Ετικέτα: Σταύρος Κουμεντάκης

  • Νομικά πρόσωπα και πραγματικοί δικαιούχοι

    Προοίμιο

    «Μακάριοι οι κατέχοντες» είναι η γνωστή ρήση που εν πολλοίς διαπνέει, ακόμα και σήμερα, ως σύστημα αξιών, την ηθική της κοινωνίας μας. Είναι η έκφραση που αποδίδει τη λατινική ρήση «Beati possidentes» πατέρας της οποίας, για κάποιους, ο Ευριπίδης.

    Φαίνεται όμως πως η διεθνής έννομη τάξη δεν συμφωνεί, πλέον/άκριτα, με τέτοιου είδους παραδοχές. Τα περιουσιακά στοιχεία ερευνώνται, εξονυχιστικά πλέον, για τη νομιμότητα της προέλευσής τους. Η νομιμοποίηση εσόδων από μη νόμιμες δραστηριότητες ολοένα και περισσότερο δυσχεραίνεται.

    Η ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών κινείται στο συγκεκριμένο πλαίσιο. Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και η ταυτοποίηση των αληθών μετόχων των ανωνύμων εταιρειών. Πολύ περισσότερο: η διερεύνηση των πραγματικών δικαιούχων των προσώπων δηλ. που καλύπτονται, ενδεχομένως, «πίσω» από εκείνους που εμφανίζονται ως μέτοχοι. Προς την κατεύθυνση της αποκάλυψης των πραγματικών δικαιούχων κινούνται, απολύτως συστηματικά: (α) ο νόμος 4557/2018 (που πρόσφατα επικαιροποιήθηκε) καθώς και (β) η απολύτως πρόσφατη Υπουργική Απόφαση για τη δημιουργία του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων.

     

    Το «ξέπλυμα»

    Τα πράγματα δεν είναι απλά!

    Η Europol, μεταξύ άλλων-σε διευρωπαϊκό επίπεδο, επιδιώκει να εντοπίσει κάθε στοιχείο ενεργητικού που δεν προέρχεται από σύννομες δραστηριότητες, να ανιχνεύσει ενδεχόμενη προσπάθεια εισαγωγής του στη νόμιμη οικονομία αλλά και τα σχετικά δίκτυα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Αναλυτικά: «..Το μεγαλύτερο μέρος του οργανωμένου εγκλήματος μοιράζεται έναν κοινό παρονομαστή – το οικονομικό κίνητρο. Οι ομάδες οργανωμένου εγκλήματος ενισχύουν τα περιουσιακά τους στοιχεία και στη συνέχεια τους εισάγουν στη νόμιμη οικονομία μέσω διαφορετικών προγραμμάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η ανίχνευση αυτών των στοιχείων ενεργητικού σημαίνει τον εντοπισμό των δικτύων» (με άλλα λόγια: “follow the money”)

    Η συγκεκριμένη στόχευση είναι κοινή και διεθνής. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης στόχευσης αλλά, κυρίως, της παρακολούθησης του διεθνούς γίγνεσθαι και ευρωπαϊκών οδηγιών υφίσταται (διαρκώς εκσυγχρονιζόμενο και ενισχυόμενο), το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας.

     

    Ο ν. 4557/2018 για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες

    Ο συγκεκριμένος νόμος επιγράφεται: «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας-ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849/EE)»

    Στην εισαγωγική του, μάλιστα, διάταξη (άρθρο 1) προσδιορίζεται ως σκοπός των ρυθμίσεών του: «η ενσωμάτωση στην ελληνική έννομη τάξη της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 «σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της Οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της Οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής» (ΕΕ L 141/5.6.2015) και η κωδικοποίηση των σχετικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας».

     

    Ποιους, άραγε, αφορά ο συγκεκριμένος νόμος;

    Στη διάταξη του άρθρου 2 του συγκεκριμένου νόμου προσδιορίζεται το αντικείμενο του: «η πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας…»,

    Από μια πρώτη ανάγνωση της συγκεκριμένης διάταξης προκύπτει πως είναι κάτι που ούτε εμάς αφορά ούτε (τους περισσότερους από) τους γνωστούς μας. Με λίγο μεγαλύτερη, όμως, προσοχή, διαπιστώνουμε πως δεν αναφέρεται αποκλειστικά στα έσοδα που προέρχονται από την τρομοκρατία, τα όπλα, τα ναρκωτικά, το εμπόριο ανθρώπων ή άλλες τέτοιες, απολύτως απεχθείς-για τους περισσότερους, δραστηριότητες. Το έδαφος εφαρμογής του είναι απολύτως ευρύ. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 2 αναφέρεται πως: «Νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες υπάρχει και όταν οι δραστηριότητες από τις οποίες προέρχεται η προς νομιμοποίηση περιουσία έχουν λάβει χώρα στο έδαφος άλλου κράτους, εφόσον αυτές θα ήταν βασικό αδίκημα αν διαπράττονταν στην Ελλάδα και θεωρούνται αξιόποινες, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού»

     

    Το «βασικό αδίκημα»

    Το περίφημο «βασικό αδίκημα» είναι, όσον αφορά τον  συγκεκριμένο και τους συναφείς νόμους, κάθε αδίκημα που δημιουργεί (αθέμιτο) περιουσιακό όφελος και είναι δυνατό να αποτελέσει τη βάση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος). Στη σχετική λίστα θα συναντήσουμε όχι μόνον πράξεις με μέγιστη, σε κοινωνικό επίπεδο, απαξία (λ.χ. σχετιζόμενες με την τρομοκρατία, την εμπορία ανθρώπων, τα ναρκωτικά ή τα όπλα) αλλά και αδικήματα (παρ. 4 περ. ιστ) που σχετίζονται με τη φοροδιαφυγή, τη μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο αλλά και εκείνα που τιμωρούνται, με ελάχιστη ποινή έξι (6) μηνών, από τα οποία «προκύπτει περιουσιακό όφελος»: η συγκεκριμένη λίστα λοιπόν αποδεικνύεται ιδιαίτερα μακρά και εξαιρετικά ευρεία.

     

    Ειδικό (και Κεντρικό) Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων

    Γενικά

    Ο ν. 4557/2018 στη διάταξη του άρθρου 20 (όπως αυτό πολύ πρόσφατα τροποποιήθηκε με το άρθρο 62 ν.4607/2019-ΦΕΚ Α 65/24.4.2019) προβλέπει τη δημιουργία Ειδικού αλλά και Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ρύθμισης ο  εκπρόσωπος κάθε νομικού προσώπου που εδρεύει στην Ελλάδα ή ασκεί δραστηριότητα που φορολογείται στη χώρα μας, υποχρεούται να τηρεί σε Ειδικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων λεπτομερή στοιχεία για τους πραγματικούς δικαιούχους-ιδιοκτήτες του. Το Ειδικό αυτό Μητρώο καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, το οποίο τηρείται στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών

     

    Οι πληροφορίες που καταχωρίζονται στο Ειδικό Μητρώο

    Η παρ. 1 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλέπει πως: «1. Οι εταιρικές και άλλες οντότητες που έχουν έδρα στην Ελλάδα ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσουν σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους, επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον το ονοματεπώνυμο, την ημερομηνία γέννησης, την υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και την έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν. Συμπληρώνονται δε με κάθε αναγκαίο στοιχείο για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου. Το ειδικό αυτό μητρώο τηρείται επαρκώς τεκμηριωμένο και επικαιροποιημένο με ευθύνη του νομίμου εκπροσώπου … και … καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων …μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία σταδιακής έναρξης καταχώρισης ανά είδος εταιρικής οντότητας που καθορίζει η απόφαση της παραγράφου 11. Η καταχώριση αλλαγών στα στοιχεία των πραγματικών δικαιούχων γίνεται μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία επέλευσής τους.».

    Η τήρηση και διασυνδέσεις του Κεντρικού Μητρώου

    Οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλέπουν, μεταξύ άλλων, πως:

    «4. Στη Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) δημιουργείται, με χρήση διαδικτυακής ηλεκτρονικής εφαρμογής, Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, το οποίο συνδέεται ηλεκτρονικά με το Α.Φ.Μ. κάθε νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας και για το οποίο η Α.Α.Δ.Ε. διαθέτει τα απαραίτητα στοιχεία από το φορολογικό μητρώο κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων..

    1. Το Κεντρικό Μητρώο μπορεί, επίσης, να συνδέεται με το Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης…»

    Οι κυρώσεις από τη μη τήρηση του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων

    Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση τήρησης του Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων προβλέπονται κυρώσεις (παρ. 8 και 9 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018): Η μη χορήγηση αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων, η επιβολή προστίμου ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ (που διπλασιάζεται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) είναι κάποιες, μόνον, από αυτές. Οι λοιπές: σοβαρότερες!

     

    Η (εφαρμοστική) απόφαση του Υπουργού Οικονομικών

    Στη διάταξη της παρ. 11 του άρθρου 20 του ν. 4557/2018 προβλεπόταν έκδοση απόφασης του Υπουργού Οικονομικών για την έναρξη και τις λεπτομέρειες λειτουργίας του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων. Εξεδόθη ήδη, πολύ πρόσφατα, η σχετική, υπ’ αριθμόν 67343 ΕΞ 2019 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ τ. Β’ 2443/20.6.2019): Το Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων είναι πλέον γεγονός.

    Η υποχρέωση καταχώρισης των στοιχείων των πραγματικών δικαιούχων στο σχετικό Μητρώο για την πλειονότητα των εταιρικών μορφωμάτων (ΟΕ, ΕΕ, ΕΠΕ, ΑΕ)  εκτείνεται στο χρονικό διάστημα από 14.10.2019 έως 29.11.2019. Για τα λοιπά νομικά πρόσωπα ξεκινά από 16.9.2019.

     

    Εν κατακλείδι

    Μπορεί, ενδεχομένως, να αξιολογούνται (από κάποιους) ως «μακάριοι οι κατέχοντες». Δεν είναι, εντούτοις, δυνατό να παραμείνουν «μακάριοι» εκείνοι που επέλεξαν να κρατήσουν μακριά από την κοινή θέα τα περιουσιακά τους στοιχεία.

    Όταν βέβαια τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν από αξιόμεμπτες δραστηριότητες ποιος θα μπορούσε (εκτός των αμέσως ενδιαφερομένων) ο,τιδήποτε να σχολιάσει;

    Όταν όμως τα συγκεκριμένα  περιουσιακά στοιχεία αποκτήθηκαν απολύτως νόμιμα και οι «κατέχοντες» επέλεξαν να μην τα παρουσιάζουν σε «γυάλινο κλωβό» ως στάση ζωής, για την προστασία τους, στο πλαίσιο του εθνικού ή διεθνή φορολογικού  τους σχεδιασμού ή/και για οποιονδήποτε άλλο (μη ηθικά κατακριτέο) λόγο;

    Η αιτιολογική βάση της καταγραφής των Πραγματικών Δικαιούχων δεν είναι, βεβαίως, αξιόμεμπτη. Ο περιορισμός όμως της οικονομικής ελευθερίας των εν λόγω δικαιούχων δεν  μπορεί να περάσει απαρατήρητος-τουλάχιστον για τους εξ αυτών δικαίους. Κι ακόμα περισσότερο: δεν είναι χωρίς σημασία οι (απολύτως απτοί) κίνδυνοι που διατρέχουν τα εν λόγω πρόσωπα από τη (μη νόμιμη) δημοσιοποίηση των οικονομικών τους στοιχείων και δεδομένων ή/και από την πρόσβαση μη δικαιουμένων προσώπων στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων.

    Σε κάθε περίπτωση: Η πρόσφατη δημοσίευση της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών που ενεργοποιεί τις διατάξεις του νόμου για τη δημιουργία του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων είναι πλέον γεγονός. Εντός συγκεκριμένων προθεσμιών θα πρέπει να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση από τα υπόχρεα νομικά (και φυσικά) πρόσωπα.

    Όλα, πλέον, σε κοινή (σχεδόν) θέα και, σε κάθε περίπτωση, «υπό τα όμματα» των αρχών.

    Οι από το νόμο προσδιοριζόμενες κυρώσεις δεν είναι αμελητέες. Η μη συμμόρφωση όμως ή (πολύ περισσότερο) η απόκρυψη των Πραγματικών Δικαιούχων είναι βέβαιο πως θα δημιουργήσει, περαιτέρω, σοβαρά προβλήματα τόσο στους εμπλεκόμενους όσο και στους υπόχρεους.

    Εν τέλει: “Beati possidentes;”

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Ιουνίου 2019.

    μητρώο πραγματικών δικαιούχων

     

  • Η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών

    Η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών

    1. Προοίμιο

    Οι Robert (και για τους φίλους του Bob) Woodward και Carl Bernstein  είναι, πιθανολογώ, από τους πλέον διάσημους δημοσιογράφους όλων των εποχών. Κι όχι άδικα: Στη βάση της έρευνας των συγκεκριμένων νεαρών, τότε, δημοσιογράφων της Washington Post, αποκαλύφθηκε το παγκοσμίως γνωστό σκάνδαλο “Watergate”.  Ένα σκάνδαλο που οδήγησε, τελικά, στην παραίτηση του Προέδρου R. Nixon (1974). Για τη συγκεκριμένη τους έρευνα έλαβαν το βραβείο Pulitzer.

    “Follow the money” είναι η γνωστότερη, ίσως, ατάκα της ταινίας του 1976 «Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου», που βασιζόταν στο ομώνυμο βιβλίο των συγκεκριμένων δημοσιογράφων για το σκάνδαλο το “Watergate” (καθώς η απαρχή του σκανδάλου αφορούσε κλοπή χρημάτων από το «μαύρο ταμείο» του Δημοκρατικού κόμματος). Έκτοτε χρησιμοποιείται, αδιάλειπτα, για τον εντοπισμό και ταυτοποίηση εκείνων που ασχολούνται με παράνομες δραστηριότητες.

    Στη διαδρομή των ετών η προσπάθεια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες γίνεται ολοένα πιο δυσχερής και επικίνδυνη. Στο πλαίσιο αυτό περιορίζεται  η χρήση των μετρητών στην  (πραγματική) οικονομία αλλά και η δυνατότητα κατοχής περιουσιακών στοιχείων αξίας χωρίς σύνδεσή τους με τον πραγματικό τους ιδιοκτήτη.

     

    2. Οι ανώνυμες μετοχές και η αντιμετώπισή τους από τη διεθνή έννομη τάξη

    Ήταν ανέκαθεν δυνατή η έκδοση ονομαστικών ή ανωνύμων μετοχών ως αξιόγραφο-στοιχείο αποδεικτικό της κατοχής τμήματος του μετοχικού κεφαλαίου μιας ανώνυμης εταιρείας.

    Η μεταβίβαση των ανωνύμων μετοχών ήταν πάντοτε ευχερέστερη (χωρίς διατυπώσεις, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς φορολογικές επιβαρύνσεις) και για τούτο, για κάποιους, προτιμητέα. Καθώς όμως δεν είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο τουλάχιστον, δυνατή η ταυτοποίηση των ανωνύμων μετοχών με τον ιδιοκτήτη τους, η ιδιοκτησία τους συχνά χρησιμοποιήθηκε για λιγότερο έντιμους σκοπούς. Το γεγονός αυτό δεν μπορούσε να παραμείνει απαρατήρητο από τους συναρμόδιους Διεθνείς Οργανισμούς (λ.χ. ΟΟΣΑ, Global Forum on Transparency, Financial Action Task Force) ούτε και, αυτονοήτως, στο απυρόβλητό τους.

