Κατηγορία: Άρθρα

  • Ιδρυτικοί Τίτλοι: Κοινοί & Εξαιρετικοί

    Ιδρυτικοί Τίτλοι: Κοινοί & Εξαιρετικοί

    Η μετοχική ιδιότητα (η εταιρική, δηλαδή, συμμετοχή στην ΑΕ) προϋποθέτει κατοχή μετοχών. Η ΑΕ όμως είναι δυνατό να εκδώσει, για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της (για τη χρηματοδότησή της-λ.χ.) και άλλους τίτλους εκτός από τις μετοχές.  Μεταξύ των λοιπών τίτλων και οι ιδρυτικοί (:κοινοί ή εξαιρετικοί), οι οποίοι πολυεπίπεδα εξυπηρετούν την ΑΕ, τους μετόχους αλλά και τους κατόχους τους. Περί των κοινών και εξαιρετικών τίτλων, αλλά και των ιδιαιτεροτήτων τους, το παρόν.

     

    Έννοια & Ορισμοί 

    Η δυνατότητα έκδοσης κοινών και εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων εκ μέρους της ΑΕ ρυθμίζεται ρητά στον ν. 4548/2018 (άρ. 75 και 76 αντίστοιχα). Πρόκειται για όμοια, κατά βάση, ρύθμιση με αυτή του άρ. 15 του προϊσχύσαντος ν. 2190/1920.

    Η έκδοση των τίτλων αυτών αποσκοπεί στην ανταμοιβή ή προσέλκυση ιδρυτών της ΑΕ ή τρίτων (λ.χ. εργαζομένων, στελεχών ή μελών της διοίκησής της), για συγκεκριμένες, ωφέλιμες για εκείνη, ενέργειές τους ή, απλά, συνέργειες μαζί της.

    Η διάκριση των τίτλων σε κοινούς και εξαιρετικούς βασίζεται: (α) στη φύση της παροχής έναντι της οποίας εκδίδονται και (β) στον χρόνο έκδοσής τους. Ειδικότερα:

    Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι: Τους συγκεκριμένους τίτλους εκδίδει η ΑΕ κατά τον χρόνο της σύστασής της˙ αποκλείεται η έκδοσή τους σε χρόνο μεταγενέστερο (στο πλαίσιο, λ.χ., κάποιας αύξησης του μετοχικού της κεφαλαίου). Οι τίτλοι αυτοί χορηγούνται ως αντάλλαγμα/ανταμοιβή για υπηρεσίες που παρείχαν είτε ιδρυτές-μέτοχοι είτε τρίτοι κατά το στάδιο της ίδρυσης της ΑΕ (άρ. 75 §1). Στις υπηρεσίες αυτές συγκαταλέγονται ενέργειες που δεν είναι δυνατό να αποτιμηθούν σε χρήμα (λ.χ. παροχή εργασίας κατά την ίδρυση της εταιρείας).

    Εξαιρετικοί Ιδρυτικοί Τίτλοι: Αντίθετα με τους κοινούς, οι εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι είναι δυνατό να εκδοθούν σε οποιονδήποτε χρόνο-τόσο κατά την ίδρυση της ΑΕ όσο και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της. Εκτός από το χρόνο έκδοσής τους, οι εξαιρετικοί τίτλοι διακρίνονται από τους κοινούς και όσον αφορά τη φύση της παροχής έναντι της οποίας χορηγούνται. Οι εξαιρετικοί τίτλοι συνιστούν ανταμοιβή του μετόχου ή του τρίτου για παροχές σε είδος προς την ΑΕ-αποτιμητές, όμως, σε χρήμα (άρ.76 §1). Αρκεί, στην περίπτωση αυτή, η απλή παραχώρηση αντικειμένου προς την ΑΕ-δεν απαιτείται, δηλαδή, η μεταβίβασή του κατά κυριότητα. Ως αντικείμενο σε είδος δεν νοείται, κατά συνέπεια, η καταβολή χρημάτων ούτε και μη αποτιμητές σε χρήμα παροχές (λ.χ. παροχή εργασίας-δεδομένης της παραπομπής του άρ. 76 §2 στο άρ. 17 περί εισφορών σε είδος).

     

    Δικαιώματα 

    Τόσο οι κοινοί, όσο και οι εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι δεν έχουν ονομαστική αξία. Η χρηματική τους αξία δεν αντιστοιχεί, επομένως, σε τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας˙ δεν παρέχουν μετοχικά δικαιώματα στους δικαιούχους τους. Ο κάτοχος τους δεν διαθέτει δικαίωμα συμμετοχής στη διοίκηση και διαχείριση της εταιρείας, ούτε στο προϊόν της εκκαθάρισής της (άρ. 75 §2 και άρ. 76 §1 εδ. β΄).

    Το μοναδικό δικαίωμα που παρέχουν στους κατόχους τους είναι το (περιορισμένο) δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη της ΑΕ. Η ανταμοιβή, με άλλα λόγια, των κατόχων τους προϋποθέτει κερδοφόρο, μόνον, πορεία της ΑΕ-με την οποία και στενά συναρτάται.

    Το δικαίωμα απολήψεων στους εξαιρετικούς ιδρυτικούς τίτλους περιορίζεται καθ’ ύψος, με βάση όσα το καταστατικό της ΑΕ αλλά και ο νόμος (άρ. 76 §3 & 159) ορίζουν για τη διανομή ποσών στους μετόχους. Όσον αφορά τους κοινούς ιδρυτικούς τίτλους τίθεται (άρ. 75 §3) ένας πρόσθετος, ποσοτικός, περιορισμός: τα ποσά που διανέμονται σ’ αυτούς δεν είναι δυνατό να υπερβαίνουν το ¼ των καθαρών κερδών της ΑΕ, ύστερα από την αφαίρεση των ποσών για τον σχηματισμό τακτικού αποθεματικού (άρ. 158) καθώς και του ποσού για τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος στους μετόχους της εταιρείας (άρ. 161). Παράνομες, επομένως, οι καθ’ υπέρβαση των ανωτέρω καταβολές.

    Προκειμένου να διασφαλίζεται το, αποκλειστικά περιουσιακής φύσης, δικαίωμά τους, οι δικαιούχοι έχουν, επιπλέον, δικαίωμα παρακολούθησης των συνεδριάσεων της ΓΣ-χωρίς, όμως, δικαίωμα ψήφου. Δικαιούνται, επίσης, να ενημερώνονται για την περιουσιακή κατάσταση της ΑΕ, χωρίς, ωστόσο, να διαθέτουν αξίωση επίδειξης των εταιρικών βιβλίων.

     

    Κοινοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Προϋποθέσεις Έκδοσης

    Αποκλειστικό λόγο/σκοπό έκδοσης των κοινών ιδρυτικών τίτλων, όπως ανωτέρω επισημάνθηκε, είναι δυνατό να συνιστά η ανταμοιβή των ιδρυτών-μετόχων ή τρίτων για υπηρεσίες που παρείχαν κατά την ίδρυση της εταιρείας. Προϋποτίθεται, όμως,  σχετική καταστατική πρόβλεψη, η οποία θα πρέπει να είναι λεπτομερής όσον αφορά τους δικαιούχους τους (ιδρυτές της ΑΕ ή τρίτους) και τις υπηρεσίες που ανταμείβονται. Θα πρέπει, επίσης, να κάνει ρητή αναφορά στον αριθμό των τίτλων που εκδίδονται, που δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/10 του αριθμού των μετοχών-υπολογιζόμενου οποιουδήποτε τύπου (λ.χ. κοινές ή προνομιούχες μετοχές)-(άρ. 75 §1). Θα πρέπει, τέλος, να προσδιορίζεται και η διάρκεια τους, που είναι δυνατό να είναι αόριστη˙ να ταυτίζεται δηλ. με τη διάρκεια της ίδιας της ΑΕ-με την επιφύλαξη της εξαγοράς τους.

    Το Δικαίωμα Εξαγοράς Της ΑΕ

    Καθώς οι κοινοί ιδρυτικοί τίτλοι στοχεύουν στην ανταμοιβή των κατόχων τους για τις ενέργειές τους κατά τον χρόνο σύστασης ΑΕ, εύλογη κρίνεται η, περιορισμένη χρονικά, διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους. Στο πλαίσιο αυτό η ίδια η -εκδότρια των τίτλων- ΑΕ δικαιούται να προβεί σε εξαγορά τους. Η εξαγορά λαμβάνει χώρα μετά την παρέλευση δεκαετίας από την έκδοσή τους˙ είναι όμως δυνατό να λάβει χώρα και νωρίτερα, εφόσον υπάρχει σχετική καταστατική πρόβλεψη (άρ. 75 §4). Η σχετική διευκρίνηση του νόμου επιβεβαίωσε την, ήδη, διαμορφωμένη θέση της θεωρίας, η οποία αποδεχόταν τη δυνατότητα εξαγοράς σε χρόνο βραχύτερο (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 75).

    Το (εκ του νόμου) δικαίωμα, και όχι υποχρέωση, εξαγοράς των τίτλων εκ μέρους της ΑΕ είναι διαπλαστικό και ασκείται μονομερώς. Μάλιστα, το δικαίωμά της δεν αποσβέννυται μετά την πάροδο της δεκαετίας κι ούτε είναι δυνατό να περιορισθεί ή καταργηθεί.

    Η λήψη της απόφασης για εξαγορά των κοινών ιδρυτικών τίτλων είναι δυνατό να ανήκει στη ΓΣ (προτιμητέο-καθώς σχετίζεται με περιουσιακά δικαιώματα των μετόχων)˙ είναι δυνατό, όμως, να ανατεθεί και στο ΔΣ.

    Σκοπό της εξαγοράς αποτελεί η ακύρωση των τίτλων έναντι καταβολής αντιτίμου στους δικαιούχους τους. Το αντάλλαγμα της εξαγοράς πρέπει να προσδιορίζεται από το καταστατικό της εταιρείας και δεν μπορεί να υπερβαίνει ό,τι ο νόμος ορίζει (άρ. 159) για τη διανομή ποσών στους μετόχους. Το αντάλλαγμα/αντίτιμο της εξαγοράς είναι δυνατό να διαφοροποιείται για κάθε δικαιούχο. Δεν επιτρέπεται πάντως, σε καμία περίπτωση, να υπερβαίνει το δεκαπλάσιο του μέσου ετήσιου μερίσματος που έλαβαν συνολικά οι δικαιούχοι των ιδρυτικών τίτλων κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας πριν από την εξαγορά (άρ. 75 §5).

     

    Εξαιρετικοί Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Αρμοδιότητα Της ΓΣ

    Όπως ανωτέρω επισημάνθηκε, τους εξαιρετικούς ιδρυτικούς τίτλους είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ και κατά τη διάρκεια λειτουργίας της. Η σχετική απόφαση, που τροποποιεί το καταστατικό της, ανήκει στην ΓΣ και λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (76 §2).

    Η απόφαση, αυτή, της ΓΣ οφείλει να βασίζεται (άρ. 76 §2) σε έκθεση αποτίμησης των (δεκτικών αποτίμησης αντικειμένων σε είδος. Η αποτίμησή τους λαμβάνει χώρα με ανάλογη εφαρμογή όσων προβλέπονται για την αποτίμηση εισφορών σε είδος (άρ. 17 και 18).  Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η προστασία των μετόχων μειοψηφίας, καθώς και ο έλεγχος τυχόν καταχρηστικότητας της σχετικής απόφασης της ΓΣ. Να διευκρινισθεί εδώ, εκ περισσού πάντως, ότι τα παραχωρούμενα αντικείμενα δεν συνιστούν εισφορές σε είδος και κατά συνέπεια, δεν αποτελούν τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Το Ελεύθερο Των Όρων

    Σε αντίθεση με όσα ο νόμος ορίζει για τους κοινούς, οι επιμέρους όροι των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων καθορίζονται ελεύθερα (άρ. 76 §3). Ανάλογα με τον χρόνο έκδοσης των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων (κατά τη σύσταση της ΑΕ ή μεταγενέστερα), οι όροι τους θα προσδιορισθούν είτε από το αρχικό καταστατικό της είτε από μεταγενέστερη τροποποίησή του.

    «Οροφή» στο ποσό που είναι δυνατό να καταβληθεί στους δικαιούχους των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων είναι ό,τι ο νόμος ορίζει (άρ. 159) για τη διανομή ποσών στους μετόχους. Έγκυρα, επομένως, μπορεί να καθορισθεί η συμμετοχή στα κέρδη των δικαιούχων των τίτλων, προνομιακά, πριν τη διανομή του ελάχιστου μερίσματος στους μετόχους.

    Να σημειωθεί εδώ πως η διάρκεια των εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων είναι ανεξάρτητη από τη διάρκεια της παραχώρησης των αντικειμένων σε είδος. Μάλιστα, το δικαίωμα εξαγοράς τους από την ΑΕ είναι χρονικά απεριόριστο και μπορεί να ασκηθεί ακόμη κι όσο διαρκεί η ως άνω παραχώρηση.

     

    Έκδοση, Καταχώρηση & Μεταβίβαση Των Ιδρυτικών Τίτλων   

    Τα συναφή με την έκδοση, καταχώρηση & μεταβίβαση των κοινών και εξαιρετικών ιδρυτικών τίτλων αντιμετωπίζονται με τρόπο ανάλογο όσων ισχύουν επί μετοχών (άρ. 40-42,  75 § 6 και 76 § 4). 

    Η έκδοση των τίτλων, σε έγχαρτη ή λογιστική μορφή, έχει προαιρετικό και δηλωτικό-νομιμοποιητικό χαρακτήρα. Οι ιδρυτικοί τίτλοι, εφόσον εκδοθούν, είναι αποκλειστικά ονομαστικοί. Τούτο υπαγορεύεται, μεταξύ άλλων, από την ανάγκη για έλεγχο και ασφαλή ταυτοποίηση των δικαιούχων των τίτλων. Οι τελευταίοι, μάλιστα, για λόγους διευκόλυνσης της ταυτοποίησής τους, καταχωρούνται στο ειδικό βιβλίο που τηρεί, ακόμη και ηλεκτρονικά,  η ΑΕ, κατά τα πρότυπα του βιβλίου μετόχων (του άρ. 40 § 2). 

    Η μεταβίβαση των τίτλων (στο πλαίσιο ειδικής ή καθολικής διαδοχής) είναι ελεύθερη.

     

    Οι κοινοί και εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι αποτελούν ένα εξαιρετικό, κατά κυριολεξία, εργαλείο στα χέρια της ΑΕ, των ιδρυτικών μετόχων αλλά και της διοίκησής της. Παρέχουν περιορισμένο δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη της στους ωφελούμενους -χωρίς όμως να τους καθιστούν μετόχους ούτε και να τους προσφέρουν μετοχικά δικαιώματα (λ.χ. μειοψηφίας, συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων, στην εκλογή διοίκησης κ.ο.κ). Από την άλλη πλευρά: οι ωφελούμενοι απολαμβάνουν, κατ΄αντιστοιχία, ένα από τα σημαντικότερα μετοχικά δικαιώματα (αυτό της συμμετοχής στα κέρδη), που υπό άλλες συνθήκες δεν θα εδικαιούντο. Μπορούν, κατά συνέπεια, οι ιδρυτικοί τίτλοι να αποτελέσουν ένα εξαιρετικό εργαλείο προσέλκυσης στελεχών, συνεργατών, συνεπενδυτών αλλά και απομείωσης του κόστους για την ΑΕ˙ εν τέλει: μεγιστοποίησης του οφέλους για τους μετόχους της.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 27 Νοεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Warrants: Άσκηση Δικαιώματος Απόκτησης Μετοχών

    Warrants: Άσκηση Δικαιώματος Απόκτησης Μετοχών

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας απασχόλησε η έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών (:warrants) καθώς και η απόκτησή τους από την ΑΕ που τους εξέδωσε (ή θυγατρική της). Με ποιο τρόπο, όμως, ασκείται το δικαίωμα προαίρεσης για απόκτηση των μετοχών που απορρέει από τα warrants; Ας δούμε τον τρόπο.

     

    Η Άσκηση Του Δικαιώματος Απόκτησης Μετοχών 

    Όπως έχουμε, ήδη, διαπιστώσει εκείνος που δικαιούται να ασκήσει (ή όχι) το δικαίωμα για απόκτηση μετοχών, που ενσωματώνουν τα warrants, είναι ο δικαιούχος τους. Τα σχετικά ζητήματα ρυθμίζονται στον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 58, ν. 4548/18).

    Η άσκηση του συγκεκριμένου (διαπλαστικού) δικαιώματος είναι που δρομολογεί την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Να διευκρινιστεί, βέβαια, εδώ πως το συγκεκριμένο δικαίωμα αφορά τους τρίτους-κατόχους των warrants: Δεν είναι δυνατό να το ασκήσει η εκδότρια ΑΕ, στο μέτρο που αφορά τους ίδιους τίτλους κτήσης μετοχών ή τίτλους κτήσης μετοχών της μητρικής της, τους οποίους ενδεχομένως κατέχει (άρ. 58 §1 in fine).

     

    Νόμιμη Άσκηση – Προϋποθέσεις 

    Τρόπος Και Τύπος

    Η άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης των warrants προσομοιάζει στην άσκηση του δικαιώματος μετατροπής των μετατρέψιμων ομολογιών (βλ. και Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018-αρ. 58). Διενεργείται με ρητή (μονομερή και απευθυντέα) δήλωση του δικαιούχου των warrants προς την ΑΕ (άρ. 58 §1 εδ. α΄). Δεν απαιτείται, κατά νόμο, συγκεκριμένος τύπος, επιλέγεται εντούτοις, κατά τη συναλλακτική πρακτική, ο έγγραφος. Σε περίπτωση εισηγμένων τίτλων, θα πρέπει να ακολουθηθεί η ειδικά, προς τούτο, προβλεπόμενη διαδικασία.

    Ταυτόχρονα, ωστόσο, με τη συγκεκριμένη δήλωση, απαιτείται και η καταβολή του ήδη συμφωνημένου, κατά την έκδοση, ανταλλάγματος από τον δικαιούχο. Η ΑΕ δεν χρειάζεται να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, προκειμένου να επέλθει η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με την έκδοση νέων μετοχών. Οι σχετικές αποφάσεις έχουν ήδη ληφθεί από τον χρόνο, ακόμα, διάθεσης των τίτλων. Η ΑΕ από την πλευρά της έχει, ήδη, δεσμευθεί. Επαφίεται, πλέον, στην σχετική απόφαση του δικαιούχου για την άσκηση των συναφών δικαιωμάτων του.

    Συμβατικοί Όροι

    Η άσκηση του δικαιώματος από τον δικαιούχο των warrants δεν είναι, ωστόσο, παντελώς απαλλαγμένη από όρους και προϋποθέσεις. Τα warrants είναι λογικό να προβλέπουν διάφορες, σχετικές, δεσμεύσεις και διαδικασίες (αναφορικά, λ.χ., με τη διαδικασία υποβολής της δήλωσής του, την προθεσμία και το τίμημα απόκτησης των μετοχών που του αναλογούν). Είναι, επίσης, δυνατό να προβλέπουν ιδιαίτερα δικαιώματα της εκδότριας εταιρείας, τα οποία δυνητικά θα περιορίζουν, χρονικά ή ποσοτικά, τα αντίστοιχα του δικαιούχου των warrants (το χρονικά οριοθετημένο, λ.χ., δικαίωμα της ΑΕ για αναστολή ή αποκλεισμό της άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης).

    Η Καταβολή Ανταλλάγματος 

    Η απόκτηση των μετοχών από μέρους του δικαιούχου των warrants δεν επέρχεται αυτοδίκαια με τη σχετική δήλωσή του. Προϋποτίθεται, αυτονόητα, η ολοσχερής καταβολή του (προσυμφωνημένου και προκαθορισμένου) τιμήματος των μετοχών που θα εκδοθούν (άρ. 58 § 1 εδ. α’). Μερική καταβολή του δεν είναι ανεκτή.

