Ετικέτα: ανώνυμες εταιρείες

  • Προϋποθέσεις & Περιορισμοί  Διανομής Ποσών στους Μετόχους

    Προϋποθέσεις & Περιορισμοί Διανομής Ποσών στους Μετόχους

    Προϋποθέσεις & Περιορισμοί

    Διανομής Ποσών στους Μετόχους

    (άρ. 159 ν. 4548/2018)

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η υποχρέωση της ΑΕ για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Το τελευταίο, δημιουργείται προς όφελος της εταιρικής περιουσίας και αποτελεί (όχι αμελητέο) περιορισμό στο δικαίωμα των μετόχων για απόληψη κερδών. Δεν θα πρέπει, πάντως, να διαλάθουν της προσοχής μας συγκεκριμένοι περιορισμοί και προϋποθέσεις για τη διανομή χρηματικών ποσών προς τους μετόχους. Περί αυτών το παρόν.

    Εισαγωγικά

    Βασικό μετοχικό δικαίωμα, συνυφασμένο με την μετοχή και τη φύση της κυριότητάς της, συνιστά το περιουσιακό δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη. Η διανομή των κερδών πλαισιώνεται με αναγκαστικού δικαίου ρυθμίσεις. Οι ρυθμίσεις αυτές προβλέπουν αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις για την απόληψη των μερισμάτων, με σκοπό την προστασία των εταιρικών δανειστών. Η εν λόγω προστασία μοιάζει απολύτως εύλογη. Και, πολύ περισσότερο, αν ληφθούν υπόψη η απουσία ευθύνης των μετόχων για τα εταιρικά χρέη και η περιουσιακή αυτοτέλεια της ΑΕ σε σχέση με την περιουσία των μετόχων της.

    Η Αρχή Προστασίας του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Οι υφιστάμενοι περιορισμοί για την απόληψη μερισμάτων εξυπηρετούν την «αρχή προστασίας ή διατήρησης του μετοχικού κεφαλαίου». Καθιερώνεται, στο πλαίσιο αυτών, ένας λογιστικός μηχανισμός, με την χρήση του οποίου τίθενται εμπόδια στη διανομή της εταιρικής περιουσίας, με σκοπό τη διατήρηση του μετοχικού κεφαλαίου. Υπό την έννοια του μετοχικού κεφαλαίου νοείται, λογιστικά, το ποσό, το οποίο αναγράφεται στο παθητικό του ισολογισμού (στην καθαρή θέση) και εκφράζει το μέγεθος της εταιρικής περιουσίας, που συγκεντρώνεται κατά την ίδρυση με τις εισφορές. Το μετοχικό κεφάλαιο πρέπει να μείνει αμετάβλητο. Σημειώνεται, πάντως, ότι δεν τίθενται υπό προστασία τα ίδια τα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία αποτέλεσαν τη μετοχική εισφορά, υπό την έννοια της απαγόρευσης χρησιμοποίησης τους αλλά δεσμεύεται η αντίστοιχη αξία της εταιρικής περιουσίας.

    Η συγκεκριμένη αρχή έχει έρεισμα στον θεμελιώδη κανόνα της απαγόρευσης της άμεσης ή έμμεσης επιστροφής των εισφορών στους μετόχους (άρ.22 §2).  Οι μέτοχοι επιτρέπεται να αξιώσουν από την ΑΕ μόνο τα κέρδη που νόμιμα προκύπτουν με βάση τις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις. Ως «νομίμως προκύπτοντα» λογίζονται όσα αποτελούν το αποτέλεσμα των λογιστικών προσθαφαιρέσεων, όπως προσδιορίζονται από τη σχετική διάταξη (άρ.159) και στη συνέχεια αναλύονται. Κάθε περαιτέρω διανομή αποτελεί απαγορευμένη επιστροφή εισφοράς.

    Νομοθετική Ρύθμιση

    Ο νομοθέτης ρυθμίζει, με τη διάταξη του άρθρου 159 ν. 4548/2018, το ζήτημα της διανομής ποσών προς τους μετόχους με πρόβλεψη δύο ποσοτικών ορίων: ενός κατώτατου και ενός ανώτατου. Προσδιορίζει, συγκεκριμένα, το κατώτατο όριο του ύψους της εταιρικής περιουσίας, η υπέρβαση του οποίου συνιστά προϋπόθεση για ενεργοποίηση της δυνατότητας διανομής. Το ανώτατο ποσό, επίσης, το οποίο είναι δυνατό να διανεμηθεί από την εταιρική περιουσία-εφόσον στοιχειοθετείται η πρώτη προϋπόθεση.

    Το ύψος Της Εταιρικής Περιουσίας

    Προϋπόθεση της δυνατότητας διανομής κερδών προς τους μετόχους αποτελεί η υπέρβαση του ύψους των ιδίων κεφαλαίων, προσαυξημένων με τα ποσά που προβλέπονται στον νόμο. Η περιουσία δεν μπορεί να διανεμηθεί όταν δεν υπερβαίνει το συγκεκριμένο όριο αλλά κι όταν, μετά τη διανομή, θα υπολείπεται αυτού.

    Ίδια Κεφάλαια

    Σημείο αναφοράς για τη διανομή κερδών προς τους μετόχους αποτελεί το ποσό των «ιδίων κεφαλαίων» της ΑΕ. Από το ύψος τους εξαρτάται η ενεργοποίηση ή μη της δυνατότητας διανομής. Ως ίδια κεφάλαια λογίζεται η καθαρή θέση της ΑΕ, η οποία προκύπτει ύστερα από την αφαίρεση των υποχρεώσεων της ΑΕ από την αξία των περιουσιακών της στοιχείων.

    Προαπαιτούμενο της διανομής αποτελεί το ύψος της εταιρικής περιουσίας να υπερβαίνει το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων προσαυξημένων με τα ακόλουθα ποσά, τα οποία αναφέρονται στον ισολογισμό:

    (α) Το μετοχικό κεφάλαιο

    Αρχικά, τον λογιστικό «πήχη» για τη διανομή εταιρικής περιουσίας θέτει το μετοχικό κεφάλαιο. Ως κεφάλαιο, όμως, νοούμε εκείνο που, ήδη, έχει καταβληθεί. Στο δεύτερο εδάφιο της §1 του άρθρου 159 γίνεται λόγος για μείωση του ποσού του μετοχικού κεφαλαίου κατά το ποσό, το οποίο έχει καλυφθεί μεν αλλά δεν έχει καταβληθεί-όταν το τελευταίο δεν εμφανίζεται στο ενεργητικό του ισολογισμού. Η εν λόγω φράση, με την οποία προβλέπεται ότι είναι δυνατό να εμφανίζεται στο ενεργητικό του ισολογισμού το καλυφθέν ποσό του κεφαλαίου, ακόμα και αν δεν έχει καταβληθεί, αποτελεί μεταφορά από την Οδηγία (ΕΕ) 2017/1132. Ωστόσο, η εν λόγω μεταφορά δε είναι δυνατό να εφαρμοστεί κατά την ισχύουσα νομοθεσία για τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα. Και τούτο γιατί, σύμφωνα με αυτά, η καταγραφή στον ισολογισμό αφορά το καταβεβλημένο κεφάλαιο και όχι εκείνο που καλύφθηκε χωρίς να καταβληθεί. Επομένως, ως μετοχικό κεφάλαιο μόνον το ήδη καταβεβλημένο μπορεί να νοείται.

    (β) Αποθεματικά

    Στην έννοια των αποθεματικών της συγκεκριμένης διάταξης εντάσσεται το τακτικό αποθεματικό (άρ. 158). Και άλλα, επίσης, είδη αποθεματικών, ο σχηματισμός των οποίων επιβάλλεται από ειδική διάταξη νόμου αλλά και τα αποθεματικά ο σχηματισμός των οποίων προβλέπεται τυχόν από το καταστατικό.

    (γ) Λοιπά Μη Διανεμητέα Πιστωτικά Κονδύλια της Καθαρής Θέσης

    Στον λογιστικό πήχη προστίθενται και τα πιστωτικά κονδύλια της καθαρής θέσης της εταιρείας, τα οποία δε είναι δυνατό να διανεμηθούν (άρ.26 §1 ν.4308/2014). Στα λοιπά μη διανεμητέα πιστωτικά κονδύλια καθαρής θέσης περιλαμβάνονται το κονδύλι «υπέρ το άρτιο», το οποίο προκύπτει από την έκδοση μετοχών σε τιμή ανώτερη του αρτίου (άρ. 35 § 3), οι καταθέσεις μετόχων, οι όποιες αποτελούν ανέκκλητες προκαταβολές έναντι μελλοντικής αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 20 § 3) (εν δυνάμει μετοχικό κεφάλαιο), το ποσό κόστους κτήσης των ιδίων τίτλων της εταιρείας, οι διαφορές εύλογης αξίας, οι οποίες προκύπτουν από την επιμέτρηση ενσώματων παγίων, διαθέσιμων προς πώληση και στοιχείων αντιστάθμισης ταμειακών ροών με τη μέθοδο της εύλογης αξίας (άρ. 26 § 1 στοιχ. δ και άρ. 24). Τέλος, οι συναλλαγματικές διαφορές, οι οποίες αφορούν νομισματικά στοιχεία (απαιτήσεις/υποχρεώσεις) σε ξένο νόμισμα σε επενδύσεις σε αλλοδαπή δραστηριότητα, και προκύπτουν κατά τη μετατροπή μεταξύ της ημέρας συναλλαγής και της ημέρας κλεισίματος του ισολογισμού.

    Όσον αφορά το κονδύλι των «αποτελεσμάτων εις νέον», αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται στα αποθεματικά, αν και εντάσσεται στον υπολογαριασμό «Αποθεματικά και αποτελέσματα εις νέον». Σε αυτό εμπεριέχονται τα κέρδη ή οι ζημίες των προηγούμενων χρήσεων και της κλειόμενης περιόδου. Εάν το κονδύλιο των αποτελεσμάτων εις νέον εμφανίζει θετικό πρόσημο, τότε προστίθενται στα ίδια κεφάλαια αυξάνοντας το μέγεθος των ιδίων κεφαλαίων προσαυξημένων με τα ανωτέρω ποσά. Στην περίπτωση, αντίθετα, που είναι αρνητικό, αφαιρείται από τα ίδια κεφάλαια.

    (δ) Τα Μη Πραγματοποιημένα Κέρδη

    Τα «πραγματοποιημένα κέρδη», ορίζονται στη λογιστική ως τα κέρδη που είναι αποτέλεσμα συναλλαγών και γεγονότων. Αντίθετα, τα «μη πραγματοποιημένα κέρδη» προκύπτουν από θετικές μεταβολές, που προέρχονται από αυξομειώσεις στην αξία περιουσιακών στοιχείων ή υποχρεώσεων λόγω της εφαρμογής της μεθόδου επιμέτρησης στην εύλογη αξία (άρ. 24 ν.4308/2014).

    Μη πραγματοποιημένα κέρδη αποτελούν οι αναστροφές προβλέψεων και απομειώσεων. Πρόκειται για διόρθωση προβλέψεων και απομειώσεων που έλαβαν χώρα στο παρελθόν, οι οποίες όταν διενεργήθηκαν μείωσαν το αποτέλεσμα της χρήσης, και λόγω της μεταφοράς του αποτελέσματος της κάθε χρήσης στα αποτελέσματα εις νέον της καθαρής θέσης, η μείωση αυτή εξακολούθησε να βαραίνει και τις επόμενες χρήσεις. Έχει υποστηριχθεί πάντως και η άποψη ότι οι αναστροφές αυτές δεν θα πρέπει να προστεθούν στο κεφάλαιο, αλλά ότι θα πρέπει να αυξήσουν τα προς διάθεση κέρδη.

    Το Διανεμήσιμο Κέρδος

    Πέραν της ανωτέρω προϋπόθεσης (:το ύψος της εταιρικής περιουσίας να υπερβαίνει το άθροισμα των ιδίων κεφαλαίων προσαυξημένων με τα πραοαναφερθέντα κονδύλια), ο νομοθέτης θέτει περιορισμό και ως προς το ποσό που είναι δυνατό να διανεμηθεί στους μετόχους. Τα δεδομένα λαμβάνονται από την κατάσταση αποτελεσμάτων.

    Πρώτον για να είναι δυνατή η διανομή θα πρέπει η καθαρή θέση της εταιρείας (ίδια κεφάλαια) να υπερβαίνει το ποσό του μετοχικού κεφαλαίου προσαυξημένου με τα κονδύλια του άρθρου 159 (υπέρ το άρτιο, διαφορές εύλογης αξίας, αποθεματικά). Εφόσον πληρούται η συγκεκριμένη προϋπόθεση, αφαιρείται από το ποσό των ιδίων κεφαλαίων το άθροισμα του μετοχικού κεφαλαίου και των ανωτέρω κονδυλίων. Η διαφορά που προκύπτει αποτελεί το ανώτατο όριο, το οποίο αποτελεί το ποσό που δύναται να διανεμηθεί στους μετόχους.

    Κρίσιμος Χρόνος Υπολογισμού

    Κρίσιμος χρόνος για τον υπολογισμό των λογιστικών δεδομένων αποτελεί η ημερομηνία ισολογισμού, δηλαδή η ημερομηνία λήξης της περιόδου. Επομένως, λογιστικές μεταβολές που έλαβαν χώρα στα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας σε χρόνο μεταγενέστερο της ημερομηνίας ισολογισμού, δεν θα ληφθούν υπόψη για την εξεύρεση των κερδών της συγκεκριμένης χρήσης.

     

    Η προστασία των εταιρικών δανειστών, ιδίως όμως η προστασία της ίδιας της ΑΕ επιβάλλει συγκεκριμένους, αυστηρούς, κανόνες και προϋποθέσεις όσον αφορά τα ποσά που είναι δυνατό να διανεμηθούν στους μετόχους. Τι συνιστά, όμως, διανομή; Περί αυτής σε επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

  • Διενέργεια Έκτακτου Ελέγχου

    Διενέργεια Έκτακτου Ελέγχου

    Διενέργεια Έκτακτου Ελέγχου

    (άρ. 143 ν. 4548/2018)

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με το δικαίωμα της μικρής μειοψηφίας και Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για υποβολή αίτησης έκτακτου ελέγχου. Επίσης, με το αντίστοιχο δικαίωμα της μεγάλης μειοψηφίας. Στο παρόν θα ασχοληθούμε με τη διενέργεια του Έκτακτου Ελέγχου. Για τα πρόσωπα των ελεγκτών, τον διορισμό, την αμοιβή, το έργο και τις αρμοδιότητές τους. Επίσης για το περιεχόμενο, αυτό καθευατό, του έκτακτου ελέγχου.

    Ρυθμιστικό πλαίσιο

    Ο νομοθέτης επέλεξε να ρυθμίσει τα βασικά διαδικαστικά ζητήματα του έκτακτου ελέγχου. Εφαρμόζονται, κατά τα λοιπά-αναλογικά, οι διατάξεις για τον τακτικό έλεγχο.

    Διορισμός ελεγκτών

    Αρμόδια πρόσωπα για τη διενέργεια του έκτακτου ελέγχου είναι οι ελεγκτές εκείνοι, οι οποίοι θα διοριστούν από το αρμόδιο δικαστήριο-σε περίπτωση αποδοχής της σχετικής αίτησης.

    Η διάταξη προβλέπει ότι η ανάθεση του εν λόγω έργου γίνεται σε τουλάχιστον έναν «ορκωτό ελεγκτή λογιστή» ή σε «ελεγκτική εταιρεία». Ο νόμος 4449/2017 προσδιορίζει ποιο πρόσωπο είναι «Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής»: το φυσικό, εκείνο, πρόσωπο που έχει λάβει άδεια, σύμφωνα με τον νόμο, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους. Κι αντίστοιχα για την «Ελεγκτική εταιρεία»: το νομικό πρόσωπο ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, που έχει λάβει άδεια, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους ή έχει λάβει άδεια από άλλο κράτος μέλος, σύμφωνα με την Οδηγία 2006/43/ ΕΚ, να διενεργεί υποχρεωτικούς ελέγχους.

    Το δικαστήριο, επιπλέον, έχει την ευχέρεια να διορίζει αντί των ανωτέρω (φυσικών και νομικών προσώπων/οντοτήτων) ως ελεγκτές κατόχους άδειας Λογιστή Φοροτεχνικού Α΄ τάξης του ν. 2515/1997, οι οποίοι είναι μέλη του Οικονομικού Επιμελητηρίου. Επισημαίνεται ότι η ευχέρεια αυτή του δικαστηρίου υφίσταται κατ’ εξαίρεση. Η ανάθεση θα πρέπει να λάβει χώρα σε ορκωτούς ελεγκτές όταν, λόγω της πολυπλοκότητας, του μεγέθους της εταιρείας ή/και τις ειδικές περιστάσεις υπό τις οποίες θα διενεργηθεί ο έλεγχος, απαιτείται ένα αυστηρότερο πλαίσιο στη διαδικασία ελέγχου.

    Στον κύκλο, τέλος, των προσώπων στα οποία μπορεί να ανατεθεί ο έλεγχος νομιμότητας και χρηστότητας της διοίκησης, ο οποίος απαιτεί ειδικότερες γνώσεις,  συμπεριλαμβάνονται και πρόσωπα, τα οποία τις διαθέτουν και κρίνεται αναγκαία η συνδρομή τους.

    Οι ελεγκτές είναι δυνατό να αντικατασταθούν με απόφαση του δικαστηρίου που τους διόρισε ύστερα από αίτημα εκείνων που ζήτησαν τον έλεγχο. Η αντικατάσταση μπορεί να προκύψει σε περίπτωση αδράνειας ή ανικανότητας εκείνου που διορίσθηκε ή, τέλος, σε περίπτωση παραιτήσεώς του.

    Οι αποφάσεις διορισμού και αντικατάστασης των ελεγκτών υπόκεινται σε ένδικα μέσα.

    Αμοιβή Ελεγκτών

    Η αμοιβή των ελεγκτών ορίζεται στην απόφαση με την οποία ανατίθενται τα καθήκοντα του ελεγκτή. Η αμοιβή πρέπει να καταβληθεί με την περάτωση του έργου του ελεγκτή.

