Κατηγορία: Άρθρα

  • Εξαγορασιμες μετοχές

    Εξαγορασιμες μετοχές

    Η χρηματοδότηση της ΑΕ αποτελεί θέμα που, πάντοτε, απασχολεί τη διοίκηση και την ιδιοκτησία της. Κι όταν ανέφικτη προκύπτει η αυτοχρηματοδότησή της, αναγκαία αποδεικνύεται η εξωτερική της χρηματοδότηση. Στο πλαίσιο της τελευταίας (εκτός από την αυτονόητη-τον τραπεζικό, δηλ., δανεισμό) και η έκδοση τίτλων. Μας απασχόλησε ήδη, στο πλαίσιο αυτό, η έκδοση των κοινών και των προνομιούχων μετοχών. Περισσότερο ελκυστικές πάντως οι εξ αυτών εξαγοράσιμες μετοχές – τόσο για την εταιρεία και τους μετόχους της όσο και για τους ίδιους τους επενδυτές. Αs επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε την αιτία αλλά και τα δεδομένα που τις αφορούν.

     

    Εξαγοράσιμες μετοχές: Έννοια

    Εξαγοράσιμες μετοχές (:redeemable shares) είναι εκείνες που παρέχουν τη δυνατότητα της εξαγοράς τους από την εκδότρια ΑΕ (:callable shares), από τον μέτοχο-κάτοχό τους (:puttable shares) ή/και από αμφότερους (άρ. 39 ν. 4548/2018). Εκδίδονται ως κοινές ή ως προνομιούχες με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου.

     

    Εξαγοράσιμες μετοχές: Βασική λειτουργία, σκοπός και πλεονεκτήματα

    Οι εξαγοράσιμες μετοχές αποτελούν, κατά βάση, μέσο χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Οι επιμέρους όροι της έκδοσής τους είναι ιδιαίτερα εύπλαστοι˙ εύκολα προσαρμόζονται στις ανάγκες της επιχείρησης αλλά και τις επιθυμίες του επενδυτή.

    Η δυνατότητα (ή, κατά περίπτωση, υποχρέωση) εξαγοράς τους από την εκδότρια εταιρεία εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες: των (παλαιών) μετόχων της, της ίδιας και των κατόχων τους:

    Στην περίπτωση εξαγοράς τους με δήλωση της εταιρείας, η εταιρεία και οι παλαιοί μέτοχοι διαφυλάσσουν (και διασφαλίζουν) το προϋφιστάμενο (και συνήθως οικογενειακό) μετοχικό σχήμα. Επίσης: τις μετοχικές ισορροπίες.

    Στην περίπτωση εξαγοράς τους με δήλωση των κατόχων τους υλοποιείται η προσδοκία/συμφωνία αποεπένδυσης κατά τους συμφωνηθέντες όρους και, ιδίως, χρόνο. Η εξασφάλιση του εισφέροντος τα κεφάλαια-κατόχου εξαγοράσιμων μετοχών επιτυγχάνεται, σε σημαντικό βαθμό, καθώς αντισυμβαλλόμενος του και υπόχρεος σε εκπλήρωση είναι η ίδια η εταιρεία. Για την περαιτέρω διασφάλιση της θέσης του  περαιτέρω διασφαλίσεις (λ.χ. προσωπικές εγγυήσεις και εμπράγματες ασφάλειες από τους λοιπούς μετόχους) δεν είναι δυνατόν, φυσικά, να αποκλειστούν.

     

    Ο υβριδικός τους χαρακτήρας

    Η δυνατότητα εξαγοράς τους είναι που, κατά κύριο λόγο, προσδίδει στις εξαγοράσιμες μετοχές τον υβριδικό τους χαρακτήρα. Παρουσιάζουν, ως μετοχές, χαρακτηριστικά ιδίων κεφαλαίων. Παρουσιάζουν ταυτόχρονα (και λόγω της δυνατότητας εξαγοράς τους) στοιχεία χρέους-ιδίως όταν στερούνται του δικαιώματος ψήφου. Διαφέρουν, ωστόσο, από τις περιπτώσεις ανάληψης χρέους, καθώς η εξαγορά τους προϋποθέτει ύπαρξη κερδών στην ΑΕ, μείωση του κεφαλαίου της ή έκδοση νέων μετοχών.

     

    Διαδικασία έκδοσης

    Η έκδοση των εξαγοράσιμων μετοχών προϋποθέτει καταστατική πρόβλεψη (άρ. 39 §1  εδ. α΄). Εκδίδονται όμως, αποκλειστικά, στο πλαίσιο (τακτικής ή έκτακτης) αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου-και όχι κατά την ίδρυση της ΑΕ. Είναι δυνατός ο περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης των παλαιών μετόχων. Ταυτόχρονα όμως, εφόσον θίγονται τυχόν δικαιώματα προνομιούχων μετόχων, απαιτείται έγκριση της συνέλευσής τους.

    Είναι δυνατή και η τροπή υφιστάμενων κοινών μετοχών σε εξαγοράσιμες μετοχές. Προϋποτίθεται, επίσης, σχετική καταστατική πρόβλεψη καθώς και απόφαση της ΓΣ-με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (39 §6). Επιβάλλεται η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων κατά την επιλογή των κοινών μετοχών, οι οποίες θα τραπούν σε εξαγοράσιμες. Να σημειωθεί, όμως, ότι η συγκεκριμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί τη χρηματοδότηση της ΑΕ αλλά την, υπό προϋποθέσεις, αποεπένδυση μετόχων της.

     

    Προϋποθέσεις και διαδικασία εξαγοράς

    Η δυνατότητα, βασικοί όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία εξαγοράς των εξαγοράσιμων μετοχών είναι αναγκαίο να καθορίζονται με σαφήνεια στο καταστατικό. Υφίσταται, κατά τα προαναφερθέντα, μεγάλη ευελιξία για την εξειδίκευσή τους από το αρμόδιο καταστατικό όργανο που αποφασίζει την έκδοσή τους. Το συγκεκριμένο όργανο είναι εκείνο που θα αποφασίσει, επομένως, την έκδοση εξαγοράσιμων (κοινών ή προνομιούχων) μετοχών με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου (25 §1) καθώς και τους επιμέρους όρους που τις αφορούν-ιδίως όσον αφορά τους όρους της εξαγοράς.

     

    Προϋποθέσεις εξαγοράς

    Η εξαγορά των συγκεκριμένων μετοχών είναι δυνατό να συνδέεται με την πάροδο συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Είναι όμως δυνατό να συναρτάται με μέλλοντα και αβέβαια γεγονότα (λ.χ.: μη εισαγωγή της εταιρείας σε οργανωμένη αγορά).

    Είναι επίσης δυνατό να επαπειλείται η ενεργοποίηση της εξαγοράς τους ως μέσο αποτροπής αντιεταιρικών ενεργειών και αποπομπής παρανομούντων μετόχων (λ.χ.: παραβίαση υποχρέωσης πίστης ή διενέργεια πράξεων ανταγωνισμού).

    Όσον αφορά, ειδικότερα, την τιμή εξαγοράς είναι δυνατό να είναι σταθερή ή συναρτώμενη με ορισμένες, εκ προοιμίου καθορισμένες, παραμέτρους (λ.χ. EBITDA).

    Για τις εξαγοράσιμες μετοχές, οι προϋποθέσεις εξαγοράς που θέτει ο νόμος (αρ. 39 §3) συμπεριλαμβάνονται η ύπαρξη (αρχικής ή επιγενόμενης) καταστατικής πρόβλεψης, η πλήρης εξόφληση των επικείμενων να εξαγοραστούν μετοχών, η τήρηση συγκεκριμένων κανόνων εξαγοράς και η τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας. Σε περίπτωση μη τήρησης οποιασδήποτε από τις, κατά το νόμο, προϋποθέσεις (εκτός από την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας) επέρχεται ακυρότητα.

    Όσον αφορά, ειδικότερα, την καταστατική πρόβλεψη είναι δυνατό να είναι αρχική ή επιγενόμενη-μπορεί μάλιστα να λάβει χώρα και με την απόφαση της ΓΣ, που θα αποφασίσει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με την έκδοση εξαγοράσιμων μετοχών.

    Η χρηματοδότηση

    Ιδιαίτερα σημαντικές προϋποθέσεις για τη διενέργεια της εξαγοράς είναι εκείνες που αφορούν τη χρηματοδότησή της. Προϋποτίθεται (άρ. 39 §3 εδ. γ΄) η ύπαρξη ποσών που είναι δυνατό να διανεμηθούν (κατ’ άρ. 159 και 160). Η εταιρική περιουσία, δηλαδή, η οποία επιστρέφεται στον μέτοχο των εξαγοράσιμων μετοχών, πρέπει να καταβάλλεται από τα αποθεματικά ή τα κέρδη της ΑΕ.

    Η εν λόγω εξαγορά, εναλλακτικά, είναι δυνατό να χρηματοδοτηθεί από το προϊόν νέας έκδοσης μετοχών, η οποία διενεργείται με το συγκεκριμένο (και μόνον) σκοπό. Το μετοχικό κεφάλαιο, στην περίπτωση αυτή, θα παραμείνει αμετάβλητο: θα λάβει χώρα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, η οποία θα καλύψει το «κενό» της αντίστοιχης μείωσης που θα επέλθει από την εξαγορά των εξαγοράσιμων μετοχών.

    Ως δεύτερη εναλλακτική της χρηματοδότησης της εξαγοράς είναι μέσω ποσών τα οποία απελευθερώνονται ύστερα από μείωση του κεφαλαίου (κατ’ άρ. 29 επ.): τα εν λόγω ποσά δεν θα επιστραφούν στους δικαιούχους μετόχους αλλά θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση της εξαγοράς.

    Δημιουργία αποθεματικού

    Είναι, κατά το νόμο (άρ. 39 §3 εδ δ’), αναγκαία η δημιουργία αποθεματικού ίσου με την ονομαστική αξία των μετοχών που προσδιορίζονται ως εξαγοράσιμες. Η συγκεκριμένη, όμως, προϋπόθεση  εφαρμόζεται, αποκλειστικά, στην περίπτωση που η εξαγορά συντελείται με χρήση διανεμητέων ποσών. Δεν εφαρμόζεται, αντίθετα, όταν η εξαγορά λαμβάνει χώρα «…με τη χρησιμοποίηση του προϊόντος νέας έκδοσης, η οποία πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξαγορά αυτή, ή ποσών που απελευθερώθηκαν με μείωση του κεφαλαίου» (άρ. 39 §3 περ. δ΄ in fine ν. 4548/2018).

    Τυχόν υπερτίμημα

    Το πρόσθετο ποσό που συμφωνείται να καταβληθεί στους μετόχους, πέραν του ποσού της τιμής εξαγοράς, πρέπει να καλύπτεται από κέρδη που είναι δυνατό να διανεμηθούν (άρ. 159 και 160). Εναλλακτικά, το ποσό αυτό μπορεί να καταβληθεί είτε με μείωση κεφαλαίου (άρ. 29 επ.) είτε από αποθεματικό, το οποίο, όμως, διαφέρει από το προαναφερόμενο αποθεματικό της περ. δ΄ του ίδιου άρθρου.

    Δημοσιότητα

    Ως τελευταία προϋπόθεση του νόμου τίθεται η υποβολή της εξαγοράς σε δημοσιότητα (άρ. 39 §3 περ. στ΄) η οποία, όμως, έχει δηλωτικό χαρακτήρα. Παράλειψή της δεν επιδρά στο κύρος της εξαγοράς.

     

    Η δήλωση εξαγοράς

    Η δήλωση εξαγοράς, αναφέρθηκε ήδη, ότι μπορεί να υποβληθεί είτε από την ΑΕ είτε από τον μέτοχο (άρ. 39 §1).

    Στην περίπτωση που η δήλωση διενεργείται από τον μέτοχο επιφέρει, υπό προϋποθέσεις, τα αποτελέσματά της (άρ. 39 §4). Αρχικά, θα πρέπει να πληρούνται οι όροι που προβλέπονται, τυχόν, στο καταστατικό. Η ΑΕ όμως, επιπρόσθετα, θα πρέπει να διαθέτει (κατά τον χρόνο που η ΑΕ λαμβάνει τη δήλωση εξαγοράς του μετόχου) επαρκή (για την ικανοποίηση της δήλωσης) ποσά από εκείνα που επιτρέπεται να διανεμηθούν (κατ’ αρ. 159 και 160). Σε διαφορετική περίπτωση, η δήλωση του μετόχου δεν παράγει αποτελέσματα (άρ. 39 §4 in fine).

    Εφόσον η δήλωση εξαγοράς λάβει χώρα και η διαδικασία εξαγοράς ολοκληρωθεί με την καταβολή του αντιτίμου εξαγοράς, επέρχονται οι έννομες συνέπειές της. Ο κάτοχος των εξαγοράσιμων μετοχών χάνει, στην περίπτωση αυτή, τη μετοχική του ιδιότητα και οι εξαγοραζόμενες μετοχές επιστρέφουν στην ΑΕ ως ίδιες (άρ. 39 §5). Η ολοκλήρωση της διαδικασίας εξαγοράς, επομένως, δεν θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

     

    Η αξιοποίηση του θεσμού (και επιμέρους ευχερειών) των εξαγοράσιμων μετοχών αποτελεί ένα, ακόμα, βέλος στη φαρέτρα της επιχείρησης για την επίτευξη της χρηματοδότησής της. Περαιτέρω: Η αξιοποίηση της ευχέρειας για μετατροπή υφιστάμενων μετοχών σε εξαγοράσιμες αποτελεί μέσο απόδοσης στους μετόχους (τμήματος ή του όλου) της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ.

    Η βέλτιστη αξιοποίηση των πολλαπλών ευχερειών του συγκεκριμένου θεσμού συναρτάται (και πρέπει να συναρτάται) με τα εκάστοτε δεδομένα, τις ανάγκες και επιλογές της επιχείρησης˙ προεχόντως: των μετόχων πλειοψηφίας.

    Πεδίον δόξης, κατά τούτο, λαμπρόν.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Ιουλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οι προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές

    Μας απασχόλησαν, ήδη, οι μετοχές της ΑΕ, η λειτουργία και η αξία τους. Επίσης: τα εξ αυτών δικαιώματα και οι υποχρεώσεις. Μας απασχόλησαν επίσης οι κοινές, οι ονομαστικές και οι άυλες μετοχές, η υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους. Στο παρόν θα μας απασχολήσει μια (πολυεπίπεδα) ενδιαφέρουσα κατηγορία μετοχών: οι προνομιούχες.

     

    Προνομιούχες μετοχές: Έννοια και σκοπός

    Οι προνομιούχες μετοχές (άρ. 38 του ν. 4548/2018) είναι εκείνες που (κατ’ απόκλιση από την αρχή της ισότητας που διέπει τις μετοχές-άρ. 36 §1), παρέχουν περισσότερα, έναντι των κοινών, περιουσιακά δικαιώματα και προνόμια στους κατόχους τους.

    Οι καταθέσεις σε τράπεζες και οι επενδύσεις σε τραπεζικά προϊόντα δεν αποτελεί, πλέον, προσοδοφόρα τοποθέτηση. Ασφαλείς τοποθετήσεις (οι οποίες θα δικαιολογούσαν μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια) δεν υφίστανται. Διερευνώνται, από μακρού χρόνου, διαφορετικές -έστω και περισσότερο «επιθετικές»- εναλλακτικές. Μεταξύ αυτών: και η συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ-μέσω προνομιούχων μετοχών.

    Η ΑΕ, από την άλλη πλευρά, είναι σε θέση να προσφέρει, μέσω των προνομιούχων μετοχών, τα -κατά περίπτωση- κατάλληλα κίνητρα προκειμένου να προσελκύσει κεφάλαια. Επιτυγχάνει, με τον τρόπο αυτό, τη χρηματοδότησή της, χωρίς την υποχρέωση επιστροφής κεφαλαίου και (κατά κανόνα) τόκων-όπως, υπό φυσιολογικές συνθήκες-σε περίπτωση δανεισμού, θα όφειλε να πράξει.

     

    Οι προνομιούχες μετοχές και τα οφέλη της ΑΕ

    Ακόμα κι αν το συμφωνημένο «αντάλλαγμα» για τον κάτοχο προνομιούχων μετοχών είναι ο τόκος, υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις από μια, αντίστοιχου ύψους, χρηματοδότηση με τη μορφή του απλού ή ομολογιακού δανείου. Μεταξύ αυτών: η καταβολή τόκου στον μέτοχο-κάτοχο προνομιούχων μετοχών αποτελεί για την ΑΕ (εκπεστέα από τα έσοδα) δαπάνη, σε αντίθεση με τα κέρδη που διανέμει.