    Αν ο δικαιούχος των warrants παραλείψει να εξοφλήσει ολοσχερώς το συμφωνημένο τίμημα, δεν θα αποκτήσει τις μετοχές που του αναλογούν (σε αντίθεση με ό,τι ισχύει στην περίπτωση της σύμβασης ανάληψης μετοχών). Εκτός κι αν το αντίθετο έχει ρητά συμφωνηθεί κατά την έκδοση των warrants.

    Το Ανέκκλητο Της Δήλωσης 

    Η δήλωση του δικαιούχου των warrants για την απόκτηση των μετοχών που τους αντιστοιχούν είναι, καταρχάς, ανέκκλητη. Τούτο είναι συνεπές προς τον χαρακτήρα του δικαιώματος προαίρεσης ως διαπλαστικού. Οι εμπλεκόμενοι, όμως, είναι δυνατό να συμφωνήσουν δικαίωμα ανάκλησής της από μέρους του δικαιούχου (υπό συγκεκριμένους όρους και εντός αυστηρών χρονικών ορίων). Θα αμβλυνθούν, με τον τρόπο αυτό, κίνδυνοι και αμφιβολίες σχετικά με τον χρόνο μεταβολής του κεφαλαίου της ΑΕ. Η μη καταβολή, πάντως, του τιμήματος από μέρους του δικαιούχου των warrants -όταν αυτό είναι υποχρεωτικό- δεν μπορεί παρά να συνάγεται (σε πρακτικό, μάλιστα, επίπεδο) την ανάκληση της δήλωσης για την άσκηση του δικαιώματος απόκτησης των μετοχών.

    Η Παράδοση Του Τίτλου

    Εφόσον τα warrants ενσωματώνονται σε έγχαρτο τίτλο, υποχρεούται ο δικαιούχος τους να τον παραδώσει στην εκδότριά του.

     

    Συνέπειες Της Δήλωσης Άσκησης

    Η δήλωση άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης από τον δικαιούχο των warrants αίρει, τελικά, το καθεστώς αβεβαιότητας της ΑΕ αλλά και των υφιστάμενων μετόχων. Η απόφαση για εταιρική συμμετοχή εκδηλώνεται πανηγυρικά και, υπό την προϋπόθεση της καταβολής του (πιθανότατα) προσυμφωνημένου τιμήματος, άμεσα θα ακολουθήσει η κτήση των μετοχών και της μετοχικής ιδιότητας από μέρους του.

     

    Συνέπειες Της Άσκησης Του Δικαιώματος

    Η Αύξηση Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης, που απορρέει από τα warrants (:σχετική δήλωση και καταβολή του συμφωνημένου τιμήματος) επιφέρει: (α) την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εκδότριας ΑΕ  (άρ. 58 § 3), (β) την (πρωτογενή) απόκτηση μετοχών από τον δικαιούχο του τίτλου και (γ) την κατάργηση του τίτλου του τελευταίου ως προς το δικαίωμα προαίρεσης-κατά το μέτρο και στο βαθμό που ήδη ασκήθηκε.

    Στη συγκεκριμένη αύξηση, ο χρόνος κάλυψης και καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου, εκ των πραγμάτων, συμπίπτουν. Το ύψος της εισφοράς του νέου μετόχου θα αποτελείται, αθροιστικά, από το τίμημα που θα έχει καταβάλει και το αντάλλαγμα, εφόσον υπήρξε, για την απόκτηση των warrants στο παρελθόν. Το τελευταίο, μάλιστα, αντάλλαγμα θα πρέπει να έχει καταχωρισθεί σε ειδικό αποθεματικό «από την έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών».

    Η ονομαστική αξία των μετοχών που εκδίδονται απαγορεύεται να υπερβαίνει το άθροισμα των δύο ποσών (:τίμημα και αντάλλαγμα που, ενδεχομένως, καταβλήθηκε κατά το παρελθόν-άρ. 58 §2). Αυτό, εξάλλου, επιβάλλεται από την απαγόρευση έκδοσης μετοχών υπό το άρτιο. Η τελευταία αποσκοπεί στη διασφάλιση καταβολής του συνόλου του μετοχικού κεφαλαίου.

    Ο δικαιούχος των warrants γίνεται, πρωτογενώς, μέτοχος της ΑΕ-χωρίς, μάλιστα, τη σύμπραξή της. Μεταβάλλονται, συνεπώς, οι υφιστάμενες μετοχικές ισορροπίες καθώς δεν αναγνωρίζεται δικαίωμα προτίμησης υπέρ των υφιστάμενων μετόχων στη συγκεκριμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 58 § 4). Τούτοι, εξάλλου, ανάλωσαν το σχετικό τους δικαίωμα (ασκώντας το ή μη) κατά το στάδιο έκδοσης των τίτλων κτήσης μετοχών.

    Υποχρεώσεις ΑΕ

    Με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, ο (πρώην κάτοχος των warrants) μέτοχος-πλέον, διατηρεί αξίωση (δηλωτικής, όμως, φύσης) έναντι της εταιρείας για καταχώριση στο βιβλίο μετόχων. Επιπρόσθετα, όμως, έχει αξίωση να του παραδοθούν έγχαρτοι μετοχικοί τίτλοι-εφόσον, βέβαια, η ΑΕ τηρεί τέτοιους.

    Στην περίπτωση που είχε αναγνωριστεί στον κάτοχο των warrants, από την εκδότρια ΑΕ, δικαίωμα μερικής άσκησης των δικαιωμάτων προαίρεσης, θα πρέπει να παραδοθούν νέοι τίτλοι για τα εναπομείναντα δικαιώματά του και τους μετοχικούς τίτλους που θα εκδοθούν-εφόσον, και εν προκειμένω, υπάρχουν τέτοιοι.

    Υποχρεώσεις ΔΣ

    Τα χρονικά περιθώρια για την άσκηση του δικαιώματος κατόχου των warrants είναι που προσδιορίζουν τον χρόνο για την τροποποίηση, εκ μέρους του ΔΣ της ΑΕ, του άρθρου του καταστατικού της σχετικά με  το μετοχικό κεφάλαιο. Σε κάθε περίπτωση, το ΔΣ υποχρεούται μέσα σε δύο (2) μήνες, από την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, να ολοκληρώσει την προσαρμογή του (άρ. 58 § 3 εδ. β΄). Υποστηρίζεται, από μερίδα της θεωρίας, υποχρέωση της ΑΕ να πιστοποιήσει την καταβολή των συναφών αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου.

     

    Συνέπειες Της Μη Άσκησης Του Δικαιώματος

    Σε περίπτωση που άπρακτος παρέλθει ο χρόνος λήξης των warrants (συνεπώς και του ενσωματωμένου δικαιώματος προαίρεσης), θα επέλθει αφενός μεν η κατάργηση των σχετικών τίτλων και, ταυτόχρονα, η ματαίωση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου.

    Ο τέως, πλέον, δικαιούχος των warrants δεν θα έχει αξίωση επιστροφής του τιμήματος που, ενδεχομένως, κατέβαλε σε προγενέστερο χρόνο (κατά την έκδοσή τους), για την απόκτησή τους. Τούτο μοιάζει εύλογο και για έναν, επιπρόσθετο, λόγο: το ποσό αυτό θα έχει καταχωριστεί από την ΑΕ, σε ειδικό αποθεματικό που δεν είναι δυνατό να διανεμηθεί.

     

    Όπως έχουμε πολυεπίπεδα, ήδη, διατυπώσει, τα warrants αποτελούν μέσο προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων και επενδυτών για την ΑΕ-συμφέρουσα δηλ. επιλογή για την ίδια. Από την άλλη πλευρά, ο κάτοχος των warrants προσελκύεται στην απόκτησή τους έχοντας κατά νου πως κάποια επόμενη χρονική στιγμή, εφόσον ο ίδιος το επιλέξει και αποτελέσει συμφέρουσα επιλογή για τον ίδιο, θα γίνει μέτοχος της. Προκειμένου να παραμείνουν ελκυστικά τα warrants η άσκηση των δικαιωμάτων του δικαιούχου τους και η απόκτηση της μετοχικής του ιδιότητας θα πρέπει να γίνεται εύκολα, και γρήγορα. Πρακτικά: Ο δικαιούχος των warrants, εφόσον το επιλέξει, καταβάλλει τα συμφωνηθέντα και μετατρέπεται σε μέτοχο της ΑΕ. Έτσι απλά.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 20 Νοεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κτήση warrants από την ΑΕ

    Κτήση warrants από την ΑΕ

    Οι εταιρικοί τίτλοι κτήσης μετοχών (:warrants-διαπιστώσαμε ήδη πως) αποτελούν ένα εξαιρετικό εργαλείο προσέλκυσης επενδυτών και επενδυτικών κεφαλαίων στην ΑΕ. Προσεγγίσαμε μεταξύ άλλων,  στο πλαίσιο της σχετικής αρθρογραφίας μας, ζητήματα αναφορικά με την έκδοση των warrants και τη σχέση μεταξύ της εκδότριας ΑΕ και του κατόχου τους-τρίτου. Προς την κατεύθυνση της περαιτέρω διερεύνησης του συγκεκριμένου θεσμού, θα μας απασχολήσει, εδώ, ένα ενδιαφέρον ερώτημα: Επιτρέπεται, άραγε, η ΑΕ να καταστεί δικαιούχος warrants δικών της ή της μητρικής της εταιρείας;  Και, σε καταφατική περίπτωση, υπό ποιες προϋποθέσεις;

     

    Απόκτηση Ίδιων Τίτλων Κτήσης Μετοχών 

    Τα σχετικά με την πρωτότυπη και παράγωγη κτήση ίδιων warrants, ρυθμίζονται στο νόμο (άρ. 57 ν. 4548/2018) αναλογικά, με την απόκτηση, πρωτότυπη και παράγωγη, ιδίων μετοχών από την ΑΕ.

    Λόγοι προστασίας των μετόχων, της ΑΕ και των εταιρικών δανειστών απαγορεύουν (άρ. 57 §1 εδ. α’) την ανάληψη (:πρωτογενή κτήση) warrants από την ίδια-κατά την έκδοσή τους. Αποφεύγεται, με τον τρόπο αυτό, η μελλοντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ με συμμετοχή της ίδιας (ύστερα από την άσκηση, δηλαδή, των ενσωματωμένων στα warrants δικαιωμάτων προαίρεσης). Απαγορεύεται, λογικά, και η ανάληψη warrants από τρίτο (λ.χ. μέλος του ΔΣ ή άλλο), που ενεργεί στο δικό του μεν όνομα για λογαριασμό, όμως, της ΑΕ.

    Απαγορεύεται, κατά λογική ακολουθία, (και) η ενεχυρίαση warrants, για εξασφάλιση απαιτήσεων της ΑΕ που η ίδια εξέδωσε (άρ. 57 §1 εδ. α’).

    Επιτρέπεται, αντίθετα, (άρ. 57§2) η παράγωγη-δευτερογενής απόκτηση warrants (λ.χ. μέσω αγοράς) από την ΑΕ. Οι όροι, στην περίπτωση αυτή, είναι αυστηρότεροι από εκείνους που αφορούν την  παράγωγη-δευτερογενή απόκτηση δικών της μετοχών.

    Επιτρέπεται, τέλος, στην ΑΕ να χρηματοδοτήσει τρίτους για να αποκτήσουν δικά της warrants (άρ. 57 §1 εδ. β’). Η οικονομική ενίσχυση τρίτων, άλλωστε, εξυπηρετεί, συχνά, την εξαγορά της (:leveraged buy-outs). Αναγκαία, όμως, προϋπόθεση αποτελεί η τήρηση των προϋποθέσεων για την απόκτηση ιδίων μετοχών από μέρους της ΑΕ.

     

    Ειδικότερα: Παράγωγη Κτήση Ίδιων Τίτλων Κτήσης Μετοχών 

    Πεδίο Εφαρμογής, Κίνδυνοι & Σκοπός

    Η απόκτηση warrants, κατά παράγωγο τρόπο, αναφέρεται σε αποκτήσεις (μέσω πώλησης λ.χ.-όπως ήδη αναφέρθηκε), που διενεργούνται από την ΑΕ. Αναφέρεται επίσης σε αποκτήσεις, από τρίτο πρόσωπο, το οποίο λειτουργεί στο όνομά του για λογαριασμό, όμως, της ΑΕ (:έμμεσος αντιπρόσωπος).

    Η απόκτηση warrants από μέρους της ΑΕ ελλοχεύει κινδύνους. Η καταβολή ανταλλάγματος από μέρους της εταιρείας παραβιάζει την αρχή της προστασίας του μετοχικού κεφαλαίου. Τα ταμειακά διαθέσιμα της αξιοποιούνται, στην περίπτωση αυτή, για απαγορευμένους, καταρχήν, σκοπούς: για την κτήση, δηλ. δικαιώματος προαίρεσης για απόκτηση των δικών της μετοχών (που ως ίδιες, η ΑΕ απαγορεύεται να αναλάβει). Ταυτόχρονα, στην περίπτωση αυτή, απομειώνεται η φερεγγυότητα της εταιρείας έναντι των πιστωτών της. Επίσης η πιστοληπτική της ικανότητα, η αξία της επένδυσης για τους μετόχους αλλά και το δυνητικό ενδιαφέρον υποψήφιων επενδυτών.

    Παρά τους προφανείς κινδύνους, ωστόσο, η απόκτηση ίδιων τίτλων κτήσης μετοχών από μέρους της ΑΕ, είναι πιθανό να εξυπηρετεί εύλογα επιχειρηματικά και επενδυτικά συμφέροντά της.

    Η ίδια, αυτή, κτήση από μέρους της ΑΕ μπορεί, καταρχάς, να αποτελέσει τον τρόπο αποφυγής της άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης από τον μεταβιβάζοντα-δικαιούχο των warrants. Δεν θα υποχρεούται η ΑΕ, στην περίπτωση αυτή, σε μελλοντική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και έκδοση νέων μετοχών.

    Υπάρχει, όμως, και μια άλλη, επίσης ενδιαφέρουσα οπτική για την ΑΕ: η επενδυτική. Με την ίδια κτήση των warrants από μέρους της είναι δυνατό να επιτευχθεί: (α) Αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των συνθηκών της αγοράς προς όφελος της τελευταίας (:ΑΕ)-καθώς θα έχει τη δυνατότητα, στη συνέχεια, να επαναδιαθέσει τους τίτλους σε υψηλότερη τιμή, σε νέους επενδυτές. (β) Διαφοροποίηση των δικαιούχων των  warrants-εφόσον με μια τέτοια επιλογή εξυπηρετούνται στρατηγικοί της στόχοι.

    Τρόπος Απόκτησης

    Η απόκτηση των warrants που έχει εκδόσει μια ΑΕ-από την ίδια, δεν είναι δυνατό να λάβει χώρα, φυσικά, μονομερώς˙ προϋποτίθεται, αντίθετα, η σύμπραξη του εκάστοτε δικαιούχου-κατόχου τους. Ο συνηθέστερος τρόπος είναι αυτός της πώλησης και μεταβίβασης τους από τον τελευταίο (:δικαιούχο τους) προς την ΑΕ. Δεν είναι σπάνια, ωστόσο, στη διεθνή συναλλακτική πρακτική, η ρήτρα εξαγοράς («ανάκλησης») των τίτλων κτήσης μετοχών. Μια τέτοια ρήτρα τίθεται στη σύμβαση έκδοσης των συγκεκριμένων τίτλων και τους καθιστά εξαγοράσιμους από την εκδότρια. Διαμορφώνεται, με τον τρόπο αυτό, (διαπλαστικό-κερδοσκοπικής φύσης) δικαίωμα προαίρεσης υπέρ της ΑΕ. Η άσκησή του τελεί υπό προκαθορισμένους όρους αναφορικά, ιδίως, με το χρόνο άσκησης αλλά και το τίμημα της εξαγοράς.

     

    Προϋποθέσεις Παράγωγης Κτήσης

    Περιπτώσεις συναλλαγών που αφορούν παράγωγη κτήση warrants από επαχθή αιτία (λ.χ. μέσω πώλησης) είναι μεν επιτρεπτές, προβλέπονται όμως αυξημένες προϋποθέσεις (συγκριτικά με εκείνες για την απόκτηση ιδίων μετοχών).  Κι αυτό επειδή, οι ιδιοκατεχόμενοι τίτλοι είναι μεν δυνατό να παρουσιάσουν επενδυτικό ενδιαφέρον απαγορεύεται όμως η άσκησης εκ μέρους της εταιρείας των ενσωματωμένων, σε τίτλους δικούς της ή της μητρικής της, δικαιωμάτων προαίρεσης  (άρ.58 § 1 εδ. β’).  

    Αρμοδιότητα

    Η απόφαση της ΑΕ για την απόκτηση warrants, που η ίδια εξέδωσε, ανήκει στο ΔΣ της-ως συλλογικό όργανο. Η σχετική έγκριση παρέχεται σε χρόνο προγενέστερο της απόκτησης και έχει συγκεκριμένη χρονική διάρκεια ισχύος. Η εξουσιοδότηση υποκατάστατου οργάνου ρητά απαγορεύεται (άρ. 57 §2 εδ. α’).

    Στη σχετική απόφαση του το ΔΣ θα πρέπει να αιτιολογήσει και συνδέσει τη συγκεκριμένη απόκτηση με την εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος (άρ. 57 §2 εδ. α’ και β’). Θα πρέπει επίσης, στην ίδια απόφαση, να προσδιορίζονται τα κατώτατα και τα ανώτατα όρια της αξίας απόκτησης, όπως αυτά προκύπτουν από την, υποχρεωτική προς τούτο, έκθεση ορκωτού ελεγκτή λογιστή ή λογιστικής εταιρείας (άρ. 57 §3 περ. α). Η επαχθής απόκτηση, δεν επιτρέπεται  να έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ιδίων κεφαλαίων σε ποσό κατώτερο από εκείνο που ο νόμος ορίζει (άρ. 57 §3 περ. β και 159§1).

    Στην περίπτωση που συντρέχουν εξαιρετικοί οικονομικοί λόγοι, η απόφαση για απόκτηση ίδιων μετοχών θα πρέπει να ληφθεί από τη συνήθη ΓΣ της ΑΕ.

    Τα περί ευθύνης των μελών του ΔΣ ζητήματα καθορίζονται από τους κανόνες επιμελούς διαχείρισης (άρ. 96 επ.). Ποινικές ευθύνες τους, επίσης, δεν αποκλείονται (άρ. 177 παρ. 3).

    Ειδικότεροι Όροι

    Η σύμβαση της εκδότριας με τον δικαιούχο των τίτλων (ή/και ειδικές νομοθετικές ρυθμίσεις) είναι δυνατό να οριοθετούν περαιτέρω την απόκτηση ίδιων τίτλων. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η ΑΕ, τόσο κατά τη διαδικασία αγοράς, όσο και εξαγοράς-ανάκλησης των τίτλων, οφείλει να τηρεί την αρχή της ίσης μεταχείρισης των κατόχων τους (άρ. 57§ 2 εδ. α’).  Εάν οι τίτλοι αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ, πρέπει να τηρούνται, επιπλέον, οι διατάξεις για την αποφυγή κατάχρησης της αγοράς.

    Καθολική Μεταβίβαση Περιουσίας Ή Από Χαριστική Αιτία

    Αντίθετα με τους αμέσως ανωτέρω αναφερόμενους περιορισμούς και προϋποθέσεις που αφορούν την απόκτηση warrants από επαχθή αιτία, η απόκτηση ίδιων τίτλων από μέρους της ΑΕ στο πλαίσιο καθολικής μεταβίβασης περιουσίας (λ.χ. εξαγορά με απορρόφηση) ή από χαριστική αιτία (λ.χ. δωρεά) δεν απαιτείται τήρησή τους (άρ. 57§ 2 εδ. γ’).