    Το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψιν τις όποιες ειδικές περιστάσεις, θα κρίνει αν θα επιρρίψει το βάρος καταβολής της αμοιβής στην εταιρεία ή στον αιτούντα. Επίσης, μπορεί να αποφασίσει μεν ότι θα βαρύνει τον αιτούντα μέτοχο η καταβολή της αμοιβής του ελεγκτή αλλά να του αναγνωρίζει το δικαίωμα να την αναζητήσει από την εταιρεία. Βασικό κριτήριο για το δικαστήριο αποτελεί, εύλογα, η διασφάλιση της καταβολής της αμοιβής του ελεγκτή. Αν κρίνει ότι λόγω της οικονομικής θέσης στην οποία έχει περιέλθει ή επίκειται να περιέλθει η εταιρεία, η τελευταία δε θα είναι σε θέση να την καταβάλει, θα βαρύνει τον αιτούντα. Αποτρέπεται, με τον τρόπο αυτό, η παρελκυστική άσκηση του δικαιώματος ελέγχου.

    Το ποσό που θα ορίσει το δικαστήριο ως αμοιβή μπορεί να αναθεωρηθεί. Η εν λόγω αναθεώρηση είναι δυνατό να προκύψει, όταν μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου διαπιστώνεται ότι το έργο των ελεγκτών ήταν σημαντικά μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης από ό,τι είχε υπολογιστεί. Η αμοιβή αναθεωρείται ύστερα από αίτηση του ελεγκτή ή εκείνου που  βαρύνεται με την καταβολή της.

    Τα δικαιώματα, υποχρεώσεις και καθήκοντα των Ελεγκτών

    Όπως ήδη αναφέρθηκε, ανάμεσα στα πρόσωπα στα οποία μπορεί να ανατεθεί ο έλεγχος εντάσσονται και οι ορκωτοί ελεγκτές λογιστές. Τα εν λόγω πρόσωπα υπάγονται στις ρυθμίσεις του νόμου 4449/2017 και βαρύνονται με τις εκεί αναφερόμενες υποχρεώσεις και καθήκοντα. Πέραν από τα ανωτέρω οι ελεγκτές κάθε κατηγορίας (τόσο οι ορκωτοί ελεγκτές όσο και οι λογιστές Α΄ τάξης) διαθέτουν το δικαίωμα ενημέρωσης και την υποχρέωση εχεμύθειας  που έχει ο τακτικός ελεγκτής. Γι’ αυτό και πρέπει να τους παρέχεται απρόσκοπτη πρόσβαση στα βιβλία και στοιχεία που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση του έργου τους. Η ίδια η απόφαση του δικαστηρίου μπορεί να προβλέπει ειδικότερα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους.

    Η παραβίαση του καθήκοντος εχεμύθειας αλλά και η παρακώλυση του έργου των ελεγκτών ή μη παροχή των αναγκαίων για τον έλεγχο πληροφοριών, επισύρει ποινικές κυρώσεις (άρ. 178 και 179 αντίστοιχα).

    Περάτωση Του Ελέγχου

    Η δικαστική απόφαση μπορεί να ορίσει και την προθεσμία εντός της οποίας οφείλουν οι ελεγκτές να περατώσουν το έργο τους. Σε κάθε περίπτωση, αν δεν έχει οριστεί σχετικό χρονικό περιθώριο, οφείλουν να ολοκληρώσουν τον έλεγχο χωρίς υπαίτια καθυστέρηση.

    Στην περίπτωση που οι ελεγκτές δεν καταφέρουν να τηρήσουν την προβλεπόμενη προθεσμία, εφόσον κρίνεται και αποδεικνύεται ότι οι εργασίες του ελέγχου ήταν μεγαλύτερης έκτασης από ότι είχε, αρχικά, υπολογιστεί, το δικαστήριο μπορεί να παρατείνει την προθεσμία διενέργειάς του.

    Την ολοκλήρωση των εργασιών ακολουθεί η σύνταξη και υποβολή της έκθεσης έκτακτου ελέγχου. Στα πρόσωπα, στα οποία υποβάλλεται η εν λόγω έκθεση, συγκαταλέγεται η ίδια η εταιρεία αλλά και οι αιτούντες (ακόμη και στην περίπτωση που δε διαθέτουν πλέον τη μετοχική ιδιότητα). Το Διοικητικό Συμβούλιο οφείλει να ενημερώσει τους μετόχους της ΑΕ στην πρώτη, επόμενη, Γενική της Συνέλευση.

    Στην περίπτωση που η ελεγχόμενη εταιρεία είναι εισηγμένη, η έκθεση υποβάλλεται και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς-ακόμη και αν δεν είχε αιτηθεί αυτή τον έλεγχο.

    Στην περίπτωση, τέλος, που διαπιστωθεί τέλεση αξιόποινων πράξεων, η έκθεση υποβάλλεται και στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.

    Το περιεχόμενο του Έκτακτου Ελέγχου

    Ο έλεγχος νομιμότητας, ο οποίος διατάσσεται από το δικαστήριο, αφορά την πιθανολογούμενη πράξη ή παράλειψη, η οποία αναφέρεται στην αίτηση των μετόχων. Κατά την κρατούσα θέση στη νομολογία, τα αρμόδια δικαστήρια διατάζουν τη διενέργεια ελέγχου νομιμότητας και σκοπιμότητας της διαχείρισης της εταιρείας κατά τρόπο γενικό, χωρίς να εξειδικεύουν το αντικείμενο του ελέγχου (1484/2019 ΑΠ, ΤΝΠ Qualex). Ωστόσο, το γράμμα και ο σκοπός του νόμου, σύμφωνα με τη θεωρία, θέτουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις για την πλήρωση των οποίων απαιτείται περιορισμός του εύρους του ελέγχου που διατάσσεται. Στην περίπτωση που, ειδικότερα, ο νομοθέτης απαιτεί συγκεκριμένους λόγους για τους οποίους θα αιτηθεί έλεγχο το δικαιούμενο πρόσωπο, ο έλεγχος πρέπει να περιορίζεται στις συγκεκριμένες πράξεις και όχι γενικά και αφηρημένα σε κάθε πτυχή της διοίκησης της εταιρείας (ΜονΠρωτ Ρόδου 31/2018, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

     

    Ο έκτακτος έλεγχος της ΑΕ που προβλέπεται στον νόμο διενεργείται από συγκεκριμένα πρόσωπα και διέπεται, επίσης, από συγκεκριμένους κανόνες. Αντίστοιχοι, βέβαια, είναι και οι κανόνες που διέπουν την αμοιβή, το έργο και τις αρμοδιότητες των ελεγκτών. Και, καθώς, συγκεκριμένες είναι οι αιτίες και αιτιάσεις που κατατείνουν στη διενέργεια των ελέγχων τους, συγκεκριμένο και περιορισμένο θα πρέπει να είναι και το εύρος του: για τη διασφάλιση των συμφερόντων της ίδιας της ΑΕ.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

  • Ατομικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Παροχής Πληροφοριών Για Μετόχους Και Μετοχές

    Ατομικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Παροχής Πληροφοριών Για Μετόχους Και Μετοχές

    Ατομικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Παροχής Πληροφοριών Για Μετόχους Και Μετοχές

    (άρ.141 §§ 10 & 11 ν. 4548/2018)

    Σε σειρά άρθρων μας απασχόλησαν τα δικαιώματα μειοψηφίας των μετόχων ΑΕ. Αναλύθηκαν τόσο τα συλλογικά όσο και τα ατομικά όμοια. Στο πλαίσιο των τελευταίων μας απασχόλησε το δικαίωμα πληροφόρησης για τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Εδώ θα μας απασχολήσει η δεύτερη (και, τελευταία, σχετική ενότητα: το δικαίωμα παροχής πληροφοριών όσον αφορά το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου και τις μετοχές της ΑΕ καθώς και το δικαίωμα χορήγησης του πίνακα μετόχων.

    Δικαίωμα Για Πληροφόρηση Μετόχου Σχετικά Με Το Ύψος Του Μετοχικού Κεφαλαίου Και Τις Μετοχές

    Γενικά

    Υστερα από αίτηση οποιουδήποτε μετόχου, οποτεδήποτε υποβαλλόμενη, το Διοικητικό Συμβούλιο υποχρεούται (άρ.141 § 10) να πληροφορήσει το μέτοχο, εντός 20ημέρου, για το ύψος του κεφαλαίου της ΑΕ και τις κατηγορίες των μετοχών που έχουν εκδοθεί. Επίσης για τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας (επί προνομιούχων-και για τα δικαιώματα που κάθε κατηγορία παρέχει). Επί τυχόν δεσμευμένων μετοχών οφείλει να ενημερώσει για τον αριθμό τους αλλά και τους περιορισμούς που τις διέπουν.

    Πρόκειται για καινοτομία του νέου νόμου για τις ΑΕ αφού ο προϊσχύσας δεν περιλάμβανε σχετική διάταξη.

    Σκοπός 

    Το συγκεκριμένο  δικαίωμα (βλ. και Αιτ. Έκθ. Ν.4548/2018 επί της συγκεκριμένης διάταξης) εξυπηρετεί την παροχή πληροφόρησης στον μέτοχο τόσο κατά την συμμετοχή του στην ΑΕ όσο και ενόψει της εξόδου του. Η σχετική πληροφόρηση αποδεικνύεται χρήσιμη στον μέτοχο για την άσκηση των δικαιωμάτων που αντιστοιχούν στις μετοχές που κατέχει. Και τούτο γιατί σχηματίζει την αναγκαία, για κείνον, εικόνα όσον αφορά τη συνολική, κεφαλαιακή, εικόνα της ΑΕ καθώς και για τη θέση του στο μετοχικό σχήμα. Περαιτέρω, η σχετική πληροφόρηση αποδεικνύεται αναγκαία στη φάση της αναζήτησης πιθανού αγοραστή εκ μέρους του μετόχου, καθώς είναι αναγκαίο να γνωστοποιήσει στον ενδιαφερόμενο τα συγκεκριμένα στοιχεία.

    Προϋποθέσεις Άσκησης

    (α) Μετοχική Ιδιότητα

    Όπως ήδη αναφέρθηκε, πρόκειται για ατομικό δικαίωμα. Συνεπώς, κάθε μέτοχος, στο πλαίσιο αυτής και μόνης της ιδιότητας του είναι δικαιούχος του συγκεκριμένου δικαιώματος. Η μετοχική του ιδιότητα θα πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε νόμιμο τρόπο. Δεν απαιτείται, ωστόσο, η απόδειξη και του συγκεκριμένου αριθμού μετοχών που κατέχει.

    (β) Μη Εισηγμένη Εταιρεία

    Ο νομοθέτης αποκλείει τους μετόχους των εισηγμένων ΑΕ με εισηγμένες μετοχές σε ρυθμιζόμενη αγορά από τον κύκλο των δικαιούχων της συγκεκριμένης διάταξης. Αρνητική προϋπόθεση, λοιπόν, άσκησης του δικαιώματος αποτελεί να μην πρόκειται για εισηγμένη ΑΕ.

    (γ) Υποβολή Αίτησης

    Απαιτείται υποβολή αίτησης, η οποία θα απευθύνεται προς την ΑΕ. Δεν απαιτείται αιτιολογία για την άσκηση του δικαιώματος ή τον σκοπό για τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί η εν λόγω πληροφορία.

    Καθώς ελλείπει οποιαδήποτε πρόβλεψη για τον τύπο της αίτησης, αυτή μπορεί να είναι ακόμα και προφορική. Ωστόσο, η  τήρηση έγγραφου τύπου, αποτελεί τον κανόνα, καθώς αποφεύγονται αποδεικτικές δυσχέρειες.

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα δεν υπόκειται σε ορισμένη προθεσμία. Ούτε ασκείται ενόψει ΓΣ. Μπορεί να ασκηθεί οποτεδήποτε («…υποβαλλόμενη κατά πάντα χρόνο…»).

    Αντικείμενο Δικαιώματος

    Οι αιτούμενες πληροφορίες είναι δυνατό να αφορούν το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου, τις μετοχές στις οποίες διαιρείται, τις κατηγορίες τους (κοινές, προνομιούχες κλπ) και τον αριθμό των μετοχών κάθε κατηγορίας. Επί προνομιούχων μετοχών οι αιτούμενες πληροφορίες μπορεί να αφορούν τα δικαιώματα που κάθε κατηγορία παρέχει˙ επί δεσμευμένων μετοχών: τον αριθμό τους και τους περιορισμούς που τις διέπουν. Το δικαίωμα αυτό, περιλαμβάνει, ακόμα, πόσες και τι είδους μετοχές διαθέτει ο ίδιος ο αιτών μέτοχος, όπως αυτές προκύπτουν από το βιβλίο μετόχων.  Τα στοιχεία αυτά δεν περιορίζονται στις πληροφορίες που αφορούν στον αιτούντα μέτοχο αλλά και στους λοιπούς.

    Αποτελέσματα Άσκησης

    Στην περίπτωση που η αίτηση παροχής της συγκεκριμένης πληροφόρησης υποβληθεί νομότυπα, θα πρέπει να ικανοποιηθεί. Το ΔΣ είναι το όργανο της εταιρείας που υποχρεούται να παράσχει την αιτούμενη πληροφόρηση. Αν και δεν προβλέπεται προθεσμία άσκησης του δικαιώματος, ο νομοθέτης επιβάλλει την εντός 20ημέρου από την υποβολή της αίτησης ανταπόκριση του ΔΣ και την παροχή της αιτούμενης ενημέρωσης. Ωστόσο, υποχρέωση δε γεννάται στην περίπτωση κατά την οποία οι πληροφορίες, που αιτείται ο μέτοχος, είναι ήδη αναρτημένες στο διαδικτυακό τόπο της εταιρείας. Το ΔΣ εκπληρώνει, στην περίπτωση αυτή, την υποχρέωσή του με την υπόδειξη προς τον αιτούντα μέτοχο του διαδικτυακού τόπου, στον οποίο είναι αναρτημένες οι αιτούμενες πληροφορίες.

    Όπως και στις λοιπές περιπτώσεις δικαιωμάτων μειοψηφίας, εφόσον οι αιτούντες αποδείξουν ζημία προκληθείσα από τη μη ικανοποίηση του δικαιώματος εκ μέρους του ΔΣ, γεννάται αστική ευθύνη σε βάρος των μελών του. Τυγχάνουν, επίσης, εφαρμογής οι ποινικές διατάξεις του νόμου με τις οποίες εγκαθιδρύεται ποινική ευθύνη για τα μέλη του ΔΣ που παραβίασαν την υποχρέωση πληροφόρησης.

     

    Δικαίωμα Για Χορήγηση Πίνακα Μετόχων

    Το δικαίωμα για χορήγηση πίνακα μετόχων με ένδειξη του ονοματεπωνύμου, της διεύθυνσης και του αριθμού μετοχών κάθε μετόχου αποτελεί, επίσης, ατομικό δικαίωμα πληροφόρησης. Συνιστά, μάλιστα, νεοπαγή ρύθμιση, καθώς προστέθηκε, για πρώτη φορά, με τον ν.4548/2018.

    Σκοπός

    Ο σκοπός για τον οποίο θεσπίστηκε το συγκεκριμένο δικαίωμα αφορά την διευκόλυνση της επικοινωνίας ανάμεσα στους μετόχους της ίδιας ΑΕ, η οποία είναι δυσχερής, όταν πρόκειται για πολυμετοχικές ΑΕ.

    Προϋποθέσεις

    (α) Μετοχική Ιδιότητα

    Ως ατομικό δικαίωμα παρέχεται σε κάθε πρόσωπο που φέρει και αποδεικνύει τη μετοχική ιδιότητα. Τούτο, μάλιστα, ανεξάρτητα από το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπεί. Εφαρμόζεται τόσο επί εταιρειών, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά όσο και σε μη εισηγμένες. Προϋποτίθεται, όμως, απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας.

    (β) Καταστατική Πρόβλεψη

    Για την ικανοποίηση του συγκεκριμένου δικαιώματος απαιτείται σχετική καταστατική πρόβλεψη. Εφόσον ελλείπει, δεν είναι δυνατή η αίτηση χορήγησης του πίνακα μετόχων της ΑΕ.

    (γ) Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

    Ο πίνακας των μετόχων αναφέρει, κατ΄ ελάχιστον, το ονοματεπώνυμο των μετόχων, τη διεύθυνση τους και τον αριθμό των μετοχών που καθένας κατέχει. Ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπόψη πως κάποια, τουλάχιστον, από αυτά συνιστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα έθεσε επιφύλαξη προστασίας τους: Για να είναι νόμιμη η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων που αναγράφονται στον εν λόγω πίνακα απαιτείται η προηγούμενη ενημέρωση των μετόχων, των οποίων τα στοιχεία αναφέρονται σε αυτόν.

    Αποτελέσματα Άσκησης

    Με την νομότυπη υποβολή της συγκεκριμένης αίτησης (γραπτής ή προφορικής) το ΔΣ οφείλει να παράσχει στον αιτούντα τον πίνακα των μετόχων, εφόσον πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις. Το ΔΣ, ωστόσο, διαθέτει την ευχέρεια να µη συμπεριλάβει στο σχετικό πίνακα μετόχους που κατέχουν λιγότερο από 1% του κεφαλαίου. Η εν λόγω ευχέρεια φαίνεται να αφορά κυρίως μεγάλες ΑΕ, το κεφάλαιο των οποίων είναι διασκορπισμένο σε περισσότερους μετόχους και ελάχιστα, επιμέρους, ποσοστά δεν διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στα εταιρικά δρώμενα.

    Στην περίπτωση μη ικανοποίησης του συγκεκριμένου δικαιώματος γεννάται, υπό προϋποθέσεις, αστική και ποινική για τα μέλη του ΔΣ που δεν ικανοποίησαν την σχετική αίτηση.

     

    Μεταξύ των ατομικών δικαιωμάτων ενός εκάστου μετόχου ΑΕ, ανεξάρτητα μάλιστα από τον αριθμό των μετοχών που διαθέτει, περιλαμβάνεται το δικαίωμά του να ζητά και λαμβάνει πληροφορίες αναφορικά με το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου και τις μετοχές της ΑΕ. Το δικαίωμά του, επίσης να ζητά και να του χορηγείται ο πίνακας μετόχων. Τα εν λόγω δικαιώματα θα πρέπει, υπό τις προϋποθέσεις του νόμου, να ικανοποιούνται. Και τούτο όχι μόνον γιατί ενδεχόμενη παράλειψη ικανοποίησής τους γεννά αστικές και ποινικές ευθύνες σε βάρος των μελών του ΔΣ αλλά, κυρίως, γιατί η σχετική πληροφόρηση εις ουδέν είναι δυνατό να βλάψει την ΑΕ.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).

