Συντάκτης: skoumentakis

  • Διάθεση Μετοχών Σε Διοίκηση και Προσωπικό

    Διάθεση Μετοχών Σε Διοίκηση και Προσωπικό

    Η διάθεση μετοχών (με ή χωρίς αντάλλαγμα) σε μέλη του ΔΣ της ΑΕ, στελέχη και εργαζομένους της αποτελεί σύγχρονο και εναλλακτικό τρόπο (πρόσθετης-σε είδος) ανταμοιβής τους για τις υπηρεσίες τους. Ο θεσμός δεν είναι νέος. Η διάδοση και ανάπτυξή του, ωστόσο, στον ελληνικό εταιρικό κόσμο οφείλεται –θα έλεγε κανείς- στην (σχετικά πρόσφατη) κωδικοποίηση των (υπαρχουσών μεν διάσπαρτων όμως) συναφών ρυθμίσεων με τον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 113 – 114 ν. 4548/2018). Τα οφέλη σημαντικά. Και οι κίνδυνοι, αντίστοιχα, όχι ήσσονος σημασίας.

     

    Ιστορική Αναδρομή – Ισχύον Νομοθετικό Πλαίσιο

    Ο θεσμός της διάθεσης μετοχών σε μέλη του ΔΣ της ΑΕ, σ’ εκείνους, γενικά, που ασκούν διοίκηση καθώς και στους εργαζομένους της εισήχθη στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Έκτοτε, όμως, γνώρισε πολλαπλές νομοθετικές παρεμβάσεις. Το βασικό πλέγμα διατάξεων θεσπίστηκε, κατ’ εξουσιοδότηση του αρ. 25 §2 ν. 1682/1987, με το π.δ. 30/1988. Το τελευταίο περιείχε ρυθμίσεις τόσο αναφορικά με τη δωρεάν παραχώρηση μετοχών τους εργαζομένους («stock awards»), όσο και τη χορήγηση δικαιωμάτων προαίρεσης απόκτησης μετοχών έναντι ανταλλάγματος («stock options») –(βλ. σχετικά, Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 114).

    Ωστόσο, οι ρυθμίσεις του εν λόγω π.δ. για τα stock options (ορθά υποστηρίζεται πως) καταργήθηκαν σιωπηρά λόγω της ιδιαίτερης και λεπτομερούς ρύθμισης των δικαιωμάτων προαίρεσης από την (προϊσχύσασα, πλέον) παρ. 9 άρ. 13 του κ.ν. 2190/1920. Αντίθετα, μέχρι και τη θέση σε εφαρμογή του ν. 4548/2018, παρέμειναν σε ισχύ οι διατάξεις του ως άνω π.δ., οι οποίες σχετίζονταν με την απόκτηση και μετέπειτα διάθεση από την ΑΕ ίδιων μετοχών καθώς και την έκδοση και διάθεση μετοχών από κεφαλαιοποίηση κερδών (βλ. σχετικά, Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 114).

    Σήμερα, η δυνατότητα θέσπισης «προγράμματος διάθεσης μετοχών στα μέλη του ΔΣ και το προσωπικό της εταιρείας με τη μορφή δικαιώματος προαίρεσης (option)» κατοχυρώνεται στον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 113 ν. 4548/2018). Σύμφωνα με την Αιτ. Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του συγκεκριμένου άρθρου, με την εν λόγω διάταξη επαναλαμβάνονται οι (ευέλικτες) προβλέψεις των παραγράφων 13 και 14 του άρθρου 13 κ.ν. 2190/1920 (όπως αυτές εισήχθησαν δυνάμει του άρθρου 19 ν. 3604/2007 και αντικατέστησαν την -ανωτέρω αναφερθείσα- παρ. 9 άρ. 13).

    Ως προς το ρυθμιστικό πλαίσιο της δυνατότητας δωρεάν παραχώρησης μετοχών (εκτός, δηλαδή, προγράμματος), τούτο εξακολουθούσε να προσδιορίζεται, όπως και ανωτέρω ειπώθηκε, ακόμη και μετά τη θέση σε εφαρμογή της παρ. 9 άρ. 13 του κ.ν. 2190/1920, από το ως άνω π.δ. Οι συναφείς του ρυθμίσεις έπαψαν, ωστόσο, να ισχύουν, το πρώτον, με την εισαγωγή της ισχύουσας (σήμερα) διάταξης του άρ. 114, ν. 4548/2018.

    Σύμφωνα με τον νόμο (:άρ. 114 §4 εδ. α΄4548/2018), επιτρέπεται η ΑΕ να αποφασίσει συνδυασμό των ως άνω εναλλακτικών συστημάτων διάθεσης μετοχών. Η συγκεκριμένη λύση εξυπηρετεί, θα έλεγε κανείς, ιδιαίτερα την (εκουσίως μη ρυθμιζόμενη-λόγω της πολυπλοκότητας που θα δημιουργούσε) περίπτωση διάθεσης μετοχών από την εταιρεία, όχι χωρίς αντάλλαγμα, αλλά, απλώς, σε χαμηλότερη τιμή της ονομαστικής τους αξίας (βλ. σχετικά, Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 114).

     

    Η Συστηματική Ένταξη Των Ισχυουσών Ρυθμίσεων

    Τις ως άνω διακριτές διατάξεις περί διάθεσης μετοχών ο σύγχρονος νομοθέτης αποφάσισε να τις εντάξει, στο πλαίσιο του ν. 4548/2018, στην ενότητα περί αμοιβών των μελών ΔΣ.

    Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, οι αντίστοιχες διατάξεις συνιστούσαν μέρος της διάταξης περί αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Η συστηματική ένταξη των, αυτοτελών πλέον, ρυθμίσεων περί διάθεσης μετοχών στην ενότητα περί αμοιβών των μελών ΔΣ καθίσταται ορθότερη υπό την ακόλουθη θέση: η διάθεση μετοχών δεν προϋποθέτει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Είναι δυνατό, αντίθετα, να λάβει χώρα μέσω ήδη υφιστάμενων, ίδιων μετοχών.

    Ωστόσο, η ως άνω συστηματική ένταξη δεν ανταποκρίνεται στο εξής: Τυχόν μετοχές (υφιστάμενες ή νεοεκδοθείσες) δύναται να διατίθενται σε πρόσωπα που δεν συνιστούν μέλη του ΔΣ της ΑΕ, αλλά εμπίπτουν στο προσωπικό της.

    Σαφώς, η ως άνω συστηματική ένταξη γεννά το ζήτημα της εφαρμογής ή μη των λοιπών διατάξεων περί αμοιβών σε μέλη του ΔΣ (και εν γένει, στους διοικούντες την ΑΕ) στην περίπτωση της διάθεσης μετοχών. Εύλογα (υποστηρίζεται ότι) οι διατάξεις περί διάθεσης μετοχών είναι ειδικότερες και -καταρχήν- υπερισχύουν.

    Δεδομένων των ως άνω, δέον να επισημανθεί ότι στο πλαίσιο των άρ. 113 και 114 η έννοια των «προκαταβολών» αμοιβών δεν απαντάται. Και τούτο διότι, (όπως θα διαπιστώσουμε σε επόμενη αρθρογραφία μας), τα χρονικά σημεία άσκησης των δικαιωμάτων προαίρεσης (στην περίπτωση «προγράμματος διάθεσης» του άρ. 113) ή απόκτησης των δωρεάν μετοχών (του άρ. 114) είναι προκαθορισμένα.

    Επιπλέον, λόγω των αυξημένων-από τον νόμο, εξασφαλίσεων που διέπουν τη διάθεση μετοχών, δεν φαίνεται να καταλείπεται περιθώριο δικαστηριακής επέμβασης, με σκοπό τη μείωση της αμοιβής μέλους ΔΣ σύμφωνα με όσα ο νόμος προβλέπει (:άρ. 109 §5 ν. 4548/2018). Μία τέτοια απόφαση, θα αντιπαρατίθετο με τετελεσμένα αλλά και, μάλλον, μη αναστρέψιμα γεγονότα. Σε πρακτικό επίπεδο: θα απαιτούσε, στην πράξη, δυσανάλογες και μάλλον ανεφάρμοστες αποκαταστατικές ενέργειες (:επιστροφή των μετοχών που διατέθηκαν και, κατ’ αποτέλεσμα, περαιτέρω διατάραξη της μετοχικής σύνθεσης της ΑΕ).

    Καταφάσκεται, όμως, η δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν στην πολιτική αποδοχών (άρ. 111) και την έκθεση αποδοχών (άρ. 112). Ως προς τις εισηγμένες εταιρείες, μάλιστα, υφίσταται, από τον νόμο, υποχρέωση ένταξης σε αυτές (πολιτική-έκθεση αποδοχών) των δικαιωμάτων συμμετοχής σε πρόγραμμα διάθεσης μετοχών ή/και κτήσης δωρεάν μετοχών σ’ εκείνους που ασκούν τη διοίκηση της ΑΕ (άρ. 109 §1 και άρ. 110 §1). Ως προς τις λοιπές ΑΕ αντίστοιχη υποχρέωση είναι δυνατό να γεννηθεί στη βάση καταστατικής πρόβλεψης (άρ. 110 §1 εδ. γ΄).

    Είναι ενδεχόμενο η διάθεση μετοχών σε μέλος ΔΣ να λάβει χώρα στη βάση -όχι της οργανικής, αλλά- της τυχόν, ειδικής σχέσης που τον συνδέει με την ΑΕ (λ.χ. εργασίας). Ορθότερη κρίνεται στην περίπτωση αυτή η τήρηση -παράλληλα με τις διατάξεις για τη διάθεση μετοχών και- των ειδικών ρυθμίσεων που αφορούν συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη (:αρ. 99-101 ν. 4548/2018).

     

    Δικαιολογητική Βάση & Σκοπός Ρυθμίσεων

    Η διανομή μετοχών σε εργαζομένους, μέλη του ΔΣ ή/και στα πρόσωπα, γενικά, που παρέχουν υπηρεσίες προς την ΑΕ συνιστά διαφορετική (:διακριτή) μέθοδο αποζημίωσης και ανταμοιβής τους. Πρόκειται, κατά κανόνα, για ελκυστικό εργαλείο (ενεργούς) παραμονής των δικαιούχων στους κόλπους της εταιρείας. Συνιστά, όμως, και εργαλείο επίτευξης στόχων αλλά και σημαντικό κίνητρο ποιοτικότερης απόδοσης. Στο πλαίσιο όμως αυτό, δεν αποκλείεται να παρασυρθούν οι δικαιούχοι σε λήψη και εκτέλεση δυνητικά επωφελών επιχειρηματικών αποφάσεων, με σκοπό (και) την επίτευξη στόχων αλλά και τη αποκόμιση (και) άλλων-νέων μετοχών. Τέτοιες αποφάσεις ενέχουν, όμως, σημαντικούς επιχειρηματικούς κινδύνους-για τους οποίους στη συνέχεια του παρόντος.

    Οι δικαιούχοι των μετοχών προσδοκούν (βάσιμα άλλωστε) την εδραίωση της σχέση τους με την ΑΕ (και) σε διαφορετικά/πρόσθετα θεμέλια-ύστερα από την από μέρους τους απόκτηση μετοχών της ΑΕ αλλά και την εδραίωση της ιδιότητας του «μετόχου-(συν)ιδιοκτήτη». Η σύγκρουση των συμφερόντων που εντοπίζεται ανάμεσα σ’ εκείνους που ασκούν τη διοίκηση της ΑΕ και την ίδια την ΑΕ (και τους μετόχους της) αμβλύνεται. Ειδικά ως προς τους εργαζομένους, η παραδοσιακή σχέση εξάρτησης μεταξύ αυτών και της εργοδότριας ΑΕ παύει να είναι ο μοναδικός δεσμός.

     

    Πρόσθετο «εισόδημα» δικαιούχων και καταβολή του

    Βασική στόχευση του ανωτέρω θεσμού (πέραν της δημιουργίας κινήτρων για τους δικαιούχους-προς όφελος της ΑΕ), δεν είναι η προσαύξηση της περιουσίας των τελευταίων. Αντίθετα, η δημιουργία εναλλακτικού (και συμπληρωματικού) εισοδήματος για τους δικαιούχους. Η καταβολή, μάλιστα, αυτού του είδους της αμοιβής από την ΑΕ -δεδομένου ότι δεν συνιστά μισθό ή κάποιου είδους αντάλλαγμα ή αποζημίωση- είναι ιδιαίτερα συμφέρουσα. Και τούτο γιατί δεν εντάσσεται στις πάγιες επιβαρύνσεις της αλλά εντοπίζεται στον χρόνο διάθεσης των δωρεάν μετοχών ή στη χορήγηση μερισμάτων στους μετόχους.

    Από την άλλη πλευρά, οι δικαιούχοι της κατά τα άνω διανομής μετοχών προσβλέπουν (δευτερευόντως) στη σχετική «επένδυση» και στις προσόδους της (ενδ.: μερίσματα). Προσβλέπουν, όμως-σε κάθε περίπτωση, στη δυνατότητα ρευστοποίησης (και εν τέλει ρευστοποίηση) για την αποκόμιση του όποιου οικονομικού οφέλους. Στους μελλοντικούς αγοραστές των μετοχών-επενδυτές εναπόκειται η καταβολή του. Από εκείνους αναμένεται η από μέρους των δικαιούχων είσπραξη της διαφοράς που θα προκύψει μεταξύ του προνομιακού (ή ανύπαρκτου) τιμήματος κτήσης των μετοχών και του τιμήματος της μελλοντικής πώλησής τους.

    Οι διατιθέμενες μετοχές είναι ενδεχόμενο να διαπραγματεύονται σε οργανωμένη αγορά. Το τίμημα που θα καταβληθεί στους ιδιοκτήτες των εν λόγω μετοχών εξαρτάται από την αγοραία-χρηματιστηριακή τους αξία. Βάσει (και) αυτής θα επιλέξουν τον χρόνο άσκησης του δικαιώματος πώλησής τους-όταν το επιδιωκόμενο όφελος κρίνουν ότι τους ικανοποιεί.

     

    Οι (όχι αμελητέοι) κίνδυνοι για την ΑΕ και τους μετόχους της…

    Η κατά τα άνω προνομιακή διάθεση μετοχών (κατ’ άρ. 113 & 114 ν. 4548/2018) είναι δυνατό να έχει σημαντικά (βραχυπρόθεσμα, ιδίως) οφέλη. Μεταξύ αυτών αξίζει να εστιάσει κάποιος στην ώθηση (κάποιες φορές σημαντική) της κερδοφορίας της ΑΕ. Επίσης στις υψηλές αποδόσεις για τους δικαιούχους. Είναι όμως πιθανό, μεσομακροπρόθεσμα, μια τέτοια προνομιακή διάθεση μετοχών να αποβεί βλαπτική για τα εταιρικά συμφέροντα. Ενδεχομένως, μάλιστα, και να προκαλέσει οικονομική ζημία στην εταιρεία και στους υφιστάμενους μετόχους. Ιδίως, όταν η εν λόγω διάθεση γίνεται κατά τρόπο αλόγιστο ή/και χωρίς επαρκείς διασφαλίσεις για την εταιρεία και τους μετόχους.

    Για την άμβλυνση των συναφών κινδύνων, ευκταίο η απόφαση για διάθεση μετοχών να στηρίζεται σε ρεαλιστικές οικονομικές προοπτικές. Αντίστοιχα ρεαλιστικοί θα πρέπει να είναι και οι (ενδεχομένως) τιθέμενοι στόχοι. Επίσης να παρακολουθούνται στενά τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας αλλά και οι επιχειρηματικές αποφάσεις που λαμβάνουν οι δικαιούχοι. Να παρακολουθείται στενά και αξιολογείται, αδιάλειπτα, η απόδοση των τελευταίων.

     

    …ειδικά για τις μη εισηγμένες ΑΕ

    Όσον αφορά, πάντως, στις ΑΕ των οποίων οι μετοχές δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ελλοχεύουν ιδιαίτεροι κίνδυνοι από την (μελλοντική) ρευστοποίηση των μετοχών που αποτέλεσαν το αντικείμενο διάθεσης από μέρους της εν λόγω ΑΕ. Τα μέλη του ΔΣ ή οι εργαζόμενοι που τις απέκτησαν θα προσδοκούν να αποκομίσουν όφελος από τη ρευστοποίησή τους. Ακριβώς αυτό, όμως, είναι και το περισσότερο ευαίσθητο και επικίνδυνο σημείο: Δυνητικοί αγοραστές τους μπορούν να είναι επενδυτές, μέτοχοι της ίδιας της ΑΕ-ακόμα και ανταγωνιστές της. Δεν θα πρέπει, εξάλλου, να ξεχνάμε πως οι δικαιούχοι-αποδέκτες της διάθεσης των μετοχών είναι άνθρωποι˙ επομένως: δεκτικοί θανάτου, δικαιοπρακτικής ανικανότητας αλλά και μεταβολών ως προς αισθήματα και δεσμεύσεις τους απέναντι στην εταιρεία και τους ιδιοκτήτες της.

    Κρίνεται, κατά τούτο, απολύτως αναγκαίο τυχόν κίνητρα υπέρ μελών ΔΣ ή εργαζομένων της ΑΕ για την απόκτηση μετοχών της να αφορούν δεσμευμένες και όχι ελεύθερα μεταβιβάσιμες μετοχές-εφόσον πρόκειται για εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά.

     

    Η δωρεάν (ή έναντι μειωμένου ανταλλάγματος) διάθεση μετοχών της ΑΕ σε μέλη του ΔΣ, της διοίκησης, στελέχη ή εργαζομένους της, μπορεί να καταστεί εργαλείο πολύτιμο για την ώθηση της κερδοφορίας και περαιτέρω ανάπτυξη της εταιρείας. Είναι, σε κάθε περίπτωση, εργαλείο ελκυστικό για τους αποδέκτες των μετοχών. Είναι όμως δεδομένο πως, ειδικά για τις ΑΕ των οποίων οι μετοχές δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν δεν είναι διόλου αμελητέοι. Και, σε κάθε περίπτωση, επιβεβλημένο να αντιμετωπισθούν. Περί της διαδικασίας, πάντως, και προϋποθέσεων διάθεσης των εν λόγω μετοχών, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 8 Αυγούστου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Έγκριση Συνολικής Διαχείρισης

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Έγκριση Συνολικής Διαχείρισης

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η ενδοεταιρική (εσωτερική) ευθύνη των διοικούντων την ΑΕ. Είναι άραγε δυνατό να αρθεί τέτοια ευθύνη με την από μέρους της ΓΣ έγκριση της συνολικής διαχείρισης των διοικητών της ΑΕ (άρ. 108 ν. 4548/2018); Και, περαιτέρω, ποιο το δυνατό ή ενδεδειγμένο περιεχόμενο μιας τέτοιας έγκρισης;

     

    Η Ρύθμιση

    Κατά το νόμο (αρ. 108 §1 εδ. α΄): «Με απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται με φανερή ψηφοφορία μετά την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, μπορεί να εγκρίνεται η συνολική διαχείριση που έλαβε χώρα κατά την αντίστοιχη εταιρική χρήση».

    Η ρύθμιση αυτή αποκλίνει σημαντικά από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς. Η ΓΣ δεν «απαλλάσσει», όπως παλαιότερα, το ΔΣ «από πάσης ευθύνης» (:πρόβλεψη που είχε δημιουργήσει δυσεπίλυτα νομικά προβλήματα, ιδίως ως προς τη θέση της «απαλλαγής» αυτής στο σύστημα της ευθύνης του ΔΣ). Εγκρίνει, αντίθετα, τη «συνολική διαχείριση», τη διακυβέρνηση, δηλαδή, της εταιρείας γενικά. Δεν εγκρίνει επιμέρους πράξεις ή παραλείψεις που έχουν, τυχόν, βλάψει την εταιρεία. Η ευθύνη του ΔΣ παραμένει ακέραιη, και κρίνεται με βάση τις οικείες διατάξεις (ιδίως των άρθρων 102 επ.-βλ. και Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 108).