     

    Συνέπειες Ίδιας Κτήσης-Υποχρεώσεις ΑΕ

    Τα ίδια warrants που αποκτά η ΑΕ, ακόμα και δικά της, ανήκουν στο ενεργητικό (:χρεόγραφα) της εταιρείας. Η τύχη, όμως, των warrants, που δυνητικά θα αποκτήσει η ΑΕ είναι, όπως προκύπτει, προκαθορισμένη (άρ. 57 § 4)˙  τους συγκεκριμένους τίτλους οφείλει να ακυρώσει αμέσως, εφόσον με την ίδια κτήση επιδίωκε την απόσβεση των υποχρεώσεών της ως εκδότρια. Εάν όμως η ΑΕ έγινε κάτοχος τους χωρίς καταβολή ανταλλάγματος, τότε έχει στη διάθεσή της χρονικό περιθώριο ενός μήνα για την ακύρωση των τίτλων ή την επαναδιάθεσή τους.

    Εταιρείες με εισηγμένους τίτλους μετοχών οφείλουν να ενημερώνουν το επενδυτικό κοινό για την ίδια κτήση.

    Κτήση ίδιων τίτλων μετοχών κατά παράβαση των ανωτέρω γεννά υποχρέωση μεταβίβασής τους εντός ενός έτους, διαφορετικά οι τίτλοι ακυρώνονται (άρ. 57 §5).

     

    Διαπιστώσαμε ήδη, στο πλαίσιο προηγούμενης αρθρογραφίας μας, πως η κτήση warrants (:τίτλοι κτήσης μετοχών) συνιστούν ένα εξαιρετικό επενδυτικό εργαλείο. Η αξιοποίησή τους, όμως, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Η απόκτησή τους, λ.χ., από μέρους της ΑΕ που τα εξέδωσε είναι απαγορευμένο να λαμβάνει χώρα κατά την έκδοσή τους. Αντίθετα, και υπό αυστηρές προϋποθέσεις είναι δυνατό να λαμβάνει χώρα απόκτησή τους από την εκδότρια ΑΕ, σε επόμενη της έκδοσής τους χρονική στιγμή-μέσω αγοράς τους, λ.χ., από τον φορέα τους. Οι σκοποί και τα συμφέροντα της ΑΕ που είναι δυνατό να εξυπηρετηθούν στην περίπτωση αυτή δεν είναι αμελητέα! Σε κάθε περίπτωση: προκειμένου να ολοκληρωθεί η εικόνα μας για τα warrants θα πρέπει να προσεγγίσουμε και τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης, το οποίο εμπερικλείουν, για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 13 Νοεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Έκδοση Τίτλων Κτήσης Μετοχών (:Warrants)

    Έκδοση Τίτλων Κτήσης Μετοχών (:Warrants)

    Μεταξύ των τίτλων που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ περιλαμβάνονται και οι τίτλοι κτήσης μετοχών (:warrants). Τα warrants, συνιστούν ένα σύγχρονο χρηματοπιστωτικό μέσο με διαρκώς αυξανόμενη διεθνή καθιέρωση. Εμφανίστηκαν στη ζωή της χώρας μας, στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών τα έτη 2012/2013 και εντεύθεν. Προσελκύστηκαν, τότε (και με το δέλεαρ των warrants) επενδυτές να συμμετάσχουν στις αυξήσεις του κεφαλαίου τους: μέσω της παροχής, δηλ., του δικαιώματος μεταγενέστερης κτήσης μετοχών τους-σε προνομιακή, κατά τα φαινόμενα, τιμή. Νομοθετικό έρεισμα, ωστόσο, απέκτησαν μεταγενέστερα-το έτος 2018, με την ένταξη των σχετικών προβλέψεων στο νόμο για τις ΑΕ. Η ιστορία τους αλλά και η διεθνής πρακτική τούτο, τουλάχιστον, αποδεικνύουν: τα warrants λειτουργούν προς την κατεύθυνση της προσέλκυσης επενδυτών και επενδυτικών κεφαλαίων στην ΑΕ˙ υψηλό, κατά τούτο, το ενδιαφέρον τους.

     

    Έννοια-Περιεχόμενο

    Τα warrants ανήκουν στην κατηγορία τίτλων, έγχαρτων ή άυλων, που ενσωματώνουν ή αναπαριστούν το (διαπλαστικό) δικαίωμα του δικαιούχου τους (:option) για απόκτηση, με μόνη τη δική του δήλωση, άλλων αξιογράφων-λ.χ. μετοχών, έναντι προσυμφωνημένου τιμήματος.

    Τα warrants προϋποθέτουν τη σύναψη συμφώνου προαίρεσης. Πρόκειται για τη συμφωνία μεταξύ του δικαιούχου του (διαπλαστικού) δικαιώματος και του αντισυμβαλλομένου του, η οποία περιγράφει τους όρους ίδρυσης, άσκησης και απόσβεσης του δικαιώματος αυτού.

    Αναλόγως του αντισυμβαλλομένου του δικαιούχου, οι τίτλοι κτήσης διακρίνονται σε:

    (α) καλυμμένους (:covered warrants), όταν εκδότης του δικαιώματος είναι τρίτο πρόσωπο,

    (β) εταιρικούς (:stock warrants), όταν εκδότης του δικαιώματος είναι η ΑΕ (άρ. 56 ν. 4548/18): μέσω αυτών παρέχεται η εξουσία μονομερούς επέμβασης και τροποποίησης της κεφαλαιακής σύνθεσης της ΑΕ.

    Οι τίτλοι κτήσης μετοχών είναι δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ (άρ. 56 §1 εδ. β΄). Αναγνωρίζεται, επομένως, η (υπό προϋποθέσεις) δυνατότητα παράλληλης διαπραγμάτευσης warrants και μετοχών στο χρηματιστήριο.

     

    Σκοπός Έκδοσης

    Λέγεται (χαριτολογώντας εν μέρει) πως τα warrants χρησιμοποιούνται ως «γλυκαντικά» (“sweeteners”-κατά τη διεθνή ορολογία) για την προσέλκυση επενδυτών. Σ’ εκείνους, λ.χ., που θα επιλέξουν να καταστούν μέτοχοι της ΑΕ προσφέρεται η δυνατότητα να αποκτήσουν, σε μελλοντικό χρόνο και σε προκαθορισμένη τιμή, μετοχές της ΑΕ-ακόμα κι αν η αληθής/αγοραία/εσωτερική/χρηματιστηριακή τιμή τους θα είναι, τότε, σημαντικά υψηλότερη.  Να αποκομίσουν, με άλλα λόγια, υψηλά κέρδη.

    Τα warrants δεν είναι ελκυστικά, μόνον, για τους επενδυτές. Με την έκδοσή τους επιτυγχάνεται, πρωτίστως, η προαγωγή των εταιρικών σκοπών της ΑΕ, μέσω της προσέλκυσης κεφαλαίων. Εξυπηρετούν, δηλαδή-κατά κύριο λόγο, επιχειρηματικές ανάγκες, στρατηγικούς και αναπτυξιακούς στόχους.

     

    Συνέπειες Έκδοσης

    Η απόφαση έκδοσης των warrants επιδιώκει (προφανώς) επωφελείς (και) για την ΑΕ σκοπούς. Εγκυμονεί όμως και (όχι αμελητέους) κινδύνους-ιδίως για τους υφιστάμενους μετόχους. Με την έκδοση των warrants παρέχεται η δυνατότητα στους κατόχους τους να προβούν σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ, σε επόμενη χρονική στιγμή, ασκώντας τα δικαιώματα που αυτά τους παρέχουν. Τούτο θα σημάνει, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, τη μεταβολή (ενδεχομένως και ανατροπή), των μετοχικών συσχετισμών και ισορροπιών της εκδότριας ΑΕ. Οι υφιστάμενοι μέτοχοι θα τελούν, μέχρι την απόσβεση του σχετικού δικαιώματος των κατόχων των  warrants σε αβεβαιότητα ως προς την επέλευση (ή μη) των σχετικών μεταβολών καθώς και το εύρος τους-σε καταφατική περίπτωση.

    Οι κάτοχοι των warrants μέχρι (και αν) ασκήσουν τα δικαιώματά τους από αυτά και αποκτήσουν (αν αποκτήσουν) τις μετοχές που τους αντιστοιχούν, δεν διατηρούν από την αιτία αυτή την ιδιότητα του μετόχου της ΑΕ ούτε τα συναφή δικαιώματα από τη μετοχική σχέση (λ.χ. συμμετοχής και ψήφου στις ΓΣ). Εκ περισσού να σημειωθεί πως στην περίπτωση που κατέχουν μετοχές από άλλη αιτία, διατηρούν τα εξ αυτών μετοχικά δικαιώματα.

     

    Τυπικές Προϋποθέσεις Έκδοσης         

    Αρμοδιότητα

    Τακτική Έκδοση

    Τα συναφή με την αρμοδιότητα έκδοσης κτήσης μετοχών ζητήματα ρυθμίζονται, κατ’ ανάλογο τρόπο, με τις αντίστοιχες προβλέψεις αναφορικά με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Ο ρόλος της ΓΣ: Η απόφαση για την τακτική έκδοση των warrants ανήκει στην αρμοδιότητα της καταστατικής-εξαιρετικής ΓΣ (άρ. 56 §1 εδ. α΄). Η ΓΣ, επομένως, αποφασίζει σχετικά με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

    Ο ρόλος του ΔΣ: Στην περίπτωση τακτικής έκδοσης των warrants, το ΔΣ αποκτά ρόλο εισηγητικό-ουσιαστικής, όμως, σημασίας: είναι το όργανο εκείνο που θα παρουσιάσει τα αίτια και σκοπούς της έκδοσης, να σχολιάσει το -εύλογο ή μη- των οικονομικών όρων, να καταθέσει την κρίση του επί της προσφορότητας και καταλληλότητας του μέτρου. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, να αποκτήσει το ΔΣ και ρόλο περισσότερο ενεργητικό, εφόσον εξουσιοδοτηθεί από τη ΓΣ να καθορίσει την τιμή διάθεσης των τίτλων αλλά και την τιμή άσκησης του ενσωματωμένου δικαιώματος προαίρεσης-αναλογικά με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 25 §2).

    Έκτακτη Έκδοση

    Ταυτόχρονα με την τακτική έκδοση των  warrants επιτρέπεται (άρ. 56 §2) και η έκτακτη έκδοσή τους. Αρκεί, στην περίπτωση αυτή, σχετική απόφαση της συνήθους ΓΣ με απλή απαρτία και πλειοψηφία ή του ΔΣ. Προϋποτίθεται όμως η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων για την έκτακτη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και, αυτονοήτως, η ευθυγράμμιση με τις σχετικές καταστατικές προβλέψεις (άρ. 24 §§ 1, 2 και 5).

     

    Έγκριση (Κατηγορίας) Μετόχων

    Eνδέχεται στην ΑΕ να υφίστανται και άλλες κατηγορίες μετοχών, εκτός από τις κοινές, (λ.χ. προνομιούχες–άρ. 33 §2). Για τη νομιμότητα της απόφασης έκδοσης των warrants απαιτείται η προηγούμενη έγκριση της ΓΣ της τυχόν θιγόμενης κατηγορίας μετόχων, που παρέχεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 56 §4 και 25 §§ 3 & 4).

     

    Δημοσιότητα Και Διοικητική Έγκριση

    Η απόφαση έκδοσης warrants, φέρει τον χαρακτήρα αύξησης μετοχικού κεφαλαίου υπό αίρεση. Τόσο η έκδοση όσο και οι όροι της υπόκεινται στους κανόνες δημοσιότητας που ισχύουν για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 56 §5)-όχι όμως και σε διοικητική έγκριση.

     

    Δικαίωμα Προτίμησης Υφιστάμενων Μετόχων

    Αντιστάθμισμα στις δυσμενείς έννομες συνέπειες εις βάρος των παλαιών μετόχων σε περίπτωση έκδοσης warrants, συνιστά η ύπαρξη υπέρ εκείνων δικαιώματος προτίμησης -κατ’ αναλογία όσων ισχύουν στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 56 §6 και άρ. 26).

    Εύλογα συμφέροντα της εταιρείας είναι δυνατό να οδηγήσουν, υπό προϋποθέσεις, σε περιορισμό ή ακόμη και, αποκλεισμό του δικαιώματος προτίμησης (άρ. 56 §6, εδ. β΄, και άρ. 27).

     

    Ουσιαστικές Προϋποθέσεις Έκδοσης

    Στην απόφαση έκδοσης των warrants (αρ. 56 §3) θα πρέπει, κατά βάση, να αναφέρονται:

    (α) Ο χρόνος, ο τρόπος, το τυχόν τίμημα έκδοσης των τίτλων και ο τρόπος καταβολής του. Στο πλαίσιο αυτό, η απόφαση έκδοσης πρέπει να ορίζει τον τρόπο κάλυψης της έκδοσης (: τον κύκλο προσώπων στον οποίο απευθύνεται). Επίσης, το χρηματικό αντάλλαγμα απόκτησης των τίτλων και την προθεσμία καταβολής του. Κατά τον χρόνο καταβολής του ανταλλάγματος σχηματίζεται ισόποσο, ειδικό μη διανεμητέο αποθεματικό (άρ. 58).  Χορήγηση των warrants χωρίς αντάλλαγμα δεν αποκλείεται. Όταν, ιδίως, απορρέει από άλλη συναλλακτική σχέση με την ΑΕ (λ.χ. απόκτηση μετοχών).

    (β) Η προθεσμία άσκησης των δικαιωμάτων. Πρόκειται για την αποσβεστική προθεσμία εντός της οποίας είναι δυνατό να ασκηθεί το διαπλαστικό δικαίωμα του δικαιούχου. Κίνητρο για την απόκτηση των warrants αποτελεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αποσβεστική προθεσμία: τούτη αυξάνει μεν την οικονομική τους αξία λειτουργεί, όμως, αποτρεπτικά στην είσοδο νέων επενδυτών μέσω μεταγενέστερων αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου.

    (γ) Οι λοιποί όροι άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης. Οι συμβαλλόμενοι, ειδικότερα, ενδέχεται να συνδέσουν την άσκηση του δικαιώματος προαίρεσης με περαιτέρω διατυπώσεις και συνέπειες.

    (δ) Η κατηγορία των μετοχών που θα εκδοθούν. Η κατηγορία των μετοχών, τις οποίες θα μπορούν να αποκτήσουν οι δικαιούχοι, θα πρέπει να συμμορφώνεται πλήρως με τις καταστατικές προβλέψεις αναφορικά με το είδος των μετοχών που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ (λ.χ. προνομιούχες).

    (ε) Ο αριθμός των μετοχών που θα εκδοθούν και η ονομαστική τους αξία. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ο καθορισμός του μεγέθους του «δυνητικού κεφαλαίου» της ΑΕ. Επίσης, ο καθορισμός του ποσοστού συμμετοχής των δικαιούχων στο κεφάλαιο.

    (στ) Η αξία ή ο τρόπος υπολογισμού της αξίας των μετοχών που θα καταβληθεί κατά την άσκηση του δικαιώματος. Ο συγκεκριμένος όρος αφορά στην τιμή άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης των warrants:  στο τίμημα, δηλ., που θα καταβληθεί εκ μέρους του δικαιούχου των τίτλων για την απόκτηση των μετοχών βάσει του δικαιώματος προαίρεσης. Το τίμημα αρκεί να είναι οριστό και να καταβάλλεται ολοσχερώς. Το ύψος του, όμως, θα πρέπει να ανέρχεται, κατ’ ελάχιστο, στο ύψος της ονομαστικής αξίας κάθε μετοχής που θα εκδοθεί.

    (ζ) Ο αριθμός των μετοχών των οποίων παρέχει δικαίωμα κτήσης κάθε τίτλος. Πρόκειται για τον προσδιορισμό του λεγόμενου πολλαπλασιαστή, με κομβικό επιχειρηματικό ενδιαφέρον τόσο για την εκδότρια ΑΕ όσο και για τον κάτοχο του τίτλου: ο πολλαπλασιαστής είναι που καθορίζει τον ανώτατο αριθμό μετοχών που θα αποκτήσει ο δικαιούχος του warrant εφόσον ασκήσει, πλήρως, το δικαίωμα προαίρεσής του. Η κατοχή ενός τίτλου παρέχει, συνήθως, το δικαίωμα κτήσης μίας μετοχής. Είναι δυνατό, ωστόσο, να προβλεφθεί πολλαπλασιαστής ως μεταβλητό μέγεθος ή μικρότερος της μονάδας (<1).

    (η) Η προσαρμογή όρων των τίτλων και των δικαιωμάτων σε περίπτωση εταιρικών πράξεων. Για λόγους προστασίας των δικαιωμάτων των warrants καθόλη τη διάρκεια της, συνήθως, μακράς αποσβεστικής προθεσμίας άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης, είναι δυνατό να προβλεφθούν ρήτρες για (δίκαιη) αντιμετώπιση αναπάντεχων (και μη) μεταβολών.

    (θ) Κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

     

    Ελαττωματική Έκδοση      

    Έννομες συνέπειες 

    Σε περίπτωση ελαττώματος κατά την έκδοση των warrants εφαρμόζονται, κατ’ αντιστοιχία, οι ρυθμίσεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις ΓΣ και ΔΣ (άρ. 137-139 και 95). Οι παραβάσεις που εμφιλοχωρούν επιφέρουν, κατά περίπτωση, ακυρότητα ή ακυρωσία της σχετικής απόφασης. Είναι δυνατή, σε κάθε περίπτωση, η προσωρινή αναστολή ισχύος άκυρης απόφασης.

    Ευθύνη Μελών ΔΣ

    Η ευθύνη των μελών του ΔΣ για πράξεις ή παραλείψεις, αναφορικά με την εισήγησή τους επί της έκδοσης των τίτλων, κρίνεται στη βάση των κανόνων της επιμελούς διαχείρισης (άρ. 96 επ.). Αποφάσεις, ωστόσο, που εξέδωσε το ΔΣ χωρίς (ή καθ’ υπέρβαση) εξουσιοδότησης της ΓΣ δεν δημιουργούν ευθύνες τους.

     

    Λοιπά Ζητήματα

    Μερική Κάλυψη Των Τίτλων

    Στην εταιρική απόφαση για την έκδοση των warrants, είναι δυνατό να προβλέπεται δυνατότητα μερικής κάλυψής της-κατ’ αναλογία όσων ισχύουν σε περίπτωση μερικής κάλυψης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 56 §7 και άρ. 28).

    Τίτλοι Ονομαστικοί

    Όπως συμβαίνει με τις μετοχές, έτσι και οι τίτλοι κτήσης εκδίδονται, αποκλειστικά, ως ονομαστικοί (άρ. 56 §8).

    Αξιογραφική Αποτύπωση

    Σημαντικό γνώρισμα των τίτλων κτήσης μετοχών αποτελεί ο έγχαρτος ή άυλος χαρακτήρας τους-ανάλογα με τη σχετική καταστατική πρόβλεψη.

    Δικαιούχοι τίτλων κτήσης μετοχών έναντι της εκδότριας ΑΕ θεωρούνται, κατ’ αρχήν, οι εγγεγραμμένοι στα αντίστοιχα εταιρικά βιβλία-εφόσον δεν έχει, συμβατικά, οριστεί διαφορετικά (άρ. 56 §9 & άρ. 40-43).

    Η ενσωμάτωση των δικαιωμάτων σε ονομαστικούς τίτλους έχει κατά κύριο λόγο, νομιμοποιητική/δηλωτική λειτουργία για τον κάτοχο των τίτλων. Η σημασία της αξιογραφικής τους αποτύπωσης ενισχύεται, όταν αυτοί αποτυπώνουν τους ειδικότερους όρους άσκησης του ενσωματωμένου δικαιώματος προαίρεσης.

