Κατηγορία: Άρθρα

  • Lockdowns, Τηλεργασία, Διαδίκτυο και … Χριστούγεννα

    Lockdowns, Τηλεργασία, Διαδίκτυο και … Χριστούγεννα

    Με την έλευση της πανδημίας στη χώρα μας, η Πολιτεία έπραξε ό,τι αξιολογούσε πως όφειλε για την αντιμετώπιση της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης. Μεταξύ αυτών: για την προστασία της ζωής, της υγείας, των θέσεων εργασίας και των επιχειρήσεων. (Ανεπιτυχώς-σε σημαντικό βαθμό…)

    Ζούμε, για δεύτερη φορά ήδη, την απαγόρευση κυκλοφορίας και (φυσιολογικής) λειτουργίας. Ξαναθυμηθήκαμε τι σημαίνει η συνύπαρξη με τον εαυτό μας και την οικογένεια μας (ακριβέστερα: είχαμε την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε).

    Τα πράγματα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν εξελίχθηκαν το ίδιο ομαλά για όλους. Έχοντας χάσει το άλλοθι της πολύωρης, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, απουσίας μας από το σπίτι (ξανα;)βρεθήκαμε με τα παιδιά, τους συζύγους, τους συντρόφους μας, τον εαυτό μας. Χάσαμε δηλ. την «κανονικότητά» μας. Αντλήσαμε, άραγε, την ευκαιρία να βιώσουμε και απολαύσουμε το «μαζί»;

    Η τηλεργασία ήταν η επαρκής δικαιολογία για να παραμείνουμε «κολλημένοι» στα laptop, ipad και smart phones μας. Κι αφού ήμασταν «αναγκασμένοι» σε πολύωρες επαγγελματικές αυτοαπομονώσεις καθιστούσαμε, εύλογα, εύφορο το έδαφος για αντίστοιχες συνδέσεις των λοιπών συνοικούντων συνδέσεις με τις αντίστοιχες συσκευές και το διαδίκτυο. Αποσυνδέσεις από το «μαζί». Και τα Χριστούγεννα;

     

    Ο εθισμός στο διαδίκτυο

    Ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι ασθένεια. Η συγκεκριμένη παραδοχή  (ήδη και του Π.Ο.Υ.) επιβεβαιώνει την έκταση, εύρος και βάθος την έκθεσής μας στο διαδίκτυο.

    Η πανδημία και το δεύτερο “lockdown” επιβαρύνουν την κατάσταση.

    Διαθέτουμε πάντοτε (ενήλικες κι ανήλικοι) επαρκείς δικαιολογίες αφιερώνοντας ατέλειωτες, κατά κανόνα, ώρες στο διαδίκτυο. Η έκθεσή μας όμως στο διαδίκτυο συνδέεται, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, και με τους αντίστοιχους κινδύνους. Κάποιοι ήδη τους έχουμε βιώσει. Και, ποτέ, δεν είναι μειωμένης αξίας.

    Ευαισθητοποιούμαστε περισσότερο (και ορθά) με τους διαδικτυακούς κινδύνους που αφορούν τα παιδιά. Όμως: το κυβερνοέγκλημα αγγίζει, δυνητικά, όλους μας. Ανεξαιρέτως.

     

    Η πρόληψη και η καταστολή

    Η πρόληψη αφορά την Πολιτεία, την Κοινωνία, τους Φορείς & Οργανισμούς, την οικογένεια και, αυτονοήτως, τον καθένα, ξεχωριστά, από εμάς.

    Όταν είτε δεν λειτουργήσει είτε αποτύχει η πρόληψη τι συμβαίνει; Όταν οι δράστες εντοπίσουν τις «χαραμάδες» στις συσκευές, στα δίκτυα, στα συστήματα και προσοχή μας; Όταν καταφέρουν να διεισδύσουν στον αποκλειστικά δικό μας-προσωπικό κόσμο; Κι όταν συμβεί αυτό με τα παιδιά μας;

    Όταν δεν λειτουργήσει (ή αποτύχει) η πρόληψη, ακολουθεί η καταστολή˙  υπό την αυτονόητη προϋπόθεση του εντοπισμού του δράστη. Και, στη συνέχεια, πάλι η πρόληψη…

    Η Πολιτεία οφείλει να μεριμνά για τη δημιουργία του πλέγματος των αναγκαίων ρυθμίσεων που αφορούν την βαρύτατη ποινική απαξία των συμπεριφορών εκείνων που εξέρχονται από το πλαίσιο του κοινωνικά, ηθικά και νομικά ανεκτού. Σειρά ποινικών ρυθμίσεων υφίστανται που αφορούν το κυβερνοέγκλημα και την ποινική μεταχείριση εκείνων που υιοθετούν μη ανεκτές συμπεριφορές (όπως το όριο προσδιορίζεται από το κοινωνικό σώμα και την Πολιτεία που το εκφράζει).

     

    Οι ποινικές διατάξεις

    Ο ρυθμός των εξελίξεων σε τεχνολογικό επίπεδο είναι εντυπωσιακά ταχύς. Ο νομοθέτης στην προσπάθειά του να τις ακολουθήσει, έστω και ασθμαίνων, έχει θεσπίσει σειρά διατάξεων που αφορούν αδικήματα που τελούνται μέσω προγραμμάτων Η/Υ, του διαδικτύου και μη νόμιμης παρέμβασης σε λογισμικό και συσκευές (που όλοι μας καθημερινά χρησιμοποιούμε για να επικοινωνήσουμε, εργαστούμε, ψυχαγωγηθούμε, συναλλαχθούμε…). Τις συναντούμε, κατά βάση, στον Ποινικό Κώδικα.

     

    Γενικά: εκείνες που αφορούν το ηλεκτρονικό έγκλημα

    Πλείστες όσες είναι οι σχετικές διατάξεις στον Ποινικό Κώδικα. Προϊόντος του χρόνου προσπαθεί ο νομοθέτης να διαχειριστεί άγνωστες, μέχρι πρότινος, συμπεριφορές Κανέναν δεν απασχολούσαν προ τριακονταετίας, λ.χ., θέματα παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο, έκθεση προσωπικών μας στιγμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ήδη απασχολούν όλους μας-βεβαίως και το νομοθέτη.

    Ποινικές διατάξεις που αφορούν το ηλεκτρονικό έγκλημα είναι δυνατό να αναφέρονται σε μείζονος σημασίας κοινωνικά αγαθά. Τέτοιες διατάξεις αφορούν, λ.χ., προσβολές του δημοκρατικού πολιτεύματος (άρθρο 135 ΠΚ), εγκλήματα κατά της Δημόσιας Τάξης (διέγερση σε ανυπακοή-183 ΠΚ, διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια-184 ΠΚ, τρομοκρατικές πράξεις-τρομοκρατική οργάνωση-187Α ΠΚ, απειλή διάπραξης εγκλημάτων-190 ΠΚ, διασπορά ψευδών ειδήσεων-191 ΠΚ, εγκλήματα σχετικά με το νόμισμα-211 ΠΚ).

    Ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον έχουν οι διατάξεις εκείνες που αφορούν σε μείζονος αξίας βοηθητικά αγαθά. Σαν τέτοια: εγκλήματα κατά της ασφάλειας των τηλεφωνικών επικοινωνιών (292Α ΠΚ), παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων (292Β & Γ ΠΚ), προσβολές του απόρρητου των τηλεπικοινωνιών του κοινού (292Δ ΠΚ), παρακώλυση των τηλεπικοινωνιών (292Ε ΠΚ).

    Τέτοιες είναι κι εκείνες που αφορούν εγκλήματα κατά προσωποπαγών, ατομικών αγαθών, όπως της κοινωνικής αναπαράστασης – τιμής (εξύβριση, δυσφήμηση και συκοφαντική δυσφήμηση-361 έως 363 ΠΚ). Επίσης όσες αναφέρονται σε προσβολές ατομικού απορρήτου και επικοινωνίας (παραβίαση απορρήτου εγγράφων-370 ΠΚ, παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας και προφορικής συνομιλίας-370Α ΠΚ, παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα-370Β, Γ, Δ & ΕΠΚ.

    Από τις διατάξεις εκείνες που αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο ιδιαίτερο ενδιαφέρον (λόγω της συχνότητας εμφάνισης τέτοιων περιστατικών) είναι εκείνη της απάτης με υπολογιστή (386Α ΠΚ).

     

    Σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα

    Ξεχωριστής βαρύτητας είναι τα εγκλήματα που αφορούν την ερωτική ζωή του ατόμου και τελούνται μέσω διαδικτύου ή/και με ηλεκτρονικά μέσα.

    Ιδιαίτερη κοινωνική και ηθική απαξία έχουν όταν αφορούν παιδιά. Διατάξεις που αφορούν σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα με θύματα τα παιδιά είναι, ενδεικτικά: προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 ΠΚ), διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας (338 ΠΚ), και κυρίως η πορνογραφία ανηλίκων (348Α ΠΚ), προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους (348Β ΠΚ), πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων (348Γ ΠΚ).

    Βλάβη, βέβαια, δεν υφίστανται μόνον τα παιδιά από τη δημόσια έκθεση «μη δημόσιων» πράξεών μας. Τα παραδείγματα είναι, δυστυχώς, αμέτρητα. Στην αντίληψή μας πέφτουν, κατά κανόνα, όσα αφορούν δημόσια πρόσωπα.

    Σοβαρό το πρόσφατο, σχετικό, σφάλμα του νομοθέτη: Δυστυχώς, με την αναμόρφωση του ποινικού κώδικα τον Ιούλιο του παρελθόντος έτους, επαναπροσεγγίστηκε, θέλω να πιστεύω από αβλεψία, η διάταξη του 370Α ΠΚ που προέβλεπε πως «όποιος αθέμιτα παρακολουθεί με ειδικά τεχνικά μέσα ή …αποτυπώνει σε υλικό φορέα μη δημόσια πράξη άλλου, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών». Την ίδια αντιμετώπιση επιφύλασσε και για εκείνον που θα έκανε χρήση του ως άνω φορέα. Ήδη η συγκεκριμένη ποινική κύρωση δεν υφίσταται, μολονότι διατηρείται η πρόβλεψη καθαυτή. Ως εκ τούτου, η δημόσια έκθεση (λ.χ. κυκλοφορία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή, γενικά, στο διαδίκτυο) «μη δημόσιας πράξης άλλου»-όπως τόσα, σοβαρά και πρόσφατα παραδείγματα, αντιμετωπίζεται μεν από τον νυν άρθρο 370Α ΠΚ, σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις, όχι πλέον ως κακούργημα αλλά ως ένα βαρύ πλημμέλημα.

    Εύλογος θα προέβαλε, βέβαια, ο αντίλογος. Γιατί, άραγε, να αποτελεί κακούργημα  η φωτογραφική απεικόνιση ενός μη νηστεύοντα, σε περίοδο νηστείας, ιερέα; Από την άλλη όμως δεν αποτελεί, άραγε,  έγκλημα βαρύτατης κοινωνικής και ηθικής απαξίας η κυκλοφορία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το διαδίκτυο των «προσωπικών» στιγμών ενός ζευγαριού από τον πρώην σύντροφο; Οι συνέπειες δεν είναι ανεπανόρθωτα καταστροφικές;

    Ας ελπίσουμε σε μία σύντομη, σχετική, επανόρθωση-ιδίως προς την κατεύθυνση αυτοτελούς τυποποίησης σε έγκλημα της συγκεκριμένης συμπεριφοράς.

     

    Και μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης, τι;

    Οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν αφορούν παρά τις κυρώσεις που απειλούνται σε περίπτωση εκδήλωσης της εγκληματικής συμπεριφοράς και επιβάλλονται πάντοτε εκ των υστέρων. Είναι αμφίβολο αν ο δράστης μιας τέτοιας αξιόποινης πράξης οδηγηθεί στη φυλακή-παρά σε απολύτως ακραίες περιπτώσεις. Το τραύμα που θα απομείνει χαραγμένο στο θύμα του θα είναι βαθύ˙ και δια βίου. Επομένως μία είναι η λύση: η πρόληψη. Και πρόληψη προϋποθέτει γνώση (μα και κόπο πολύ) για την επίτευξή της.

     

    Ειδικά: η παιδική πορνογραφία

    Παράλληλα με την ανάπτυξη του διαδικτύου άρχισε να «ανθίζει», κατά τη δεκαετία του 1990, και η παιδική πορνογραφία. Αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μία από τις μάστιγες της σύγχρονης εποχής. Μία βιομηχανία που κατά το 2010 είχε αποτιμηθεί (με βάση μελέτη του United Nations Office on Drugs and Crime) σε ετήσιο κύκλο εργασιών είκοσι, τουλάχιστον δισεκατομμυρίων USD. Και, ήδη, έχει παρέλθει μία δεκαετία με εκρηκτική την περαιτέρω αύξηση της χρήσης του διαδικτύου και του κυβερνοεγκλήματος. Να θεωρήσουμε δεδομένο πως η αύξηση της αποτίμησης θα είναι εκθετική. Και, αυτονόητα, δραματική-όπως εξάλλου και οι συνέπειές της.

    Αποτελεί κοινό τόπο πως η αύξηση του κυβερνοεγκλήματος συνδέεται, δυστυχώς, με τη χρήση του διαδικτύου. Η πανδημία και, ιδιαίτερα, το ”lockdown” λειτουργούν, δι’ αμφότερα, ως λίπασμα. Ο εθισμός (που εμείς επιτρέπουμε-ίσως και ασυναίσθητα προωθούμε) των παιδιών με το διαδίκτυο. Αντίστοιχα και η απομάκρυνση από τους παραδοσιακούς οικογενειακούς δεσμούς, ουσιαστικές σχέσεις, ειλικρινή, προσωπική και ανθρώπινη επαφή.

    Μάλλον όλοι γνωρίζουμε τι πρέπει να πράξουμε (και τι να αποφύγουμε) για τον περιορισμό του κυβερνοεγκλήματος, που επηρεάζει την καθημερινότητά μας και όχι μόνον. Οι δράσεις Φορέων και Οργανισμών δεν αρκούν, αυτονοήτως, για την αντιμετώπισή του. Ούτε μοιάζει εφικτή ή δημοκρατικά ανεκτή η αστυνόμευση στη λογική: ένας αστυνομικός ανά πολίτη. Τίθεται ζήτημα εσωτερίκευσης του λόγου που δικαιολογεί την απαγόρευση. Ζήτημα κατανόησης της αξίας της προσωπικής ευθύνης.

     

    Οι κίνδυνοι στο διαδίκτυο: Το δεύτερο lockdown & εντεύθεν

    Οι κίνδυνοι στο διαδίκτυο είναι παρόντες. Κι όσο περνά ο καιρός τόσο διογκώνονται. Το δεύτερο ”lockdown”, λίγους μόλις μήνες μετά το πρώτο, ο νέος εγκλεισμός (που σωρευτικά, με τον πρώτο, βιώνουμε), η αύξηση της επαφής με τους υπολογιστές και τις έξυπνες συσκευές μας, η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση μας καθιστούν περισσότερο ευάλωτους.

    Οφείλουμε να βρισκόμαστε, όλοι, σε εκγρήγορση: η Πολιτεία, η Κοινωνία, οι Αρχές, οι Φορείς, το Σχολείο, η Οικογένεια, ο καθένας από εμάς. Οφείλουμε να κρατούμε σε εκγρήγορση τις περισσότερο ευάλωτες σε τέτοιους κινδύνους ομάδες. Τους πρεσβύτερους και τα παιδιά μας. Κι είναι σημαντικό, αναμφίβολα, να προστρέχουμε στους ειδικούς. Προσοχή: όχι εκείνους που λειτουργούν για ίδιο, εν τέλει, όφελος. Σ’ εκείνους που αποδεδειγμένα λειτουργούν με κοινωνική ευθύνη˙ για το κοινό καλό.

     

    Ας μην ξεχνάμε: οι γνώσεις μας για το κυβερνοέγκλημα θα είναι, πάντοτε περιορισμένες σε σύγκριση με τους θύτες.

    Αν το αποδεχθούμε είναι βέβαιο ότι η επόμενη μέρα θα είναι καλύτερη. Κι ακόμα περισσότερο: όλοι μας περισσότερο ασφαλείς και, αυτονόητα, περισσότερο χαρούμενοι.

    Και περαιτέρω (με αφορμή το σε εξέλιξη, ήδη, δεύτερο “lockdown”):

    Ας μειώσουμε την έκθεσή μας στο διαδίκτυο.

    Ας μειώσουμε τη χρήση των laptop, ipad και smart phones μας.

    Ας επενδύσουμε στην αυτοβελτίωση, ας επενδύσουμε στους οικείους μας, ας επενδύσουμε στη οικογένειά μας-τη φυσική ή/και της καρδιάς μας.

    Μαζί.

    Ας ξεκινήσουμε από τούτες τις μέρες.