    Με μια τέτοια απόφασή της η ΓΣ αξιολογεί και (κατά κανόνα/συνήθεια), εγκρίνει τον τρόπο διοίκησης της εταιρείας από το ΔΣ κατά την ελεγχόμενη εταιρική χρήση. Καταδεικνύει, δηλαδή-με την έγκρισή της, την ικανοποίηση (ή μη) της ΓΣ από τον τρόπο διοίκησης της ΑΕ. Χαρακτηρίζεται, για το λόγο αυτό, και ως «πολιτική απόφαση» ή απόφαση με «ηθική σημασία/αξία»).

    Όπως και σε κάθε απόφασή της, η ΓΣ δεν υποχρεούται να αποφαίνεται αιτιολογημένα για την έγκριση (ή μη) της συνολικής διαχείρισης. Και, καθώς μια τέτοια (θετική) απόφαση δεν είναι δεσμευτική για τη ΓΣ, είναι δυνατό, να ανακαλέσει ελεύθερα, εκ των υστέρων, τα μέλη του ΔΣ (άρ. 77 §2 εδ. β΄).

     

    Απόφαση Επί Της Συνολικής Διαχείρισης

    Αντικείμενο

    Η ανωτέρω απόφαση της ΓΣ έχει ως περιεχόμενο την έγκριση ή μη της διαχείρισης εκείνων που διοίκησαν την ΑΕ κατά τη διάρκεια της χρήσης που παρήλθε. Η αξιολόγηση αυτή είναι δυνατό να λάβει τον χαρακτήρα της επιβεβαίωσης ή, εναλλακτικά, της μομφής της επιχειρηματικής στρατηγικής και δράσης του ΔΣ. Η αρνητική απόφαση της ΓΣ, στην τελευταία περίπτωση, θα καταδεικνύει την ανεπιτυχή, υπό επιχειρηματικό πρίσμα, διαχείριση από μέρος των διοικούντων.

    Χρόνος Λήψης Απόφασης

    Η ΓΣ αποφασίζει επί του θέματος της έγκρισης (ή μη) της συνολικής διαχείρισης μετά την έγκριση των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Με τον τρόπο αυτό οι μέτοχοι έχουν στη διάθεση τους μια έγκυρη βάση και επαρκή, κατά τεκμήριο τουλάχιστον, πληροφόρηση, προκείμενου να λάβουν την εν λόγω απόφασή τους.

    Η συνέλευση των μετόχων μπορεί να λάβει τη σχετική απόφαση είτε στην ίδια την τακτική ΓΣ που αφορά την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είτε σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο (:έκτακτη ΓΣ). Στην πρώτη περίπτωση (αναγκαίο είναι να) προηγείται στην ημερήσια διάταξη το θέμα των χρηματοοικονομικών καταστάσεων.

    Υπενθυμίζεται πως απώτερο χρονικό σημείο για την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων είναι, το συνηθέστερο, η 10η Σεπτεμβρίου του έτους που ακολουθεί τη λήξη της εταιρικής χρήσης-όταν η εταιρική χρήση λήγει την 31η Δεκεμβρίου. Αντίστοιχα η 10η Μαρτίου όταν η εταιρική χρήση λήγει την 30ή Ιουνίου (άρ. 119 §1). Δεν προκύπτει, όμως, από το νόμο κάποιος περιορισμός ως προς τον χρόνο λήψης της απόφασης για την έγκριση της συνολικής διαχείρισης.

    Πρόσωπα Που Αφορά Η Απόφαση

    Υπεύθυνο για τη διοίκηση της εταιρείας και, κατ’ επέκταση, τη διαχείριση της εταιρικής περιουσίας είναι το ΔΣ. Εύλογο, συνεπώς, η απόφαση της ΓΣ να αφορά τα μέλη του ΔΣ. Τούτο δε σημαίνει ότι η απόφαση κατονομάζει συγκεκριμένους συμβούλους αλλά, τουναντίον, αφορά όλο το ΔΣ συνολικά. Δεν αποκλείεται, πάντως, η έγκριση της διαχείρισης κάποιων μελών και μη έγκριση της διαχείρισης κάποιων άλλων. Η απόφαση έγκρισης της συνολικής διαχείρισης καταλαμβάνει (άρ. 102 §5), και τα τυχόν υποκατάστατα όργανα (άρ. 87).

    Η σχετική απόφαση, όμως, δεν καταλαμβάνει τους ελεγκτές της εταιρείας για τους οποίους λαμβάνεται αυτοτελής απόφαση.

     

    Ψηφοφορία

    Διαδικασία

    Όπως ρητά ορίζει ο νόμος, η ψηφοφορία είναι φανερή. Αυτό δικαιολογείται από τον χαρακτήρα της σχετικής απόφασης και της ανάγκης για διαφάνεια.

    Υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, η αντίστοιχη διάταξη (άρ. 35 ν. 2190/1920) προέβλεπε ψηφοφορία με ονομαστική κλήση. Τούτο δεν σήμαινε, όμως-κατ’ ανάγκη, ότι η σχετική ψηφοφορία ήταν φανερή. Είχε υποστηριχθεί, τότε, ότι μετά την ονομαστική κλήση του, ο εκάστοτε μέτοχος ψήφιζε με ψηφοδέλτιο. Ωστόσο, η νέα πρόβλεψη ήρε προγενέστερες αμφισβητήσεις υπέρ της φανερής ψηφοφορίας.

    Τέλος, η ψηφοφορία είναι ειδική. Η σχετική πρόβλεψη υφίστατο ήδη από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς και εξακολουθεί να ισχύει (παρότι δεν προβλέπεται ρητώς). Τούτο σημαίνει ότι η απόφαση επί της έγκρισης της διαχείρισης είναι διακριτή. Αποτελεί, δηλ., ξεχωριστό θέμα ημερήσιας διάταξης από την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων, για το οποίο λαμβάνεται αυτοτελής απόφαση.

    Δικαίωμα Συμμετοχής

    Στη ψηφοφορία της ΓΣ για την έγκριση (ή μη) της συνολικής διαχείρισης μετέχουν, αυτονοήτως, οι μέτοχοι της εταιρείας. Δεν απαγορεύεται η συμμετοχή των συμβούλων ως μετόχων ή εκπροσώπων μετόχων στην εν λόγω ψηφοφορία. Μπορούν να ασκήσουν, κατ’ αρχήν, ακώλυτα το (ενδεχόμενο) δικαίωμα ψήφου τους.

    Σύμφωνα, όμως, με ειδική ρύθμιση (άρ. 108 §2) στην ψηφοφορία αυτή δικαιούνται να μετέχουν τα μέλη του ΔΣ: (α) μόνο με μετοχές των οποίων είναι κύριοι ή (β) ως αντιπρόσωποι μετόχων, εφόσον όμως έχουν λάβει σχετική εξουσιοδότηση με ρητές και συγκεκριμένες οδηγίες ψήφου.

    Επομένως, οι σύμβουλοι μπορούν να εξουσιοδοτούνται να ψηφίζουν για λογαριασμό (τρίτων) μετόχων. Η σχετική εξουσιοδότηση προϋποθέτει ρητές και συγκεκριμένες οδηγίες. Σκοπός είναι να αποφευχθεί η εξυπηρέτηση ίδιων συμφερόντων των μελών του ΔΣ και η εξασφάλιση ψήφου υπέρ της συνολικής διαχείρισης. Ως εκ τούτου, αναγκαίο είναι να μην καταλείπεται περιθώριο στον εξουσιοδοτούμενο-σύμβουλο να αποφασίσει αυτός περί της έγκρισης της διαχείρισης.

    Τα αντίστοιχα ισχύουν και για την εξουσιοδότηση (και συμμετοχή στην σχετική ψηφοφορία της Γενικής Συνέλευσης) των υπαλλήλων της εταιρείας. Και τούτο γιατί θα μπορούσαν, οι τελευταίοι να επηρεαστούν από την διοίκηση λόγω της εξαρτημένης φύσης της εργασίας τους και της ενδεχόμενης συμμετοχής τους στην υπό αξιολόγηση διαχείριση. Τα πρόσωπα αυτά μπορεί να είναι είτε απλοί υπάλληλοι της εταιρείας είτε υποκατάστατα όργανα (οπότε και ισχύει ότι ανωτέρω επισημάνθηκε για τα μέλη του ΔΣ), τα οποία καλούνται να ασκήσουν αυτοί το δικαίωμα ψήφου τρίτων μετόχων.

    Έννομες Συνέπειες

    Ο νόμος διακρίνει την απόφαση για την έγκριση της συνολικής διαχείρισης από την παραίτηση της εταιρείας από τις αξιώσεις της λόγω ευθύνης μέλους του ΔΣ ή τον συμβιβασμό της. Οι ενέργειες αυτές της εταιρείας μπορούν να λάβουν χώρα «…μόνο με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 102». Όπως ήδη, παραπάνω, διαπιστώσαμε, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο της απόφασης της ΓΣ, η ευθύνη του ΔΣ παραμένει ακέραιη. Κρίνεται κατά τις διατάξεις για την ευθύνη των μελών του ΔΣ.

    Στο παραπάνω πλαίσιο, μοναδική έννομη (αλλά και πρακτική) συνέπεια της έγκρισης της συνολικής διαχείρισης είναι η συνεκτίμησή της σε τυχόν δίκη με αντικείμενο την αποκατάσταση της ζημίας της εταιρείας από πράξεις ή παραλείψεις μελών του ΔΣ. Η ενδεχόμενη έγκριση της συνολικής διαχείρισης θα συνεκτιμηθεί -εφόσον τούτη παρασχέθηκε- όταν θα κριθεί δικαστικά το θέμα της ευθύνης (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 108). Κατ’ ουσίαν, το εναγόμενο μέλος ΔΣ μπορεί να επικαλεστεί, στη σχετική δίκη, προηγούμενη έγκριση της συνολικής διαχείρισης από τη ΓΣ. Μολονότι, βέβαια, τούτο δεν αποτελεί, αυτοδίκαια,  λόγο απαλλαγής από τυχόν ευθύνη του. Αντίστροφα, τυχόν μη έγκριση, δεν αποτελεί απόδειξη τυχόν ευθύνης ούτε όμως και προαπαιτούμενο για την κατάφασή της.

    Σε κάθε περίπτωση, ενδέχεται η ΓΣ, παρά την έγκριση της συνολικής διαχείρισης, να προβεί μεταγενέστερα σε έγερση αξιώσεων κατά μελών του ΔΣ. Αν και μπορεί να φαίνεται (και υπό προϋποθέσεις να είναι) καταχρηστική μια τέτοια στάση, η έγερση αξιώσεων της εταιρείας μετά από μια θετική απόφασή της για την έγκριση της συνολικής διαχείρισης, ενδέχεται να δικαιολογείται. Για τους ακόλουθους, ιδίως, λόγους: Αφενός μπορεί οι μέτοχοι να έλαβαν γνώση, σε χρόνο μεταγενέστερο της έγκρισης της διαχείρισης, των πραγματικών γεγονότων που στοιχειοθετούν ευθύνη μελών του ΔΣ. Αφετέρου, δεν αποκλείεται την εναγωγή των μελών του ΔΣ να επιδιώκει, όπως έχει δικαίωμα, η μειοψηφία, που εκπροσωπεί το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου (άρ. 104 §1). Μειοψηφία που ακόμη κι αν ήταν σχηματισμένη κατά το χρόνο έγκρισης της διαχείρισης, δε θα μπορούσε να έχει επηρεάσει τη σχετική ψηφοφορία και απόφαση.

    Συνεπώς, προκειμένου να συνεκτιμηθεί η έγκριση της συνολικής διαχείρισης (και να θεωρηθεί καταχρηστική η έγερση αξιώσεων κατά των μελών Του ΔΣ), θα πρέπει η ΓΣ να έλαβε επαρκή, σχετική, πληροφόρηση και να αποφάσισε με βάση αυτή.

    Τέλος, σκόπιμο να επισημανθεί ότι υπάρχει ανοικτή συζήτηση ως προς το χρόνο που μπορεί να συνεκτιμηθεί η έγκριση της συνολικής διαχείρισης. Μερίδα της θεωρίας υποστηρίζει ότι η συνεκτίμηση είναι δυνατή μόνο κατά το στάδιο της κύριας δίκης για την αποζημίωση της εταιρείας από μέλη του ΔΣ της-όπως, άλλωστε, προβλέπει και ο νόμος. Ορθότερη όμως φαίνεται η θέση πως μια τέτοια έγκριση μπορεί να συνεκτιμηθεί και κατά τα στάδια διερεύνησης της σκοπιμότητας άσκησης της εταιρικής αγωγής (άρ. 105 §2 εδ. γ΄ και 105 §6).

     

    Με βάση το προγενέστερο δίκαιο οι Γενικές Συνελεύσεις των ΑΕ ελάμβαναν αποφάσεις «για την απαλλαγή του ΔΣ από κάθε ευθύνη». Τέτοιες αποφάσεις και διατυπώσεις δεν έχουν, πλέον, ούτε νομικό υπόβαθρο ούτε και νομική αξία. Η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος για έγκριση της διαχείρισης των μελών του ΔΣ μπορεί, εκτός από την ηθική της αξία, να αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία σε μία δίκη για την αποκατάσταση της ζημίας της ΑΕ σε βάρος μέλους/μελών του ΔΣ. Θα πρέπει, κατά τούτο, να είμαστε απολύτως προσεκτικοί είτε ως παρέχοντες την έγκριση είτε/και ως αιτούντες τη λήψη της.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 16 Ιουλίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ. Ζημία Μετόχων και Εταιρικών Δανειστών

    Ευθύνη Μελών ΔΣ. Ζημία Μετόχων και Εταιρικών Δανειστών

    Σε προηγούμενή αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η «εξωτερική» ευθύνη των διοικητών της ΑΕ. Από την από μέρους τους πρόκληση, δηλ., άμεσης (περιουσιακής) ζημίας σε τρίτους και μετόχους κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η διάκριση της άμεσης από την έμμεση ζημία των μετόχων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και, ως εκ τούτου, εδώ θα μας απασχολήσει. Θα μας απασχολήσει όμως κι ένα άλλο σημαντικό ζήτημα: η ευθύνη των μελών ΔΣ έναντι των εταιρικών δανειστών λόγω πρόκλησης ή παρέλκυσης της πτώχευσης (άρ. 107 ν. 4548/2018).

     

    Αποκατάσταση Άμεσης Ζημίας Μετόχων: Διάκριση Από Έμμεση

    Η «κακοδιαχείριση» των εταιρικών υποθέσεων από μέλη του ΔΣ ενδέχεται να ζημιώσει προσωπικά και άμεσα τους μετόχους. Οι τελευταίοι, στην περίπτωση άμεσης ζημίας, αποκτούν, ατομικές αξιώσεις αποζημίωσης. Για τον προσδιορισμό και καλύτερη κατανόηση της άμεσης ζημίας, κρίνεται χρήσιμη η συγκριτική της επισκόπηση με την έμμεση (αντανακλαστική) ζημία.

    Ως έμμεση ζημία χαρακτηρίζεται εκείνη που ναι μεν υπάρχει, παρουσιάζεται, όμως, εξασθενημένη και αιτιωδώς απομακρυσμένη από το νόμιμο λόγο ευθύνης. Η αποκατάσταση της έμμεσης ζημίας είναι δυνατό να αξιωθεί από την ΑΕ-μόνον, μέσα από την άσκηση εταιρικής αγωγής (κι όχι από τους μετόχους που εμμέσως ζημιώθηκαν).

    (Μη) Αποκατάσταση Έμμεσης Ζημίας Μετόχων

    Η περιουσία της ΑΕ είναι ιδιαίτερη και διακριτή από τις ατομικές περιουσίες των μετόχων της.

    Αποζημιωτική ευθύνη του ΔΣ δεν γεννάται και, γενικά, ζήτημα αποκατάστασης ζημίας μετόχων δεν ανακύπτει, εάν αποτέλεσμα της παράνομης και υπαίτιας δράσης των μελών του είναι η μείωση της καθαρής εταιρικής περιουσίας.  Στην περίπτωση αυτή η ΑΕ θα είναι η μοναδική αμέσως ζημιωθείσα και δικαιούχος αποζημίωσης. Ο μέτοχος ενδέχεται να ζημιώνεται «αντανακλαστικά» (λ.χ. λόγω πτώσης της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών του ή μείωσης της εσωτερικής τους αξίας ή επειδή έλαβε μικρότερο μέρισμα). Μολονότι υφίστανται, στην περίπτωση αυτή, δυσμενείς συνέπειες λόγω αδικοπραξίας που τελέστηκε σε βάρος της εταιρείας, δεν νομιμοποιείται, ωστόσο, σε άσκηση ατομικής αγωγής ο μέτοχος (ΑΠ 413/2020, ΑΠ 925/2007, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Ομοίως, ούτε δικαίωμα άσκησης πρόσθετης παρέμβασης εκ μέρους μετόχου υπέρ της ΑΕ αναγνωρίζεται στην αγωγή που ενδεχομένως ασκήσει η τελευταία για την αποζημίωσή της. Υποστηρίζεται, ωστόσο (μεμονωμένα πάντως), ότι σε περίπτωση μη έγερσης της εταιρικής αγωγής, ο μέτοχος μπορεί να επιδιώξει αποκατάσταση της έμμεσης ζημίας δυνάμει των άρ. 919 ή 281 και 914 ΑΚ.

    Αποκατάσταση Άμεσης Ζημίας Μετόχων

    Στην εταιρική περιουσία δεν περιέρχεται, ούτε στις εξουσίες του ΔΣ εμπίπτει, ο «πυρήνας» των μετοχικών σχέσεων. Από αυτή δεν απορρέουν τα δικαιώματα των μετόχων. Τούτα σχετίζονται με τη διατήρηση της θέσης και της δυναμικής των μετόχων στην εταιρεία. Τυχόν προσβολή (με θετική πράξη ή δια παραλείψεως) της θέσης αυτής (είτε της ίδιας είτε σε σύγκριση με τους λοιπούς μετόχους) συνιστά, ακριβώς, την άμεση, προσωπική και αυτοτελή ζημία των μετόχων.

    Αδιάφορο εάν δημιουργείται τυχόν, παράλληλη, περιουσιακή ζημία (και) της εταιρείας. Η προσωπική αποζημιωτική αξίωση του μετόχου έναντι του υπαίτιου προσώπου είναι πλήρως αποκομμένη από την εταιρική αγωγή (αρ. 102 επ. ν. 4548/2018).

    Απευθείας ευθύνη των μελών της διοίκησης της ΑΕ έναντι των μετόχων της γεννάται λόγω εξωδικαιοπρακτικών παραβάσεων. Η παράνομη, υπαίτια και ζημιογόνα συμπεριφορά τους θα (πρέπει να) πληροί, με άλλα λόγια, τις νομικές προϋποθέσεις που ιδρύουν αποζημιωτική ευθύνη εις βάρος τους (λ.χ. 914, 919, 281 ΑΚ). Τούτο ισχύει, άλλωστε, δεδομένης (και) της ανυπαρξίας συμβατικής σχέσης ανάμεσα στους μετόχους και τα μέλη του ΔΣ.