    Μεταβίβαση Και Επιβάρυνση 

    Η μεταβίβαση των τίτλων κτήσης μετοχών είναι, καταρχάς, επιτρεπτή, ελεύθερη και αναιτιώδης (ακόμα κι αν οι προς απόκτηση μετοχές προβλέπονται ως δεσμευμένες). Προϋποτίθεται, σε κάθε περίπτωση, σύναψη σύμβασης μεταβίβασης και καταχώρισης του διαδόχου (ειδικού ή καθολικού) στο σχετικό βιβλίο. Είναι, πάντως, δυνατό να αποκλεισθεί η μεταβίβαση των warrants. Είναι εφικτή (αν δεν έχει ρητά αποκλεισθεί) η σύσταση εμπράγματων δικαιωμάτων επί των warrants. Προϋποτίθεται η γνωστοποίησή τους στην εκδότρια καθώς και το πρόσωπο του δικαιούχου άσκησης του δικαιώματος προαίρεσης για την απόκτηση των μετοχών.

     

    Ο παλαιόθεν και ευρύτερα γνωστός, παγκοσμίως, θεσμός των warrants αποδείχθηκε, ήδη, αποτελεσματικός και στη χώρα μας: στο πλαίσιο της, εισαγωγικά αναφερόμενης, ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών. Προσελκύστηκαν τα αναγκαία για τη διάσωσή τους, τότε, κεφάλαια, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες δεν ήταν ιδεατές-ουδεκάν ικανοποιητικές. Κι αφού, υπό τις εξαιρετικά δυσμενείς, τότε, συνθήκες αποδείχθηκε αποτελεσματικός, πολύ περισσότερο ως τέτοιος αποδεικνύεται σε άλλες ευνοϊκότερες συγκυρίες-στο πλαίσιο της διαδικασίας και προσπάθειας προσέλκυσης επενδυτών & επενδυτικών κεφαλαίων στην ΑΕ. Υπό το πρίσμα αυτό, μεγίστη η αξία τους και δεδομένη η, έστω και σε βάθος χρόνου, (περαιτέρω) αξιοποίησή τους και στη χώρα μας. Και εν τέλει: και στη δική μας, γιατί όχι, ΑΕ.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 6 Νοεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ομολογίες: Μετατρέψιμες, Ανταλλάξιμες και Κερδοφόρες

    Ομολογίες: Μετατρέψιμες, Ανταλλάξιμες και Κερδοφόρες

    Προσεγγίσαμε, ήδη, την έννοια και βασικές αρχές που διέπουν το Ομολογιακό Δάνειο αλλά και την έκδοσή του. Τις Ομολογίες, επίσης, τόσο στη συνήθη μορφή τους όσο και ειδικές (υβριδικές) κατηγορίες τους (ενδ.: «Αιώνιες», «Καταστροφής», «Μειωμένης Εξασφάλισης»). Τη δυνατότητα, τέλος, των Ομολογιούχων Δανειστών να κεφαλαιοποιήσουν, υπό προϋποθέσεις, τις απαιτήσεις τους. Υπάρχουν όμως κάποιες ειδικές κατηγορίες ομολογιών με ξεχωριστό, πράγματι ενδιαφέρον: Μετατρέψιμες, Ανταλλάξιμες και Κερδοφόρες˙ περί αυτών το παρόν.

     

    Κατηγορίες ομολογιακού δανείου

    Στο νόμο για τις ΑΕ (ν. 4548/2018) συναντάμε τέσσερις κατηγορίες ομολογιακών δανείων-ανάλογες με τις ομολογίες που εκδίδονται στο πλαίσιο ενός εκάστου. Συγκεκριμένα-εκείνα με: (α) κοινές (άρ. 69), (β) ανταλλάξιμες (άρ. 70), (γ) μετατρέψιμες (άρ. 71) και (δ) κερδοφόρες ομολογίες (άρ. 72). Το κοινό ομολογιακό (με τις κοινές, δηλ., ομολογίες) μας απασχόλησε στη βασική του μορφή. Είναι, εξάλλου, εκείνο με την ευρύτερη χρήση. Συνιστά αμιγή μορφή χρηματοδότησης με ξένα κεφάλαια-αρκεί να μην παρεισφρήσει στους όρους του κάποιο υβριδικό στοιχείο (:που παραπέμπει σε χρηματοδότηση μέσω κεφαλαίου). Οι λοιπές κατηγορίες ομολογιακού δανείου, όμως, συνιστούν μορφές ενδιάμεσης χρηματοδότησης. Ας επιχειρήσουμε κι εκείνων την προσέγγιση.

     

    Ανταλλάξιμες ομολογίες

    Βασικά χαρακτηριστικά

    Είναι δυνατή (άρ. 70 §1 ν. 4548/2018) η έκδοση ομολογιακού δανείου με ανταλλάξιμες ομολογίες (:exchangeable bonds). Οι ομολογιούχοι διατηρούν, στην περίπτωση αυτή, το δικαίωμα (option) να ζητήσουν, με δική τους δήλωση, τη (μερική ή ολική) εξόφληση των ομολογιών τους, στη βάση όσων ορίζονται στη δανειακή σύμβαση. Η εξόφληση αυτή δεν διενεργείται με χρηματικούς όρους αλλά με μεταβίβαση σε αυτούς άλλων ομολογιών ή μετοχών ή άλλων τίτλων της εκδότριας ή τρίτων.

    Αντίστοιχο δικαίωμα ανταλλαγής είναι δυνατό να επιφυλάσσεται (και) υπέρ της εκδότριας.

    Παράλληλα, είναι δυνατό το ομολογιακό δάνειο να προβλέπει ότι η ανταλλαγή γίνεται υποχρεωτική σε ορισμένο χρόνο ή όταν συντρέξει ορισμένο γεγονός. Είναι, επίσης, δυνατό να εξαρτάται (η ανταλλαγή) από κάποια, αναβλητική, αίρεση.

    Στην περίπτωση που η εκδότρια ΑΕ ή τρίτος παρέχει δικαίωμα ανταλλαγής των (ανταλλάξιμων) ομολογιών, υποχρεούται να έχει και διατηρεί στην κυριότητά της/του ελεύθερες από κάθε βάρος (με εξαίρεση ενδεχομένως υφιστάμενο υπέρ των ομολογιούχων) τις υποκείμενες ομολογίες, (ίδιες) μετοχές ή άλλες κινητές αξίες. Η υποχρέωση αυτή εκτείνεται, το αργότερο, μέχρι τον χρόνο καταβολής/εξόφλησης του δανείου (δεν τίθεται, επομένως, δικαίωμα προτίμησης υφισταμένων μετόχων). Υποχρεούται η εκδότρια ΑΕ, εναλλακτικά, να έχει καταρτίσει σύμβαση, με την οποία να διασφαλίζεται η δυνατότητα εμπρόθεσμης παράδοσης, μέσω τρίτου, των ομολογιών, μετοχών ή άλλων τίτλων σε εκπλήρωση της σχετικής της/του υποχρέωσης (άρ. 70 §2).

    Το ομολογιακό δάνειο με ανταλλάξιμες ομολογίες αποκτά υβριδική μορφή, στην περίπτωση κατά την οποία η ανταλλαγή των ανταλλάξιμων ομολογιών θα γίνει με μετοχές. Ο ομολογιούχος δανειστής, στην περίπτωση αυτή, θα μετατραπεί σε μέτοχό της.

    Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί πως ο ομολογιούχος δανειστής αποκτά μετοχές που υπάρχουν κατά το χρόνο της ανταλλαγής και δεν εκδίδονται, τότε, για πρώτη φορά. Αντίθετα, ο κάτοχος μετατρέψιμων ομολογιών (περί των οποίων αμέσως κατωτέρω) αποκτά μετοχές της ΑΕ που εκδίδονται για πρώτη φορά κατά τη μετατροπή των ομολογιών (άρ. 71).

    Οι όροι του ανταλλάξιμου ομολογιακού δανείου αποτελούν τμήμα της σύμβασής του. Η διαμόρφωσή τους συναρτάται όμως (και) από τους τίτλους με τους οποίους επίκειται η ανταλλαγή. Όταν, λ.χ., οι ομολογιούχοι πρόκειται να λάβουν τίτλους οι οποίοι είναι ονομαστικοί (ενδ.: μετοχές), τότε, κατ’ αντιστοιχία αυτών, και οι ανταλλάξιμες ομολογίες θα πρέπει να εκδοθούν, υποχρεωτικά, ως ονομαστικές (άρ. 59 §5 εδ. α’). Όταν οι ανταλλάξιμες ομολογίες πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά, οι τίτλοι με τους οποίους πρόκειται να ανταλλαγούν (ενδ.: μετοχές) θα πρέπει είτε να είναι ήδη εισηγμένοι είτε να εισαχθούν ταυτόχρονα με αυτές (άρ. 6 §7 ν. 3371/2005).

    Τα πλεονεκτήματα

    Η (δυνητική) ευχέρεια που παρέχεται στον ομολογιούχο να αξιώσει την εξόφληση των ομολογιών του από την ΑΕ ή (αντ’ αυτής) να του μεταβιβαστούν άλλοι, συμφωνημένοι, τίτλοι (ενδ.: ομολογίες, μετοχές της ΑΕ ή τρίτων) είναι δυνατό να λειτουργήσει ως μέσο προσέλκυσης επενδυτών και διευκόλυνσης της χρηματοδότησης της ΑΕ. Όταν, αντίστοιχα, η συγκεκριμένη δυνατότητα παρέχεται στην ΑΕ, δημιουργείται το υπόβαθρο για την βέλτιστη από μέρους της επιλογή (είτε εξόφληση ομολογιών είτε ανταλλαγή τους με τους συμφωνημένους τίτλους).

     

    Μετατρέψιμες ομολογίες

    Βασικά χαρακτηριστικά

    Είναι δυνατή, σύμφωνα και με όσα ήδη αναφέρθηκαν, η έκδοση ομολογιακού δανείου με μετατρέψιμες ομολογίες (:convertible bonds-άρ. 71 ν. 4548/2018). Στους ομολογιούχους δανειστές παρέχουν δικαίωμα επιστροφής του κεφαλαίου τους αλλά και απόληψης τόκου. Παρέχουν, όμως, ταυτόχρονα, τη δυνατότητα της (δυνητικής ή υποχρεωτικής τους) μετατροπής σε προκαθορισμένο αριθμό μετοχών. Ο ομολογιούχος δανειστής της εκδότριας ΑΕ θα μετατραπεί, τότε, σε μέτοχό της. Το χαρακτηριστικό αυτό συναντούμε, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, και στις ανταλλάξιμες ομολογίες˙ στην περίπτωση όμως των τελευταίων ο ομολογιούχος δανειστής αποκτά υφιστάμενες (και όχι νέες-επί τούτου εκδιδόμενες) μετοχές της εκδότριας.

    Με τη μετατροπή των μετατρέψιμων ομολογιών δημιουργούνται νέες μετοχές. Η έκδοση, επομένως, του ομολογιακού δανείου θα καταλήξει ως κεφαλαιοποίηση παθητικού μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Το ποσό του δανείου που θα μετατραπεί σε κεφάλαιο θα αποτελέσει και την αναγκαία, για την αύξηση, εισφορά.

    Η έκδοση

    Η έκδοση του μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου ακολουθεί τη διαδικασία είτε της τακτικής (άρθρο 71 §1 περ. α΄) είτε της έκτακτης αύξησης (άρθρο 71 §1 περ. β΄) μετοχικού κεφαλαίου.

    Σε περίπτωση τακτικής έκδοσης, η ΓΣ λαμβάνει τη σχετική απόφαση με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Μια τέτοια απόφαση συνιστά τροποποίηση του καταστατικού (αρ. 71). Το ΔΣ της ΑΕ υποχρεούται μέχρι τη λήξη του επόμενου μήνα από την ημέρα άσκησης του δικαιώματος μετατροπής να διαπιστώσει την αύξηση και να αναπροσαρμόσει το άρθρο του καταστατικού που αναφέρεται στο κεφάλαιο, τηρώντας τις διατυπώσεις δημοσιότητας (άρ. 71 παρ. 4 εδ. β΄).

    Σε περίπτωση έκτακτης έκδοσης ομολογιακού δανείου με μετατρέψιμες ομολογίες αρμόδιο όργανο για τη λήψη απόφασης έκδοσης μετατρέψιμων ομολογιών μπορεί να είναι είτε το ΔΣ ή είτε η ΓΣ-τηρουμένων των διατυπώσεων του καταστατικού και του νόμου.

    Η απόφαση έκδοσης

    Η απόφαση έκδοσης του μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου από το αρμόδιο όργανο της ΑΕ πρέπει να περιλαμβάνει (71 §2, εδ. β΄) τον χρόνο και τρόπο άσκησης του δικαιώματος μετατροπής, την τιμή ή τον λόγο μετατροπής ή το εύρος τους. Επίσης: τον χρόνο ή χρονική περίοδο άσκησης του δικαιώματος μετατροπής καθώς και τυχόν αιρέσεις των οποίων απαιτείται η πλήρωση. Είναι ενδεχόμενο, επίσης, να καθορίζει τον τύπο άσκησης του σχετικού δικαιώματος ή το αρμόδιο πρόσωπο προς το οποίο πρέπει να απευθυνθεί η σχετική άσκηση του δικαιώματος μετατροπής.

    Δυνητικό περιεχόμενο της απόφασης έκδοσης μπορεί να αποτελέσει «…ο τρόπος αναπροσαρμογής της τιμής ή του λόγου μετατροπής, αν συμβούν γεγονότα που δύνανται να επηρεάσουν την αξία ή την εμπορευσιμότητα των μετοχών» (άρ. 71 §2 εδ. β΄ ν. 4548/2018). Αν δεν υπάρχει σχετική πρόβλεψη, τον σχετικό κίνδυνο (λ.χ. επί κακής επιχειρηματικής πορείας της ΑΕ) φέρει ο εκάστοτε ομολογιούχος δανειστής.

    Το ΔΣ ορίζεται ως αρμόδιο όργανο για τον ορισμό της τελικής τιμής ή του τελικού λόγου αναπροσαρμογής πριν την έκδοση του δανείου-ακόμη και αν η ΓΣ, προβεί σε ακριβή καθορισμό τους.

    Δικαίωμα προτίμησης

    Οι υφιστάμενοι μέτοχοι διαθέτουν δικαίωμα προτίμησης στην περίπτωση της έκδοσης ομολογιών με δικαίωμα μετατροπής σε μετοχές (άρ. 26 §1). Ρητά όμως αποκλείεται τέτοιο δικαίωμα κατά τον χρόνο μετατροπής των ομολογιών σε μετοχές (άρ. 71 §4 in fine). Αντίστοιχο δικαίωμα δεν επιφυλάσσεται, όμως, στους ήδη υφιστάμενους ομολογιούχους δανειστές είτε λάβει χώρα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είτε έκδοση μετατρέψιμων ομολογιών-τουλάχιστον όχι χωρίς σχετική καταστατική πρόβλεψη.

    Τα πλεονεκτήματα

    Η (δυνητική) ευχέρεια που παρέχεται στον ομολογιούχο να διατηρήσει τις δανειακές του αξιώσεις ή να μετατραπεί σε μέτοχο της ΑΕ, μπορεί να καταστήσει το ομολογιακό δάνειο μέσο προσέλκυσης επενδυτών και διευκόλυνσης της χρηματοδότησης της ΑΕ. Όταν, αντίστοιχα, η συγκεκριμένη δυνατότητα παρασχεθεί στην ΑΕ, διευκολύνεται η επιλογή της βέλτιστης, με βάση τα χρηματοοικονομικά της δεδομένα, επιλογής.

     

    Κερδοφόρες ομολογίες

    Βασικά χαρακτηριστικά & έκδοση

    Οι κερδοφόρες ομολογίες (participating bonds-άρ. 72 ν. 4548/2018) έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή στους ομολογιούχους δανειστές του δικαιώματος λήψης είτε ποσοστού επί των κερδών της ΑΕ (και, μάλιστα, πέραν του συμφωνημένου τόκου) είτε άλλης παροχής που συνδέεται από τα αποτελέσματα της εταιρείας.

    Η λήψη ποσοστού επί των κερδών είναι δυνατό να λάβει χώρα πριν (και όχι μόνο μετά) την απόληψη του ελάχιστου μερίσματος από τους (κοινούς ή προνομιούχους) μετόχους.

    Αρμόδιο όργανο για τη λήψη απόφασης έκδοσης κερδοφόρων ομολογιών αποτελεί η ΓΣ, η οποία αποφασίζει με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Τούτο μοιάζει φυσιολογικό, καθώς μέσω της άσκησης του δικαιώματος απόληψης ποσοστού επί των κερδών από τους ομολογιούχους δανειστές ασκείται σημαντική επιρροή στα κέρδη των μετόχων. Οι μέτοχοι λοιπόν είναι εκείνοι που πρέπει να αποφασίζουν για την τυχόν συντέλεση μας τέτοιας μείωσης. Κατ’ αναλογική, ωστόσο, εφαρμογή της έκτακτης αύξησης κεφαλαίου, είναι δυνατό να παρασχεθεί εξουσιοδότηση στο ΔΣ, προκειμένου το τελευταίο να προβεί σε «έκτακτη» έκδοση κερδοφόρων ομολογιών.

    Το δικαίωμα λήψης ποσοστού επί των κερδών συνιστά και το στοιχείο εκείνο, το οποίο κατατάσσει τις κερδοφόρες ομολογίες στην ενδιάμεση χρηματοδότηση. Μέσω αυτών, οι ομολογιούχοι δανειστές έχουν αξιώσεις άμεσα εξαρτώμενες από τα αποτελέσματα της ΑΕ. Οι κερδοφόρες ομολογίες προσιδιάζουν, παρά τις διαφορές τους, στις προνομιούχες μετοχές (χωρίς δικαίωμα ψήφου) που παρέχουν, παράλληλα, δικαίωμα απόληψης τόκου.

    Τα πλεονεκτήματα

    Οι κερδοφόρες ομολογίες καθίστανται ελκυστικές για τους επενδυτές, καθώς συνεπάγονται τη μείωση ή εξαφάνιση νομισματικών κινδύνων ή της μειωμένης απόδοσης κεφαλαίων, αφού σε περιόδους κερδοφόρων εταιρικών χρήσεων οι ομολογιούχοι απολαμβάνουν πρόσθετο επενδυτικό όφελος. Ταυτόχρονα όμως, καθίστανται ελκυστικές και για την ΑΕ καθώς επιτυγχάνεται μικρότερη επιβάρυνση (χαμηλό επιτόκιο) λόγω των πρόσθετων αξιώσεων/προσδοκιών που παρέχουν στους ομολογιούχους (:συμμετοχή στα κέρδη).

     

    Οι μετατρέψιμες, ανταλλάξιμες και κερδοφόρες ομολογίες δεν είναι οι πλέον συνήθεις στο πλαίσιο ενός ομολογιακού δανείου. Δεν είναι, κατ’ αντιστοιχία, συνήθεις ως ειδικότερη επιλογή για τη χρηματοδότηση της ΑΕ. Καθώς όμως προσφέρουν ελκυστικές λύσεις τόσο για τους (δυνητικούς) επενδυτές όσο και για την ίδια την ΑΕ, είναι δυνατό να αποτελέσουν μέσο προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων καθώς και σημαντική εναλλακτική για την ίδια την ΑΕ: εναλλακτική ικανή να συνδράμει όχι μόνον στην επιβίωση αλλά και στην ανάπτυξή της.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Οκτωβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ομολογιακό Δάνειο

    Ομολογιακό Δάνειο

    Προσεγγίσαμε, ήδη, τους εκδιδόμενους από την ΑΕ τίτλους-ως μέσο της (εξωτερικής) χρηματοδότησής της. Επισημάναμε, επίσης, ότι ο σχετικός κατάλογος είναι, καταρχήν, περιοριστικός (:«numerus clausus»). Μεταξύ των εκδιδόμενων τίτλων και οι Ομολογίες, στο πλαίσιο εκδιδόμενου Ομολογιακού δανείου-για το οποίο το παρόν.

