Συντάκτης: skoumentakis

  • Υποχρέωση Νομιμότητας Μελών ΔΣ

    Υποχρέωση Νομιμότητας Μελών ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με τις εξουσίες του ΔΣ. Τα μέλη του όμως καθώς και τα υποκατάστατα όργανα (άρ. 87-συνολικά: «τα μέλη του ΔΣ») δεν είναι δυνατό να τις ασκούν εκτός συγκεκριμένων ορίων. Η σχετική συζήτηση μοιάζει απολύτως τεχνοκρατική, θεωρητική και, εν τέλει, βαρετή˙ έχει όμως ένα απολύτως απτό, όσο και σημαντικό αποτέλεσμα: ενδεχόμενη ευθύνη των μελών του ΔΣ από την υπέρβαση των εν λόγω ορίων, θα ενεργοποιήσει τις σχετικές διατάξεις και τη δυνατότητα καταλογισμού στους παραβάτες. Περί της υποχρέωσης, ιδίως, τήρησης νομιμότητας από μέρους τους, το παρόν.

     

    Υποχρεώσεις Μελών ΔΣ

    Κύριες υποχρεώσεις των μελών ΔΣ συνιστούν: (α) η υποχρέωση επιμέλειας (άρ. 96) και (β) η υποχρέωση πίστης (άρ. 97).

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, νομοθετικό έρεισμα υφίστατο, μόνον, για την πρώτη εξ αυτών (:υποχρέωση επιμέλειας). Αντίθετα, η υποχρέωση πίστης αναγνωριζόταν στη θεωρία και νομολογία. Ο νόμος για τις ΑΕ προβαίνει σε πληρέστερη ρύθμιση των δύο, συγκεκριμένων, πυλώνων ευθύνης.

     

    Υποχρέωση Επιμέλειας

    Περιεχόμενο

    Τα μέλη του ΔΣ  οφείλουν  κατά την άσκηση των καθηκόντων τους να τηρούν τον νόμο, το καταστατικό και τις νόμιμες αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 96§1). Οφείλουν, επίσης, να διαχειρίζονται τις εταιρικές υποθέσεις με σκοπό την προαγωγή του εταιρικού συμφέροντος, να εποπτεύουν την εκτέλεση των αποφάσεών του ΔΣ και της ΓΣ και να ενημερώνουν τα άλλα μέλη του ΔΣ για τις εταιρικές υποθέσεις.

    Αποτυπώνονται, έτσι, στο νόμο «τα γενικώς ισχύοντα σε ό,τι αφορά την υποχρέωση επιμελούς άσκησης των καθηκόντων των μελών του ΔΣ» (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018  επί του άρ. 96). Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, μεταξύ άλλων, να καταβάλουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, την επιμέλεια του συνετού επιχειρηματία, ο οποίος δραστηριοποιείται σε παρόμοιες συνθήκες (άρ. 102 §2). Υπέχουν, σε διαφορετική περίπτωση, ευθύνη έναντι της εταιρίας (παρά τις όποιες εξαιρέσεις-ενδ.: ο κανόνας της επιχειρηματικής κρίσης).

    Υποκατηγορίες

    Το περιεχόμενο του καθήκοντος επιμέλειας των μελών ΔΣ αναλύεται σε τρεις υποκατηγορίες:

    (α) στην υποχρέωση τήρησης της νομιμότητας (άρ. 96 §1 εδ. α΄)

    (β) στην υποχρέωση επιμέλειας εν στενή εννοία, η οποία αφορά στα διαχειριστικά καθήκοντα τους σύμφωνα με το μέτρο επιμέλειας του νόμου (άρ. 96 §1 εδ. β΄ & 102§2) και

    (γ) στην υποχρέωση άσκησης εποπτείας και ελέγχου της οργάνωσης και λειτουργίας της ΑΕ (άρ. 96 §1 περ. β’).

    Στο παρόν θα μας απασχολήσει, ειδικότερα-κατά τα εισαγωγικώς αναφερόμενα, η υποχρέωση νομιμότητας. Συγκεκριμένα:

     

    Υποχρέωση Νομιμότητας

    Έννοια – Περιεχόμενο

    Η υποχρέωση τήρησης της νομιμότητας από τα μέλη του ΔΣ (διαφορετικά: υποχρέωση διασφάλισης της νόμιμης λειτουργίας της εταιρείας), εδράζεται, όπως ήδη επισημάνθηκε, στον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 96 §1, εδ. α΄ και, συμπληρωματικά ως προς τις εισηγμένες,  άρ. 4 §2, περ. ε΄ ν. 4706/2020). Πρόκειται για βασική και απολύτως αυτονόητη υποχρέωση που υποχρεώνει τα μέλη του ΔΣ (βλ. σχετ., Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018  επί του άρ. 96) σε:

    (α) Τήρηση νόμου: Τα μέλη του ΔΣ υποχρεούνται, αυτονοήτως, να τηρούν τη νομοθεσία. Στο πλαίσιο αυτό, επιβεβλημένη είναι η συμμόρφωσή τους προς τις σχετικές διατάξεις του νόμου για τις ΑΕ (:εσωτερικές υποχρεώσεις). Μεταξύ αυτών και η υποχρέωση τους να απέχουν από τη λήψη αποφάσεων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες που (ακόμα και κατ’ έθιμο) ανήκουν στην εξουσία της ΓΣ της εταιρείας. Τυχόν παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη τους έναντι της ΑΕ.

    Υποχρεώσεις, πάντως, των μελών του ΔΣ συναντούμε και σε άλλες, εκτός του νόμου των ΑΕ, διατάξεις. Πρόκειται για νομοθετικές υποχρεώσεις της ίδιας της ΑΕ (ενδ.: υποχρεώσεις τήρησης κανόνων δικαίου ανταγωνισμού, δικαίου περιβάλλοντος, κεφαλαιαγοράς, προσωπικών δεδομένων, αστικού, φορολογικού, πτωχευτικού δικαίου, εργατικής και κοινωνικοσασφαλιστικής νομοθεσίας κ.λπ.). Η αναγκαιότητα ευθυγράμμισης των μελών του ΔΣ με τις εν λόγω υποχρεώσεις μοιάζει αυταπόδεικτη. Ενδεχόμενη παρανομία στο πρόσωπο της ΑΕ (παράβαση λ.χ. των φορολογικών της υποχρεώσεων, διαπίστωση της παράβασης από τη φορολογική αρχή και επιβολή προστίμων) θα συναρτάται, κατά κανόνα, με παράβαση των υποχρεώσεων των μελών του ΔΣ. Θα ενεργοποιεί, ενδεχομένως, δική τους (:εσωτερική) ευθύνη.

    Η απαγόρευση παρέκκλισης από την αρχή της νομιμότητας συνεχίζει να υφίσταται ακόμα κι αν η παρέκκλιση καταλήγει σε επωφελές για την ΑΕ αποτέλεσμα (λ.χ. η, κατόπιν δωροδοκιών, σύναψη συμβάσεων).

    Τα μέλη του ΔΣ θα πρέπει να τηρούν (και συμμορφώνονται με) τα συναλλακτικά ήθη. Ενδεχόμενη απόκλιση είναι δυνατό να αμαυρώσει την εικόνα και το κύρος της ΑΕ. Σχετική υποχρέωση, εκ του νόμου, δεν υφίσταται λόγω της ανυπαρξίας συναφών-ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων (πέραν των γενικών ρητρών: 178, 179 και 288 ΑΚ).

    (β) Τήρηση καταστατικού: Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, επιπλέον, να τηρούν το καταστατικό της. Οφείλουν, στο πλαίσιο αυτό, να κινούνται εντός των ορίων της εκπλήρωσης του εταιρικού σκοπού (άρ. 86). Υποχρεούνται, επομένως, να ενεργούν πράξεις που καλύπτονται από αυτόν ή προάγουν την εκπλήρωσή του. Υποχρεούνται, επίσης, να συμμορφώνονται με λοιπές αξιώσεις του καταστατικού όπως, λ.χ., όταν απαιτείται συγκατάθεση της ΓΣ για τη σύναψη σύμβασης από το ΔΣ.

    (γ) Τήρηση αποφάσεων ΓΣ: Τα μέλη του ΔΣ οφείλουν, τέλος, να τηρούν τις (νόμιμες) αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων της ΑΕ. Όσον αφορά, ειδικότερα, τη «…νομιμότητα των αποφάσεων της ΓΣ θα πρέπει είτε να έχει κριθεί από τα δικαστήρια είτε να μην έχει με βασιμότητα αμφισβητηθεί» (:Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 96).

    Ειδικές Υποχρεώσεις

    Ταυτόχρονα με τις γενικές υποχρεώσεις των μελών του ΔΣ υπέχουν και άλλες ειδικότερες (αρ. 96 §2).

    Υποχρεούνται σε (σύννομη) τήρηση των -κατά τον νόμο (:ν. 4308/2014 για τα Λογιστικά Πρότυπα)- βιβλίων, αρχείων και λοιπών στοιχείων της εταιρείας (άρ. 96 §2 περ. α΄). Φέρουν το συλλογικό καθήκον τήρησης των διατυπώσεων που αφορούν στη σύνταξη και δημοσίευση (άρ. 96 §2 περ. β΄) των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων (άρ. 147) και της ετήσιας έκθεσης διαχείρισης (άρ. 150), της δήλωσης εταιρικής διακυβέρνησης (οι εισηγμένες ΑΕ-άρ. 152), τις ενοποιημένες (επί ομίλου εταιρειών) χρηματοοικονομικές καταστάσεις, τις εκθέσεις διαχείρισης και δήλωση εταιρικής διακυβέρνησης, της έκθεσης αποδοχών (άρ. 112).

    Τα μέλη του ΔΣ επιφορτίζονται με τις συγκεκριμένες (ειδικές) υποχρεώσεις συλλογικά. Συλλογική κατά τούτο, και εις ολόκληρον, καταλήγει και η τυχόν ευθύνη τους (κατ’ απόκλιση από τον κανόνα επιμερισμού της-άρ 102 §3).

     

    Ειδικά Ζητήματα Υποχρέωσης Νομιμότητας

    Κατάσταση Νομικής Αβεβαιότητας/Αμφιγνωμία

    Ο δρόμος για την ευθυγράμμιση των μελών του ΔΣ με τη νομιμότητα (και την εκπλήρωση της σχετικής υποχρέωσής τους) δεν είναι πάντοτε με ευκρίνεια οριοθετημένος. Συχνά παρουσιάζονται περισσότερες εναλλακτικές, που δημιουργούνται εξαιτίας νομικών κενών, διαφορετικών νομικών απόψεων, παλινωδιών της νομολογίας. Οφείλουν στην περίπτωση αυτή τα μέλη του ΔΣ, να προστρέξουν σε κατάλληλη νομική συμβουλή και τον ενδεδειγμένο, από τις περιστάσεις, νομικό έλεγχο. Εφόσον και μετά από έναν τέτοιο έλεγχο θα παραμείνουν αμφιβολίες, το ΔΣ θα πρέπει να προβεί, στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας, σε στάθμιση κινδύνου-οφέλους.

    Τέτοιου είδους ενέργειες των μελών του ΔΣ μοιάζουν αναγκαίες για την προάσπιση των συμφερόντων της ΑΕ. Το σημαντικότερο: για την άρση (ή άμβλυνση, έστω) της προσωπικής τους ευθύνης έναντι της ΑΕ-σε περίπτωση αρνητικής έκβασης των επιλογών τους.

    Τήρηση Συμβατικών Υποχρεώσεων

    Από την υποχρέωση τήρησης νομιμότητας θα πρέπει να διακρίνουμε την τήρηση των συμβατικών δεσμεύσεων της ΑΕ έναντι τρίτων. Υποχρεούται μεν η ΑΕ να ευθυγραμμίζεται με αυτές, πλην όμως δεν είναι τούτο, πάντα, εφικτό (σε περιπτώσεις, λ.χ., οικονομικής δυσπραγίας). Κάποιες φορές, ενδεχομένως, ούτε και ενδεδειγμένο. Ευθύνη των μελών του ΔΣ δεν γεννάται, καταρχήν, έναντι της ΑΕ για τη (μη) εκπλήρωση των υποχρεώσεων που συμβατικά έχει αναλάβει. Ζητήματα ευθύνης των μελών του ΔΣ θα ανακύψουν, ενδεχομένως, εφόσον τυχόν αναίτια παράβαση συμβατικών υποχρεώσεων θα επιφέρει αυξημένη οικονομική ζημία της ΑΕ.

    «Επωφελείς Παραβάσεις Κανόνων Δικαίου»

    Τα μέλη του ΔΣ απαγορεύεται, όπως, ανωτέρω, διαπιστώσαμε, να προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες, προκειμένου να ικανοποιήσουν εταιρικά συμφέροντα. Tυχόν «επωφελείς παραβάσεις των κανόνων δικαίου» (όπως συνηθίζεται να λέγονται) συνιστούν μη ανεκτές συμπεριφορές. Συνιστούν, συμπληρωματικά, αθέμιτο τρόπο άσκησης διοίκησης, και απολύτως ασύμβατο με τη υποχρέωση τήρησης νομιμότητας.

    Η τήρηση της αρχής της νομιμότητας προηγείται, προφανώς, έναντι του εταιρικού συμφέροντος. Ο σκοπός, εξάλλου, της ΑΕ απαγορεύεται να είναι παράνομος˙ πολύ περισσότερο, ο τρόπος εκπλήρωσής του.  Ενδεχόμενη παράνομη συμπεριφορά μελών ΔΣ γεννά υποχρέωσή τους για αποζημίωση της ΑΕ. Θα πρέπει, όμως, να συνυπολογιστεί τυχόν κέρδος που η ΑΕ αποκόμισε εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς του.

     

    Η υποχρέωση τήρησης νομιμότητας (:τήρηση του νόμου, του καταστατικού και των αποφάσεων της ΓΣ) από μέρους των μελών του ΔΣ, δεν αποτελεί ευχολόγιο ούτε «γράμμα κενό». Συνιστά σαφή υποχρέωσή τους. Ενδεχόμενη παράβαση της εν λόγω υποχρέωσης ζημιώνει την ΑΕ και ενεργοποιεί τις σχετικές διατάξεις για τις ευθύνες των παραβατών. Επίκληση επιχειρημάτων του τύπου «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», δεν γίνεται, σε καμιά περίπτωση, ανεκτή. Οι υποχρεώσεις όμως των μελών του ΔΣ και των υποκατάστατων οργάνων του δεν εξαντλούνται εδώ. Περί των λοιπών υποχρεώσεων επιμέλειας σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Μαρτίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Προϋποθέσεις Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων ΔΣ

    Προϋποθέσεις Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις ελαττωματικές και ανυπόστατες αποφάσεις του ΔΣ. Ποιες, όμως, οι προϋποθέσεις ακυρότητας; Περί των διαδικαστικών, σχετικών, προϋποθέσεων, το παρόν.

     

    Ενεργητική Νομιμοποίηση: Οι Δικαιούχοι Επίκλησης

    Δαφοροποιούνται εκείνοι που δικαιούνται να επικαλεστούν τυχόν ελαττώματα αποφάσεων του ΔΣ. Αναφερόμαστε στις δύο σημαντικές, σχετικές, κατηγορίες: (α) αποφάσεις με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1) και ελαττώματα διαδικασίας (άρ. 95 §2) καθώς και (β) εκείνες που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων (άρ. 95 §4). Για την πρώτη κατηγορία προβλέπονται ειδικές ρυθμίσεις (άρ. 95 §3). Για τη δεύτερη εφαρμόζονται, αναλογικά, οι αντίστοιχες διατάξεις για τις αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 και 138). Αναλυτικότερα:

    Δικαιούχοι Επίκλησης Ακυρότητας Αποφάσεων Με Ελαττώματα Ουσίας & Διαδικασίας

    Ως προς τις συγκεκριμένες ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ, την ακυρότητά τους νομιμοποιούνται να επικαλεστούν:

    (α) Τα μέλη του ΔΣ ατομικά

    Η δυνατότητα των μελών του ΔΣ να επικαλεστούν ακυρότητα αποφάσεών του μοιάζει τόσο εύλογη όσο και προφανής. Τα μέλη του ΔΣ ευθύνονται για ό,τι έχει αποφασίσει το όργανο και έχουν, συνεπώς, κάθε λόγο και η νομιμότητα να τηρείται και η δική τους ευθύνη να μην υφίσταται. Το δικαίωμά τους, μάλιστα, για προσβολή των εν λόγω αποφάσεων υφίσταται είτε συμμετείχαν είτε όχι στη λήψη της (ελαττωματικής) απόφασης (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 95). Εκείνοι που καταψήφισαν την προβληματική απόφαση δικαιούνται, σε κάθε περίπτωση, να επικαλεστούν τυχόν ακυρότητες. Εκείνοι, όμως, που υπερψήφισαν εφόσον δεν λειτουργούν αντιφατικά και καταχρηστικά (281 ΑΚ).

    Το ΔΣ, πάντως, δεν νομιμοποιείται να επικαλεστεί, συλλογικά-ως όργανο, ενδεχόμενη ακυρότητα.

    (β) Τρίτοι (μέτοχοι ή μη)

    Δικαίωμα επίκλησης της τυχόν ακυρότητας ενδέχεται να διατηρούν τρίτοι (μέτοχοι ή μη). Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι δικαιολογούν προσωπικό και ειδικό έννομο συμφέρον (άρ. 95 §3 εδ. α΄) και, στο πλαίσιο αυτό, βλάβη των προσωπικών τους συμφερόντων.

    Εξάλλου: «…(όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της άμεσης ζημίας) ο μέτοχος ή ο τρίτος έχουν ατομικό δικαίωμα προστασίας και θα έχουν έννομο συμφέρον να επικαλεσθούν την ακυρότητα της απόφασης…όχι όμως µε αναφορά στο εταιρικό συμφέρον και τη σκοπιμότητα της διαχειριστικής κρίσης του ΔΣ» (οπότε και ο έλεγχος των αποφάσεων λαμβάνει χώρα υπό το πρίσμα έτερων διατάξεων, λ.χ. 102) «…αλλά µε αναφορά στη βλάβη που προσωπικά και άμεσα υφίστανται» (:Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018, επί του άρθρου 95). Κατ’ αντιστοιχία, δηλαδή, της νομιμοποίησής τους να αξιώσουν την άμεση ζημία που υφίστανται από πράξεις του ΔΣ (1214/2021 ΑΠ, 1298/2006 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), ομοίως, δύνανται να επικαλεσθούν την ακυρότητα μιας απόφασης του ΔΣ «…που τους βλάπτει προσωπικά και άμεσα (π.χ. το Δ.Σ. αποφασίζει να µην καταβληθεί µέρισµα, που νόμιμα αποφασίστηκε από τη ΓΣ να καταβληθεί)».

    Δικαιούχοι Επίκλησης Ακυρότητας/Ακυρωσίας Αποφάσεων Που Προσομοιάζουν Με Αποφάσεις ΓΣ

    Για τις περιοριστικά αναφερόμενες, στον νόμο, αποφάσεις που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 95 §4), εφαρμόζονται, αναλογικά, οι διατάξεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 και 138). Στο πλαίσιο αυτών, την ακυρωσία της απόφασης του ΔΣ (άρ. 137) μπορεί να επικαλεστεί μέτοχος, που εκπροσωπεί τουλάχιστον το 2% του κεφαλαίου. Επίσης, κάθε μέλος του ΔΣ ατομικά. Αντίθετα, την ακυρότητα (άρ. 138), κάθε πρόσωπο, μέτοχος ή τρίτος που έχει σχετικό έννομο συμφέρον.

