Κατηγορία: Άρθρα

  • Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας:  Δικαίωμα Σύγκλησης Έκτακτης(;) ΓΣ

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας: Δικαίωμα Σύγκλησης Έκτακτης(;) ΓΣ

    Συλλογικά Δικαιώματα Μειοψηφίας:

    Δικαίωμα Σύγκλησης Έκτακτης(;) ΓΣ

     (άρ. 141 §1 ν. 4548/2018)

    Η σημασία των δικαιωμάτων μειοψηφίας για τη διασφάλιση των συμφερόντων της έναντι της πλειοψηφίας και κατ΄ επέκταση, για την καλύτερη λειτουργία της ΑΕ είναι αναμφισβήτητη. Για τον λόγο αυτό ο νομοθέτης επεφύλαξε σειρά δικαιωμάτων υπέρ της μειοψηφίας-πολλά εκ των οποίων απαριθμούνται στο άρθρο 141. Τα συγκεκριμένα δικαιώματα διακρίνονται, όπως ήδη έχουμε σημειώσει, σε ατομικά και συλλογικά. Στο παρόν θα μας απασχολήσει το πρώτο από αυτά: το δικαίωμα σύγκλησης της έκτακτης ΓΣ. Τούτο εμπίπτει στην κατηγορία των συλλογικών δικαιωμάτων και, πιο συγκεκριμένα, σε αυτά της «μικρής μειοψηφίας».

    Περιεχόμενο & Σκοπός Δικαιώματος

    Με αίτηση μετόχων, που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου, το ΔΣ υποχρεούται να συγκαλεί έκτακτη ΓΣ των μετόχων (άρ. 141 §1 εδ. α΄). Η σχετική ρύθμιση ακολουθεί, καταρχήν, το προϊσχύσαν άρθρο 39 του κ.ν. 2190/1920. Επιφέρει, ωστόσο, ορισμένες τροποποιήσεις, που εν συνεχεία θα μας απασχολήσουν (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 141).

    Η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος είναι δυνατό να λάβει χώρα περισσότερες από μια φορές˙ υπό την προϋπόθεση, αυτονοήτως, να μην ασκείται καταχρηστικά (άρ. 281 ΑΚ).

    Δικαιολογητική βάση του σχετικού δικαιώματος αποτελεί και, εν προκειμένω, η προστασία της «καταπιεζόμενης μειοψηφίας» (ΜονΠρωτΑθ 4465/2020, ΤΝΠ QUALEX). Γίνεται, μάλιστα, δεκτό πως συνιστά «αντίβαρο» στην ενδεχόμενη κατάχρηση εξουσίας από το (εκλεγμένο από την πλειοψηφία) ΔΣ. Συγκεκριμένα, στην αδράνεια ή/και άρνησή του να προβαίνει σε σύγκληση της ΓΣ, όταν υποχρεούται προς τούτο. Το συγκεκριμένο δικαίωμα παρέχει, επιπρόσθετα, στη μειοψηφία τη δυνατότητα να αξιώνει την σύγκληση (ή συγκαλεί) τη ΓΣ για θέματα που η ίδια προκρίνει. Ακριβώς στο πλαίσιο αυτό γίνεται δεκτό πως το εν λόγω δικαίωμα της μειοψηφίας, παρά το γράμμα του νόμου, αφορά και στην σύγκληση της ετήσιας τακτικής ΓΣ (κι όχι μόνον έκτακτης).

    Το εν λόγω δικαίωμα εφαρμόζεται και επί των ιδιαίτερων συνελεύσεων κατηγοριών μετόχων. Τα κατά τον νόμο αναγκαία ποσοσστά της μειοψηφίας για την άσκησή του υπολογίζονται επί των μετοχών της εκάστοτε, συγκεκριμένης, κατηγορίας.

    Αίτηση Σύγκλησης ΓΣ

    Επίδοση

    Η αίτηση της μειοψηφίας για σύγκληση της ΓΣ απαιτείται να είναι έγγραφη και επιδίδεται στον Πρόεδρο του ΔΣ (άρ. 141 §1 εδ. α΄). Μολονότι, πάντως, ο νόμος αναφέρεται σε επίδοση, τούτη δεν είναι αναγκαίο να λάβει χώρα διά δικαστικού επιμελητή (που θα καθιστούσε ευχερώς αποδείξιμη τη διενέργειά της). Μπορεί να λάβει χώρα και με άλλο τρόπο (λ.χ. ενυπόγραφη παραλαβή του αιτήματος από τον Πρόεδρο του ΔΣ ή μέσω email). Από την επίδοση της αίτησης εκκινεί η 45ήμερη προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να λάβει χώρα η συνεδρίαση της ΓΣ ύστερα από σύγκλησή της από το ΔΣ.

    Σε περίπτωση επίδοσης της αίτησης σύγκλησης ΓΣ σε άλλο μέλος του ΔΣ (πέραν του Προέδρου), υποστηρίζεται πως η άσκηση του σχετικού δικαιώματος παραμένει νομότυπη. Μια τέτοια θέση δεν φαίνεται ορθή καθώς υπερακοντίζει το γράμμα και το σκοπό του νόμου˙ πολύ περισσότερο: την ιδιότητα και εξουσία του Προέδρου του ΔΣ. Σε μια τέτοια, πάντως, περίπτωση θα αναμέναμε από το μέλος του ΔΣ στο οποίο επιδόθηκε η αίτηση, να την προωθήσει (όχι πάντως με την απειλή κάποιας ποινής ή κύρωσης) στον Πρόεδρο του ΔΣ, ώστε να εκκινήσει η ως άνω 45ήμερη προθεσμία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, επίδοση της αίτησης σε μέτοχο ή οποιονδήποτε τρίτο (εκτός του ΔΣ, λ.χ. σε εργαζόμενο της ΑΕ) γίνεται, κοινά, αποδεκτό πως δεν είναι νόμιμη και δεν επιφέρει έννομα αποτελέσματα [109/2018 ΜονΠρωτΚατ (Ασφ.), ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

    Σε περίπτωση που η ΑΕ βρίσκεται στο στάδιο της εκκαθάρισης, η αίτηση επιδίδεται στους εκκαθαριστές. Όταν, για οποιονδήποτε λόγο, ελλείπει το ΔΣ, προϋποτίθεται ο διορισμός προσωρινής διοίκησης. Και τούτο γιατί δεν υφίσταται η ευχέρεια των αιτούντων μετόχων να προβούν οι ίδιοι, ύστερα από άδεια του δικαστήριου, στη σύγκληση του ΓΣ:  η συγκεκριμένη ευχέρεια προβλέπεται, όταν το ΔΣ αδρανεί να συγκαλέσει ΓΣ-παρά την προηγούμενη αίτηση της μειοψηφίας.

    Περιεχόμενο

    Η αίτηση της μειοψηφίας για σύγκληση ΓΣ απαιτείται να περιέχει:

    (α) Αίτημα σύγκλησης της σχετικής ΓΣ με διπλό περιεχόμενο: σύγκληση του ΔΣ από τον Πρόεδρό του και, στη συνέχεια, σύγκλησης της ΓΣ από το ΔΣ.

    (β) Το θέμα ή τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο της ΓΣ (άρ. 141 §1 εδ. β΄). Η αίτηση, σε διαφορετική περίπτωση, είναι αόριστη και δεν επιφέρει έννομα αποτελέσματα. Δικαιούται, πάντως, το ΔΣ να προσθέσει, κατά την κρίση του, περαιτέρω θέματα στην ημερήσια διάταξη.

    Ως προς τα θέματα της ημερήσιας διάταξης, υποστηρίζεται ότι ένα, τουλάχιστον, από αυτά (ή το μοναδικό της θέμα) πρέπει να εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΓΣ. Το ΔΣ, σε διαφορετική περίπτωση, δεν υποχρεούται σε σύγκληση της (αναρμόδιας) ΓΣ.

    Υποστηρίζεται, ωστόσο, και η αντίθετη θέση-πάντως όχι πειστικά: το ΔΣ οφείλει, σε κάθε περίπτωση, να προβαίνει στη σύγκληση της ΓΣ. Η τελευταία θα κρίνει περί της αρμοδιότητάς της ή μη. Δημιουργείται, σε διαφορετική περίπτωση-κατά τη συγκεκριμένη άποψη, ο κίνδυνος να αποστερηθεί του δικαιώματός της η μειοψηφία να συγκαλέσει ΓΣ. Τούτο, διότι με πρόσχημα την έλλειψη αρμοδιότητας της ΓΣ, το ΔΣ θα είναι σε θέση να επιχειρηματολογήσει και, εν τέλει, δικαιολογήσει την μη υποχρέωση εκ μέρους του για σύγκληση της ΓΣ με θέματα ημερήσιας διάταξης που δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της τελευταίας. Ο (ορθός) αντίλογος: θα εστερείτο σοβαρότητας η σύγκληση ΓΣ με θέματα απολύτως άσχετα με εκείνα που εντάσσονται στη σφαίρα ευθύνης της. Και, στην απευκταία περίπτωση, που το ΔΣ δεν θα συμμορφωνόταν, μη νομίμως, με τη σχετική υποχρέωσή του υφίσταται, πάντοτε, η δικαστική οδός για την ικανοποίησή του.

    Σημειώνεται πάντως πως το ΔΣ δεν δικαιούται να προβεί σε έλεγχο σκοπιμότητας της σύγκλησης της ΓΣ (4825/2002 ΜονΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (γ) Υπογραφή των αιτούντων μετόχων και, κατ’ ελάχιστο, μετόχων που εκπροσωπούν το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου. Το ΔΣ δεν υποχρεούται, σε διαφορετική περίπτωση, σε σύγκληση ΓΣ. Το καταστατικό, όμως, είναι δυνατό να προβλέψει μικρότερο ποσοστό: έως, κατ’ ελάχιστο, του 1/40 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

    (δ) Τον αριθμό των μετοχών που (αποδεδειγμένα) κατέχουν οι αιτούντες.

    Αποτελέσματα Άσκησης Δικαιώματος Σύγκλησης ΓΣ

    Με την, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, επίδοση της αίτησης στον Πρόεδρο του ΔΣ γεννάται η υποχρέωση για έναρξη των ενεργειών σύγκλησης της ΓΣ. Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος του ΔΣ υποχρεούται να συγκαλέσει το ΔΣ για τη σύγκληση εκείνης (της ΓΣ). Το ΔΣ, στη συνέχεια, υποχρεούται να προβεί στη σύγκληση της ΓΣ των μετόχων, ορίζοντας ημερομηνία συνεδρίασης αυτής, η οποία δεν πρέπει να απέχει περισσότερο 45 ημέρες από την ημερομηνία επίδοσης της αίτησης στον πρόεδρο του ΔΣ. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει πως το ΔΣ απαιτείται να προβεί άμεσα στη σύγκληση της ΓΣ˙ συγκεκριμένα εντός 20ημέρου από την εν λόγω επίδοση.

    Το ΔΣ έχει τη δυνατότητα να συγκαλέσει τη ΓΣ σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις. Και, φυσικά, να κάνει χρήση της διαδικασίας λήψης απόφασης από τη ΓΣ χωρίς συνεδρίαση˙ υπό την προϋπόθεση ότι οι αιτούντες μέτοχοι δεν απέκλεισαν το συγκεκριμένο ενδεχόμενο (άρ. 141 §1 εδ. στ΄ -βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 141).

    Με την σύγκληση της αιτηθείσας ΓΣ εξαντλείται η σχετική υποχρέωση του ΔΣ˙ ικανοποιείται, αντίστοιχα, και το σχετικό δικαίωμα της μειοψηφίας. Η ΓΣ, ως εκ τούτου, δεν υποχρεούται να συζητήσει ή να λάβει απόφαση επί των θεμάτων που έθεσαν οι αιτούντες μέτοχοι. Στην περίπτωση, φυσικά, που δεν επιτευχθεί η απαραίτητη απαρτία για τη λήψη απόφασης από τη ΓΣ, το ΔΣ υποχρεούται σε σύγκληση επαναληπτικής ΓΣ.

    Επί Αδράνειας Του ΔΣ…

    Σε περίπτωση που δεν συγκληθεί ΓΣ από το ΔΣ εντός 20ημέρου από την επίδοση της σχετικής αίτησης, τα μέλη του ΔΣ φέρουν ποινική και αστική ευθύνη.

    Ειδικότερα, αν το ΔΣ αδρανήσει και παρά τη νομότυπη υποβολή της αίτησης (άρα και τη γέννηση της αντίστοιχης υποχρέωσης), δεν προβεί σε (νομότυπη) σύγκληση, προβλέπεται ποινική ευθύνη των μελών του (άρ. 180 περ. 1 εδ. α΄). Στην περίπτωση αυτή, η ποινική δίωξη ασκείται μόνον με έγκληση των αιτούντων/ μειοψηφούντων μετόχων (άρ. 180 περ. 1 εδ. β΄). Η ευθύνη βαρύνει κάθε μέλος του ΔΣ και όχι μόνο τον Πρόεδρό του. Η υποχρέωση σύγκλησης βαρύνει το σύνολο των προσώπων που απαρτίζουν το ΔΣ και τα οποία, παρά τη γνώση για την αίτηση και τη γέννηση της ευθύνης τους, δεν προέβησαν στις απαραίτητες ενέργειες. Στην προκείμενη περίπτωση, η προβλεπόμενη ποινή είναι χρηματική και κυμαίνεται από 5.000 έως 15.000 ευρώ (άρ. 180).

    Ως προς την αστική ευθύνη των μελών του ΔΣ, η σχετική αξίωση των μετόχων εδράζεται στις διατάξεις για την αδικοπραξία (άρ. 914 ΑΚ)-εφόσον, φυσικά, πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.

    …Σύγκληση ΓΣ Από Τους Αιτούντες Κατόπιν Δικαστικής Άδειας

    Πέραν της ποινικής και αστικής ευθύνης των μελών του ΔΣ, ωστόσο, σε περίπτωση μη σύγκλησης της ΓΣ εντός της ως άνω 20ημερης προθεσμίας, η σύγκληση διενεργείται από τους αιτούντες μετόχους με δαπάνες της εταιρείας. Προϋποτίθεται η έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης, η οποία εκδίδεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρ. 141 §1 εδ. γ΄). Ορθά, μάλιστα, υποστηρίζεται πως δεν πρόκειται για γνήσια υπόθεση ασφαλιστικών μέτρων, αλλά, για ρυθμιστικό μέτρο της εκούσιας δικαιοδοσίας, που εκδικάζεται, απλώς, με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

    Στη σχετική αίτηση παθητικά νομιμοποιούνται τα μέλη του ΔΣ και όχι ο Πρόεδρος του ή το νομικό πρόσωπο της ΑΕ (422/2017 ΜΠρωτΡοδ (Ασφ.), ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αρμόδιο είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας.

    Το αρμόδιο δικαστήριο οφείλει να εξετάσει την πλήρωση ή μη των προϋποθέσεων του νόμου (άρ. 141§1), δηλαδή τη νομότυπη άσκηση του δικαιώματος (ΑΠ 1200/2019, areiospagos.gr). Όπως, δηλαδή, και το ΔΣ, έτσι και το δικαστήριο περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας και όχι σκοπιμότητας.

    Ρητά αποσαφηνίζεται ότι, υπό το ισχύον καθεστώς, η απόφαση που θα εκδοθεί δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα. Τούτο, ώστε να αποφευχθεί η άποψη που διατυπώθηκε κατά την προϊσχύσασα ρύθμιση, πως κάτι τέτοιο είναι δυνατό. Η εφαρμογή της άποψης αυτής, δεδομένης της καθυστέρησης στη σύγκληση της ΓΣ, οδηγούσε, κατ’ ουσίαν, σε ματαίωση του σχετικού δικαιώματος της μειοψηφίας (άρ. 141 §1 εδ. ε΄-βλ. σχετικά Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 141).

    Η δικαστική απόφαση αντικαθιστά την απόφαση του ΔΣ για σύγκληση της ΓΣ. Σε αυτή ορίζονται ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης,καθώς και η ημερήσια διάταξη (άρ. 141 §1 εδ. δ΄). Οι λοιπές διατυπώσεις πρέπει να τηρηθούν από τους μετόχους της μειοψηφίας που προέβησαν στην άσκηση του δικαιώματός τους.

     

    Η σύγκληση της ΓΣ αποτελεί, κατά νόμο, προνόμιο του ΔΣ˙ πρακτικά της πλειοψηφίας που το εξέλεξε. Για την προστασία, βέβαια, των ευλόγων συμφερόντων της μειοψηφίας και, προεχόντως, της ίδιας της ΑΕ, ο νόμος αναγνωρίζει (υπό προϋποθέσεις) το δικαίωμα στους μειοψηφούντες να κινήσουν τις σχετικές διαδικασίες. Η λήψη, όμως, της αιτούμενης απόφασης δεν είναι δυνατό να εξαναγκασθεί από την (πάντοτε κυρίαρχη) ΓΣ. Η τελευταία είναι που θα λάβει (ή όχι) την απόφαση που κρίνει η πλειοψηφία. Εναπόκειται στους μειοψηφούντες αλλαχού να αναζητήσουν την ικανοποίηση των νομίμων συμφερόντων τους. Οι πλειοψηφούντες παραμένουν, κατά βάση, κυρίαρχοι. Αντίστοιχα κινείται και η εξισορρόπηση συμφερόντων & δικαιωμάτων μεταξύ της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, όσον αφορά το δικαίωμα της τελευταίας να ζητήσει την προσθήκη θεμάτων στην ημερήσια διάταξη της ΓΣ. Περί αυτής, πάντως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

     

     

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

     

  • Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

    Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

    Δικαιώματα Μειοψηφίας: Γενικά

     (άρ. 141 §12, 13 ν. 4548/2018)

    Δεν είναι ασύνηθες να συναντούμε περισσότερες ομάδες μετόχων στην ΑΕ με αντικρουόμενα συμφέροντα. Υφίσταται το (πάντοτε ατυχές) ενδεχόμενο το μετοχικό κεφάλαιο να μοιράζεται στα δύο κι οι μέτοχοι να έχουν ίσες συμμετοχές. Υφίσταται, άλλες φορές, το ενδεχόμενο μέτοχος ή μέτοχοι να κατέχουν  πλειοψηφικό ποσοστό. Η πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου, στην τελευταία αυτή περίπτωση, είναι που επιλέγει τα πρόσωπα και τον τρόπο διοίκησης της ΑΕ και λαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις για τη λειτουργία της. Η θέση της μειοψηφίας θα παραμένει, εξ ορισμού, μειονεκτική. Ο νομοθέτης, ωστόσο, μεριμνά για την προστασία της μέσω της θέσπισης συγκεκριμένων δικαιωμάτων. Στο παρόν θα μας απασχολήσουν οι συναφείς, ευρύτερου περιεχομένου, παράμετροι (άρ. 141 ν. 4548/2018).

    Η Ρύθμιση

    Η διάταξη του άρ. 141 ακολουθεί, καταρχήν, τη ρύθμιση του προϊσχύσαντος, αντίστοιχου, άρθρου 39 κ.ν. 2190/1920, με ορισμένες, όμως, τροποποιήσεις (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 41). Τούτες αποσκοπούν στη αποσαφήνιση ζητημάτων που παρουσιάστηκαν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς. Στη διευκόλυνση, επίσης, άσκησης ορισμένων δικαιωμάτων  μειοψηφίας (λ.χ. μέσω της μείωσης ορισμένων ποσοστών μετοχικού κεφαλαίου, που πρέπει να συγκεντρώνουν μέτοχοι προκειμένου να νομιμοποιούνται να ασκήσουν συγκεκριμένα δικαιώματα μειοψηφίας). Στην αναγνώριση και προσθήκη, επίσης, νέων δικαιωμάτων μειοψηφίας.

    Σημειώνεται, πάντως, πως οι ρυθμίσεις του άρ. 141 για τα δικαιώματα μειοψηφίας εφαρμόζονται τόσο σε μη εισηγμένες όσο και σε εισηγμένες ΑΕ (προφανώς με κάποιες διαφοροποιήσεις ως προς τις τελευταίες).

    Σκοπός

    Η συγκεκριμένη ρύθμιση αποσκοπεί στη διασφάλιση και προστασία των συμφερόντων της μειοψηφίας έναντι της πλειοψηφίας της ΑΕ. Κατ’ επέκταση, των συμφερόντων της ίδιας της ΑΕ και της βέλτιστης λειτουργίας της. Επιδιώκεται όμως, σε κάθε περίπτωση, η στάθμιση των συμφερόντων μεταξύ των πλειοψηφούντων και μειοψηφούντων. Τούτο επιτυγχάνεται μέσω της πρόληψης καταχρηστικών συμπεριφορών της πλειοψηφίας. Μέσω, επίσης, της αποτροπής καταστρατηγήσεων και παρακώλυσης της ομαλής λειτουργίας της ΑΕ από την μειοψηφία. Άλλωστε, στο πλαίσιο αυτό, οι μέτοχοι μειοψηφίας υποχρεούνται να ασκούν τα δικαιώματά τους με γνώμονα το εταιρικό συμφέρον και συμμορφώνονται με την υποχρέωση πίστης προς την ΑΕ και τους λοιπούς μετόχους. Σε καμμία, δε, περίπτωση για την επιδίωξη ιδιοτελών συμφερόντων˙ πολύ περισσότερο προς βλάβη άλλων μετόχων.