    (Εξάλλου: είναι ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ…).-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 20 Δεκεμβρίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:βασικές πρόνοιες και καινοτομίες)

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:βασικές πρόνοιες και καινοτομίες)

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος (:ν. 4738/20) είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό νομοθέτημα. Η έναρξη της ισχύος του τοποθετείται σε ελάχιστες, πλέον, ημέρες (:1η Ιανουαρίου 2021)-ένα δίμηνο δηλ. από τη δημοσίευσή του. Και τούτο παρά την έκταση και πολυπλοκότητά του (:265 διατάξεις-όχι απλές κατά το περιεχόμενό τους & 81 σελίδες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως). Το γεγονός ότι βιώνουμε μια πρωτόφαντη και πολυεπίπεδη (αυτονοήτως και οικονομική) κρίση, δεν φαίνεται πως θα αποτελέσει ικανή αιτία για τη μετακίνηση της αφετηρίας εφαρμογής του. Ενδεχομένως ορθά. Ίσως όμως κι όχι. Μια μεγάλη συζήτηση έχει ξεκινήσει (επιστημονική, πολιτική, επιχειρηματική, κοινωνική) για διάφορα θέματα που ρυθμίζει. Ενδεικτικά: σχετικά με την αναγκαιότητα ενός ακόμα σχετικού νομοθετήματος κοντά στα άλλα εννέα των τελευταίων δεκατριών χρόνων˙ σχετικά με τη βασιμότητα και αλήθεια των χαρακτηριστικών και ιδιοτήτων που του αποδίδουν οι υποστηρικτές του˙ σχετικά με τη χρησιμότητα και την αξία του˙ σχετικά με τους ποιους, εν τέλει, αφορά. Κι ακόμα: πολλά περισσότερα. Προκειμένου να υποβοηθηθεί ο σχετικός προβληματισμός, αξίζει τον κόπο να διερευνηθούν οι βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του.

    Ας επικεντρωθούμε στις σημαντικότερες από αυτές:

    Ο πτωχευτικός νόμος: Συγκεντρωτική (και ολιστική;) προσέγγιση

    Οι νομοθετικές πρόνοιες για τη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους ήταν διάσπαρτες σε περισσότερα νομοθετήματα. Δεν διαπνέονταν, όπως είναι φυσικό, από ενιαία «κουλτούρα»  και λογική. Ο νέος πτωχευτικός νόμος επιδιώκει να αντιμετωπίσει «ολιστικά» το εξαιρετικά σημαντικό αυτό θέμα. Πρόκειται για φιλόδοξο, πράγματι, στόχο. Για την εν τέλει επίτευξή του όμως δημιουργούνται αρκετά ερωτηματικά.

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος συγκεντρώνει, πράγματι, το σύνολο των, συναφών με το θέμα, ρυθμίσεων. Συγκεκριμένα: εκείνες που αφορούν την προειδοποίηση και τις διαδικασίες πρόληψης της αφερεγγυότητας (άρθρα 1 έως 30), την προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (άρθρα 31 έως 74), την πτώχευση (άρθρα 75 έως 211), την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και ρήτρες παρακολούθησης (άρθρα 212- 216), τους ευάλωτους οφειλέτες (άρθρα 218 έως 226) αλλά και τους διαχειριστές αφερεγγυότητας (άρθρα 227 έως 259). Ο πτωχευτικός νόμος κλείνει με κοινές τελικές, εξουσιοδοτικές και μεταβατικές διατάξεις (άρθρα 260 έως 265).

    Του αποδίδεται όμως παραβίαση των αρχών της καλής διακυβέρνησης, δεδομένης της  πληθώρας των εξουσιοδοτικών διατάξεων (κατ΄ απόκλιση από το άρθρο 3 §2 ν. 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης»).

     

    Ο πτωχευτικός νόμος: Θέσπιση προληπτικού μηχανισμού για την έγκαιρη προειδοποίηση

    Ένας τέτοιας φύσης προληπτικός μηχανισμός (άρθρα 1 έως 4) εισάγεται, πράγματι, για πρώτη φορά στη χώρα μας.

    Στο πλαίσιο του συγκεκριμένου, προληπτικού, μηχανισμού δημιουργούνται διαδικασίες ενημέρωσης και υποστήριξης των οφειλετών (φυσικών και νομικών προσώπων) για την κάλυψη ή αναδιάρθρωση των οφειλών τους.

    Κεντρική του στόχευση αποτελεί η έγκαιρη προειδοποίηση και υποστήριξη των οφειλετών για την αποφυγή διαδικασιών αφερεγγυότητας. Επιπρόσθετα: για την αποφυγή της βίαιης και αθέλητης ρευστοποίησης των περιουσιακών τους στοιχείων. Εξάλλου και η Οδηγία 2019/1023, την οποία καθιστά εθνικό δίκαιο, την ίδια (υψηλή) στόχευση έχει (:βλ. και αιτ. σκέψη 22 Οδηγίας).

    Από την άλλη πλευρά, όμως, δημιουργούνται αρκετά ερωτηματικά. Ενδεικτικά: όσον αφορά το ελλιπές των ρυθμίσεων του συγκεκριμένου μηχανισμού, την έλλειψη λειτουργικής σύνδεσης με τα λοιπά εργαλεία και πρόνοιες του νομοθετήματος, την έλλειψη θέσπισης κινήτρων από την ένταξη στις ρυθμίσεις του ή/και κυρώσεων από την αποφυγή του, την πραγματική δυνατότητα έγκαιρης ενεργοποίησής του κ.ο.κ.

     

    Δημιουργία διεξόδων στους οφειλέτες που βρίσκονται, αποδεδειγμένα, σε οικονομική δυσκολία ή αδυναμία

    Γενικά

    Παρέχεται η δυνατότητα σ’ εκείνους από τους οφειλέτες που βρίσκονται, αποδεδειγμένα, σε οικονομική́ δυσκολία ή αδυνατούν να διαχειριστούν τα χρέη τους:

    (α) να ρυθμίσουν, εφόσον είναι σε θέση, τις οφειλές τους (:ενδ. άρθρα 5 επ.) ή

    (β) να απαλλαγούν από τα χρέη τους μέσω της ρευστοποίησης του συνόλου των περιουσιακών τους στοιχείων, με σκοπό να αξιοποιήσουν μια «δεύτερη ευκαιρία» (:άρθρα 192 επ.).

     

    Ειδικά όσον αφορά τη «δεύτερη ευκαιρία»

    Το ουσιαστικά «νέο», που επιδιώκει να εισφέρει το συγκεκριμένο νομοθέτημα, είναι η δυνατότητα του οφειλέτη να «κλείσει» γρήγορα, οριστικά (και με το μικρότερο δυνατό κόστος) το θέμα της υπερχρέωσής του.

    Να εξασφαλίσει, με άλλα λόγια, πως τα χρέη του δεν θα τον επιβαρύνουν ούτε και θα τον ακολουθούν δια βίου. Επίσης, πως δεν θα μεταφερθούν στους κληρονόμους του κι από κείνους στους δικούς τους. Και, τέλος, πως δεν θα χρειαστεί να εμπλακούν και άλλα (ανεύθυνα) μέλη της οικογένειας του πτωχού επειδή ο ίδιος δεν μπορεί, λόγω της ιδιότητάς του αυτής, να δραστηριοποιηθεί με το δικό του όνομα.

    Το συγκεκριμένο, ιδιαίτερα σημαντικό, πρόβλημα δεν περιορίζεται στο επίπεδο της υπερχρέωσης της οικογένειας. Μεταφέρεται, συνολικά, σε επίπεδο κοινωνίας και εθνικής οικονομίας.

    Με το συγκεκριμένο νομοθέτημα εισφέρονται νέα στοιχεία, σε έναν θεσμό όμως ο οποίος βελτιώθηκε, κατά πολύ, στο πλαίσιο της τελευταίας αναδιάρθρωσης του Πτωχευτικού Κώδικα. Να σημειωθεί, στο πλαίσιο αυτό, πως ο πτωχός τεκμαίρεται, πλέον, καλόπιστος, χωρίς να χρειάζεται να αναμένει σχετική δικαστική κρίση. Σημαντική επίσης είναι η σύντμηση της προθεσμίας μετά την οποία επέρχεται η απαλλαγή. Αντίστοιχα και η διεύρυνση της απαλλαγής σε οφειλές από ορισμένα εκ δόλου αδικήματα. Παραμένει ωστόσο σε εκκρεμότητα των ζήτημα της απαλλαγής από οφειλές λόγω έκδοσης μεταχρονολογημένων επιταγών, στο αντίστοιχο πλαίσιο με τις οφειλές προς το Δημόσιο.

     

    Εισαγωγή ολοκληρωμένου και αυτοματοποιημένου πλαισίου και συστήματος αντιμετώπισης της αφερεγγυότητας

    Γενικά

    Το συγκεκριμένο νομοθέτημα προβλέπει συγκεκριμένο εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών φυσικών και νομικών προσώπων (άρθρα 5 επ.). Η εν λόγω, εμπιστευτική, διαδικασία διεξάγεται μέσω συγκεκριμένης ηλεκτρονικής πλατφόρμας (άρθρα 8 επ. & 29). Παρέχει τη δυνατότητα της αναδιάρθρωσης (ή/και απομείωσης/«κουρέματος») των οφειλών. Αναγκαία προϋπόθεση αποτελεί η απόφαση της πλειοψηφίας των εμπλεκομένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (άρθρο 14). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποκτά η πρόβλεψη πως καθίσταται υποχρεωτική η εφαρμογή της και για το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς, εφόσον υιοθετηθεί η πρόταση ρύθμισης που προκύπτει από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος (άρθρο 21 επ.). Η διαδικασία διαρκεί για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο μηνών, εντός του οποίου αναστέλλονται τα μέσα αναγκαστικής ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη (άρθρα 13, 16, 18).

    Ο συγκεκριμένος εξωδικαστικός μηχανισμός συνιστά, αναμφίβολα, ένα εργαλείο το οποίο έχει τις προϋποθέσεις να καταστεί αποδοτικό. Αρκεί, αυτονοήτως, να βρει την αναγκαία υποστήριξη εκ μέρους των πιστωτών. Ακριβέστερα: των τραπεζικών ιδρυμάτων. Το παράδειγμα του προϋφιστάμενου-αντίστοιχου εξωδικαστικού μηχανισμού, ο οποίος δεν απέδωσε τα πολυπόθητα αποτελέσματα, είναι δυστυχώς γνωστό σε όλους. Αντίστοιχα γνωστοί και οι λόγοι για τη δυσμενή αυτή εξέλιξη (ενδ.: ψηφιοποιημένη γραφειοκρατία, βαρύς μηχανισμός, ατολμία δημοσίου, απροθυμία όμως, κυρίως, των τραπεζών).

    Ας επισημανθεί πως σημαντική, μεταξύ των δύο μηχανισμών, διαφοροποίηση είναι ότι στο νεοθεσπιζόμενο μηχανισμό δεν εντάσσονται οφειλές τρίτων ιδιωτών, λ.χ. προμηθευτών-όπως συνέβαινε με το προηγούμενη καθεστώς (γεγονός που δημιουργεί ένα αποψιλωμένο, μερικώς τουλάχιστον, πεδίο εφαρμογής).

     

    Τα δυνητικά αποτελέσματα της σχετικής διαδικασίας

    Μέσα στο προαναφερθέν δίμηνο είναι ενδεχόμενο:

    (α) να μην υποβληθεί πρόταση ρύθμισης από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (άρθρο 5)

    (β) να επέλθει συμφωνία για ρύθμιση (άρθρο 19) ή, τέλος,

    (γ) να αρνηθεί ο οφειλέτης την προτεινόμενη από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ρύθμιση (άρθρο 16 επ.).

     

    Η διαδικασία της εξυγίανσης των επιχειρήσεων

    Τα τελευταία χρόνια έγινε σημαντική προσπάθεια να  αποστιγματιστεί όχι μόνο η πτώχευση αλλά και η διαδικασία της εξυγίανσης των επιχειρήσεων. Όποιος άκουγε για «άρθρο 99» αντιλαμβανόταν ότι «ο ασθενής» προσδιοριζόταν ως «ετοιμοθάνατος». Ακόμα κι όταν δεν ήταν έτσι…

    Η διαδικασία της εξυγίανσης καθίσταται, ήδη, ενιαία και εκσυγχρονίζεται με βάση όσα η Οδηγία 2019/1023 προβλέπει. Οι επιχειρήσεις είναι δυνατό να προσφύγουν σ’ αυτή προκειμένου να αποφύγουν την πτώχευση και τις δυσμενείς της συνέπειες. Απαιτείται η συναίνεση δύο κατηγοριών πιστωτών (που εκπροσωπούν, κατ’ ελάχιστο, το 50% των απαιτήσεων καθεμιάς από αυτές-άρθρο 34):

    (α) εκείνων που διαθέτουν ειδικά προνόμια (λ.χ. εμπράγματες ασφάλειες) και

    (β) των λοιπών (που δεν διαθέτουν ειδικά προνόμια)

    Εφόσον όμως επιτευχθεί συμφωνία των προαναφερθεισών κατηγοριών πιστωτών (που εκπροσωπούν, κατ’ ελάχιστο, το 60% των απαιτήσεων του συνόλου-εντός του οποίου περισσότερο από το 50% εκείνων που έχουν ειδικό προνόμιο, επικυρώνεται από το δικαστήριο. Και τούτο ακόμα κι αν δεν συμφωνεί η πλειοψηφία των λοιπών πιστωτών-υπό την προϋπόθεση όμως πως συντρέχουν και κάποιες, ακόμα, προϋποθέσεις (άρθρο 54). Οι μειοψηφήσαντες πιστωτές δεσμεύονται από τα συμφωνηθέντα, εφόσον ικανοποιούνται (κατά βάση) δύο βασικές αρχές (άρθρο 54:)

    (α) της μη χειροτέρευσης της θέσης τους και

    (β) της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία-εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί́ εμπορικοί́ ή κοινωνικοί́ λόγοι.

    Σημειώνεται πάντως πως από την κατάθεση της αίτησης στο αρμόδιο δικαστήριο για την επικύρωση της σχετικής συμφωνίας και μέχρι την έκδοση απόφασης επ’ αυτής, επέρχεται αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών (άρθρο 50 επ.). Εξαιρούνται όμως οι εργαζόμενοι, οι οποίοι δικαιούνται να αξιώσουν, απρόσκοπτα, το σύνολο των οφειλών τους χωρίς να περιορίζονται από τη (γενική) αναστολή των σε βάρος των οφειλετών καταδιωκτικών μέτρων (άρθρο 52)

     

    Η πτώχευση-Γενικά

    Εφόσον δεν επιτευχθεί η αναδιάρθρωση των οφειλών, ακολουθεί η διαδικασία πτώχευσης του οφειλέτη (άρθρα 75 επ.). Η πτώχευση αφορά τα νομικά  πρόσωπα. Αφορά όμως και φυσικά πρόσωπα-ανεξάρτητα μάλιστα από την ύπαρξη (ή μη) εμπορικής ιδιότητας (άρθρο 76). Σημειώνεται πως η δυνατότητα πτώχευσης φυσικών προσώπων-μη εμπόρων αποτελεί μια νέα ρύθμιση. Κηρύσσεται, υπό προϋποθέσεις, και μετά το θάνατό τους. Με την πτώχευση δρομολογείται η διαδικασία συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, με δυνατότητα απαλλαγής του οφειλέτη από τις οφειλές του.

     

    Τα νομικά πρόσωπα

    Όσον αφορά τα νομικά πρόσωπα, με την απόφαση κήρυξης της πτώχευσης αποφασίζεται η ρευστοποίηση είτε της επιχείρησης (ως ενιαίο σύνολο) είτε των επιμέρους περιουσιακών της στοιχείων (άρθρα 75, 79, 158επ. κ.ά.). Εφόσον αποφασιστεί εκποίηση της επιχείρησης ως ενιαίο σύνολο αλλά δεν επιτευχθεί εντός 18μήνου, εκποιούνται τα επιμέρους περιουσιακά́ της στοιχεία (άρθρο 161).

     

    Τα φυσικά πρόσωπα

    Εκτός από την πτώχευση φυσικών προσώπων που δεν είναι έμποροι, εισάγεται μια ακόμα, νέα, ρύθμιση που τα αφορά. Συγκεκριμένα, προκειμένου να επέλθει η οριστική απαλλαγή τους:

    (α) εκποιούνται τα περιουσιακά τους στοιχεία (άρθρο 92)

    και, εφόσον δεν επαρκέσει το τίμημα της εκποίησής τους,

    (β) οφείλουν να συνεισφέρουν, επιπρόσθετα,  με τα εισοδήματά τους που υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (άρθρο 92).

     

    Η συστηματοποίηση και απλοποίηση των σχετικών διαδικασιών. Οι καινοτομίες.

    Οι διαδικασίες της πτώχευσης επαναπροσεγγίζονται, συστηματοποιούνται και σε σημαντικό βαθμό απλοποιούνται (προς την ίδια κατεύθυνση εξάλλου και η μεταρρύθμιση του 2016).