    Στην προκειμένη περίπτωση αρκεί, δηλ., η επίκληση (και απόδειξη) της μετοχικής ιδιότητας. Δεν απαιτείται απόδειξη προσωπικού, ειδικού, εννόμου συμφέροντος, όπως προϋποτίθεται στις αποφάσεις του ΔΣ με ελαττώματα ουσίας ή διαδικασίας.

    Αυτεπάγγελτος Έλεγχος

    Τυχόν ακυρότητα απόφασης ΔΣ μπορεί, τέλος, να ληφθεί υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο. Υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για διαρκή παράβαση κανόνων αναγκαστικού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, την παρανομία της απόφασης μπορούν να επικαλεσθούν και οι μέτοχοι, ανεξάρτητα αν βλάπτονται προσωπικά και άμεσα (άρ. 95 §3 in fine). Δικαιολογητικός λόγος καθίσταται το γεγονός ότι δεν είναι ανεκτό για τους μετόχους να διαιωνίζεται μια παράνομη κατάσταση στην ΑΕ και τούτοι να αδυνατούν να αντιδράσουν (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρ. 95).

     

    Προθεσμία Επίκλησης

    Κανόνας

    Η δυνατότητα επίκλησης ακυρότητας (ή ακυρωσίας) απόφασης ΔΣ δεν μπορεί να υφίσταται στο διηνεκές. Οι σχετικές προθεσμίες διαφοροποιούνται.

    (α) Ως προς τις αποφάσεις με ελάττωμα ουσίας (95 §1) ή διαδικασίας (95 §2): Η σχετική επίκληση μπορεί να λάβει χώρα εντός εξαμήνου από την καταχώριση της επίμαχης απόφασης στο βιβλίο πρακτικών της ΑΕ (σύμφωνα με το άρ. 93). Αν, όμως, πρόκειται για απόφαση δημοσιευτέα,  από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ (σύμφωνα με το άρ. 12).

    (β) Ως προς τις αποφάσεις που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (95 §4): Εφαρμόζονται, αναλογικά, οι προθεσμίες που ισχύουν επί ελαττωματικών αποφάσεων της ΓΣ. Ειδικότερα, ως προς τις ακυρώσιμες αποφάσεις (137), τυχόν αγωγή ακύρωσής τους απαιτείται να ασκηθεί εντός τετράμηνης προθεσμίας. Ενώ, ως προς τις άκυρες (138), η επίκληση της ακυρότητας υπάγεται σε ενιαύσια προθεσμία. Οι προθεσμίες, και στις δύο περιπτώσεις, εκκινούν από τη λήψη της σχετικής απόφασης του ΔΣ. Άλλως, από τη δημοσίευσή της στο Γ.Ε.ΜΗ-εφόσον τούτη υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

    Εξαίρεση

    Στην περίπτωση που από την απόφαση του ΔΣ λαμβάνει χώρα διαρκής παράβαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου, η επίκληση τυχόν ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία (άρ. 95 §3 εδ. β΄ και 138 §4).

     

    Αρμόδιο Δικαστήριο

    Αρμόδιο δικαστήριο (καθ’ ύλην και κατά τόπο) για την εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας. Τούτο προβλέπεται με ειδική ρύθμιση (95 §4) για την περίπτωση των αποφάσεων που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ (95 §4) και έννομη συνέπεια του ελαττώματός τους είναι η ακυρωσία (137). Αντίστοιχη, όμως, αρμοδιότητα θα πρέπει να δεχθούμε (κατά την ορθότερη άποψη, βλ. άρ. 3 §1) και για το σύνολο των λοιπών περιπτώσεων.

    Αν, εξάλλου, γινόταν δεκτές διαφορετικές αρμοδιότητες (:Πολυμελούς και Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας), θα οδηγούμασταν σε διάσπαση αρμοδιοτήτων. Συγκεκριμένα, αγωγές κατά αποφάσεων του ΔΣ, το πραγματικό των οποίων, πιθανόν, να ελεγχόταν τόσο υπό το πρίσμα της ακυρωσίας όσο και της ακυρότητας, θα έπρεπε να εισαχθούν στο Μονομελές και Πολυμελές Πρωτοδικείο αντίστοιχα.  Όπερ άτοπο.

     

    Ασφαλιστικά Μέτρα

    Όσον αφορά τις αποφάσεις του ΔΣ που προσομοιάζουν με εκείνες της ΓΣ ουδεμία αμφιβολία καταλίπεται όσον αφορά τη δυνατότητα προσφυγής στα ασφαλιστικά μέτρα (άρ. 95 §4,  137§11 & 138§7). Τα αντίστοιχα ισχύουν, κατά την ορθότερη άποψη, και στις περιπτώσεις αποφάσεων με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1) ή διαδικασίας (άρ. 95 §2).

     

    Απαιτήσεις Δημοσιότητας

    Η δικαστική απόφαση, που αναγνωρίζει τυχόν ακυρότητα απόφασης του ΔΣ, θα πρέπει να δημοσιευθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον η εν λόγω απόφαση υπόκειται σε δημοσιότητα (άρ. 95 §5). Η ρύθμιση αυτή ακολουθεί το πνεύμα των άρθρων περί ελαττωματικών αποφάσεων της ΓΣ (άρ. 137 §12 και 138 §8).

     

    Προστασία Τρίτων

    Επί ελαττωματικών αποφάσεων του ΔΣ (θα πρέπει να γίνει δεκτό πως) παρέχεται προστασία των καλόπιστων τρίτων (αρ. 95 §6 και 86 §§2 και 3) αναφορικά με όλες τις ελαττωματικές αποφάσεις (όπως υποστηρίζεται: και τις ανυπόστατες). Υπό την προϋπόθεση, να έχουν υποβληθεί σε δημοσιότητα και να έχουν δημιουργηθεί δικαιώματα υπέρ των τρίτων.

    Συνεπώς, δε μπορεί να προταθεί έναντι τρίτων το ελάττωμα των αποφάσεων του ΔΣ με σκοπό την αποφυγή, λ.χ., συμβατικών υποχρεώσεων εκ μέρους της εταιρείας.

     

    Τα μέλη του ΔΣ της ΑΕ οφείλουν να λειτουργούν στο πλαίσιο όσων ο νόμος, το καταστατικό και οι αποφάσεις της ΓΣ ορίζουν (θέμα το οποίο θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας). Εύλογα, κατά λογική ακολουθία, αποφάσεις του ΔΣ που εξέρχονται των συγκεκριμένων ορίων είναι δυνατό να προσβληθούν από τα μέλη του και τρίτους-μετόχους ή μη).  Οι σχετικές προϋποθέσεις και προθεσμίες απορρέουν ή συνάγονται από το νόμο. Προέχει όμως, το δίχως άλλο, η σύννομη λήψη αποφάσεων και η διατύπωσή τους με τρόπο διασφαλιστικό των δικαιωμάτων των ΑΕ, των μετόχων και, αυτονοήτως, των ίδιων των μελών του ΔΣ.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 26 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ελαττωματικές Αποφάσεις ΔΣ

    Ελαττωματικές Αποφάσεις ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με ζητήματα σχετικά με τις προϋποθέσεις έγκυρης λήψης των αποφάσεων του ΔΣ. Ενδεχόμενη παραβίαση διαδικαστικών προϋποθέσεων ή/και ουσιαστικών διατάξεων οδηγεί σε ελαττωματικές αποφάσεις. Περί αυτών το παρόν.

     

    Αναγκαιότητα Ειδικής Ρύθμισης

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, ο νομοθέτης δεν προέβλεπε την αντιμετώπιση των σχετικών περιπτώσεων. Ωστόσο, με τον ν. 4548/2018, θεσπίστηκε, το πρώτον, ειδική νομοθετική πρόβλεψη αναφορικά με τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ (αρ. 95).

    Οι ρυθμίσεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ δεν ταυτίζονται με τις αντίστοιχες για τη ΓΣ. Τούτο, οφείλεται, σαφώς, στη διαφορετική φύση των αποφάσεων των δύο οργάνων και ειδικότερα (όπως επισημαίνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρ. 95):

    (α) Οι αποφάσεις του ΔΣ αφορούν, κατά κύριο λόγο, θέματα διαχείρισης. Ως εκ τούτου, θα ήταν παράτολμο να υπαχθούν σε δικαστικό έλεγχο διαχειριστικές αποφάσεις. Δεδομένου και του -κατωτέρω αναφερόμενου- κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης.

    (β) Οι αποφάσεις του ΔΣ λαμβάνονται από όργανο που υπέχει ευθύνη έναντι της ΑΕ. Αντίθετα, οι μέτοχοι είναι, καταρχήν, ανεύθυνοι. Η σχετική ευθύνη του ΔΣ, επομένως, δύναται να θεωρηθεί ως ασφαλιστική δικλείδα, που θα αντιμετωπίζει με επάρκεια (έστω και ex post) τα αναφυόμενα ζητήματα από τυχόν παράνομες αποφάσεις του ΔΣ.

    (γ) Οι αποφάσεις του ΔΣ, αφού ληφθούν εκτελούνται. Ως εκ τούτου, ενδέχεται να στερείται νοήματος η εξέταση του αν αποφάσεις ήταν ή όχι έγκυρες. Ενώ, αν έχουν εκτελεσθεί, θα απομένει το ζήτημα της ευθύνης των μελών του ΔΣ.

    Δεδομένων των ανωτέρω και για λόγους, αφενός ασφάλειας δικαίου αφετέρου μη ασφαλών συμπερασμάτων της νομολογίας, κρίθηκε αναγκαία η ειδική ρύθμιση για την αντιμετώπιση των ελαττωματικών αποφάσεων του ΔΣ.

    Ο νόμος, ειδικότερα, διακρίνει, ως προς τις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ μεταξύ: (α) αποφάσεων με ελαττώματα ουσίας (άρ. 95 §1), (β) αποφάσεων με ελαττώματα διαδικασίας (άρ. 95 §2) και (γ) αποφάσεων που προσομοιάζουν με αποφάσεις της ΓΣ των μετόχων (άρ. 95 §4).

     

    Αποφάσεις Με Ελαττώματα Ουσίας

    Άκυρη είναι κάθε απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, που το περιεχόμενό της αντίκειται στο νόμο ή στο καταστατικό της ΑΕ (άρ. 95 §1).

    Στην έννοια του νόμου, εμπίπτουν οι απαγορευτικοί κανόνες αναγκαστικού δικαίου. Όχι διατάξεις ενδοτικού δικαίου, από τις οποίες και επιτρέπεται απόκλιση.

    Υπό την έννοια αυτή, άκυρη είναι τυχόν απόφαση του ΔΣ που αντίκεινται σε απαγορευτικές διατάξεις του ΑΚ. Λ.χ.: αποφάσεις αντίθετες στα χρηστά ήθη (ΑΚ 178, 179). Αποφάσεις, επίσης, που λαμβάνονται κατά κατάχρηση δικαιώματος (:281 ΑΚ-υπό την επιφύλαξη της συνέπειας της παράβασης του 281 ΑΚ στις απαριθμούμενες αποφάσεις της §4 του άρ. 95).

    Το ίδιο ισχύει και για τυχόν απόφαση που παραβιάζει τις διατάξεις για αποκλειστική αρμοδιότητα της ΓΣ. Όπως ρητά προβλέπεται, η ΓΣ είναι η μόνη αρμόδια να αποφασίζει -μεταξύ άλλων- για τροποποιήσεις του καταστατικού, την εκλογή μελών ΔΣ και ελεγκτών, την έγκριση της συνολικής διαχείρισης και των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τη διάθεση των ετήσιων κερδών. Είναι, συνεπώς, άκυρες αποφάσεις του ΔΣ επ’ αυτών των θεμάτων ή άλλων που απαριθμούνται στον νόμο (117 §1).

    Άκυρες είναι, ακόμη, οι αποφάσεις του ΔΣ, το περιεχόμενο των οποίων προσκρούει σε (έγκυρες) καταστατικές προβλέψεις ή (νόμιμη) απόφαση της ΓΣ.

    Δεν είναι άκυρη, ωστόσο, απόφαση αντίθετη σε εξωεταιρική (εξωκαταστατική) συμφωνία. Ακόμη και αν όλοι οι μέτοχοι έχουν συμφωνήσει στη σύναψή της.

     

    Αποφάσεις Με Ελαττώματα Διαδικασίας

    Κανόνας

    Ο νομοθέτης επέλεξε τον κανόνα της ακυρότητας είτε πρόκειται για αποφάσεις με ελαττώματα ουσίας είτε με ελαττώματα ως προς τη διαδικασία λήψης τους. Ομοίως, άκυρες, επομένως, καθίστανται αποφάσεις  του ΔΣ που λήφθηκαν κατά τρόπο μη σύμφωνο με τον νόμο ή το καταστατικό (άρ. 95 §2).  Αποφάσεις, δηλ., για τις οποίες σημειώθηκε διαδικαστικό σφάλμα κατά τη λήψη τους.

    Στην κατηγορία αυτή ανήκουν αποφάσεις, που λήφθηκαν κατά παράβαση των προϋποθέσεων:

    (α) νόμιμης σύνθεσης του ΔΣ: Λ.χ. κατά παράβαση των διατάξεων για την απαρτία και την πλειοψηφία (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95). Στο πλαίσιο αυτό, έχει κριθεί άκυρη απόφαση που ελήφθη με την παρουσία μικρότερου αριθμού μελών ΔΣ από αυτόν που προβλεπόταν στο καταστατικό ή στην απόφαση της ΓΣ (8064/2017 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 2070/2011 ΕφΑθ, ΔΕΕ 2011). Επίσης, και όλως ενδεικτικά, περίπτωση μη νόμιμης σύνθεσης του ΔΣ συνιστά η μη παράσταση ή αντιπροσώπευση των μισών μελών του ΔΣ πλέον του ενός. Ακόμη, η μη τήρηση του, προβλεπόμενου στον νόμο (άρ. 92 §1), ελάχιστου αριθμού των τριών (παρόντων ή αντιπροσωπευόμενων) συμβούλων.

    (β) νόμιμης σύγκλησης του ΔΣ: Τέτοια περίπτωση συντρέχει όταν, λ.χ., δεν κοινοποιήθηκε η πρόσκληση σε όλα τα μέλη του ΔΣ. Ή τούτη δεν κοινοποιήθηκε μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από τον νόμο ή το καταστατικό.

    Η Εξαίρεση Της Ομόφωνης Απόφασης Του ΔΣ

    Από τον κανόνα της ακυρότητας ως προς τις διαδικαστικές παραβάσεις, ωστόσο, εισάγεται  εξαίρεση. Συγκεκριμένα, όταν η απόφαση ελήφθη, ομόφωνα-από όλα τα μέλη του ΔΣ (παρόντα ή νομίμως εκπροσωπούμενα), τυχόν ακυρότητα δεν δικαιολογείται (:βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95). Επί της συγκεκριμένης ρύθμισης, διατυπώνονται, (και ορθά) σοβαρές επιφυλάξεις. Και τούτο γιατί από το γράμμα του νόμου, φαίνεται η ρύθμιση αυτή να καταλαμβάνει το σύνολο των διαδικαστικών σφαλμάτων. Είτε αφορούν τη νόμιμη σύγκληση είτε τη νόμιμη σύνθεση.

    Μια τέτοια παραδοχή, όμως, θα συνιστούσε απόκλιση από ειδικότερες διατάξεις για το ΔΣ. Εκείνες που αφορούν στην εγκυρότητα των εκτός έδρας συνεδριάσεων (90 §3) ή της μη αναγραφής (με σαφήνεια) των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης (91 §2 εδ. β΄)-εφόσον παρίστανται (ή αντιπροσωπεύονται) όλα τα μέλη του ΔΣ και κανείς δεν αντιλέγει.

    Επίσης, η παραδοχή αυτή δεν συνάδει με τις διατάξεις για την απαρτία και την πλειοψηφία. Η παράβαση αυτών, συγκεκριμένα, αποκλείει την επίτευξη ομοφωνίας.

    Δεδομένων των ανωτέρω, προτείνεται η ερμηνεία (κατ’ άλλους, ειδικότερα και, καθ’ ημάς, ορθότερα: η τελολογική συστολή) της εν λόγω διάταξης περί της εξαίρεσης.

    Καταρχάς, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι από την εν λόγω εξαίρεση αποκλείονται σφάλματα, που αφορούν τη νόμιμη σύνθεση του ΔΣ. Κατά δεύτερον, η δικαιολόγηση της μη ακυρότητας της ελαττωματικής απόφασης δεν θα πρέπει να αναζητηθεί στην ομόφωνη λήψη της. Αντίθετα, στην παράσταση (ή/και αντιπροσώπευση) όλων των μελών του ΔΣ και στη μη διατύπωση αντίρρησης στη λήψη της απόφασης αυτής.

     

    Αναλογική Εφαρμογή Των Σχετικών Διατάξεων Για Τη ΓΣ

    Ειδικά Ρυθμιζόμενες Αποφάσεις Του ΔΣ

    Πέρα από τις ανωτέρω αποφάσεις του ΔΣ, για ορισμένες άλλες επιφυλάσσεται (άρ. 95 §4), σε περίπτωση ελαττωματικότητάς τους, αναλογική εφαρμογή αντίστοιχων ρυθμίσεων για τη ΓΣ (των άρ. 137 και 138).

    Ειδικότερα, πρόκειται για τις ακόλουθες, περιοριστικά απαριθμούμενες στον νόμο αποφάσεις του ΔΣ:

    (α) Την απόφαση, η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των 2/3 των μελών του ΔΣ, περί περιορισμού ή απόκλισης του δικαιώματος προτίμησης (άρ. 27 §4).

    Δεκτό πρέπει να γίνει, ευλόγως (δεδομένης και της υπαγωγής της περίπτωσης του άρ. 117 §2 περ. α΄ στις εν λόγω απαριθμούμενες αποφάσεις του ΔΣ), ότι τα άρθρα 137 και 138 εφαρμόζονται αναλογικά και επί της προηγούμενης (κύριας) απόφασης του ΔΣ για έκτακτη αύξηση κεφαλαίου λόγω της σχέσης κύριου-παρεπομένου που τις συνδέει.

    (β) Την απόφαση που αφορά την έκδοση τίτλων κτήσης μετοχών (warrants -άρ. 56 §2).

    (γ) Την απόφαση σχετικά με την έκδοση ομολογιακού δανείου με μετατρέψιμες ομολογίες (άρ. 71 §1 περ. β΄).

    (δ) Τις αποφάσεις αναφορικά με τις αυξήσεις κεφαλαίου ή τις πράξεις αναπροσαρμογής του κεφαλαίου, την τροποποίηση ή προσαρμογή διατάξεων του καταστατικού και τη συγχώνευση (άρ. 117 §2 περ. α΄, β΄, ε΄).

    Λαμβάνοντας το ΔΣ τις ως άνω αποφάσεις, λειτουργεί, κατ’ ουσίαν, όπως η ΓΣ. Εξ αυτού του λόγου (και με σκοπό την ενιαία αντιμετώπιση των ομοίου αντικειμένου αποφάσεων, ανεξάρτητα από το όργανο που την εκδίδει), ο νομοθέτης προκρίνει τη λύση της αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ.

    Ως εκ τούτου, τυχόν ελλαττωματικές σχετικές αποφάσεις καθίστανται ακυρώσιμες, εφόσον έχουν παραβιασθεί διαδικαστικοί κανόνες κατά τη λήψη τους από το ΔΣ. Άλλως, άκυρες, εφόσον το περιεχόμενό τους αντίκειται στο νόμο ή στο καταστατικό (κατά τα προβλεπόμενα στα άρ. 137, 138).