     

     

     

  • Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

    Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

    Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

     (άρ. 141 §12, 13 ν. 4548/2018)

    Δεν είναι ασύνηθες να συναντούμε περισσότερες ομάδες μετόχων στην ΑΕ με αντικρουόμενα συμφέροντα. Υφίσταται το (πάντοτε ατυχές) ενδεχόμενο το μετοχικό κεφάλαιο να μοιράζεται στα δύο κι οι μέτοχοι να έχουν ίσες συμμετοχές. Υφίσταται, άλλες φορές, το ενδεχόμενο μέτοχος ή μέτοχοι να κατέχουν  πλειοψηφικό ποσοστό. Η πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου, στην τελευταία αυτή περίπτωση, είναι που επιλέγει τα πρόσωπα και τον τρόπο διοίκησης της ΑΕ και λαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις για τη λειτουργία της. Η θέση της μειοψηφίας θα παραμένει, εξ ορισμού, μειονεκτική. Ο νομοθέτης, ωστόσο, μεριμνά για την προστασία της μέσω της θέσπισης συγκεκριμένων δικαιωμάτων. Στο παρόν θα μας απασχολήσουν οι συναφείς, ευρύτερου περιεχομένου, παράμετροι (άρ. 141 ν. 4548/2018).

    Η Ρύθμιση

    Η διάταξη του άρ. 141 ακολουθεί, καταρχήν, τη ρύθμιση του προϊσχύσαντος, αντίστοιχου, άρθρου 39 κ.ν. 2190/1920, με ορισμένες, όμως, τροποποιήσεις (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 41). Τούτες αποσκοπούν στη αποσαφήνιση ζητημάτων που παρουσιάστηκαν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς. Στη διευκόλυνση, επίσης, άσκησης ορισμένων δικαιωμάτων  μειοψηφίας (λ.χ. μέσω της μείωσης ορισμένων ποσοστών μετοχικού κεφαλαίου, που πρέπει να συγκεντρώνουν μέτοχοι προκειμένου να νομιμοποιούνται να ασκήσουν συγκεκριμένα δικαιώματα μειοψηφίας). Στην αναγνώριση και προσθήκη, επίσης, νέων δικαιωμάτων μειοψηφίας.

    Σημειώνεται, πάντως, πως οι ρυθμίσεις του άρ. 141 για τα δικαιώματα μειοψηφίας εφαρμόζονται τόσο σε μη εισηγμένες όσο και σε εισηγμένες ΑΕ (προφανώς με κάποιες διαφοροποιήσεις ως προς τις τελευταίες).

    Σκοπός

    Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποσκοπεί στη διασφάλιση και προστασία των συμφερόντων της μειοψηφίας έναντι της πλειοψηφίας της ΑΕ. Κατ’ επέκταση, των συμφερόντων της ίδιας της ΑΕ και της βέλτιστης λειτουργίας της. Επιδιώκεται όμως, σε κάθε περίπτωση, η στάθμιση των συμφερόντων μεταξύ των πλειοψηφούντων και μειοψηφούντων. Τούτο επιτυγχάνεται μέσω της πρόληψης καταχρηστικών συμπεριφορών της πλειοψηφίας. Μέσω, επίσης, της αποτροπής καταστρατηγήσεων και παρακώλυσης της ομαλής λειτουργίας της ΑΕ από την μειοψηφία. Άλλωστε, στο πλαίσιο αυτό, οι μέτοχοι μειοψηφίας υποχρεούνται να ασκούν τα δικαιώματά τους με γνώμονα το εταιρικό συμφέρον και συμμορφώνονται με την υποχρέωση πίστης προς την ΑΕ και τους λοιπούς μετόχους. Σε καμμία, δε, περίπτωση για την επιδίωξη ιδιοτελών συμφερόντων˙ πολύ περισσότερο προς βλάβη άλλων μετόχων.

    Τα δικαιώματα που παρέχει ο νόμος στους μειοψηφούντες μετόχους είναι δικαιώματα διοίκησης (διαφορετικής φύσης από τα περιουσιακά όμοια). Οι μειοψηφούντες διασφαλίζονται είτε μέσω της ΓΣ είτε/και μέσω της άντλησης κρίσιμων πληροφοριών. Μέσω, δηλ., της δυνατότητας παρέμβασής τους στη λειτουργία του ανώτατου οργάνου της ΑΕ, της ΓΣ. Μέσω, επίσης, της ορθότερης και πληρέστερης πληροφόρησής τους όσον αφορά τα εταιρικά δρώμενα. Κι όσον αφορά, ειδικότερα, την τελευταία: η εν λόγω πληροφόρηση αξιολογείται ως αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων καθενός μετόχου και, συγκεκριμένα, του δικαιώματος ψήφου, τον έλεγχο της διοίκησης και την απόφαση για συνέχιση ή μη της παραμονής του στην ΑΕ.

    Αναγκαστικό Δίκαιο

    Η ρύθμιση του άρ. 141 συνιστά αναγκαστικό δίκαιο. Τούτο σημαίνει ότι ούτε το καταστατικό ούτε και η ΓΣ είναι εφικτό να προβούν σε περιορισμό ή, πολύ περισσότερο, σε αποκλεισμό της άσκησης των δικαιωμάτων μειοψηφίας.

    Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι δυνατό μέσω καταστατικής πρόβλεψης ή απόφασης ΓΣ να αυξηθούν τα ποσοστά εκπροσώπησης του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που απαιτούνται, κάθε φορά, για την νομιμοποίηση των μετόχων ως προς την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων. Είναι, ωστόσο, δυνατή η μείωση από το καταστατικό, όχι όμως πέραν του μισού, των ποσοστών αυτών (άρ. 141 §13). Ομοίως, δεν είναι εφικτό να καθιερωθούν, εν γένει, αυστηρότερες προϋποθέσεις από εκείνες που ο νόμος ορίζει για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών (ενδεχόμενες σχετικές καταστατικές ρυθμίσεις θα είναι άκυρες). Από την άλλη πλευρά, το καταστατικό είναι δυνατό να διευκρινίζει ζητήματα ως προς τη διαδικασία άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων (:χωρίς, βέβαια, να τα αποκλείει ή, έστω, περιορίζει).

    Ο αναγκαστικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων του άρ. 141 δεν πρέπει, όμως, να καταλήγει στο λανθασμένο συμπέρασμα της υποχρεωτικότητας ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας. Ως ιδιωτικού δικαίου δικαιώματα, η άσκηση από τους δικαιούχους τους είναι προαιρετική. Μάλιστα, οι εν λόγω δικαιούχοι, είναι δυνατό να παραιτηθούν από αυτά ή και να ανακαλέσουν εκείνα που, ενδεχομένως, άσκησαν. Δεν είναι ανεκτή, ωστόσο, η εκ των προτέρων παραίτηση των μετόχων από τα δικαιώματα μειοψηφίας, κατά τρόπο αφηρημένο και για το μέλλον.

    Μη Αποκλειστική Απαρίθμηση

    Οι επιμέρους ρυθμίσεις του άρ. 141 απαριθμούν σημαντικά δικαιώματα της μειοψηφίας. Η σχετική απαρίθμηση, ωστόσο, δεν είναι εξαντλητική. Αντίστοιχα δικαιώματα προβλέπονται και σε άλλες διατάξεις του νόμου για τις ΑΕ [λ.χ.: η δυνατότητα υποβολής αίτησης για άσκηση των αξιώσεων της ΑΕ, που γεννώνται από παράβαση καθήκοντος μέλους ΔΣ (άρ. 104 §1), η δυνατότητα αντίθεσης στη λήψη απόφασης της ΓΣ χωρίς συνεδρίαση (άρ. 135 §1), η άσκηση αγωγής ακύρωσης απόφασης της ΓΣ (άρ. 137 §3)].

    Η Έννοια Της Μειοψηφίας: Συλλογικά & Ατομικά Δικαιώματα Μειοψηφίας

    Για την κατανόηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας, προϋποτίθεται ο προσδιορισμός της ίδιας της έννοιας της μειοψηφίας. Υπό την ευρεία έννοια, στον όρο της μειοψηφίας υπάγεται τόσο ο μεμονωμένος μέτοχος όσο και οι μέτοχοι που κατέχουν ένα ελάχιστο -ορισμένο, πάντως, από τον νόμο- ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου.

    Η κεφαλαιουχική, ειδικότερα, μειοψηφία αναφέρεται σε έναν ή περισσότερους μετόχους, οι μετοχές των οποίων εκπροσωπούν ποσοστό μικρότερο του 50% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου. Να σημειωθεί, πάντως, ότι ποσοστό 50% δεν μπορεί να θεωρηθεί μειοψηφία. Και τούτο, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να δικαιολογείται προστασία αντίστοιχη με αυτή της μειοψηφίας (ενδ.: 120/2019 ΕφΔωδ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Με γνώμονα την άσκηση καθενός δικαιώματος μειοψηφίας από μεμονωμένο μέτοχο ή από μέτοχο/μετόχους που συγκεντρώνουν συγκεκριμένο μειοψηφικό ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, τα δικαιώματα μειοψηφίας διακρίνονται σε συλλογικά και ατομικά (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 141).

    Συλλογικά Δικαιώματα

    Τα συλλογικά δικαιώματα μειοψηφίας απαιτούν τη συγκέντρωση συγκεκριμένου ποσοστού μετοχικού κεφαλαίου από μέτοχο/μετόχους για την άσκησή τους. Για την πρόβλεψη του ποσοστού καθενός δικαιώματος, ο νομοθέτης λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο και τη σημασία του. Έτσι, τα «αυξημένης σημασίας» δικαιώματα απονέμονται στην αποκαλούμενη «μεγάλη μειοψηφία» του 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου (έναντι του 1/5 του προϊσχύσαντος, αντίστοιχου άρθρου -ποσοστό που εξακολουθεί, ωστόσο, να προβλέπεται σε άλλες διατάξεις του ν. 4548/2018). Τα λοιπά συλλογικά δικαιώματα αποδίδονται στη «μικρή πλειοψηφία» του 1/20.

    Ατομικά Δικαιώματα

    Σε αντίθεση με τα συλλογικά δικαιώματα, τα ατομικά όμοια είναι δυνατό να ασκήσει κάθε μέτοχος ανεξάρτητα από το ποσοστό του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπεί˙ ακόμα κι αν κατέχει μια, μόνο, μετοχή της ΑΕ

    Προϋποθέσεις Άσκησης Των Δικαιωμάτων Μειοψηφίας

    Η άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας απαιτεί την πλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων. Συγκεκριμένα, μέτοχοι που προβαίνουν στην άσκησή τους οφείλουν:

    (α) Να αποδεικνύουν τη μετοχική τους ιδιότητα (άρ. 141 §12 εδ. α΄). Τούτο σημαίνει ότι εκείνοι που ασκούν τα συγκεκριμένα δικαιώματα οφείλουν κατά τον χρόνο άσκησης να είναι κύριοι μετοχών της ΑΕ (με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου-λ.χ.: ακόμα και κύριοι προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου).

    (β) Να συγκεντρώνουν (επί συλλογικών δικαιωμάτων μειοψηφίας) το ελάχιστο ποσοστό του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που προϋποτίθεται (είτε από τον νόμο  είτε, νομίμως μειωμένο, από το καταστατικό) για την άσκησή του.

    (γ) Να αποδεικνύουν τον αριθμό των μετοχών που κατέχουν κατά την άσκηση του σχετικού δικαιώματος. Η προϋπόθεση αυτή, ομοίως, δεν αφορά στα ατομικά δικαιώματα (άρ. 141 §12 εδ. α΄ –και μάλιστα, στο σύνολο αυτών, μολονότι δεν εξαιρείται ρητά από την εν λόγω προϋπόθεση το ατομικό δικαίωμα της §11).

    (δ) Nα μην ασκούν τα εν λόγω δικαιώματα καταχρηστικά.

    Η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας και του αριθμού μετοχών που κατέχει ένας μέτοχος είναι δυνατό να λάβει χώρα με κάθε πρόσφορο τρόπο. Προβλέπεται, βέβαια, ρητά ότι τέτοια απόδειξη αποτελεί και η -τυχόν καταστατικά προβλεπόμενη- κατάθεση των μετοχών του (άρ. 141 §12 εδ. β΄, με παραπομπή στο άρ. 124 §2). Προκειμένου για άυλες μετοχές, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας μπορεί να γίνεται με κάθε νόμιμο μέσο και πάντως βάσει ενημέρωσης που λαμβάνει η εταιρεία ή βεβαίωσης ή άλλης μορφής πιστοποίησης από το μητρώο του κ.α.τ. ή της υποδομής αγοράς τ.κ.κ. ή μέσω των διαμεσολαβητών κατά περίπτωση (άρ. 141 §12 εδ. γ΄).

     

    Οι μέτοχοι μειοψηφίας αντιμετωπίζονται, κατά κανόνα, ως εχθροί της ΑΕ από τους  μετόχους πλειοψηφίας˙ ως και των ιδίων εχθροί. Ενδεχομένως και να είναι˙ ενδεχομένως και όχι. Για την προάσπιση, πάντως, των συμφερόντων των μετόχων μειοψηφίας αλλά και της ΑΕ, εύλογα ο νόμος τους απονέμει σειρά δικαιωμάτων. Η άσκησή τους, όμως, θα πρέπει να λαμβάνει χώρα με φειδώ˙ όχι προς βλάβη της ΑΕ ή/και των λοιπών μετόχων. Για το ειδικότερο, πάντως, περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Λόγοι Απαλλαγής

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Λόγοι Απαλλαγής

    Σε προηγούμενή αρθρογραφία μας εξετάσαμε τους λόγους θεμελίωσης της ευθύνης των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ, εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεών τους, που συνιστούν παράβαση των καθηκόντων τους (102 §1 ν. 4548/2018). Διαπιστώσαμε εκεί πως ευθύνη δεν υφίσταται, εφόσον το μέλος ΔΣ «…αποδείξει ότι κατέβαλε κατά την άσκηση των καθηκόντων του την επιμέλεια του συνετού επιχειρηματία που δραστηριοποιείται σε παρόμοιες συνθήκες» (άρ. 102 §2). Θα μας απασχολήσουν, εδώ, οι συγκεκριμένοι λόγοι απαλλαγής των μελών του ΔΣ από την ευθύνη αυτή (άρ. 102 §4). Θα μας απασχολήσουν, επίσης, η δυνατότητα και προϋποθέσεις της ΑΕ να παραιτηθεί ή συμβιβαστεί, εφόσον θεμελιώνεται σχετική ευθύνη μέλους και γεννάται σχετική αξίωση της ΑΕ. Θα μας απασχολήσει, τέλος, η παραγραφή των συγκεκριμένων αξιώσεων.

     

    Απαλλαγή Μελών ΔΣ

    Ευθύνη μελών του ΔΣ δεν στοιχειοθετείται για πράξεις ή παραλείψεις που (α) στηρίζονται σε σύννομη απόφαση της ΓΣ ή (β) αφορούν εύλογη επιχειρηματική απόφαση (5626/2020 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εκτός από τους συγκεκριμένους λόγους, το δικαστήριο μπορεί να θεωρήσει ότι δεν υφίσταται ευθύνη στις περιπτώσεις πράξεων που έχει προηγηθεί σχετική εισήγηση ανεξάρτητου οργάνου ή επιτροπής που λειτουργεί στην εταιρεία σύμφωνα με το νόμο.

    Οι Κατ’ Ιδίαν Λόγοι Απαλλαγής

    Σύννομη Απόφαση Της ΓΣ

    Απαλλαγή από την ευθύνη των μελών του ΔΣ παρέχεται, από το νόμο, όταν η επίμαχη πράξη ή παράλειψη του μέλους στηρίζεται σε απόφαση της ΓΣ. Η γενική πρόβλεψη του νόμου (κατ΄ αντιστοιχία του προϊσχύσαντος καθεστώτος–άρ. 22α α.ν. 2190/1920) οδηγεί σε δυνητική διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΓΣ. Το ΔΣ, δεδομένης της σχετικής πρόβλεψης, ενδέχεται (και μάλλον μοιάζει αναγκαίο) να οδηγήσει σωρεία αποφάσεων ενώπιον της ΓΣ, προκειμένου να μην υπέχει την ευθύνη που, ενδεχομένως, του αναλογεί.

    Σε κάθε περίπτωση, όμως, μια τέτοια απόφαση της ΓΣ πρέπει να είναι «σύννομη» (:νόμιμη). Ελαττωματική απόφαση της ΓΣ [άκυρη (εφόσον δεν έχει παρέλθει ο χρόνος προβολής της ακυρότητας), ακυρώσιμη (εφόσον έχει ακυρωθεί) ή ανυπόστατη] δε μπορεί να οδηγήσει σε απαλλαγή από την ευθύνη.

    Περαιτέρω, η απόφαση θα πρέπει να έχει τα σχετικά, αναγκαία, τυπικά χαρακτηριστικά. Δεν αρκούν απλή οδηγία ή κατευθύνσεις της ΓΣ ή της πλειοψηφίας των μετόχων ή ακόμα και του μοναδικού μετόχου.

    Μια τέτοια απόφαση της ΓΣ πρέπει να προηγείται, χρονικά, της επίμαχης πράξης ή παράλειψης του μέλους του ΔΣ, που διαφορετικά θα οδηγούσε σε ευθύνη του. Το αντικείμενο της απόφασης και η έκταση της δοθείσας έγκρισης θα πρέπει να προκύπτουν από την απόφαση της ΓΣ.

    Μια σύννομη, πάντως, απόφαση της ΓΣ, οδηγεί σε απαλλαγή μόνο εφόσον δεν προβάλλεται κακόπιστα. Δεν μπορεί, λ.χ., το μέλος του ΔΣ να επικαλεστεί την απόφαση της ΓΣ εφόσον έχουν αλλάξει ουσιωδώς οι συνθήκες από τη λήψη της.

