Ετικέτα: Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ

Περί μετοχών Ανώνυμης Εταιρείας: έκδοση, αύξηση, διάθεση, μεταβίβαση, δικαίωμα προτίμησης, δικαιούχοι, τίτλοι κτήσης, δεσμευμένες, προνομιούχες, άυλες, εξαγοράσιμες, ονομαστικές, μειοψηφίας, πλειοψηφίας, επικαρπία, επιλογή, πρωτότυπη κτήση

  • Δικαίωμα Μειοψηφούντων για Εξαγορά Μετοχών Τους Από ΑΕ

    Δικαίωμα Μειοψηφούντων για Εξαγορά Μετοχών Τους Από ΑΕ

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη μετοχική σχέση. Μεταξύ των τελευταίων και το δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά των μετοχών της από την ΑΕ. Το δικαίωμα αυτό ρυθμίζεται στο άρθρο 45 ν. 4548/2018, κατά τρόπο όμοιο σε σχέση με το προϊσχύσαν άρθρο 49α κ.ν. 2190/1920. Περί του δικαιώματος αυτού το παρόν.

     

    Έννοια

    Το εισαγωγικά αναφερόμενο δικαίωμα εξαγοράς συνιστά δικαίωμα εξόδου των μετόχων (συνήθως) της μειοψηφίας έναντι χρηματικής αποζημίωσης˙ προϋποτίθεται, όμως, έκδοση δικαστικής απόφασης. Το συγκεκριμένο δικαίωμα, όπως στη συνέχεια θα αναλυθεί, συντρέχει σε εξαιρετικές περιπτώσεις και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Δεν μπορεί, πάντως, να εφαρμοσθεί σε εταιρείες των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ (άρ. 45 §7).

    Σημαντικό όμως να σημειωθεί πως οι φορείς του εν λόγω δικαιώματος είναι δυνατό να αξιώσουν με αγωγή από το δικαστήριο την εξαγορά των μετοχών τους από την ΑΕ σε μια, μόνον, περίπτωση: Εφόσον, για λόγους που αναφέρονται στον νόμο, η παραμονή τους στην ΑΕ καθίσταται, με τρόπο πρόδηλο, ιδιαίτερα ασύμφορη.

     

    Σκοπός (:προφανής και λιγότερο προφανής…)

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς αποτελεί προφανές αντιστάθμισμα στο δικαίωμα των πλειοψηφούντων μετόχων να λαμβάνουν δεσμευτικές, καθοριστικής σημασίας, αποφάσεις: για την ίδια την ΑΕ ή/και τους μειοψηφούντες. Η αναγνώριση του, συγκεκριμένου («sell out») δικαιώματος προδήλως προάγει τα άξια προστασίας συμφέροντα του μετόχου˙  εκείνου που επιθυμεί να αποχωρήσει από μια ΑΕ που δεν εξυπηρετεί, πλέον, τα συμφέροντά του και δεν ικανοποιεί τις προσδοκίες του˙ εκείνου που θέλει να απεγκλωβιστεί από την ΑΕ, στην οποία έχουν λάβει χώρα θεμελιώδεις αλλαγές, που δεν συνέτρεχαν κατά την είσοδό του.

    Δεν θα πρέπει όμως να διαλάθει της προσοχής μας πως δεν εξυπηρετούνται, μόνον, τα δικαιώματα του (θιγόμενου) μετόχου. Εξυπηρετούνται, αντίστοιχα, και τα εύλογα/δικαιολογημένα συμφέροντα της ΑΕ: μέσω της αποχώρησης του παραπονούμενου/θιγόμενου μετόχου απαλλάσσεται από την (δεδομένα, στην περίπτωση αυτή, ενοχλητική) παρουσία του˙ από τα (μικρότερα ή μεγαλύτερα) προβλήματα που της προξενεί ή θα ήταν δυνατό να της προξενήσει˙ από ένα (δυνητικά) «ταραχοποιό» μέτοχο μειοψηφίας.

     

    Λόγοι Άσκησης Του Δικαιώματος Εξαγοράς

    Η απαρίθμηση των λόγων για τους οποίους ο μέτοχος μπορεί να αξιώσει την εξαγορά των μετοχών του από την ΑΕ είναι περιοριστική (άρ. 45 §2).

    Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για λήψη ιδιαίτερα σημαντικών αποφάσεων της  ΓΣ˙ αποφάσεων που αναγνωρίζονται από το νόμο για τους μετόχους ως «ιδιαίτερα ασύμφορες για τη διατήρηση των μετοχών τους». Συγκεκριμένα:

    (α) Η απόφαση της ΓΣ για μεταφορά της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος (άρ. 45 §2 περ. α΄): Η συγκεκριμένη, ιδιαίτερης  βαρύτητας, απόφαση δημιουργεί, μεταξύ άλλων, οικονομική επιβάρυνση στους μετόχους˙ δυσχεραίνει, επίσης, την άσκηση των μετοχικών τους δικαιωμάτων.

    (β) Η εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση μετοχών (άρ. 45 §2 περ. β΄): Μία τέτοια απόφαση δεσμεύει, συχνά υπέρμετρα, την ελευθερία του μειοψηφούντος μετόχου για μεταβίβαση των μετοχών του˙ τη δικαιολογημένη, επίσης, προσδοκία του για ρευστοποίηση της συμμετοχής του και για την ακώλυτη αποχώρησή του. Με τη συγκεκριμένη πρόβλεψη, εν τέλει, ο νομοθέτης επιχειρεί να προστατεύσει τον μέτοχο από τις δυσμενείς συνέπειες εταιρικών αποφάσεων που βάλλουν, έστω και νόμιμα, κατά της αρχής της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών (401/2019 ΕφΑθ, 2038/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (γ) Η αλλαγή του εταιρικού σκοπού (άρ. 45 §2 περ. β΄). Μια απόφαση με το συγκεκριμένο περιεχόμενο διαψεύδει (ή θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι διαψεύδει) τις προσδοκίες του μετόχου της μειοψηφίας για τη διατήρηση μιας επωφελούς (κατ’ εκείνον) εταιρικής δραστηριότητας. Ο καταστατικός σκοπός της ΑΕ αποτελεί, συχνά, ένα από τα βασικά κριτήρια για τη συμμετοχή σε αυτή. Ως εκ τούτου, η τροποποίηση, επέκταση ή κατάργηση του καταστατικού σκοπού δικαιολογεί την ενεργοποίηση του δικαιώματος εξαγοράς μετοχών (2760/2014 ΕφΑθ, 3635/2012 ΠολΠρωΑΘ, 5723/2010 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    (δ) Κάθε άλλη περίπτωση, η οποία σύμφωνα με το καταστατικό ενεργοποιεί το σχετικό δικαίωμα των μετόχων για εξαγορά των μετοχών τους από την ΑΕ (άρ. 45 §2 περ. γ΄): Οι καταστατικά προβλεπόμενοι, σχετικοί, λόγοι θα πρέπει να αντιστοιχούν, σε επίπεδο σπουδαιότητας και βαρύτητας, με εκείνους που ο νόμος προβλέπει. Απαιτείται, επομένως, οι καταστατικές προβλέψεις να συνίστανται σε αποφάσεις που ουσιωδώς μεταβάλουν την εταιρική κατάσταση και καθιστούν, επιπρόσθετα, ιδιαίτερα ασύμφορη την παραμονή των μετόχων μειοψηφίας στη νέα εταιρική πραγματικότητα. Απαιτείται, για λόγους ταχείας εκκαθάρισης των εταιρικών σχέσεων, η πρόβλεψη προθεσμίας για την άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς (817/2018 ΑΠ, 1832/2019 ΕφΘεσσ, 107/2014 ΠολΠρωτΚατ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

     

    Το «Ιδιαίτερα Ασύμφορο» Της Διατήρησης Της Μετοχικής Σχέσης

    Προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς συνιστά, επίσης, το «ιδιαίτερα ασύμφορο» της παραμονής του μετόχου στην ΑΕ. Και, μάλιστα, κατά τρόπο προφανή. Δεν αρκείται ο νομοθέτης, ως εκ τούτου, απλώς στο δυσάρεστο ή μη επωφελές της παραμονής του.

    Η έννοια της «ασύμφορης» παραμονής συνιστά αόριστη νομική έννοια. Η συγκεκριμενοποίηση, αξιολόγηση και εφαρμογή της (ή μη), σε κάθε περίπτωση, γίνεται από το δικαστήριο με κριτήριο την αντικειμενική κρίση του μέσου, συνετού, ανθρώπου. Λαμβάνονται, επίσης, υπόψη τα πραγματικά περιστατικά που ώθησαν τον μέτοχο μειοψηφίας στον μηχανισμό εξαγοράς (817/2018 ΑΠ, 401/2019 ΕφΑθ, 2760/2014 ΕφΑθ, 5723/2010 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Το ασύμφορο της παραμονής κινείται σε δύο επίπεδα: ηθικό και περιουσιακό. Όσον αφορά το πρώτο (:ηθικό επίπεδο), το «ασύμφορο» προσδιορίζεται από προσωπικούς λόγους (ενδ.: η αμαύρωση της φήμης του μετόχου). Σε περιουσιακό, αντίθετα, επίπεδο προσδιορίζεται από το οικονομικά δυσμενές της παραμονής του μετόχου στην ΑΕ.

    Επομένως, με βάση τον λόγο που ο μέτοχος επικαλείται, ο νόμος επιτάσσει την εξωτερίκευση/επίκληση, βεβαίως όμως και απόδειξη, της δυσμενούς κατάστασης στην οποία αυτός περιέρχεται. Πιθανολόγηση δεν αρκεί˙ απαιτείται πλήρης απόδειξη.

     

    Παράσταση & Εναντίωση Στην Απόφαση Της ΓΣ

    Αναγκαία τυπική προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς αποτελεί η ρητή εναντίωση (κι όχι μόνον η παράσταση) του μετόχου στη ΓΣ που έλαβε κάποια από τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νόμο ή το καταστατικό αποφάσεις. Απαιτείται, επομένως, η καταψήφιση της σχετικής απόφασης με τρόπο ρητό και πανηγυρικό αλλά και η καταγραφή (και για λόγους αποδεικτικούς) στα πρακτικά της σχετικής συνεδρίασης της ΓΣ.

    Η συγκεκριμένη προϋπόθεση δεν αξιώνεται να συντρέχει, εάν η κλήτευση του (ζημιούμενου) μετόχου δεν έλαβε χώρα νομότυπα. Περαιτέρω, δεν απαιτείται να συντρέχει όταν ο λόγος εξαγοράς, προβλέπεται ως τέτοιος από το καταστατικό και δεν σχετίζεται με απόφαση της ΓΣ (άρ. 45 §1 in fine, §2 περ. γ΄).

     

    Προθεσμία Άσκησης

    Η αγωγή με την οποία ο μέτοχος αξιώνει την εξαγορά των μετοχών του υπόκειται σε τρίμηνη αποκλειστική αποσβεστική προθεσμία (άρ. 45 §3 εδ. α΄).

    Η συγκεκριμένη προθεσμία τυπικά εκκινεί από την ολοκλήρωση της τροποποίησης του καταστατικού (την τήρηση, δηλ., των διατυπώσεων δημοσιότητας). Ο μέτοχος, ωστόσο, εφόσον γνωρίζει τη λήψη της σχετικής απόφασης της ΓΣ μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του και πριν την ολοκλήρωση των διατυπώσεων δημοσιότητας. Μετά την πάροδο, όμως, της ανωτέρω τρίμηνης προθεσμίας το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαϋλώνεται˙ δεν προβάλλεται, μάλιστα, ούτε κατ’ ένσταση (3635/2012 ΠολΠρωτΑΘ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Όπως και παραπάνω επισημάνθηκε, ο νόμος προβλέπει ότι ο λόγος εξαγοράς μπορεί να ορίζεται στο καταστατικό˙ να μη συνδέεται, επομένως, με απόφαση της ΓΣ. Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή ασκείται μέσα στην προθεσμία που εκεί προβλέπεται. Υποστηρίζεται, ωστόσο, πως όταν ο λόγος εξαγοράς αφορά τροποποίηση του καταστατικού οφείλει να τηρηθεί η, προαναφερθείσα, τρίμηνη προθεσμία.

     

    Η Άσκηση Του Δικαιώματος Εξαγοράς

    Το κατά τα άνω δικαίωμα εξαγοράς (άρ. 45) ασκείται με αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της ΑΕ, το οποίο δικάζει κατά την τακτική διαδικασία. Η σχετική αγωγή του μετόχου είναι αναγνωριστική αναφορικά με την ύπαρξη του δικαιώματος εξαγοράς και του υπολογισμού της αξίας των μετοχών. Καταψηφιστική είναι κατά το σκέλος και αίτημά της για καταδίκη της εταιρίας σε εξαγορά των μετοχών του σε συγκεκριμένη τιμή.

    Το δικαστήριο είναι αρμόδιο, φυσικά, να κρίνει αναφορικά με τη συνδρομή (ή μη) των αναγκαίων, κατά νόμο, προϋποθέσεων. Επίσης, να καθορίσει δίκαιο και εύλογο αντάλλαγμα για τις μετοχές, εφόσον η αγωγή γίνει δεκτή (3635/2012 ΠολΠρωτΑΘ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Το τίμημα που θα λάβει ο απερχόμενος μέτοχος προσδιορίζεται με βάση την εταιρική περιουσία και αποτίμηση. Το δικαστήριο, για τον προσδιορισμό τους, είναι δυνατό να διατάξει πραγματογνωμοσύνη από ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές (άρ. 45 §4, εδ. β΄ 2038/2016 ΠολΠρωτΑΘ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Υπάρχει, πάντα, το ενδεχόμενο να μην ολοκληρωθεί η εξαγορά μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, εξαιτίας πταίσματος (ή επιλογής) του υπόχρεου. Για να αποτραπεί η συγκεκριμένη απείθεια, διατηρεί το δικαστήριο τη δυνατότητα να αποφασίσει (για την περίπτωση αυτή) τη λύση της εταιρείας-οπότε θα ακολουθήσει, στη συνέχεια, η εκκαθάρισή της (άρ. 45 §5, 107/2014 ΠολΠρωτΚατ, 3635/2012 ΠολΠρωτΑθ, 5723/2010 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

    Δεδομένης της εξαγοράς από την ΑΕ των (ιδίων) μετοχών της, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις (άρ. 45 §6, 49 §§4-7 και 50) και ρυθμίσεις που θα μας απασχολήσουν, πάντως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Οι μέτοχοι μειοψηφίας διατηρούν σε συγκεκριμένες, σοβαρές, περιπτώσεις (και υπό συγκεκριμένες, όμως-αυστηρές, προϋποθέσεις), το δικαίωμα να επιβάλλουν στην ΑΕ την εξαγορά των μετοχών τους. Απεγκλωβίζονται, έτσι, από την παραμονή τους σε μια ΑΕ που (θεωρούν πως) δεν ικανοποιεί πλέον τα συμφέροντα και τις προσδοκίες τους. Κι όσο για την ΑΕ: απαγκιστρώνεται, με τον τρόπο αυτό, από δυνητικά ενοχλητικούς μετόχους˙ απαλλάσσεται από δυνητικά (παρόντα ή μελλοντικά) προβλήματα˙ εστιάζει στην ανάπτυξη και στην επίτευξη των επιχειρηματικών της στόχων. Μολονότι, λοιπόν, εντάσσονται οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις στην κατηγορία της προστασίας των μετόχων μειοψηφίας, ωφέλιμες για την ΑΕ, εντούτοις, θα μπορούσε να θεωρηθεί πως καταλήγουν. Ενδεχομένως, λοιπόν, και από την τελευταία θα ήταν ενδεδειγμένο να επιλεγεί η ενεργοποίησή τους˙ κι όχι άδικα-όπως  η εμπειρία έχει δείξει (κι αποδείξει).

    Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, πάντως, και το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου για εξαγορά των μετοχών του μειοψηφούντος όπως, αντίστοιχα, και η αξίωση του τελευταίου για εξαγορά των μετοχών του από το πλειοψηφούντα. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Αυγούστου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Δικαίωμα Προαίρεσης στη Μεταβίβαση Μετοχών

    Δικαίωμα Προαίρεσης στη Μεταβίβαση Μετοχών

    Oι μετοχές της ΑΕ είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμες: κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της, κατά το στάδιο της εκκαθάρισής της, κατά τη διάρκεια της υπαγωγής της σε συλλογική διαδικασία. Το επιτρεπτό της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών της ΑΕ προκύπτει από την ομώνυμη αρχήπερί της οποίας προηγούμενη αρθρογραφία μας (άρ. 41 §1 και επ΄ αυτού αιτιολογική έκθεση ν. 4548/2018). Επισημάναμε, εντούτοις, ότι η συγκεκριμένη αρχή κάμπτεται σε δύο περιπτώσεις-όσον αφορά ΑΕ με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά. Με την πρώτη από αυτές ασχοληθήκαμε ήδη (:δεσμευμένες μετοχέςάρ. 43)˙ πρόκειται για εκείνες οι οποίες υπόκεινται σε καταστατικούς περιορισμούς όσον αφορά τη μεταβίβασή τους. Εδώ θα μας απασχολήσει η δεύτερη, εξίσου ενδιαφέρουσα όμως, περίπτωση: το δικαίωμα προαίρεσης, όσον αφορά τη μεταβίβαση ή την απόκτηση μετοχών.

     

    Έννοια & Περιεχόμενο

    Είναι, κατά νόμο, εφικτή (άρ. 44 ν.  4548/2018 ) η σύναψη συμφωνίας των μετόχων, ανάμεσά τους ή με τρίτους, με την οποία παρέχεται το δικαίωμα προαίρεσης αγοράς (:call option) ή πώλησης (:put option) ονομαστικών μετοχών.

    Με μια τέτοια συμφωνία (:προαίρεσης) παρέχεται η εξουσία στον δικαιούχο να καταρτίζει με δική του μόνον (:«μονομερή») δήλωση μια άλλη-κύρια σύμβαση με τον δεσμευόμενο-υπόχρεο αντισυμβαλλόμενό του. Η σύμπραξη, δηλαδή-στην περίπτωση αυτή, του υπόχρεου δεν απαιτείται˙ αυτό, εξάλλου, είναι που διαφοροποιεί τη συμφωνία προαίρεσης από το γνωστό προσύμφωνο.

    Το δικαίωμα προαίρεσης συνιστά, κατ’ ακολουθίαν, περιουσιακό και διαπλαστικό δικαίωμα, που λειτουργεί ως εξής: Ο μέτοχος ή τρίτος υπέρ του οποίου το σχετικό δικαίωμα μπορεί, κατ΄αποτέλεσμα, να προβεί, μόνος αυτός, σε αγορά ή πώληση μετοχών. Επίσης, σε απόκτηση ή μεταβίβασή τους. Προϋποτίθεται η συμφωνία για την παροχή δικαιώματος προαίρεσης. Σ’ αυτήν την τελευταία, όμως, είναι αναγκαίο να προσδιορίζονται οι μετοχές στις οποίες αφορά˙ να συνάγεται, επίσης, το αντικείμενό της: δικαίωμα αγοράς ή πώλησής τους καθώς και οι επιμέρους όροι. Προκειμένου να προβεί ο δικαιούχος στην τελική σύμβαση αγοράς ή πώλησης των μετοχών για τις οποίες το δικαίωμα προαίρεσής του, αρκεί η μονομερή του δήλωση προς τον δεσμευόμενο/υπόχρεο-αντισυμβαλλόμενο του. Ο τελευταίος (:υπόχρεος), δεν δικαιούται να αρνηθεί την επέλευση των εννόμων συνεπειών της μονομερούς δήλωσης του δικαιούχου: του είχε, εξάλλου, ήδη παράσχει τη σχετική εξουσία.