    Η Ειδική Περίπτωση Της Κατάχρησης Της Εξουσίας Της Πλειοψηφίας

    Από την αναλογική εφαρμογή στις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ των διατάξεων για τις αντίστοιχες (:ελαττωματικές αποφάσεις) της ΓΣ (άρ. 137 και 138) εξαιρείται ρητά η περίπτωση ακυρωσίας απόφασης ΓΣ η οποία ελήφθη κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας (:άρ. 137 §2, περ. β’). Η εν λόγω διάταξη προβλέπει την ακυρωσία (281 ΑΚ -μολονότι, δηλαδή, πρόκειται για ελάττωμα ουσίας).

    Στη θεωρία υπάρχει διχογνωμία αναφορικά με τον τρόπο που θα αντιμετωπιστούν οι αποφάσεις αυτές. Ήτοι αν θα καθίστανται άκυρες ή ακυρώσιμες και με βάση ποια διάταξη. Η απάντηση στο σχετικό ζήτημα αποτελεί αντικείμενο εκτενούς νομικού διαλόγου και προτείνεται ακόμη και η contra legem ερμηνεία.

    Σε κάθε περίπτωση, όμως, η εξαίρεση αυτή δεν θα δικαιολογούσε τυχόν θέση περί μη ελέγχου καταχρηστικότητας των εν λόγω αποφάσεων (αυτό γινόταν δεκτό και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, 1408/2010 ΑΠ ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, 8064/2017 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Άλλως, θα δημιουργείτο ανεπίτρεπτο κενό προστασίας τυχόν μετοχικής μειοψηφίας από καταχρηστικές αποφάσεις του ΔΣ.

     

    Ανυπόστατη Απόφαση

    Σε αντίθεση με τις νομοθετικές προβλέψεις για τις ελαττωματικές αποφάσεις της ΓΣ, ο νόμος (αρ. 95), δεν αντιμετωπίζει την περίπτωση τυχόν ανυπόστατων αποφάσεων του ΔΣ. Το δικαστήριο που θα επιληφθεί επαφίεται η εφαρμογή των, κατά περίπτωση, κατάλληλων διατάξεων.

    Πρόκειται, πάντως, για εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις: Ανυπόστατη τυγχάνει (μεταξύ άλλων) η απόφαση στη λήψη της οποίας συμμετείχαν μόνο μη μέλη του ΔΣ. Αντίστοιχα, όταν λαμβάνεται απόφαση του ΔΣ με πρακτικό δια περιφοράς και απουσιάζουν οι υπογραφές του συνόλου των μελών του (547/2019 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, επίσης, βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 95).

     

    Ειδικότερα Ζητήματα Ως Προς Τις Αποφάσεις Του ΔΣ

    Κακή Διαχείριση Του ΔΣ

    Γίνεται δεκτό (και ορθά) πως ενδεχόμενη κακή διαχείριση εκ μέρους του ΔΣ δεν επηρεάζει το κύρος των αποφάσεών του. Διαφορετικά, ο έλεγχος των αποφάσεων του εν λόγω οργάνου θα κατέληγε έλεγχος σκοπιμότητας και όχι, μόνον, νομιμότητας. Υπόθεση μη συμβατή με τον κανόνα της αυτονομίας του ΔΣ και της επιχειρηματικής ελευθερίας (όπως αυτή θεμελιώνεται στη βάση του κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης).

    Άλλωστε, ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση από το ΔΣ αντιμετωπίζονται από ειδικότερες διατάξεις και, συγκεκριμένα, από τις διατάξεις για την ευθύνη των μελών του ΔΣ (άρ. 102 και 107).

    Ελαττώματα Μεμονωμένων Ψήφων

    Όπως ρητά επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρθρου 95: «εννοείται ότι ελαττώματα μεμονωμένων ψήφων που δόθηκαν από μέλη του ΔΣ (π.χ. ψηφίζει σύμβουλος, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχει σύγκρουση συμφερόντων) θα επηρεάζουν το κύρος της απόφασης μόνο, αν χωρίς την ψήφο αυτή δεν θα σχηματιζόταν πλειοψηφία.».

    Η παραδοχή αυτή πηγάζει από τη θεωρία της συνάφειας (που συναντάται στο γερμανικό δίκαιο). Το περιεχόμενο της θεωρίας αυτής, ρητά, αποτυπώνεται στην νομοθετική ρύθμιση για τις αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 137 §5). Ωστόσο, η εφαρμογή της γίνεται, ευλόγως, δεκτή -αναλογικά- και στις ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ.

    Επικύρωση Ελαττωματικής Απόφασης

    Δεκτή γίνεται, επίσης, η αναλογική εφαρμογή της §6 περ. γ΄ του άρθρου 137 περί επικύρωσης ελαττωματικής απόφασης της ΓΣ και στις αποφάσεις του ΔΣ.

    Σύμφωνα με την κρατούσα στη θεωρία και στη νομολογία άποψη, το ΔΣ απαιτείται να λάβει «νεότερη απόφαση», απαλλαγμένη, αυτή τη φορά, από το τυχόν ελάττωμα (876/2010 ΑΠ, 2182/2013 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ευλόγως, επιβεβαιωτική της προηγούμενης, ελλείψει, απλώς, του ελαττώματος. Άλλως, θα επρόκειτο για νέα απόφαση, που θα καθιστούσε άνευ αντικειμένου τη δυνατότητα επικύρωσης.

    Η επικυρωτική αυτή απόφαση -ως προς τις άκυρες και ακυρώσιμες που τελεσιδίκως έχουν δικαστικώς ακυρωθεί αποφάσεις- δεν έχει αναδρομική ισχύ. Καθώς, γίνεται δεκτό ότι η ιδιωτική βούληση δεν μπορεί να θεραπεύσει τυχόν ακυρότητα (2182/2013 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ενώ, σε διαφορετική περίπτωση, θα ετίθετο εκποδών ο σκοπός της ακυρότητας (907/2000 ΕφΠειρ, 134/2014 ΜονΕφΘρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Αρμόδιο όργανο για την έκδοση της επικυρωτικής απόφασης καθίσταται το ΔΣ που προέβη στη λήψη της ελαττωματικής απόφασης.

     

    Έχει, επανειλημμένα, διατυπωθεί από τον γράφοντα η άποψη πως το ΔΣ είναι, για πολλούς λόγους, το σημαντικότερο (μολονότι όχι το ιεραρχικά ανώτερο) όργανο της ΑΕ. Οι αποφάσεις του έχουν, κατά τούτο, ιδιαίτερη σημασία και αξία τόσο για την ίδια την ΑΕ όσο και για τα μέλη του. Κατέστη, επομένως, αναγκαία, η θέσπιση ειδικής ρύθμισης για την αντιμετώπιση των ελαττωματικών του αποφάσεων. Σημαντικότερη, πάντως, από την εκ των υστέρων διαχείριση των όποιων, συναφών, προβλημάτων είναι η αποφυγή και πρόληψή τους. Σε διαφορετική περίπτωση εμπλεκόμαστε σε δικαστικές ενέργειες, περί των οποίων, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Πρακτικά ΔΣ

    Πρακτικά ΔΣ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με ζητήματα σχετικά με τις προϋποθέσεις έγκυρης λήψης των αποφάσεων του ΔΣ. Στο παρόν θα μας απασχολήσει η καταγραφή τους στα πρακτικά.

     

    Πρακτικά Συνεδριάσεων & Αποφάσεων ΔΣ

    Βιβλίο Πρακτικών

    Όπως προβλέπεται στον νόμο, οι συζητήσεις και αποφάσεις του ΔΣ, καταχωρίζονται περιληπτικά σε ειδικό βιβλίο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά (άρ. 93 §1 εδ. α΄). Πρόκειται για το βιβλίο πρακτικών του ΔΣ. Σ’ αυτό καταχωρίζεται και ο κατάλογος των μελών που παρέστησαν (ή αντιπροσωπεύτηκαν) κατά την εκάστοτε συνεδρίαση του ΔΣ (άρ. 93 §1 εδ. δ΄). Το συγκεκριμένο βιβλίο συνιστά ειδικό εμπορικό βιβλίο, που τηρείται υποχρεωτικά στην έδρα της ΑΕ-όπως και τα βιβλία μετόχων και πρακτικών ΓΣ.

    Το εν λόγω βιβλίο συγκαταλέγεται, ταυτόχρονα, στα πρόσθετα βιβλία ή αρχεία, τα οποία υποχρεούνται να τηρούν οντότητες, όπως οι ΑΕ, βάσει της νομοθεσίας για τα ελληνικά λογιστικά πρότυπα (ν. 4308/2014).

    Η τήρηση του βιβλίου πρακτικών ΔΣ αποσκοπεί στη βέλτιστη δυνατή οργάνωση της εταιρείας. Επίσης, στη διαφάνεια των εταιρικών υποθέσεων.

    Αντίστοιχο βιβλίο πρακτικών τηρείται και ως προς τις αποφάσεις της ΓΣ (άρ. 134). Μάλιστα, ο νόμος παρέχει την ευχέρεια ενιαίας τήρησης αμφότερων των βιβλίων πρακτικών του ΔΣ και της ΓΣ. Ωστόσο, η ευχέρεια αυτή αφορά, αποκλειστικά, τις ΑΕ οι μετοχές των οποίων δεν είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά (άρ. 93 §4).

    Ευθύνη Τήρησης & Περιεχόμενο

    Την ευθύνη τήρησης του βιβλίου πρακτικών ΔΣ φέρει ο πρόεδρος του ΔΣ.

    Στο βιβλίο αυτό καταγράφονται, περιληπτικά, η (ενδεχόμενη) συζήτηση των μελών του ΔΣ, η ψηφοφορία επί των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης καθώς και (ιδίως) οι αποφάσεις που λαμβάνονται επ’ αυτών.

    Ο πρόεδρος του ΔΣ δεν υποχρεούται, καταρχήν, να καταχωρίσει στα πρακτικά τη διακριτή, ατομική, γνώμη κάθε μέλους του ΔΣ. Υποχρεούται να καταχωρίσει περίληψή της, εφόσον του ζητηθεί (άρ. 93 §1 εδ. β΄). Μια τέτοια καταχώριση, ωστόσο, θα αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις. Όταν, λ.χ., τίθενται ζητήματα έγερσης ευθύνης των μελών του ΔΣ (άρ. 102 επ.).

    Δικαιούται, ωστόσο, ο πρόεδρος του ΔΣ να αρνηθεί την (διαφορετικά υποχρεωτική) καταχώριση της γνώμης του μέλους ΔΣ που το ζήτησε (άρ. 93 §1 εδ. γ΄). Τούτο είναι δυνατό να συμβεί όταν-πέραν πάσης αμφιβολίας: (α) η διατυπωθείσα γνώμη αναφέρεται σε ζητήματα προφανώς εκτός ημερήσιας διάταξης ή (β) το περιεχόμενό της αντίκειται καταφανώς στα χρηστά ήθη ή το νόμο. Τέτοια περίπτωση υφίσταται και όταν το μέλος του ΔΣ επιχειρεί να αποκαλύψει, χωρίς επαρκή αιτιολογία, επιχειρηματικά απόρρητα της εταιρείας (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 93).

    Υπογραφή Πρακτικών

    Υπό το προϊσχύσαν δίκαιο (όπως ίσχυε μετά την τροποποίηση του ν. 3604/2007), τα πρακτικά υπέγραφε ο πρόεδρος του ΔΣ (ή άλλο πρόσωπο-ορισμένο από το καταστατικό). Υφίσταται, πλέον, υποχρέωση από το νόμο (αντίστοιχη με την προ του ν. 3604/2007 υφιστάμενη) για την υπογραφή των πρακτικών από όλα τα μέλη του ΔΣ, που παρέστησαν στη συνεδρίαση (άρ. 93 §2 εδ. α΄).

    Ενδεχόμενη άρνηση υπογραφής από μέλος του ΔΣ μνημονεύεται στα πρακτικά, τα οποία υπογράφονται από τους λοιπούς συμβούλους (άρ. 93 §2 εδ. β΄). Παράλειψη, επομένως, υπογραφής δεν δημιουργεί ακυρότητα της σχετικής απόφασης (6884/1995 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Έκδοση Αντιγράφων Πρακτικών

    Αντίγραφα των πρακτικών εκδίδονται, επίσημα, από τον πρόεδρο του ΔΣ ή «άλλο πρόσωπο» που θα οριστεί. Το  «άλλο πρόσωπο» ορίζεται από το καταστατικό ή απόφαση του ΔΣ και μπορεί ακόμη και τρίτος-μη μέλος του ΔΣ. Ενδεχομένως, μάλιστα, και περισσότερα του ενός πρόσωπα που θα ενεργούν μεμονωμένα ή από κοινού (άρ. 93 §2 εδ. γ΄).

    Υποχρέωση επικύρωσης των ως άνω αντιγράφων (λ.χ. βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του προέδρου ή από αρμόδια Αρχή ή δικηγόρο), καταρχήν, δεν υφίσταται.

    Επικύρωση, ωστόσο, θα απαιτηθεί, εφόσον πρόκειται για απόφαση του ΔΣ για τη χορήγηση πληρεξουσιότητας (άρ. 216 επ. ΑΚ, όταν ο νόμος το επιτάσσει). Στο πλαίσιο αυτό και η (ειδική) απόφαση του ΔΣ που εξουσιοδοτεί για την υποβολή εγκλήσεως, οπότε και θεωρείται κατά την νομολογία αναγκαία η θεώρηση του γνησίου της υπογραφής των παραστάντων μελών του ΔΣ από δικηγόρο.

    Υποβολή Πρακτικών Στο Γ.Ε.ΜΗ.

    Ο νόμος αξιώνει υποβολή στην αρμόδια υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. των αντιγράφων των πρακτικών ΔΣ, για τα οποία υφίσταται υποχρέωση καταχώρισης (σύμφωνα με το άρ. 12 ή άλλες διατάξεις). Η υποβολή πρέπει να λάβει χώρα εντός 20 ημερών από την αντίστοιχη συνεδρίαση του ΔΣ (άρ. 93 §3).

    Οι κανόνες για τη δημοσιότητα στο ΓΕΜΗ, όσον αφορά τις ΑΕ, εντοπίζονται, γενικότερα, στα άρθρα 12-14 ν. 4548/2018, σε συνδυασμό (και) με τις διατάξεις του ν. 4919/2022.  Η δημοσιότητα στο ΓΕΜΗ έχει, πάντως, δηλωτικό (και όχι συστατικό) χαρακτήρα.

    Οφείλουν, μεταξύ άλλων, να δημοσιευτούν στη μερίδα της εταιρείας στο ΓΕΜΗ: (α) το πρακτικό συγκρότησης του ΔΣ σε σώμα και (β) το πρακτικό τυχόν «ανασυγκρότησής» του. Επίσης, (γ) το πρακτικό απόφασης του ΔΣ για διορισμό υποκατάστατου οργάνου (1204/2000 ΑΠ)-εύλογα, άλλωστε, δεδομένου ότι το ΔΣ χορηγεί, στην περίπτωση αυτή, οργανική εξουσία. Η ΑΕ, αντίθετα, δεν υποχρεούται σε αντίστοιχη καταχώριση, σε περίπτωση που με απόφασή του το ΔΣ παρέχει απλή  εξουσία αντιπροσώπευσης (κατά τον ΑΚ).

    Έννομες Συνέπειες (Μη/Πλημμελούς) Τήρησης Πρακτικών

    Αποδεικτική Ισχύς

    Η τήρηση του βιβλίου πρακτικών επιφορτίζεται με αποδεικτική, μόνον, ισχύ. Η εν λόγω αποδεικτική ισχύς είναι αντίστοιχη με εκείνη των λοιπών εμπορικών βιβλίων (άρ. 444 §1, 448 ΚΠολΔ): αποτελούν πλήρη απόδειξη για όσα αναγράφονται σε αυτά. Χωρεί, ωστόσο, ανταπόδειξη (448 ΚΠολΔ, 6884/1995 ΠολΠρωτΑθ). Επιπλέον, είναι δυνατό  να αποτελέσουν πλήρη απόδειξη υπέρ εκείνου που τα τηρεί, υπό τις προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 445 ΚΠολΔ).

    Μη/Πλημμελής Τήρηση

    Το υποστατό και το έγκυρο των αποφάσεων του ΔΣ καθόλου δεν εξαρτάται από την κατάρτιση ή μη του σχετικού πρακτικού. Πολύ περισσότερο δεν επηρεάζεται από την τυχόν πλημμελή κατάρτισή του.

    Συνεπώς, τυχόν παραλείψεις ή ελαττώματα αναφορικά με την τήρηση του πρακτικού δεν οδηγεί σε ακυρότητα της αντίστοιχης απόφασης του ΔΣ. Η  εν λόγω απόφαση, αντίθετα, παράγει αποτελέσματα από τη στιγμή της λήψης της (286/1980 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Βάρος Απόδειξης

    Η ΑΕ φέρει το βάρος απόδειξης ότι οι αποφάσεις του ΔΣ έλαβαν χώρα την ημερομηνία και ώρα που αναγράφεται στο βιβλίο πρακτικών (93 §2 εδ. δ΄). Η σχετική πρόβλεψη στοχεύει στην αποτροπή της (όχι σπάνιας στην πράξη) αλλοίωσης (ιδίως προχρονολόγησης ή μεταχρονολόγησης) των πρακτικών. Όμοια διάταξη υπάρχει και για την ΙΚΕ (άρ. 66 ν. 4072/2012)(βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 93).

     

    Πρακτικό «Δια Περιφοράς»

    Έννοια – Σκοπός

    Ο ν. 4548/2018 διατήρησε την -ήδη κατοχυρωμένη (άρ. 21 §5 κ.ν.2190/1920)- δυνατότητα λήψης αποφάσεων του ΔΣ με προσυπογραφή πρακτικού από το σύνολο των μελών του, χωρίς την πραγματοποίηση συνεδρίασης  (άρ. 94). Για την ακρίβεια: η εν λόγω δυνατότητα ενισχύθηκε (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρθρου 94).

    Διευκολύνεται, εκσυγχρονίζεται και προσαρμόζεται στις ανάγκες και ρυθμούς της εποχής  η διαδικασία λήψης αποφάσεων. Δεν είναι σπάνιες, άλλωστε, οι φορές που η συνάθροιση των μελών του ΔΣ (έστω και μέσω video call) αποδεικνύεται, εκ των πραγμάτων, ιδιαίτερα δυσχερής.

    Ως προς τις συνέπειες και τα αποτελέσματα, η προσυπογραφή πρακτικού ΔΣ δια περιφοράς εξομοιώνεται, από το νόμο, πλήρως με απόφαση που ελήφθη στο πλαίσιο συνεδρίασης (κατ’ άρ. 91). Πρόκειται, συνεπώς, για δύο αλληλοαποκλειόμενους μεν, καθόλα ισοδύναμους, όμως, τρόπους λήψης αποφάσεων από τη διοίκηση της ΑΕ (άρ. 94 § 1 εδ. α΄).

    Σημειώνεται, επιπλέον, ότι χρήση της σχετικής ευχέρειας είναι δυνατό να κάνουν όλες οι ΑΕ (εισηγμένες και μη). Σε αντίθεση με τη δυνατότητα λήψης απόφασης δια περιφοράς από τη ΓΣ, που αφορά μόνον τις μη εισηγμένες ΑΕ (άρ. 136).

    Προϋποθέσεις – Διαδικασία Λήψης Απόφασης

    Μη Υποχρέωση Καταστατικής Πρόβλεψης

    Σε αντίθεση με τη λήψη αποφάσεων με τηλεδιάσκεψη, η λήψη απόφασης με υπογραφή, δια περιφοράς, πρακτικού ΔΣ παρέχεται από τον νόμο˙ δεν απαιτεί καταστατική πρόβλεψη (8064/2017 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). H πρόταση αξιοποίησής της ανήκει στη διακριτική ευχέρεια κάθε μέλους. Συνήθως: του προέδρου.