    Οι προνομιούχες μετοχές διευρύνουν την κεφαλαιακή βάση της ΑΕ, βελτιώνουν τους χρηματοοικονομικούς της δείκτες και την  πιστοληπτική  της ικανότητα. Ο πιστωτικός κίνδυνος του επόμενου χρηματοδότη θα είναι (εξ αντικειμένου) περισσότερο απομειωμένος: η κεφαλαιακή βάση και χρηματοοικονομικοί δείκτες της ΑΕ θα είναι περισσότερο βελτιωμένοι. Αναπόδραστη συνέπεια θα αποτελεί η ευχερέστερη εξεύρεση (νέων και φθηνότερων) χρηματοδοτήσεων-στη βάση της λογικής της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου. Θα καταστεί, για τους ίδιους λόγους, περισσότερο ελκυστική για υποψήφιους-νέους επενδυτές.

     

    Η διαδικασία έκδοσης των προνομιούχων μετοχών

    Η έκδοση προνομιούχων μετοχών προϋποθέτει αρχική (ή επιγενόμενη) καταστατική πρόβλεψη. Η σχετική απόφαση (εφόσον πρόκειται για τροποποίηση του καταστατικού) λαμβάνεται από τη ΓΣ με τη συνήθη απαρτία και πλειοψηφία. Στην περίπτωση, όμως, της έκδοσης προνομιούχων μετοχών μέσω της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ απαιτείται σχετική απόφαση της ΓΣ: λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 130 §§3 και 4 και άρ. 132 §2). Κι ας μην ξεχνάμε πως οι συγκεκριμένες αποφάσεις (τροποποίηση καταστατικού και απόφαση αύξησης του κεφαλαίου είναι δυνατό να συνυπάρξουν στην ίδια ΓΣ (άρ. 4 §5). Σε περίπτωση που προϋπάρχουν προνομιούχοι μέτοχοι στην ΑΕ (προ)απαιτείται (αρ. 25 §§3 και 4 και 25 §1) εγκριτική απόφαση της συνέλευσής τους αλλά και άσκηση του δικαιώματος προτίμησής τους.

    Δυνατή είναι, επίσης, η μετατροπή κοινών μετοχών σε προνομιούχες -χωρίς αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ- επιφυλασσομένης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων (άρ. 38 §7). Και στην περίπτωση, όμως, αυτή απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία της ΓΣ που θα λάβει τη σχετική απόφαση.

     

    Τα προνόμια

    1. Η μερική ή ολική απόληψη του διανεμόμενου μερίσματος, πριν τις κοινές μετοχές.
    2. Η προνομιακή απόδοση εισφοράς των δικαιούχων των μετοχών από το προϊόν μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου ή το προϊόν εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής αυτών στα υπέρ το άρτιο ποσά, τα οποία είχαν τυχόν καταβληθεί.
    • Η καταβολή σωρευτικού μερίσματος (κι ως τέτοιου νοούνται τα μερίσματα προηγούμενων εταιρικών χρήσεων τα οποία δεν καταβλήθηκαν στους προνομιούχους μετόχους εξαιτίας της μη διανομής κερδών).
    1. Η καταβολή σταθερού μερίσματος ή η μερική, μόνον, συμμετοχή στα κέρδη της εταιρείας.
    2. Η απόληψη τόκου, είτε με παράλληλη πρόβλεψη της προϋπόθεσης περί μη συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είτε χωρίς σχετική πρόβλεψη.

     

    Το δικαίωμα ψήφου

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατό να εκδοθούν με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου. Στην περίπτωση έκδοσής τους χωρίς δικαίωμα ψήφου, δεν προσμετρώνται στην απαρτία και πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης της ΓΣ. Η ονομαστική τους αξία λαμβάνεται υπόψη, όμως, στην άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας. Περιορισμός ως προς τον αριθμό των προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ δεν υφίσταται. Να θυμίσουμε μόνον ότι είναι, σε κάθε περίπτωση, αναγκαία η ύπαρξη μιας, έστω, κοινής μετοχής στην ΑΕ (άρ. 37 §2).

    Είναι, επίσης, δυνατή η έκδοση προνομιούχων μετοχών με περιορισμένο δικαίωμα ψήφου (για ορισμένα, μόνον, θέματα που προσδιορίζονται στο καταστατικό της ΑΕ-άρ. 37 §4).

     

    Οι μετατρέψιμες προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατό να εκδοθούν ως μετατρέψιμες σε κοινές ή προνομιούχες άλλης κατηγορίας (άρ. 38 §3), στη βάση σχετικής (αρχικής ή επιγενόμενης) καταστατικής πρόβλεψης. Το καταστατικό πρέπει να ορίζει τους όρους και προθεσμίες αλλά και την υποχρεωτικότητα (ή μη) της μετατροπής. Το δικαίωμα μετατροπής είναι δυνατό να προβλεφθεί, για πρώτη φορά, με την απόφαση της ΓΣ για την έκδοση των προνομιούχων μετοχών (άρ. 38 §3). Στην περίπτωση επιγενόμενης της έκδοσής τους απόφασης, απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία τόσο από τη ΓΣ των κατόχων κοινών μετοχών όσο και από εκείνη των προνομιούχων (άρ. 38 §8 εδ. α΄ και β΄).

     

    Κατάργηση ή περιορισμός των προνομίων

    Η ολοσχερής κατάργηση των προνομίων των προνομιούχων μετοχών οδηγεί στη μετατροπή τους σε κοινές. Περιορισμός τους λαμβάνει χώρα στην περίπτωση που ένα από τα περισσότερα προνόμια καταργείται ή περιορίζεται καθώς και όταν εκδίδονται νέες προνομιούχες. Προϋποτίθεται, σε κάθε τέτοια περίπτωση, απόφαση της ιδιαίτερης συνέλευσης των προνομιούχων μετόχων που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

     

    Το «Way Out» της επένδυσης

    Η δυνατότητα ρευστοποίησης της επένδυσης αποτελεί σημαντική παράμετρο για την επιλογή της. Κι όταν ως επένδυση επιλεγεί η κτήση προνομιούχων μετοχών, είναι δυνατό να την καταστήσουμε περισσότερο ελκυστική με τη ταυτόχρονη έκδοσή τους ως εξαγοράσιμων: ως ένα, επιπρόσθετο-δηλ., «προνόμιο». Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, ο χρόνος και τρόπος ρευστοποίησης της επένδυσης θα είναι εκ των προτέρων καθορισμένος όπως, εξάλλου, και το συνολικό-τελικό όφελος του επενδυτή.

     

    Η έκδοση προνομιούχων μετοχών αποτελεί, συχνά, μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιλογή τόσο για την ΑΕ όσο και για τον επενδυτή. Η πρώτη, μέσω αυτών, προσελκύει επενδυτικά κεφάλαια, ενισχύει την κεφαλαιακή της βάση, αυξάνει την πιστοληπτική της ικανότητα, γίνεται περισσότερο ελκυστική σε υποψήφιους επενδυτές. Η κατοχή προνομιούχων μετοχών, από την άλλη, αποτελεί μια εναλλακτική (και, συχνά, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα) επενδυτική επιλογή. Η προσθήκη (ή μη) δικαιώματος ψήφου είναι δυνατό να ικανοποιήσει επιμέρους ανάγκες κι επιλογές των εμπλεκομένων προσώπων. Στην περίπτωση, μάλιστα, που οι προνομιούχες μετοχές συμφωνηθούν εξαγοράσιμες το σχήμα είναι δυνατό να καταστεί περισσότερο ελκυστικό, τόσο για τους υφιστάμενους όσο και για τους νέους μετόχους. Περί αυτών όμως σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Ιουλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Έκδοση Μετοχών: Κοινές, Ονομαστικές και Άυλες

    Έκδοση Μετοχών: Κοινές, Ονομαστικές και Άυλες

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις μετοχές, τη λειτουργία και την αξία τους. Επίσης: με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

    Στο παρόν, θα μας απασχολήσει η έκδοσή τους. Θα μας απασχολήσουν, ειδικότερα, οι κοινές, οι ονομαστικές και οι άυλες μετοχές, η υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους.

     

    Οι Κοινές Μετοχές

    Οι μετοχές που εκδίδει μια ΑΕ ανήκουν, κατά το νόμο (άρ. 37 ν. 4548/18), στην κατηγορία των κοινών μετοχών-εφόσον όμως δεν εμπίπτουν σε οποιαδήποτε άλλη (:προνομιούχες, εξαγοράσιμες και αποσβεσμένες-κατά την Αιτ. Έκθεση της εν λόγω διάταξης).

    Η ΑΕ απαιτείται να έχει μία, τουλάχιστον, κοινή μετοχή (άρ. 37 §2).   Πρόκειται για πρόβλεψη που τέθηκε, το πρώτον, με το ν. 4548/2018. Υπό το προϊσχύσαν, αντίθετα, καθεστώς, υφίσταντο ποσοτικοί περιορισμοί, που αφορούσαν την έκδοση προνομιούχων και εξαγοράσιμων μετοχών (άρ. 4 ν. 876/1979). Οι εν λόγω περιορισμοί καταργήθηκαν, ωστόσο, με τη θέση σε ισχύ του ν. 4548/2018.

    Οι κοινές μετοχές παρέχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπει ο νόμος (άρ. 37 §3). Εκτός εκείνων, φυσικά, που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες μετοχών. Σε κάθε περίπτωση, όμως, παρέχουν δικαίωμα ψήφου καθώς και δικαίωμα απόληψης των κερδών και του προϊόντος της εκκαθάρισης της εταιρείας.

     

    Η Τιμή Έκδοσης των Μετοχών

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε, μεταξύ άλλων, στην ονομαστική αξία της μετοχής (0,04€-100€). Η τιμή έκδοσής της, αντίθετα, διαμορφώνεται, καταρχήν, ελεύθερα από την ΑΕ. Δεν είναι επιτρεπτή, όμως (άρ. 35 §2), η έκδοση μετοχών σε τιμή κατώτερη του αρτίου (σε τιμή, δηλ., που υπολείπεται της ονομαστικής τους αξίας). Τούτο είναι εύλογο, καθώς σε περίπτωση έλλειψης της σχετικής πρόβλεψης δεν θα καταβάλλονταν το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου.

    Είναι δυνατή, αντίθετα, η έκδοση μετοχών σε τιμή μεγαλύτερη της ονομαστικής τους αξίας: η έκδοσή τους, δηλ., υπέρ το άρτιο (άρ. 35 §3). Σε κάποιες, μάλιστα, περιπτώσεις η υπέρ το άρτιο έκδοση μετοχών αξιολογείται ως επιβεβλημένη. Σε κάποιες περιπτώσεις αύξησης, λ.χ., του μετοχικού κεφαλαίου, ο μέτοχος είναι ενδεδειγμένο να καταβάλλει αντίτιμο και για την υπεραξία που έχει αποκτήσει η ΑΕ. Διαφυλάσσεται, εξάλλου, με τον τρόπο αυτό, η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων.

    Τα υπέρ το άρτιο ποσά συνιστούν στοιχείο της καθαρής θέσης της ΑΕ (άρ. 26 §1, περ. α1 και υποδείγματα Παρ. Β΄). Ανήκουν μεν στο «καταβλημένο κεφάλαιο», δεν θα πρέπει, ωστόσο, να συγχέονται με το μετοχικό κεφάλαιο: αποτελούν συμπληρωματικό κεφάλαιο, η ύπαρξη του οποίου θεμελιώνει υποχρέωση καταβολής φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου (113/2009 ΝΣΚ, 1044/03.02.2014 ΠΟΛ).

    Τα υπέρ το άρτιο ποσά δεν μπορούν να διατεθούν για πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών (άρ. 35 §3 ν. 4548/2018). Είναι δυνατό, ωστόσο, (α) να κεφαλαιοποιηθούν ή (β) να συμψηφισθούν προς απόσβεση ζημιών της ΑΕ, κατόπιν απόφασης της ΓΣ (άρ. 35 §3).

    Η δυνατότητα συμψηφισμού του υπέρ του αρτίου ποσού με την απόσβεση ζημιών είναι επικουρική (Αιτ. Έκθεση άρ. 49§4 ν. 4587/2018, που τροποποίησε την §3 του άρθρου 35 ν. 4548/2018). Τούτο σημαίνει ότι το ως άνω ποσό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την απόσβεση ζημιών, εφόσον η ΑΕ δεν διαθέτει αποθεματικά ή άλλη κονδύλια που μπορούν, καταρχάς, να χρησιμοποιηθούν για τον ως άνω σκοπό.

    Σε περίπτωση μερικής καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου, εφόσον προβλέπεται έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, η διαφορά καταβάλλεται ολόκληρη, εφάπαξ, κατά την καταβολή της πρώτης δόσης (άρ. 21 §3, περ. β΄, εδ. β΄).

     

    Έκδοση μετοχών: Ονομαστικές Μετοχές & Κατάργηση των Ανωνύμων

    Η ΑΕ υποχρεούται να εκδίδει, αποκλειστικά, ονομαστικές μετοχές (άρθρ. 40 §1). Οι ανώνυμες μετοχές καταργήθηκαν ήδη (από 1.1.2020).

    Οι λόγοι κατάργησης των ανώνυμων μετοχών είναι αρκετοί (βλ. Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018). Αρχικά: η κατάργηση των ανώνυμων μετοχών αποσκοπεί σε ρυθμιστική απλοποίηση, καθώς ισχύουν, πλέον, ενιαίοι κανόνες για τις μετοχές της ΑΕ˙ δεν υφίσταται, πλέον, διάκριση ως προς τις ονομαστικές και τις ανώνυμες.

    Άλλωστε, η συγκεκριμένη διάκριση και το πλεονέκτημα των ανώνυμων μετοχών ως προς την ευχερέστερη μεταβίβασή τους είχαν, ήδη, σχετικοποιηθεί. Ως προς τις εισηγμένες μετοχές, εφαρμόζονταν (και πριν τη θέσπιση του ν. 4548/2018) οι ίδιες, ενιαίες, διατάξεις για τη μεταβίβαση των μετοχών-ονομαστικών (η συντριπτική, τότε, πλειονότητα) και ανωνύμων (περίπου δέκα κατά τη θέσπιση του νόμου). Επίσης, η εθνική έννομη τάξη περιείχε κανόνες δικαίου, και ιδίως, κανόνες φορολογικού δικαίου, οι οποίοι επέβαλλαν την κατάρτιση εγγράφου και για τη μεταβίβαση των ανώνυμων μετοχών.

    Περαιτέρω, η κατάργηση των ανώνυμων μετοχών αποτελεί το πλέον δραστικό μέτρο και απλούστερο μέσο για την αποφυγή των κινδύνων που αυτές επιφυλάσσουν λόγω ακριβώς της ανωνυμίας τους. Τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των εργασιών τους έχουν, από μακρού χρόνου, ζητήσει από τα κράτη-μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι ανώνυμες μετοχές δεν θα αποτελέσουν μέσο καταχρηστικών πρακτικών (λ.χ. ξέπλυμα βρώμικου χρήματος).

    Επισημαίνεται ότι η Ελλάδα έχει ενσωματώσει στην εθνική έννομη τάξη την 2015/849/ΕΕ Οδηγία σχετικά µε την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση με εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας με τον ν. 4557/2018. Η περαιτέρω αναφορά στον νόμο αυτό εκφεύγει του περιεχομένου του παρόντος. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η παράλληλη επεξεργασία του προαναφερόμενου νόμου και του νέου νόμου των ΑΕ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για την επιλογή του απλούστερου μέτρου της κατάργησης των ανώνυμων μετοχών.

     

    Υποχρέωση Έκδοσης Μετοχικών Τίτλων

    Η σημασία των μετοχών είναι πολυσήμαντη. Με τον όρο μετοχή νοείται, μεταξύ άλλων, ο τίτλος στον οποίο ενσωματώνεται η μετοχική σχέση.

    Ειδικότερα, η ΑΕ υποχρεούται να εκδώσει και να παραδώσει στους μετόχους μετοχικούς τίτλους (άρ. 40 §3). Μάλιστα, υπό το ισχύον καθεστώς, εκδίδονται μόνον οριστικοί και όχι προσωρινοί μετοχικοί τίτλοι. Με τη διενέργεια της έκδοσης και παράδοσης των μετοχικών τίτλων επιφορτίζεται το ΔΣ. Το τελευταίο (ΔΣ) ενεργεί εντός των ορίων των τυχόν ειδικότερων προβλέψεων του καταστατικού της ΑΕ. Αντίστοιχα, υπέρ των μετόχων γεννάται αξίωση προς την ΑΕ για έκδοση και παράδοση των μετοχικών τίτλων.

    Προβλέπεται, επίσης, ρητά ότι οι μετοχικοί τίτλοι είναι δυνατό να είναι απλοί ή πολλαπλοί. Στους πολλαπλούς μετοχικούς τίτλους ενσωματώνονται περισσότερες μετοχικές σχέσεις και, αντίστοιχα, περισσότερα μετοχικά δικαιώματα. Ακριβώς το γεγονός αυτό, όμως, ενδέχεται να καθιστά δυσχερέστερη την εμπορευσιμότητά τους. Ωστόσο, ο νόμος θεσπίζει ρητά την υποχρέωση της ΑΕ να αντικαταστήσει τυχόν υπάρχοντες πολλαπλούς τίτλους με νέους, οι οποίοι ενσωματώνουν μικρότερο αριθμό μετοχών-εφόσον υπάρξει σχετική αίτηση.