    Άμεση ζημία, όχι σπάνια, εδραιώνεται -κατά τη νομολογία- στο γεγονός ότι «η ζημιογόνα πράξη των μελών του ΔΣ, αυτοτελώς θεωρούμενη, συνιστά συγχρόνως και παράνομη επέμβαση στην υπόσταση και τον πυρήνα του μετοχικού δικαιώματος, συνιστά δηλαδή και ως προς τους μετόχους συμπεριφορά που αντιβαίνει στα χρηστά ήθη, η οποία και συνιστά αδικοπραξία, από την οποία απορρέει άμεση και αυτοτελής υποχρέωση προς αποζημίωση» (βλ. ΑΠ 1214/2021, ΑΠ 413/2020, ΑΠ 1298/2006 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Παραδείγματα Άμεσης Ζημίας Μετόχων & Έννομες Συνέπειες

    Προκειμένου ο μέτοχος που ζημιώθηκε να νομιμοποιηθεί ενεργητικά για την άσκηση ατομικής αγωγής απαιτείται να υπήρξε μέτοχος κατά τον χρόνο επέλευσης της ζημίας. Θα δικαιούται, τότε, αποκατάσταση της (άμεσης) ζημίας που υπέστη, λ.χ., από:

    (α) Ανεπίτρεπτη επέμβαση του ΔΣ στα μετοχικά του δικαιώματα. Ενδεικτικά, σε περίπτωση περιορισμού ή αποκλεισμού του δικαιώματος προτίμησης σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου: με απόφαση του ΔΣ ή της ΓΣ (στη βάση εισήγησης του ΔΣ), μολονότι απουσιάζει ουσιαστικό και επιτακτικό, προς τούτο, εταιρικό συμφέρον. Η (άμεση) ζημία του μετόχου είναι στην περίπτωση αυτή προφανής. Έχει, αφενός, παρανόμως απωλέσει το νόμιμο δικαίωμά του να συμμετάσχει (και, συνήθως, με ευνοϊκούς όρους) σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Καθίσταται, αφετέρου, παθητικός παρατηρητής της (όχι σπάνια δραματικής) μείωσης του ποσοστού και αξίας της εταιρικής του συμμετοχής.

    (β) Απευθείας διάθεση των νέων μετοχών από το ΔΣ σε τρίτους-χωρίς την τήρηση των προϋποθέσεων του νόμου.

    (γ) Σφετερισμό εξουσιών της ΓΣ με λήψη αποφάσεων από μέρους του ΔΣ, που εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητά της (άρ. 117 ν. 4548/2018).

    (δ) Δυσμενείς συνέπειες εις βάρος της εταιρικής συμμετοχής των μετόχων από ενδεχόμενη, μη δίκαιη, διαμόρφωση από το ΔΣ των όρων εταιρικού μετασχηματισμού και της σχέσης ανταλλαγής (βλ. άρ. 19 § 1, άρ. 71 § 1, άρ. 115 § 1 ν. 4601/2019).

    Στις παραπάνω, ενδεικτικές, περιπτώσεις, αποζημιωτική ευθύνη επιρρίπτεται όχι μόνον στα υπαίτια μέλη του ΔΣ και διοικητές της ΑΕ αλλά και στην ίδια την εταιρεία (σύμφωνα με το άρ. 71 ΑΚ), η οποία θα ευθύνεται εις ολόκληρον.

     

    Δίκαιο Της Κεφαλαιαγοράς

    Υπό το πρίσμα του δικαίου της κεφαλαιαγοράς, το ατομικό συμφέρον των υποψήφιων (και όχι μόνο) επενδυτών ή μετόχων επιτάσσει την ίδρυση συλλογικής ευθύνης των μελών του ΔΣ για ορθή, ακριβή και αληθή πληροφόρηση στο πλαίσιο του ενημερωτικού δελτίου (βλ. άρ. 61 σε συνδ. με άρ. 60 §1 περ. β’ ν. 4706/2020). Ενδεχόμενη παραβίαση (και) της εν λόγω υποχρέωσης γεννά, κατά τούτο, αξιώσεις αποκατάστασης της ζημίας που εκείνοι (:επενδυτές, μέτοχοι) υπέστησαν.

     

    Πτώχευση ΑΕ & Βλάβη Εταιρικών Πιστωτών

    Στην περίπτωση μη επιμελούς διαχείρισης της εταιρικής περιουσίας, είναι δυνατό να ανακύψει ευθύνη των μελών του ΔΣ της ΑΕ (και) έναντι των εταιρικών πιστωτών. Στις περιπτώσεις, ιδίως, παρέλκυσης ή πρόκλησης πτώχευσης της εταιρείας (άρ. 127 ν. 4738/2020/ΠτΚ). Η γέννηση της εν λόγω ευθύνης θα είναι, επομένως, αποτέλεσμα διάπραξης των αντίστοιχων ειδικών πτωχευτικών αδικημάτων. Η ζημία των δανειστών, ενδέχεται μάλιστα, να μην είναι πάντοτε άμεση (βλ., όμως, Αιτ. Έκθ. επί του άρ. 107 που αναφέρεται, αδιάκριτα και γενικά, σε «άμεση» ζημία τρίτων). Αναλυτικότερα:

    Παρέλκυση Της Πτώχευσης

    Επί αφερεγγυότητας της ΑΕ, τα μέλη του ΔΣ της εταιρείας οφείλουν να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης εντός τριάντα (30) ημερών από την παύση πληρωμών (άρ. 79 §5 ΠτΚ). Επιδιώκεται, στην περίπτωση αυτή, η αποτροπή της ανάληψης επιπλέον επιχειρηματικών κινδύνων σε βάρος των συμφερόντων των δανειστών αλλά και των μετόχων.

    Εφόσον δεν εκπληρωθεί, εγκαίρως, η εν λόγω υποχρέωση των μελών του ΔΣ, γεννάται, καταρχήν, ευθύνη εις βάρος των υπαίτιων προσώπων. Η «εξωτερική», αυτή, αστική ευθύνη είναι ατομική, και εις ολόκληρο, για την αποκατάσταση της ζημίας των εταιρικών πιστωτών (άρ. 127 §1 ΠτΚ). Αρκεί, εν προκειμένω, να βαρύνονται με ελαφρά αμέλεια. Ευθύνη φέρει, επίσης, και εκείνος που (πιθανώς να) προέτρεψε τα υπεύθυνα πρόσωπα (άρ. 127 §2 εδ. α΄ ΠτΚ).

    Προβλέπονται, ωστόσο, περιπτώσεις απαλλαγής των μελών του ΔΣ λόγω (ανυπαίτιας και δικαιολογημένης) καθυστέρησης (άρ. 127 §3 ΠτΚ).

    Η περιουσιακή βλάβη των δανειστών συνίσταται στη μείωση του πτωχευτικού μερίσματος μέσω της απομείωσης της πτωχευτικής περιουσίας-εξαιτίας της καθυστέρησης των μελών του ΔΣ. Η ζημία τους είναι, επομένως, έμμεση. Τούτο επιβεβαιώνεται, άλλωστε, και από την (αποκλειστική) νομιμοποίηση του συνδίκου να προβάλλει τις αποζημιωτικές αξιώσεις (άρ. 127 §2 εδ. β΄ ΠτΚ). Η αποκατάσταση της εν λόγω ζημίας λαμβάνει χώρα με καταβολή στην εταιρική (:πτωχευτική-πλέον) περιουσία μέσω της οποίας επέρχεται, αντίστοιχα, αύξηση του πτωχευτικού μερίσματος.

    Οι δανειστές μπορούν, μόνο κατ’ εξαίρεση, να προβάλλουν τις αξιώσεις τους ατομικά. Κι αυτό επί μη πλήρωσης των προϋποθέσεων κινητοποίησης της πτωχευτικής διαδικασίας ή λόγω παύσης αυτής (δεδομένης, ωστόσο, της ύπαρξης κατάστασης παύσης πληρωμών).

    Ως προς το ύψος της ζημίας, τούτο θα προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του πραγματικού και του υποθετικού (:επί έγκαιρης αίτησης) πτωχευτικού μερίσματος. Επιπλέον, η «μερισματική» ζημία, καθώς είναι συλλογική, επηρεάζει, ομοιόμορφα, όλους τους εταιρικούς πιστωτές με απαιτήσεις που είχαν γεννηθεί κατά της ΑΕ (ήδη) κατά τον χρόνο της παρέλκυσης της πτώχευσης.

    Ζημία πιθανό να υφίστανται και νέοι πιστωτές-αντισυμβαλλόμενοι, δηλαδή, της ΑΕ ενώ η εταιρεία βρισκόταν, ήδη, σε κατάσταση παρέλκυσης της πτώχευσης. Θα δικαιούνται, επομένως, βάσει των γενικών διατάξεων (άρ. 914 ΑΚ), να αξιώσουν ανάλογη αποκατάσταση της ατομικής τους περιουσίας.

    Τα μέλη του ΔΣ θα ευθύνονται, τέλος, και έναντι των δανειστών οι απαιτήσεις των οποίων δημιουργήθηκαν από την 31η ημέρα παύσης πληρωμών έως και την ημέρα υποβολής της εν λόγω αίτησης ( άρ. 127 §1 περ. β΄ ΠτΚ).

    Πρόκληση Της Πτώχευσης

    Εις ολόκληρον ευθύνη των μελών του ΔΣ έναντι των πιστωτών για πρόκληση της πτώχευσης της εταιρείας θα ανακύπτει (και) εάν η ΑΕ περιήλθε σε κατάσταση παύσης πληρωμών εξαιτίας υπαίτιων ενεργειών τους.

    Απαιτείται, στην περίπτωση αυτή, δόλος ή βαριά αμέλεια (άρ. 127 §4 ΠτΚ). Τους πιστωτές βαρύνει η (εξ ορισμού δυσχερής) απόδειξη της υπαιτιότητας.

    Η ζημία των πιστωτών είναι, στην περίπτωση αυτή, άμεση. Δεν διέρχεται, επομένως, από την εταιρική (:πτωχευτική) περιουσία κι ούτε διεκδικείται από τον σύνδικο. Ο σύνδικος, όμως, νομιμοποιείται, σε κάθε περίπτωση, να εγείρει τις αξιώσεις της εταιρείας έναντι των υπαιτίων (βάσει του άρ. 73 ΑΚ).

    Αντίστοιχη ευθύνη με τα υπαίτια μέλη του ΔΣ θα έχει και εκείνος ο οποίος, ενδεχομένως, τα προέτρεψε στις ζημιογόνες ενέργειές τους (άρ. 127 §4 εδ. β΄).

     

    Οι μέτοχοι δικαιούνται να αξιώσουν από τα μέλη του ΔΣ την αποκατάσταση της άμεσης, μόνον, ζημίας που υπέστησαν από ζημιογόνες πράξεις και παραλείψεις των τελευταίων. Δεν δικαιούνται, κατά συνέπεια, να αξιώσουν την αποκατάσταση της όποιας έμμεσης ζημία τους (εξαιτίας, λ.χ., της απομείωσης της εταιρικής περιουσίας ή της μείωσης της αξίας των μετοχών τους). Οι τρίτοι, επίσης, δικαιούνται να στραφούν κατά των μελών του ΔΣ που, ενδεχομένως, προκάλεσαν πτώχευση ή παρελκυστικά λειτούργησαν σε μια τέτοια περίπτωση. Πάντως, η άρση, απομείωση ή άμβλυνση της ευθύνης των μελών του ΔΣ δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ακόμα κι αν η ΓΣ εγκρίνει τη διαχείρισή τους ή τα απαλλάξει από την ευθύνη τους. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Ιουλίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Άμεση Ζημία Τρίτων

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Άμεση Ζημία Τρίτων

    Σε σειρά προηγούμενων άρθρων μας, μας απασχόλησε, ήδη, η «ενδοεταιρική» (εσωτερική) ευθύνη εκείνων που διοικούν την ΑΕ -έναντι αυτής- σε περίπτωση παράβασης των καθηκόντων τους. Στο πλαίσιο της ευθύνης αυτής, ασχοληθήκαμε με την άσκηση της εταιρικής αγωγής, με πρωτοβουλία του ΔΣ. Και, σε περίπτωση αδράνειας, άρνησης ή αδυναμίας του, με πρωτοβουλία των μετόχων. Δεν είναι, όμως, ήσσονος σημασίας και η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος: η «εξωτερική» ευθύνη των διοικητών της ΑΕ (αυτή τη φορά) για την άμεση ζημία μετόχων ή τρίτων εξαιτίας της (παράνομης και υπαίτιας) δράσης τους. Περί αυτής το παρόν.

     

    Γενικές Παρατηρήσεις – Σκοπός της Ρύθμισης

    Με την άσκηση της εταιρικής αγωγής εξυπηρετείται (αποκλειστικά) το συμφέρον της εταιρείας για την αποκατάσταση της ζημίας που η ίδια υπέστη από πταίσμα διοικητικού της οργάνου κατά τη διοίκηση των εταιρικών της υποθέσεων.

    Οι διατάξεις του νόμου για τις ΑΕ που σχετίζονται με τις αξιώσεις της εταιρείας έναντι των υπαίτιων για την περιουσιακή της ζημία διοικητών της (άρ. 102 επ. ν. 4548/2018) καθόλου δεν θίγουν την ευθύνη των τελευταίων στην περίπτωση πρόκλησης άμεσης ζημίας σε μετόχους της ή τρίτους (άρ. 107). Επίσης, ούτε την ευθύνη τους για πρόκληση ή παρέλκυση της πτώχευσης (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 107).

    Ανεξάρτητα, λοιπόν, από την ύπαρξη ενδοεταιρικής ευθύνης μελών του ΔΣ (και τυχόν υποκαταστάτων-άρ. 87) ευθύνονται, προσωπικά, (και) για την αποκατάσταση της «άμεσης» ζημίας που έχουν τυχόν προκαλέσει σε μετόχους ή τρίτους. Στην έννοια των τρίτων εμπίπτουν πρόσωπα με τα οποία η εταιρεία, συνήθως, θα έχει ήδη συνάψει (ή/και όχι) συναλλακτικές σχέσεις. Ενδεικτικά: εργαζόμενοι, προμηθευτές, πελάτες κ.ο.κ. Εντάσσονται, επιπλέον, οι εταιρικοί δανειστές, καθώς και οι ανταγωνιστές (:ιδίως για παραβάσεις του δικαίου του αθέμιτου ανταγωνισμού).

    Η ΑΕ δεν έχει, επομένως, τη δυνατότητα να αποκλείσει μια τέτοια (έναντι τρίτων) ευθύνη των διοικητών της. Ούτε, φυσικά, και να αποκλείσει την έγερση αποζημιωτικών αξιώσεων από τρίτους που ζημιώθηκαν από τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Καμιά αξία δεν θα είχαν, προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, εταιρικές αποφάσεις για την άσκηση (ή μη) εταιρικής αγωγής ούτε και η έγκριση (ή μη) της συνολικής διαχείρισης του ΔΣ (:για την οποία επόμενη αρθρογραφία μας).

    Να διευκρινιστεί εδώ πως η σχετική ρύθμιση του νόμου, για την έναντι τρίτων ευθύνη των διοικητών της ΑΕ (άρ. 107) δεν εισάγει ειδικότερη/ιδιαίτερη περίπτωση ευθύνης τους κι ούτε αποτελεί νομική βάση θεμελιωτική της ευθύνης τους.  Αποσαφηνίζει το, μάλλον, αυτονόητο: στην περίπτωση που η ΑΕ αποφασίσει να στραφεί (ή όχι) κατά των διοικητών της, να εγκρίνει τη διαχείρισή τους ή/και να τους «απαλλάξει από κάθε ευθύνη» καθόλου δεν επηρεάζονται οι τρίτοι βλαπτόμενοι-ακόμα κι αν είναι μέτοχοι της.

     

    Ευθύνη Διοικητών & Ευθύνη ΑΕ: Νομικές Βάσεις & Ερείσματα

    Με βάση και όσα παραπάνω αναφέρθηκαν, η έναντι τρίτων (και μετόχων) ευθύνη εκείνων που διοικούν την ΑΕ πρέπει να αναζητείται και να θεμελιώνεται με νομικές βάσεις εκτός του νόμου για τις ΑΕ. Συνηθέστερη, στην πράξη, είναι η περίπτωση της αποζημιωτικής ευθύνης από αδικοπραξία (914-919 ΑΚ). Αποζημιωτική, επίσης, ευθύνη συντρέχει, κάποιες φορές, σε περίπτωση ζημίας που προκλήθηκε από ακύρωση δικαιοπραξίας (145ΑΚ), αυτοδικία (283ΑΚ), κατάσταση ανάγκης (286 ΑΚ).

    Η ευθύνη, ωστόσο, δεν περιορίζεται στους προσωπικά υπευθύνους διοικητές της ΑΕ.  Η ευθύνη εκτείνεται και εις βάρος της ίδιας της εταιρείας (άρ 71 ΑΚ). Με βάση, εξάλλου, την οργανική θεωρία, τα διοικητικά όργανα της ΑΕ διεξάγουν με δική τους πρωτοβουλία μεν τις υποθέσεις της, ενσαρκώνουν, όμως-ταύτοχρονα, τη βούληση της εταιρείας (βλ. άρ. 65, 67, 68 ΑΚ).

    Δεν επέρχεται, πάντως, στην περίπτωση αυτή μεταβίβαση της ευθύνης αποκλειστικά στην ΑΕ. Ιδρύεται πρόσθετη ευθύνη της μαζί μ’ εκείνη του υπαίτιου, κατά περίπτωση, νόμιμου εκπροσώπου (25/2000 ΑΠ, 594/2022 ΕφΠειρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η ευθύνη του τελευταίου είναι, πάντοτε, ανεξάρτητη και αυτοτελής (αφού, άλλωστε, στηρίζεται σε διαφορετικές νόμιμες βάσεις). Η έκταση των ευθυνών της ΑΕ και του υπαίτιου οργάνου της -κατά συνέπεια και ο βαθμός ικανοποίησης των απαιτήσεων- είναι δυνατό να διαφοροποιείται ανάμεσά τους.

     

    Ίδρυση Εις Ολόκληρον Ευθύνης Διοικητών & ΑΕ: Προϋποθέσεις

    Για την επίρριψη αποζημιωτικής ευθύνης (και) στην εταιρεία για ζημιογόνα πράξη ή παράλειψη οργάνων της, απαιτείται, καταρχήν, η συνδρομή σειράς προϋποθέσεων (1885/2014 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα:

    (α) Ενέργεια (:θετική πράξη ή παράλειψη) προσώπων με (οργανική) εξουσία εκπροσώπησης της εταιρείας: (λ.χ. μέλη ΔΣ και υποκατάστατα-άρ. 87). Να σημειωθεί εδώ πως ευθύνη της εταιρείας υπάρχει ακόμη κι εάν το υπαίτιο πρόσωπο έχει, απλώς, αντιπροσωπευτική εξουσία (που δεν πηγάζει από τον νόμο ή το καταστατικό)˙ ενδεικτικά: η περίπτωση υψηλόβαθμου υπαλλήλου σε υποκατάστημα (1885/2014 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην τελευταία περίπτωση, η αποζημιωτική ευθύνη θα θεμελιώνεται σε διαφορετικές νομικές βάσεις (:άρ. 922, 926 ή και 334 ΑΚ).