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση επίσης (με σχετικά πρόσφατη Οδηγία της-2015/849) επέβαλε στα κράτη-μέλη να ενσωματώσουν στις εθνικές τους νομοθεσίες αντίστοιχες πρόνοιες, στην παγκόσμια προσπάθεια για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Η χώρα μας έπραξε το καθήκον της λίγο καθυστερημένα-με το ν. 4557/2018

    Από τα παραπάνω προκύπτει πως η κατάργηση των ανωνύμων μετοχών ήταν θέμα χρόνου να λάβει χώρα και στην Ελλάδα. Ο θάνατός τους είχε ήδη επέλθει. Η πιστοποίησή του ήταν, ήδη, λογικά αναμενόμενη από το νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (άρθρο 184, ν. 4548/2018).

    Εύλογα βέβαια θα αναρωτηθεί κανείς: Αφού καταργήθηκαν οι ανώνυμες μετοχές γιατί να συνεχίσουμε να αποκαλούμε «ανώνυμη» την ανώνυμη εταιρεία; Την απάντηση θα εντοπίσουμε στο γαλλικό δίκαιο, τις βασικές παραδοχές του οποίου στο δίκαιο εταιρειών ανέκαθεν ακολουθούσαμε. Η ονομασία «ανώνυμη» ουδέποτε συναρτάτο με τις ανώνυμες μετοχές αλλά με την έλλειψη ευθύνης των μετόχων της συγκεκριμένης εταιρείας.

     

    3. Η κατάργηση (και αντικατάσταση) των ανωνύμων μετοχών

    Η διάταξη του άρθρου 184, ν. 4548/2018-όπως ήδη αναφέρθηκε, πραγματεύεται τα θέματα τα σχετικά με την κατάργηση των ανωνύμων μετοχών. Από τη δημοσίευση του συγκεκριμένου νόμου (13.6.2018) δεν ήταν πλέον δυνατή η έκδοση ανωνύμων μετοχών ενώ οι υφιστάμενες ανώνυμες μετοχές ονομαστικοποιούνται, υποχρεωτικά, από 1.1.2020  (άρθρο 184, παρ. 1)

    Για την αντικατάσταση των ανωνύμων τίτλων μετοχών με ονομαστικούς, ακολουθούνται οι διατάξεις του καταστατικού. Σε περίπτωση έλλειψής τους ο νόμος επιβάλλει συγκεκριμένη διαδικασία (άρθρο 184, παρ. 2).

     

    4. Το πρώτο βήμα: Η απόφαση του ΔΣ για την ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών

    Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ανώνυμης Εταιρείας, η οποία έχει εκδώσει ανώνυμες μετοχές, είναι υποχρεωμένο (άρθρο 184 παρ. 3) μέχρι, το αργότερο, την 1.7.2019 να λάβει απόφαση επί της διαδικασίας ονομαστικοποίησης των ανωνύμων μετοχών. Συγκεκριμένα η απόφασή του θα πρέπει να αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο:

    (α) εκείνοι που κατέχουν δικαιώματα επί των ανωνύμων μετοχών (μέτοχοι ή άλλοι δικαιούχοι) θα αναγγείλουν τα δικαιώματά τους στην ανώνυμη εταιρεία και θα εγγραφούν στο τηρούμενο βιβλίο μετόχων και, στη συνέχεια,

    (β) θα εκδοθούν και παραδοθούν στους δικαιούχους οι νέοι, ονομαστικοί, τίτλοι.

    Αξιοσημείωτο είναι πως, μετά την 1.1.2020,  οι ανώνυμες μετοχές δεν παρέχουν οποιοδήποτε δικαίωμα στους κατόχους τους ούτε και είναι δυνατή η μεταβίβασή τους, εφόσον δεν έχει προηγηθεί η ονομαστικοποίησή τους.

    Μέχρι την ονομαστικοποίησή τους όμως (άρθρο 184 παρ. 3 σε συνδυασμό με άρθρο 50 παρ. 1) οι ανώνυμες μετοχές:

    (α) δεν παρέχουν δικαίωμα ψήφου και παράστασης στις γενικές συνελεύσεις,

    (β) δεν προσμετρώνται στον σχηματισμό απαρτίας και πλειοψηφίας,

    (γ) δεν λαμβάνουν τα αναλογούντα μερίσματα  και, τέλος

    (δ) στερούνται του δικαιώματος προτίμησης σε ενδεχόμενη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας

    Με την προαναφερθείσα απόφαση του ΔΣ της ανώνυμης εταιρείας  εξειδικεύεται (άρθρο 184 παρ. 4) ο τρόπος αναγγελλίας των σχετικών δικαιωμάτων καθώς ο τρόπος έκδοσης και παράδοσης στους δικαιούχους των νέων ονομαστικών τίτλων (εκτός κι αν έχει ήδη επιλεγεί η μη έκδοση μετοχών ή έκδοση αΰλων μετοχών).

     

    5. Η παράλειψη των οφειλομένων ενεργειών για την ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών.

    Ενδεχόμενη παράλειψη του ΔΣ να προβεί στις οφειλόμενες ενέργειες μέχρι την 31.12.2019, παρέχει το δικαίωμα σε κάθε ενδιαφερόμενο να απευθυνθεί στο αρμόδιο δικαστήριο για την αναγνώρισή του ως δικαιούχου, την εγγραφή του στο βιβλίο μετόχων καθώς και την έκδοση στο όνομά του και την προς εκείνον παράδοσητων τίτλων των δικαιουμένων μετοχών (άρθρο 184 παρ. 5).

     

    6. Οι ρυθμίσεις για τις εισηγμένες ανώνυμες εταιρείες

    Στην περίπτωση εταιρειών των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε κάποιο χρηματιστήριο, για την καταγραφή των δικαιούχων μετόχων ακολουθούνται οι κανόνες οι σχετικοί με τη συμμετοχή τους σε γενική τους συνέλευση. Επιμέρους ζητήματα είναι δυνατό να ρυθμισθούν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 184 παρ. 6).

     

    7. Λοιπές ρυθμίσεις

    Μέχρις ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία ονομαστικοποίησης των ανωνύμων μετοχών και παράδοσης των σχετικών τίτλων στους δικαιούχους, ισχύει σειρά ρυθμίσεων  (άρθρο 184 παρ. 7). Οι σημαντικότερες από αυτές:

    (α) Σε περίπτωση μερικής καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου, οι μετοχές είναι υποχρεωτικά ονομαστικές μέχρι την οριστική αποπληρωμή τους.

    (β) Η μεταβίβαση των ανωνύμων μετοχών (μέχρι την ονομαστικοποίησή τους) λαμβάνει χώρα, υποχρεωτικά, με συμβολαιογραφική πράξη ή ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας (άρθρο 184, παρ. 7, περ. γ, σε συνδυασμό με άρθρο 54, παρ. 1, ν. 4557/2018)

    (γ) δεν είναι δυνατή η λήψη αποφάσεων από τη Γενική Συνέλευση με ψηφοφορία χωρίς συνεδρίαση (κατ΄ άρθρο 135) στην περίπτωση που οι μετοχές της εταιρείας δεν έχουν ονομαστικοποιηθεί στο σύνολό της.

    (δ) τα δικαιώματα μειοψηφίας των μετόχων που κατέχουν ανώνυμες μετοχές είναι, κατά τι, περιορισμένα κι ούτε μπορούν να γίνουν μέλη ενώσεων μετόχων.

     

    8. Εν κατακλείδι

    Η ονομαστικοποίηση των ανωνύμων μετοχών είναι μια από τις περισσότερο γνωστές διατάξεις του νέου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες. Δεν έχει υιοθετηθεί όμως ως επιλογή της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του νέου νόμου ούτε και υπήρξε (ακηδεμόνευτη) επιλογή του έλληνα νομοθέτη: Υπήρξε απόρροια διεθνών υποχρεώσεων της χώρας μας στο πλαίσιο της (παγκόσμιας) προσπάθειας για την καταπολέμηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

    Η φράση “Follow the money” της ταινίας «Όλοι οι άνθρωποι του Προέδρου» αποδόθηκε από τον σεναριογράφο William Goldman στον Deep Throat που ήταν ο πληροφοριοδότης που συνέβαλε στην αποκάλυψη του σκανδάλου Watergate. Ωστόσο, η αξία της υπήρξε παροιμιώδης όσο και διαχρονική, συνυφασμένη πάντοτε με την αποκάλυψη εκείνων που θέλουν να ξεπλύνουν βρώμικο χρήμα. Δεν θα ήταν δυνατό λοιπόν να γίνει ανεκτή από τη διεθνή κοινότητα η δυνατότητα απόκτησης και διατήρησης σημαντικών περιουσιακών στοιχείων, όπως οι ανώνυμες μετοχές, χωρίς να είναι δυνατή, κατ’ αποτέλεσμα, η ταυτοποίηση του αληθινού τους ιδιοκτήτη. Εκείνος που ήθελε να ξεπλύνει βρώμικο χρήμα δεν θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να αποκτά ανώνυμες μετοχές: Ήταν επιβεβλημένο να τεθούν ανυπέρβλητα εμπόδια. Τούτο αποδείχθηκε πως δεν ήταν εφικτό χωρίς την κατάργησή τους!

    Ήρθε η ώρα λοιπόν και για τη χώρα μας να αποχωριστεί τη δυνατότητα έκδοσης ανωνύμων μετοχών. Είναι αλήθεια πως η συγκεκριμένη διάταξη του πρόσφατου νόμου έχει γίνει ευρύτατα γνωστή. Αντίστοιχα και η προθεσμία (1.1.2020) για την αφαίρεση κάθε σχετικού προνομίου από αυτές-στην περίπτωση που δεν έχουν, μέχρι τότε, ονομαστικοποιηθεί.

    Εντούτοις λιγότερο γνωστή είναι η αναγκαιότητα της έκδοσης, μέχρι την 1.7.2019, της απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου που θα καθορίζει τον σχετικό «οδικό χάρτη».

    Γρηγορείτε-μη (επ’ ουδενί) επαναπαυόμενοι!

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Ιουνίου 2019.

  • Διοικητικό Συμβούλιο ή Σύμβουλος-Διαχειριστής;

    Διοικητικό Συμβούλιο ή Σύμβουλος-Διαχειριστής;

    Σύμβουλος-Διαχειριστής ή Διοικητικό Συμβούλιο;

    1. Προοίμιο

    Η πολυδιάστατη προσωπικότητα και το συγγραφικό έργο του Αυστριακού-Αμερικανού πανεπιστημιακού δασκάλου, συγγραφέα και συμβούλου Peter Ferdinand Drucker  προσέδωσε στην εκατονταετή, σχεδόν, ζωή του (:1909-2005) ύψιστες τιμές και τίτλους. Κάποιοι του απέδωσαν τον τίτλο  του «Ιδρυτή του σύγχρονου management». Μολονότι νεότεροι ήδη τον αμφισβητούν, οι ρήσεις του παραμένουν με ιδιαίτερη αξία. Μεταξύ των λοιπών: «Ο αρχηγός μιας ομάδας πρέπει να μπορεί να πει: “Αυτό πρέπει να γίνει. Θα το κάνεις εσύ. Με αυτόν τον τρόπο”. Η επιβίωση της ομάδας εξαρτάται απ’ αυτήν την αδιαμφισβήτητη εξουσία. Χωρίς αυτήν, κανένας δεν αισθάνεται σιγουριά».

     

    2. Τα δεδομένα μεταβάλλονται

    Τα πολυπρόσωπα/πολυμετοχικά αλλά και οικονομικά ισχυρότερα επιχειρηματικά σχήματα φέρουν, κατά κανόνα, τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας. Αναπόσπαστο τμήμα της λειτουργίας της: το Διοικητικό Συμβούλιο. Το συγκεκριμένο συλλογικό όργανο είναι εκείνο που κατά το νόμο είχε αποκλειστικά την εξουσία της διοίκησής της.

    Μέχρι την 31.12.2018.

    Την εξουσία της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας, κατά κανόνα-σε ουσιαστικό επίπεδο, ασκούσε/ασκεί ο (ικανός ή λιγότερο ικανός) «αρχηγός της ομάδας» του Peter Drucker που φαίνεται πως υπάρχει σε κάθε επιχείρηση.

    Τα δεδομένα έχουν  όμως-ήδη (από 1.1.2019) μεταβληθεί όσον αφορά τις (κατά το νόμο Μικρές και Πολύ Μικρές) Επιχειρήσεις αλλά και τις μη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά εταιρείες.

     

    3. Το «Μονομελές Διοικητικό Όργανο» ή «Σύμβουλος-Διαχειριστής»

    Σύμφωνα με το άρθρο 115 ν. 4548/2018, το Διοικητικό Συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας είναι δυνατό να υποκατασταθεί από έναν, μόνον, διαχειριστή-όπως μέχρι τώρα ίσχυε για τις προσωπικές και λοιπές κεφαλαιουχικές εταιρείες.

    Η συγκεκριμένη διάταξη, καθώς συνιστά μια ιδιαίτερα σημαντική διαφοροποίηση σε σχέση με το προϋφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, φαίνεται πως έχει καταστεί η περισσότερο «διάσημη» από το σύνολο των εκατόν ενενήντα (190) διατάξεων του νέου νόμου.

    Ο τίτλος που έμελλε να αποδοθεί στο συγκεκριμένο, ένα πρόσωπο (που και τυπικά πλέον είναι δυνατό να λειτουργεί αντί του Διοικητικού Συμβουλίου) είναι: «Μονομελές Διοικητικό Όργανο»  ή «Σύμβουλος-Διαχειριστής» (στο εξής, για συντομία, «Σύμβουλος-Διαχειριστής»).

    Από 1.1.2019 λοιπόν (και υπό την προϋπόθεση της σχετικής καταστατικής πρόβλεψης)  οι Μικρές και Πολύ Μικρές Επιχειρήσεις καθώς και οι μη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά εταιρείες, μπορούν (και) τυπικά να εμπιστεύονται τη διοίκησή τους σε ένα, μόνον, πρόσωπο και αυτός είναι ο Σύμβουλος-Διαχειριστής.

     

    4. Το νομικό πλαίσιο που διέπει τον «Σύμβουλο-Διαχειριστή»

    Η διάταξη του άρθρου 115 παρ. 2 του νέου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες ρυθμίζει τα θέματα που σχετίζονται με το Σύμβουλο-Διαχειριστή παραπέμποντας στους «κανόνες που ισχύουν για το Διοικητικό Συμβούλιο, στο βαθμό που είναι συμβατές με το χαρακτήρα του ως μονομελούς οργάνου». Ειδική (ενδεικτική πάντως-ιδ. και παρ. 5 του ίδιου άρθρου) αναφορά κάνει η συγκεκριμένη διάταξη σε θέματα διορισμού, προϋποθέσεων εκλογιμότητας, θητείας, αρμοδιοτήτων, καθηκόντων, εξουσιών του Συμβούλου-Διαχειριστή, το διορισμό αναπληρωματικού του, την αστική και ποινική του ευθύνη, την αμοιβή του και τα συναφή, με αυτά, θέματα, παραπέμποντας στις σχετικές διατάξεις του νόμου για το Διοικητικό Συμβούλιο).

