Ετικέτα: Δίκαιο Ανωνύμων Εταιρειών

  • Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Την Εταιρεία

    Μειοψηφούντες Μέτοχοι: Η Αξίωση Εξαγοράς Των Μετοχών Τους Από Την Εταιρεία

    Μειοψηφούντες μέτοχοι.

    Μέρος Α΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από την Ανώνυμη Εταιρεία.

    Η ύπαρξη και άσκηση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας -όπως αυτά περιγράφηκαν σε προγενέστερη αρθρογραφία – “Η μειοψηφία και τα δικαιώματά της στην Ανώνυμη Εταιρεία” και “Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Α.Ε.: ο έκτακτος έλεγχος“- δεν είναι πάντα αρκετές για την επίτευξη της αναγκαίας ισορροπίας στις σχέσεις της (της μειοψηφίας) με την εταιρεία. Ούτε και, εν τέλει, μέσα στην ίδια την εταιρεία.

    Κάποιες φορές το «διαζύγιο» μοιάζει αναγκαίο…

    Οι πλειοψηφούντες μέτοχοι ασκώντας το δικαίωμα ψήφου δικαιούνται (και ορθά) να λαμβάνουν αποφάσεις κρίσιμες για το μέλλον της εταιρείας. Κρίσιμες, κατά λογική ακολουθία, και για το μέλλον των μειοψηφούντων. Κάποιες φορές μάλιστα και δυνητικά βλαπτικές για τους τελευταίους.

    Ποιες είναι αυτές οι δυνητικά βλαπτικές αποφάσεις; Και, σε περίπτωση λήψης τους, οι μέτοχοι της μειοψηφίας παραμένουν, άραγε, απροστάτευτοι; Και υπό ποιες προϋποθέσεις θα ήταν δυνατό να εκδοθεί «διαζευκτήριο» ανάμεσα στην εταιρεία και τους μετόχους μειοψηφίας;

    Κατά τον Άγγλο ηθοποιό Κάρι Γκράντ: «το διαζύγιο είναι ένα παιχνίδι που παίζεται από δικηγόρους». Και από το συγκεκριμένο «διαζύγιο» δεν θα ήταν δυνατό να λείψουν…

     

    Αιτίες για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Είναι δεδομένο πως στο πλαίσιο του δημοκρατίας (και του δικαίου της Ανώνυμης Εταιρείας) οι πλειοψηφούντες είναι εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις. Κάποιες φορές όμως  οι ίδιες αυτές αποφάσεις θα ήταν δυνατό να αξιολογηθεί πως καθιστούν «κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη» την παραμονή των μετόχων μειοψηφίας στην εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 1, εδ. α ν. 4548/2019). Η αξιολόγηση βέβαια αυτή ανήκει, κατ’ αρχάς, στους ίδιους του μετόχους μειοψηφίας. Οι τελευταίοι θα ασκήσουν τα εκ του νόμου δικαιώματά τους στην περίπτωση που υιοθετήσουν τη συγκεκριμένη θέση.

    Ο νόμος  για τις ΑΕ (άρθρο 45 παρ. 2) αναγνωρίζει ως δυνητικά βλαπτικές για τους μετόχους μειοψηφίας αποφάσεις που αφορούν: (α) τη μεταφορά της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος, (β) την εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση μετοχών, (γ) την αλλαγή εταιρικού σκοπού και, τέλος, (δ) κάθε άλλο γεγονός το οποίο, κατά το καταστατικό της εταιρείας, ενεργοποιεί αντίστοιχα δικαιώματα των συγκεκριμένων μετόχων. Στην τελευταία, όμως, περίπτωση είναι αναγκαίο να προβλέπεται προθεσμία για την άσκησή τους.

     

    Η «διέξοδος» των μετόχων μειοψηφίας και οι σχετικές προϋποθέσεις για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Σε περίπτωση που λάβει χώρα κάποιο από τα προαναφερθέντα γεγονότα, ο νόμος παρέχει (σημαντική) προστασία στους μετόχους μειοψηφίας: τους αναγνωρίζεται το δικαίωμα να προσφύγουν στο αρμόδιο Δικαστήριο ζητώντας την εξαγορά των μετοχών τους από την εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 1: «δικαιωματική εξαγορά»-διεθνώς γνωστή με τον αγγλοσαξωνικό όρο sell out). Επιβάλλει όμως διπλή προϋπόθεση στους προσφεύγοντες (και διεκδικούντες την προστασία τους) μετόχους: Αφενός μεν την παράστασή τους στη Γενική Συνέλευση που έλαβε τις επίμαχες αποφάσεις αφετέρου δε τη σχετική εναντίωσή τους. Ενδεχόμενη απουσία τους από την κρίσιμη Γενική Συνέλευση, υπερψήφιση της σχετικής απόφασης ή αποχή κατά την ψηφοφορία, τους αφαιρεί το προαναφερθέν δικαίωμα (να προσφύγουν δηλαδή στο Δικαστήριο ζητώντας την εξαγορά των μετοχών τους). Στην περίπτωση πάντως που καταστατική πρόβλεψη αναφέρεται σε γεγονός που δεν συναρτάται με λήψη απόφασης Γενικής Συνέλευσης, η εν λόγω (διπλή) προϋπόθεση δεν υφίσταται.

    Η προθεσμία εντός της οποίας θα πρέπει να «κινηθεί»-να ασκήσει δηλ. την αγωγή και το σχετικό δικαίωμά του ο (βλαπτόμενος) μέτοχος μειοψηφίας είναι τρεις μήνες από την ολοκλήρωση της τροποποίησης του καταστατικού. Η προθεσμία αυτή ισχύει στις περιπτώσεις της μεταφοράς της έδρας της εταιρείας σε άλλο κράτος, της εισαγωγής περιορισμών στη μεταβίβαση μετοχών και την αλλαγή του εταιρικού σκοπού. Στις λοιπές περιπτώσεις που τυχόν προβλέπονται από το καταστατικό ισχύουν οι σ’ αυτό αναφερόμενες προθεσμίες.

     

    Η περίπτωση της εισαγωγής περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών

    Το εταιρικό συμφέρον επιτάσσει τη διασφάλιση της συνέχειας της εταιρείας. Κι αυτή συναρτάται, κάποιες φορές σε σημαντικό βαθμό, από τη μετοχική της σύνθεση. Η εισαγωγή περιορισμών στη μεταβίβαση των μετοχών κάποιες φορές αποδεικνύεται καθοριστικής σημασίας (διαβάστε το άρθρο για τις Δεσμευμένες μετοχές). Οι σχετικές προβλέψεις στο καταστατικό κατά την ίδρυση της εταιρείας μοιάζει να αποτελούν στοιχείο «εκ των ων ου άνευ» για τη διασφάλιση των σχέσεων μεταξύ των μετόχων και την ευόδωση του εταιρικού σκοπού.

    Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων δεν προβλέπονται, δυστυχώς, τέτοιοι καταστατικοί περιορισμοί κατά την ίδρυση της εταιρείας. Όταν εκ των υστέρων διαπιστωθεί η σχετική ανάγκη, οι μέτοχοι πλειοψηφίας είναι, πράγματι, δυνατό να επιβάλλουν την αναγκαία καταστατική τροποποίηση. Στους μετόχους όμως μειοψηφίας αναγνωρίζεται τότε (εύλογα) το δικαίωμα να ζητήσουν την εξαγορά των μετοχών τους και, εν τέλει, την έξοδό τους από την εταιρεία. Στο δικαστήριο εναπόκειται να αποφασίσει για το εύλογο του αιτήματος των μετόχων μειοψηφίας και, ιδίως, «αν η παραμονή τους σ’ αυτήν καθίσταται, κατά τρόπο προφανή, ιδιαίτερα ασύμφορη». Με άλλα λόγια: ήσσονος σημασίας περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών δεν θα ήταν δυνατό να δικαιολογήσουν την ικανοποίηση του αιτήματος των μετόχων μειοψηφίας.

    Για τις περιπτώσεις όμως που από την ίδρυση της εταιρείας έχουν προβλεφθεί οι αναγκαίοι περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών ούτε λόγος να γίνεται για αντίστοιχα δικαιώματα των μετόχων μειοψηφίας.

     

    Η περίπτωση της τροποποίησης του εταιρικού σκοπού

    Αντίστοιχη αξιολόγηση βέβαια θα κάνει το Δικαστήριο και στην περίπτωση που ο αιτών μέτοχος μειοψηφίας παραπονείται (και ασκεί τα σχετικά του δικαιώματα) εξ αιτίας τροποποίησης του εταιρικού σκοπού. Εύλογα θα θεωρούνταν ιδιαίτερα ασύμφορη για τον αιτούντα η μετατροπή, λ.χ., μιας εταιρείας holding σε εταιρεία παραγωγής CDs. Αντίθετα δεν θα ήταν δυνατή η (σοβαρή) υποστήριξη από τον μέτοχο μειοψηφίας αιτήματος εξαγοράς των μετοχών του από μια (ανώδυνη) επέκταση των εταιρικών δραστηριοτήτων.

     

    Η δικαστική απόφαση για την αξίωση εξαγοράς μετοχών

    Το αίτημα του μετόχου μειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών του από την εταιρεία αξιολογείται από το αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 45 παρ. 4). Το τελευταίο είναι που θα κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος αλλά και την ουσιαστική βασιμότητα της σχετικής επιχειρηματολογίας του αιτούντος. Εφόσον η σχετική αγωγή γίνει αποδεκτή, το Δικαστήριο ορίζει το δίκαιο και εύλογο τίμημα (:αντάλλαγμα της εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος) καθώς και τους όρους της καταβολής του. Για τον προσδιορισμό του τιμήματος λαμβάνεται υπόψη η αξία της εταιρείας. Λογικά αναμενόμενο (κι όχι μόνο νομικά επιτρεπτό)  είναι στην περίπτωση αυτή να ζητηθεί σχετική πραγματογνωμοσύνη η οποία διενεργείται, κατά κανόνα, από δύο ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Η πραγματογνωμοσύνη αυτή εξάλλου είναι που θα αξιολογήσει και την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία.

    Η δικαστική απόφαση είναι πάντοτε δεσμευτική για την εταιρεία (άρθρο 45 παρ. 5). Για την περίπτωση της υπαίτιας μη συμμόρφωσής της εντός της προθεσμίας που θα ταχθεί από τη δικαστική απόφαση είναι δυνατό να διαταχθεί η λύση της.

    Εντούτοις η δικαστική απόφαση δεν είναι υποχρεωτικά δεσμευτική για τον αιτούντα μέτοχο. Εφόσον το τίμημα το οποίο θα προσδιορίσει η δικαστική απόφαση δεν αξιολογηθεί (από τον αιτούντα) ως ικανοποιητικό, δικαιούται να αρνηθεί την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας (:μεταβίβασης των μετοχών του στην εταιρεία). Στην περίπτωση αυτή βέβαια επιβαρύνεται με τα έξοδα της σχετικής δίκης.

     

    Εν κατακλείδι

    Η συνύπαρξη στη ζωή δεν είναι πάντα εύκολη-ενδεχομένως κάποτε και μη ανεκτή. Αντίστοιχα και στις επιχειρήσεις-πολύ περισσότερο όταν διακυβεύονται ιδιαίτερα σημαντικά (κάποιες φορές) οικονομικά συμφέροντα. Ο νόμος αναγνωρίζει στο μέτοχο μειοψηφίας το δικαίωμα να ζητήσει τη «διάζευξη» καθώς και την «αποζημίωσή» του από την εταιρεία όταν συντρέξουν κάποιες σημαντικές προϋποθέσεις. Είναι, πάντως, ιδιαίτερα σημαντικό να τονισθεί πως η σημασία του καταστατικού αναδεικνύεται, για μια ακόμα φορά, ως ξεχωριστή. Οι σχετικές προβλέψεις του είτε θα πρέπει να λαμβάνουν χώρα εγκαίρως (δηλ. κατά την ίδρυση της εταιρείας) είτε με τρόπο που δεν θίγονται οι μέτοχοι μειοψηφίας (εκτός κι αν το ζητούμενο είναι, ακριβώς, να θιγούν τα δικαιώματά τους)…

    Ουδεμία αμφιβολία χωρεί πως οι συγκεκριμένες νομοθετικές ρυθμίσεις αποτελούν μέσο προστασίας των μετόχων μειοψηφίας. Καθώς όμως (και) το συγκεκριμένο διαζύγιο, όπως ήδη αναφέρθηκε, «είναι ένα παιχνίδι που παίζεται από δικηγόρους», είναι ενδεχόμενο να καταστεί όπλο, σημαντικό, στα χέρια της πλειοψηφίας.

    Ιδιαίτερη προσοχή, επομένως, τόσο στο καταστατικό όσο και στους δικηγόρους…

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Μαΐου 2019.

  • Ημερίδα για το νέο νόμο για τις Α.Ε. στο Money Show 2019

    Ημερίδα για το νέο νόμο για τις Α.Ε. στο Money Show 2019

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Το Σάββατο 13 Απριλίου πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Hyatt, στο πλαίσιο του 30ου Money Show, ημερίδα με θέμα “Οι οικογενειακές επιχειρήσεις στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον“. Η ημερίδα συνδιοργανώθηκε από την Capital Markets Experts, το Ινστιτούτο Συνδέσμου Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών και την δικηγορική εταιρεία ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ.

    Σε μια κατάμεστη αίθουσα οι ενδιαφερόμενοι είχαν την ευκαιρία να ακούσουν ομιλίες σε τρεις διαφορετικούς άξονες. Πιο συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος του ΣΕΟΔΙ αναφέρθηκε στον ρόλο του Οικουμενικού Διευθυντή στο πλαίσιο μιας οικογενειακής επιχείρησης, ο κύριος Βασίλειος Μάργαρης, ιδρυτής και εντεταλμένος Σύμβουλος της Capital Markets Experts αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα εισόδου μιας οικογενειακής επιχείρησης στο Χρηματιστήριο, ενώ τέλος ο κ. Σταύρος Κουμεντάκης, Senior Partner της ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ παρουσίασε συνοπτικά το νέο νόμο για τις Ανώνυμες Εταιρείες και αναφέρθηκε στην εφαρμογή του στις οικογενειακές επιχειρήσεις.