    (β) Ύπαρξη «εσωτερικής» αιτιώδους συνάφειας: Η ζημιογόνος ενέργεια θα πρέπει να έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του εκάστοτε αρμόδιου και υπεύθυνου οργάνου. Αιτιώδης συνάφεια θεμελιώνεται ακόμη κι εάν το υπεύθυνο πρόσωπο (μέλος ΔΣ/υποκατάστατο) ενήργησε καθ’ υπέρβαση των καθηκόντων του ή κατά κατάχρηση των εξουσιών του. Ευθύνη όμως της εταιρείας δεν τεκμηριώνεται στην περίπτωση που οι ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις έλαβαν χώρα (απλώς) επ’ ευκαιρία ή εξ αφορμής των ανατεθειμένων καθηκόντων και αφορούσαν αποκλειστικά το πρόσωπο του νόμιμου εκπροσώπου (1498/2004 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (γ) Τρόπος δράσης που δεν οδηγεί σε δικαιοπρακτική παράβαση (:λ.χ. αθέτηση συμβατικών υποχρεώσεων-1498/2004 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Απαιτείται, αντίθετα, πλήρωση των νομικών προϋποθέσεων που γεννούν αποζημιωτική ευθύνη σε βάρος του υπαιτίου (λ.χ. και συνήθως: 914 επ. ΑΚ. Επίσης: 143, 283, 286 ΑΚ). Επισημαίνεται, επιπλέον, ότι ο παράνομος χαρακτήρας της συμπεριφοράς ενδέχεται να μην συντρέχει, αποκλειστικά και μόνο, σε περίπτωση παράβασης συγκεκριμένου κανόνα δικαίου. Αρκεί, αντίθετα, δράση (ή παράλειψη) κατά τρόπο αντίθετο προς το γενικότερο πνεύμα δικαίου και τις επιταγές της έννομης τάξης. Παρανομία, συνεπώς, θα στοιχειοθετείται και ευθύνη, κατά συνέπεια, θα δημιουργείται ακόμη και σε περίπτωση παράβασης της γενικής υποχρέωσης πρόνοιας και ασφάλειας· όταν δεν θα έχουν ληφθεί, δηλαδή, τα απαραίτητα μέτρα επιμέλειας (με μέτρο τη μέση συμπεριφορά του συνετού ανθρώπου) για την αποφυγή πρόκλησης ζημίας σε έννομα αγαθά τρίτων (ενδ.:252/2013 ΑΠ – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Η οργανωτική αυτή παράλειψη, συνήθως, θα «χρεώνεται» σε συγκεκριμένο, σχετικά επιφορτισμένο, πρόσωπο. Σαφώς, τα προαναφερόμενα προϋποθέτουν ότι γίνεται δεκτή η ως άνω γενική υποχρέωση πρόνοιας (και η περίπτωση παράβασής της) κατά την ανάλυση του «παρανόμου» στο άρθρ. 914 ΑΚ.

    (δ) Ύπαρξη «εξωτερικής» αιτιώδους συνάφειας μεταξύ νόμιμου λόγου ευθύνης και προξενηθείσας ζημίας. Η ζημία, με άλλα λόγια, θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα πράξεων ή παραλείψεων του αρμόδιου και υπεύθυνου οργάνου.

    (ε) Υπαιτιότητα υπαίτιου προσώπου. Ως προς τη στοιχειοθέτηση ατομικής ευθύνης, απαιτείται το υπαίτιο πρόσωπο να βαρύνεται με υπαιτιότητα (:δόλος ή αμέλεια). Υποστηρίζεται, ωστόσο, σε επίπεδο θεωρίας, ότι η συνδρομή της ερευνάται μόνο εφόσον προβλέπεται, ρητά, από τον κανόνα που θεμελιώνει την ευθύνη· συνεπώς, η αναφορά σε «υπαίτιο» πρόσωπο υποδηλώνει, απλώς, το πρόσωπο που ενήργησε παράνομα. Αυτονοήτως, όμως, η ίδια η εταιρεία δεν είναι δυνατό να αδικοπρακτεί, αφού η υπαιτιότητα, ως ψυχική κατάσταση, ταιριάζει σε φυσικά πρόσωπα. Επιβαρύνεται αντίθετα -σύμφωνα με τα ανωτέρω- με την αδικοπρακτική ευθύνη των υπαίτιων οργάνων που την εκπροσωπούν.

    Εφόσον πληρούνται οι ανωτέρω προυποθέσεις, και ως εκ τούτου, ευθύνεται και η εταιρεία μαζί με το όργανο, τότε έναντι του τρίτου (παρανόμως και υπαιτίως ζημιωθέντα) ιδρύεται παθητική εις ολόκληρον μεταξύ τους ευθύνη (άρ. 71 εδ. β΄ ΑΚ). Συνεπώς, ο δικαιούχος αποζημίωσης θα δικαιούται να στραφεί, κατά απόλυτη διακριτική ευχέρεια, εναντίον είτε της εταιρείας είτε/και του προσωπικά υπεύθυνου προσώπου.

    Δεν αποκλείεται, επιπλέον, η ζημία που έχει υποστεί ο τρίτος να γεννά αξίωση απόδοσης του αδικαιολόγητου πλουτισμού (βλ. 904 ΑΚ). Καθώς, όμως, ο πλουτισμός δεν είναι δυνατό να διατηρείται στο πρόσωπο του υπαίτιου φυσικού προσώπου, μια τέτοια αξίωση μόνον κατά της εταιρείας είναι δυνατό να στραφεί.

    Εις ολόκληρον ευθύνη του υπαίτιου προσώπου (διοικούντος την ΑΕ) δεν ιδρύεται, κατ’ ορθότερη άποψη, σε περίπτωση ευθύνης από διαπραγματεύσεις (άρ. 197 – 198 ΑΚ). Και τούτο διότι υποκείμενο των διαπραγματεύσεων είναι η εταιρεία. Τα αντίστοιχα ισχύουν, τέλος, και επί (τυχόν) ευθύνης από διακινδύνευση.

     

    Αντισυμβατική Συμπεριφορά Μελών ΔΣ

    Δεν είναι απίθανο συμβατικές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η εταιρεία να αθετηθούν πλήρως ή να εκπληρωθούν πλημμελώς. Η αντισυμβατική συμπεριφορά θα εκδηλωθεί, στην περίπτωση αυτή, από τα όργανα που είναι επιφορτισμένα με την εκπροσώπησή της στην εκάστοτε συμβατική σχέση.

    Ο τρίτος που ζημιώθηκε-αντισυμβαλλόμενος της εταιρείας δικαιούται (κατ’ επίκληση του άρ. 71 εδ. β΄ ΑΚ) να στραφεί κατά της εταιρείας για την ικανοποίηση της (δευτερογενούς) αξίωσής του προς αποζημίωση. Δεν δικαιούται, όμως, να στραφεί (και) κατά του οργάνου της που ενήργησε αντισυμβατικά: το «υπαίτιο» φυσικό πρόσωπο βρίσκεται εκτός της συμβατικής σχέσης και δεν υπέχει, οποιαδήποτε, ενδοσυμβατική ευθύνη.

     

    Η ευθύνη των μελών του ΔΣ και των υποκαταστάτων οργάνων είναι (γνωστό πως είναι) ιδιαίτερα εκτεταμένη. Δεν περιορίζεται στα στενά όρια της ΑΕ κι ούτε η ΑΕ, μόνον, είναι δυνατό να αξιώσει την αποκατάσταση της ζημίας που, ενδεχομένως, της προξένησαν. Και τρίτοι είναι δυνατό, υπό προϋποθέσεις, να αναζητήσουν την αποκατάσταση της ζημίας τους από διοικητές της ΑΕ. Κι όταν αυτή τεκμηριώνεται είναι, κατά βάση, ευθύνη εις ολόκληρον-τόσο για την ΑΕ όσο και για τα υπαίτια φυσικά πρόσωπα-διοικητές της. Ευθύνη όμως έχουν οι τελευταίοι και έναντι των πιστωτών της εταιρείας σε περίπτωση πρόκλησης ή παρέλκυσης της πτώχευσης. Περί αυτής, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 2 Ιουλίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Υποχρεώσεις και Δικαιώματα Ειδικού Εκπροσώπου

    Υποχρεώσεις και Δικαιώματα Ειδικού Εκπροσώπου

    Ασχοληθήκαμε, ήδη, με τις προϋποθέσεις διορισμού και τις εξουσίες του ειδικού εκπροσώπου για την άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας σε βάρος των μελών του ΔΣ που τη ζημίωσαν. Στο παρόν θα μας απασχολήσουν οι υποχρεώσεις και τα δικαιώματά του, η αμοιβή και, ενδεχόμενη, αντικατάστασή του. Επίσης ζητήματα παραγραφής των συναφών αξιώσεων.

     

    Υποχρεώσεις Ειδικού Εκπροσώπου

    Υποχρέωση Πίστης & Επιμέλειας

    Ο ειδικός εκπρόσωπος συνιστά όργανο της διοίκησης της ΑΕ (δικαστικά, έστω, διορισμένο). Δεδομένης της ιδιότητάς του αυτής και στο πλαίσιο της εξουσίας του για την άσκηση της εταιρικής αγωγής, υποχρεούται να επιδείξει την απαιτούμενη επιμέλεια και πίστη έναντι της ΑΕ. Υπέχει, κι εκείνος-έναντι της ΑΕ, τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των μελών του ΔΣ (:εν γένει, τα όργανα διοίκησής της -λ.χ. υποκατάστατα). Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, ο νόμος προβλέπει, ρητά, ότι «ο ειδικός εκπρόσωπος έχει υποχρέωση εχεμύθειας, όπως και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου.» (άρ. 105 §5 εδ. γ΄). Σε περίπτωση παράβασης των συγκεκριμένων υποχρεώσεων ευθύνεται, για κάθε πταίσμα, όπως και τα μέλη του ΔΣ (άρ. 102 §§1 και 5).

    Βέβαια, λόγω της φύσης και περιορισμένης αρμοδιότητάς του ειδικού εκπροσώπου είναι περιορισμένο το περιεχόμενο της ευθύνης του.

    Δεδομένου ότι ο ειδικός εκπρόσωπος δεν καλείται να λάβει επιχειρηματικές αποφάσεις, δεν εφαρμόζεται: (α) Το μέτρο επιμέλειας του συνετού επαγγελματία (άρ. 102 §2) ούτε και (β) ο κανόνας της εύλογης επιχειρηματικής απόφασης ως λόγος απαλλαγής από την ευθύνη του (άρ. 102 §4).

    Υποχρέωση Ενημέρωσης

    Στην υποχρέωση επιμέλειας του ειδικού εκπροσώπου εμπεριέχεται και η υποχρέωση ενημέρωσης των οργάνων της ΑΕ: διευρυμένη, έναντι της ΓΣ-περιορισμένη έναντι του ΔΣ. Η διαφοροποίηση αυτή μοιάζει απολύτως εύλογη καθώς ο ειδικός εκπρόσωπος διορίζεται ύστερα από πρωτοβουλία των μετόχων. Και, ακριβέστερα, εξαιτίας ακριβώς της άρνησης, αδράνειας ή αδυναμίας του ΔΣ να κάνει δεκτό το αίτημα των μετόχων για την άσκηση εταιρικής αγωγής. Κι ας μην ξεχνάμε πως μέλη του ΔΣ είναι αυτά κατά των οποίων ασκείται η εταιρική αγωγή. Συνεπώς, το εύρος της υποχρέωσης ενημέρωσης του ΔΣ οφείλει να μην θέτει υπό διακινδύνευση την επιτυχή έκβαση της δίκης επί της εταιρικής αγωγής. Κι ακόμα περισσότερο: η ενημέρωση του ΔΣ θα πρέπει να περιοριστεί σε ειδικές, μόνον, περιπτώσεις και να λάβει χώρα εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, εφόσον η εν λόγω ενημέρωση είναι αναγκαία για την άσκηση των εξουσιών του ΔΣ και, ταυτόχρονα, διασφαλίζεται η προστασία της αξίωσης της εταιρείας για αποζημίωση.

    Η υποχρέωση ενημέρωσης προς τη ΓΣ είναι, αντίθετα, ευρεία. Θεωρείται, μάλιστα, ότι ο ειδικός εκπρόσωπος υποκαθιστά το ΔΣ στην υποχρέωσή του να παρέχει στη ΓΣ πληροφορίες σχετικές με τις εταιρικές υποθέσεις, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε μετόχου (άρ. 141 §6 εδ. α΄). Η υποχρέωση αυτή εύλογα περιορίζεται σε θέματα σχετικά με την εταιρική αγωγή.

    Σε δύο  περιπτώσεις ρητά προβλέπεται υποχρέωση ενημέρωσης του ειδικού εκπροσώπου έναντι της ΓΣ και του ΔΣ. Συγκεκριμένα:

    (α) Όταν, μετά την άσκηση εταιρικής αγωγής, συγκαλείται ΓΣ με θέμα ημερήσιας διάταξης την παραίτηση ή το συμβιβασμό της εταιρείας από τις αξιώσεις της. «…Στην συνέλευση αυτή καλείται να παραστεί και ο ειδικός εκπρόσωπος που τυχόν έχει ορισθεί» (άρ. 102 §7 εδ. γ΄).

    (β) Όταν τίθεται ζήτημα παραίτησης από τα ένδικα μέσα, σε περίπτωση απόρριψης της εταιρικής αγωγής. Ειδικότερα, σε περίπτωση κατ’ ουσίαν απόρριψης της αγωγής σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, το ΔΣ μπορεί να παραιτηθεί των ενδίκων μέσων. Τούτο, κατόπιν σχετικής εισήγησης του ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105 §7).

    Θα πρέπει όμως ιδιαίτερα να επισημανθεί πως η, κατά τον νόμο, διαφοροποίηση της υποχρέωσης ενημέρωσης του ειδικού εκπροσώπου έναντι του ΔΣ και της ΓΣ μοιάζει, μόνον, θεωρητική. Και τούτο γιατί δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος ελληνική ΑΕ που τα μέλη του ΔΣ της δεν έχουν πρόσβαση στις συζητήσεις και πρακτικά της ΓΣ της και, όχι σπάνια, συμμετοχή στις εργασίες της με την ιδιότητα του μετόχου.

     

    Δικαιώματα Ειδικού Εκπροσώπου

    Ενημέρωσης -Πρόσβασης Στα Έγγραφα

    Ο ειδικός εκπρόσωπος δικαιούται πρόσβαση στα έγγραφα της εταιρείας κατά την άσκηση των καθηκόντων του ως ad hoc οργάνου. Συγκεκριμένα: «ο ειδικός εκπρόσωπος έχει εξουσία πρόσβασης σε έγγραφα και πληροφορίες, η γνώση των οποίων είναι κατά εύλογη κρίση απαραίτητη για την άσκηση της αγωγής και τη διεξαγωγή της σχετικής δίκης.» (άρ. 105 §4 τελ. εδ.). Υποχρεούται, δηλ., η εταιρεία, επί σχετικού αιτήματός του, να του παρέχει πρόσβαση και αντίγραφα των βιβλίων, εγγράφων και αρχείων της εταιρείας που περιέχουν κρίσιμες πληροφορίες για την άσκηση και εκδίκαση της εταιρικής αγωγής.

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα του ειδικού εκπροσώπου, δεν είναι απεριόριστο. Δεν θα πρέπει, αυτονόητα,  να παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας ούτε και να υπερβαίνει το σκοπό της άσκησης της εταιρικής αγωγής. Τούτο, όμως, σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται απόλυτο περιορισμό των ενεργειών του ειδικού εκπροσώπου σε πρόσβαση μόνο στα έγγραφα που αναφέρονται στην ιστορική βάση, η οποία καθορίζεται από το δικαστήριο κατά τον διορισμό του (άρ. 105 §5). Αντίθετη θέση θα καθιστούσε ατελέσφορο το δικαίωμα ενημέρωσης καθώς τούτο θα αφορούσε πληροφορίες ήδη γνωστές.

    Περίσσεια θεωρητική μοιάζει η διχογνωμία σχετικά με το πρόσωπο κατά του οποίου στρέφεται η εν λόγω αξίωση του ειδικού εκπροσώπου. Θα ασκηθεί κατά της εταιρείας, του ΔΣ ή του συγκεκριμένου μέλους του που, ενδεχομένως, κατέχει το εταιρικό έγγραφο; Προφανώς θα ασκηθεί κατά της ΑΕ (που νόμιμα εκπροσωπείται από το ΔΣ της) και, εφόσον συγκεκριμένο μέλος κατέχει σημαντικό έγγραφο, και κατά του τελευταίου.

    Αμοιβή και Δαπάνες Ειδικού Εκπροσώπου

    Το δικαστήριο, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, μπορεί να επιδικάσει εύλογη αμοιβή στον ειδικό εκπρόσωπο (άρ. 105 §5 τελ. εδ.), η οποία βαρύνει την ΑΕ.

    Για τη χορήγηση της εν λόγω «εύλογης» αμοιβής το δικαστήριο αποφασίζει-κατά την πάγια σχετική νομολογία- «…λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, τον αριθμό, τη χρονική διάρκεια, την αναγκαιότητα και σοβαρότητα των παρασχεθεισών από τον αιτούντα (ειδικό εκπρόσωπο) κατά το επίδικο διάστημα υπηρεσιών, τον καταβληθέντα κόπο, το επιτευχθέν αποτέλεσμα…» (57/1998 ΕφΠειρ, συναφώς 84/2016 ΕφΛαρ, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Η εν λόγω αμοιβή, όμως, δεν απομειώνεται από τις δαπάνες τις δίκης: Την ΑΕ βαρύνει «η δαπάνη της δίκης για το διορισμό του ειδικού εκπροσώπου και τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα…» (άρ. 106 §3). Επίσης με τα έξοδα κοινοποίησης της απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου για τον διορισμό του.

     

    Αντικατάσταση Ειδικού Εκπροσώπου

    Ο ειδικός εκπρόσωπος αποτελεί όργανο προσωρινής διοίκησης, που διορίζεται από το δικαστήριο για συγκεκριμένο, μόνον, σκοπό: την άσκηση της εταιρικής αγωγής. Ως τέτοιο είναι δυνατό να αντικατασταθεί εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος (άρ. 786 §3 ΚΠολΔ). Άλλωστε, έτσι, εξυπηρετείται η αποτελεσματική επιδίωξη των αξιώσεων της εταιρείας και η αποκατάσταση της ζημίας που η τελευταία υπέστη.

    Για την αντικατάσταση του ειδικού εκπροσώπου απαιτούνται σωρευτικά: (α) αίτηση προς το δικαστήριο όποιου έχει έννομο συμφέρον-ακόμα και ατομικά ενεργούντος μετόχου (στη σχετική συζήτηση θα πρέπει να συμμετέχει, φυσικά, και ο ειδικός εκπρόσωπος) και (β) συνδρομή σπουδαίου λόγου.

    Ειδικά για τη συνδρομή του σπουδαίου λόγου προϋποτίθεται διακινδύνευση των συμφερόντων της εταιρείας. Κρίνεται, κατά τη νομολογία, ότι συντρέχει τέτοιος (:σπουδαίος λόγος) σε περίπτωση που ο ειδικός εκπρόσωπος εκτελεί πλημμελώς τα καθήκοντά του. Ήτοι την αποκλειστική του εξουσία, περιεχόμενο της οποίας είναι η «…εμπρόθεσμη άσκηση της εταιρικής αγωγής και τη διεξαγωγή του δικαστικού αγώνα με την επιμέλεια που επιβάλλεται στις συναλλαγές, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες…» (189/2018 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, δεν ενδιαφέρει αν ενεργεί με δόλο.