    Η συμφωνία προαίρεσης είναι δυνατό να εμπεριέχει την καταβολή ανταλλάγματος από τον δικαιούχο στον δεσμευόμενο/υπόχρεο. Η τυχόν συμφωνία τέτοιου ανταλλάγματος επαρκώς επεξηγεί τον λόγο που η τιμή αγοράς των μετοχών είναι δυνατό να είναι υψηλότερη από την αξία τους (βλ. 4648/2014 ΕφΑθ, ΔΕΕ, 2/2015, σελ. 145 – 151).

    Μορφές Δικαιώματος Προαίρεσης

    Η συμφωνία του δικαιώματος προαίρεσης είναι δυνατό να λάβει (και) το περιεχόμενο των, μορφών δέσμευσης των μετοχών, οι οποίες ήδη μας απασχόλησαν (άρ. 43). Μεταξύ αυτών (και κατά την αιτιολογική έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρθρου 44) οι συμφωνίες υποχρέωσης (:drag along) ή δικαιώματος (:tag along) της μειοψηφίας να πωλήσει μαζί με τους πλειοψηφούντες μετόχους. Οι δεσμευμένες μετοχές προϋποθέτουν, κατά τα προαναφερθέντα, καταστατική πρόβλεψη˙ η συμφωνία προαίρεσης όχι (:43 §2 περ. γ΄ και δ΄).

    Χρόνος Ενεργοποίησης Δικαιώματος

    Η συμφωνία προαίρεσης είναι δυνατό να τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία. Στην περίπτωση αυτή το σχετικό δικαίωμα (:προαίρεσης) δεν θα ενεργοποιηθεί εξαρχής. Θα ενεργοποιηθεί είτε μόλις πληρωθεί η αίρεση (επέλθει δηλαδή το συμφωνημένο μέλλον και αβέβαιο γεγονός) είτε μόλις παρέλθει η συμφωνηθείσα προθεσμία (βλ. 4648/2014 ΕφΑθ).

    Καταχώριση Της Συμφωνίας Προαίρεσης

    Μια τέτοια συμφωνία (:στο πλαίσιο της οποίας παρέχεται δικαίωμα προαίρεσης) είναι δυνατό να καταγραφεί στο βιβλίο μετόχων ή, επί άυλων μετοχών, στο μητρώο, με επιμέλεια των συμβαλλομένων (άρ. 44 §1). Καθώς η καταχώριση της σχετικής συμφωνίας, είναι δυνητική για τα μέρη, η συντέλεση ή μη της καταχώρισης δεν επηρεάζει το κύρος της συμφωνίας. Μέσω αυτής, ωστόσο, επιτυγχάνεται η διαφάνεια και «δημοσιότητά» της. Αναγκαία, κατά τούτο, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων.

     

    Η Άσκηση Του Δικαιώματος Προαίρεσης

    Το δικαίωμα προαίρεσης, όπως ήδη επισημάνθηκε, ασκείται με μονομερή δήλωση του δικαιούχου προς τον δεσμευόμενο/υπόχρεο (και όχι προς την ΑΕ).

    Με την περιέλευση της δήλωσης σχετικά με την άσκηση του δικαιώματος στον δεσμευόμενο/υπόχρεο (ΑΚ 176), καταρτίζεται η συμφωνηθείσα κύρια σύμβαση. Γεννώνται, στην περίπτωση αυτή, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή (εάν λ.χ. πρόκειται για πώληση, γεννώνται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των 513 επ., 534 επ. ΑΚ˙ ο αγοραστής γίνεται φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τις μετοχές).

    Για τη δήλωση αυτή του δικαιούχου δεν απαιτείται συγκεκριμένος τύπος. Φυσιολογικό, εξάλλου, καθώς ούτε για τη μεταβίβαση των μετοχών απαιτείται συστατικός τύπος. Η άσκηση, επομένως, του δικαιώματος προαίρεσης μπορεί να γίνει γραπτά ή προφορικά, ρητά ή σιωπηρά (βλ. 4648/2014 ΕφΑθ). Ενδεδειγμένη, εν τούτοις (αν όχι αναγκαία-για λόγους απόδειξης και μόνον), η έγγραφη άσκηση.

    Σε περίπτωση που το ΔΣ της ΑΕ (ή εκείνος που τηρεί το μητρώο μετόχων) επιβεβαιώσει ότι ασκήθηκε το δικαίωμα προαίρεσης προσηκόντως (:πλήρωση, μεταξύ άλλων, των προϋποθέσεων και διατυπώσεων που συμφωνήθηκαν-συμπεριλαμβανομένης της καταβολής του τυχόν τιμήματος) οφείλει να καταχωρίσει «αμελλητί» στο βιβλίο ή στο μητρώο τη μεταβολή του μετόχου (άρ. 44 §1). Για τη συγκεκριμένη καταχώριση μάλιστα δεν απαιτείται (κατά ρητή παρέκκλιση όσων επιτάσσει το άρ. 41) σύμπραξη των μερών της μεταβίβασης. Επίσης: η καταχώριση δεν χρονολογείται κι ούτε υπογράφεται από τον μεταβιβάζοντα μέτοχο, τον αποκτώντα ή τους πληρεξουσίους τους (άρ. 41 §2, εδ. β΄).

    Η συγκεκριμένη καταχώριση νομιμοποιεί τον δικαιούχο έναντι της εταιρείας. Η συντέλεσή της (ή μη), ωστόσο, δεν επηρεάζει το κύρος της μεταβίβασης.

     

    Η Κάμψη Της Αρχής Της Ελεύθερης Μεταβίβασης Των Μετοχών

    Η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών εξακολουθεί να ισχύει ακόμη και όταν έχει καταρτιστεί συμφωνία προαίρεσης. Προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο μιας τέτοιας (απευκταίας για τον φορέα του δικαιώματος προαίρεσης) μεταβίβασης, απαιτείται σχετική ρήτρα στην συμφωνία προαίρεσης. Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπει ο νόμος, στην συμφωνία προαίρεσης «…μπορεί να τεθεί ρήτρα ότι μέχρι την άσκηση ή την απόσβεση του δικαιώματος προαίρεσης δεν επιτρέπεται να λάβει χώρα μεταβίβαση των μετοχών» (άρ. 44 §2, εδ. α΄).

    Ακόμη, όμως, και η ύπαρξη μιας τέτοιας ρήτρας, δεν καθιστά, καταρχάς, άκυρη την εκποιητική δικαιοπραξία (:μεταβίβαση) ανάμεσα στον δεσμευόμενο/υπόχρεο και το τρίτο, ως προς τη συμφωνία προαίρεσης, πρόσωπο. Τυχόν άσκηση, επομένως, του δικαιώματος προαίρεσης δεν μπορεί να ανατρέψει την εν λόγω εκποιητική δικαιοπραξία.

    Αντίθετα, η παραπάνω ρήτρα ισχύει έναντι τρίτων μόνο αν έχει ειδικά σημειωθεί στο βιβλίο μετόχων ή στο σχετικό μητρώο-επί άυλων μετοχών. Στην τελευταία περίπτωση είναι που λαμβάνει χώρα η καλούμενη «εμπραγμάτωση» της απαγόρευσης μεταβίβασης. Συνεπώς, σε περίπτωση μη εγγραφής της ρήτρας περί απαγόρευσης μεταβίβασης ή μη ειδικής μνείας της στο βιβλίο ή στο μητρώο μετόχων, τυχόν μεταβίβαση των μετοχών από τον δεσμευόμενο/υπόχρεο σε τρίτο, είναι έγκυρη. Ο δικαιούχος του δικαιώματος προαίρεσης μπορεί, ωστόσο, να αξιώσει αποζημίωση έναντι του αντισυμβαλλομένου του. Ενδεχομένως, να δικαιούται να στραφεί και έναντι του τρίτου από τις διατάξεις για την αδικοπραξία ή την καταδολίευση δανειστών (άρ. 914επ., 919 και 939επ. ΑΚ)˙ υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι ο τρίτος γνώριζε τη συμφωνία περί δικαιώματος προαίρεσης.

    Ωστόσο, σε περίπτωση ειδικής μνείας της συγκεκριμένης ρήτρας στο βιβλίο (ή στο μητρώο) μετόχων, τυχόν μεταβίβαση των μετοχών από τον δεσμευόμενο/υπόχρεο σε τρίτο καθίσταται άκυρη. Πρόκειται, όπως γίνεται δεκτό, για ακυρότητα την οποία μπορεί να προβάλλει ο δικαιούχος του δικαιώματος προαίρεσης (:σχετική ακυρότητα).

     

    Η Απόσβεση Του Δικαιώματος Προαίρεσης

    Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζουν και οι περιπτώσεις απόσβεσης του δικαιώματος προαίρεσης (βλ. 4648/2014 ΕφΑθ).

    Το δικαίωμα προαίρεσης (γίνεται δεκτό πως) πρέπει να ασκηθεί μέσα σε εύλογο χρόνο. Δεδομένης, όμως, της αοριστίας της σχετικής έννοιας (:«εύλογος χρόνος»), οι συμβαλλόμενοι είναι αναγκαίο να συμφωνούν, ρητά, προθεσμία ή διαλυτική αίρεση (μετά την παρέλευση ή, αντίστοιχα, την πλήρωση της οποίας), το σχετικό δικαίωμα αποσβήνεται.

    Το δικαίωμα προαίρεσης είναι, επίσης, δυνατό να αποσβεσθεί με μεταγενέστερη αντίθετη συμφωνία των μερών (361 ΑΚ). Επίσης: σε περίπτωση μεταγενέστερης (ρητής ή σιωπηρής) παραίτησης του δικαιούχου.

    Επιπλέον, σε απόσβεση του σχετικού δικαιώματος προαιρέσεως είναι δυνατό να οδηγήσει η καταχρηστική του άσκηση ή αποδυνάμωση του σχετικού δικαιώματος (άρ. 281 ΑΚ). Επίσης, σε περίπτωση αντιφατικής συμπεριφοράς του υπόχρεου: όταν, λ.χ., ο ιδιοκτήτης των μετοχών έχει επιβαρύνει τις μετοχές με ενέχυρο δεν δικαιούται να αξιώσει  από τον φορέα του δικαιώματος προαίρεσης να τις αποκτήσει.

    Τέλος, σε απόσβεση του δικαιώματος προαιρέσεως μπορεί να οδηγήσει και τυχόν απρόβλεπτη μεταβολή των συνθηκών, η οποία καθιστά εξαιρετικά επαχθείς τις συνέπειες από την άσκηση του δικαιώματος προαιρέσεως (άρ. 388 ΑΚ).

     

    Περιορισμοί για τη μεταβίβαση των μετοχών ΑΕ με μετοχές μη εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά είναι δυνατό να τίθενται από το καταστατικό της (οπότε κάνουμε λόγο για δεσμευμένες μετοχές) ή με συμφωνία ανάμεσα στον υπόχρεο/δεσμευόμενο και στον δικαιούχο. Στην τελευταία περίπτωση (:δικαίωμα προαίρεσης για την αγορά ή πώληση μετοχών) δεν απαιτείται τύπος. Οι κίνδυνοι, όμως, που εγκυμονεί το «άτυπο» της συγκεκριμένης συμφωνίας είναι εξαιρετικά σημαντικοί. Ακριβώς το δεδομένο αυτό είναι που επιβάλλει τη δημοσιοποίηση της σχετικής συμφωνίας στο βιβλίο ή μητρώο μετόχων. Κι ακόμα περισσότερο: τη γραπτή, λεπτομερή-ιδίως όμως απολύτως προσεκτική οριοθέτηση των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των εμπλεκομένων. Επίσης: των επιμέρους παραμέτρων της συμφωνίας τους.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 31 Ιουλίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οι Δεσμευμένες Μετοχές

    Οι Δεσμευμένες Μετοχές

    Με αφορμή προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφορικά με τη μεταβίβαση των μετοχών προσεγγίσαμε την ιδιαίτερα σημαντική αρχή της ελεύθερης μεταβίβασής τους (άρ. 41 §1 ν. 4548/2018). Μια αρχή που κάμπτεται, όμως, σε δύο κατηγορίες μετοχών: (α) αυτή των δεσμευμένων (άρ. 43) και (β) εκείνης για τις οποίες υπάρχει δικαίωμα προαίρεσης μεταβίβασης ή απόκτησής τους (άρ. 44). Στο παρόν θα μας απασχολήσουν οι πρώτες.

     

    Έννοια & Σκοπός Έκδοσης Δεσμευμένων Μετοχών

    Έννοια

    Κατά το νόμο (:άρ. 43 ν. 4548/2018) δεσμευμένες μετοχές υφίστανται όταν τίθενται  καταστατικοί περιορισμοί ως προς την εν ζωή μεταβίβασή τους, η οποία παύει, για το λόγο αυτό να είναι ελεύθερη. Μεταβιβάσεις, που λαμβάνουν χώρα κατά παράβαση των σχετικών καταστατικών απαγορεύσεων, είναι άκυρες (άρ. 43 §2 in fine).

    Το καταστατικό είναι δυνατό να επιτρέπει την έκδοση δεσμευμένων μετοχών, των οποίων η μεταβίβαση εξαρτάται από την έγκριση (του ΔΣ ή της ΓΣ) της ΑΕ (άρ. 43 §1). Περαιτέρω, το καταστατικό πρέπει να ορίζει τη διαδικασία, τους όρους και την προθεσμία, μέσα στην οποία η ΑΕ εγκρίνει τη μεταβίβαση ή προβαίνει στην υπόδειξη αγοραστή. Αν παρέλθει όμως, άπρακτη, η συγκεκριμένη προθεσμία, η μεταβίβαση των μετοχών είναι ελεύθερη.

    Το καταστατικό είναι δυνατό να ορίζει τους λόγους για τους οποίους επιτρέπεται το αρμόδιο όργανο να αρνηθεί την έγκριση της εκάστοτε μεταβίβασης των δεσμευμένων μετοχών. Ελλείψει σχετικής πρόβλεψης, το αρμόδιο όργανο ενεργεί κατά την ελεύθερη κρίση του. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν είναι δυνατό να ασκείται κατά κατάχρηση δικαιώματος (άρ.  281 ΑΚ).

    Σκοπός Έκδοσης

    Μέσω της έκδοσης δεσμευμένων μετοχών επιτυγχάνεται η διατήρηση των μετοχικών ισορροπιών της ΑΕ. Επίσης, η αποτροπή της εισόδου στην ΑΕ, ως μετόχων, ανεπιθύμητων τρίτων (ενδ.: ανταγωνιστών ή αφερέγγυων προσώπων).

    Ο έλεγχος της εισόδου νέων μετόχων αποκτά ιδιαίτερη σημασία και αξία στις περιπτώσεις των οικογενειακών και ολιγομετοχικών ΑΕ. Η διατήρηση του χαρακτήρα και μετοχικών τους ισορροπιών ανάγεται, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, σε ζωτικής σημασίας χαρακτηριστικό για τη συνέχιση της λειτουργίας τους.

    Οι δεσμευμένες μετοχές, επομένως, αξιοποιούνται για την εξυπηρέτηση αφενός μεν του (εταιρικού) συμφέροντος της ΑΕ αφετέρου δε του συμφέροντος των μετόχων πλειοψηφίας-εκείνων, ιδίως, που ασκούν (άμεσα ή έμμεσα) τη διοίκησή της.

     

    Θέσπιση & Κατάργηση Δεσμεύσεων Μεταβίβασης

    Η έκδοση δεσμευμένων μετοχών προϋποθέτει, κατά τα προαναφερθέντα, σχετική καταστατική πρόβλεψη (άρ. 43 §1, εδ. α΄). Η σχετική ρήτρα είναι δυνατό να έχει θεσπιστεί με το ιδρυτικό καταστατικό. Δυνατό να καταλαμβάνει τις μετοχές που εκδίδονται κατά την ίδρυση της ΑΕ αλλά και εκείνες (ή μόνον εκείνες) που θα προκύψουν από μελλοντικές αυξήσεις του μετοχικού της κεφαλαίου.

    Είναι, όμως, δυνατό να θεσπιστεί η συγκεκριμένη ρήτρα και σε επόμενη, χρονικά, τροποποίηση του καταστατικού. Απαιτείται, στην τελευταία περίπτωση, αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία της ΓΣ, που θα λάβει τη σχετική απόφαση (άρ. 130 §3 και 132 §2). Οι μειοψηφήσαντες μέτοχοι θα δικαιούνται, στην περίπτωση αυτή, να ζητήσουν την εξαγορά των μετοχών τους από την ΑΕ (άρ. 45 §2, περ. β’).

    Το καταστατικό είναι δυνατό να επιτρέπει, απλά, την έκδοση δεσμευμένων μετοχών. Η απόφαση της έκδοσής τους ή μη θα εναπόκειται, τότε, στο όργανο που θα δικαιούται να λάβει τη σχετική απόφαση.

    Νοητή είναι επίσης και η κατάργηση τυχόν καταστατικής ρύθμισης όσον αφορά τη δέσμευση των μετοχών. Προϋποτίθεται πάροδος του χρόνου για τον οποίο είχε προβλεφθεί η δέσμευση. Εναλλακτικά: απόφαση της ΓΣ για τη σχετική καταστατική τροποποίηση, η οποία λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Σε περίπτωση κατάργησης της δέσμευσης ισχύει, εκ νέου, η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών.

     

    Περιορισμοί Μεταβίβασης

    Ως βασικός περιορισμός της ελεύθερης μεταβίβασης μετοχών προβλέπεται, κατά τα προαναφερθέντα, η παροχή έγκρισης από το αρμόδιο όργανο (:ΓΣ ή ΔΣ). Είναι, όμως, δυνατή η θέσπιση περαιτέρω καταστατικών περιορισμών (άρ. 43 §2). Η σχετική απαρίθμηση στο νόμο προσδιορίζεται ως ενδεικτική. Σημαντικό πάντως να σημειωθεί πως (παρά την κακότεχνη διατύπωση του νόμου), οι τιθέμενοι περιορισμοί δεν επιτρέπεται να καθιστούν αδύνατη τη μεταβίβαση. Οι απαριθμούμενοι στην §2 περιορισμοί είναι οι ακόλουθοι:

    Δικαίωμα Προτίμησης

    Στους δυνητικούς να προβλεφθούν περιορισμούς μεταβίβασης μετοχών εμπίπτει: «…α) το ανεπίτρεπτο της μεταβίβασης, αν οι μετοχές δεν προσφερθούν προηγουμένως στους λοιπούς μετόχους ή σε ορισμένους από αυτούς» (άρ. 43 §2, περ. α΄).

    Με βάση τη συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση, το καταστατικό μπορεί να καθιερώνει, ως περιορισμό, δικαίωμα προτίμησης υπέρ των υφιστάμενων μετόχων ή ορισμένων από αυτούς (right of first refusal). Ο μέτοχος που προτίθεται να μεταβιβάσει τις μετοχές υποχρεούται, στην περίπτωση αυτή, να προσφέρει πρώτα τις μετοχές του στους ήδη υπάρχοντες (ή σε συγκεκριμένους) μετόχους της ΑΕ.