    Ο Σταύρος Κουμεντάκης ανέδειξε τις πολλαπλές επιχειρηματικές ευκαιρίες που συνιστούν οι αλλαγές τις οποίες φέρνει ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες και σημείωσε πως ο Νόμος 4548/2018, ο οποίος έχει αρχίσει να εφαρμόζεται ήδη, προσφέρει πολλαπλά οφέλη στα οποία πρέπει να εστιάσουμε. Στον σχετικό ΔΕΚΑΛΟΓΟ, ο κύριος Κουμεντάκης τόνισε πως ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες προσφέρει ευχέρειες για:
    (1) Γρήγορο & οικονομικό ξεκίνημα,
    (2) Προσέλκυση & διατήρηση στελεχών,
    (3) Μείωση κόστους,
    (4) Προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων,
    (5) Διάφορους τρόπους άντλησης ρευστότητας,
    (6) Δυνατότητα διαχείρισης των μικρομετόχων,
    (7) Αξιοποίηση τεχνολογίας,
    (8) Δυνατότητες για την προετοιμασία της διαδοχής,
    (9) Προστασία επένδυσης και
    (10) Προστασία προσώπων.

    Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κύριος Κουμεντάκης: «Ο νέος νόμος είναι μια σημαντική ευκαιρία για να γνωρίσουμε καλύτερα τη λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας μας. Με την σωστή καθοδήγηση και την εφαρμογή του νέου νόμου, μπορούμε να εξασφαλίσουμε καλύτερη προστασία των ιδρυτών, των μετόχων και της επένδυσης, να επανασχεδιάσουμε σε πιο σωστές βάσεις και να περιορίσουμε το κόστος λειτουργίας. Μπορούμε επίσης να προσελκύσουμε νέα και να διατηρήσουμε τα πλέον ικανά στελέχη, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για πρόσβαση σε φθηνά κεφάλαια και να αξιοποιήσουμε τη σύγχρονη τεχνολογία, ενώ τέλος, έχουμε την δυνατότητα να προετοιμάσουμε καλύτερα την επόμενη ημέρα της επιχείρησής μας».

    Στην σχετική παρουσίαση και σε ενημερωτικό video περιγράφηκαν συνοπτικά οι πιο σημαντικές από τις αλλαγές και δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη ενημέρωσης των επιχειρηματιών, οι οποίοι πρέπει να κατανοήσουν το νέο νόμο και να διασφαλίσουν ότι η γνώση αυτή υπάρχει στα στελέχη και στους στενούς συνεργάτες τους. Τέλος, αναδείχθηκε η επιτακτική αναγκαιότητα άμεσης προσαρμογής των καταστατικών όχι μόνο ως συμμόρφωση στο νέο νόμο αλλά, ιδίως, για την κάλυψη των αναγκών καθενός επιχειρηματία και καθεμιάς επιχείρησης, ώστε να καλυφθούν επαρκώς οι παρούσες και μελλοντικές απαιτήσεις-ιδίως εκείνες που αναφέρονται στην ασφαλή αναπτυξιακή τους πορεία.

    [/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_text_separator title=”Gallery” border_width=”3″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_images_carousel images=”37166,37164,37162,37160″ img_size=”full” speed=”6000″ slides_per_view=”5″ hide_pagination_control=”yes”][/vc_column][/vc_row]

  • Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρεία: ο έκτακτος έλεγχος

    Τα δικαιώματα μειοψηφίας στην Ανώνυμη Εταιρεία: ο έκτακτος έλεγχος

    Η μειοψηφία και τα δικαιώματά της στην Ανώνυμη Εταιρεία: εσωτερικός εχθρός ή παράγοντας υγείας;

    Μέρος Β’- Ο έκτακτος έλεγχος

    Κατά τον Σόλωνα τον Αθηναίο: «Η καλύτερη διακυβέρνηση είναι εκείνη όπου ο λαός υπακούει στους άρχοντες και οι άρχοντες στους νόμους». Στο διάβα βέβαια της ιστορίας αποδείχθηκε πως καθένας που κυβερνά ενστερνίζεται (εμφανώς ή, έστω, κατά βάθος) τη ρήση του Λουδοβίκου ΙΔ’ «L’ etat c’ est moi» (:«το κράτος είμαι εγώ»-για την οποία έχουμε ήδη αναφερθεί στο Α’ Μέρος του παρόντος). Για τη διασφάλιση μάλιστα της νομιμότητας στο πλαίσιο της  κοινοβουλευτικής δημοκρατίας λειτουργεί (και ορθά) η αρχή: «η κυβέρνηση κυβερνά η αντιπολίτευση ελέγχει».

    Κι όλα τούτα βέβαια δεν αφορούν, αποκλειστικά, την πολιτική καθώς εύκολα (και εύλογα) θα ήταν δυνατό να κάνει κάποιος την προβολή στη ζωή και στις επιχειρήσεις: Έτσι, προφανώς, γεννήθηκε η ανάγκη του ελέγχου της εκάστοτε (μικρής ή μεγάλης) πλειοψηφίας από τους εκάστοτε μειοψηφούντες. Για τη διασφάλιση της περιουσίας των τελευταίων αλλά και της περιουσίας της επιχείρησης. Για τη διασφάλιση της ευημερίας και ανάπτυξής της.

    Και εν τέλει: Εταιρεία τελούσα υπό το άγρυπνο μάτι πολλαπλών ελέγχων και ελεγκτών προϊδεάζει (και τους δυνητικούς επενδυτές ή/και δανειστές) για διαυγή οικονομικά και «καθαρές» εικόνες…

     

    Τακτικός και έκτακτος έλεγχος στην Ανώνυμη Εταιρεία

    Για τα δικαιώματα μειοψηφίας στην ανώνυμη εταιρεία έχουμε ήδη αναφερθεί σε προηγούμενο άρθρο. Στο παρόν περιοριζόμαστε στα δικαιώματα μειοψηφίας τα οποία συναρτώνται με την άσκηση εκτάκτου ελέγχου.

    Ο τακτικός έλεγχος διακρίνεται για την περιοδικότητά του καθώς συνδέεται με την έγκριση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων από τη Γενική Συνέλευση όσων από τις εταιρείες αφορά (πάντως όχι υποχρεωτικά για κείνες που χαρακτηρίζονται μικρές και πολύ μικρές οντότητες). Κατά συνέπεια, ο έκτακτος έλεγχος είναι δυνατό να διενεργηθεί σε εταιρεία η οποία τελεί υπό τακτικό έλεγχο.

    Στο συγκεκριμένο πλαίσιο δεν είναι παράδοξο να υπάρξει αλληλοεπικάλυψη (μερική ή συνολική) συγκεκριμένων  περιοχών ελέγχου: ο έλεγχος λ.χ. του ταμείου αποτελεί αντικείμενο του τακτικού ελέγχου είναι όμως δυνατό να αποτελέσει και αντικείμενο εκτάκτου ελέγχου.

    Σε κάθε περίπτωση ο έκτακτος έλεγχος:

    (α) μπορεί να καταλαμβάνει και περιοχές που δεν καλύπτονται από τον τακτικό έλεγχο όπως, λ.χ., η σκοπιμότητα της διαχείρισης της εταιρείας,

    (β) είναι, πάντοτε, περισσότερο στοχευμένος από τον τακτικό,

    (γ) διενεργείται, κατά βάση, από πρόσωπα διάφορα εκείνων που διενεργούν τον τακτικό έλεγχο και με διαφορετικό τρόπο διοριζόμενα,

    (δ) καταλήγει σε πόρισμα που δεν απευθύνεται, κατά βάση, στους ίδιους αποδέκτες.