    Απουσία Συνεδρίασης

    Εννοιολογικό γνώρισμα της, με τον παραπάνω τρόπο, λήψης αποφάσεων είναι η  μη συντέλεση συνεδρίασης, δια ζώσης, των μελών του ΔΣ. Αντίθετα, η τυχόν απόφαση λαμβάνεται με προσυπογραφή του πρακτικού από όλα τα μέλη. Η αποτύπωση (και η λήψη), συγκεκριμένα, της σχετικής απόφασης σε πρακτικό δια περιφοράς γίνεται με τρόπο και τύπο απλό-πλην όμως αναγκαίο.

    Υπογραφή Πρακτικού

    Τα μέλη του ΔΣ (ή/και οι αντιπρόσωποί τους) υπογράφουν διαδοχικά το πρακτικό δια περιφοράς. Πού βρίσκεται καθένας από αυτούς δεν ενδιαφέρει. Η υπογραφή του πρακτικού από όλα, ανεξαιρέτως, τα μέλη επιτελεί διττό σκοπό:

    (α) Εκπληρώνεται αναγκαία προϋπόθεση για τη λήψη απόφασης (άρ. 94 §1 εδ. γ): τυχόν μη υπογραφή εκ μέρους έστω και ενός συμβούλου καθιστά τη σχετική απόφαση ανυπόστατη, που δεν παράγει έννομες συνέπειες (549/2016 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (β) Δηλώνεται, ταυτόχρονα, η ψήφος των μελών (ή ακόμη, η αποχή τους από την ψηφοφορία) ως προς το εκάστοτε θέμα. Η απόφαση, επομένως, μολονότι υπογράφεται υποχρεωτικά από όλους, είναι ενδεχόμενο να μην λαμβάνεται ομόφωνα και παμψηφεί. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, ο νόμος κάνει λόγο για αποτύπωση στο πρακτικό της πλειοψηφικής απόφασης των μελών του ΔΣ (άρ. 94 § 1 εδ. β΄). Την απόφαση συνιστά, για την ακρίβεια, κάποιο προδιατυπωμένο (ως προς το περιεχόμενό του) πρακτικό. Το τελευταίο αποτελεί, συνήθως, το αποτέλεσμα μερικότερων προηγούμενων -άτυπων- συνεννοήσεων μεταξύ των μελών του ΔΣ της ΑΕ.

    Καταχώριση Στο Βιβλίο Πρακτικών ΔΣ

    Υποχρέωση τήρησης διατυπώσεων πρόσκλησης και γνωστοποίησης θεμάτων ημερήσιας διάταξης δεν νοείται στη δια περιφοράς λήψη απόφασης. Ωστόσο, το σχετικό πρακτικό καταχωρίζεται στο ως άνω ειδικό βιβλίο πρακτικών των συνεδριάσεων και αποφάσεων του ΔΣ (άρ. 94 §3).

    Χρήση E-mail Ή Άλλων Ηλεκτρονικών Μέσων

    Όπως προβλέπεται ρητά, η υπογραφή των συμβούλων (ή των αντιπροσώπων τους) είναι δυνατό να αντικατασταθεί με ηλεκτρονικά μέσα. Ενδεικτικά, μέσω αποστολής μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Προϋποτίθεται, όμως, σχετική καταστατική πρόβλεψη (άρ. 94 §2).

     

    Στα πρακτικά του ΔΣ αποτυπώνονται οι αποφάσεις και, ενδεχομένως, οι σχετικές επ’ αυτών συζητήσεις μεταξύ των μελών του ΔΣ. Και, μολονότι οι αποφάσεις ισχύουν από τη λήψη τους, γίνεται εύκολα αντιληπτή η σημασία και αξία των πρακτικών. Σοβαρά θέματα, όπως η νομιμοποίηση της ΑΕ για σημαντικές συναλλαγές, για την υποβολή εγκλήσεων για σημαντικές ποινικές διαδικασίες προκύπτουν από τις διατυπώσεις τους. Από τα πρακτικά επίσης θα  προκύψουν και θέματα ευθύνης των μελών του ΔΣ καθώς και οι γνώμες που διατύπωσαν-απαλλακτικές ή επιβαρυντικές, ενδεχομένως, για τα ίδια. Η σύνταξη, επομένως, ενός πρακτικού δεν μπορεί (και δεν πρέπει) να αντιμετωπίζεται ως «τυπική» διαδικασία-ιδίως όταν στο ΔΣ εκπροσωπούνται αντιτιθέμενα συμφέροντα ή στο μετοχικό σχήμα διαφορετικές «φατρίες». Από τα πρακτικά, τέλος, θα προκύψουν και οι, ενδεχομένως, ελαττωματικές αποφάσεις του ΔΣ για τις οποίες, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 12 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Αποφάσεις ΔΣ: Έγκυρη Λήψη & Αντιπροσώπευση

    Αποφάσεις ΔΣ: Έγκυρη Λήψη & Αντιπροσώπευση

    Έχουμε, ήδη, διαπιστώσει τον νευραλγικό, για την ΑΕ, ρόλο του ΔΣ. Αναφερθήκαμε, στο πλαίσιο της σχετικής αρθρογραφίας μας, στην αρχή της συλλογικής δράσης του. Η νομότυπη λήψη των αποφάσεών του απαιτεί σειρά προϋποθέσεων. Περί αυτών, αλλά και περί της αντιπροσώπευσης των μελών του, το παρόν.

     

    Η αρχή της συλλογικής δράσης του ΔΣ˙ η διασφάλισή της.

    Από την (και) εισαγωγικώς αναφερόμενη αρχή της συλλογικής δράσης του ΔΣ (άρ. 77 §1 εδ. β΄ ν. 4548/2018) προκύπτει πως το συγκεκριμένο όργανο δρα, κατ’ αρχήν, συλλογικά. Η εξασφάλιση της δυνατότητας συμμετοχής του συνόλου των μελών του ΔΣ αποδεικνύεται, κατά τούτο,  ιδιαίτερα σημαντική. Ας υπομνησθεί, παρενθετικά, πως από την εν λόγω αρχή γίνονται ανεκτές (:το σύνηθες) καταστατικές αποκλίσεις [ενδ.: ο διορισμός υποκατάστατου οργάνου και η κυριαρχία της ψήφου του προέδρου επί ισοψηφίας (άρ. 92 παρ. 2 εδ. β’)].

    Για την εξασφάλιση της συμμετοχής του συνόλου των μελών του ΔΣ στην διαδικασία λήψης αποφάσεων, αναγκαίο να συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις: η ύπαρξη νόμιμης σύνθεσης και η συγκέντρωση της προβλεπόμενης από το νόμο ή/και το καταστατικό απαρτίας και πλειοψηφίας. Ενδεχόμενη λήψη απόφασης, χωρίς την τήρησή τους, έχει ως συνέπεια τούτη να καθίσταται ελαττωματική (κατά το άρ. 95). Για την ακρίβεια, έχει ως συνέπεια την απόλυτη ακυρότητα της απόφασης (άρ 174 ΑΚ), η οποία θεωρείται σαν να μην έλαβε χώρα (άρ. 180 ΑΚ).

    Μετέπειτα νόμιμη διοίκηση, πάντως, είναι δυνατό να ισχυροποιήσει αναδρομικά ανίσχυρες πράξεις της προηγούμενης-μη νόμιμης, εγκρίνοντάς τες (ενδ.: 966/2014 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τα αντίστοιχα και επί μεταγενέστερης έγκρισης από το ίδιο όργανο, που νομότυπα συνεδριάζει και λαμβάνει απόφαση.

     

    Προϋποθέσεις Έγκυρης Λήψης Αποφάσεων

    Νόμιμη Σύνθεση Του ΔΣ

    Προκειμένου η σύνθεση του ΔΣ να είναι νόμιμη απαιτείται: (α) η εκλογή ή ο διορισμός του ΔΣ να μην αντίκειται στον νόμο και (β) ο αριθμός των μελών του ΔΣ, όπως καθορίζεται από το καταστατικό ή τη ΓΣ, να μην υπερβαίνει τα όρια του νόμου και του καταστατικού-ούτε όμως και να υπολείπεται αυτών. Ο αριθμός των μελών του ΔΣ (υπενθυμίζεται πως) δεν μπορεί να υπολείπεται, κατά νόμο, των τριών ή να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (άρ. 77 §3).

    Κατά τη θητεία του ΔΣ, μέλος ή μέλη του ενδέχεται να απωλέσουν, με οποιονδήποτε τρόπο, την ιδιότητά τους. Στην περίπτωση αυτή, προκειμένου (έκτοτε) να είναι νόμιμη η σύνθεση του ΔΣ, απαιτείται αναπλήρωση ή αντικατάστασή τους (άρ. 81 και 82, αντίστοιχα). Τούτο βέβαια, δεν αποκλείει  καταστατική πρόβλεψη για τη συνέχιση της λειτουργίας του ΔΣ χωρίς αντικατάσταση των ελλειπόντων (άρ. 82 §2). Αρκεί τα εναπομένοντα μέλη να είναι περισσότερα από τα μισά όσων εξελέγησαν/διορίσθηκαν. Επιπρόσθετα: να μην υπολείπονται των τριών.

    Απαρτία

    Νόμιμη

    Προϋπόθεση για την έγκυρη λήψη αποφάσεων του ΔΣ είναι η τήρηση της απαρτίας, που απαιτείται από το νόμο (άρ. 92 §1 εδ. α΄). Το ΔΣ βρίσκεται σε απαρτία και συνεδριάζει έγκυρα-κατά νόμο, όταν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται σε αυτό το ήμισυ πλέον ενός των συμβούλων (:50%+1 σύμβουλοι). Τυχόν κλάσμα παραλείπεται (άρ. 92 § 1 εδ. β).

    Σε καμιά περίπτωση, ωστόσο, δεν είναι δυνατό (και εδώ) να υπολείπεται των τριών ο αριθμός των συμβούλων που είτε είναι παρόντες είτε/και αντιπροσωπεύονται. Ο παλαιότερος κανόνας, που απαιτούσε, σε κάθε περίπτωση, τη φυσική παρουσία τριών μελών, κρίθηκε μη αναγκαίος, αφού και στο δια περιφοράς πρακτικό (άρ. 94) τα μέλη του ΔΣ μπορούν, όλα, να αντιπροσωπεύονται (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 92).

    Καταστατική

    Η διάταξη για τη νόμιμη απαρτία είναι αναγκαστικού δικαίου, υπό την ακόλουθη έννοια: Προσδιορίζει τα ελάχιστα ποσοστά απαρτίας για τη λήψη έγκυρης απόφασης του ΔΣ. Προσδιορισμός, ως εκ τούτου-βάσει καταστατικής πρόβλεψης, μικρότερων ποσοστών για τον σχηματισμό απαρτίας από αυτά που απαιτούνται από το νόμο δεν είναι ανεκτός.

    Το καταστατικό, ωστόσο, είναι δυνατό να απαιτεί μεγαλύτερα ποσοστά απαρτίας από εκείνα που προβλέπονται στον νόμο (:άρ. 92 §1). Υποστηρίζεται, μάλιστα (όχι χωρίς ενστάσεις) πως το καταστατικό μπορεί να αξιώνει για το σχηματισμό απαρτίας την παρουσία/αντιπροσώπευση του συνόλου των μελών του ΔΣ (:100% των συμβούλων).

    Βάση Υπολογισμού

    Για την εξεύρεση του αριθμού των συμβούλων που απαιτείται για τον σχηματισμό απαρτίας του ΔΣ, βάση υπολογισμού αποτελεί ο συνολικός αριθμός των μελών του. Ο συγκεκριμένος αριθμός καθορίζεται, κατά κανόνα, από το καταστατικό. Εξειδικεύεται, εναλλακτικά, από τη ΓΣ μέσα στα ελάχιστα και, αντίστοιχα, μέγιστα όρια που ενδεχομένως τίθενται από το καταστατικό (άρ. 77 §3).

    Προϋπόθεση για τον σχηματισμό νόμιμης απαρτίας αποτελεί η δυνατότητα συμμετοχής στη συνεδρίαση του ΔΣ του συνόλου των μελών του. Τούτο σημαίνει, ότι σε περίπτωση απώλειας από κάποιο μέλος της συγκεκριμένης ιδιότητάς του, είναι αδιάφορο εάν τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ αρκούν για το σχηματισμό της απαιτούμενης απαρτίας. Τούτο διότι δεν τηρείται, προηγουμένως, η προϋπόθεση της νόμιμης σύνθεσης του ΔΣ (1408/2010 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Είναι, ωστόσο, δυνατό-κατ’ εξαίρεση, βάση για τη συγκέντρωση της απαιτούμενης απαρτίας να αποτελέσει ο αριθμός των υπολειπόμενων μελών του ΔΣ. Τούτο, υπό τον όρο ότι είναι καταστατικά επιτρεπτή η συνέχιση της λειτουργίας του ΔΣ-χωρίς την αντικατάσταση τυχόν ελλειπόντων μελών του.

    Στην περίπτωση κωλύματος συμμετοχής συμβούλου στη λήψη απόφασης του ΔΣ, το συγκεκριμένο μέλος δεν συνυπολογίζεται για την εξεύρεση απαρτίας. Χωρίς, μάλιστα, να απαιτείται αναπλήρωσή του. Τούτο συντρέχει σε περίπτωση σύγκρουσης (στο πρόσωπο του κωλυόμενου) ιδίων και εταιρικών συμφερόντων (855/2007 ΕφΘεσσ, 6648/1999 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ενδεχόμενη συμμετοχή του κωλυομένου στη λήψη της επίμαχης απόφασης επιφέρει την ακυρότητά της. Πολύ περισσότερο, όταν η ψήφος του αποκλεισθέντος αποτέλεσε αναγκαίο όρο για τη λήψη της σχετικής απόφασης.

    Κρίσιμος Χρόνος Υπολογισμού απαρτίας

    Η έναρξη της συζήτησης του ΔΣ σηματοδοτεί τον χρόνο εξακρίβωσης της απαιτούμενης κατά περίπτωση απαρτίας. Επιβεβλημένο, ωστόσο, για το νομότυπο της λήψης της απόφασης του ΔΣ, το ποσοστό της να διατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια της συνεδρίασης.

    Πλειοψηφία

    Νόμιμη Πλειοψηφία

    Τελευταία προϋπόθεση για την έγκυρη λήψη αποφάσεων του ΔΣ είναι η τήρηση της απαιτούμενης, από το νόμο, πλειοψηφίας. Oι αποφάσεις του ΔΣ λαμβάνονται έγκυρα με απόλυτη πλειοψηφία των μελών εκείνων που είναι παρόντα αλλά και εκείνων που αντιπροσωπεύονται κατά τη συνεδρίαση του ΔΣ (άρ. 92 § 2 εδ. α). Από τον συγκεκριμένο κανόνα εξαιρούνται οι περιπτώσεις εκείνες που ο ίδιος ο νόμος ορίζει διαφορετικά. Ενδεικτικά: η απαίτηση αυξημένης πλειοψηφίας (:2/3 του συνόλου των μελών του ΔΣ) για τη λήψη απόφασης έκτακτης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ (άρ. 24 §1).

    Καταστατική Πλειοψηφία

    Από τον συγκεκριμένο κανόνα αποκλίσεις μπορεί να εισάγει και το καταστατικό αξιώνοντας αυξημένα (:αποκλειστικά) ποσοστά για τη λήψη συγκεκριμένης απόφασης. Ή ακόμα και παμψηφία (με την ύπαρξη, ωστόσο, και αντίθετης θέσης). Βέβαιο, πάντως, είναι πως η εισαγωγή σχετικών καταστατικών ρυθμίσεων για το σύνολο των αποφάσεων του ΔΣ  (ιδίως της ομοφωνίας), θα καταστήσει δυσχερέστερη και, κάποιες φορές, αδύνατη τη λήψη αποφάσεων.

    Τρόπος Υπολογισμού

    Η πλειοψηφία που απαιτείται για τη λήψη απόφασης από το ΔΣ υπολογίζεται με βάση τα πρόσωπα/μέλη του ΔΣ. Κάθε σύμβουλος διαθέτει (από το νόμο) μία ψήφο (:αρχή της ισότητας των μελών του ΔΣ).

    Εξαίρεση επιφέρει τυχόν καταστατική πρόβλεψη για την υπερίσχυση της ψήφου του προέδρου του ΔΣ. Μόνον, ωστόσο, εφόσον συντρέχει περίπτωση ισοψηφίας (άρ. 92 §2 εδ β΄). Σχετική ρήτρα αποσκοπεί σε άρση καταστάσεων αδυναμίας λήψης εταιρικών αποφάσεων («deadlock»). Καταστατικές ρήτρες που, ενδεχομένως, αναφέρονται, λ.χ., σε υπερίσχυση, εν γένει, της ψήφου του προέδρου ή μέλους ΔΣ (ενδ.: αναλόγως του τρόπου εκλογής/διορισμού του) δεν είναι νόμιμες.

    Για τον υπολογισμό της πλειοψηφίας προσμετρώνται οι ψήφοι των παρόντων και αντιπροσωπευόμενων μελών. Στη μειοψηφία, αντίθετα, συνυπολογίζονται (εκτός από τις ψήφους που διατυπώνουν θέσεις διαφορετικές από τις πλειοψηφούσες) οι λευκές και εκείνες των μελών που απέχουν.

    Περίπτωση μη υπολογισμού μέλους για τον υπολογισμό της απαιτούμενης πλειοψηφίας συνιστά, όπως συμβαίνει στον υπολογισμό της απαρτίας, η περίπτωση ύπαρξης κωλύματος ψήφου στο πρόσωπο μέλους (ενδ.: άρθρ. 66 ΑΚ και 97 §3).

    Παραίτηση από το δικαίωμα ψήφου δεν είναι δυνατή.

     

    Αντιπροσώπευση Μελών

    Γενικά

    Η αυτοπρόσωπη παρουσία των συμβούλων στις συνεδριάσεις του ΔΣ δεν είναι αναγκαία για τη συμμετοχή τους. Τα μέλη του ΔΣ, όπως ήδη αναφέρθηκε, έχουν (αναφαίρετο) δικαίωμα συμμετοχής σε αυτό και άσκησης του δικαιώματος ψήφου (και) δια αντιπροσώπου. Απλοποιείται, με τον τρόπο αυτό, η διεξαγωγή των συζητήσεων του οργάνου του ΔΣ και επιλύονται ζητήματα πραγματικής αδυναμίας παράστασης μελών του.

    Η δυνατότητα αντιπροσώπευσης συνιστά αναγκαστικό δίκαιο και δεν είναι δυνατό να καταργηθεί από το καταστατικό (6884/1995 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Προϋποθέσεις

    Για την αντιπροσώπευση δεν απαιτείται η τήρηση συγκεκριμένου τύπου. Αναγκαία, όμως, είναι η σωρευτική συνδρομή των ακόλουθων προϋποθέσεων: (α) αντιπρόσωποι συμβούλων ορίζονται, αποκλειστικά, (τακτικά ή  αναπληρωματικά) μέλη του ΔΣ (άρ. 92 § 4) και (β) κάθε σύμβουλος μπορεί, έγκυρα, να αντιπροσωπεύει έναν, μόνον, άλλο σύμβουλο (άρ. 92 § 3).