    Τα δικαιώματα που παρέχει ο νόμος στους μειοψηφούντες μετόχους είναι δικαιώματα διοίκησης (διαφορετικής φύσης από τα περιουσιακά όμοια). Οι μειοψηφούντες διασφαλίζονται είτε μέσω της ΓΣ είτε/και μέσω της άντλησης κρίσιμων πληροφοριών. Μέσω, δηλ., της δυνατότητας παρέμβασής τους στη λειτουργία του ανώτατου οργάνου της ΑΕ, της ΓΣ. Μέσω, επίσης, της ορθότερης και πληρέστερης πληροφόρησής τους όσον αφορά τα εταιρικά δρώμενα. Κι όσον αφορά, ειδικότερα, την τελευταία: η εν λόγω πληροφόρηση αξιολογείται ως αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων καθενός μετόχου και, συγκεκριμένα, του δικαιώματος ψήφου, τον έλεγχο της διοίκησης και την απόφαση για συνέχιση ή μη της παραμονής του στην ΑΕ.

    Αναγκαστικό Δίκαιο

    Η ρύθμιση του άρ. 141 συνιστά αναγκαστικό δίκαιο. Τούτο σημαίνει ότι ούτε το καταστατικό ούτε και η ΓΣ είναι εφικτό να προβούν σε περιορισμό ή, πολύ περισσότερο, σε αποκλεισμό της άσκησης των δικαιωμάτων μειοψηφίας.

    Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι δυνατό μέσω καταστατικής πρόβλεψης ή απόφασης ΓΣ να αυξηθούν τα ποσοστά εκπροσώπησης του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που απαιτούνται, κάθε φορά, για την νομιμοποίηση των μετόχων ως προς την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων. Είναι, ωστόσο, δυνατή η μείωση από το καταστατικό, όχι όμως πέραν του μισού, των ποσοστών αυτών (άρ. 141 §13). Ομοίως, δεν είναι εφικτό να καθιερωθούν, εν γένει, αυστηρότερες προϋποθέσεις από εκείνες που ο νόμος ορίζει για την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών (ενδεχόμενες σχετικές καταστατικές ρυθμίσεις θα είναι άκυρες). Από την άλλη πλευρά, το καταστατικό είναι δυνατό να διευκρινίζει ζητήματα ως προς τη διαδικασία άσκησης των εν λόγω δικαιωμάτων (:χωρίς, βέβαια, να τα αποκλείει ή, έστω, περιορίζει).

    Ο αναγκαστικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων του άρ. 141 δεν πρέπει, όμως, να καταλήγει στο λανθασμένο συμπέρασμα της υποχρεωτικότητας ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας. Ως ιδιωτικού δικαίου δικαιώματα, η άσκηση από τους δικαιούχους τους είναι προαιρετική. Μάλιστα, οι εν λόγω δικαιούχοι, είναι δυνατό να παραιτηθούν από αυτά ή και να ανακαλέσουν εκείνα που, ενδεχομένως, άσκησαν. Δεν είναι ανεκτή, ωστόσο, η εκ των προτέρων παραίτηση των μετόχων από τα δικαιώματα μειοψηφίας, κατά τρόπο αφηρημένο και για το μέλλον.

    Μη Αποκλειστική Απαρίθμηση

    Οι επιμέρους ρυθμίσεις του άρ. 141 απαριθμούν σημαντικά δικαιώματα της μειοψηφίας. Η σχετική απαρίθμηση, ωστόσο, δεν είναι εξαντλητική. Αντίστοιχα δικαιώματα προβλέπονται και σε άλλες διατάξεις του νόμου για τις ΑΕ [λ.χ.: η δυνατότητα υποβολής αίτησης για άσκηση των αξιώσεων της ΑΕ, που γεννώνται από παράβαση καθήκοντος μέλους ΔΣ (άρ. 104 §1), η δυνατότητα αντίθεσης στη λήψη απόφασης της ΓΣ χωρίς συνεδρίαση (άρ. 135 §1), η άσκηση αγωγής ακύρωσης απόφασης της ΓΣ (άρ. 137 §3)].

    Η Έννοια Της Μειοψηφίας: Συλλογικά & Ατομικά Δικαιώματα Μειοψηφίας

    Για την κατανόηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας, προϋποτίθεται ο προσδιορισμός της ίδιας της έννοιας της μειοψηφίας. Υπό την ευρεία έννοια, στον όρο της μειοψηφίας υπάγεται τόσο ο μεμονωμένος μέτοχος όσο και οι μέτοχοι που κατέχουν ένα ελάχιστο -ορισμένο, πάντως, από τον νόμο- ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου.

    Η κεφαλαιουχική, ειδικότερα, μειοψηφία αναφέρεται σε έναν ή περισσότερους μετόχους, οι μετοχές των οποίων εκπροσωπούν ποσοστό μικρότερο του 50% του συνολικού μετοχικού κεφαλαίου. Να σημειωθεί, πάντως, ότι ποσοστό 50% δεν μπορεί να θεωρηθεί μειοψηφία. Και τούτο, μολονότι σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να δικαιολογείται προστασία αντίστοιχη με αυτή της μειοψηφίας (ενδ.: 120/2019 ΕφΔωδ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Με γνώμονα την άσκηση καθενός δικαιώματος μειοψηφίας από μεμονωμένο μέτοχο ή από μέτοχο/μετόχους που συγκεντρώνουν συγκεκριμένο μειοψηφικό ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, τα δικαιώματα μειοψηφίας διακρίνονται σε συλλογικά και ατομικά (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 141).

    Συλλογικά Δικαιώματα

    Τα συλλογικά δικαιώματα μειοψηφίας απαιτούν τη συγκέντρωση συγκεκριμένου ποσοστού μετοχικού κεφαλαίου από μέτοχο/μετόχους για την άσκησή τους. Για την πρόβλεψη του ποσοστού καθενός δικαιώματος, ο νομοθέτης λαμβάνει υπόψη το περιεχόμενο και τη σημασία του. Έτσι, τα «αυξημένης σημασίας» δικαιώματα απονέμονται στην αποκαλούμενη «μεγάλη μειοψηφία» του 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου (έναντι του 1/5 του προϊσχύσαντος, αντίστοιχου άρθρου -ποσοστό που εξακολουθεί, ωστόσο, να προβλέπεται σε άλλες διατάξεις του ν. 4548/2018). Τα λοιπά συλλογικά δικαιώματα αποδίδονται στη «μικρή πλειοψηφία» του 1/20.

    Ατομικά Δικαιώματα

    Σε αντίθεση με τα συλλογικά δικαιώματα, τα ατομικά όμοια είναι δυνατό να ασκήσει κάθε μέτοχος ανεξάρτητα από το ποσοστό του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπεί˙ ακόμα κι αν κατέχει μια, μόνο, μετοχή της ΑΕ

    Προϋποθέσεις Άσκησης Των Δικαιωμάτων Μειοψηφίας

    Η άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας απαιτεί την πλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων. Συγκεκριμένα, μέτοχοι που προβαίνουν στην άσκησή τους οφείλουν:

    (α) Να αποδεικνύουν τη μετοχική τους ιδιότητα (άρ. 141 §12 εδ. α΄). Τούτο σημαίνει ότι εκείνοι που ασκούν τα συγκεκριμένα δικαιώματα οφείλουν κατά τον χρόνο άσκησης να είναι κύριοι μετοχών της ΑΕ (με ή χωρίς δικαίωμα ψήφου-λ.χ.: ακόμα και κύριοι προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου).

    (β) Να συγκεντρώνουν (επί συλλογικών δικαιωμάτων μειοψηφίας) το ελάχιστο ποσοστό του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου που προϋποτίθεται (είτε από τον νόμο  είτε, νομίμως μειωμένο, από το καταστατικό) για την άσκησή του.

    (γ) Να αποδεικνύουν τον αριθμό των μετοχών που κατέχουν κατά την άσκηση του σχετικού δικαιώματος. Η προϋπόθεση αυτή, ομοίως, δεν αφορά στα ατομικά δικαιώματα (άρ. 141 §12 εδ. α΄ –και μάλιστα, στο σύνολο αυτών, μολονότι δεν εξαιρείται ρητά από την εν λόγω προϋπόθεση το ατομικό δικαίωμα της §11).

    (δ) Nα μην ασκούν τα εν λόγω δικαιώματα καταχρηστικά.

    Η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας και του αριθμού μετοχών που κατέχει ένας μέτοχος είναι δυνατό να λάβει χώρα με κάθε πρόσφορο τρόπο. Προβλέπεται, βέβαια, ρητά ότι τέτοια απόδειξη αποτελεί και η -τυχόν καταστατικά προβλεπόμενη- κατάθεση των μετοχών του (άρ. 141 §12 εδ. β΄, με παραπομπή στο άρ. 124 §2). Προκειμένου για άυλες μετοχές, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας μπορεί να γίνεται με κάθε νόμιμο μέσο και πάντως βάσει ενημέρωσης που λαμβάνει η εταιρεία ή βεβαίωσης ή άλλης μορφής πιστοποίησης από το μητρώο του κ.α.τ. ή της υποδομής αγοράς τ.κ.κ. ή μέσω των διαμεσολαβητών κατά περίπτωση (άρ. 141 §12 εδ. γ΄).

     

    Οι μέτοχοι μειοψηφίας αντιμετωπίζονται, κατά κανόνα, ως εχθροί της ΑΕ από τους  μετόχους πλειοψηφίας˙ ως και των ιδίων εχθροί. Ενδεχομένως και να είναι˙ ενδεχομένως και όχι. Για την προάσπιση, πάντως, των συμφερόντων των μετόχων μειοψηφίας αλλά και της ΑΕ, εύλογα ο νόμος τους απονέμει σειρά δικαιωμάτων. Η άσκησή τους, όμως, θα πρέπει να λαμβάνει χώρα με φειδώ˙ όχι προς βλάβη της ΑΕ ή/και των λοιπών μετόχων. Για το ειδικότερο, πάντως, περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

  • Τακτικό & Λοιπά Αποθεματικά της ΑΕ

    Τακτικό & Λοιπά Αποθεματικά της ΑΕ

    Τακτικό & Λοιπά Αποθεματικά της ΑΕ

    (άρ. 158 ν. 4548/2018)

    Η διανομή των κερδών της ΑΕ (για διαφορετικούς, κατά περίπτωση, λόγους) συνιστά ζήτημα μείζονος σημασίας για τους μετόχους της και την ίδια. Βεβαίως και για  τους πιστωτές κι όσους συναλλάσσονται με την ΑΕ. Δεν θα ήταν δυνατό, κατά τούτο, να παραλείψει ο νομοθέτης την ένταξή της στο ρυθμιστικό πεδίο του νόμου για τις ΑΕ. Ως εύλογη προκύπτει, κατά τούτο, η αξίωσή του να λαμβάνει χώρα η διανομή τους βάσει των πραγματικών καθαρών κερδών˙ όχι βάσει υπεραξιών ή άλλων πλασματικών κερδών (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί Τμήματος Δέκατου). Κεντρική του μέριμνα συνιστά το τακτικό αποθεματικό (άρ. 158) που, μαζί με τα λοιπά, συμβάλλουν  στην υγεία της επιχείρησης.

    Η Έννοια Των (Γνήσιων) Αποθεματικών

    Τα αποθεματικά συνιστούν λογιστικά κονδύλια. Πρόκειται για συσσωρευμένα κέρδη, τα οποία ούτε έχουν διανεμηθεί στους μετόχους ούτε και έχουν κεφαλαιοποιηθεί (με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ). Η δημιουργία τους επιτυγχάνεται (λογιστικά) με της μεταφορά καθαρών κερδών από το ενεργητικό στο παθητικό του ισολογισμού της ΑΕ ειδικότερα, με την ένταξη και καταγραφή τους στην ενότητα της καθαρής της θέσης. Προϋποτίθεται, αυτονοήτως-για τη δημιουργία τους, η ύπαρξη κερδών προς διάθεση. Φυσικά, σε περίπτωση ύπαρξης ζημιών, τακτικό αποθεματικό δεν είναι δυνατό να σχηματιστεί.

    Καθώς τα συγκεκριμένα καθαρά κέρδη «μετατρέπονται» σε αποθεματικό, αυξάνουν τα ίδια κεφάλαια της ΑΕ. Ενισχύεται, ως εκ τούτου, η κεφαλαιακή της βάση. Με τον τρόπο αυτό, εμποδίζεται η διάθεσή τους για σκοπό διαφορετικό (λ.χ. μεταφορά εις νέον). Με τη διατήρηση του λογιστικού κονδυλίου του αποθεματικού στην καθαρή θέση, διάθεσή του, για σκοπό αλλότριο, εμποδίζεται και για κάθε επόμενη εταιρική χρήση. Με μια περισσότερο απλοποιημένη προσέγγιση, η δημιουργία αποθεματικών για την επιχείρηση είναι ό,τι η αποταμίευση για τα φυσικά πρόσωπα. Ο σκοπός τους ωφελεί (και) τους εταιρικούς δανειστές.

    Η λειτουργία των αποθεματικών προσομοιάζει με εκείνη του μετοχικού κεφαλαίου. Και το τελευταίο, ως λογιστικό κονδύλιο, εντάσσεται στην καθαρή θέση του παθητικού του ισολογισμού. Το κεφάλαιο, βέβαια, σχηματίζεται από τις εισφορές των μετόχων. Το αποθεματικό πάντως (με μια διαφορετική οπτική) δεν αποτελεί παρά χρήματα των μετόχων, που ο νόμος ή/και οι ίδιοι καθορίζουν την ένταξή τους στην εν λόγω κατηγορία (των αποθεματικών).

    Σημειώνεται πάντως, πως το προσάρτημα των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει ανάλυση κάθε αποθεματικού με σύντομη περιγραφή του σκοπού του και της κίνησης που παρουσίασε κατά την περίοδο αναφοράς τους. Τούτο, εφόσον η εν λόγω κίνηση δεν παρέχεται αναλυτικά στον Πίνακα Μεταβολών Καθαρής Θέσης (άρ. 29 §12 περ. ε΄ ν. 4308/2014).

    Διάκριση Από τα «Καταχρηστικά»

    Αναφέρθηκε, ήδη, πως τα αποθεματικά σχηματίζονται αποκλειστικά από τα καθαρά, προς διανομή, κέρδη της ΑΕ. Παρατηρείται, ωστόσο, το φαινόμενο (λ.χ. και σε Εγκυκλίους του Υπουργείου Οικονομικών ή/και στον νόμο) κονδύλια της καθαρής θέσης να χαρακτηρίζονται ως αποθεματικά, μολονότι δεν σχηματίζονται από καθαρά κέρδη. Συνιστούν, τα τελευταία, καταχρηστικά αποθεματικά, προκειμένου να διακρίνονται από τα (προαναφερθέντα) γνήσια.

    Χαρακτηρίζονται, στο εν λόγω πλαίσιο, ως καταχρηστικά αποθεματικά η διαφορά αναπροσαρμογής ή η υπεραξία λόγω συγχωνεύσεως. Επίσης, το λεγόμενο «ειδικό αποθεματικό» του άρ. 31 §2. Το τελευταίο, μάλιστα, συνιστά ειδικό τρόπο μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ και μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο προς το σκοπό εκ νέου κεφαλαιοποίησής του ή του συμψηφισμού του προς απόσβεση ζημιών της ΑΕ.

    Κατηγορίες Αποθεματικών

    Ποιες, όμως, οι βασικότερες κατηγορίες των αποθεματικών;

    (α) Νόμιμα/Υποχρεωτικά Αποθεματικά

    Τα νόμιμα ή υποχρεωτικά αποθεματικά είναι εκείνα που σχηματίζονται σύμφωνα με διάταξη νόμου. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και το τακτικό αποθεματικό, για το οποίο το παρόν.

    (β) Προαιρετικά/Εκούσια/Έκτακτα Αποθεματικά

    Στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονται: (i) τα αποθεματικά καταστατικού-εκείνα, δηλ., που σχηματίζονται με βάση σχετική καταστατική πρόβλεψη και (ii) τα έκτακτα αποθεματικά-εκείνα, δηλ., που σχηματίζονται με απόφαση της τακτικής ΓΣ.

    Επιτρέπεται, ήδη, η διανομή κερδών (και) κατά τη διάρκεια της εταιρικής χρήσης μέσω της αποδέσμευσης προαιρετικών αποθεματικών. Αρκεί, προς τον σκοπό αυτό, απόφαση του ΔΣ. Εναλλακτικά, απόφαση που θα ληφθεί από έκτακτη ΓΣ (άρ. 163 §2).

    Επισημαίνεται πως εξουσία σχηματισμού προαιρετικών αποθεματικών από τακτική ΓΣ δεν είναι απεριόριστη. Χωρεί, και εν προκειμένω, έλεγχος καταχρηστικότητας της σχετικής απόφασης της πλειοψηφίας σε βάρος της μειοψηφίας (281 ΑΚ). Συγκεκριμένα, σε περίπτωση που ο σχηματισμός αυτός οδηγεί στη δέσμευση υπερβολικών κονδυλίων, χωρίς να εξυπηρετείται, στην πραγματικότητα, ανάγκη της ΑΕ, η σχετική απόφαση είναι ακυρώσιμη (άρ. 137 §2 περ. β΄). Εύλογα, καθώς με τον τρόπο αυτό, περιορίζεται το δικαίωμα των μετόχων για απόληψη κερδών.

    (γ) Αποθεματικά Ειδικού Σκοπού

    Τα αποθεματικά ειδικού σκοπού προορίζονται, όπως και η ονομασία τους μαρτυρά, για συγκεκριμένο, ειδικό, σκοπό (λ.χ. για συγκεκριμένη μελλοντική επένδυση). Τούτα, είναι δυνατό να σχηματιστούν στη βάση νομοθετικής ή καταστατικής πρόβλεψης ή, ακόμα, και με απόφαση της τακτικής ΓΣ.

    (δ) Ελεύθερα Αποθεματικά

    Στο αντίποδα των αποθεματικών ειδικού σκοπού βρίσκονται τα ελεύθερα. Τούτα, δεν αποσκοπούν σε συγκεκριμένη λειτουργία. Ενισχύουν, απλώς, την κεφαλαιακή βάση της ΑΕ. Είναι, κατά τούτο, προαιρετικά.

    (ε) Εμφανή Αποθεματικά

    Εμφανή ονομάζονται τα αποθεματικά εκείνα που εμφανίζονται στο παθητικό σκέλος των ισολογισμών. Συγκεκριμένα, σε ιδιαίτερους λογαριασμούς αποθεματικών, υπό συγκεκριμένο τίτλο, ο οποίος δηλώνει και τον λόγο του σχηματισμού τους.

    (στ) Αφανή/Λανθάνοντα Αποθεματικά

    Στον αντίποδα των εμφανών, βρίσκονται τα αφανή ή λανθάνοντα αποθεματικά. Τούτα δεν εμφανίζονται στον ισολογισμό της ΑΕ. Αντίθετα, η ύπαρξή τους διαπιστώνεται από το εξής: Η καθαρή θέση της ΑΕ, όπως εμφανίζεται στον ισολογισμό, είναι μικρότερη από την πραγματική.

    Τα αφανή αποθεματικά σχηματίζονται: (i) εξαιτίας στοιχείου του ενεργητικού που δεν αναγράφηκε ή αναγράφηκε στον ισολογισμό με μικρότερη αξία από την πραγματική, (ii) εξαιτίας στοιχείων του παθητικού που υπερεκτιμήθηκαν ή εξαιτίας αναγραφής στο σκέλος αυτό ανυπάρκτων, τέτοιων, στοιχείων, (iii) από συνδυασμό των προαναφερόμενων περιπτώσεων.

    (ζ) Αφορολόγητα Αποθεματικά

    Τα αφορολόγητα αποθεματικά σχηματίζονται από καθαρά κέρδη, στη βάση ειδικών διατάξεων διαφόρων αναπτυξιακών νόμων. Τούτα, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά φορολογικές διατάξεις, δεν υπόκεινται σε φορολογία εισοδήματος. Τα εν λόγω αποθεματικά αποσκοπούν, κατά βάση, στην ενίσχυση της αυτοχρηματοδότησης της ΑΕ.