     

    Είδη, προϋποθέσεις και διαδικασία εκτάκτου ελέγχου

    Στην περίπτωση που πιθανολογείται η διενέργεια πράξεων αντίθετα στο νόμο, το καταστατικό ή/και σε αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, μέτοχοι που εκπροσωπούν ποσοστό μεγαλύτερο από το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου της Ανώνυμης Εταιρείας (ή, επί εισηγμένων, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς) δικαιούνται να υποβάλουν αίτημα στο αρμόδιο Δικαστήριο για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου (άρθρο 142 παρ. 1 & 2, ν. 4548/2018). Ο σχετική αίτηση υποβάλλεται εντός τριετίας από την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης στην οποία φαίνεται να αφορούν οι καταγγελλόμενες πράξεις.

    Στην περίπτωση όμως που από τις περιστάσεις προκύπτει πως η διοίκηση της εταιρείας δεν ασκείται χρηστά ή με τρόπο συνετό, μέτοχοι που εκπροσωπούν ποσοστό μεγαλύτερο από το 1/5 του μετοχικού της κεφαλαίου, δικαιούνται να υποβάλουν αίτημα στο αρμόδιο Δικαστήριο για τη διενέργεια του σχετικού ελέγχου (άρθρο 142, παρ. 3, ν. 4548/2018).

    Το δικαστήριο λαμβάνει απόφαση σχετικά με την αποδοχή ή μη του αιτήματος ελέγχου αφού ελέγξει τη συνδρομή ή μη των προαναφερθεισών προϋποθέσεων. Είναι ενδεχόμενο οι αιτούντες μέτοχοι μειοψηφίας να εκπροσωπούνται στο Διοικητικό Συμβούλιο (είτε γιατί έχουν διορίσει απευθείας μέλη του είτε γιατί έχουν εκλεγεί μέλη του δυνάμει καταλόγων που έχουν υποδειχθεί από τους συγκεκριμένους μετόχους). Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο μπορεί και να αξιολογήσει πως δεν δικαιολογείται η υποβολή του σχετικού αιτήματος το οποίο, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα απορρίψει.

     

    Οι ελεγκτές και η διενέργεια του (έκτακτου) ελέγχου

    Στην περίπτωση που το δικαστήριο κάνει αποδεκτό το αίτημα ελέγχου, ορίζει τα πρόσωπα που θα τον διενεργήσουν (άρθρο 143). Τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται ο έλεγχος είναι δυνατό να είναι:

    (α) ελεγκτική εταιρεία ή ένας, τουλάχιστον, ορκωτός ελεγκτής,

    (β) κάτοχοι άδειας λογιστή Α’ τάξεως-μέλη του οικείου Οικονομικού Επιμελητηρίου και, επιπρόσθετα (όταν τίθεται θέμα νομιμότητας ή χρηστότητας της διαχείρισης)

    (γ) πρόσωπα με τις τυχόν απαιτούμενες ειδικές, κατά περίπτωση, γνώσεις.

    Το δικαστήριο, εφόσον κάνει αποδεκτή της σχετική αίτηση, ορίζει και το ύψος της αμοιβής των ελεγκτών που διόρισε καθώς και διαδικαστικά θέματα που αφορούν τον χρόνο καταβολής της, ενδεχόμενη προκαταβολή και εκείνον τον οποίο βαρύνει (αν δηλ. υπόχρεοι στην εξόφλησή της είναι οι αιτούντες ή η ελεγχόμενη εταιρεία).

    Οι ελεγκτές που θα ορισθούν οφείλουν να ολοκληρώσουν τον έλεγχο που τους ανατέθηκε στο συντομότερο δυνατό χρόνο. Το σχετικό πόρισμα παραδίδουν στον αιτούντα αλλά και στην Εταιρεία. Το Διοικητικό της Συμβούλιο οφείλει να ενημερώσει σχετικά τους μετόχους της εταιρείας (το αργότερο στην επόμενη Γενική Συνέλευση) καθώς και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς-στην περίπτωση που πρόκειται για εισηγμένη εταιρεία.

    Σημαντικό όμως να υπογραμμισθεί πως θεσπίζεται αυτοτελής υποχρέωση των ελεγκτών να υποβάλλουν το πόρισμά τους στην αρμόδια εισαγγελική αρχή στην περίπτωση που διαπιστώσουν την τέλεση ποινικών αδικημάτων.

     

    Έκτακτος έλεγχος: Ευλογία ή κατάρα

    Ο έκτακτος έλεγχος διενεργείται, κατά κανόνα, είτε όταν υπάρχουν στοιχεία ή υπόνοιες κακοδιαχείρισης είτε όταν το ζητούμενο για τους αιτούντες είναι η άσκηση πίεσης στους ασκούντες τη διοίκηση.

    Λαμβανομένου υπόψη του δυνητικού εύρους και βάθους του διενεργηθησόμενου ελέγχου, ο έκτακτος έλεγχος είναι δυνατό να  λειτουργήσει:

    (α) αποτρεπτικά παρανόμων ή παρατύπων πράξεων,

    (β) ως μέσο άσκησης πίεσης σε βάρος των ασκούντων τη διοίκηση ή (υπό προϋποθέσεις) εκβίασής τους,

    (γ) ως (κρίσιμο) αποδεικτικό στοιχείο στο πλαίσιο έγερσης αξιώσεων σε βάρος των εμπλεκομένων προσώπων.

    Από τα παραπάνω προκύπτει πως το δικαίωμα διενέργειας έκτακτου ελέγχου έχει ξεχωριστή σημασία στη λειτουργία και (υπό προϋποθέσεις) στην ίδια τη ζωή της ανώνυμης εταιρείας. Τούτο μάλιστα γίνεται περισσότερο αντιληπτό όταν εντοπισθούν ποινικά κολάσιμες πράξεις, οπότε είναι υποχρεωτικό να εμπλακεί και ο αρμόδιος εισαγγελέας.

    Σε κάθε περίπτωση: Η ανάδειξη παρατύπων ή παρανόμων πράξεων μέσα από μια επίσημη (δικαστικώς μάλιστα διαταχθείσα) διαδικασία ελέγχου δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει προβλήματα στην ίδια την εταιρεία-κι όχι μόνον στα, κατά περίπτωση, καθύλη ή κατά νόμο υπαίτια πρόσωπα.

     

    Εν κατακλείδι

    Η αναγνώριση δικαιώματος (έκτακτου) ελέγχου της ανώνυμης εταιρείας από μειοψηφούντες μετόχους δεν υπάρχει αμφιβολία πως λειτουργεί κάποιες φορές θετικά (ενίοτε μάλιστα ευεργετικά) στην άσκηση της διοίκησής της αλλά και στην  επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Δεν υπάρχει επίσης αμφιβολία πως λειτουργεί προς την κατεύθυνση της υποβοήθησης της ανάπτυξης της επιχειρηματικότητας αλλά και των δυνητικών συνεργειών.