     

    5. Η υποχρέωση ενημέρωσης του «Συμβούλου-Διαχειριστή», η τήρηση Πρακτικών και η σύναψη συμβάσεων που τον αφορούν

    Μεταξύ των υποχρεώσεων  καθενός μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου εντάσσεται και η υποχρέωση ενημέρωσης των υπολοίπων μελών του (λ.χ. η υποχρέωση αποκάλυψης στα λοιπά μέλη ιδίων συμφερόντων ή καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων με τα αντίστοιχα της εταιρείας-άρθρο 97 παρ. 1). Δεδομένης της έλλειψης άλλων μελών διοίκησης, η υποχρέωση ενημέρωσης του υπόχρεου μεταφέρεται (άρθρο 115 παρ. 3)  προς τους μετόχους της εταιρείας είτε στο πλαίσιο γενικής συνέλευσης είτε ατομικά προς ένα έκαστο εξ αυτών.

    Περαιτέρω: οι αποφάσεις του Συμβούλου-Διαχειριστή (όσες δεν αφορούν τη τρέχουσα διαχείρισή του) καταχωρούνται (άρθρο 115 παρ. 4) στο σχετικό βιβλίο πρακτικών (άρθρο 93), το οποίο βέβαια μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά-όπως εξάλλου συμβαίνει και για το Διοικητικό Συμβούλιο.

    Τέλος: για τη σύναψη συμβάσεων του Συμβούλου-Διαχειριστή με την ανώνυμη εταιρεία, αποφάσεις (κατ’ άρθρο 99) λαμβάνει και εγκρίσεις παρέχει η Γενική Συνέλευση (άρθρο 115 παρ. 3)-αντί του, μη υφισταμένου στην προκειμένη περίπτωση, Διοικητικού Συμβουλίου.

     

    6. Η χρησιμότητα της εκλογής Συμβούλου-Διαχειριστή αντί Διοικητικού Συμβουλίου

    Η εισηγητική έκθεση του νέου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες αναφέρει, μεταξύ άλλων, όσον αφορά το συγκεκριμένο, νέο, θεσμό: «Η δυνατότητα αυτή ελπίζεται να μειώσει το κόστος λειτουργίας των μη εισηγμένων ανωνύμων εταιρειών, που επιθυμούν να ενταχθούν στο σύστημα αυτό, αν από τη φύση τους δεν έχουν το μέγεθος που να δικαιολογεί την απασχόληση σε διοικητική θέση περισσοτέρων ατόμων. ‘Αλλωστε η πείρα έχει δείξει ότι σε πολλές μικρές Α.Ε. η διοίκηση ασκείται ουσιαστικά από ένα άτομο, ενώ τα λοιπά μέλη διαδραματίζουν απλό διακοσμητικό ρόλο».

    Η συγκεκριμένη παραδοχή, παρ’ ότι μη αναμενόμενη στο πλαίσιο μιας εισηγητικής έκθεσης, ανταποκρίνεται, εντούτοις, στην πραγματικότητα. Και τούτο γιατί, με πανηγυρικό τρόπο, επιβεβαιώνει την (αληθή) διαπίστωση πως σε κάθε ομάδα υπάρχει ένας «αρχηγός» αλλά και πως, κατά βάση, στις μικρότερες (και όχι μόνον) εταιρείες στη χώρα μας ο ρόλος του Διοικητικού Συμβουλίου παραμένει διακοσμητικός.

    Με την επιλογή λοιπόν του Συμβούλου-Διαχειριστή αντί του Διοικητικού Συμβουλίου, η διοίκηση της ανώνυμης εταιρείας ανταποκρίνεται περισσότερο στις κρατούσες συνθήκες, καθώς ανατίθεται σ’ εκείνο μόνον το πρόσωπο που την ασκεί πραγματικά. Επιπρόσθετα, γίνεται λιγότερο κοστοβόρα αλλά και περισσότερο ευέλικτη. Η ίδια εξάλλου η εισηγητική έκθεση αναφέρει: «Επιπλέον η δυνατότητα εκλογής «συμβούλου-διαχειριστή» απλουστεύει τις ρυθμίσεις στις οποίες υπόκειται η εταιρεία».

    Δεν είναι όμως οι συγκεκριμένοι, μόνον, λόγοι για τους οποίους μια ανώνυμη εταιρεία θα ενδείκνυτο να επιλέξει Σύμβουλο-Διαχειριστή αντί του, μέχρι πρότινος αναγκαίου, Διοικητικού Συμβουλίου.

    Αναφερθήκαμε ήδη σε προγενέστερη αρθρογραφία μας (Ευθύνη Μελών ΔΣ της Ανώνυμης Εταιρείας-Μέρος Α’ και Ευθύνη Μελών ΔΣ της Ανώνυμης Εταιρείας-Μέρος Β’) στα είδη και το εύρος της ευθύνης των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που ο βασικός (κατά κανόνα ένας) επιχειρηματίας αναζητούσε, με του «Διογένη τον φανό», τη συμπλήρωση των λοιπών θέσεων των μελών του (κατ΄ ελάχιστον τριμελούς) Διοικητικού Συμβουλίου. Κι ούτε είναι ασυνήθεις οι περιπτώσεις εκείνων που αποδέχθηκαν την, εξ ανάγκης (ή εκ πονηρίας-λίγη αξία έχει), πρόταση του επιχειρηματία να «κοσμήσουν με την παρουσία» τους το συγκεκριμένο όργανο και βρέθηκαν συρόμενοι στις δικαστικές αίθουσες προσπαθώντας να αποδείξουν πως είναι τίμιοι ή «αθώοι του αίματος»… Με άλλα λόγια: όταν περιορίσουμε τον αριθμό των εμπλεκομένων προσώπων μειώνουμε, αυτόματα, το εύρος των προσώπων που είναι δυνατό να εμπλακούν σε δικαστικές διενέξεις ή/και να εκτεθούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, σε νομικούς κινδύνους.

     

    7. Οι κίνδυνοι από τη συγκεκριμένη επιλογή

    Δεν είναι όμως η συγκεκριμένη επιλογή (αυτή της εκλογής Συμβούλου-Διαχειριστή αντί του Διοικητικού Συμβουλίου) χωρίς κινδύνους: Οι μέτοχοι θα πρέπει συνειδητά, και σε τυπικό μάλιστα επίπεδο, να αποδεχθούν την «ενός ανδρός αρχή» με ό,τι καλό (βεβαίως και επικίνδυνο) συνεπάγεται.

    Η προς τα έξω εικόνα της επιχείρησης; Οι υποψήφιοι μέτοχοι, επενδυτές ή χρηματοδότες θα αποδεχθούν άραγε τον, ουσιαστικά-σε ένα πρώτο επίπεδο, ανέλεγκτο χαρακτήρα της διοίκησης του  Συμβούλου-Διαχειριστή;

    Δε φαντάζει εξαιρετικά πιθανό…

    Οι κίνδυνοι άραγε αυξάνονται για τον Σύμβουλο-Διαχειριστή ή/και για τον μόνο (ή βασικό) συμμετέχοντα στο μετοχικό σχήμα της εταιρείας;

    Υπάρχει μια μεγάλη, διαρκής, συζήτηση σχετικά με το θέμα των προϋποθέσεων της άρσης της νομικής προσωπικότητας της εταιρείας (της ταύτισης δηλ., και σε τυπικό επίπεδο, του νομικού προσώπου με το φυσικό πρόσωπο-ιδιοκτήτη του και «το άνοιγμα του δρόμου» για την προβολή αξιώσεων σε βάρος του). Το θέμα αυτό γίνεται περισσότερο έντονο σε ολιγομελή-ιδίως μονομετοχικά σχήματα. Σε κάθε περίπτωση ένα πρέπει να είναι ξεκάθαρο: Η επιλογή Συμβούλου-Διαχειριστή, αντί Διοικητικού Συμβουλίου, δεν μπορεί να οδηγήσει, αφεαυτής, στην ταύτιση (σε νομικό επίπεδο) της ανώνυμης εταιρείας με τον μόνο εκπρόσωπό της. Η άρση της νομικής της προσωπικότητας, με τους όρους και προϋποθέσεις που έχουν τεθεί από τη νομολογία (ιδίως), δεν μπορεί να αναφέρεται στην περίπτωση αυτή. Η άρση της νομικής προσωπικότητας προεχόντως αναφέρεται στις περιπτώσεις όπου ένας μόνον μέτοχος ή ένας εταίρος καταλαμβάνουν (ή τείνουν να καταλάβουν-άμεσα ή έμμεσα) το κεφάλαιο και τη λειτουργία του νομικού προσώπου-κρυπτόμενοι πίσω από το νομικό ένδυμά του. Στοιχείο, αναμφισβήτητα, υπέρ της κατάφασης της άρσης της νομικής προσωπικότητας θα είναι και η κατάληψη της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας από Σύμβουλο-Διαχειριστή/μόνο μέτοχο της ανώνυμης εταιρείας.

     

    8. Εν κατακλείδι

    Στο έργο «Ιστορίαι» ο Θουκυδίδης, σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Περικλή και αποτιμώντας την πολιτική του, αναφέρει [2.65.10]: «ἐγίγνετό τε λόγῳ μὲν  δημοκρατία, ἔργῳ δὲ ὑπὸ τοῦ πρώτου ἀνδρὸς ἀρχή». Οι αποστάσεις ανάμεσα στη δημοκρατία και τη μοναρχία είχαν, στην περίπτωση αυτή, σαφώς σμικρυνθεί.

    Τη λειτουργία της ανώνυμης εταιρείας την είχαμε, εδώ και μια εκατονταετία, ταυτίσει με την ύπαρξη του Διοικητικού Συμβουλίου. Το συγκεκριμένο συλλογικό όργανο  λειτουργούσε/λειτουργεί, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, μόνον τυπικά-όπως εξάλλου γενναία παραδέχεται και η εισηγητική έκθεση του πρόσφατου νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες. Οι (αληθινές) συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου έχουν παραχωρήσει τη θέση τους στα πρακτικά που, «αραιά και που» χρειάζεται να υπογραφούν από τα μέλη του. Τις περισσότερες, μάλιστα, φορές υπογράφονταν/υπογράφονται αφού είχαν δημοσιευθεί στο ΓΕΜΗ (παλιότερα στο ΦΕΚ) και είχαν κυκλοφορήσει ακριβή αντίγραφα και αποσπάσματά τους, από εκείνον που ο Drucker χαρακτηρίζει «αρχηγό»-ασκώντας την «πρώτου ανδρός αρχή» του Περικλή.

    Ο «νεαρός» θεσμός του Μονομελούς Οργάνου Διοίκησης/Συμβούλου-Διαχειριστή έρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, με σκοπό να ευθυγραμμίσει τη λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου με όσα η πράξη στη διαδρομή των ετών έχει επιβάλλει. Έρχεται για να διευκολύνει τη ζωή και τη λειτουργία της ανώνυμης εταιρείας. Έρχεται για να μειώσει τον αριθμό των προσώπων που εκτίθενται έναντι του Δημοσίου, των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης αλλά και των τρίτων με τις προσωπικές («ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός») διοικητικής, ποινικής και αστικής φύσεως ευθύνες τους.

    Η προσεκτική αξιοποίηση του συγκεκριμένου θεσμού και η λελογισμένη χρήση του προδικάζουν, το δίχως άλλο, την επιτυχία του.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 16 Ιουνίου 2019.

    consultant-manager σύμβουλος-διαχειριστής

  • Η αποτίμηση της αξίας (μειοψηφικού ποσοστού) εταιρείας

    Η αποτίμηση της αξίας (μειοψηφικού ποσοστού) εταιρείας

    1. Προοίμιο

    Συχνά παρουσιάζεται η ανάγκη για τον υπολογισμό της εμπορικής αξίας μιας εταιρείας ή συγκεκριμένου (πλειοψηφικού ή μειοψηφικού) ποσοστού της. Η ανάγκη αυτή είναι δυνατό να συναρτάται με επιχειρηματικές συμφωνίες (λ.χ. εξαγορές, συγχωνεύσεις κ.λ.π.) ή δικαστικές διενέξεις.

    Σε περισσότερα σημεία του νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες (ενδ.: α. 30, α. 45, α. 166 ν. 4548/2018 κ.ο.κ.) διαπιστώνουμε τις προβλέψεις του σχετικά με τον υπολογισμό της αξίας τους ή/και ποσοστό του μετοχικού τους κεφαλαίου.

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία (ενδ.: Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Α΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από την Α.Ε., Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Β΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από τον μέτοχο πλειοψηφίας και Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Γ΄: Το δικαίωμα της πλειοψηφίας για εξαγορά μετοχών μειοψηφίας) μας έχουν απασχολήσει θέματα όπου παρεμβαίνει η δικαστική κρίση και η κρίση πραγματογνωμόνων για το συγκεκριμένο θέμα. Με βάση ποια μεθοδολογία και ποιους υπολογισμούς, άραγε, θα καταλήξουν στην αποτίμησή τους;

    Υπάρχουν κάποιοι θεσμοθετημένοι κανόνες;

    Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα είναι αρνητική.

    Όσον αφορά στις εισηγμένες, σε οργανωμένες (ή τρίτες/εναλλακτικές) αγορές, εταιρείες υπάρχει μια βασική, αντικειμενική, παραδοχή: η χρηματιστηριακή τιμή της μετοχής. Η συνολική, χρηματιστηριακή,  αξία της εταιρείας είναι εύκολο να υπολογιστεί. Μεταβίβαση «πακέτων» μετοχών μπορεί να γίνει λίγο πάνω ή λίγο κάτω από την χρηματιστηριακή τους τιμή.

    Τι συμβαίνει όμως για τις μη εισηγμένες εταιρείες;

    Εταιρεία οι μετοχές της οποίας δεν είναι εισηγμένες, σε οργανωμένη (ή τρίτη) αγορά, δεν έχει αντικειμενικό “market value”. Κανείς δεν μπορεί με βεβαιότητα να προσδιορίσει την αξία των μετοχών της κάθε δεδομένη στιγμή. Καθώς δε γίνεται trading των μετοχών της, η αγορά δεν έχει την ευκαιρία να δείξει πόσο πραγματικά αξίζει για αυτήν.

    Υπάρχουν κάποιες μέθοδοι που γίνονται αποδεκτές σε διεθνές επίπεδο.

    Ειδικά μάλιστα όταν αναφερόμαστε σε υπολογισμούς τμήματος της αξίας μιας εταιρείας θα πρέπει, αρχικά, να υπολογιστεί η αξία της εταιρείας ως σύνολο με βάση συγκεκριμένα οικονομικά της στοιχεία.

     

    2. Υπολογισμός της αξίας μιας εταιρείας

    Οι ευρύτερα αποδεκτές, για το σκοπό αυτό, μέθοδοι αυτές βασίζονται κατά τους ειδήμονες:

    (α) στον Ισολογισμό της εταιρείας

    Ο υπολογισμός της αξίας της εταιρείας με βάση τον ισολογισμό της είναι μεν η απλούστερη μέθοδος, καθώς ο ισολογισμός είναι μία αντικειμενική «φωτογραφία» της εταιρείας κατά τη στιγμή σύνταξης αυτού, όμως από την άλλη δεν μπορεί να αποτυπώσει πραγματικά την αξία της. Αυτό, γιατί ο ισολογισμός δίνει μία στατική εικόνα της εταιρείας, όπως εξάλλου κάθε φωτογραφία. Ο ισολογισμός πάντως, παρότι δεν μπορεί από μόνος του να δώσει μία ολοκληρωμένη και αξιόπιστη εικόνα της αξίας της εταιρείας, είναι ένα χρήσιμο σημείο εκκίνησης για την απόκτηση μίας πραγματικά συνολικής εικόνας.