    Η έκδοση μετοχικών τίτλων επιτελεί νομιμοποιητικό ρόλο αφενός για τους μετόχους αφετέρου για την ΑΕ. Ωστόσο, όπως, ήδη, επισημάναμε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, η έκδοση αυτών έχει απλώς δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα. Ήτοι αποτελεί προηγούμενη υποχρέωση της θεμελίωσης της μετοχικής σχέσης.

    Το καταστατικό μπορεί να αποκλείει ή να περιορίζει την υποχρέωση της ΑΕ να εκδίδει μετοχικούς τίτλους (άρ. 40 §4, εδ. α΄). Στην περίπτωση αυτή, η σχετική καταστατική ρήτρα ορίζει τον τρόπο απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας (άρ. 40 §4, εδ. β΄). Σε περίπτωση έλλειψής της, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας γίνεται, τότε, βάσει των στοιχείων του βιβλίου μετόχων. Επικουρικά και εφόσον το βιβλίο μετόχων καταλείπει αμφιβολίες ή δεν έχει τηρηθεί ορθά, βάσει εγγράφων που κατέχει ο μέτοχος (άρ. 40 §4 in fine).

    Το Βιβλίο Μετόχων

    Η τήρηση του βιβλίου μετόχων συνιστά υποχρέωση της ΑΕ σε κάθε περίπτωση (άρ. 40 §2 εδ. α΄). Ο νόμος, μάλιστα, προβαίνει σε ρητή απαρίθμηση των στοιχείων των μετόχων που το βιβλίο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει. Πρόκειται για: (α) το ονοματεπώνυμο ή την εταιρική τους επωνυμία, (β) τη διεύθυνση ή την έδρα τους, (γ) το επάγγελμα, (δ) την εθνικότητα, (ε) τον αριθμό των μετοχών που κατέχουν και (στ) την κατηγορία των μετοχών αυτών (άρ. 40 §2 εδ. β΄ και γ΄). Επίσης, (ζ) τα στοιχεία της (ενδεχόμενης) μεταβίβασής τους (άρ. 41 §2).

    Ο νόμος δεν προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία τήρησης του βιβλίου μετόχων. Παρέχει, όμως, τη δυνατότητα, μέσω καταστατικής πρόβλεψης, να τηρείται ηλεκτρονικά. Εναλλακτικά: από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων, από πιστωτικό ίδρυμα ή από επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, που έχουν το δικαίωμα να φυλάσσουν χρηματοπιστωτικά μέσα. Εφόσον δεν υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη διατηρείται ο κανόνας της έγχαρτης τήρησής του.

    Το βιβλίο μετόχων παρέχει μείζονος σημασίας διευκολύνσεις ως προς την απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας. Φέρει την αποδεικτική ισχύ των εμπορικών βιβλίων (άρ. 444 αριθμ. 1 ΚΠολΔ). Η αποδεικτική του σημασία, μάλιστα, αναδεικνύεται από τον ίδιο τον νόμο: ως μέτοχος, έναντι της εταιρείας, θεωρείται ο εγγεγραμμένος στο εν λόγω βιβλίο (άρ. 40 παρ. 2 in fine). Σαφώς, όμως, υπό την προϋπόθεση της ορθής τήρησής του, άλλως, απεκδύεται της αποδεικτικής του δύναμης.

    Τυχόν μη (ορθή) τήρηση στην ΑΕ του βιβλίου μετόχων επιφέρει δυσμενείς έννομες συνέπειες. Πρόκειται, καταρχάς, για φορολογική παράβαση, η οποία επισύρει πρόστιμο. Παράλληλα η μη (ορθή) τήρηση του ενδέχεται να θεμελιώσει αστική ευθύνη της ΑΕ έναντι τρίτων. Ενδεχομένως, και προσωπική ευθύνη των μελών του ΔΣ, τα οποία επιφορτίζονται με την τήρησή του (71 ΑΚ).

     

    Έκδοση μετοχών: Άυλες Μετοχές

    Η περίπτωση για την μη έκδοση μετοχών δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση ύπαρξης άυλων μετοχών. Στην τελευταία περίπτωση υφίστανται μεν μετοχές, πρόκειται όμως για μετοχές που εκδίδονται και τηρούνται σε λογιστική μορφή.

    Η υποχρέωση αποϋλοποίησης των μετοχών είχε καταστεί υποχρεωτική για τις εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ΑΕ, ήδη, με τον ν. 2396/1996. Στην βάση της αποϋλοποίησης, οι μετοχές δεν είναι έγχαρτες. Αντίθετα, καταχωρίζονται με λογιστική μορφή και παρακολουθούνται σε ηλεκτρονικό αρχείο, σε μητρώο κινητών αξιών (λ.χ. στο ΣΑΤ, στην περίπτωση του ΧΑ). Σκοπός της συγκεκριμένης υποχρέωσης,  είναι η ασφάλεια και η μείωση του κόστους συναλλαγών καθώς και η ταχύτερη και απλούστερη μεταβίβαση των μετοχών αυτών.

    Η έκδοση άυλων μετοχών καθίσταται δυνατή, ήδη, και για τις μη εισηγμένες ΑΕ.

    Οι μετοχές της ΑΕ είναι δυνατό να τηρούνται σε λογιστική μορφή, όχι μόνον ύστερα από αποϋλοποίηση, αλλά και κατόπιν ακινητοποίησης (και για τις δύο περιπτώσεις: άρ. 40 §5 ν. 4548/2018 και Κανονισμός (ΕΕ) 909/2014). Με τον όρο ακινητοποίηση καλείται η πράξη συγκέντρωσης των υλικών τίτλων σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων, ώστε το σύνολο των μεταφορών που θα ακολουθήσουν, να δύναται να πραγματοποιηθούν  με λογιστική εγγραφή. Το καταστατικό της ΑΕ πρέπει να προβλέπει τον, εκ των ανωτέρω δύο, ειδικότερο τρόπο έκδοσης και τήρησης των μετοχών της σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων.

    Σε περίπτωση μετοχών που έχουν εκδοθεί σε λογιστική μορφή, μέτοχος έναντι της εταιρείας θεωρείται (άρ. 40 §6) όχι μόνον ο εγγεγραμμένος στο μητρώο κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, αλλά και ο ταυτοποιούμενος ως τέτοιος μέσω των εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών.

     

    Οι μετοχές αποτελούν, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, τους πλέον συνήθεις και σημαντικούς τίτλους από εκείνους που εκδίδει η ΑΕ. Εξ αυτών, περισσότερο σημαντικές και αναγκαίες: οι κοινές. Άλλες διακρίσεις/διασαφήσεις και πρόνοιες του νόμου (λ.χ. ονομαστικές και άυλες μετοχές, υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους) καθιστούν ευχερέστερη την κατανόηση της, κατά το νόμο, λειτουργίας τους και, αυτονοήτως, την βέλτιστη επιχειρηματική αξιοποίησή τους. Περί αυτής, εξάλλου, και η επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 26 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Μετοχές: Έννοια, Αξία, Δικαιώματα και Υποχρεώσεις

    Μετοχές: Έννοια, Αξία, Δικαιώματα και Υποχρεώσεις

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στους τίτλους, που δικαιούται να εκδώσει η ΑΕ-στο πλαίσιο (και) της χρηματοδότησής της. Μεταξύ αυτών και οι (περισσότερο γνωστές και σε όλους μας οικείες) μετοχές. Κάποιες ενότητές τους θα μας απασχολήσουν στο παρόν. Μεταξύ αυτών: η έννοια και η αξία τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών τους.

     

    Η Έννοια Της Μετοχής

    Την έννοια της μετοχής προσδιορίσαμε, ήδη, ως «πολυσήμαντη!». Και τούτο γιατί, όπως γίνεται δεκτό από τη νομολογία, ο όρος μετοχή δηλώνει: (α) «…το μερίδιο του εταιρικού κεφαλαίου». Επίσης, (β) «…το δικαίωμα συμμετοχής στην εταιρία». Τέλος, (γ) «…τον τίτλο στο οποίο ενσωματώνεται το δικαίωμα αυτό» (ενδ. 1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, 4968/1993 ΕφΑθ). Ειδικότερα:

    Τμήμα/Μερίδιο Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Διαπιστώσαμε, ήδη-στην προαναφερθείσα αρθρογραφία μας, πως ως μετοχή νοείται, κατ’ αρχάς, ένα τμήμα/μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου. Το τελευταίο (:μετοχικό κεφάλαιο) της ΑΕ, διαιρείται σε ισότιμα, τέτοια, μερίδια. Το άθροισμα της ονομαστικής τους αξίας είναι που συναπαρτίζει το μετοχικό κεφάλαιο (άρ. 1 §1, εδ. β΄ και 34, εδ. α΄ ν. 4548/2018).

    Μετοχική Σχέση

    Ως τέτοια νοείται η έννομη σχέση που συνδέει τον μέτοχο με την ΑΕ. Η μετοχική σχέση, κατά τη νομολογία, αρχίζει να υφίσταται αφότου η εταιρία αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Έκτοτε, και μόνον, είναι δυνατό να λάβει χώρα η μεταβίβασή της.

    Η μετοχική ιδιότητα αποκτάται, πρωτότυπα, με την ανάληψη μιας, τουλάχιστον, μετοχής κατά την ίδρυση της ΑΕ ή στο πλαίσιο αύξησης μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση νέων μετοχών˙ πριν την καταβολή, μάλιστα, του κεφαλαίου. Αποκτάται, εναλλακτικά, κατά τρόπο παράγωγο-με μεταβίβαση «εν ζωή ή αιτία θανάτου» (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ).

    Η μετοχική ιδιότητα παύει για λόγους που ανάγονται: (α) στο πρόσωπο του μετόχου (λ.χ. μεταβίβαση μετοχών, άσκηση δικαιώματος εξαγοράς από τον μέτοχο), (β) στην ίδια την ΑΕ (λ.χ. ακύρωση μετοχών λόγω μη καταβολής εισφορών, άσκηση δικαιώματος εξαγοράς από την ΑΕ) ή (γ) σε άλλους λόγους (λ.χ. ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της ΑΕ).

    Η δημιουργία της μετοχικής σχέσης συνδέεται με τη θέσπιση συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

     

    Δικαιώματα Από Τη Μετοχική Σχέση

    Από την μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα διοίκησης αλλά και περιουσιακά όμοια:

    Δικαιώματα Διοίκησης

    Ο μέτοχος δικαιούται να συμμετέχει και να ψηφίζει στη ΓΣ, η οποία (δικαιούται να) αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση, σύμφωνα με το νόμο (άρ. 116). Ο μέτοχος, με τον τρόπο αυτό, συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων αναφορικά με τα περισσότερο σημαντικά, κατά το νόμο και το καταστατικό, εταιρικά ζητήματα (βλ. σχετικά άρ. 130 §3). Επίσης: να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Ελάχιστη διασφάλιση του μετόχου συνιστούν τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας.

    Ενδέχεται, ωστόσο, κάποιοι μέτοχοι να στερούνται του δικαιώματος ψήφου (λ.χ.: κάτοχοι προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου). Οι συγκεκριμένοι μέτοχοι προσβλέπουν στα, κατά περίπτωση, περιουσιακά δικαιώματα.

    Περιουσιακά Δικαιώματα

    Κύρια, μεταξύ αυτών, τα δικαιώματα συμμετοχής: (α) στα κέρδη και (β) στο προϊόν της εκκαθάρισης. Παρά το γεγονός όμως ότι ο μέτοχος διατηρεί, λόγω της ιδιότητάς του, τις συγκεκριμένες χρηματικές αξιώσεις κατά της ΑΕ, δεν καθίσταται, εκ του λόγου αυτού, δανειστής της.

    Ειδικά όμως όσον αφορά το δικαίωμα προτίμησης: έχει μικτό χαρακτήρα, καθώς εμπίπτει και στις δύο, προαναφερθείσες, κατηγορίες μετοχικών δικαιωμάτων (ενδ. 3403/2006 ΕφΑθ)-βλ. και προηγούμενη αρθρογραφία μας.

     

    Υποχρεώσεις Από Τη Μετοχική Σχέση

    Μοναδική υποχρέωση του μετόχου, που απορρέει από τη μετοχική σχέση, φαίνεται πως είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο, η καταβολή εισφοράς: κατά την ίδρυση της ΑΕ ή την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου. Ωστόσο, η αρχή αυτή φαίνεται να διασπάται από την ύπαρξη επιπρόσθετων υποχρεώσεων (λ.χ. φορολογικών ή/και εκείνων που ανακύπτουν από την άρση της νομικής αυτοτέλειας της ΑΕ). Επίσης από την υποχρέωση πίστης αλλά κι εκείνη της μη καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων Διοίκησης. Αναλυτικότερα:

    Υποχρέωση Μη Καταχρηστικής Άσκησης Δικαιωμάτων Διοίκησης

    Ο μέτοχος υποχρεούται να μην προβαίνει σε καταχρηστική άσκηση των δικαιωμάτων του. Η άσκηση του δικαιώματος ψήφου είναι μεν ελεύθερη, απαγορεύεται όμως (κατ’ άρθρο 281 ΑΚ) όταν ασκείται καταχρηστικά. Δεν δικαιούται, δηλ., ο πλειοψηφών μέτοχος να λαμβάνει αποφάσεις αποσκοπώντας σε βλάβη της μειοψηφίας. Στο πλαίσιο αυτό, τυχόν καταχρηστική ψήφος του μετόχου πάσχει από ακυρότητα. Κατ’ επέκταση, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 137), και η σχετική απόφαση της ΓΣ είναι ακυρώσιμη. Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τα δικαιώματα μειοψηφίας.

    Υποχρέωση Πίστης

    Τον μέτοχο βαρύνει η (σημαντική αν και από μερίδα νομικών αμφισβητούμενη) υποχρέωση πίστης-τόσο προς την ΑΕ όσο και προς τους λοιπούς μετόχους (432/2016 ΑΠ). Το περιεχόμενό της αναφέρεται στην υποχρέωση του μετόχου να μην εκμεταλλεύεται την ιδιότητα και την επιρροή του, προκειμένου να προκαλέσει βλάβη/ζημία στην ΑΕ ή/και στους λοιπούς μετόχους.

     

    Τίτλος

    Η μετοχική ιδιότητα ενσωματώνεται, όπως ήδη αναφέραμε, στη μετοχή. Υπό την έννοια αυτή, η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο (άρ. 34, εδ. β΄ ν. 4548/2018). Ο εν λόγω τίτλος, ανήκει στην κατηγορία των αξιογράφων, που εγχαρτώνουν το μετοχικό δικαίωμα (1053/2012 ΜονΠρωτΡοδ)˙ δεν ενσωματώνουν, δηλ., χρηματική απαίτηση.

    Όπως και ανωτέρω αναφέρθηκε, η μετοχική σχέση αρχίζει να υφίσταται αφότου η εταιρία αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Όχι, δηλαδή, από την έκδοση των μετοχών, η οποία δεν είναι υποχρεωτική για την ΑΕ. Τούτο σημαίνει ότι η έκδοση των τίτλων έχει δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ).

    Σε κάθε περίπτωση, όπως προβλέπεται ρητά, οι μετοχές της ΑΕ μπορεί να είναι άυλες, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 34 in fine ν. 4548/2018).

     

    Η Αξία Της Μετοχής

    Οι μετοχές εμπεριέχουν αξία, η οποία αποτελεί αντανάκλαση της αξίας της εταιρικής περιουσίας. Η αξία έχει διαφορετικό, κατά περίπτωση, περιεχόμενο (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, με περαιτέρω παραπομπή σε Νισυραίο, Δίκαιο της ΑΕ, επιμέλεια Ε. Περάκη, πρώτος τόμ., σελ. 438-439):

    (α) Ονομαστική Αξία: Πρόκειται για την αξία που αναγράφεται στον τίτλο (αρ. 35). Υποδηλώνει το τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπεί η μετοχή (:το πηλίκο της διαίρεσης του μετοχικού κεφαλαίου με τον συνολικό αριθμό των μετοχών).

    Η ονομαστική αξία κάθε μετοχής δεν μπορεί να υπολείπεται τα 0,04€ ούτε να υπερβαίνει τα 100€ (άρ. 35 §1). Το ακριβές ποσό της προσδιορίζεται, ελεύθερα μέσα στα συγκεκριμένα όρια,  στο ιδρυτικό καταστατικό. Εναλλακτικά: στις αποφάσεις των αρμόδιων εταιρικών οργάνων-σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου.

    Η ονομαστική αξία κάθε μετοχής οφείλει να είναι η ίδια για όλες τις μετοχές. Είναι δυνατό, κατ’ εξαίρεση, μετοχές που ανήκουν σε συγκεκριμένη σειρά ή κατηγορία να έχουν διαφορετική ονομαστική αξία από τις υπόλοιπες.