     

    Αναστολή Παραγραφής

    Οι αξιώσεις της εταιρείας από την ευθύνη της διοίκησης υπόκεινται σε παραγραφή. Η, κατά νόμο, τριετής παραγραφή αναστέλλεται ενόσω ο υπεύθυνος έχει την ιδιότητα του μέλους του διοικητικού συμβουλίου ή του υποκατάστατου οργάνου (άρ. 102 §6) και εκτείνεται, κατά μέγιστο όριο, στη δεκαετία. Η εν λόγω προθεσμία αναστέλλεται, περαιτέρω (106 §1 εδ. α΄), από την υποβολή της αίτησης των μετόχων προς το ΔΣ για την άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 104) και έως την έκδοση της απόφασης του Μον. Πρωτοδικείου επί της αιτήσεως των μετόχων (άρ. 106 §1 εδ. β΄). Στην περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν διοριστεί αμέσως ειδικός εκπρόσωπος, η αναστολή της παραγραφής εξακολουθεί να υφίσταται. Κι αν το δικαστήριο απορρίψει την αίτηση των μετόχων για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου, η αναστολή συνεχίζεται μέχρι η απόφαση να τελεσιδικήσει.

    Σκόπιμο να σημειωθεί ότι η αναστολή της παραγραφής (άρ. 106 §1 εδ. α΄) δεν επανεκκινεί αν ασκηθεί νέα αίτηση διορισμού ειδικού εκπροσώπου των μετόχων, σε περίπτωση που αυτός, πριν την άσκηση της εταιρικής αγωγής, κρίνει ότι δεν υπάρχει ευθύνη μελών της διοίκησης (άρ. 105 §6).

     

    Στον ειδικό εκπρόσωπο για την άσκηση των αξιώσεων της ΑΕ σε βάρος μελών του ΔΣ αναγνωρίζεται, εύλογα, σειρά δικαιωμάτων. Βαρύνεται, όμως, και με σειρά υποχρεώσεων. Ενδεχόμενη παραβίαση των τελευταίων δημιουργεί τη βάση, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, για αντικατάστασή του. Κεντρικό ζητούμενο, πάντοτε, η βέλτιστη δυνατή άσκηση των δικαιωμάτων της ΑΕ έναντι εκείνων που τη ζημίωσαν. Όταν εξαντληθεί, όμως, η άσκηση των αξιώσεων της εταιρείας έναντι των συγκεκριμένων προσώπων απαλλάσσονται από τις λοιπές, έναντι τρίτων, αστικές και ποινικές τους ευθύνες; Περί του θέματος σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Ιουνίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Απόφαση Διορισμού Ειδικού Εκπροσώπου

    Απόφαση Διορισμού Ειδικού Εκπροσώπου

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ασχοληθήκαμε με τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου για την άσκηση εταιρικής αγωγής-όταν το ΔΣ αδρανεί ή την αρνείται. Μας απασχόλησαν ο σκοπός της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης (άρ. 105, ν. 4548/23) καθώς και οι προϋποθέσεις διορισμού ειδικού εκπροσώπου. Το δικαστήριο είναι αυτό που θα αποφασίσει, τελικά, επί της σχετικής αίτησης, να ορίσει τον ειδικό εκπρόσωπο, τις εξουσίες που θα του ανατεθούν καθώς και τα όρια των τελευταίων. Περί αυτών το παρόν…

     

    Δικαστική Απόφαση Επί Της Αίτησης Των Μετόχων

    Κριτήρια Αποδοχής (Ή Μη)

    Ύστερα από την υποβολή της αίτησης για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου εκ μέρους των (πλειοψηφούντων ή, κατά περίπτωση, μειοψηφούντων) μετόχων της εταιρείας, το δικαστήριο καλείται να αποφανθεί σχετικά.

    Όπως γινόταν δεκτό και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, η αποδοχή της αίτησης διορισμού δεν προϋποθέτει την απόδειξη (ή πιθανολόγηση) της θεμελίωσης των αξιώσεων αποζημίωσης κατά των μελών του ΔΣ. Αντίθετα, για την αποδοχή της (ή μη), εξετάζεται η συνδρομή έστω και μιας από τις περιοριστικά απαριθμούμενες, τυπικές προϋποθέσεις (άρ. 105 §1 εδ. α΄-ε΄).

    Υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, δεν εξεταζόταν, ούτε η σκοπιμότητα διορισμού ειδικού εκπροσώπου και αν τούτη αποσκοπούσε στο συμφέρον της εταιρεία (ΕφΑθ 44/2008, 83/2012 ΠολΠρωτΑθ, 316/2010 ΠολΠρωτΛαρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Παρότι, όμως,  το κριτήριο του εταιρικού συμφέροντος συνιστά μια επιχειρηματική κρίση της εταιρείας, έκρινε αναγκαία ο νομοθέτης, υπό το ισχύον καθεστώς, την εξέταση του εν λόγω κριτηρίου.

    Υπέρτερο Εταιρικό Συμφέρον

    Ειδικότερα, όπως ρητά προβλέπεται (άρ. 105 §2 εδ. β΄ – και αναφέρεται στην Αιτιολογική Έκθεση επί του άρθρου αυτού): «…το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση των μετόχων και ορίζει ειδικό εκπρόσωπο, εφόσον δε συντρέχει προφανώς υπέρτερο συμφέρον της εταιρείας που να δικαιολογεί τη μη διεξαγωγή δικαστικού αγώνα σε βάρος των μελών του ΔΣ.». Συνεπώς, παύει να ισχύει η παραδοχή ότι η σκοπιμότητα άσκησης της εταιρικής αγωγής δεν επηρεάζει τη δικαστική κρίση για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου. Το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση των μετόχων και ορίζει ειδικό εκπρόσωπο, εφόσον δεν συντρέχει (προφανώς) υπέρτερο συμφέρον της εταιρείας, που να δικαιολογεί τη μη διεξαγωγή δικαστικού αγώνα σε βάρος των (υπαίτιων) μελών του διοικητικού συμβουλίου.

    Αντίθετα, υφίσταται υποχρέωση του δικαστή να μην κάνει δεκτές αιτήσεις όταν κρίνει ότι συντρέχουν λόγοι υπέρτερου εταιρικού συμφέροντος.

    Το δικαστήριο καλείται, αρχικά, να σταθμίσει τη σχέση κόστους-οφέλους ως προς την άσκηση της εταιρικής αγωγής. Έπειτα, αν από τον έλεγχο αυτό προκύψει, αναμφίβολα, πως συντρέχει υπέρτερο εταιρικό συμφέρον για τη μη άσκηση της εν λόγω αγωγής, υποχρεούται να αρνηθεί τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου. Αρκεί η μη διεξαγωγή της δίκης να αποτελεί μέτρο πρόσφορο και αναγκαίο για τη διαφύλαξη των συμφερόντων της εταιρείας (:έλεγχος αναλογικότητας). Αυτονοήτως, το δικαστήριο πρέπει σε εξαιρετικές, μόνον, περιπτώσεις να λαμβάνει κατ’ ουσίαν επιχειρηματικές αποφάσεις: περιοριστικά, μάλιστα, στην περίπτωση που πρόδηλο προκύπτει το πόρισμα από την προαναφερθείσα στάθμιση κόστους-οφέλους.

    Το κριτήριο του υπέρτερου εταιρικού συμφέροντος επικαλείται δικαστικά εκείνος επιδιώκει την μη άσκηση της εταιρικής αγωγής (λ.χ. ο κατονομαζόμενος, επί της αίτησης του άρθρου 104, σύμβουλος).

    Περιεχόμενο

    Η απόφαση του δικαστηρίου για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου αναφέρει (επί αποδοχής της συναφούς αίτησης) και τα πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων θεμελιώνεται ευθύνη μελών του ΔΣ. Ο ειδικός εκπρόσωπος, όπως εν συνεχεία θα αναλυθεί, δεσμεύεται κατά την άσκηση των καθηκόντων του από την συγκεκριμένη, διαμορφούμενη ιστορική βάση.

     

    Ο Ειδικός Εκπρόσωπος

    Εφόσον το δικαστήριο αποφασίσει τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου, προβαίνει, κατά την απόλυτη κρίση του, στην επιλογή του συγκεκριμένου προσώπου.

    Τούτο σημαίνει ότι το δικαστήριο δεν δεσμεύεται από τυχόν συμπερίληψη πρότασης στην αίτηση των μετόχων συγκεκριμένου προσώπου ως ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105 §3 εδ. β΄). Δικαιούται, αντίθετα, να επιλέξει οποιοδήποτε πρόσωπο αξιολογήσει ως κατάλληλο-με την προϋπόθεση ότι φέρει ικανότητα δικαστικής παράστασης. Το αρμόδιο δικαστήριο ορίζει ως ειδικό εκπρόσωπο, συνήθως, έναν από τους αιτούντες μετόχους. Δεν αποκλείεται, όμως, να ορίσει και τρίτο πρόσωπο (μέτοχο ή μη – άρ. 105 §3 εδ. α΄).

    Σε κάποιες (περίπλοκες, ασυνήθεις ή ειδικών συνθηκών) περιπτώσεις, γίνεται δεκτό ότι το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να διορίσει και περισσότερους ειδικούς εκπροσώπους (:τούτο, μολονότι ο νέος νόμος αναφέρεται σε «ειδικό εκπρόσωπο» και όχι σε διορισμό «ειδικών εκπροσώπων», όπως ο προϋφιστάμενος νόμος). Αναγκαίος προκύπτει, στην περίπτωση αυτή, ο σαφής καθορισμός των αρμοδιοτήτων καθενός από τους ειδικούς εκπροσώπους: θα ενεργούν, λ.χ, από κοινού ή κατά μόνας;

    Η απόφαση, τέλος, του δικαστηρίου μπορεί να ορίζει και αναπληρωτή ειδικό εκπρόσωπο (άρ. 105 §3 in fine). Τούτο αποσκοπεί, σαφώς, στην πρόληψη περιπτώσεων έκπτωσης από το εν λόγω αξίωμα, παραίτησης ή θανάτου του ειδικού εκπροσώπου.

     

    Εξουσίες Ειδικού Εκπροσώπου

    Ειδική και μόνη εξουσία του ειδικού εκπροσώπου συνιστά η άσκηση εταιρικής αγωγής (και η διεξαγωγή της σχετικής δίκης) με σκοπό την αποκατάσταση της ζημίας της εταιρείας. Ζημία που προκλήθηκε από υπαίτια πράξη ή παράλειψη (πρώην-νυν ή/και υποκαταστάτων-άρ. 102 §1) μελών του ΔΣ. Η σχετική εξουσία του διαρκεί έως την αμετάκλητη περάτωση της σχετικής δίκης (άρ. 105 §4 εδ. α΄).

    Στο πλαίσιο άσκησης της εταιρικής αγωγής και της (επικείμενης) δίκης, ο ειδικός εκπρόσωπος δεσμεύεται από τη δικαστική απόφαση ορισμού του, όσον αφορά την ιστορική βάση που θα διερευνήσει για την άσκηση της αγωγής (άρ. 105 §5 εδ. α΄). Η δέσμευση αυτή, ωστόσο, δεν τον εμποδίζει από το να αναπτύξει ελεύθερα τους ισχυρισμούς του ως προς τη νομική βάση, την υπαιτιότητα ή την αιτιώδη συνάφεια καθώς και να προσδιορίσει την έκταση των αξιώσεων της ΑΕ (άρ. 105 §5 εδ. β΄). Ακόμη, έχει την ευχέρεια να στρέψει την αγωγή κατά όποιων συμβούλων κρίνει απαραίτητο. Αρκεί τούτοι να κατονομάζονται (έστω μεταξύ άλλων) στην αίτηση των μετόχων.

    Εκ περισσού να σημειωθεί πως ο ειδικός εκπρόσωπος δεν δεσμεύεται, εύλογα-δεδομένων των συνθηκών διορισμού του, από υποδείξεις οργάνων της εταιρείας (της ΓΣ ή του ΔΣ συμπεριλαμβανομένων). Ούτε, όμως, από τις υποδείξεις και τις οδηγίες εκείνων που ζήτησαν την άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 104 §1) ή αιτήθηκαν το διορισμό ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105 §1).

    Κατά την άσκηση της ως άνω εξουσίας του, ο ειδικός εκπρόσωπος δικαιούται, εν τέλει, να μην προβεί σε άσκηση της εταιρικής αγωγής. Τούτο, αφού προβεί σε νομική αξιολόγηση της ιστορικής βάσης της αγωγής και σε εκτίμηση της βασιμότητάς της. Η σχετική του κρίση είναι νομική˙ δεν δικαιούται, όμως, να υπεισέλθει σε στάθμιση του εταιρικού συμφέροντος.

    Συνεπώς, εφόσον ο ειδικός εκπρόσωπος κρίνει ότι δεν υπάρχει πιθανότητα να ευοδωθεί η εταιρική αγωγή, μπορεί να μην την ασκήσει. Προς την παραδοχή αυτή συνηγορεί και η πρόβλεψη του νόμου ότι ο ειδικός εκπρόσωπος αν δεν ασκήσει την εταιρική αγωγή και γνωστοποιήσει τούτο στους αιτούντες μετόχους, δεν υπέχει ευθύνη προς αποζημίωση (άρ. 105 §6).

    Στην περίπτωση που ο ειδικός εκπρόσωπος δεν ασκήσει, κατά τα άνω, την εταιρική αγωγή, οι ενδιαφερόμενοι μέτοχοι μπορούν να επανέλθουν με νέα αίτηση άσκησης εταιρικής αγωγής προς το ΔΣ (άρ. 105 §6 εδ. β΄-ήτοι όχι εξαρχής με νέα αίτηση διορισμού ειδικού εκπροσώπου).

     

    Όρια Εξουσίας Ειδικού Εκπροσώπου

    Η εξουσία του ειδικού εκπροσώπου να εκπροσωπεί, κατ’ αποκλειστικότητα, την εταιρεία για τις ανάγκες της εταιρικής δίκης δεν είναι απεριόριστη. Ήδη επισημάνθηκε ότι αυτός δεσμεύεται από τη δικαστική απόφαση για τον ορισμό του όσον αφορά την ιστορική βάση της αγωγής που θα ασκήσει. Κατά τη νομολογία, όμως, συγκεκριμένες ενέργειες εκφεύγουν των ορίων της εξουσίας του.

    Συγκεκριμένα, έχει γίνει δεκτό ότι ο ειδικός εκπρόσωπος δεν νομιμοποιείται να ασκήσει  ασφαλιστικά μέτρα για τη συντηρητική κατάσχεση περιουσίας μελών του ΔΣ. Ούτε, αντίστοιχα, αίτηση διορισμού προσωρινής διοίκησης της εταιρείας (189/2018 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Δεν αρκεί, κατά τις αποφάσεις της κατηγορίας αυτής, ότι οι εν λόγω αιτήσεις ασκήθηκαν με σκοπό την εξυπηρέτηση της εταιρικής αγωγής και την αποκατάσταση της ζημίας της εταιρείας. Αναφορικά, πάντως, με την αίτηση λήψης ασφαλιστικών μέτρων έχει γίνει δεκτή και η αντίθετη θέση (177/2019 ΜΠρωτΒoλ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κρίθηκε, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης παραδοχής, πως νομιμοποιείται σε άσκηση ασφαλιστικών μέτρων ο ειδικός εκπρόσωπος (ενόψει της δίκης της εταιρικής αγωγής)-εφόσον με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η διασφάλιση της αξίωσης της επικείμενης δίκης.

    Σε κάθε περίπτωση, πάντως, απαιτείται η λήψη των ασφαλιστικών μέτρων να συνιστά λύση πρόσφορη και αναγκαία για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εταιρείας. Και υπό αυτές τις προϋποθέσεις, όμως, δεν είναι δεδομένο ότι το δικαστήριο θα θεωρήσει παραδεκτή την αίτηση του ειδικού εκπροσώπου.

     

    Το αρμόδιο δικαστήριο θα κάνει δεκτή την αίτηση των μετόχων για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου-εφόσον συντρέχουν οι, κατά το νόμο, τυπικές προϋποθέσεις. Θα προηγηθεί, όμως, μια άλλη, ιδιαίτερα σημαντική, αξιολόγηση: περί της συνδρομής (ή μη) υπέρτερου εταιρικού συμφέροντος που να δικαιολογεί τη μη άσκηση εταιρικής αγωγής. Σε αρνητική περίπτωση θα πρέπει να απορρίψει τη σχετική αίτηση. Εφόσον, όμως, την κάνει αποδεκτή θα ορίσει τον ειδικό εκπρόσωπο (ένα ή περισσότερους) και τις εξουσίες του. Εκείνος που θα οριστεί ως τέτοιος δικαιούται (παρ’ ότι ουσιαστικά επικίνδυνο) να μην ασκήσει την εταιρική αγωγή όταν αξιολογήσει την έλλειψη νομικής βάσης των αξιώσεων της εταιρείας. Οι τελευταίες, πάντως, δεν είναι απαράγραπτες. Επίσης: οι υποχρεώσεις του ειδικού εκπροσώπου δεν περιορίζονται σε όσα ανωτέρω εκτέθηκαν. Για τα θέματα αυτά, όπως εξάλλου και τα σχετικά με την αμοιβή και αντικατάσταση του ειδικού εκπροσώπου, θα ασχοληθούμε σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 18 Ιουνίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ:  Αίτηση Διορισμού Ειδικού Εκπροσώπου

    Ευθύνη Μελών ΔΣ:  Αίτηση Διορισμού Ειδικού Εκπροσώπου

    Σε προηγούμενή αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η υποχρέωση του ΔΣ να προβεί, αυτοβούλως, σε άσκηση εταιρικής αγωγής (άρ. 103, ν. 4548/2018), όταν θεμελιώνεται ευθύνη μελών του ΔΣ. Μας απασχόλησε, επίσης, η άσκηση εταιρικής αγωγής από το ΔΣ, αφού προηγηθεί κίνηση της σχετικής διαδικασίας από τη μειοψηφία ή πλειοψηφία των μετόχων, όταν το πρώτο αρνείται ή ολιγωρεί (άρ. 104). Στο παρόν θα μας απασχολήσει η άσκηση της εταιρικής αγωγής από τον, προς τούτο οριζόμενο, ειδικό εκπρόσωπο (άρ. 105).

     

    Σκοπός της ρύθμισης

    Όπως ρητά επισημαίνεται στην Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 105, η ρύθμιση αυτή «…συμπληρώνει τη ρύθμιση του άρθρου 104…». Πράγματι, η ρύθμιση για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου συνιστά αναγκαία προσθήκη, προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικό το σύστημα της ενδοεταιρικής-εσωτερικής ευθύνης του ΔΣ (άρ. 102-108). Ακριβέστερα, προκειμένου να καταστεί αποτελεσματική η διαδικασία κίνησης της άσκησης εταιρικής αγωγής από τη μειοψηφία ή την πλειοψηφία των μετόχων.

    Η πρόβλεψη του άρθρου 104 θα κινδύνευε, σε διαφορετική περίπτωση, να καταστεί γράμμα κενό αν εξέλιπε, ως αναγκαίο λειτουργικό συμπλήρωμα, η ρύθμιση για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου. Τούτο, καθώς, η δυνατότητα της μειοψηφίας ή πλειοψηφίας των μετόχων να υποβάλει αίτηση ενώπιον του ΔΣ για άσκηση εταιρικής αγωγής, σε περίπτωση αδράνειάς του, δεν θα είχε πρακτικό αντίκρισμα, αν δεν προβλεπόταν δυνατότητα άσκησης, εν τέλει, της εταιρικής αγωγής από ένα άλλο όργανο, όταν το ΔΣ και πάλι αδρανούσε ή αδυνατούσε (για το λόγο αυτό και ο επικουρικός χαρακτήρας της ρύθμισης του άρθρου 105 σε σχέση με αυτή του άρθρου 104).

    Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη ρύθμιση στοχεύει στην αποτελεσματική επιδίωξη των εταιρικών αξιώσεων και στην αποφυγή εξυπηρέτησης ίδιων συμφερόντων/στρατηγικών των τυχόν πλειοψηφούντων μελών του ΔΣ. Απώτερο, δηλαδή, σκοπό του νομοθέτη αποτελεί η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της ΑΕ και η ικανοποίησή της για την τυχόν ζημία που υπέστη.

     

    Χαρακτηριστικά της ρύθμισης

    Η διαδικασία διορισμού ειδικού εκπροσώπου, που προβλέπεται στο νόμο, συνιστά μια μορφή «προσωρινής διοίκησης» (άρ. 69 ΑΚ και 786 ΚΠολΔ). Διακρίνεται, ωστόσο, από αυτήν καθώς ο ειδικός εκπρόσωπος επιφορτίζεται με συγκεκριμένη και απολύτως περιορισμένη σρμοδιότητα. Δεν διαθέτει, σε καμιά περίπτωση, τις αρκετά ευρείες εξουσίες που, κατά κανόνα, διαθέτει η προσωρινή διοίκηση. Κι ούτε ο ορισμός ειδικού εκπροσώπου επιφέρει προσωρινή αναστολή, υποκατάσταση ή κατάργηση του ΔΣ.

    Ο ειδικός εκπρόσωπος επιφορτίζεται με την ειδική και αποκλειστική αρμοδιότητα άσκησης της εταιρικής αγωγής. Καλείται να εκπροσωπήσει την εταιρεία για τις ανάγκες διεξαγωγής της σχετικής δίκης κατά των (φερόμενων ως υπαίτιων) μελών του ΔΣ μέχρι και την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης (189/2018 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Παράλληλα, όμως, το ΔΣ δεν εμποδίζεται, έστω και κατ’ ελάχιστο, στην άσκηση της διοίκησης, της εκπροσώπησης της εταιρείας αλλά και των λοιπών καθηκόντων του.

    Μέσω του διορισμού του ειδικού εκπροσώπου (ως ad hoc οργάνου) με τις συγκεκριμένες αρμοδιότητες, ο δικαστής επεμβαίνει στη σφαίρα αυτονομίας της ΑΕ. Η επέμβαση αυτή, ωστόσο, είναι όχι μόνον επιτρεπτή αλλά και εύλογη. Τούτο, καθότι η εν λόγω επέμβαση δικαιολογείται από τον έκτακτο και προσωρινό χαρακτήρα του εν λόγω μέτρου.

     

    Προϋποθέσεις Διορισμού Ειδικού Εκπροσώπου

    Προκειμένου να καταστεί δυνατή η υποβολή αίτησης για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου, ο νόμος απαιτεί να συντρέχει μια από τις περιοριστικά απαριθμούμενες προϋποθέσεις. Η εν λόγω αυστηρότητα δικαιολογείται από το γεγονός ότι πρόκειται για διορισμό ad hoc οργάνου της εταιρείας και παραγκωνισμό του, κατ’ αρχήν, αρμόδιου οργάνου (:ΔΣ) για την άσκηση εταιρικής αγωγής. Απαιτείται, επομένως, να καθίσταται εγγυημένη η ασφάλεια δικαίου.

    Ειδικότερα, η υποβολή της σχετικής αίτησης είναι δυνατό να λάβει χώρα σε περίπτωση που:

    (α) το ΔΣ της εταιρείας απορρίψει εν όλω ή εν μέρει την αίτηση της μειοψηφίας (του άρ. 104) για την άσκηση εταιρικής αγωγής  ή

    (β) παρέλθει άπρακτη η εύλογη προθεσμία που έθεσε η μειοψηφία των μετόχων με την αίτησή της προς το ΔΣ (καθώς το τελευταίο ολιγώρησε να αξιολογήσει την αίτηση αυτή και να αποφασίσει επί της άσκησης ή μη της εταιρικής αγωγής) ή

    (γ) παρέλθουν τέσσερεις (4) μήνες από την απόφαση του ΔΣ περί άσκησης εταιρικής αγωγής (μετά από αίτημα της μειοψηφίας), χωρίς το τελευταίο να προβεί, πράγματι, σε άσκηση της ή

    (δ) το ΔΣ αδυνατεί λόγω αδυναμίας σχηματισμού απαρτίας να αποφασίσει επί της αίτησης της μειοψηφίας (σε περίπτωση, λ.χ., σύγκρουσης συμφερόντων) ή

    (ε) το ΔΣ δεν ασκεί «αμελλητί» την εταιρική αγωγή, μολονότι υπέβαλε σχετική αίτηση η πλειοψηφία των μετόχων.

     

    Ενεργητική Νομιμοποίηση

    Την αίτηση διορισμού ειδικού εκπροσώπου μπορούν να ασκήσουν, όπως προκύπτει και από τα παραπάνω, μόνο μέτοχοι της εταιρείας.

    Συγκεκριμένα, ο νομοθέτης απαιτεί την άσκηση της αίτησης από την πλειοψηφία των μετόχων που υπέβαλαν το αίτημα για την άσκηση της εταιρικής αγωγής. Με άλλα λόγια: εφόσον έχει υποβληθεί έγγραφο αίτημα προς το ΔΣ για την άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 104 §1), τη διακριτή αίτηση διορισμού ειδικού εκπροσώπου πρέπει να ασκήσει η πλειοψηφία των συγκεκριμένων αιτούντων. Απαραίτητη, δηλαδή, η λεγόμενη «πλειοψηφία της μειοψηφίας» (προφανώς μετοχικού κεφαλαίου και όχι μετόχων).

    Είναι, επομένως, ανέφικτος ο προσδιορισμός, εκ των προτέρων, του ποσοστού του κεφαλαίου που νομιμοποιείται ενεργητικά. Το απαιτούμενο ποσοστό είναι μεταβαλλόμενο και υπολογίζεται ανά περίπτωση.

     

    Αρμόδιο Δικαστήριο & Διαδικασία

    Αρμόδιο δικαστήριο για να αποφασίσει επί της αίτησης των μετόχων για το διορισμό ειδικού εκπροσώπου είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας (άρ. 3 §1 και 105 §1).

    Το αρμόδιο δικαστήριο δεν θα ασχοληθεί, όμως, επί της ουσίας της διαφοράς. Αποφαίνεται, μόνον, επί του διορισμού ή μη ειδικού εκπροσώπου, ο οποίος πρόκειται να ενάγει (ή μη) τους υπαίτιους για τη ζημία της εταιρείας συμβούλους.

    Η αίτηση των μετόχων εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρ. 105 §2) και κοινοποιείται προς την εταιρεία και το μέλος ή τα μέλη του ΔΣ που κατονομάζονται στην αίτηση του άρθρου 104.

    Παρεμβάσεις (πρόσθετες και κύριες) ενώπιον του δικαστηρίου ασκούνται και με δήλωση στα πρακτικά, ώστε να διευκολυνθεί η δυνατότητα των μελών του ΔΣ ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου με έννομο συμφέρον (περιλαμβανομένης βεβαίως της ίδιας της εταιρείας) να εκθέσει τις απόψεις του-ιδίως όσον αφορά το εταιρικό συμφέρον στην άσκηση ή μη της εταιρικής αγωγής (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2818 επί του άρθρου 105).

     

    Προθεσμία Υποβολής Αίτησης

    Η πλειοψηφία των μετόχων που νομιμοποιείται ενεργητικά για την υποβολή της αίτησης για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου, υποχρεούται να την ασκήσει εντός διμήνου. Η προθεσμία αυτή εκκινεί:

    (α) είτε από την (κατά το εδ. δ΄, §3 του άρθρου 104-στον νόμο εκ παραδρομής αναγράφεται το εδ. γ΄) κοινοποίηση της (έστω εν μέρει) αρνητικής απόφασης του ΔΣ για την άσκηση εταιρικής αγωγής στους αιτούντες μετόχους,

    (β) είτε από την άπρακτη παρέλευση των προθεσμιών που απαιτούνται για να ενεργήσει το ΔΣ (άρ. 105 §1).

     

    Στοιχεία Αίτησης

    Η αίτηση για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105) συνιστά νέα αίτηση των μετόχων, που απευθύνεται προς το αρμόδιο δικαστήριο. Δεν πρέπει να συγχέεται, επομένως, με την αίτησή τους προς το ΔΣ για την άσκηση της εταιρικής αγωγής (:άρ. 104). Είναι δεδομένο, όμως, πως η τελευταία όχι μόνον θα πρέπει να προηγηθεί αλλά και να αποτελέσει περιεχόμενο εκείνης για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου.

    Περιεχόμενο  της αίτησης του άρθρου 105 (όπως ισχύει και για την αίτηση του άρθρου 104) δεν απαιτείται να συνιστά, πάντως, η νομική υπαγωγή των εκάστοτε πραγματικών περιστατικών. Οι αιτούντες δεν χρειάζεται να προσδιορίσουν ούτε την έκταση και το ύψος των αξιώσεων της εταιρείας. Να θυμηθούμε, όπως ήδη αναφέραμε, πως αντικείμενο της σχετικής δίκης συνιστά, αποκλειστικά, ο διορισμός ειδικού εκπροσώπου και όχι η διάγνωση της ζημίας της εταιρείας και η αποκατάστασή της.

    Σε κάθε περίπτωση, προκειμένου η αίτηση για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου να κριθεί παραδεκτή και βάσιμη, οι μέτοχοι πρέπει να επικαλεστούν και αποδείξουν, σωρευτικά,  ότι: (α) πληρούσαν τις προϋποθέσεις υποβολής στο ΔΣ της αίτησης για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου και (β) πράγματι υπέβαλαν τη σχετική αίτηση κατά τρόπο ορισμένο. (γ) Η αίτηση δεν οδήγησε σε άσκηση της εταιρικής αγωγής εκ μέρους του ΔΣ (για έναν από τους λόγους που, περιοριστικά, προβλέπονται στο άρθρο 105 §1, περ. α΄-ε΄). (δ) Τέλος, δε, πως πληρούν το κατά νόμο αναγκαίο-μεταβλητό ποσοστό κεφαλαίου, ώστε να νομιμοποιούνται ενεργητικά ως προς την άσκηση της σχετικής αίτησης ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου (κατ’ αρ. 105).

     

    Δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε απίθανο το ενδεχόμενο το ΔΣ να αρνηθεί ή αδρανήσει για την άσκηση των αξιώσεών της ΑΕ σε βάρος εκείνων από τα μέλη του που, ενδεχομένως, την έβλαψαν. Δικαιούνται, τότε, οι μέτοχοι (πλειοψηφίας ή, κατά περίπτωση, μειοψηφίας) να απευθυνθούν στο αρμόδιο δικαστήριο για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου που θα  ασκήσει τη εν λόγω εταιρική αγωγή. Απαιτείται, όμως, ιδιαίτερη προσοχή: τα χρονικά περιθώρια είναι στενά και οι προϋποθέσεις απολύτως συγκεκριμένες. Το δικαστήριο θα κληθεί, τότε, να λάβει απόφαση όσον αφορά τον συγκεκριμένο διορισμό. Περί αυτού, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 11 Ιουνίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Η Εξουσία Των Μετόχων

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Η Εξουσία Των Μετόχων

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η υποχρέωση του ΔΣ να προβεί σε άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 103, ν. 4548/18), σε περίπτωση θεμελίωσης ευθύνης μελών του ΔΣ. Η άσκηση της σχετικής αγωγής εμπίπτει, καταρχήν, στη διαχειριστική αρμοδιότητα του τελευταίου (:ΔΣ). Το ΔΣ υποχρεούται να την ασκεί κατά τρόπο που συνάδει προς το εταιρικό συμφέρον. Τι συμβαίνει, ωστόσο, σε περίπτωση ολιγωρίας ή αδικαιολόγητης άρνησής του;  Ποια η εξουσία των μειοψηφούντων και ποια των πλειοψηφούντων μετόχων; Περί αυτών, το παρόν!

     

    Σκοπός Της Ρύθμισης

    Όπως, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, επισημάναμε, σκοπός του νομοθέτη είναι  να διασφαλιστεί η πραγμάτωση των αξιώσεων της εταιρείας, που γεννώνται από παράβαση καθήκοντος μέλους ΔΣ. Δεν θα αποδεικνύονταν όμως αρκετή η εν λόγω διασφάλιση, αν οι νομοθετικές ρυθμίσεις επαφίεντο, αποκλειστικά, στην καλή διάθεση του ΔΣ. Παρέχεται στο πλαίσιο αυτό (άρ. 104, ν. 4548/18) η δυνατότητα στους μετόχους που κατέχουν μειοψηφικό (1/20 του μετοχικού κεφαλαίου) ή, πολύ περισσότερο, πλειοψηφικό ποσοστό να ενεργοποιήσουν το, ενδεχομένως, αδρανές ΔΣ.

     

    Αίτηση Μειοψηφίας Μετόχων

    Προϋποθέσεις

    Μειοψηφία που εκπροσωπεί το 1/20, και πλέον, του μετοχικού κεφαλαίου (:έναντι ποσοστού 1/10 υπό το προϊσχύσαν καθεστώς) έχει δικαίωμα να υποβάλει αίτηση, εγγράφως, στο ΔΣ (ή τον εκκαθαριστή) με αντικείμενο την άσκηση των εταιρικών αξιώσεων (άρ. 104 §1). Το ΔΣ αποφασίζει επί του αιτήματος των μετόχων, αφού λάβει υπόψη του τις παρατηρήσεις και εξηγήσεις των μελών εκείνων του ΔΣ, που κατονομάζονται στην αίτηση των μετόχων (άρ. 104 §3).

    Η διάταξη που προβλέπει τη συγκεκριμένη δυνατότητα της μειοψηφίας συνιστά αναγκαστικό δίκαιο. Τούτο γινόταν δεκτό και υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό περιβάλλον  (213/1983 ΠολΠρωτΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, υπό το ισχύον καθεστώς, προβλέπεται ρητά ότι το ως άνω εκ του νόμου ποσοστό (:1/20) είναι δυνατό να μειωθεί δυνάμει καταστατικής πρόβλεψης (άρ. 104 §1 εδ. β΄). Πρόκειται, επομένως, για διάταξη μονομερώς αναγκαστικού δικαίου. Ως εκ τούτου, το σχετικό δικαίωμα της μειοψηφίας δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί ούτε να επιβαρυνθεί με περαιτέρω προϋποθέσεις.

    Στο απαιτούμενο, σε κάθε περίπτωση, ποσοστό της μειοψηφίας υπολογίζονται οι μετοχές κάθε κατηγορίας, ακόμη κι αυτές χωρίς δικαίωμα ψήφου. Αντίθετα, δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην υποβολή της εν λόγω αίτησης οι μέτοχοι των οποίων τα δικαιώματα τελούν σε αναστολή. Περίπτωση που συντρέχει, λ.χ., όταν υπάρχει κοινωνία επί μετοχών και δεν έχει οριστεί κοινός εκπρόσωπος ή διαχειριστής.

    Ειδικά στην περίπτωση που έχει συσταθεί ενέχυρο επί μετοχών, δικαίωμα υποβολής αίτησης προς το ΔΣ έχει ο ενεχυραστής. Άλλωστε, αυτός ασκεί και τα λοιπά μη περιουσιακά δικαιώματα του μετόχου (άρ. 54 §§2 και 3, 1245 ΑΚ).

    Νομικός διάλογος έχει εγερθεί σχετικά με το ποιος μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα υποβολής αίτησης προς το ΔΣ, όταν έχει συσταθεί επικαρπία επί των μετοχών. Το εν λόγω δικαίωμα θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι ασκείται από τον επικαρπωτή-εφόσον δεν υφίσταται διαφορετική συμφωνία (άρ. 54 §§2 και 3, 1177 ΑΚ).

    Πάντοτε, όμως, οι αιτούντες μέτοχοι οφείλουν να αποδείξουν ότι έχουν αποκτήσει τη μετοχική ιδιότητα έξι μήνες, τουλάχιστον, πριν την υποβολή της σχετικής αίτησης. (:έναντι τριών, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς).

    Απόφαση ΔΣ

    Ύστερα από την υποβολή της κατά τα άνω αίτησης των μειοψηφούντων μετόχων, το ΔΣ αναλαμβάνει να σταθμίσει το συμφέρον της εταιρείας και να αποφασίσει αν θα ασκήσει την εταιρική αγωγή ενάγοντας τους υπαίτιους συμβούλους. Καλείται, συγκεκριμένα, να λάβει υπόψη τις εξηγήσεις των φερόμενων ως υπαιτίων και να προχωρήσει σε μια ανάλυση κόστους-οφέλους. Στο στάδιο αυτό φέρει την υποχρέωση έγκαιρης, πλήρους και επιμελούς άσκησης των αξιώσεων της εταιρείας κατά των προσώπων που έχουν ευθύνη (όπως, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία αναφέραμε-άρ. 103).

    Η απόφαση επί της άσκησης των αξιώσεων της εταιρείας λαμβάνεται και πάλι με κριτήρια όπως, λ.χ., οι αποδεικτικές δυσχέρειες εν γένει, οι πιθανότητες ευδοκίμησης, το ύψος της δικαστικής δαπάνης, η ενδεχόμενη βλάβη της φήμης της εταιρείας κ.ο.κ.

    Τα κατονομαζόμενα μέλη του ΔΣ «…δεν έχουν δικαίωμα ψήφου στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου για τη λήψη απόφασης επί του αιτήματος των μετόχων» (άρ. 104 §3 εδ. β΄). Η πρόβλεψη αυτή του νομοθέτη επιβεβαιώνει τον κανόνα ότι το μέλος του ΔΣ δεν δικαιούται να ψηφίζει για θέματα στα οποία υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων του ίδιου (ή συνδεδεμένων μερών) με την ΑΕ (άρ. 97 §3 εδ. α΄).

    Σε περίπτωση που κατονομάζονται στην αίτηση δύο ή περισσότερα μέλη του ΔΣ, τότε διενεργείται ξεχωριστή ψηφοφορία ΔΣ (χωρίς συμμετοχή των λοιπών κατονομαζομένων). Τούτο υπαγορεύεται από το γεγονός ότι η εσωτερική/ενδοεταιρική ευθύνη (άρ. 102) είναι ατομική. Τα μέλη του ΔΣ φέρουν τα ίδια το βάρος να αποδείξουν την ορθότητα των ισχυρισμών τους. Κάθε περίπτωση αξιολογείται εξατομικευμένα.

    Αν, ωστόσο, αδυνατούν να ψηφίσουν τόσα μέλη, ώστε να σχηματίζεται απαρτία για την λήψη της σχετικής απόφασης, το ΔΣ θεωρείται ότι δεν λαμβάνει απόφαση. Εφαρμόζονται, στην περίπτωση αυτή, οι ρυθμίσεις για τον διορισμού ειδικού εκπροσώπου. Ήτοι, οι αιτούντες μέτοχοι είναι δυνατό να αξιώσουν δικαστικά το διορισμό ειδικού εκπροσώπου με σκοπό την άσκηση εκ μέρους του της εταιρικής αγωγής. Τούτο συνιστά παρέκκλιση από τον κανόνα του άρθρου 97 §3, όπου και προκρίνεται ως λύση η λήψη της σχετικής απόφασης από τη ΓΣ.