    (β) στα Αποτελέσματα Χρήσης

    Οι μέθοδοι υπολογισμού της αξίας της εταιρείας βάση του αποτελέσματος χρήσης εστιάζουν κυρίως στο μέγεθος των κερδών, μερισμάτων και πωλήσεων της εταιρείας. Οι μέθοδοι αυτές, όσον αφορά στις εταιρείες με μετοχές μη εισηγμένες σε κάποια αγορά, αναζητούν την αποδοτικότητα του κεφαλαίου. Αυτό είναι άλλωστε το (μόνο;) που ενδιαφέρει έναν επενδυτή. Για την αποτίμηση αυτή, ως κέρδη λαμβάνουμε τα κέρδη μετά τους φόρους.

    (γ) στην Υπεραξία της (Goodwill)

    Η υπεραξία μίας εταιρείας υπολογίζεται κυρίως στη βάση εκτίμησης της αξίας της εταιρείας με σκοπό την πώληση αυτής. Η υπεραξία είναι το επιπλέον της αντικειμενικής αξίας της εταιρείας που καταβάλλεται στον πωλητή της εταιρείας από τον αγοραστή της. Για τον υπολογισμό της υπεραξίας λαμβάνονται υπόψη τα άυλα assets της εταιρείας, όπως η φήμη της, το brand, η θέση αυτής στην αγορά, η εικόνα που έχει ο καταναλωτής αλλά και οι εργαζόμενοί της για αυτή κλπ.

    (δ) στις Προεξοφλημένες Ταμειακές Ροές της (Cash flow discounting).

    Η μέθοδος αυτή αποτιμά την εταιρεία βάσει των εκτιμώμενων μελλοντικών ταμειακών ροών της. Ουσιαστικά στόχος της μεθόδου αυτής είναι να αναδείξει μία εκτίμηση του εάν αξίζει ο ενδιαφερόμενος επενδυτής να «βάλει» χρήματα στην εταιρεία αυτή. Η εκτίμηση αυτή γίνεται βάσει της αρχής πως το να έχει κάποιος ένα x ποσό σήμερα έχει μεγαλύτερη αξία από το να λάβει το ίδιο ποσό σε ένα χρόνο. Αυτό, γιατί αν υποθέσουμε ότι έχουμε 1€ σήμερα με ένα ετήσιο επιτόκιο σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό της τάξεως του 5%, η αξία του 1€ μετά από ένα χρόνο θα είναι 1,05€. Εάν όμως μας οφείλεται σήμερα 1€ αλλά το λαμβάνουμε μετά από ένα χρόνο, η πραγματική σημερινή του αξία είναι 0,95€.

     

    3. Υπολογισμός της αξίας των μετοχών της

    Αφού υπολογιστεί η συνολική αξία της εταιρείας, στη συνέχεια αυτή η αξία θα διαιρεθεί με τον αριθμό των μετοχών της. Το αποτέλεσμα που θα προκύψει είναι η αξία κάθε μετοχής.

    Μέχρι εδώ κατανοητό και (μαθηματικά) λογικό. Οικονομικά όμως όχι αποδεκτό. Πώς είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι η αξία ενός μειοψηφικού ποσοστού μίας εταιρείας, π.χ. 2%, είναι ανάλογη προς την αξία του 98% του κεφαλαίου της;

    Γίνεται, γενικά, αποδεκτό πως σε περίπτωση πώλησης μειοψηφικού ποσοστού μετοχών μίας εταιρείας, στο αποτέλεσμα της ανελαστικής αυτής μαθηματικής πράξης [(αξία εταιρείας/αριθμός μετοχών) x αριθμό μετοχών που πωλούνται] δίκαιο είναι να υπάρξει απομείωση. Η πρακτική μας έχει δείξει πως η έκπτωση αυτή (ασφαλώς) εξαρτάται από το ποσοστό επί της εταιρείας που πωλείται – στην πραγματικότητα από την έκταση της εξουσίας επί της εταιρείας που πωλείται.

    Όσο μικρότερο ποσοστό πωλείται, τόσο περιορισμένα αποδεικνύονται τα δικαιώματα τα οποία συνδέονται με τις μεταβιβαζόμενες μετοχές.

    Ας μιλήσουμε με νούμερα

    Η έκπτωση που γίνεται αποδεκτή σε διεθνές επίπεδο, κυμαίνεται εντός των κατωτέρω πλαισίων:

    Ποσοστό που πωλείται Έκπτωση που εφαρμόζεται
    < 10% 60% – 75%
    10% – 25% 45% – 55%
    26% – 49% 30% – 40%
    50% 15% – 25%
    >50% 5% – 10%

     

    Αξίζει δε στο σημείο αυτό να αναφερθεί και μία άποψη που διατυπώθηκε στη νομολογία των Αγγλικών δικαστηρίων (απόφαση Lynall, Lynall v IRC (1971) 47 TC 375), όπου υποστηρίχθηκε πως, κατά τον υπολογισμό της αξίας μετοχών οι οποίες δεν είναι εισηγμένες σε κάποια αγορά πρέπει, ανεξαρτήτως του ποσοστού που πωλείται, να εφαρμόζεται μία επιπλέον έκπτωση της τάξεως του 25% με 50%.

    Τίποτα δεν είναι απόλυτο

    Για να εφαρμοστεί στην πράξη η οποιαδήποτε έκπτωση, πρέπει ασφαλώς να ληφθούν υπόψη περισσότερες παράμετροι. Οι ανωτέρω, ποσοστιαίες, εκπτώσεις θα είναι, απλώς, μία βάση από την οποία θα ξεκινήσουν (ή/και όχι) οι διαπραγματεύσεις.

    Η έκπτωση εξαρτάται (ενδεικτικά και όχι περιοριστικά) εκτός από το ίδιο το ποσοστό που είναι προς πώληση και από τα ποσοστά των υπολοίπων μετόχων. Είναι διαφορετική, λ.χ. η τιμή η οποία είναι δυνατό να επιτευχθεί για ένα  μειοψηφικό ποσοστό της τάξης του 11% εάν οι λοιποί μέτοχοι κατέχουν από 5% και διαφορετική εάν κάποιος κατέχει το 40%. Η τιμή επίσης είναι δυνατό να επηρεαστεί και από ενδεχόμενη προνομιακή είσπραξη μερίσματος, τα τυχόν δικαιώματα διορισμού μελών του ΔΣ, νομικά ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα ψήφου στις Γενικές Συνελεύσεις, το πρόσωπο του αγοραστή (για τον μέτοχο που έχει το 98% μίας εταιρείας το μειοψηφικό ποσοστό του 2% έχει για αυτόν πολύ μεγαλύτερη αξία από όση έχει για κάποιον άσχετο με την εταιρεία) και λοιπά.

    Anti-embarrassment provision

    ‘Όταν το μειοψηφικό ποσοστό πωλείται σε υφιστάμενους μετόχους της εταιρείας, είναι δυνατό να συμφωνηθεί (σε εξωκαταστατική συμφωνία) ότι, εάν η εταιρεία πωληθεί από τον αγοραστή του μειοψηφικού ποσοστού σε υψηλότερη τιμή ανά μετοχή σε τρίτο πρόσωπο μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο αρχικός πωλητής θα επωφεληθεί από την (υπερ)αξία που απέκτησαν οι μετοχές του.

     Αναγκαστική πώληση

    Δεν γίνεται κανένας λόγος για οποιαδήποτε έκπτωση, όταν η πώληση του μειοψηφικού ποσοστού είναι αναγκαστική (πχ άσκηση δικαιώματος για drag along).

     

    4. Συνοψίζοντας

    Κατανοούμε ως υποχρέωση, την εφαρμογή των κανόνων που μας έχουν επιβληθεί από κάποια κρατική εξουσία (λ.χ. νόμος) ή κάποια υπερεθνική ένωση (λ.χ. Κανονισμός της Ευρωπαϊκής ‘Ένωσης). Ωστόσο, προκύπτει πως, παρόμοια θέματα ρυθμίζονται (και) από άτυπους -και όχι επιβληθέντες με κρατική (ή υπερκρατική) εξουσία- κανόνες. Αυτοί ακριβώς οι άτυποι κανόνες συχνά αποδεικνύονται περισσότερο ισχυροί από τους λοιπούς-ιδίως όταν διαμορφώνονται από την «αγορά». Σε κάθε περίπτωση (και παρά τις εξαιρέσεις τους) οι κανόνες της αγοράς είναι αυτοί που, εν τέλει, ισχύουν: Η ελεύθερη αγορά (παρά την πληθώρα των πολεμίων της) πάντα γνωρίζει καλύτερα τι απαιτείται, γνωρίζει να αποτιμά, να εκτιμά και εν τέλει να αποδίδει σε όλα την πραγματική τους αξία και να τα τοποθετεί στην πραγματική τους θέση.

    Λήδα Κουμεντάκη
    Junior Associate

    Υ.Γ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 9 Ιουνίου 2019.

    value of shareholding αποτίμηση

  • Οι μετοχικοί τίτλοι

    Οι μετοχικοί τίτλοι

    Προοίμιο

    «Χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα» λέει ο θυμόσοφος λαός μας. Η συγκεκριμένη παροιμία αναφέρεται στη ανάγκη της γραπτής αποτύπωσης των συμφωνηθέντων. Καταγράφει όμως, επιπρόσθετα, με τρόπο λιτό και απολύτως ευκρινή, όχι μόνο τη σχέση που τους εξ ημών πρεσβύτερους συνδέει με το «χαρτί» αλλά και την ανασφάλειά μας από την έλλειψή του.

    Οι περισσότεροι, εξάλλου, από εμάς μεγαλώσαμε έχοντας καλά χαραγμένη στο υποσυνείδητό μας την ανάγκη να πάρουμε,  ένα «χαρτί»: Το χαρτί θα πιστοποιούσε το πέρας των πανεπιστημιακών μας σπουδών, τη σχετική, προαπαιτούμενη, γνώση αλλά και, προεχόντως, την δήθεν ένταξή μας στην ελίτ (!) των επιστημόνων της χώρας. Κι όταν μάλιστα το συγκεκριμένο «χαρτί» αυτόματα ενέτασσε τον κάτοχό του στη διάσημη «επετηρίδα» για την πρόσληψη στο δημόσιο ε, τότε, πια η (υποτιθέμενη) αξία του εκτινασσόταν στα ύψη!

    Άλλες εποχές τότε.

    Άλλες εποχές μεν η σχετική «εγγραφή» όμως στο υποσυνείδητο μας, λιγότερο ή περισσότερο, παρέμεινε.

    Εκτός από τα συγκεκριμένα «χαρτιά» υπήρχαν κι άλλα που, ως αξιόγραφα, είχαν μαι ιδιαίτερη αξία. Τέτοια ήταν και οι μετοχικοί τίτλοι. Κι όταν μιλούσαμε για μεταβίβαση μετοχών στο Χρηματιστήριο αναφερόμασταν σε ωραία (και με ασφάλεια;) τυπωμένους μετοχικούς τίτλους που «άλλαζαν χέρια» μέσω συμβάσεων που συνάπτονταν από τους φωνασκούντες (γύρω από το περίφημο «κάγκελο») χρηματιστές.

    Λίγο πριν την χαραυγή της τρέχουσας χιλιετίας (όταν αφήσαμε πια πίσω μας τους χρηματιστές και «συναντηθήκαμε» με τις χρηματιστηριακές εταιρείες) αρχίσαμε να μιλάμε για «αποϋλοποίηση μετοχών». Οι έντυπες μετοχές των εισηγμένων ανωνύμων εταιρειών θα έδιναν σταδιακά τη θέση τους σε μία, απλή, λογιστική εγγραφή κι οι μεταβιβάσεις τους θα ελάμβαναν χώρα (όχι πια στό «κάγκελο» αλλά) μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικών Συναλλαγών του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

    Αυτά βέβαια για τις εισηγμένες.

    Σήμερα, στην εποχή της τεχνολογίας, το «χαρτί»-το έγγραφο συνολικά αρχίζει να χάνει, σταδιακά, την αξία του. Η πιστοποίηση της μετοχικής ιδιότητας δεν ήταν δυνατό να παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένη με κάποιο έγγραφο.

     

    Μετοχικοί τίτλοι: η υποχρέωση έκδοσης οριστικών και όχι, πλέον, προσωρινών τίτλων

    Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας διαιρείται σε μετοχές (άρθρο 34, εδ. α, ν. 4548/2018). Οι μετοχές  είναι, πλέον,  μόνον ονομαστικές (άρθρο 40, παρ. 1, εδ. α). Όταν δεν υπάρχει διαφορετική ρύθμιση στο καταστατικό, η εταιρεία υποχρεούται (άρθρο 40, παρ. 3) να εκδώσει και παραδώσει στους μετόχους τίτλους, οι οποίοι ενσωματώνουν μία ή περισσότερες μετοχές (:απλοί ή, κατά περίπτωση, πολλαπλοί τίτλοι). Στη συνηθέστερη περίπτωση (της έκδοσης δηλ. τίτλων που ενσωματώνουν περισσότερες μετοχές), η εταιρεία είναι υποχρεωμένη να αντικαταστήσει τους υφιστάμενους τίτλους με νέους, οι οποίοι θα ενσωματώνουν μικρότερο αριθμό μετοχών.

    Το προϋφιστάμενο δίκαιο (άρθρο 8β, παρ. 3, ν. 2190/1920) προέβλεπε τη δυνατότητα έκδοσης προσωρινών τίτλων. Η πρόβλεψη αυτή δεν υφίσταται, πλέον, στο νέο νόμο και ως εκ τούτου αποτελεί παρελθόν η εποχή που (στην πράξη) μόνον προσωρινοί τίτλοι εκδίδονταν για τις ανώνυμες εταιρείες. Στο εξής: οριστικοί, μόνον, μετοχικοί τίτλοι.

    Επαφίεται βέβαια, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα στους μετόχους να επιλέξουν αν θα προβούν στην έκδοση ή μη μετοχικών τίτλων (άρθρο 40, παρ. 4, εδ. α). Εφόσον μάλιστα αποφασίσουν να μην εκδώσουν μετοχικούς τίτλους, αυτόματα προκύπτει η ανάγκη προσδιορισμού του τρόπου απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας, προκειμένου να είναι δυνατή η άσκηση των συναφών δικαιωμάτων. Οι μέτοχοι είναι εκείνοι που θα επιλέξουν (και ενσωματώσουν στο καταστατικό) τον συγκεκριμένο τρόπο απόδειξης. Αν όμως δεν το πράξουν, ο νόμος ορίζει (άρθρο 40, παρ. 4, εδ. γ) πως η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας γίνεται με βάση τα στοιχεία του βιβλίου μετόχων της εταιρείας. Καθώς όμως έχουμε εισέλθει στην “paperless” εποχή, ο νόμος παρέχει τη δυνατότητα στις εταιρείες (εισηγμένες και μη-άρθρο 34, εδ. α) να επιλέξουν να έχουν, εναλλακτικά με τις έγχαρτες, άυλες μετοχές· μετοχές δηλαδή που δεν ενσωματώνονται σε κάποιο «χαρτί» και δεν είναι τίποτα περισσότερο από μία, απλή, λογιστική εγγραφή.