    Η εκάστοτε καταστατική ρύθμιση είναι αυτή που θα προσδιορίζει το περιεχόμενο του δικαιώματος προτίμησης καθώς και τη διαδικασία άσκησής του (λ.χ. τρόπος γνωστοποίησης μεταβιβάζοντος, προθεσμία απόκρισης υφιστάμενων μετόχων).

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα προτίμησης δεν πρέπει να συγχέεται με το δικαίωμα προτίμησης στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Το δικαίωμα προτίμησης, στην τελευταία περίπτωση, συνίσταται σε δικαίωμα των υφιστάμενων μετόχων για προνομιακή/πρωτότυπη κτήση νεοεκδιδόμενων μετοχών-στο πλαίσιο αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

    Υπόδειξη Του Αποκτώντος Από Την ΑΕ

    Άλλος περιορισμός που είναι δυνατό να τεθεί από το καταστατικό είναι η «…υπόδειξη, εκ μέρους της εταιρείας, μετόχου ή τρίτου που θα αποκτήσει τις μετοχές, αν ο μέτοχος επιθυμεί τη μεταβίβασή τους» (άρ. 43 §2, περ. β΄).

    Ο μέτοχος που επιθυμεί να μεταβιβάσει τις μετοχές του γνωστοποιεί, στο συγκεκριμένο πλαίσιο, τη σχετική επιθυμία του στην ΑΕ ή/και τους όρους μεταβίβασης που του προσφέρει τρίτος. Η ΑΕ, στην περίπτωση αυτή, μπορεί να υποδείξει άλλο πρόσωπο, στο οποίο, μόνον, ο μέτοχος υποχρεούται να μεταβιβάσει τις μετοχές του.

    Ο συγκεκριμένος περιορισμός διαφέρει από τον αντίστοιχο του δικαιώματος προτίμησης καθώς υποδεικνυόμενο πρόσωπο από την ΑΕ μπορεί να είναι τρίτος προς εκείνη. Όχι μόνον υφιστάμενος μέτοχος. Επίσης, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ΑΕ διατηρεί περισσότερο ενεργό ρόλο, καθώς αυτή, μέσω των αρμοδίων οργάνων της, είναι εκείνη που υποδεικνύει τον συγκεκριμένο μέτοχο, που θα αποκτήσει τις διαθέσιμες προς πώληση μετοχές.

    Tag Along Right

    Ως δυνητικός περιορισμός προβλέπεται, επίσης, ο όρος σύμφωνα με τον οποίο «…προκειμένου να εγκριθεί η μεταβίβαση μετοχών σε τρίτο, ο τρίτος θα δεσμευθεί να αποκτήσει μετοχές και άλλων μετόχων, που θα προσφερθούν με τους ίδιους όρους με τους οποίους εγκρίνεται η μεταβίβαση ή και διαφορετικούς όρους, κατά τις διατάξεις του καταστατικού» (άρ. 43 §2, περ. γ΄).

    Πρόκειται, στην προκειμένη περίπτωση, για δικαίωμα συμμεταβίβασης μετοχών των λοιπών μετόχων που δεν έχουν διαπραγματευτεί με τον τρίτο που επιθυμεί να αποκτήσει μετοχές της ΑΕ. Το δικαίωμα αυτό καλείται και δικαίωμα προσκολλήσεως (:tag along right). Αποσκοπεί στη διευκόλυνση εξόδου της μειοψηφίας, τα δικαιώματα της οποίας διασφαλίζει. Μέσω αυτού, τυχόν μειοψηφία προστατεύεται σε περίπτωση που δεν επιθυμεί να εγκλωβιστεί στην ΑΕ με άγνωστο/μη αποδεκτό από την ίδια πλειοψηφούντα μέτοχο.

    Drag Along Right

    Τέλος, ως περιορισμός προβλέπεται και ο όρος βάσει του οποίου «…σε περίπτωση μεταβίβασης μετοχών από μέτοχο σε τρίτο, οι λοιποί μέτοχοι θα υποχρεούνται να μεταβιβάσουν και αυτοί στον τρίτο ποσοστό αντίστοιχο μετοχών, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού» (άρ. 43 §2, περ. δ΄).

    Η συγκεκριμένη πρόβλεψη θεμελιώνει το δικαίωμα συμπαρασύρσεως (:drag along right). Αναφέρεται στην περίπτωσης ύπαρξης προσφοράς για αγορά του συνόλου των μετοχών ή του πλειοψηφικού πακέτου από τρίτο. Εφόσον, στην περίπτωση αυτή, οι μέτοχοι συγκεκριμένης πλειοψηφίας συμφωνούν στην αγορά (του συνόλου της ΑΕ) από τον τρίτο, οι λοιποί μέτοχοι υποχρεούνται να (συμ)μεταβιβάσουν στον τελευταίο και τις δικές τους μετοχές. Μάλιστα, υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις με τους οποίους ο πλειοψηφών συμφώνησε.

    Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξυπηρετεί, κατά τούτο, την πλειοψηφία. Επίσης, την ολοκλήρωση της αγοράς από τον τρίτο, που ευλόγως, ενδέχεται να μην επιθυμεί την ύπαρξη μειοψηφίας στην ΑΕ.

     

    Υποχρέωση Εξαγοράς Δεσμευμένων Μετοχών

    Ο νόμος θεσπίζει τη δυνατότητα πρόβλεψης υποχρέωσης της ΑΕ να εξαγοράζει τις δεσμευμένες μετοχές. Συγκεκριμένα: «…το καταστατικό μπορεί να προβλέπει ότι …αν η εταιρεία αρνηθεί να εγκρίνει τη μεταβίβαση των μετοχών ή δεν δίνει απάντηση στο μέτοχο μέσα στην προβλεπόμενη από το καταστατικό προθεσμία, υποχρεούται ύστερα από αίτηση του μετόχου και μέσα σε…3 μήνες από την υποβολή της, να εξαγοράσει τις μετοχές…» (άρ. 43§3).

    Παρά την κακότεχνη διατύπωση της σχετικής ρύθμισης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η σχετική δυνατότητα εξαγοράς, μπορεί να προβλεφθεί καταστατικά για κάθε προβλεπόμενο περιορισμό μεταβίβασης στον οποίο εμπλέκεται η ΑΕ. Έτσι, αποφεύγεται η πιθανότητα εγκλωβισμού στην ΑΕ μετόχου, ο οποίο θέλει να αποχωρήσει από αυτή.

     

    Οι Περιπτώσεις Θανάτου, Κατάσχεσης, Πτώχευσης, Άλλης Συλλογικής Διαδικασίας Εκποίησης

    Οι περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών δεν ισχύουν, κατά βάση, σε περίπτωση θανάτου, κατάσχεσης, πτώχευσης ή υπαγωγής του μετόχου σε άλλη συλλογική διαδικασία εκποίησης της περιουσίας του (άρ. 43 §4).

    Το καταστατικό, ωστόσο, μπορεί να ορίζει πως στις συγκεκριμένες περιπτώσεις οι μετοχές εξαγοράζονται από πρόσωπο που υποδεικνύει η ΑΕ (ή από εκείνους τους μετόχους της που θα ασκήσουν δικαίωμα προτίμησης). Το καταβληθησόμενο τίμημα θα προσδιορισθεί από το αρμόδιο δικαστήριο, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.

    Η συγκεκριμένη υπόδειξη, από μέρους της ΑΕ, οφείλει να λάβει χώρα μέσα σε  αποκλειστική προθεσμία ενός μήνα από τότε που (η ΑΕ) πληροφορήθηκε κάποιο από τα συγκεκριμένα γεγονότα. Οφείλει, επίσης, να γνωστοποιείται, ανάλογα με την περίπτωση, στον μέτοχο, τον κληρονόμο ή κληροδόχο, τον δανειστή, τον σύνδικο ή το όργανο της άλλης συλλογικής διαδικασίας.

    Η σχετική πρόβλεψη εξυπηρετεί το εταιρικό συμφέρον και τους λοιπούς μετόχους. Ο προσδιορισμός του τιμήματος εξαγοράς από το αρμόδιο δικαστήριο είναι δεδομένο πως θα καθυστερήσει σημαντικά την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας. Ευκταίο θα ήταν να γινόταν νομολογιακά αποδεκτός ο σχετικός καταστατικός προσδιορισμός του.

     

    Οι Περιορισμοί Μεταβίβασης Ομολογιών

    Οι περιορισμοί μεταβίβασης των μετοχών, μπορούν αντίστοιχα να εφαρμοστούν στην περίπτωση του ομολογιακού δανείου. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι η σχετική εφαρμογή των περιορισμών αυτών μπορεί να αποτελέσει απόφαση του οργάνου που αποφασίζει την έκδοση ομολογιακού δανείου με ονομαστικές, μετατρέψιμες ή ανταλλάξιμες ομολογίες. Σε περίπτωση, μάλιστα, μεταβίβασης ομολογιών κατά παράβαση των περιορισμών που τυχόν αποφασίζονται, αυτή είναι άκυρη (άρ. 43 §5).

     

    Η έκδοση δεσμευμένων μετοχών, μετοχών δηλ. για τις οποίες τίθενται καταστατικοί περιορισμοί στη μεταβίβασή τους, συναρτάται με τη διαφύλαξη μετοχικών ισορροπιών αλλά και, σε σημαντικό βαθμό, με την ίδια την ύπαρξη της ΑΕ. Η εμπειρία δείχνει πως η ενδεχόμενη μη θέσπισή τους είναι δυνατό να έχει ολέθρια αποτελέσματα για την τελευταία. Επιβεβλημένη, ως εκ τούτου (κι όχι μόνον ευκταία) η προσεκτική θέσπιση των βέλτιστων, κατά περίπτωση, περιορισμών. Αντίστοιχα σημαντική όμως και η, υπό προϋποθέσεις, συμφωνία για την παροχή δικαιώματος προαίρεσης για μεταβίβαση ή απόκτηση μετοχών μη εισηγμένων σε ρυθμιζόμενη αγορά. Περί αυτού όμως επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 24 Ιουλίου 2022.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Η Μεταβίβαση Των Μετοχών

    Η Μεταβίβαση Των Μετοχών

    Σε σειρά προηγούμενων άρθρων μας, μας απασχόλησαν οι μετοχές. Ασχοληθήκαμε, συγκεκριμένα, με την έννοια και την αξία τους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές. Ασχοληθήκαμε με την έκδοσή τους καθώς και με συγκεκριμένες κατηγορίες τους: τις προνομιούχες και τις εξαγοράσιμες.

    Ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον αποκτά η μεταβίβασή μετοχών αλλά και οι εξαιρετικά σημαντικές παράμετροί της. Περί αυτών το παρόν.

     

    Μεταβίβαση Μετοχών Λόγω Ειδικής Διαδοχής

    Οι μετοχές, καταρχάς, είναι δυνατό να μεταβιβασθούν (είτε κατά πλήρη είτε κατά ψιλή, μόνον, κυριότητα) λόγω ειδικής διαδοχής (άρ. 41 ν. 4548/2018). Στην έννοια της ειδικής διαδοχής εμπίπτουν όλες οι περιπτώσεις μεταβίβασης, εκτός από εκείνη της κληρονομικής διαδοχής, που στη συνέχεια θα προσεγγίσουμε.

    Η Αρχή Για Την Ελεύθερη Μεταβίβαση Μετοχών

    Ως μείζονος σημασίας, αρχή αξιολογείται εκείνη της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών της ΑΕ (άρ. 41 §1 και επ΄ αυτού  αιτιολογική έκθεση ν. 4548/2018). Με βάση αυτήν, οι μετοχές της ΑΕ είναι ελεύθερα μεταβιβάσιμες: κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της, κατά το στάδιο της εκκαθάρισής της, κατά τη διάρκεια της υπαγωγής της σε συλλογική διαδικασία. Δεν είναι δυνατό, καταρχήν, να τίθενται περιορισμοί στην ελεύθερη μεταβίβασή τους.

    Στη βάση της συγκεκριμένης αρχής, οι μετοχές επιτυγχάνουν την εμπορευσιμότητά τους. Έμμεσα, μόνον, είναι δυνατό να υποβοηθηθεί, με τον τρόπο αυτό, η χρηματοδότηση της ΑΕ. Μέσω της μεταβίβασής τους, πάντως, είναι δυνατό να επιτευχθεί η αποεπένδυση από μέρους των υφιστάμενων μέτοχων-καθώς η επιστροφή των εισφορών τους είναι, καταρχήν, απαγορευμένη.

    Η αιτία της (εν ζωή) μεταβίβασης των μετοχών είναι δυνατό να λάβει χώρα από διάφορες αιτίες. Ενδεικτικά: λόγω πώλησης, γονικής παροχής ή δωρεάς.

    Η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών κάμπτεται στις περιπτώσεις: (α) των δεσμευμένων μετοχών (άρ. 43) και (β) εκείνων για τις οποίες υπάρχει δικαίωμα προαίρεσης μεταβίβασης ή απόκτησής τους (άρ. 44). Περί αυτών πάντως: επόμενη αρθρογραφία μας.

    Η Μεταβίβαση Μετοχών Με Καταχώριση Στο Βιβλίο Μετόχων

    Η μεταβίβαση των (ονομαστικών-πάντοτε) μετοχών, που δεν τηρούνται σε λογιστική μορφή (:οι άυλες μετοχές περί των οποίων στη συνέχεια) γίνεται με καταχώριση στο (υποχρεωτικά τηρούμενο-άρ. 40 §2, εδ. α΄) βιβλίο μετόχων. Η συγκεκριμένη καταχώριση χρονολογείται και υπογράφεται από τον μεταβιβάζοντα μέτοχο και τον αποκτώντα ή τους πληρεξουσίους τους. Δεδομένων των ελλιπώς τηρούμενων, διαχρονικά και κατά κανόνα, βιβλίων μετόχων, θεσπίστηκαν, και ορθά, εξαιρέσεις από την υποχρέωση υπογραφής, όταν: (α) η εταιρεία λάβει αντίγραφο της σύμβασης μεταβίβασης μετοχών με τις υπογραφές των συμβαλλομένων ή πληροφορηθεί την κατάρτισή της με άλλο τρόπο-καταστατικώς προβλεπόμενο, (β) το βιβλίο μετόχων τηρείται ηλεκτρονικά από κεντρικό αποθετήριο τίτλων, πιστωτικό ίδρυμα ή από ΕΠΕΥ.

    Όταν λάβει χώρα η μεταβίβαση, εκδίδεται νέος τίτλος. Επισημειώνεται, εναλλακτικά, από την ΑΕ επί του υπάρχοντος η συντελεσθείσα μεταβίβαση καθώς και τα στοιχεία του αποκτώντος (:ονοματεπώνυμο/επωνυμία, διεύθυνση/έδρα, επάγγελμα και εθνικότητα-άρ. 41 §2 και 40 §2). Όλα τούτα, βέβαια, εφόσον το καταστατικό δεν περιορίζει ή αποκλείει την έκδοση τίτλων (άρ. 40 §4).

    Η ανωτέρω διαδικασία για την μεταβίβαση μετοχών ρυθμίζει, στην πραγματικότητα, τη νομιμοποίηση του αποκτώντος μετόχου έναντι της ΑΕ. Δικαιώματα ασκεί και υποχρεώσεις αναλαμβάνει απορρέουσες από τη μετοχική σχέση εκείνος που είναι εγγεγραμμένος στο βιβλίο μετόχων. Η σύμβαση μεταβίβασης, εντούτοις, μεταξύ των συμβαλλόμενων (:μεταβιβάζοντος και αποκτώντος μετόχου) δεσμεύει, κατά την κρατούσα άποψη, τα μέρη και δεν επηρεάζεται από τη συγκεκριμένη καταχώριση.

    Όσον αφορά τη μεταβίβαση μεταξύ παλαιού και νέου μετόχου εφαρμόζονται οι κανόνες περί ονομαστικών αξιογράφων. Αρκεί, επομένως μόνη η μεταξύ τους συμφωνία και η παράδοση του τίτλου της μετοχής για να λάβει χώρα η μεταβίβαση της μετοχικής σχέσης. Στην περίπτωση μάλιστα που η μετοχική σχέση δεν ενσωματώνεται σε αξιόγραφο, η μεταβίβαση λαμβάνει χώρα με εκχώρηση (άρ. 455 επ. ΑΚ, άρ. 470 ΑΚ). Ευκταίο, πάντως, όσον αφορά τις μη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά μετοχές, πάντοτε να λαμβάνει χώρα γραπτή σύμβαση για την εκάστοτε μεταβίβαση.

    Η Μεταβίβαση Των Άυλων Μετοχών

    Επ’ αφορμή της διερεύνησης της έκδοσης των μετοχών, αναφερθήκαμε, ήδη, στις εξ αυτών άυλες: στις μετοχές, δηλ., που εκδίδονται και τηρούνται σε λογιστική μορφή υποχρεωτικά για τις εισηγμένες (και δυνητικά για τις μη εισηγμένες) σε ρυθμιζόμενη αγορά ΑΕ. Επισημάναμε, εκεί, ότι η περίπτωση των άυλων μετοχών δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση της μη έκδοσης μετοχικών τίτλων.

    Κατά παρέκκλιση των όσων ανωτέρω αναφέρθηκαν, η μεταβίβαση μετοχών σε λογιστική μορφή (:άυλες) γίνεται μέσω λογαριασμών αξιών (άρ. 41 §3). Οι τελευταίοι τηρούνται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή διαμεσολαβητή (ν. 4569/2018).

    Η καταχώριση της μεταβίβασης των άυλων μετοχών αποτελεί προϋπόθεση του κύρους της έναντι της εταιρείας αλλά και, μεταξύ μεταβιβάζοντος και αποκτώντος (άρ. 13§1 ν. 4569/2018). Εκ περισσού πάντως να σημειωθεί ότι είναι δυνατή, υπό την τήρηση συγκεκριμένων προϋποθέσεων, η μεταβίβαση μετοχών που τηρούνται σε λογιστική μορφή-εισηγμένων εταιρειών και εκτός χρηματιστηριακής αγοράς.

     

    Μεταβίβαση Λόγω (Οιονεί) Καθολικής Διαδοχής

    Οι μετοχές (όπως εξάλλου και η μετοχική σχέση-ως περιουσιακή) αποτελούν αντικείμενο κληρονομικής διαδοχής. Εφαρμόζονται, στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις του κληρονομικού δικαίου. Κατά τον χρόνο επαγωγής της κληρονομιάς (1710 ΑΚ) λαμβάνει χώρα αυτοδικαίως η κληρονομική διαδοχή επί των μετοχών.  Ωστόσο, η διάταξη του άρθρου 42 ν. 4548/2018 (που αποτελεί τη μεταφορά στην εθνική έννομη τάξη του Κανονισμού 909/2014/ΕΕ) είναι εκείνη που ρυθμίζει το ζήτημα της νομιμοποίησης των κληρονόμων και κληροδόχων έναντι της ΑΕ.