    (β) Πραγματική (Εσωτερική) Αξία: Προκύπτει από τη διαίρεση της πραγματικής αξίας της περιουσίας της ΑΕ με τον αριθμό των μετοχών της. Ακριβέστερα: το άθροισμα της αποτίμησης του συνόλου των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού της ΑΕ (στην πραγματική τους αξία σε δεδομένη χρονική στιγμή) διαιρείται διά του συνολικού αριθμού των μετοχών της.

    (γ) Αγοραία (ή Τρέχουσα) Αξία: Πρόκειται για την τιμή της μετοχής στην αγορά: διαμορφώνεται βάσει των συνθηκών προσφοράς και ζήτησης, αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως: οι προβλέψεις πραγματοποιήσεως κερδών ή ζημιών, οι προοπτικές ευόδωσης των εταιρικών εργασιών, η ικανότητα των οργάνων διοίκησης η πορεία της εταιρίας.

    (δ) Χρηματιστηριακή Αξία: Αφορά στις εταιρείες που οι μετοχές τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά. Πρόκειται για την αξία των συγκεκριμένων μετοχών, όπως διαμορφώνεται στην Χρηματιστηριακή αγορά δεδομένη χρονική στιγμή.

    (ε) Λογιστική Αξία: Προκύπτει από τη διαίρεση της λογιστικής καθαρής θέσης της ΑΕ με τον συνολικό αριθμό των μετοχών.

     

    Η Αρχής Της Ισότητας & Ίσης Μεταχείρισης Των Μετόχων

    Η αρχή της ισότητας των δικαιωμάτων των μετόχων καθώς και της ίσης μεταχείρισης εκείνων (:των μετόχων) που βρίσκονται στην ίδια θέση, θεσπίζεται από το νόμο (άρ. 36). Συγκεκριμένα:

    Αρχή Της Ισότητας

    Τα δικαιώματα των μετόχων, που απορρέουν από την μετοχή, είναι υποχρεωτικά ανάλογα προς το ποσοστό του κεφαλαίου που αυτή αντιπροσωπεύει. Η ισότητα, δηλαδή, προβλέπεται ως αναλογική και όχι αριθμητική. Σε περίπτωση όμως περισσότερων κατηγοριών μετοχών, η αρχή της ισότητας αφορά το σύνολο των μετοχών της ίδιας κατηγορίας.

    Επιπρόσθετα: κάθε μετοχή παρέχει δικαίωμα ψήφου. Δεν είναι δυνατό, επομένως, να τίθενται περιορισμοί στο συγκεκριμένο δικαίωμα-εκτός κι αν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά. Ρητή εξαίρεση, κατά το άρ. 36 §1, αποτελούν οι προνομιούχες μετοχές (άρ. 38 ν. 4548/2018), οι οποίες παρέχουν μεν περιουσιακά δικαιώματα, όχι όμως, κατ’ ανάγκη, και δικαίωμα ψήφου.

    Ο νόμος, περαιτέρω, προβλέπει και καθιστά επιτρεπτές κι άλλες ανισότητας (λ.χ. απευθείας διορισμός μέλους ΔΣ από μέτοχο).

    Αρχή Της Ίσης Μεταχείρισης

    Είναι νομοθετικά διασφαλισμένη (άρ. 36 §2) η ίση μεταχείριση όλων των μετόχων, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Δεν δικαιούται, κατά τούτο, η ΑΕ να απονέμει ή να αφαιρεί δικαιώματα (άνευ ετέρου-μέσω των οργάνων της) από συγκεκριμένους μετόχους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τροπή κοινών μετοχών σε προνομιούχες. Η επιλογή των προς τροπή μετοχών θα πρέπει επαρκώς να δικαιολογείται. Σε κάθε περίπτωση: κριτήριο για την τήρηση της ίσης μεταχείρισης των μετόχων αποτελεί το εταιρικό συμφέρον και η αρχή της αναλογικότητας.

    Αποκλίσεις από τη συγκεκριμένη αρχή, ωστόσο, είναι δυνατό να επιτραπούν. Η συναίνεση του θιγομένου αποτελεί προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις, απαιτείται  ομοφωνία των μετόχων.

     

    Μεταξύ των περισσότερων τίτλων που δικαιούται να εκδώσει η ΑΕ, σημαίνουσα θέση κατέχουν οι μετοχές. Στους φορείς τους αναγνωρίζεται σειρά δικαιωμάτων αλλά και, συγκεκριμένων, υποχρεώσεων. Η γνώση αμφοτέρων αλλά και, ιδίως, η άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτές είναι που τους αποδίδουν την αξία τους. Το «ταξίδι», όμως, της κατανόησης των μετοχών δεν σταματά εδώ! Σε επόμενη αρθρογραφία μας θα προχωρήσουμε σε περαιτέρω διερεύνησή τους (ενδ.: των ονομαστικών, άυλων, τιμής έκδοσης, υποχρέωσης έκδοσης μετοχικών τίτλων). Θα γίνει, με τον τρόπο αυτό, περισσότερο κατανοητή η σημασία και αξία τους!

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οι εκδιδόμενοι από την ΑΕ τίτλοι (και) ως μέσο χρηματοδότησής της

    Οι εκδιδόμενοι από την ΑΕ τίτλοι (και) ως μέσο χρηματοδότησής της

    Προφανής, όσο και αναγκαία, προϋπόθεση για την επίτευξη του (εταιρικού) σκοπού της ΑΕ, αποτελεί η χρηματοδότησή της. Εφικτή, ενδέχεται να αποδεικνύεται, η αυτοχρηματοδότησή της-μέσω της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή/και των αποθεματικών της. Κι αν ανέφικτη, ασφαλή εναλλακτική συνιστά η εξωτερική χρηματοδότησή της.  Μεταξύ των πηγών της τελευταίας, πέραν της πλέον προφανούς και συνήθους (:τραπεζικός δανεισμός), η έκδοση τίτλων. Περί αυτών, ως πρόγευση, το παρόν. Αναλυτικότερα, για τους επιμέρους τίτλους και δυνατότητες, επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Είδη Εκδιδόμενων Τίτλων

    Η ΑΕ δικαιούται να προβεί στην έκδοση συγκεκριμένων τίτλων (:άρ. 33 §1 ν. 4548/2018). Ο σχετικός κατάλογος είναι καταρχήν, και κατά την Αιτ. Έκθεση, περιοριστικός (:«numerus clausus»). Τα είδη τίτλων, που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ, είναι αυτά που στη συνέχεια αναφέρονται:

    Μετοχές

    Η έννοια τους πολυσήμαντη!

    Ως μετοχή νοείται, κατ’ αρχάς, ένα τμήμα/μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου. Το τελευταίο (:μετοχικό κεφάλαιο) της ΑΕ, διαιρείται σε ισότιμα, τέτοια, μερίδια. Το άθροισμα της ονομαστικής αξίας των επιμέρους μετοχών/μεριδίων είναι που συναπαρτίζει το μετοχικό κεφάλαιο.

    Ως μετοχή νοείται, επίσης, το μετοχικό δικαίωμα, η μετοχική, δηλ., σχέση.

    Νοείται, επιπρόσθετα, και ο τίτλος-το αξιόγραφο, δηλ., στο οποίο ενσωματώνεται το μετοχικό  δικαίωμα, εφόσον η ΑΕ εκδίδει μετοχές.

    Οι μετοχές ρυθμίζονται στα άρθρα 34 έως 55 ν. 4548/2018.

    Ομολογίες

    Σε ομολογίες διαιρείται το ομολογιακό δάνειο, το οποίο εκδίδεται από την ΑΕ (άρ. 59 §1 εδ. α΄ ν. 4548/2018). Πιο συγκεκριμένα: το ποσό του ομολογιακού δανείου διαιρείται σε ίσα τμήματα, καθένα από τα οποία αποτελεί την ονομαστική αξία της ομολογίας, στην οποία ενσωματώνεται. Οι ομολογίες μπορεί να είναι ονομαστικές ή ανώνυμες. Για το ομολογιακό δάνειο είναι δυνατό να εκδοθεί και μία, μόνη, ομολογία.

    Οι ομολογίες ρυθμίζονται στα άρθρα 59 έως 74 ν. 4548/2018.

    Τίτλοι Κτήσεις Μετοχών (Warrants)

    Πρόκειται, επίσης, για τίτλους που εκδίδονται από την ΑΕ. Παρέχουν το διαπλαστικό δικαίωμα στους δικαιούχους τους (:δικαίωμα προαίρεσης) να αποκτήσουν, με μόνη τη δική τους δήλωση, μετοχές της εκδότριας έναντι προσυμφωνημένου τιμήματος. Η δήλωση αυτή είναι υποχρεωτικό να απευθυνθεί στην ΑΕ μέσα σε (προ)καθορισμένη προθεσμία.

    Τα warrants ρυθμίζονται στα άρθρα 56 έως 58 ν. 4548/2018.

    Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Διακρίνονται σε κοινούς (άρθρο 75) και εξαιρετικούς (άρθρο 76).

    Οι πρώτοι (:κοινοί) χορηγούνται σε ιδρυτές της ΑΕ, ως ανταμοιβή για υπηρεσίες που προσέφεραν κατά τη σύστασή της. Οι τίτλοι αυτοί δεν έχουν ονομαστική αξία και δεν παρέχουν δικαίωμα συμμετοχής στη διοίκηση ΑΕ ούτε και στο προϊόν εκκαθάρισής της. Παρέχουν, όμως, δικαίωμα απόληψης έως του ¼ των καθαρών κερδών, μετά την αφαίρεση των ποσών για τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού και τη διανομή του πρώτου μερίσματος.

    Οι εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι, αντίθετα, συνιστούν αντάλλαγμα για την παραχώρηση προς την εταιρία, κατά τη σύστασή της ή τη λειτουργία της, συγκεκριμένων αντικειμένων (όχι χρημάτων). Τα αντικείμενα αυτά, ωστόσο, δεν συνιστούν εισφορές σε είδος και η αξία τους δεν εκπροσωπεί τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου.

    Οι ιδρυτικοί τίτλοι ρυθμίζονται στα άρθρα 75 και 76 ν. 4548/2018.

    Άλλοι(;)Τίτλοι

    Ο νόμος (άρ. 33) παρέχει τη δυνατότητα στην ΑΕ να εκδώσει, εκτός από τους παραπάνω, και άλλους τίτλους-που τυχόν προβλέπονται από ειδικές διατάξεις. Άλλοι, όμως, τίτλοι, διαφορετικοί από τους ανωτέρω -και μη προβλεπόμενοι από ειδική νομοθεσία- δεν είναι δυνατό να εκδοθούν.

    Υποστηρίζεται, ωστόσο, ότι η εισαγωγικά αναφερόμενη αρχή του numerus clausus δεν ισχύει κατά τρόπο απόλυτο: η ΑΕ μπορεί να προβεί στην σύνδεση διαφορετικών τίτλων ή στην έκδοση επιμέρους κατηγοριών τους. Δυνατή, επίσης, και η ελεύθερη μεταβίβαση περιουσιακών δικαιωμάτων, που απορρέουν από αυτούς.

    Οι επιμέρους κατηγορίες τίτλων, είναι δυνατό να οδηγούν σε μορφώματα (:υβρίδια), που συνδυάζουν χαρακτηριστικά περισσοτέρων, λ.χ., των μετοχών και των ομολογιών. Τέτοια παραδείγματα συνιστούν οι μετατρέψιμες σε μετοχές ομολογίες καθώς και οι εξαγοράσιμες μετοχές (άρ. 71 & 39 αντίστοιχα).

     

    Δυνατότητα Έκδοσης Περισσότερων Κατηγοριών Τίτλων

    Ο νόμος (άρ. 33 §2) παρέχει τη δυνατότητα στην ΑΕ να εκδίδει τίτλους επιμέρους κατηγοριών-στο πλαίσιο, όμως, των αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων της και του νόμου. Στην περίπτωση των μετοχών, λ.χ., τέτοιες κατηγορίες συνιστούν οι προνομιούχες και οι εξαγοράσιμες.

    Ταυτόχρονα, ίδιου «τύπου» μετοχές, λ.χ. οι προνομιούχες, μπορεί να διακρίνονται σε περισσότερες κατηγορίες-ανάλογα με το προνόμιο που παρέχουν.

    Περαιτέρω, η ΑΕ μπορεί να εκδίδει τίτλους της ίδιας κατηγορίας σε διαδοχικές, χρονικά, σειρές. Η έκδοσή τους αυτή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διαφορετική ονομαστική αξία των μετοχών κάθε σειράς. Διαφορετικής σειράς μετοχές, πάντως, δεν απαιτείται, απαραίτητα, να εκδίδονται σε διαφορετικά χρονικά σημεία.

     

    Δυνατότητα Σύνδεσης Περισσότερων Τίτλων

    Ο νόμος για τις ΑΕ (άρ. 33 §3) εισάγει μια καινοτόμο δυνατότητα: αυτή της σύνδεσης περισσότερων ειδών ή κατηγοριών τίτλων (stapling). Όπως επισημαίνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση της συγκεκριμένης διάταξης, πρόκειται για πρακτική γνωστή στις διεθνείς αγορές.

    Η συγκεκριμένη πρακτική, είναι δυνατό να λάβει χώρα σε περίπτωση ταυτόχρονης έκδοσης περισσότερων ειδών ή κατηγοριών μετοχών. Εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, είναι δυνατόν να προβλέπεται στους όρους έκδοσης των τίτλων αυτών (λ.χ. στο καταστατικό για τις μετοχές ή στο πρόγραμμα έκδοσης ομολογιών για τις ομολογίες) ότι: «…η κτήση τίτλου ενός είδους ή μιας κατηγορίας επιτρέπεται μόνο με την προϋπόθεση ταυτόχρονης κτήσης ορισμένου αριθμού εκδιδόμενων τίτλων άλλου είδους ή άλλης κατηγορίας».

    Παράλληλα, στους όρους έκδοσης των εν λόγω τίτλων, μπορεί να προβλέπεται, επίσης, ότι οι συνδεδεμένοι τίτλοι μπορούν να μεταβιβασθούν ή επιβαρυνθούν μόνο από κοινού. Η υποχρέωση, μάλιστα, κοινής διάθεσης, μπορεί να προβλέπεται για ορισμένο χρόνο ή έως την πλήρωση συγκεκριμένης αίρεσης. Μπορεί, όμως, να προβλέπεται και για όλη τη διάρκεια της ΑΕ. Τούτη, όμως, η υποχρέωση κοινής διάθεσης των τίτλων ενδέχεται να απομειώνει την εμπορευσιμότητά τους και να δυσχεραίνει, εν τέλει, την ίδια τη μεταβίβασή τους. Ιδίως, αν τίθεται χωρίς χρονικό περιορισμό ή υπό την πλήρωση αίρεσης.

    Η συγκεκριμένη πρακτική «…επιτρέπει μια χαλάρωση της αρχής του κλειστού αριθμού» (βλ. Αιτ. Έκθεση επί του άρθρου 33). Τούτο, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η άσκηση της συγκεκριμένης πρακτικής δημιουργεί νέο είδος τίτλου. Δημιουργεί, αντίθετα, δικαιούχους διαφορετικών τίτλων, στο πρόσωπο των οποίων συνυπάρχουν διαφορετικές ιδιότητες απέναντι στην ΑΕ.

    Μπορεί, λ.χ., κάποιος να καθίσταται, ταυτόχρονα μέτοχος και δανειστής της ΑΕ. Τούτο θα συμβαίνει όταν η σύνδεση αφορά μετοχές και ομολογίες. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, ενδέχεται να συνυπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα στο πρόσωπο του συγκεκριμένου δικαιούχου.

    Τέτοιες συγκρούσεις συμφερόντων εμφανίζονται, κυρίως, σε περιόδους χρηματοοικονομικής δυσχέρειας. Στις περιόδους αυτές, οι μέτοχοι είναι ενδεχόμενο να προσφύγουν στην ανάληψη δραστηριοτήτων με μεγάλο κίνδυνο.  Μπορεί, επίσης, να αποφασίζουν διανομές ή την καταβολή πρόσθετων μερισμάτων υπέρ των ιδίων. Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των διαθέσιμων ποσών για την ίδια την ΑΕ και τους ομολογιούχους. Ο φορέας, λοιπόν, συνδεδεμένων τίτλων θα καλείται, κάθε φορά, να επιλέξει τα συμφέροντα που θα επιχειρήσει να ικανοποιήσει.

     

    Η (Μη;) Δυνατότητα Χωριστής Διάθεσης Δικαιωμάτων Τίτλων

    Ο νόμος (άρ. 33, §§4 & 5) διατηρεί την αρχή, καταρχήν, του αδιαίρετου του τίτλου. Τούτο σημαίνει ότι τα δικαιώματα επί των τίτλων είναι δυνατό να διατίθενται μόνο στο σύνολό τους. Μια κινητή αξία, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να διασπαστεί σε επιμέρους δικαιώματα, με την επιφύλαξη των διατάξεων για την κοινωνία, το ενέχυρο και την επικαρπία.