    Το Τακτικό Αποθεματικό

    Σκοπός Θέσπισης

    Η θέσπιση του τακτικού αποθεματικού (κατ’ αρθρ. 158), εισάγει σημαντικό περιορισμό στη δυνατότητα διανομής των καθαρών κερδών στους μετόχους.

    Το αποθεματικό αυτό, σχηματίζεται-κατά τα προαναφερθέντα, από τα καθαρά, προς διανομή, κέρδη της ΑΕ και εγγράφεται στο παθητικό σκέλος του ισολογισμού. Αποσκοπεί, στη διεύρυνση της κεφαλαιακής βάσης της ΑΕ. Στην κάλυψη, επομένως, τυχόν μελλοντικών ζημιών. Με βάση τη ρητή πρόβλεψη του νόμου (άρ. 158 in fine), το τακτικό αποθεματικό χρησιμοποιείται, αποκλειστικά, πριν από κάθε διανομή μερίσματος για την εξίσωση τυχόν χρεωστικού υπολοίπου της κατάστασης αποτελεσμάτων. Πρακτικά, μάλιστα, αποδεικνύει, την πρόνοια του νομοθέτη υπέρ των εταιρικών δανειστών (κατ’ αντιστοίχηση και με τις περί μετοχικού κεφαλαίου πρόνοιες). Το τακτικό αποθεματικό κατηγοριοποιείται σε  νόμιμο, εμφανές και ειδικού σκοπού.

    Ο προαναφερθείς σκοπός του τακτικού αποθεματικού είναι δεσμευτικός. Ανίσχυρη, επομένως, θα είναι η καταστατική διάταξη και άκυρη η (ακόμη και ομόφωνη) απόφαση της ΓΣ ή του ΔΣ που επιλέγουν τη χρήση, για διαφορετικό σκοπό, ποσών που ενσωματώνονται στο τακτικό αποθεματικό.

    Ωστόσο, παρά τη νομοθετική/δεσμευτική διακήρυξη του σκοπού του τακτικού αποθεματικού, η ΑΕ δεν υποχρεούται να τον υλοποιήσει. Ειδικότερα, εάν η ΑΕ, εμφανίσει ζημίες, η τακτική ΓΣ δεν υποχρεούται να αντλήσει κονδύλια από το τακτικό αποθεματικό για την απόσβεσή τους. Επιβάλλεται μόνον (κατ. άρθρ. 158) η δέσμευση των καθαρών κερδών για την κάλυψη τυχόν ζημιών. Δεν είναι επομένως, ανεκτή η διανομή τους (των καθαρών κερδών) προς τους μετόχους. Έτσι, επί ζημιογόνου εταιρικής χρήσης, η ΓΣ της ΑΕ μπορεί, απλά, να μεταφέρει τις ζημίες της «εις νέο», αποσκοπώντας με τον τρόπο αυτό, στην εξίσωσή τους με κέρδη μελλοντικών χρήσεων.

    Η Δέσμευση Ποσοστού Από Τα Κέρδη

    Το (ελάχιστο) ύψος δέσμευσης των καθαρών κερδών για τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού προσδιορίζεται στον νόμο (άρ. 158 §§1 και 2). Συγκεκριμένα, είναι υποχρεωτικό να αφαιρείται, κάθε έτος, το 1/20 τουλάχιστον των καθαρών κερδών για σχηματισμό τακτικού αποθεματικού. Η αφαίρεση για σχηματισμό αποθεματικού παύει να είναι υποχρεωτική, μόλις τούτο φθάσει το 1/3, τουλάχιστον, του κεφαλαίου.

    Δεν αποκλείεται, ωστόσο, το καταστατικό να προβλέπει μεγαλύτερο ποσοστό δέσμευσης των καθαρών κερδών. Επίσης, μεγαλύτερο ποσοστό επί του κεφαλαίου που καθιστά υποχρεωτκό τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού. Στην περίπτωση αυτή, το υπερβάλλον του (εκ του νόμου) τακτικού αποθεματικού, υπάγεται στην έννοια του καταστατικού αποθεματικού.

    Επί ανυπαρξίας καθαρών κερδών σε συγκεκριμένη εταιρική χρήση, σχηματισμός «τακτικού αποθεματικού» δεν νοείται.

    Η Απόφαση Διανομής Κερδών

    Το τακτικό αποθεματικό εντάσσεται στο πλαίσιο της διάθεσης κερδών αφού το ύψος εκείνων είναι που περιορίζει. Η λογιστική μεταφορά του 5% από το ενεργητικό στο παθητικό πρέπει, επομένως, να ενσωματώνεται στην απόφαση που λαμβάνει η Τακτική Γενική Συνέλευση.

    Δεδομένου, μάλιστα, του χαρακτήρα του τακτικού αποθεματικού ως υποχρεωτικού, η παρακράτηση του αντίστοιχου ποσοστού πρέπει να αποτυπώνεται στο σχέδιο ισολογισμού που εισάγεται προς έγκριση στην τακτική ΓΣ. Κι αυτό γιατί η ΓΣ με την απόφασή της, ούτως ή άλλως, δεν μπορεί να αποκλίνει από τον σχηματισμό του.

    Παράβαση Της Υποχρέωσης Σχηματισμού Τακτικού Αποθεματικού

    Σε περίπτωση που η τακτική ΓΣ αποκλίνει από την υποχρέωση τακτικού αποθεματικού, οι αποφάσεις της περί έγκρισης των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων και διάθεσης κερδών είναι άκυρες ως αντίθετες στον νόμο (άρ. 138).

     

    Περίσσεια είναι η μέριμνα του νομοθέτη για την ΑΕ, τους μετόχους, τους δανειστές της κι όσους μ’ εκείνη συναλλάσσονται. Έμπρακτη απόδειξή της αποτελεί η υποχρέωση (κι όχι μόνον δυνατότητα) σχηματισμού κάποιων αποθεματικών από μέρους της ΑΕ. Προεξάρχουσα, μεταξύ αυτών, θέση καταλαμβάνει το τακτικό αποθεματικό. Οι πρόνοιες του νόμου δεν είναι, κατά τούτο, ήσσονος σημασίας και αξίας. Αποκλίσεις δεν συγχωρούνται.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Holding: Πλεονεκτήματα vs Μειονεκτήματα˙ Υλοποίηση

    Holding: Πλεονεκτήματα vs Μειονεκτήματα˙ Υλοποίηση

    Holding: Πλεονεκτήματα vs Μειονεκτήματα˙ Υλοποίηση

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας είχαμε την ευκαιρία να προσεγγίσουμε την έννοια και λειτουργία του Ομίλου εταιρειών και της Holding. Επίσης τα πλεονεκτήματα και, απολύτως συνοπτικά, τα φορολογικά πλεονεκτήματα. Για την απάντηση, όμως, στο ερώτημα: «Θα πρέπει να προχωρήσω στη δημιουργία ενός (μικρού έστω) Ομίλου» αναγκαίο είναι να προσεγγίσουμε, αναλυτικότερα, τα φορολογικά πλεονεκτήματα και να προχωρήσουμε σε συγκριτική επισκόπηση πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων. Να κατανοήσουμε, επίσης, τη διαδικασία υλοποίησης. Περί αυτών, το παρόν.

    Πλεονεκτήματα: Συνοπτικά

    Είδαμε ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας-αναλυτικότερα, τα πλεονεκτήματα της δημιουργίας μιας Holding. Για την ενότητα του κειμένου προχωράμε σε μια σύντομη επισκόπησή τους:

    Σε νομικό επίπεδο

    Προστασία της επιχείρησης, των περιουσιακών της στοιχείων και των ιδιοκτητών της: Ο νομικός διαχωρισμός (μέσω της δημιουργίας περισσοτέρων νομικών προσώπων) μεταξύ περισσοτέρων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και περιουσιακών στοιχείων, δημιουργεί σημαντικές ασπίδες προστασίας έναντι αυτών και των ιδιοκτητών τους, σε περίπτωση που μία από τις συμμετοχές/θυγατρικές αντιμετωπίζει (οικο)νομικά προβλήματα.

    Προστασία των προσώπων-διοικητών και των περιουσιακών τους στοιχείων: Η ευθύνη των μελών της διοίκησης ενός νομικού προσώπου του Ομίλου (σε όποιες περιπτώσεις, κατά νόμο, υφίσταται) δεν εκτείνεται, κατά βάση, στην ευθύνη από τη λειτουργία των λοιπών νομικών προσώπων του ίδιου Ομίλου: Περιορίζεται στην ευθύνη των νομικών προσώπων στα οποία υπάρχει σχετική εμπλοκή.

    Σε επιχειρηματικό επίπεδο

    Μειωμένος (επιχειρηματικός) κίνδυνος: Στην περίπτωση που μία Holding έχει περισσότερες από μία συμμετοχές, η οικονομική της πορεία δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την πορεία της μιας (μόνης) εταιρικής οντότητας και συναφούς επιχειρηματικής δραστηριότητας.

    Διατήρηση (ή μη) αυτοτέλειας: Η Ηolding είναι δυνατό να επιλέξει να διατηρήσει την αυτοτέλεια της λειτουργίας της σε σχέση με τις θυγατρικές της και σε ουσιαστικό επίπεδο. Είναι, επομένως, εφικτό, να υιοθετήσει διαφορετικές, επιμέρους, επιλογές έναντι των θυγατρικών της (λ.χ. σε επίπεδο διοίκησης, έδρας, μισθολογικών παροχών).

    Προσδοκία  οφέλους: Η Holding προσβλέπει στην αποκόμιση οφέλους σε δύο, τουλάχιστον επίπεδα: Προσβλέπει, αρχικά, στη μεγιστοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων (που προκύπτουν και από τις συνέργειες και οικονομίες κλίμακος) σε επίπεδο Ομίλου και, προφανώς, σε επίπεδο κερδοφορίας και μερισμάτων. Επίσης στις υπεραξίες που δημιουργούνται σε περίπτωση πώλησης των συμμετοχών ή θυγατρικών της ή εισαγωγή των τελευταίων σε οργανωμένες αγορές.

    Οφέλη για τις θυγατρικές: Οι θυγατρικές εύλογα προσβλέπουν σε δυνητικές συνέργειες και οικονομίες κλίμακος σε επίπεδο Ομίλου. Επίσης στη διοικητική υποστήριξη από μέρους της Holding ή από άλλη, ειδικά, προς τούτο υφιστάμενη (αδελφή) εταιρεία. Αυτονοήτως και στα, συνεπακόλουθα, οικονομικά οφέλη. Τέλος στην (ενδοομιλική) χρηματοδότησή τους.

    Ειδικότερα: Τα φορολογικά πλεονεκτήματα

    Είναι δεδομένο πως με τη δημιουργία μιας Holding επιτυγχάνεται σειρά φορολογικών πλεονεκτημάτων. Συνοπτικά:

    Απαλλαγή από τον φόρο υπεραξίας

    Ο νόμος (ΚΦΕ-άρ. 48Α ν. 4172/2013) προβλέπει την απαλλαγή των Holding από τον φόρο υπεραξίας μεταβίβασης τίτλων συμμετοχής. Υπό την έννοια της μεταβίβασης νοούνται η πώληση, η ανταλλαγή τίτλων κλπ. Η απαλλαγή αυτή, ωστόσο, απαιτεί την πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων: (α) η Holding πρέπει να είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, (β) η ελεγχόμενη εταιρεία, της οποίας οι μετοχές μεταβιβάζονται, πρέπει να είναι ΑΕ, ΕΠE, ΙΚΕ ή προσωπική εταιρεία, (γ) η τελευταία να είναι φορολογικός κάτοικος κράτους-μέλους της Ε.Ε και να υπόκειται σε φορολογία στο κράτος της κατοικίας του, (δ) η Holding να κατέχει, για τουλάχιστον 24 μήνες, ποσοστό συμμετοχής 10%, κατ’ ελάχιστο, της αξίας ή του πλήθους του μετοχικού κεφαλαίου ή βασικού κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου του νομικού προσώπου, του οποίου οι τίτλοι συμμετοχής μεταβιβάζονται.

    Σημειώνεται, πάντως, ότι όταν (κι αν) διανεμηθεί το κέρδος από την Holding στους μετόχους της, θα υπολογιστεί ο φόρος υπεραξίας (15%) που αντιστοιχεί στην πώληση της θυγατρικής˙ θα προκύψει ως η διαφορά μεταξύ του αρχικού κόστους κτήσης της θυγατρικής και της εύλογης αξίας της κατά την ανταλλαγή των τίτλων. Το υπερβάλλον θα υπόκειται σε φόρο μερισμάτων. Λ.χ.: αν (i) το κόστος κτήσης της θυγατρικής για φορολογικούς σκοπούς ήταν κατά το χρόνο της ανταλλαγής των τίτλων €100, (ii) η εύλογη αξία αυτής κατά την ανταλλαγή ήταν  €150 και (iii) η τιμή πώλησης είναι €350, τότε τα αρχικά €100 θεωρούνται επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους οπότε δεν φορολογούνται τα €50 φορολογούνται ως υπεραξία με 15% και τα υπόλοιπα €200 επιβαρύνονται, εφόσον διανεμηθούν, με φόρο μερισμάτων 5%.

    Απαλλαγή από φόρο μερισμάτων & Χρηματοδότηση δραστηριοτήτων Ομίλου

    Μερίσματα που διανέμονται από θυγατρική σε  Holding στην Ελλάδα  απαλλάσσονται από το φόρο μερισμάτων (5%), υπό τη διπλή, κατά βάση, προϋπόθεση ότι (ΚΦΕ-άρ. 48, ν. 4172/2013):

    (α) η HoldCo κατέχει ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον 10% του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου και το

    (β) το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής διακρατείται τουλάχιστον είκοσι τέσσερεις (24) μήνες.

    Επομένως: Τα μερίσματα που εισπράττει η μέτοχος Holding (χωρίς την καταβολή του αντίστοιχου φόρου) μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την χρηματοδότηση της ανάπτυξης θυγατρικής της (τη συγκεκριμένης που κατέβαλε το μέρισμα ή άλλης). Αν, αντίθετα, στη θέση της μετόχου Holding θα ήταν φυσικά πρόσωπα, θα επιβαρύνονταν με τον προαναφερθέντα φόρο μερισμάτων˙ αντίστοιχα απομειωμένη θα ήταν, κατά τούτο, η αντίστοιχη επανεπένδυσή τους προς όφελος της θυγατρικής και του Ομίλου.

    Ελαχιστοποίηση επιβάρυνσης κατά τη διαδοχή

    Και ένα τελευταίο, μείζονος, όμως, σημασίας δεδομένο: είναι, υπό προϋποθέσεις, ενδεχόμενη η ελαχιστοποίηση της φορολογικής επιβάρυνσης κατά την διαδοχή στην επόμενη γενεά.

    Επιλογή διαφορετικού φορολογικού καθεστώτος για καθεμία εταιρεία του Ομίλου

    Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι δυνατό να αξιολογηθεί, στο πλαίσιο του (πάντοτε αναγκαίου) φορολογικού σχεδιασμού (ή ανασχεδιασμού) το φορολογικό καθεστώς στο οποίο θα υπαχθεί καθένα νομικό πρόσωπο του Ομίλου.

    «Μειονεκτήματα»

    Υποστηρίζεται σειρά μειονεκτημάτων στην ύπαρξη μιας Holding και τη δημιουργία Ομίλου Εταιρειών. Προτάσσεται, πάντοτε, το κόστος. Ακολουθεί η προβολή και λοιπών μειονεκτημάτων. Καθένα, όμως, από τα τελευταία θα ήταν δυνατό, υπό διαφορετική οπτική ιδωμένα, να αποτελούν ισχυρά, για κάποιους, πλεονεκτήματα. Συγκεκριμένα:

    Αρχικά: το κόστος και η «πολυτέλεια»

    Ένα από τα μειονεκτήματα που, ως δικαιολογία, προβάλλονται για την απόκρουση της δημιουργίας Holding και Ομίλου (κατά κανόνα, όμως, από εκείνους που δεν έχουν οποιαδήποτε εξοικείωση μαζί τους) είναι το υποτιθέμενο, υψηλό, κόστος και η, υποτιθέμενη, «πολυτελής» σχετική επιλογή για μικρότερα εταιρικά σχήματα. Συνοδεύεται, κατά κανόνα, με προσεγγίσεις προς τον επιχειρηματία-decision maker της μορφής: «Μα, τώρα, καλά δεν είμαστε»; «Γιατί να πετάξεις λεφτά»; «Έμπλεξες με “συμβούλους”». Η απάντηση είναι απλή: είτε δεν θα χρειαστούν καθόλου είτε ελάχιστα χρήματα. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι μια Holding μπορεί να συσταθεί απευθείας στο ΓΕΜΗ χωρίς την σύμπραξη, έστω, δικηγόρου ή λογιστή-επομένως χωρίς οποιαδήποτε σχετική επιβάρυνση. Εναλλακτικά, εφόσον το επιλέξει ο επιχειρηματίας, να προστρέξει σε υπηρεσίες εξειδικευμένων συμβούλων με κόστη δραστικά απομειωμένα.

    Σε κάθε περίπτωση: πάντοτε είναι δυνατή η αξιοποίηση ειδικών ευεργετικών αναπτυξιακών-φορολογικών ρυθμίσεων, ώστε οι σχετικές πράξεις να απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος χαρτοσήμου ή οποιοδήποτε άλλο τέλος υπέρ του Δημοσίου.

    Το σημαντικότερο όμως: Τα τόσο σημαντικά πλεονεκτήματα από την δημιουργία μιας Holding  κι ενός Ομίλου θα κάνουν, τα όποια κόστη, να προκύπτουν ως απολύτως άνευ αξίας, σημασίας και βαρύτητας.

    Ακολουθεί, κατά κανόνα, η προβολή και άλλων «μειονεκτημάτων». Ενδεικτικά:

    Για τους επενδυτές, πιστωτές & μετόχους μειοψηφίας

    Αποτελεί, κάποιες φορές, επιλογή  η παροχή συγκεχυμένης (ή αναληθούς) εικόνας προς τους επενδυτές και πιστωτές  αναφορικά με τη συνολική και ακριβή διάρθρωση των επιμέρους εταιρειών ενός Ομίλου, των χρηματοοικονομικών τους δεδομένων και του χαρτοφυλακίου του. Επίσης η μεταφορά συναλλαγών, κύκλου εργασιών, σημαντικών δαπανών και, αυτονοήτως, της κερδοφορίας μεταξύ των επί μέρους εταιρειών του (με τήρηση ή όχι των κανόνων του transfer pricing). Δεν είναι ασύνηθες, επίσης, ο τελικός μέτοχος-Πραγματικός Δικαιούχος να χρησιμοποιεί κάποια (ή και περισσότερες) από τις εταιρείες του Ομίλου ως προσωπικό του πορτοφόλι.

    Για την επίτευξη σκοπών όπως οι προαναφερθέντες είναι εξαιρετικά συνήθης η επιλογή διοίκησης, από μέρους της Holding, για τις θυγατρικές της, η οποία της ίδιας (και όχι εκείνων) τα συμφέροντα θα προάγει.

    Ανάγκη συγκέντρωσης σημαντικων κεφαλαίων & βλάβη των οικονομικά ασθενέστερων.

    Λέγεται πως για την επίτευξη και την απόδοση μιας εταιρείας holding απαιτείται η συγκέντρωση σημαντικών κεφαλαίων. Κι είναι βέβαια ακριβές πως όσο μεγαλύτερη ρευστότητα διαθέτει ένας Όμιλος (και εν τέλει η Holding και οι Πραγματικοί Δικαιούχοι) τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ισχύς του και ευκολότερα θα χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη και η κερδοφορία του. Τόσο πιο εύκολη θα είναι η εξαγορά εταιρειών-στόχων (σε βάρος των δικών τους μετόχων) με σκοπό την περαιτέρω γιγάντωση του Ομίλου. Δύο παρατηρήσεις: Η πρώτη: that’s life! Και, πρόσθετα, η απόλαυση των πλεονεκτημάτων της δημιουργίας μιας Holding (που ήδη προαναφέρθηκαν) καθόλου δεν έχει ως προαπαιτούμενο ισχυρές κεφαλαιακές συγκεντρώσεις.

    Ανάγκη επίδειξης υπομονής και ύπαρξης επενδυτικού αισθητηρίου.

    Για την επίτευξη ισχυρότερων αποδόσεων στις επενδύσεις μιας Holding απαιτείται, πράγματι, παρέλευση χρόνου όχι αμελητέου. Τούτο σημαίνει, όπως σε κάθε επένδυση εξάλλου, ότι επιβραβεύονται εκείνοι που τη διαθέτουν και ζημιώνουν εκείνοι  από τους οποίους λείπει.  Επιβάλλεται, στο ίδιο αυτό πλαίσιο, να αναζητηθούν ο βέλτιστος χρόνος για την διενέργεια μιας επένδυσης και ο αντίστοιχος για τη ρευστοποίησή της.