    Η Κληρονομική Διαδοχή Με Καταχώριση Στο Βιβλίο Μετόχων

    Προκειμένου ο κληρονόμος ή κληροδόχος να νομιμοποιηθεί έναντι της ΑΕ, απαιτείται (άρ. 42) η εγγραφή του στο υποχρεωτικώς τηρούμενο από την ΑΕ βιβλίο μετόχων. Ύστερα από τη συγκεκριμένη εγγραφή, ο κληρονόμος ή κληροδόχος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματά του -αναλαμβάνοντας, βεβαίως, και τις όποιες  υποχρεώσεις- απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

    Η εγγραφή λαμβάνει χώρα μόλις προσκομιστούν στην εκδότρια ΑΕ, ή στο πρόσωπο που τηρεί το βιβλίο μετόχων, τα έγγραφα που αποδεικνύουν τη διαδοχή (λ.χ. κληρονομητήριο, δικαστική απόφαση δημοσίευσης διαθήκης κλπ).

    Η Κληρονομική Διαδοχή Επί Των Άυλων Μετοχών

    Και στην περίπτωση των άυλων μετοχών η κληρονομική διαδοχή λαμβάνει χώρα κατά τον χρόνο της επαγωγής της κληρονομιάς. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 42 ν. 4548/2018, ο διάδοχος (:κληρονόμος) νομιμοποιείται έναντι της ΑΕ από τον χρόνο εγγραφής του στο μητρώο του κεντρικού αποθετηρίου τίτλων ή στον λογαριασμό αξιών του εγγεγραμμένου διαμεσολαβητή.

    Και στην περίπτωση αυτή, η εγγραφή λαμβάνει χώρα μόλις ο έχων έννομο συμφέρον προσκομίσει τα έγγραφα που πιστοποιούν την κληρονομική διαδοχή σ’ εκείνον που τηρεί το μητρώο ή τον λογαριασμό αξιών.

    Σημαντικό πάντως να σημειωθεί πως «για τις κινητές αξίες, που τηρούνται σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή μέσω διαμεσολαβητή…μπορεί, ύστερα από σχετική συμφωνία με τους πελάτες, να εφαρμόζεται αναλογικά ο ν. 5638/1932» (άρ.  13 §6 ν. 4569/2018). Σε περίπτωση, επομένως, που έχει συμφωνηθεί συμβατικός όρος βάσει του οποίου, σε περίπτωση θανάτου συγκυρίου σε κοινό λογαριασμό άυλων μετοχών οι μετοχές περιέρχονται αυτοδικαίως στους επιζώντες συγκυρίους, τότε η κατά τα άνω κληρονομική διαδοχή δεν λαμβάνει χώρα. Μιλάμε, στην περίπτωση αυτή, για την Κοινή Επενδυτική Μερίδα που παρέχει στους συνδικαιούχους της τα σημαντικά οφέλη της κατάθεσης σε κοινό τραπεζικό λογαριασμό.

     

    Φορολόγηση Για Τη Μεταβίβαση Μετοχών

    Η φορολόγηση για τη μεταβίβαση μετοχών ρυθμίζεται από τα άρθρα 42 και 43 ΚΦΕ (ν. 4172/2013, όπως ισχύει μετά τον ν. 4549/2018).

    Συγκεκριμένα, κάθε εισόδημα που προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης: (α) μετοχών σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά, (β) μετοχών ή άλλων κινητών αξιών μη εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά (εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό τουλάχιστον 0,5% και εφόσον οι μεταβιβαζόμενες μετοχές έχουν αποκτηθεί από την 01.01.2009 και εξής), υπόκειται σε φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (άρ. 42 §1, περ. α΄ και β΄ ΚΦΕ).

    Όπως ορίζεται ρητά, ως υπεραξία νοείται η διαφορά μεταξύ της τιμής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούμενος και της τιμής πώλησης που εισέπραξε (άρ. 42 §2 ΚΦΕ).

    Περαιτέρω δε, ο νόμος προβαίνει σε καθορισμό του τρόπου υπολογισμού της τιμής κτήσης και πώλησης. Σημειώνεται, πάντως, πως εάν η τιμή κτήσης δεν μπορεί να προσδιορισθεί θεωρείται μηδενική.

    Συγκεκριμένα:

    (α) Σε περίπτωση που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι είναι εισηγμένοι σε χρηματιστηριακή αγορά, η τιμή κτήσης και η τιμή πώλησης καθορίζονται από τα δικαιολογητικά έγγραφα συναλλαγών, τα οποία εκδίδει η χρηματιστηριακή εταιρεία ή το πιστωτικό ίδρυμα ή «οιοσδήποτε φορέας που διενεργεί συναλλαγές».

    (β) Σε περίπτωση μεταβίβασης μη εισηγμένων τίτλων, η τιμή πώλησης προσδιορίζεται με βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που εκδίδει τους μεταβιβαζόμενους τίτλους κατά το χρόνο της μεταβίβασης ή το τίμημα  «ή αγοραία αξία» που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης, εφόσον αυτό είναι υψηλότερο.

    (γ) Επιπλέον, προβλέπεται ότι ως τιμή κτήσης για τίτλους που έχουν αποκτηθεί λόγω κληρονομικής διαδοχής ή μεταβίβασης με χαριστική αιτία, λαμβάνεται η αξία βάσει της οποίας υπολογίστηκε ο φόρος κληρονομιάς, δωρεάς ή γονικής παροχής ή χορηγήθηκε απαλλαγή από αυτόν (άρ. 42 §4 ΚΦΕ).

    Το εισόδημα που αποκτάται από υπεραξία μεταβίβασης μετοχών φορολογείται με συντελεστή 15% (άρ. 43 ΚΦΕ). Επί μεταβίβασης μετοχών λόγω γονικής παροχής, λόγω δωρεάς ή στο πλαίσιο κληρονομικής διαδοχής επιβάλλεται φόρος με βάση τις αντίστοιχες κλίμακες που ισχύουν κάθε φορά. Ειδικά επί γονικής παροχής υφίσταται αφορολόγητο 800.000€ (άρ. 44§1 in fine, ν. 2961/2001) για το σύνολο των με γονική παροχή μεταβιβαζομένων περιουσιακών στοιχείων ενώ όσον αφορά τη δωρεά και την κληρονομική διαδοχή βαρύνουσα σημασία έχει η αξία των μεταβιβαζομένων περιουσιακών στοιχείων καθώς και ο βαθμός συγγένειας μεταβιβάζοντος και αποκτώντος.

     

    Οι μετοχές, ως περιουσιακό στοιχείο, ελεύθερα μεταβιβάζονται «εν ζωή» κατά πλήρη ή κατά ψιλή, μόνον, κυριότητα. Βάση της μεταβίβασης είναι δυνατό να αποτελέσει (συνηθέστερα) η πώληση, η γονική παροχή και η δωρεά. Θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, προσεκτικά να επιλέγεται η βέλτιστη, φορολογικά λύση. Οι μετοχές, όμως, μεταβιβάζονται και «αιτία θανάτου»-στο πλαίσιο δηλ. κληρονομικής διαδοχής. Προκειμένου να δικαιούται να ασκήσει τα δικαιώματά του έναντι της ΑΕ ο νέος ιδιοκτήτης είναι αναγκαίο να της παραδώσει τα νομιμοποιητικά του έγγραφα. Αναγκαίο, επίσης, να λάβει χώρα εγγραφή του στο βιβλίο μετόχων της εκδότριας ΑΕ. Οφείλουμε, κατά τούτο, να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όσον αφορά την κατοχή των αναγκαίων, νομιμοποιητικών, εγγράφων αλλά και την εγγραφή στο βιβλίο μετόχων. Να σημειωθεί, πάντως, ότι τα περί ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών ισχύουν όταν δεν υπάρχουν περιορισμοί στη μεταβίβαση μετοχών-όταν, δηλ., οι μετοχές δεν είναι δεσμευμένες. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 17 Ιουλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Εξαγορασιμες μετοχές

    Εξαγορασιμες μετοχές

    Η χρηματοδότηση της ΑΕ αποτελεί θέμα που, πάντοτε, απασχολεί τη διοίκηση και την ιδιοκτησία της. Κι όταν ανέφικτη προκύπτει η αυτοχρηματοδότησή της, αναγκαία αποδεικνύεται η εξωτερική της χρηματοδότηση. Στο πλαίσιο της τελευταίας (εκτός από την αυτονόητη-τον τραπεζικό, δηλ., δανεισμό) και η έκδοση τίτλων. Μας απασχόλησε ήδη, στο πλαίσιο αυτό, η έκδοση των κοινών και των προνομιούχων μετοχών. Περισσότερο ελκυστικές πάντως οι εξ αυτών εξαγοράσιμες μετοχές – τόσο για την εταιρεία και τους μετόχους της όσο και για τους ίδιους τους επενδυτές. Αs επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε την αιτία αλλά και τα δεδομένα που τις αφορούν.

     

    Εξαγοράσιμες μετοχές: Έννοια

    Εξαγοράσιμες μετοχές (:redeemable shares) είναι εκείνες που παρέχουν τη δυνατότητα της εξαγοράς τους από την εκδότρια ΑΕ (:callable shares), από τον μέτοχο-κάτοχό τους (:puttable shares) ή/και από αμφότερους (άρ. 39 ν. 4548/2018). Εκδίδονται ως κοινές ή ως προνομιούχες με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου.

     

    Εξαγοράσιμες μετοχές: Βασική λειτουργία, σκοπός και πλεονεκτήματα

    Οι εξαγοράσιμες μετοχές αποτελούν, κατά βάση, μέσο χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Οι επιμέρους όροι της έκδοσής τους είναι ιδιαίτερα εύπλαστοι˙ εύκολα προσαρμόζονται στις ανάγκες της επιχείρησης αλλά και τις επιθυμίες του επενδυτή.

    Η δυνατότητα (ή, κατά περίπτωση, υποχρέωση) εξαγοράς τους από την εκδότρια εταιρεία εξυπηρετεί διαφορετικές ανάγκες: των (παλαιών) μετόχων της, της ίδιας και των κατόχων τους:

    Στην περίπτωση εξαγοράς τους με δήλωση της εταιρείας, η εταιρεία και οι παλαιοί μέτοχοι διαφυλάσσουν (και διασφαλίζουν) το προϋφιστάμενο (και συνήθως οικογενειακό) μετοχικό σχήμα. Επίσης: τις μετοχικές ισορροπίες.

    Στην περίπτωση εξαγοράς τους με δήλωση των κατόχων τους υλοποιείται η προσδοκία/συμφωνία αποεπένδυσης κατά τους συμφωνηθέντες όρους και, ιδίως, χρόνο. Η εξασφάλιση του εισφέροντος τα κεφάλαια-κατόχου εξαγοράσιμων μετοχών επιτυγχάνεται, σε σημαντικό βαθμό, καθώς αντισυμβαλλόμενος του και υπόχρεος σε εκπλήρωση είναι η ίδια η εταιρεία. Για την περαιτέρω διασφάλιση της θέσης του  περαιτέρω διασφαλίσεις (λ.χ. προσωπικές εγγυήσεις και εμπράγματες ασφάλειες από τους λοιπούς μετόχους) δεν είναι δυνατόν, φυσικά, να αποκλειστούν.

     

    Ο υβριδικός τους χαρακτήρας

    Η δυνατότητα εξαγοράς τους είναι που, κατά κύριο λόγο, προσδίδει στις εξαγοράσιμες μετοχές τον υβριδικό τους χαρακτήρα. Παρουσιάζουν, ως μετοχές, χαρακτηριστικά ιδίων κεφαλαίων. Παρουσιάζουν ταυτόχρονα (και λόγω της δυνατότητας εξαγοράς τους) στοιχεία χρέους-ιδίως όταν στερούνται του δικαιώματος ψήφου. Διαφέρουν, ωστόσο, από τις περιπτώσεις ανάληψης χρέους, καθώς η εξαγορά τους προϋποθέτει ύπαρξη κερδών στην ΑΕ, μείωση του κεφαλαίου της ή έκδοση νέων μετοχών.

     

    Διαδικασία έκδοσης

    Η έκδοση των εξαγοράσιμων μετοχών προϋποθέτει καταστατική πρόβλεψη (άρ. 39 §1  εδ. α΄). Εκδίδονται όμως, αποκλειστικά, στο πλαίσιο (τακτικής ή έκτακτης) αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου-και όχι κατά την ίδρυση της ΑΕ. Είναι δυνατός ο περιορισμός ή αποκλεισμός του δικαιώματος προτίμησης των παλαιών μετόχων. Ταυτόχρονα όμως, εφόσον θίγονται τυχόν δικαιώματα προνομιούχων μετόχων, απαιτείται έγκριση της συνέλευσής τους.

    Είναι δυνατή και η τροπή υφιστάμενων κοινών μετοχών σε εξαγοράσιμες μετοχές. Προϋποτίθεται, επίσης, σχετική καταστατική πρόβλεψη καθώς και απόφαση της ΓΣ-με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (39 §6). Επιβάλλεται η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων κατά την επιλογή των κοινών μετοχών, οι οποίες θα τραπούν σε εξαγοράσιμες. Να σημειωθεί, όμως, ότι η συγκεκριμένη περίπτωση δεν εξυπηρετεί τη χρηματοδότηση της ΑΕ αλλά την, υπό προϋποθέσεις, αποεπένδυση μετόχων της.

     

    Προϋποθέσεις και διαδικασία εξαγοράς

    Η δυνατότητα, βασικοί όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία εξαγοράς των εξαγοράσιμων μετοχών είναι αναγκαίο να καθορίζονται με σαφήνεια στο καταστατικό. Υφίσταται, κατά τα προαναφερθέντα, μεγάλη ευελιξία για την εξειδίκευσή τους από το αρμόδιο καταστατικό όργανο που αποφασίζει την έκδοσή τους. Το συγκεκριμένο όργανο είναι εκείνο που θα αποφασίσει, επομένως, την έκδοση εξαγοράσιμων (κοινών ή προνομιούχων) μετοχών με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου (25 §1) καθώς και τους επιμέρους όρους που τις αφορούν-ιδίως όσον αφορά τους όρους της εξαγοράς.

     

    Προϋποθέσεις εξαγοράς

    Η εξαγορά των συγκεκριμένων μετοχών είναι δυνατό να συνδέεται με την πάροδο συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος. Είναι όμως δυνατό να συναρτάται με μέλλοντα και αβέβαια γεγονότα (λ.χ.: μη εισαγωγή της εταιρείας σε οργανωμένη αγορά).

    Είναι επίσης δυνατό να επαπειλείται η ενεργοποίηση της εξαγοράς τους ως μέσο αποτροπής αντιεταιρικών ενεργειών και αποπομπής παρανομούντων μετόχων (λ.χ.: παραβίαση υποχρέωσης πίστης ή διενέργεια πράξεων ανταγωνισμού).

    Όσον αφορά, ειδικότερα, την τιμή εξαγοράς είναι δυνατό να είναι σταθερή ή συναρτώμενη με ορισμένες, εκ προοιμίου καθορισμένες, παραμέτρους (λ.χ. EBITDA).

    Για τις εξαγοράσιμες μετοχές, οι προϋποθέσεις εξαγοράς που θέτει ο νόμος (αρ. 39 §3) συμπεριλαμβάνονται η ύπαρξη (αρχικής ή επιγενόμενης) καταστατικής πρόβλεψης, η πλήρης εξόφληση των επικείμενων να εξαγοραστούν μετοχών, η τήρηση συγκεκριμένων κανόνων εξαγοράς και η τήρηση διατυπώσεων δημοσιότητας. Σε περίπτωση μη τήρησης οποιασδήποτε από τις, κατά το νόμο, προϋποθέσεις (εκτός από την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας) επέρχεται ακυρότητα.

    Όσον αφορά, ειδικότερα, την καταστατική πρόβλεψη είναι δυνατό να είναι αρχική ή επιγενόμενη-μπορεί μάλιστα να λάβει χώρα και με την απόφαση της ΓΣ, που θα αποφασίσει την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου με την έκδοση εξαγοράσιμων μετοχών.

    Η χρηματοδότηση

    Ιδιαίτερα σημαντικές προϋποθέσεις για τη διενέργεια της εξαγοράς είναι εκείνες που αφορούν τη χρηματοδότησή της. Προϋποτίθεται (άρ. 39 §3 εδ. γ΄) η ύπαρξη ποσών που είναι δυνατό να διανεμηθούν (κατ’ άρ. 159 και 160). Η εταιρική περιουσία, δηλαδή, η οποία επιστρέφεται στον μέτοχο των εξαγοράσιμων μετοχών, πρέπει να καταβάλλεται από τα αποθεματικά ή τα κέρδη της ΑΕ.

    Η εν λόγω εξαγορά, εναλλακτικά, είναι δυνατό να χρηματοδοτηθεί από το προϊόν νέας έκδοσης μετοχών, η οποία διενεργείται με το συγκεκριμένο (και μόνον) σκοπό. Το μετοχικό κεφάλαιο, στην περίπτωση αυτή, θα παραμείνει αμετάβλητο: θα λάβει χώρα αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, η οποία θα καλύψει το «κενό» της αντίστοιχης μείωσης που θα επέλθει από την εξαγορά των εξαγοράσιμων μετοχών.

    Ως δεύτερη εναλλακτική της χρηματοδότησης της εξαγοράς είναι μέσω ποσών τα οποία απελευθερώνονται ύστερα από μείωση του κεφαλαίου (κατ’ άρ. 29 επ.): τα εν λόγω ποσά δεν θα επιστραφούν στους δικαιούχους μετόχους αλλά θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση της εξαγοράς.

    Δημιουργία αποθεματικού

    Είναι, κατά το νόμο (άρ. 39 §3 εδ δ’), αναγκαία η δημιουργία αποθεματικού ίσου με την ονομαστική αξία των μετοχών που προσδιορίζονται ως εξαγοράσιμες. Η συγκεκριμένη, όμως, προϋπόθεση  εφαρμόζεται, αποκλειστικά, στην περίπτωση που η εξαγορά συντελείται με χρήση διανεμητέων ποσών. Δεν εφαρμόζεται, αντίθετα, όταν η εξαγορά λαμβάνει χώρα «…με τη χρησιμοποίηση του προϊόντος νέας έκδοσης, η οποία πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξαγορά αυτή, ή ποσών που απελευθερώθηκαν με μείωση του κεφαλαίου» (άρ. 39 §3 περ. δ΄ in fine ν. 4548/2018).

    Τυχόν υπερτίμημα

    Το πρόσθετο ποσό που συμφωνείται να καταβληθεί στους μετόχους, πέραν του ποσού της τιμής εξαγοράς, πρέπει να καλύπτεται από κέρδη που είναι δυνατό να διανεμηθούν (άρ. 159 και 160). Εναλλακτικά, το ποσό αυτό μπορεί να καταβληθεί είτε με μείωση κεφαλαίου (άρ. 29 επ.) είτε από αποθεματικό, το οποίο, όμως, διαφέρει από το προαναφερόμενο αποθεματικό της περ. δ΄ του ίδιου άρθρου.

    Δημοσιότητα

    Ως τελευταία προϋπόθεση του νόμου τίθεται η υποβολή της εξαγοράς σε δημοσιότητα (άρ. 39 §3 περ. στ΄) η οποία, όμως, έχει δηλωτικό χαρακτήρα. Παράλειψή της δεν επιδρά στο κύρος της εξαγοράς.