    Ομολογιακό Δάνειο και Ομολογίες

    Το ομολογιακό δάνειο

    Το ομολογιακό δάνειο (αρ. 59 έως 74 ν. 4548/2018) συνιστά βασική μορφή μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης της ΑΕ. Κατά το νόμο (59 §1 εδ. α΄), ομολογιακό είναι το δάνειο που εκδίδεται από την ΑΕ και διαιρείται σε ομολογίες. Συνήθως εκδίδονται περισσότερες-είναι όμως δυνατό να εκδοθεί μία και μόνη. Το δανειζόμενο, μέσω του ομολογιακού δανείου, ποσό διαιρείται σε ίσα τμήματα, καθένα από τα οποία αποτελεί την ονομαστική αξία της ομολογίας στην οποία ενσωματώνεται. Οι ομολογίες μπορεί να είναι είτε ονομαστικές είτε ανώνυμες (με εξαίρεση τις ανταλλάξιμες σε ονομαστικούς τίτλους ή μετατρέψιμες σε μετοχές, που είναι πάντα ονομαστικές-άρ. 59 §5).

    Οι ομολογίες, στη συνήθη μορφή τους, προσφέρουν στους ομολογιούχους δανειστές τόκο, που συμφωνείται σταθερός (:straight bonds) ή κυμαινόμενος (:floating rate bonds).

    Οι ομολογιούχοι δανειστές συνιστούν κατηγορία δανειστών της ΑΕ.

    Οι ενσώματες/έγχαρτες και άυλες ομολογίες

    Η (ενσώματη/έγχαρτη) ομολογία συνιστά αξιόγραφο (ακριβέστερα: χρεόγραφο) και όχι απλώς βεβαιωτικό ή αποδεικτικό έγγραφο της απαίτησης του ομολογιούχου δανειστή. Ο τελευταίος (:ομολογιούχος δανειστής) καταβάλλοντας το τμήμα του δανείου που του αναλογεί γίνεται, ταυτόχρονα, κομιστής των αντίστοιχων ομολογιών. Με τη συμπλήρωση του χρόνου λήξης κάθε ομολογίας ο κομιστής της δικαιούται να την εμφανίσει στην εκδότρια εταιρεία και η τελευταία υποχρεούται να του καταβάλει (:επιστρέψει) το ποσό που αναφέρεται στον τίτλο.

    Οι ομολογίες είναι δυνατό, όμως, να είναι άυλες. Υποχρεωτικά στην περίπτωση που είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά (άρ. 39 ν. 2396/1996 και άρ. 58 §2 ν. 2533/1997, όπως αντικαταστάθηκε από το άρ. 16 ν. 2954/2001). Προαιρετικά όταν προβλέπεται στους όρους του ομολογιακού δανείου, η αποϋλοποίηση  ή ακινητοποίησή τους (άρ. 59 §§5 εδ. α’ και 6 ν. 4548/2018).

    Έκδοση και όροι ομολογιακού δανείου

    Αρμόδιο όργανο της ΑΕ για την έκδοση του ομολογιακού δανείου και τη διαμόρφωση των όρων του είναι  το ΔΣ (άρ. 59 §2  εδ.΄ β). Είναι δυνατό, όμως, να ανατεθεί η συγκεκριμένη αρμοδιότητα στη ΓΣ από το καταστατικό της ΑΕ. Ειδικά, όμως, όσον αφορά τις μετατρέψιμες και τις κερδοφόρες ομολογίες, η αρμοδιότητα έκδοσης και απόφασης ανήκει, πάντοτε, στη ΓΣ (άρ. 71 και 72).

    Η εκδότρια ΑΕ, μέσω του αρμοδίου, κάθε φορά, οργάνου της, προβαίνει σε ελεύθερη διαμόρφωση των όρων του ομολογιακού δανείου. Ο νόμος, εξάλλου, παρέχει ευρύ, σχετικό περιθώριο (αρ. 69 §5). Είναι δυνατή η εκ των υστέρων τροποποίησή τους ακόμη και με όρους δυσμενέστερους για τους ομολογιούχους. Απαιτείται, ωστόσο-στην περίπτωση αυτή, λήψη απόφασης της συνέλευσης των ομολογιούχων, με πλειοψηφία των  δύο τρίτων (2/3) της ονομαστικής αξίας των ομολογιών˙ επιπρόσθετα: η συναίνεση της εκδότριας.

    Οι όροι του ομολογιακού δανείου συγκροτούν το ομολογιακό πρόγραμμα, το οποίο  επιβάλλεται να καθίσταται εκ των προτέρων γνωστό στους ομολογιούχους, προκειμένου να είναι σε θέση να επιλέξουν (ή μη) τη σύναψή του.

    Η «νόθευση» του ομολογιακού δανείου

    Το ομολογιακό δάνειο στην κοινή του μορφή κατατάσσεται, ως τρόπος δανεισμού, στη χρηματοδότηση μέσω ανάληψης χρέους. Χαρακτηριστικό, όμως, παράδειγμα νόθευσης της συγκεκριμένης κατηγοριοποίησής του είναι, ενδεικτικά, η έκδοση υβριδικών μορφών ομολογιών: οι προαναφερθείσες ανταλλάξιμες, μετατρέψιμες και κερδοφόρες-για τις οποίες επόμενη αρθρογραφία μας.

    Η νόθευση του ομολογιακού δανείου ως μέσου χρηματοδότησης μέσω ανάληψης χρέους είναι δυνατό να λάβει, επιπρόσθετα, χώρα μέσω όρων (αρχικών ή κατά τροποποίηση) του προγράμματος ομολογιακού δανείου.

    Αρχικοί όροι του ομολογιακού δανείου

    Οι αιώνιες ομολογίες-perpetual bonds

    Η ΑΕ είναι δυνατό να προβεί στη σύναψη ομολογιακού δανείου-χωρίς ρητή λήξη. Εκδίδει, στην περίπτωση αυτή, «αιώνιες ομολογίες» (perpetual bonds)-με αόριστη, δηλ. διάρκεια. Τις συγκεκριμένες ομολογίες η ΑΕ διατηρεί το δικαίωμα να μην τις εξοφλήσει ποτέ ή, εναλλακτικά, να τις εξοφλήσει κατά τον χρόνο της επιλογής της με την καταβολή, στο μεταξύ-φυσικά, του συμφωνημένου τόκου (άρ. 60 §2 περ. β΄).

    Μέσω της σύναψης ομολογιακού δανείου με έκδοση αιώνιων ομολογιών, η ΑΕ λαμβάνει ως χρηματοδότηση κεφάλαιο, το οποίο τίθεται στη διάθεσή της για αόριστο χρονικό διάστημα: ο ομολογιούχος δανειστής δεν έχει τη δυνατότητα να αξιώσει την επιστροφή του. Προσομοιάζουν, στο πλαίσιο αυτό, οι αιώνιες ομολογίες (κατά τούτο και ο υβριδικός τους χαρακτήρας) με χρηματοδότηση μέσω ίδιων κεφαλαίων (κατά τούτο και, υπό προϋποθέσεις, αντιμετωπίζονται λογιστικά ως ίδια κεφάλαια): η μακρόχρονη περιουσιακή διάθεση προς όφελος της εταιρείας υποδηλώνει κεφάλαιο˙ η αδυναμία αξίωσης επιστροφής των καταβληθέντων από μέρους των ομολογιούχων παραπέμπει στη μη επιστροφή των εισφορών από τους μετόχους. Οι ομολογιούχοι δανειστές, ωστόσο, δεν καθίστανται (ούτε είναι δυνατό να θεωρηθούν) μέτοχοι της ΑΕ.

    Ένα τέτοιο, αόριστης διάρκειας, ομολογιακό δάνειο δεν είναι δυνατό να καταγγελθεί με τακτική καταγγελία (με την τήρηση, δηλ., ορισμένης προθεσμίας ή/και την ύπαρξη συγκεκριμένου, λόγου): δεν συνάδει με τη φύση του. Το δικαίωμα, όμως, της έκτακτης καταγγελίας (προϋπόθεση της οποίας, κατά κανόνα, αποτελεί η ύπαρξη σπουδαίου λόγου) δεν είναι δυνατό να αποκλειστεί˙ προσιδιάζει, εξάλλου, σε σύμβαση αόριστης διάρκειας. Προϋποτίθεται, όμως, σπουδαίος λόγος. Ένας λόγος, δηλ., ή ύπαρξη του οποίου θα καθιστούσε αφόρητη τη συνέχιση της σύμβασης. Ως τέτοιοι, σπουδαίοι,  λόγοι νοούνται εκείνοι, η ύπαρξη των οποίων υπερβαίνει τον συνηθισμένο επενδυτικό κίνδυνο και ρητά προβλέπονται, κατά κανόνα στο πρόγραμμα των ομολογιών.

    Η χρηματοδότηση μέσω αιώνιων ομολογιών συγκεντρώνει, ως ενδιάμεση μορφή χρηματοδότησης, πλεονεκτήματα  για την εκδότρια που παραπέμπουν στη χρηματοδότηση με ίδια μέσα (:διεύρυνση ιδίων κεφαλαίων) όσο και, την αντίστοιχη, με ξένα μέσα (:μη μεταβολή των μετοχικών ισορροπιών της επιχείρησης και έκπτωση τόκων από το εισόδημά της).

    Αντίστοιχα, όμως, πλεονεκτήματα επιφυλάσσει η συγκεκριμένη μορφή χρηματοδότησης και για τους επενδυτές. Λόγω του αναλαμβανόμενου (υψηλού) επενδυτικού κινδύνου και της αιώνιας δέσμευσης (και μη επιστροφής) του κεφαλαίου τους, το οικονομικό αντιστάθμισμα που εισπράττει ο ομολογιούχος δανειστής (:τόκος) υπερβαίνει σημαντικά, κατά κανόνα, τους τόκους που αποδίδονται στις κοινές ομολογίες.

    Οι Ομολογίες Καταστροφής-Catastrophe Bonds)

    Μεταξύ των όρων  οι οποίοι είναι δυνατό να περιλαμβάνονται στο ομολογιακό δάνειο συμπεριλαμβάνεται και το ενδεχόμενο να τελεί υπό αίρεση η υποχρέωση καταβολής τόκου ή επιστροφής του κεφαλαίου στους ομολογιούχους δανειστές (60 §2 στ. γ΄). Πρόκειται για τις ομολογίες καταστροφής (:catastrophe bonds) που συναντώνται στη διεθνή πρακτική. Ως βασικό περιεχόμενό τους έχουν τη μη καταβολή τόκου ή κεφαλαίου, στις περιπτώσεις που επέρχεται ένας κίνδυνος (φυσική καταστροφή συνήθως) για τον οποίο δεν υφίσταται ασφαλιστική κάλυψη.

    Και οι ομολογίες καταστροφής παρουσιάζουν σημαντική χρησιμότητα. Μέσω αυτών, η εκδότρια καλύπτει έναν (μη δυνάμενο να ασφαλιστεί κίνδυνο) ενώ, ταυτόχρονα, οι ομολογιούχοι δίκαια προσβλέπουν, ακριβώς για το λόγο αυτό,  σε υψηλότερη απόδοση.

    Οι ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης

    Μια ακόμα ενδιαφέρουσα κατηγορία ομολογιών είναι οι ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης ή υποδεέστερες ομολογίες (subordinated bonds-άρ. 60 §2 στ. δ΄). Με την έκδοσή τους συμφωνείται πως σε περίπτωση εκκαθάρισης ή πτώχευσης της εκδότριας, οι ομολογιούχοι δανειστές θα ικανοποιηθούν ύστερα από τους υπόλοιπους πιστωτές της εκδότριας ή ύστερα από ορισμένη κατηγορία πιστωτών. Τούτο, πρακτικά, σημαίνει πως, οι κάτοχοί τους υπάγονται σε δυσμενέστερο καθεστώς ικανοποίησης σε σχέση με τους λοιπούς εταιρικούς δανειστές-προσιδιάζουν, επομένως-κατά τούτο, στα ίδια κεφάλαια. Για το λόγο αυτό μάλιστα και η αναφορά τους ως οιονεί ίδια κεφάλαια (quasi-capital social ή quasi-fonds propres) ή αναπληρωματικά κεφάλαια.

    Ωφελείται με την έκδοση των ομολογιών μειωμένης εξασφάλισης η ΑΕ καθώς προσφέρει, μέσω αυτών, μεγαλύτερη εξασφάλιση στους προνομιούχους και κοινούς πιστωτές της. Ωφελείται, όμως, και ο κάτοχός τους-ομολογιούχο δανειστή καθώς δίκαια προσβλέπει σε υψηλότερη απόδοση.

    Να σημειωθεί εδώ ότι ο όρος «ομολογίες τελευταίας σειράς» (junior bonds) δεν είναι ακριβέστερος του όρου «ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης». Όπως, ήδη, αναφέρθηκε, πριν την ικανοποίησή τους προηγούνται, κατά το νόμο, είτε όλοι είτε ή ορισμένη κατηγορία πιστωτών. Είναι, επομένως, δυνατό να εκδοθούν ομολογίες μειωμένης εξασφάλισης, οι οποίες δεν θα ικανοποιηθούν στην τελευταία τάξη/σειρά πιστωτών (όπως με τις ομολογίες τελευταίας σειράς συμβαίνει).

    Όροι κατά τροποποίηση του ομολογιακού δανείου

    Το debt-equity swap

    Οι ομολογιούχοι δανειστές είναι δυνατό να αποφασίσουν την κεφαλαιοποίηση του χρέους που αντιστοιχεί στο ομολογιακό τους δάνειο, εφόσον (άρ. 60 §8 στ. δ΄): (α)  η συνέλευσή τους αποφασίσει με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των ομολογιών και (β) η εκδότρια παράσχει τη συναίνεσή της (άρ. 60 §8 στ. δ΄ ν. 4548/2018). Οι εκατέρωθεν αξιώσεις θα αποσβεσθούν˙ οι ομολογιούχοι δανειστές θα αποκτήσουν μετοχές της ΑΕ: από πιστωτές της εκδότριας θα μετατραπούν σε μετόχους της.

    Οι μετοχές που θα αποκτήσουν οι ομολογιούχοι δανειστές είναι δυνατό να είναι είτε από τις (τυχόν κατεχόμενες) ίδιες της εκδότριας είτε νέες-προερχόμενες από αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου.

    Κεφαλαιοποίηση χρέους και μετατρέψιμες ομολογίες   

    Η περίπτωση του dept-equity swap (:εκ των υστέρων συμφωνία μεταξύ της εκδότριας και της συνέλευσης των ομολογιούχων δανειστών για μετατροπή του χρέους σε κεφάλαιο) δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση των μετατρέψιμων ομολογιών (κατ’ άρ. 71). Το ποσό, που εξαρχής καταβάλλεται για την ανάληψη των μετατρέψιμων ομολογιών, αντιστοιχεί και στο ύψος της εισφοράς κατά την μετατροπή. Αντίθετα, στην περίπτωση της εκ των υστέρων κεφαλαιοποίησης (dept-equity swap), η ανάληψη των ομολογιών κατά την έκδοση του ομολογιακού δανείου δεν λαμβάνει χώρα υπό το πρίσμα της ενδεχόμενης μετατροπής. Στην περίπτωση του debt-equity swap επέρχεται συμψηφισμός των εκατέρωθεν απαιτήσεων της εκδότριας και των ομολογιούχων δανειστών (κατ’ άρ. 20 §4). Κατά την ορθότερη εκδοχή, η αποτίμηση θα πραγματοποιηθεί με τον τρόπο που θα ελάμβανε χώρα, αν επρόκειτο για εισφορά απαίτησης κατά τρίτου (κατ’ άρ. 17).

    Λοιποί όροι ενδιάμεσης χρηματοδότησης

    Εκτός από τη συμφωνία για την κεφαλαιοποίηση του ομολογιακού δανείου, είναι δυνατό να υπάρξουν και άλλα στοιχεία (αρ. 60 §8) στη βάση των οποίων θα μπορούσε κάποιος να κατατάξει το ομολογιακό δάνειο στην ενδιάμεση χρηματοδότηση. Ενδεικτικά: στις περιπτώσεις μηδενισμού του επιτοκίου-οπότε και ο δανεισμός προσιδιάζει στις εισφορές (αρ. 60 §8-στ. α΄) καθώς και της μειωμένης εξασφάλισης (αρ. 60 §8-στ. γ΄), την οποία ήδη ανωτέρω προσεγγίσαμε. Η ελευθερία των συναλλαγών (αρ. 60 §8-στ. θ΄) είναι δυνατό να λειτουργήσει προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.

     

    Το ομολογιακό δάνειο διαφοροποιείται, σημαντικά, σε σχέση με το κοινό. Το περιεχόμενό του είναι δυνατόν, ως «εύπλαστος κηρός» να προσαρμοστεί στις ανάγκες της ΑΕ αλλά και να προσφέρει, κατά τούτο, σημαντικά οφέλη στην ΑΕ ως πηγή μακροπρόθεσμης-εξωτερικής χρηματοδότησής της. Σημαντικά οφέλη όμως είναι δυνατό να παράσχει και στον δανειστή/κάτοχο των ομολογιών που εκδίδονται στο πλαίσιό του. Λόγω των ιδιαιτεροτήτων του και του αυξημένου, ενίοτε, αναλαμβανόμενου επενδυτικού κινδύνου, ο ομολογιούχος δανειστής δικαιολογημένα προσβλέπει σε αυξημένη απόδοση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, στο πλαίσιο του ομολογιακού δανείου, οι μετατρέψιμες, ανταλλάξιμες και κερδοφόρες ομολογίες-για τις οποίες, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Οκτωβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κλοπή, Απώλεια  Ή Καταστροφή Μετοχικού Τίτλου

    Κλοπή, Απώλεια  Ή Καταστροφή Μετοχικού Τίτλου

    Η έννοια της μετοχής είναι πολυσήμαντη. Αποτυπώνει, κατά τη νομολογία: (α) «…το μερίδιο του εταιρικού κεφαλαίου». Επίσης, (β) «…το δικαίωμα συμμετοχής στην εταιρία». Τέλος, (γ) «…τον τίτλο στο οποίο ενσωματώνεται το δικαίωμα αυτό» (ενδ. 1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, 4968/1993 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ως προς τον τίτλο που υποδηλώνει η μετοχή, επισημάναμε –μεταξύ άλλων- ότι η έκδοσή του δεν είναι υποχρεωτική για την ΑΕ. Επομένως, αν τυχόν λάβει χώρα, φέρει απλώς δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ). Εφόσον όμως ένας τέτοιος (μετοχικός) τίτλος εκδοθεί, τι συμβαίνει σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του; Ποιες οι πρόνοιες του νομοθέτη και ποιες οι δυνατότητες και προστασία του μετόχου;

     

    Ρύθμιση

    Το ζήτημα της κλοπής, της απώλειας ή της καταστροφής του μετοχικού τίτλου της ΑΕ ρυθμίζεται στο άρθρο 55 ν. 4548/2018. Το άρθρο αυτό αντιστοιχεί στο άρθρο 12α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920 (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 55).

    Η εν λόγω πρόβλεψη παραπέμπει, συγκεκριμένα, στις διατάξεις 843 επ. ΚΠολΔ. Αυτές είναι που εφαρμόζονται σε περίπτωση αποξένωσης του μετόχου από τον μετοχικό τίτλο και τις μερισματαποδείξεις που τυχόν δεν αποχωρίσθηκαν από αυτόν. Τα στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν είναι δύο: (α) Το προπαρασκευαστικό της πρόσκλησης για την αναγγελία μετοχικού δικαιώματος (843-849 ΚΠολΔ). (β) Εκείνο της κύριας διαδικασίας κήρυξης ανίσχυρου του μετοχικού τίτλου (850-860 ΚΠολΔ).