    Σύγκρουση Συμφερόντων

    Είναι φυσιολογικό να δημιουργούνται, συχνά, συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ των επιμέρους εταιρειών ενός Ομίλου. Πολύ περισσότερο όταν κάποιες από αυτές λειτουργούν, έστω και εν μέρει, ανταγωνιστικά ή υφίστανται νεοεισερχόμενα μέλη με αντίστοιχες δραστηριότητες. Λαμβανομένης πάντοτε υπόψη της υποχρέωσης πίστης των μελών της διοίκησης μιας εκάστης, είναι προφανές ότι τα συμφέρονται του Ομίλου, εν τέλει, θα (πρέπει να) εξυπηρετηθούν.

    Περιορισμοί από το δίκαιο του ανταγωνισμού

    Η σύσταση Ομίλων Εταιρειών και, φυσικά, η ίδρυση Holding ούτε απαγορεύεται ούτε και καθ’ οιονδήποτε τρόπο περιορίζεται από τον νόμο. Το αντίθετο μάλιστα: κάποιες νομοθετικές ρυθμίσεις προτρέπουν προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση θέτοντας συγκεκριμένα κίνητρα. Υφίστανται, όμως, παράλληλα και οι ρυθμίσεις του δικαίου του ανταγωνισμού (αθέμιτου και ελεύθερου) που επιβάλλουν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την άσκηση της επιχειρηματικής μας δράσης. Ας μη γελιόμαστε όμως: η συμμόρφωση με τις σχετικές νομοθετικές επιταγές δεν προϋποθέτει ύπαρξη Ομίλου ή Holding ούτε από τέτοια νομικά μορφώματα περαιτέρω, κατά κανόνα, επιβαρύνεται.

    Η υλοποίηση

    Κάθε μια περίπτωση είναι απολύτως ξεχωριστή και προϋποθέτει έναν mini φορολογικό σχεδιασμό για τη δημιουργία μιας Holding. Για την κατανόηση, όμως, της ευκολίας του όλου εγχειρήματος ας προσεγγίσουμε, απολύτως απλουστευτικά, το ακόλουθο παράδειγμα: υπάρχει μια επιχείρηση (:ΑΕ, ας την πούμε «ΑΕ») με μετόχους-φυσικά πρόσωπα (στο εξής: «Μέτοχοι») και θέλουμε να την καταστήσουμε θυγατρική μιας Holding (:ΑΕ στο εξής «Holding»). Τα βήματα που θα ακολουθήσουμε (προϋποτιθεμένου, πάντοτε, του αντίστοιχου business reason):

    • Ελεγκτική Εταιρεία αποτιμά την αξία των μετοχών της AE
    • Ιδρύουμε την Holding
      • Ως κεφάλαιό της συνεισφέρουν οι μέτοχοι τις Μετοχές της AE
    • Προχωράμε σε ανταλλαγή τίτλων: οι Μέτοχοι εισφέρουν τις Μετοχές στην νεοϊδρυθείσα Holding και λαμβάνουν, σε αντάλλαγμα, μετοχές της τελευταίας.

    Με τον παραπάνω, προφανώς σε συντομία  και απολύτως απλοϊκά αποτυπωθέντα, σχεδιασμό, οι Μέτοχοι της AE γίνονται μέτοχοι της Holding. Η τελευταία γίνεται (μόνη) μέτοχος της AE. Σειρά παραμέτρων και περιορισμών θα πρέπει, βέβαια, να ληφθούν υπόψη και τα βήματα θα πρέπει να είναι απολύτως προσεκτικά με τη συνδρομή εξειδικευμένων (νομικού και φορολογικού) συμβούλου, τα βασικά βήματα, όμως, της διαδικασίας είναι τα συγκεκριμένα.

    Έχουμε, κατ’ αποτέλεσμα, δημιουργήσει έναν  mini όμιλο με την μητρική (:Holding) και τη θυγατρική της (:ΑΕ). Μόνη μέτοχος της ΑΕ είναι η Holding και μέτοχοι της τελευταίας οι Μέτοχοι (:αρχικοί μέτοχοι της ΑΕ). Το ζητούμενο επιτεύχθηκε!

     

    Η καθημερινότητα μας απομακρύνει, κατά κανόνα, από τη μεγάλη εικόνα. Εστιάζουμε στο δένδρο και όχι στο δάσος! Η έλλειψη κατάλληλων προσλαμβανουσών παραστάσεων (βεβαίως και έμπειρων συμβούλων) μας αποτρέπει από τη αναζήτηση και υλοποίηση των βέλτιστων και (οικονομικά απολύτως) επωφελών λύσεων. Η δημιουργία μιας Holding αποδεικνύεται, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, λύση πολύτιμη και εξαιρετικά προσοδοφόρα. Μια λύση που βρίθει πλεονεκτημάτων και στερείται, κατ’ ουσίαν, μειονεκτημάτων. Είναι αλήθεια πως περισσότερο σύνθετες περιπτώσεις απαιτούν, κατ’ ανάγκη, περισσότερο σύνθετες λύσεις. Τα πλεονεκτήματα και οφέλη όμως, στην τελευταία αυτή περίπτωση, θα αποδειχθούν, με βεβαιότητα, απείρως περισσότερα.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

  • Ελαττώματα Αποφάσεων ΓΣ-Χωρίς Συνεδρίαση

    Ελαττώματα Αποφάσεων ΓΣ-Χωρίς Συνεδρίαση

    Ελαττώματα Αποφάσεων ΓΣ-Χωρίς Συνεδρίαση

    (άρ. 140 ν. 4548/2018)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, είναι ενδεχόμενο να είναι ελαττωματικές. Μας απασχόλησε, ήδη, η ακυρωσία και η ακυρότητα των αποφάσεων της ΓΣ. Επίσης το ανυπόστατο αυτών. Αντιμετωπίζεται από τον νόμο, με αυτοτελή ρύθμιση, η ελαττωματικότητα των αποφάσεων της ΓΣ που λαμβάνονται χωρίς συνεδρίαση. Περί της συγκεκριμένης ελαττωματικότητας το παρόν!

     

    Εισαγωγικά

    Ο νομοθέτης δεν περιορίζεται, πλέον, στην παραδοσιακή ΓΣ, κατά την οποία οι μέτοχοι συναθροίζονται σε συγκεκριμένο τόπο. Αντίθετα, θεσπίζει ενδιαφέρουσες εξαιρέσεις, στο πλαίσιο των οποίων η ΓΣ έχει τη δυνατότητα να λάβει απόφαση χωρίς συνεδρίαση. Μοιάζει, επομένως, λογική η θέσπιση ειδικότερης και διευκρινιστικού χαρακτήρα ρύθμισης (βλ. Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 140) με αντικείμενο (ενδεχόμενη) ελαττωματικότητα αποφάσεων ΓΣ, που λαμβάνονται χωρίς συνεδρίαση.

    Εξαιρέσεις, δυνάμει των οποίων, η ΓΣ ούτε συνέρχεται σε ορισμένο (φυσικό ή διαδικτυακό) τόπο ούτε και συνεδριάζει συνιστούν: (α) η -νεοεισαχθείσα με τον ν. 4548/2018- λήψη απόφασης ΓΣ με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση (άρ. 135) και (β) η προσυπογραφή πρακτικού ΓΣ χωρίς συνεδρίαση (άρ. 136).

    Οι προβλέψεις για ελαττώματα των αποφάσεων που λαμβάνονται χωρίς συνεδρίαση της ΓΣ, που εισάγει το άρθρο 140 ν. 4548/2018, αφορούν ακριβώς τις συγκεκριμένες περιπτώσεις. Στην πραγματικότητα, πάντως, πρόκειται για παραπομπή στις διατάξεις περί ελαττωματικότητας των αποφάσεων που λαμβάνονται όταν η ΓΣ συνέρχεται σε ορισμένο τόπο.

    Περιπτώσεις Ελαττωματικότητας Αποφάσεων ΓΣ Με Ψηφοφορία Χωρίς Συνεδρίαση

    Ως προς τις αποφάσεις της ΓΣ που λαμβάνονται χωρίς συνεδρίαση (άρ. 135), προβλέπεται, ρητά, ότι οι διατάξεις για την ακυρωσία και την ακυρότητα των αποφάσεων της ΓΣ (:άρ. 137 και 138), εφαρμόζονται αναλογικά (άρ. 141 §1). Στον βαθμό, φυσικά, που συνάδουν με τη διαδικασία λήψης απόφασης με τον συγκεκριμένο τρόπο-στον οποίο η ΓΣ δεν συγκαλείται. Οι προβλέψεις για την  απαρτία δεν εφαρμόζονται (άρ. 135 §2).

    (α) Ακυρώσιμες Αποφάσεις Ληφθείσες Με Ψηφοφορία Χωρίς Συνεδρίαση

    Υπενθυμίζεται πως αποφάσεις της ΓΣ που λαμβάνονται με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση, καθίστανται ακυρώσιμες όταν δεν συμμορφώνονται με τη διαδικασία και δεν πληρούν τις προϋποθέσεις λήψης τους (του άρ. 135).

    Συγκεκριμένα, για τη νομότυπη λήψη αποφάσεων της ΓΣ κατά τον ως άνω τρόπο απαιτείται η πλήρωση των ακόλουθων προϋποθέσεων (άρ. 135 §1):

    (α) Οι μετοχές της εταιρείας να μην είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά.

    (β) Το καταστατικό να προβλέπει τη σχετική δυνατότητα και να προσδιορίζει τις αποφάσεις που μπορούν να ληφθούν με τον τρόπο αυτό (όχι όμως και οι αποφάσεις επί θεμάτων της τακτικής ΓΣ).

    (γ) Όλοι οι μέτοχοι να έχουν γνωστοποιήσει στην εταιρεία τα στοιχεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας τους.

    (δ) Μειοψηφία του 1/5 του κεφαλαίου να μην αντιτίθεται στη λήψη απόφασης με τη διαδικασία αυτή (σχετική δήλωση πρέπει να σταλεί στο ΔΣ εντός 48 ωρών από τη λήψη της συναφούς πρότασης του ΔΣ).

    Αν οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις δεν τηρηθούν στο σύνολό τους η απόφαση της ΓΣ που, παρά ταύτα ληφθεί, είναι ακυρώσιμη.

    Ενδεικτικά, ακυρώσιμη είναι η απόφαση που ελήφθη με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση όταν:

    (α) Δεν τηρούνται οι (νομοθετικές ή καταστατικές) διατάξεις για την αναγκαία πλειοψηφία. [Υπενθυμίζεται ότι οι διατάξεις για την απαρτία δεν εφαρμόζονται και η πλειοψηφία υπολογίζεται επί του συνόλου των μετοχών που έχουν δικαίωμα ψήφου (άρ. 135 §2)].

    (β) Η μειοψηφία του 1/5 του κεφαλαίου προέβη σε εμπρόθεσμη (:εντός 48ώρου) δήλωση προς το ΔΣ με την οποία αντιτίθεται στη λήψη απόφασης χωρίς συνεδρίαση.

    (γ) Οι ψήφοι των μετόχων που μολονότι παρελήφθησαν εκπρόθεσμα από το ΔΣ προσμετρήθηκαν, εντούτοις, στη λήψη της σχετικής απόφασης. [Σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι ήταν κρίσιμες για την επίτευξη της πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. α΄)].

    (δ) Στην ψηφοφορία συμμετείχαν πρόσωπα, τα οποία κατά την αποστολή της σχετικής πρότασης από το ΔΣ δεν διέθεταν τη μετοχική ιδιότητα. [Υπό την προϋπόθεση, και στην προκειμένη περίπτωση, ότι οι ψήφοι αυτών ήταν αποφασιστικές για τη λήψη της σχετικής απόφασης (άρ. 137 §5 περ. α΄)].

    (ε) Το καταστατικό προβλέπει μη νόμιμη προθεσμία εντός της οποίας οι μέτοχοι οφείλουν να προβούν στη δήλωση αποδοχής ή μη της πρότασης του ΔΣ. Δηλαδή  προθεσμία μικρότερη από επτά (7) ή μεγαλύτερη από τριάντα (30) ημέρες από την αποστολή της πρότασης του ΔΣ (άρ. 135 §3 εδ. γ΄). Ή η σχετική προθεσμία δεν υπήρξε ενιαία για όλους τους μετόχους (άρ. 135 §3 εδ. δ΄). Σε περίπτωση σιωπής του καταστατικού για τη σχετική προθεσμία, τούτη μπορεί να ταχθεί από το ΔΣ. Ομοίως πρέπει να καθορίζεται εντός των νομίμων ορίων. Είναι στην περίπτωση αυτή δυνατό, εκ περισσού όμως, να ελεγχθεί (και) υπό το πρίσμα της καταχρηστικότητας. Τούτο, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι τυχόν μικρότερη προθεσμία από τη νόμιμη δεν αποσκοπεί στην υφαρπαγή της ψήφου των μετόχων.

    (στ) Η πρόταση του ΔΣ δεν περιλαμβάνει το πλήρες σχέδιο της απόφασης ή/και τις αναγκαίες επεξηγήσεις του, όπως κατά νόμο απαιτείται (άρ. 135 §5 εδ. γ΄). [Ως εκ τούτου, οι μέτοχοι παρεμποδίζονται από την αποτελεσματική άσκηση δικαιώματος ψήφου].

    (β) Άκυρες Αποφάσεις Ληφθείσες Χωρίς Συνεδρίαση

    Oι αποφάσεις ΓΣ που λαμβάνονται με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση καθίστανται άκυρες εφόσον πληρούνται αναλογικά οι κοινές, σχετικές με την ακυρότητα, προβλέψεις (άρ. 138). Ενδεικτικά, άκυρη είναι η απόφαση που ελήφθη με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση όταν:

    (α) Το περιεχόμενο αυτής αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό.

    (β) Δεν τηρήθηκαν από το ΔΣ οι προϋποθέσεις για την αποστολή της σχετικής πρότασης προς τους μετόχους. Όταν, λ.χ. αυτή δεν απεστάλη καθόλου ή απεστάλη σε εσφαλμένη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των μετόχων ή διαφορετική από εκείνη που κοινοποιήθηκε στην ΑΕ. Ή όταν αυτή δεν απεστάλη την ίδια ημέρα προς όλους τους μετόχους. Τα σχετικά ελαττώματα προσομοιάζουν με τα ελαττώματα της παραδοσιακής ΓΣ που αφορούν σε ζητήματα όπως η μη δημοσίευσης της πρόσκλησης σύγκλησης αυτής στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Υπενθυμίζεται πάντως ότι τόσο στην περίπτωση των ακυρώσιμων όσο και των άκυρων αποφάσεων ΓΣ, η σχετική αναγνωριστική αγωγή (και αγωγή αποζημιώσεως) ασκείται υπό τις προϋποθέσεις (:νομιμοποίηση, προθεσμία, τρόπος κ.λπ.) των κοινών ρυθμίσεων για τη ΓΣ (:άρ. 137 και 138). Επισημαίνεται ότι η προθεσμία για την άσκηση της αγωγής ακύρωσης ή η αναγνωριστική για την ακυρότητα εκκινεί από την υιοθέτηση της πρότασης ή την καταχώρισή της στο ΓΕΜΗ. Σε κάθε, δε, περίπτωση η σχετική αποσβεστική προθεσμία δεν συμπληρώνεται πριν να παρέλθει μήνας από τη χορήγηση του πρακτικού, στο οποίο καταχωρίζεται η σχετική (άκυρη/ακυρώσιμη) απόφαση στον μέτοχο που, εμπροθέσμως, το ζήτησε.

    (γ) Ανυπόστατες Αποφάσεις Ληφθείσες Χωρίς Συνεδρίαση

    Σημειώνεται, τέλος, ότι οι ρυθμίσεις για τις ανυπόστατες αποφάσεις ΓΣ (αρ. 139) εφαρμόζονται ευθέως και στις αποφάσεις ΓΣ που λαμβάνονται με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση. Και είναι, ακριβώς, ο λόγος για τον οποίο ελλείπει αναφορά για αναλογική τους εφαρμογή στο άρ. 140 §1. Κι αυτό γιατί οι συνθήκες που καθιστούν τις αποφάσεις ανυπόστατες μπορούν να συντρέξουν και στην προκειμένη περίπτωση της λήψης απόφασης χωρίς συνεδρίαση. Λ.χ., επί ψηφοφορίας με αποστολή των ψήφων-δηλώσεων επί της πρότασης το ΔΣ από πρόσωπα, τα οποία στο σύνολό τους δεν είναι μέτοχοι ή δεν αντλούν το δικαίωμα ψήφου από μέτοχο, η ληφθείσα απόφαση καθίσταται ανυπόστατη.

    Περιπτώσεις Ελαττωματικότητας Αποφάσεων ΓΣ Με Προσυπογραφή Πρακτικού Χωρίς Συνεδρίαση

    Ως προς τις αποφάσεις της ΓΣ που λαμβάνονται με προσυπογραφή πρακτικού χωρίς συνεδρίαση (άρ. 136) προβλέπεται ρητά (άρ. 140 §2), ότι μια τέτοια απόφαση θα είναι ανυπόστατη, στην περίπτωση που δεν συντρέχουν οι προβλεπόμενες (κατά νόμο-σχετικές) προϋποθέσεις. Κι όταν, κατά τα λοιπά, αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό θα είναι άκυρη (:με αναλογική εφαρμογή των §§ 4-8 του άρ. 138). Ο νομοθέτης, δηλαδή, προέβλεψε, περιοριστικά, δύο περιπτώσεις ελαττωματικών αποφάσεων που ελήφθησαν με προσυπογραφή πρακτικού. Τα ελαττώματα της ακυρότητας και του ανυποστάτου (και όχι της ακυρωσίας).

    Ειδικότερα, η λήψη απόφασης με προσυπογραφή πρακτικού ΓΣ είναι δυνατή εφόσον: (α) πρόκειται για μη εισηγμένες ΑΕ και (β) οι μέτοχοι (ή αντιπρόσωποί τους) στο σύνολό τους προβαίνουν στην κατάρτιση και υπογραφή πρακτικού ή συμφωνούν να αποτυπωθεί πλειοψηφική απόφασή τους σε πρακτικό, χωρίς συνέλευση (άρ. 136 §1). Στο εν λόγω πρακτικό απαιτείται αναφορά τυχόν μειοψηφούντων επί πλειοψηφικής απόφασης. Υπενθυμίζεται ότι οι υπογραφές των μετόχων ή των αντιπροσώπων τους μπορούν να αντικαθίστανται με ανταλλαγή e-mail ή άλλα ηλεκτρονικά μέσα, αν τούτο προβλέπεται στο καταστατικό (άρ. 136 §2).

    Στο ως άνω πλαίσιο, σημειώνονται τα εξής περί του ανυποστάτου και της ακυρότητας των εν λόγω αποφάσεων:

    Στην περίπτωση που το σχετικό πρακτικό δεν προσυπογράφεται από το σύνολο των μετόχων, η ληφθείσα απόφαση είναι, κατά τα άνω, ανυπόστατη. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση που δεν λάβει χώρα ανταλλαγή e-mail (ή αντικατάσταση των υπογραφών με έτερα ηλεκτρονικά μέσα), ώστε να προκύπτει η συναίνεση και συμμετοχή του συνόλου των μετόχων στη λήψη απόφασης με τον συγκεκριμένο τρόπο. Περαιτέρω, ανυπόστατη είναι και η απόφαση που ελήφθη μεν κατά πλειοψηφία, χωρίς όμως συμφωνία των μετόχων (ή αντιπροσώπων τους) να αποτυπωθεί η πλειοψηφική απόφασή τους σε πρακτικό χωρίς συνέλευση.

    Σημειώνεται, τέλος, ότι ως ελλείπουσα θεωρείται και τυχόν υπογραφή, η οποία ετέθη στο πρακτικό λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής του μετόχου ως προς τη διαδικασία λήψης απόφασης. Σε περίπτωση ακύρωσης της σχετικής δήλωσης βούλησης τυχόν μετόχου, τούτη ισχύει αναδρομικά (άρ. 186 ΑΚ). Ως εκ τούτου, η ληφθείσα -διά της ελαττωματικής υπογραφής- απόφαση, καθίσταται ανυπόστατη.

    Στην περίπτωση, όμως, που η διαδικασία λήψης απόφασης με προσυπογραφή πρακτικού τηρείται, η ληφθείσα, όμως απόφαση αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό, τούτη είναι άκυρη-σύμφωνα και με όσα προαναφέρθηκαν. Ομοίως, καθίσταται άκυρη και όταν συντρέχει διαδικαστική πλημμέλεια η οποία δεν σχετίζεται, ειδικότερα, με τη διαδικασία λήψης απόφασης με προσυπογραφή πρακτικού. Λ.χ. όταν δεν συγκεντρώθηκε η απαραίτητη (νόμιμη ή καταστατική) πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης.