    Η μεσολάβηση του αρμόδιου δικαστηρίου για την διερεύνηση της πλήρωσης των προϋποθέσεων για την διενέργεια του έκτακτου ελέγχου προσθέτει κύρος στη σχετική διαδικασία αλλά και ιδιαίτερη βαρύτητα στο αποτέλεσμά του. Είναι, κατά βάση, ένα αποτέλεσμα που δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τους μετόχους αλλά και τις αρμόδιες αρχές. (Και ειδικά ως προς τις τελευταίες ας έχουμε πάντα κατά νου πως καμία επιχείρηση είναι δυνατό να λειτουργεί απολύτως άμεμπτα…)

    Κατ’ ακολουθίαν: ενδεχόμενη κατάχρηση (κάποιες φορές και η απλή άσκηση) του συγκεκριμένου δικαιώματος λειτουργεί βλαπτικά όχι μόνον για τον ασκούντα τη διοίκηση-μέτοχο πλειοψηφίας αλλά και για το ίδιο το νομικό πρόσωπο στο οποίο αφορά. Υπό το συγκεκριμένο πρίσμα οφείλουμε όλοι (μέτοχοι της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας, νομικοί παραστάτες, επιλαμβανόμενα τέτοιων υποθέσεων δικαστήρια) να λειτουργούμε προς την κατεύθυνση της εξισορρόπησης των ενδεχομένως αντιτιθεμένων συμφερόντων και, εν τέλει, προς την κατεύθυνση της διασφάλισης των συμφερόντων της ανώνυμης εταιρείας.

    Μόνον.-

    stavros-koumentakis

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Senior Partner

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 27 Απριλίου 2019.

    δικαιώματα μειοψηφίας

  • Σεμινάριο για τον νέο νόμο για τις Α.Ε. στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς

    Σεμινάριο για τον νέο νόμο για τις Α.Ε. στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Στο πλαίσιο των παρουσιάσεων και ενημερωτικών ημερίδων, τις οποίες διοργανώνει η ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ πραγματοποιήθηκε σεμινάριο στο Εμπορικό & Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς με αντικείμενο τις ανάγκες και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται για τον  επιχειρηματία όσον αφορά τις ρυθμίσεις του νέου νόμου για τις Ανώνυμες Εταιρείες.

    Με την συμμετοχή εκπροσώπων από το ΕΒΕΠ και των συνδιοργανωτών συνδέσμων και συλλόγων (Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής και Πειραιώς, Εμπορικός Σύλλογος Πειραιώς, Πανελλήνιος Σύλλογος Εφοδιαστών Πλοίων και Εξαγωγέων και Σύνδεσμος Εμπορικών Αντιπροσώπων και Διανομέων Πειραιώς) ο Σταύρος Κουμεντάκης, Senior Partner της εταιρείας, ανέδειξε τις πολλαπλές επιχειρηματικές ευκαιρίες που συνιστούν οι αλλαγές τις οποίες φέρνει ο νέος νόμος για τις Ανώνυμες Εταιρείες.

    Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κύριος Κουμεντάκης: «Ο νέος νόμος είναι μια σημαντική ευκαιρία για να γνωρίσουμε καλύτερα τη λειτουργία της Ανώνυμης Εταιρείας μας, να εξασφαλίσουμε την  καλύτερη προστασία των ιδρυτών, των μετόχων και της επένδυσης, να επανασχεδιάσουμε σε πιο σωστές βάσεις και να περιορίσουμε το κόστος λειτουργίας, να προσελκύσουμε νέα και να διατηρήσουμε τα πλέον ικανά στελέχη, να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για πρόσβαση σε φθηνά κεφάλαια, να αξιοποιήσουμε τη σύγχρονη τεχνολογία και τέλος να προετοιμάσουμε την επόμενη ημέρα της επιχείρησής μας».

    Στο ενημερωτικό video το οποίο παρουσιάστηκε, ως εισαγωγή, στο πλαίσιο του Σεμιναρίου (μπορείτε να το δείτε παρακάτω) περιγράφηκαν συνοπτικά οι πιο σημαντικές από τις αλλαγές, ενώ στην παρουσίαση που ακολούθησε αναλύθηκαν σε βάθος οι περισσότερο σημαντικοί άξονες του νόμου 4548/2018. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην ανάγκη ενημέρωσης των επιχειρηματιών, οι οποίοι πρέπει να κατανοήσουν το νέο νόμο και να διασφαλίσουν ότι η γνώση αυτή υπάρχει στα στελέχη και στους στενούς συνεργάτες τους. Τέλος, αναδείχθηκε η επιτακτική αναγκαιότητα άμεσης προσαρμογής των καταστατικών όχι μόνο ως συμμόρφωση στο νέο νόμο αλλά, ιδίως, για την κάλυψη των αναγκών καθενός επιχειρηματία και καθεμιάς επιχείρησης, ώστε να καλυφθούν επαρκώς οι παρούσες και μελλοντικές απαιτήσεις-ιδίως εκείνες που αναφέρονται στην ασφαλή αναπτυξιακή τους πορεία.

    Στην εκδήλωση, εκτός από τον κύριο Κουμεντάκη, συμμετείχε με παρέμβασή του, επί των οικονομικών και φορολογικών θεμάτων του νέου νόμου, ο κύριος Παναγιώτης Παπασπύρου, οικονομολόγος, Πρόεδρος του Δ.Σ. & Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας «Financial Management Consultants A.E.».

    Ο κύριος Κουμεντάκης και η ομάδα των Νομικών Συμβούλων της ΚΟΥΜΕΝΤΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ συνεχίζουν να ανταποκρίνονται, στο μέτρο του εφικτού, σε αιτήματα για αντίστοιχες ημερίδες και σεμινάρια σε όλη την Ελλάδα. Επόμενος σταθμός: Το Money Show στη Θεσσαλονίκη.

    [/vc_column_text][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_text_separator title=”Gallery” border_width=”3″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][vc_images_carousel images=”37018,37020,37022,37024″ img_size=”full” speed=”6000″ slides_per_view=”5″ hide_pagination_control=”yes”][/vc_column][/vc_row]

  • Η ασφάλιση της ευθύνης των Μελών του Δ.Σ. και των στελεχών Διοίκησης της Α.Ε.

    Η ασφάλιση της ευθύνης των Μελών του Δ.Σ. και των στελεχών Διοίκησης της Α.Ε.

    1.Εισαγωγικά

    Η ασφάλιση της ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου της ανώνυμης εταιρείας και των στελεχών της διοίκησής της αποκαλείται στη διεθνή πρακτική ως «Directors’ and Officers’ liability insurance» ή «D & Os liability insurance». Η συγκεκριμένη ασφάλιση καλύπτει τη ζημία των προσώπων αυτών:

    (α) από την έγερση εναντίον τους αξιώσεων από τρίτους (δανειστές, εργαζόμενους, μετόχους) ή από την ίδια την εταιρεία για ζημιογόνες και αμελείς πράξεις ή παραλείψεις κατά την ενάσκηση των καθηκόντων τους και

    (β) για τους κινδύνους που έχουν αναληφθεί από τον ασφαλιστή.

    Στην ελληνική νομική ορολογία, αλλά και στο πλαίσιο του δικαίου της ιδιωτικής ασφάλισης, συνηθίζεται να αποκαλείται ως ασφάλιση της αστικής ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου της ανώνυμης εταιρείας. Ωστόσο, το εύρος της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης υπερβαίνει την αστική ευθύνη, καθώς οι καλύψεις της εκτείνονται τόσο στα έξοδα της ποινικής δικής όσο και σε χρηματικές απαιτήσεις που εγείρονται σε διοικητικά δικαστήρια ή αρχές, όπως θα παρατεθεί παρακάτω. Επιπλέον, η σχετική ασφαλιστική κάλυψη δεν περιορίζεται μόνο στα πρόσωπα που απαρτίζουν το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας αλλά εκτείνεται και στα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής, στα υποκατάστατα μέλη καθώς και στα στελέχη, τα οποία ασκούν καθήκοντα διοίκησης. Μάλιστα, συχνά συμφωνείται η ασφαλιστική κάλυψη και των εξωτερικών διοικούντων, ακόμη και των συζύγων, των κληρονόμων ή των διαχειριστών κληρονομίας ως προς τις αξιώσεις που εγείρονται εναντίον τους σχετικά με παραβάσεις των καθηκόντων των ασφαλισμένων προσώπων.