     

    Το βιβλίο μετόχων

    Η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας συνεχίζει, κατά βάση, να γίνεται από το βιβλίο μετόχων, το οποίο κάθε ανώνυμη εταιρεία οφείλει να τηρεί (άρθρο 40, παρ. 2, εδ. 5). Στο βιβλίο μετόχων (άρθρο 40, παρ. 2, εδ. 2 & 3) καταχωρίζονται τα στοιχεία των μετόχων (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, διεύθυνση ή έδρα, επάγγελμα και εθνικότητα). Όχι όμως μόνον αυτά. Στο συγκεκριμένο βιβλίο αναγράφονται ο αριθμός και η κατηγορία των μετοχών (λ.χ. κοινές, προνομιούχες, εξαγοράσιμες κ.ο.κ.) που κάθε μέτοχος κατέχει καθώς και τα επ’ αυτών και από αυτές απορρέοντα δικαιώματά του (λ.χ. δικαιώματα πλήρους ή ψιλής κυριότητας, επικαρπίας, ψήφου, απόληψης κερδών κ.λ.π.).

    Η εμπειρία βέβαια έχει δείξει πως το βιβλίο μετόχων είναι μια, μάλλον, «πονεμένη ιστορία» για τις ανώνυμες εταιρείες: Άλλοτε διαπιστώνουμε πως τηρείται κι άλλοτε όχι. Κι όταν τηρείται μας εντυπωσιάζουν (αρνητικά-κατά κανόνα) τα σχετικά ευρήματα καθώς η τήρησή του δεν λαμβάνει χώρα από ανθρώπους που γνωρίζουν πώς διενεργείται με τον ορθό τρόπο. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες από τη μη ορθή τήρηση του σχετικού βιβλίου, αναδεικνύονται περισσότερο τα τελευταία χρόνια: πληθαίνουν εκείνοι (τράπεζες, fund, υποψήφιοι επενδυτές, αγοραστές μετοχών, δικαστήρια κλπ.) που, δικαιολογημένα, ζητούν πρόσβαση στα στοιχεία του.

    Όταν ορθά τηρείται το βιβλίο μετόχων, τα πράγματα μοιάζουν απλά:  Προκύπτουν όχι μόνον τα στοιχεία του μετόχου και ο αριθμός των μετοχών που κατέχει αλλά και το σύνολο των λοιπών αναγκαίων, και από το νόμο προβλεπόμενων, στοιχείων και δικαιωμάτων. Η (συνήθως) μη ορθή τήρηση του βιβλίου μετόχων φαίνεται πως είναι ο λόγος που (ο νόμος αναγνωρίζει πως) η απόδειξη της ιδιότητας του μετόχου δεν λαμβάνει χώρα, αποκλειστικά, με βάση τις καταχωρήσεις σ’ αυτό (άρθρο 40, παρ. 4, εδ. γ). Σε περίπτωση ανάγκης (όταν δηλ. η αποτύπωση στο βιβλίο μετόχων είτε δεν υφίσταται, είτε είναι λανθασμένη ή ελλιπής) ο μέτοχος μπορεί να επικαλεστεί και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο έχει στην κατοχή του, δηλωτικό ή αποδεικτικό της μετοχικής του ιδιότητας και των συναφών δικαιωμάτων του.

     

    Μετοχικοί τίτλοι και ηλεκτρονική τήρηση του βιβλίου μετόχων

    Η πολύ σημαντική για την εταιρεία και τους μετόχους τήρηση του βιβλίου μετόχων δεν είναι αναγκαίο να γίνεται σε έγχαρτη μορφή. Κατά το νόμο (άρθρο 40, παρ. 2, εδ. 4) το συγκεκριμένο βιβλίο είναι δυνατό να τηρείται ηλεκτρονικά από την εταιρεία ή τρίτους. Η ηλεκτρονική τήρηση όμως από την ίδια την ανώνυμη εταιρεία δεν πιθανολογείται ότι θα λύσει προβλήματα που ούτως ή άλλως υφίστανται από την τήρησή του σε έγχαρτη μορφή.

    Τρίτοι που δικαιούνται να τηρούν ηλεκτρονικά βιβλία μετόχων είναι πιστωτικά ιδρύματα, επιχειρήσεις επενδύσεων (που διαθέτουν τέτοιο δικαίωμα) καθώς και κεντρικά αποθετήρια τίτλων. Υπό τις συνθήκες, βέβαια, που επικρατούν σήμερα στην ελληνική αγορά δεν μοιάζει πολύ ασφαλές να επέλεγε κάποια ανώνυμη εταιρεία την τήρηση των βιβλίων μετόχων της από τράπεζα ή ΕΠΕΥ. Ασφαλέστερη λύση φαίνεται πως θα είναι η τήρησή τους από το Κεντρικό Αποθετήριο του Χρηματιστηρίου Αθηνών όταν καταστεί εφικτή η επέκταση και στις μη εισηγμένες ανώνυμες εταιρείες η συγκεκριμένη υπηρεσία-που ούτως ή άλλως παρέχεται προς τις εισηγμένες. Η σχετική διαδικασία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη.

     

    Η τήρηση των μετοχών της εταιρείας σε λογιστική μορφή

    Οι μετοχικοί τίτλοι της εταιρείας δεν είναι, όπως είδαμε ήδη, αναγκαίο να εκδίδονται-πολύ περισσότερο να εκδίδονται έγχαρτες. Ο νόμος (άρθρο 40, παρ. 5) παρέχει επίσης τη δυνατότητα τήρησής τους σε λογιστική μορφή. Για τη διαδικασία αποϋλοποίησης ή ακινητοποίησης των μετοχών εφαρμογή έχει ο Κανονισμός (ΕΕ) 909/2014 και του Συμβουλίου της 23.7.2014. Σε κάθε περίπτωση, το καταστατικό είναι εκείνο που θα πρέπει να προβλέπει τον ειδικότερο τρόπο έκδοσης και τήρησης των μετοχών της σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων.

     

    Εν κατακλείδι

    Η μέρα που οριστικά θα αποχωριστούμε το χαρτί δε μοιάζει πλέον μακρινή. Ο νέος νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες παρέχει, σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο, την επιλογή της έκδοσης ή μη μετοχών και, σε καταφατική περίπτωση, της επιλογής ανάμεσα σε έγχαρτες ή άυλες μετοχές. Αντίστοιχα το βιβλίο μετόχων, με την ξεχωριστή αξία που του αναγνωρίζεται, μπορεί να τηρείται στην μορφή που όλοι γνωρίσαμε-ένα χοντρό δηλ. βιβλίο με, κατά κανόνα προβληματική τήρηση. Μπορεί  όμως και να τηρείται, απλά, σε ηλεκτρονική μορφή-ένα αρχείο δηλ. κάπου σε κάποιον υπολογιστή στο γραφείο μας ή στον κόσμο ή, απλά, σε κάποιο cloud.

    Φαίνεται πως η αξία της παροιμίας «χαρτιά γραμμένα, στόματα βουλωμένα» απομακρύνεται, με ταχείς ρυθμούς, από το παρόν και την καθημερινότητά μας. Και, αυτονοήτως, όσον αφορά τις Ανώνυμες Εταιρείες. Η εμμονή μας στο «χαρτί», στην (δήθεν) ασφάλεια που αυτό παρέχει αλλά και στις εμπειρίες του παρελθόντος, εύλογα θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστεί από τους νεότερους με μία μόνον, απαξιωτική, λέξη:  αγκύλωση.

    Αν δεν καταφέρνουμε να συμπεριλαμβανόμαστε μεταξύ εκείνων που χαράσσουν τις νέες λεωφόρους τουλάχιστον ας επιδιώκουμε να παραμένουμε μεταξύ των χρηστών τους.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 2 Ιουνίου 2019.

  • Νέα δεδομένα σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου

    Νέα δεδομένα σχετικά με την καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου

    Η καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου: τα νέα, σημαντικά, δεδομένα

    1. Προοίμιο

    Φαίνεται πως το ζητούμενο για όλους μας, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων και κομματικών τοποθετήσεων, είναι η επίτευξη της (πολυπόθητης) ανάπτυξης της χώρας μας. Μάλλον όλοι θα συμφωνήσουμε πως η ανάπτυξη προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, ιδιωτικές επενδύσεις και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας (όταν όμως καταφέρουμε, οριστικά, να απαγκιστρωθούμε από τη θέση του Καρλ Μαρξ: «Το κεφάλαιο είναι νεκρή εργασία που, σαν βρικόλακας, ζει μόνο ρουφώντας το αίμα της ζωντανής εργασίας. Κι όσο πιο πολύ ζει, τόσο πιο πολύ αίμα ρουφάει»)

    Στις εργασιακές σχέσεις έχουμε γνωρίσει στη χώρα μας όλα τα γνωστά μοντέλα: από εκείνο του «εργασιακού μεσαίωνα» μέχρι εκείνο των ανεξέλεγκτων (κατά κανόνα προεκλογικών-συχνά καταστροφικών) παροχών στους εργαζόμενους του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα.

    Θα συμφωνήσουμε επίσης (πιθανότατα), πως πάντοτε θα πρέπει να διαφυλάττουμε την εξισορρόπηση των αντιτιθέμενων συμφερόντων στις εργασιακές σχέσεις, ώστε η χώρα να μην οδηγηθεί σε αδιέξοδα από πρακτικές αντίστοιχες του παρελθόντος· αδιέξοδα που συνέβαλαν στην «κρίση» που μας έφερε στη σημερινή δυσμενή οικονομική κατάσταση.

    Υπάρχει μια έντονη συζήτηση τον τελευταίο μήνα (που κορυφώθηκε με την πρόσφατη ψήφιση, την Παρασκευή 17/5, του άρθρου 48 του ν. 4611/2019 με το οποίο αντικαταστάθηκε το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν. 3198/1955) σχετικά με το βαθμό που επηρεάζει τις εργασιακές σχέσεις, την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα, η δυσχέρανση της διαδικασίας για την καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου: Στις σχετικές προϋποθέσεις  προστέθηκε και η ύπαρξη «βάσιμου λόγου», η επίκληση και απόδειξη του οποίου βαρύνει τον εργοδότη.

    Τι συνέβαινε όμως στο παρελθόν και τι θα συμβαίνει από τώρα και στο εξής;

     

    2. Τα νέα (σημαντικά) δεδομένα για την καταγγελία σύμβασης

    2.1. Η καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με βάση το προϋφιστάμενο δίκαιο

    Σύμφωνα με τη διάταξη του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 5 ν. 3198/1955:

    «3. Η καταγγελία της εργασιακής σχέσης θεωρείται έγκυρη, εφόσον έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για το Ι.Κ.Α. μισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόμενος».

    Επομένως: Η καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ελάμβανε χώρα οποτεδήποτε χωρίς την επίκληση οποιουδήποτε λόγου από μέρους του εργοδότη. Μόνη υποχρέωση του τελευταίου η καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης προς τον εργαζόμενο. Όταν όμως ο τελευταίος θεωρούσε ότι το δικαίωμα του εργοδότη ασκούνταν καταχρηστικά, είχε το δικαίωμα να προσφύγει στα αρμόδια δικαστήρια ζητώντας την ακύρωση της απόλυσης και την επαναπρόσληψή του. Το βάρος της απόδειξης των ισχυρισμών του έφερε ο ίδιος ο εργαζόμενος.

    2.2. H νέα νομοθετική ρύθμιση για την καταγγελία σύμβασης

    Με τη διάταξη του άρθρου 48 του ν. 4611/2019 αντικαθίσταται, με άμεση εφαρμογή, το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του ν. 3198/1955 (Α’ 98) ως εξής:

    «3. Η καταγγελία της εργασιακής σχέσης θεωρείται έγκυρη, μόνο αν οφείλεται σε βάσιμο λόγο, κατά την έννοια του άρθρου 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4359/2016 (Α΄5), έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλόμενη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για το ν ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ). μισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόμενος. Σε περίπτωση αμφισβήτησης το βάρος επίκλησης και απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων έγκυρης καταγγελίας φέρει ο εργοδότης»

    Επομένως: αυτό που ο νόμος απαιτεί στο εξής προκειμένου να είναι έγκυρη η καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου είναι η ύπαρξη «βάσιμου λόγου», τον οποίο μάλιστα υποχρεούται να επικαλεστεί και αποδείξει ο καταγγέλλων εργοδότης. Για την έννοια του «βάσιμου λόγου» (αναλυτικά κατωτέρω υπό 3.3)  η διάταξη παραπέμπει στον Αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη [κατωτέρω υπό 3.1) που ήδη αποτελεί νόμο του κράτους-με αυξημένη μάλιστα τυπική ισχύ) και συγκεκριμένα στο άρθρο 24 αυτού (κατωτέρω υπό 3.2).

    2.3. Πώς διαφοροποιούνται τα δεδομένα στην καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου σε σχέση με το προϋφιστάμενο δίκαιο;

    Με το προϋφιστάμενο δίκαιο ο εργοδότης μπορούσε να καταγγείλει οποτεδήποτε τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου έχοντας ως βασική του υποχρέωση την καταβολή της αποζημίωσης απολύσεως. Όταν ο εργαζόμενος θεωρούσε που το δικαίωμά του ασκείται καταχρηστικά απευθυνόταν στα αρμόδια δικαστήρια και είχε ο ίδιος την ευθύνη και το βάρος της απόδειξης της καταχρηστικότητας της απόλυσής του.

    Με τη νέα ρύθμιση τα πράγματα αλλάζουν άρδην: ο εργοδότης είναι εκείνος που υποχρεούται και να επικαλεστεί αλλά και να αποδείξει τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την έγκυρη καταγγελία σύμβασης, επομένως και την ύπαρξη του (αναγκαίου πλέον) βάσιμου λόγου.

    Η θέση αυτή φαίνεται εξάλλου ως συμβατή και με την αιτιολογική έκθεση της πρόσφατης (άρθρο 48 του ν. 4611/2019) νομοθετικής ρύθμισης της σχετικής με την αναγκαιότητα της ύπαρξης βάσιμου λόγου (δείτε την σχετική έκθεση) ( καθώς και με τις εκεί επικαλούμενες θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων (ΕΕΚΔ) όσον αφορά τη διάταξη του άρθρου 24 ΑνΕΚΧ.

    2.4. Εν κατακλείδι

    Στην περίπτωση όπου γίνεται καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου ο εργοδότης δεν μπορεί πλέον να αρκείται (η επαναπαύεται) στην καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης, όπως μέχρι το παρελθόν έπραττε. Θα πρέπει ήδη να έχει κατά νου πως για κάθε απόλυση θα πρέπει να υπάρχει βάσιμος λόγος. Ένας λόγος δηλ. που συνδέεται με την συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζομένου ή με τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης. Κι ακόμα περισσότερο: Η επίκληση και απόδειξη της ύπαρξης αυτού του βάσιμου λόγου αποτελεί δική του ευθύνη και βάρος.

    Τέλος: Η αναγκαιότητα της ύπαρξης βάσιμου λόγου για την καταγγελία σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου αλλά και της επίκλησης και απόδειξής του ως «βάρος» του καταγγείλαντα εργοδότη, είναι βέβαιο πως θα γεμίσει τις δικαστικές αίθουσες (μια «πρόγευση» από τη στάση των δικαστηρίων κατωτέρω υπό 4) θα «τονώσει» και τα οικονομικά ημών των δικηγόρων. Αμφοτέρων των πλευρών.

    Ας ελπίσουμε ότι αντίστοιχα θετικά θα λειτουργήσει όχι μόνον προς την κατεύθυνση της διασφάλισης των δικαιωμάτων των εργαζομένων (όπως οι προθέσεις του νομοθέτη) αλλά και προς την κατεύθυνση της ανάπτυξη της οικονομίας, των επιχειρήσεων και της χώρας.