    Περιεχόμενο Αντιπροσώπευσης

    Η εξουσία αντιπροσώπευσης ασκείται, κατ’ αρχήν, μέσα στα όρια και εντολές που, ενδεχομένως, παρασχέθηκαν από τον αντιπροσωπευόμενο. Ψήφος, ωστόσο, του αντιπροσώπου αντίθετη με τις υποδείξεις που έλαβε από τον  αντιπροσωπευόμενο υποστηρίζεται (και ορθά) πως δεν καθιστά την απόφαση του ΔΣ ελαττωματική. Ακόμη κι αν η ψήφος του αντιπροσώπου ήταν αποφασιστική για την επίτευξη της πλειοψηφίας (αναλογική εφαρμογή άρ. 128 §3).

    Διαφέρει, ωστόσο, η περίπτωση ύπαρξης κωλύματος συμμετοχής στο πρόσωπο του αντιπροσώπου (λ.χ. σύγκρουση συμφερόντων). Στην περίπτωση αυτή, ο αντιπροσωπευόμενος πρέπει να παράσχει στον αντιπρόσωπο ειδική εντολή αναφορικά με την άσκηση και το περιεχόμενο ψήφου (5834/1991 ΜονΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Μη ανεκτή, πάντως, παραμένει η συμμετοχή με αντιπρόσωπο σε συνεδρίαση του ΔΣ όταν στο πρόσωπο του αντιπροσωπευόμενου μέλους συντρέχει κώλυμα συμμετοχής (λ.χ. σύγκρουση συμφερόντων).

     

    Μολονότι όχι το ανώτατο, σίγουρα θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως το ΔΣ είναι το περισσότερο σημαντικό όργανο της ΑΕ. Η εμπλοκή του, εξάλλου, στον καθορισμό της στρατηγικής, έγκρισης του business plan, του προϋπολογισμού, των οικονομικών καταστάσεων και, γενικότερα, στη λήψη σημαντικών αποφάσεων, καταδεικνύουν του λόγου το αληθές. Ακριβώς όμως λόγω της σημασίας του ΔΣ, ευνόητο είναι πως θα πρέπει να διαφυλάσσεται, ως κόρη οφθαλμού, η συμμετοχή των μελών του αλλά και ευθυγράμμιση με όσα ο νόμος αλλά και το καταστατικό αξιώνουν για τη λειτουργία του. Καθώς, μάλιστα, ο νόμος παρέχει ικανά, σχετικά, περιθώρια το καταστατικό οφείλει να προσαρμόζεται στις ανάγκες της καθεμιάς ΑΕ και, προεχόντως, στους κανόνες που οι μέτοχοι της θέτουν. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το ΔΣ αναγκαίο να αποτυπώνονται, για τους προαναφερθέντες (και πολλούς, άλλους, λόγους) στα σχετικά πρακτικά του. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Φεβρουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Πρόεδρος, Σύγκληση και Συνεδριάσεις ΔΣ

    Πρόεδρος, Σύγκληση και Συνεδριάσεις ΔΣ

    Ο πολυσήμαντος ρόλος του ΔΣ μας απασχόλησε, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Μας απασχόλησε, επίσης, η λειτουργία και τα μέλη του˙ ο κανόνας και οι εξαιρέσεις του όσον αφορά τον τρόπο εκλογής των μελών και των αναπληρωματικών τους˙ οι προϋποθέσεις εκλογιμότητας και τα ελαττώματα εκλογής ή διορισμού τους. Τέλος, το εύρος των εξουσιών του ΔΣ και η δυνατότητα ορισμού υποκατάστατων οργάνων. Θα μας απασχολήσουν, εδώ, ζητήματα σχετικά με τη σύγκληση του ΔΣ: ο τόπος, ο χρόνος και οι προϋποθέσεις νομότυπης σύγκλησης. Επίσης, ο επικεφαλής του: ο Πρόεδρος του ΔΣ και ο ρόλος του.

     

    Ο Πρόεδρος Του ΔΣ

    Γενικά

    Ο ρόλος του προέδρου του ΔΣ αξιολογείται ως κρίσιμος για τη λειτουργία του ΔΣ.

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, ό,τι ίσχυε σχετικά με τον πρόεδρο του ΔΣ (και τον αναπληρωτή του) είχε διαμορφωθεί στη πράξη με βάση, συνήθως, σχετικές καταστατικές ρυθμίσεις. Υπό το ισχύον καθεστώς, κρίθηκε σκόπιμο να υπάρξουν τέτοιες προβλέψεις στον νόμο για λόγους πληρότητας και προς αποφυγή αμφισβητήσεων, λαμβανομένων υπόψη: (α) της ύπαρξης διάσπαρτων αναφορών στον νόμο για τις ΑΕ σχετικά με τις αρμοδιότητες του προέδρου (και του αναπληρωτή του) και (β) της έλλειψης πρόβλεψης για την περίπτωση μη ορισμού προέδρου (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρθρου 89).

    Η σχετική νομοθετική διάταξη (άρ. 89 ν. 4548/2018) ρυθμίζει ζητήματα σχετικά με την εκλογή (ή ορισμό) του προέδρου και του αναπληρωτή του, την αντικατάσταση τους καθώς και τις αρμοδιότητες του προέδρου.

    Εκλογή/Ορισμός Προέδρου ΔΣ (Και Αναπληρωτή)

    Όπως προβλέπεται στον νόμο (άρ. 89 §1), ο πρόεδρος εκλέγεται (συνήθως) από το ΔΣ, κατά τη συγκρότησή του σε σώμα. Η εκλογή του ενδέχεται να εξαρτάται από συγκεκριμένους όρους, που προβλέπονται στο καταστατικό.

    Είναι δυνατός ο διορισμός του πρώτου προέδρου από το καταστατικό-κατά το στάδιο ίδρυσης της ΑΕ. Επίσης και από τη ΓΣ κατά την εκλογή των μελών του ΔΣ. Συνάγεται, λοιπόν, σαφώς, πως ο πρόεδρος του ΔΣ πρέπει να είναι και μέλος του. Υπάρχει, όμως, μια σημαντική εξαίρεση: εφόσον δεν υπάρχει πρόεδρος (ούτε αναπληρωτής του), καθήκοντα προέδρου μπορεί να ασκήσει, προσωρινά, ο μέτοχος με τον μεγαλύτερο αριθμό δικαιωμάτων ψήφου (άρ. 89 §1). Σκοπός της συγκεκριμένης ρύθμισης είναι η αντιμετώπιση επειγουσών καταστάσεων που δημιουργούνται σε περίπτωση έλλειψης του προέδρου (και του αναπληρωτή του). Τα καθήκοντα του εν λόγω (προσωρινού) προέδρου μπορεί να είναι η σύγκληση του ΔΣ για την εκλογή (νέου) προέδρου και η έκδοση αντιγράφων πρακτικών ΔΣ και ΓΣ.

    Το καταστατικό, η ΓΣ ή/και το ΔΣ είναι δυνατό να εκλέξουν, επίσης, αναπληρωτή του προέδρου (συνήθως: αντιπρόεδρο), με σκοπό την αναπλήρωσή του σε περιπτώσεις κωλύματος ή απουσίας του.

    Αντικατάσταση

    Το ΔΣ μπορεί (άρ. 89 §2) να αντικαταστήσει τον πρόεδρο και τον αναπληρωτή του-οποτεδήποτε.

    Για τη λήψη της σχετικής απόφασης του ΔΣ, εφόσον δεν υφίσταται ειδικότερη ρύθμιση, απαιτείται απλή απαρτία και πλειοψηφία (κατ’ άρ. 92 §§1 και 2). Ωστόσο, σε περίπτωση που ο πρόεδρος και ο αναπληρωτής έχουν ορισθεί από το καταστατικό ή τη ΓΣ, τότε απαιτείται αυξημένη απαρτία (2/3 του συνόλου των μελών) και πλειοψηφία (2/3 των παρόντων) για την απόφαση αντικατάστασής τους.

    Εφόσον λάβει χώρα αντικατάσταση (ή και παραίτηση) του προέδρου (ή του αναπληρωτή του), τούτος εξακολουθεί να παραμένει απλό μέλος του ΔΣ.

    Αρμοδιότητες

    Ο πρόεδρος του ΔΣ ασκεί τις αρμοδιότητες που προβλέπει ο νόμος και το καταστατικό (άρ. 89 §3). Οι αρμοδιότητές του είναι, κυρίως, συντονιστικής φύσεως αναφορικά με τη λειτουργία του ΔΣ. Ο πρόεδρος συγκαλεί το ΔΣ και προσδιορίζει την ημερήσια διάταξη (άρ. 91 §2). Επιφορτίζεται με την αρμοδιότητα να παραλαμβάνει αιτήσεις σύγκλησης του οργάνου. Κρίνει για την καταχώριση γνώμης στα πρακτικά του ΔΣ και εκδίδει αντίγραφά τους (άρ. 93 §§1 και 2 αντίστοιχα). Δίδει το λόγο στα αναπληρωματικά μέλη για να μιλήσουν στο ΔΣ (81 §3). Η ψήφος του προέδρου υπερισχύει, επί ισοψηφίας, για τη λήψη απόφασης του ΔΣ-εφόσον υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη. Στον πρόεδρο του ΔΣ, κατά μία άποψη, είναι δυνατό να παρασχεθεί δικαίωμα veto κατά τη λήψη αποφάσεων του ΔΣ.

    Πέραν των ως άνω, σημαντικών για τη λειτουργία του ΔΣ αρμοδιοτήτων, ο πρόεδρος του ΔΣ υπογράφει το τροποποιημένο καταστατικό (άρ. 4 §3). Παραλαμβάνει αιτήματα σύγκλησης της ΓΣ (άρ. 121 §2 και 141 §1). Ορίζεται προσωρινός πρόεδρος της ΓΣ μέχρι την εκλογή του οριστικού της προέδρου (άρ. 129). Υπογράφει τον ισολογισμό (άρ. 147 §1).

    Ο πρόεδρος του ΔΣ είναι δυνατό να είναι και διευθύνων σύμβουλος της ΑΕ (ή να έχει τέτοιες αρμοδιότητες, ως εκτελεστικός πρόεδρος)-εφόσον, όμως, δεν προβλέπεται διαφορετικά, όπως λ.χ. στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

     

    Τόπος Συνεδρίασης ΔΣ

    Φυσική συνεδρίαση

    Κατά τον γενικό κανόνα, το ΔΣ οφείλει να συνεδριάζει στον δήμο όπου η έδρα της ΑΕ (άρ. 90 §1). Στο καταστατικό είναι δυνατό να προβλέπεται και άλλος τόπος συνεδρίασης του ΔΣ- στην ημεδαπή ή αλλοδαπή (άρ. 90 §2). Σε περίπτωση περισσότερων ενναλακτικών, η επιλογή του τόπου συνεδρίασης του ΔΣ εναπόκειται στον πρόεδρο που το συγκαλεί. Το ΔΣ, όμως, συνεδριάζει έγκυρα και σε οποιονδήποτε (άλλο) τόπο, εφόσον παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη του και κανείς δεν αντιλέγει (άρ. 90 §3). Ομοίως, στην περίπτωση αυτή, η επιλογή του τόπου συνεδρίασης ανήκει στον πρόεδρο του ΔΣ. Ο τελευταίος οφείλει όμως να εξασφαλίζει, εκ των προτέρων, τη συγκατάθεση των μελών του ΔΣ για την εκτός έδρας συνεδρίαση.

    Τηλεδιάσκεψη

    Εφόσον υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη, η πρόσκληση για συνεδρίαση του ΔΣ μπορεί να προβλέπει ότι θα διεξαχθεί με τηλεδιάσκεψη (άρ. 90 §4) ως προς ορισμένα ή/και ως προς όλα τα μέλη του. Στην περίπτωση αυτή η πρόσκληση πρέπει να περιλαμβάνει τις αναγκαίες πληροφορίες και τεχνικές οδηγίες για τη συμμετοχή των μελών στη συνεδρίαση. Με τον συγκεκριμένο τρόπο είναι δυνατό να συνεδριάσει (συνολικά) το ΔΣ, εφόσον συναινεί το σύνολο των μελών του-ανεξάρτητα από καταστατικές ρυθμίσεις..

    Κάθε μέλος του ΔΣ δικαιούται, υπό προϋποθέσεις (άρ. 90 §5), να αξιώσει τη διεξαγωγή της συνεδρίασης με τηλεδιάσκεψη μόνον για το ίδιο. Συγκεκριμένα, εφόσον: (α) κατοικεί σε άλλη χώρα από εκείνη όπου λαμβάνει χώρα η συνεδρίαση ή (β) υπάρχει άλλος σπουδαίος λόγος, ιδίως ασθένεια, αναπηρία ή επιδημία.

     

    Συχνότητα Συνεδριάσεων του ΔΣ

    Ως προς τη συχνότητα των συνεδριάσεων δεν προβλέπεται ελάχιστος αριθμός ούτε και για συνεδριάσεις ανά συγκεκριμένα, τακτικά, διαστήματα. Το ΔΣ συνεδριάζει κάθε φορά που ο νόμος, το καταστατικό ή οι ανάγκες της εταιρείας το απαιτούν (άρ. 91 §1).

     

    Σύγκληση Του ΔΣ

    Αρμοδιότητα Σύγκλησης & Πρόσκληση

    Το ΔΣ, όπως ήδη διαπιστώσαμε, συγκαλεί ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του (άρ. 91 §2, εδ. α΄) ή, επί ελλείψεώς τους, ο πλειοψηφών μέτοχος (αρ. 89 §1).

    Για τη νόμιμη σύγκληση του ΔΣ και, κατ’ επέκταση, την έγκυρη λήψη αποφάσεών του, απαιτείται έγκαιρη πρόσκληση των μελών του: (α) δύο εργάσιμες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση ή (β) πέντε εργάσιμες ημέρες, αν η συνεδρίαση πρόκειται να διεξαχθεί εκτός της έδρας της εταιρείας (άρ. 91 §2, εδ. α΄). Για τις προθεσμίες αυτές δεν συνυπολογίζεται η ημέρα πρόσκλησης και η ημέρα συνεδρίασης του ΔΣ. Δεν απαιτείται δημοσίευση της πρόσκλησης στο Γ.Ε.ΜΗ ούτε και επίσημη επίδοση της πρόσκλησης στα μέλη του ΔΣ με δικαστικό επιμελητή (κατά τα άρ. 122 επ. ΚΠολΔ). Αρκεί γνωστοποίησή της με οποιανδήποτε πρόσφορο τρόπο (4377/2004 ΠολΠρωτΑθ)–λ.χ. στο e-mail που έχει δηλωθεί στην ΑΕ.

    Περαιτέρω, στην πρόσκληση πρέπει να αναγράφονται με σαφήνεια τα θέματα της ημερήσιας διάταξης. Θέματα που δεν αναγράφονται στην ημερήσια διάταξη, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο λήψης απόφασης εφόσον παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται όλα τα μέλη του ΔΣ και κανείς δεν αντιλέγει στη λήψη αποφάσεων επ’ αυτών (άρ. 91 §2, εδ. β΄).

    Σύγκληση Κατόπιν Αιτήματος Δύο Μελών ΔΣ

    Η πρωτοβουλία, αρμοδιότητα και εξουσία σύγκλησης του ΔΣ και καθορισμού των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης δεν ανήκει, περιοριστικά, στον πρόεδρό του. Τη σύγκληση του ΔΣ μπορεί να ζητήσουν δύο τουλάχιστον από τα μέλη του με (γραπτή-προτιμητέο) αίτησή τους προς τον πρόεδρο ή τον αναπληρωτή του. Οι τελευταίοι υποχρεούνται να συγκαλέσουν εγκαίρως το ΔΣ, ώστε τούτο να συνέλθει εντός επτά (ημερολογιακών) ημερών από την υποβολή της αίτησης.

    Εφόσον δεν συγκληθεί το ΔΣ (από τον πρόεδρο ή τον αναπληρωτή του) μέσα στη συγκεκριμένη επταήμερη προθεσμία, επιτρέπεται στα αιτούντα μέλη να συγκαλέσουν οι ίδιοι το ΔΣ. Τη σχετική πρόσκληση είναι δυνατό να απευθύνουν στα λοιπά μέλη εντός πενθημέρου μετά την παρέλευση της προηγηθείσας, άπρακτης, επταήμερης. Εάν παρέλθει άπρακτη η πενθήμερη προθεσμία, θεωρείται ότι παραιτήθηκαν (τα αιτούντα μέλη) από το δικαίωμα σύγκλησής του.

    Διαφοροποίηση Προϋποθέσεων Και Προθεσμιών Σύγκλησης ΔΣ

    Κατά παρέκκλιση των διατυπώσεων δημοσιότητας και των προθεσμιών που θέτει ο νόμος (αρ. 91), είναι δυνατή, με καταστατική πρόβλεψη, η σύντμηση των προθεσμιών σύγκλησης του ΔΣ όπως και ο καθορισμός άλλων διατυπώσεων. Η συγκεκριμένη δυνατότητα αφορά, αποκλειστικά, μη εισηγμένες ΑΕ. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι όποιες καταστατικές ρυθμίσεις δεν θα πρέπει να καθιστούν δυσχερέστερη, εν τέλει, τη σύγκληση του ΔΣ.

     

    Ο ρόλος του Προέδρου του ΔΣ της ΑΕ είναι κομβικός για τη λειτουργία του οργάνου και, εν τέλει, της ΑΕ. Είναι εκείνος που μεριμνά, μεταξύ άλλων, για τη σύγκληση, συνεδριάσεις και ομαλή λειτουργία του ΔΣ. Στην περίπτωση, πάντως, που ολιγωρεί, αδυνατεί ή αρνείται να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, παρέχονται από το νόμο σημαντικές ευχέρειες και ικανές διασφαλιστικές δικλείδες. Η αξιοποίησή τους επιβάλλεται όχι μόνον μέσω της ενεργοποίησης των λοιπών μελών του ΔΣ και, ενδεχομένως, των μετόχων αλλά και μέσω των κατάλληλων καταστατικών ρυθμίσεων. Είναι δεδομένο πως όλα τούτα θα λειτουργήσουν υπέρ της ΑΕ. Θα συμβάλλουν, επίσης, στην ομαλή και βέλτιστη λήψη των κατάλληλων αποφάσεων του ΔΣ περί των οποίων, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 29 Ιανουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Εσωτερικός έλεγχος και Εκτελεστική επιτροπή ΑΕ

    Εσωτερικός έλεγχος και Εκτελεστική επιτροπή ΑΕ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η δυνατότητα (αλλά και ανάγκη) ανάθεσης μέρους της (οργανικής) εξουσίας από το ΔΣ σε υποκατάστατα όργανα του. Στο πλαίσιο αυτό και η ύπαρξη Εκτελεστικής Επιτροπής, η οποία μπορεί και πρέπει να λειτουργεί ως mini ΔΣ, λογοδοτώντας, πάντως, σε αυτό. Με αφορμή τα υποκατάστατα όργανα του ΔΣ διαπιστώσαμε και την αξία σχεδιασμού ενός ασφαλούς συστήματος δέσμευσης και εκπροσώπησης της εταιρείας˙ για την προστασία, προεχόντως, της ΑΕ και των εμπλεκομένων προσώπων. Προς την τελευταία κατεύθυνση, εξάλλου, κινείται η (πάντοτε πολύτιμη) δυνατότητα θέσπισης Εσωτερικού Ελέγχου της ΑΕ. Περί αυτών, το παρόν.