    Η απόφαση του ΔΣ επί της αιτήσεως, θετική ή αρνητική, καθώς και το γεγονός της ενδεχόμενης αδυναμίας λήψεως αποφάσεως από το ΔΣ, κοινοποιείται στους αιτούντες με επιμέλεια του ίδιου και με επιβάρυνση της εταιρείας (άρ. 104 §3 εδ. δ΄). Η κοινοποίηση αυτή παρέλκει, όταν η αίτηση ασκείται από την πλειοψηφία των μετόχων καθώς το ΔΣ «…υποχρεούται να προβεί αμελλητί στην άσκηση της εταιρικής αγωγής.» (άρ. 104 §4).

    Τέλος, η ως άνω κοινοποίηση της (απορριπτικής) απόφασης του ΔΣ ή του γεγονότος αδυναμίας λήψης απόφασης (και όχι ο χρόνος λήψης απόφασης του ΔΣ) ενεργοποιεί την προθεσμία της πλειοψηφίας των μετόχων που απευθύνθηκαν σχετικά στο ΔΣ, να υποβάλουν αίτηση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου, με αντικείμενο το διορισμό ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105 §1).

     

    Αίτηση Πλειοψηφίας Μετόχων  – Προϋποθέσεις

    Αντίστοιχη με την προαναφερθείσα, για τους μετόχους μειοψηφίας, δυνατότητα (:υποβολή έγγραφης αίτησης στο ΔΣ ή τον εκκαθαριστή με αντικείμενο την άσκηση των εταιρικών αξιώσεων σε βάρος μελών του ΔΣ) προβλέπεται και για τους πλειοψηφούντες (άρ. 104 §4). Στην τελευταία αυτή περίπτωση το ΔΣ υποχρεούται, κατά δέσμια αρμοδιότητα, να προβεί, αμελλητί, στην άσκηση της εταιρικής αγωγής (5626/2020 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Χωρίς, μάλιστα, να υφίσταται υποχρέωση γνωστοποίησης της αίτησης στα μέλη που θεωρούνται υπεύθυνα (βλ. Αιτ. Εκθ. ν. 4548/2018 επί του άρθρου 104).

    Η αναφορά, κατά το γράμμα του νόμου, σε «πλειοψηφία των μετόχων» είναι ανακριβής και ενδέχεται να οδηγήσει σε παρανοήσεις. Η εν λόγω  δυνατότητα αφορά, προφανώς, ποσοστό μετοχών που αντιστοιχεί στο ήμισυ και πλέον του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Αντίθετα, δεν είναι δυνατό να νοηθεί ότι η εν λόγω ευχέρεια αναγνωρίζεται στην πλειοψηφία είτε του συνόλου των μετόχων (ως πλειοψηφία προσώπων) είτε των μετόχων που εκπροσωπούνται σε κάποια ΓΣ.

    Η πρόβλεψη αυτή συνιστά καινοτομία του νέου νόμου. Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς απαιτούνταν λήψη απόφασης της συνήθους ΓΣ για την άσκηση της εταιρικής αγωγής. Αντίθετα, η αίτηση προς τούτο προς το ΔΣ αφορούσε μόνο τη μειοψηφία. Φαίνεται, επομένως, εκ πρώτης όψεως, να δυσχεραίνονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την άσκηση εταιρικής αγωγής. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, βούληση του νομοθέτη, υπό το ισχύον καθεστώς, είναι να σταθμίζεται το εταιρικό συμφέρον, κατά βάση, στο σύνολο των περιπτώσεων ενδοεταιρικής ευθύνης. Σε τελικό δε στάδιο, αποφαίνεται προς τούτο το αρμόδιο δικαστήριο (άρ. 105), το οποίο και ενέχει το εχέγγυο της δικανικής κρίσης.

     

    Περιεχόμενο Της Αίτησης

    Αναφορικά με τη μορφή της αίτησης των μετόχων (μειοψηφίας και πλειοψηφίας), επισημάνθηκε, ήδη, ότι τούτη απαιτείται να είναι έγγραφη. Θα πρέπει, περαιτέρω, «…να αναφέρει τις πληροφορίες που κατέχουν οι αιτούντες μέτοχοι ως προς τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν, κατά την κρίση τους, την ευθύνη μελών του διοικητικού συμβουλίου και τη ζημία της εταιρείας».

    Περαιτέρω, ο νόμος απαιτεί να κατονομάζονται τα πρόσωπα των «υπευθύνων» για τη ζημία της ΑΕ (άρ. 104 §3 εδ. α΄). Σε διαφορετική περίπτωση, θα πρέπει να γίνει δεκτό πως η αίτηση στρέφεται κατά όλων των μελών του ΔΣ. Θα συντρέξει, τότε, περίπτωση εφαρμογής διορισμού ειδικού εκπροσώπου με σκοπό την άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 105 §1 στ. δ΄, 104 §3 εδ. β΄ και γ΄).

    Το ΔΣ, είναι δυνατό, να διαφοροποιηθεί από την αίτηση και να στρέψει την εταιρική αγωγή είτε κατά περισσότερων είτε κατά λιγότερων συμβούλων από τους κατονομαζόμενους. Στην  δεύτερη περίπτωση, ο περιορισμός των προσώπων λογίζεται ως μερική απόρριψη της αίτησης, που αποτελεί λόγο διορισμού ειδικού εκπροσώπου (άρ. 105 §1 στ. α΄).

    Επί υποβολής της αίτησης από μετόχους μειοψηφίας τάσσεται εύλογη προθεσμία (όχι μικρότερη του μηνός-άρ. 104 §2), εντός της οποίας το ΔΣ υποχρεούται να αποφασίσει αν η εταιρεία θα ασκήσει αγωγή για τις περιγραφόμενες στην αίτηση αξιώσεις.

    Υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς υφίσταντο πλείστες απαιτήσεις, κατά τη νομολογία, σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης, με κυριότερη τον προσδιορισμό του ακριβούς ποσού που έπρεπε να αξιώσει η εταιρεία με την αγωγή της (5/2015 ΟλΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ωστόσο, υπό το ισχύον καθεστώς δεν απαιτείται η περιγραφή στην αίτηση της έκτασης των ασκούμενων αξιώσεων ή της νομικής βάσης που αντιστοιχεί στα πραγματικά περιστατικά.

     

    Οι μέτοχοι δικαιούνται, εύλογα, να έχουν βαρύνοντα ρόλο όσον αφορά την έγερση της εταιρικής αγωγής σε βάρος μελών του ΔΣ, όταν αυτό (για τους όποιους λόγους) αρνείται ή αδρανεί για την άσκηση εταιρικής αγωγής. Οι μέτοχοι μειοψηφίας δικαιούνται να τη ζητήσουν˙ oι πλειοψηφούντες να την αξιώσουν. Σε περίπτωση, πάντως, μη ευθυγράμμισης, και πάλι, του ΔΣ, ο δρόμος της δικαιοσύνης παραμένει ανοιχτός. Περί αυτού, πάντως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 4 Ιουνίου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Εταιρική Αγωγή

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Εταιρική Αγωγή

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας μας απασχόλησε η ευθύνη των μελών του ΔΣ και οι προϋποθέσεις ευθύνης τους. Επίσης, οι λόγοι απαλλαγής και άρσης της.

    Εφόσον όμως, εν τέλει, θεμελιωθεί ευθύνη μέλους ΔΣ, το ΔΣ «έχει την υποχρέωση έγκαιρης, πλήρους και επιμελούς άσκησης των αξιώσεων της εταιρείας…σταθμίζοντας το εταιρικό συμφέρον». Αυτή ακριβώς η υποχρέωση θα μας απασχολήσει στο παρόν: της άσκησης εταιρικής αγωγής.

     

    Γενικές Παρατηρήσεις – Σκοπός Της Διάταξης

    Συχνά, κατά τη λειτουργία της ΑΕ, διακυβεύονται τα συμφέροντα και εταιρική της περιουσία. (Κατ’ επέκταση, τα συμφέροντα των μετόχων και των εταιρικών της δανειστών). Κρίνεται απαραίτητο, ως εκ τούτου, να διασφαλίζεται η επιδίωξη των τυχόν, έναντι τρίτων, αξιώσεών της. Αρμόδιο όργανο δεν είναι άλλο από το ΔΣ και τα τυχόν υποκατάστατα όργανα (άρ. 87 ν.4548/18).

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η πραγμάτωση των αξιώσεων της εταιρείας που γεννώνται από παράβαση καθήκοντος μέλους ΔΣ, κρίθηκε σκόπιμο από το νομοθέτη να εξειδικεύσει και θωρακίσει τον συγκεκριμένο κανόνα. Αξιοσημείωτο, μάλιστα, είναι πως δεν δόθηκε απόλυτη-διακριτική ευχέρεια στο ΔΣ να αποφασίσει (ή όχι-για οποιονδήποτε λόγο) την επιδίωξη των συγκεκριμένων αξιώσεων.

    Είναι δεδομένο πως η άσκηση της εταιρικής αγωγής εμπίπτει, καταρχήν, στη διαχειριστική αρμοδιότητα του ΔΣ, το οποίο, όμως, οφείλει να την ασκεί κατά τρόπο που συνάδει προς το εταιρικό συμφέρον (άρθρ. 103). Το ΔΣ, λοιπόν, θα κληθεί να σταθμίσει διάφορους παράγοντες για να διαπιστώσει εάν, πράγματι, πρόκειται να επωφεληθεί η εταιρεία από την έγερση εταιρικής αγωγής. Σε κάθε περίπτωση, το ΔΣ αποφασίζει τι ακριβώς θα πράξει, φέροντας ίδιο κίνδυνο (βλ. Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4548/2018 επί του άρ. 103). Το άρθρο 103, όπως και τα επόμενα αυτού (άρ. 104-106), συμπληρώνουν, από άποψη διαδικαστική, τη διάταξη περί ευθύνης των μελών ΔΣ (άρ. 102).

     

    Δικονομικά Ζητήματα

    Σε περίπτωση εταιρικής αγωγής, αντικείμενο της συναφούς δίκης θα αποτελέσει η αναζήτηση αποζημίωσης για τη ζημία που υπέστη η εταιρεία από παράβαση καθήκοντος (νυν-πρώην) μελών ΔΣ (άρ. 102 §1). Η εταιρική αγωγή εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία.

    Η εν λόγω αγωγή, όμως, δεν θα πρέπει να συγχέεται με την αίτηση μετόχων για τον διορισμό ειδικού εκπροσώπου στην περίπτωση που το ΔΣ αδρανεί. Στη συγκεκριμένη δίκη (άρ. 105) ελέγχεται η συνδρομή των προϋποθέσεων για τον σχετικό διορισμό με σκοπό την άσκηση της εταιρικής αγωγής (:ζήτημα που θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας).

    Αρμόδιο για όλες τις εταιρικές διαφορές, άρα και για την εν λόγω εταιρική αγωγή, είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας (άρ. 3 §1).

     

    Περιεχόμενο Ρύθμισης

    Διακριτική Ευχέρεια ΔΣ Για Άσκηση Εταιρικής Αγωγής

    Αρμόδιο να αποφασίσει, σχετικά με την έγερση ή μη της εταιρικής αγωγής είναι (όπως ήδη αναφέρθηκε) το ΔΣ. Τούτο συνάδει, άλλωστε, με το γεγονός ότι το ΔΣ είναι το αρμόδιο όργανο διαχείρισης της εταιρικής περιουσίας (άρ. 86 §1). Εκ περισσού να σημειωθεί πως η αρμοδιότητα του ΔΣ ισχύει ανεξαρτήτως του βαθμού πταίσματος του υπεύθυνου για τη ζημία μέλους του ΔΣ.

    Η συγκεκριμένη αρμοδιότητα του ΔΣ γινόταν δεκτή από την θεωρία και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς-μολονότι τούτο δεν προέκυπτε ευθέως από το νόμο (άρ. 22β κ.ν. 2190/1920). Ωστόσο, με σειρά αποφάσεων (οι οποίες έχουν επικριθεί προς τούτο από τη θεωρία), γινόταν δεκτό ότι το ΔΣ μπορεί να ασκήσει αυτοβούλως εταιρική αγωγή μόνον εάν διαπιστωνόταν ότι η ζημία της εταιρείας οφειλόταν  «…σε πράξεις του μέλους του συμβουλίου οφειλόμενες σε δόλο.» (ενδ.: 5/2015 ΟλΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σε περιπτώσεις, αντίθετα, αμέλειας απαιτούνταν, προηγουμένως απόφαση ΓΣ ή υποβολή αιτήματος της μειοψηφίας των μετόχων (:ανερχόμενη στο 1/10 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου).

    Εταιρικό Συμφέρον

    Όριο στη διακριτική ευχέρεια του ΔΣ να αποφασίσει για την άσκηση ή μη της αγωγής σε βάρος του παραβάτη-μέλους του συνιστά το συμφέρον της εταιρείας. Επιδεικνύοντας την απαιτούμενη επιμέλεια για τον χειρισμό των εταιρικών υποθέσεων, το ΔΣ πρέπει να κρίνει αν θα ασκήσει την εταιρική αγωγή, τον χρόνο άσκησής της, το αντικείμενό της κ.ο.κ.

    Καταρχάς, έχει υποχρέωση να εντοπίσει αν υφίσταται ζημία της εταιρείας και ποια μέλη του ΔΣ (υποκατάστατα ή/και τρίτοι) ευθύνονται. Έπειτα, πρέπει να σταθμίσει διάφορους παράγοντες για να λάβει τη συμφέρουσα απόφαση για την εταιρεία. Λ.χ. το κόστος της δίκης, την πιθανότητα ευδοκίμησης, τις αποδεικτικές δυσκολίες, τις πιθανές επιπτώσεις στην πελατεία και κ.ο.κ.

    Η ίδια η αιτιολογική έκθεση του νόμου επί του άρθρου 103, διαφωτίζει τη σχετική υποχρέωση του ΔΣ. Συγκεκριμένα, αναφέρει περιπτώσεις, κατά τις οποίες το εταιρικό συμφέρον επιτάσσει να μην ασκηθεί η εταιρική αγωγή. Όπως, ειδικότερα, αναφέρει:  «πράγματι το εταιρικό συμφέρον ενδέχεται υπό τις συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης να αντιτίθεται προφανώς στην άσκηση των αξιώσεων, αν η σύγκριση ωφέλειας και ζημίας είναι αρνητική, π.χ. όταν υπάρχει κίνδυνος έντονης αρνητικής δημοσιότητας σε βάρος της εταιρείας, ή ανάλωσης των προσπαθειών και των πόρων της σε μακροχρόνιο και αμφίβολης έκβασης δικαστικό αγώνα, ιδίως ενόψει της αφερεγγυότητας της αντίδικης πλευράς κ.λπ. Σε κάθε περίπτωση, το ΔΣ αποφασίζει τι ακριβώς θα πράξει με δικό του κίνδυνο (ευθύνης), θα οφείλει δε να είναι σε θέση να εξηγήσει για ποιο λόγο δεν έχει προχωρήσει στην άσκηση των αξιώσεων.».

    Είναι, προφανώς, αναγκαία, η από μέρους του ΔΣ στάθμιση του εταιρικού συμφέροντος αλλά και η αξιολόγηση της νομιμότητας της άσκησης ή μη των αξιώσεων της εταιρείας. Όμως, όλα τούτα θα κριθούν, όπως είναι εύλογο, βάσει των δεδομένων που ίσχυαν κατά τον χρόνο λήψης της απόφασης για την άσκηση (ή μη) της εταιρικής αγωγής (βλ. Αιτιολογική Έκθεση επί του άρ. 103).

    Δέσμια Αρμοδιότητα

    Μοναδική περίπτωση δέσμιας αρμοδιότητας του ΔΣ ως προς την άσκηση της εταιρικής αγωγής συνιστά η περίπτωση που προηγείται έγγραφη αίτηση της πλειοψηφίας των μετόχων για άσκηση της εταιρικής αγωγής (άρ. 104 §4). Στην προκείμενη περίπτωση το ΔΣ υποχρεούται να ασκήσει εταιρική αγωγή αμελλητί χωρίς, μάλιστα, να προβεί σε τυχόν στάθμιση κόστους-οφέλους.

    Η συγκεκριμένη πρόβλεψη περιόρισε το εύρος των αντίστοιχων περιπτώσεων που προβλέπονταν υπό το προϊσχύσαν καθεστώς.

    Ευθύνη Μελών ΔΣ

    Ερώτημα προκύπτει ως προς την ευθύνη του ΔΣ από τη μη τήρηση της υποχρέωσης «έγκαιρης, πλήρους και επιμελούς άσκησης των αξιώσεων της εταιρείας…σταθμίζοντας το εταιρικό συμφέρον.».

    Στην περίπτωση που το ΔΣ υπερβεί τα όρια της ως άνω διακριτικής του ευχέρειας, υπέχει ευθύνη (κατ’ άρ. 102). Εκτός, αν επικαλεστεί τους λόγους και αποδείξει ότι προτιμότερη επιλογή για την εταιρεία συνιστά η μη άσκηση της εταιρικής αγωγής. Το ΔΣ, στην περίπτωση αυτή, θα προσφύγει στις αποδεικτικές διευκολύνσεις του κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης (business judgement rule).

    Περαιτέρω, γίνεται δεκτό από τη θεωρία, ότι στην περίπτωση αυτή το ΔΣ δεν έχει τη δυνατότητα να επικαλεστεί ότι ενήργησε δυνάμει προηγούμενης απόφασης της ΓΣ, οπότε και να απαλλαγεί από την ευθύνη του. Τούτο διότι η διάταξη του άρθρου 103 εδ. α΄ είναι ειδικότερη και ως εκ τούτου, υπερισχύει της διάταξης του άρθρου 102 παρ. 4 εδ. α΄. Παράλληλα, γενομένου δεκτού του αντιθέτου, θα υφίστατο καταστρατήγηση της διάταξης που θέτει αυστηρές προϋποθέσεις για την παραίτηση ή συμβιβασμό από σχετικές εταιρικές αξιώσεις (άρ. 102 §7 εδ. α΄).

    Υποχρέωση Παροχής Εξηγήσεων Για Μη Άσκηση Της Εταιρικής Αγωγής

    Όπως ρητά προβλέπει (το πρώτον) ο ν. 4548/2018, το ΔΣ «οφείλει να παρέχει στους μετόχους εξηγήσεις για την τυχόν μη άσκηση των αξιώσεων», οι οποίες προκύπτουν δυνάμει του άρθρου 102 §1 (άρ. 103 εδ. β´).

    Από το γράμμα της διάταξης προκύπτει υποχρέωση παροχής εξηγήσεων σε όλους τους μετόχους με πρωτοβουλία του ΔΣ-χωρίς, δηλ., να απαιτείται να προηγηθεί προηγούμενο, σχετικό αίτημα από μέτοχο. Άλλωστε, οι μέτοχοι ενδέχεται να αγνοούν τυχόν αναφυόμενη υποχρέωση περί παροχής εξηγήσεων.

    Ωστόσο, η νομοθετική πρόβλεψη εγείρει ερωτήματα σχετικά με την εφαρμογή της, ιδίως, από άποψη διαδικαστική. Επίσης, σχετικά με τις συνέπειες που αναφύονται σε περίπτωση μη τήρησης της σχετικής υποχρέωσης.