    Κεντρικό ζητούμενο: η ταχύτερη δυνατή ολοκλήρωσή τους. Στο πλαίσιο αυτό προβλέπεται μια σειρά καινοτομιών. Ενδεικτικά:

    (α) η εισαγωγή ποσοτικών κριτηρίων που καθορίζουν ευχερέστερα την παύση πληρωμών (άρθρο 77)-[κριτήριο βέβαια που ήδη συζητείται, στη βάση των δεδομένων της παρούσας, ιδιαίτερα δυσχερούς, οικονομικής συγκυρίας],

    (β) η αυτοδίκαιη και αναποζημίωτη λύση των συμβάσεων εργασίας με την κήρυξη της πτώχευσης (άρθρα 103 & 109) – [ομοίως συζητείται],

    (γ) η χρήση ηλεκτρονικών μέσων που διασφαλίζουν διαφάνεια και δημοσιότητα (ενδ.: άρθρα 84, 143 και 212 επ.),

    (δ) η κατάργηση προσκόμισης δικαιολογητικών (τα οποία θα ανακτώνται πλέον ηλεκτρονικά -ενδ.: άρθρο 214),

    (ε) η άμεση έναρξη των διαδικασιών ρευστοποίησης (ενδ.: άρθρο 157),

    (στ) η αυτόματη αναπροσαρμογή της τιμής πρώτης προσφοράς στις διαδικασίες πλειστηριασμού, εφόσον αποδειχθούν άγονοι (άρθρο 164)-[ρύθμιση η οποία αναμένεται να εισαχθεί και στον ΚΠΟΛΔ],

    (ζ) βελτιώσεις του θεσμού των διαχειριστών αφερεγγυότητας (άρθρα  227 επ., ενδ. 230),

    (η) η θέσπιση απλοποιημένων διαδικασιών για τις πτωχεύσεις «μικρού αντικειμένου», έτσι ώστε να κινούνται και να περαιώνονται με ταχύτητα οι διαδικασίες κήρυξης της πτώχευσης, ρευστοποίησης και συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, θεσμός ο οποίος είχε βελτιωθεί σημαντικά με το ισχύον καθεστώς και αφορά, εξ αντικειμένου, ιδιαίτερα μεγάλο όγκο επιχειρήσεων (ενδεικτικά: άρθρα 172  επ, ιδίως 173, 176, 178.),

    (θ) η αυτοδίκαιη παύση των εργασιών της πτώχευσης μετά παρέλευση πέντε (5) ετών από την κήρυξη της και η ανάκτηση των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων (:άρθρο 191 §3). [Ενώ με βάση το υφιστάμενο δίκαιο (άρθρο 166 παρ. 3 ν. 3588/2007), η παύση των εργασιών της πτώχευσης ελάμβανε χώρα μετά την παρέλευση δέκα (10) ετών από την ένωση των πιστωτών ή την παρέλευση δεκαπέντε (15) ετών από την κήρυξή της]

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος και η απαλλαγή ως συνέπεια της πτώχευσης

    Γενικά

    Αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την πτώχευση είναι η απαλλαγή́ των οφειλετών από τις υποχρεώσεις τους (άρθρο 192επ.) στο πνεύμα της υπό ενσωμάτωση οδηγίας 2019/1023.

    Η απαλλαγή επέρχεται εξαιρετικά σύντομα. Κατά βάση σε τρία (3) έτη-σε κάποιες περιπτώσεις και σε μόλις ένα (1) έτος (άρθρο 192). Εξαίρεση αποτελεί το ενδεχόμενο της δόλιας πτώχευσης και  της απόκρυψης περιουσιακών στοιχείων από μέρους των οφειλετών (άρθρο 193), οπότε ο οφειλέτης ως μη συγγνωστός δεν απολαμβάνει το σχετικό δικαίωμα.

    Στην περίπτωση που οι οφειλέτες δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία, η απαλλαγή τους θα επέλθει στην τριετία. Οφείλουν όμως στην περίπτωση αυτή να καταβάλλουν το υπερβάλλον του εισοδήματός τους, μετά την κάλυψη των εύλογων δαπανών διαβίωσης (άρθρο 192).

     

    Οι στρατηγικοί κακοπληρωτές

    Εκείνοι που θα χαρακτηριστούν «στρατηγικοί κακοπληρωτές» δεν είναι δυνατό να επιτύχουν την απαλλαγή τους (άρθρο 193, 194). Για τη διερεύνηση πάντως του συγκεκριμένου ενδεχόμενου διενεργούνται ειδικοί́ έλεγχοι για τον εντοπισμό κρυφών περιουσιακών στοιχείων τόσο στην Ελλάδα όσο και εκτός αυτής (άρθρα 196, 214)

     

    Η ευθύνη των μελών της διοίκησης των νομικών προσώπων που πτωχεύουν

    Αντιμετωπίζεται, για πρώτη φορά, ένα παλαιό και σοβαρό πρόβλημα που αφορούσε τα μέλη της διοίκησης των νομικών προσώπων που πτωχεύουν. Συγκεκριμένα: αυτό της ευθύνης τους για τις οφειλές της επιχείρησης, ακόμα και μετά την πτώχευσή́ της. Με το νέο θεσμικό πλαίσιο επέρχεται απαλλαγή των συγκεκριμένων προσώπων εντός τριετίας από την υποβολή της αιτήσεως για την πτώχευση ή εντός διετίας από την κήρυξή της (όποιο προηγηθεί χρονικά-άρθρο 195).

     

    Γενικά

    Αξιοποίηση παραγωγικών μονάδων της χώρας

    Οι μέχρι σήμερα διαδικασίες για την ολοκλήρωση των διαδικασιών της πτώχευσης ήταν, κατά βάση, ατέρμονες. Οι παραγωγικές μονάδες των υπό αναδιάρθρωση ή πτώχευση επιχειρήσεων παρέμεναν δεσμευμένες και, συχνά, ανενεργείς για χρόνια ή, στην πράξη, για πάντα. Με την επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών επιδιώκεται η ταχύτερη είσοδος επενδυτών σ’ αυτές (στόχευση εξάλλου και της μεταρρύθμισης του 2016). Αυτονοήτως και η επαναφορά των εν λόγω επιχειρήσεων σε παραγωγική λειτουργία προς όφελος (και) της εθνικής οικονομίας.

     

    Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια

    Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτελούσαν και αποτελούν «πληγή χαίνουσα» για τις τράπεζες και την οικονομία. Με τις νέες ρυθμίσεις υποβοηθάται η βέλτιστη και ταχύτερη διαχείριση του όλου προβλήματος προς όφελος, και εν προκειμένω, της εθνικής οικονομίας.

     

    Η χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση

    Αξιοποιείται ο συγκεκριμένος, αξιοποιούμενος σε διεθνές επίπεδο (και στον τομέα της εξωδικαστικής επίλυσης ιδιωτικών διαφορών) θεσμός (ενδ. άρθρο 15 επ.).

     

    Η τεχνολογία

    Αξιοποιείται σε σημαντικό βαθμό η τεχνολογία. Εισάγονται νέες ηλεκτρονικές και αυτοματοποιημένες διαδικασίες, που υποβοηθούν τη διαφάνεια και καταργούν τη γραφειοκρατία (ενδ. 212 επ). Πρόκειται, εξάλλου, για ενότητα της οδηγίας 2019/1023.

     

    Οι Διαχειριστές Αφερεγγυότητας

    Εισάγονται  βελτιώσεις στον σχετικό θεσμό προκειμένου να υποστηριχθεί, περαιτέρω, η διαδικασία της πτώχευσης. (ενδ. 227 επ.).

    Ο θεσμός των Διαχειριστών Αφερεγγυότητας εισήχθη το 2015 για να αντικαταστήσει εκείνο των συνδίκων της πτώχευσης. Η αιτία ήταν τα πολλαπλά προβλήματα που δημιουργούνταν, μεταξύ άλλων, από την ανεπάρκεια των τελευταίων, την έλλειψη διαφάνειας, τα προβλήματα με τις αμοιβές τους. Ο θεσμός των Διαχειριστών Αφερεγγυότητας δεν έχει τύχει, μέχρι σήμερα, της αναγνώρισης που αναμενόταν. Ενδεχομένως διότι και ο αριθμός των νέων πτωχεύσεων είναι μικρός. Ωστόσο πρόκειται, αναμφίβολα, να επιλύσει ζητήματα διαφάνειας και αποτελεσματικότητας, μολονότι η πρόβλεψη περί πρότασής του από τους πιστωτές, όταν αιτούνται την πτώχευση, γεννά ορισμένες επιφυλάξεις (βλ. άρθρο 137).

     

    Οι Ευάλωτες Κοινωνικά Ομάδες

    Θεσπίζονται διατάξεις οι οποίες στοχεύουν στην προστασία εκείνων από τους δανειολήπτες που ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες. Επιδοτούνται, λ.χ., οι δόσεις των δανείων τους (άρθρο 28) αλλά και συνεχίζει να καταβάλλεται το τυχόν δικαιούμενο επίδομα στέγασης στο Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης (άρθρο 223).

    Η συγκεκριμένη ενότητα διατάξεων (αυτή που αναφέρεται στις Ευάλωτες Κοινωνικά Ομάδες) έχει, επί του παρόντος, καταστεί από τις πλέον αμφιλεγόμενες του όλου νομοθετήματος. Οι αντιδράσεις που καταγράφονται είναι πολλές και από όλες σχεδόν τις πλευρές.

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος θα είναι από 01.01.2021 το νέο όπλο στη φαρέτρα μας για την διαχείριση του (δυσβάστακτου και πολυεπίπεδα προβληματικού) Ιδιωτικού Χρέους της χώρας μας.

    Κάποιοι καταθέτουν ήδη τον προβληματισμό τους όσον αφορά την αναγκαιότητα του εν λόγω νομοθετήματος-ειδικά την παρούσα χρονική στιγμή. Επικαλούνται, συγκεκριμένα, το γεγονός ότι είμαστε στο μέσον μιας σε εξέλιξη πανδημίας και της, συνακόλουθης, επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος. Επίσης πως τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο παρατηρείται αναστολή πτωχευτικών διατάξεων-πόσο μάλλον εκείνων που φέρουν στο πεδίο της πτώχευσης τέτοια, όπως τα ανωτέρω, χαρακτηριστικά.

    Κάποιοι άλλοι θα χαρακτήριζαν «χρόνο ακατάλληλο» την έναρξη της εφαρμογής του την 1.1.2021, αμιγώς από την άποψη της προετοιμασίας κι ελλιπούς γνώσης των αμέσως εμπλεκομένων.

    Κάποιοι τρίτοι αξιολόγησαν ήδη τον χρόνο της έναρξης εφαρμογής ως απολύτως κατάλληλο και ενδεδειγμένο.

    Μέλλει να αποδειχθεί το δίκαιο των μεν, των δε ή των τρίτων.

    Το δίκαιο όμως επιστρέφει κατά την εφαρμογή του στην κοινωνία: σε αυτήν καθρεφτίζεται (ή όχι) η δικαιοσύνη του. Εκείνη θα κάνει, και στην προκειμένη περίπτωση, την τελική αξιολόγηση.

    Σε κάθε περίπτωση: Ας ελπίσουμε να επιτύχει ο νέος πτωχευτικός νόμος τους στόχους του.

    Στο σύνολό τους.

    Αποτελεί, εξάλλου, εθνική ανάγκη.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου “Ο νέος πτωχευτικός νόμος” δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 13 Δεκεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Αναστολή συμβάσεων εργασίας Δεκεμβρίου 2020

    Αναστολή συμβάσεων εργασίας Δεκεμβρίου 2020

    Κορωνοϊός και Εργασιακές Σχέσεις (:Αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Δεκέμβριο)

    Οι καθυστερήσεις που έλαβαν χώρα σε νομοθετικό (βεβαίως και υγιειονομικό επίπεδο) υπήρξαν αδικαιολόγητες κατά το κρίσιμο, δεύτερο, κύμα της Πανδημίας. Έχουμε αναφερθεί σ’ αυτές σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Αναφερθήκαμε εκεί και στο φαινόμενο της εκ των υστέρων νομοθέτησης που τόσα προβλήματα δημιουργεί στον επιχειρηματικό σχεδιασμό και στα εμπλεκόμενα πρόσωπα (επιχειρήσεις, εργαζόμενοι, λογιστές). Το φαινόμενο ξεπέρασε κάθε λογική όταν στις 26.11.20 δημοσιεύθηκε το νομοθετικό πλαίσιο για την αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Νοέμβριο (:μολονότι είχε προαναγγελθεί από 31.10.20, από τα πρωθυπουργικά χείλη). Δημοσιεύθηκε ήδη (ΦΕΚ Β’ 5391/7.12.20) η ΚΥΑ 49989/20 που αφορά την αναστολή συμβάσεων εργασίας για το μήνα Δεκέμβριο. Αποτελεί μια μικρή, χρονική, πρόοδο.

    Ας δούμε όμως τις βασικές της πρόνοιες.

     

    Α. Επιχειρήσεις των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία με εντολή δημόσιας αρχής.

    Ερώτημα 1ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις, που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα/τα σε περιφερειακές ενότητες, των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία της έδρας ή των υποκαταστημάτων τους, με εντολή δημόσιας αρχής, βάσει Κωδικών Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ), που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών (κεφ. Α, άρθρο 1 §1)

    Ερώτημα 2ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις αναστέλλονται και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 1ο) επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν προσληφθεί έως και την 4η Νοεμβρίου 2020. Οι συμβάσεις τους τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή (ή παρατείνεται προϋφιστάμενη αναστολή τους) για το χρονικό διάστημα από 1.12.2020 έως και 31.12.2020 (κεφ. Α, άρθρα 1 §§1 & 2). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Α, άρθρο 1 §2). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §3β).

     

    Ερώτημα 3ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες λήγουν μετά την ημερομηνία αναστολής της λειτουργίας των εργοδοτών τους με εντολή δημόσιας αρχής, τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §3a).

     

    Ερώτημα 4ο: Τι ισχύει όσον αφορά τις εξαιρέσιμες δραστηριότητες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις, για τις περιπτώσεις εξαιρέσιμων δραστηριοτήτων από την απαγόρευση λειτουργίας τους έχουν τη δυνατότητα:

    (α) Να θέτουν εργαζόμενους (των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους δεν έχουν τεθεί σε αναστολή), σε καθεστώς τηλεργασίας, όταν αυτή είναι δυνατό να παρασχεθεί με τον συγκεκριμένο τρόπο (κεφ. Α, άρθρο 1 §4α),

    (β) Να προσλαμβάνουν εργαζομένους κάνοντας χρήση του προγράμματος «Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας».  Τους συγκεκριμένους εργαζόμενους είναι δυνατό να θέσουν σε τηλεργασία δεν είναι όμως δυνατό να τεθούν σε αναστολή οι συμβάσεις τους (κεφ. Α, άρθρο 1 §4β) και

    (γ) Να θέτουν σε αναστολή συμβάσεις εργασίας εργαζόμενών τους (κεφ. Α, άρθρο 1 §4γ).

     

    Ερώτημα 5ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε προσωρινή, μόνον, ανάκληση αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους για κάλυψη έκτακτων, πρόσκαιρων, κατεπειγουσών και ανελαστικών αναγκών, στο πλαίσιο αντιμετώπισης του κορωνοϊού COVID-19 (κεφ. Α, άρθρο 1 §5).

     

    Ερώτημα 6ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2020, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Α, άρθρο 1 §6).

     

    Β. Πληττόμενες επιχειρήσεις

    Ερώτημα 7ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών, βάσει ΚΑΔ, ως πληττόμενες (κεφ. Β, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 8ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις είναι δυνατό να ανασταλούν και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 7ο) επιχειρήσεων. Οι συμβάσεις τους είναι δυνατό να τεθούν σε αναστολή (ή να παραταθεί προϋφιστάμενη αναστολή) από 1.12.2020 έως και 31.12.2020 κατ’ ανώτατο όριο (κεφ. Β, άρθρα 1 §1α & β). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Β, άρθρο 1 §4). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας υπό την προϋπόθεση της θέσης σε αναστολή του συνόλου των εργαζομένων της επιχείρησης (κεφ. Β, άρθρο 1 §3).

     

    Ερώτημα 9ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Η αναστολή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναστολή στο παρελθόν είναι δυνατό να παραταθεί έως 30.11.20-κατ’ ανώτατο όριο. Είναι δυνατό να τεθούν, για πρώτη φορά, σε αναστολή συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου εργαζομένων οι οποίοι είχαν προσληφθεί μέχρι την 4.11.20. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Β, άρθρο 2 §3).

     

    Ερώτημα 10ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων; Η αξιοποίηση του «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ»;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους αλλά και να τις θέτουν εκ νέου σε αναστολή έως την 31.12.20 (κεφ. Β, άρθρο 2 §4). Σε αντίθεση με τα οριζόμενα για την ανάκληση της αναστολής από επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί με απόφαση της δημόσιας αρχής, οι πληττόμενες επιχειρήσεις δεν απαιτείται να προβάλουν κάποιο ιδιαίτερο λόγο για να ανακαλέσουν την αναστολή συμβάσεων εργασίας. Είναι επίσης δυνατό (κεφ. Β, άρθρο 2 §5α) να κάνουν χρήση του μηχανισμού ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για τους εργαζομένους τους των οποίων οι συμβάσεις εργασίας δεν τελούν σε αναστολή.