    Συνακόλουθα, νομικά ορθότερο και πιο συμβατό στο περιεχόμενο της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης είναι να γίνεται λόγος για ασφάλιση της ευθύνης των μελών της διοίκησης ανωνύμων εταιρειών.

     

    2.Η ισχυρή ανάπτυξη του συγκεκριμένου ασφαλιστικού προϊόντος

    Η κάλυψη της ευθύνης των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας συνιστά ένα σχετικά νέο ασφαλιστικό προϊόν, το οποίο παρουσιάζει ισχυρή ανάπτυξη στη διεθνή επιχειρηματική κοινότητα. Η ανάπτυξη αυτή, ανάμεσα στα άλλα, οφείλεται:

    (α) στη νομολογιακή και νομοθετική επίταση της ευθύνης των μελών της διοίκησης έναντι της ίδιας της εταιρείας αλλά και έναντι των τρίτων,

    (β) στην υιοθέτηση διεθνών κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης και στη σταδιακή επιβολή ενός ενιαίου εταιρικού κανονιστικού πλαισίου μέσω του ενωσιακού δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    (γ) στην αύξηση της εταιρικής αφερεγγυότητας, όπως αυτή προκλήθηκε από την επέλευση της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης των ετών 2007 – 2008, η οποία μετεξελίχθηκε σε διεθνή εταιρική οικονομική κρίση καθώς και

    (δ) στην τάση των εταιρικών δανειστών να στρέφονται πλέον και κατά των διοικούντων την εταιρική οντότητα ή αποκλειστικά κατ’ αυτών.

     

    3.Τα οικονομικά και επιχειρηματικά πλεονεκτήματα της σχετικής ασφάλισης

    Η ασφάλιση της ευθύνης των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας παρουσιάζει μια σειρά από πλεονεκτήματα που την καθιστούν ελκυστικό ασφαλιστικό προϊόν. Δε θα ήταν, μάλιστα, υπερβολή, αν τη χαρακτηρίζαμε επιβεβλημένη ενέργεια και δαπάνη για τα επιμέρους νομικά πρόσωπα. Ενδεικτικά, αναφέρονται κάποιοι από τους λόγους που επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα σύναψης της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης:

    (α) η εν λόγω ασφαλιστική κάλυψη συνιστά μια εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης τόσο της εταιρείας όσο και των τρίτων προσώπων, ως προς τη ζημία, την οποία υπέστησαν με ευθύνη εκείνων που διοικούν την εταιρική οντότητα,

    (β) οι όροι και τα μεγέθη της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης καθιστούν ευχερή στους τρίτους και κυρίως στους μετόχους της λήπτριας της ασφάλισης εταιρείας την εκτίμηση του επιχειρηματικού κινδύνου της τελευταίας,

    (γ) η σύναψη της εν λόγω ασφαλιστικής σύμβασης εξασφαλίζει τον έλεγχο και την εποπτεία της εταιρείας (monitoring) και συμβάλλει στη συνετή διαχείριση του επιχειρηματικού ρίσκου (risk management),

    (δ) η προσφορά της συγκεκριμένης ασφαλιστικής κάλυψης αποτελεί αρκετά σημαντικό λόγο προσέλκυσης ικανών διοικητικών στελεχών, ενώ

    (ε) η σύναψη της συγκεκριμένης ασφαλιστικής σύμβασης προστατεύει το κύρος και τη φερεγγυότητα της εταιρείας.

     

    4.Η φύση της εν λόγω ασφαλιστικής σύμβασης

    4.1. Στο πλαίσιο του δικαίου της ιδιωτικής ασφάλισης, η ασφάλιση της ευθύνης των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας εντάσσεται στις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, αν και, σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα, έχει ευρύτερο περιεχόμενο. Η εν λόγω ασφάλιση έχει καταρχήν γενικό χαρακτήρα και δεν είναι κατά νόμο υποχρεωτική. Συμπεριλαμβάνεται στις ασφαλίσεις ζημιών και όχι στις ασφαλίσεις προσώπων, καθώς αποκαθίσταται η συγκεκριμένη ζημία που προκαλείται στην περιουσία των ασφαλισμένων από την πραγματοποίηση του ασφαλισμένου κινδύνου. Επιπλέον δε, κατατάσσεται στις ασφαλίσεις παθητικού, καθώς ασφαλίζεται ο κίνδυνος δημιουργίας ή αύξησης του παθητικού στην περιουσία των ασφαλισμένων.

    4.2. Η ασφάλιση της ευθύνης των μελών της διοίκησης ανωνύμων εταιρειών, συνήθως, λαμβάνει τη μορφή της γνήσιας σύμβασης υπέρ τρίτου, καθώς εμπλέκονται τρία (3) διαφορετικά πρόσωπα:

    (α) η ανώνυμη εταιρεία με την ιδιότητα της λήπτριας της ασφάλισης, η οποία συνάπτει τη σχετική σύμβαση ως αντισυμβαλλόμενη του ασφαλιστή και, ταυτόχρονα, για λογαριασμό τρίτων προσώπων (δηλαδή, των μελών της διοίκησής της),

    (β) η ασφαλιστική επιχείρηση με την ιδιότητα του ασφαλιστή, η οποία και αναλαμβάνει την παραπάνω αναφερόμενη υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας στην περιουσία όχι της αντισυμβαλλόμενής της εταιρείας αλλά τρίτων προσώπων (δηλαδή των μελών της διοίκησής της) από την πραγματοποίηση του ασφαλισμένου κινδύνου  και

    (γ) τα μέλη της διοίκησης με την ιδιότητα των ασφαλισμένων αλλά και των δικαιούχων του ασφαλίσματος, καθώς στο πρόσωπό τους γεννάται άμεσα και απευθείας το δικαίωμα προσδοκίας στην ασφαλιστική αποζημίωση.

    4.3. Η παραπάνω αναφερόμενη νομική κατασκευή έχει ως έννομο αποτέλεσμα να καθίσταται υπεύθυνη για την τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το σχετικό ασφαλιστήριο η ανώνυμη εταιρεία, λόγω της φέρουσας ιδιότητάς της ως λήπτριας της ασφάλισης. Επιπλέον, η ανώνυμη εταιρεία είναι και το πρόσωπο εκείνο, στο οποίο απονέμονται τα δικαιώματα καταγγελίας και τροποποίησης της ασφαλιστικής σύμβασης, καθώς και τα δικαιώματα υπαναχώρησης ή εναντίωσης από αυτήν. Αντίθετα, κύρια υποχρέωση των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας είναι η μη παράβαση των ασφαλιστικών βαρών, δηλαδή η τήρηση των κανόνων συμπεριφοράς εκείνων που θέτει ο νόμος ή η σχετική ασφαλιστική σύμβαση, προκειμένου να εκπληρωθεί η παροχή του ασφαλιστή και, ειδικότερα, προκειμένου να επέλθει η καταβολή του ασφαλίσματος από τον τελευταίο.