    Τέλος, άκυρη είναι και η απόφαση όταν η δήλωση βούλησης του μετόχου πάσχει μεν από ελάττωμα (πλάνη, απάτη, απειλή), όχι όμως ως προς τη διαδικασία λήψης της απόφασης με προσυπογραφή πρακτικού (την οποία και αποδέχεται)˙ αλλά ως προς το περιεχόμενο της απόφασης, η οποία ενσωματώνεται στο πρακτικό.

     

    Καθώς οι ΓΣ χωρίς φυσική παρουσία των μετόχων της ΑΕ τείνουν να καταλάβουν ολοένα και περισσότερο χώρο έναντι εκείνων με φυσική παρουσία, ιδιαίτερο ενδιαφέρουν παρουσιάζουν οι επιμέρους, κατά νόμο, ελαττωματικότητες. Η σχετική περιπτωσιολογία είναι αρκετά εκτεταμένη. Ιδιαίτερη, κατά τούτο, μέριμνα απαιτείται από εκείνους που έχουν την ευθύνη της νομιμότητας και ισχύος αποφάσεων μιας τέτοιας  ΓΣ.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

     

  • Holding: Λειτουργία &  Πλεονεκτήματα

    Holding: Λειτουργία &  Πλεονεκτήματα

    Holding: Λειτουργία &  Πλεονεκτήματα

    Είναι αλήθεια πως μας είναι εξαιρετικά οικείες οι εκφράσεις «Όμιλος εταιρειών» και «Holding». Παρά το γεγονός, όμως, αυτό, δεν μας έχει γίνει απολύτως σαφής, η λειτουργία τους, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματά τους. Είναι κρίσιμο, όμως, να αποσαφηνιστούν προκειμένου να μπορεί να απαντηθεί ένα κρίσιμο ερώτημα: «να προχωρήσω στη δημιουργία τους»;

    Όμιλος εταιρειών

    Κατά τον νόμο (αρ. 31 ν. 4308/14) οι Όμιλοι εταιρειών (στο εξής: «Όμιλος») αποτελούνται από μία μητρική και μία ή περισσότερες θυγατρικές της. Διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες (:Μικροί, Μεσαίοι, Μεγάλοι) ανάλογα με τα μεγέθη τους (:σύνολο ενεργητικού, καθαρό ύψος κύκλου εργασιών και μέσος όρος απασχολουμένων).

    Η Holding και η λειτουργία της

    Θα συναντήσουμε την Holding και ως: «εταιρεία συμμετοχών», «μητρική» ή «εταιρεία-ομπρέλα». Θα μπορούσαμε να πούμε πως η Holding είναι η «επικεφαλής» ενός Ομίλου. Στην Ελλάδα έχει, συνηθέστερα, τη μορφή της Ανώνυμης Εταιρείας. Είναι ενδεχόμενο να έχει περισσότερους μετόχους πιθανό, όμως, να έχει και έναν, μόνον, μέτοχο.

    H Holding, κατά κανόνα, δεν παράγει (η ίδια) προϊόντα ούτε και παρέχει (η ίδια) υπηρεσίες: δεν έχει δική της, αυτοτελή, επιχειρηματική δραστηριότητα. H  συγκεκριμένη Holding (:“pure”) διατηρεί, αποκλειστικά, συμμετοχή στο κεφάλαιο άλλων νομικών προσώπων-στις θυγατρικές της δηλ. Άλλες φορές πάλι όχι μόνον διατηρεί τέτοιες συμμετοχές αλλά ασκεί και η ίδια επιχειρηματική δραστηριότητα (:“mixed”). Να σημειωθεί, εκ περισσού, πως δεν απαγορεύεται η απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από την Holding (λ.χ. ακινήτων, Σημάτων ή Διπλώματος Ευρεσιτεχνίας).

    Η συμμετοχή της Holding στις θυγατρικές της άλλοτε είναι πλειοψηφική κι άλλοτε όχι.

    Σημαντικό, πάντως, να σημειώσουμε πως δεν είναι αδύνατο να υπάρχει μία Holding με μία, μόνον, θυγατρική. Στο πλαίσιο, πάντως, ενός φορολογικού σχεδιασμού ένα τέτοιο ενδεχόμενο όχι μόνον δεν είναι πως αδύνατο αλλά και, συχνά, απολύτως επιβεβλημένη επιλογή.

    H  ίδρυση της Holding

    Η ίδρυση μιας Holding καθόλου δεν διαφοροποιείται από την ίδρυση μιας άλλης, κοινής, εταιρείας. Μιλώντας για την συνηθέστερη μορφή της (:ΑΕ) θα πρέπει ιδιαίτερα να εστιάσουμε, και στην προκειμένη περίπτωση, στο καταστατικό της. Το καταστατικό, επομένως, της Holding θα πρέπει με «tailor made» ρυθμίσεις, τα εύλογα συμφέροντα του Ομίλου και των Πραγματικών Δικαιούχων του να εξυπηρετεί. Αντίστοιχα και τα καταστατικά των επιμέρους θυγατρικών αλλά και η εν γένει διάρθρωση, διοίκηση και λειτουργία του Ομίλου. Εκ περισσού να υπενθυμίσουμε, πάντως, ότι είναι πάντοτε δυνατό να δημιουργήσουμε μια εταιρεία (βεβαίως και ΑΕ) μέσω του ΓΕΜΗ χωρίς την εμπλοκή δικηγόρου ή λογιστή.

    Η (ενίοτε) καθοριστική λειτουργία της Holding

    Στην περίπτωση που η συμμετοχή της Holding είναι πλειοψηφική σε μια θυγατρική της είναι εκείνη που εκλέγει τη διοίκησή της. Καθορίζει έτσι, έμμεσα, την επιχειρηματική δράση και πορεία της τελευταίας˙ τη διανομή κερδών ή, κατ’ άλλο τρόπο, αξιοποίηση της κερδοφορίας της. Τα αντίστοιχα συμβαίνουν και στην περίπτωση που η πραγματική συμμετοχή των άλλων μετόχων/εταίρων στη ΓΣ της θυγατρικής της είτε δεν αποδεικνύεται καθοριστική για τον σχηματισμό (μετοχικής) πλειοψηφίας για τη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων είτε δεν ομονοούν για τον σχηματισμό της.

    Ποια τα πλεονεκτήματα της ύπαρξης μιας Holding;

    Μια Holding είναι, κατά τα προαναφερθέντα, ένα όχημα για την κατοχή και τον έλεγχο άλλων εταιρειών (και, κατά βάση, μέσω αυτών) περιουσιακών στοιχείων. Στο (εύλογο) ερώτημα: «ποια τα πλεονεκτήματα από τη δημιουργία μιας Holding», θα μπορούσαν να δοθούν, συνοπτικά, οι ακόλουθες απαντήσεις:

    Σε νομικό επίπεδο

    (α) Προστασία της επιχείρησης, των περιουσιακών της στοιχείων και των ιδιοκτητών της.

    Η κατά τον νόμο (φυσικά και με ιδιαίτερη προσοχή) δημιουργία μιας Holding κι ενός Ομίλου δημιουργεί νομικό διαχωρισμό μεταξύ των περισσοτέρων δραστηριοτήτων και περιουσιακών στοιχείων αφενός και των φορέων της ιδιοκτησίας τους αφετέρου. Τούτο έχει, σαν άμεση συνέπεια, τη δραστική απομείωση της ευθύνης των ιδιοκτητών της (φυσικών και νομικών προσώπων), στην περίπτωση που μία από τις συμμετοχές/θυγατρικές αντιμετωπίζει (οικο)νομικά προβλήματα.

    Η υλοποίηση, επιπρόσθετα, ενός τέτοιου σχεδιασμού επιτυγχάνει, κατ΄ακολουθίαν, τη διασφάλιση του νομικού διαχωρισμού, «καθαρότητας» και οικονομικής υγείας των λοιπών εταιρειών του Ομίλου και επιμέρους, αντιστοίχων, δραστηριοτήτων και περιουσιακών στοιχείων. Στην περίπτωση, επομένως, που μια εταιρεία του Ομίλου πτωχεύσει ή κριθεί αφερέγγυα, το γεγονός αυτό θα επηρεάσει μεν οικονομικά την μητρική της (:Holding-καθώς θα απομειωθεί ή μηδενιστεί η αξία του συγκεκριμένου περιουσιακού της σχοιχείου) δεν θα επηρεάσει, όμως-νομικά, ούτε τις λοιπές εταιρείες του Ομίλου ούτε, βεβαίως, και την Holding. Στην περίπτωση που η επιχειρηματική δραστηριότητα μιας θυγατρικής εταιρείας αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα δεν θα διατρέξουν κίνδυνο τα περιουσιακά στοιχεία (λ.χ. σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, επιχειρηματικά και τυχόν επενδυτικά, ακίνητα) όταν βρίσκονται εκτός της προβληματικής θυγατρικής. (Πολύ περισσότερο και τα προσωπικά ακίνητα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία των ιδιοκτητών, που συχνά συναντούμε να αποτελούν περιουσιακά στοιχεία των επιχειρήσεών τους). Οι δανειστές μιας εταιρείας του Ομίλου δεν είναι δυνατό, κατά κανόνα, να στραφούν κατ’ άλλης.

    Είναι, επομένως, εφικτό (ακριβέστερα: απολύτως επιβεβλημένο) να διαχωριστεί μια επιχειρηματική δραστηριότητα σε περισσότερες θυγατρικές για καθένα από τους επιχειρηματικούς (υφιστάμενους ή δημιουργηθησόμενους) κλάδους της˙ πολύ περισσότερο από τα προσωπικά περιουσιακά στοιχεία των ιδιοκτητών τους.

    Κι ο διαχωρισμός αυτός σε περισσότερες θυγατρικές, στη βάση των αντίστοιχων κλάδων, θα πρέπει να λάβει χώρα τούτο ακόμα κι αν δεν φαίνεται, με μια πρώτη ματιά, η ύπαρξή τους. Ενδείκνυται, κατά κανόνα, να διαχωρίσουμε την πολλαπλή επιχειρηματική δραστηριότητα σε περισσότερα νομικά πρόσωπα. Κι ακόμα περισσότερο: την επιχειρηματική δραστηριότητα από τα ακίνητα, τα σήματα και τα διπλώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που τυχόν κατέχει μια επιχείρηση.

    (β) Προστασία των προσώπων-διοικητών και των περιουσιακών τους στοιχείων

    Η ευθύνη των μελών της διοίκησης ενός νομικού προσώπου του Ομίλου (σε όποιες περιπτώσεις, κατά νόμο, υφίσταται) δεν εκτείνεται, κατά βάση, στην ευθύνη από τη λειτουργία των λοιπών νομικών προσώπων του ίδιου Ομίλου. Κι από άλλη οπτική γωνία ιδωμένο: η κατά νόμο ευθύνη των μελών της διοίκησης ενός νομικού προσώπου περιορίζεται σ’ εκείνα, μόνον, που την ασκούν.

    Σε φορολογικό επίπεδο

    Είναι δεδομένο πως με τη δημιουργία μιας Holding, στη βάση ευνοϊκών φορολογικών ρυθμίσεων που είναι δυνατό να αξιοποιηθούν, επιτυγχάνεται σειρά φορολογικών πλεονεκτημάτων, Απολύτως επιγραμματικά είναι δυνατό, στο πλαίσιο του παρόντος, να σημειωθούν (και αναλυτικότερα σε επόμενη αρθρογραφία μας):

    Στην περίπτωση ύπαρξης μιας Holding, το κέρδος που προκύπτει από την πώληση των θυγατρικών της απαλλάσσεται, υπό προϋποθέσεις, από τον φόρο. Αντίστοιχα και όσον αφορά το μέρισμα που προκύπτει από το κέρδος που παράγουν οι θυγατρικές της.

    Υφισταμένης, επίσης, της Holding, παρέχεται η δυνατότητα επιλογής του χρόνου φορολόγησης των μερισμάτων ή της υπεραξίας από την πώληση συμμετοχών σε θυγατρικές επιχειρήσεις.

    Περαιτέρω: είναι απολύτως εφικτή η επέκταση των δραστηριοτήτων ενός Ομίλου με την χρηματοδότησή της από την Holding-χωρίς την καταβολή φόρων μερισμάτων.

    Και ένα τελευταίο, μείζονος, όμως, σημασίας δεδομένο: είναι, υπό προϋποθέσεις, ενδεχόμενη η δραστική μείωση της επιβάρυνσης κατά την διαδοχή-στην επόμενη γενεά.

    Είναι, τέλος, δυνατό να αξιολογηθεί, στο πλαίσιο του (πάντοτε αναγκαίου) φορολογικού σχεδιασμού (ή επανασχεδιασμού) το φορολογικό καθεστώς στο οποίο θα υπαχθεί καθένα νομικό πρόσωπο του Ομίλου.

    Σε οργανωτικό επίπεδο

    Στην περίπτωση που θα επιλεγεί η δημιουργία μιας Holding και, κατ’ ακολουθίαν, η δημιουργία ενός Ομίλου εταιρειών, ούτε η οργάνωση ούτε και τα οικονομικά των επιμέρους νομικών προσώπων περιττά θα επιβαρυνθούν. Οι κεντρικές λειτουργίες (ενδ.: HR, IT, λογιστήριο, προμήθειες, νομική και γραμματειακή υποστήριξη, σχέση με αρχές, προμηθευτές και τράπεζες) είναι δυνατό (και μάλλον ενδείκνυται) να παρέχονται κεντροποιημένα προς όλες τις εταιρείες του Ομίλου και, αντίστοιχα, να τις επιβαρύνουν. Είναι, όμως, εφικτό (εφόσον θα αξιολογηθεί ως προτιμητέα επιλογή-αν και μάλλον ασύνηθες), τα επιμέρους νομικά πρόσωπα να διατηρήσουν πλήρη λειτουργική και οργανωτική αυτοτέλεια: μια τέτοια, λ.χ., περίπτωση θα ήταν η αυτόνομη λειτουργία και οργάνωση θυγατρικής, η οποία είναι εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά.

    Σε κάθε περίπτωση πάντως, η παροχή μιας επιγενόμενης εταιρικής εγγύησης από την Holding (ή αδελφής εταιρείας του ίδιου Ομίλου) θα διευκολύνει τη χρηματοδότηση και θα αυξήσει την πιστοληπτική ικανότητα μιας θυγατρικής εταιρείας.

    Σε επιχειρηματικό και οικονομικό επίπεδο

    Μειωμένος (επιχειρηματικός) κίνδυνος

    Στην περίπτωση που μία Holding έχει περισσότερες από μία συμμετοχές, η οικονομική της πορεία δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την πορεία της μιας (μόνης) εταιρικής οντότητας και συναφούς επιχειρηματικής δραστηριότητας. Ενδεχόμενη ευρύτερη διασπορά των συμμετοχών της απομειώνει τον επιχειρηματικό κίνδυνο. Δημιουργεί, κατ’ ακολουθίαν, προσδοκίες για απορρόφηση των όποιων «κραδασμών» από ενδεχόμενη ζημιογόνο δραστηριότητα σε μια από τις θυγατρικές της.

    Διατήρηση (ή μη) αυτοτέλειας

    Η Ηolding είναι δυνατό να επιλέξει να διατηρήσει την αυτοτέλειά της σε σχέση με τις θυγατρικές της (όχι μόνον σε νομικό αλλά και) σε επιχειρηματικό και ουσιαστικό επίπεδο. Είναι, επομένως, εφικτό, να υιοθετήσει διαφορετικές, επιμέρους, επιλογές έναντι των θυγατρικών της (λ.χ. σε επίπεδο διοίκησης, έδρας, μισθολογικών παροχών). Ο ρόλος που θα επιφυλάξει για τον εαυτό της μπορεί να κινείται από την άμεση και συνεχή παρέμβαση στη διοίκηση και καθημερινότητα των θυγατρικών της έως και (όχι πιθανό) την απλή συμμετοχή στην ετήσια Γενική της Συνέλευση. Σε κάθε περίπτωση: η Holding είναι ένα αυτοτελές νομικό πρόσωπο σε σχέση με τις θυγατρικές της και ως τέτοιες (και) ο νόμος τις αντιμετωπίζει, παρά τις όποιες διασφαλιστικές δικλείδες (λ.χ. ρυθμίσεις για τις ενδοομιλικές συναλλαγές/transfer pricing)

    Προσδοκία  οφέλους

    Η Holding προσβλέπει στην αποκόμιση οφέλους σε δύο, τουλάχιστον επίπεδα: Προσβλέπει, αρχικά, στη μεγιστοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων (που προκύπτουν και από τις συνέργειες και οικονομίες κλίμακος) σε επίπεδο Ομίλου και, προφανώς, σε επίπεδο κερδοφορίας και μερισμάτων. Επίσης στις υπεραξίες που δημιουργούνται σε περίπτωση πώλησης των συμμετοχών ή θυγατρικών της ή εισαγωγή των τελευταίων σε οργανωμένες αγορές. Στην τελευταία περίπτωση δεν δημιουργούνται φορολογικές επιβαρύνσεις. Όταν όμως πωληθούν οι συμμετοχές ή θυγατρικές της υπάρχουν οι προαναφερθείσες νομοθετικές πρόνοιες για την (υπό προϋποθέσεις) αποφυγή φορολογικών επιβαρύνσεων.

    Οφέλη για τις θυγατρικές

    Οφέλη, ωστόσο, δημιουργούνται και στις θυγατρικές. Οι τελευταίες εύλογα προσβλέπουν σε δυνητικές συνέργειες και οικονομίες κλίμακος σε επίπεδο Ομίλου. Επίσης στη διοικητική υποστήριξη από μέρους της Holding ή από άλλη, ειδικά προς τούτο, υφιστάμενη (αδελφή) εταιρεία. Αυτονοήτως και στα, συνεπακόλουθα, οικονομικά οφέλη. Επίσης στη χρηματοδότηση (:συνηθέστατο) από την Holding όταν αυτή απαιτηθεί και συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις˙ χρηματοδότηση που μπορεί να είναι αναγκαία όχι μόνον για την ανάπτυξη αλλά και, κάποιες φορές, για την επιβίωσή της.

     

    Οι έννοιες του Ομίλου και της Holding παραπέμπουν, κατά κανόνα-αδίκως όμως, σε μεγέθη εξαιρετικά μεγάλα. Το γεγονός αυτό λειτουργεί αποτρεπτικά για την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων τους προς όφελος, εν τέλει, των ιδιοκτητών τους. Ακόμα και σύμβουλοι επιχειρήσεων (νομικοί, οικονομικοί, λογιστές) αντιμετωπίζουν με επιφυλακτικότητα -και κάποιες φορές απόλυτη άρνηση- αντίστοιχες μεταβάσεις. Προφανώς και δεν έχουν, κατά κανόνα, δίκαιο. Τα όποια μειονεκτήματα προτάσσουν δεν αποτελούν, κατά κανόνα, τέτοια˙ η μετάβαση στην «επόμενη μέρα» δεν αποτελεί, εν τέλει, «βουνό». Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    Ανυπόστατες Αποφάσεις ΓΣ

    (άρ.139)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, ενδέχεται να έχουν ελαττώματα. Μας απασχόλησαν, ήδη, οι ακυρώσιμες και άκυρες αποφάσεις της ΓΣ. Το τρίπτυχο των ελαττωματικών αποφάσεων συμπληρώνεται με την κατηγορία των ανυπόστατων. Είναι εκείνες που θα μας απασχολήσουν στο παρόν.

    Εισαγωγικά

    Ως ανυπόστατη δικαιοπραξία (και, εν προκειμένω, απόφαση ΓΣ) θεωρείται εκείνη, από την οποία ελλείπουν ουσιώδη στοιχεία της νομοτυπικής της μορφής.

    Η κατηγορία των ανυπόστατων αποφάσεων της ΓΣ της ΑΕ έχει δημιουργήσει αμφιγνωμίες σχετικά με τη συστηματική της κατάταξη. Κι αυτό, διότι, καθώς δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ώστε να συνιστούν απόφαση (με την κυριολεκτική του όρου έννοια), δεν θα ήταν δυνατό να κατηγοριοποιηθούν, κατά κυριολεξία, στις (ελαττωματικές) αποφάσεις. Πάγια, ωστόσο, αντιμετωπίζονται ως τέτοιες τόσο από τη θεωρία όσο και από τη νομολογία.