    Εύλογη Επιχειρηματική Απόφαση (Business Judgement Rule)

    Ο συγκεκριμένος λόγος απαλλαγής αποσκοπεί στην αποτροπή τυχόν αδρανούς στάσης από τα μέλη του ΔΣ και της μη λήψης εκ μέρους τους επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, υπό τον φόβο της προσωπικής τους ευθύνης.

    Τούτο το ενδεχόμενο είχε εντοπιστεί, ήδη, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, οπότε και  αναγνωριζόταν ένα περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα μέλη του ΔΣ. Μάλιστα, ζημία προκληθείσα από λήψη επιχειρηματικής απόφασης εντασσόταν, νομολογιακά, στους επιχειρηματικούς κινδύνους που δέχεται και αναλαμβάνει η διοίκηση μίας εταιρείας (419/2005 ΠρωτΠρωτΑθ, 1698/2013 ΑΠ, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Υπό το ισχύον καθεστώς, προβλέπεται, ρητά, ότι η εν λόγω ευθύνη των μελών ΔΣ δεν υφίσταται, εφόσον οι πράξεις ή παραλείψεις τους αφορούν εύλογη επιχειρηματική απόφαση, η οποία ελήφθη: (α) με καλή πίστη, (β) με βάση επαρκή, για τις συγκεκριμένες συνθήκες, πληροφόρηση και (γ) με αποκλειστικό κριτήριο την εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος.

    Προκειμένου, επομένως, να γίνει αποδεκτό το εύλογο της επιχειρηματικής απόφασης, θα πρέπει να συντρέχουν (σωρευτικά) συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

    (α) Εύλογη Επιχειρηματική Απόφαση

    Προϋποτίθεται η ύπαρξη επιχειρηματικής απόφασης του ΔΣ (λ.χ. επί ζητημάτων χρηματοδότησης ή επενδύσεων). Συμπεριλαμβάνονται τόσο οι πράξεις όσο και οι (τυχόν) παραλείψεις του ΔΣ. Την εν λόγω προϋπόθεση (:της επιχειρηματικής απόφασης) δεν πληρούν αποφάσεις του ΔΣ που ελήφθησαν στο πλαίσιο καταστατικών ή νομικών τους υποχρεώσεων-χωρίς οποιοδήποτε περιθώριο απόκλισης.

    Επιπρόσθετα: η επιχειρηματική απόφαση απαιτείται να είναι εύλογη. Θα πρέπει, δηλ., να  μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση αντικειμενικά κριτήρια. Θα πρέπει, επιπρόσθετα, να μη θέτει σε αδικαιολόγητα υψηλό κίνδυνο την ΑΕ.

    (β) Καλή Πίστη

    Προϋποτίθεται, επίσης, η λήψη της εύλογης επιχειρηματικής απόφασης με καλή πίστη. Έννοια που διατρέχει το σύνολο του εθνικού μας δικαίου. Το μέλος του ΔΣ οφείλει να δρα (αντικειμενικά και υποκειμενικά) καλόπιστα. Κατά τη λήψη της απόφασης δεν θα πρέπει να συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων (:αντικειμενικό κριτήριο). Ταυτόχρονα, όμως, το εκάστοτε μέλος του ΔΣ οφείλει να μην δρα δόλια ή χωρίς να πιστεύει στην ορθότητα της εκάστοτε επιχειρηματικής απόφασης (:υποκειμενικό κριτήριο).

    (γ) Επαρκής Πληροφόρηση

    Τα μέλη του ΔΣ είναι αναγκαίο να ενημερώνονται «επαρκώς» πριν τη λήψη της εκάστοτε επιχειρηματικής απόφασης. Τούτο δεν σημαίνει ότι είναι αναγκαίο να εξαντληθεί κάθε πηγή πληροφόρησης (και πώς θα ήταν, άλλωστε, δυνατό;). Αντίθετα, η ίδια η διοίκηση της εταιρείας θα κρίνει πότε και υπό ποιες συνθήκες έχει ενημερωθεί αρκετά, ώστε να προβεί στη λήψη απόφασης.

    Η επαρκής πληροφόρηση του ΔΣ κρίνεται ad hoc. Λαμβάνονται υπόψη κριτήρια όπως: η σημασία της συγκεκριμένης απόφασης για την εταιρεία, το μέγεθος της επιχείρησης, η δραστηριότητά της, ο  διαθέσιμος χρόνος για τη συλλογή πληροφοριών κ.ο.κ.

    (δ) Εξυπηρέτηση Αποκλειστικά Εταιρικού Συμφέροντος

    Η απόφαση θα πρέπει, ακόμη, να αποσκοπεί, αποκλειστικά, στην εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος. Τούτο σημαίνει ότι το μέλος του ΔΣ που λαμβάνει την επιχειρηματική απόφαση δεν πρέπει να τελεί σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων. Η εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος (γίνεται δεκτό ότι) επιτυγχάνεται με την επαύξηση της μακροχρόνιας αξίας της εταιρείας και τη μεγιστοποίηση του κέρδους των μετόχων (όπως έχει κατοχυρωθεί και για τις εισηγμένες ΑΕ, άρ. 2 §1 ν. 3016/2002).

    Εισήγηση/Γνώμη Ανεξάρτητου Οργάνου Ή Επιτροπής

    Όπως, ήδη, επισημάνθηκε, ο ν. 4548/2018 αναγνωρίζει διακριτική ευχέρεια στον δικαστή να αποφασίσει πως δεν συντρέχει ευθύνη μελών ΔΣ, προκειμένου για πράξεις ή παραλείψεις που στηρίζονται σε εισήγηση ή γνώμη ανεξάρτητου οργάνου ή επιτροπής, που λειτουργεί στην εταιρεία, σύμφωνα με το νόμο (102 §4 in fine). Πρόκειται για πρόβλεψη που συναντάται, για πρώτη φορά, το πρώτον στον ν. 4548/2018.

    Η πρόβλεψη αυτή δεν εισάγει νέο λόγο απαλλαγής από την ευθύνη του άρθρου 102. Αντίθετα, κατά το γράμμα του νόμου, πρόκειται για δυνατότητα του δικαστηρίου να αποφασίσει ότι δεν συντρέχει ευθύνη των μελών.

    Για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης, εύλογα αναρωτιέται κανείς ποιος εμπίπτει στην έννοια του οργάνου ή της επιτροπής. Η εφαρμογή της φαίνεται να έχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Τέτοιου είδους όργανο λ.χ. συνιστά το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων που προβλέπει ο ν. 3986/2011 για το ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε (άρ. 4). Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή της πρέπει να αναζητηθεί ακόμη και σε υποκατάστατα, όπως γίνεται δεκτό, όργανα ή σε επιτροπές που προβλέπονται στο νόμο περί ΑΕ ή σε ειδικό νόμο ή δημιουργούνται δυνάμει καταστατικής διάταξης.

    Βάρος Απόδειξης – Κρίσιμος Χρόνος

    Το βάρος απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων της απαλλαγής (:άρ. 102 §4) φέρουν τα μέλη του ΔΣ. Κρίσιμος χρόνος για την εκτίμηση της συνδρομής τους είναι αυτός της λήψης της συγκεκριμένης απόφασης-υπό το πρίσμα των συνθηκών που τότε συνέτρεχαν (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 102). Πρόκειται, συγκεκριμένα, για ένσταση, την οποία υποχρεούνται να προβάλλουν και αποδείξουν τα μέλη ΔΣ.

     

    Παραίτηση Της Εταιρείας Από Αξιώσεις – Συμβιβασμός

    Δεν είναι δυνατή, χωρίς τήρηση συγκεκριμένης διαδικασίας και πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, παραίτηση ή συμβιβασμός της ΑΕ με υπεύθυνο μέλος ΔΣ (άρ. 102 §7). Τούτο μοιάζει απολύτως εύλογο καθώς είναι αναγκαίο να αποτραπούν δόλιοι συμβιβασμοί/παραιτήσεις σε βάρος της εταιρείας (και μειοψηφούντων μετόχων). Απαιτείται, ως εκ τούτου, συγκατάθεση της ΓΣ στην οποία, όμως, μπορεί να προβληθεί veto της μειοψηφίας. Συγκεκριμένα θα πρέπει:

    (α) Η παραίτηση ή ο συμβιβασμός να έχουν συγκεκριμένες μορφές (πλήρης ή μερική άφεση χρέους, αρνητική αναγνωριστική σύμβαση, σύμβαση συμβιβασμού).

    (β) Να έχει παρέλθει διετία από την γέννηση της αξίωσης, προκειμένου η ΑΕ να αποφασίσει (:όχι βεβιασμένα) την όποια παραίτηση από τυχόν δικαστική επιδίωξη των αξιώσεών της. Πριν τη συμπλήρωση της διετίας, σχετικές ενέργειες είναι άκυρες. Στην περίπτωση, όμως, που ασκηθεί εταιρική αγωγή, η ΑΕ έχει τη δυνατότητα να παραιτηθεί από τυχόν αξιώσεις της ή να συμβιβαστεί οποτεδήποτε.

    (γ) Να ληφθεί σχετική απόφαση (συγκατάθεση) της ΓΣ. Στη σχετική συνεδρίαση, μετά την άσκηση εταιρικής αγωγής, καλείται να παραστεί και ο ειδικός εκπρόσωπος που τυχόν έχει ορισθεί. Τέλος,

    (δ) Να μην έχει αντιταχθεί κατά της ανωτέρω απόφασης το 1/10 του εκπροσωπούμενου εταιρικού κεφαλαίου (αν δεν έχει προηγηθεί εταιρική αγωγή) και το 1/20 (στην περίπτωση που έχει ήδη ασκηθεί αγωγή).

     

    Παραγραφή

    Οι αξιώσεις της εταιρείας για αποζημίωση, κατ’ άρθρο 102, παραγράφονται με την πάροδο τριετίας. Η προθεσμία παραγραφής αρχίζει με την τέλεση της πράξης ή της παράλειψης που οδήγησε στη ζημία της εταιρείας. Δεν συνιστά, αντίθετα, έναρξη της παραγραφής η γνώση του ζημιογόνου γεγονότος από την εταιρεία ούτε και η εμφάνιση των αποτελεσμάτων του (1483/2010 ΑΠ, 131/2022 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Η παραγραφή αναστέλλεται για το διάστημα που ο υπεύθυνος παραμένει μέλος του ΔΣ (είναι υποκατάστατο όργανο, εκκαθαριστής κλπ.) Ομοίως, αναστολή χωρεί και στην περίπτωση υποβολής της αίτησης της μειοψηφίας προς το ΔΣ για την έγερση των αξιώσεων της ΑΕ (κατ΄ άρ. 104 §1, η οποία σε επόμενη αρθρογραφία θα μας απασχολήσει). Σε κάθε περίπτωση, οι αξιώσεις παραγράφονται μετά από δέκα έτη από την τέλεση της πράξης ή την τυχόν παράλειψη.

    Αν η ζημία της εταιρείας προκλήθηκε από παράβαση της απαγόρευσης ανταγωνισμού, προβλέπεται συντομότερη παραγραφή (άρ. 98 §3). Συγκεκριμένα, οι σχετικές αξιώσεις παραγράφονται μετά από ένα έτος και σε κάθε περίπτωση, μετά από πέντε.

     

    Όπως επανειλημμένα έχουμε διατυπώσει, η συμμετοχή σε ΔΣ Ανώνυμης Εταιρείας δεν είναι χωρίς ευθύνες. Τυχόν ζημιογόνες αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις μελών του ΔΣ είναι δυνατό να τεκμηριώσουν, υπό προϋποθέσεις, προσωπική τους ευθύνη. Για την τυχόν απαλλαγή τους από την ΑΕ, παραίτηση από αξιώσεις ή συμβιβασμό της ΑΕ θα πρέπει να συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σημαντικό ζητούμενο: η διασφάλιση των συμφερόντων της ΑΕ και των μετόχων μειοψηφίας. Το ΔΣ, εξάλλου, υποχρεούται σε έγκαιρη, πλήρη και επιμελή άσκηση των σχετικών αξιώσεων. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Μαΐου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Υποχρέωση Νομιμότητας Μελών ΔΣ

    Υποχρέωση Νομιμότητας Μελών ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με τις εξουσίες του ΔΣ. Τα μέλη του όμως καθώς και τα υποκατάστατα όργανα (άρ. 87-συνολικά: «τα μέλη του ΔΣ») δεν είναι δυνατό να τις ασκούν εκτός συγκεκριμένων ορίων. Η σχετική συζήτηση μοιάζει απολύτως τεχνοκρατική, θεωρητική και, εν τέλει, βαρετή˙ έχει όμως ένα απολύτως απτό, όσο και σημαντικό αποτέλεσμα: ενδεχόμενη ευθύνη των μελών του ΔΣ από την υπέρβαση των εν λόγω ορίων, θα ενεργοποιήσει τις σχετικές διατάξεις και τη δυνατότητα καταλογισμού στους παραβάτες. Περί της υποχρέωσης, ιδίως, τήρησης νομιμότητας από μέρους τους, το παρόν.

     

    Υποχρεώσεις Μελών ΔΣ

    Κύριες υποχρεώσεις των μελών ΔΣ συνιστούν: (α) η υποχρέωση επιμέλειας (άρ. 96) και (β) η υποχρέωση πίστης (άρ. 97).

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, νομοθετικό έρεισμα υφίστατο, μόνον, για την πρώτη εξ αυτών (:υποχρέωση επιμέλειας). Αντίθετα, η υποχρέωση πίστης αναγνωριζόταν στη θεωρία και νομολογία. Ο νόμος για τις ΑΕ προβαίνει σε πληρέστερη ρύθμιση των δύο, συγκεκριμένων, πυλώνων ευθύνης.

     

    Υποχρέωση Επιμέλειας

    Περιεχόμενο

    Τα μέλη του ΔΣ  οφείλουν  κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να τηρούν τον νόμο, το καταστατικό και τις νόμιμες αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 96§1). Οφείλουν, επίσης, να διαχειρίζονται τις εταιρικές υποθέσεις με σκοπό την προαγωγή του εταιρικού συμφέροντος, να εποπτεύουν την εκτέλεση των αποφάσεών του ΔΣ και της ΓΣ και να ενημερώνουν τα άλλα μέλη του ΔΣ για τις εταιρικές υποθέσεις.

    Αποτυπώνονται, έτσι, στο νόμο «τα γενικώς ισχύοντα σε ό,τι αφορά την υποχρέωση επιμελούς άσκησης των καθηκόντων των μελών του ΔΣ» (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018  επί του άρ. 96). Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, μεταξύ άλλων, να καταβάλουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, την επιμέλεια του συνετού επιχειρηματία, ο οποίος δραστηριοποιείται σε παρόμοιες συνθήκες (άρ. 102 §2). Υπέχουν, σε διαφορετική περίπτωση, ευθύνη έναντι της εταιρίας (παρά τις όποιες εξαιρέσεις-ενδ.: ο κανόνας της επιχειρηματικής κρίσης).

    Υποκατηγορίες

    Το περιεχόμενο του καθήκοντος επιμέλειας των μελών ΔΣ αναλύεται σε τρεις υποκατηγορίες:

    (α) στην υποχρέωση τήρησης της νομιμότητας (άρ. 96 §1 εδ. α΄)

    (β) στην υποχρέωση επιμέλειας εν στενή εννοία, η οποία αφορά στα διαχειριστικά καθήκοντα τους σύμφωνα με το μέτρο επιμέλειας του νόμου (άρ. 96 §1 εδ. β΄ & 102§2) και

    (γ) στην υποχρέωση άσκησης εποπτείας και ελέγχου της οργάνωσης και λειτουργίας της ΑΕ (άρ. 96 §1 περ. β’).

    Στο παρόν θα μας απασχολήσει, ειδικότερα-κατά τα εισαγωγικώς αναφερόμενα, η υποχρέωση νομιμότητας. Συγκεκριμένα:

     

    Υποχρέωση Νομιμότητας

    Έννοια – Περιεχόμενο

    Η υποχρέωση τήρησης της νομιμότητας από τα μέλη του ΔΣ (διαφορετικά: υποχρέωση διασφάλισης της νόμιμης λειτουργίας της εταιρείας), εδράζεται, όπως ήδη επισημάνθηκε, στον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 96 §1, εδ. α΄ και, συμπληρωματικά ως προς τις εισηγμένες,  άρ. 4 §2, περ. ε΄ ν. 4706/2020). Πρόκειται για βασική και απολύτως αυτονόητη υποχρέωση που υποχρεώνει τα μέλη του ΔΣ (βλ. σχετ., Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018  επί του άρ. 96) σε:

    (α) Τήρηση νόμου: Τα μέλη του ΔΣ υποχρεούνται, αυτονοήτως, να τηρούν τη νομοθεσία. Στο πλαίσιο αυτό, επιβεβλημένη είναι η συμμόρφωσή τους προς τις σχετικές διατάξεις του νόμου για τις ΑΕ (:εσωτερικές υποχρεώσεις). Μεταξύ αυτών και η υποχρέωση τους να απέχουν από τη λήψη αποφάσεων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες που (ακόμα και κατ’ έθιμο) ανήκουν στην εξουσία της ΓΣ της εταιρείας. Τυχόν παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη τους έναντι της ΑΕ.

    Υποχρεώσεις, πάντως, των μελών του ΔΣ συναντούμε και σε άλλες, εκτός του νόμου των ΑΕ, διατάξεις. Πρόκειται για νομοθετικές υποχρεώσεις της ίδιας της ΑΕ (ενδ.: υποχρεώσεις τήρησης κανόνων δικαίου ανταγωνισμού, δικαίου περιβάλλοντος, κεφαλαιαγοράς, προσωπικών δεδομένων, αστικού, φορολογικού, πτωχευτικού δικαίου, εργατικής και κοινωνικοσασφαλιστικής νομοθεσίας κ.λπ.). Η αναγκαιότητα ευθυγράμμισης των μελών του ΔΣ με τις εν λόγω υποχρεώσεις μοιάζει αυταπόδεικτη. Ενδεχόμενη παρανομία στο πρόσωπο της ΑΕ (παράβαση λ.χ. των φορολογικών της υποχρεώσεων, διαπίστωση της παράβασης από τη φορολογική αρχή και επιβολή προστίμων) θα συναρτάται, κατά κανόνα, με παράβαση των υποχρεώσεων των μελών του ΔΣ. Θα ενεργοποιεί, ενδεχομένως, δική τους (:εσωτερική) ευθύνη.