    Ωστόσο, ο ανωτέρω κανόνας δεν τηρείται απαρέγκλιτα. Παρέχεται, κατ’ εξαίρεση, η δυνατότητα χωριστής μεταβίβασης περιουσιακών, μόνον, δικαιωμάτων που απορρέουν από τον τίτλο. Συγκεκριμένα: «…οι απαιτήσεις απόληψης κερδών, τόκων ή χρεολυσίων, καθώς και άλλα αυτοτελή περιουσιακά δικαιώματα που γεννώνται από τους τίτλους μεταβιβάζονται ελεύθερα». Η συγκεκριμένη δυνατότητα, που υφίστατο και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, δεν αφορά, όμως, τα δικαιώματα διοίκησης της ΑΕ (λ.χ. το δικαίωμα ψήφου).

    Η Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4587/2018 -που τροποποίησε την §5- απαριθμεί μεταξύ των άλλων αυτοτελών περιουσιακών δικαιωμάτων, ενδεικτικά, το δικαίωμα προτίμησης, το δικαίωμα στο προϊόν μείωσης ή απόσβεσης του κεφαλαίου και το δικαίωμα στο προϊόν εκκαθάρισης.

    Ωστόσο, οι ανωτέρω εξαιρέσεις, είναι δυνατό να αποκλεισθούν, με αποτέλεσμα την επιστροφή στον κανόνα του αδιαιρέτου. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι οι εν λόγω εξαιρέσεις τελούν υπό την διαφορετική πρόβλεψη του καταστατικού ή των όρων έκδοσης των οικείων τίτλων (άρθρο 33 §5 in fine).

    Η συγκεκριμένη πρόβλεψη ωστόσο, έχει δεχτεί κριτική. Η κριτική αυτή βασίζεται στο ότι το καταστατικό ή οι όροι έκδοσης των λοιπών τίτλων είναι δυνατό, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να επεμβαίνουν και να θέτουν φραγμούς στις αποφάσεις που αφορούν την περιουσία του φορέα του τίτλου. Επίσης, στη δημιουργία καθεστώτος ανασφάλειας στις συναλλαγές. Και τούτο γιατί είναι ενδεχόμενο να μεταβιβάζει δικαιώματα ο φορέας του τίτλου, χωρίς όμως και να έχει το σχετικό δικαίωμα.

     

    Η ΑΕ είναι δυνατό να προβεί στην έκδοση περισσότερων κατηγοριών τίτλων, αξιοποιώντας τις ευχέρειες που της παρέχει ο νόμος. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος αναφέρεται στον περιορισμένο αριθμό τους είναι, εντούτοις, δυνατή η δημιουργία και αξιοποίηση υβριδίων τους-με χαρακτηριστικά περισσοτέρων. Σε κάθε περίπτωση: οι ευχέρειες που παρέχει ο νόμος για τις ΑΕ είναι πολλαπλές και αξιοποιήσιμες προς την κατεύθυνση της ικανοποίησης του εταιρικού συμφέροντος και των επιμέρους (χρηματοδοτικών και λοιπών) αναγκών της. Εναπόκειται σ’ εκείνες (τις ΑΕ) και τους συμβούλους τους η επιλογή των βέλτιστων˙ επίσης: ο (βέλτιστος) σχεδιασμός τους.

    Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 12 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Απόσβεση Μετοχικού Κεφαλαίου: Ένας Χρήσιμος Άγνωστος

    Απόσβεση Μετοχικού Κεφαλαίου: Ένας Χρήσιμος Άγνωστος

    Μας απασχόλησαν, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, επιμέρους παράμετροι του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ: η κάλυψη, η καταβολή και η πιστοποίησή του. Επίσης, η αύξηση και μείωσή του. Διαπιστώσαμε, ήδη, πως το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ (χρειάζεται να) προστατεύεται και διαφυλάσσεται-λόγω της φύσης και του σκοπού του. Κατά τούτο και η, κατ’ αρχήν, απαγόρευση επιστροφής στους μετόχους των εισφορών τους-πριν τη λύση και (ολοκλήρωση της) εκκαθάρισής της. Επιτρεπτή είναι, ωστόσο, η απόδοση στους μετόχους του συνόλου ή μέρους της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους κατά τη διάρκεια λειτουργίας της ΑΕ, μέσω της απόσβεσης του μετοχικού της κεφαλαίου (άρθρο 32 ν. 4548/2018). Πρόκειται για έναν (εν πολλοίς) άγνωστο-πολυεπίπεδα, όμως, ωφέλιμο θεσμό. Χρήσιμη, κατά τούτο, η προσέγγιση των βασικών παραμέτρων του.

     

    Περιεχόμενο Και Φύση Της Απόσβεσης

    Η (μερική ή ολική) απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ επιτρέπει σε/στους μετόχους της να εισπράξουν από αυτή μέρος ή το σύνολο της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους. Και μάλιστα ενόσω η ΑΕ λειτουργεί.

    Καθόλου δεν προσκρούει ο θεσμός της απόσβεσης στην προαναφερθείσα απαγόρευση επιστροφής των εισφορών των μετόχων: τα ποσά που καταβάλλονται στους μετόχους αντιστοιχούν μεν αριθμητικά στην ονομαστική αξία των εισφορών τους δεν ταυτίζονται, όμως, με αυτές. Τα συγκεκριμένα, καταβαλλόμενα, ποσά δεν προέρχονται από τη δεσμευμένη εταιρική περιουσία. Προέρχονται, αντίθετα, από ειδικό αποθεματικό ή από κέρδη της ΑΕ. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, η απόσβεση κεφαλαίου συνιστά ένδειξη οικονομικής ευρωστίας της.

    Η απόσβεση είναι δυνατό να λάβει χώρα και μέσω μερικής ή ολικής απαλλαγής των ωφελούμενων μετόχων από την υποχρέωση καταβολής του ποσού του κεφαλαίου που έχουν μεν καλύψει, δεν έχουν όμως καταβάλει ακόμη (άρθρο 32 §3 in fine).

    Η νομική φύση της απόσβεσης έχει αποτελέσει αντικείμενο θεωρητικών συζητήσεων. Κατά την ορθότερη άποψη (και υποβοηθητική μάλιστα της καλύτερης κατανόησής της) η απόσβεση συνιστά ιδιόρρυθμη διανομή κερδών.

    Με την απόσβεση η ΑΕ καταβάλλει στους ωφελούμενους μετόχους ελεύθερη περιουσία με «αντίτιμο» την απόσβεση δύο συγκεκριμένων μελλοντικών, έναντι εκείνης, αξιώσεών τους. Συγκεκριμένα, των αξιώσεων: (α) διανομής ελάχιστου μερίσματος και (β) επιστροφής της εισφοράς ως προϊόν εκκαθάρισης (άρθρο 32 §4).

     

    Η Διάκριση Από Τη Μείωση Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η απόσβεση κεφαλαίου δεν συνιστά μείωσή του. Η διαπίστωση, μάλιστα, αυτή είναι τόσο σημαντική, που ο ίδιος ο νομοθέτης έκρινε σκόπιμο να προβεί σε σχετική ρητή επισήμανση (άρθρο 32 §2).

    Κατά την απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου καταβάλλεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, ελεύθερη περιουσία στους ωφελούμενους μετόχους. Αντίθετα, στη μείωση μετοχικού κεφαλαίου αποδεσμεύεται τμήμα του δεσμευμένου ποσού της ΑΕ, που αντιστοιχεί στο μετοχικό της κεφάλαιο.

    Στην περίπτωση, επομένως, της απόσβεσης, το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ παραμένει αναλλοίωτο, ως μαθηματική (:αριθμητική) ποσότητα. Δεν διενεργείται, επομένως,  τροποποίηση του καταστατικού ούτε και (πολύ περισσότερο) απαιτείται έγκριση της διοίκησης. Δεν τυγχάνουν, εδώ, εφαρμογής οι διατάξεις για την προστασία των δανειστών εξ αφορμής της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

     

    Η Διαδικασία Της Απόσβεσης

    Αρμόδιο Όργανο

    Αρμόδιο όργανο να αποφασίσει την απόσβεση κεφαλαίου είναι η ΓΣ (άρθρο 32 §1). Η απόφασή της θα αφορά συγκεκριμένη μόνον, επικείμενη, απόσβεση (όχι τυχόν μελλοντικές), της οποίας και τις ειδικότερες παραμέτρους της ρητά θα προσδιορίζει (ολική/μερική απόσβεση, πηγές χρηματοδότησης κ.ο.κ.).

    Η ΓΣ αποφασίζει, καταρχάς, με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Εφόσον, όμως, υφίσταται σχετική (αρχική ή επιγενόμενη) καταστατική πρόβλεψη, η ΓΣ μπορεί να αποφασίζει την απόσβεση του κεφαλαίου με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Στην περίπτωση, όμως, της (επιγενόμενης) τροποποίησης του καταστατικού, η σχετική της τροποποίησης απόφαση της ΓΣ προϋποθέτει αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

    Περιεχόμενο Απόφασης Απόσβεσης

    Όπως ήδη αναφέρθηκε, η απόφαση της ΓΣ προσδιορίζει τους ειδικότερους όρους της απόσβεσης˙  καθορίζει-μεταξύ άλλων: (α) Τις μετοχές που πρόκειται να αποσβεστούν (στη βάση και της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων). (β) Το ύψος της ονομαστικής αξίας ανά μετοχή-όπως αυτή θα διαμορφωθεί. (γ) Τους τρόπους απόσβεσης. (δ) Τις πηγές χρηματοδότησης. (ε) Τον χρόνο διενέργειας της απόσβεσης. Όσον αφορά, ειδικότερα, τους τρόπους της απόσβεσης και της πηγές χρηματοδότησής της, λεκτέα τα ακόλουθα:

    Τρόποι Απόσβεσης

    Η απόσβεση μπορεί να είναι ολική (με καταβολή, δηλ., ολόκληρης της ονομαστικής αξίας του συνόλου των μετοχών ή μερική (με καταβολή ολόκληρης της ονομαστικής αξίας μέρους των μετοχών ή μέρους της ονομαστικής αξίας του συνόλου των μετοχών).

    Πηγές Χρηματοδότησης

    Τα ποσά χρηματοδότησης της απόσβεσης μπορούν να προέρχονται (άρθρο 32 §3):

    (α) Από Ειδικά Αποθεματικά:

    Η ΑΕ ενδέχεται να προβεί στον σχηματισμό ειδικών αποθεματικών με σκοπό την χρηματοδότηση μελλοντικών αποσβέσεων. Ο σχηματισμός των συγκεκριμένων αποθεματικών είναι δυνατό να προβλέπεται από το καταστατικό ή από απόφαση της ΓΣ.

    Είναι ενδεχόμενο, επίσης, να χρησιμοποιήσει η ΑΕ ελεύθερα αποθεματικά της για τη χρηματοδότηση της απόσβεσης. Στην περίπτωση αυτή, απαιτείται, καταρχήν, απόφαση της συνήθους ΓΣ (που αποφασίζει με απλή, δηλ., απαρτία και πλειοψηφία). Σε περίπτωση καταστατικής πρόβλεψης, όσον αφορά διαφορετική χρήση των εν λόγω αποθεματικών, είναι αναγκαία η τροποποίησή του.

    (β) Από Ελεύθερα Διανεμητέα Ποσά (Καθαρά Κέρδη):

    Η ΑΕ, μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιήσει για την χρηματοδότηση της απόσβεσης ποσά που επιτρέπεται να διανεμηθούν (κατ’ άρθρα 159 και 160 ν. 4548/2018). Συγκεκριμένα: καθαρά κέρδη που προκύπτουν ύστερα από την αφαίρεση του τακτικού αποθεματικού και την καταβολή του ελάχιστου μερίσματος. Επίσης: κέρδη που έχουν συσσωρευθεί, λόγω μη διανομής τους, κατά τις προηγούμενες εταιρικές χρήσεις.

    Έγκριση Περισσότερων Κατηγοριών Μετόχων

    Στην ΑΕ ενδέχεται να υφίστανται περισσότερες κατηγορίες μετόχων. Με την απόσβεση του κεφαλαίου ενδέχεται να θίγονται τα συμφέροντα/δικαιώματα κάποιας από αυτές. Η εγκυρότητα της απόφασης απόσβεσης θα εξαρτάται, τότε, από την έγκριση των μετόχων που την συναπαρτίζουν.

    Η εν λόγω έγκριση παρέχεται σε ιδιαίτερη συνέλευση της συγκεκριμένης κατηγορίας μετόχων, που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρθρο 32 §5). Για τη σύγκληση της συγκεκριμένης, ιδιαίτερης, συνέλευσης καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις λήψης αποφάσεων από μέρους της, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις για τη ΓΣ των μετόχων (άρθρο 32 §6).

    Δημοσιότητα Της Απόφασης Απόσβεσης

    Η απόσβεση κεφαλαίου ενδιαφέρει όσους συναλλάσσονται με την ΑΕ αλλά και τυχόν υποψήφιους μετόχους της. Υποβάλλεται, ως εκ τούτου, σε διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 32 §1 in fine). Καθώς η απόσβεση δεν προϋποθέτει τροποποίηση του καταστατικού ούτε και έγκρισή της από τη διοίκηση, γίνεται δεκτό πως η δημοσιότητά της έχει, απλώς, δηλωτικό (και όχι συστατικό) χαρακτήρα.

    Αποσβεσμένες Μετοχές

    Σε περίπτωση απόσβεσης, οι μετοχές στις οποίες αντιστοιχεί η ονομαστική αξία που καταβάλλεται στους φορείς τους καλούνται «αποσβεσμένες». Πρόκειται, με άλλα λόγια, για τις «μετοχές επικαρπίας»-με βάση παλαιότερη ορολογία (όπως διευκρινίζει και  η Αιτ. Έκθεση του ν. 4548/2018). Ο συγκεκριμένος, όμως, όρος δεν πρέπει να συγχέεται με το δικαίωμα επικαρπίας, που συστήνεται επί μετοχών.

    Εφόσον διενεργηθεί απόσβεση μετοχών από ΑΕ που εκδίδει μετοχικούς τίτλους, ενδείκνυται η αντικατατάστασή τους από νέους με την ένδειξη: «αποσβεσμένες μετοχές».

     

    Συνέπειες Της Απόσβεσης Κεφαλαίου

    Όπως, ήδη, επισημάναμε, η απόσβεση δεν συνιστά, κατά κυριολεξία, επιστροφή εισφορών. Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με τη μείωση, η συντέλεσή της δεν επιφέρει κατάργηση της μετοχικής σχέσης. Μεταβάλλει, ωστόσο, τα δικαιώματα που η σχέση αυτή παράγει.

    Συγκεκριμένα, ο φορέας αποσβεσμένων μετοχών διατηρεί την μετοχική του ιδιότητα και δικαιώματα˙ με εξαίρεση δύο: (α) το δικαίωμα στο ελάχιστο μέρισμα και (β) το δικαίωμα στο προϊόν της εκκαθάρισης. Κατ’ αντιστοιχία, αμφότερα, στην αποσβεσθείσα ονομαστική αξία των μετοχών του.

    Με άλλα λόγια: για το μη αποσβεσθέν τμήμα της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους εξακολουθούν οι ωφελούμενοι μέτοχοι να διατηρούν, αναλογικά, τις προαναφερθείσες δύο αξιώσεις/δικαιώματα.

    Οι φορείς αποσβεσμένων μετοχών δικαιούνται κάθε επόμενο μέρισμα, που τυχόν διανεμηθεί-καθ’ υπέρβαση του ελαχίστου. Παράλληλα, σε περίπτωση που μετά την ικανοποίηση και των μη αποσβεσμένων μετοχών από το προϊόν της εκκαθάρισης υφίσταται περίσσευμα, στη διανομή του συμμετέχουν και οι αποσβεσμένες μετοχές.

     

    Χρησιμότητα Της Απόσβεσης

    Η απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είναι δυνατό να αποδειχθεί ιδιαίτερα και πολυεπίπεδα ωφέλιμη. Ενδεικτικά: είναι δυνατό να συνδράμει στην απόδοση ρευστότητας στους μετόχους που την έχουν ανάγκη. Είναι δυνατό να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση της αναδιάταξης των διανεμομένων κερδών μεταξύ των μετόχων (καθώς οι κάτοχοι αποσβεσμένων μετοχών δεν θα έχουν πρόσβαση στο ελάχιστο μέρισμα που τους αναλογεί)-χωρίς όμως και να διαφοροποιεί τα δικαιώματα ψήφου και να διαταράσσει τις μετοχικές ισορροπίες. Είναι, επίσης, δυνατό να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση της ελαχιστοποίησης του επενδυτικού κινδύνου και μεγιστοποίησης του επενδυτικού οφέλους καθώς ο επενδυτής-μέτοχος μπορεί να λάβει, ακόμα και άμεσα, τμήμα ή/και το σύνολο του κεφαλαίου που έχει επενδύσει στην ΑΕ. Είναι, τέλος, δυνατό να αξιοποιηθεί για φορολογικούς λόγους ή στο πλαίσιο φορολογικών σχεδιασμών.