     

    Ερώτημα 11ο: Τι ισχύει όσον αφορά την τηλεργασία;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις υποχρεούνται να θέτουν σε τηλεργασία τους εργαζομένους τους των οποίων η εργασία μπορεί να παρασχεθεί με το σύστημα αυτό, σύμφωνα με όσα ορίζει η υπ’ αριθμ.  οικ. 44921/1377/2.11.20 ΚΥΑ (κεφ. Β, άρθρο 2 §5β).

     

    Ερώτημα 12ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή, και σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2020. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Β, άρθρο 2 §1).

    Υποχρεούνται επίσης να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας, για χρονικό διάστημα ίσο με το συνολικό χρονικό διάστημα της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων τους. Η υποχρέωση αυτή δεν υφίσταται όταν συντρέχει αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσής της, όπως σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή, το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας. Δεν υποχρεούνται να αναπληρώσουν τους οικειοθελώς αποχωρήσαντες, τους συνταξιοδοτούμενους, τους θανόντες κι εκείνους τους εργαζόμενους των οποίων η σύμβαση εργασίας τους λήγει κατά τη διάρκεια του ανωτέρω χρονικού διαστήματος (κεφ. Β, άρθρο 2 §2).

     

    Γ. Αποζημίωση ειδικού σκοπού

    Ερώτημα 13ο: Σε ποιο ποσό ανέρχεται η αποζημίωση ειδικού σκοπού; Ποιοι οι δικαιούχοι της;

    Οι εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους τελούν σε αναστολή δικαιούνται αποζημίωση ειδικού σκοπού κατ’ αναλογία των ημερών διάρκειας της αναστολής των συμβάσεων εργασίας τους, με βάση υπολογισμού το ποσό των πεντακοσίων τριάντα τεσσάρων ευρώ (534,00 €) που αντιστοιχεί σε τριάντα (30) ημέρες (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1). Βαρύνει, εξ ολοκλήρου, τον κρατικό προϋπολογισμό (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 14ο: Η αποζημίωση ειδικού σκοπού έχει επιβαρύνσεις; Κατάσχεται;

    Η αποζημίωση ειδικού σκοπού είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §2).

     

    Με την ανωτέρω αναφερόμενη ΚΥΑ ρυθμίζονται εντός του πρώτου δεκαημέρου του Δεκεμβρίου θέματα που θα ενδείκνυτο να είχαν ρυθμιστεί πριν την έναρξή του. Αποτελεί, εντούτοις, μια μικρή πρόοδο (σύμφωνα με όσα εισαγωγικά αναφέρθηκαν) σε σχέση με όσα αρνητικά έχουμε συνηθίσει στο πλαίσιο του δευτέρου κύματος της Πανδημίας.

    Ας ελπίσουμε ταχύτερη και  αποτελεσματικότερη να καταστεί και η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Δεκεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Κορωνοϊός και Εργασιακές Σχέσεις: Αναστολή συμβάσεων εργασίας

    Κορωνοϊός και Εργασιακές Σχέσεις: Αναστολή συμβάσεων εργασίας

    Κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας αντιμετωπίσαμε καταστάσεις πρωτόφαντες. Σε προσωπικό, εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Επιτυχώς, εντούτοις-κατ’ αντικειμενική κρίση, κατάφερε να χειριστεί η Πολιτεία, την όλη κατάσταση. Επέτυχε τη μέγιστη δυνατή προστασία της ανθρώπινης ζωής, της υγείας, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Θα ανέμενε κανείς πως στο δεύτερο κύμα όλα θα ήταν περισσότερο βελτιωμένα: τα αναγκαία μέτρα, ο χρόνος λήψης τους, τα αποτελέσματα.  Καταφέραμε το, φαινομενικά, ακατόρθωτο: Να λαμβάνουμε πάντοτε καθυστερημένα, το τελευταίο δίμηνο, κάθε αναγκαίο μέτρο. Τόσο καθυστερημένα μάλιστα, που η λήψη τους αποβαίνει, ενίοτε, απολύτως αναποτελεσματική. Το «γονατισμένο» ΕΣΥ και η ανεπάρκεια των ΜΕΘ των δημοσίων νοσοκομείων, του λόγου το αληθές αποδεικνύουν. Σε εντυπωσιακό βαθμό καθυστερημένες και οι αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις (η Επιστρεπτέα Προκαταβολή και η Kαταβολή Mειωμένου Mισθώματος πρόχειρα παραδείγματα). Τα αντίστοιχα, δυστυχώς, ισχύουν και για τις ρυθμίσεις που αφορούν τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας…

     

    Περί της εκ των υστέρων νομοθέτησης…

    Η επιγενόμενη νομοθέτηση για τόσο σημαντικά θέματα και οι αναδρομικής ισχύος ρυθμίσεις δημιουργούν, το δίχως άλλο, ανασφάλεια δικαίου. Υποδηλώνουν, περαιτέρω, περιορισμένη διαχειριστική ικανότητα.

    Να θυμηθούμε πως η κανονική ροή για τη θέση σε εφαρμογή ενός νομοθετικού μέτρου είναι: (α) ψήφιση και δημοσίευση νόμου, (β) έκδοση και δημοσίευση Υπουργικής Απόφασης-όπου απαιτείται, (γ) εγκύκλιος του αρμόδιου Υπουργείου με τις αναγκαίες οδηγίες και (δ) έναρξη εφαρμογής. Ας θυμηθούμε όμως τα σχετικά με τις αναστολές των συμβάσεων εργασίας και την τηλεργασία.

    Το πρωθυπουργικό διάγγελμα της 31.10.20 μας είχε προϊδεάσει για τη λήψη μέτρων μεταξύ άλλων για την προστασία των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Δελτίο Τύπου της 5.11.20 του Υπουργείου Οικονομικών προανήγγειλε, μεταξύ άλλων, το μέτρο της αναστολής των συμβάσεων εργασίας που αφορούσε όχι μόνον τις επιχειρήσεις των οποίων διακόπηκε η λειτουργία με εντολή δημόσιας αρχής αλλά και τις πληττόμενες από το δεύτερο κύμα της πανδημίας.

    Στις 15.11.20 δόθηκαν οι πρώτες οδηγίες από το Υπουργείο Εργασίας για την υποβολή στο ΕΡΓΑΝΗ των δηλώσεων αναστολών για τον (ουσιαστικά παρελθόντα) μήνα Νοέμβριο και στις 18.11.20 οι συμπληρωματικές. Να σημειωθεί: χωρίς, οποιαδήποτε, νομοθετική βάση ή τεκμηρίωση.

    Τρεις, ολόκληρες, εβδομάδες μετά (στις 26.11.20) δημοσιεύθηκε ο ν. 4756/20 (ΦΕΚ Α’ 235/26.11.2020) όπου στις διατάξεις των άρθρων 68 και 69 διαχειριζόταν, επιτέλους, το θέμα της αναστολής των συμβάσεων εργασίας για τον μήνα Νοέμβριο(!). Ακολούθησε, αυθημερόν, η ΚΥΑ πολ. 48713/1232/26.11.20  (ΦΕΚ B’ 5246/26.11.2020-στο εξής: «ΚΥΑ») που εξειδίκευε το ίδιο θέμα-για τον μήνα Νοέμβριο επίσης(!).

    Με ποια δεδομένα θα μπορούσαν να λάβουν επιχειρηματικές αποφάσεις, άραγε, οι πληττόμενες (και σε περιορισμένη λειτουργία) επιχειρήσεις για τον μήνα Νοέμβριο, τη στιγμή που δεν είχαν γνώση του (ανύπαρκτου μέχρι την 26/11) θεσμικού πλαισίου;

    Σε κάθε περίπτωση: εργάσιμες επομένως ημέρες για τη διαχείριση του όλου θέματος (τόσο για τις πληγείσες όσο και για κείνες που τελεί σε αναστολή η λειτουργία τους-βεβαίως και για τους δύσμοιρου λογιστές τους): Η Παρασκευή 27 Νοεμβρίου και η Δευτέρα 30 Νοεμβρίου (αναδρομικά, βεβαίως, για ολόκληρο το μήνα Νοέμβριο)…

    Είναι προφανές πως όλα τούτα στερούνται σοβαρότητας.

    Ας δούμε όμως τις βασικές ρυθμίσεις της ως άνω ΚΥΑ (οι διατάξεις που στη συνέχεια αναφέρονται είναι εκείνης οι διατάξεις-με εξαίρεση όπου κάτι διαφορετικό αναφέρεται).

     

    Α. Επιχειρήσεις των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία με εντολή δημόσιας αρχής

    Ερώτημα 1ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις, που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα/τα σε περιφερειακές ενότητες, των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία της έδρας ή των υποκαταστημάτων τους, με εντολή δημόσιας αρχής, βάσει Κωδικών Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ), που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών (κεφ. Α, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 2ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις αναστέλλονται και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 1ο) επιχειρήσεων, οι οποίοι έχουν προσληφθεί έως και την 4η Νοεμβρίου 2020. Οι συμβάσεις τους τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή (ή παρατείνεται προϋφιστάμενη αναστολή τους) για το χρονικό διάστημα, κατά περίπτωση,  από 1.11.2020 έως και 6.11.2020 ή 7.11.2020 έως και 30.11.2020 (κεφ. Α, άρθρα 1 §§1 & 2). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Α, άρθρο 1 §3). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §4β).

     

    Ερώτημα 3ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες λήγουν μετά την ημερομηνία αναστολής της λειτουργίας των εργοδοτών τους με εντολή δημόσιας αρχής, τίθενται υποχρεωτικά σε αναστολή. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Α, άρθρο 1 §4β).

     

    Ερώτημα 4ο: Τι ισχύει όσον αφορά τις εξαιρέσιμες δραστηριότητες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις, για τις περιπτώσεις εξαιρέσιμων δραστηριοτήτων από την απαγόρευση λειτουργίας τους έχουν τη δυνατότητα:

    (α) Να θέτουν εργαζόμενους (των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους δεν έχουν τεθεί σε αναστολή), σε καθεστώς τηλεργασίας, όταν αυτή είναι δυνατό να παρασχεθεί με τον συγκεκριμένο τρόπο (κεφ. Α, άρθρο 1 §5α) και

    (β) Να προσλαμβάνουν εργαζομένους κάνοντας χρήση του προγράμματος «Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας».  Τους συγκεκριμένους εργαζόμενους είναι δυνατό να θέσουν σε τηλεργασία δεν είναι όμως δυνατό να τεθούν σε αναστολή οι συμβάσεις τους (κεφ. Α, άρθρο 1 §5β).

     

    Ερώτημα 5ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε προσωρινή, μόνον, ανάκληση αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους για κάλυψη έκτακτων, πρόσκαιρων, κατεπειγουσών και ανελαστικών αναγκών, στο πλαίσιο αντιμετώπισης του κορωνοϊού COVID-19 (κεφ. Α, άρθρο 1 §6).

     

    Ερώτημα 6ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή και, σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 30η Νοεμβρίου 2020, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Α, άρθρο 1 §7).

     

    Β. Πληττόμενες επιχειρήσεις

    Ερώτημα 7ο: Ποιες επιχειρήσεις, ειδικότερα, αφορούν τα μέτρα;

    Αφορούν τις επιχειρήσεις που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών, βάσει ΚΑΔ, ως πληττόμενες (κεφ. Β, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 8ο: Ποιων εργαζομένων οι συμβάσεις είναι δυνατό να ανασταλούν και για ποιο χρονικό διάστημα;

    Το μέτρο αφορά τους εργαζόμενους των ανωτέρω (Ερωτ. 7ο) επιχειρήσεων. Οι συμβάσεις τους είναι δυνατό να τεθούν σε αναστολή (ή να παραταθεί προϋφιστάμενη αναστολή) από 1.11.2020 έως και 30.11.2020 κατ’ ανώτατο όριο (κεφ. Β, άρθρα 1 §1). Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τους εργαζόμενους που έχουν ενταχθεί στον Μηχανισμό ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ (κεφ. Β, άρθρο 1 §4). Επίσης και για τους εργαζόμενους εκείνους που επιδοτούνται από το Ανοικτό Πρόγραμμα 100.000 νέων επιδοτούμενων θέσεων εργασίας υπό την προϋπόθεση της θέσης σε αναστολή του συνόλου των εργαζομένων της επιχείρησης (κεφ. Β, άρθρο 1 §3).

     

    Ερώτημα 9ο: Τι συμβαίνει με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου;

    Η αναστολή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου των εργαζομένων, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναστολή στο παρελθόν είναι δυνατό να παραταθεί έως 30.11.20-κατ’ ανώτατο όριο. Μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής, οι συμβάσεις εργασίας συνεχίζονται για τον συμφωνηθέντα, υπολειπόμενο, χρόνο. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει  όταν υφίσταται αντικειμενική αδυναμία όπως, λ.χ., στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας (κεφ. Β, άρθρο 2 §3).

     

    Ερώτημα 10ο: Είναι δυνατή η ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις είναι δυνατό να προβαίνουν σε ανάκληση της αναστολής συμβάσεων εργασίας εργαζομένων τους αλλά και να τις θέτουν εκ νέου σε αναστολή έως την 30.11.20 (κεφ. Β, άρθρο 2 §4). Σε αντίθεση με τα οριζόμενα για την ανάκληση της αναστολής από επιχειρήσεις των οποίων η λειτουργία έχει ανασταλεί με απόφαση της δημόσιας αρχής, οι πληττόμενες επιχειρήσεις δεν απαιτείται να προβάλουν κάποιο ιδιαίτερο λόγο για να ανακαλέσουν την αναστολή συμβάσεων εργασίας.

     

    Ερώτημα 11ο: Τι ισχύει όσον αφορά την τηλεργασία;

    Οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις υποχρεούνται να θέτουν σε τηλεργασία τους εργαζομένους τους σε ποσοστό 50% επί του συνόλου των εργαζομένων των οποίων η εργασία μπορεί να παρασχεθεί με το σύστημα αυτό) (κεφ. Β, άρθρο 2 §5β).

     

    Ερώτημα 12ο: Ποιες οι υποχρεώσεις των συγκεκριμένων επιχειρήσεων;

    Οι εν λόγω επιχειρήσεις υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία σύμβασης εργασίας για όσο χρονικό διάστημα οι συμβάσεις των εργαζομένων τους τελούν σε αναστολή, και σε κάθε περίπτωση, μέχρι και την 30η Νοεμβρίου 2020. Σε περίπτωση διενέργειας μιας τέτοιας καταγγελίας, αυτή είναι άκυρη (κεφ. Β, άρθρο 2 §1).

    Υποχρεούνται επίσης να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας, για χρονικό διάστημα ίσο με το συνολικό χρονικό διάστημα της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων τους. Η υποχρέωση αυτή δεν υφίσταται όταν συντρέχει αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσής της, όπως σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που από τη μορφή, το είδος ή τη δραστηριότητά τους έχουν συγκεκριμένο χρόνο λειτουργίας. Δεν υποχρεούνται να αναπληρώσουν τους οικειοθελώς αποχωρήσαντες, τους συνταξιοδοτούμενους, τους θανόντες κι εκείνους τους εργαζόμενους των οποίων η σύμβαση εργασίας τους λήγει κατά τη διάρκεια του ανωτέρω χρονικού διαστήματος.

     

    Γ. Αποζημίωση ειδικού σκοπού

    Ερώτημα 13ο: Σε ποιο ποσό ανέρχεται η αποζημίωση ειδικού σκοπού; Ποιοι οι δικαιούχοι της;

    Οι εργαζόμενοι των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τους τελούν σε αναστολή δικαιούνται αποζημίωση ειδικού σκοπού κατ’ αναλογία των ημερών διάρκειας της αναστολής των συμβάσεων εργασίας τους, με βάση υπολογισμού το ποσό των οκτακοσίων ευρώ (800,00 €) που αντιστοιχεί σε τριάντα (30) ημέρες (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1). Βαρύνει, εξ ολοκλήρου, τον κρατικό προϋπολογισμό (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 14ο: Η αποζημίωση ειδικού σκοπού έχει επιβαρύνσεις; Κατάσχεται;

    Η αποζημίωση ειδικού σκοπού είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, τέλος ή εισφορά, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς τη φορολογική διοίκηση και το Δημόσιο εν γένει, τους δήμους, τις περιφέρειες, τα ασφαλιστικά ταμεία ή τα πιστωτικά ιδρύματα (Κεφ. Γ, άρθρο 1 §2).

     

    Δ. Ετήσια Κανονική Άδεια εργαζομένων

    Ερώτημα 15ο: Είναι δυνατή η μεταφορά της ετήσιας κανονικής άδειας του έτους 2020;

    Δεν είναι δυνατή, υπό φυσιολογικές συνθήκες, η μεταφορά της κανονικής άδειας εργαζομένου στο επόμενο έτος. Επιχειρήσεις όμως που απασχολούν εργαζόμενους των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει τεθεί σε αναστολή από τον Μάρτιο του 2020 και συνεχίζει να τελεί σε αναστολή (συνεχώς ή κατά διαστήματα) μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2020 δικαιούνται να μεταφέρουν το σύνολο ή το υπόλοιπο των δικαιούμενων ημερών της ετήσιας κανονικής άδειας του έτους 2020, έως και την 30ή Ιουνίου 2021 (άρθρο 69 §1 ν. 4756/20). Αξιοσημείωτο πάντως είναι πως δεν «μεταφέρεται» και η καταβολή του επιδόματος αδείας (άρθρο 69 §1 ν. 4756/20).