     

    Σκοπός

    Σκοπός της ρύθμισης του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 55 ν. 4548/2018) είναι η ασφάλεια των συναλλαγών.  Επιδιώκεται, μέσω αυτής, η άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας σχετικά με την ταυτότητα του αληθινού δικαιούχου της μετοχής, σε περίπτωση αποξένωσής του από αυτόν. Επίσης, η αποτροπή σφετερισμού των μετοχικών δικαιωμάτων που ενσωματώνονται στη μετοχή από τρίτο-μη δικαιούχο.

     

    Προϋποθέσεις Εφαρμογής

    Προκειμένου να εκκινήσει η διαδικασία κήρυξης ανίσχυρου του μετοχικού τίτλου απαιτείται η συνδρομή συγκεκριμένων προϋποθέσεων:

    (α) Έκδοση τίτλων

    Γενικά

    Αναγκαίο (και λογικό) προαπαιτούμενο αποτελεί η (μη υποχρεωτική) έκδοση μετοχικών τίτλων (:ονομαστικών ή ανώνυμων μετοχών-με, ή χωρίς, μερισματαποδείξεις ή τοκομερίδια) από μέρους της ΑΕ. Δεν καταλαμβάνονται, ωστόσο, από τις συγκεκριμένες ρυθμίσεις οι άυλες μετοχές. Οι τελευταίες τηρούνται σε λογιστική μορφή και δεν φέρουν αξιογραφικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να κλαπούν, απωλεσθούν ή καταστραφούν. Ούτε, πολύ περισσότερο, να υπαχθούν στη ρύθμιση του 850 ΚΠολΔ. Σημειώνεται, μάλιστα, ότι η βεβαίωση για τις άυλες μετοχές που εκδίδεται από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων έχει μόνο αποδεικτική ισχύ (18 ν. 4569/2018).

    Ανώνυμες και Ονομαστικές Μετοχές

    Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο νόμος για τις ΑΕ, απαγόρευσε την έκδοση ανώνυμων μετοχών από 01.01.2020. Συνεπώς, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται στις ονομαστικές μετοχές ή σε, παλαιότερα, εκδοθείσες ανώνυμες μετοχές που κλάπηκαν, απωλέσθηκαν,  ή καταστράφηκαν-χωρίς εντωμεταξύ να αντικατασταθούν από ονομαστικές.

    Προβληματισμός υφίσταται, παλαιόθεν, αναφορικά με τη (μη) υπαγωγή των ονομαστικών μετοχών στο προπαρασκευαστικό στάδιο της πρόσκλησης αναγγελίας δικαιωμάτων (άρ. 843 επ. ΚΠολΔ). Επιχείρημα υπέρ της μη υπαγωγής των ονομαστικών μετοχών στην εν λόγω διαδικασία αποτελεί η ρητή αναφορά του αληθή δικαιούχου στο βιβλίο μετόχων της ΑΕ.

    Ο σχετικός προβληματισμός ενισχύθηκε με τη θέσπιση του ν. 4548/2018. Ειδικότερα,  στην Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου 55 του νόμου αυτού αναφέρεται ότι «αν η εταιρεία είναι βέβαιη για την ταυτότητα του μετόχου (κάτι που θα συμβαίνει στο μέτρο που οι μετοχές είναι –μάλιστα από 1.1.2020 υποχρεωτικά– ονομαστικές) μπορεί να εκδώσει νέο τίτλο χωρίς την τήρηση της δικαστικής διαδικασίας».

    Παράλληλα, αμφισβήτηση υπάρχει και ως προς την εφαρμογή επί των ονομαστικών μετοχών του σταδίου της κύριας διαδικασίας της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου.

    Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι η διαδικασία των άρθρων 843 επ. ΚΠολΔ έχει, εν τέλει, πρακτική σημασία επί των ονομαστικών μετοχών. (α) Καταρχάς, διότι η εκποιητική δικαιοπραξία της μεταβίβασης των μετοχών αυτών ολοκληρώνεται –μεταξύ παλαιού και νέου μετόχου- με την παράδοσή τους. (β) Επίσης, η σημασία της διαπιστώνεται σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του νεμόμενου τίτλου, εφόσον το γεγονός αυτό λάβει χώρα πριν την σχετική εγγραφή στο βιβλίο μετόχων. (γ) Ή εφόσον, πρόκειται για ελαττωματική εγγραφή.

    (β) Κλοπή, απώλεια ή καταστροφή μετοχικού τίτλου

    Κλοπή: Η κλοπή γίνεται δεκτή με τη στενή του έννοια του ποινικού κώδικα (άρ. 372 ΠΚ). Ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει σε αυτή η υπεξαίρεση, που είναι δυνατό να υπαχθεί στην έννοια της απώλειας.

    Απώλεια: Ως απώλεια νοείται κάθε ακούσια εκφυγή του μετοχικού τίτλου από την εξουσία και νομή του κυρίου χωρίς την άμεση ή έμμεση βούλησή του(1625/2013 ΜονΠρωτΘεσς, 3905/1998 ΜονΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Καταστροφή: Ως καταστροφή νοείται η φυσική εξαφάνιση του τίτλου όπως και τυχόν αλλοίωσή του (λ.χ. του περιεχομένου ή της μορφής του).

     

    Διαδικασία Κήρυξης Ανίσχυρου Του Μετοχικού Τίτλου

    Διαδικασία & Αρμοδιότητα

    Εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, είναι δυνατό να ξεκινήσει η διαδικασία των δύο σταδίων: (α) πρόσκλησης προς αναγγελία δικαιώματος επί του μετοχικού τίτλου και (β) κήρυξής του ως ανίσχυρου.

    Πρόκειται για γνήσια υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας. Μέσω αυτής θα διαχωρισθεί, όταν καταστεί αμετάκλητη η απόφαση που θα εκδοθεί, η μετοχική σχέση από τον τίτλο στον οποίο αυτή, μέχρι πρότινος, ενσωματωνόταν.

    Αρμόδιο, καθ’ ύλην και κατά τόπο, για την εκδίκαση της αίτησης της ως άνω διαδικασίας των δύο σταδίων είναι το Ειρηνοδικείο της έδρας της ΑΕ, που εξέδωσε τους μετοχικούς τίτλους (άρ. 851 § 2 εδ. β ΚΠολΔ).

    Νομιμοποιούμενα Πρόσωπα

    Ενεργητική νομιμοποίηση

    Νομιμοποιούμενα για την υποβολή αίτησης κίνησης της εν λόγω διαδικασίας είναι:

    Για τις ονομαστικές μετοχές: Το πρόσωπο που είναι δυνατό να ασκήσει δικαίωμα, που απορρέει από το αξιόγραφο/μετοχικό τίτλο (3905/1998 ΜονΠρωτΑθ): ο κύριος, ο επικαρπωτής ή ο ενεχυρούχος δανειστής).

    Για τις ανώνυμες μετοχές: ο τελευταίος κομιστής των μετοχών (βλ. τεκμήριο άρθρου  1110 εδ. α΄ ΑΚ).

    Σε περίπτωση συγκυριότητας: Καθένας από τους συγκυρίους.

    Παθητική νομιμοποίηση

    Η σχετική αίτηση δεν απαιτείται να στρέφεται κατά συγκεκριμένου προσώπου. Εξάλλου, η ιδιότητα του διαδίκου αποκτάται ύστερα από κλήτευση του δικαστηρίου (άρ. 748 §3 ΚΠολΔ) ή προσεπίκληση (άρ. 753 ΚΠολΔ).

    Άσκηση Κύριας και Πρόσθετης Παρέμβασης

    Δεδομένου ότι πρόκειται για υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας είναι δυνατό να ασκηθεί πρόσθετη ή κύρια παρέμβαση.

    Πρόσθετη παρέμβαση: Νομιμοποιείται να την ασκήσει ο επικαρπωτής ή ο ενεχυρούχος δανειστής υπέρ του μετόχου που ασκεί την αίτηση και το αντίστροφο.

    Κύρια παρέμβαση: Νομιμοποιείται να την ασκήσει ο πραγματικός δικαιούχος. Επίσης, εκείνος που επικαλείται ισχυρότερο δικαίωμα επί του τίτλου από τον αιτούντα.

    Προπαρασκευαστικό Στάδιο

    Αίτηση Πρόσκλησης Αναγγελίας

    Όπως ανωτέρω σημειώθηκε, το πρώτο και προπαρασκευαστικό στάδιο είναι αυτό της υποβολής αίτησης πρόσκλησης αναγγελίας δικαιώματος (843-849 ΚΠολΔ). Κατά το στάδιο αυτό, επιδιώκεται η ανεύρεση του πραγματικού δικαιούχου ή εκείνου που διαθέτει ισχυρότερο δικαίωμα επί του τίτλου από αυτό του αιτούντος.

    Για το ορισμένο της αίτησης πρόσκλησης απαιτείται η αναφορά των ουσιωδών στοιχείων του μετοχικού τίτλου (:852 ΚΠολΔ-λ.χ. του αύξοντα αριθμού, της σειράς, της χρονολογίας έκδοσης, του είδους της μετοχής κ.α.). Ενδεχόμενη αντικειμενική  αδυναμία του δικαιούχου να τα επικαλεστεί θα πρέπει να εκτιμάται και αντιμετωπίζεται ανάλογα από το δικαστήριο στη βάση των διαθέσιμων στοιχείων.

    Το στάδιο της πρόσκλησης δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση κλοπής, όταν ο δράστης είναι γνωστός. Στην περίπτωση αυτή ασκείται διεκδικητική αγωγή εναντίον του τελευταίου, που εκδικάζεται κατά με τη διαδικασία της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας (3905/1998 ΜονΠρωτΑθ).

    Ωστόσο, η κύρια διαδικασία της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου είναι δυνατόν να εξελίσσεται συγχρόνως με τη διεκδικητική αγωγή (1094 ΑΚ)-ή την αγωγή αποβολής από τη νομή (987 ΑΚ) λόγω του διαφορετικού τους σκοπού.

    Ανασταλτικό Αποτέλεσμα

    Με την υποβολή της αίτησης πρόσκλησης εκκινεί η διαδικασία της αναγγελίας.  Η υποβολή αυτής, ωστόσο, δεν αναστέλλει την κυκλοφορία του τίτλου.

    Ενόσω, όμως, διαρκεί η διαδικασία της πρόσκλησης, το δικαστήριο -αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως- «…δικαιούται να απαγορεύσει στον κομιστή του αξιόγραφου οποιαδήποτε παροχή, στην οποία περιλαμβάνεται και η παράδοση σ’ αυτόν τοκομεριδίων και μερισματαποδείξεων που εκδίδονται μετά την απαγόρευση.» (859 §1 ΚΠολΔ). Επίσης, καταλαμβάνονται από την απαγόρευση οι μη αποχωρισθείσες από τον τίτλο, κατά τον χρόνο αποξένωσης, μερισματαποδείξεις.

    Η συγκεκριμένη απαγόρευση είναι δυνατό να καταλαμβάνει και κάθε δικαίωμα που κάθε απορρέει από τον τίτλο δικαίωμα (ενδ: δικαίωμα προτίμησης, δικαίωμα ψήφου σε ΓΣ).

    Η απαγόρευση μπορεί να αρθεί (και αυτεπαγγέλτως) από το δικαστήριο (859 §2 ΚΠολΔ). Τόσο η απόφαση απαγόρευσης όσο και η απόφαση άρσης πρέπει να δημοσιεύονται (845 ΚΠολΔ).

    Έκδοση Απόφασης

    Το αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της αίτησης πρόσκλησης δικαιούται να προβεί σε έκδοση (μη οριστικής) απόφασης δημοσίευσης της πρόσκλησης σε αναγγελία τυχόν δικαιωμάτων επί του τίτλου. Για την έκδοσή της αρκεί η πιθανολόγηση (853 ΚΠολΔ).

    Η απόφαση αυτή τάσσει προθεσμία αναγγελίας των δικαιωμάτων και κατάθεσης του τίτλου στην γραμματεία του δικαστηρίου. Αυτή εκκινεί από τη δημοσίευση της πρόσκλησης και δεν είναι δυνατό να είναι μικρότερη από εξήντα (60) ημέρες (845 § 2 ΚΠολΔ). Κατ΄ εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να προσδιορίσει μικρότερη προθεσμία επί πρόβλεψης καταβολής προσόδων. Επίσης, η απόφαση πρέπει να προσδιορίζει ως συνέπεια παράλειψης της αναγγελίας, την απώλεια ισχύος του τίτλου (854 § 1 ΚΠολΔ).

    Έννομες Συνέπειες Αναγγελίας

    Εφόσον λάβει χώρα εμπρόθεσμη αναγγελία (και κατάθεση του τίτλου στη γραμματεία του δικαστηρίου), το δικαστήριο ενημερώνει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση τον αιτούντα (856 ΚΠολΔ).

    Ωστόσο, η αναγγελία δεν καθιστά τον κομιστή του τίτλου διάδικο. Για να καταστεί διάδικος ο τελευταίος πρέπει να ασκήσει κύρια παρέμβαση και να ζητήσει ανάκληση της μη οριστικής απόφασης. Επίσης, να ασκήσει ένδικο μέσο.

    Αντίθετα, εφόσον δεν λάβει χώρα αναγγελία, ο αιτών μπορεί να προχωρήσει στην  υποβολή αίτησης για την κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου. Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας αναγγελίας (847 §1 ΚΠολΔ).

    Βέβαια, η υποβολή αίτησης κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου είναι δυνατή και εφόσον έλαβε χώρα εμπρόθεσμη αναγγελία. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο είναι δυνατό: (α) Να αναστείλει τη διαδικασία μέχρι την ολοκλήρωση της διαγνωστικής δίκης σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο. Ή (β) να προχωρήσει στην έκδοση οριστικής απόφασης κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου «…με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων εκείνου που έχει αναγγελθεί.» (848 §1 ΚΠολΔ).

    Κύρια Διαδικασία: Κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου

    Το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας των άρθρων 843 επ. ΚΠολΔ –όπως ήδη σημειώθηκε- είναι αυτό της κήρυξης του τίτλου ως ανίσχυρου (άρ. 850-860 ΚΠολΔ). Για το βάσιμο της αίτησης απαιτείται η απόδειξη των γεγονότων της κλοπής, της απώλειας ή της καταστροφής του τίτλου. Επιπρόσθετα: η ύπαρξη μετοχικού δικαιώματος στο πρόσωπο του αιτούντα.

    Για την έκδοση απόφασης από το Δικαστήριο απαιτείται βεβαιότητα (:πλήρης δικανική πεποίθηση) για τη συνδρομή των συγκεκριμένων προϋποθέσεων.

    Έκδοση Απόφασης και Έννομες Συνέπειες

    Η δικαστική απόφαση για την κήρυξη του τίτλου ως ανισχύρου έχει διαπλαστική ενέργεια. Επιφέρει, συγκεκριμένα, τη διάσπαση της εκάστοτε μετοχικής σχέσης και των συνοδευτικών μετοχικών δικαιωμάτων από τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνονται. Τα τελευταία, βέβαια, εξακολουθούν να υφίστανται. Η μετοχή, όμως, ως αξιόγραφο αχρηστεύεται.

    Ύστερα από την (αμετάκλητη-858 ΚΠολΔ) κήρυξη του τίτλου ως ανίσχυρου, ο αιτών μέτοχος δικαιούται να ζητήσει από την ΑΕ την έκδοση νέου τίτλου (40 §1 ν. 4548/2018). Επίσης να ασκήσει τα (απορρέοντα από τον επίμαχο τίτλο) μετοχικά του δικαιώματα. Το ίδιο ισχύει και όσον αφορά τα δικαιώματα του επικαρπωτή και του ενεχυρούχου δανειστή.

     

    Η έκδοση μετοχικού τίτλου δεν είναι πλέον αναγκαία για την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτόν. Αρκεί η σχετική καταστατική πρόβλεψη. Στην περίπτωση, ωστόσο, που ένας μετοχικός τίτλος κλαπεί, απωλεσθεί ή καταστραφεί, τα πράγματα περιπλέκονται. Απαιτούνται χρόνος και σημαντικά κόστη για την αποκατάσταση των μετοχικών δικαιωμάτων, που συνδέονται με τον συγκεκριμένο τίτλο.

    Μήπως, στο πλαίσιο αυτό, ενδείκνυται να μας απασχολήσει (εκ νέου) το ερώτημα: χρειάζεται, πράγματι, η έκδοση μετοχικών τίτλων;

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 16 Οκτωβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Επικαρπία Επί Μετοχών

    Επικαρπία Επί Μετοχών

    Διαπιστώσαμε ήδη πως η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν αφορά τα εμπλεκόμενα, μόνον, πρόσωπα. Αφορά, σε ιδιαίτερα σημαντικό βαθμό και την ίδια την ΑΕ. Το ίδιο συμβαίνει, κατ’ αντιστοιχία, και με την επικαρπία μετοχών. Οι ρυθμίσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 54 ν. 4548/2018) συμπλέκονται, και εδώ, με εκείνες του Αστικού Κώδικα και δεν αφορούν, μόνον, τους εξ ημών νομικούς/δικηγόρους. Αναγκαίο να λαμβάνονται υπόψη, τόσο κατά τη σύσταση της επικαρπίας όσο και στο καταστατικό της ΑΕ, οι επιμέρους, συχνά καθοριστικής σημασίας και αξίας, «λεπτομέρειες». Αναγκαία επίσης η, εκ προοιμίου, οριοθέτησή τους…

     

    Ρύθμιση

    Η δυνατότητα σύστασης ενεχύρου και επικαρπίας επί μετοχών ρυθμίζεται, ρητά (και ενιαία), στο άρθρο 54 §1 ν. 4548/2018. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιστοιχεί ως προς το περιεχόμενό της στο άρθρο 30α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920. Εναρμονίζεται δε με τα άρθρα 1177 και 1245 ΑΚ (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

    Περαιτέρω, το άρθρο 54 ρυθμίζει τις δυνατότητες γύρω από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου σε περιπτώσεις επικαρπίας (§2). Επίσης, την αντίστοιχη άσκηση των λοιπών, μη περιουσιακών δικαιωμάτων (§3).

    Αναφορικά με τα περιουσιακά δικαιώματα, για τα οποία δεν γίνεται σχετική μνεία στην εν λόγω ρύθμιση: τούτα καθορίζονται από το δίκαιο της επικαρπίας (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

     

    Επικαρπία

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Η επικαρπία συνιστά, κατά το νόμο, «περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα». Παρέχει την εξουσία στον επικαρπωτή να χρησιμοποιεί και να καρπώνεται ξένη απαίτηση ή  κινητό πράγμα διατηρώντας ακέραιη της ουσία τους. Του παρέχει, επίσης, την εξουσία να απολαμβάνει τους πολιτικούς καρπούς του πράγματος. Όσον αφορά, ειδικότερα, τις μετοχές (που εδώ μας ενδιαφέρουν) ως πολιτικοί καρποί νοούνται το μέρισμα-δικαιούχος του οποίου είναι ο επικαρπωτής.

    Σύσταση

    Η επικαρπία συστήνεται, συνηθέστερα, με σύμβαση ή, σπανιότερα, με χρησικτησία (1143 ΑΚ). Κατά τη σύστασή της θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η πολυσήμαντη έννοια της. Η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνεται-εμπίπτει, επομένως, στην έννοια του πράγματος. Εγχαρτώνει, όμως-παράλληλα και το μετοχικό δικαίωμα˙ εμπίπτει, επομένως, και στην έννοια του δικαιώματος. Στη σύσταση επικαρπίας επί μετοχής εφαρμόζονται, κατ’ ακολουθίαν, οι γενικές διατάξεις του ΑΚ είτε περί επικαρπίας πράγματος είτε περί επικαρπίας δικαιώματος, ανάλογα της μετοχής επί της οποίας αυτή συστήνεται. Υπό την επιφύλαξη, αυτονοήτως, της μη ύπαρξης ειδικότερης διάταξης.