     

    Η δήλωση εξαγοράς

    Η δήλωση εξαγοράς, αναφέρθηκε ήδη, ότι μπορεί να υποβληθεί είτε από την ΑΕ είτε από τον μέτοχο (άρ. 39 §1).

    Στην περίπτωση που η δήλωση διενεργείται από τον μέτοχο επιφέρει, υπό προϋποθέσεις, τα αποτελέσματά της (άρ. 39 §4). Αρχικά, θα πρέπει να πληρούνται οι όροι που προβλέπονται, τυχόν, στο καταστατικό. Η ΑΕ όμως, επιπρόσθετα, θα πρέπει να διαθέτει (κατά τον χρόνο που η ΑΕ λαμβάνει τη δήλωση εξαγοράς του μετόχου) επαρκή (για την ικανοποίηση της δήλωσης) ποσά από εκείνα που επιτρέπεται να διανεμηθούν (κατ’ αρ. 159 και 160). Σε διαφορετική περίπτωση, η δήλωση του μετόχου δεν παράγει αποτελέσματα (άρ. 39 §4 in fine).

    Εφόσον η δήλωση εξαγοράς λάβει χώρα και η διαδικασία εξαγοράς ολοκληρωθεί με την καταβολή του αντιτίμου εξαγοράς, επέρχονται οι έννομες συνέπειές της. Ο κάτοχος των εξαγοράσιμων μετοχών χάνει, στην περίπτωση αυτή, τη μετοχική του ιδιότητα και οι εξαγοραζόμενες μετοχές επιστρέφουν στην ΑΕ ως ίδιες (άρ. 39 §5). Η ολοκλήρωση της διαδικασίας εξαγοράς, επομένως, δεν θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

     

    Η αξιοποίηση του θεσμού (και επιμέρους ευχερειών) των εξαγοράσιμων μετοχών αποτελεί ένα, ακόμα, βέλος στη φαρέτρα της επιχείρησης για την επίτευξη της χρηματοδότησής της. Περαιτέρω: Η αξιοποίηση της ευχέρειας για μετατροπή υφιστάμενων μετοχών σε εξαγοράσιμες αποτελεί μέσο απόδοσης στους μετόχους (τμήματος ή του όλου) της συμμετοχής τους στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ.

    Η βέλτιστη αξιοποίηση των πολλαπλών ευχερειών του συγκεκριμένου θεσμού συναρτάται (και πρέπει να συναρτάται) με τα εκάστοτε δεδομένα, τις ανάγκες και επιλογές της επιχείρησης˙ προεχόντως: των μετόχων πλειοψηφίας.

    Πεδίον δόξης, κατά τούτο, λαμπρόν.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Ιουλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οι προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές

    Μας απασχόλησαν, ήδη, οι μετοχές της ΑΕ, η λειτουργία και η αξία τους. Επίσης: τα εξ αυτών δικαιώματα και οι υποχρεώσεις. Μας απασχόλησαν επίσης οι κοινές, οι ονομαστικές και οι άυλες μετοχές, η υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους. Στο παρόν θα μας απασχολήσει μια (πολυεπίπεδα) ενδιαφέρουσα κατηγορία μετοχών: οι προνομιούχες.

     

    Προνομιούχες μετοχές: Έννοια και σκοπός

    Οι προνομιούχες μετοχές (άρ. 38 του ν. 4548/2018) είναι εκείνες που (κατ’ απόκλιση από την αρχή της ισότητας που διέπει τις μετοχές-άρ. 36 §1), παρέχουν περισσότερα, έναντι των κοινών, περιουσιακά δικαιώματα και προνόμια στους κατόχους τους.

    Οι καταθέσεις σε τράπεζες και οι επενδύσεις σε τραπεζικά προϊόντα δεν αποτελεί, πλέον, προσοδοφόρα τοποθέτηση. Ασφαλείς τοποθετήσεις (οι οποίες θα δικαιολογούσαν μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια) δεν υφίστανται. Διερευνώνται, από μακρού χρόνου, διαφορετικές -έστω και περισσότερο «επιθετικές»- εναλλακτικές. Μεταξύ αυτών: και η συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ-μέσω προνομιούχων μετοχών.

    Η ΑΕ, από την άλλη πλευρά, είναι σε θέση να προσφέρει, μέσω των προνομιούχων μετοχών, τα -κατά περίπτωση- κατάλληλα κίνητρα προκειμένου να προσελκύσει κεφάλαια. Επιτυγχάνει, με τον τρόπο αυτό, τη χρηματοδότησή της, χωρίς την υποχρέωση επιστροφής κεφαλαίου και (κατά κανόνα) τόκων-όπως, υπό φυσιολογικές συνθήκες-σε περίπτωση δανεισμού, θα όφειλε να πράξει.

     

    Οι προνομιούχες μετοχές και τα οφέλη της ΑΕ

    Ακόμα κι αν το συμφωνημένο «αντάλλαγμα» για τον κάτοχο προνομιούχων μετοχών είναι ο τόκος, υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις από μια, αντίστοιχου ύψους, χρηματοδότηση με τη μορφή του απλού ή ομολογιακού δανείου. Μεταξύ αυτών: η καταβολή τόκου στον μέτοχο-κάτοχο προνομιούχων μετοχών αποτελεί για την ΑΕ (εκπεστέα από τα έσοδα) δαπάνη, σε αντίθεση με τα κέρδη που διανέμει.

    Οι προνομιούχες μετοχές διευρύνουν την κεφαλαιακή βάση της ΑΕ, βελτιώνουν τους χρηματοοικονομικούς της δείκτες και την  πιστοληπτική  της ικανότητα. Ο πιστωτικός κίνδυνος του επόμενου χρηματοδότη θα είναι (εξ αντικειμένου) περισσότερο απομειωμένος: η κεφαλαιακή βάση και χρηματοοικονομικοί δείκτες της ΑΕ θα είναι περισσότερο βελτιωμένοι. Αναπόδραστη συνέπεια θα αποτελεί η ευχερέστερη εξεύρεση (νέων και φθηνότερων) χρηματοδοτήσεων-στη βάση της λογικής της μείωσης του πιστωτικού κινδύνου. Θα καταστεί, για τους ίδιους λόγους, περισσότερο ελκυστική για υποψήφιους-νέους επενδυτές.

     

    Η διαδικασία έκδοσης των προνομιούχων μετοχών

    Η έκδοση προνομιούχων μετοχών προϋποθέτει αρχική (ή επιγενόμενη) καταστατική πρόβλεψη. Η σχετική απόφαση (εφόσον πρόκειται για τροποποίηση του καταστατικού) λαμβάνεται από τη ΓΣ με τη συνήθη απαρτία και πλειοψηφία. Στην περίπτωση, όμως, της έκδοσης προνομιούχων μετοχών μέσω της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ απαιτείται σχετική απόφαση της ΓΣ: λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ. 130 §§3 και 4 και άρ. 132 §2). Κι ας μην ξεχνάμε πως οι συγκεκριμένες αποφάσεις (τροποποίηση καταστατικού και απόφαση αύξησης του κεφαλαίου είναι δυνατό να συνυπάρξουν στην ίδια ΓΣ (άρ. 4 §5). Σε περίπτωση που προϋπάρχουν προνομιούχοι μέτοχοι στην ΑΕ (προ)απαιτείται (αρ. 25 §§3 και 4 και 25 §1) εγκριτική απόφαση της συνέλευσής τους αλλά και άσκηση του δικαιώματος προτίμησής τους.

    Δυνατή είναι, επίσης, η μετατροπή κοινών μετοχών σε προνομιούχες -χωρίς αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ- επιφυλασσομένης της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων (άρ. 38 §7). Και στην περίπτωση, όμως, αυτή απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία της ΓΣ που θα λάβει τη σχετική απόφαση.

     

    Τα προνόμια

    1. Η μερική ή ολική απόληψη του διανεμόμενου μερίσματος, πριν τις κοινές μετοχές.
    2. Η προνομιακή απόδοση εισφοράς των δικαιούχων των μετοχών από το προϊόν μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου ή το προϊόν εκκαθάρισης, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής αυτών στα υπέρ το άρτιο ποσά, τα οποία είχαν τυχόν καταβληθεί.
    • Η καταβολή σωρευτικού μερίσματος (κι ως τέτοιου νοούνται τα μερίσματα προηγούμενων εταιρικών χρήσεων τα οποία δεν καταβλήθηκαν στους προνομιούχους μετόχους εξαιτίας της μη διανομής κερδών).
    1. Η καταβολή σταθερού μερίσματος ή η μερική, μόνον, συμμετοχή στα κέρδη της εταιρείας.
    2. Η απόληψη τόκου, είτε με παράλληλη πρόβλεψη της προϋπόθεσης περί μη συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα είτε χωρίς σχετική πρόβλεψη.

     

    Το δικαίωμα ψήφου

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατό να εκδοθούν με (ή χωρίς) δικαίωμα ψήφου. Στην περίπτωση έκδοσής τους χωρίς δικαίωμα ψήφου, δεν προσμετρώνται στην απαρτία και πλειοψηφία για τη λήψη απόφασης της ΓΣ. Η ονομαστική τους αξία λαμβάνεται υπόψη, όμως, στην άσκηση των δικαιωμάτων μειοψηφίας. Περιορισμός ως προς τον αριθμό των προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ δεν υφίσταται. Να θυμίσουμε μόνον ότι είναι, σε κάθε περίπτωση, αναγκαία η ύπαρξη μιας, έστω, κοινής μετοχής στην ΑΕ (άρ. 37 §2).

    Είναι, επίσης, δυνατή η έκδοση προνομιούχων μετοχών με περιορισμένο δικαίωμα ψήφου (για ορισμένα, μόνον, θέματα που προσδιορίζονται στο καταστατικό της ΑΕ-άρ. 37 §4).

     

    Οι μετατρέψιμες προνομιούχες μετοχές

    Οι προνομιούχες μετοχές είναι δυνατό να εκδοθούν ως μετατρέψιμες σε κοινές ή προνομιούχες άλλης κατηγορίας (άρ. 38 §3), στη βάση σχετικής (αρχικής ή επιγενόμενης) καταστατικής πρόβλεψης. Το καταστατικό πρέπει να ορίζει τους όρους και προθεσμίες αλλά και την υποχρεωτικότητα (ή μη) της μετατροπής. Το δικαίωμα μετατροπής είναι δυνατό να προβλεφθεί, για πρώτη φορά, με την απόφαση της ΓΣ για την έκδοση των προνομιούχων μετοχών (άρ. 38 §3). Στην περίπτωση επιγενόμενης της έκδοσής τους απόφασης, απαιτείται αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία τόσο από τη ΓΣ των κατόχων κοινών μετοχών όσο και από εκείνη των προνομιούχων (άρ. 38 §8 εδ. α΄ και β΄).

     

    Κατάργηση ή περιορισμός των προνομίων

    Η ολοσχερής κατάργηση των προνομίων των προνομιούχων μετοχών οδηγεί στη μετατροπή τους σε κοινές. Περιορισμός τους λαμβάνει χώρα στην περίπτωση που ένα από τα περισσότερα προνόμια καταργείται ή περιορίζεται καθώς και όταν εκδίδονται νέες προνομιούχες. Προϋποτίθεται, σε κάθε τέτοια περίπτωση, απόφαση της ιδιαίτερης συνέλευσης των προνομιούχων μετόχων που λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

     

    Το «Way Out» της επένδυσης

    Η δυνατότητα ρευστοποίησης της επένδυσης αποτελεί σημαντική παράμετρο για την επιλογή της. Κι όταν ως επένδυση επιλεγεί η κτήση προνομιούχων μετοχών, είναι δυνατό να την καταστήσουμε περισσότερο ελκυστική με τη ταυτόχρονη έκδοσή τους ως εξαγοράσιμων: ως ένα, επιπρόσθετο-δηλ., «προνόμιο». Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, ο χρόνος και τρόπος ρευστοποίησης της επένδυσης θα είναι εκ των προτέρων καθορισμένος όπως, εξάλλου, και το συνολικό-τελικό όφελος του επενδυτή.

     

    Η έκδοση προνομιούχων μετοχών αποτελεί, συχνά, μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα επιλογή τόσο για την ΑΕ όσο και για τον επενδυτή. Η πρώτη, μέσω αυτών, προσελκύει επενδυτικά κεφάλαια, ενισχύει την κεφαλαιακή της βάση, αυξάνει την πιστοληπτική της ικανότητα, γίνεται περισσότερο ελκυστική σε υποψήφιους επενδυτές. Η κατοχή προνομιούχων μετοχών, από την άλλη, αποτελεί μια εναλλακτική (και, συχνά, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα) επενδυτική επιλογή. Η προσθήκη (ή μη) δικαιώματος ψήφου είναι δυνατό να ικανοποιήσει επιμέρους ανάγκες κι επιλογές των εμπλεκομένων προσώπων. Στην περίπτωση, μάλιστα, που οι προνομιούχες μετοχές συμφωνηθούν εξαγοράσιμες το σχήμα είναι δυνατό να καταστεί περισσότερο ελκυστικό, τόσο για τους υφιστάμενους όσο και για τους νέους μετόχους. Περί αυτών όμως σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Ιουλίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Έκδοση Μετοχών: Κοινές, Ονομαστικές και Άυλες

    Έκδοση Μετοχών: Κοινές, Ονομαστικές και Άυλες

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις μετοχές, τη λειτουργία και την αξία τους. Επίσης: με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη μετοχική σχέση.

    Στο παρόν, θα μας απασχολήσει η έκδοσή τους. Θα μας απασχολήσουν, ειδικότερα, οι κοινές, οι ονομαστικές και οι άυλες μετοχές, η υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους.

     

    Οι Κοινές Μετοχές

    Οι μετοχές που εκδίδει μια ΑΕ ανήκουν, κατά το νόμο (άρ. 37 ν. 4548/18), στην κατηγορία των κοινών μετοχών-εφόσον όμως δεν εμπίπτουν σε οποιαδήποτε άλλη (:προνομιούχες, εξαγοράσιμες και αποσβεσμένες-κατά την Αιτ. Έκθεση της εν λόγω διάταξης).

    Η ΑΕ απαιτείται να έχει μία, τουλάχιστον, κοινή μετοχή (άρ. 37 §2).   Πρόκειται για πρόβλεψη που τέθηκε, το πρώτον, με το ν. 4548/2018. Υπό το προϊσχύσαν, αντίθετα, καθεστώς, υφίσταντο ποσοτικοί περιορισμοί, που αφορούσαν την έκδοση προνομιούχων και εξαγοράσιμων μετοχών (άρ. 4 ν. 876/1979). Οι εν λόγω περιορισμοί καταργήθηκαν, ωστόσο, με τη θέση σε ισχύ του ν. 4548/2018.

    Οι κοινές μετοχές παρέχουν όλα τα δικαιώματα που προβλέπει ο νόμος (άρ. 37 §3). Εκτός εκείνων, φυσικά, που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες μετοχών. Σε κάθε περίπτωση, όμως, παρέχουν δικαίωμα ψήφου καθώς και δικαίωμα απόληψης των κερδών και του προϊόντος της εκκαθάρισης της εταιρείας.

     

    Η Τιμή Έκδοσης των Μετοχών

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε, μεταξύ άλλων, στην ονομαστική αξία της μετοχής (0,04€-100€). Η τιμή έκδοσής της, αντίθετα, διαμορφώνεται, καταρχήν, ελεύθερα από την ΑΕ. Δεν είναι επιτρεπτή, όμως (άρ. 35 §2), η έκδοση μετοχών σε τιμή κατώτερη του αρτίου (σε τιμή, δηλ., που υπολείπεται της ονομαστικής τους αξίας). Τούτο είναι εύλογο, καθώς σε περίπτωση έλλειψης της σχετικής πρόβλεψης δεν θα καταβάλλονταν το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου.

    Είναι δυνατή, αντίθετα, η έκδοση μετοχών σε τιμή μεγαλύτερη της ονομαστικής τους αξίας: η έκδοσή τους, δηλ., υπέρ το άρτιο (άρ. 35 §3). Σε κάποιες, μάλιστα, περιπτώσεις η υπέρ το άρτιο έκδοση μετοχών αξιολογείται ως επιβεβλημένη. Σε κάποιες περιπτώσεις αύξησης, λ.χ., του μετοχικού κεφαλαίου, ο μέτοχος είναι ενδεδειγμένο να καταβάλλει αντίτιμο και για την υπεραξία που έχει αποκτήσει η ΑΕ. Διαφυλάσσεται, εξάλλου, με τον τρόπο αυτό, η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μετόχων.

    Τα υπέρ το άρτιο ποσά συνιστούν στοιχείο της καθαρής θέσης της ΑΕ (άρ. 26 §1, περ. α1 και υποδείγματα Παρ. Β΄). Ανήκουν μεν στο «καταβλημένο κεφάλαιο», δεν θα πρέπει, ωστόσο, να συγχέονται με το μετοχικό κεφάλαιο: αποτελούν συμπληρωματικό κεφάλαιο, η ύπαρξη του οποίου θεμελιώνει υποχρέωση καταβολής φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου (113/2009 ΝΣΚ, 1044/03.02.2014 ΠΟΛ).

    Τα υπέρ το άρτιο ποσά δεν μπορούν να διατεθούν για πληρωμή μερισμάτων ή ποσοστών (άρ. 35 §3 ν. 4548/2018). Είναι δυνατό, ωστόσο, (α) να κεφαλαιοποιηθούν ή (β) να συμψηφισθούν προς απόσβεση ζημιών της ΑΕ, κατόπιν απόφασης της ΓΣ (άρ. 35 §3).

    Η δυνατότητα συμψηφισμού του υπέρ του αρτίου ποσού με την απόσβεση ζημιών είναι επικουρική (Αιτ. Έκθεση άρ. 49§4 ν. 4587/2018, που τροποποίησε την §3 του άρθρου 35 ν. 4548/2018). Τούτο σημαίνει ότι το ως άνω ποσό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την απόσβεση ζημιών, εφόσον η ΑΕ δεν διαθέτει αποθεματικά ή άλλη κονδύλια που μπορούν, καταρχάς, να χρησιμοποιηθούν για τον ως άνω σκοπό.

    Σε περίπτωση μερικής καταβολής του μετοχικού κεφαλαίου, εφόσον προβλέπεται έκδοση μετοχών υπέρ το άρτιο, η διαφορά καταβάλλεται ολόκληρη, εφάπαξ, κατά την καταβολή της πρώτης δόσης (άρ. 21 §3, περ. β΄, εδ. β΄).

     

    Έκδοση μετοχών: Ονομαστικές Μετοχές & Κατάργηση των Ανωνύμων

    Η ΑΕ υποχρεούται να εκδίδει, αποκλειστικά, ονομαστικές μετοχές (άρθρ. 40 §1). Οι ανώνυμες μετοχές καταργήθηκαν ήδη (από 1.1.2020).

    Οι λόγοι κατάργησης των ανώνυμων μετοχών είναι αρκετοί (βλ. Αιτ. Έκθεση ν. 4548/2018). Αρχικά: η κατάργηση των ανώνυμων μετοχών αποσκοπεί σε ρυθμιστική απλοποίηση, καθώς ισχύουν, πλέον, ενιαίοι κανόνες για τις μετοχές της ΑΕ˙ δεν υφίσταται, πλέον, διάκριση ως προς τις ονομαστικές και τις ανώνυμες.