     

    Η απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είναι ένας θεσμός που δεν είναι ευρύτερα γνωστός-ακόμα και στους εξ ημών φερόμενους ως επαΐοντες (:δικηγόρους, λογιστές, φοροτεχνικούς, ορκωτούς, οικονομικούς διευθυντές, συμβούλους κ.ο.κ.), οι οποίοι επαιρόμεθα για τη γνώση των σχετικών με την ΑΕ θεμάτων. Δεν αξιοποιείται, κατά τούτο, στο βαθμό που του αρμόζει. Εναπόκειται, επομένως, σε όλους μας (τους περί την ΑΕ εμπλεκόμενους-βεβαίως και τους επιχειρηματίες) να «ξαναδούμε» την απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου και αξιοποιήσουμε τις συναφείς ευκαιρίες και δυνατότητες.

    Και είναι πολλές!

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Μείωση ΜΚ: Αναποτελεσματική Προστασία των Δανειστών

    Μείωση ΜΚ: Αναποτελεσματική Προστασία των Δανειστών

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με την έννοια της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου και τις διακρίσεις της˙ σε επόμενη αρθρογραφία μας με την ακολουθητέα διαδικασία, τις τεχνικές και τις προϋποθέσεις της. Εδώ θα μας απασχολήσει το θέμα της μείωσης από μια κρίσιμη, λίγο διαφορετική, σκοπιά: εκείνη της προστασίας των δανειστών. Επίσης τα (έννομα) αποτελέσματα και η (αν)αποτελεσματικότητά της.

    Η Προστασία Των Δανειστών

    Πεδίο Εφαρμογής

    Οι προστατευτικές διατάξεις για τους δανειστές αφορούν, κατά βάση, τις περιπτώσεις πραγματικής μείωσης-όταν, δηλ., η αποδεσμευμένη εταιρική περιουσία πρόκειται να καταβληθεί στους μετόχους. Αφορούν, επίσης, τις περιπτώσεις που η μείωση του κεφαλαίου γίνεται με (ολική ή μερική) απαλλαγή των μετόχων από την υποχρέωση καταβολής μετοχικού κεφαλαίου, που ανελήφθη μεν δεν έλαβε όμως χώρα-εν τέλει (άρθρο 30 §4 ν. 4548/18).

    Περιεχόμενο Της Προστασίας

    Οι δανειστές της ΑΕ  έναν, μόνον, τρόπο έχουν να προστατευθούν σε περίπτωση πραγματικής μείωσης του μετοχικού της κεφαλαίου-εφόσον, βεβαίως, την πληροφορηθούν: τη δημιουργία αναχωμάτων όσον αφορά την καταβολή στους μετόχους του αποδεσμευόμενου κεφαλαίου.

    Συγκεκριμένα, εφόσον τηρηθούν οι σχετικές προϋποθέσεις, γεννάται αξίωση ενός εκάστου μετόχου, έναντι της ΑΕ, για την καταβολή του προϊόντος της μείωσης που του αναλογεί. Η καταβολή αυτή, όμως, δεν είναι δυνατό να λάβει χώρα πριν παρέλθει, άκαρπη, η προθεσμία υποβολής αντιρρήσεων των δανειστών ή (εφόσον τέτοιες υποβληθούν) αφού τηρηθούν όσα ο νόμος ορίζει.

    Αντιρρήσεις Δανειστών Ληξιπρόθεσμων Απαιτήσεων

    Όπως προκύπτει από τη ρύθμιση του νόμου (άρθρο 30 §1) προστατεύονται, καταρχάς, οι δανειστές των οποίων οι απαιτήσεις έγιναν ληξιπρόθεσμες πριν τη δημοσιοποίηση της απόφασης της ΑΕ για τη μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου (άρθρο 29 §4 ν. 4548/2018 – βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας). Υποστηρίζεται όμως (και ορθά) ότι προστατεύονται και εκείνοι των οποίων οι αξιώσεις έγιναν ληξιπρόθεσμες έως τον χρόνο της συναφούς καταβολής προς τους μετόχους.

    Δεν είναι, κατά τούτο, δυνατό να λάβει χώρα οποιαδήποτε καταβολή στους μετόχους της ΑΕ από ενδεχόμενη μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου, πριν την παρέλευση της προθεσμίας εντός της οποίας οι δανειστές της εταιρείας, έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν τις σχετικές αντιρρήσεις τους˙ το σημαντικότερο: πριν ολοσχερώς εξοφληθούν ή, έστω, διακανονισθούν οι απαιτήσεις των δανειστών που θα υποβάλλουν τέτοιες. Με τη συγκεκριμένη επιλογή του ο νομοθέτης: (α) περιορίζει, σε λογικά επίπεδα, το εύρος των προστατευόμενων αξιώσεων (β) προβλέπει τη δυνατότητα διακανονισμού -κι όχι μόνον της εξόφλησης- των ληξιπρόθεσμων αξιώσεων.

    Η συγκεκριμένη ρύθμιση μοιάζει, όμως, ανεπιεικής ως προς τους ακούσιους δανειστές (εκείνους, λ.χ., που ζημιώθηκαν από αδικοπραξία). Οι τελευταίοι δεν θα διαθέτουν, πιθανότατα, τους πόρους ή/και τη γνώση να παρακολουθούν τις ενέργειες της ΑΕ ούτε/και να προβάλλουν, εμπρόθεσμα, αντιρρήσεις. Θα μπορούσε όμως κάποιος να υποστηρίξει πως, εν μέρει-τουλάχιστον, προστατεύονται από τις διατάξεις για το ελάχιστο όριο του μετοχικού κεφαλαίου καθώς και από το δικαίωμά τους να στραφούν κατά των υπαιτίων φυσικών προσώπων.

    Η Υποβολή Αντιρρήσεων

    Τρόπος Υποβολής Και Περιεχόμενο Αντιρρήσεων

    Δεν υπάρχει νομοθετική πρόβλεψη όσον αφορά τη ακολουθητέα διαδικασία υποβολής των ανωτέρω αντιρρήσεων των δανειστών, την τυποποίηση ή/και κάποιο, ελάχιστο, περιεχόμενό τους. Προτιμητέο, ωστόσο, για λόγους απόδειξης, να λαμβάνει χώρα εγγράφως η υποβολή τους. Ακόμα καλύτερα: με εξώδικη επιστολή, ώστε να μην τίθενται θέμα απόδειξης-ιδίως ως προς το περιεχόμενο και το εμπρόθεσμο της υποβολής τους. Ειδικά, μάλιστα, ως προς το περιεχόμενο, είναι σημαντικό να αναφέρουν (και αποδεικνύουν) το ληξιπρόθεσμο των προβαλλομένων αξιώσεων καθώς και τον χρόνο που αυτές κατέστησαν ληξιπρόθεσμες.

    Χρόνος Υποβολής Αντιρρήσεων

    Οι συγκεκριμένες αντιρρήσεις των δανειστών θα πρέπει να υποβληθούν στην ΑΕ μέσα σε προθεσμία σαράντα (40) ημερών (αντί 60 κατά το προϊσχύσαν δίκαιο) από τη δημοσιότητα της εταιρικής απόφασης για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου (άρθρο 29 §4 ν. 4548/2018 – βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας). Ως αφετηρία της συγκεκριμένης προθεσμίας θα πρέπει να θεωρήσουμε την ημερομηνία ανάρτησής της στον διαδικτυακό τόπο του Γ.ΕΜ.Η. (άρθρο 12 ν. 4548/2018) και όχι στον διαδικτυακό τόπο της εταιρείας.

    Αντιρρήσεις Δανειστών Μη Ληξιπρόθεσμων Απαιτήσεων

    (Και) οι δανειστές, όμως, της ΑΕ με μη ληξιπρόθεσμες αξιώσεις προστατεύονται, επίσης, από τις συνέπειες της μείωσης του μετοχικού της κεφαλαίου (άρθρο 30 § 2). Δικαιούνται, και εκείνοι επίσης, να υποβάλλουν στην εταιρεία αντιρρήσεις κατά της πραγματοποίησης καταβολών αποδεσμευόμενης εταιρικής περιουσίας-λόγω μείωσης του μετοχικού της κεφαλαίου. Αρκεί να τίθεται, πράγματι, σε κίνδυνο η ικανοποίηση των απαιτήσεών τους.

    Η υποβολή των αντιρρήσεων των συγκεκριμένων δανειστών θα πρέπει να λάβει χώρα μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της. Ως προς τη διαδικασία και περιεχόμενο υποβολής τους ισχύουν, αντίστοιχα, όσα ήδη, αμέσως ανωτέρω αναφέραμε.

    Στην περίπτωση που υποβληθούν αντιρρήσεις από τους δανειστές με μη ληξιπρόθεσμες αξιώσεις, η ΑΕ δικαιούται να τις προεξοφλήσει, να τους παράσχει επαρκείς εξασφαλίσεις ή να λειτουργήσει συνδυαστικά. Τυχόν διαφωνίες θα λυθούν, κατ’ ανάγκη, δικαστικά.

    Η Δικαστική Επίλυση Των Αντιρρήσεων

    Κατά το νόμο: «για το βάσιμο ή μη των αντιρρήσεων των δανειστών μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων…συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την επάρκεια των προσφερόμενων από την εταιρεία ασφαλειών, αποφαίνεται το δικαστήριο» (άρθρο 30 §3, εδ. α΄).

    Το γράμμα του νόμου φαίνεται να καταλαμβάνει μόνο τις απαιτήσεις δανειστών μη ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων. Ωστόσο, αβάσιμες ενδέχεται να είναι και απαιτήσεις, οι οποίες προβάλλονται, λ.χ., ως ληξιπρόθεσμες-χωρίς όμως και πράγματι να είναι. Τέτοιου είδους (κακόπιστες) απαιτήσεις ενδέχεται να έχουν σκοπό, απλώς, να ματαιώσουν την ολοκλήρωση της διαδικασίας μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Υποστηρίζεται, και ορθά, η αναλογική εφαρμογή (και στην προκειμένη περίπτωση) της δικαστικής διαδικασίας που αφορά στις αντιρρήσεις δανειστών μη ληξιπρόθεσμων αντιρρήσεων.

    Αρμόδιο Δικαστήριο Και Διαδικασία

    Αρμόδιο δικαστήριο για την επίλυση των συγκεκριμένων διαφορών είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της ΑΕ˙ διαδικασία αυτή της Εκούσιας Δικαιοδοσίας.

    Κατά την εκδίκαση της σχετικής αίτησης της ΑΕ είναι δυνατό να παρέμβουν και αντιλέξουν οι δανειστές που υπέβαλαν τις αντιρρήσεις τους.

    Η Δικαστική Κρίση

    Το αρμόδιο δικαστήριο αποφαίνεται σχετικά με τη βασιμότητα ή μη των αντιρρήσεων των δανειστών. Είναι ενδεχόμενο οι δανειστές με μη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις να αποδείξουν, ότι η πραγματοποίηση των καταβολών ενόψει της εταιρικής περιουσίας που θα απομείνει (μετά την πραγματοποίηση της μείωσης-λαμβανομένων υπόψη και των τυχόν ασφαλειών, που ήδη διαθέτουν) θέτει σε κίνδυνο την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους. Η απόφαση που θα εκδοθεί, στην περίπτωση αυτή, θα επιτρέψει την καταβολή των αποδεσμευόμενων με τη μείωση ποσών, στη βάση τήρησης όρων ή παροχής επαρκών ασφαλειών που το ίδιο καθορίζει.

    Δεν απαιτείται, πάντως, οι ασφάλειες να χορηγούνται από την ίδια την ΑΕ. Είναι δυνατή η παροχή τους (και) από τρίτους (λ.χ. τους μετόχους). Οι συγκεκριμένοι τρίτοι δικαιούνται, μάλιστα, να παρέμβουν στη σχετική δίκη, ώστε να καταστεί εφικτό το δικαστήριο να διατάξει την από μέρους τους παροχή των εν λόγω ασφαλειών.

    Σε περίπτωση υποβολής αντιρρήσεων από περισσότερους δανειστές, εκδίδεται μία απόφαση ως προς όλες, προκειμένου να αποφευχθούν αντιφατικές αποφάσεις. Είναι δυνατό, σε θεωρητικό, τουλάχιστον, επίπεδο να υφίστανται πρόσθετες, εκκρεμείς, εμπροθέσμως, όμως, υποβληθείσες αντιρρήσεις. Στην περίπτωση αυτή, η απόφαση που έχει εκδοθεί μπορεί (και πρέπει) να μεταρρυθμιστεί, ώστε να καταστούν επιτρεπτές οι καταβολές στους μετόχους.

    Τα Έννομα Αποτελέσματα

    Της Πρόωρης Καταβολής

    Σε περίπτωση που η ΑΕ προβεί σε καταβολές αποδεσμευμένης εταιρικής περιουσίας στους μετόχους χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου, οι σχετικές καταβολές είναι άκυρες. Πρόκειται για ακυρότητα σχετική υπέρ των δανειστών της ΑΕ, όπως αυτοί προσδιορίστηκαν ανωτέρω.

    Στην περίπτωση ακυρότητας των προαναφερθεισών καταβολών, οι μέτοχοι οφείλουν να επιστρέψουν το ποσό που εισέπραξαν στην ΑΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Τη σχετική, μάλιστα, αξίωση της ΑΕ κατά των μετόχων νομιμοποιούνται να ασκήσουν πλαγιαστικά οι προαναφερθέντες δανειστές.

    Ο νόμος δεν θεσπίζει ειδική ευθύνη του ΔΣ σε περίπτωση άκυρης καταβολής. Ενδέχεται, ωστόσο, να στοιχειοθετηθεί αδικοπρακτική ευθύνη των μελών του ή/και των μετόχων που ωφελήθηκαν (σύμφωνα, λ.χ., με τις διατάξεις για την καταδολίευση δανειστών).

    Γίνεται, βέβαια, δεκτό ότι η ως άνω ακυρότητα των πρόωρων καταβολών είναι ιάσιμη. Μπορεί, συγκεκριμένα, να θεραπευθεί εφόσον παρέλθει άπρακτη η προαναφερθείσα προθεσμία των σαράντα ημερών. Εφόσον, δηλ., δεν υποβληθούν αντιρρήσεις.  Σε περίπτωση που υποβληθούν τέτοιες, θεραπεία επέρχεται, εφόσον μετά τις καταβολές: (α) εξοφληθούν ή διακανονισθούν οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, (β) προεξοφληθούν οι μη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις ή δοθούν επαρκείς ασφάλειες ή τέλος, σε περίπτωση μη συναινετικής λύσης, τηρηθούν οι όροι της εκδοθησόμενης δικαστικής κρίσης.

    Της Απόφασης Μείωσης

    Δεδομένων των όσων ανωτέρω αναπτύχθηκαν, διαφαίνεται ότι οι αντιρρήσεις αφορούν στην καταβολή της αποδεσμευμένης εταιρικής περιουσίας. Αντίθετα, η απόφαση περί μείωσης δεν επηρεάζεται από αυτές. Η ισχύς της εκκινεί από την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας.

    Ωστόσο, στην περίπτωση της πραγματικής μείωσης, η αξίωση των μετόχων για είσπραξης του προϊόντος της, προϋποθέτει την τήρηση των προστατευτικών διατάξεων για τους δανειστές.

    Αντίθετα, στην ονομαστική μείωση, ήδη από τη δημοσιότητα της απόφασης, ισχύει η νέα ονομαστική αξία των μετοχών. Τυχόν εκκρεμότητα αντικατάστασης των παλαιών τίτλων με νέους δεν ενδιαφέρει.

     

    Είναι δεδομένο πως οι δανειστές της ΑΕ (με ληξιπρόθεσμες, ή μη, απαιτήσεις) έχουν ανάγκη προστασίας σε περίπτωση μείωσης του μετοχικού της κεφαλαίου. Ο νομοθέτης δεν θα ήταν δυνατό να μην τους την παράσχει. Η προστασία όμως είναι, σε πρακτικό επίπεδο, αμφιλεγόμενη. Ποιος δανειστής, άραγε, εξαντλεί ένα τμήμα, έστω, του χρόνου του στην αναζήτηση του ενδεχόμενου, η οφειλέτριά του ΑΕ να έχει προχωρήσει σε μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου (και απόδοσή του στους μετόχους) με σκοπό να τον καταδολιεύσει; Δεδομένου όμως ότι αυτό είναι το μόνο μέσο που του παρέχεται από το νόμο, ο δανειστής της ΑΕ τούτο, ακριβώς, οφείλει: να βρίσκεται, δηλ., σε συνεχή εγρήγορση.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 29 Μαΐου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Παραβάσεις μελών ΔΣ ΑΕ

    Παραβάσεις μελών ΔΣ ΑΕ

    Σήμερα εστιάζουμε στο άρθρο 177 του ν. 4548/2018 περί (ποινικών) «παραβάσεων μελών διοικητικού συμβουλίου», το οποίο αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στη διαφύλαξη του εταιρικού κεφαλαίου και των συμφερόντων των πιστωτών.