     

    Εσωτερικοί Ελεγκτές

    Γενικά

    Το θέμα της διαχείρισης κινδύνων της ΑΕ (:enterprise risk management-τμήμα της οποίας αποτελεί ο εσωτερικός έλεγχος της ΑΕ) είναι εξαιρετικά σημαντικό και ιδιαίτερα ευρύ. Περιοριζόμαστε, εδώ-κατ’ ανάγκην, στις προβλέψεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 87 §1 περ. β’ ν. 4548/2018) για την εγκαθίδρυση συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Το καταστατικό της ΑΕ, κατά τον νόμο, μπορεί να επιτρέπει στο ΔΣ (ή, κατά περίπτωση, να το υποχρεώνει) να αναθέτει τον εσωτερικό της έλεγχο σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα-μη μέλη του. Η αξιοποίηση της συγκεκριμένης ευχέρειας, ειδικά για τις μη εισηγμένες ΑΕ, μπορεί (και πρέπει) να λειτουργήσει ως εργαλείο εκσυγχρονισμού και διαφάνειας. Πολύ περισσότερο αν η φύση, η μετοχική σύνθεση ή το σύστημα διοίκησης και εκπροσώπησής της το απαιτούν.

    Προϋποθέσεις

    (α) Καταστατική πρόβλεψη: Απαραίτητη, καταρχάς, προϋπόθεση να προβαίνει το ΔΣ σε ανάθεση εσωτερικού ελέγχου (σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα) είναι η ύπαρξη ρητής, σχετικής, καταστατικής πρόβλεψης. Η σχετική ανάθεση από μέρους του ΔΣ θα προκύπτει ως προαιρετική ή υποχρεωτική, ανάλογα με τα καταστατικώς οριζόμενα.

    Για συγκεκριμένες, όμως, κατηγορίες ΑΕ η λειτουργία ανεξάρτητης μονάδας εσωτερικού ελέγχου εκφεύγει των καταστατικών ευχερειών. Είναι, αντιθέτως, επιβεβλημένη από ειδικές νομοθετικές διατάξεις. Ο λόγος, κυρίως, για τις εισηγμένες ΑΕ (άρ. 15 και 16 ν. 4706/2020 για την εταιρική διακυβέρνηση), τις εταιρείες του γενικότερου χρηματοπιστωτικού τομέα (λ.χ. τα πιστωτικά ιδρύματα) και τις επιχειρήσεις δημοσίου ενδιαφέροντος (άρ. 44 ν. 4449/2017). Στην πρωτοβουλία των μετόχων θα παραμείνει, στις τελευταίες περιπτώσεις, η περαιτέρω διεύρυνση του περιεχομένου και της έκτασης των αρμοδιοτήτων των εσωτερικών ελεγκτών.

    Δεν θα πρέπει, πάντως, να υπάρξει σύγχυση των εσωτερικών ελεγκτών με τους εξωτερικούς-τακτικούς. Στην αποκλειστική αρμοδιότητα των τελευταίων ανήκει η πραγματοποίηση του τακτικού-ετήσιου ελέγχου των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της εταιρείας, όπου απαιτείται.

    (β) Ιδιότητα εσωτερικών ελεγκτών: Περαιτέρω προϋπόθεση αποτελεί η ανάθεση εσωτερικού ελέγχου σε τρίτους-μη μέλη του ΔΣ. Αντίθετα, η δυνατότητα ανάθεσης του εσωτερικού ελέγχου της εταιρείας σε μέλη του ΔΣ, όπως αυτή προβλεπόταν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς (άρ. 22 §3 εδ. γ’ του ν. 2190/1920), έχει πλέον, καταργηθεί. Σκοπό της κατάργησης αυτής αποτελεί η αποφυγή δημιουργίας καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων. Επίσης, η διασφάλιση αμεροληψίας και ανεξαρτησίας στο πρόσωπο των ελεγκτών κατά την άσκηση των εξουσιών τους (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 87).

    Η μη κατοχή της ιδιότητας του μέλους του ΔΣ, αποτελεί, επομένως, προϋπόθεση για τη νόμιμη συγκρότηση της υπηρεσίας εσωτερικού ελέγχου. Τα αντίστοιχα, αυτονοήτως, ισχύουν και επί των ειδικών κατηγοριών ΑΕ που προαναφέρθηκαν.

    Αρμοδιότητες

    Οι αρμοδιότητες των εσωτερικών ελεγκτών δεν προσδιορίζονται στον νόμο. Σε αυτούς ανατίθεται, καταρχάς, η εξουσία διενέργειας οικονομικής φύσεως ελέγχων στην ΑΕ. Υποστηρίζεται, ωστόσο, ότι ο ρόλος τους δεν εξαντλείται, αποκλειστικά, στην ιδιότητά τους ως ελεγκτικά όργανα για οικονομικά θέματα. Αντίθετα, αναλαμβάνουν στη θέση του ΔΣ (κατ’ αναλογική εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων για τις εισηγμένες) και ορισμένα εποπτικά καθήκοντα. Ειδικότερα, καθίστανται αρμόδιοι για την προάσπιση της σύννομης λειτουργίας της ΑΕ και την προάσπιση των συμφερόντων της.

    Στην εξουσία τους (κατ’ ακρίβεια: στις υποχρεώσεις τους), ανήκει -ενδεικτικά- η παρακολούθηση της εφαρμογής των καταστατικών διατάξεων και νομοθετικών υποχρεώσεων. Οφείλουν, επιπλέον, να αναφέρουν στο ΔΣ τυχόν περιστατικά σύγκρουσης συμφερόντων (μεταξύ των μελών του ΔΣ και της εταιρείας) με σκοπό τη λήψη των κατάλληλων μέτρων. Συνεργάζονται δε, εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο, με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές. Σε κάθε περίπτωση, οι εσωτερικοί ελεγκτές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση (και) στις απόρρητες πληροφορίες της εταιρείας.

    Σχέση Εσωτερικών Ελεγκτών-ΑΕ

    Οι εσωτερικοί ελεγκτές (σε αντίθεση με τα υποκατάστατα όργανα) δεν ασκούν οργανικές εξουσίες διαχείρισης και εκπροσώπησης. Αντίθετα, μεταξύ αυτών και της ΑΕ, υφίσταται, αποκλειστικά, κάποιου είδους συμβατική σχέση (ενδ.: παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών, εξαρτημένης εργασίας). Αναφέρονται στο ΔΣ.

    Υποανάθεση εκ μέρους των ελεγκτών των αρμοδιοτήτων τους είναι εφικτή, μόνο, κατά πληρεξουσιότητα. Ο διορισμός υποκατάστατων οργάνων από μέρους τους εκφεύγει των δυνατοτήτων τους.

     

    Εκτελεστική Επιτροπή

    Γενικά

    Πέραν των εσωτερικών ελεγκτών, στην ίδια, περί αρμοδιοτήτων, διάταξη συναντούμε μια σημαντική καινοτομία: τη δυνατότητα σύστασης εκτελεστικής επιτροπής στους κόλπους τους ΔΣ της ΑΕ (άρ. 87 §4 ν.4548/2018). Όπως ρητά προβλέπεται, με διάταξη του καταστατικού ή με απόφαση του ΔΣ, εφόσον το καταστατικό το επιτρέπει, είναι δυνατή η συγκρότηση εκτελεστικής επιτροπής. Στην εν λόγω επιτροπή ανατίθενται συγκεκριμένες εξουσίες ή αρμοδιότητες του ΔΣ. Μέλη της εκτελεστικής επιτροπής μπορεί να είναι τόσο μέλη του ΔΣ όσο και τρίτοι (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 87).

    Με την συγκεκριμένη πρόβλεψη αποσαφηνίστηκε, καταρχάς, το επιτρεπτό της σύστασης τέτοιων επιτροπών και καθιερώθηκε ο ρόλος τους. Το επιτρεπτό της σύσταση και λειτουργίας τους αμφισβητούνταν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς. Αμφισβητούνταν δε, ειδικότερα, το αν η δυνατότητα ανάθεσης καθηκόντων του ΔΣ σε συγκεκριμένα μέλη του μπορούσε να περιλαμβάνει και τη δημιουργία επιτροπής με δυνατότητα λήψης αποφάσεων (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 87). Να διευκρινισθεί, πάντως, ότι  (και υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό πλαίσιο) στην πράξη τέτοια όργανα υπήρχαν και επιτυχώς, κατά κανόνα, λειτουργούσαν και ελάμβαναν αποφάσεις.

    Κατά παρέκκλιση, επομένως, από τα πρότυπα του -κατά τα λοιπά καθιερωμένου στην Ελλάδα- μονιστικού συστήματος, η λειτουργία της εν λόγω εκτελεστικής δομής στο πλαίσιο της ΑΕ προσομοιάζει, ως φαίνεται, στο δυαδικό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης (το οποίο απαρτίζεται από δύο όργανα: το εποπτικό και το διαχειριστικό).

    Προϋποθέσεις Σύννομης Σύστασης

    Καταστατική πρόβλεψη: Η σύσταση της εκτελεστικής επιτροπής δεν θα μπορούσε παρά να απαιτεί ειδική καταστατική πρόβλεψη. Αυτή είναι δυνατό να αφορά (εκτός από το επιτρεπτό της σύστασής της) και λοιπά, επιμέρους, ζητήματα. Λ.χ.: τη σύνθεσή της, τις αρμοδιότητες, τα καθήκοντα και τον τρόπο λήψης των αποφάσεων. Επίσης, κάθε άλλο θέμα που αφορά τη λειτουργία της. Σημειώνεται ότι, όπως ήδη έχουμε επισημάνει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, η συγκεκριμένη δυνατότητα «απευθείας» καταστατικής ρύθμισης τέτοιων ζητημάτων δεν καταλείπεται ως προς το ΔΣ της εταιρείας (με εξαίρεση τη σύνθεση και αρμοδιότητες του πρώτου ΔΣ).

    Δεν αποκλείεται, ωστόσο, τόσο η απόφαση περί συγκρότησης, όσο και των επιμέρους ζητημάτων λειτουργίας της εκτελεστικής επιτροπής να ανήκει στο ίδιο το ΔΣ. Προϋποτίθεται, και στην περίπτωση αυτή, προηγούμενη/σχετική, καταστατική ρύθμιση.

    Αρμοδιότητες

    Εάν και δεν ορίζεται ρητά, στα ανατεθειμένα καθήκοντα της εν λόγω επιτροπής φαίνεται να ανήκουν «εκτελεστικές» αρμοδιότητες του ΔΣ. Σύμφωνα και με όσα ισχύουν ως προς τους υποκατάστατους, απαγορεύεται ανάθεση στην εκτελεστική επιτροπή αρμοδιοτήτων που ανήκουν, από το νόμο, στο ΔΣ ως συλλογικό όργανο (ενδ.: έγκριση μεταβίβασης δεσμευμένων μετοχών, πιστοποίηση καταβολής μετοχικού κεφαλαίου). Στην εκτελεστική επιτροπή, πάντως, δεν είναι δυνατό να ανατεθούν εποπτικές αρμοδιότητες.

    Η εξουσία λήψης αποφάσεων δεν ανήκει, ωστόσο, στα κατ’ ιδίαν μέλη της εκτελεστικής επιτροπής. Αντίθετα, αρμόδια καθίσταται η ίδια ως (συλλογικό) όργανο. Συνεπώς, αυτή συνιστά, εν προκειμένω, «υποκατάστατο όργανο» του ΔΣ.

    Η ανάθεση εξουσιών στην εκτελεστική επιτροπή δεν ανατρέπει τη δεδομένη ευθύνη του ΔΣ και των μελών του. Το ΔΣ παραμένει επιφορτισμένο με το καθήκον επιμέλειας των εταιρικών υποθέσεων. Επίσης, με το καθήκον εποπτείας των ενεργειών των κατ’ ιδίαν μελών του-βεβαίως και της εκτελεστικής επιτροπής.

     

    Ιδιότητες Μελών ΔΣ

    Ειδικά ως προς τις εισηγμένες ΑΕ, τα μέλη του ΔΣ διακρίνονται, από τον νόμο, με βάση τα καθήκοντά τους σε εκτελεστικά, μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα (άρ. 5 επ. ν. 4706/2020). Το θέμα και εδώ είναι εξαιρετικά εκτεταμένο. Περιοριζόμαστε, κατ’ ανάγκη, στα απολύτως αναγκαία.

    Ανάλογη ρύθμιση για την διάκριση των μελών του ΔΣ δεν υφίσταται για τις μη εισηγμένες ΑΕ. Είναι δυνατή η αναλογική εφαρμογή των διατάξεων για την ανάγκη ύπαρξης εκτελεστικών, μη εκτελεστικών και ανεξάρτητων μελών του ΔΣ (αλλά και περί εταιρικής διακυβέρνησης-εν γένει) και στις μη εισηγμέντες ΑΕ. Αρκεί να υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη (άρ. 87 §5). Σε αυτή την περίπτωση, δεν εφαρμόζονται, για τις εν λόγω ΑΕ, οι εποπτικές και κυρωτικές εξουσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

    Αναφορικά, πάντως, με τις κοινές ΑΕ τυχόν εκτελεστική επιτροπή τους πλαισιώνουν συνήθως-κατά πλειοψηφία, εκτελεστικά μέλη του ΔΣ.

    Ο ρόλος των εκτελεστικών μελών του ΔΣ είναι νευραλγικός. Εμπλέκονται στην καθημερινή διοίκηση της εταιρείας και είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή της εταιρικής στρατηγικής. Επιτηρούνται, ωστόσο, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους από τα μη εκτελεστικά και ανεξάρτητα μέλη.

     

    Τη λειτουργία του ΔΣ της ΑΕ είναι δυνατό να επικουρεί, υπό προϋποθέσεις, εκτελεστική επιτροπή. Η τελευταία θα ενταχθεί, στην περίπτωση αυτή, στο σύστημα λήψης σημαντικών αποφάσεων. Θα περιορισθούν, στην περίπτωση αυτή, οι κίνδυνοι από την ανάθεσή τους σε μεμονωμένους εκπροσώπους. Θα αποφορτισθεί η λειτουργία ενός δυνητικά πολυμελούς ΔΣ, καθιστώντας περισσότερο ευέλικτη και αποτελεσματική τη λειτουργία του. Όλα τούτα, όμως, δεν αρκούν! Αναγκαίος προκύπτει ο (εσωτερικός) έλεγχος της ΑΕ και το αντίστοιχο πλαίσιο για την διασφάλιση της σύννομης και σύμφωνης με το καταστατικό και το νόμο λειτουργίας της˙ ανεξάρτητα, μάλιστα, από νομικές υποχρεώσεις που (στη συντριπτική πλειονότητα των ΑΕ) ελλείπουν.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 22 Ιανουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Αρμοδιότητες ΔΣ: Ανάθεση σε Μέλη ή Τρίτους

    Αρμοδιότητες ΔΣ: Ανάθεση σε Μέλη ή Τρίτους

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τον πολυσήμαντο ρόλο του ΔΣ. Eξετάσαμε, μεταξύ άλλων, τις αρμοδιότητες και εξουσίες του˙ επιπρόσθετα: το εύρος των εξουσιών του. Αναφερθήκαμε στην αρχή της συλλογικής δράσης του ΔΣ (άρ.77 §2 εδ. β’ ν. 4548/2018) αλλά και τις αποκλίσεις της˙ για τη δυνατότητα, λ.χ. ανάθεσης εξουσιών του ΔΣ σε μεμονωμένα μέλη του ή τρίτους. Περί των συγκεκριμένων αποκλίσεων, ειδικότερα, το παρόν.

     

    Διορισμός Υποκατάστατων Οργάνων

    Γενικά

    Ισχύει, γενικά, η (ενδοτικού δικαίου) αρχή πως το ΔΣ δρα συλλογικά. Η συγκεκριμένη, όμως, αρχή, δεν είναι ανεξαίρετη. Είναι δυνατό, λ.χ., το ΔΣ να αναθέτει τις εξουσίες της διαχείρισης και εκπροσώπησης της ΑΕ σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα (:φυσικά ή νομικά). Μέλη του ή μη. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα αναφέρονται, συνολικά, ως «υποκατάστατα» ή «υποδεέστερα».

    Η ανάθεση αρμοδιοτήτων του ΔΣ σε υποκατάστατα όργανα συνιστά, στην πράξη, τον κανόνα λειτουργίας του: το ΔΣ λειτουργεί δια των υποκατάστατων οργάνων του. Τούτο μοιάζει εύλογο. Απλοποιείται, με τον τρόπο αυτό, η καθημερινότητα της ΑΕ. Εξασφαλίζεται η ταχύτητα των συναλλαγών της. Καθίσταται αποτελεσματικότερη η άσκηση των καθηκόντων και έργου του ΔΣ. Διευκολύνεται η διαχείριση πολύπλοκων ζητημάτων.

    Προϋποθέσεις

    Η ανάθεση (οργανικών) εξουσιών σε υποκατάστατα όργανα απαιτεί την τήρηση όσων διατυπώσεων δημοσιότητας προβλέπονται (όχι, πάντως, αναγκαίων για την ισχύ της). Προϋποτίθεται, όμως, σωρευτικά: ύπαρξη ειδικής καταστατικής πρόβλεψης (άρ. 87 §1 εδ. α΄-1096/1976 ΟλΑΠ) και λήψη σχετικής απόφασης του ΔΣ. Αναλυτικότερα:

    (α) Καταστατική Πρόβλεψη: Η απαίτηση ύπαρξης ειδικής καταστατικής πρόβλεψης ως προϋπόθεση για την ανάθεση οργανικών εξουσιών σε υποκατάστατα όργανα δεν απορρέει μόνον από το νόμο για τις ΑΕ (:άρ. 87 §1 εδ. α΄). Αντίστοιχες προβλέψεις συναντώνται και σε άλλες διατάξεις (:άρ. 65, 67 και 68 ΑΚ-1085/2019 ΤΝΠ QUALEX). Οι προβλέψεις, ωστόσο, του νόμου για τις ΑΕ υπερισχύουν, ως ειδικότερες, έναντι εκείνων (1510/2006 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Σε περίπτωση ανυπαρξίας ειδικής καταστατικής πρόβλεψης, τυχόν ανάθεση εξουσίας εκπροσώπησης σε μέλος του ΔΣ ή τρίτο εξομοιώνεται με παροχή πληρεξουσιότητας (άρ. 211 ΑΚ επ. -1252/2016 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Το καταστατικό είναι δυνατό να ορίζει τους τομείς για τους οποίους το ΔΣ θα δικαιούται να προβαίνει σε ανάθεση εξουσιών διαχείρισης και εκπροσώπησης. Είναι δυνατό, επίσης, να θέτει πρόσθετους όρους. Να περιορίζει, λ.χ., τον κύκλο των υποψήφιων υποκατάστατων προσώπων με αποκλεισμό, ενδεικτικά, των τρίτων. Η τήρηση τέτοιου περιεχομένου όρων θα αποτελέσει πρόσθετη προϋπόθεση για τη νομιμότητα τυχόν ανάθεσης. Το καταστατικό είναι δυνατό, ταυτόχρονα, να ορίζει και τον τρόπο δράσης των υποκατάστατων οργάνων (λ.χ. με σύμπραξη περισσοτέρων ή για συγκεκριμένες, μόνον, συναλλαγές).

    Δεν αποκλείεται ο διορισμός υποκατάστατων οργάνων από μέρους του ΔΣ να ορίζεται από το καταστατικό ως επιβεβλημένος/υποχρεωτικός. Επικρατεί, όμως, διχογνωμία ως προς τη δεσμευτικότητα ενός τέτοιου διορισμού. Κατά την κρατούσα στη νομολογία (και ορθή) άποψη, γίνεται δεκτό ότι το ΔΣ οφείλει να συμμορφωθεί με την καταστατική «εντολή» (ενδ. 7119/2004 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στη θεωρία, αντίθετα, φαίνεται να κρατεί η θέση περί διατήρησης από το ΔΣ της διακριτικής ευχέρειας να επιλέξει εάν θα προβεί σε υποκατάσταση και, σε καταφατική περίπτωση, ποια επιμέρους πρόσωπα θα διορίσει.