     

    Τα συγκεκριμένα νομοθετήματα  (:ν. 4756/20 και ΚΥΑ πολ. 48713/1232/20) που δημοσιεύθηκαν στο τέλος του μήνα (26.11.20) για να ρυθμίσουν σοβαρότατα προβλήματα που άρχισαν 1η Νοεμβρίου, μόνον επίκαιρα δε μοιάζουν. Ούτε όμως και σοβαρά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν καθώς εξέπνεαν σε δύο, μόνον, εργάσιμες από την ψήφισή τους.

    Τιμή στην Πολιτεία δεν περιποιούν.

    Το σημαντικότερο: Τον οφειλόμενο σεβασμό στις επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους δεν επιδεικνύουν.

    Ας ελπίσουμε μάρτυρες νομοθετημάτων με τέτοια χαρακτηριστικά να μην ξαναγίνουμε.

    Είτε γιατί θα έχουμε καταφέρει να τιθασεύσουμε την πανδημία είτε γιατί θα έχει αποδειχθεί η Πολιτεία σοβαρότερη και καλύτερα προετοιμασμένη.

    Ευκταία, αμφότερα.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 6 Δεκεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Περί πανδημίας, μισθώσεων και μισθωμάτων

    Περί πανδημίας, μισθώσεων και μισθωμάτων

    Περί πανδημίας, μισθώσεων, μισθωμάτων… (…και αποτυχίας διαχείρισης της κρίσης ο λόγος)

    Διανύοντας τη δεύτερη, τραγική αυτή τη φορά, φάση της πανδημίας μετρούμε κρούσματα, θανάτους και, πριν απ΄ όλα, τις νοσηλείες στις ΜΕΘ-που ήδη έχουν «ξεχειλίσει». Παρακολουθούμε επίσης και την Πολιτεία να επιχειρεί, ασθμαίνουσα, να διαχειριστεί την πρωτόγνωρη υγειονομική, οικονομική (και όχι μόνον) κρίση. Και, επί του παρόντος, να μην τα καταφέρνει. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ακούμε υπουργικές και πρωθυπουργικές εξαγγελίες, ρυθμίσεις για επιχειρήσεις και εργαζόμενους, ρυθμίσεις για την τιθάσευση της πανδημίας και διαχείριση της κρίσης. Εντούτοις: οι νομοθετικές ρυθμίσεις εξαγγέλλονται, δελτία τύπου κυκλοφορούν και αναζητούμε, εις μάτην, τα ΦΕΚ όπου αποτυπώνονται. Δημοσιεύθηκε ήδη (ΦΕΚ Α’ 227/18.11.20) ο ν. 4753/18.11.2020 που επιχειρεί τη διαχείριση των μισθωμάτων και μισθώσεων από τον Σεπτέμβριο και εντεύθεν. Αρκετά καθυστερημένα και αρκούντως περιπεπλεγμένα.

    Ας επιχειρήσουμε την κατά ενότητα αποκωδικοποίηση των συγκεκριμένων-επίσης όψιμων, δυστυχώς, διατάξεων (άρθρα 33 & 34 ν. 4753/18.11.2020):

     

    Α. Ενότητα Πρώτη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που (γενικά) πλήττονται λόγω του κορωνοϊού και εργαζομένους σ’ αυτές

    Με βάση τις ρυθμίσεις της §6 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν, στο εξής, τα ακόλουθα όσον αφορά τις επιμέρους ελαφρύνσεις:

    Ερώτημα 1ο: Ποιες οι ελαφρύνσεις στα μισθώματα επιχειρήσεων που πλήττονται λόγω του κορωνοϊού;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία πλήττεται οικονομικά λόγω της πανδημίας, είναι δυνατό να απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής τμήματος του οφειλομένου μισθώματος. Το τμήμα για το οποίο η απαλλαγή δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος για τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2020.

    Να σημειωθεί πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 2ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Για την εφαρμογή της κατά 30% (κατ’ ελάχιστον) μείωσης απαιτείται σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή. Δήλωση τους σχετική με τη συμφωνία υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Ο Διοικητής της ΑΑΔΕ καθορίζει τον τρόπο, τον χρόνο καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της.

     

    Ερώτημα 3ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Αναφέρθηκε ήδη πως το δικαίωμα μείωσης, κατά 30%, κατ’ ελάχιστο του μισθώματος  αφορά μισθώσεις επιχειρήσεων που πλήττονται εξαιτίας της πανδημίας.

    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, προσδιορίζονται οι πληγείσες επιχειρήσεις ανά κλάδο και ανά μήνα, καθώς και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.

    Σημειώνεται πάντως πως στην περίπτωση η εγκατεστημένη επιχείρηση εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό», ισχύουν όσα κατωτέρω (ερώτ. 7ο & επ.) αναφέρονται.

     

    Ερώτημα 4ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας εργαζομένων στις πληττόμενες επιχειρήσεις;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη (ερώτ. 3ο). Η μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας (κατ΄ ελάχιστον 30% ύστερα από συμφωνία μισθωτή-εκμισθωτή) αφορά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 2020. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 5ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών-τέκνων εργαζομένων στις πληττόμενες επιχειρήσεις;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 4ο) σε πληττόμενη κατά τα άνω (ερώτ. 3ο) επιχείρηση, είναι δυνατή η απαλλαγή από τμήμα του συνολικού μισθώματος. Το τμήμα για το οποίο η απαλλαγή δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 30% του συνολικού μισθώματος. Απαιτείται, και εδώ, σχετική συμφωνία μεταξύ του εκμισθωτή και του μισθωτή και ηλεκτρονική τους δήλωση στην ΑΑΔΕ. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης.

     

    Β. Ενότητα Δεύτερη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περιοχή σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό» και εργαζομένους σ’ αυτές.

    Με βάση την προστιθέμενη ήδη §7 του δεύτερου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν στο εξής τα ακόλουθα όσον αφορά τις επιμέρους ελαφρύνσεις:

    Ερώτημα 6ο: Ποια η ελάφρυνση στα μισθώματα των επιχειρήσεων που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα σε περιοχή που εντάσσεται σε «πολύ υψηλό» επιδημιολογικό επίπεδο;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό», και για την οποία ισχύουν, επιπρόσθετα, οι προϋποθέσεις που κατωτέρω (ερωτ. 8ο) αναφέρονται, απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Οκτώβριο 2020.

    Να σημειωθεί πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 7ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απαιτείται οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή.

     

    Ερώτημα 8ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Στις ρυθμίσεις για την υποχρεωτική μείωση, κατά 40%, υπάγονται οι μισθώσεις ακινήτων στα οποία είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάχθηκε για τουλάχιστον δεκατέσσερις (14) μέρες κατά τον μήνα Οκτώβριο 2020 σε επιδημιολογικό επίπεδο «πολύ υψηλό». Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση θα πρέπει, επιπρόσθετα, να έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή, εναλλακτικά, να πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19.

    Οι πληγείσες, κατά τα άνω, επιχειρήσεις προσδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ανά περιφερειακή ενότητα και ανά κλάδο. Με αντίστοιχη απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης.

     

    Ερώτημα 9ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας εργαζομένων στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη. Η κατά 40% μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας αφορά τον μήνα Οκτώβριο 2020. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 10ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 9ο) σε πληττόμενη επιχείρηση, ο μισθωτής απαλλάσσεται από το 40% του συνολικού μισθώματος για τον μήνα Οκτώβριο του 2020. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης. (Άρθρο 3 §5 ν. 4684/2020).

     

    Γ. Ενότητα Τρίτη: Μισθώσεις που αφορούν επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περιοχή σε επιδημιολογικό επίπεδο «αυξημένου κινδύνου» ή για την οποία έχουν εκδοθεί έκτακτα μέτρα προστασίας δημόσιας υγείας και εργαζόμενους σ’ αυτές.

    Με βάση την προστιθέμενη ήδη §8  του δευτέρου άρθρου της από 20.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 68), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4683/2020 (Α’ 83)-ισχύουν στο εξής τα ακόλουθα:

     

    Ερώτημα 11ο: Ποια η ελάφρυνση στα μισθώματα επιχειρήσεων που εδρεύουν ή έχουν υποκατάστημα σε περιοχή που εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο «αυξημένου κινδύνου»;

    Ο μισθωτής επαγγελματικής μίσθωσης ακινήτου στο οποίο είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο αυξημένου κινδύνου [ή σε κάποια από τις κατηγορίες που κατωτέρω (ερωτ. 13ο) αναφέρονται], απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής του 40% του συνολικού μισθώματος αρχής γενομένης από τον μήνα Νοέμβριο 2020.

    Να σημειωθεί και εδώ πως (:άρθρο δεύτερο, §1, εδ. β & γ, ν. 4683/20): το τέλος χαρτοσήμου και ο ΦΠΑ υπολογίζονται εκ νέου και επιβάλλονται επί του μισθώματος που προκύπτει από την ανωτέρω μερική καταβολή. Η μερική μη καταβολή του μισθώματος του πρώτου εδαφίου δεν γεννά δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης εις βάρος του μισθωτή ούτε οποιαδήποτε άλλη αστική αξίωση.

     

    Ερώτημα 12ο: Απαιτείται συμφωνία εκμισθωτή και μισθωτή για τη μείωση του μισθώματος;

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν απαιτείται, επίσης, οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ εκμισθωτή και μισθωτή.

     

    Ερώτημα 13ο: Ποιες επιχειρήσεις υπάγονται στις ρυθμίσεις για τη μείωση του μισθώματος;

    Στις ρυθμίσεις για την υποχρεωτική μείωση, κατά 40%, υπάγονται οι μισθώσεις ακινήτων στα οποία είναι εγκατεστημένη επιχείρηση, η οποία εδρεύει ή έχει υποκατάστημα σε περιφερειακή ενότητα, η οποία εντάσσεται σε επιδημιολογικό επίπεδο αυξημένου κινδύνου, ή σε περιφερειακή ενότητα για την οποία έχουν εκδοθεί έκτακτα μέτρα προστασίας δημόσιας υγείας κατ’ εφαρμογή κανονιστικής πράξης. Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση θα πρέπει, επιπρόσθετα, να έχουν ληφθεί ειδικά και έκτακτα μέτρα περί αναστολής ή προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας για προληπτικούς ή κατασταλτικούς λόγους που σχετίζονται με τον κορωνοϊό COVID-19 ή, εναλλακτικά, να πλήττεται οικονομικά λόγω της διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19.

    Οι πληγείσες, κατά τα άνω, επιχειρήσεις προσδιορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ανά περιφερειακή ενότητα και ανά κλάδο. Με αντίστοιχη απόφαση ρυθμίζεται και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρύθμισης.

     

    Ερώτημα 14ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας;

    Αντίστοιχες νομοθετικές πρόνοιες με όσα ανωτέρω αναφέρονται ισχύουν και στις μισθώσεις κύριας κατοικίας στις οποίες μισθωτής είναι εργαζόμενος ή σύζυγος ή το έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης εργαζομένου σε επιχείρηση πληττόμενη. Η κατά 40% μείωση του μισθώματος της κύριας κατοικίας αφορά τους Νοέμβριο 2020 και εντεύθεν. Αναγκαία προϋπόθεση να έχει ανασταλεί προσωρινά η σύμβαση εργασίας του μισθωτή-εργαζόμενου λόγω των μέτρων αποφυγής της διασποράς του κορωνοϊού.

     

    Ερώτημα 15ο: Υπάρχουν αντίστοιχες πρόνοιες για τη μείωση του μισθώματος στις μισθώσεις κύριας κατοικίας φοιτητών;

    Στην περίπτωση που για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών φοιτητή ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μισθώνεται κατοικία (εκτός του τόπου μόνιμης κατοικίας του) και, ταυτόχρονα, αποτελεί τέκνο-εξαρτώμενο μέλος εργαζόμενου (ερώτ. 14ο) σε πληττόμενη επιχείρηση, ο μισθωτής απαλλάσσεται από το 40% του συνολικού μισθώματος από τον μήνα Νοέμβριο του 2020 και εντεύθεν. Με απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ καθορίζονται ο τρόπος, ο χρόνος, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα για την υποβολή της εν λόγω δήλωσης. (Άρθρο 3 §6 ν. 4684/2020).

     

    Δ. Ενότητα Τέταρτη: «Αποζημίωση» των εκμισθωτών που εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%

    Με βάση τις ρυθμίσεις του άρθρου 34 ν. 4753/2020 (Α’ 227)-ισχύουν τα ακόλουθα:

    Ερώτημα 16ο: Ποιοι εκμισθωτές δικαιούνται «επιστροφή» τμήματος της απώλειας του μειωμένου μισθώματος;

    Δικαιούχοι εκμισθωτές είναι τα φυσικά, μόνον, πρόσωπα τα οποία από τον μήνα Νοέμβριο και εφεξής, εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα κατά 40%, σύμφωνα με διατάξεις στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού COVID-19.

     

    Ερώτημα 17ο: Σε ποιο ποσοστό ανέρχεται η «επιστροφή» τμήματος της απώλειας του μειωμένου μισθώματος;

    Οι κατά τα άνω (ερώτ. 16ο) εκμισθωτές-φυσικά πρόσωπα δικαιούνται να λάβουν από το Δημόσιο το ήμισυ της απώλειάς τους (ήτοι το 20% του μισθώματος) από τους μήνες Νοέμβριο 2020 και εντεύθεν.

     

    Ερώτημα 18ο: Ποια η διαδικασία της καταβολής στους εκμισθωτές του 20% του μισθώματος που κατά 60% μόνον εισέπραξαν;

    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, δύναται να καθορίζονται οι ειδικότερες διαδικαστικές προϋποθέσεις, η διασταύρωση των στοιχείων, η διαδικασία καταβολής και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος…

     

    Ε. Ενότητα Πέμπτη: Υπαγόμενες μισθώσεις

    Ερώτημα 19ο: Στην κατηγορία των επαγγελματικών/εμπορικών μισθώσεων ποιες, επιπρόσθετα, επιχειρήσεις υπάγονται;

    Στις κατά τα άνω ρυθμίσεις ως επαγγελματικές νοούνται και οι μισθώσεις προς εγκατάσταση κυλικείων ή αναψυκτηρίων και λοιπών επιχειρήσεων που λειτουργούν εντός χώρων, που ανήκουν κατά κυριότητα ή χρήση σε δημόσιες υπηρεσίες Υπουργείων ή υπεκμισθώνονται από αυτές, καθώς και εντός κτιρίων που στεγάζουν υπηρεσίες αυτών.

     

    Όπως και εισαγωγικά αναφέρθηκε, νομοθετικές ρυθμίσεις εξαγγέλλονται, δελτία τύπου κυκλοφορούν και αναζητούμε, εις μάτην, τα ΦΕΚ όπου αποτυπώνονται. Χαρακτηριστικά τρία παραδείγματα: Δελτία τύπου του Υπουργού Οικονομικών της 31.10.20 και της 5.11.20 που αφορούν εξαγγελθέντα και μη υλοποιηθέντα, ακόμα, μέτρα. Επίσης: ΚΥΑ της 13.11.20 (ΦΕΚ Β’ 5048/16.11.20) που αφορούσε, μεταξύ άλλων, δυνατότητα(!) αναστολής συμβάσεων εργασίας «από την 30ή/10/20 έως 31/10/20»(!!!).

    Γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί μια πρωτόγνωρη, πολυεπίπεδη, κρίση. Πλην όμως: Τα αποτελέσματα δεν μοιάζουν (ούτε είναι) το ίδιο επιτυχή όπως στο πρώτο κύμα της πανδημίας.

    Η αντιπολίτευση καθεύδει.

    Ο τύπος (κατ’ ουσίαν) επίσης…

    Όλα τούτα, βέβαια, μοιάζουν περιττή πολυτέλεια τη στιγμή που τα νοσοκομεία της «πρώτης γραμμής» στερούνται βασικών υλικών για τη διαχείριση των πολλών χιλιάδων περιστατικών που καλούνται να αντιμετωπίσουν˙ για τη διάσωση, εν τέλει, ανθρώπινων ζωών.

    Ας ελπίσουμε στην (κατά το δυνατό) ταχεία αναστροφή του φαινομένου.

    Ας εργαστούμε, ανεξαιρέτως, προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.