    Άλλωστε, η συγκεκριμένη διάκριση και το πλεονέκτημα των ανώνυμων μετοχών ως προς την ευχερέστερη μεταβίβασή τους είχαν, ήδη, σχετικοποιηθεί. Ως προς τις εισηγμένες μετοχές, εφαρμόζονταν (και πριν τη θέσπιση του ν. 4548/2018) οι ίδιες, ενιαίες, διατάξεις για τη μεταβίβαση των μετοχών-ονομαστικών (η συντριπτική, τότε, πλειονότητα) και ανωνύμων (περίπου δέκα κατά τη θέσπιση του νόμου). Επίσης, η εθνική έννομη τάξη περιείχε κανόνες δικαίου, και ιδίως, κανόνες φορολογικού δικαίου, οι οποίοι επέβαλλαν την κατάρτιση εγγράφου και για τη μεταβίβαση των ανώνυμων μετοχών.

    Περαιτέρω, η κατάργηση των ανώνυμων μετοχών αποτελεί το πλέον δραστικό μέτρο και απλούστερο μέσο για την αποφυγή των κινδύνων που αυτές επιφυλάσσουν λόγω ακριβώς της ανωνυμίας τους. Τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω των εργασιών τους έχουν, από μακρού χρόνου, ζητήσει από τα κράτη-μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι ανώνυμες μετοχές δεν θα αποτελέσουν μέσο καταχρηστικών πρακτικών (λ.χ. ξέπλυμα βρώμικου χρήματος).

    Επισημαίνεται ότι η Ελλάδα έχει ενσωματώσει στην εθνική έννομη τάξη την 2015/849/ΕΕ Οδηγία σχετικά µε την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση με εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας με τον ν. 4557/2018. Η περαιτέρω αναφορά στον νόμο αυτό εκφεύγει του περιεχομένου του παρόντος. Επισημαίνεται, ωστόσο, ότι η παράλληλη επεξεργασία του προαναφερόμενου νόμου και του νέου νόμου των ΑΕ διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για την επιλογή του απλούστερου μέτρου της κατάργησης των ανώνυμων μετοχών.

     

    Υποχρέωση Έκδοσης Μετοχικών Τίτλων

    Η σημασία των μετοχών είναι πολυσήμαντη. Με τον όρο μετοχή νοείται, μεταξύ άλλων, ο τίτλος στον οποίο ενσωματώνεται η μετοχική σχέση.

    Ειδικότερα, η ΑΕ υποχρεούται να εκδώσει και να παραδώσει στους μετόχους μετοχικούς τίτλους (άρ. 40 §3). Μάλιστα, υπό το ισχύον καθεστώς, εκδίδονται μόνον οριστικοί και όχι προσωρινοί μετοχικοί τίτλοι. Με τη διενέργεια της έκδοσης και παράδοσης των μετοχικών τίτλων επιφορτίζεται το ΔΣ. Το τελευταίο (ΔΣ) ενεργεί εντός των ορίων των τυχόν ειδικότερων προβλέψεων του καταστατικού της ΑΕ. Αντίστοιχα, υπέρ των μετόχων γεννάται αξίωση προς την ΑΕ για έκδοση και παράδοση των μετοχικών τίτλων.

    Προβλέπεται, επίσης, ρητά ότι οι μετοχικοί τίτλοι είναι δυνατό να είναι απλοί ή πολλαπλοί. Στους πολλαπλούς μετοχικούς τίτλους ενσωματώνονται περισσότερες μετοχικές σχέσεις και, αντίστοιχα, περισσότερα μετοχικά δικαιώματα. Ακριβώς το γεγονός αυτό, όμως, ενδέχεται να καθιστά δυσχερέστερη την εμπορευσιμότητά τους. Ωστόσο, ο νόμος θεσπίζει ρητά την υποχρέωση της ΑΕ να αντικαταστήσει τυχόν υπάρχοντες πολλαπλούς τίτλους με νέους, οι οποίοι ενσωματώνουν μικρότερο αριθμό μετοχών-εφόσον υπάρξει σχετική αίτηση.

    Η έκδοση μετοχικών τίτλων επιτελεί νομιμοποιητικό ρόλο αφενός για τους μετόχους αφετέρου για την ΑΕ. Ωστόσο, όπως, ήδη, επισημάναμε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, η έκδοση αυτών έχει απλώς δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα. Ήτοι αποτελεί προηγούμενη υποχρέωση της θεμελίωσης της μετοχικής σχέσης.

    Το καταστατικό μπορεί να αποκλείει ή να περιορίζει την υποχρέωση της ΑΕ να εκδίδει μετοχικούς τίτλους (άρ. 40 §4, εδ. α΄). Στην περίπτωση αυτή, η σχετική καταστατική ρήτρα ορίζει τον τρόπο απόδειξης της μετοχικής ιδιότητας (άρ. 40 §4, εδ. β΄). Σε περίπτωση έλλειψής της, η απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας γίνεται, τότε, βάσει των στοιχείων του βιβλίου μετόχων. Επικουρικά και εφόσον το βιβλίο μετόχων καταλείπει αμφιβολίες ή δεν έχει τηρηθεί ορθά, βάσει εγγράφων που κατέχει ο μέτοχος (άρ. 40 §4 in fine).

    Το Βιβλίο Μετόχων

    Η τήρηση του βιβλίου μετόχων συνιστά υποχρέωση της ΑΕ σε κάθε περίπτωση (άρ. 40 §2 εδ. α΄). Ο νόμος, μάλιστα, προβαίνει σε ρητή απαρίθμηση των στοιχείων των μετόχων που το βιβλίο αυτό πρέπει να περιλαμβάνει. Πρόκειται για: (α) το ονοματεπώνυμο ή την εταιρική τους επωνυμία, (β) τη διεύθυνση ή την έδρα τους, (γ) το επάγγελμα, (δ) την εθνικότητα, (ε) τον αριθμό των μετοχών που κατέχουν και (στ) την κατηγορία των μετοχών αυτών (άρ. 40 §2 εδ. β΄ και γ΄). Επίσης, (ζ) τα στοιχεία της (ενδεχόμενης) μεταβίβασής τους (άρ. 41 §2).

    Ο νόμος δεν προβλέπει συγκεκριμένη διαδικασία τήρησης του βιβλίου μετόχων. Παρέχει, όμως, τη δυνατότητα, μέσω καταστατικής πρόβλεψης, να τηρείται ηλεκτρονικά. Εναλλακτικά: από το κεντρικό αποθετήριο τίτλων, από πιστωτικό ίδρυμα ή από επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, που έχουν το δικαίωμα να φυλάσσουν χρηματοπιστωτικά μέσα. Εφόσον δεν υφίσταται σχετική καταστατική πρόβλεψη διατηρείται ο κανόνας της έγχαρτης τήρησής του.

    Το βιβλίο μετόχων παρέχει μείζονος σημασίας διευκολύνσεις ως προς την απόδειξη της μετοχικής ιδιότητας. Φέρει την αποδεικτική ισχύ των εμπορικών βιβλίων (άρ. 444 αριθμ. 1 ΚΠολΔ). Η αποδεικτική του σημασία, μάλιστα, αναδεικνύεται από τον ίδιο τον νόμο: ως μέτοχος, έναντι της εταιρείας, θεωρείται ο εγγεγραμμένος στο εν λόγω βιβλίο (άρ. 40 παρ. 2 in fine). Σαφώς, όμως, υπό την προϋπόθεση της ορθής τήρησής του, άλλως, απεκδύεται της αποδεικτικής του δύναμης.

    Τυχόν μη (ορθή) τήρηση στην ΑΕ του βιβλίου μετόχων επιφέρει δυσμενείς έννομες συνέπειες. Πρόκειται, καταρχάς, για φορολογική παράβαση, η οποία επισύρει πρόστιμο. Παράλληλα η μη (ορθή) τήρηση του ενδέχεται να θεμελιώσει αστική ευθύνη της ΑΕ έναντι τρίτων. Ενδεχομένως, και προσωπική ευθύνη των μελών του ΔΣ, τα οποία επιφορτίζονται με την τήρησή του (71 ΑΚ).

     

    Έκδοση μετοχών: Άυλες Μετοχές

    Η περίπτωση για την μη έκδοση μετοχών δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση ύπαρξης άυλων μετοχών. Στην τελευταία περίπτωση υφίστανται μεν μετοχές, πρόκειται όμως για μετοχές που εκδίδονται και τηρούνται σε λογιστική μορφή.

    Η υποχρέωση αποϋλοποίησης των μετοχών είχε καταστεί υποχρεωτική για τις εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά ΑΕ, ήδη, με τον ν. 2396/1996. Στην βάση της αποϋλοποίησης, οι μετοχές δεν είναι έγχαρτες. Αντίθετα, καταχωρίζονται με λογιστική μορφή και παρακολουθούνται σε ηλεκτρονικό αρχείο, σε μητρώο κινητών αξιών (λ.χ. στο ΣΑΤ, στην περίπτωση του ΧΑ). Σκοπός της συγκεκριμένης υποχρέωσης,  είναι η ασφάλεια και η μείωση του κόστους συναλλαγών καθώς και η ταχύτερη και απλούστερη μεταβίβαση των μετοχών αυτών.

    Η έκδοση άυλων μετοχών καθίσταται δυνατή, ήδη, και για τις μη εισηγμένες ΑΕ.

    Οι μετοχές της ΑΕ είναι δυνατό να τηρούνται σε λογιστική μορφή, όχι μόνον ύστερα από αποϋλοποίηση, αλλά και κατόπιν ακινητοποίησης (και για τις δύο περιπτώσεις: άρ. 40 §5 ν. 4548/2018 και Κανονισμός (ΕΕ) 909/2014). Με τον όρο ακινητοποίηση καλείται η πράξη συγκέντρωσης των υλικών τίτλων σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων, ώστε το σύνολο των μεταφορών που θα ακολουθήσουν, να δύναται να πραγματοποιηθούν  με λογιστική εγγραφή. Το καταστατικό της ΑΕ πρέπει να προβλέπει τον, εκ των ανωτέρω δύο, ειδικότερο τρόπο έκδοσης και τήρησης των μετοχών της σε κεντρικό αποθετήριο τίτλων.

    Σε περίπτωση μετοχών που έχουν εκδοθεί σε λογιστική μορφή, μέτοχος έναντι της εταιρείας θεωρείται (άρ. 40 §6) όχι μόνον ο εγγεγραμμένος στο μητρώο κεντρικού αποθετηρίου τίτλων, αλλά και ο ταυτοποιούμενος ως τέτοιος μέσω των εγγεγραμμένων διαμεσολαβητών.

     

    Οι μετοχές αποτελούν, όπως έχουμε ήδη επισημάνει, τους πλέον συνήθεις και σημαντικούς τίτλους από εκείνους που εκδίδει η ΑΕ. Εξ αυτών, περισσότερο σημαντικές και αναγκαίες: οι κοινές. Άλλες διακρίσεις/διασαφήσεις και πρόνοιες του νόμου (λ.χ. ονομαστικές και άυλες μετοχές, υποχρέωση (ή μη) έκδοσης μετοχικών τίτλων καθώς και η υπό/υπέρ το άρτιο έκδοσή τους) καθιστούν ευχερέστερη την κατανόηση της, κατά το νόμο, λειτουργίας τους και, αυτονοήτως, την βέλτιστη επιχειρηματική αξιοποίησή τους. Περί αυτής, εξάλλου, και η επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 26 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Μετοχές: Έννοια, Αξία, Δικαιώματα και Υποχρεώσεις

    Μετοχές: Έννοια, Αξία, Δικαιώματα και Υποχρεώσεις

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στους τίτλους, που δικαιούται να εκδώσει η ΑΕ-στο πλαίσιο (και) της χρηματοδότησής της. Μεταξύ αυτών και οι (περισσότερο γνωστές και σε όλους μας οικείες) μετοχές. Κάποιες ενότητές τους θα μας απασχολήσουν στο παρόν. Μεταξύ αυτών: η έννοια και η αξία τους, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών τους.

     

    Η Έννοια Της Μετοχής

    Την έννοια της μετοχής προσδιορίσαμε, ήδη, ως «πολυσήμαντη!». Και τούτο γιατί, όπως γίνεται δεκτό από τη νομολογία, ο όρος μετοχή δηλώνει: (α) «…το μερίδιο του εταιρικού κεφαλαίου». Επίσης, (β) «…το δικαίωμα συμμετοχής στην εταιρία». Τέλος, (γ) «…τον τίτλο στο οποίο ενσωματώνεται το δικαίωμα αυτό» (ενδ. 1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, 4968/1993 ΕφΑθ). Ειδικότερα:

    Τμήμα/Μερίδιο Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Διαπιστώσαμε, ήδη-στην προαναφερθείσα αρθρογραφία μας, πως ως μετοχή νοείται, κατ’ αρχάς, ένα τμήμα/μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου. Το τελευταίο (:μετοχικό κεφάλαιο) της ΑΕ, διαιρείται σε ισότιμα, τέτοια, μερίδια. Το άθροισμα της ονομαστικής τους αξίας είναι που συναπαρτίζει το μετοχικό κεφάλαιο (άρ. 1 §1, εδ. β΄ και 34, εδ. α΄ ν. 4548/2018).

    Μετοχική Σχέση

    Ως τέτοια νοείται η έννομη σχέση που συνδέει τον μέτοχο με την ΑΕ. Η μετοχική σχέση, κατά τη νομολογία, αρχίζει να υφίσταται αφότου η εταιρία αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Έκτοτε, και μόνον, είναι δυνατό να λάβει χώρα η μεταβίβασή της.

    Η μετοχική ιδιότητα αποκτάται, πρωτότυπα, με την ανάληψη μιας, τουλάχιστον, μετοχής κατά την ίδρυση της ΑΕ ή στο πλαίσιο αύξησης μετοχικού κεφαλαίου με έκδοση νέων μετοχών˙ πριν την καταβολή, μάλιστα, του κεφαλαίου. Αποκτάται, εναλλακτικά, κατά τρόπο παράγωγο-με μεταβίβαση «εν ζωή ή αιτία θανάτου» (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ).

    Η μετοχική ιδιότητα παύει για λόγους που ανάγονται: (α) στο πρόσωπο του μετόχου (λ.χ. μεταβίβαση μετοχών, άσκηση δικαιώματος εξαγοράς από τον μέτοχο), (β) στην ίδια την ΑΕ (λ.χ. ακύρωση μετοχών λόγω μη καταβολής εισφορών, άσκηση δικαιώματος εξαγοράς από την ΑΕ) ή (γ) σε άλλους λόγους (λ.χ. ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της ΑΕ).

    Η δημιουργία της μετοχικής σχέσης συνδέεται με τη θέσπιση συγκεκριμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

     

    Δικαιώματα Από Τη Μετοχική Σχέση

    Από την μετοχική σχέση απορρέουν δικαιώματα διοίκησης αλλά και περιουσιακά όμοια:

    Δικαιώματα Διοίκησης

    Ο μέτοχος δικαιούται να συμμετέχει και να ψηφίζει στη ΓΣ, η οποία (δικαιούται να) αποφασίζει για κάθε εταιρική υπόθεση, σύμφωνα με το νόμο (άρ. 116). Ο μέτοχος, με τον τρόπο αυτό, συμμετέχει στη λήψη αποφάσεων αναφορικά με τα περισσότερο σημαντικά, κατά το νόμο και το καταστατικό, εταιρικά ζητήματα (βλ. σχετικά άρ. 130 §3). Επίσης: να ενημερώνεται για τις εταιρικές υποθέσεις και να ελέγχει τη διαχείριση της ΑΕ. Ελάχιστη διασφάλιση του μετόχου συνιστούν τα, κατά το νόμο, δικαιώματα μειοψηφίας.

    Ενδέχεται, ωστόσο, κάποιοι μέτοχοι να στερούνται του δικαιώματος ψήφου (λ.χ.: κάτοχοι προνομιούχων μετοχών χωρίς δικαίωμα ψήφου). Οι συγκεκριμένοι μέτοχοι προσβλέπουν στα, κατά περίπτωση, περιουσιακά δικαιώματα.

    Περιουσιακά Δικαιώματα

    Κύρια, μεταξύ αυτών, τα δικαιώματα συμμετοχής: (α) στα κέρδη και (β) στο προϊόν της εκκαθάρισης. Παρά το γεγονός όμως ότι ο μέτοχος διατηρεί, λόγω της ιδιότητάς του, τις συγκεκριμένες χρηματικές αξιώσεις κατά της ΑΕ, δεν καθίσταται, εκ του λόγου αυτού, δανειστής της.

    Ειδικά όμως όσον αφορά το δικαίωμα προτίμησης: έχει μικτό χαρακτήρα, καθώς εμπίπτει και στις δύο, προαναφερθείσες, κατηγορίες μετοχικών δικαιωμάτων (ενδ. 3403/2006 ΕφΑθ)-βλ. και προηγούμενη αρθρογραφία μας.

     

    Υποχρεώσεις Από Τη Μετοχική Σχέση

    Μοναδική υποχρέωση του μετόχου, που απορρέει από τη μετοχική σχέση, φαίνεται πως είναι, σε ένα πρώτο επίπεδο, η καταβολή εισφοράς: κατά την ίδρυση της ΑΕ ή την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου. Ωστόσο, η αρχή αυτή φαίνεται να διασπάται από την ύπαρξη επιπρόσθετων υποχρεώσεων (λ.χ. φορολογικών ή/και εκείνων που ανακύπτουν από την άρση της νομικής αυτοτέλειας της ΑΕ). Επίσης από την υποχρέωση πίστης αλλά κι εκείνη της μη καταχρηστικής άσκησης δικαιωμάτων Διοίκησης. Αναλυτικότερα:

    Υποχρέωση Μη Καταχρηστικής Άσκησης Δικαιωμάτων Διοίκησης

    Ο μέτοχος υποχρεούται να μην προβαίνει σε καταχρηστική άσκηση των δικαιωμάτων του. Η άσκηση του δικαιώματος ψήφου είναι μεν ελεύθερη, απαγορεύεται όμως (κατ’ άρθρο 281 ΑΚ) όταν ασκείται καταχρηστικά. Δεν δικαιούται, δηλ., ο πλειοψηφών μέτοχος να λαμβάνει αποφάσεις αποσκοπώντας σε βλάβη της μειοψηφίας. Στο πλαίσιο αυτό, τυχόν καταχρηστική ψήφος του μετόχου πάσχει από ακυρότητα. Κατ’ επέκταση, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 137), και η σχετική απόφαση της ΓΣ είναι ακυρώσιμη. Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τα δικαιώματα μειοψηφίας.

    Υποχρέωση Πίστης

    Τον μέτοχο βαρύνει η (σημαντική αν και από μερίδα νομικών αμφισβητούμενη) υποχρέωση πίστης-τόσο προς την ΑΕ όσο και προς τους λοιπούς μετόχους (432/2016 ΑΠ). Το περιεχόμενό της αναφέρεται στην υποχρέωση του μετόχου να μην εκμεταλλεύεται την ιδιότητα και την επιρροή του, προκειμένου να προκαλέσει βλάβη/ζημία στην ΑΕ ή/και στους λοιπούς μετόχους.