    Η απαγόρευση παρέκκλισης από την αρχή της νομιμότητας συνεχίζει να υφίσταται ακόμα κι αν η παρέκκλιση καταλήγει σε επωφελές για την ΑΕ αποτέλεσμα (λ.χ. η, κατόπιν δωροδοκιών, σύναψη συμβάσεων).

    Τα μέλη του ΔΣ θα πρέπει να τηρούν (και συμμορφώνονται με) τα συναλλακτικά ήθη. Ενδεχόμενη απόκλιση είναι δυνατό να αμαυρώσει την εικόνα και το κύρος της ΑΕ. Σχετική υποχρέωση, εκ του νόμου, δεν υφίσταται λόγω της ανυπαρξίας συναφών-ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων (πέραν των γενικών ρητρών: 178, 179 και 288 ΑΚ).

    (β) Τήρηση καταστατικού: Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, επιπλέον, να τηρούν το καταστατικό της. Οφείλουν, στο πλαίσιο αυτό, να κινούνται εντός των ορίων της εκπλήρωσης του εταιρικού σκοπού (άρ. 86). Υποχρεούνται, επομένως, να ενεργούν πράξεις που καλύπτονται από αυτόν ή προάγουν την εκπλήρωσή του. Υποχρεούνται, επίσης, να συμμορφώνονται με λοιπές αξιώσεις του καταστατικού όπως, λ.χ., όταν απαιτείται συγκατάθεση της ΓΣ για τη σύναψη σύμβασης από το ΔΣ.

    (γ) Τήρηση αποφάσεων ΓΣ: Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, τέλος, να τηρούν τις (νόμιμες) αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων της ΑΕ. Όσον αφορά, ειδικότερα, τη «…νομιμότητα των αποφάσεων της ΓΣ θα πρέπει είτε να έχει κριθεί από τα δικαστήρια είτε να μην έχει με βασιμότητα αμφισβητηθεί» (:Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 96).

    Ειδικές Υποχρεώσεις

    Ταυτόχρονα με τις γενικές υποχρεώσεις των μελών του ΔΣ υπέχουν και άλλες ειδικότερες (αρ. 96 §2).

    Υποχρεούνται σε (σύννομη) τήρηση των -κατά τον νόμο (:ν. 4308/2014 για τα Λογιστικά Πρότυπα)- βιβλίων, αρχείων και λοιπών στοιχείων της εταιρείας (άρ. 96 §2 περ. α΄). Φέρουν το συλλογικό καθήκον τήρησης των διατυπώσεων που αφορούν στη σύνταξη και δημοσίευση (άρ. 96 §2 περ. β΄) των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων (άρ. 147) και της ετήσιας έκθεσης διαχείρισης (άρ. 150), της δήλωσης εταιρικής διακυβέρνησης (οι εισηγμένες ΑΕ-άρ. 152), τις ενοποιημένες (επί ομίλου εταιρειών) χρηματοοικονομικές καταστάσεις, τις εκθέσεις διαχείρισης και δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης, της έκθεσης αποδοχών (άρ. 112).

    Τα μέλη του ΔΣ επιφορτίζονται με τις συγκεκριμένες (ειδικές) υποχρεώσεις συλλογικά. Συλλογική κατά τούτο, και εις ολόκληρον, καταλήγει και η τυχόν ευθύνη τους (κατ’ απόκλιση από τον κανόνα επιμερισμού της-άρ 102 §3).

     

    Ειδικά Ζητήματα Υποχρέωσης Νομιμότητας

    Κατάσταση Νομικής Αβεβαιότητας/Αμφιγνωμία

    Ο δρόμος για την ευθυγράμμιση των μελών του ΔΣ με τη νομιμότητα (και την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσής τους) δεν είναι πάντοτε με ευκρίνεια οριοθετημένος. Συχνά παρουσιάζονται περισσότερες εναλλακτικές, που δημιουργούνται εξαιτίας νομικών κενών, διαφορετικών νομικών απόψεων, παλινωδιών της νομολογίας. Οφείλουν στην περίπτωση αυτή τα μέλη του ΔΣ, να προστρέξουν σε κατάλληλη νομική συμβουλή και τον ενδεδειγμένο, από τις περιστάσεις, νομικό έλεγχο. Εφόσον και μετά από έναν τέτοιο έλεγχο θα παραμείνουν αμφιβολίες, το ΔΣ θα πρέπει να προβεί, στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας, σε στάθμιση κινδύνου-οφέλους.

    Τέτοιου είδους ενέργειες των μελών του ΔΣ μοιάζουν αναγκαίες για την προάσπιση των συμφερόντων της ΑΕ. Το σημαντικότερο: για την άρση (ή άμβλυνση, έστω) της προσωπικής τους ευθύνης έναντι της ΑΕ-σε περίπτωση αρνητικής έκβασης των επιλογών τους.

    Τήρηση Συμβατικών Υποχρεώσεων

    Από την υποχρέωση τήρησης νομιμότητας θα πρέπει να διακρίνουμε την τήρηση των συμβατικών δεσμεύσεων της ΑΕ έναντι τρίτων. Υποχρεούται μεν η ΑΕ να ευθυγραμμίζεται με αυτές, πλην όμως δεν είναι τούτο, πάντα, εφικτό (σε περιπτώσεις, λ.χ., οικονομικής δυσπραγίας). Κάποιες φορές, ενδεχομένως, ούτε και ενδεδειγμένο. Ευθύνη των μελών του ΔΣ δεν γεννάται, καταρχήν, έναντι της ΑΕ για τη (μη) εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συμβατικά έχει αναλάβει. Ζητήματα ευθύνης των μελών του ΔΣ θα ανακύψουν, ενδεχομένως, εφόσον τυχόν αναίτια παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων θα επιφέρει αυξημένη οικονομική ζημία της ΑΕ.

    «Επωφελείς Παραβάσεις Κανόνων Δικαίου»

    Τα μέλη του ΔΣ απαγορεύεται, όπως, ανωτέρω, διαπιστώσαμε, να προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες, προκειμένου να ικανοποιήσουν εταιρικά συμφέροντα. Tυχόν «επωφελείς παραβάσεις των κανόνων δικαίου» (όπως συνηθίζεται να λέγονται) συνιστούν μη ανεκτές συμπεριφορές. Συνιστούν, συμπληρωματικά, αθέμιτο τρόπο άσκησης διοίκησης, και απολύτως ασύμβατο με τη υποχρέωση τήρησης νομιμότητας.

    Η τήρηση της αρχής της νομιμότητας προηγείται, προφανώς, έναντι του εταιρικού συμφέροντος. Ο σκοπός, εξάλλου, της ΑΕ απαγορεύεται να είναι παράνομος˙ πολύ περισσότερο, ο τρόπος εκπλήρωσής του.  Ενδεχόμενη παράνομη συμπεριφορά μελών ΔΣ γεννά υποχρέωσή τους για αποζημίωση της ΑΕ. Θα πρέπει, όμως, να συνυπολογιστεί τυχόν κέρδος που η ΑΕ αποκόμισε εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς του.

     

    Η υποχρέωση τήρησης νομιμότητας (:τήρηση του νόμου, του καταστατικού και των αποφάσεων της ΓΣ) από μέρους των μελών του ΔΣ, δεν αποτελεί ευχολόγιο ούτε «γράμμα κενό». Συνιστά σαφή υποχρέωσή τους. Ενδεχόμενη παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης ζημιώνει την ΑΕ και ενεργοποιεί τις σχετικές διατάξεις για τις ευθύνες των παραβατών. Επίκληση επιχειρημάτων του τύπου «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», δεν γίνεται, σε καμιά περίπτωση, ανεκτή. Οι υποχρεώσεις όμως των μελών του ΔΣ και των υποκατάστατων οργάνων του δεν εξαντλούνται εδώ. Περί των λοιπών υποχρεώσεων επιμέλειας σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Μαρτίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Προϋποθέσεις Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων ΔΣ

    Προϋποθέσεις Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις ελαττωματικές και ανυπόστατες αποφάσεις του ΔΣ. Ποιες, όμως, οι προϋποθέσεις ακυρότητας; Περί των διαδικαστικών, σχετικών, προϋποθέσεων, το παρόν.

     

    Ενεργητική Νομιμοποίηση: Οι Δικαιούχοι Επίκλησης

    Δαφοροποιούνται εκείνοι που δικαιούνται να επικαλεστούν τυχόν ελαττώματα αποφάσεων του ΔΣ. Αναφερόμαστε στις δύο σημαντικές, σχετικές, κατηγορίες: (α) αποφάσεις με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1) και ελαττώματα διαδικασίας (άρ. 95 §2) καθώς και (β) εκείνες που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων (άρ. 95 §4). Για την πρώτη κατηγορία προβλέπονται ειδικές ρυθμίσεις (άρ. 95 §3). Για τη δεύτερη εφαρμόζονται, αναλογικά, οι αντίστοιχες διατάξεις για τις αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 και 138). Αναλυτικότερα:

    Δικαιούχοι Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων Με Ελαττώματα Ουσίας & Διαδικασίας

    Ως προς τις συγκεκριμένες ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ, την ακυρότητά τους νομιμοποιούνται να επικαλεστούν:

    (α) Τα μέλη του ΔΣ ατομικά

    Η δυνατότητα των μελών του ΔΣ να επικαλεστούν ακυρότητα αποφάσεών του μοιάζει τόσο εύλογη όσο και προφανής. Τα μέλη του ΔΣ ευθύνονται για ό,τι έχει αποφασίσει το όργανο και έχουν, συνεπώς, κάθε λόγο και η νομιμότητα να τηρείται και η δική τους ευθύνη να μην υφίσταται. Το δικαίωμά τους, μάλιστα, για προσβολή των εν λόγω αποφάσεων υφίσταται είτε συμμετείχαν είτε όχι στη λήψη της (ελαττωματικής) απόφασης (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 95). Εκείνοι που καταψήφισαν την προβληματική απόφαση δικαιούνται, σε κάθε περίπτωση, να επικαλεστούν τυχόν ακυρότητες. Εκείνοι, όμως, που υπερψήφισαν εφόσον δεν λειτουργούν αντιφατικά και καταχρηστικά (281 ΑΚ).

    Το ΔΣ, πάντως, δεν νομιμοποιείται να επικαλεστεί, συλλογικά-ως όργανο, ενδεχόμενη ακυρότητα.

    (β) Τρίτοι (μέτοχοι ή μη)

    Δικαίωμα επίκλησης της τυχόν ακυρότητας ενδέχεται να διατηρούν τρίτοι (μέτοχοι ή μη). Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι δικαιολογούν προσωπικό και ειδικό έννομο συμφέρον (άρ. 95 §3 εδ. α΄) και, στο πλαίσιο αυτό, βλάβη των προσωπικών τους συμφερόντων.

    Εξάλλου: «…(όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της άμεσης ζημίας) ο μέτοχος ή ο τρίτος έχουν ατομικό δικαίωμα προστασίας και θα έχουν έννομο συμφέρον να επικαλεσθούν την ακυρότητα της απόφασης…όχι όμως µε αναφορά στο εταιρικό συμφέρον και τη σκοπιμότητα της διαχειριστικής κρίσης του ΔΣ» (οπότε και ο έλεγχος των αποφάσεων λαμβάνει χώρα υπό το πρίσμα έτερων διατάξεων, λ.χ. 102) «…αλλά µε αναφορά στη βλάβη που προσωπικά και άμεσα υφίστανται» (:Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018, επί του άρθρου 95). Κατ’ αντιστοιχία, δηλαδή, της νομιμοποίησής τους να αξιώσουν την άμεση ζημία που υφίστανται από πράξεις του ΔΣ (1214/2021 ΑΠ, 1298/2006 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ομοίως, δύνανται να επικαλεσθούν την ακυρότητα μιας απόφασης του ΔΣ «…που τους βλάπτει προσωπικά και άμεσα (π.χ. το Δ.Σ. αποφασίζει να µην καταβληθεί µέρισµα, που νόμιμα αποφασίστηκε από τη ΓΣ να καταβληθεί)».

    Δικαιούχοι Επίκλησης Ακυρότητας/Ακυρωσίας Αποφάσεων Που Προσομοιάζουν Με Αποφάσεις ΓΣ

    Για τις περιοριστικά αναφερόμενες, στον νόμο, αποφάσεις που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 95 §4), εφαρμόζονται, αναλογικά, οι διατάξεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 και 138). Στο πλαίσιο αυτών, την ακυρωσία της απόφασης του ΔΣ (άρ. 137) μπορεί να επικαλεστεί μέτοχος, που εκπροσωπεί τουλάχιστον το 2% του κεφαλαίου. Επίσης, κάθε μέλος του ΔΣ ατομικά. Αντίθετα, την ακυρότητα (άρ. 138), κάθε πρόσωπο, μέτοχος ή τρίτος που έχει σχετικό έννομο συμφέρον.

    Στην προκειμένη περίπτωση αρκεί, δηλ., η επίκληση (και απόδειξη) της μετοχικής ιδιότητας. Δεν απαιτείται απόδειξη προσωπικού, ειδικού, εννόμου συμφέροντος, όπως προϋποτίθεται στις αποφάσεις του ΔΣ με ελαττώματα ουσίας ή διαδικασίας.

    Αυτεπάγγελτος Έλεγχος

    Τυχόν ακυρότητα απόφασης ΔΣ μπορεί, τέλος, να ληφθεί υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο. Υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για διαρκή παράβαση κανόνων αναγκαστικού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, την παρανομία της απόφασης μπορούν να επικαλεσθούν και οι μέτοχοι, ανεξάρτητα αν βλάπτονται προσωπικά και άμεσα (άρ. 95 §3 in fine). Δικαιολογητικός λόγος καθίσταται το γεγονός ότι δεν είναι ανεκτό για τους μετόχους να διαιωνίζεται μια παράνομη κατάσταση στην ΑΕ και τούτοι να αδυνατούν να αντιδράσουν (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρ. 95).

     

    Προθεσμία Επίκλησης

    Κανόνας

    Η δυνατότητα επίκλησης ακυρότητας (ή ακυρωσίας) απόφασης ΔΣ δεν μπορεί να υφίσταται στο διηνεκές. Οι σχετικές προθεσμίες διαφοροποιούνται.

    (α) Ως προς τις αποφάσεις με ελάττωμα ουσίας (95 §1) ή διαδικασίας (95 §2): Η σχετική επίκληση μπορεί να λάβει χώρα εντός εξαμήνου από την καταχώριση της επίμαχης απόφασης στο βιβλίο πρακτικών της ΑΕ (σύμφωνα με το άρ. 93). Αν, όμως, πρόκειται για απόφαση δημοσιευτέα,  από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ (σύμφωνα με το άρ. 12).

    (β) Ως προς τις αποφάσεις που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (95 §4): Εφαρμόζονται, αναλογικά, οι προθεσμίες που ισχύουν επί ελαττωματικών αποφάσεων της ΓΣ. Ειδικότερα, ως προς τις ακυρώσιμες αποφάσεις (137), τυχόν αγωγή ακύρωσής τους απαιτείται να ασκηθεί εντός τετράμηνης προθεσμίας. Ενώ, ως προς τις άκυρες (138), η επίκληση της ακυρότητας υπάγεται σε ενιαύσια προθεσμία. Οι προθεσμίες, και στις δύο περιπτώσεις, εκκινούν από τη λήψη της σχετικής απόφασης του ΔΣ. Άλλως, από τη δημοσίευσή της στο Γ.Ε.ΜΗ-εφόσον τούτη υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

    Εξαίρεση

    Στην περίπτωση που από την απόφαση του ΔΣ λαμβάνει χώρα διαρκής παράβαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου, η επίκληση τυχόν ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία (άρ. 95 §3 εδ. β΄ και 138 §4).

     

    Αρμόδιο Δικαστήριο

    Αρμόδιο δικαστήριο (καθ’ ύλην και κατά τόπο) για την εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας. Τούτο προβλέπεται με ειδική ρύθμιση (95 §4) για την περίπτωση των αποφάσεων που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (95 §4) και έννομη συνέπεια του ελαττώματός τους είναι η ακυρωσία (137). Αντίστοιχη, όμως, αρμοδιότητα θα πρέπει να δεχθούμε (κατά την ορθότερη άποψη, βλ. άρ. 3 §1) και για το σύνολο των λοιπών περιπτώσεων.

    Αν, εξάλλου, γινόταν δεκτές διαφορετικές αρμοδιότητες (:Πολυμελούς και Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας), θα οδηγούμασταν σε διάσπαση αρμοδιοτήτων. Συγκεκριμένα, αγωγές κατά αποφάσεων του ΔΣ, το πραγματικό των οποίων, πιθανόν, να ελεγχόταν τόσο υπό το πρίσμα της ακυρωσίας όσο και της ακυρότητας, θα έπρεπε να εισαχθούν στο Μονομελές και Πολυμελές Πρωτοδικείο αντίστοιχα.  Όπερ άτοπο.

     

    Ασφαλιστικά Μέτρα

    Όσον αφορά τις αποφάσεις του ΔΣ που προσομοιάζουν με εκείνες της ΓΣ ουδεμία αμφιβολία καταλίπεται όσον αφορά τη δυνατότητα προσφυγής στα ασφαλιστικά μέτρα (άρ. 95 §4,  137§11 & 138§7). Τα αντίστοιχα ισχύουν, κατά την ορθότερη άποψη, και στις περιπτώσεις αποφάσεων με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1) ή διαδικασίας (άρ. 95 §2).

     

    Απαιτήσεις Δημοσιότητας

    Η δικαστική απόφαση, που αναγνωρίζει τυχόν ακυρότητα απόφασης του ΔΣ, θα πρέπει να δημοσιευθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον η εν λόγω απόφαση υπόκειται σε δημοσιότητα (άρ. 95 §5). Η ρύθμιση αυτή ακολουθεί το πνεύμα των άρθρων περί ελαττωματικών αποφάσεων της ΓΣ (άρ. 137 §12 και 138 §8).

     

    Προστασία Τρίτων

    Επί ελαττωματικών αποφάσεων του ΔΣ (θα πρέπει να γίνει δεκτό πως) παρέχεται προστασία των καλόπιστων τρίτων (αρ. 95 §6 και 86 §§2 και 3) αναφορικά με όλες τις ελαττωματικές αποφάσεις (όπως υποστηρίζεται: και τις ανυπόστατες). Υπό την προϋπόθεση, να έχουν υποβληθεί σε δημοσιότητα και να έχουν δημιουργηθεί δικαιώματα υπέρ των τρίτων.