    Νομοθετικές προβλέψεις για τις ανυπόστατες αποφάσεις εισήχθησαν, για πρώτη φορά, με τον Ν.3604/2007. Μέχρι τη ρητή θέσπιση της σχετικής νομοθετικής πρόβλεψης, οι αποφάσεις κρίνονταν ως ανυπόστατες στη βάση των γενικών αρχών του Αστικού Δικαίου. Και καθώς έλλειπε ειδική νομοθετική ρύθμιση, η νομολογία προσδιόριζε εκείνα τα στοιχεία που έπρεπε να συντρέχουν για το υποστατό των αποφάσεων˙ έπρεπε συγκεκριμένα (137/2022 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ):

    (α) Να έχει λάβει χώρα πραγματική συνάθροιση των μετόχων, δηλαδή η άσκηση του δικαιώματος ψήφου των συμμετεχόντων μετόχων θα έπρεπε να έχει ασκηθεί σε πραγματική συγκέντρωση.

    (β) Να συμμετέχουν σε αυτή μέτοχοι, με την έννοια ότι σε όλους τους μετόχους να παρέχεται, σύμφωνα με τον νόμο, η δυνατότητα συμμετοχής σε αυτήν.

    (γ) Να έχει προέλθει η απόφαση από πραγματική άσκηση του δικαιώματος ψήφου των μετόχων, ανεξάρτητα αν ήταν θετική ή αρνητική και

    (δ) Οι μέτοχοι να έχουν συνείδηση ότι συναπαρτίζουν το εταιρικό όργανο, με σκοπό τη ρύθμιση των εταιρικών υποθέσεων, στο πλαίσιο της αρμοδιότητας που ο νόμος και η εσωτερική τάξη της εταιρείας του παρείχε.

    Διαπιστώθηκε, ωστόσο, μια τάση διεύρυνσης του κύκλου των ελαττωμάτων, τα οποία αξιολογούνταν ως ικανά για να καταστήσουν ανυπόστατη μια απόφαση ΓΣ. Ο λόγος αυτής της επιδίωξης εντοπιζόταν στον χρονικό περιορισμό της προβολής της ακυρότητας, ο οποίος, αν θα είχε παρέλθει, το ελάττωμα θα θεραπευόταν. Ο νομοθέτης στοχεύοντας στον περιορισμό και στην εγκαθίδρυση της ασφάλειας δικαίου με τη διάταξη για τις ανυπόστατες αποφάσεις, διευκρίνισε τους λόγους του (του ανυποστάτου).

    Προέκυψε, κατ’ ακολουθίαν, ως αναγκαία, η θέσπιση σχετικής ρύθμισης. Ενσωματώνεται η τελευταία στον ν. 4548/2018, με διευκρινήσεις αναγκαίες για την άρση αμφισβητήσεων που είχαν δημιουργηθεί μετά τις τροποποιήσεις στον κ.ν. 2190/1920, τις οποίες επέφερε ο ν. 3604/2007 (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 139).

    Οι Περιπτώσεις Ανυπόστατων Αποφάσεων

    Προϋποθέσεις-Περιπτωσιολογία

    Μια απόφαση ΓΣ είναι, κατά τον νόμο (άρ. 139 §2),  ανυπόστατη, όταν στη ψηφοφορία συμμετέχουν πρόσωπα, τα οποία στο σύνολό τους είτε (α) δεν είχαν τη μετοχική ιδιότητα είτε (β) αντλούσαν το δικαίωμα ψήφου από πρόσωπα που δεν είχαν μετοχική ιδιότητα.

    Ανυπόστατες αποφάσεις, επομένως, υφίστανται λ.χ. όταν τα πρόσωπα δεν φέρουν μετοχική ιδιότητα, διότι δεν έχουν αποκτήσει έγκυρα τις μετοχές λόγω ελαττώματος κατά την πρωτότυπη ή παράγωγη κτήση τους. Ή απώλεσαν, επιγενομένως (αλλά πριν τη ΓΣ) τη μετοχική τους ιδιότητα. Επίσης, όταν οι πρόκειται για επικαρπωτές ή ενεχυρούχους δανειστές, εφόσον τούτοι δεν είχαν (κατά τον νόμο ή σύμβαση) το δικαίωμα να ψηφίσουν.

    Κρίσιμος χρόνος συνδρομής της μετοχικής ιδιότητας νοείται ο χρόνος διενέργειας της ψηφοφορίας στη ΓΣ. Ειδικά σε περίπτωση αναβολής ή διακοπής της συνεδρίασης κρίσιμος είναι ο χρόνος λήψης της απόφασης. Συνεπώς, αν τα πρόσωπα έφεραν τη μετοχική ιδιότητα κατά το χρόνο της πρώτης/αρχικής συνεδρίασης, η οποία στη συνέχεια αναβλήθηκε, αλλά κατά τη λήψη της απόφασης στη μετ’ αναβολή συνεδρίαση την απώλεσαν, η σχετική απόφαση θα είναι ανυπόστατη.

    Η αυστηρή κύρωση του ανυποστάτου επιφυλάσσεται, σύμφωνα με το γράμμα του νόμου, για αποφάσεις της ΓΣ, στις οποίες συμμετείχαν, αποκλειστικά, τα ως άνω (υπό α και β) πρόσωπα. Πρόκειται για περιοριστική απαρίθμηση. Δεν είναι νοητή, κατ’ ακολουθίαν, η προσθήκη άλλης (:πρόσθετης) περίπτωσης ανυποστάτου.

    Οι διχογνωμίες

    Υπήρχε, κατά το παρελθόν, διχογνωμία σχετικά με το αν θεωρούνταν αναγκαίο το σύνολο των συμμετεχόντων στη ΓΣ να υπάγονται στις προαναφερθείσες δύο (υπό α και β) περιπτώσεις, ώστε η απόφαση να είναι ανυπόστατη. Τούτο, καθώς (κατά μια άποψη) υποστηριζόταν, πως αρκούσε να μην είναι νόμιμη η συμμετοχή (κατά τα άνω) προσώπων που ήταν απαραίτητα για το σχηματισμό πλειοψηφίας. Η ρύθμιση της §2 ήρε τις σχετικές αμφιγνωμίες. Κατά το γράμμα του νόμου απαιτείται το σύνολο των συμμετεχόντων να υπάγονται σε κάποια από τις ως άνω δύο κατηγορίες. Αν τούτο δεν αφορά στο σύνολο των συμμετεχόντων, η ληφθείσα απόφαση μπορεί να θεωρηθεί ακυρώσιμη (άρ. 137).

    Περαιτέρω, διχογνωμία έχει προκύψει σχετικά με το ελάττωμα της απόφασης, η οποία ελήφθη με τη συμμετοχή στη ψηφοφορία μετόχου, ο οποίος αν και διέθετε τη μετοχική ιδιότητα, δεν είχε το σύνολο των δικαιωμάτων ψήφου, τα οποία άσκησε. Έχει νομολογηθεί σχετικά, πως η έλλειψη της μετοχικής ιδιότητας υφίσταται όχι μόνον όταν εκείνος που ψηφίζει δεν είναι καν μέτοχος αλλά και όταν είναι μεν μέτοχος με λιγότερα, όμως, δικαιώματα ψήφου από όσα άσκησε (3173/2022 του ΠολΠρωτΑθηνών). Υποστηρίζεται, ωστόσο, και η αντίθετη (και ορθότερη) άποψη, η οποία βασίζεται στο γράμμα της ίδιας της διάταξης. Σύμφωνα με αυτήν δεν πρόκειται, στην περίπτωση αυτή, για ανυπόστατη απόφαση, καθώς η διάταξη απαιτεί το σύνολο των συμμετεχόντων να στερείται το δικαίωμα ψήφου ή να μην έχει τη μετοχική ιδιότητα. Συνεπώς, δεν πρόκειται για ανυπόστατη απόφαση αυτή που ελήφθη από τη ΓΣ με την παρουσία ενός μετόχου με περιορισμένα, όμως, δικαιώματα ψήφου έναντι εκείνων που, εν τέλει, άσκησε.

    Σημειώνεται, τέλος, ότι η απόφαση ασφαλιστικών μέτρων με την οποία γίνεται δεκτή η αίτηση συμμετοχής ενός προσώπου σε ΓΣ, νομιμοποιεί τον αιτούντα να συμμετάσχει σε αυτή και να παρέχει ψήφο για τη λήψη απόφασης. Η απόφαση, η οποία ελήφθη στη ΓΣ με συμμετοχή και ψήφο του αιτούντα τα ασφαλιστικά μέτρα, παραμένει ισχυρή παρά την μεταγενέστερη τελεσιδικία της απόφασης με την οποία κρίνεται ότι οι μετοχές δεν ανήκαν στην πραγματικότητα στο πρόσωπο αυτό (497/1978 ΟλΑΠ, ΝοΒ 1978). Επομένως, στην περίπτωση αυτή, η ληφθείσα απόφαση είναι υποστατή. Κι αυτό, διότι η προσωρινή δικαστική προστασία που παρέχεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, δεν ανατρέπεται, οποιοδήποτε και αν είναι το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης επί της κύριας δίκης.

    Νομική Μεταχείριση & Έννομες Συνέπειες Ανυπόστατων Αποφάσεων ΓΣ

    Στην περίπτωση των ανυπόστατων αποφάσεων της ΓΣ δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις για ακυρότητα και ακυρωσία τους (139 §1).

    Οι ανυπόστατες αποφάσεις της ΓΣ είναι αυτοδίκαια και αθεράπευτα ανίσχυρες. Σε αντίθεση με τις λοιπές κατηγορίες ελαττωματικών αποφάσεων, το ελάττωμά τους δεν θεραπεύεται (είτε με συναίνεση είτε με εκ των υστέρων έγκριση-άρ. 236 και 238 ΑΚ).

    Οι ανυπόστατες αποφάσεις δεν παράγουν αποτελέσματα. Επιπλέον, δεν απαιτούν την έκδοση διαπλαστικών αποφάσεων. Αντίθετα, σε περίπτωση έκδοσης απόφασης σχετικά με το ανυπόστατο, τούτη μπορεί να είναι, μόνον, αναγνωριστική. Η σχετική αναγνωριστική αγωγή για το ανυπόστατο απόφασης είναι δυνατό να ασκηθεί οποτεδήποτε, χωρίς να υπόκειται σε οποιονδήποτε χρονικό περιορισμό. Αξιοσημείωτο μάλιστα είναι πως το ανυπόστατο απόφασης ΓΣ μπορεί να προβληθεί, δικαστικά ή εξώδικα, από όποιον δικαιολογεί έννομο συμφέρον.

    Σημειώνεται, τέλος, ότι οι ανυπόστατες αποφάσεις, καθώς εξ αρχής δεν παράγουν αποτελέσματα, δεν δημιουργούν φαινόμενο δίκαιο. Συγκεκριμένα, έναντι τρίτων η ανυπόστατη απόφαση δεν μπορεί να δημιουργήσει φαινόμενο δίκαιο, διότι δεν είναι δυνατό οι πρώτοι να θεμελιώσουν την τυχόν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη τους σε ένα μόρφωμα που το δίκαιο δεν αναγνωρίζει. Γι’ αυτό και οι τρίτοι που συναλλάχθηκαν με την εταιρεία ή απέκτησαν δικαίωμα στη βάση της συγκεκριμένης (ανυπόστατης) απόφασης, δεν προστατεύονται ακόμα και αν ήταν καλόπιστοι (549/2016 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

     

    Περίπτωση ανυπόστατης απόφασης ΓΣ δεν είναι ενδεχόμενο συχνά θα συναντήσουμε. Και τούτο γιατί προϋποτίθεται, κατά τον νόμο, πως το σύνολο των παρισταμένων είτε δεν θα είχαν τη μετοχική ιδιότητα είτε θα αντλούσαν το δικαίωμα ψήφου από πρόσωπα που δεν την είχαν. Το πρόβλημα όμως αλλού, κατά κύριο λόγο, έγκειται: τρίτοι που συναλλάσσονται με την ΑΕ (λ.χ. για την αγορά ακινήτου της), καθόλου δεν προστατεύονται από μια σχετική, ανυπόστατη όμως, απόφαση της ΓΣ της. Βαρύ, κατ’ ακολουθίαν, το φορτίο της διερεύνησης της πλήρωσης ή μη των προϋποθέσεων περί ανυπόστατης απόφασης ΓΣ στις πλάτες των καλόπιστων τρίτων.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα

    (άρθρο 138 §§ 4, 5, 6, 8)

    Μας απασχόλησε, ήδη, η ακυρότητα των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης: με τους λόγους ακυρότητας τυχόν απόφασης της ΓΣ, με την προβολή της και τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να την προβάλλουν. Θα μας απασχολήσουν, εδώ, τα λοιπά σχετικά/σημαντικά ζητήματα. Μεταξύ αυτών: η προθεσμία και οι χρονικοί περιορισμοί στην προβολή της ακυρότητας καθώς και η δυνατότητα ίασής της. Επίσης, η ενέργεια της δικαστικής απόφασης επί αναγνωριστικής αγωγής της ακυρότητας και η προστασία των καλόπιστων τρίτων. Η δημοσιότητα στην οποία υποβάλλονται η αγωγή ακυρότητας και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις. Τέλος, η δυνατότητα επανάληψης της άκυρης απόφασης.

    Προθεσμία Προβολής Ακυρότητας

    Κατά παρέκκλιση από την απρόθεσμη δυνατότητα προβολής της ακυρότητας των δικαιοπραξιών (:άρ. 180 ΑΚ), ο νομοθέτης (όπως και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς) θέτει τον κανόνα της συγκεκριμένης προθεσμίας, εντός της οποίας πρέπει να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ.

    Δικαιολογητική βάση της πρόβλεψης προθεσμίας προβολής της ακυρότητας αποτελεί η ανάγκη για τον αποκλεισμό της διαιώνισης, επ’ αόριστον, της αμφισβήτησης του κύρους των αποφάσεων της ΓΣ. Τούτο συνάγεται, άλλωστε, και από την Εισηγητική Έκθεση του προϊσχύσαντος κ.ν. 2190/1920, όπου επισημαίνεται, ρητά, ο σκοπός της προθεσμίας προβολής ακυρότητας. Τούτη τίθεται «ίνα μη παραμένη επί μακρόν έκθετος απόφασις της γενικής συνελεύσεως». Πιο συγκεκριμένα, ο ορισμός συγκεκριμένης προθεσμίας καλύπτει την ανάγκη εκτεταμένης προστασίας τόσο των μετόχων, της εταιρείας και των συναλλασσόμενων με αυτούς προσώπων όσο και γενικότερα του δημοσίου συμφέροντος. Η προθεσμία προβολής της ακυρότητας απόφασης ΓΣ προστατεύει, κατ΄ ουσίαν, την ασφάλεια των συναλλαγών (1843/2008 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπεται, η ακυρότητα απόφασης ΓΣ μπορεί να προβληθεί εντός ενός έτους από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 138 §4 εδ. α΄). Η παρέλευση της προθεσμίας αυτής λαμβάνεται (και) αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο.

    Η συγκεκριμένη, ενιαύσια, προθεσμία προσδιορίζεται, ρητά, ως αποσβεστική. Τούτη μάλιστα, δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο μηνός από τη χορήγηση στο μέτοχο του πρακτικού ΓΣ, όπου έχει καταχωρισθεί η άκυρη απόφαση. Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι ο μέτοχος ζήτησε το πρακτικό εντός της σχετικής προθεσμίας (άρ. 134 §2 εδ. δ΄).

    Η ρύθμιση της συγκεκριμένης, ενιαύσιας, προθεσμίας συνιστά διάταξη αναγκαστικού δικαίου. Δεν είναι, κατά τούτο, δυνατή η καταστατική σύντμηση ή παράτασή της.

    Είναι ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως σε περίπτωση εκκρεμοδικίας αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητας απόφασης ΓΣ -και εφόσον δεν προβλέπεται άλλη προθεσμία για διενέργεια διαδικαστικών πράξεων- η παραγραφή διακόπτεται όχι μόνον με την άσκησή της αλλά και (εκ νέου) αν κάποιος από τους διαδίκους επισπεύσει την πρόοδό της (κατ’ αρ. 261§1 ΑΚ). Δε μοιάζει, αντίθετα, ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως η παραγραφή δεν θεωρείται ότι διακόπηκε από την έγερση αγωγής, αν ο δικαιούχος παραιτήθηκε ή τούτη απορρίφθηκε τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς αλλά ο τελευταίος εγείρει εκ νέου την εν λόγω αγωγή εντός εξαμήνου (κατ’ άρ. 263 εδ. β’).

    Άπρακτη Παρέλευση Προθεσμίας Προβολής Ακυρότητας – Ίαση Ακυρότητας

    Σε περίπτωση που η, ανωτέρω αναφερόμενη, ενιαύσια προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η προβολή ακυρότητας της απόφασης ΓΣ δεν είναι, πλέον, δυνατή. Το ελάττωμα δεν εξαλείφεται (προφανώς)˙ λόγω, όμως, της αδυναμίας προβολής του, επέρχονται τα αποτελέσματα της απόφασης: η ελαττωματική απόφαση ισχυροποιείται. Επέρχεται, αυτοδικαίως-κατά το συνήθως λεγόμενο, «η ίασή της έναντι πάντων». Και, μάλιστα, από τον χρόνο λήψης της. Τούτο, δε, έχει ως αποτέλεσμα να επέρχεται η ίαση και των μεταγενέστερων νομικών πράξεων και αποφάσεων, οι οποίες εδράζονται σε αυτήν την (αρχικώς) άκυρη και επιγενομένως ισχυροποιηθείσα απόφαση της ΓΣ. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν έχει αναγνωριστεί, τελεσίδικα, η ακυρότητα (και) των επιγενομένων, αυτών, νομικών πράξεων.

    Ανεπίδεκτες Ίασης  Αποφάσεις ΓΣ

    Ο νομοθέτης προβλέπει, ωστόσο, δύο περιπτώσεις ελαττωματικών αποφάσεων, στις οποίες η προβολή της σχετικής ακυρότητας δεν υπόκειται σε συγκεκριμένη προθεσμία. Κατά συνέπεια, ως προς τις συγκεκριμένες αποφάσεις, δεν δύναται να επέλθει η ίασή τους (ισχύει, δηλαδή, ότι και για την ακυρότητα των δικαιοπραξιών του άρ. 180 ΑΚ).

    Η προβολή, συγκεκριμένα, της ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία: (α) σε περίπτωση που, με τροποποίηση του καταστατικού, ο σκοπός της εταιρείας καθίσταται παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη. Επίσης, (β) όταν από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §4 εδ. γ΄).

    Χρονικοί Περιορισμοί Προβολής Ακυρότητας

    Ο νομοθέτης προβλέπει δύο, ακόμα, περιπτώσεις εξαιρέσεων από τον κανόνα της ενιαύσιας παραγραφής. Τούτες μεταβάλλουν το απώτατο χρονικό όριο εντός του οποίου μπορεί να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ (άρ. 138 §5 εδ. α΄).

    Συγκεκριμένα:

    (α) Δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων με αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ, μετά την έναρξη διαπραγμάτευσης των εν λόγω τίτλων.

    (β) Ομοίως, δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων, σε περίπτωση έκδοσης τίτλων με δικαίωμα προτίμησης, μετά την αποκοπή του εν λόγω δικαιώματος.

    Σημειώνεται, ωστόσο, πως οι εν λόγω περιορισμοί δεν ισχύουν στην περίπτωση που από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §5 εδ. γ΄).

    Οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις αποδεικνύουν, για μια ακόμα φορά, την υπέρτερης σημασίας ανάγκη ασφάλειας των συναλλαγών. Επίσης, την ανάγκη διασφάλισης της εμπιστοσύνης στην αγορά σε σχέση με την ικανοποίηση ατομικών συμφερόντων των μετόχων.

    Στο εν λόγω πλαίσιο, κατά την ορθότερη άποψη, ακόμα κι αν η προβολή της ακυρότητας συντελεστεί εμπροθέσμως αλλά, παρόλα αυτά, οι τίτλοι εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά, δεν επέρχεται η ανατροπή των συναλλαγών. Τούτου δοθέντος εκείνος που έχει έννομο συμφέρον έχει τη δυνατότητα, πέραν της δυνατότητας προβολής της ακυρότητας, να αιτηθεί την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας πριν την εισαγωγή των τίτλων προς διαπραγμάτευση.

    Εκείνος που ζημιώνεται από την απόφαση της ΓΣ και την αδυναμία ανατροπής των αποτελεσμάτων της είναι δυνατό να αξιώσει από την ΑΕ αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη, εντός της συγκεκριμένης ενιαύσιας προθεσμίας (άρ. 138 §5 εδ. β΄). Η ευθύνη της εταιρείας είναι, στην προκειμένη περίπτωση, αντικειμενική. Ταυτόχρονα, όμως, ο  ζημιωθείς μπορεί να στραφεί κατά τις γενικές διατάξεις, και έναντι άλλων, εκτός από την εταιρεία προσώπων, για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη.