    Ειδικότερα, ο τρόπος σύστασης επικαρπίας επί μετοχών διαφοροποιείται ανάλογα με τις επιμέρους διακρίσεις τους (:ονομαστικές, άυλες και ανώνυμες -1074/2016 ΠολΠρωτΑΘ, 534/2014 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ως προς τις ονομαστικές μετοχές: Για τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 1178 ΑΚ επ. Ήτοι οι διατάξεις για την επικαρπία δικαιώματος και δη, απαίτησης. Για τη σύσταση επικαρπίας απαιτείται συμφωνία των μερών˙ παράδοση, επιπρόσθετα, του τίτλου στον επικαρπωτή. Απαιτείται, επιπλέον, όμως, καταχώριση της επικαρπίας στο βιβλίο μετόχων για τη «νομιμοποίηση» του επικαρπωτή και των σχετικών δικαιωμάτων του έναντι της ΑΕ.

    Ως προς τις άυλες μετοχές: Η σύσταση ενεχύρου επί άυλων μετοχών συνιστά σύσταση επικαρπίας επί δικαιώματος. Εφαρμόζονται ειδικές ρυθμίσεις-η περαιτέρω διερεύνηση των οποίων παρέλκει στο πλαίσιο του παρόντος.

    Ως προς τις ανώνυμες μετοχές: Δεδομένης της κατάργησης των ανωνύμων μετοχών (από 1.1.2020), η προκείμενη αναφορά έχει, ήδη, ιστορική, μόνον, αξία. Σε περίπτωση επικαρπίας επί ανώνυμων μετοχών εφαρμοζόταν οι διατάξεις για την επικαρπία πράγματος (:1176 ΑΚ). Συγκεκριμένα συμφωνία των μερών και παράδοση της νομής, χωρίς υποχρέωση τήρησης συγκεκριμένου τύπου.

    Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου Κατά Την Επικαρπία Μετοχών

    Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα σε περίπτωση επικαρπίας μετοχών συναρτάται με την άσκηση του δικαιώματος ψήφου. Ποιος είναι εκείνος που νομιμοποιείται να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ: ο επικαρπωτής ή ο  (ψιλός) κύριος των μετοχών;

    Σε περίπτωση επικαρπίας επί μετοχών, ο επικαρπωτής έχει δικαίωμα (εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά) να μετέχει στις ΓΣ (1177 ΑΚ) και να ψηφίζει σ’ αυτές.

    Είναι δυνατή, άραγε, αντίθετη συμφωνία;

    Κατά το νόμο για τις ΑΕ (άρ. 54 §2 εδ. α’): «Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι άλλο, σε περίπτωση επικαρπίας ..επί μετοχών, το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση ασκείται από τον …επικαρπτωτή» (άρ. 54§2 εδ. α’). Σημαντικό, πάντως, να σημειωθεί πως «το καταστατικό μπορεί να απαγορεύει αντίθετη συμφωνία» (εδ. β΄).

    Είναι, επομένως, ενδεχόμενο:

    (α) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον επικαρπωτή (:είτε επί έλλειψης, ειδικής, συμφωνίας ανάμεσα στον επικαρπωτή των μετοχών και τον (ψιλό) κύριο είτε επί ύπαρξης αντιστοίχου περιεχομένου συμφωνίας τους).

    Να σημειωθεί εδώ πως τούτη είναι και η ειδοποιός διαφορά της περίπτωσης του ενεχύρου με αυτή της επικαρπίας. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση της επικαρπίας το δικαίωμα ψήφου, ελλείψει αντίθετης συμφωνίας, δεν φέρει καταρχήν ο μέτοχος (όπως στο ενέχυρο) αλλά ο επικαρπωτής. Η ρύθμιση αυτή δικαιολογείται, αν λάβει κανείς υπόψη τον σκοπό της επικαρπίας. Ήτοι την άντληση οφέλους του επικαρπωτή από το ίδιο το μετοχικό δικαίωμα, στο οποίο συστήνεται η επικαρπία.

    Το δικαίωμα του επικαρπωτή για συμμετοχή και ψήφο στη ΓΣ εισάγει εξαίρεση από την αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής. Και τούτο, γιατί οδηγεί στη διάσπαση των περισσοτέρων δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

     (β) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον (ψιλό) κύριο: Προϋποτίθεται, όμως, σχετική συμφωνία του με τον επικαρπωτή των μετοχών καθώς επίσης και ανυπαρξία σχετικής καταστατικής απαγόρευσης [αν και πάντα είναι δυνατή η εξωεταιρική συμφωνία ψήφου μεταξύ επικαρπωτή και (ψιλού) κυρίου]. Η συγκεκριμένη, πάντως, συμφωνία μπορεί να λάβει χώρα είτε ταυτόχρονα με τη σύσταση της επικαρπίας είτε μεταγενέστερα. Δεν απαιτείται να υποβληθεί σε συγκεκριμένο τύπο ή δημοσιότητα. Ειδικά όμως επί ονομαστικών μετοχών, ο (ψιλός) κύριος νομιμοποιείται έναντι της ΑΕ, εφόσον η εν λόγω συμφωνία γνωστοποιηθεί σε αυτή και λάβει χώρα η αντίστοιχη εγγραφή στο βιβλίο μετόχων.

    Άσκηση Λοιπών Μη Περιουσιακών Δικαιωμάτων

    Από τη μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα περιουσιακά αλλά και μη περιουσιακά (:διοίκησης).

    Μεταξύ των δικαιωμάτων διοίκησης του μετόχου: εκείνα της συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ. Δικαιούται, στο πλαίσιο αυτών, να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας αποτελούν την ελάχιστη διασφάλισή του.

    Εκείνος που φέρει το δικαίωμα ψήφου (άρ. 54 §§2 & 3) -εν προκειμένω ο επικαρπωτής ή ο (ψιλός) κύριος- δικαιούται, αντίστοιχα, να ασκεί και τα μη περιουσιακά, μετοχικά δικαιώματα (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54, όπου απαριθμούνται ενδεικτικά: το δικαίωμα παράστασης στη ΓΣ, λήψης πληροφοριών και ακύρωσης απόφασης ΓΣ).

    Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου

    Ζήτημα γεννάται σχετικά με την επέκταση της επικαρπίας στις νέες μετοχές σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Η απάντηση στο ζήτημα ποικίλλει ανάλογα με  το είδος της εκάστοτε αύξησης:

    Επί ονομαστικής αύξησης, η επικαρπία επί των νέων μετοχών καταλαμβάνει αυτοδικαίως και τις νέες μετοχές. Οι τελευταίες, εξάλλου, χορηγούνται χωρίς αντάλλαγμα στους μετόχους: η εν λόγω αύξηση δεν συνιστά αύξηση της εταιρικής περιουσίας της ΑΕ αλλά λογιστική αναπροσαρμογή του υφιστάμενου μετοχικού της  κεφαλαίου.

    Επί πραγματικής αύξησης, λαμβάνει χώρα εισροή νέων περιουσιακών στοιχείων στην ΑΕ (σε αντίθεση με την ονομαστική όμοια). Συνυφασμένη με την πραγματική αύξηση είναι η άσκηση του δικαιώματος προτίμησης των μετόχων: ο (ψιλός) κύριος είναι εκείνος, μόνος αυτός, που δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης. Εφόσον, λοιπόν, ο (ψιλός) κύριος των μετοχών ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης, εκείνος είναι που αποκτά (και) τις νέες μετοχές˙ η επικαρπία όμως καταλαμβάνει και τις συγκεκριμένες, νέες, μετοχές. Είναι δυνατή, πάντως, η άσκηση του συγκεκριμένου δικαιώματος από τον επικαρπωτή-υπό την προϋπόθεση, όμως, αντίθετης συμφωνίας.

     

    Υποχρεώσεις & Ευθύνη Επικαρπωτή

    Δεν ασκείται χωρίς περιορισμούς το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ όταν φορέας του είναι ο επικαρπωτής. Οφείλει ο τελευταίος να μην το ασκεί καταχρηστικά. Να λαμβάνει υπόψη του, επίσης, τα εύλογα συμφέροντα του (ψιλού) κυρίου αλλά και το σκοπό σύστασης της επικαρπίας (281 & 288 ΑΚ).

    Σε περίπτωση παραβίασης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων του επικαρπωτή είναι δυνατό να θεμελιωθεί (ενδοσυμβατική ή/και αδικοπρακτική) ευθύνη σε βάρος του.

     

    Η σύσταση επικαρπίας επί μετοχών δεν παρέχει, μόνον, προνόμια στον επικαρπωτή. Συνιστά, δυνητικά, δραστική επέμβαση (με πολλαπλές/εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες) στη ζωή και ισορροπίες της ΑΕ αλλά και στην περιουσία του (ψιλού) κυρίου-μετόχου. Αναγκαίο, κατά τούτο, να λαμβάνονται οι αναγκαίες πρόνοιες τόσο στο πλαίσιο καταστατικών ρυθμίσεων όσο και κατά τη σύσταση της επικαρπίας. Οι συνέπειες, σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να είναι, δυνητικά, ιδιαίτερα προβληματικές.

    Προβληματικές, πάντως, είναι δυνατό να είναι οι συνέπειες και σε περίπτωση απώλειας ή κλοπής των τίτλων των μετοχών. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Οκτωβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ενέχυρο Επί Μετοχών

    Ενέχυρο Επί Μετοχών

    Η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν (μπορεί να) απασχολεί, μόνον, τα άμεσα εμπλεκόμενα πρόσωπα (:δανειστή, οφειλέτη, μέτοχο/ενεχυραστή) αλλά και, ιδίως, την ίδια την ΑΕ. Οι ρυθμίσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 54 ν. 4548/2018) συμπλέκονται με εκείνες του Αστικού Κώδικα και δεν αφορούν, μόνον, τους εξ ημών νομικούς/δικηγόρους. Η σχετική σύμβαση αλλά και το καταστατικό της ΑΕ οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους τις επιμέρους, συχνά καθοριστικής σημασίας και αξίας, «λεπτομέρειες» και, εκ προοιμίου, να τις οριοθετούν…

     

    Ρύθμιση

    Η δυνατότητα σύστασης ενεχύρου και επικαρπίας επί μετοχών ρυθμίζεται ρητά στο άρθρο 54 §1 ν. 4548/2018. Πρόκειται για ρύθμιση που αντιστοιχεί ως προς το περιεχόμενό της στο άρθρο 30α του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920. Εναρμονίζεται δε με τα άρθρα 1177 και 1245 ΑΚ (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

    Περαιτέρω, το άρθρο 54 ρυθμίζει τις δυνατότητες γύρω από την άσκηση του δικαιώματος ψήφου σε περιπτώσεις ενεχύρου (§2). Επίσης, την αντίστοιχη άσκηση των λοιπών, μη περιουσιακών δικαιωμάτων (§3).

    Αναφορικά με τα περιουσιακά δικαιώματα, για τα οποία δεν γίνεται σχετική μνεία στην εν λόγω ρύθμιση: τούτα καθορίζονται από το δίκαιο του ενεχύρου (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54).

     

    Ενέχυρο

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Το ενέχυρο συνιστά, κατά το νόμο, «περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα» σε αλλότριο δικαίωμα ή ξένο κινητό πράγμα για την εξασφάλιση απαίτησης. Η συγκεκριμένη εξασφάλιση επιτυγχάνεται μέσω της προνομιακής ικανοποίησης του δανειστή όταν λαμβάνει χώρα η ρευστοποίηση (συνήθως μέσω πλειστηριασμού) του αντικειμένου της ασφάλειας (:κινητό ή δικαίωμα).

    Το αντικείμενο επί του οποίου συστήνεται το ενέχυρο πρέπει να είναι ξένο-ιδίως όμως δεκτικό διάθεσης από τον κύριό του˙ δεν είναι δυνατό, επομένως, να ενεχυράσουμε ένα αρχαιολογικό αντικείμενο ούτε και μια μετοχή της οποίας απαγορεύεται η μεταβίβαση. Πρέπει, επίσης, να είναι και ατομικά ορισμένο˙ δεν είναι δυνατό, επομένως, να συσταθεί ενέχυρο επί ομάδας πραγμάτων (λ.χ. επί μετοχών-αορίστως/ως σύνολο).

    Το κύρος του ενεχύρου εξαρτάται από το κύρος της ασφαλιζόμενης απαίτησης. Η τελευταία απαιτείται να είναι χρηματική ή αποτιμητή σε χρήμα. Επίσης, ορισμένη ή τουλάχιστον, οριστή. Είναι δυνατόν, τέλος, άλλος να είναι ο οφειλέτης της εξασφαλιζόμενης απαίτησης και άλλος εκείνος που παραχωρεί το ενέχυρο.

    Σύσταση

    Προϋπόθεση για τη σύσταση του ενεχύρου αποτελεί (άρ. 1211 ΑΚ): (α) Η κυριότητα του ενεχυραστή (:εκείνου που παρέχει το ενέχυρο) επί του αντικειμένου ή δικαιώματος στο οποίο συστήνεται το ενέχυρο. (β) Η συμφωνία μεταξύ ενεχυραστή και δανειστή για τη σύσταση του ενεχύρου. (γ) Τήρηση του απαραίτητου συστατικού τύπου (:συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό βέβαιης χρονολογίας). (δ) Η παράδοση του πράγματος από τον κύριο/ενεχυραστή στον δανειστή (ή τρίτο-άρ. 1212 ΑΚ).

    Όσον αφορά, ειδικότερα, τη σύσταση ενεχύρου επί μετοχής, πρέπει να ληφθεί υπόψη η πολυσήμαντη έννοια της. Η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο στον οποίο ενσωματώνεται-εμπίπτει, επομένως, στην έννοια του πράγματος. Εγχαρτώνει, όμως-παράλληλα και το μετοχικό δικαίωμα˙ εμπίπτει, επομένως, και στην έννοια του δικαιώματος. Στη σύσταση ενεχύρου επί μετοχής εφαρμόζονται, κατ’ ακολουθίαν, οι γενικές διατάξεις του ΑΚ αφενός περί ενεχύρου πράγματος αφετέρου περί ενεχύρου δικαιώματος. Υπό την επιφύλαξη, αυτονοήτως, της μη ύπαρξης ειδικότερης διάταξης.

    Ο τρόπος σύστασης  ενεχύρου επί μετοχών διαφοροποείται ανάλογα με τις επιμέρους διακρίσεις τους (:ονομαστικές, άυλες και ανώνυμες).

    Ως προς τις ονομαστικές μετοχές: Για τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις για το ενέχυρο επί δικαιώματος αλλά και για το ενέχυρο πράγματος. Για τη σύσταση ενεχύρου απαιτείται έγγραφη συμφωνία των μερών (με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή ιδιωτικό βέβαιης χρονολογίας)˙ παράδοση, επιπρόσθετα, του τίτλου στον ενεχυρούχο δανειστή (ή τρίτο). Απαιτείται, τέλος, καταχώριση του ενεχύρου στο βιβλίο μετόχων για τη «νομιμοποίηση» του ενεχύρου και των σχετικών δικαιωμάτων έναντι της ΑΕ.

    Ως προς τις άυλες μετοχές: Η σύσταση ενεχύρου επί άυλων μετοχών συνιστά σύσταση ενεχύρου επί δικαιώματος. Εφαρμόζονται ειδικές ρυθμίσεις-η περαιτέρω διερεύνηση των οποίων παρέλκει στο πλαίσιο του παρόντος.

    Ως προς τις ανώνυμες μετοχές: Δεδομένης της κατάργησης των ανωνύμων μετοχών (από 1.1.2020), η προκείμενη αναφορά έχει, ήδη, ιστορική, μόνον, αξία. Σε περίπτωση ενεχύρασης ανώνυμων μετοχών εφαρμοζόταν οι διατάξεις για το ενέχυρο κινητών (:άρ. 1244, εδ. α΄ ΑΚ).

     

    Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου Κατά Την Ενεχύραση Μετοχών

    Ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα σε περίπτωση ενεχύρασης μετοχών συναρτάται με την άσκηση του δικαιώματος ψήφου. Ποιος είναι εκείνος που νομιμοποιείται να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ: ο ενεχυρούχος δανειστής ή ο ενεχυραστής/κύριος των μετοχών;

    Σε περίπτωση ενεχύρου επί μετοχών, ο ενεχυραστής έχει δικαίωμα κατά τη διάρκεια του ενεχύρου (εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά) να μετέχει στις ΓΣ (1247 ΑΚ) και να ψηφίζει σ’ αυτές.

    Είναι δυνατή, άραγε, αντίθετη συμφωνία;

    Κατά το νόμο για τις ΑΕ (άρ. 54 §2 εδ. α’): «Αν δεν έχει συμφωνηθεί κάτι άλλο, σε περίπτωση…ενεχύρου επί μετοχών, το δικαίωμα ψήφου στη γενική συνέλευση ασκείται από…τον ενεχυραστή» (άρ. 54§2 εδ. α’). Σημαντικό, πάντως, να σημειωθεί πως «το καταστατικό μπορεί να απαγορεύει αντίθετη συμφωνία» (εδ. β΄).

    Είναι, επομένως, ενδεχόμενο:

    (α) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών (:είτε επί έλλειψης, ειδικής, συμφωνίας ανάμεσα στον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών και τον ενεχυρούχο δανειστή είτε επί ύπαρξης αντιστοίχου περιεχομένου συμφωνίας τους).

    (β) Το δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ να ανήκει στον ενεχυρούχο δανειστή: Προϋποτίθεται, όμως, σχετική συμφωνία του με τον ενεχυραστή/κύριο των μετοχών καθώς επίσης και ανυπαρξία σχετικής καταστατικής απαγόρευσης (αν και πάντα είναι δυνατή η εξωεταιρική συμφωνία ψήφου μεταξύ ενεχυρούχου δανειστή και εναχυραστή/κυρίου του ενεχύρου). Η συγκεκριμένη, πάντως, συμφωνία μπορεί να λάβει χώρα είτε ταυτόχρονα με τη σύναψη της ενεχυρικής σύμβασης είτε μεταγενέστερα.  Δεν απαιτείται να υποβληθεί σε συγκεκριμένο τύπο ή δημοσιότητα. Ειδικά όμως επί ονομαστικών μετοχών, ο ενεχυρούχος δανειστής νομιμοποιείται έναντι της ΑΕ, εφόσον η εν λόγω συμφωνία γνωστοποιηθεί σε αυτή και λάβει χώρα η αντίστοιχη εγγραφή στο βιβλίο μετόχων.

    Η συμφωνία, πάντως, που καταλήγει σε αναγνώριση δικαιώματος στον ενεχυρούχο δανειστή για συμμετοχή και ψήφο στη ΓΣ εισάγει εξαίρεση από την αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής. Και τούτο, γιατί οδηγεί στη διάσπαση των περισσοτέρων δικαιωμάτων που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

     

    Άσκηση Λοιπών Μη Περιουσιακών Δικαιωμάτων

    Από τη μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα περιουσιακά αλλά και μη περιουσιακά (:διοίκησης).

    Μεταξύ των δικαιωμάτων διοίκησης του μετόχου: εκείνα της συμμετοχής και ψήφου στη ΓΣ. Δικαιούται, στο πλαίσιο αυτών, να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας αποτελούν την ελάχιστη διασφάλισή του.