     

    3. Ο αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και ο “βάσιμος” λόγος

    3.1. Ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης

    Σύμφωνα με την Αιτιολογική ΄Εκθεση για την «Κύρωση του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη»:

     «Ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης (ΕΚΧ), διεθνής σύμβαση για την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων, υιοθετήθηκε το 1961 στο Συμβούλιο της Ευρώπης και κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον Νόμο 1426/84 (ΦΕΚ 32 Α/21-3-84).

    Ο ΕΚΧ εξελίσσεται συνεχώς μέσω της νομολογίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κοινωνικών Δικαιωμάτων, που επιβλέπει την εφαρμογή του, και μέσω της υιοθέτησης  των Πρωτοκόλλων στον ΕΚΧ,  που διευρύνουν τα προστατευόμενα δικαιώματα και βελτιώνουν το μηχανισμό ελέγχου. Το 1988 υιοθετήθηκε το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στον ΕΚΧ, το οποίο επέκτεινε το πεδίο εφαρμογής του Χάρτη με την αναγνώριση νέων δικαιωμάτων. Το 1995 υιοθετήθηκε ένα νέο Πρόσθετο Πρωτόκολλο που προβλέπει το σύστημα Συλλογικών Καταγγελιών. Η Ελλάδα κύρωσε και τα δύο Πρόσθετα Πρωτόκολλα με το Ν. 2595/98 (ΦΕΚ 63/Α/24-3-98). Το 1991 υιοθετήθηκε το τροποποιητικό πρωτόκολλο που βελτίωσε τη διαδικασία ελέγχου της εφαρμογής του ΕΚΧ, το οποίο  κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 2422/1996 (ΦΕΚ 144 Α/4-7-96).

    Το 1996 ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης  αναθεωρήθηκε προκειμένου να γίνει ακόμη πιο επίκαιρος και να συμπεριλάβει νέα δικαιώματα. Ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης υιοθετήθηκε στις 3 Μαΐου 1996, στο Στρασβούργο, όπου και άνοιξε για υπογραφή, ετέθη δε διεθνώς σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1999,  με τη συμπλήρωση των απαιτούμενων για τούτο τριών κυρώσεων. Συμπεριλαμβάνει στο σκεπτικό του τις εξελίξεις στην εργατική νομοθεσία και στην κοινωνική πολιτική, όσες μεσολάβησαν από τη θέσπιση του Χάρτη του 1961, και αποβλέπει τελικώς στο να τον αντικαταστήσει.

    …………..

    Τα δικαιώματα που προστατεύονται από τον ΕΚΧ εντάσσονται σε  τέσσερις θεματικούς τομείς: α) Απασχόληση, Κατάρτιση και Ίσες Ευκαιρίες, β) Υγεία, Κοινωνική Ασφάλιση και Κοινωνική Προστασία, γ) Εργασιακά Δικαιώματα  και δ) Προστασία των Παιδιών, της Οικογένειας και των Μεταναστών.

    …………….

    Η Ελλάδα έχει ήδη υπογράψει τον Αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη από τις 3 Μαΐου του 1996. Η κύρωση του Αναθεωρημένου Χάρτη βελτιώνει αδιαμφισβήτητα, το επίπεδο της παρεχόμενης προστασίας στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και αποδεικνύει το έμπρακτο ενδιαφέρον της χώρας μας στο τομέα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    …………………..»

    Ο Αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης είναι ήδη εσωτερικό δίκαιο καθώς η κύρωσή του έλαβε χώρα με το ν. 4359/16. Είναι μάλιστα αυξημένης τυπικής ισχύος, με βάση και το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος.

     3.2. Το άρθρο 24 του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (:ΑνΕΚΧ)

    Ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης (ΕΚΧ) είναι, όπως ήδη αναφέρθηκε, διεθνής σύμβαση για την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων. Το 1996 ο ΕΚΧ  αναθεωρήθηκε προκειμένου να γίνει ακόμη πιο επίκαιρος και να συμπεριλάβει νέα δικαιώματα.

    Σύμφωνα με το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ: «Με σκοπό τη διασφάλιση της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος προστασίας των εργαζομένων σε περιπτώσεις λύσης της σχέσης εργασίας, τα μέρη αναλαμβάνουν να αναγνωρίζουν: α. το δικαίωμα όλων των εργαζομένων να μη λύεται η εργασιακή τους σχέση χωρίς βάσιμο λόγο που να συνδέεται με την ικανότητα ή τη συμπεριφορά τους ή να βασίζεται στις λειτουργικές απαιτήσεις της επιχείρησης, της εγκατάστασης ή της υπηρεσίας, β. το δικαίωμα των εργαζομένων, των οποίων η εργασιακή σχέση λύεται χωρίς βάσιμο λόγο, σε επαρκή αποζημίωση ή άλλη κατάλληλη επανόρθωση. Για αυτόν το σκοπό τα μέρη αναλαμβάνουν να διασφαλίζουν ότι ο εργαζόμενος, που θεωρεί ότι η σχέση εργασίας του έχει λυθεί χωρίς βάσιμο λόγο, έχει το δικαίωμα προσφυγής σε αμερόληπτο όργανο».

     3.3. Τι είναι ο «βάσιμος λόγος» κατά το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ

    Γίνεται δεκτό πως ο βάσιμος λόγος που απαιτείται από το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ (και ήδη από την παρούσα διατύπωση της παρ. 3 του άρθρου 5 ν. 3198/1955) είναι εκείνος που δικαιολογεί την ορθή χρήση (και όχι κατάχρηση του δικαιώματος) της καταγγελίας.

    Κατά τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής επί του Σχεδίου Νόμου «Κύρωση Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη»: «Το άρθρο 24 αναφέρεται στην αιτιολογημένη απόλυση, που επίσης εξαιρείται της κυρώσεως.

    Δεν υφίσταται κώλυμα για την κύρωση του άρθρου αυτού, στο βαθμό που η αιτιολογία της απολύσεως συμπίπτει με τα όσα επιβάλλει η εφαρμογή του άρθ. 281 ΑΚ με το οποίο ελέγχεται η καλόπιστη και σύμφωνα με τον οικονομικό και κοινωνικό σκοπό του δικαιώματος για την καταγγελία σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη. Οι λόγοι καταγγελίας που αναφέρονται στη περ. α’ του άρθ. 24 σχετίζονται με τους λόγους που αίρουν τον καταχρηστικό χαρακτήρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας…»

    Η μέχρι σήμερα θέση της θεωρίας όσον αφορά το περιεχόμενο του «βάσιμου λόγου» κατά βάση ταυτίζεται με την κατά τα άνω γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής επί του Σχεδίου Νόμου «Κύρωση Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη».

    Βάσιμος λοιπόν είναι κάθε λόγος που συνδέεται με το πρόσωπο του εργαζόμενου, τη λειτουργία ή τη συμπεριφορά του στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης, την οικονομοτεχνική κατάσταση της επιχείρησης (χωρίς να είναι αναγκαία και η ύπαρξη οικονομικής φύσης δυσχερειών) ή τις λειτουργικές της απαιτήσεις. Τέτοιος βάσιμος λόγος βέβαια δεν θα μπορούσε να γίνει ανεκτός εκτός του συγκεκριμένου πλαισίου: Απόλυση  εργαζομένου δεν θα γινόταν ανεκτή για λόγους άσχετους με την εργασιακή του σχέση και την επιχείρηση (λ.χ. εκδικητικότητα, συνδικαλιστική δράση, σεξουαλικός προσανατολισμός, πολιτικές πεποιθήσεις, φυλετικές διακρίσεις κλπ.-

    Επομένως (θα μπορούσαμε να καταλήξουμε πως βάσιμος είναι κάθε λόγος που επιδρά αρνητικά στην εργασιακή σχέση και δικαιολογεί τη διακοπή της από μέρους του εργοδότη.

     

    4. Ποιά θα είναι η στάση των Δικαστηρίων;

    (Μια πρόγευση του μέλλοντος …από το παρελθόν)

    Προφανώς και δεν μπορούμε να έχουμε γνώση της νομολογιακής αντιμετώπισης αυτής της, απολύτως πρόσφατης, νομοθετικής ρύθμισης. Εντούτοις υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα απόφαση που μας έρχεται από το παρελθόν.

    Η απόφαση ΜονΠρωτΠειρ 3220/2017 είναι σίγουρα η πρώτη (και η μόνη μέχρι σήμερα, εξ όσων ο γράφων γνωρίζει, δημοσιευμένη-απόφαση που δέχεται πως το καθεστώς της αναιτιώδους καταγγελίας (με την προϋφιστάμενη διατύπωση του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 5 ν. 3198/1955) δεν ήταν συμβατό με το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ. Η συγκεκριμένη απόφαση, έκανε αποδεκτό πως ο ΑνΕΚΧ είχε ήδη (μετά την κύρωσή του με το Ν. 4359/16-με βάση και το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος), αυξημένη έναντι των κοινών νόμων ισχύ. Και συνέχιζε, κάνοντας αποδεκτά, μεταξύ άλλων, και τα ακόλουθα:

    «Με την ως άνω διάταξη (το άρθρο 24 του ΑνΕΚΧ) εισάγεται για πρώτη φορά στο ευρωπαϊκό δίκαιο δικαιωμάτων του ανθρώπου ένα νέο θεμελιώδες δικαίωμα, που συνίσταται στην προστασία του εργαζομένου από την απόλυση με πρωτοβουλία του εργοδότη του. Η βασική δε αντίληψη που διέπει τη νέα ρύθμιση είναι ότι η αυθαίρετη και αδικαιολόγητη απομάκρυνση του εργαζόμενου από την θέση εργασίας του προσβάλλει την αξία και την αξιοπρέπειά του. Η προστασία που διασφαλίζει το άρθρο 24 του Αναθ. ΕΚΧ έχει τρεις βασικούς άξονες: α) κάθε λύση εργασιακής σύμβασης με πρωτοβουλία του εργοδότη πρέπει να στηρίζεται σε «έγκυρη αιτία» ή ορθότερα σε «βάσιμο λόγο» (valid reason), ο οποίος να συνδέεται με την συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζομένου ή με τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, β) ο εργοδότης υποχρεούται να «αποζημιώνει καταλλήλως» τον αδικαιολογήτως απολυθέντα ή να παρέχει άλλη κατάλληλη επανόρθωση, και γ) πρέπει να διασφαλίζεται επαρκής έννομη προστασία.

    Μετά την κύρωση του άρθρου 24 του Αναθ. ΕΚΧ γίνεται αντιληπτό ότι το καθεστώς της «αναιτιώδους» εργοδοτικής καταγγελίας δεν είναι συμβατό με την απόλυση για βάσιμο λόγο που εγγυάται το νέο άρθρο. Συνεπώς εισάγεται ευθέως στο ελληνικό δίκαιο η αρχή της δικαιολογημένης καταγγελίας και εφεξής τα ελληνικά δικαστήρια θα πρέπει να ερευνούν την ύπαρξη ή μη βάσιμου λόγου και να θεωρούν ως άκυρη κάθε απόλυση που δεν στηρίζεται σε τέτοιον. Αυτό μπορεί να γίνει είτε με ευθεία αναγωγή στο άρθρο 24, η διατύπωση του οποίου, τουλάχιστον όσον αφορά στο ζήτημα αυτό, είναι ακριβής, σαφής και απαλλαγμένη από αιρέσεις, σε συνδυασμό βέβαια προς τις διατάξεις των άρθρων 174 και 180 ΑΚ ―λύση που κρίνεται ως ορθότερη από το παρόν Δικαστήριο―, είτε ερμηνευτικά με τη διαμεσολάβηση του άρθρου 281 ΑΚ, οπότε ως καταχρηστική θα θεωρείται κάθε απόλυση που δεν είναι σύμφωνη με τους όρους του άρθρου 24 του Αναθ. ΕΚΧ.(παρ. 23)

    Όσον αφορά δε στις συνέπειες της αδικαιολόγητης καταγγελίας ―εκτός από την ακυρότητα αυτής σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 180 ΑΚ― ορίζεται ότι ο εργοδότης οφείλει επαρκή αποζημίωση ή άλλης μορφής επανόρθωση, την οποία προβλέπει το εθνικό δίκαιο, έχει δε νομολογηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων ότι η προβλεπόμενη ακυρότητα της απόλυσης και εντεύθεν η αξίωση αποδοχών υπερημερίας και η επαναπρόσληψη του ακύρως απολυθέντος συνιστούν επαρκή επανόρθωση, οπότε δεν χρειάζεται να καταβληθεί χρηματική αποζημίωση για την παράνομη απόλυση (Γαβαλάς, Τι αλλάζει στο εργατικό δίκαιο μετά την κύρωση του Αναθεωρημένου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη, ΕΕργΔ 2016, 130 επ.).

    Ενόψει δε όλων των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι οι μέχρι τώρα παραδοχές της νομολογίας ότι δεν συντρέχει περίπτωση καταχρηστικής καταγγελίας όταν δεν υπάρχει γι’ αυτή κάποια αιτία (λόγω του «αναιτιώδους» χαρακτήρα της) και ότι για να θεωρηθεί η καταγγελία άκυρη ως καταχρηστική δεν αρκεί οι λόγοι που επικαλέστηκε γι’ αυτή ο εργοδότης να ήταν αναληθείς ή να μην υπήρχε κάποια εμφανής αιτία, αλλά απαιτείται η καταγγελία να οφείλεται σε συγκεκριμένους λόγους εξαιτίας των οποίων η άσκηση του σχετικού δικαιώματος του εργοδότη υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλει το άρθρο 281 ΑΚ….., θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έρχεται σε αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 24 του Αναθ. ΕΚΧ, η οποία απαγορεύει την αυθαίρετη και αδικαιολόγητη απόλυση του εργαζομένου».

    Με άλλα λόγια: Οι δικαστικές αποφάσεις που θα επιλαμβάνονται των υποθέσεων που θα αφορούν αγωγές ακύρωσης καταγγελιών συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου θα επικεντρώνονται στη διερεύνηση της ύπαρξης «βάσιμου λόγου». Όταν ο εργοδότης καταφέρνει να αποδείξει την ύπαρξη «βάσιμου λόγου» (ο οποίος θα συνδέεται με τη συμπεριφορά ή τις ικανότητες του εργαζόμενου ή με τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης) η σχετική αγωγή θα απορρίπτεται. Όταν όμως ο δικαστής δεν πεισθεί από την επιχειρηματολογία του εργοδότη, η αγωγή του εργαζομένου θα γίνεται δεκτή και ο εργοδότης θα υποχρεώνεται σε επαναπρόσληψη και σε καταβολή μισθών υπερημερίας.

    Πεδίον δόξης λαμπρόν!

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Μαΐου 2019.