    Συνεπώς, δε μπορεί να προταθεί έναντι τρίτων το ελάττωμα των αποφάσεων του ΔΣ με σκοπό την αποφυγή, λ.χ., συμβατικών υποχρεώσεων εκ μέρους της εταιρείας.

     

    Τα μέλη του ΔΣ της ΑΕ οφείλουν να λειτουργούν στο πλαίσιο όσων ο νόμος, το καταστατικό και οι αποφάσεις της ΓΣ ορίζουν (θέμα το οποίο θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας). Εύλογα, κατά λογική ακολουθία, αποφάσεις του ΔΣ που εξέρχονται των συγκεκριμένων ορίων είναι δυνατό να προσβληθούν από τα μέλη του και τρίτους-μετόχους ή μη).  Οι σχετικές προϋποθέσεις και προθεσμίες απορρέουν ή συνάγονται από το νόμο. Προέχει όμως, το δίχως άλλο, η σύννομη λήψη αποφάσεων και η διατύπωσή τους με τρόπο διασφαλιστικό των δικαιωμάτων των ΑΕ, των μετόχων και, αυτονοήτως, των ίδιων των μελών του ΔΣ.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 26 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ελαττωματικές Αποφάσεις ΔΣ

    Ελαττωματικές Αποφάσεις ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με ζητήματα σχετικά με τις προϋποθέσεις έγκυρης λήψης των αποφάσεων του ΔΣ. Ενδεχόμενη παραβίαση διαδικαστικών προϋποθέσεων ή/και ουσιαστικών διατάξεων οδηγεί σε ελαττωματικές αποφάσεις. Περί αυτών το παρόν.

     

    Αναγκαιότητα Ειδικής Ρύθμισης

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, ο νομοθέτης δεν προέβλεπε την αντιμετώπιση των σχετικών περιπτώσεων. Ωστόσο, με τον ν. 4548/2018, θεσπίστηκε, το πρώτον, ειδική νομοθετική πρόβλεψη αναφορικά με τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ (αρ. 95).

    Οι ρυθμίσεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ δεν ταυτίζονται με τις αντίστοιχες για τη ΓΣ. Τούτο, οφείλεται, σαφώς, στη διαφορετική φύση των αποφάσεων των δύο οργάνων και ειδικότερα (όπως επισημαίνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρ. 95):

    (α) Οι αποφάσεις του ΔΣ αφορούν, κατά κύριο λόγο, θέματα διαχείρισης. Ως εκ τούτου, θα ήταν παράτολμο να υπαχθούν σε δικαστικό έλεγχο διαχειριστικές αποφάσεις. Δεδομένου και του -κατωτέρω αναφερόμενου- κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης.

    (β) Οι αποφάσεις του ΔΣ λαμβάνονται από όργανο που υπέχει ευθύνη έναντι της ΑΕ. Αντίθετα, οι μέτοχοι είναι, καταρχήν, ανεύθυνοι. Η σχετική ευθύνη του ΔΣ, επομένως, δύναται να θεωρηθεί ως ασφαλιστική δικλείδα, που θα αντιμετωπίζει με επάρκεια (έστω και ex post) τα αναφυόμενα ζητήματα από τυχόν παράνομες αποφάσεις του ΔΣ.

    (γ) Οι αποφάσεις του ΔΣ, αφού ληφθούν εκτελούνται. Ως εκ τούτου, ενδέχεται να στερείται νοήματος η εξέταση του αν αποφάσεις ήταν ή όχι έγκυρες. Ενώ, αν έχουν εκτελεσθεί, θα απομένει το ζήτημα της ευθύνης των μελών του ΔΣ.

    Δεδομένων των ανωτέρω και για λόγους, αφενός ασφάλειας δικαίου αφετέρου μη ασφαλών συμπερασμάτων της νομολογίας, κρίθηκε αναγκαία η ειδική ρύθμιση για την αντιμετώπιση των ελαττωματικών αποφάσεων του ΔΣ.

    Ο νόμος, ειδικότερα, διακρίνει, ως προς τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ μεταξύ: (α) αποφάσεων με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1), (β) αποφάσεων με ελαττώματα διαδικασίας (άρ. 95 §2) και (γ) αποφάσεων που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων (άρ. 95 §4).

     

    Αποφάσεις Με Ελαττώματα Ουσίας

    Άκυρη είναι κάθε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που το περιεχόμενό της αντίκειται στο νόμο ή στο καταστατικό της ΑΕ (άρ. 95 §1).

    Στην έννοια του νόμου, εμπίπτουν οι απαγορευτικοί κανόνες αναγκαστικού δικαίου. Όχι διατάξεις ενδοτικού δικαίου, από τις οποίες και επιτρέπεται απόκλιση.

    Υπό την έννοια αυτή, άκυρη είναι τυχόν απόφαση του ΔΣ που αντίκεινται σε απαγορευτικές διατάξεις του ΑΚ. Λ.χ.: αποφάσεις αντίθετες στα χρηστά ήθη (ΑΚ 178, 179). Αποφάσεις, επίσης, που λαμβάνονται κατά κατάχρηση δικαιώματος (:281 ΑΚ-υπό την επιφύλαξη της συνέπειας της παράβασης του 281 ΑΚ στις απαριθμούμενες αποφάσεις της §4 του άρ. 95).

    Το ίδιο ισχύει και για τυχόν απόφαση που παραβιάζει τις διατάξεις για αποκλειστική αρμοδιότητα της ΓΣ. Όπως ρητά προβλέπεται, η ΓΣ είναι η μόνη αρμόδια να αποφασίζει -μεταξύ άλλων- για τροποποιήσεις του καταστατικού, την εκλογή μελών ΔΣ και ελεγκτών, την έγκριση της συνολικής διαχείρισης και των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη διάθεση των ετήσιων κερδών. Είναι, συνεπώς, άκυρες αποφάσεις του ΔΣ επ’ αυτών των θεμάτων ή άλλων που απαριθμούνται στον νόμο (117 §1).

    Άκυρες είναι, ακόμη, οι αποφάσεις του ΔΣ, το περιεχόμενο των οποίων προσκρούει σε (έγκυρες) καταστατικές προβλέψεις ή (νόμιμη) απόφαση της ΓΣ.

    Δεν είναι άκυρη, ωστόσο, απόφαση αντίθετη σε εξωεταιρική (εξωκαταστατική) συμφωνία. Ακόμη και αν όλοι οι μέτοχοι έχουν συμφωνήσει στη σύναψή της.

     

    Αποφάσεις Με Ελαττώματα Διαδικασίας

    Κανόνας

    Ο νομοθέτης επέλεξε τον κανόνα της ακυρότητας είτε πρόκειται για αποφάσεις με ελαττώματα ουσίας είτε με ελαττώματα ως προς τη διαδικασία λήψης τους. Ομοίως, άκυρες, επομένως, καθίστανται αποφάσεις  του ΔΣ που λήφθηκαν κατά τρόπο μη σύμφωνο με τον νόμο ή το καταστατικό (άρ. 95 §2).  Αποφάσεις, δηλ., για τις οποίες σημειώθηκε διαδικαστικό σφάλμα κατά τη λήψη τους.

    Στην κατηγορία αυτή ανήκουν αποφάσεις, που λήφθηκαν κατά παράβαση των προϋποθέσεων:

    (α) νόμιμης σύνθεσης του ΔΣ: Λ.χ. κατά παράβαση των διατάξεων για την απαρτία και την πλειοψηφία (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95). Στο πλαίσιο αυτό, έχει κριθεί άκυρη απόφαση που ελήφθη με την παρουσία μικρότερου αριθμού μελών ΔΣ από αυτόν που προβλεπόταν στο καταστατικό ή στην απόφαση της ΓΣ (8064/2017 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 2070/2011 ΕφΑθ, ΔΕΕ 2011). Επίσης, και όλως ενδεικτικά, περίπτωση μη νόμιμης σύνθεσης του ΔΣ συνιστά η μη παράσταση ή αντιπροσώπευση των μισών μελών του ΔΣ πλέον του ενός. Ακόμη, η μη τήρηση του, προβλεπόμενου στον νόμο (άρ. 92 §1), ελάχιστου αριθμού των τριών (παρόντων ή αντιπροσωπευόμενων) συμβούλων.

    (β) νόμιμης σύγκλησης του ΔΣ: Τέτοια περίπτωση συντρέχει όταν, λ.χ., δεν κοινοποιήθηκε η πρόσκληση σε όλα τα μέλη του ΔΣ. Ή τούτη δεν κοινοποιήθηκε μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από τον νόμο ή το καταστατικό.

    Η Εξαίρεση Της Ομόφωνης Απόφασης Του ΔΣ

    Από τον κανόνα της ακυρότητας ως προς τις διαδικαστικές παραβάσεις, ωστόσο, εισάγεται  εξαίρεση. Συγκεκριμένα, όταν η απόφαση ελήφθη, ομόφωνα-από όλα τα μέλη του ΔΣ (παρόντα ή νομίμως εκπροσωπούμενα), τυχόν ακυρότητα δεν δικαιολογείται (:βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95). Επί της συγκεκριμένης ρύθμισης, διατυπώνονται, (και ορθά) σοβαρές επιφυλάξεις. Και τούτο γιατί από το γράμμα του νόμου, φαίνεται η ρύθμιση αυτή να καταλαμβάνει το σύνολο των διαδικαστικών σφαλμάτων. Είτε αφορούν τη νόμιμη σύγκληση είτε τη νόμιμη σύνθεση.

    Μια τέτοια παραδοχή, όμως, θα συνιστούσε απόκλιση από ειδικότερες διατάξεις για το ΔΣ. Εκείνες που αφορούν στην εγκυρότητα των εκτός έδρας συνεδριάσεων (90 §3) ή της μη αναγραφής (με σαφήνεια) των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης (91 §2 εδ. β΄)-εφόσον παρίστανται (ή αντιπροσωπεύονται) όλα τα μέλη του ΔΣ και κανείς δεν αντιλέγει.

    Επίσης, η παραδοχή αυτή δεν συνάδει με τις διατάξεις για την απαρτία και την πλειοψηφία. Η παράβαση αυτών, συγκεκριμένα, αποκλείει την επίτευξη ομοφωνίας.

    Δεδομένων των ανωτέρω, προτείνεται η ερμηνεία (κατ’ άλλους, ειδικότερα και, καθ’ ημάς, ορθότερα: η τελολογική συστολή) της εν λόγω διάταξης περί της εξαίρεσης.

    Καταρχάς, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι από την εν λόγω εξαίρεση αποκλείονται σφάλματα, που αφορούν τη νόμιμη σύνθεση του ΔΣ. Κατά δεύτερον, η δικαιολόγηση της μη ακυρότητας της ελαττωματικής απόφασης δεν θα πρέπει να αναζητηθεί στην ομόφωνη λήψη της. Αντίθετα, στην παράσταση (ή/και αντιπροσώπευση) όλων των μελών του ΔΣ και στη μη διατύπωση αντίρρησης στη λήψη της απόφασης αυτής.

     

    Αναλογική Εφαρμογή Των Σχετικών Διατάξεων Για Τη ΓΣ

    Ειδικά Ρυθμιζόμενες Αποφάσεις Του ΔΣ

    Πέρα από τις ανωτέρω αποφάσεις του ΔΣ, για ορισμένες άλλες επιφυλάσσεται (άρ. 95 §4), σε περίπτωση ελαττωματικότητάς τους, αναλογική εφαρμογή αντίστοιχων ρυθμίσεων για τη ΓΣ (των άρ. 137 και 138).

    Ειδικότερα, πρόκειται για τις ακόλουθες, περιοριστικά απαριθμούμενες στον νόμο αποφάσεις του ΔΣ:

    (α) Την απόφαση, η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του ΔΣ, περί περιορισμού ή απόκλισης του δικαιώματος προτίμησης (άρ. 27 §4).

    Δεκτό πρέπει να γίνει, ευλόγως (δεδομένης και της υπαγωγής της περίπτωσης του άρ. 117 §2 περ. α΄ στις εν λόγω απαριθμούμενες αποφάσεις του ΔΣ), ότι τα άρθρα 137 και 138 εφαρμόζονται αναλογικά και επί της προηγούμενης (κύριας) απόφασης του ΔΣ για έκτακτη αύξηση κεφαλαίου λόγω της σχέσης κύριου-παρεπομένου που τις συνδέει.

    (β) Την απόφαση που αφορά την έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών (warrants -άρ. 56 §2).

    (γ) Την απόφαση σχετικά με την έκδοση ομολογιακού δανείου με μετατρέψιμες ομολογίες (άρ. 71 §1 περ. β΄).

    (δ) Τις αποφάσεις αναφορικά με τις αυξήσεις κεφαλαίου ή τις πράξεις αναπροσαρμογής του κεφαλαίου, την τροποποίηση ή προσαρμογή διατάξεων του καταστατικού και τη συγχώνευση (άρ. 117 §2 περ. α΄, β΄, ε΄).

    Λαμβάνοντας το ΔΣ τις ως άνω αποφάσεις, λειτουργεί, κατ’ ουσίαν, όπως η ΓΣ. Εξ αυτού του λόγου (και με σκοπό την ενιαία αντιμετώπιση των ομοίου αντικειμένου αποφάσεων, ανεξάρτητα από το όργανο που την εκδίδει), ο νομοθέτης προκρίνει τη λύση της αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ.

    Ως εκ τούτου, τυχόν ελλαττωματικές σχετικές αποφάσεις καθίστανται ακυρώσιμες, εφόσον έχουν παραβιασθεί διαδικαστικοί κανόνες κατά τη λήψη τους από το ΔΣ. Άλλως, άκυρες, εφόσον το περιεχόμενό τους αντίκειται στο νόμο ή στο καταστατικό (κατά τα προβλεπόμενα στα άρ. 137, 138).

    Η Ειδική Περίπτωση Της Κατάχρησης Της Εξουσίας Της Πλειοψηφίας

    Από την αναλογική εφαρμογή στις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ των διατάξεων για τις αντίστοιχες (:ελαττωματικές αποφάσεις) της ΓΣ (άρ. 137 και 138) εξαιρείται ρητά η περίπτωση ακυρωσίας απόφασης ΓΣ η οποία ελήφθη κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας (:άρ. 137 §2, περ. β’). Η εν λόγω διάταξη προβλέπει την ακυρωσία (281 ΑΚ -μολονότι, δηλαδή, πρόκειται για ελάττωμα ουσίας).

    Στη θεωρία υπάρχει διχογνωμία αναφορικά με τον τρόπο που θα αντιμετωπιστούν οι αποφάσεις αυτές. Ήτοι αν θα καθίστανται άκυρες ή ακυρώσιμες και με βάση ποια διάταξη. Η απάντηση στο σχετικό ζήτημα αποτελεί αντικείμενο εκτενούς νομικού διαλόγου και προτείνεται ακόμη και η contra legem ερμηνεία.

    Σε κάθε περίπτωση, όμως, η εξαίρεση αυτή δεν θα δικαιολογούσε τυχόν θέση περί μη ελέγχου καταχρηστικότητας των εν λόγω αποφάσεων (αυτό γινόταν δεκτό και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, 1408/2010 ΑΠ ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 8064/2017 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Άλλως, θα δημιουργείτο ανεπίτρεπτο κενό προστασίας τυχόν μετοχικής μειοψηφίας από καταχρηστικές αποφάσεις του ΔΣ.

     

    Ανυπόστατη Απόφαση

    Σε αντίθεση με τις νομοθετικές προβλέψεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ, ο νόμος (αρ. 95), δεν αντιμετωπίζει την περίπτωση τυχόν ανυπόστατων αποφάσεων του ΔΣ. Το δικαστήριο που θα επιληφθεί επαφίεται η εφαρμογή των, κατά περίπτωση, κατάλληλων διατάξεων.

    Πρόκειται, πάντως, για εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις: Ανυπόστατη τυγχάνει (μεταξύ άλλων) η απόφαση στη λήψη της οποίας συμμετείχαν μόνο μη μέλη του ΔΣ. Αντίστοιχα, όταν λαμβάνεται απόφαση του ΔΣ με πρακτικό δια περιφοράς και απουσιάζουν οι υπογραφές του συνόλου των μελών του (547/2019 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, επίσης, βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 95).

     

    Ειδικότερα Ζητήματα Ως Προς Τις Αποφάσεις Του ΔΣ

    Κακή Διαχείριση Του ΔΣ

    Γίνεται δεκτό (και ορθά) πως ενδεχόμενη κακή διαχείριση εκ μέρους του ΔΣ δεν επηρεάζει το κύρος των αποφάσεών του. Διαφορετικά, ο έλεγχος των αποφάσεων του εν λόγω οργάνου θα κατέληγε έλεγχος σκοπιμότητας και όχι, μόνον, νομιμότητας. Υπόθεση μη συμβατή με τον κανόνα της αυτονομίας του ΔΣ και της επιχειρηματικής ελευθερίας (όπως αυτή θεμελιώνεται στη βάση του κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης).

    Άλλωστε, ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση από το ΔΣ αντιμετωπίζονται από ειδικότερες διατάξεις και, συγκεκριμένα, από τις διατάξεις για την ευθύνη των μελών του ΔΣ (άρ. 102 και 107).

    Ελαττώματα Μεμονωμένων Ψήφων

    Όπως ρητά επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95: «εννοείται ότι ελαττώματα μεμονωμένων ψήφων που δόθηκαν από μέλη του ΔΣ (π.χ. ψηφίζει σύμβουλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχει σύγκρουση συμφερόντων) θα επηρεάζουν το κύρος της απόφασης μόνο, αν χωρίς την ψήφο αυτή δεν θα σχηματιζόταν πλειοψηφία.».

    Η παραδοχή αυτή πηγάζει από τη θεωρία της συνάφειας (που συναντάται στο γερμανικό δίκαιο). Το περιεχόμενο της θεωρίας αυτής, ρητά, αποτυπώνεται στην νομοθετική ρύθμιση για τις αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 §5). Ωστόσο, η εφαρμογή της γίνεται, ευλόγως, δεκτή -αναλογικά- και στις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ.