    Η εν θέματι διάταξη τυποποιεί ως αξιόποινες πέντε διαφορετικές συμπεριφορές με κοινό συνεκτικό στοιχείο την ιδιότητα του δράστη: οποιοδήποτε (ακόμα και μη εκτελεστικό) μέλος διοικητικού συμβουλίου. Κατηγοριοποιούμε τις συμπεριφορές σε δύο ενότητες:

    (α) Η πρώτη ενότητα (§§ 1, 2 & 5) περιλαμβάνει: (αα) την πρωτογενή υποχρέωση σύνταξης και έγκρισης ουσιωδώς ακριβών, μη παραπλανητικών (βλ. σχετική αρθρογραφία μας-Φ. 17.03.2022) και κατά νόμο, ως προς το περιεχόμενό τους, χρηματοοικονομικών ή ενοποιημένων καταστάσεων της εταιρείας, εκθέσεων διαχείρισης (οι οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις) και κάθε άλλης υποχρεωτικής από τον νόμο ετήσιας έκθεσης και (αβ) τη δευτερογενή απαγόρευση διανομής κερδών ή άλλων ωφελημάτων σε μετόχους της εταιρείας ή τρίτο πρόσωπο, στις περιπτώσεις που δεν τηρείται το πρωτογενές (υπό αα) καθήκον αληθολογίας, ακρίβειας και συμμόρφωσης προς τον νόμο, πολλώ δε μάλλον όταν δεν έχουν συνταχθεί οι εν λόγω καταστάσεις κ.λπ..

    (β) Η δεύτερη ενότητα (§§ 3 & 4) περιλαμβάνει: (βα) την απαγόρευση της εν γνώσει εξαγοράς εξαγοράσιμων μετοχών ή πρόκλησης απόκτησης από την εταιρεία ιδίων μετοχών της ή τίτλων κτήσης μετοχών της ή μετοχών της μητρικής της ή τίτλων κτήσης μετοχών της μητρικής της, κατά παράβαση του νόμου (άρ. 39, 48, 49, 52 & 57) αλλά και (ββ) την απαγόρευση χορήγησης προκαταβολής, δανείου ή εγγύησης είτε επιβαρύνοντας την εταιρεία, με σκοπό να αποκτήσει τρίτος μετοχές αυτής, είτε επιβαρύνοντας θυγατρική της, με σκοπό να αποκτήσει τρίτος μετοχές της μητρικής της, κατά παράβαση του νόμου (άρ. 51).

    Οποιοδήποτε μέλος του ΔΣ υποπέσει σε κάποια από τις ανωτέρω παραβάσεις (είτε της πρώτης είτε της δεύτερης ενότητας) τιμωρείται αυστηρά: με φυλάκιση (έως 5 έτη) και με χρηματική ποινή από 10.000 μέχρι 100.000 ευρώ.

    Προκρίνουμε ως σημαντικό να υπογραμμίσουμε την αξιολογική ασυμμετρία (πλέον αντινομία) η οποία διαπιστώνεται εν προκειμένω μεταξύ ΑΕ αφενός και ΕΠΕ (άρ. 60 ν. 3190/1955) και ΙΚΕ (άρ. 119 ν. 4072/2012) αφετέρου:

    οι όμοιες επί της ουσίας πράξεις της πρώτης ενότητας (αα, αβ), στην μεν περίπτωση της ΑΕ τιμωρούνται και μάλιστα αυστηρότατα, στις δε περιπτώσεις της ΕΠΕ και της ΙΚΕ δεν τιμωρούνται ούτε στο ελάχιστο – αποτελούσαν πταισματικής βαρύτητας αδικοπραγίες οι οποίες καταργήθηκαν στο σύνολό τους.

    Επ’ ουδενί δεν κλείνουμε το μάτι σε μια εκ του πονηρού «στροφή» προς τις ΕΠΕ και τις ΙΚΕ, όπου, σε τελική ανάλυση, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κοινού Ποινικού Κώδικα.

    Ούτε ενδίδουμε στους πειρασμούς μιας άνευ όρων ποινικής παρέμβασης στις λοιπές εταιρικές μορφές ή μιας αναιτιολόγητης κατάργησης του άρ. 177: συνιστά ηθική και πολιτική μας ήττα η συμμόρφωσή (ή μη) στον νόμο απλώς από αντανακλαστικά φόβου.

    Ο νομοθέτης ωστόσο οφείλει να είναι συνεπής (:να μην εκπέμπει αντιφατικά μηνύματα), δίκαιος (:να εφαρμόζει, εν προκειμένω, την αρχή της ισότητας) και σε εγρήγορση (:να αντιλαμβάνεται πότε λοξοδρομεί): διαφορετικά, αναιρεί τον λόγο ύπαρξης των διατάξεων που θεσπίζει και αποδεικνύεται αναποτελεσματικός και άδικος κατά τη ρύθμιση ενός τόσο σύνθετου φαινομένου όπως είναι η επιχειρηματικότητα.

    Γιώργος Καρανικόλας
    Senior Associate

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 22 Μαΐου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου: Τεχνικές, Προϋποθέσεις & Διαδικασία

    Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου: Τεχνικές, Προϋποθέσεις & Διαδικασία

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με την έννοια και τις διακρίσεις του μετοχικού κεφαλαίου. Για την υλοποίησή της όμως χρειαζόμαστε σχεδιασμό, προετοιμασία και, φυσικά, έναν «οδικό χάρτη». Ακριβώς αυτά θα μας απασχολήσουν εδώ, μαζί με τις τεχνικές και τις προϋποθέσεις της μείωσης. Τα δικαιώματα και η προστασία των δανειστών θα αποτελέσουν αντικείμενο επόμενης αρθρογραφίας μας.

     

    Τεχνικές Μείωσης Μετοχικού Κεφαλαίου

    Ο νομοθέτης δεν προσδιορίζει συγκεκριμένες τεχνικές μείωσης. Η θεωρία καλείται να καλύψει το σχετικό κενό˙ τρεις οι εναλλακτικές. Συγκεκριμένα:

    Μείωση Ονομαστικής Αξίας Μετοχών

    Η συγκεκριμένη τεχνική είναι που διασφαλίζει, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, την αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων. Μειώνεται, μέσω αυτής, η ονομαστική αξία των μετοχών (είτε συνολικά είτε ορισμένης κατηγορίας). Η ονομαστική αξία, όμως-μετά τη μείωση, δεν μπορεί να υπολείπεται της, κατά το νόμο, ελάχιστης των 0,04€ (άρ. 35 §1 ν. 4548/2018). Ενδεχόμενη ανάγκη για περαιτέρω μείωση θα πρέπει να ικανοποιηθεί με κάποια άλλη τεχνική (από τις εναπομένουσες δύο).

    Ακύρωση Μετοχών

    Η ακύρωση μετοχών επιφέρει, αυτονόητα, μείωση του συνολικού αριθμού τους. Άμεση συνέπειά της αποτελεί η απόσβεση των μετοχικών δικαιωμάτων, οι οποίες απορρέουν από τις ακυρωθείσες μετοχές.

    Η ακύρωση των μετοχών πρέπει, καταρχήν, να γίνεται ομοιόμορφα και αναλογικά- για όλους τους μετόχους. Ενδεχόμενη μονομερής ακύρωση προϋποθέτει: είτε καταστατική ρύθμιση (αρχική ή επιγενόμενη με ομόφωνη, όμως, απόφαση των μετόχων) είτε συναίνεση εκείνων που θίγονται. Σε κάθε περίπτωση, ακύρωση μετοχών λαμβάνει χώρα στις περιπτώσεις υποχρεωτικής μείωσης.

    Συνένωση Μετοχών

    Η τεχνική της συνένωσης μετοχών αποτελεί, ουσιαστικά, συνδυασμό των αμέσως προηγούμενων. Βάσει αυτής, ορισμένες μετοχές ακυρώνονται. Μεταβάλλεται, ταυτόχρονα-και με συγκεκριμένη αναλογία, η ονομαστική αξία των υπολοίπων.

     

    Προϋποθέσεις & Διαδικασία Μείωσης Κεφαλαίου

    Δεδομένης της σημασίας του μετοχικού κεφαλαίου, έχουμε ήδη επισημάνει ότι το ύψος, η κάλυψη, η καταβολή του καθώς και η διατήρησή του σε συγκεκριμένα επίπεδα διέπονται από συγκεκριμένους κανόνες. Προς αποφυγή καταστρατήγησής τους, η διαδικασία μείωσης προϋποθέτει αυστηρούς κανόνες και προϋποθέσεις˙ περί αυτών, αμέσως στη συνέχεια.

    Αρμόδιο Όργανο

    Η απόφαση για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου αποτελεί αρμοδιότητα της ΓΣ (άρ. 117 §1 περ. α΄ ν. 4548/2018), που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 29 §1, 130 §3 και 132 §2 ν. 4548/2018). Το καταστατικό είναι, όμως, δυνατό να προβλέπει μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίας και πλειοψηφίας-ακόμη και ομοφωνία (άρ. 130 §5 και 132 §3 ν. 4548/2018).

    Ομοφωνία, πάντως, απαιτείται-όπως έχουμε επισημάνει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, στην περίπτωση της ανομοιόμορφης μείωσης. Της μη αναλογικής, δηλαδή-και μη ισότιμης για τους μετόχους, μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου (167/2012 ΝΣΚ).

    Ωστόσο, ορισμένες περιπτώσεις μείωσης δεν απαιτούν τα παραπάνω, αυξημένα, ποσοστά για τη λήψη των σχετικών αποφάσεων της ΓΣ. Η απόφαση για τη μείωση λαμβάνεται από τη συνήθη ΓΣ (άρ. 29 §1 και 130 §3 ν. 4548/2018), με απλή απαρτία και πλειοψηφία, στις περιπτώσεις υποχρεωτικής μείωσης˙ συγκεκριμένα:

    (α) Στην περίπτωση της ακύρωσης μετοχών που δεν αποπληρώθηκαν-ύστερα από την άκαρπη προσπάθεια της ΑΕ να τις διαθέσει (άρ. 21 §§5 & 6 και 20 §9 ν. 4548/2018 -βλ. και προηγούμενη αρθρογραφία μας).

    (β) Στην περίπτωση της ακύρωσης ιδίων μετοχών της ΑΕ-εφόσον δεν κατέστη εφικτή η από μέρους της πώλησή τους (§§6 & 7 άρθρου 49 ν. 4548/2018).

    Η Πρόσκληση Σύγκλησης Της ΓΣ

    Περιεχόμενο

    Με εξαίρεση τις περιπτώσεις λήψης απόφασης από αυτόκλητη & καθολική ΓΣ ή της προσυπογραφής πρακτικού χωρίς συνεδρίαση (άρ. 135 ν. 4548/2018), απαιτείται πρόσκληση της ΓΣ. Η συγκεκριμένη πρόσκληση πρέπει να ορίζει, κατ’ ελάχιστο, τον σκοπό της μείωσης και τον τρόπο πραγματοποίησής της (άρθρο 29 §3 ν. 4548/2018). Θα πρέπει να γίνεται ειδική μνεία, στην περίπτωση που πρόκειται να λάβει χώρα μείωση μετοχικού κεφαλαίου σε είδος.

    Σκοπός

    Το ελάχιστο, κατά νόμο, περιεχόμενο της πρόσκλησης υπηρετεί διττό σκοπό.

    Αποσκοπεί, αφενός, στην ενημέρωση και μη αιφνιδιασμό των μετόχων, ενόψει της πραγματοποίησης της ΓΣ που θα αποφασίσει τη μείωση. Οι τελευταίοι, λαμβάνοντας τη σχετική ενημέρωση, μπορούν, να διαβουλευθούν και προετοιμαστούν πληρέστερα, με σκοπό την άσκηση του δικαιώματος ψήφου τους.

    Αποβλέπει, αφετέρου, στην ενημέρωση των δανειστών της ΑΕ (και των δυνητικών συμβαλλομένων της) προκειμένου να προβούν (ή όχι) στην ενάσκηση των νομίμων δικαιωμάτων τους (άρ. 30 ν. 4548/2018-για τα οποία επόμενη αρθρογραφία μας).

    Έννομες συνέπειες παράβασης

    Η ενδεχόμενη παράλειψη αναγραφής (ή η πλημμελής αναγραφή) στην πρόσκληση των στοιχείων που προβλέπονται από το νόμο συνέπεια είχε, υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, την ακυρότητα της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου.

    Αντίθετα, όπως επισημαίνει η Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου 29 ν. 4548/2018 «…διεγράφη η φράση…με ποινή ακυρότητας». Σήμερα, ως εκ τούτου, τυχόν παράλειψη ή πλημμέλεια αναγραφής στοιχείων επί της πρόσκλησης (ή επί της απόφασης) κρίνεται με βάση «…τους γενικούς κανόνες περί ελαττωματικών αποφάσεων της γενικής συνέλευσης».

    Το Περιεχόμενο Της Απόφασης Της ΓΣ Περί Μείωσης

    Σκοπός Μείωσης Και Τρόπος Πραγματοποίησης

    Η απόφαση της ΓΣ για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου πρέπει να ορίζει κατ’ ελάχιστο, όπως και η πρόσκληση, τον σκοπό της συγκεκριμένης μείωσης και τον τρόπο πραγματοποίησής της (άρ. 29 §3 ν. 4548/2018). Η ΓΣ μπορεί, ωστόσο, να αποφασίσει διαφορετικά ως προς τον τρόπο μείωσης.

    Μείωση Κεφαλαίου Σε Είδος

    Όπως σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφέραμε, ειδικό τρόπο μείωσης συνιστά η μείωση μετοχικού κεφαλαίου με καταβολή σε είδος. Στην περίπτωση αυτή η απόφαση της ΓΣ πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια τα περιουσιακά στοιχεία που θα περιέλθουν σε καθένα από τους μετόχους, προς αποφυγή κάθε είδους αμφιβολίας σχετικά με τη διανομή (άρ. 31 §1 ν. 4548/2018).

    Τροποποίηση Καταστατικού

    Η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ απαιτεί τροποποίηση της σχετικής διάταξης  του καταστατικού της από τη ΓΣ (29 §4 ν. 4548/2018). Συγκεκριμένα, η ΓΣ πρέπει να αποφασίζει την τροποποίηση του ύψους του μετοχικού κεφαλαίου, όπως αυτό διαμορφώνεται μετά τη μείωση. Παράλληλα, και ανάλογα με την τεχνική που υιοθετείται, την τροποποίηση της ονομαστικής αξίας των μετοχών ή/και την τροποποίηση του αριθμού τους. Η συγκεκριμένη τροποποίηση του καταστατικού προϋποθέτει έγκριση της Διοίκησης (άρ. 9 ν. 4548/2018).

    Ελάχιστο Όριο Μείωσης Μ.Κ.

    Η ΓΣ δεν είναι δυνατό, καταρχήν, να αποφασίσει μείωση μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ, ώστε να υπολείπεται του ελάχιστου ορίου των 25.000€ (άρ. 15 §2 ν. 4548/2018). Μπορεί όμως και να αποφασισθεί (μέχρι και) ο μηδενισμός του, εφόσον ταυτόχρονα αποφασισθεί και, ακολούθως, υλοποιηθεί αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου έως, τουλάχιστον, το ελάχιστο νόμιμο ύψος του.

    Είναι όμως δυνατό, εναλλακτικά, να ληφθεί απόφαση για ταυτόχρονη μετατροπή της ΑΕ σε άλλο εταιρικό τύπο, που εξ ορισμού θα απαιτεί λιγότερο ή και καθόλου κεφάλαιο (άρθρο 29 §2, εδ. α΄ ν. 4548/2018).

    Μέσο «Εκπαραθύρωσης» Μετόχων(;)

    Η απόφαση για μηδενισμό του μετοχικού κεφαλαίου είναι δυνατό να λειτουργήσει ως μέσο απομάκρυνσης υφιστάμενων μετόχων. Ανάσχεση στο σχετικό ενδεχόμενο αποτελεί το δικαίωμα προτίμησης στην επερχόμενη, αναγκαία, αύξησή του. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι στην αύξηση αυτή «…οι μέτοχοι της εταιρείας έχουν δικαίωμα προτίμησης ανάλογα με τη συμμετοχή τους στο κεφάλαιο, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί πριν από τη μείωση.» (άρ. 29 §2, εδ. β΄ ν. 4548/2018). Παρά τις αμφισβητήσεις κατά το προϊσχύσαν καθεστώς, η Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου 29 αναφέρει ότι: «…διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση μείωσης του κεφαλαίου με ταυτόχρονη απόφαση για αύξησή του δεν αίρεται το δικαίωμα προτίμησης των παλαιών μετόχων, ακόμη και στην περίπτωση που μετά τη μείωση η συμμετοχή στο κεφάλαιο ενδεχομένως μηδενίστηκε». Πάντα υπάρχει, βέβαια, το ενδεχόμενο του, υπό προϋποθέσεις, αποκλεισμού του δικαιώματος προτίμησης και στη συγκεκριμένη αύξηση…

    Έγκριση Περισσότερων Κατηγοριών Μετόχων

    Στο μετοχικού κεφάλαιο της ΑΕ ενδέχεται να συμμετέχουν διάφορες κατηγορίες μετόχων (λ.χ. προνομιούχοι μέτοχοι, κάτοχοι εξαγοράσιμων μετοχών). Η απόφαση της ΓΣ για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου είναι δυνατό να θίγει, άμεσα ή έμμεσα, τα δικαιώματα μιας ή περισσότερων κατηγοριών. Προβλέπεται, στην περίπτωση αυτή, έγκριση των θιγόμενων μετόχων ως προϋπόθεση της προόδου της σχετικής διαδικασίας. Η έγκριση αυτή παρέχεται με απόφαση των μετόχων της θιγόμενης κατηγορίας, που λαμβάνεται σε ιδιαίτερη συνέλευση με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 29 §6 ν. 4548/2018).