    Ωστόσο, η προϋπόθεση της ειδικής καταστατικής πρόβλεψης επιδέχεται αποκλίσεις. Μεταξύ άλλων: (i) ο δικαστικός διορισμός ειδικού εκπροσώπου της εταιρείας για τη διεξαγωγή δίκης ακύρωσης απόφασης ΓΣ (άρ. 137 §3) και (ii) ο δικαστικός διορισμός ειδικού εκπροσώπου της εταιρείας για την άσκηση αγωγής κατά μελών του ΔΣ (άρ. 105).

    (β) Απόφαση Του ΔΣ: Εφόσον υπάρχει η απαιτούμενη καταστατική πρόβλεψη/δυνατότητα θα πρέπει να λάβει χώρα, στη συνέχεια, η λήψη της σχετικής απόφασης του ΔΣ για τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων του.

    Σημειώνεται, πάντως, πως είναι άκυρη τυχόν ανάθεση από το ΔΣ σε άλλο όργανο (λ.χ. στη ΓΣ ή τρίτο) της εξουσίας του να υποκαθίσταται (το ΔΣ) στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Τούτη η απαγόρευση, μάλιστα, μοιάζει εύλογη καθώς αντιβαίνει στην αρχή της αυτονομίας του. Εξάλλου, το ΔΣ είναι το πλέον κατάλληλο όργανο, όχι μόνο να αναθέτει και να προσδιορίζει τα υποκατάστατά του πρόσωπα, αλλά και να κατανέμει -κατά την κρίση του- τις μεταξύ τους αρμοδιότητες.

    Αποκλείεται, επίσης, για τους ίδιους λόγους, η απευθείας ανάθεση αρμοδιοτήτων σε μέλη του ΔΣ ή τρίτους από το καταστατικό. Πολλώ δε μάλλον στη βάση εξωεταιρικής συμφωνίας (68/2014 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Είναι όμως επιτρεπτός, κατ’ εξαίρεση, ο διορισμός του πρώτου ΔΣ κατά την ίδρυση της ΑΕ. Επίσης, η απόδοση των κατ’ ιδίαν αξιωμάτων (ενδ.: προέδρου, αντιπροέδρου, διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου). Η ανάθεση, τέλος,  αρμοδιοτήτων στα μέλη του ή τρίτους. Το ΔΣ, βέβαια, μπορεί (και στην τελευταία, αυτή περίπτωση) να προβεί, οποτεδήποτε, σε αναδιανομή ή/και ανάκληση των συγκεκριμένων αξιωμάτων και αρμοδιοτήτων (άρ. 87 §3). Τυχόν περιορισμός του συγκεκριμένου δικαιώματός του θα είναι άκυρος.

    (γ) Δημοσιότητα: Το έγκυρο του διορισμού υποκατάστατου οργάνου δεν απαιτεί την τήρηση συγκεκριμένου τύπου. Αρκεί η ειδική πρόβλεψη του καταστατικού και η σχετική απόφαση του ΔΣ που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Η τελευταία δεν απαιτείται να διατυπώνεται πανηγυρικά (1085/2019 ΤΝΠ QUALEX). Αρκεί από την απόφαση ανάθεσης να προκύπτει με σαφήνεια τέτοια βούληση (:στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζεται, μάλλον ακραία, ότι είναι ισχυρή ακόμα και η σιωπηρή ανάθεση εξουσιών).

    Η τήρηση, ωστόσο, διατυπώσεων δημοσιότητας κρίνεται απαραίτητη για το αντιτάξιμο της ανάθεσης έναντι των καλόπιστων τρίτων. Η σχετική δημοσίευση, έχει χαρακτήρα δηλωτικό-μόνον.

     

    Θέση Των Υποκατάστατων Οργάνων

    Η Φύση Των Εξουσιών

    Η απόφαση του ΔΣ για ορισμό υποκατάστατων οργάνων συνεπάγεται την από μέρους τους ανάληψη επιμέρους εξουσιών (:οργανικών) διαχείρισης και εκπροσώπησης της ΑΕ. Τα συγκεκριμένα υποκατάστατα όργανα αντλούν την εξουσία τους από το νόμο και το καταστατικό και ο δεσμός τους με την ΑΕ είναι ο ίδιος με αυτόν του ΔΣ (1086/2019 ΑΠ, ΤΝΠ QUALEX).

    Τα υποκατάστατα όργανα καθίστανται, με άλλα λόγια, όργανα της εταιρείας. Ισότιμα, μάλιστα, μεταξύ τους, καθώς όλα τα υποκατάστατα όργανα εξομοιώνονται από άποψη εξουσιών (άρα και ευθύνης), ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους ως μέλη του ΔΣ ή μη. Δημιουργείται οργανική σχέση ανάμεσα σε αυτά και την ΑΕ. Εξ’ ου και το όνομα «υποκατάστατα» ή αλλιώς «υποδεέστερα».

    Κατά λογική ακολουθία, επομένως, τα εν λόγω όργανα δεν λειτουργούν ως εντολοδόχοι/αντιπρόσωποι της ΑΕ˙ για την επιχείρηση εκ μέρους τους πράξεων διοίκησης δεν απαιτείται ειδική πληρεξουσιότητα.

    Οι Αρμοδιότητες

    Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων είναι δυνατό, κατ’ αρχήν, να αφορά το σύνολο ή μέρος των εξουσιών του ΔΣ. Στην αρμοδιότητα του υποκατάστατου μπορεί να ανήκει η επιχείρηση μιας κατηγορίας ή περισσότερων κατηγορικών πράξεων (σύναψη συμβάσεων με πελάτες, τραπεζικές συναλλαγές) ή συγκεκριμένων, μόνον, πράξεων (λ.χ. σύναψη συγκεκριμένης, μόνον, σύμβασης). Στην τελευταία, όμως περίπτωση, δεν δημιουργείται ανάγκη για τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας.

    Η υποκατάσταση, ωστόσο, αποκλείεται για τις εξουσίες εκείνες του ΔΣ που ανατίθενται από το νόμο και αφορούν, αποκλειστικά, τη δράση του ως συλλογικό όργανο. Ενδεικτικά: (α) η εξουσία έγκρισης μεταβίβασης δεσμευμένων μετοχών (άρ. 43) και (β) η πιστοποίηση καταβολής του κεφαλαίου (άρ. 20).

    Από το καταστατικό ή, συνηθέστερα, από την απόφαση του ΔΣ αναμένεται να προκύπτει εάν τα υποκατάστατα όργανα θα δρουν ατομικά ή συλλογικά. Θα ισχύει, σε διαφορετική περίπτωση, ο κανόνας της συλλογικής εκπροσώπησης.

    Η Σχέση Δράσης Υποκατάστατων & Δράσης ΔΣ

    Τα υποκατάστατα όργανα διαθέτουν παράλληλη εξουσία με το ΔΣ για την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων που τους ανατέθηκαν (330/2006 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ιεραρχικά ανώτερο και, ταυτόχρονα, βασικό όργανο διαχείρισης και εκπροσώπησης της ΑΕ παραμένει, σε κάθε περίπτωση, το ΔΣ. Οι υποκατάστατοι, επομένως, δρουν μεν ανεξάρτητα, οφείλουν, ωστόσο, να μην αγνοούν το ΔΣ. Περιορίζεται, έτσι, η αυτονομία που διαθέτουν στο πλαίσιο της οργανικής τους σχέσης με την εταιρεία.

    Το ΔΣ δικαιούται και υποχρεούται να εποπτεύει τα υποκατάστατα όργανα. Δικαιούται, ταυτόχρονα, να ενημερώνεται για την πορεία των εταιρικών υποθέσεων που τους έχει αναθέσει. Δικαιούται, αυτονοήτως, και να τροποποιεί (ακόμα και ανακαλεί) τις αρμοδιότητές τους.

    Η Διάρκεια Των Εξουσιών

    Η θητεία των υποκατάστατων οργάνων (γίνεται δεκτό ότι) ακολουθεί τη θητεία του ΔΣ από το οποίο διορίστηκαν. Επομένως, κατά την κρατούσα άποψη, η υποκατάσταση θα είναι μικρότερης ή ίσης διάρκειας με τη θητεία του εν λόγω ΔΣ. Εύλογα δε, καθώς η ανάθεση των αρμοδιοτήτων τους λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο απόφασης συγκεκριμένου ΔΣ. Υποστηρίζεται, ωστόσο-όχι ορθά κατά την άποψή μας, και η αντίθετη άποψη: περί απόλυτης ανεξαρτησίας και έλλειψης σύνδεσης μεταξύ των εν λόγω οργάνων και του ΔΣ, ως προς το χρονικό εύρος των εξουσιών τους.

    Επομένως, η λήξη της θητείας  του ΔΣ (ή τυχόν ανάκληση των μελών του) θα επιφέρει, αυτοδίκαια, αντίστοιχες συνέπειες και για τα υποκατάστατα όργανα.

    Το ΔΣ διαθέτει, όπως ήδη αναφέρθηκε, απόλυτη εξουσία ανάκλησης των υποκατάστατων οργάνων. Εάν ο ανακληθείς είναι μέλος του ΔΣ, θα παύσουν μεν οι εξουσίες που του ανατέθηκαν, η ιδιότητα, όμως,  του μέλους θα παραμείνει.

    Δυνατότητα ανάκλησης των υποκατάστατων οργάνων δεν έχει, κατ’ αρχήν, η ΓΣ. Εάν η ΓΣ ανακαλέσει, ωστόσο, μέλη του ΔΣ (όπως πάντοτε, μόνη αυτή δικαιούται να πράξει) θα ανακληθεί, αυτοδίκαια, τυχόν παράλληλη ιδιότητά τους ως υποκαταστάτων οργάνων. Σημειώνεται, πάντως, πως εάν πρόκειται για τρίτο (:μη μέλος του ΔΣ) υποκατάστατο όργανο, που διορίσθηκε με την ίδρυση της ΑΕ (άρ. 87 §3), η ΓΣ έχει την εξουσία να το ανακαλέσει τροποποιώντας, απλά, τη σχετική καταστατική ρύθμιση.

    Δυνατότητα Υποανάθεσης

    Το υποκατάστατο όργανο είναι δυνατό να προβεί σε περαιτέρω ανάθεση του συνόλου ή μέρους των αρμοδιοτήτων που του έχουν ανατεθεί σε άλλα μέλη του ΔΣ ή τρίτους.  Αρκεί να υφίστανται (άρ. 87 §2): (α) Έλλειψη σχετικής καταστατικής απαγόρευσης (:αρνητική προϋπόθεση) και (β) Πρόβλεψη στην απόφαση του ΔΣ της δυνατότητας περαιτέρω ανάθεσης (:θετική προϋπόθεση).

    Η περαιτέρω ανάθεση λαμβάνει χώρα με τις ίδιες προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ανάθεση. Παράλληλα, η περαιτέρω ανάθεση εξουσιών από υποκατάστατα όργανα σε άλλα «υπό-υποκατάστατα» συνεπάγεται, και γι’ αυτά, την απόκτηση οργανικών εξουσιών της εταιρείας. Ασκούν, σαφώς, τις αρμοδιότητές τους παράλληλα με τα υποκατάστατα όργανα και υπόκεινται στην εποπτεία των τελευταίων.

     

    Η λειτουργία της ΑΕ θα αποδεικνυόταν, πρακτικά, ανέφικτη στην περίπτωση που θα απαιτείτο συλλογική, αποκλειστικά, δράση των μελών του ΔΣ για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικής με την καθημερινότητά της. Η ανάθεση, επομένως, αρμοδιοτήτων (από μέρους του ΔΣ) σε υποκατάστατα όργανα προκύπτει ως απολύτως αναγκαία. Αντίστοιχα, όμως, σημαντικός αποδεικνύεται (και) ο σχεδιασμός του συστήματος δέσμευσης και εκπροσώπησης της εταιρείας. Όχι (μόνον) για την ευθυγράμμιση με τους κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης (και τα, πάντοτε πολύτιμα, κριτήρια ESG) αλλά και, ιδίως, για τη διασφάλιση της εταιρείας και των εμπλεκομένων. Στο πλαίσιο, πάντως, αυτό και η δυνατότητα θέσπισης Εσωτερικού Ελέγχου και Εκτελεστικής Επιτροπής, περί των οποίων, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 15 Ιανουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Το Εύρος Της Εξουσίας Του ΔΣ

    Το Εύρος Της Εξουσίας Του ΔΣ

    Ο πολυσήμαντος ρόλος του ΔΣ μας έχει απασχολήσει, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Αναφερθήκαμε εκεί, μεταξύ άλλων, στο καθήκον διοίκησης του ΔΣ. Επίσης, στο εύρος των αρμοδιοτήτων και της ευθύνης του. Προσεγγίσαμε, ακροθιγώς, τις αρμοδιότητές του για διαχείριση και εκπροσώπηση της ΑΕ (:εσωτερικές σχέσεις και σχέσεις με τρίτους-αντίστοιχα). Θα μας απασχολήσουν, και εδώ, οι συγκεκριμένες αρμοδιότητες υπό το πρίσμα, όμως, του κανόνα του απεριόριστου και μη περιορίσιμου της εξουσίας εκπροσώπησης.

     

    Οι Αρμοδιότητες Του ΔΣ

    Εξετάζοντας τις αρμοδιότητες του ΔΣ, μας απασχόλησαν, ήδη, οι σχετικές προβλέψεις του νόμου (άρ. 77 §1 ν. 4548/2018). Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτές, την ΑΕ διοικεί το ΔΣ. Περιεχόμενο της διοίκησης αποτελεί η διαχείριση αλλά και η δικαστική και εξώδικη εκπροσώπησή της. Κάθε πράξη διαχείρισης ανήκει στη διοίκηση της ΑΕ. Επίσης: κάθε πράξη εκπροσώπησης συνιστά, παράλληλα, πράξη διαχείρισης. Κάθε πράξη διαχείρισης, ωστόσο, δεν συνιστά και πράξη εκπροσώπησης.

    Ισχύουν όμως, παράλληλα, και οι λοιπές προβλέψεις του νόμου. Μεταξύ αυτών και εκείνη (άρ. 86§1) που προβλέπει πως το ΔΣ είναι αρμόδιο να αποφασίζει για κάθε πράξη που αφορά τη διοίκηση της εταιρείας, τη διαχείριση της περιουσίας της και, γενικά, την επιδίωξη του σκοπού της. Όσον αφορά μάλιστα την εκπλήρωση του εταιρικού σκοπού, η διοίκηση της ΑΕ είναι η λειτουργία εκείνη που τείνει, κατά κύριο λόγο, στην πραγμάτωσή του-με τη στενή έννοια.

     

    Ο Εταιρικός Σκοπός

    Ο όρος «εταιρικός σκοπός» χρησιμοποιείται υπό δύο έννοιες.

    Υπό την ευρύτερη έννοια του, ο εταιρικός σκοπός είναι που καθορίζει τη γενική κατεύθυνση της ΑΕ: αναφέρεται στο είδος της δραστηριότητάς της. Αντίθετα, η άσκηση της διοίκησης και διαχείρισης, γίνονται με γνώμονα και στόχο την πραγμάτωση, όπως ήδη σημειώθηκε, του εταιρικού σκοπού-υπό τη στενή έννοια του όρου. Την υλοποίηση και προώθηση, δηλ., του αντικειμένου της εταιρικής δραστηριότητας, όπως αυτό περιγράφεται στο καταστατικό της εταιρίας.

    Υπό την συγκεκριμένη έννοια, γίνεται δεκτό ότι ο εταιρικός σκοπός δεν περιορίζεται μόνο σε πράξεις που εμπίπτουν καθαρά στην άσκηση της εταιρικής δραστηριότητας. Περιλαμβάνει, αντίθετα, και ένα διευρυμένο κύκλο ενεργειών που εξυπηρετούν τους μακροπρόθεσμους στόχους της επιχείρησης, με βάση και την αντίληψη των συναλλαγών. Κατά τη νομολογία, τέτοιες ενέργειες συνιστούν, ενδεικτικά, η αποδοχή συναλλαγματικών ευκολίας ή η παροχή εγγυήσεων υπέρ τρίτου (67/2019 ΕφΔωδ, ΤΝΠ QUALEX).

     

    Πράξεις ΔΣ Εκτός Εταιρικού Σκοπού

    Ο Κανόνας Του Απεριόριστου Της Εξουσίας Εκπροσώπησης

    Ο κανόνας του απεριόριστου της εξουσίας εκπροσώπησης του ΔΣ θεμελιώνεται στο νόμο (άρ. 86 §2). Στοχεύει, μάλιστα, στην προστασία των τρίτων και των συναλλαγών.

    Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ρύθμιση, πράξεις του ΔΣ, ακόμη και αν είναι εκτός του εταιρικού σκοπού (είτε υπό την ευρεία είτε/και υπό την στενή του έννοια), δεσμεύουν την εταιρεία έναντι των τρίτων. Ο συγκεκριμένος κανόνας δεν είναι, ωστόσο, ανεξαίρετος.

    Ο εθνικός νομοθέτης αξιοποίησε τη δυνατότητα εξαίρεσης που προβλέπεται από την πρώτη εταιρική Οδηγία (2009/101/ΕΚ). Η εν λόγω Οδηγία επιτρέπει, συγκεκριμένα, εξαίρεση από τη δέσμευση της εταιρείας από πράξεις εκτός του εταιρικού σκοπού στην περίπτωση που οι τρίτοι γνώριζαν, πράγματι, τη σχετική υπέρβαση. Η γνώση δε αυτή είναι δυνατό είτε να αποδεικνύεται είτε να συνάγεται έμμεσα από το γεγονός ότι ο τρίτος δεν μπορούσε, από τις δεδομένες περιστάσεις, να την αγνοεί (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 86).

    Ο εθνικός νομοθέτης, σε αντίθεση με τον προϊσχύσαντα νόμο (α.ν. 2190/1920), δεν προέβλεψε ως εξαίρεση και την περίπτωση που ο τρίτος όφειλε να γνωρίζει την υπέρβαση. Απάλειψε, δηλαδή, τη φράση «ή όφειλε να τη γνωρίζει», η οποία καταλάμβανε και τρίτους που δεν γνώριζαν την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού επειδή δεν επέδειξαν την προσήκουσα επιμέλεια. Και τούτο γιατί το συγκεκριμένο ενδεχόμενο δεν φαινόταν να είναι σύμφωνο με την ως άνω Οδηγία (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 86).

    Η μη δέσμευση της ΑΕ (σύμφωνα με την κρατούσα άποψη στη θεωρία), δεν συντρέχει μόνον στις περιπτώσεις γνώσης από τον τρίτο της υπέρβασης του εταιρικού σκοπού, αλλά και στις περιπτώσεις της βαριάς του αμέλειας.

    Σημειώνεται, περαιτέρω, ότι η ίδια η ΑΕ βαρύνεται με την απόδειξη των περιστατικών που αίρουν τη δέσμευσή της. Το συγκεκριμένο, μάλιστα, βάρος απόδειξης δικαιολογείται από τον σκοπό του κανόνα του απεριόριστου της εξουσίας εκπροσώπησης: την προστασία, δηλ., των τρίτων και των συναλλαγών (άρ. 86 §2. εδ. β΄). Ωστόσο, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υφίσταται ολοφάνερη υπέρβαση του εταιρικού σκοπού, γίνεται δεκτό ότι δεν απαιτείται απόδειξη της γνώσης εκ μέρους του τρίτου. Στην περίπτωση, λ.χ., εκποίησης του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης (4839/1979 ΕφΑΘ, ΕΕμπΔ, 1980, 249, η οποία αφορά σε εκποίηση πρώτων υλών και εξοπλισμού ΕΠΕ).