    Εκείνος που φέρει το δικαίωμα ψήφου (άρ. 54 §§2 & 3) -εν προκειμένω ο ενεχυρούχος δανειστής ή ο ενεχυραστής- δικαιούται, αντίστοιχα, να ασκεί και τα μη περιουσιακά, μετοχικά δικαιώματα (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 54, όπου απαριθμούνται ενδεικτικά: το δικαίωμα παράστασης στη ΓΣ, λήψης πληροφοριών και ακύρωσης απόφασης ΓΣ).

     

    Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου

    Ζήτημα γεννάται σχετικά με την επέκταση του ενεχύρου στις νέες μετοχές σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Η απάντηση στο ζήτημα αυτό δίνεται, από τη θεωρία και τη νομολογία (βλ. ενδ. 1188/2012 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ανάλογα με  το είδος της εκάστοτε αύξησης:

    Επί ονομαστικής αύξησης, το ενέχυρο επί των μετοχών καταλαμβάνει αυτοδικαίως και τις νέες μετοχές. Οι τελευταίες, εξάλλου, χορηγούνται χωρίς αντάλλαγμα στους μετόχους: η εν λόγω αύξηση δεν συνιστά αύξηση της εταιρικής περιουσίας της ΑΕ αλλά λογιστική αναπροσαρμογή του υφιστάμενου μετοχικού της  κεφαλαίου.

    Επί πραγματικής αύξησης, λαμβάνει χώρα εισροή νέων περιουσιακών στοιχείων στην ΑΕ (σε αντίθεση με την ονομαστική όμοια). Συνυφασμένη με την πραγματική αύξηση είναι η άσκηση του δικαιώματος προτίμησης των μετόχων: ο ενεχυράσας μέτοχος είναι εκείνος, μόνος αυτός, που δικαιούται να ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης. Εφόσον, λοιπόν, ο ενεχυράσας μέτοχος ασκήσει το δικαίωμα προτίμησης, το ενέχυρο επεκτείνεται και καταλαμβάνει (και) τις νέες μετοχές. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση συνιστά η σχετική συμφωνία στο πλαίσιο της σύμβασης ενεχύρου.

    Το ενέχυρο στις μετοχές που εκδίδονται κατόπιν πραγματικής ή λογιστικής αύξησης αποκτάται από το χρονικό σημείο της παράδοσης στον δανειστή των νέων μετοχών (:ανάλογη εφαρμογή άρ. 1252, εδ. β` ΑΚ).

     

    Υποχρεώσεις & Ευθύνη Ενεχυρούχου Δανειστή

    Δεν ασκείται χωρίς περιορισμούς το δικαίωμα ψήφου στη ΓΣ όταν φορέας του είναι ο ενεχυρούχος δανειστής. Οφείλει ο τελευταίος να μην το ασκεί καταχρηστικά. Να λαμβάνει υπόψη του, επίσης, τα εύλογα συμφέροντα του ενεχυραστή και του ψιλού κυρίου αλλά και το σκοπό σύστασης του ενεχύρου (281 & 288 ΑΚ).

    Σε περίπτωση παραβίασης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων του ενεχυρούχου δανειστή είναι δυνατό να θεμελιωθεί (ενδοσυμβατική ή/και αδικοπρακτική) ευθύνη σε βάρος του.

     

    Η σύσταση ενεχύρου επί μετοχών δεν αποτελεί σημαντική, μόνον, εξασφάλιση του ενεχυρούχου δανειστή. Συνιστά, δυνητικά, δραστική επέμβαση (με πολλαπλές/εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες) στη ζωή και ισορροπίες της ΑΕ αλλά και στην περιουσία του ενεχυράσαντος μετόχου. Αναγκαίο, κατά τούτο, να λαμβάνονται οι αναγκαίες πρόνοιες τόσο στο πλαίσιο καταστατικών ρυθμίσεων όσο και κατά την οριοθέτηση και σύνταξη της σύμβασης ενεχύρου.

    Οι συνέπειες, σε διαφορετική περίπτωση, μπορεί να είναι, δυνητικά, καταστροφικές. Αντίστοιχα, βέβαια, και στην περίπτωση της σύστασης επικαρπίας επί μετοχών. Περί αυτής όμως σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 2 Οκτωβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κοινωνία (:Συγκυριότητα) Επί Μετοχών Της ΑΕ

    Κοινωνία (:Συγκυριότητα) Επί Μετοχών Της ΑΕ

    Μας έχει, ήδη, απασχολήσει, στο πλαίσιο προγενέστερης αρθρογραφίας μας, η μετοχή και η σημασία της. Επίσης σειρά, επιμέρους-συναφών με αυτή, ζητημάτων. Μας απασχόλησε, επίσης, η αρχή του αδιαιρέτου της μετοχής (:«…οι μετοχές είναι αδιαίρετες»). Είναι στο πλαίσιο αυτής δυνατή, άραγε, η κοινωνία (:συγκυριότητα) επί μετοχών; Και, σε καταφατική περίπτωση, αναφύονται κάποια ζητήματα; Περί των (φαινομενικά, μόνον, απλών) ερωτημάτων αυτών, το παρόν.

     

    Ρύθμιση

    Το ζήτημα της κοινωνίας επί μετοχών ρυθμίζεται, για πρώτη φορά, στο νόμο για τις ΑΕ (άρ. 53 ν. 4548/2018). Σχετική ρυθμιστική διάταξη δεν υπήρχε στον προϊσχύσαντα α.ν. 2190/1920. Η νέα διάταξη, ρυθμίζει το σχετικό ζήτημα, όπως περίπου είχε, ήδη, διαμορφωθεί στην πράξη (βλ. Αιτ. Έκθεση επί του άρ. 53 ν. 4548/2018). Πρόκειται για διάταξη αναγκαστικού δικαίου. Η εφαρμογή της, επομένως, δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί μέσω (αντίθετης) καταστατικής πρόβλεψης ή, πολύ περισσότερο, συμφωνίας.

     

    Σκοπός

    Η εν λόγω ρύθμιση αποσκοπεί στη νομοθετική κατοχύρωση της εισαγωγικά αναφερόμενης αρχής του αδιαιρέτου της μετοχής (άρ. 53 § 1). Προβλέπει όμως, ρητά, και ρυθμίζει το επιτρεπτό της κοινωνίας επί των μετοχών της ΑΕ, κάμπτοντας οποιαδήποτε, ενδεχόμενη, αμφιβολία (άρ. 53 §2). Ρυθμίζει, περαιτέρω, τις σχέσεις των περισσότερων δικαιούχων των μετοχών μεταξύ τους αλλά και με την ίδια την ΑΕ. Διευκολύνει και προστατεύει, κατ’ ακολουθίαν, και εκείνους και εκείνη.

     

    Η Αρχή Του Αδιαιρέτου Της Μετοχής

    Περιεχόμενο

    Μας απασχόλησε, ήδη, η αρχή του αδιαιρέτου των τίτλων (άρ. 33 §4)-ειδικότερη έκφανση της οποίας αφορά η αντίστοιχη αρχή για τις μετοχές (άρ. 53 §1). Το διττό περιεχόμενο της τελευταίας αναλύεται:

    (α) Στην απαγόρευση διάσπασης, μεταξύ περισσοτέρων, των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη μετοχή (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 53).

    Τα δικαιώματα που απορρέουν από τη μετοχή (είδαμε ήδη πως) διακρίνονται σε: (i) διοικητικά (:λ.χ. δικαίωμα ψήφου, παράστασης στη ΓΣ) και (ii) περιουσιακά (:λ.χ. δικαίωμα συμμετοχής στα κέρδη και στο προϊόν της εκκαθάρισης). Δεν είναι όμως δυνατή, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αρχής, η διάσπαση ούτε και η μεταβίβασή τους σε διακριτά πρόσωπα. Δυνατή είναι, μόνον, η (ενιαία και συνολική)  μεταβίβαση της μετοχικής σχέσης.

    (β) Στην απαγόρευση διαίρεσης σε µικρότερες «υπό-µετοχές» (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 53).

    Ένα πρόσωπο αποκτά την ιδιότητα του μετόχου αυτοτελώς για κάθε μετοχή που περιέρχεται στην κυριότητά του. Η απόκτηση μίας μετοχής, αντίστοιχα, από περισσότερα πρόσωπα (λ.χ. λόγω κληρονομικής διαδοχής) συνεπάγεται τη διατήρηση του αδιαιρέτου της. Τούτο σημαίνει ότι η μετοχή αυτή δεν διασπάται σε (περισσότερες) υπό-μετοχές αντίστοιχες με τον αριθμό των περισσότερων δικαιούχων. Ιδρύεται, όμως, μεταξύ τους σχέση κοινωνίας.

    Να αποσαφηνιστεί, εδώ, πως είναι διαφορετικό θέμα η καταστατική (και πάντα εφικτή) διαίρεση (:split) των μετοχών σε περισσότερες˙ υπό την προϋπόθεση, βέβαια, πως δεν θίγεται η προβλεπόμενη νομοθετικά κατώτατη ονομαστική αξία της μετοχής (:0,04€ -άρ. 35 §1).

    Εξαιρέσεις

    Κάμψη της αρχής του αδιαιρέτου εισάγει η σύσταση επικαρπίας και ενεχύρου επί μετοχής (άρ. 54). Τόσο ο επικαρπωτής (άρ. 1177 ΑΚ) όσο και ο ενεχυραστής (άρ. 1245 ΑΚ) δικαιούνται, καταρχήν να μετέχουν στις ΓΣ των μετόχων-υπό την επιφύλαξη όμως διαφορετικής συμφωνίας ή καταστατικής πρόβλεψης.

    Επιτρεπτή, κατ’ εξαίρεση, και (όπως έχουμε, ήδη, επισημάνει) η δυνατότητα χωριστής, ελεύθερης μεταβίβασης περιουσιακών, μόνον, δικαιωμάτων, που απορρέουν από τον εκδιδόμενο από την ΑΕ τίτλο (άρ. 53§1 & 33 §5 ν. 4548/2018 και 455 ΑΚ): της αξίωσης καταβολής, λ.χ., τυχόν μερίσματος. Αντίστοιχα: το δικαίωμα προτίμησης, το δικαίωμα στο προϊόν μείωσης ή απόσβεσης του κεφαλαίου και το δικαίωμα στο προϊόν εκκαθάρισης (βλ. Αιτ. Έκθεση ν. 4587/2018 επί του άρ. 33§5).

    Οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις, ωστόσο, είναι δυνατό να αποκλεισθούν, με αποτέλεσμα την επιστροφή στον κανόνα του αδιαιρέτου. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι οι εν λόγω εξαιρέσεις τελούν υπό την διαφορετική πρόβλεψη του καταστατικού ή των όρων έκδοσης των οικείων τίτλων (άρθρο 33 §5 in fine).

     

    Κοινωνία Επί Μετοχής

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Κοινωνία επί μετοχής υφίσταται σε περίπτωση που η μετοχή ανήκει ή περιέλθει σε περισσότερους δικαιούχους (:φυσικά ή νομικά πρόσωπα). Συστήνεται με δικαιοπραξία (:λ.χ. απόκτηση μετοχής/μετοχών από περισσότερους συγκυρίους-από κοινού) ή δημιουργείται από το νόμο (:λ.χ. κληρονομική διαδοχή).

    Το είδος της μετοχής και ο χρόνος σύστασης της κοινωνίας δεν έχει οποιαδήποτε σημασία. Να σημειωθεί όμως πως η εν λόγω  ρύθμιση αποκτά, πρακτικά, αξία, με την εγγραφή των περισσοτέρων δικαιούχων/κυρίων στο βιβλίο μετόχων.

    Προϋπόθεση, λοιπόν, για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης είναι η ύπαρξη πλήρους εμπράγματου δικαιώματος (:κυριότητας) επί της μετοχής. Δεν δημιουργείται, επομένως, κοινωνία σε περίπτωση συνύπαρξης επί της ίδιας μετοχής κάποιου περιορισμένου εμπράγματου δικαιώματος άλλου προσώπου (:λ.χ. ενεχύρου ή επικαρπίας). Ούτε και σε περίπτωση ύπαρξης περισσοτέρων οικονομικών δικαιούχων επί της ίδιας μετοχής στο πλαίσιο κάποιας ενοχικής σχέσης (:λ.χ. αφανούς εταιρείας).

    Εφόσον υφίσταται κοινωνία επί μετοχών, αυτές χαρακτηρίζονται ως «κοινές». Οι κοινές μετοχές, ως αποτέλεσμα σύστασης κοινωνίας, θα μας απασχολήσουν (και) κατωτέρω. Ο συγεκριμένος, όμως, όρος δεν πρέπει να συγχέεται με την κατηγορία των κοινών μετοχών-εκείνων, δηλ., που εκδίδονται χωρίς να φέρουν ειδικότερα, εκ του νόμου, χαρακτηριστικά (:όπως, λ.χ., οι προνομιούχες ή οι εξαγοράσιμες).

    Διοίκηση Κοινών Μετοχών

    Η δημιουργία της κοινωνίας μεταξύ των περισσότερων δικαιούχων επί της κοινής ή των κοινών μετοχών συνεπάγεται την ευθεία εφαρμογή των διατάξεων για την κοινωνία δικαιώματος (785 επ. ΑΚ).

    Ως κανόνας, κατά την ορθότερη άποψη, ισχύει η συλλογική (και από κοινού) διοίκηση από το σύνολο των κοινωνών (788 §1 ΑΚ). Η  συναίνεση των κοινωνών απαιτείται για τη διενέργεια σοβαρών πράξεων διοίκησης (792 §1 ΑΚ).

    Αντιθέτως, αρκεί η απλή πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης σχετικά με τον τρόπο τακτικής διαχείρισης ή εκμετάλλευσης των κοινών μετοχών. Επίσης, για τη διενέργεια άλλων πράξεων τρέχουσας διοίκησης (789 ΑΚ).

    Επί αδυναμίας λήψης απόφασης από τους κοινωνούς ή την πλειοψηφία τους ως προς τον τρόπο διοίκησης των κοινών μετοχών, την σχετική απόφαση είναι δυνατό να λάβει το δικαστήριο-εφόσον προστρέξει σ’ αυτό κάποιος από τους κοινωνούς. Για τη σχετική αγωγή, καθ’ ύλην αρμόδιο δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, (δεδομένου του μη αποτιμητού σε χρήμα αντικειμένου της δίκης) που δικάζει κατά την τακτική διαδικασία.

    Το δικαστήριο, εφόσον παρίσταται ανάγκη, διορίζει διαχειριστή των κοινών μετοχών (:ΑΚ 790), του οποίου την εξουσία προσδιορίζει. Ο διαχειριστής δύναται να είναι είτε κοινωνός είτε τρίτος˙ ενεργεί ως εντολοδόχος των κοινωνών.

    Για τον διορισμό του πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της εκάστοτε κοινωνίας (συσχετισμός δυνάμεων, το συμφέρον του συνόλου των κοινωνών, τυχόν ειδικότερα προνόμια μετόχων) και σαφώς, το εταιρικό συμφέρον.

    Σε κάθε περίπτωση, δυνατή είναι και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, κατόπιν σχετικής αίτησης στο Μονομελές Πρωτοδικείο για τον προσωρινό διορισμό διαχειριστή (682 επ. ΚΠολΔ).

    Υπόδειξη Κοινού Εκπροσώπου

    Σε περίπτωση ύπαρξης κοινωνίας επί μετοχών, οι περισσότεροι δικαιούχοι υποχρεούνται να υποδείξουν προς την ΑΕ κοινό εκπρόσωπό τους (άρ. 53 § 2 εδ. α΄).

    Ως εκπρόσωπος υποδεικνύεται/διορίζεται ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα (από τους κοινωνούς ή τρίτος). Η ελεύθερη, ωστόσο, υπόδειξη εκπροσώπου περιορίζεται σε περίπτωση που τούτο προβλέπεται από το νόμο ή, ενδεχομένως, από σύμβαση.

    Η υπόδειξη συνιστά πολυπρόσωπη, μονομερή απευθυντέα δήλωση της κοινωνίας των μετόχων προς την ΑΕ. Είναι δυνατό να είναι χρονικά περιορισμένη˙ ανακαλείται ελεύθερα. Ενδείκνυται, περαιτέρω, τόσο η υπόδειξη, όσο και τυχόν μεταβολή της (λ.χ. παραίτηση κοινού εκπροσώπου)  να εγγράφονται στο βιβλίο μετόχων για λόγους ασφάλειας δικαίου.

    Ύστερα από την υπόδειξη κοινού εκπροσώπου και τη δήλωση αυτής στην ΑΕ, ο κοινός εκπρόσωπος φέρει την εξουσία εκπροσώπησης των κοινωνών (άρ. 211 επ. ΑΚ).

    Τυχόν παράλειψη υπόδειξης κοινού εκπροσώπου επιφέρει την αναστολή των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις κοινές μετοχές. Δηλώσεις που έχουν σχέση με την μετοχική ιδιότητα των κοινωνών είναι δυνατό να γίνουν, έγκυρα, προς οποιονδήποτε από αυτούς (άρ. 53 §2, εδ. β΄).

    Σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας για υπόδειξη κοινού εκπροσώπου από τους κοινωνούς, οι τελευταίοι είναι δυνατό να αιτηθούν από το Δικαστήριο τον διορισμό διαχειριστή-κατ’ άρθρο 790 ΑΚ (άρ. 53 §2, εδ. γ΄).

    Δηλώσεις Βούλησης Προς Τους Μετόχους

    Δηλώσεις που σχετίζονται με τις κοινές μετοχές (που δεν αφορούν, όμως, μεμονωμένα συγκοινωνό), είναι δυνατό να διενεργούνται, έγκυρα, από την ΑΕ στον κοινό εκπρόσωπο των κοινωνών. Μέχρι όμως να ορίσουν τέτοιο οποιαδήποτε σχετική δήλωση της ΑΕ απευθύνεται προς οποιοδήποτε κοινωνό (άρ. 53 § 2, εδ. β΄).

    Διανομή Των Κοινών Μετοχών

    Κάθε κοινωνός διατηρεί το δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε τη λύση της κοινωνίας (795 ΑΚ). Σε περίπτωση συγκυριότητας επί περισσοτέρων μετοχών, είναι δυνατή η διενέργεια αυτούσιας διανομής τους, κατόπιν σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου (480 § 2 ΚΠολΔ). Σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι είναι εφικτή η κατανομή  τους σε μέρη ανάλογα προς τις μερίδες των κοινωνών. Εφόσον, δηλαδή, δεν μειώνεται η αξία τους (λ.χ. με τη δημιουργία ισχυρής πλειοψηφίας και αντίστοιχα, ασήμαντων μειοψηφιών). Δεν θα μπορούσε, πάντως, να αποκλειστεί και η δια πλειστηριασμού εκποίηση (δυνάμει της εκδοθησόμενης δικαστικής απόφασης) κοινών μετοχών: στην περίπτωση, λ.χ., όπου προέκυπτε συγκυριότητα μιας και μόνης, κρίσιμης για τον σχηματισμό πλειοψηφίας, μετοχής.

     

     

    Η κοινωνία/συγκυριότητα επί μετοχών ΑΕ δεν είναι κάτι ασύνηθες. Η περίπτωση της κληρονομικής διαδοχής φαίνεται πως είναι η συνηθέστερη για τη δημιουργία της. Μολονότι η εν λόγω κοινωνία/συγκυριότητα μοιάζει, όπως εισαγωγικά αναφέρθηκε, απλή αποδεικνύεται, εντούτοις, αρκούντως σύνθετη: οι επιμέρους παράμετροι και πτυχές της είναι δυνατό να είναι (θετικά ή αρνητικά) καθοριστικές, σε κάποιες περιπτώσεις, για τα συμφέροντα των μετόχων-βεβαίως και της ΑΕ. Τι συμβαίνει, όμως, όταν τα πράγματα γίνονται περισσότερο σύνθετα-όπως στις περιπτώσεις της επικαρπίας και ενεχύρασης των μετοχών; Περί αυτών: επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Σεπτεμβρίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.