    Μολονότι ο τρόπος παροχής εξηγήσεων δεν προκύπτει, σαφώς τούτη μπορεί να λάβει χώρα στο πλαίσιο ΓΣ. Δεν θα πρόκειται, βέβαια, για θέμα επί του οποίου η ΓΣ θα κληθεί να λάβει απόφαση. Είναι δυνατό, ωστόσο, να συζητηθεί, λ.χ., υπό τίτλους θεμάτων πρόσκλησης της ΓΣ όπως: «λοιπά θέματα» ή «ανακοινώσεις» (:όπως ενδείκνυται να προσθέτουμε). Γίνεται, βέβαια, εύλογα δεκτό ότι δεν αποκλείεται η παροχή εξηγήσεων εκτός ΓΣ, λ.χ. μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

    Σε περίπτωση μη παροχής ή πλημμελούς παροχή εξηγήσεων από το ΔΣ εύλογα ερωτάται κανείς εάν γεννάται υπέρ των κατ’ ιδίαν μετόχων ενοχική αξίωση. Υποστηρίζεται ότι γεννάται σχετική αξίωση. Σε κάθε περίπτωση, όμως, μόνον όταν έχει ζητηθεί η παροχή εξηγήσεων από κατ’ ιδίαν μετόχους, εκτός πλαισίου ΓΣ (άλλως, θα πρόκειται -ως υποστηρίζεται- για διεύρυνση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας -άρ. 141 §§6-8).

    Για την άσκηση μιας αγωγής, με περιεχόμενο την παράβαση της υποχρέωσης παροχής εξηγήσεων, νομιμοποιείται ενεργητικά οποιοσδήποτε μέτοχος. Εντούτοις, διχογνωμία επικρατεί ως προς την παθητική νομιμοποίηση (δεδομένου, άλλωστε, ότι το ΔΣ ως συλλογικό όργανο δεν έχει ικανότητα δικαίου και διαδίκου). Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται αφενός ότι εναγόμενοι θα είναι, ατομικά, όλοι οι σύμβουλοι αφετέρου η εταιρεία. Πληρέστερη προστασία φαίνεται, ωστόσο, να παρέχεται αν γίνει δεκτό ότι νομιμοποιούνται σωρευτικά τόσο οι σύμβουλοι ατομικά όσο και η εταιρεία (απλή ομοδικία-άρ. 74 ΚΠολΔ).

    Ως προς τη διαδικασία εκδίκασης, ο νόμος σιωπά. Ωστόσο, ως υποστηρίζεται, δέον η αξίωση για παροχή εξηγήσεων να εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρ. 141 §8).

     

    Η άσκηση της εταιρικής αγωγής σε βάρος των παραβατών (μελών ΔΣ, υποκαταστάτων οργάνων) εντάσσεται στις αρμοδιότητες και διακριτική, κατά βάση, ευχέρεια του ΔΣ. Ενδεχόμενη απόφασή του, όμως, για μη έγερσή της (όπου τέτοια περιθώρια υφίστανται) θα πρέπει να λαμβάνεται με περίσσεια φειδώ και τεκμηρίωση. Διαφοροποιούνται τα δεδομένα στην περίπτωση που το αίτημα για την άσκηση της εταιρικής αγωγής υποστηρίζεται από μετόχους μειοψηφίας ή, πολύ περισσότερο, πλειοψηφίας. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 28 Μαΐου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ευθύνη Μελών ΔΣ: Λόγοι Απαλλαγής

    Ευθύνη Μελών ΔΣ: Λόγοι Απαλλαγής

    Σε προηγούμενή αρθρογραφία μας εξετάσαμε τους λόγους θεμελίωσης της ευθύνης των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ, εξαιτίας πράξεων ή παραλείψεών τους, που συνιστούν παράβαση των καθηκόντων τους (102 §1 ν. 4548/2018). Διαπιστώσαμε εκεί πως ευθύνη δεν υφίσταται, εφόσον το μέλος ΔΣ «…αποδείξει ότι κατέβαλε κατά την άσκηση των καθηκόντων του την επιμέλεια του συνετού επιχειρηματία που δραστηριοποιείται σε παρόμοιες συνθήκες» (άρ. 102 §2). Θα μας απασχολήσουν, εδώ, οι συγκεκριμένοι λόγοι απαλλαγής των μελών του ΔΣ από την ευθύνη αυτή (άρ. 102 §4). Θα μας απασχολήσουν, επίσης, η δυνατότητα και προϋποθέσεις της ΑΕ να παραιτηθεί ή συμβιβαστεί, εφόσον θεμελιώνεται σχετική ευθύνη μέλους και γεννάται σχετική αξίωση της ΑΕ. Θα μας απασχολήσει, τέλος, η παραγραφή των συγκεκριμένων αξιώσεων.

     

    Απαλλαγή Μελών ΔΣ

    Ευθύνη μελών του ΔΣ δεν στοιχειοθετείται για πράξεις ή παραλείψεις που (α) στηρίζονται σε σύννομη απόφαση της ΓΣ ή (β) αφορούν εύλογη επιχειρηματική απόφαση (5626/2020 ΕφΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εκτός από τους συγκεκριμένους λόγους, το δικαστήριο μπορεί να θεωρήσει ότι δεν υφίσταται ευθύνη στις περιπτώσεις πράξεων που έχει προηγηθεί σχετική εισήγηση ανεξάρτητου οργάνου ή επιτροπής που λειτουργεί στην εταιρεία σύμφωνα με το νόμο.

    Οι Κατ’ Ιδίαν Λόγοι Απαλλαγής

    Σύννομη Απόφαση Της ΓΣ

    Απαλλαγή από την ευθύνη των μελών του ΔΣ παρέχεται, από το νόμο, όταν η επίμαχη πράξη ή παράλειψη του μέλους στηρίζεται σε απόφαση της ΓΣ. Η γενική πρόβλεψη του νόμου (κατ΄ αντιστοιχία του προϊσχύσαντος καθεστώτος–άρ. 22α α.ν. 2190/1920) οδηγεί σε δυνητική διεύρυνση των αρμοδιοτήτων της ΓΣ. Το ΔΣ, δεδομένης της σχετικής πρόβλεψης, ενδέχεται (και μάλλον μοιάζει αναγκαίο) να οδηγήσει σωρεία αποφάσεων ενώπιον της ΓΣ, προκειμένου να μην υπέχει την ευθύνη που, ενδεχομένως, του αναλογεί.

    Σε κάθε περίπτωση, όμως, μια τέτοια απόφαση της ΓΣ πρέπει να είναι «σύννομη» (:νόμιμη). Ελαττωματική απόφαση της ΓΣ [άκυρη (εφόσον δεν έχει παρέλθει ο χρόνος προβολής της ακυρότητας), ακυρώσιμη (εφόσον έχει ακυρωθεί) ή ανυπόστατη] δε μπορεί να οδηγήσει σε απαλλαγή από την ευθύνη.

    Περαιτέρω, η απόφαση θα πρέπει να έχει τα σχετικά, αναγκαία, τυπικά χαρακτηριστικά. Δεν αρκούν απλή οδηγία ή κατευθύνσεις της ΓΣ ή της πλειοψηφίας των μετόχων ή ακόμα και του μοναδικού μετόχου.

    Μια τέτοια απόφαση της ΓΣ πρέπει να προηγείται, χρονικά, της επίμαχης πράξης ή παράλειψης του μέλους του ΔΣ, που διαφορετικά θα οδηγούσε σε ευθύνη του. Το αντικείμενο της απόφασης και η έκταση της δοθείσας έγκρισης θα πρέπει να προκύπτουν από την απόφαση της ΓΣ.

    Μια σύννομη, πάντως, απόφαση της ΓΣ, οδηγεί σε απαλλαγή μόνο εφόσον δεν προβάλλεται κακόπιστα. Δεν μπορεί, λ.χ., το μέλος του ΔΣ να επικαλεστεί την απόφαση της ΓΣ εφόσον έχουν αλλάξει ουσιωδώς οι συνθήκες από τη λήψη της.

    Εύλογη Επιχειρηματική Απόφαση (Business Judgement Rule)

    Ο συγκεκριμένος λόγος απαλλαγής αποσκοπεί στην αποτροπή τυχόν αδρανούς στάσης από τα μέλη του ΔΣ και της μη λήψης εκ μέρους τους επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, υπό τον φόβο της προσωπικής τους ευθύνης.

    Τούτο το ενδεχόμενο είχε εντοπιστεί, ήδη, υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, οπότε και  αναγνωριζόταν ένα περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα μέλη του ΔΣ. Μάλιστα, ζημία προκληθείσα από λήψη επιχειρηματικής απόφασης εντασσόταν, νομολογιακά, στους επιχειρηματικούς κινδύνους που δέχεται και αναλαμβάνει η διοίκηση μίας εταιρείας (419/2005 ΠρωτΠρωτΑθ, 1698/2013 ΑΠ, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Υπό το ισχύον καθεστώς, προβλέπεται, ρητά, ότι η εν λόγω ευθύνη των μελών ΔΣ δεν υφίσταται, εφόσον οι πράξεις ή παραλείψεις τους αφορούν εύλογη επιχειρηματική απόφαση, η οποία ελήφθη: (α) με καλή πίστη, (β) με βάση επαρκή, για τις συγκεκριμένες συνθήκες, πληροφόρηση και (γ) με αποκλειστικό κριτήριο την εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος.

    Προκειμένου, επομένως, να γίνει αποδεκτό το εύλογο της επιχειρηματικής απόφασης, θα πρέπει να συντρέχουν (σωρευτικά) συγκεκριμένες προϋποθέσεις:

    (α) Εύλογη Επιχειρηματική Απόφαση

    Προϋποτίθεται η ύπαρξη επιχειρηματικής απόφασης του ΔΣ (λ.χ. επί ζητημάτων χρηματοδότησης ή επενδύσεων). Συμπεριλαμβάνονται τόσο οι πράξεις όσο και οι (τυχόν) παραλείψεις του ΔΣ. Την εν λόγω προϋπόθεση (:της επιχειρηματικής απόφασης) δεν πληρούν αποφάσεις του ΔΣ που ελήφθησαν στο πλαίσιο καταστατικών ή νομικών τους υποχρεώσεων-χωρίς οποιοδήποτε περιθώριο απόκλισης.

    Επιπρόσθετα: η επιχειρηματική απόφαση απαιτείται να είναι εύλογη. Θα πρέπει, δηλ., να  μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση αντικειμενικά κριτήρια. Θα πρέπει, επιπρόσθετα, να μη θέτει σε αδικαιολόγητα υψηλό κίνδυνο την ΑΕ.

    (β) Καλή Πίστη

    Προϋποτίθεται, επίσης, η λήψη της εύλογης επιχειρηματικής απόφασης με καλή πίστη. Έννοια που διατρέχει το σύνολο του εθνικού μας δικαίου. Το μέλος του ΔΣ οφείλει να δρα (αντικειμενικά και υποκειμενικά) καλόπιστα. Κατά τη λήψη της απόφασης δεν θα πρέπει να συντρέχει περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων (:αντικειμενικό κριτήριο). Ταυτόχρονα, όμως, το εκάστοτε μέλος του ΔΣ οφείλει να μην δρα δόλια ή χωρίς να πιστεύει στην ορθότητα της εκάστοτε επιχειρηματικής απόφασης (:υποκειμενικό κριτήριο).

    (γ) Επαρκής Πληροφόρηση

    Τα μέλη του ΔΣ είναι αναγκαίο να ενημερώνονται «επαρκώς» πριν τη λήψη της εκάστοτε επιχειρηματικής απόφασης. Τούτο δεν σημαίνει ότι είναι αναγκαίο να εξαντληθεί κάθε πηγή πληροφόρησης (και πώς θα ήταν, άλλωστε, δυνατό;). Αντίθετα, η ίδια η διοίκηση της εταιρείας θα κρίνει πότε και υπό ποιες συνθήκες έχει ενημερωθεί αρκετά, ώστε να προβεί στη λήψη απόφασης.

    Η επαρκής πληροφόρηση του ΔΣ κρίνεται ad hoc. Λαμβάνονται υπόψη κριτήρια όπως: η σημασία της συγκεκριμένης απόφασης για την εταιρεία, το μέγεθος της επιχείρησης, η δραστηριότητά της, ο  διαθέσιμος χρόνος για τη συλλογή πληροφοριών κ.ο.κ.

    (δ) Εξυπηρέτηση Αποκλειστικά Εταιρικού Συμφέροντος

    Η απόφαση θα πρέπει, ακόμη, να αποσκοπεί, αποκλειστικά, στην εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος. Τούτο σημαίνει ότι το μέλος του ΔΣ που λαμβάνει την επιχειρηματική απόφαση δεν πρέπει να τελεί σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων. Η εξυπηρέτηση του εταιρικού συμφέροντος (γίνεται δεκτό ότι) επιτυγχάνεται με την επαύξηση της μακροχρόνιας αξίας της εταιρείας και τη μεγιστοποίηση του κέρδους των μετόχων (όπως έχει κατοχυρωθεί και για τις εισηγμένες ΑΕ, άρ. 2 §1 ν. 3016/2002).

    Εισήγηση/Γνώμη Ανεξάρτητου Οργάνου Ή Επιτροπής

    Όπως, ήδη, επισημάνθηκε, ο ν. 4548/2018 αναγνωρίζει διακριτική ευχέρεια στον δικαστή να αποφασίσει πως δεν συντρέχει ευθύνη μελών ΔΣ, προκειμένου για πράξεις ή παραλείψεις που στηρίζονται σε εισήγηση ή γνώμη ανεξάρτητου οργάνου ή επιτροπής, που λειτουργεί στην εταιρεία, σύμφωνα με το νόμο (102 §4 in fine). Πρόκειται για πρόβλεψη που συναντάται, για πρώτη φορά, το πρώτον στον ν. 4548/2018.

    Η πρόβλεψη αυτή δεν εισάγει νέο λόγο απαλλαγής από την ευθύνη του άρθρου 102. Αντίθετα, κατά το γράμμα του νόμου, πρόκειται για δυνατότητα του δικαστηρίου να αποφασίσει ότι δεν συντρέχει ευθύνη των μελών.

    Για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης, εύλογα αναρωτιέται κανείς ποιος εμπίπτει στην έννοια του οργάνου ή της επιτροπής. Η εφαρμογή της φαίνεται να έχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Τέτοιου είδους όργανο λ.χ. συνιστά το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων που προβλέπει ο ν. 3986/2011 για το ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε (άρ. 4). Σε κάθε περίπτωση, η εφαρμογή της πρέπει να αναζητηθεί ακόμη και σε υποκατάστατα, όπως γίνεται δεκτό, όργανα ή σε επιτροπές που προβλέπονται στο νόμο περί ΑΕ ή σε ειδικό νόμο ή δημιουργούνται δυνάμει καταστατικής διάταξης.

    Βάρος Απόδειξης – Κρίσιμος Χρόνος

    Το βάρος απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων της απαλλαγής (:άρ. 102 §4) φέρουν τα μέλη του ΔΣ. Κρίσιμος χρόνος για την εκτίμηση της συνδρομής τους είναι αυτός της λήψης της συγκεκριμένης απόφασης-υπό το πρίσμα των συνθηκών που τότε συνέτρεχαν (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 102). Πρόκειται, συγκεκριμένα, για ένσταση, την οποία υποχρεούνται να προβάλλουν και αποδείξουν τα μέλη ΔΣ.

     

    Παραίτηση Της Εταιρείας Από Αξιώσεις – Συμβιβασμός

    Δεν είναι δυνατή, χωρίς τήρηση συγκεκριμένης διαδικασίας και πλήρωση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, παραίτηση ή συμβιβασμός της ΑΕ με υπεύθυνο μέλος ΔΣ (άρ. 102 §7). Τούτο μοιάζει απολύτως εύλογο καθώς είναι αναγκαίο να αποτραπούν δόλιοι συμβιβασμοί/παραιτήσεις σε βάρος της εταιρείας (και μειοψηφούντων μετόχων). Απαιτείται, ως εκ τούτου, συγκατάθεση της ΓΣ στην οποία, όμως, μπορεί να προβληθεί veto της μειοψηφίας. Συγκεκριμένα θα πρέπει:

    (α) Η παραίτηση ή ο συμβιβασμός να έχουν συγκεκριμένες μορφές (πλήρης ή μερική άφεση χρέους, αρνητική αναγνωριστική σύμβαση, σύμβαση συμβιβασμού).

    (β) Να έχει παρέλθει διετία από την γέννηση της αξίωσης, προκειμένου η ΑΕ να αποφασίσει (:όχι βεβιασμένα) την όποια παραίτηση από τυχόν δικαστική επιδίωξη των αξιώσεών της. Πριν τη συμπλήρωση της διετίας, σχετικές ενέργειες είναι άκυρες. Στην περίπτωση, όμως, που ασκηθεί εταιρική αγωγή, η ΑΕ έχει τη δυνατότητα να παραιτηθεί από τυχόν αξιώσεις της ή να συμβιβαστεί οποτεδήποτε.

    (γ) Να ληφθεί σχετική απόφαση (συγκατάθεση) της ΓΣ. Στη σχετική συνεδρίαση, μετά την άσκηση εταιρικής αγωγής, καλείται να παραστεί και ο ειδικός εκπρόσωπος που τυχόν έχει ορισθεί. Τέλος,

    (δ) Να μην έχει αντιταχθεί κατά της ανωτέρω απόφασης το 1/10 του εκπροσωπούμενου εταιρικού κεφαλαίου (αν δεν έχει προηγηθεί εταιρική αγωγή) και το 1/20 (στην περίπτωση που έχει ήδη ασκηθεί αγωγή).

     

    Παραγραφή

    Οι αξιώσεις της εταιρείας για αποζημίωση, κατ’ άρθρο 102, παραγράφονται με την πάροδο τριετίας. Η προθεσμία παραγραφής αρχίζει με την τέλεση της πράξης ή της παράλειψης που οδήγησε στη ζημία της εταιρείας. Δεν συνιστά, αντίθετα, έναρξη της παραγραφής η γνώση του ζημιογόνου γεγονότος από την εταιρεία ούτε και η εμφάνιση των αποτελεσμάτων του (1483/2010 ΑΠ, 131/2022 ΑΠ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Η παραγραφή αναστέλλεται για το διάστημα που ο υπεύθυνος παραμένει μέλος του ΔΣ (είναι υποκατάστατο όργανο, εκκαθαριστής κλπ.) Ομοίως, αναστολή χωρεί και στην περίπτωση υποβολής της αίτησης της μειοψηφίας προς το ΔΣ για την έγερση των αξιώσεων της ΑΕ (κατ΄ άρ. 104 §1, η οποία σε επόμενη αρθρογραφία θα μας απασχολήσει). Σε κάθε περίπτωση, οι αξιώσεις παραγράφονται μετά από δέκα έτη από την τέλεση της πράξης ή την τυχόν παράλειψη.

    Αν η ζημία της εταιρείας προκλήθηκε από παράβαση της απαγόρευσης ανταγωνισμού, προβλέπεται συντομότερη παραγραφή (άρ. 98 §3). Συγκεκριμένα, οι σχετικές αξιώσεις παραγράφονται μετά από ένα έτος και σε κάθε περίπτωση, μετά από πέντε.

     

    Όπως επανειλημμένα έχουμε διατυπώσει, η συμμετοχή σε ΔΣ Ανώνυμης Εταιρείας δεν είναι χωρίς ευθύνες. Τυχόν ζημιογόνες αποφάσεις, πράξεις ή παραλείψεις μελών του ΔΣ είναι δυνατό να τεκμηριώσουν, υπό προϋποθέσεις, προσωπική τους ευθύνη. Για την τυχόν απαλλαγή τους από την ΑΕ, παραίτηση από αξιώσεις ή συμβιβασμό της ΑΕ θα πρέπει να συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σημαντικό ζητούμενο: η διασφάλιση των συμφερόντων της ΑΕ και των μετόχων μειοψηφίας. Το ΔΣ, εξάλλου, υποχρεούται σε έγκαιρη, πλήρη και επιμελή άσκηση των σχετικών αξιώσεων. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Μαΐου 2023.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.