    Προβλέπεται μάλιστα, ρητά, ότι δεν συνιστά απόδειξη της γνώσης του τρίτου μόνη η τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας ως προς το καταστατικό της εταιρείας ή τις τροποποιήσεις του (άρ. 86 §2. εδ. γ΄).

    Υποστηρίζεται, εύλογα πάντως, ότι η προστασία του τρίτου (ακόμη και καλόπιστου) δεν φθάνει, σε κάθε περίπτωση, έως το σημείο δέσμευσης της ΑΕ (και) για ενέργειες για τις οποίες από το νόμο δεν μπορεί να δεσμεύσει την εταιρεία το ΔΣ. Στην περίπτωση, λ.χ., που ανήκουν στην αρμοδιότητα της ΓΣ.

    Έννομες Συνέπειες

    Αν το ΔΣ προβεί σε πράξη καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού και ο τρίτος-συναλλασσόμενος είναι κακόπιστος ως προς το γεγονός της υπέρβασης, δημιουργούνται προβληματισμοί σχετικά με τις έννομες συνέπειες.

    Κατά μια άποψη η σύμβαση που το ΔΣ συνάπτει με τον κακόπιστο τρίτο πάσχει από απόλυτη ακυρότητα. Η ΑΕ δεν δεσμεύεται, στην περίπτωση αυτή. Την ακυρότητα μπορεί να επικαλεστεί, μάλιστα, οποιοσδήποτε.

    Κατ’ άλλη άποψη, η ακυρότητα είναι σχετική υπέρ της ΑΕ: εκείνη, μόνον, είναι που μπορεί να την προβάλει και αξιοποιήσει.

    Κατά τρίτη, ωστόσο, άποψη θα πρέπει να εφαρμοστούν, στην περίπτωση αυτή-αναλογικά, οι διατάξεις του νόμου (229επ. ΑΚ) σχετικά με την κατάχρηση πληρεξουσιότητας. Σύμφωνα με αυτήν, σύμβαση του ΔΣ, καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού με κακόπιστο τρίτο, εκκρεμεί για όσο χρόνο δεν αποφαίνεται η ΓΣ υπέρ ή κατά αυτής. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση που η ΓΣ, με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία, εγκρίνει την ως άνω σύμβαση, τούτη καθίσταται ισχυρή και δεσμεύει την ΑΕ. Αν όμως αποφασίσει, ρητά, τη μη έγκρισή της η ΑΕ δεν δεσμεύεται.

    Εκ περισσού να σημειωθεί ότι η ΑΕ είναι δυνατό να στραφεί κατά των μελών του ΔΣ που ενεργούν καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού-εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 102).

     

    Περιορισμοί Από Το Καταστατικό ή Τη ΓΣ

    Ο Κανόνας Του Μη Περιορίσιμου Της Εξουσίας Εκπροσώπησης

    Ο νόμος, επιπρόσθετα, είναι που καθιερώνει (αρ. 86§3) τον κανόνα του μη περιορίσιμου της οργανικής εξουσίας εκπροσώπησης-αποσκοπώντας, ομοίως, στην προστασία των τρίτων και των συναλλαγών. Προβλέπει, συγκεκριμένα, ότι περιορισμοί της εξουσίας του ΔΣ από το καταστατικό ή από απόφαση της ΓΣ δεν αντιτάσσονται στους τρίτους. Μάλιστα, ακόμα και αν έχουν υποβληθεί σε δημοσιότητα.

    Η διάταξη αυτή λαμβάνει υπόψη το περιορίσιμο της διαχειριστικής εξουσίας που καθίσταται επιτρεπτό. Συγκεκριμένα, τα μέλη του ΔΣ υποχρεούνται να τηρούν τους περιορισμούς της εξουσίας τους είτε αυτοί τίθενται από το καταστατικό είτε από τη ΓΣ.

    Έννομες συνέπειες

    Ωστόσο, σε περίπτωση μη τήρησης των περιορισμών αυτών από μέλη του ΔΣ, τούτοι δεν αντιτάσσονται έναντι των τρίτων-ακόμη και αν οι τελευταίοι τους γνώριζαν. Οι περιορισμοί αυτοί, δηλαδή, αναπτύσσουν -κατά κανόνα- ενέργεια μόνο στο πλαίσιο των εσωτερικών εταιρικών σχέσεων.

    Η συγκεκριμένη ρύθμιση (αρ. 86§3) δεν προβλέπει εξαίρεση από τον κανόνα του μη περιορίσιμου. Είναι σημαντικό, όμως, να σημειωθεί πως απόλυτη και ανεξαίρετη, διατύπωσή της, δημιουργεί κινδύνους για την ΑΕ: ακόμα και στην περίπτωση συμπαιγνίας ΔΣ και τρίτου με σκοπό τη μη τήρηση τυχόν περιορισμών, η ΑΕ (θα πρέπει να) δεσμεύεται από τη διενεργηθείσα, με τρόπο κακόπιστο, συναλλαγή. Μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν, προφανώς, επικίνδυνη για την ΑΕ. Υποστηρίζεται, και ορθά, η τελολογική συστολή της εν λόγω διάταξης: οι κακόπιστοι τρίτοι δεν θα πρέπει να προστατεύονται από το μη περιορίσιμο της εξουσίας εκπροσώπησης.

     

    Η προστασία εκείνων που λειτουργούν με κακή πίστη έναντι της ΑΕ δεν θα πρέπει να υπερτερεί έναντι της τελευταίας. Και ορθά. Κατά συνέπεια, πράξεις του ΔΣ, ακόμη και εκτός του εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την εταιρεία έναντι εκείνων που είτε δεν γνώριζαν είτε ανυπαίτια αγνοούσαν την σχετική υπέρβαση. Ταυτόχρονα, περιορισμοί της εξουσίας εκπροσώπησης του ΔΣ που τίθενται από το καταστατικό ή τη ΓΣ θα (πρέπει να) αντιταχθούν έναντι εκείνων, μόνον, που λειτουργούν με βάση κακή πίστη και πρόθεση βλάβης των συμφερόντων της ΑΕ. Συχνά όμως τα όρια μεταξύ καλής και κακής πίστης είναι, δυστυχώς, δυσδιάκριτα. Απαιτείται, κατά τούτο, ιδιαίτερη προσοχή σε συναλλαγές ιδιαίτερης σημασίας ή/και αξίας. Οι κίνδυνοι, σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα είναι αμελητέοι για την ΑΕ, τους (καλόπιστους) τρίτους και τις συναλλαγές.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 8 Ιανουαρίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ελαττώματα Εκλογής/Διορισμού Εκπροσώπων ΑΕ

    Ελαττώματα Εκλογής/Διορισμού Εκπροσώπων ΑΕ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με την εκλογή των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου: τον κανόνα (:εκλογή από τη ΓΣ) και τις εξαιρέσεις του. Ασχοληθήκαμε, επίσης, με τις προϋποθέσεις εκλογής και διορισμού μελών ΔΣ. Τι συμβαίνει όμως όταν υπάρχουν ελαττώματα στην εκλογή ή στον διορισμό των μελών ΔΣ ή/και των εκπροσώπων μιας ΑΕ;

     

    Το Μη Αντιτάξιμο των Ελαττωμάτων

    Λόγοι, οποιασδήποτε φύσης, που καθιστούν την εκλογή/διορισμό των μελών του ΔΣ και των εκπροσώπων της εταιρείας ελαττωματικούς δεν αντιτάσσονται έναντι των καλόπιστων τρίτων. Βαρύνουν, αντίθετα, την ίδια την εταιρεία. Προϋποτίθεται: (α) η τήρηση των σχετικών διατυπώσεων δημοσιότητας εκ μέρους της ΑΕ και (β) η άγνοια των τρίτων ως προς το σχετικό εσωτερικό ελάττωμα (άρ. 84 –το οποίο διατηρεί τη διάταξη του άρθρου 7ε του προϊσχύσαντος α.ν. 2190/1920 και απλώς μεταφέρεται συστηματικά στο κεφάλαιο περί ΔΣ˙ βλ. σχετ., Αιτ. Έκθ. ν. 4548/2018 επί άρ. 84).

    Με την συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή/ρύθμιση (:έκφανση της γενικότερης αρχής του φαινομένου δικαίου) προασπίζεται η (δικαιολογημένα) αυξημένη εμπιστοσύνη των τρίτων που συναλλάσσονται με την ΑΕ˙ εμπιστοσύνη που επιδεικνύουν στο περιεχόμενο (:αλήθεια και νομιμότητα) των προβληματικών μεν, δημοσιευμένων όμως στοιχείων της εταιρείας. Τον συναλλακτικό κίνδυνο επωμίζεται, επομένως, η ίδια η ΑΕ. Μοιάζει, τούτο, φυσιολογικό καθώς οι αβλεψίες και παρατυπίες κατά τον διορισμό της διοίκησης είναι δυνατό να οφείλονται ακόμα και σε απόφαση (ή παράλειψη) του ανώτατου οργάνου της ΑΕ, της ΓΣ. Η προστασία των τρίτων αναγκαία (και ορθά) υπερτερεί.

     

    Προϋποθέσεις εφαρμογής

    Εκπρόσωποι: Οργανική Εξουσία Εκπροσώπησης & Δημοσιότητα

    Το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της διάταξης καλύπτει τους εκπροσώπους της ΑΕ˙ τα πρόσωπα, δηλ., εκείνα στα οποία έχει παραχωρηθεί (οργανική) εξουσία εκπροσώπησης της ΑΕ και η εκλογή/διορισμός τους υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του νόμου (:άρ. 12 ν. 4548/2018).

    Στην έννοια του εκπροσώπου της ΑΕ εμπίπτουν τα μέλη του κατεξοχήν οργάνου εκπροσώπησης της εταιρείας: τα μέλη, δηλ., του ΔΣ. Μάλιστα, ανεξαρτήτως του τρόπου εκλογής ή διορισμού τους (ήτοι: από τη ΓΣ, απευθείας από μέτοχο, από το αρχικό καταστατικό ή από δικαστική απόφαση). Επίσης, τα αναπληρωματικά μέλη του ΔΣ και τα υποκατάστατα όργανα (:εκπρόσωποι της ΑΕ-μέλη ΔΣ ή τρίτοι). Επίσης, ο εκκαθαριστής (κατά το άρ. 167§ 5) και ο σύνδικος πτώχευσης (ο οποίος έχει εξουσία διαχείρισης της εταιρικής περιουσίας).

    Δεν υπάγονται, αντίθετα, στην ως άνω έννοια του εκπροσώπου της ΑΕ και, επομένως, στην προστασία του νόμου (άρ. 84) οι αντιπρόσωποι της ΑΕ. Εκείνοι, δηλ., που δεν τους έχει παραχωρηθεί (οργανική) εξουσία εκπροσώπησης αλλά λειτουργούν για πολύ συγκεκριμένες ενέργειες στη βάση πληρεξουσιότητας, που τους παραχωρείται από τους καθ’ ύλην αρμόδιους (κατά άρ. 211 επ. ΑΚ). Υπενθυμίζεται ότι, στην περίπτωση αυτή, τόσο ο πληρεξούσιος όσο και η εξουσία που του παραχωρείται να λειτουργεί στο όνομα και για λογαριασμό της ΑΕ δεν υποβάλλεται σε δημοσιότητα.

    Καλόπιστοι Τρίτοι

    Η προστασία των καλόπιστων τρίτων από το νόμο (:άρ. 84) αφορά εκείνους που είναι, πράγματι, τρίτοι έναντι της ΑΕ. Ως τρίτοι νοούνται, αρχικά, όσοι διατηρούν συναλλακτικές σχέσεις με την ΑΕ και εμπιστεύονται τη δημοσιότητα του Γ.Ε.ΜΗ. Τρίτος, με την έννοια αυτή, μπορεί να θεωρηθεί και μέτοχος της εταιρείας, ο οποίος συναλλάσσεται με την ΑΕ. Ωστόσο, εφόσον αποδειχθεί ότι γνώριζε την ελαττωματικότητα του διορισμού, δεν προστατεύεται από το νόμο. Τούτο συμβαίνει, λ.χ., στην περίπτωση ενεργούς συμμετοχής του στην εκλογή του ελαττωματικώς διορισθέντος εκπροσώπου.

    Προκειμένου ο τρίτος να τύχει της προστασίας του νόμου πρέπει να είναι, επιπρόσθετα, και καλόπιστος. Απαιτείται, δηλαδή, να μην γνώριζε, κατά τον κρίσιμο χρόνο συναλλαγής του με εκπρόσωπο της ΑΕ, το ελάττωμα διορισμού του τελευταίου. Δυνατότητα γνώσης του σχετικού ελαττώματος (και όχι θετική, εν τέλει, γνώση-ακόμα κι αν οφείλεται σε βαριά αμέλεια του τρίτου), δεν αρκεί.

    Το βάρος απόδειξης της γνώσης το φέρει η εταιρεία. Μεταγενέστερη της συναλλαγής γνώση ή κακή πίστη του τρίτου ούτε επηρεάζει τα δεδομένα ούτε και τον βλάπτει.

    Ελάττωμα Εκλογής/Διορισμού

    Η προστασία του νόμου για τον καλόπιστο τρίτο ενεργοποιείται σε περιπτώσεις ελαττώματος της εκλογής ή του διορισμού εκπροσώπου της ΑΕ. Στο νόμο, όμως, δεν ορίζεται τι συνιστά ελάττωμα. Θα πρέπει να θεωρήσουμε, ως τέτοιο, κάθε νομικό λόγο που καθιστά ανυπόστατο, άκυρο ή ακυρώσιμο τον διορισμό ή αντιστοίχως, την εκλογή εκπροσώπου της ΑΕ. Το όποιο ελάττωμα είναι δυνατό να εντοπίζεται, χρονικά, στην εκλογή ή το διορισμό ή/και την αποδοχή τους από μέρους του εν λόγω εκπροσώπου.

    Νομικοί λόγοι που συνιστούν ελάττωμα είναι η δικαιοπρακτική ανικανότητα του διοριζόμενου μέλους ΔΣ και η ύπαρξη κωλυμάτων εκλογής/διορισμού του˙ η ελαττωματικότητα της απόφασης της ΓΣ για την εκλογή ΔΣ˙ η ελαττωματικότητα της δήλωσης βούλησης μετόχου σε περίπτωση απευθείας διορισμού μέλους ΔΣ (άρ. 79)˙ η ελαττωματικότητα της δήλωσης βούλησης εκείνου που διορίζει υποκατάστατο όργανο (άρ. 87 §2).

    Σημειώνεται, τέλος, ότι τυχόν σφάλμα της δικαστικής απόφασης η οποία διορίζει μέλη ΔΣ (άρ. 78 §2 σε συνδυασμό με άρ. 69 ΑΚ)-που δικαιολογεί την άσκηση ενδίκου μέσου, δεν συνιστά ελάττωμα με την έννοια του νόμου (άρ. 84).

    Διατυπώσεις Δημοσιότητας

    Πρόσθετη προϋπόθεση εφαρμογής του νόμου (άρ. 84) και, συνακόλουθα, της προστασίας του καλόπιστου τρίτου συνιστά η δημοσιότητα. Συγκεκριμένα, η προηγούμενη τήρηση των απαιτούμενων διατυπώσεων (δηλωτικής και όχι συστατικής) δημοσιότητας για την εκλογή ή διορισμό των εκπροσώπων ή εκκαθαριστών της ΑΕ (:θετική δημοσιότητα).

    Υπενθυμίζεται ότι η εμπορική δημοσιότητα, γενικά, λαμβάνει χώρα για την ΑΕ και τα υπόχρεα πρόσωπα με: (α) την εγγραφή ή καταχώριση πράξεων, στοιχείων ή δεδομένων στο Γ.Ε.ΜΗ. και (β) την ταυτόχρονη δημοσίευση, στον διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ., κατά περίπτωση, είτε εν συνόλω, είτε εν μέρει, της πράξης ή του στοιχείου που καταχωρίστηκε, είτε με μνεία για την καταχώριση πράξεων και στοιχείων για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση εμπορικής δημοσιότητας (άρ. 17 ν. 4919/2022).

    Εφόσον τηρηθεί η συγκεκριμένη διαδικασία δημοσιότητας για την εκλογή ή τον διορισμό των εκπροσώπων της ΑΕ, τυχόν ελάττωμα του διορισμού δεν είναι δυνατό να αντιταχθεί σε τρίτους, οι οποίοι εμπιστεύτηκαν τη δημοσιότητα αυτή. Η τυχόν δημοσίευση, ωστόσο, δεν συνεπάγεται την ίαση του ελαττώματος που έχει εμφιλοχωρήσει.

    Κι από μια διαφορετική οπτική γωνία ιδωμένο το ίδιο ζήτημα: εύλογα η ΑΕ δεν δικαιούται να αντιτάξει κατά των τρίτων οποιαδήποτε πράξη/γεγονός που, μολονότι όφειλε, δεν δημοσιεύθηκε, εν τούτοις, στο Γ.Ε.ΜΗ. (:αρνητική δημοσιότητα). Δεν δικαιούται, λ.χ., η ΑΕ να αντιτάξει σε καλόπιστο τρίτο που συναλλάχθηκε με εκπρόσωπό της που αντικαταστάθηκε από άλλον-χωρίς να έχουν λάβει χώρα οι προβλεπόμενες διατυπώσεις δημοσιότητας. Με τον τρόπο αυτό, προστατεύονται, ομοίως, οι τρίτοι από γεγονότα που δικαιολογημένα αγνοούν, εμπιστευόμενοι τη σιωπή του Γ.Ε.Μ.Η.

     

    Έννομες Συνέπειες

    Στην περίπτωση που σωρευτικά πληρούνται οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις (:τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας εκ μέρους της ΑΕ και άγνοια των τρίτων ως προς το σχετικό εσωτερικό ελάττωμα), ο ελαττωματικός διορισμός εκπροσώπου της ΑΕ δεν μπορεί να αντιταχθεί στον τρίτο που συναλλάχθηκε με αυτόν. Δεσμεύεται, στο πλαίσιο αυτό, η ΑΕ από τις πράξεις/δηλώσεις βούλησης (ρητές ή σιωπηρές) των ελαττωματικώς διορισθέντων εκπροσώπων της. Δεν θα παραχθούν, κατ’ εξαίρεση, δεσμευτικά αποτελέσματα για την ΑΕ, στην περίπτωση που αποδειχθεί θετική γνώση του ελαττώματος από μέρους των τρίτων.

     

    Είναι φυσιολογικό να παρεισφρύσουν, κάποιες φορές, ελαττώματα στην εκλογή ή διορισμό μελών ΔΣ ή/και εκπροσώπων της ΑΕ. Στην περίπτωση που συναλλαγεί μαζί τους καλόπιστος τρίτος δεσμεύεται η ΑΕ, εφόσον έχουν τηρηθεί οι (οφειλόμενες) διατυπώσεις δημοσιότητας. Κι από την άλλη πλευρά: η ΑΕ δεν μπορεί να αντιτάξει έναντι των τρίτων σημαντικά εταιρικά γεγονότα που δεν δημοσιεύθηκαν κατά νόμο (αντικατάσταση, λ.χ., εκπροσώπων της). Δεδομένου λοιπόν ότι οι ευθύνες της ΑΕ είναι δυνατό να αποδειχθούν εξαιρετικά σημαντικές και ευρείες, μεγίστη, αντίστοιχα, θα πρέπει να είναι και η προσοχή που θα πρέπει να επιδεικνύεται όσον αφορά τα θέματα αυτά. Όσον αφορά, πάντως, τα σχετικά με τη δέσμευση και εκπροσώπηση της ΑΕ, θα μας απασχολήσουν σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Δεκεμβρίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.