    Επικύρωση Ελαττωματικής Απόφασης

    Δεκτή γίνεται, επίσης, η αναλογική εφαρμογή της §6 περ. γ΄ του άρθρου 137 περί επικύρωσης ελαττωματικής απόφασης της ΓΣ και στις αποφάσεις του ΔΣ.

    Σύμφωνα με την κρατούσα στη θεωρία και στη νομολογία άποψη, το ΔΣ απαιτείται να λάβει «νεότερη απόφαση», απαλλαγμένη, αυτή τη φορά, από το τυχόν ελάττωμα (876/2010 ΑΠ, 2182/2013 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ευλόγως, επιβεβαιωτική της προηγούμενης, ελλείψει, απλώς, του ελαττώματος. Άλλως, θα επρόκειτο για νέα απόφαση, που θα καθιστούσε άνευ αντικειμένου τη δυνατότητα επικύρωσης.

    Η επικυρωτική αυτή απόφαση -ως προς τις άκυρες και ακυρώσιμες που τελεσιδίκως έχουν δικαστικώς ακυρωθεί αποφάσεις- δεν έχει αναδρομική ισχύ. Καθώς, γίνεται δεκτό ότι η ιδιωτική βούληση δεν μπορεί να θεραπεύσει τυχόν ακυρότητα (2182/2013 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ενώ, σε διαφορετική περίπτωση, θα ετίθετο εκποδών ο σκοπός της ακυρότητας (907/2000 ΕφΠειρ, 134/2014 ΜονΕφΘρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Αρμόδιο όργανο για την έκδοση της επικυρωτικής απόφασης καθίσταται το ΔΣ που προέβη στη λήψη της ελαττωματικής απόφασης.

     

    Έχει, επανειλημμένα, διατυπωθεί από τον γράφοντα η άποψη πως το ΔΣ είναι, για πολλούς λόγους, το σημαντικότερο (μολονότι όχι το ιεραρχικά ανώτερο) όργανο της ΑΕ. Οι αποφάσεις του έχουν, κατά τούτο, ιδιαίτερη σημασία και αξία τόσο για την ίδια την ΑΕ όσο και για τα μέλη του. Κατέστη, επομένως, αναγκαία, η θέσπιση ειδικής ρύθμισης για την αντιμετώπιση των ελαττωματικών του αποφάσεων. Σημαντικότερη, πάντως, από την εκ των υστέρων διαχείριση των όποιων, συναφών, προβλημάτων είναι η αποφυγή και πρόληψή τους. Σε διαφορετική περίπτωση εμπλεκόμαστε σε δικαστικές ενέργειες, περί των οποίων, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ελαττώματα Εκλογής/Διορισμού Εκπροσώπων ΑΕ

    Ελαττώματα Εκλογής/Διορισμού Εκπροσώπων ΑΕ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου: τον κανόνα (:εκλογή από τη ΓΣ) και τις εξαιρέσεις του. Ασχοληθήκαμε, επίσης, με τις προϋποθέσεις εκλογής και διορισμού μελών ΔΣ. Τι συμβαίνει όμως όταν υπάρχουν ελαττώματα στην εκλογή ή στον διορισμό των μελών ΔΣ ή/και των εκπροσώπων μιας ΑΕ;

     

    Το Μη Αντιτάξιμο των Ελαττωμάτων

    Λόγοι, οποιασδήποτε φύσης, που καθιστούν την εκλογή/διορισμό των μελών του ΔΣ και των εκπροσώπων της εταιρείας ελαττωματικούς δεν αντιτάσσονται έναντι των καλόπιστων τρίτων. Βαρύνουν, αντίθετα, την ίδια την εταιρεία. Προϋποτίθεται: (α) η τήρηση των σχετικών διατυπώσεων δημοσιότητας εκ μέρους της ΑΕ και (β) η άγνοια των τρίτων ως προς το σχετικό εσωτερικό ελάττωμα (άρ. 84 –το οποίο διατηρεί τη διάταξη του άρθρου 7ε του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920 και απλώς μεταφέρεται συστηματικά στο κεφάλαιο περί ΔΣ˙ βλ. σχετ., Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018 επί άρ. 84).

    Με την συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή/ρύθμιση (:έκφανση της γενικότερης αρχής του φαινομένου δικαίου) προασπίζεται η (δικαιολογημένα) αυξημένη εμπιστοσύνη των τρίτων που συναλλάσσονται με την ΑΕ˙ εμπιστοσύνη που επιδεικνύουν στο περιεχόμενο (:αλήθεια και νομιμότητα) των προβληματικών μεν, δημοσιευμένων όμως στοιχείων της εταιρείας. Τον συναλλακτικό κίνδυνο επωμίζεται, επομένως, η ίδια η ΑΕ. Μοιάζει, τούτο, φυσιολογικό καθώς οι αβλεψίες και παρατυπίες κατά τον διορισμό της διοίκησης είναι δυνατό να οφείλονται ακόμα και σε απόφαση (ή παράλειψη) του ανώτατου οργάνου της ΑΕ, της ΓΣ. Η προστασία των τρίτων αναγκαία (και ορθά) υπερτερεί.

     

    Προϋποθέσεις εφαρμογής

    Εκπρόσωποι: Οργανική Εξουσία Εκπροσώπησης & Δημοσιότητα

    Το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της διάταξης καλύπτει τους εκπροσώπους της ΑΕ˙ τα πρόσωπα, δηλ., εκείνα στα οποία έχει παραχωρηθεί (οργανική) εξουσία εκπροσώπησης της ΑΕ και η εκλογή/διορισμός τους υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του νόμου (:άρ. 12 ν. 4548/2018).

    Στην έννοια του εκπροσώπου της ΑΕ εμπίπτουν τα μέλη του κατεξοχήν οργάνου εκπροσώπησης της εταιρείας: τα μέλη, δηλ., του ΔΣ. Μάλιστα, ανεξαρτήτως του τρόπου εκλογής ή διορισμού τους (ήτοι: από τη ΓΣ, απευθείας από μέτοχο, από το αρχικό καταστατικό ή από δικαστική απόφαση). Επίσης, τα αναπληρωματικά μέλη του ΔΣ και τα υποκατάστατα όργανα (:εκπρόσωποι της ΑΕ-μέλη ΔΣ ή τρίτοι). Επίσης, ο εκκαθαριστής (κατά το άρ. 167§ 5) και ο σύνδικος πτώχευσης (ο οποίος έχει εξουσία διαχείρισης της εταιρικής περιουσίας).

    Δεν υπάγονται, αντίθετα, στην ως άνω έννοια του εκπροσώπου της ΑΕ και, επομένως, στην προστασία του νόμου (άρ. 84) οι αντιπρόσωποι της ΑΕ. Εκείνοι, δηλ., που δεν τους έχει παραχωρηθεί (οργανική) εξουσία εκπροσώπησης αλλά λειτουργούν για πολύ συγκεκριμένες ενέργειες στη βάση πληρεξουσιότητας, που τους παραχωρείται από τους καθ’ ύλην αρμόδιους (κατά άρ. 211 επ. ΑΚ). Υπενθυμίζεται ότι, στην περίπτωση αυτή, τόσο ο πληρεξούσιος όσο και η εξουσία που του παραχωρείται να λειτουργεί στο όνομα και για λογαριασμό της ΑΕ δεν υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

    Καλόπιστοι Τρίτοι

    Η προστασία των καλόπιστων τρίτων από το νόμο (:άρ. 84) αφορά εκείνους που είναι, πράγματι, τρίτοι έναντι της ΑΕ. Ως τρίτοι νοούνται, αρχικά, όσοι διατηρούν συναλλακτικές σχέσεις με την ΑΕ και εμπιστεύονται τη δημοσιότητα του Γ.Ε.ΜΗ. Τρίτος, με την έννοια αυτή, μπορεί να θεωρηθεί και μέτοχος της εταιρείας, ο οποίος συναλλάσσεται με την ΑΕ. Ωστόσο, εφόσον αποδειχθεί ότι γνώριζε την ελαττωματικότητα του διορισμού, δεν προστατεύεται από το νόμο. Τούτο συμβαίνει, λ.χ., στην περίπτωση ενεργούς συμμετοχής του στην εκλογή του ελαττωματικώς διορισθέντος εκπροσώπου.

    Προκειμένου ο τρίτος να τύχει της προστασίας του νόμου πρέπει να είναι, επιπρόσθετα, και καλόπιστος. Απαιτείται, δηλαδή, να μην γνώριζε, κατά τον κρίσιμο χρόνο συναλλαγής του με εκπρόσωπο της ΑΕ, το ελάττωμα διορισμού του τελευταίου. Δυνατότητα γνώσης του σχετικού ελαττώματος (και όχι θετική, εν τέλει, γνώση-ακόμα κι αν οφείλεται σε βαριά αμέλεια του τρίτου), δεν αρκεί.

    Το βάρος απόδειξης της γνώσης το φέρει η εταιρεία. Μεταγενέστερη της συναλλαγής γνώση ή κακή πίστη του τρίτου ούτε επηρεάζει τα δεδομένα ούτε και τον βλάπτει.

    Ελάττωμα Εκλογής/Διορισμού

    Η προστασία του νόμου για τον καλόπιστο τρίτο ενεργοποιείται σε περιπτώσεις ελαττώματος της εκλογής ή του διορισμού εκπροσώπου της ΑΕ. Στο νόμο, όμως, δεν ορίζεται τι συνιστά ελάττωμα. Θα πρέπει να θεωρήσουμε, ως τέτοιο, κάθε νομικό λόγο που καθιστά ανυπόστατο, άκυρο ή ακυρώσιμο τον διορισμό ή αντιστοίχως, την εκλογή εκπροσώπου της ΑΕ. Το όποιο ελάττωμα είναι δυνατό να εντοπίζεται, χρονικά, στην εκλογή ή το διορισμό ή/και την αποδοχή τους από μέρους του εν λόγω εκπροσώπου.

    Νομικοί λόγοι που συνιστούν ελάττωμα είναι η δικαιοπρακτική ανικανότητα του διοριζόμενου μέλους ΔΣ και η ύπαρξη κωλυμάτων εκλογής/διορισμού του˙ η ελαττωματικότητα της απόφασης της ΓΣ για την εκλογή ΔΣ˙ η ελαττωματικότητα της δήλωσης βούλησης μετόχου σε περίπτωση απευθείας διορισμού μέλους ΔΣ (άρ. 79)˙ η ελαττωματικότητα της δήλωσης βούλησης εκείνου που διορίζει υποκατάστατο όργανο (άρ. 87 §2).

    Σημειώνεται, τέλος, ότι τυχόν σφάλμα της δικαστικής απόφασης η οποία διορίζει μέλη ΔΣ (άρ. 78 §2 σε συνδυασμό με άρ. 69 ΑΚ)-που δικαιολογεί την άσκηση ενδίκου μέσου, δεν συνιστά ελάττωμα με την έννοια του νόμου (άρ. 84).

    Διατυπώσεις Δημοσιότητας

    Πρόσθετη προϋπόθεση εφαρμογής του νόμου (άρ. 84) και, συνακόλουθα, της προστασίας του καλόπιστου τρίτου συνιστά η δημοσιότητα. Συγκεκριμένα, η προηγούμενη τήρηση των απαιτούμενων διατυπώσεων (δηλωτικής και όχι συστατικής) δημοσιότητας για την εκλογή ή διορισμό των εκπροσώπων ή εκκαθαριστών της ΑΕ (:θετική δημοσιότητα).

    Υπενθυμίζεται ότι η εμπορική δημοσιότητα, γενικά, λαμβάνει χώρα για την ΑΕ και τα υπόχρεα πρόσωπα με: (α) την εγγραφή ή καταχώριση πράξεων, στοιχείων ή δεδομένων στο Γ.Ε.ΜΗ. και (β) την ταυτόχρονη δημοσίευση, στον διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ., κατά περίπτωση, είτε εν συνόλω, είτε εν μέρει, της πράξης ή του στοιχείου που καταχωρίστηκε, είτε με μνεία για την καταχώριση πράξεων και στοιχείων για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση εμπορικής δημοσιότητας (άρ. 17 ν. 4919/2022).

    Εφόσον τηρηθεί η συγκεκριμένη διαδικασία δημοσιότητας για την εκλογή ή τον διορισμό των εκπροσώπων της ΑΕ, τυχόν ελάττωμα του διορισμού δεν είναι δυνατό να αντιταχθεί σε τρίτους, οι οποίοι εμπιστεύτηκαν τη δημοσιότητα αυτή. Η τυχόν δημοσίευση, ωστόσο, δεν συνεπάγεται την ίαση του ελαττώματος που έχει εμφιλοχωρήσει.

    Κι από μια διαφορετική οπτική γωνία ιδωμένο το ίδιο ζήτημα: εύλογα η ΑΕ δεν δικαιούται να αντιτάξει κατά των τρίτων οποιαδήποτε πράξη/γεγονός που, μολονότι όφειλε, δεν δημοσιεύθηκε, εν τούτοις, στο Γ.Ε.ΜΗ. (:αρνητική δημοσιότητα). Δεν δικαιούται, λ.χ., η ΑΕ να αντιτάξει σε καλόπιστο τρίτο που συναλλάχθηκε με εκπρόσωπό της που αντικαταστάθηκε από άλλον-χωρίς να έχουν λάβει χώρα οι προβλεπόμενες διατυπώσεις δημοσιότητας. Με τον τρόπο αυτό, προστατεύονται, ομοίως, οι τρίτοι από γεγονότα που δικαιολογημένα αγνοούν, εμπιστευόμενοι τη σιωπή του Γ.Ε.Μ.Η.

     

    Έννομες Συνέπειες

    Στην περίπτωση που σωρευτικά πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις (:τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας εκ μέρους της ΑΕ και άγνοια των τρίτων ως προς το σχετικό εσωτερικό ελάττωμα), ο ελαττωματικός διορισμός εκπροσώπου της ΑΕ δεν μπορεί να αντιταχθεί στον τρίτο που συναλλάχθηκε με αυτόν. Δεσμεύεται, στο πλαίσιο αυτό, η ΑΕ από τις πράξεις/δηλώσεις βούλησης (ρητές ή σιωπηρές) των ελαττωματικώς διορισθέντων εκπροσώπων της. Δεν θα παραχθούν, κατ’ εξαίρεση, δεσμευτικά αποτελέσματα για την ΑΕ, στην περίπτωση που αποδειχθεί θετική γνώση του ελαττώματος από μέρους των τρίτων.

     

    Είναι φυσιολογικό να παρεισφρύσουν, κάποιες φορές, ελαττώματα στην εκλογή ή διορισμό μελών ΔΣ ή/και εκπροσώπων της ΑΕ. Στην περίπτωση που συναλλαγεί μαζί τους καλόπιστος τρίτος δεσμεύεται η ΑΕ, εφόσον έχουν τηρηθεί οι (οφειλόμενες) διατυπώσεις δημοσιότητας. Κι από την άλλη πλευρά: η ΑΕ δεν μπορεί να αντιτάξει έναντι των τρίτων σημαντικά εταιρικά γεγονότα που δεν δημοσιεύθηκαν κατά νόμο (αντικατάσταση, λ.χ., εκπροσώπων της). Δεδομένου λοιπόν ότι οι ευθύνες της ΑΕ είναι δυνατό να αποδειχθούν εξαιρετικά σημαντικές και ευρείες, μεγίστη, αντίστοιχα, θα πρέπει να είναι και η προσοχή που θα πρέπει να επιδεικνύεται όσον αφορά τα θέματα αυτά. Όσον αφορά, πάντως, τα σχετικά με τη δέσμευση και εκπροσώπηση της ΑΕ, θα μας απασχολήσουν σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Δεκεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Το Διοικητικό Συμβούλιο Της ΑΕ: Λειτουργία, Εξουσία, Μέλη

    Το Διοικητικό Συμβούλιο Της ΑΕ: Λειτουργία, Εξουσία, Μέλη

    Ένα από τα σημαντικά όργανα της ΑΕ είναι το Διοικητικό της Συμβούλιο. Είναι το όργανο εκείνο μέσω του οποίου λαμβάνει χώρα η διαχείριση και εκπροσώπηση της ΑΕ˙ μέσω του οποίου η ΑΕ εκφράζει τη βούλησή της και εκδηλώνει τη δράση της τόσο ενδοεταιρικά όσο και στον εξωτερικό κόσμο. Ο πολυσήμαντος ρόλος του ΔΣ, καθώς και ζητήματα αναφορικά με μέλη του και τη θητεία τους θα μας απασχολήσουν στο παρόν.

     

    Ο Ρόλος Του ΔΣ – Το Καθήκον Διοίκησης

    Όπως ρητά προβλέπεται στο νόμο για τις ΑΕ (:ν. 4548/2018), την εταιρεία διοικεί το Διοικητικό Συμβούλιο (άρ. 77 §1, εδ. α’, ν. 4548/2018). Η διοίκηση της ΑΕ συμπεριλαμβάνει: (α) τη διαχείριση και (β) τη δικαστική και εξώδικη εκπροσώπησή της (άρ. 77 §1 εδ. β’).

    Από το νόμο, επομένως, προκύπτει το εύρος των αρμοδιοτήτων (και ευθύνης) του ΔΣ, οι οποίες και διακρίνονται από τις αντίστοιχες της ΓΣ. Η τελευταία, εξάλλου, είναι εκείνη που αποφασίζει για δομικές αλλαγές που αφορούν στην ΑΕ.

    Η ΑΕ ενεργεί μέσω του ΔΣ της. Η ύπαρξη του καθίσταται, ως εκ τούτου, υποχρεωτική. Η υποχρεωτικότητα αυτή δεν σημαίνει, όμως, ότι σε περίπτωση που εκλείπει το Διοικητικό Συμβούλιο (λ.χ. εξαιτίας παραίτησης των μελών του) η ΑΕ παύει να υφίσταται. Η ύπαρξή της, στην περίπτωση αυτή, δεν αμφισβητείται. Απαιτείται, ωστόσο, για την εξασφάλιση της λειτουργίας της, η εκλογή νέου ΔΣ από τη ΓΣ. Διαφορετικά, ο δικαστικός διορισμός προσωρινής διοίκησής της (69 ΑΚ).