    «Έκαστος εφ’ ω ετάχθη».-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 29 Νοεμβρίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Επιστρεπτέα Προκαταβολή: δέκα + ένα ερωτήματα και οι απαντήσεις τους

    Επιστρεπτέα Προκαταβολή: δέκα + ένα ερωτήματα και οι απαντήσεις τους

    Το πέρασμα από το πρώτο κύμα της πανδημίας αποδείχθηκε επιτυχές. Την Πρωτομαγιά μάλιστα εκδόθηκε η ΠΝΠ που επιδίωκε να ρυθμίσει την επιστροφή στην κανονικότητα. Μια περίεργη όμως κανονικότητα-όπως επισημαίναμε στη σχετική αρθρογραφία μας. Το άρθρο έκλεινε: “Η επιστροφή στην «κανονικότητα» δεν προβλέπεται σύντομη-δεν είναι δυνατό εξάλλου. Το σημαντικότερο: Δεν είναι επίσης δυνατό, παρά τις όποιες προσδοκίες, να υπάρξει επιστροφή στην (προ πανδημίας) «κανονικότητα». Ας ελπίσουμε όμως πως, σε αντίθεση με τις προτροπές του Καβάφη «δεν θάναι μακρύς ο δρόμος…»”. Αποδείχθηκε, ήδη, ιδιαίτερα μακρύς ο συγκεκριμένος δρόμος. Το δεύτερο κύμα της πανδημίας όχι μόνον είναι σε εξέλιξη αλλά τρομάζει ακόμα περισσότερο. Το ΕΣΥ δοκιμάζει τα όριά του. Οι ΜΕΘ των δημοσίων νοσοκομείων εξαντλήθηκαν. Η Πολιτεία, αργά αυτή τη φορά, λαμβάνει(;)αναγκαία μέτρα. Εκδόθηκε ήδη η ΚΥΑ ΓΔΟΥ 281/13.11.20 (ΦΕΚ Β’ 5047/14.11.20) που αφορά την επιστρεπτέα προκαταβολή. Ας δούμε τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες όσον αφορά την υποστήριξη των επιχειρήσεων και, δι’ αυτών, των θέσεων εργασίας.

     

    Ερώτημα 1ο: Τι είναι η επιστρεπτέα προκαταβολή; Ποια περίοδο αφορά;

    Πρόκειται, ουσιαστικά, για μορφή οικονομικής ενίσχυσης των ιδιωτικών επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως κλάδου, που επλήγησαν οικονομικά εξαιτίας της τρέχουσας πανδημίας. Η συγκεκριμένη ενίσχυση αφορά τους μήνες Σεπτέμβριο και Οκτώβριο του 2020 (άρθρο 1 §1).

     

    Ερώτημα 2ο: Είναι δυνατή η κατάσχεση της επιστρεπτέας προκαταβολής;

    Η επιστρεπτέα προκαταβολή (στο εξής: «ενίσχυση») είναι ακατάσχετη και αφορολόγητη. Επίσης: δεν είναι δυνατός ο συμψηφισμός της με οποιαδήποτε οφειλή (άρθρο 1 §3).

     

    Ερώτημα 3ο: Ποιοι οι δικαιούχοι της ενίσχυσης;

    Δικαιούχοι της επιστρεπτέας προκαταβολής ενίσχυσης είναι, κατά βάση (άρθρο 3):

    (α) Oι Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης (Δ.Ε.Υ.Α.) και οι Οργανισμοί Λιμένων και

    (β) Oι ιδιωτικές επιχειρήσεις (νομικά πρόσωπα και ατομικές επιχειρήσεις) καθώς και μη κερδοσκοπικές επιχειρήσεις που υπόκεινται σε ΦΠΑ, οι οποίες έχουν έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα ανεξαρτήτως Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ). Στις συγκεκριμένες ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται εκείνες που απασχολούσαν περισσότερους από χίλιους (1.000) εργαζόμενους, κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020. Επίσης: ΝΠΔΔ ή ΝΠΙΔ με ειδικά χαρακτηριστικά.

     

    Ερώτημα 4ο: Ποια κριτήρια πρέπει να πληρούν οι δικαιούχοι της ενίσχυσης;

    Οι δικαιούχοι της επιστρεπτέας προκαταβολής θα πρέπει να πληρούν μια σειρά κριτηρίων (άρθρο 4 §§2 & 3), τα σημαντικότερα από τα οποία:

    (α) Να είναι σε λειτουργία, να έχουν πληγεί από την πανδημία και να μην έχουν υπαχθεί σε πτωχευτική διαδικασία,

    (β) Να έχουν υποβάλει δηλώσεις φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ,

    (γ) Να παρουσιάζουν (κατά το δίμηνο Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020) μείωση του κύκλου εργασιών τους κατά 20% τουλάχιστον. (Σημειώνεται πάντως πως δεν είναι αναγκαία η εν λόγω μείωση, όταν πρόκειται για επιχειρήσεις που υπάγονται σε κάποιους από τους ΚΑΔ που προβλέπει η συγκεκριμένη ΚΥΑ ή εδρεύουν σε περιοχές που έχουν πληγεί από τον μεσογειακό κυκλώνα «Ιανό»).

     

    Ερώτημα 5ο: Ποιο το ύψος της ενίσχυσης;

    Το ύψος της ενίσχυσης (άρθρο 4) προσδιορίζεται, τυποποιημένα, ως εξής:

    (α) Για τις επιχειρήσεις που είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ, ισχύει ο ακόλουθος τύπος:

    Ενίσχυση = [(Κύκλος εργασιών αναφοράς – Άθροισμα κύκλου εργασιών μηνών Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2020) x ποσοστιαία διαφορά εκροών εισροών] – [αριθμός εργαζομένων σε αναστολή x 534],

    (β) Για τις επιχειρήσεις που δεν είναι υποκείμενες σε ΦΠΑ ή είναι υποκείμενες και απαλλασσόμενες από το ΦΠΑ, ισχύει ο ακόλουθος τύπος:

    Ενίσχυση = [(Ακαθάριστα έσοδα αναφοράς – Ακαθάριστα έσοδα μηνών Σεπτεμβρίου 2020 και Οκτωβρίου 2020) x ποσοστιαία διαφορά εσόδων εξόδων] – [αριθμός εργαζομένων σε αναστολή x 534].

     

    Ερώτημα 6ο: Υπάρχουν ανώτερα και κατώτερα όρια όσον αφορά την ενίσχυση;

    Θεσπίζονται ελάχιστα αλλά και ανώτατα όρια (όσον αφορά το ύψος της ενίσχυσης) ανά επιχείρηση και όμιλο επιχειρήσεων (άρθρο 4§2). Εξαρτάται από το μέγεθος, τον αριθμό των εργαζομένων τους και τις λοιπές, σχετικές, προϋποθέσεις. Όσον αφορά εκείνες που λαμβάνουν ενίσχυση βάσει του Προσωρινού Πλαισίου [C(2020)1863/19.3.20 ανακοίνωση Ευρωπαϊκής Επιτροπής] το ανώτατο όριο σε όμιλο επιχειρήσεων δεν μπορεί να υπερβεί τα 800.000€. Ειδικά όσον αφορά όμιλο επιχειρήσεων πρωτογενούς γεωργικής παραγωγής δεν είναι δυνατό να υπερβεί τα 100.000€ και τα 120.000€ για όμιλο επιχειρήσεων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν την ενίσχυση βάσει του Κανονισμού de minimis (1407/2013) το συνολικό ποσό ενισχύσεων ήσσονος σημασίας που λαμβάνουν κατά την τριετία 2018-2020 δεν μπορεί να υπερβεί τα 200.000€. Όσον αφορά εκείνες που δραστηριοποιούνται στις οδικές εμπορευματικές μεταφορές για λογαριασμό τρίτων δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό των 100.000€ (σε επίπεδο ομίλου επίσης).

     

    Ερώτημα 7ο: Μέχρι πότε και με ποια διαδικασία υποβάλλεται η αίτηση  για τη χορήγηση της ενίσχυσης;

    Οι αιτήσεις από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις υποβάλλονται ηλεκτρονικά έως την 30η Νοεμβρίου 2020 το αργότερο (άρθρο 6 §2).

    Η αίτηση υποβάλλεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα «myBusinessSupport» η οποία αποτελεί εφαρμογή του Ο.Π.Σ. TAXISnet της ΑΑΔΕ (https://www.aade.gr/mybusinesssupport)-(άρθρο 6 §1).

     

    Ερώτημα 8ο: Επιστρέφεται η ενίσχυση; Σε ποιο βαθμό και με ποιες προϋποθέσεις;

    Το ήμισυ (50%) του ποσού της ενίσχυσης δεν επιστρέφεται από την επιχείρηση, υπό μια σημαντική προϋπόθεση: τη διατήρηση των θέσεων εργασίας της έως την 31η Μαρτίου 2021. Συγκεκριμένα, η επιχείρηση που λαμβάνει την ενίσχυση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020. Σε περίπτωση που το επίπεδο απασχόλησης που είχε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 είναι υψηλότερο από αυτό που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31 Μαρτίου 2021 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020. Εξαιρούνται οι λύσεις συμβάσεων ένεκα συνταξιοδότησης ή θανάτου, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και οι οικειοθελείς παραιτήσεις (άρθρο 9 §§1 & 8). Σε περίπτωση παραβίασης της σχετικής υποχρέωσης η επιχείρηση υποχρεούται να επιστρέψει άμεσα και έντοκα το σύνολο της ενίσχυσης (Ερώτημα 11ο).

     

    Ερώτημα 9ο: Ποια η επιβάρυνση και ποια η περίοδος επιστροφής της ενίσχυσης;

    Για το χρονικό διάστημα ως την 31η Δεκεμβρίου 2021 παρέχεται άτοκη περίοδος χάριτος χωρίς υποχρέωση επιστροφής κεφαλαίου ή τόκων. Στη συνέχεια, το ανεξόφλητο υπόλοιπο αποπληρώνεται σε σαράντα (40) ισόποσες τοκοχρεωλυτικές μηνιαίες δόσεις, εκάστης εξ αυτών καταβλητέας την τελευταία ημέρα του μήνα. Το ποσό της ενίσχυσης που πρέπει να επιστραφεί επιβαρύνεται με επιτόκιο 0,74% (άρθρα 9 §2 & 2 §4).

    Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των οφειλόμενων ποσών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ΚΕΔΕ (άρθρο 9 §§2, 3, 4 & 7).

     

    Ερώτημα 10ο: Οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν την ενίσχυση υποχρεούνται να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους;

    Είναι προφανές πως ένα τέτοιο μέτρο δεν θα μπορούσε παρά να συνοδεύεται από υποχρέωση διατήρησης θέσεων εργασίας (άρθρο 10 §1). Συγκεκριμένα, η επιχείρηση που λαμβάνει την ενίσχυση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020. Σε περίπτωση που το επίπεδο απασχόλησης που είχε η επιχείρηση κατά την 1η Σεπτεμβρίου 2020 είναι υψηλότερο από αυτό που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020, η επιχείρηση υποχρεούται να διατηρήσει από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως την 31η Δεκεμβρίου 2020 το επίπεδο απασχόλησης που είχε κατά την 1η Μαρτίου 2020. Εξαιρούνται οι λύσεις συμβάσεων ένεκα συνταξιοδότησης ή θανάτου, οι λύσεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου και οι οικειοθελείς παραιτήσεις.

     

    Ερώτημα 11ο: Ποιες οι κυρώσεις για τις επιχειρήσεις σε περίπτωση παραβίασης των υποχρεώσεών τους από την ΚΥΑ;

    Σε περίπτωση παραβίασης από μέρους της επιχείρησης των όρων της ΚΥΑ, υπέρβασης του ανώτατου ορίου ενίσχυσης ή υποβολής ψευδών στοιχείων, υποχρεούται (ανεξάρτητα, προφανώς, από τις λοιπές κυρώσεις) σε άμεση επιστροφή του συνόλου της χορηγηθείσας ενίσχυσης και μάλιστα έντοκα από την ημερομηνία που τέθηκε στη διάθεσή της (ανεξάρτητα δηλ. από το πότε, πράγματι, την ανέλαβε (άρθρο 10 §5).

     

    Το δεύτερο κύμα της πανδημίας μας έβγαλε (Πολιτεία και όλους εμάς-με εξαίρεση τους «ψεκασμένους») από τη θερινή ραστώνη και, αντίστοιχο, εφησυχασμό. Οι χιλιάδες των ημερήσιων θετικών διαγνώσεων (και με το ΕΣΥ πέρα, μάλλον, από τα όριά του) επιβάλλουν τη λήψη νομοθετικών μέτρων.

    Δυστυχώς όμως όσα μέχρι σήμερα ελήφθησαν αποδεικνύονται, επί του παρόντος, αναποτελεσματικά.

    Ας ελπίσουμε τουλάχιστον πως μέτρα όπως οι ενισχύσεις, υπό τη μορφή της επιστρεπτέας προκαταβολής, θα συνδράμουν αποτελεσματικά προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης των επιχειρήσεων και, αυτονοήτως, της διάσωσης πολύτιμων θέσεων εργασίας.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ και στο makthes, στις 17 Νοεμβρίου 2020.

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οικογενειακές επιχειρήσεις……η πρόκληση της διαδοχής και της μεταβίβασης

    Οικογενειακές επιχειρήσεις……η πρόκληση της διαδοχής και της μεταβίβασης

    Οι οικογενειακές επιχειρήσεις αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων, σε παγκόσμιο, ευρωπαϊκό, βεβαίως και σε εθνικό επίπεδο. Στη χώρα μας αποτελούν το 80% του συνόλου και το 44,3% των εισηγμένων. Αποδεικνύονται, κατ’ ακολουθίαν,  εξαιρετικά σημαντικές για την οικονομία (και) της χώρας μας. Παράγουν οικονομικό και κοινωνικό πλούτο, δημιουργούν και διατηρούν θέσεις εργασίας. Προσφέρουν, συχνά, καινοτομία. Παρά την πολυεπίπεδη όμως συνεισφορά τους, δεν συνιστούν σταθεροποιητικό παράγοντα των επιμέρους οικονομιών. Η εσωστρέφεια που παρουσιάζουν, η μικρή παραγωγικότητα και, ιδίως, η πρόκληση (και συνήθως αδυναμία) διαδοχής, καθιστούν το μέλλον τους αβέβαιο και το περιβάλλον τους, εξ αυτού του λόγου, ανασφαλές.

     

    Το (αποδεδειγμένα) δύσκολο εγχείρημα της διαδοχής

    Το εγχείρημα της διαδοχής σε οικογενειακές επιχειρήσεις αποδεικνύεται εξαιρετικά δυσχερές. Η δυσκολία του επιβεβαιώνεται από πορίσματα της έρευνας «Μελέτη για τη Διαδοχή και Μεταβίβαση των ΜΜ Εμπορικών Επιχειρήσεων» που εκπονήθηκε υπό την αιγίδα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου. Μεταξύ αυτών:  «…σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Ward 14 το 30% των οικογενειακών επιχειρήσεων υπολογίζεται ότι περνάει με  επιτυχία  στα  χέρια  της δεύτερης γενιάς, και περίπου το 15% έχουν περάσει με επιτυχία στη τρίτη γενιά, ενώ μακροβιότερες καταλήγουν να είναι μόνο 3 στις 100 επιχειρήσεις».

     

    Η διαχείριση της διαδοχής στις οικογενειακές επιχειρήσεις

    Προκειμένου να αποδειχθεί επιτυχές το εγχείρημα της διαδοχής στις επόμενες γενιές, απαιτείται σημαντική προσπάθεια και προετοιμασία. Δεν αρκεί, αυτονοήτως, η επιλογή του (κατά την άποψη του ιδρυτή ή βασικού μετόχου) βέλτιστου διαδόχου. Απαιτείται, πριν από ο,τιδήποτε άλλο, ειλικρινής δέσμευση του ίδιου (:ιδρυτή ή βασικού ιδιοκτήτη). Απαιτείται, επίσης, η παράλληλη εμπλοκή συμβούλων υπό διάφορες ιδιότητες και στενή συνεργασία μαζί του. Απαιτείται σημαντική, και συντονισμένη, προσπάθεια.

    Η παραδοσιακή προσέγγιση της διαδοχής στις οικογενειακές επιχειρήσεις μοιάζει απλούστατη. Εστιάζει, αποκλειστικά, στην παράδοση των ηνίων της επιχείρησης στον διάδοχο. Μια παράδοση που έχει, κατά βάση, δυο στάδια (η σειρά τυχαία): Το ένα αφορά τη σε νομικό επίπεδο μεταβίβαση της εταιρικής συμμετοχής από τον ιδρυτή (ή βασικό ιδιοκτήτη) στον διάδοχο. Το άλλο τη μεταβίβαση της διοίκησης και την εγκαθίδρυση του διαδόχου στη θέση του μεταβιβάζοντος.

    Η σύγχρονη προσέγγιση (ενδ.: «Η διαδικασία διαδοχής στις οικογενειακές επιχειρήσεις»- Α. Κεφαλά, Χ. Γεωργίου) αντιµετωπίζει τη διαδοχή ως µια µακροχρόνια διαδικασία που αναλύεται σε επιμέρους φάσεις. Αναλυτικότερα:

    Φάση Α’: Διάγνωση της υγείας (και ενδεχόμενων παθογενειών) της οικογένειας.

    Φάση Β’: Διάγνωση της υγείας (και ενδεχόμενων παθογενειών) της επιχείρησης.

    Φάση Γ’: Δημιουργία του μοντέλου της Σύγχρονης Επιχείρησης και Στρατηγική Ευθυγράμμιση με το Όραμα του Ιδρυτή.

    Φάση Δ’: Υλοποίηση της Στρατηγικής Ευθυγράμμισης.