    Ενέργεια Αναγνωριστικής Δικαστικής Απόφασης & Προστασία Καλόπιστων Τρίτων

    Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ακυρότητα της απόφασης ΓΣ παράγει αποτελέσματα έναντι πάντων (erga omnes ισχύς˙ δηλ. έναντι: μετόχων, μελών ΔΣ & τρίτων).

    Η έκταση του δεδικασμένου της εν λόγω αναγνωριστικής απόφασης αποτελεί εξαίρεση στην έκταση του, κατά κανόνα, δεδικασμένου των αναγνωριστικών αποφάσεων που καταλαμβάνει μόνο τους διαδίκους. Σημειώνεται, βέβαια, ότι λόγω της έκτασης της ισχύος του υποκειμενικού δεδικασμένου και σε μη διαδίκους-τρίτα πρόσωπα, η σχετική απόφαση χαρακτηρίζεται από μερίδα της θεωρίας, και ορθά, ως διαπλαστική με ακυρωτική λειτουργία (18/2001 ΟλΑΠ, ΤΝΠ Qualex).

    Η συγκεκριμένη διαφοροποίηση της ενέργειας της σχετικής απόφασης, έχει ως δικαιολογητική βάση την ασφάλεια των συναλλαγών. Η έκδοση απόφασης με την οποία αναγνωρίζεται η ακυρότητα της απόφασης και η μη παραγωγή των συναφών αποτελεσμάτων, ανατρέπει και όσες επιγενόμενες αποφάσεις και ενέργειες βασίστηκαν στην τελευταία. Οι αποφάσεις αυτές αλλά και οι ενέργειες που ακολούθησαν, πιθανώς να επηρεάζουν και πρόσωπα εκτός της εταιρείας. Πρέπει, συνεπώς, να διασφαλιστεί η αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, οι οποίες θα προκαλούσαν ανασφάλεια στις συναλλαγές.

    Βέβαια, ακόμα και στην περίπτωση αναγνώρισης της ακυρότητας της απόφασης, η οποία δεσμεύει και τρίτους-μη διαδίκους, οι καλόπιστοι τρίτοι προστατεύονται. Τα δικαιώματα που απέκτησαν οι τελευταίοι (:καλόπιστοι τρίτοι) αγνοώντας την ακυρότητα της απόφασης-παρά την erga omnes ισχύ της, δεν θίγονται, ομοίως, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών. Όμως οι τρίτοι φέρουν, εύλογα, το βάρος να αποδείξουν την καλή τους πίστη (κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρ. 137 §10 εδ. γ΄).

    Από την ως άνω, erga omnes, ισχύ της απόφασης που διαγιγνώσκει την ακυρότητα της απόφασης της ΓΣ, διαφοροποιείται η ισχύς της αντίστοιχης απορριπτικής. Το δεδικασμένο αυτής ισχύει, αποκλειστικά, μεταξύ των διαδίκων.

    Δημοσιότητα

    Ο νομοθέτης προβαίνει σε ρητή πρόβλεψη σχετικά με τη δημοσιότητα της αγωγής ακυρότητας και των σχετικών δικαστικών αποφάσεων στο πλαίσιο προβολής ακυρότητας (:δηλωτικός χαρακτήρας δημοσιότητας): η αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας απόφασης ΓΣ, που έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., η δικαστική απόφαση παντός βαθμού δικαιοδοσίας που αναγνωρίζει την ακυρότητά της και η δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα ή αναστέλλεται η ισχύς της υποβάλλονται σε δημοσιότητα (άρ. 138 §8).

    Επανάληψη Άκυρης Απόφασης

    Σε περίπτωση άκυρης απόφασης ΓΣ, η μεταγενέστερη επικύρωση αυτής δεν καθίσταται δυνατή. Είναι δυνατή, όμως, η λήψη νέας απόφασης, η οποία, για να είναι έγκυρη, πρέπει να τηρηθούν όλοι οι απαιτούμενοι από τον νόμο και το καταστατικό όροι (1074/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Συγκεκριμένα, επί άκυρης απόφασης, της οποίας το ελάττωμα εδράζεται στο περιεχόμενο της λόγω αντίθεσης του προς τον νόμο ή το καταστατικό, η ΓΣ είναι δυνατό να συνέλθει εκ νέου, προκειμένου να λάβει νέα απόφαση, χωρίς το σχετικό ελάττωμα. Δεδομένης, μάλιστα, τη ακυρότητας της προγενεστέρως ακυρωθείσας απόφασης της ΓΣ, η επιγενομένως συγκληθησόμενη (για να λάβει απόφαση χωρίς το σχετικό ελάττωμα), εύλογα θα δικαιούται να αγνοήσει την ακυρωθείσα-ως μηδέποτε ληφθείσα.

    Στην περίπτωση, πάντως, που το σχετικό ελάττωμα της απόφασης αφορά στην έλλειψη σύγκλησης της ΓΣ, είναι δυνατή η εκ νέου σύγκλησή της. Αυτή την φορά με νόμιμο, αυτονοήτως, τρόπο, ώστε να λάβει απόφαση με το αυτό περιεχόμενο.

    Η επανάληψη της άκυρης απόφασης ΓΣ χωρίς το ελάττωμά της είναι, κατά τα προαναφερθέντα, δυνατή. Ωστόσο, η νέα απόφαση δεν αποκτά αναδρομική ισχύει και δεν υποκαθιστά την άκυρη απόφαση. Ενεργεί, αποκλειστικά, για το μέλλον.

     

    Καθώς η (ενδεχόμενη) ακυρότητα απόφασης της ΓΣ έχει, κατά κανόνα, εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες στη ζωή της ΑΕ, τίθενται όχι μόνον αυστηρές προϋποθέσεις για την κήρυξή της αλλά και αυστηρές προθεσμίες για την προβολή της. Μια τέτοια ακύρωση μπορεί να επιφέρει, ως επακόλουθη συνέπεια, ζημία στην ΑΕ αλλά και σε τρίτους. Ουδεμία, λοιπόν, χωρεί αμφιβολία για την (μέγιστη) μέριμνα που θα πρέπει να λαμβάνεται κατά το στάδιο λήψης της απόφασης της ΓΣ αλλά και, επιγενομένως, μέχρι την ίασή της.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προβολή & Νομιμοποιούμενοι

    (άρθρο 138 §§ 3, 4, 6, 7)

    Μας απασχόλησαν, ήδη, οι λόγοι ακυρότητας απόφασης ΓΣ. Θα μας απασχολήσει, εδώ, η προβολή της (:δικαστική και εξώδικη) καθώς και τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να την προβάλλουν.

    Δικαστική Προβολή Ακυρότητας

    Στην περίπτωση που μια απόφαση ΓΣ είναι άκυρη κατά τον νόμο, η ακυρότητά της αυτή είναι αυτοδίκαιη και μάλιστα από τη λήψη της. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις ακυρώσιμες αποφάσεις δεν απαιτείται, στην περίπτωση της ακυρότητας, (διαπλαστική) δικαστική απόφαση, η οποία να την κηρύσσει. Κι εύλογα, καθώς η άκυρη απόφαση θεωρείται σαν να μην ελήφθη (άρ. 180 ΑΚ και ΟλΑΠ 18/2001, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).

    Για την προβολή, δικαστικά, της ακυρότητας απόφασης ΓΣ απαιτείται η άσκηση αναγνωριστικής αγωγής (1650/2022 ΑΠ, areiospagos.gr). Είναι, όμως, δυνατό να προβληθεί, εναλλακτικά, και με την άσκηση ανταγωγής ή ένστασης. Επί ανοιγείσας δίκης, το δικαστήριο ενδέχεται να παραστεί ανάγκη να προβεί, αυτεπαγγέλτως, σε παρεμπίπτουσα κρίση επί του κύρους απόφασης ΓΣ-ως προδικαστικό ζήτημα της κύριας δίκης. Φυσικά και έχει τη δυνατότητα να το πράξει, εντός της ενιαύσιας προθεσμίας, όμως, για την προβολή της ακυρότητας (138 §6 με παραπομπή στην §4 του αυτού άρθρου -η οποία θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας).

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο το δικαστήριο, λ.χ., ενώπιον του οποίου ζητείται ο διορισμός προσωρινού ΔΣ σε ΑΕ, έχει την αρμοδιότητα να εξετάσει παρεμπιπτόντως και αυτεπαγγέλτως την ακυρότητα της απόφασης της ΓΣ με την οποία εκλέχθηκε το ΔΣ (547/2019 ΑΠ, areiospagos.gr). Θα πρέπει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι η προβολή της ακυρότητας στο πλαίσιο άλλης δίκης, θα γινόταν δεκτή μόνο στην περίπτωση που συμμετέχει η ΑΕ ως διάδικος σε αυτή. Αντιθέτως, αν τούτη προβάλλεται στο πλαίσιο δίκης τρίτων προσώπων, τότε πρόκειται και εξώδικη (και όχι δικαστική) προβολή.

    Σημειώνεται ότι, εν προκειμένω, δεν εφαρμόζεται η διάταξη του άρθρου 101 ΑΚ (καθώς αφορά σωματεία και όχι την ΑΕ): Στο πλαίσιο της εν λόγω διάταξης, επί άκυρων αποφάσεων απαιτείται η κήρυξη της ακυρότητας από το δικαστήριο.

    Εύλογο, όμως, προκύπτει το ερώτημα: Ποιός ο σκοπός της δικαστικής προβολής της ακυρότητας μιας (άκυρης) απόφασης ΓΣ, όταν η ενδεχόμενη ακυρότητα της τελευταίας υφίσταται αυτοδικαίως; Η δικαστική προβολή της ακυρότητας καθίσταται, συχνά, αναγκαία για τα πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον. Κι αυτό για δύο, σημαντικούς λόγους. Προφανώς για να μην υφίσταται αμφιβολία αναφορικά με την ακυρότητα της απόφασης. Και, το σημαντικότερο, για την αποφυγή ίασης του ελαττώματος με την παρέλευση της ενιαύσιας προθεσμίας (η οποία, σε επόμενη αρθρογραφία μας θα μας απασχολήσει).

    …Ειδικότερα Ως Προς Την Αναγνωριστική Αγωγή Ακυρότητας

    Η αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας της απόφασης ΓΣ αγωγή εκδικάζεται ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας (άρ. 3 §1). Ως έδρα της εταιρείας νοείται, εδώ, η πραγματική. Ο τόπος, με άλλα λόγια, στον οποίο, πράγματι, ασκείται η διοίκηση της ΑΕ και η διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων. Τούτο σημαίνει ότι η πραγματική έδρα δεν συμπίπτει απαραίτητα με την καταστατική. Η τελευταία δεν καθίσταται, εν τέλει, κρίσιμη για την κατά τόπον αρμοδιότητα του δικαστηρίου, που θα κρίνει ενδεχόμενη ακυρότητα απόφασης της ΓΣ.

    Παθητικά νομιμοποιείται στη δίκη της αναγνωριστικής της ακυρότητας αγωγής η ίδια η ΑΕ. Κατά της τελευταίας, επομένως,  θα πρέπει πρέπει να στρέφεται η αναγνωριστική αγωγή (228/2022 ΑΠ, areiospagos.gr).

    Η αγωγή, για να είναι ορισμένη, θα πρέπει να αναφέρει την απόφαση της ΓΣ, η οποία προσβάλλεται με αυτή˙ επιπρόσθετα, και το σημαντικότερο, τους προβαλλόμενους λόγους ακυρότητας.

    Θα πρέπει, πάντως, να σημειώσουμε πως, κατά συνήθη πρακτική, ως επικουρική βάση της αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητα απόφασης της ΓΣ, προβάλλεται η ακυρωσία της.

    Παροχή Προσωρινής Δικαστική Προστασίας

    Όπως και στην περίπτωση της αγωγής ακυρωσίας, έτσι και στην περίπτωση της ακυρότητας απόφασης ΓΣ, ο νομοθέτης συμπεριέλαβε, ρητά, στον νόμο πρόβλεψη για την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας (άρ. 138 §7).

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, αντίστοιχη ρύθμιση δεν υφίστατο. Η λήψη ασφαλιστικών μέτρων ρύθμισης κατάστασης γινόταν, ωστόσο, δεκτή στη βάση των γενικών διατάξεων. Τούτη είχε ως αντικείμενο την αναστολή εκτέλεσης της άκυρης απόφασης και της καταχώρισης της στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Σύμφωνα με την ισχύουσα ρύθμιση, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα και πριν από την άσκηση της αγωγής ακυρότητας απόφασης της ΓΣ (138 §7 εδ. α΄). Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή ακυρότητας πρέπει να ασκηθεί εντός 15ημέρου από την έκδοση της απόφασης που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα. Διαφορετικά, τα ασφαλιστικά μέτρα αίρονται αυτοδικαίως (138 §7 εδ. β΄). Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση που η αγωγή ασκηθεί μετά την πάροδο της ενιαύσιας προθεσμίας προβολής της ακυρότητας (138 §7 εδ. γ΄ με παραπομπή στην §4 του αυτού άρθρου).

    Όπως, επιπλέον, ρητά προβλέπεται, το δικαστήριο είναι δυνατό να διατάξει και την προσωρινή αναστολή της ισχύος της απόφασης της ΓΣ. Ακριβέστερα: την αναστολή εφαρμογής της. Και τούτο καθώς, όπως ήδη σημειώθηκε, η άκυρη απόφαση ΓΣ καθίσταται αυτοδικαίως άκυρη από τη λήψη της (138 §7 εδ. δ΄).

    Τέλος, το αρμόδιο δικαστήριο είναι δυνατό να υποχρεώσει τους αιτούντες σε παροχή εγγύησης, σταθμίζοντας την ανάγκη προστασίας των αιτούντων την αναστολή αλλά και τη ζημία της εταιρείας που μπορεί να προκληθεί από την αναστολή αυτή (138 §7 εδ. ε΄).

    Εξώδικη Προβολή Ακυρότητας

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς υπήρξαν αμφιγνωμίες σε θεωρία και νομολογία σχετικά με τη δυνατότητα (ή μη) εξώδικης προβολής της ακυρότητας. Έχουν, ήδη, αρθεί: η προβολή της ακυρότητας απόφασης ΓΣ μπορεί να λάβει χώρα με «…ρητή έγγραφη εξώδικη δήλωση» απευθυνόμενη προς την ΑΕ εντός ενιαύσιας προθεσμίας (138 §4 εδ. α΄). Δεν αρκεί, επομένως, η εξώδικη προβολή να λάβει χώρα με δήλωση μετόχου που καταχωρίζεται στα πρακτικά της ΓΣ.

    Η ρητή και έγγραφη εξώδικη προβολή της ακυρότητας, πρέπει, επιπλέον, για να είναι ορισμένη, να αφορά σε συγκεκριμένη απόφαση και να περιγράφει (έστω και με συντομία) τον λόγο της ακυρότητας (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 138).

    Ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης απόφασης της ΓΣ είναι δυνατό να λάβει χώρα με επίκληση λ.χ. της ημερομηνίας λήψης της ή του αριθμού του πρακτικού της ΓΣ στο οποίο αυτή περιλαμβάνεται ή του αριθμού πρωτοκόλλου δημοσίευσής της στο Γ.Ε.ΜΗ. (υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι υπόκειται σε σχετική δημοσιότητα).

    Ενδέχεται, βέβαια (σε πλείστες περιπτώσεις), η ΓΣ, σε συγκεκριμένη συνεδρίαση, να αποφασίζει για περισσότερα από ένα θέματα. Σε αυτή την περίπτωση, η ΓΣ λαμβάνει, αντίστοιχα, περισσότερες της μιας, αποφάσεις, οι οποίες όμως περιλαμβάνονται στο ίδιο πρακτικό. Επομένως, στην περίπτωση προβολής ακυρότητας για μια ή ορισμένες εκ των αποφάσεων αυτών, θα πρέπει να εξειδικεύεται και η απόφαση επί του συγκεκριμένου κάθε φορά θέματος της ημερήσιας διάταξης.

    Νομιμοποιούμενα Πρόσωπα

    Στην προβολή της ακυρότητας (δικαστικά ή εξώδικα) νομιμοποιούνται ενεργητικά να προβεί κάθε πρόσωπο, μέτοχος ή τρίτος, που έχει έννομο συμφέρον (138 §4 εδ. α΄).

    Οι Μέτοχοι

    Ο νόμος αναφέρει ρητά τους μετόχους της ΑΕ ως νομιμοποιούμενους ενεργητικά να προβάλουν τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Μάλιστα, μολονότι η ρύθμιση απαιτεί για όλα τα νομιμοποιούμενα πρόσωπα την ύπαρξη εννόμου συμφέροντος, για τους μετόχους υποστηρίζεται ότι δεν απαιτείται η άκυρη απόφαση να βάλει κατά των στενών/ιδίων συμφερόντων τους. Τούτο διότι το έννομο συμφέρον του μετόχου υφίσταται, ήδη, δεδομένης της μετοχικής τους ιδιότητας. Ο μέτοχος δικαιούται, σαφώς, να ελέγχει την νομότυπη λήψη των αποφάσεων της ΑΕ. Η θέση αυτή γινόταν δεκτή και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, παρά τις αντίθετες απόψεις που έχουν, ήδη, διατυπωθεί.

    Γίνεται, επίσης, δεκτό ότι ο μέτοχος δικαιούται να προβεί σε προβολή ακυρότητας ακόμη κι αν την υπερψήφισε ή, έστω, δεν αντιτάχθηκε κατ’ αυτής. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, η συμπεριφορά του ελέγχεται υπό το πρίσμα της καταχρηστικότητας. Κριτήρια κατάφασης της καταχρηστικότητας άσκησης της αγωγής είναι, λ.χ., η εκ των προτέρων γνώση του ελαττώματος στη λήψη απόφασης, η βαρύτητά του και τα θιγόμενα συμφέροντα (214/2022 ΑΠ, areiospagos.gr).

    Παράλληλα, στην περίπτωση που αποκλείστηκε μέτοχος από τη ΓΣ χωρίς δικαιολογητικό λόγο και αμφιβολία για την μετοχική του ιδιότητα, δικαιούται να ασκήσει αγωγή ακυρότητας, μολονότι δεν παρέστη στη συνέλευση (8373/2007 ΕφΑθ, ΤΝΠ QUALEX).

    Όπως ρητά ορίζεται (αρ. 138 §3), η προβολή ακυρότητας εκ μέρους μετόχου λόγω έλλειψης σύγκλησης της ΓΣ δεν είναι επιτρεπτή στην ακόλουθη περίπτωση: αν ο εν λόγω μέτοχος, μεταγενέστερα, δήλωσε προς την εταιρεία εγγράφως ή με δήλωσή του στα πρακτικά, ότι η ΓΣ, στο πλαίσιο της οποίας ελήφθη η ελαττωματική απόφαση, συνεδρίασε νομίμως. Δικαιολογητική βάση αποστέρησης του δικαιώματος προβολής της ακυρότητας της απόφασης από τον συγκεκριμένο μέτοχο αποτελεί (και εν προκειμένω) η αποφυγή καταχρηστικών συμπεριφορών.

    Τέλος, η άσκηση αγωγής ακυρότητας ενδέχεται να αντίκειται στην υποχρέωση πίστης των μετόχων. Πρόκειται για τις περιπτώσεις άσκησης αγωγής αναγνώρισης ακυρότητας απόφασης, η οποία είτε στην πραγματικότητα δεν πάσχει από ορισμένο ελάττωμα είτε αυτό δεν είναι σημαντικής βαρύτητας, ώστε να δικαιολογείται η επιδίωξη αναγνώρισης της ακυρότητας. Αν ασκηθεί σχετική αγωγή υπό τις ανωτέρω συνθήκες, θα απορριφθεί από το δικαστήριο ως ουσία αβάσιμη. Ομοίως, η αγωγή ασκείται κατά παράβαση της υποχρέωσης πίστης και στην περίπτωση που επιδιώκονται, δι’ αυτής, ατομικά συμφέροντα των μετόχων, ενώ, ταυτόχρονα, θίγονται τα συμφέροντα της ΑΕ.

    Τα Μέλη ΔΣ

    Ο νόμος δεν προβαίνει σε ρητή αναφορά στα μέλη του ΔΣ. Νομιμοποιούνται, όμως, ενεργητικά (αυτονοήτως) να προβάλουν την ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Κι όπως ορθά υποστηρίζεται, χωρίς να επικαλεστούν και να αποδείξουν ειδικό έννομο συμφέρον. Η οργανική τους θέση, εξάλλου, και η υποχρέωση επιμελούς διαχείρισης συνιστούν επαρκή βάση για να δικαιολογηθεί η προβολή της ακυρότητας από μέρους τους.

    Τρίτα Πρόσωπα

    Τρίτα πρόσωπα (μη μέτοχοι και μη μέλη ΔΣ-συμπεριλαμβανομένων και των ομολογιούχων δανειστών και των κατόχων ιδρυτικών τίτλων) οφείλουν να επικαλεστούν και να αποδείξουν ειδικό έννομο συμφέρον, προκειμένου να προβάλουν ακυρότητα απόφασης ΓΣ. Απαιτείται, δηλαδή, η επίμαχη απόφαση να θίγει τα συμφέροντά τους.