    Η υποχρέωση διοίκησης του ΔΣ δεν εξαντλείται στη διαχείριση και εκπροσώπηση της της ΑΕ. Περιλαμβάνει, γενικά, τη διεύθυνσή της. Στο πλαίσιο αυτής: τον προσδιορισμό-συντονισμό της επιχειρηματικής πολιτικής και στρατηγικής και τον έλεγχο τήρησής της. Μολονότι ο νόμος για τις ΑΕ εμμένει στον παραδοσιακό τρόπο διακυβέρνησης της ΑΕ μέσω του ΔΣ, προβλέπει, επίσης, και το (δυνητικό) υποκατάστατό του: πρόκειται για την «εκτελεστική επιτροπή» (άρ. 87 §4). Η τελευταία, εφόσον επιλεγεί ο ορισμός της, είναι δυνατό να λαμβάνει αποφάσεις για την καθημερινή διοίκηση της ΑΕ˙ το υπόλοιπο Διοικητικό Συμβούλιο θα ασκεί, στην περίπτωση αυτή, καθήκοντα εποπτείας (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του 6ο τμήματος).

    Ζήτημα γεννάται σχετικά με το περιεχόμενο του εταιρικού συμφέροντος στην προαγωγή του οποίου θα πρέπει να αποβλέπει το Διοικητικό Συμβούλιο, ενόσω ασκεί το καθήκον διοίκησης. Κατά μια άποψη, το εταιρικό συμφέρον της ΑΕ ταυτίζεται με τις επιδιώξεις των μετόχων της για μακροπρόθεσμη κερδοφορία της ΑΕ και αύξηση, κατ’ επέκταση, της μετοχικής αξίας (:μονιστική θεωρία). Κατ’ άλλη, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο τα συμφέροντα των μετόχων αλλά και εκείνα, λ.χ. των εργαζομένων της ΑΕ, ακόμη και του περιβάλλοντος (πλουραλιστική θεωρία). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, και μέσω της εξυπηρέτησης τέτοιων συμφερόντων από μέρους του ΔΣ, των εργαζομένων λ.χ., πάλι τα συμφέροντα των μετόχων, εν τέλει, εξυπηρετούνται.

     

    Έννομη Σχέση Μεταξύ Μελών ΔΣ & ΑΕ

    Τα μέλη του ΔΣ συνδέονται με έννομη σχέση (:οργανική) με την ΑΕ. Η έννομη αυτή σχέση είναι δυνατό να είναι αμειβόμενη ή όχι.

    Είναι ενδεχόμενο κάποιο μέλος του ΔΣ να παρέχει στην ΑΕ, επιπρόσθετα, υπηρεσίες που εκφεύγουν από τα στενά όρια διοίκησής της. Οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται στο πλαίσιο «ειδικής σχέσης» (άρ. 109  §3). Η συγκεκριμένη, ειδική, σχέση είναι δυνατό να περιβληθεί, ενδεικτικά, τον τύπο της σύμβασης εργασίας, έργου, ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή εντολής (λ.χ. μέλος ΔΣ παρέχει, παράλληλα, νομικές ή λογιστικές υπηρεσίες στην ΑΕ).

     

    Αρχή Της Αυτονομίας

    Τα μέλη του ΔΣ ενεργούν ανεξάρτητα. Δεν υπάγονται, επομένως, σε υποδείξεις και εντολές λ.χ. της ΓΣ ή του μετόχου πλειοψηφίας της ΑΕ. Μόνη υποχρέωση των μελών του ΔΣ έναντι των μετόχων (στο πλαίσιο, κυρίως, της ΓΣ) αποτελεί η υποχρέωση πληροφόρησης (:άρ. 141).

    Τα μέλη του ΔΣ υπέχουν (έναντι της ΑΕ-και μόνο) υποχρέωση πίστης και επιμέλειας κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους-στο πλαίσιο της μεταξύ τους οργανικής σχέσης (και τούτο ανεξάρτητα από την όποια υποκείμενη-λ.χ. σύμβαση εντολής ή ανεξάρτητων υπηρεσιών).

    Εκτός από την περίπτωση που το ίδιο το ΔΣ το ζητήσει, δεν νοείται συγκατάθεση/έγκριση της ΓΣ στη λήψη διαχειριστικών αποφάσεων από το πρώτο. Καταστατικές ρήτρες για έγκριση των αποφάσεων του ΔΣ από τη ΓΣ θα είναι, επομένως, άκυρες. Η δυνατότητα, πάντως, της τελευταίας να εκλέξει, οποτεδήποτε, ένα νέο ΔΣ, αναμφίβολα λειτουργεί προς την κατεύθυνση της συμμόρφωσης των μελών του με τις κατευθύνσεις (τυπικές ή άτυπες, ρητές ή σιωπηρές) των πλειοψηφούντων μετόχων.

    Να σημειωθεί τέλος ότι, πολύ περισσότερο, ούτε το ΔΣ θυγατρικής εταιρείας υποχρεούται να εκτελεί εντολές της μητρικής (ανεξάρτητα, βέβαια, που στην πράξη θα ευθυγραμμίζεται με τις εντολές της).

     

    Εξουσία Διαχείρισης: Περιεχόμενο, Έκταση & Ευθύνη

    Περιεχόμενο

    Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε πράξη που αφορά τη διοίκηση της ΑΕ, τη διαχείριση της περιουσίας της και την, εν γένει, επιδίωξη του εταιρικού της σκοπού (άρ. 86).

    Έκταση

    Η εξουσία του ΔΣ είναι περιορισμένη: το ΔΣ δεν έχει το δικαίωμα να διενεργεί πράξεις καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού καθώς και πράξεις που απαγορεύονται από το καταστατικό ή αντίκεινται σε αποφάσεις της ΓΣ. Είναι, όμως, δυνατό περαιτέρω να περιορισθεί η εξουσία του από το καταστατικό ή από αποφάσεις της ΓΣ.

    Ευθύνη

    Τυχόν υπέρβαση της διαχειριστικής εξουσίας μέλους του ΔΣ γεννά υποχρέωση αποζημίωσης κατά του δράστη. Ωστόσο, η σχετική πράξη αξιολογείται ως έγκυρη και επιφέρει έννομες συνέπειες, εφόσον ο τυχόν τρίτος συναλλασσόμενος είναι καλόπιστος.

     

    Εξουσία Εκπροσώπησης: Περιεχόμενο, Έκταση & Ευθύνη

    Περιεχόμενο

    Το Διοικητικό Συμβούλιο, ως συλλογικό όργανο της ΑΕ, εκπροσωπεί την τελευταία δικαστικά και εξωδικαστικά. Εξαιρέσεις εντοπίζονται σε ειδικές περιπτώσεις-λ.χ.: (α) στο στάδιο της ίδρυσης της ΑΕ (:οπότε ούτε νομικό πρόσωπο υφίσταται ούτε, πολύ περισσότερο, ΔΣ), (β) στο στάδιο της εκκαθάρισης (:οπότε εκπρόσωποι είναι οι εκκαθαριστές), (γ) στο στάδιο της πτώχευσης (:οπότε χρέη εκπροσώπου ασκεί ο σύνδικος).

    Στο πλαίσιο της εξωδικαστικής εκπροσώπησης της ΑΕ από το ΔΣ εμπίπτουν η διενέργεια δικαιοπραξιών και η σύναψη συμβάσεων με τρίτους. Επίσης, οι πράξεις εταιρικής φύσεως προς τους μετόχους (λ.χ. η έγκριση μεταβίβασης δεσμευμένων μετοχών).

    Στο πλαίσιο της δικαστικής εκπροσώπησης, το ΔΣ εκπροσωπεί την ΑΕ δικαστικά, καθώς η ΑΕ, ως νομικό πρόσωπο έχει ικανότητα διαδίκου και παράστασης ενώπιον παντός δικαστηρίου.

    Έκταση

    Η έκταση της εξουσίας εκπροσώπησης του ΔΣ είναι απεριόριστη: η ΑΕ δεσμεύεται απέναντι στους καλόπιστους τρίτους (που δεν γνώριζαν ή δεν ήταν δυνατό να γνωρίζουν τη σχετική υπέρβαση)-ακόμη κι αν το ΔΣ ενεργεί καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού.

    Η έκταση της εξουσίας εκπροσώπησης του ΔΣ είναι (και) μη περιορίσιμη: Τυχόν περιορισμοί της από το καταστατικό ή τη ΓΣ δεν μπορούν να αντιταχθούν έναντι τρίτων (άρ. 86 §3). Ακόμη και αν τούτοι έχουν υποβληθεί σε δημοσιότητα.

    Περιορισμοί, ωστόσο, στην εξουσία του ΔΣ είναι δυνατό να τεθούν από το νόμο. Τέτοιες περιπτώσεις συνιστούν οι συναλλαγές της ΑΕ με μέλη του ΔΣ (άρ. 99επ.). Επίσης, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η λειτουργία εκπροσώπησης ασκείται μεν από το ΔΣ, απαιτείται όμως συγκατάθεση της ΓΣ (λ.χ. οι συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη-άρ. 100 §3).

    Ευθύνη

    Τα αποτελέσματα και οι ενέργειες των μελών του ΔΣ καταλογίζονται στην ίδια την ΑΕ. Ευθύνη, επομένως, γεννάται σε βάρος της τελευταίας για (άδικες, κυρίως) πράξεις ή παραλείψεις των μελών του ΔΣ (άρ. 71 ΑΚ). Θεμελιώνεται, όμως-ταυτόχρονα, εις ολόκληρον ευθύνη των υπαίτιων προσώπων.

     

    Αρχή Της Συλλογικής Δράσης 

    Το Διοικητικό Συμβούλιο κατά την άσκηση των εξουσιών αλλά τη λήψη των αποφάσεών του (άρ. 92 παρ. 2) δρα, κατ’ αρχήν, συλλογικά (άρ.77 §2 εδ. β’). Σημαντική είναι, επομένως, η δυνατότητα συμμετοχής των μελών του ΔΣ στις συλλογικές διαδικασίες. Δεν απαιτείται, αντίθετα, σύμπραξη όλων των μελών σε κάθε πράξη εκπροσώπησης.

    Επιτρεπτές, ωστόσο, καταστατικές αποκλίσεις, όπως λ.χ. η ανάθεση της εκπροσώπησης για ένα η περισσότερα θέματα σε συγκεκριμένα, μόνο, μέλη ή μέλος του ΔΣ. Επίσης, η κυριαρχία της ψήφου του προέδρου επί ισοψηφίας (άρ. 92 παρ. 2 εδ. β’). Καθώς και ο διορισμός υποκατάστατου οργάνου, που δρα παράλληλα με το ΔΣ (άρ. 87).

     

    Τα Μέλη Του ΔΣ˙ Ειδικότερα

    Εκλογή & Δυνατότητα Επανεκλογής 

    Οι τρόποι εκλογής των μελών (μετόχων ή μη) του ΔΣ προβλέπονται ρητά στον νόμο (άρ. 77 §2 εδ. α’, με παραπομπή σε άρ.78-80). Συγκεκριμένα, στους τρόπους αυτούς περιλαμβάνονται: (α) η εκλογή από τη ΓΣ (άρ. 78), (β) ο απευθείας διορισμός από μέτοχο (άρ.79) και (γ) η εκλογή βάσει καταλόγων (άρ. 80).

    Τα μέλη του ΔΣ παραμένουν, πάντοτε, επανεκλέξιμα (ακόμη και πριν τη λήξη της θητείας τους- αρ. 77, §2, εδ. β΄). Εξυπηρετείται, έτσι, η ανάγκη -συχνά- για ενότητα και συνέχεια στη διοίκηση της ΑΕ. Τυχόν καταστατική ρήτρα περί απαγόρευσης της επανεκλογής θα κριθεί άκυρη (άρ. 77 §2 εδ. β’).

    Το Ελευθέρως Ανακλητό 

    Τα μέλη του ΔΣ ανακαλούνται ελεύθερα-οποτεδήποτε (άρ. 77 §2 εδ. β’). Η θητεία τους, επομένως, τελεί πάντοτε υπό την αίρεση της ανάκλησής τους.

    Η ανάκληση λαμβάνει χώρα, κατά βάση, με απόφαση της ΓΣ (με απλή απαρτία και πλειοψηφία). Εάν, όμως, μέλος ορίστηκε με απευθείας διορισμό, από τον μέτοχο που το διόρισε (ή δικαστικά, αν τούτο αιτήθηκε το 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου και συντρέχει σπουδαίος λόγος).

    Η ανάκληση των μελών του ΔΣ-συμβούλων εκφράζει, συνήθως, την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πρόσωπό τους ή, εν γένει, τη μη έγκριση της διοίκησης που ασκούν. Καταστατικές ρήτρες που καταργούν ή περιορίζουν το δικαίωμα ανάκλησης είναι άκυρες.

    Η πράξη ανάκλησης υπόκειται σε (δηλωτική) δημοσιότητα.

    Ο Αριθμός 

    Ο αριθμός των μελών του ΔΣ καθορίζεται από το καταστατικό. Εναλλακτικά από τη ΓΣ, μέσα στα όρια που προβλέπει το καταστατικό. Δεν μπορεί πάντως (άρ. 77 §3)  να υπολείπεται των τριών (3) ή να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15). Τυχόν μη τήρηση των ορίων αυτών καθιστά τη σύνθεση του ΔΣ μη νόμιμη.

    Νομικό Πρόσωπο Ως Μέλος ΔΣ

    Εφόσον υπάρχει ρητή καταστατική πρόβλεψη, μέλος του ΔΣ είναι δυνατό να καταστεί, οποιασδήποτε μορφής, νομικό πρόσωπο (άρ. 77 §4).

    Το νομικό πρόσωπο-μέλος υποχρεούται, εντός 15μέρου από τον ορισμό του ως μέλος του ΔΣ, να υποδείξει, ως εκπρόσωπό του, φυσικό πρόσωπο. Το τελευταίο θα ασκεί όλες τις αρμοδιότητες με τις οποίες επιφορτίζεται το μέλος του ΔΣ. Το εν λόγω φυσικό πρόσωπο ανακαλείται/αντικαθίσταται οποτεδήποτε από το νομικό πρόσωπο-μέλος. Εις ολόκληρο ευθύνη τους, πάντως, γεννάται έναντι της ΑΕ ως προς τις πράξεις εταιρικής διαχείρισης.

    Η Θητεία

    Η ιδιότητα του μέλους του ΔΣ συναρτάται με τη διάρκεια της θητείας του-εκτός εάν το μέλος παραιτηθεί (ρητά ή σιωπηρά) πριν τη λήξη της. Η θητεία καθορίζεται, ειδικότερα, από το καταστατικό και απαγορεύεται, σε κάθε περίπτωση, να υπερβαίνει τα έξι έτη. Στην περίπτωση που η εκλογή ή ο διορισμός γίνει για μεγαλύτερη διάρκεια, τότε αυτοί ισχύουν για τη μέγιστη εξαετή (άρ. 85 §1 εδ. α’ & β’). Ελάχιστη θητεία, πάντως, δεν προβλέπεται-δεν είναι σύνηθες, πάντως, να υπολείπεται του έτους.

    Στην αρμοδιότητα της ΓΣ εμπίπτει η συγκεκριμενοποίηση της διάρκειας της θητείας, εφόσον στο καταστατικό τίθενται, απλώς, τα όριά της (λ.χ. «μεταξύ ενός έως πέντε έτη»). Κατ’ εξαίρεση, μάλιστα, μπορεί να εκλέξει ΔΣ με μικρότερη (της καταστατικής) θητεία. Ωστόσο, αν τόσο το καταστατικό όσο και η ΓΣ σιωπούν, γίνεται δεκτό ότι η θητεία των μελών είναι εξαετής.

    Προβλέπεται νόμιμη παράταση της θητείας του ΔΣ -η διάρκεια της οποίας έχει λήξει- ωσότου ληφθεί απόφαση εκλογής νέου στο πλαίσιο της τακτικής ΓΣ του άρ. 119 (άρ. 85 §1 εδ. γ΄). Αποφεύγονται, έτσι, φαινόμενα ακυβερνησίας της ΑΕ.

    Είναι, πάντως, ενδεχόμενο να υφίσταται πρόβλεψη για παράταση της θητείας του ΔΣ είτε στο καταστατικό είτε στην απόφαση της ΓΣ για την εκλογής του ΔΣ. Σιωπηρή παράταση δεν νοείται.

    Επιτρεπτή, τέλος, καθίσταται, εκ του νόμου, η λήψη απόφασης -προαιρετική ή καταστατικά υποχρεωτική- εκ μέρους της ΓΣ για τμηματική ανανέωση των μελών του ΔΣ. Επίσης, η πρόβλεψη διαφοροποιημένων, μεταξύ των μελών, χρόνων λήξης της θητείας τους (:κλιμακωτό ΔΣ)-υπό τους όρους του νόμου (άρ. 85 §2).

     

    Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΕ δεν είναι το περισσότερο ισχυρό όργανό της (υπερέχει, πάντα, η εξουσία της ΓΣ) είναι όμως το περισσότερο σημαντικό. Και τούτο γιατί το ΔΣ είναι εκείνο που επιφορτίζεται με την προς τα έσω διαχείριση και προς τα έξω δέσμευση και εκπροσώπηση της ΑΕ. Είναι εκείνο που θα χρεωθεί κάθε αποτυχία (αλλά και θα πιστωθεί κάθε επιτυχία) στην προσπάθεια της εκπλήρωσης του εταιρικού σκοπού και εξυπηρέτησης του συμφέροντος των μετόχων. Το ΔΣ είναι μεν συλλογικό όργανο (και ως τέτοιο αντιμετωπίζεται από το νόμο και το καταστατικό της ΑΕ) στην πράξη όμως ένας ή, στην καλύτερη περίπτωση, ελάχιστοι είναι εκείνοι που επιφορτίζονται με την καθημερινή διαχείριση της ΑΕ. Στο πλαίσιο αυτό (κατά τον Θουκυδίδη, Ιστορίαι, 2.65.9): «ἐγίγνετό τε λόγῳ μὲν δημοκρατία, ἔργῳ δὲ ὑπὸ τοῦ πρώτου ἀνδρὸς ἀρχή». Έτσι και στην ΑΕ. Και ορθά. Οι κανόνες, εντούτοις, υπάρχουν. Η τήρησή τους εποπτεύεται και η παράκαμψή τους (έστω και λελογισμένη) ελέγχεται. Και ορθά.-

    Τα ενδιαφέροντα, πάντως, θέματα της εκλογής των μελών του ΔΣ θα μας απασχολήσουν στην επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 4 Δεκεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.