     

    5.Η ασφαλιστική κάλυψη

    5.1. Σύμφωνα με τα παραπάνω αναφερόμενα, το εύρος της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης υπερβαίνει την αστική ευθύνη των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας. Ωστόσο, καθώς το βασικό πεδίο της σχετικής ασφαλιστικής κάλυψης αναφέρεται στις αστικές αξιώσεις, κύρια βάση της συνιστά η ζημιογόνος πράξη που περιλαμβάνει κάθε πραγματική ή τεκμαιρόμενη παραβίαση των καθηκόντων των μελών της διοίκησης έναντι της εταιρείας. Επίσης, η συγκεκριμένη ασφαλιστική κάλυψη περιλαμβάνει κάθε άδικη και ζημιογόνο έναντι τρίτων πράξη ή παράλειψη, λάθος ή αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων των μελών της διοίκησης της εταιρικής οντότητας. Δηλαδή, καλύπτεται κάθε ατομική ευθύνη διοικητή του εταιρικού οργανισμού είτε αυτός ενάγεται εις ολόκληρον είτε από κοινού είτε αυτοτελώς. Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται σαφές ότι η σχετική ασφαλιστική κάλυψη εκτείνεται στην παράβαση ουσιαστικών κανόνων ιδιωτικού δικαίου που επισύρουν την ευθύνη των διοικούντων την εταιρεία. Ωστόσο, δεν καλύπτονται οι αξιώσεις αποζημίωσης, οι οποίες βασίζονται σε ειδικές συμφωνίες ή όρους που εισάγονται από διατάξεις ενδοτικού δικαίου και επιτείνουν την ευθύνη του νομικού προσώπου πέρα από τη νόμιμη πρόβλεψη.

    5.2. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι καλύψεις της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης δεν εκτείνονται σε δραστηριότητες, οι οποίες είναι αντίθετες στη δημόσια τάξη, έχουν  αθέμιτο και ανήθικο χαρακτήρα και αντιτάσσονται ευθέως σε απαγορευτικές νομοθετικές διατάξεις. Για το λόγο αυτό, εξάλλου, εξαιρούνται από την κάλυψη ποινικές κυρώσεις, πρόστιμα και άλλες χρηματικές ποινές. Στα δε πρόστιμα συμπεριλαμβάνονται και αυτά, τα οποία επιβάλλονται από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές. Παραταύτα, έγκυρα συνομολογείται η κάλυψη δικαστικών εξόδων της ποινικής δίωξης του ασφαλισμένου. Μάλιστα, σε ορισμένα ασφαλιστήρια συμφωνείται η κάλυψη των εξόδων της ποινικής διαδικασίας να λαμβάνει χώρα μόνο, εφόσον αποδειχθεί ή κηρυχθεί ο διοικητής αθώος.

    5.3. Περαιτέρω, πέρα από τις παραβάσεις των κανόνων του ιδιωτικού δικαίου, η σχετική ασφαλιστική κάλυψη είναι δυνατό να επεκταθεί και στις παραβάσεις κανόνων του δημοσίου δικαίου. Κριτήριο για τη σχετική ασφαλιστική κάλυψη συνιστά ο χαρακτήρας της αποζημίωσης που απορρέει από την αποζημίωση των δημοσίου δικαίου διατάξεων. Δηλαδή, εάν η εν λόγω αποζημίωση έχει χαρακτήρα αποκατάστασης της ζημίας εμπίπτει στην κάλυψη της ευθύνης των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας. Αντίθετα, εάν ο χαρακτήρας της αποζημίωσης είναι κυρωτικός, δεν καλύπτεται από τη σχετική ασφαλιστική σύμβαση. Συνακόλουθα, υπό την προϋπόθεση πάντοτε της τήρησης του σχετικού κριτηρίου, είναι δυνατή η κάλυψη χρηματικών απαιτήσεων  που εγείρονται ενώπιον διοικητικών δικαστηρίων ή διοικητικής εποπτικής αρχής, καθώς και των εξόδων της έρευνας από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή.

    5.4. Τέλος, οι εξαιρέσεις που εισάγονται στις σχετικές ασφαλιστικές συμβάσεις εμπίπτουν σε πολλαπλές κατηγοριοποιήσεις, ανάλογα με την πρακτική των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και τα υιοθετούμενα από αυτές κριτήρια. Προς αποφυγή μακροσκελών και περιττών ως προς την παρούσα ανάλυση αναπτύξεων, σκόπιμες κρίνονται οι ακόλουθες συνοπτικές επισημάνσεις:

    (α) από τη σχετική ασφαλιστική κάλυψη εξαιρούνται αξιώσεις που καλύπτονται από άλλα ασφαλιστήρια, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται ενδεικτικά οι αξιώσεις που καλύπτονται από ασφαλιστήρια επαγγελματικής αστικής ευθύνης,

    (β) επιπλέον, εξαιρούνται από την κάλυψη αυτή πράξεις, οι οποίες εμπεριέχουν μεγάλο ρίσκο για τον ασφαλιστή, στις οποίες συνήθως συμπεριλαμβάνονται η ευθύνη των μελών της διοίκησης ανώνυμης εταιρείας για δυσφήμιση και για προσβολή προσωπικότητας, οι αξιώσεις που συνδέονται με την πτώχευση της εταιρείας καθώς και οι ζημίες που σχετίζονται με μετασχηματισμούς εταιρειών,

    (γ) περαιτέρω, από την ασφαλιστική κάλυψη της ευθύνης των μελών της διοίκησης ανώνυμης εταιρείας εξαιρούνται οι αξιώσεις που εγείρονται σε δικαστήρια εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΕΕ ή προέρχονται από την παράβαση νομοθεσίας κρατών εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    (δ) τέλος, εύλογα εξαιρούνται από την εν λόγω ασφαλιστική κάλυψη οι περιπτώσεις δόλιας πρόκλησης της ασφαλιστικής περίπτωσης. Συγκεκριμένα, εξαιρούνται οι ζημίες, για τις οποίες εγείρονται αξιώσεις τρίτων ή της λήπτριας της ασφάλισης ανώνυμης εταιρείας, όπως αυτές προκαλούνται από δόλια παράβαση του διαχειριστικού καθήκοντος ή των διατάξεων του νόμου από τη διοίκηση της εταιρικής οντότητας. Σ’ αυτές συμπεριλαμβάνονται, ενδεικτικά, οι δωροδοκίες και άλλες συναφείς πράξεις χρηματισμού.