    Ανεξάρτητα πάντως από τη μεθοδολογία που θα επέλεγε κάποιος (ιδ. και προαναφερθείσα μελέτη καθώς και υιοθετούμενες από διάφορους συμβούλους πρακτικές και μεθόδους), ένα είναι βέβαιο:  η διαδικασία της διαδοχής στις οικογενειακές επιχειρήσεις ούτε είναι ούτε και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια απλή διαδικασία.

     

    Η μεταβίβαση της οικογενειακής επιχείρησης

    Οι (δυνητικές) νομικές ενέργειες και διαδικαστικά βήματα της διαδοχής παραλλάσσουν ανάλογα με τον εταιρικό τύπο της οικογενειακής επιχείρησης. Αδυνατώντας στο πλαίσιο ενός άρθρου να καταγράψουμε τα συμβαίνοντα σε όλους τους εταιρικούς τύπους, θα περιοριστούμε εν προκειμένω στο σημαντικότερο από αυτούς: την ανώνυμη εταιρεία. Επίσης στις πλέον συνήθεις, σε νομικό επίπεδο, δυνατές επιλογές.

     

    «Εν ζωή» ή «αιτία θανάτου»;

    Ο χρόνος, το αποτέλεσμα και όροι της μεταβίβασης της οικογενειακής επιχείρησης είναι δυνατό να επιλεγούν (ή να μην επιλεγούν) από τον ιδιοκτήτη της. Στην τελευταία  περίπτωση (:μη επιλογή) επαφίεται στα «τυχηρά», στον «πανδαμάτορα χρόνο», στη διάρκεια της ζωής του, στις προβλέψεις του νόμου και, ενδεχομένως, στο αποτέλεσμα της «μάχης» των τυχόν επιγόνων του.

    Με άλλα λόγια: Η μεταβίβαση της οικογενειακής επιχείρησης είναι δυνατό να λάβει χώρα, με τους όρους που ο ιδιοκτήτης της θα επιλέξει κατά τη διάρκεια της ζωής του (:μεταβίβαση «εν ζωή»). Σε διαφορετική περίπτωση, η μεταβίβαση θα συνδεθεί χρονικά, και κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, με την (άγνωστη για όλους μας) διάρκεια της ζωής του (:μεταβίβαση «αιτία θανάτου»). Στην τελευταία περίπτωση, οι όροι και τα αποτελέσματα της μεταβίβασης θα είναι εκείνα που το κληρονομικό δίκαιο, γενικά, προβλέπει. Ενδεχομένως και κάποια διαθήκη του ιδιοκτήτη. Ειδικά επί ανωνύμων εταιρειών θα τύχει εφαρμογής και η οικεία διάταξη (:άρθρο 42 ν. 4548/2018).

    Είναι αλήθεια όμως πως οι συγκεκριμένες προβλέψεις του νόμου δεν ρυθμίζουν την ομαλή διαδοχή και μετάβαση στην επόμενη γενιά. Ούτε όμως και τη διασφαλίζουν˙ και πώς θα μπορούσαν άλλωστε…

     

    Οι εναλλακτικές επιλογές της «εν ζωή» μεταβίβασης

    Στην οικογενειακή ανώνυμη  εταιρεία, οι επιμέρους επιλογές για την «εν ζωή» μεταβίβαση των μετοχών του βασικού (ή μόνου) μετόχου στο πλαίσιο της διαδοχής, είναι (κατά βάση) τρεις: η πώληση, η γονική παροχή και η δωρεά. Ο δρόμος που θα επιλεγεί προϋποθέτει τη βέλτιστη, φορολογικά, λύση. Και, κατά τούτο, τον βέλτιστο φορολογικό (βεβαίως και νομικό) σχεδιασμό.

    Επίσης: οι μετοχές που πρόκειται να μεταβιβαστούν στο πλαίσιο της διαδοχής είναι δυνατό να μεταβιβαστούν κατά πλήρη κυριότητα ή κατά ψιλή μόνον κυριότητα-με παρακράτηση, δηλ. της επικαρπίας.

    Ας δούμε αναλυτικότερα τις επιμέρους επιλογές.

     

    Η μεταβίβαση των μετοχών κατά πλήρη κυριότητα

    Στις ανώνυμες εταιρείες ισχύει, καταρχήν, η αρχή της ελεύθερης μεταβίβασης των μετοχών (άρθρο 41 §1, ν. 4548/18). Οι μετοχές εκδίδονται, κατ’ εξαίρεση μόνον, ως δεσμευμένες (άρθρο 43, ν. 4548/18). Επίσης: είναι δυνατή η έκδοση (ή μη) φυσικών τίτλων μετοχών. Στην περίπτωση που έχουν εκδοθεί φυσικοί τίτλοι, εκτός από τη μεταβίβαση της κυριότητας επί της μετοχής πρέπει να μεταβιβασθεί και ο ίδιος ο τίτλος. Να λάβουν χώρα, δηλαδή, εκτός από τη συμφωνία για τη μεταβίβαση των μετοχών από τον μέτοχο στον διάδοχο και, επιπρόσθετα, η παράδοση των σχετικών τίτλων.

    Η μεταβίβαση των μετοχών πρέπει να καταχωρείται στο βιβλίο μετόχων (άρθρο 41 παρ. 2 ν. 4548/2018).

    Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως, υπό το πρίσμα της διαδοχής, η μεταβίβαση των μετοχών, όταν λαμβάνει χώρα κατά πλήρη κυριότητα, σηματοδοτεί, ταυτόχρονα, και κάτι ακόμα-ίσως ακόμα πιο σημαντικό. Συγκεκριμένα την οριστική, πλήρη και μη αναστρέψιμη αποχώρηση του μεταβιβάζοντος από το κεφάλαιο (και όχι μόνον) της οικογενειακής επιχείρησης. Και εν τέλει, την πλήρη αντικατάστασή του από τον διάδοχο.

    Περίσσεια να πούμε πως, ειδικά στην περίπτωση αυτή, η ορθή επιλογή διαδόχου αποκτά μια ακόμα πιο σημαντική αξία.

     

    Η μεταβίβαση της ψιλής, μόνον, κυριότητας των μετοχών

    Οι μετοχές της ανώνυμης εταιρείας είναι δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο επικαρπίας (άρθρο 54 παρ. 1 ν. 4548/2018). Η επικαρπία μπορεί να συσταθεί με συμφωνία (άρθρα 1143 ΑΚ) μεταξύ του μεταβιβάζοντος μετόχου-επικαρπωτή και του ψιλού κυρίου-διαδόχου. Επίσης: για ορισμένο η αόριστο χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, και για όσο διαρκεί το εν λόγω εμπράγματο δικαίωμα, ο επικαρπωτής έχει εξουσία χρήσης και κάρπωσης (1142ΑΚ). Τούτο, πρακτικά, σημαίνει πως (αν και μπορεί να υπάρξουν διαφορετικές συμφωνίες) ο επικαρπωτής των μετοχών έχει το δικαίωμα να εισπράττει τα διανεμόμενα μερίσματα˙ επίσης να ψηφίζει στις Γενικές Συνελεύσεις της εταιρείας (άρθρο 1177 ΑΚ & 54 §2, ν. 4548/2018).

    Αναλυτικότερα, στην περίπτωση που ο μεταβιβάζων υιοθετήσει τη μεταβίβαση των μετοχών του (όχι κατά πλήρη αλλά) κατά ψιλή μόνον κυριότητα-διατηρώντας για τον ίδιο την επικαρπία:

    (α) Εξασφαλίζει τον βιοπορισμό του για τον χρόνο μετά τη μεταβίβαση.

    Αναλυτικότερα:

    Είναι ενδεχόμενο να προσβλέπει ο μεταβιβάζων στα μερίσματα που αντιστοιχούν στις μεταβιβαζόμενες μετοχές για τον βιοπορισμό του. Ή, ευρύτερα, στην από μέρους του ιδίου διαχείρισή τους. Σε κάποιες περιπτώσεις η (επαρκής) διασφάλιση του μεταβιβάζοντος καθίσταται ανάγκη λιγότερο ή περισσότερο επιτακτική.  Δεν είναι, άλλωστε, λίγα τα παραδείγματα της (επιγενόμενης) επίδειξης αχαριστίας από μέρους του διαδόχου. Η διατήρηση της επικαρπίας από μέρους του μεταβιβάζοντος αποτελεί επαρκές αντιστάθμισμα στους θεωρητικούς (ή/και πρακτικούς, κάποιες φορές και ορατούς) κινδύνους.

    Να σημειωθεί πάντως πως, παρά τη διατήρηση της επικαρπίας από τον μεταβιβάζοντα, είναι δυνατή η συμφωνία για τη μεταβίβαση του μερίσματος σε τρίτο, πλην του επικαρπωτή, πρόσωπο (άρθρο 33 §5 ν. 4548/18.

    (β) Εξασφαλίζει τη διατήρηση της θέσης και εξουσίας του στο ανώτατο όργανο της ανώνυμης εταιρείας.

    Αναλυτικότερα:

    Είναι επίσης ενδεχόμενο ο μεταβιβάζων να επιθυμεί (για κάποιο χρόνο και σε κάποιο βαθμό)  να διατηρήσει την εμπλοκή του στη διοίκηση  και λειτουργία της ανώνυμης εταιρείας. Διατηρώντας για τον ίδιο την επικαρπία διατηρεί,  ταυτόχρονα, το δικαίωμα συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση. Επίσης (και το σημαντικότερο) και το δικαίωμα ψήφου-στο όνομα μάλιστα και για λογαριασμό του. Δεν λειτουργεί, δηλαδή, ως πληρεξούσιος του ψιλού κυρίου και διαδόχου μετόχου (άρθρα 1177 ΑΚ και 54 § 2, ν. 4548/2018).

    Είναι, ωστόσο, δυνατή η συμφωνία μεταξύ του μεταβιβάζοντος μετόχου-επικαρπωτή και του αποκτώντος ψιλού κυρίου-διαδόχου για την άσκηση του δικαιώματος ψήφου από τον τελευταίο. Η συμφωνία αυτή, προκειμένου να ισχύει έναντι της εταιρείας, πρέπει να καταχωρισθεί στο βιβλίο μετόχων. Η συμφωνία πάντως αυτή είναι δυνατό να λάβει χώρα σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή μετά τη σύσταση της επικαρπίας.

    Στην περίπτωση πάντως που ο επικαρπωτής μέτοχος εκχωρήσει το δικαίωμα ψήφου επί των μετοχών που μεταβιβάσθηκαν επιδεικνύει τη μέγιστη δυνατή εμπιστοσύνη στους διαδόχους του. Η διαδοχή θα έχει, τουλάχιστον σε αυτήν την ενότητα, επέλθει. Ο διάδοχος θα είναι εκείνος που τυπικά θα δικαιούται να λάβει τις  μείζονος σημασίας αποφάσεις για τη διοίκηση και λειτουργία της οικογενειακής επιχείρησης. Σε πρακτικό επίπεδο: Το δικαίωμα στην εκλογή του Διοικητικού Συμβουλίου και, εν γένει, στη διοίκηση της οικογενειακής επιχείρησης.

     

    Η επιλογή(;) της «αιτία θανάτου» μεταβίβασης

    Τους «πονοκεφάλους» της «εν ζωή» μεταβίβασης είναι δυνατό ο βασικός (ή μόνος) μέτοχος της ανώνυμης εταιρείας απολύτως να αποφύγει. Με ποιον τρόπο; Αποφεύγοντας, κατά τη διάρκεια της ζωής του, οποιαδήποτε επιλογή ή προετοιμασία. Η συγκεκριμένη επιλογή (ακριβέστερα: άρνηση επιλογής) μοιάζει, σίγουρα, βολική. Είναι δεδομένο όμως πως δεν θα διασφαλίσει με τον τρόπο αυτό, «ουδέ κατ’ ελάχιστον», τη διαδοχή της επιχείρησής του. Εξάλλου, ο βασικός (ή μόνος) μέτοχος ενδεχομένως να αξιολογεί πως το θέμα της διαδοχής  δεν είναι αρκούντως σημαντικό ή, έστω, μείζονος προτεραιότητας για τον ίδιο.

    Οι επιλογές πάντως που διατηρεί για την «αιτία θανάτου» μεταβίβαση των μετοχών της επιχείρησής του είναι δύο. Η πρώτη να αφήσει τα πράγματα στα «χέρια του νόμου» υιοθετώντας την επιλογή της εξ αδιαθέτου διαδοχής-ό,τι δηλ. ο νόμος προβλέπει για τους κληρονόμους τους. Η δεύτερη να υιοθετήσει τις βέλτιστες για τον ίδιο λύσεις συντάσσοντας την κατάλληλη, κατ’ εκείνον, διαθήκη προκειμένου να μεταβιβαστούν οι μετοχές και εταιρεία του στα πρόσωπα, με τον τρόπο και κατ’ αριθμό που ο ίδιος θα επιλέξει.

     

    Η επιτυχημένη διαδοχή, στις οικογενειακές επιχειρήσεις, αποτελεί διαδικασία πολυσύνθετη. Προϋποθέτει  δέσμευση όλων των εμπλεκομένων. Προϋποθέτει προσπάθεια, υπομονή, επιμονή και, βεβαίως, χρόνο.

    Ο τελευταίος όμως(:χρόνος) δεν είναι πάντοτε «πανδαμάτωρ» ούτε και «πάντων ιατρός».

    Κατά τούτο: Ευκταίος ο προσεκτικός σχεδιασμός της διαδοχής και ολοκλήρωσή της κατά τη διάρκεια της ενεργούς ζωής του βασικού ή μόνου ιδιοκτήτη.

    Το σημαντικότερο: η διάθεση και δέσμευση να αφιερωθεί ο αναγκαίος χρόνος και όση ενέργεια απαιτεί η κάθε μια, ξεχωριστά, περίπτωση.

    Υπό τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις: το αποτέλεσμα μέλλει να μας ανταμείψει.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 15 Νοεμβρίου 2020.

    οικογενειακές επιχειρήσεις

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο Τεχνικός Ασφαλείας και η προστασία της ζωής και της υγείας του εργαζομένου

    Ο Τεχνικός Ασφαλείας και η προστασία της ζωής και της υγείας του εργαζομένου

    Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζομένου – Ο Τεχνικός Ασφαλείας

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στις παρεπόμενες υποχρεώσεις του Εργοδότη από τη σύμβαση και σχέση εργασίας που αναπτύσσεται με τους εργαζομένους του. Τις υποχρεώσεις που χαρακτηρίζονται μεν «παρεπόμενες» δεν είναι όμως, καθόλου, ήσσονος σημασίας και αξίας. Πώς άλλωστε θα χαρακτήριζε κάποιος ως ήσσονος σημασίας υποχρεώσεις που συνδέονται με την προστασία της ζωής και υγείας του εργαζομένου; Η εκπλήρωσή τους επιβάλλεται (και ορθά) από το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο. Η έλευση της πανδημίας εξάλλου μας υπέμνησε, εντονότατα, την αξία τους. Η ζωή και η υγεία όμως αποτελούν αγαθά τα οποία οφείλουμε, διαχρονικά, να προστατεύουμε. Αυτονοήτως και στο εργασιακό περιβάλλον. Ο Τεχνικός Ασφαλείας (οφείλει να) λειτουργεί προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση.  Αντίστοιχα και ο Ιατρός Εργασίας που μας απασχόλησαν στην προαναφερθείσα αρθρογραφία μας.

    Ας επιχειρήσουμε στο παρόν την προσέγγιση του θεσμού του Τεχνικού Ασφαλείας.

     

    Η κύρια και οι παρεπόμενες υποχρεώσεις του εργοδότη από τη σύμβαση εργασίας

    Είδαμε ήδη σε προηγούμενη αρθρογραφία μας πως κύρια υποχρέωση του εργοδότη συνιστά η καταβολή στον εργαζόμενο του νόμιμου ή, κατά περίπτωση, του συμφωνημένου μισθού (648 ΑΚ). Τον εργοδότη όμως βαρύνει και η «υποχρέωση πρόνοιας» που εξειδικεύεται σε μια σειρά παρεπόμενων υποχρεώσεων. Μεταξύ αυτών κι εκείνες που συνδέονται με την προστασία προσωπικών και περιουσιακών αγαθών των εργαζομένων. Την προστασία, δηλ., της ζωής και της υγείας, της προσωπικότητας και της περιουσίας τους.

    Η εκπλήρωση των συγκεκριμένων υποχρεώσεων δεν επαφίεται στην καλή διάθεση του εργοδότη. Η Πολιτεία δεν έχει επιλέξει να παραμείνει απαθής θεατής τους. Επιβάλλει και επιβλέπει την εκπλήρωσή τους με βάση το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο. Ενδεχόμενη παραβίαση των παρεπομένων υποχρεώσεων συνδέεται με σειρά αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων. Τα δεδομένα αυτά είναι που, μεταξύ άλλων, καταδεικνύουν την ιδιαίτερη μέριμνα της Πολιτείας ως προς την τήρησή τους.

     

    Ειδικότερα: η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζόμενου

    Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας των εργαζομένων διασφαλίζεται από σειρά διατάξεων αστικού, δημοσίου και ποινικού δικαίου.