    καταγγελία σύμβασης

  • Οι προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές

    Προνομιούχες μετοχές (ως μέσο προσέλκυσης επενδυτικών κεφαλαίων)

    Εισαγωγικά

    Η έννοια του ηρωισμού συνδέεται στη σκέψη μας, σε ένα πρώτο επίπεδο, με πεδία των μαχών κι εθνικούς (:απολύτως παρεξηγημένη λέξη στις μέρες μας) απελευθερωτικούς αγώνες-γνωστή εξάλλου και η σχετική ρήση του Ουίνστων Τσώρτσιλ για τους ήρωες και του Έλληνες. Καθώς όμως σήμερα δεν υπάρχουν στη χώρα μας, κατά κυριολεξία, πεδία των μαχών, ήρωες (μικρότεροι ή μεγαλύτεροι) είναι κι εκείνοι, μεταξύ άλλων, που αγωνίζονται με αντίξοες συνθήκες τον «αγώνα τον καλό» σε διάφορα πεδία. Τέτοιοι περισσεύουν (και) στον χώρο των επιχειρήσεων: στον αγώνα της ανάπτυξης ή, έστω, της επιβίωσής τους. Κι όχι μόνο σήμερα αλλά από πάντα. Έχει γραφεί πως «στην Οδύσσεια ο ηρωισμός δεν είναι εκείνος των πεδίων των μαχών αλλά ο καρτερικός αγώνας επιβίωσης και της επιτυχίας των μετά τον πόλεμο ειρηνικών σκοπών όπως της ανάπτυξης, του εμπορίου…».

    Αποτελεί λοιπόν κανόνα για τις επιχειρήσεις που αγωνίζονται τον «αγώνα τον καλό» στο στίβο της ανάπτυξης (κι όχι μόνον της επιβίωσης) η ανάγκη (και, ενίοτε, διακαής πόθος) για την απόκτηση ρευστότητας. Άλλες φορές της βασικής κι άλλοτε της αναγκαίας για επενδύσεις. Καθώς το τραπεζικό σύστημα (κουβαλώντας τα δικά του βάρη κι ανομήματα) δεν τείνει «ευήκοον ους» σε τέτοιου είδους αιτήματα οι επιχειρηματίες (μικρότεροι ή μεγαλύτεροι ήρωες της καθημερινότητας) αναζητούν τη  δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων και κινήτρων για την προσέλκυση κεφαλαίων. Τέτοια κίνητρα, αξιοποιώντας τις ευχέρειες του νόμου, μπορούν να δοθούν, όπως ήδη έχει διατυπωθεί σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μέσω των warrants ή/και των εξαγοράσιμων μετοχών.

    Σε κάθε περίπτωση, τα νέα κεφάλαια   είναι δεδομένο πως με πολλαπλούς τρόπους θα ήταν δυνατό να διοχετευθούν σε μια επιχείρηση και, εν προκειμένω, σε μια ανώνυμη εταιρεία. Κάποιοι από αυτούς είναι η χρηματοδότηση μέσω δανείου ή ομολογιακού δανείου, η συμμετοχή σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για την απόκτηση κοινών ή προνομιούχων μετοχών.

    Γιατί όμως οι προνομιούχες μετοχές να θεωρούνται μέσο ή μορφή χρηματοδότησης και, πολύ περισσότερο, ελκυστικότερη από άλλες (λ.χ. το ομολογιακό δάνειο ή τις κοινές μετοχές);

    Η οπτική του επενδυτή

    Ο επενδυτής (μικροεπενδυτής ή μη) αναζητεί πλέον διαφορετικές, απ’ ότι μέχρι σήμερα, εναλλακτικές για την τοποθέτηση των αποταμιεύσεών του. Εξάλλου, έχει προ πολλού παρέλθει η περίοδος κατά την οποία η τοποθέτηση χρημάτων στις τράπεζες και σε τραπεζικά προϊόντα θεωρείτο μια ασφαλής και, ταυτόχρονα, μια προσοδοφόρα τοποθέτηση.

    Οι επενδυτές, έχοντας πλέον επαρκώς συνειδητοποιήσει πως δεν υπάρχουν απολύτως ασφαλείς τοποθετήσεις (οι οποίες θα δικαιολογούσαν μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια) αναζητούν πλέον άλλες, έστω και περισσότερο «επιθετικές»- εναλλακτικές λύσεις.

    Μεταξύ των περισσοτέρων εναλλακτικών λύσεων για τον επενδυτή εντάσσεται και η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας-ως κύριος προνομιούχων μετοχών.

    Τα δυνητικά προνόμια των (προνομιούχων) μετοχών

    Τα προνόμια που είναι δυνατό να αναγνωρισθούν στις συγκεκριμένες μετοχές είναι δυνατό να κινούνται σε ένα εξαιρετικά ευρύ πλαίσιο: Μεταξύ αυτών εντάσσονται η μερική ή ολική απόληψη μερίσματος για τις προνομιούχες μετοχές πριν από τις κοινές, η προνομιακή απόδοση του κεφαλαίου που καταβλήθηκε από τους κατόχους των προνομιούχων μετοχών από το προϊόν ενδεχόμενης μείωσης κεφαλαίου ή εκκαθάρισης της εταιρικής περιουσίας -συμπεριλαμβανομένης και της συμμετοχής στα ποσά που καταβλήθηκαν τυχόν «υπέρ το άρτιο». Επιτρεπτή επίσης είναι ενδεχόμενη καταστατική ρύθμιση για προνομιακή καταβολή μερίσματος στις προνομιούχες μετοχές και για τις χρήσεις που δεν έλαβε χώρα διανομή μερίσματος.

    Σε ορισμένες όμως περιπτώσεις, περισσότερο ενδιαφέροντα θα ήταν δυνατό να φαντάζουν κάποια άλλα προνόμια-υπό την προϋπόθεση βεβαίως των σχετικών καταστατικών ρυθμίσεων. Τέτοια είναι:

    (α) Η παροχή σταθερού μερίσματος ή η συμμετοχή εν μέρει μόνο στα κέρδη της εταιρείας

    (β) Η απόληψη τόκου (με ενδεχόμενο περιορισμό τη μη συμμετοχή των συγκεκριμένων προνομιούχων μετοχών στα κέρδη της εταιρείας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα)

    (γ) Η συμμετοχή, κατά προτεραιότητα, στα κέρδη της εταιρείας από συγκεκριμένη επιχειρηματική δραστηριότητα.

    Αξιοσημείωτο είναι πως τα προνόμια είναι δυνατό να μεταβληθούν στη διάρκεια του χρόνου όχι όμως και στη διάρκεια της ίδιας εταιρικής χρήσης. Αντίστοιχα και ο ενδεχόμενος περιορισμός του δικαιώματος ψήφου. Προϋπόθεση για τη σχετική απόφαση, όπως εξάλλου και για την κατάργηση των σχετικών προνομίων, η αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία των προνομιούχων μετοχών.

    Θα μπορούσαν κάποια προνόμια να είναι ελκυστικά για τον επενδυτή;

    Στο ερώτημα αυτό μόνον καταφατική απάντηση μπορεί να δοθεί. Ας «φορέσουμε» για λίγο «τα παπούτσια» ενός επενδυτή-όπως ήδη τον γνωρίζουμε. Ο βέλτιστος για κείνον συνδυασμός είναι το τρίπτυχο: Ασφάλεια, απόδοση και δυνατότητα ρευστοποίησης της επένδυσής του-όποτε το επιλέξει. Κι αν αποστασιοποιηθούμε από το τελευταίο (καθώς η άμεση επένδυση σε εταιρείες δεν προσφέρεται για ευόδωση τέτοιας φύσης προσδοκιών) μπορούμε να εστιάσουμε στα υπόλοιπα δύο.

    Η συμμετοχή στο κεφάλαιο μιας επιχείρησης (μέσω της κατοχής προνομιούχων μετοχών) είναι δυνατό να συνδέεται (με βάση τόσο το γράμμα όσο και το πνεύμα του νόμου) με μια σταθερή απόδοση (λ.χ. σταθερό μέρισμα ή συγκεκριμένο τόκο). Είναι όμως δυνατό να συνδέεται και με μέρισμα (ή/και το σύνολο των κερδών) από την απόδοση συγκεκριμένης επιχειρηματικής δραστηριότητας, στην οποία ο συγκεκριμένος επενδυτής, ενδεχομένως, ιδιαίτερα προσβλέπει.

    Ποια είναι τα οφέλη της εταιρείας;

    Η εταιρεία μόνον χαρούμενη μπορεί να είναι από μια τέτοια, σαν την παραπάνω, «χρηματοδότηση».

    Στην περίπτωση που συμφωνείται η καταβολή τόκου, ο επενδυτής-μέτοχος αποβλέπει σε σταθερή απόδοση της επένδυσής του. Ακόμα κι αν το συμφωνημένο «αντάλλαγμα» για τον κάτοχο προνομιούχων μετοχών είναι ο τόκος, υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις από μια αντίστοιχου ύψους χρηματοδότηση με τη μορφή του απλού ή ομολογιακού δανείου. Σημαντικό όμως είναι να έχουμε στο μυαλό μας πως η καταβολή τόκου στον μέτοχο-κάτοχο προνομιούχων μετοχών αποτελεί μεν έσοδο για τον τελευταίο πλην όμως για την εταιρεία θα αποτελεί (εκπεστέα από τα έσοδα) δαπάνη-πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει βέβαια με τα διανεμόμενα κέρδη.

    Οι προνομιούχες μετοχές διευρύνουν την κεφαλαιακή βάση της εταιρείας και βελτιώνουν, αυτονοήτως, τους χρηματοοικονομικούς της δείκτες αλλά και την  πιστοληπτική  της ικανότητα. Ο πιστωτικός κίνδυνος του επόμενου (υποψήφιου) χρηματοδότη θα είναι (κατά κανόνα και εξ αντικειμένου) περισσότερο απομειωμένος. Κι αυτό σαν άμεση συνέπεια μπορεί να έχει όχι μόνον ευχερέστερη εξεύρεση (νέων) χρηματοδοτήσεων αλλά και, επιπρόσθετα, την εξεύρεση περισσότερο φθηνών χρηματοδοτήσεων (στη βάση της λογικής της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου καθώς η κεφαλαιακή βάση και χρηματοοικονομικοί δείκτες της εταιρείας θα είναι περισσότερο ενισχυμένοι)

    Το δικαίωμα ψήφου

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατόν να εκδοθούν με πλήρη (ή περιορισμένα) δικαιώματα ψήφου αλλά και χωρίς καθόλου τέτοια δικαιώματα. Η συγκεκριμένη δυνατότητα μπορεί να είναι για τις εταιρείες ελκυστική καθώς από τον επενδυτή αναζητούν, κατά κανόνα, τα κεφάλαιά του μόνον κι όχι την εμπλοκή του στη διοίκηση ή τη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης. Αντίστοιχα όμως η κεφαλαιακή ενίσχυση της επιχείρησης από τον επενδυτή μπορεί να του είναι αδιάφορο αν συνδέεται ή όχι με δικαίωμα ψήφου. Αν λάβουμε μάλιστα υπόψη μας πως τα δικαιώματα μειοψηφίας που παρέχει ο νόμος σε μικρομετόχους είναι, συχνά, χωρίς ιδιαίτερη αξία, εύκολα αντιλαμβανόμαστε πως το δικαίωμα ψήφου μάλλον δεν είναι από τα καθοριστικά στοιχεία για μια τέτοιας φύσης επενδυτική επιλογή.

    Το «way out» της επένδυσης

    Η δυνατότητα ρευστοποίησης της επένδυσης είναι, κάποιες φορές, μία σημαντική παράμετρος για την επιλογή της (της επένδυσης). Κι όταν ως μέσο κεφαλαιακής ενίσχυσης επιλεγεί η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με την έκδοση προνομιούχων μετοχών είναι δυνατό να καταστήσουμε περισσότερο ελκυστική τη σχετική επένδυση με τη ταυτόχρονη έκδοσή τους (των προνομιούχων μετοχών) ως εξαγοράσιμων: ως ένα, επιπρόσθετο, «προνόμιο». Στο συγκεκριμένο πλαίσιο ο χρόνος και τρόπος της ρευστοποίησης επένδυσης θα είναι εκ των προτέρων καθορισμένος. Επίσης καθορισμένο μπορεί να είναι και το συνολικό-τελικό όφελος του επενδυτή

    Η ευελιξία που διακρίνει τις προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατό να εκδοθούν ως μετατρέψιμες σε κοινές ή σε μετοχές άλλης κατηγορίας. Επίσης δυνατή (με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία της Γενικής Συνέλευσης) η έκδοση νέων προνομιούχων μετοχών και (τηρουμένης πάντοτε της αρχής της ίσης μεταχείρισης) η μετατροπή των κοινών μετοχών σε προνομιούχες, η μετατροπή μέρους των προνομιούχων σε άλλη κατηγορία προνομιούχων. Τέλος η μετατροπή των προνομιούχων μετοχών σε κοινές.

    Εν κατακλείδι

    Ο θεσμός της έκδοσης των προνομιούχων μετοχών είναι σε σημαντικό βαθμό άγνωστος όσον αφορά τη δυνητική του αξιοποίηση σε επιχειρηματικό επίπεδο. Οι δυνατότητες όμως κι η ευελιξία που παρέχει ο νόμος, η δυνατότητα συνδυασμού του με παρεμφερείς θεσμούς (λ.χ. τις εξαγοράσιμες μετοχές) μπορούν να καταστήσουν τις προνομιούχες μετοχές σημαντικό (αλλά και ελκυστικό) εργαλείο στην προσπάθεια προσέλκυσης (φθηνών) επενδυτικών κεφαλαίων. Κι όσον αφορά τους επενδυτές; Η ενδεχόμενη αξίωσή τους για τοποθέτηση των κεφαλαίων τους σε μια επιχείρηση μέσω της λήψης μετοχών με προνόμια εστιασμένα στις επιθυμίες, ανάγκες και απαιτήσεις τους και με προκαθορισμένο χρόνο και τίμημα για την αποεπένδυσή τους μπορεί να καταστήσει περισσότερο ελκυστικό και ασφαλές το σχετικό εγχείρημά τους.

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Απριλίου 2019.

  • Ημερίδα για τον νέο νόμο για τις Α.Ε. στην Φοροεπίλυσις, στο Ηράκλειο Κρήτης

    Ημερίδα για τον νέο νόμο για τις Α.Ε. στην Φοροεπίλυσις, στο Ηράκλειο Κρήτης

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Μια ακόμη παρουσίαση, στο πλαίσιο των ημερίδων που διοργανώνει η ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ με θέμα τον νέο νόμο για τις Ανώνυμες Εταιρείες πραγματοποιήθηκε με επιτυχία. Συγκεκριμμένα, η πρόσφατη παρουσίαση πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, στην εταιρεία Φοροεπίλυσις, μια ραγδαία αναπτυσσόμενη εταιρεία παροχής λογιστικών, οικονομικών και φοροτεχνικών υπηρεσιών.

    Ο κύριος Σταύρος Κουμεντάκης, Senior Partner, ανέδειξε την επιχειρηματική ευκαιρία που συνιστούν οι αλλαγές τις οποίες φέρνει ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες, παρουσίασε το γενικότερο πλαίσιο και αναφέρθηκε εκτενώς σε επιμέρους ρυθμίσεις του, σε θέματα προστασίας των πελατών έναντι “εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων” και στην αξιοποίηση των ευχερειών που παρέχει ο νόμος 4548/2018 για λογαριασμό των επιχειρήσεων σε πτυχές, όπως:

    • η μείωση του κόστους τους
    • η προσέλκυση και διατήρηση ικανών στελεχών
    • η προσέλκυση επενδυτών
    • η αξιοποίηση της τεχνολογίας.