     

    6.Οι ασφαλιστικές ρήτρες

    Πέρα από τις παραπάνω αναφερόμενες εξαιρέσεις, στη σχετική ασφαλιστική σύμβαση έχουν εφαρμογή ειδικές ρήτρες, οι οποίες αναφέρονται αποκλειστικά στη συγκεκριμένη ασφαλιστική σύμβαση ή διαμορφώθηκαν με αφορμή την ανάπτυξη της σχετικής ασφάλισης και οι οποίες ουσιαστικά περιορίζουν σημαντικά την ευθύνη του ασφαλιστή. Ειδικότερα, μπορούν να συμπεριληφθούν στο ασφαλιστήριο:

    (α) η ρήτρα ομίλου, η οποία επιτρέπει την ενιαία διαπίστωση και μεταχείριση του ασφαλιστικού κινδύνου και, επιπλέον, επιβαρύνει με λιγότερα έξοδα τον όμιλο, καλύπτοντας με ένα ομαδικό ασφαλιστήριο όλες τις εταιρικές οντότητες ενός ομίλου,

    (β) η ρήτρα ίδιας συμμετοχής των ασφαλισμένων, η οποία επιφέρει την ανάληψη από το ασφαλισμένο μέλος της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας ενός τμήματος και, συγκεκριμένα, ενός ορισμένου ποσού ή ποσοστού, της αποζημίωσης γενικά ή ανά ασφαλιστική περίπτωση,

    (γ) η ρήτρα της σειριακής ζημίας (άλλως αλυσιδωτής ζημίας), η οποία περιορίζει περισσότερες απαιτήσεις που εγείρονται με βάση την ίδια άδικη πράξη στο ίδιο ασφαλιστικό ποσό και στην ίδια ασφαλιστική περίοδο, καθώς λογίζονται ως μια και μόνη απαίτηση,

    (δ) η ρήτρα απόλυσης του συγκεκριμένου μέλους της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας, η οποία επιβάλλει στην εταιρική οντότητα την προηγούμενη καταγγελία της σχέσης με το εν λόγω πρόσωπο ως αναγκαία προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της ασφαλιστικής κάλυψης,

    (ε) η ρήτρα ασφαλισμένου κατά ασφαλισμένου, η οποία δεν επιτρέπει την κάλυψη αξιώσεων που εγείρει ασφαλισμένο μέλος της διοίκησης της εταιρικής οντότητας σε βάρος άλλου ασφαλισμένου είτε ευθέως είτε αναγωγικά. Η συγκεκριμένη ρήτρα εμφανίζεται σε μια παραλλαγή της ως ρήτρα μη κάλυψης ίδιας ζημίας, η οποία περιορίζει ή αποτρέπει τη σχετική ασφαλιστική κάλυψη. Ο περιορισμός αυτός λαμβάνει χώρα ανάλογα με το βαθμό και στο μέτρο της συμμετοχής των εμπλεκόμενων ασφαλισμένων προσώπων στη διοίκηση της λήπτριας της ασφάλισης και περιλαμβάνει αξιώσεις προσώπων που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με ένα από τα ασφαλισμένα πρόσωπα. Λόγο δε της εισαγωγής της συνιστά η αποφυγή δημιουργίας καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων, συμπαιγνιών και καταχρηστικών συμπεριφορών, αλλά και η αποφυγή άντλησης πλουτισμού.

     

    7.Επίλογος

    7.1. Η θέσπιση του Νόμου 4548/2018 για την αναμόρφωση του δικαίου των ανωνύμων εταιρειών επέφερε μια σειρά από αλλαγές, σαρωτικές ενίοτε, στη λειτουργία των εταιρικών οντοτήτων. Σε ό,τι αφορά στην ευθύνη των μελών της διοίκησής τους, σε προηγούμενο σημείωμα του ιστολογίου της παρούσας διαδικτυακής σελίδας παρατέθηκαν αναλυτικά οι ενδοεταιρικές και οι ποινικές ευθύνες τους, όπως διαμορφώνονται πλέον με το νέο νομοθετικό καθεστώς (διαβάστε σχετικά στο πρώτο μέρος του άρθρου για την ευθύνη των μελών του Δ.Σ.). Εύκολα διαπιστώνεται η επίταση της ποινικοποίησης της επιχειρηματικότητας και εξίσου εύκολα διακρίνεται η οριοθέτηση της διακριτικής ευχέρειας των εταιρικών διοικητών ως προς την επίτευξη του εταιρικού σκοπού.

    7.2. Περαιτέρω, σε άλλο σημείωμα του αυτού ιστολογίου παρατέθηκαν εξίσου αναλυτικά οι διοικητικές και ποινικές ευθύνες των εταιρικών διοικητών έναντι του Δημοσίου και των Ασφαλιστικών Οργανισμών, όπως απορρέουν από τη φορολογική, ασφαλιστική και τελωνειακή νομοθεσία, καθώς και οι ευθύνες που τους αποδίδουν συγκεκριμένες διατάξεις του Αστικού, του Πτωχευτικού και του Ποινικού Κώδικα (διαβάστε σχετικά στο δεύτερο μέρος του άρθρου για την ευθύνη των μελών του Δ.Σ.). Με σαφήνεια διαπιστώνεται η έκθεση των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας σε εξαιρετικά σοβαρούς κινδύνους.

    7.3. Είναι προφανές, επομένως, ότι η ασφάλιση της ευθύνης των εταιρικών διοικητών αποτελεί ένα ικανό μέσο άμυνας και διασφάλισης αυτών έναντι των κινδύνων που απορρέουν από την εταιρική διακυβέρνηση και την αυστηροποίηση του νομοθετικού περιβάλλοντος. Η σύναψη δε της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης, σύμφωνα με τα παραπάνω αναλυτικά αναφερόμενα, διακρίνεται από ισχυρά οικονομικά και επιχειρηματικά πλεονεκτήματα: αρτιότερη εταιρική οργάνωση, υψηλότερο κύρος και εταιρική φερεγγυότητα, ευκρινέστερη επιχειρηματική εικόνα και δυνατότητα προσέλκυσης ικανών διοικητικών στελεχών. Ας μην κλείνουμε πλέον τα μάτια στις διεθνείς επιχειρηματικές συναλλακτικές πρακτικές και στους διεθνείς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης: η διάδοση και καθιέρωση αυτών των ασφαλιστηρίων συμβολαίων και στην ελληνική επιχειρηματική κοινότητα αποτελεί τη μόνη ενδεδειγμένη επιλογή.

    7.4.  Τέλος, ο ρόλος του νομικού συμβούλου της επιχείρησης αποδεικνύεται καθοριστικός στη διαχείριση των θεμάτων των σχετικών με την ασφάλιση της ευθύνης των μελών της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας. Στο πλαίσιο αυτό, ευθύνη του συγκεκριμένου νομικού συμβούλου αποτελεί η στενή συνεργασία του με το μεσίτη ασφαλίσεων, με τον οποίο συνεργάζεται ο εταιρικός οργανισμός, για την αξιολόγηση των προσφερόμενων (περισσότερων) ασφαλιστικών επιλογών και προϊόντων και η υποβοήθησή του στην επιλογή της βέλτιστης λύσης. Επιπλέον, καθήκον του νομικού συμβούλου συνιστά η μέγιστη διασφάλιση της λήπτριας της ασφάλισης ανώνυμης εταιρείας και των ασφαλισμένων εταιρικών διοικητών με τον έλεγχο της νομιμότητας σύναψης και του έγκυρου περιεχομένου της σχετικής ασφαλιστικής σύμβασης. Τέλος, σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλισμένου κινδύνου, ο νομικός σύμβουλος οφείλει να προβεί στη συγκρότηση τεκμηριωμένης αξίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του ασφαλιστή και, ειδικότερα, για την καταβολή του ασφαλίσματος.

    Θα πρέπει να είναι απόλυτα διαυγές:

    Σε οποιοδήποτε στάδιο (από αυτά που παραπάνω παρατέθηκαν) παραληφθεί η λήψη της κατάλληλης νομικής συμβουλής είναι εξαιρετικά πιθανό το δυνητικό κόστος της επιχείρησης να αποδειχθεί δυσθεώρητα υψηλό.

    Πέτρος Ταρνατώρος
    Senior Associate

    Υ.Γ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 17 Μαρτίου 2019

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.