι όχι (κακόβουλη) υπερβολή πως όλες οι επιχειρήσεις διαχειρίζονται προσωπικά δεδομένα. Κάποιες φορές μάλιστα «ευαίσθητα»: Όπως αυτά των εργαζομένων τους. Έτσι, επιβάλλεται στις επιχειρήσεις να προσαρμοσθούν ανάλογα με τις δυνάμεις τους και (ιδίως) ανάλογα με τον δυνητικό αντίκτυπο της διαρροής των δεδομένων που επεξεργάζονται, ήτοι, ανάλογα με το πλήθος και το βαθμό «ευαισθησίας» των δεδομένων.

    Είναι, επίσης, ακριβές πως ο Κανονισμός δεν είναι απόλυτα σαφής σε όλα του τα σημεία. Ωστόσο, έχουμε οπλιστεί με σχετικά ερμηνευτικά εργαλεία. Όπως, λ.χ., τις απόψεις του Working Party 29-ομάδας εκπροσώπων των Αρχών Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα των κρατών-μελών.

     

    Ο ρόλος του GDPR στις εργασιακές σχέσεις

    Ποιος ο ρόλος που διαδραματίζει ο GDPR στη σχέση μεταξύ Εργοδότη και Εργαζομένου και ποιες οι βασικές υποχρεώσεις της κάθε επιχείρησης;

    α. Να εκπαιδεύσει τους Εργαζόμενους για τα δεδομένα τρίτων που διαχειρίζεται στο πλαίσιο παροχής των υπηρεσιών του, με την ευρεία έννοια της ευαισθητοποίησης και της καλλιέργειας νέων συνηθειών.

    β. Να επαναπροσεγγίσει τις συμβάσεις εργασίας με την προσθήκη υποχρεώσεων του εργαζομένου που αφορούν στην ανάπτυξη νέας εταιρικής κουλτούρας: Την προσαρμογή σε ένα νέο modus operandi, όπως αυτό διαγράφεται ως αναγκαίο από τον Κανονισμό.

    γ. Πριν από όλα, να ενημερώσει τους εργαζομένους για την επεξεργασία των δεδομένων τους. Ειδικότερα: για τις κατηγορίες δεδομένων τους που συλλέγει, τον χρόνο διατήρησής τους, τον σκοπό και τη νομιμοποιητική βάση της επεξεργασίας τους, την πιθανή διαβίβασή τους σε άλλους οργανισμούς (ή και σε άλλες χώρες), και πρωτίστως για τα δικαιώματά του όπως αυτά προσδιορίζονται στα άρθρα 15 – 22 του Γενικού Κανονισμού.

     

    Η συναίνεση

    Σημαντικό να τονισθεί, πάντως, πως οι εργοδότες υποχρεούνται να ενημερώνουν τους εργαζομένους για την επεξεργασία των αναγκαίων προσωπικών τους δεδομένων, όχι όμως να λαμβάνουν και τη συναίνεσή τους. Τέτοια συναίνεση θα ήταν αντίθετη στο πνεύμα του Κανονισμού για δύο λόγους:

     (α) Η συναίνεση πρέπει να είναι το «τελευταίο καταφύγιο» νομιμοποιητικής βάσης επεξεργασίας καθώς προϋποθέτει πραγματική ελευθερία επιλογής και είναι ανακλητή. Θα ήταν παραπλανητικό να καλλιεργούνταν στον εργαζόμενο η σκέψη ότι αν δεν δώσει ή ανακαλέσει τη συναίνεσή του, είναι δυνατό ο εργοδότης να μη ζητήσει ή να διαγράψει τα αναγκαία στοιχεία του: Στην πραγματικότητα η εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία αλλά και η εκτέλεση της σύμβασης επιβάλλουν την επεξεργασία συγκεκριμένων προσωπικών δεδομένων του εργαζομένου.

    (β) Η συναίνεση πρέπει να δίνεται ελεύθερα. Η σχέση του εργαζομένου με την επιχείρηση χαρακτηρίζεται από ανισορροπία δυνάμεων, προσφέροντας μία «εξαναγκασμένη» κι ως εκ τούτου παράνομη συναίνεση.

     

    Ο GDPR είναι ένα επαχθής Κανονισμός ο οποίος, όμως, φέρει ένα σημαντικό δώρο: Την εξώθηση σε αλλαγή νοοτροπίας.

    Πετρινή Νάιδου
    Senior Associate

    Υ.Γ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Δεκεμβρίου 2018

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.