    Ο κ. Κουμεντάκης, ανάφερε χαρακτηριστικά ότι “ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για τις επιχειρήσεις την οποία δεν πρέπει να αφήσουν να χαθεί. Ο Ν. 4548/2018 διευρύνει την ευθύνη και έκθεση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σε επίπεδο αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει ένα, δυνητικά σοβαρό, πρόβλημα αν δεν υπάρξουν οι αντίστοιχες προβλέψεις και ασφαλιστικές καλύψεις”. Επισήμανε επίσης, πως “είναι άμεση η ανάγκη ρυθμίσεων του νέου καταστατικού των ανωνύμων εταιρειών”.

    Την παρουσίαση του κ. Σταύρου Κουμεντάκη στην Φοροεπίλυσις, παρακολούθησαν η Διοίκηση της εταιρείας και τα στελέχη της, ενώ ήταν μια άριστη ευκαιρία για ευρεία ανταλλαγή απόψεων στις συγκεκριμένες, εξαιρετικά σημαντικές (για τις επιχειρήσεις, επιχειρηματίες και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου) ενότητες.

    [/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_text_separator title=”Gallery” border_width=”3″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_images_carousel images=”36883,36885,36887,36889,36891,36893,36895″ img_size=”” speed=”6000″ slides_per_view=”6″ hide_pagination_control=”yes”][/vc_column][/vc_row]

  • Η απασχόληση εργαζομένων σε περισσότερες εταιρείες του ιδίου Ομίλου

    Η απασχόληση εργαζομένων σε περισσότερες εταιρείες του ιδίου Ομίλου

    Η απασχόληση εργαζομένων σε περισσότερες εταιρείες του ιδίου Ομίλου: ένα χρόνιο πρόβλημα βρήκε την λύση του.

     

    Ο «πονοκέφαλος» των επικεφαλής των HR: Είναι δυνατόν εργοδότης να είναι ο «Όμιλος»;

    Αποτελούσε πάντοτε πρόβλημα, όχι ασήμαντο, για τους επικεφαλής των τμημάτων HR Ομίλων εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας (βεβαίως και για τους ίδιους τους επικεφαλής των Ομίλων) η απασχόληση εργαζομένων σε περισσότερες από μια εταιρείες του ιδίου ομίλου.

    Και τούτο γιατί, μολονότι προσλαμβάνονται και αμείβονται από μία από τις εταιρείες που συναπαρτίζουν τον ενιαίο Όμιλο, καλούνται, εντούτοις, να απασχολούνται και σε αντικείμενα που αφορούν άλλες, «αδελφές», εταιρείες.

    Κατά το ελληνικό δίκαιο όμως ο Όμιλος δεν μπορεί να θεωρηθεί ενιαίος εργοδότης, έτσι που για διάφορα δικαιώματα του μισθωτού (μισθοί, αποζημιώσεις κλπ) να είναι υπεύθυνες όλες οι εταιρείες ανεξαρτήτως του ποια εταιρεία τον απασχολεί σε κάθε συγκεκριμένη χρονική στιγμή (ΑΠ 650/82 και  ΑΠ 10/18-ΝΟΜΟΣ)

     

    Σημαντικές έννοιες: Εργοδότης και Όμιλος εταιρειών

    Η έννοια του Εργοδότη

    Στο πλαίσιο της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, εργοδότης θεωρείται κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο, στην υπηρεσία του οποίου διατελεί, με σχέση εξαρτημένης εργασίας άλλο φυσικό πρόσωπο, το οποίο του παρέχει την εργασία αυτή και όχι απαραιτήτως το πρόσωπο το οποίο προέβη στην πρόσληψή του. Συνήθως, αλλά όχι πάντοτε, εργοδότης είναι ο κύριος της επιχειρήσεως προς εξυπηρέτηση των συμφερόντων της οποίας συνάπτεται η σύμβαση. (ΑΠ 1290/2010, ΑΠ 873/2009 και ΑΠ 10/18-ΝΟΜΟΣ)

    Η έννοια του Ομίλου εταιρειών, της μητρικής και της θυγατρικής

    Γίνεται δεκτό (υπό το πρίσμα των ορισμών του ν. 4308/2014-Παράρτημα Α και του άρθρου 2 περ. ζ ν. 4172/2013) ότι ο όμιλος εταιρειών χαρακτηρίζεται από κοινή διεύθυνση, κοινή οικονομική πολιτική, κοινή χρηματοδότηση, δηλ. κοινά οικονομικά συμφέροντα. Ενώ συντίθεται από πολλά αυτοτελή νομικά πρόσωπα αποτελεί μια οικονομική ενότητα (ΑΠ 10/18-ΝΟΜΟΣ)

    Εξάλλου, κατά τους ορισμούς του Παραρτήματος Α του ν. 4308/2014:

    (α) Ομιλος (Group) εταιρειών είναι «η μητρική επιχείρηση και όλες οι θυγατρικές της»,

    (β)  Μητρική επιχείρηση (Parent company) είναι «η οντότητα που ελέγχει μία ή περισσότερες θυγατρικές οντότητες και

    (γ) Θυγατρική οντότητα (subsidiary) εκείνη η «οντότητα που ελέγχεται από μια μητρική οντότητα, άμεσα ή έμμεσα»..

     

    Η παροχή, κεντρικά, επί μέρους υπηρεσιών  στις εταιρείες του Ομίλου.

    Για λόγους διευκόλυνσης της άσκησης της διοίκησης αλλά και για λόγους οικονομίας κλίμακας, οι περισσότερες από τις εταιρείες του ιδίου Ομίλου μοιράζονται συχνά την ίδια έδρα και τις ίδιες εγκαταστάσεις. Έτσι το λογιστήριο, το HR, το τμήμα προμηθειών, η γραμματεία, η υποδοχή, το τμήμα ποιότητας κ.ο.κ. δεν μπορούν παρά να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλες, ταυτόχρονα, τις (συστεγαζόμενες ή μη) εταιρείες του ίδιου ομίλου. Το ίδιο και οι υπάλληλοι που απασχολούνται σ’ αυτές. Ο CEO, o CFO, o COO, δεν είναι (κατά κανόνα) περισσότεροι του ενός σε κάθε Όμιλο εταιρειών. Οι υπάλληλοι του λογιστηρίου καταχωρούν τις συναλλαγές των περισσοτέρων εταιρειών του Ομίλου κι η υποδοχή δεν καλωσορίζει τους επισκέπτες της εργοδότριάς τους, μόνον, εταιρείας.

    Όχι σπάνια οι εταιρείες του Ομίλου βρίσκονται σε διαφορετικές έδρες-ακόμα και σε διαφορετικές πόλεις. Στην περίπτωση αυτοί στελέχη κι εργαζόμενοι καλούνται συχνά να μετακινηθούν στις έδρες άλλων εταιρειών του ίδιου Ομίλου με σκοπό να παράσχουν (και) σ’ εκείνες (κι όχι στην εργοδότρια εταιρεία τις πολύτιμες υπηρεσίες τους

     

    Η «θέση» των επιμέρους εμπλεκομένων κι η αντίστοιχη των νομικών συμβούλων: Οι HR managers σε απόγνωση!

    Το συγκεκριμένο πρόβλημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παλαιό, κλασσικό αλλά και, ταυτόχρονα, αρκετά σοβαρό με πολυεπίπεδες, πάντως, επιπτώσεις. Καθίσταται όμως πολυπλοκότερο αν το δει κάποιος από την οπτική γωνία των επιμέρους εμπλεκομένων. (Μεταξύ άλλων:)

    Οι CEO αξιώνουν (και εύλογα) τη μέγιστη δυνατή, σε επίπεδο ομίλου, αξιοποίηση του έμψυχου δυναμικού.

    Οι CFO απαιτούν (προϋπολογιστικά και απολογιστικά-εύλογα επίσης) την κατανομή του κόστους της απασχόλησης ανά νομικό πρόσωπο.

    Οι εργαζόμενοι άλλοτε δυσανασχετούν με τις τέτοιου είδους υποχρεώσεις που (επίσημα ή ανεπίσημα) τους επιβάλλονται κι άλλοτε «κρατούν σημειώσεις» με σκοπό να στραφούν δικαστικά κατά των περισσοτέρων εταιρειών του ιδίου ομίλου που απασχολήθηκαν. Απίθανο να μην έχουν αναρωτηθεί για τη συγκεκριμένη «αταξία»: «είναι δυνατόν άλλη εταιρεία να με έχει προσλάβει και για περισσότερες να απασχολούμαι;».

    Οι νομικοί σύμβουλοι συχνά προτείνουν λύσεις ανεφάρμοστες, ελάχιστα υλοποιήσιμες ή, σε πρακτικό επίπεδο, προβληματικές (λ.χ.: πρόσληψη από τη μία και δανεισμός στις υπόλοιπες, περισσότερες προσλήψεις- μειωμένης απασχόλησης, για τον ίδιο εργαζόμενο, σε κάθε μια από τις περισσότερες εταιρείες του ομίλου-με συγκεκριμένες ώρες και ημέρες απασχόλησης για την κάθε μια από τις εμπλεκόμενες, κ.ο.κ.). Όλες όμως οι λύσεις έχουν ένα κοινό πρόβλημα: Την αδυναμία του εκ των προτέρων (κάποιες φορές και εκ των υστέρων) ακριβούς προσδιορισμού του χρόνου που θα απαιτηθεί να εργασθεί (ή, αντίστοιχα, εργάσθηκε) ο εργαζόμενος για κάθε μία εταιρεία του Ομίλου. Κι ύστερα: το κόστος! Οποιαδήποτε από τις λύσεις αυτές δημιουργεί, εκτός από αναστάτωση στον οργανισμό και στους εργαζόμενους αυξημένο κόστος για τον Όμιλο.

    Οι HR managers, κάποιες φορές σε απόγνωση, καλούνται να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα…

     

    Η νομολογιακή αντιμετώπιση

    Η (σχετικά πρόσφατη) απόφαση 10/2018 του Αρείου Πάγου, έρχεται να επιβεβαιώσει παλαιότερη απόφασή του (:ΑΠ  1222/2003) με την οποία δίνεται η λύση: «Έτσι, επί ομίλου εταιρειών, που έχουν κοινά οικονομικά συμφέροντα, ακόμη και στην περίπτωση που η σύμβαση εργασίας του μισθωτού καταρτίστηκε με μία από τις εταιρείες του ομίλου και η αξιοποίησή της εργασίας του γίνεται και από άλλες εταιρείες του ίδιου ομίλου, εργοδότης παραμένει η αντισυμβαλλόμενη του μισθωτού εταιρεία, η οποία ασκεί διευθυντικό έλεγχο επί της εργασίας του και ευθύνεται για την πληρωμή των πάσης φύσεως αποδοχών του)

    Με απλά λόγια γίνεται αποδεκτό με τη συγκεκριμένη απόφαση πως:

    • Είναι δυνατό να προσληφθεί ένας εργαζόμενος από την α-ΑΕ και να παρέχει τις υπηρεσίες του όχι μόνον στη συγκεκριμένη ΑΕ (την α-ΑΕ) αλλά, επιπρόσθετα, στις β-AE και γ-AE, εταιρείες του ιδίου ομίλου.
    • Στο συγκεκριμένο παράδειγμα εργοδότης τους εργαζόμενου παραμένει η εταιρεία με την οποία συνεβλήθη ο εργαζόμενος στη σύμβαση εργασίας του (η α-ΑΕ) μολονότι παρέχει τις υπηρεσίες του και σε άλλες εταιρείες (β-AE και γ-AE) του ιδίου ομίλου.

     

    Η λύση του «γόρδιου» δεσμού

    Όπως προκύπτει από τη νομολογία του ανώτατου ακυρωτικού είναι αποδεκτό ο εργαζόμενος να παρέχει τις υπηρεσίες του και σε άλλες εταιρείες του ιδίου ομίλου και όχι μόνον σε εκείνη από την οποία προσλήφθηκε.

    Η παραδοχή αυτή αποδεικνύεται εξαιρετικά σημαντική για τους ομίλους εταιρειών. Υπό την προϋπόθεση (αυτονοήτως) των κατάλληλων συμβατικών ρυθμίσεων):

    (α) ο εργαζόμενος δεν δικαιούται να αντιλέξει στην παροχή των υπηρεσιών του σε άλλες εταιρείες του ιδίου ομίλου

    (β) οι λοιπές εταιρείες, εκτός εκείνης που τον προσέλαβε, δεν εκτίθενται σε νομικούς κινδύνους έναντι του εργαζομένου ή/και της πολιτείας

    (γ) οι επιμέρους εταιρείες που συναπαρτίζουν τον όμιλο δικαιούνται απρόσκοπτα να αξιοποιήσουν τις υπηρεσίες του εργαζόμενου σε μία από αυτές.

    Ένα χρόνιο πρόβλημα αποδεικνύεται πως έχει την (απλή) λύση του!

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Φεβρουαρίου 2019.

  • Παρουσίαση του νόμου για τις Α.Ε. στην Β. Καράογλου Α.Ε.

    Παρουσίαση του νόμου για τις Α.Ε. στην Β. Καράογλου Α.Ε.

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Συνεχίζονται με επιτυχία οι παρουσιάσεις της ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ προς Επιχειρήσεις, Συνδέσμους Επιχειρήσεων, Εταιρείες Ορκωτών Ελεγκτών-Λογιστών και σημαντικές Εταιρείες παροχής Φοροτεχνικών και Λογιστικών Υπηρεσιών σχετικά με τον νέο νόμο 4548/2018 για τις Ανώνυμες Εταιρείες.

    Στην πρόσφατη ημερίδα, η οποία πραγματοποιήθηκε στην εταιρεία Β. Καράογλου Α.Ε. – Λογιστική & Φοροτεχνική Υποστήριξη Επιχειρήσεων, ο κύριος Σταύρος Κουμεντάκης, Senior Partner, παρουσίασε το γενικότερο πλαίσιο του νέου νόμου για τις Ανώνυμες Εταιρείες και αναφέρθηκε εκτενώς σε επιμέρους ρυθμίσεις του, σε θέματα προστασίας των πελατών έναντι “εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων” και στην αξιοποίηση των ευχερειών που παρέχει ο νόμος 4548/2018 για λογαριασμό των επιχειρήσεων σε πτυχές, όπως:

    • η μείωση του κόστους τους
    • η προσέλκυση και διατήρηση ικανών στελεχών
    • η προσέλκυση επενδυτών
    • η αξιοποίηση της τεχνολογίας.

    Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Κουμεντάκης, “ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για τις επιχειρήσεις την οποία δεν πρέπει να αφήσουν να χαθεί. Ο Ν. 4548/2018 διευρύνει την ευθύνη και έκθεση των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου σε επίπεδο αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων, γεγονός που μπορεί να αποτελέσει ένα, δυνητικά σοβαρό, πρόβλημα αν δεν υπάρξουν οι αντίστοιχες προβλέψεις και ασφαλιστικές καλύψεις”. Επισημαίνει επίσης, πως “είναι άμεση η ανάγκη ρυθμίσεων του νέου καταστατικού των ανωνύμων εταιρειών”.

    Η  παρουσίαση του κ. Σταύρου Κουμεντάκη με αντικείμενο τον συγκεκριμένο νόμο στην Β. Καράογλου Α.Ε. – την οποία παρακολούθησαν το ανώτατο management και στελέχη – έδωσε την ευκαιρία για ευρεία ανταλλαγή απόψεων στις συγκεκριμένες, εξαιρετικά σημαντικές (για τις επιχειρήσεις, επιχειρηματίες και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου) ενότητες.

    [/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_text_separator title=”Gallery” border_width=”3″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_images_carousel images=”36840,36842,36844″ img_size=”” speed=”6000″ slides_per_view=”6″ hide_pagination_control=”yes”][/vc_column][/vc_row]

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.