     

    Τίτλος

    Η μετοχική ιδιότητα ενσωματώνεται, όπως ήδη αναφέραμε, στη μετοχή. Υπό την έννοια αυτή, η μετοχή υποδηλώνει τον τίτλο (άρ. 34, εδ. β΄ ν. 4548/2018). Ο εν λόγω τίτλος, ανήκει στην κατηγορία των αξιογράφων, που εγχαρτώνουν το μετοχικό δικαίωμα (1053/2012 ΜονΠρωτΡοδ)˙ δεν ενσωματώνουν, δηλ., χρηματική απαίτηση.

    Όπως και ανωτέρω αναφέρθηκε, η μετοχική σχέση αρχίζει να υφίσταται αφότου η εταιρία αποκτήσει νομική προσωπικότητα. Όχι, δηλαδή, από την έκδοση των μετοχών, η οποία δεν είναι υποχρεωτική για την ΑΕ. Τούτο σημαίνει ότι η έκδοση των τίτλων έχει δηλωτικό και όχι συστατικό χαρακτήρα (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ).

    Σε κάθε περίπτωση, όπως προβλέπεται ρητά, οι μετοχές της ΑΕ μπορεί να είναι άυλες, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του νόμου (άρ. 34 in fine ν. 4548/2018).

     

    Η Αξία Της Μετοχής

    Οι μετοχές εμπεριέχουν αξία, η οποία αποτελεί αντανάκλαση της αξίας της εταιρικής περιουσίας. Η αξία έχει διαφορετικό, κατά περίπτωση, περιεχόμενο (1227/2011 ΠολΠρωτΑθ, με περαιτέρω παραπομπή σε Νισυραίο, Δίκαιο της ΑΕ, επιμέλεια Ε. Περάκη, πρώτος τόμ., σελ. 438-439):

    (α) Ονομαστική Αξία: Πρόκειται για την αξία που αναγράφεται στον τίτλο (αρ. 35). Υποδηλώνει το τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου που εκπροσωπεί η μετοχή (:το πηλίκο της διαίρεσης του μετοχικού κεφαλαίου με τον συνολικό αριθμό των μετοχών).

    Η ονομαστική αξία κάθε μετοχής δεν μπορεί να υπολείπεται τα 0,04€ ούτε να υπερβαίνει τα 100€ (άρ. 35 §1). Το ακριβές ποσό της προσδιορίζεται, ελεύθερα μέσα στα συγκεκριμένα όρια,  στο ιδρυτικό καταστατικό. Εναλλακτικά: στις αποφάσεις των αρμόδιων εταιρικών οργάνων-σε περίπτωση αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου.

    Η ονομαστική αξία κάθε μετοχής οφείλει να είναι η ίδια για όλες τις μετοχές. Είναι δυνατό, κατ’ εξαίρεση, μετοχές που ανήκουν σε συγκεκριμένη σειρά ή κατηγορία να έχουν διαφορετική ονομαστική αξία από τις υπόλοιπες.

    (β) Πραγματική (Εσωτερική) Αξία: Προκύπτει από τη διαίρεση της πραγματικής αξίας της περιουσίας της ΑΕ με τον αριθμό των μετοχών της. Ακριβέστερα: το άθροισμα της αποτίμησης του συνόλου των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού της ΑΕ (στην πραγματική τους αξία σε δεδομένη χρονική στιγμή) διαιρείται διά του συνολικού αριθμού των μετοχών της.

    (γ) Αγοραία (ή Τρέχουσα) Αξία: Πρόκειται για την τιμή της μετοχής στην αγορά: διαμορφώνεται βάσει των συνθηκών προσφοράς και ζήτησης, αλλά και από άλλους παράγοντες, όπως: οι προβλέψεις πραγματοποιήσεως κερδών ή ζημιών, οι προοπτικές ευόδωσης των εταιρικών εργασιών, η ικανότητα των οργάνων διοίκησης η πορεία της εταιρίας.

    (δ) Χρηματιστηριακή Αξία: Αφορά στις εταιρείες που οι μετοχές τους είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά. Πρόκειται για την αξία των συγκεκριμένων μετοχών, όπως διαμορφώνεται στην Χρηματιστηριακή αγορά δεδομένη χρονική στιγμή.

    (ε) Λογιστική Αξία: Προκύπτει από τη διαίρεση της λογιστικής καθαρής θέσης της ΑΕ με τον συνολικό αριθμό των μετοχών.

     

    Η Αρχής Της Ισότητας & Ίσης Μεταχείρισης Των Μετόχων

    Η αρχή της ισότητας των δικαιωμάτων των μετόχων καθώς και της ίσης μεταχείρισης εκείνων (:των μετόχων) που βρίσκονται στην ίδια θέση, θεσπίζεται από το νόμο (άρ. 36). Συγκεκριμένα:

    Αρχή Της Ισότητας

    Τα δικαιώματα των μετόχων, που απορρέουν από την μετοχή, είναι υποχρεωτικά ανάλογα προς το ποσοστό του κεφαλαίου που αυτή αντιπροσωπεύει. Η ισότητα, δηλαδή, προβλέπεται ως αναλογική και όχι αριθμητική. Σε περίπτωση όμως περισσότερων κατηγοριών μετοχών, η αρχή της ισότητας αφορά το σύνολο των μετοχών της ίδιας κατηγορίας.

    Επιπρόσθετα: κάθε μετοχή παρέχει δικαίωμα ψήφου. Δεν είναι δυνατό, επομένως, να τίθενται περιορισμοί στο συγκεκριμένο δικαίωμα-εκτός κι αν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά. Ρητή εξαίρεση, κατά το άρ. 36 §1, αποτελούν οι προνομιούχες μετοχές (άρ. 38 ν. 4548/2018), οι οποίες παρέχουν μεν περιουσιακά δικαιώματα, όχι όμως, κατ’ ανάγκη, και δικαίωμα ψήφου.

    Ο νόμος, περαιτέρω, προβλέπει και καθιστά επιτρεπτές κι άλλες ανισότητας (λ.χ. απευθείας διορισμός μέλους ΔΣ από μέτοχο).

    Αρχή Της Ίσης Μεταχείρισης

    Είναι νομοθετικά διασφαλισμένη (άρ. 36 §2) η ίση μεταχείριση όλων των μετόχων, που βρίσκονται στην ίδια θέση. Δεν δικαιούται, κατά τούτο, η ΑΕ να απονέμει ή να αφαιρεί δικαιώματα (άνευ ετέρου-μέσω των οργάνων της) από συγκεκριμένους μετόχους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τροπή κοινών μετοχών σε προνομιούχες. Η επιλογή των προς τροπή μετοχών θα πρέπει επαρκώς να δικαιολογείται. Σε κάθε περίπτωση: κριτήριο για την τήρηση της ίσης μεταχείρισης των μετόχων αποτελεί το εταιρικό συμφέρον και η αρχή της αναλογικότητας.

    Αποκλίσεις από τη συγκεκριμένη αρχή, ωστόσο, είναι δυνατό να επιτραπούν. Η συναίνεση του θιγομένου αποτελεί προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σχετικής απόφασης. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις, απαιτείται  ομοφωνία των μετόχων.

     

    Μεταξύ των περισσότερων τίτλων που δικαιούται να εκδώσει η ΑΕ, σημαίνουσα θέση κατέχουν οι μετοχές. Στους φορείς τους αναγνωρίζεται σειρά δικαιωμάτων αλλά και, συγκεκριμένων, υποχρεώσεων. Η γνώση αμφοτέρων αλλά και, ιδίως, η άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτές είναι που τους αποδίδουν την αξία τους. Το «ταξίδι», όμως, της κατανόησης των μετοχών δεν σταματά εδώ! Σε επόμενη αρθρογραφία μας θα προχωρήσουμε σε περαιτέρω διερεύνησή τους (ενδ.: των ονομαστικών, άυλων, τιμής έκδοσης, υποχρέωσης έκδοσης μετοχικών τίτλων). Θα γίνει, με τον τρόπο αυτό, περισσότερο κατανοητή η σημασία και αξία τους!

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οι εκδιδόμενοι από την ΑΕ τίτλοι (και) ως μέσο χρηματοδότησής της

    Οι εκδιδόμενοι από την ΑΕ τίτλοι (και) ως μέσο χρηματοδότησής της

    Προφανής, όσο και αναγκαία, προϋπόθεση για την επίτευξη του (εταιρικού) σκοπού της ΑΕ, αποτελεί η χρηματοδότησή της. Εφικτή, ενδέχεται να αποδεικνύεται, η αυτοχρηματοδότησή της-μέσω της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή/και των αποθεματικών της. Κι αν ανέφικτη, ασφαλή εναλλακτική συνιστά η εξωτερική χρηματοδότησή της.  Μεταξύ των πηγών της τελευταίας, πέραν της πλέον προφανούς και συνήθους (:τραπεζικός δανεισμός), η έκδοση τίτλων. Περί αυτών, ως πρόγευση, το παρόν. Αναλυτικότερα, για τους επιμέρους τίτλους και δυνατότητες, επόμενη αρθρογραφία μας.

     

    Είδη Εκδιδόμενων Τίτλων

    Η ΑΕ δικαιούται να προβεί στην έκδοση συγκεκριμένων τίτλων (:άρ. 33 §1 ν. 4548/2018). Ο σχετικός κατάλογος είναι καταρχήν, και κατά την Αιτ. Έκθεση, περιοριστικός (:«numerus clausus»). Τα είδη τίτλων, που είναι δυνατό να εκδώσει η ΑΕ, είναι αυτά που στη συνέχεια αναφέρονται:

    Μετοχές

    Η έννοια τους πολυσήμαντη!

    Ως μετοχή νοείται, κατ’ αρχάς, ένα τμήμα/μερίδιο του μετοχικού κεφαλαίου. Το τελευταίο (:μετοχικό κεφάλαιο) της ΑΕ, διαιρείται σε ισότιμα, τέτοια, μερίδια. Το άθροισμα της ονομαστικής αξίας των επιμέρους μετοχών/μεριδίων είναι που συναπαρτίζει το μετοχικό κεφάλαιο.

    Ως μετοχή νοείται, επίσης, το μετοχικό δικαίωμα, η μετοχική, δηλ., σχέση.

    Νοείται, επιπρόσθετα, και ο τίτλος-το αξιόγραφο, δηλ., στο οποίο ενσωματώνεται το μετοχικό  δικαίωμα, εφόσον η ΑΕ εκδίδει μετοχές.

    Οι μετοχές ρυθμίζονται στα άρθρα 34 έως 55 ν. 4548/2018.

    Ομολογίες

    Σε ομολογίες διαιρείται το ομολογιακό δάνειο, το οποίο εκδίδεται από την ΑΕ (άρ. 59 §1 εδ. α΄ ν. 4548/2018). Πιο συγκεκριμένα: το ποσό του ομολογιακού δανείου διαιρείται σε ίσα τμήματα, καθένα από τα οποία αποτελεί την ονομαστική αξία της ομολογίας, στην οποία ενσωματώνεται. Οι ομολογίες μπορεί να είναι ονομαστικές ή ανώνυμες. Για το ομολογιακό δάνειο είναι δυνατό να εκδοθεί και μία, μόνη, ομολογία.

    Οι ομολογίες ρυθμίζονται στα άρθρα 59 έως 74 ν. 4548/2018.

    Τίτλοι Κτήσεις Μετοχών (Warrants)

    Πρόκειται, επίσης, για τίτλους που εκδίδονται από την ΑΕ. Παρέχουν το διαπλαστικό δικαίωμα στους δικαιούχους τους (:δικαίωμα προαίρεσης) να αποκτήσουν, με μόνη τη δική τους δήλωση, μετοχές της εκδότριας έναντι προσυμφωνημένου τιμήματος. Η δήλωση αυτή είναι υποχρεωτικό να απευθυνθεί στην ΑΕ μέσα σε (προ)καθορισμένη προθεσμία.

    Τα warrants ρυθμίζονται στα άρθρα 56 έως 58 ν. 4548/2018.

    Ιδρυτικοί Τίτλοι

    Διακρίνονται σε κοινούς (άρθρο 75) και εξαιρετικούς (άρθρο 76).

    Οι πρώτοι (:κοινοί) χορηγούνται σε ιδρυτές της ΑΕ, ως ανταμοιβή για υπηρεσίες που προσέφεραν κατά τη σύστασή της. Οι τίτλοι αυτοί δεν έχουν ονομαστική αξία και δεν παρέχουν δικαίωμα συμμετοχής στη διοίκηση ΑΕ ούτε και στο προϊόν εκκαθάρισής της. Παρέχουν, όμως, δικαίωμα απόληψης έως του ¼ των καθαρών κερδών, μετά την αφαίρεση των ποσών για τον σχηματισμό του τακτικού αποθεματικού και τη διανομή του πρώτου μερίσματος.

    Οι εξαιρετικοί ιδρυτικοί τίτλοι, αντίθετα, συνιστούν αντάλλαγμα για την παραχώρηση προς την εταιρία, κατά τη σύστασή της ή τη λειτουργία της, συγκεκριμένων αντικειμένων (όχι χρημάτων). Τα αντικείμενα αυτά, ωστόσο, δεν συνιστούν εισφορές σε είδος και η αξία τους δεν εκπροσωπεί τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου.

    Οι ιδρυτικοί τίτλοι ρυθμίζονται στα άρθρα 75 και 76 ν. 4548/2018.

    Άλλοι(;)Τίτλοι

    Ο νόμος (άρ. 33) παρέχει τη δυνατότητα στην ΑΕ να εκδώσει, εκτός από τους παραπάνω, και άλλους τίτλους-που τυχόν προβλέπονται από ειδικές διατάξεις. Άλλοι, όμως, τίτλοι, διαφορετικοί από τους ανωτέρω -και μη προβλεπόμενοι από ειδική νομοθεσία- δεν είναι δυνατό να εκδοθούν.

    Υποστηρίζεται, ωστόσο, ότι η εισαγωγικά αναφερόμενη αρχή του numerus clausus δεν ισχύει κατά τρόπο απόλυτο: η ΑΕ μπορεί να προβεί στην σύνδεση διαφορετικών τίτλων ή στην έκδοση επιμέρους κατηγοριών τους. Δυνατή, επίσης, και η ελεύθερη μεταβίβαση περιουσιακών δικαιωμάτων, που απορρέουν από αυτούς.

    Οι επιμέρους κατηγορίες τίτλων, είναι δυνατό να οδηγούν σε μορφώματα (:υβρίδια), που συνδυάζουν χαρακτηριστικά περισσοτέρων, λ.χ., των μετοχών και των ομολογιών. Τέτοια παραδείγματα συνιστούν οι μετατρέψιμες σε μετοχές ομολογίες καθώς και οι εξαγοράσιμες μετοχές (άρ. 71 & 39 αντίστοιχα).

     

    Δυνατότητα Έκδοσης Περισσότερων Κατηγοριών Τίτλων

    Ο νόμος (άρ. 33 §2) παρέχει τη δυνατότητα στην ΑΕ να εκδίδει τίτλους επιμέρους κατηγοριών-στο πλαίσιο, όμως, των αποφάσεων των αρμοδίων οργάνων της και του νόμου. Στην περίπτωση των μετοχών, λ.χ., τέτοιες κατηγορίες συνιστούν οι προνομιούχες και οι εξαγοράσιμες.

    Ταυτόχρονα, ίδιου «τύπου» μετοχές, λ.χ. οι προνομιούχες, μπορεί να διακρίνονται σε περισσότερες κατηγορίες-ανάλογα με το προνόμιο που παρέχουν.

    Περαιτέρω, η ΑΕ μπορεί να εκδίδει τίτλους της ίδιας κατηγορίας σε διαδοχικές, χρονικά, σειρές. Η έκδοσή τους αυτή μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διαφορετική ονομαστική αξία των μετοχών κάθε σειράς. Διαφορετικής σειράς μετοχές, πάντως, δεν απαιτείται, απαραίτητα, να εκδίδονται σε διαφορετικά χρονικά σημεία.

     

    Δυνατότητα Σύνδεσης Περισσότερων Τίτλων

    Ο νόμος για τις ΑΕ (άρ. 33 §3) εισάγει μια καινοτόμο δυνατότητα: αυτή της σύνδεσης περισσότερων ειδών ή κατηγοριών τίτλων (stapling). Όπως επισημαίνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση της συγκεκριμένης διάταξης, πρόκειται για πρακτική γνωστή στις διεθνείς αγορές.

    Η συγκεκριμένη πρακτική, είναι δυνατό να λάβει χώρα σε περίπτωση ταυτόχρονης έκδοσης περισσότερων ειδών ή κατηγοριών μετοχών. Εφόσον συντρέχει η προϋπόθεση αυτή, είναι δυνατόν να προβλέπεται στους όρους έκδοσης των τίτλων αυτών (λ.χ. στο καταστατικό για τις μετοχές ή στο πρόγραμμα έκδοσης ομολογιών για τις ομολογίες) ότι: «…η κτήση τίτλου ενός είδους ή μιας κατηγορίας επιτρέπεται μόνο με την προϋπόθεση ταυτόχρονης κτήσης ορισμένου αριθμού εκδιδόμενων τίτλων άλλου είδους ή άλλης κατηγορίας».

    Παράλληλα, στους όρους έκδοσης των εν λόγω τίτλων, μπορεί να προβλέπεται, επίσης, ότι οι συνδεδεμένοι τίτλοι μπορούν να μεταβιβασθούν ή επιβαρυνθούν μόνο από κοινού. Η υποχρέωση, μάλιστα, κοινής διάθεσης, μπορεί να προβλέπεται για ορισμένο χρόνο ή έως την πλήρωση συγκεκριμένης αίρεσης. Μπορεί, όμως, να προβλέπεται και για όλη τη διάρκεια της ΑΕ. Τούτη, όμως, η υποχρέωση κοινής διάθεσης των τίτλων ενδέχεται να απομειώνει την εμπορευσιμότητά τους και να δυσχεραίνει, εν τέλει, την ίδια τη μεταβίβασή τους. Ιδίως, αν τίθεται χωρίς χρονικό περιορισμό ή υπό την πλήρωση αίρεσης.

    Η συγκεκριμένη πρακτική «…επιτρέπει μια χαλάρωση της αρχής του κλειστού αριθμού» (βλ. Αιτ. Έκθεση επί του άρθρου 33). Τούτο, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η άσκηση της συγκεκριμένης πρακτικής δημιουργεί νέο είδος τίτλου. Δημιουργεί, αντίθετα, δικαιούχους διαφορετικών τίτλων, στο πρόσωπο των οποίων συνυπάρχουν διαφορετικές ιδιότητες απέναντι στην ΑΕ.

    Μπορεί, λ.χ., κάποιος να καθίσταται, ταυτόχρονα μέτοχος και δανειστής της ΑΕ. Τούτο θα συμβαίνει όταν η σύνδεση αφορά μετοχές και ομολογίες. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, ενδέχεται να συνυπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα στο πρόσωπο του συγκεκριμένου δικαιούχου.

    Τέτοιες συγκρούσεις συμφερόντων εμφανίζονται, κυρίως, σε περιόδους χρηματοοικονομικής δυσχέρειας. Στις περιόδους αυτές, οι μέτοχοι είναι ενδεχόμενο να προσφύγουν στην ανάληψη δραστηριοτήτων με μεγάλο κίνδυνο.  Μπορεί, επίσης, να αποφασίζουν διανομές ή την καταβολή πρόσθετων μερισμάτων υπέρ των ιδίων. Η πρακτική αυτή έχει ως αποτέλεσμα την μείωση των διαθέσιμων ποσών για την ίδια την ΑΕ και τους ομολογιούχους. Ο φορέας, λοιπόν, συνδεδεμένων τίτλων θα καλείται, κάθε φορά, να επιλέξει τα συμφέροντα που θα επιχειρήσει να ικανοποιήσει.