    Η ΓΣ της ιδιαίτερης κατηγορίας (ή των, ενδεχομένως, περισσότερων κατηγοριών) μετόχων αποφασίζει μόνον για τη χορήγηση ή μη της απαιτούμενης έγκρισης. Δεν αποφασίζει για τους επιμέρους όρους της μείωσης, οι οποίοι έχουν ήδη προσδιοριστεί από τους μετόχους της ΑΕ. Ως προς την διαδικασία σύγκλησης της ιδιαίτερης ΓΣ εφαρμόζονται, ανάλογα, οι σχετικές διατάξεις για τη ΓΣ των μετόχων (άρ. 29 §6 ν. 4548/2018).

    Δημοσιότητα Της Απόφασης Μείωσης

    Η απόφαση για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου παρουσιάζει, όπως επισημάναμε, ιδιαίτερη σημασία τόσο για την ΑΕ και τους μετόχους της όσο, όμως και, για τους δανειστές και συναλλασσόμενους της ΑΕ. Αναγκαία, ως εκ τούτου, η δημοσιότητα της. Λαμβάνει χώρα, δεδομένης και της φύσης της ως τροποποίησης του καταστατικού, στον διαδικτυακό τόπο του Γ.ΕΜ.Η. ύστερα από έγκριση της Διοίκησης (άρ.12 ν. 4548/2018). Περαιτέρω, ο νόμος απαιτεί η σχετική απόφαση «…να αναρτάται και στο διαδικτυακό τόπο της εταιρείας» (άρ. 29 §4 in fine ν. 4548/2018).

     

    Τα θέματα που συναρτώνται με τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου μοιάζουν, πράγματι, «στεγνά» τεχνικά και, φυσικά, κουραστικά. Αποδεικνύονται, εντούτοις, ιδιαίτερα σημαντικά για την εταιρεία, τους δανειστές και τους μετόχους της-πολύ περισσότερο που μπορεί να οδηγήσουν σε «εκπαραθύρωση» κάποιων από αυτούς. Λύσεις υπάρχουν για την προστασία των εμπλεκομένων. Ειδικά όμως όσον αφορά εκείνη των δανειστών, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 15 Μαΐου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου ΑΕ-Διακρίσεις

    Μείωση Μετοχικού Κεφαλαίου ΑΕ-Διακρίσεις

    Οι διακρίσεις της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ μοιάζουν περιττά τεχνικές. Επίσης και τα θέματα, ευρύτερα, που συναρτώνται με τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου. Είναι, εντούτοις-και στο σύνολό τους, σημαντικά καθώς δίνουν λύσεις σε άλυτα (ή, έστω, δυσεπίλυτα), με άλλους τρόπους, προβλήματα. Στην ιδιαίτερη σημασία του μετοχικού κεφαλαίου στην ύπαρξη και ανάπτυξη της ΑΕ έχουμε, επανειλημμένα, αναφερθεί στο πλαίσιο προηγούμενης αρθρογραφίας μας. Δεδομένης της σημασίας του, το ύψος, η κάλυψη και η καταβολή του καθώς και η διατήρησή του σε συγκεκριμένα επίπεδα διέπονται, όπως διαπιστώσαμε, από συγκεκριμένους κανόνες. Η παράκαμψή τους (μέσω της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου) δεν θα μπορούσε παρά να λάβει χώρα με συγκεκριμένους, αντίστοιχα αυστηρούς, κανόνες (άρθρα 29-31 ν. 4548/2018). Οι κανόνες αυτοί και, εν γένει, η έννοια της μείωσης μετοχικού κεφαλαίου, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις της καθώς και οι έννομες συνέπειές της είναι κάποια από τα θέματα που θα μας απασχολήσουν στον παρόν, αλλά και στη συνέχεια της αρθρογραφίας μας.

     

    Διακρίσεις Μείωσης Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, ανάλογα με τον σκοπό που επιδιώκει και τον τρόπο με τον οποίο υλοποιείται, διακρίνεται ως εξής:

    Πραγματική & Ονομαστική Μείωση

    Η διάκριση σε πραγματική και ονομαστική μείωση προσιδιάζει στην αντίστοιχη της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου (για την οποία προηγούμενη αρθρογραφία μας). Ειδικότερα:

    Πραγματική Μείωση

    Η πραγματική μείωση λαμβάνει χώρα με την επιστροφή εταιρικής περιουσίας (συνηθέστερα: χρημάτων) στους μετόχους. Ή επίσης, ύστερα από απαλλαγή τους, μερική ή ολική, από την υποχρέωση καταβολής κεφαλαίου. Πάντοτε, βέβαια, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των προϋποθέσεων του νόμου.

    Η πραγματική μείωση συνιστά, επομένως, αποδέσμευση κεφαλαίου. Ενδέχεται να αποσκοπεί: (α) στην αναπροσαρμογή του κεφαλαίου στις πραγματικές ανάγκες της ΑΕ, (β) στην αλλαγή του συσχετισμού δυνάμενων και ισορροπιών μεταξύ των μετόχων της, (γ) στη διανομή περιουσίας της ΑΕ (αντί μερίσματος για λόγους φορολογικούς) προς τους μετόχους της (ή, κατά περίπτωση προς συγκεκριμένο μέτοχό της), (δ) στην αύξηση της αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων της ΑΕ.

    Ονομαστική Μείωση

    Ως ονομαστική μείωση, αντίθετα, νοείται η λογιστική μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Με άλλα λόγια, το μετοχικό κεφάλαιο μέσω της ονομαστικής μείωσης, μειώνεται μεν ως λογιστικό μέγεθος, δεν ακολουθείται όμως καταβολή στους μετόχους. Δεν επέρχεται, δηλαδή, πραγματική μείωση της εταιρικής περιουσίας.

    Η ανάγκη ονομαστικής μείωσης υπαγορεύεται, πρακτικά, στις περιπτώσεις ύπαρξης ζημιών-όχι, πάντως, πρόσκαιρων και περιορισμένων. Στις περιπτώσεις αυτές, η ονομαστική/λογιστική μείωση αποβλέπει στην εξυγίανση της ΑΕ, την αναπροσαρμογή του μετοχικού κεφαλαίου στην (αντιστοιχούσα) μειωμένη εταιρική περιουσία και την ικανοποίηση, εν τέλει, των συμφερόντων των μετόχων αλλά και του ίδιου του νομικού προσώπου. Αν μάλιστα μια τέτοια μείωση συνδυαστεί με (ταυτόχρονη) αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ, πρόκειται, κατά κανόνα, για κίνηση εξυγίανσής της.

    Προαιρετική & Υποχρεωτική Μείωση

    Η απόφαση για τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είναι δυνατό να έχει είτε προαιρετικό είτε υποχρεωτικό χαρακτήρα.

    Προαιρετική Μείωση

    Η απόφαση για τη μείωση και το ύψος της συνιστά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, επιχειρηματική απόφαση. Λαμβάνεται ελεύθερα από το αρμόδιο εταιρικό όργανο, το οποίο αξιολογεί τα επιμέρους δεδομένα αλλά και τις, εν γένει, ανάγκες τις επιχείρησης.

    Υποχρεωτική Μείωση

    Σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο, η προσφυγή της επιχείρησης στη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου γίνεται υποχρεωτική-και μάλιστα από το νόμο. Τέτοιες περιπτώσεις, λ.χ., συνιστούν:

    (α) η περίπτωση της ακύρωσης ιδίων μετοχών της ΑΕ, εφόσον δεν κατέστη εφικτή η από μέρους της πώληση των ιδίων μετοχών, που εκείνη απέκτησε (§§6 & 7 άρθρου 49 ν. 4548/2018).

    (β) η περίπτωση της ακύρωσης μετοχών που δεν αποπληρώθηκαν-ύστερα από την άκαρπη προσπάθεια της ΑΕ να τις διαθέσει (άρθρα 20 §9 και 21 §§6 & 7 ν. 4548/2018 (βλ. και προηγούμενη αρθρογραφία μας).

    Ομοιόμορφη & Ανομοιόμορφη Μείωση

    Σημαντική για λόγους σκοπιμότητας και διατήρησης ή μη των μετοχικών συσχετισμών μέσα στην ΑΕ κρίνεται η διάκριση σε ομοιόμορφη και ανομοιόμορφη μείωση.

    Ομοιόμορφη Μείωση

    Καταρχήν, η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου θα πρέπει να συμμορφώνεται με την αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων. Τούτο σημαίνει ότι η συμμετοχή του κάθε μετόχου στο κεφάλαιο θα πρέπει, σε μια τέτοια περίπτωση, να μειώνεται αναλογικά. Η ομοιόμορφη, κατά συνέπεια, μείωση υπηρετεί όχι μόνον την αρχή της ίσης μεταχείρισης αλλά και τη διατήρηση των υφιστάμενων μετοχικών ισορροπιών εντός της ΑΕ.

    Ανομοιόμορφη Μείωση

    Αντίθετα, στην περίπτωση της ανομοιόμορφης μείωσης, η σχετική απόφαση είναι δυνατό να οδηγήσει, κατ’ ουσίαν, στην απόδοση κεφαλαίων (ή/και συγκεκριμένου περιουσιακού στοιχείου της ΑΕ) σε ένα μόνον μέτοχο˙ ακόμα και στην έξοδο από την ΑΕ ενός, και μόνο, μετόχου. Με άλλα λόγια: στη μη αναλογική (και μη ισότιμη για τους μετόχους) μείωση του μετοχικού κεφαλαίου.

    Υποστηρίζεται πάντως (και ορθά) ότι προϋπόθεση για μια τέτοια, ανομοιόμορφη μείωση (προς όφελος δηλ. συγκεκριμένων, μόνον, μετόχων) είναι η ομόφωνη, σχετική, απόφαση της Γενικής Συνέλευσης (167/2012 ΝΣΚ).

    Μείωση Με Καταβολή Μετρητών & Μείωση Κεφαλαίου Σε Είδος

    Η πραγματική μείωση μετοχικού κεφαλαίου, η επιστροφή, δηλ., εταιρικής περιουσίας στους μετόχους, διακρίνεται, περαιτέρω, με βάση το είδος της επιστρεφόμενης περιουσίας.

    Μείωση Με Καταβολή Μετρητών

    Στην περίπτωση αυτή (που είναι και η συνηθέστερη) η μείωση κεφαλαίου λαμβάνει χώρα με καταβολή μετρητών στους μετόχους.

    Μείωση Κεφαλαίου Σε Είδος

    Η πραγματική μείωση του μετοχικού κεφαλαίου είναι δυνατό να υλοποιηθεί και μέσω απευθείας επιστροφής στους μετόχους εταιρικής περιουσίας σε είδος. Μάλιστα, ο ν. 4548/2018-σε αντίθεση με το προϊσχύσαν καθεστώς, ρυθμίζει τη σχετική περίπτωση.

    Πρόκειται για τον ένα από τους δύο-ειδικούς τρόπους μείωσης μετοχικού κεφαλαίου (άρθρο 31 ν. 4548/2018), όπως αυτοί, αμέσως κατωτέρω, αναλύονται. Πιο συγκεκριμένα: (α) τη μείωση με καταβολή σε είδος (§1) και (β) τη μείωση με σκοπό τον σχηματισμό ειδικού αποθεματικού (§2).

     

    Ειδικοί Τρόποι Μείωσης Μετοχικού Κεφαλαίου

    Μείωση Με Καταβολή Σε Είδος

    Η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, με καταβολή σε είδος, μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα επωφελής όχι μόνον για τους δικαιούχους μετόχους αλλά για την ίδια την ΑΕ. Ιδίως στις περιπτώσεις που μεγάλο μέρος του ενεργητικού της καταλαμβάνουν λ.χ. προϊόντα, ακίνητα, μετοχές άλλων εταιρειών. Στις περιπτώσεις αυτές, η ρευστοποίηση του ενεργητικού και η μείωση του κεφαλαίου με καταβολή σε μετρητά θα ήταν δυνατό να αποδειχθεί όχι μόνον δυσχερής αλλά και επιβλαβής για την ΑΕ.

    Το προϊσχύσαν καθεστώς

    Η δυνατότητα μείωσης με καταβολή σε είδος δεν ρυθμιζόταν ειδικά υπό το προϊσχύσαν καθεστώς. Εγείρονταν, ως εκ τούτου, από μερίδα της θεωρίας, αντιρρήσεις σχετικά με το επιτρεπτό μιας τέτοιας μείωσης.

    Υποστηριζόταν, ωστόσο, αυτονοήτως και η αντίθετη θέση. Ήτοι ότι «…η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας με καταβολή είδους στους μετόχους της, αν και δεν προβλέπεται ρητά στον θεσμικό νόμο των ανωνύμων εταιρειών (κ.ν. 2190/1920), είναι δυνατόν να επιλεγεί, υπό προϋποθέσεις, από το αρμόδιο εταιρικό όργανο με γνώμονα προεχόντως το συμφέρον των πιστωτών της εταιρείας και δευτερευόντως των μετόχων της…» (167/2012 ΝΣΚ–κατά πλειοψηφία).

    Το ισχύον καθεστώς

    Υπό το ισχύον καθεστώς, οποιαδήποτε τυχόν αμφισβήτηση σχετικά με το επιτρεπτό της μείωσης κεφαλαίου με καταβολή σε είδος αίρεται. Πλέον, όπως υπογραμμίζεται και στην Αιτιολογική Έκθεση του νόμου για τις ΑΕ (:επί του άρθρου 31 ν. 4548/2018), «προβλέπεται ρητά η δυνατότητα μείωσης κεφαλαίου σε είδος…».

    Ωστόσο, απαιτείται, προηγουμένως, αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων που πρόκειται να αποδοθούν στους μετόχους εξαιτίας της μείωσης. Εφαρμόζονται, ως εκ τούτου, οι διατάξεις για την αποτίμηση εισφορών σε είδος (:άρθρα 17 και 18 ν. 4548/2018). Παράλληλα, προβλέπεται ρητά ότι -πέραν των εξαιρέσεων του άρθρου 18 ν. 4548/2018- «…αποτίμηση των στοιχείων σε είδος δεν απαιτείται, αν οι μέτοχοι αποφασίσουν ομόφωνα τον τρόπο υλοποίησης της μείωσης» (άρθρο 31 §1, εδ. γ΄).

    Μείωση Με Σκοπό Τον Σχηματισμό Ειδικού Αποθεματικού

    Ο επόμενος ειδικός τρόπος μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου αφορά στη μείωση με σκοπό τον σχηματισμό ειδικού αποθεματικού. Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς είχαν διατυπωθεί αμφιβολίες σχετικά με το επιτρεπτό του σχετικού τρόπου μείωσης. Ενώ, σχετική νομοθετική διάταξη προβλέφθηκε μόνον για τις εισηγμένες ΑΕ.

    Ο ν. 4548/2018 ρύθμισε ρητά και τον συγκεκριμένο τρόπο μείωσης. Σύμφωνα με τη νομοθετική πρόβλεψη, όμως, το «ειδικό αποθεματικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο προς το σκοπό εκ νέου κεφαλαιοποίησής του ή του συμψηφισμού του προς απόσβεση ζημιών της εταιρείας» (άρθρο 31 §2 in fine). Τούτο σημαίνει ότι το συγκεκριμένο ειδικό αποθεματικό δεν μπορεί να διανεμηθεί στους μετόχους. Αντίθετα, προσαυξάνει το μετοχικό κεφάλαιο (σύμφωνα με την §1 του άρθρου 159 ν. 4548/2018).

     

    Όπως και εισαγωγικά αναφέρθηκε, μοιάζουν περιττά τεχνικοί οι τρόποι μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου και οι σχετικές διακρίσεις. Είναι, εντούτοις, ιδιαίτερα σημαντική η γνώση τους καθώς, συχνά, μας παρέχουν λύσεις σε δυσεπίλυτα, με άλλο τρόπο, απολύτως απτά, προβλήματα. Η (νόμιμη) μεταφορά περιουσίας από την ΑΕ προς τους μετόχους της, η μείωση της μετοχικής συμμετοχής (ή/και οικονομική ενίσχυση) κάποιων από αυτούς, η εξυγίανση της εταιρείας, είναι κάποια από εκείνα που επιτυχώς διαχειρίζεται η μείωση του μετοχικού κεφαλαίου. Για την ολοκληρωμένη προσέγγιση στο συγκεκριμένο θέμα θα πρέπει να μιλήσει κανείς για τις τεχνικές, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία μείωσης. Επίσης για την προστασία των δανειστών και τις συνέπειες της μείωσης. Γιατί όχι, και για την απόσβεση. Περί αυτών όμως σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 8 Μαΐου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.