    Τα εν λόγω (τρίτα) πρόσωπα, επί αναγνωριστικής αγωγής για την ακυρότητα απόφασης ΓΣ, νομιμοποιούνται σε πρόσθετη παρέμβαση. Τούτο, εξαιτίας της έναντι πάντων (erga omnes -όπως σε επόμενη αρθρογραφία μας θα δούμε) ισχύος της απόφασης που αναγνωρίζει την ακυρότητα.

     

    Είναι απολύτως περιορισμένος, και εύλογα, ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να προβάλλουν ακυρότητα απόφασης ΓΣ: κατά βάση οι μετόχοι της, τα μέλη του ΔΣ και εκείνοι που δικαιολογούν ειδικό έννομο συμφέρον. Η ακυρότητα είναι δυνατόν να προβληθεί εξώδικα αλλά και δικαστικά˙ είναι δυνατό να παρασχεθεί, υπό προϋποθέσεις, προσωρινή δικαστική προστασία, με την έννοια της αναστολής της εφαρμογής της επίμαχης απόφασης. Καθώς μια τέτοια συνέπεια (:κήρυξη ακυρότητα απόφασης ΓΣ) είναι εξαιρετικά σημαντική στη ζωή της ΑΕ, ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να λαμβάνεται (ιδίως από τους εκπροσώπους της ΑΕ και τους νομικούς τους παραστάτες) για την αποτροπή των εξαιρετικά σοβαρών συνεπειών της. Η προθεσμία πάντως προβολής της ακυρότητας και τα υπόλοιπα, σημαντικά σχετικά, θέματα, θα μας απασχολήσουν σε επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

  • Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    Ακυρότητα Αποφάσεων Γενικής Συνέλευσης: Λόγοι

    (άρθρο 138 §§1 και 2)

    Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, είναι ενδεχόμενο να είναι ελαττωματικές. Διακρίνονται, τότε, σε ακυρώσιμες, άκυρες και ανυπόστατες. Μας απασχόλησαν, ήδη, οι ακυρώσιμες αποφάσεις της ΓΣ. Εδώ θα μας απασχολήσουν οι άκυρες αποφάσεις της και, πιο συγκεκριμένα, οι λόγοι ακυρότητάς τους.

    Οι Λόγοι Ακυρότητας: Γενικά

    Οι λόγοι ακυρότητας αποφάσεων της ΓΣ περιορίζονται σε δύο, μόνον, κατά τον νόμο (άρ. 138 §1): Όταν, συγκεκριμένα: (α) δεν υπήρξε σύγκληση της ΓΣ ή (β) το περιεχόμενο της απόφασής της είναι αντίθετο στον νόμο ή το καταστατικό.

    Καθώς η απαρίθμηση του νόμου είναι περιοριστική, δεν είναι εφικτή η προσθήκη ή αφαίρεση λόγων ακυρότητας. Ούτε ερμηνευτικά ούτε και με βάση καταστατική πρόβλεψη.

    Η απαρίθμηση των λόγων ακυρότητας του ν. 4548/2018 ακολουθεί, κατά βάση, τον προϊσχύσαντα ν. 2190/1920 (άρ. 35β). Υφίσταται, όμως, ανάγκη διευκρινήσεων (βλ. σχετικά και Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 138), για τις οποίες αμέσως στη συνέχεια.

    Πρώτος Λόγος: Λήψη Απόφασης Χωρίς Προηγούμενη Σύγκληση Της ΓΣ

    Τυχόν διαδικαστικές πλημμέλειες στη λήψη αποφάσεων της ΓΣ καθιστούν τις τελευταίες ακυρώσιμες. Μολονότι διαδικαστική πλημμέλεια αποτελεί και η μη σύγκληση της ΓΣ, ενδεχόμενη διενέργεια της, παρά ταύτα, επάγεται ακυρότητα (και όχι ακυρωσία). Ο νομοθέτης, απέδωσε, με τον τρόπο αυτό, την αυξημένη σοβαρότητα της συγκεκριμένης παράλειψης. Και μοιάζει εύλογη μια τέτοια επιλογή καθώς η τήρηση των διατυπώσεων σύγκλησης διασφαλίζει τη έγκαιρη ενημέρωση των μετόχων. Η γνώση, περαιτέρω, μιας επικείμενης διενέργειας ΓΣ εξασφαλίζει πως ο μέτοχος όχι μόνον έχει πραγματική δυνατότητα να συμμετάσχει αλλά και να προσβάλλει μια, ενδεχομένως, πλημμελή απόφαση (561/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αξιολογώντας, δηλαδή, ο νομοθέτης τις (σοβαρές) συνέπειες οι οποίες θα επέλθουν στους μετόχους στην περίπτωση που δεν γνωστοποιηθεί σε αυτούς η επικείμενη διενέργεια της ΓΣ, υπάγει τη συγκεκριμένη πλημμέλεια στους λόγους ακυρότητας.

    Η Έννοια Της Σύγκλησης

    Η απάντηση στο ερώτημα αν υφίσταται σύγκληση της ΓΣ αποκτά ουσιώδη σημασία για την κατάφαση του συναφούς λόγου ακυρότητας απόφασής της.

    Προς αποφυγή αμφιγνωμιών, ο νομοθέτης προβαίνει σε αυθεντικό ορισμό της έννοιας της σύγκλησης της ΓΣ (άρ. 138 §2). Θεωρείται, συγκεκριμένα, ότι συγκλήθηκε η ΓΣ, αν υπήρξε πρόσκληση προερχόμενη από την ΑΕ με ένδειξη, τουλάχιστον, της ημερομηνίας και του τόπου διενέργειάς της. Απαιτείται όμως, επιπρόσθετα, και δημοσίευση της πρόσκλησης κατά τον νόμο και το καταστατικό.

    Από τη διατύπωση του νόμου εντοπίζονται τρία απαραίτητα στοιχεία για τη σύγκληση της ΓΣ: (α) η προέλευση της πρόσκλησής της από την ΑΕ, (β) η πλήρωση του ελάχιστου περιεχομένου της πρόσκλησης (:ημερομηνία και τόπος της ΓΣ) και (γ) η δημοσίευση της πρόσκλησης σύμφωνα με τον νόμο και το καταστατικό.

    Να διευκρινισθεί εδώ, εκ περισσού, πως οι προαναφερθείσες ελάχιστες προϋποθέσεις σύγκλησης της ΓΣ δεν αφορούν την καθολική ΓΣ. Η τελευταία (:καθολική ΓΣ) δεν απαιτεί την τήρηση των διατυπώσεων πρόσκλησης και δημοσίευσής της˙ εύλογα, όμως, καθώς παρίσταται ή εκπροσωπείται το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου, χωρίς κανένας να προβάλλει αντίρρηση για τη διεξαγωγή της (άρ. 120 §2).

    Όσον αφορά, πάντως, τα προαναφερθέντα ελάχιστα, απαραίτητα όμως, στοιχεία της σύγκλησης της ΓΣ επισημαίνονται τα ακόλουθα:

    (α)  Πρόσκληση Προερχόμενη Από Την Εταιρεία

    Κατά την ισχύουσα ρύθμιση (άρ. 138 §2 in fine), ως προερχόμενη από την ΑΕ θεωρείται η πρόσκληση, που έλαβε χώρα από το ΔΣ ή μέλος του ή από τον ελεγκτή της (σύμφωνα με το άρ 121 §2) ή από μέτοχο, που άσκησε το σχετικό δικαίωμα μειοψηφίας (άρ. 141 §1). Στις περιπτώσεις αυτές η (με τον τρόπο αυτό) σύγκληση της ΓΣ αξιολογείται ως υποστατή. Ειδικότερα:

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από το ΔΣ ή μέλος του

    Αρμόδιο όργανο για τη σύγκληση της ΓΣ είναι, καταρχήν, το ΔΣ (:ή, αντί του ΔΣ-εφόσον υφίσταται, ο σύμβουλος-διαχειριστής). Εφόσον, λοιπόν, στην πρόσκληση της ΓΣ προβαίνει, συλλογικά, το ΔΣ (ή ο σύμβουλος-διαχειριστής), τούτη θεωρείται ότι προέρχεται από την εταιρεία. Κρίσιμο, όμως, είναι τα μέλη του ΔΣ να είναι εκείνα που διοικούν την ΑΕ, σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Αντίθετα, τυχόν πλημμέλειες στην απόφαση του ΔΣ για σύγκληση της ΓΣ (λ.χ. μη νόμιμη συγκρότηση ή σύνθεση του ΔΣ) δεν συνεπάγονται την ακυρότητα της, εν συνεχεία, λαμβανομένης απόφασης της ΓΣ. [Ενδέχεται, όμως, να συντρέχει ακυρωσία της εφόσον υφίστανται οι προϋποθέσεις του άρ. 137 §2 (:μη παροχή αιτηθέντων και υποχρεωτικά να παρασχεθούν πληροφοριών ή κατάχρηση εξουσίας πλειοψηφίας)]. Τούτο, διότι οι σχετικές πλημμέλειες δεν εμποδίζουν τους μετόχους να θεωρήσουν, εύλογα, ότι η πρόσκληση προέρχεται από το ΔΣ. Ακόμη, δε, και πρόσκληση προερχόμενη από μέλος, μόνο, του ΔΣ και όχι συλλογικά από αυτό, συνεπάγεται τον έλεγχο της επακόλουθης απόφασης της ΓΣ υπό το πρίσμα της ακυρωσίας και όχι της ακυρότητας.

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από τον ελεγκτή

    Δικαίωμα να ζητήσει την σύγκληση της ΓΣ της ΑΕ έχει και ο ελεγκτής της, με αίτημά του προς τον Πρόεδρο του ΔΣ (άρ. 121 §2). Αν το εν λόγω αίτημα απορριφθεί ρητά ή σιωπηρά, ο ελεγκτής δικαιούται να συγκαλέσει τη ΓΣ, με δαπάνες της εταιρείας, ύστερα από απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων).

    Αν, ωστόσο, ο ελεγκτής προβεί στη σύγκληση της ΓΣ, χωρίς την προηγούμενη έκδοση της κατά τα άνω δικαστικής απόφασης, η σύγκληση είναι μεν υποστατή, η επακόλουθη, όμως, απόφαση της ΓΣ ελέγχεται υπό το πρίσμα της ακυρωσίας. Τούτο δεν ισχύει, ωστόσο, στην περίπτωση σύγκλησης της ΓΣ από τον ελεγκτή της ΑΕ, στην περίπτωση που το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας γίνει κατώτερο από το 1/2 του κεφαλαίου (και πρέπει να ληφθεί απόφαση για λύση της εταιρείας ή υιοθέτησης άλλου μέτρου-άρ. 119 §4 εδ.β΄). Στην περίπτωση αυτή, ο ελεγκτής προβαίνει απευθείας στη σύγκληση της ΓΣ.

    Εφόσον η σύγκληση της ΓΣ λαμβάνει χώρα από τον ελεγκτή, η σχετική πρόσκληση θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ.

    Σχετικά με την πρόσκληση της ΓΣ από μετόχους μειοψηφίας

    Η πρόσκληση θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ, όταν προέρχεται από μετόχους που εκπροσωπούν  το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου (141 §1). Τούτοι, μπορούν να αιτηθούν προς το ΔΣ την σύγκληση έκτακτης ΓΣ. Αν δεν συγκληθεί ΓΣ από το ΔΣ εντός 20ημέρου από την επίδοση της σχετικής αίτησης, η σύγκληση διενεργείται από τους αιτούντες μετόχους, με απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου (κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων). Προϋποτίθεται, βεβαίως, η συγκέντρωση του ελάχιστου ποσοστού εκπροσώπησης. Σε διαφορετική περίπτωση (:συγκέντρωση μικρότερου ποσοστού), η σχετική πρόσκληση δεν θεωρείται ότι προέρχεται από την ΑΕ.

    Σύγκληση της ΓΣ από μειοψηφούντες μετόχους χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση, δεν συνεπάγεται την ακυρότητα της επακόλουθης απόφασης της ΓΣ. Είναι δυνατό, όμως, να οδηγήσει στην ακυρωσία της.

    Σχετικά με τον ενδεικτικό χαρακτήρα της απαρίθμησης

    Η ανωτέρω απαρίθμηση (:πρόσκληση από τα ανωτέρω αναφερόμενα πρόσωπα) είναι, κατά την ορθότερη άποψη, ενδεικτική. Ειδικότερες ρυθμίσεις καθιστούν αρμόδια και άλλα, εκτός από τα προαναφερθέντα, πρόσωπα να συγκαλέσουν ΓΣ-υπό συγκεκριμένες, όμως, συνθήκες και προϋποθέσεις. Τέτοια πρόσωπα συνιστούν τα όργανα στα οποία απονέμονται εξουσίες του Πτωχευτικού Κώδικα (:όπως ο εκκαθαριστής, ο σύνδικος, ο ειδικός εντολοδόχος και ο ειδικός διαχειριστής-βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 121). Εφόσον, επομένως, συντρέχουν οι αναφερόμενες στον νόμο περιπτώσεις, τυχόν πρόσκληση από τα συγκεκριμένα πρόσωπα θα πρέπει, ευλόγως, να θεωρηθεί ως προερχόμενη από την εταιρεία.

    (β) Πρόσκληση Περιλαμβάνουσα Τουλάχιστον Ημερομηνία Και Τόπο ΓΣ

    Επόμενο απαραίτητο στοιχείο για το υποστατό της σύγκλησης της ΓΣ είναι ένα, ελάχιστο, περιεχόμενο της πρόσκλησης. Συγκεκριμένα, η πρόσκληση της ΓΣ πρέπει να αναφέρει την (αληθή) ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της ΓΣ (ως προς, δε, τις εισηγμένες, και τα αναφερόμενα στην §4 άρ. 121 στοιχεία).

    Ακόμη κι αν η πρόσκληση της ΓΣ αναφέρει το σύνολο των λοιπών στοιχείων που απαριθμούνται στη σχετική διάταξη (αρ. 121: ώρα, θέματα ημερήσιας διάταξης, δικαιούμενους συμμετοχής στη ΓΣ-επί μη εισηγμένων) όχι όμως και την ημερομηνία ή/και τον τόπο σύγκλησής της, η επακόλουθη απόφαση της ΓΣ καθίσταται άκυρη. Αν, αντίθετα, αναφέρονται μόνο η ημερομηνία και ο τόπος της ΓΣ, ελλείπουν, όμως, όλα τα λοιπά στοιχεία, η επακόλουθη απόφαση θα είναι ακυρώσιμη (25/2016 ΕφΛάρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ο τόπος της ΓΣ αναφέρεται προσηκόντως, όταν προσδιορίζεται η ακριβής διεύθυνση σύγκλησης. Διευκρινίζεται πάντως πως ημερομηνία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ώρα σύγκλησης. Ελλείψει της ώρας, η απόφαση δεν είναι άκυρη αλλά ακυρώσιμη.

    Επίσης, στην περίπτωση που, μολονότι ορίζεται ο τόπος και η ημερομηνία, η ΓΣ διενεργηθεί σε διαφορετικό τόπο ή άλλη ημερομηνία, η απόφαση είναι άκυρη (1365/2020 ΤρΕφΘεσσ, ΤΝΠ Qualex).

    (γ) Πρόσκληση Δημοσιευμένη Σύμφωνα Με Τον Νόμο & Το Καταστατικό

    Τελευταία, αναγκαία επίσης, προϋπόθεση για το υποστατό της σύγκλησης της ΓΣ συνιστά η σύμφωνη με τον νόμο και το καταστατικό δημοσίευση της πρόσκλησης της ΓΣ (594/2020,  ΤρΕφΘεσ, ΤΝΠ Qualex).

    Υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς δεν υφίστατο ρητή πρόβλεψη, για την κατάφαση της ακυρότητας της απόφασης της ΓΣ όταν είχε μεν τηρηθεί η διαδικασία δημοσίευσης σύμφωνα με τον νόμο, όχι όμως και οι πρόσθετες προϋποθέσεις του καταστατικού. Ερμηνευτικά, ωστόσο, γινόταν δεκτή η εν λόγω ακυρότητα ακόμα και πριν την προσθήκη της σχετικής, ρητής αναφοράς.

    Η παράλειψη τήρησης των προϋποθέσεων του καταστατικού (λ.χ. η δημοσίευση και σε εφημερίδα ή επίδοση της πρόσκλησης στους μετόχους με δικαστικό επιμελητή), λογίζεται ως μη δημοσίευση. Ακόμα κι αν έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις του νόμου.

    Δεύτερος Λόγος: Λήψη Απόφασης Με Περιεχόμενο Αντίθετο Στον Νόμο ή Το Καταστατικό

    Ο δεύτερος λόγος ακυρότητας απόφασης της ΓΣ σχετίζεται με το περιεχόμενο της ληφθείσας απόφασης. Στην περίπτωση που το περιεχόμενο αντίκειται στον νόμο ή το καταστατικό, η απόφαση καθίσταται άκυρη, καθώς παραβιάζει διατάξεις ουσίας (1239/2020 ΠΠρΘεσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Στην έννοια του νόμου συγκαταλέγονται οι διατάξεις αναγκαστικού, μόνον, δικαίου. Και τούτο καθώς επί ρυθμίσεων ενδοτικού δικαίου είναι επιτρεπτή η απόκλιση (1130/2020 ΠΠρΑθηνών, ΤΝΠ Qualex). Η αντίθεση σε διάταξη νόμου δεν αναφέρεται μόνο στον ν. 4548/2018 αλλά, αυτονοήτως, σε κάθε νομοθέτημα-ανεξαρτήτως κλάδου δικαίου. Η απόφαση, όμως, της ΓΣ καθίσταται άκυρη, στην περίπτωση που το περιεχόμενο της αντιτίθεται (εκτός από τον νόμο ή ΥΑ) στα χρηστά ήθη. Ερευνάται, στην τελευταία περίπτωση, ο σκοπός λήψης της απόφασης της ΓΣ και το κίνητρο των μετόχων που πλειοψήφησαν. Τυχόν αντίθεση, όμως, της απόφασης της ΓΣ σε συμβατική υποχρέωση της ΑΕ, δεν την καθιστά άκυρη.

    Επισημαίνεται, εμφατικά, ότι τυχόν αντίθεση της απόφασης της ΓΣ στον νόμο ή το καταστατικό πρέπει να αφορά στο περιεχόμενό της και όχι στη διαδικασία λήψης της. Επί διαδικαστικών πλημμελειών, ως συνέπεια επέρχεται η ακυρωσία.

    Ενδεικτικά παραδείγματα αποφάσεων που είναι άκυρες λόγω αντίθεσης τους στον νόμο, αποτελεί η τροποποίηση του καταστατικού για μείωση του μετοχικού κεφαλαίου κάτω από το κατώτατο όριο, η αντικατάσταση του καταστατικού σκοπού με κάποιον μη επιτρεπτό από τον νόμο, ο καθορισμός ονομαστικής αξίας που υπολείπεται ή υπερβαίνει τα κατώτατα (0,04€) ή ανώτατα (100€) όρια αντίστοιχα. Επίσης, άκυρη είναι και τυχόν απόφαση της ΓΣ για ζήτημα που εκφεύγει των αρμοδιοτήτων της  (ως αντίθετη, επίσης, στον νόμο-άρ. 117).

    Όσον αφορά την αντίθεση, τέλος, του περιεχομένου της απόφασης της ΓΣ στο καταστατικό, προϋποτίθεται νόμιμη (κι όχι στερούμενη νομιμότητας) καταστατική πρόβλεψη.

     

    Θα έλεγε κανείς πως οι δύο, μόνον-περιοριστικά αναφερόμενοι στον νόμο, λόγοι για την ακυρότητα μιας ΓΣ (:έλλειψη σύγκλησής της ή περιεχόμενο απόφασης ενάντια στον νόμο ή το καταστατικό) δεν αποτελούν ορατό κίνδυνο για το κύρος της. Οι κίνδυνοι όμως καθίστανται απολύτως άμεσοι και απτοί όταν αβλεψίες, ιδίως (και όχι κατ’ ανάγκην ενέργειες ή σκόπιμες παραλείψεις), παρεισφρύουν στη διαδικασία σύγκλησης ή στο περιεχόμενο των αποφάσεων της. Τόσο η ΑΕ, οι πλειοψηφούντες και μειοψηφούντες μέτοχοι όσο και, ιδίως, οι νομικοί παραστάτες αμφοτέρων θα πρέπει να τελούν σε συνεχή εκγρήγορση.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης

    Managing Partner

    Koumentakis and Associates Law Firm

     

    Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση 

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί  Αποποίηση ευθύνης

     

     

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.