     

    Η (Μη;) Δυνατότητα Χωριστής Διάθεσης Δικαιωμάτων Τίτλων

    Ο νόμος (άρ. 33, §§4 & 5) διατηρεί την αρχή, καταρχήν, του αδιαίρετου του τίτλου. Τούτο σημαίνει ότι τα δικαιώματα επί των τίτλων είναι δυνατό να διατίθενται μόνο στο σύνολό τους. Μια κινητή αξία, ως εκ τούτου, δεν είναι δυνατό να διασπαστεί σε επιμέρους δικαιώματα, με την επιφύλαξη των διατάξεων για την κοινωνία, το ενέχυρο και την επικαρπία.

    Ωστόσο, ο ανωτέρω κανόνας δεν τηρείται απαρέγκλιτα. Παρέχεται, κατ’ εξαίρεση, η δυνατότητα χωριστής μεταβίβασης περιουσιακών, μόνον, δικαιωμάτων που απορρέουν από τον τίτλο. Συγκεκριμένα: «…οι απαιτήσεις απόληψης κερδών, τόκων ή χρεολυσίων, καθώς και άλλα αυτοτελή περιουσιακά δικαιώματα που γεννώνται από τους τίτλους μεταβιβάζονται ελεύθερα». Η συγκεκριμένη δυνατότητα, που υφίστατο και υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, δεν αφορά, όμως, τα δικαιώματα διοίκησης της ΑΕ (λ.χ. το δικαίωμα ψήφου).

    Η Αιτιολογική Έκθεση του ν. 4587/2018 -που τροποποίησε την §5- απαριθμεί μεταξύ των άλλων αυτοτελών περιουσιακών δικαιωμάτων, ενδεικτικά, το δικαίωμα προτίμησης, το δικαίωμα στο προϊόν μείωσης ή απόσβεσης του κεφαλαίου και το δικαίωμα στο προϊόν εκκαθάρισης.

    Ωστόσο, οι ανωτέρω εξαιρέσεις, είναι δυνατό να αποκλεισθούν, με αποτέλεσμα την επιστροφή στον κανόνα του αδιαιρέτου. Συγκεκριμένα, ο νόμος προβλέπει ότι οι εν λόγω εξαιρέσεις τελούν υπό την διαφορετική πρόβλεψη του καταστατικού ή των όρων έκδοσης των οικείων τίτλων (άρθρο 33 §5 in fine).

    Η συγκεκριμένη πρόβλεψη ωστόσο, έχει δεχτεί κριτική. Η κριτική αυτή βασίζεται στο ότι το καταστατικό ή οι όροι έκδοσης των λοιπών τίτλων είναι δυνατό, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να επεμβαίνουν και να θέτουν φραγμούς στις αποφάσεις που αφορούν την περιουσία του φορέα του τίτλου. Επίσης, στη δημιουργία καθεστώτος ανασφάλειας στις συναλλαγές. Και τούτο γιατί είναι ενδεχόμενο να μεταβιβάζει δικαιώματα ο φορέας του τίτλου, χωρίς όμως και να έχει το σχετικό δικαίωμα.

     

    Η ΑΕ είναι δυνατό να προβεί στην έκδοση περισσότερων κατηγοριών τίτλων, αξιοποιώντας τις ευχέρειες που της παρέχει ο νόμος. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος αναφέρεται στον περιορισμένο αριθμό τους είναι, εντούτοις, δυνατή η δημιουργία και αξιοποίηση υβριδίων τους-με χαρακτηριστικά περισσοτέρων. Σε κάθε περίπτωση: οι ευχέρειες που παρέχει ο νόμος για τις ΑΕ είναι πολλαπλές και αξιοποιήσιμες προς την κατεύθυνση της ικανοποίησης του εταιρικού συμφέροντος και των επιμέρους (χρηματοδοτικών και λοιπών) αναγκών της. Εναπόκειται σ’ εκείνες (τις ΑΕ) και τους συμβούλους τους η επιλογή των βέλτιστων˙ επίσης: ο (βέλτιστος) σχεδιασμός τους.

    Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 12 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Απόσβεση Μετοχικού Κεφαλαίου: Ένας Χρήσιμος Άγνωστος

    Απόσβεση Μετοχικού Κεφαλαίου: Ένας Χρήσιμος Άγνωστος

    Μας απασχόλησαν, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, επιμέρους παράμετροι του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ: η κάλυψη, η καταβολή και η πιστοποίησή του. Επίσης, η αύξηση και μείωσή του. Διαπιστώσαμε, ήδη, πως το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ (χρειάζεται να) προστατεύεται και διαφυλάσσεται-λόγω της φύσης και του σκοπού του. Κατά τούτο και η, κατ’ αρχήν, απαγόρευση επιστροφής στους μετόχους των εισφορών τους-πριν τη λύση και (ολοκλήρωση της) εκκαθάρισής της. Επιτρεπτή είναι, ωστόσο, η απόδοση στους μετόχους του συνόλου ή μέρους της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους κατά τη διάρκεια λειτουργίας της ΑΕ, μέσω της απόσβεσης του μετοχικού της κεφαλαίου (άρθρο 32 ν. 4548/2018). Πρόκειται για έναν (εν πολλοίς) άγνωστο-πολυεπίπεδα, όμως, ωφέλιμο θεσμό. Χρήσιμη, κατά τούτο, η προσέγγιση των βασικών παραμέτρων του.

     

    Περιεχόμενο Και Φύση Της Απόσβεσης

    Η (μερική ή ολική) απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ επιτρέπει σε/στους μετόχους της να εισπράξουν από αυτή μέρος ή το σύνολο της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους. Και μάλιστα ενόσω η ΑΕ λειτουργεί.

    Καθόλου δεν προσκρούει ο θεσμός της απόσβεσης στην προαναφερθείσα απαγόρευση επιστροφής των εισφορών των μετόχων: τα ποσά που καταβάλλονται στους μετόχους αντιστοιχούν μεν αριθμητικά στην ονομαστική αξία των εισφορών τους δεν ταυτίζονται, όμως, με αυτές. Τα συγκεκριμένα, καταβαλλόμενα, ποσά δεν προέρχονται από τη δεσμευμένη εταιρική περιουσία. Προέρχονται, αντίθετα, από ειδικό αποθεματικό ή από κέρδη της ΑΕ. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, η απόσβεση κεφαλαίου συνιστά ένδειξη οικονομικής ευρωστίας της.

    Η απόσβεση είναι δυνατό να λάβει χώρα και μέσω μερικής ή ολικής απαλλαγής των ωφελούμενων μετόχων από την υποχρέωση καταβολής του ποσού του κεφαλαίου που έχουν μεν καλύψει, δεν έχουν όμως καταβάλει ακόμη (άρθρο 32 §3 in fine).

    Η νομική φύση της απόσβεσης έχει αποτελέσει αντικείμενο θεωρητικών συζητήσεων. Κατά την ορθότερη άποψη (και υποβοηθητική μάλιστα της καλύτερης κατανόησής της) η απόσβεση συνιστά ιδιόρρυθμη διανομή κερδών.

    Με την απόσβεση η ΑΕ καταβάλλει στους ωφελούμενους μετόχους ελεύθερη περιουσία με «αντίτιμο» την απόσβεση δύο συγκεκριμένων μελλοντικών, έναντι εκείνης, αξιώσεών τους. Συγκεκριμένα, των αξιώσεων: (α) διανομής ελάχιστου μερίσματος και (β) επιστροφής της εισφοράς ως προϊόν εκκαθάρισης (άρθρο 32 §4).

     

    Η Διάκριση Από Τη Μείωση Του Μετοχικού Κεφαλαίου

    Η απόσβεση κεφαλαίου δεν συνιστά μείωσή του. Η διαπίστωση, μάλιστα, αυτή είναι τόσο σημαντική, που ο ίδιος ο νομοθέτης έκρινε σκόπιμο να προβεί σε σχετική ρητή επισήμανση (άρθρο 32 §2).

    Κατά την απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου καταβάλλεται, όπως ήδη αναφέρθηκε, ελεύθερη περιουσία στους ωφελούμενους μετόχους. Αντίθετα, στη μείωση μετοχικού κεφαλαίου αποδεσμεύεται τμήμα του δεσμευμένου ποσού της ΑΕ, που αντιστοιχεί στο μετοχικό της κεφάλαιο.

    Στην περίπτωση, επομένως, της απόσβεσης, το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ παραμένει αναλλοίωτο, ως μαθηματική (:αριθμητική) ποσότητα. Δεν διενεργείται, επομένως,  τροποποίηση του καταστατικού ούτε και (πολύ περισσότερο) απαιτείται έγκριση της διοίκησης. Δεν τυγχάνουν, εδώ, εφαρμογής οι διατάξεις για την προστασία των δανειστών εξ αφορμής της μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ.

     

    Η Διαδικασία Της Απόσβεσης

    Αρμόδιο Όργανο

    Αρμόδιο όργανο να αποφασίσει την απόσβεση κεφαλαίου είναι η ΓΣ (άρθρο 32 §1). Η απόφασή της θα αφορά συγκεκριμένη μόνον, επικείμενη, απόσβεση (όχι τυχόν μελλοντικές), της οποίας και τις ειδικότερες παραμέτρους της ρητά θα προσδιορίζει (ολική/μερική απόσβεση, πηγές χρηματοδότησης κ.ο.κ.).

    Η ΓΣ αποφασίζει, καταρχάς, με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Εφόσον, όμως, υφίσταται σχετική (αρχική ή επιγενόμενη) καταστατική πρόβλεψη, η ΓΣ μπορεί να αποφασίζει την απόσβεση του κεφαλαίου με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Στην περίπτωση, όμως, της (επιγενόμενης) τροποποίησης του καταστατικού, η σχετική της τροποποίησης απόφαση της ΓΣ προϋποθέτει αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.

    Περιεχόμενο Απόφασης Απόσβεσης

    Όπως ήδη αναφέρθηκε, η απόφαση της ΓΣ προσδιορίζει τους ειδικότερους όρους της απόσβεσης˙  καθορίζει-μεταξύ άλλων: (α) Τις μετοχές που πρόκειται να αποσβεστούν (στη βάση και της αρχής της ίσης μεταχείρισης των μετόχων). (β) Το ύψος της ονομαστικής αξίας ανά μετοχή-όπως αυτή θα διαμορφωθεί. (γ) Τους τρόπους απόσβεσης. (δ) Τις πηγές χρηματοδότησης. (ε) Τον χρόνο διενέργειας της απόσβεσης. Όσον αφορά, ειδικότερα, τους τρόπους της απόσβεσης και της πηγές χρηματοδότησής της, λεκτέα τα ακόλουθα:

    Τρόποι Απόσβεσης

    Η απόσβεση μπορεί να είναι ολική (με καταβολή, δηλ., ολόκληρης της ονομαστικής αξίας του συνόλου των μετοχών ή μερική (με καταβολή ολόκληρης της ονομαστικής αξίας μέρους των μετοχών ή μέρους της ονομαστικής αξίας του συνόλου των μετοχών).

    Πηγές Χρηματοδότησης

    Τα ποσά χρηματοδότησης της απόσβεσης μπορούν να προέρχονται (άρθρο 32 §3):

    (α) Από Ειδικά Αποθεματικά:

    Η ΑΕ ενδέχεται να προβεί στον σχηματισμό ειδικών αποθεματικών με σκοπό την χρηματοδότηση μελλοντικών αποσβέσεων. Ο σχηματισμός των συγκεκριμένων αποθεματικών είναι δυνατό να προβλέπεται από το καταστατικό ή από απόφαση της ΓΣ.

    Είναι ενδεχόμενο, επίσης, να χρησιμοποιήσει η ΑΕ ελεύθερα αποθεματικά της για τη χρηματοδότηση της απόσβεσης. Στην περίπτωση αυτή, απαιτείται, καταρχήν, απόφαση της συνήθους ΓΣ (που αποφασίζει με απλή, δηλ., απαρτία και πλειοψηφία). Σε περίπτωση καταστατικής πρόβλεψης, όσον αφορά διαφορετική χρήση των εν λόγω αποθεματικών, είναι αναγκαία η τροποποίησή του.

    (β) Από Ελεύθερα Διανεμητέα Ποσά (Καθαρά Κέρδη):

    Η ΑΕ, μπορεί, επίσης, να χρησιμοποιήσει για την χρηματοδότηση της απόσβεσης ποσά που επιτρέπεται να διανεμηθούν (κατ’ άρθρα 159 και 160 ν. 4548/2018). Συγκεκριμένα: καθαρά κέρδη που προκύπτουν ύστερα από την αφαίρεση του τακτικού αποθεματικού και την καταβολή του ελάχιστου μερίσματος. Επίσης: κέρδη που έχουν συσσωρευθεί, λόγω μη διανομής τους, κατά τις προηγούμενες εταιρικές χρήσεις.

    Έγκριση Περισσότερων Κατηγοριών Μετόχων

    Στην ΑΕ ενδέχεται να υφίστανται περισσότερες κατηγορίες μετόχων. Με την απόσβεση του κεφαλαίου ενδέχεται να θίγονται τα συμφέροντα/δικαιώματα κάποιας από αυτές. Η εγκυρότητα της απόφασης απόσβεσης θα εξαρτάται, τότε, από την έγκριση των μετόχων που την συναπαρτίζουν.

    Η εν λόγω έγκριση παρέχεται σε ιδιαίτερη συνέλευση της συγκεκριμένης κατηγορίας μετόχων, που αποφασίζει με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρθρο 32 §5). Για τη σύγκληση της συγκεκριμένης, ιδιαίτερης, συνέλευσης καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις λήψης αποφάσεων από μέρους της, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις για τη ΓΣ των μετόχων (άρθρο 32 §6).

    Δημοσιότητα Της Απόφασης Απόσβεσης

    Η απόσβεση κεφαλαίου ενδιαφέρει όσους συναλλάσσονται με την ΑΕ αλλά και τυχόν υποψήφιους μετόχους της. Υποβάλλεται, ως εκ τούτου, σε διατυπώσεις δημοσιότητας (άρθρο 32 §1 in fine). Καθώς η απόσβεση δεν προϋποθέτει τροποποίηση του καταστατικού ούτε και έγκρισή της από τη διοίκηση, γίνεται δεκτό πως η δημοσιότητά της έχει, απλώς, δηλωτικό (και όχι συστατικό) χαρακτήρα.

    Αποσβεσμένες Μετοχές

    Σε περίπτωση απόσβεσης, οι μετοχές στις οποίες αντιστοιχεί η ονομαστική αξία που καταβάλλεται στους φορείς τους καλούνται «αποσβεσμένες». Πρόκειται, με άλλα λόγια, για τις «μετοχές επικαρπίας»-με βάση παλαιότερη ορολογία (όπως διευκρινίζει και  η Αιτ. Έκθεση του ν. 4548/2018). Ο συγκεκριμένος, όμως, όρος δεν πρέπει να συγχέεται με το δικαίωμα επικαρπίας, που συστήνεται επί μετοχών.

    Εφόσον διενεργηθεί απόσβεση μετοχών από ΑΕ που εκδίδει μετοχικούς τίτλους, ενδείκνυται η αντικατατάστασή τους από νέους με την ένδειξη: «αποσβεσμένες μετοχές».

     

    Συνέπειες Της Απόσβεσης Κεφαλαίου

    Όπως, ήδη, επισημάναμε, η απόσβεση δεν συνιστά, κατά κυριολεξία, επιστροφή εισφορών. Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με τη μείωση, η συντέλεσή της δεν επιφέρει κατάργηση της μετοχικής σχέσης. Μεταβάλλει, ωστόσο, τα δικαιώματα που η σχέση αυτή παράγει.

    Συγκεκριμένα, ο φορέας αποσβεσμένων μετοχών διατηρεί την μετοχική του ιδιότητα και δικαιώματα˙ με εξαίρεση δύο: (α) το δικαίωμα στο ελάχιστο μέρισμα και (β) το δικαίωμα στο προϊόν της εκκαθάρισης. Κατ’ αντιστοιχία, αμφότερα, στην αποσβεσθείσα ονομαστική αξία των μετοχών του.

    Με άλλα λόγια: για το μη αποσβεσθέν τμήμα της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους εξακολουθούν οι ωφελούμενοι μέτοχοι να διατηρούν, αναλογικά, τις προαναφερθείσες δύο αξιώσεις/δικαιώματα.

    Οι φορείς αποσβεσμένων μετοχών δικαιούνται κάθε επόμενο μέρισμα, που τυχόν διανεμηθεί-καθ’ υπέρβαση του ελαχίστου. Παράλληλα, σε περίπτωση που μετά την ικανοποίηση και των μη αποσβεσμένων μετοχών από το προϊόν της εκκαθάρισης υφίσταται περίσσευμα, στη διανομή του συμμετέχουν και οι αποσβεσμένες μετοχές.

     

    Χρησιμότητα Της Απόσβεσης

    Η απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είναι δυνατό να αποδειχθεί ιδιαίτερα και πολυεπίπεδα ωφέλιμη. Ενδεικτικά: είναι δυνατό να συνδράμει στην απόδοση ρευστότητας στους μετόχους που την έχουν ανάγκη. Είναι δυνατό να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση της αναδιάταξης των διανεμομένων κερδών μεταξύ των μετόχων (καθώς οι κάτοχοι αποσβεσμένων μετοχών δεν θα έχουν πρόσβαση στο ελάχιστο μέρισμα που τους αναλογεί)-χωρίς όμως και να διαφοροποιεί τα δικαιώματα ψήφου και να διαταράσσει τις μετοχικές ισορροπίες. Είναι, επίσης, δυνατό να λειτουργήσει προς την κατεύθυνση της ελαχιστοποίησης του επενδυτικού κινδύνου και μεγιστοποίησης του επενδυτικού οφέλους καθώς ο επενδυτής-μέτοχος μπορεί να λάβει, ακόμα και άμεσα, τμήμα ή/και το σύνολο του κεφαλαίου που έχει επενδύσει στην ΑΕ. Είναι, τέλος, δυνατό να αξιοποιηθεί για φορολογικούς λόγους ή στο πλαίσιο φορολογικών σχεδιασμών.

     

    Η απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ είναι ένας θεσμός που δεν είναι ευρύτερα γνωστός-ακόμα και στους εξ ημών φερόμενους ως επαΐοντες (:δικηγόρους, λογιστές, φοροτεχνικούς, ορκωτούς, οικονομικούς διευθυντές, συμβούλους κ.ο.κ.), οι οποίοι επαιρόμεθα για τη γνώση των σχετικών με την ΑΕ θεμάτων. Δεν αξιοποιείται, κατά τούτο, στο βαθμό που του αρμόζει. Εναπόκειται, επομένως, σε όλους μας (τους περί την ΑΕ εμπλεκόμενους-βεβαίως και τους επιχειρηματίες) να «ξαναδούμε» την απόσβεση του μετοχικού κεφαλαίου και αξιοποιήσουμε τις συναφείς ευκαιρίες και δυνατότητες.

    Και είναι πολλές!

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Ιουνίου 2022.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.