    Η υποχρέωση του εργοδότη να προστατεύει τη ζωή και την υγεία του εργαζομένου στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης θεσπίζεται από τον Αστικό Κώδικα. Η σχετική διάταξη (662 ΑΚ) προβλέπει: «Ο εργοδότης οφείλει να διαρρυθμίζει τα σχετικά με την εργασία και με το χώρο της καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή, τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, έτσι ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζομένου.».

    Υφίσταται, επιπρόσθετα, ένα πλέγμα διατάξεων δημοσίου δικαίου, που στοχεύει στην πληρέστερη προστασία των εργαζομένων. Οι διατάξεις αυτές συνιστούν τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία.

    Πρόκειται για τις διατάξεις εκείνες που εντάσσονται είτε στη γενική είτε στην ειδική, σχετική, νομοθεσία. Ορισμένα, δηλ., νομοθετήματα αφορούν το σύνολο των εργαζομένων, ενώ άλλα συγκεκριμένες κατηγορίες εργασίας (λ.χ. ΠΔ 788/1980 «περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών έργων»).

    Ορόσημο στη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων αποτελεί ο ν. 1568/1995 (:«Υγιεινή-Ασφάλεια εργαζομένων»). Ο συγκεκριμένος νόμος υπήρξε καινοτόμος στο πεδίο της υποχρέωσης πρόληψης για την προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων. Το πεδίο εφαρμογής του εκτείνεται, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Μετά την έκδοση του συγκεκριμένου νόμου, εκδόθηκαν διάφορα, συμπληρωματικά, νομοθετήματα. Το σύνολο τους κωδικοποιήθηκε με τον ν. 3850/2010.

    Οι καινοτομίες του ν. 1568/1995 αφορούσαν την εισαγωγή εντελώς νέων θεσμών στον τομέα της ασφάλειας και της υγιεινής της εργασίας στη χώρα μας. Ως τέτοιοι και οι θεσμοί του Τεχνικού Ασφαλείας και του Ιατρού Εργασίας-ήδη εμπεριεχόμενοι στο ν. 3850/2010.

     

    Ο Τεχνικός Ασφαλείας

    Η υποχρέωση απασχόλησης Τεχνικού Ασφαλείας

    Η υποχρέωση απασχόλησης Τεχνικού Ασφαλείας αφορά το σύνολο των επιχειρήσεων. Και τούτο ανεξάρτητα από τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούν (άρθρο 8 §1 & 2 ν. 3850/2010).

     

    Ο ρόλος και τα καθήκοντα του Τεχνικού Ασφαλείας

    Ο ρόλος του Τεχνικού Ασφαλείας (που οργανωτικά υπάγεται απευθείας στη διοίκηση της εταιρείας) είναι προληπτικός και συμβουλευτικός. Αποσκοπεί στη δημιουργία ενός ασφαλούς εργασιακού περιβάλλοντος εργασίας με απώτερο σκοπό την αποτροπή εργατικών ατυχημάτων.

    Οι συμβουλευτικές αρμοδιότητες του Τεχνικού Ασφαλείας προβλέπονται λεπτομερώς στη διάταξη του άρθρου 14 ν. 3850/2010.

    Ο Τεχνικός Ασφαλείας «παρέχει στον εργοδότη υποδείξεις και συμβουλές, γραπτά ή προφορικά, σε θέματα σχετικά με την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων και την πρόληψη των εργατικών ατυχημάτων. Τις γραπτές υποδείξεις ο τεχνικός ασφάλειας καταχωρεί σε ειδικό βιβλίο της επιχείρησης, το οποίο σελιδομετρείται και θεωρείται από την Επιθεώρηση Εργασίας. Ο εργοδότης έχει υποχρέωση να λαμβάνει γνώση ενυπογράφως των υποδείξεων που καταχωρούνται σε αυτό το βιβλίο». (άρθρο 14 §1)

    Επιπλέον, «συμβουλεύει σε θέματα σχεδιασμού, προγραμματισμού, κατασκευής και συντήρησης των εγκαταστάσεων, εισαγωγής νέων παραγωγικών διαδικασιών, προμήθειας μέσων και εξοπλισμού, επιλογής και ελέγχου της αποτελεσματικότητας των ατομικών μέσων προστασίας, καθώς και διαμόρφωσης και διευθέτησης των θέσεων και του περιβάλλοντος εργασίας και γενικά οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας» (άρθρο 14 §2 περ. α).

    Παράλληλα, «ελέγχει την ασφάλεια των εγκαταστάσεων και των τεχνικών μέσων, πριν από τη λειτουργία τους, καθώς και των παραγωγικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας πριν από την εφαρμογή τους και επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και πρόληψης των ατυχημάτων, ενημερώνοντας σχετικά τους αρμόδιους προϊσταμένους των τμημάτων ή τη διεύθυνση της επιχείρησης (άρθρο 14 §2 περ. β).

    Ταυτόχρονα, ο Τεχνικός Ασφαλείας είναι επιφορτισμένος και με αρμοδιότητες επίβλεψης, οι οποίες προβλέπονται λεπτομερώς στη διάταξη του άρθρου 15 §1 ν. 3850/2010. Συγκεκριμένα, οφείλει:

    «α) να επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας από πλευράς υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, να αναφέρει στον εργοδότη οποιαδήποτε παράλειψη των μέτρων υγείας και ασφάλειας, να προτείνει μέτρα αντιμετώπισης της και να επιβλέπει την εφαρμογή τους,

    β) να επιβλέπει την ορθή χρήση των ατομικών μέσων προστασίας,

    γ) να ερευνά τα αίτια των εργατικών ατυχημάτων, να αναλύει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών του και να προτείνει μέτρα για την αποτροπή παρόμοιων ατυχημάτων,

    δ) να εποπτεύει την εκτέλεση ασκήσεων πυρασφάλειας και συναγερμού για τη διαπίστωση ετοιμότητας προς αντιμετώπιση ατυχημάτων».

     

    Τέλος, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, υποχρεούται (άρθρο 15 §2 ν. 3850/2010):

    «α) να μεριμνά ώστε οι εργαζόμενοι στην επιχείρηση να τηρούν τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και να τους ενημερώνει και καθοδηγεί για την αποτροπή του επαγγελματικού κινδύνου που συνεπάγεται η εργασία τους,

    β) να συμμετέχει στην κατάρτιση και εφαρμογή των προγραμμάτων εκπαίδευσης των εργαζομένων σε θέματα υγείας και ασφάλειας.».

     

    Ποιος μπορεί να ασκεί καθήκοντα Tεχνικού Aσφαλείας;

    Ο εργοδότης έχει διάφορες επιλογές ως προς τον καθορισμό του Τεχνικού Ασφαλείας. Μπορεί να επιλέξει ως Τεχνικό Ασφαλείας ήδη εργαζόμενο της επιχείρησής του ή τρίτο πρόσωπο. Μπορεί, επίσης, να επιλέξει τη λήψη των εν λόγω υπηρεσιών από εταιρεία Εξωτερικών Υπηρεσιών Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞ.Υ.Π.Π.). Σε κάποιες περιπτώσεις δικαιούται να ασκεί και ο ίδιος ο εργοδότης καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας. Μπορεί επίσης να υιοθετήσει συνδυασμό των συγκεκριμένων επιλογών (άρθρο 9 §1 ν. 3850/2010).

    Η επιλογή, όμως, του Τεχνικού Ασφαλείας από τον εργοδότη δεν είναι χωρίς προϋποθέσεις. Αποτελεί, αντίθετα, συνάρτηση της κατηγορίας στην οποία ανήκει η εκάστοτε επιχείρηση και του αριθμού των εργαζομένων που απασχολεί.

    Οι επιχειρήσεις κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες (Α, Β και Γ) ανάλογα με τον κλάδο της οικονομικής τους δραστηριότητας (άρθρο 10 ν. 3850/2010). Η συγκεκριμένη κατηγοριοποίηση αποδεικνύεται ιδιαίτερα σημαντική, καθώς βάσει αυτής καθορίζονται: (α) οι ώρες απασχόλησης του τεχνικού ασφάλειας (άρθρο 21 ν.3850/2010) και (β) τα προσόντα που πρέπει αυτός να διαθέτει (άρθρο 11 ν. 3850/2010).

     

    Η υποχρέωση γνωστοποίησης στην Επιθεώρηση Εργασίας

    Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγγράφως στην Επιθεώρηση Εργασίας εκείνον που αναλαμβάνει καθήκοντα Τεχνικού Ασφαλείας. Όταν είναι τρίτος υποχρεούται να κοινοποιήσει αντίγραφο της σύμβασης πρόσληψής του. Όταν πρόκειται για ΕΞ.Υ.Π.Π οφείλει, επίσης, να κοινοποιήσει τη σχετική σύμβαση, η οποία μάλιστα πρέπει να φέρει το προκαθορισμένο από το νόμο περιεχόμενο (άρθρο 9 §7 ν. 3859/2010). Όταν, τέλος, ως Τεχνικός Ασφαλείας, ορίζεται εργαζόμενος της επιχείρησης οφείλει να κοινοποιήσει στην Επιθεώρηση Εργασίας αντίγραφο της γραπτής ανάθεσης των καθηκόντων και, επιπρόσθετα, την αντίστοιχη δήλωση αποδοχής του.

     

    Η Εκτίμηση του Επαγγελματικού Κινδύνου

    Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου είναι η γραπτή εκτίμηση των κινδύνων που δημιουργούνται κατά την εργασία. Κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Αφορά τους υφιστάμενους κινδύνους και, επιπρόσθετα, εκείνους που είναι ενδεχόμενο να εμφανισθούν. Συμπεριλαμβάνει, αυτονοήτως, και τις ομάδες των εργαζομένων που εκτίθενται σε ιδιαίτερους κινδύνους.

    Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου συνιστά, δυστυχώς, μια μάλλον υποβαθμισμένη υποχρέωση στη σκέψη των περισσοτέρων από εμάς. Είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντική. Και, το σημαντικότερο, κατά νόμο υποχρεωτική για όλες, ανεξαιρέτως, τις επιχειρήσεις. Υπάγεται στις ειδικές υποχρεώσεις του εργοδότη (άρθρο 43 ν. 3850/2010).

    Στην εκπόνηση της Εκτίμησης Επαγγελματικού Κινδύνου είναι δυνατό να προβαίνει: (α) ο Τεχνικός Ασφαλείας, (β) ο Ιατρός Εργασίας, (γ) η ΕΣ.Υ.Π.Π. ή ΕΞ.Υ.Π.Π.

     

    Σκοπός της είναι:

    «α) να εντοπισθούν οι πηγές του επαγγελματικού κινδύνου, δηλαδή τι θα μπορούσε να προκαλέσει κινδύνους για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων,

    β) να διαπιστωθεί κατά πόσο και με τι μέτρα μπορούν οι πηγές κινδύνων να εξαλειφθούν ή οι κίνδυνοι αυτοί να αποφευχθούν, και αν αυτό δεν είναι δυνατόν,

    γ) να καταγραφούν τα μέτρα πρόληψης που ήδη εφαρμόζονται και να προταθούν αυτά που πρέπει συμπληρωματικά να ληφθούν για τον έλεγχο των κινδύνων και την προστασία των εργαζομένων».

     

    Μεταξύ των σημαντικότερων υποχρεώσεων του Εργοδότη κυρίαρχη θέση κατέχουν η διασφάλιση της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Υφίσταται, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, επαρκές νομοθετικό πλαίσιο που προσδιορίζει και επαρκώς εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του. Όπως και εισαγωγικά αναφέραμε σημαίνουσα, μεταξύ αυτών, θέση κατέχουν ο Τεχνικός Ασφαλείας, ο Ιατρός Εργασίας και η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.

    Ο Τεχνικός Ασφαλείας και οι υπηρεσίες του δεν θα πρέπει να προσεγγίζονται ως ένα ακόμα «βάρος» της επιχείρησης. Την αξία τους διαπιστώνουμε, κατά κανόνα, όταν «συμβεί το κακό». Ανατρέχουμε τότε (εμείς, εκείνος και η Επιθεώρηση Εργασίας) στις υποδείξεις του στο οικείο βιβλίο-αντίστοιχα και στην Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.

    Εκ των υστέρων.

    Δυστυχώς.

    Ας επιχειρήσουμε να δούμε τα πράγματα «αλλιώς».

     

    Η επιλογή και αξιοποίηση των υπηρεσιών του κατάλληλου Τεχνικού Ασφαλείας διασφαλίζει τη ζωή και την υγεία των εργαζομένων της επιχείρησης. Αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα στις σχέσεις επιχείρησης-εργαζομένων. Αυξάνει τον βαθμό ικανοποίησης των τελευταίων. Μειώνει τις δυνητικές εμπλοκές (αστικές, ποινικές, διοικητικές-και όχι μόνον) της επιχείρησης. Αυξάνει το κύρος της. Μειώνει τα κόστη της. Βοηθά τον επιχειρηματία και το ανώτερο management να εστιάσουν στην ανάπτυξη της επιχείρησης και εν τέλει στην ευημερία.

    Κι όταν το (πάντοτε απευκταίο) εργατικό ατύχημα λάβει χώρα, ένα είναι βέβαιο: οι συνέπειές του θα είναι περισσότερο μετριασμένες σε σχέση με την (ενδεχόμενη) μη εφαρμογή των υποδειχθέντων από τον Τεχνικό Ασφαλείας μέτρων.

    Ας υποστηρίξουμε, λοιπόν, και περαιτέρω ενισχύσουμε τον θεσμό και το έργο του Τεχνικού Ασφαλείας.

    Μόνον οφέλη για τους εργαζόμενους και, αυτονοήτως, για την επιχείρηση είναι δυνατό να αποκομίσουμε!

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 8 Νοεμβρίου 2020.

    τεχνικός ασφαλείας

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ιατρός Εργασίας & Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου

    Ιατρός Εργασίας & Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου

    Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζομένου

    Ιατρός Εργασίας & Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου

    Η αιφνίδια έλευση της πανδημίας αποτέλεσε εξαιρετικά δραστική και πολυεπίπεδα σημαντική υπόμνηση προς όλους μας. Μεταξύ άλλων και όσον αφορά την αξία και σημασία της ζωής και της υγείας. Γενικά. Σε κάθε έκφανση της ζωής-όλων μας. Σαφώς και στο περιβάλλον εργασίας. Κι όσον αφορά το τελευταίο, οφείλουμε να θυμηθούμε πως αποτελεί υποχρέωση του εργοδότη η προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Και, μολονότι δεν αποτελεί την κύρια υποχρέωση του εργοδότη, δεν σημαίνει πως αξιολογείται και ως ήσσονος σημασίας. Πως μπαίνει σε «δεύτερη μοίρα». Η πολιτεία έχει, εξάλλου, θεσπίσει ένα πλέγμα διατάξεων που οριοθετούν τη συγκεκριμένη υποχρέωση. Στο πλαίσιο αυτό σημαίνοντα ρόλο κατέχουν ο Τεχνικός Ασφαλείας και ο Ιατρός Εργασίας. Βεβαίως και η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.

    Ας επιχειρήσουμε την προσέγγιση των τελευταίων.

     

    Οι κύρια και παρεπόμενες υποχρεώσεις του εργοδότη από τη σύμβαση εργασίας

    Η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου είναι δυνατό να συναφθεί γραπτά ή (ακόμα και) προφορικά. Ανεξάρτητα πάντως από τον τρόπο σύναψής της δημιουργεί ένα πλέγμα  δικαιωμάτων και υποχρεώσεων˙ τόσο για την επιχείρηση (εργοδότη) όσο και για τον εργαζόμενο.

    Κύρια υποχρέωση του εργοδότη συνιστά η καταβολή στον εργαζόμενο του νόμιμου ή, κατά περίπτωση, του συμφωνημένου μισθού (648 ΑΚ). Ο εργοδότης όμως, αναλαμβάνει και μια σειρά παρεπόμενων υποχρεώσεων. Πρόκειται για κείνες που συνθέτουν την «υποχρέωση πρόνοιας» του εργοδότη.

    Μεταξύ των παρεπομένων υποχρεώσεων κι εκείνες που συνδέονται με την προστασία των προσωπικών και περιουσιακών αγαθών των εργαζομένων. Την προστασία, δηλ., της ζωής και της υγείας, της προσωπικότητας και της περιουσίας του.

    Ενδεχόμενη παραβίασή της συνδέεται με σειρά αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων. Το δεδομένο αυτό είναι που, μεταξύ άλλων, καταδεικνύει την ιδιαίτερη μέριμνα της Πολιτείας ως προς την τήρησή της.

     

    Ειδικότερα: η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζόμενου

    Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας των εργαζομένων διασφαλίζεται από σειρά διατάξεων αστικού, δημοσίου και ποινικού δικαίου.

    Η υποχρέωση του εργοδότη να προστατεύει τη ζωή και την υγεία του εργαζομένου στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης θεσπίζεται από τον Αστικό Κώδικα. Η σχετική διάταξη (662 ΑΚ) προβλέπει: «Ο εργοδότης οφείλει να διαρρυθμίζει τα σχετικά με την εργασία και με το χώρο της καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή, τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, έτσι ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζομένου.».

    Υφίσταται, επιπρόσθετα, ένα πλέγμα διατάξεων δημοσίου δικαίου, που στοχεύει στην πληρέστερη προστασία των εργαζομένων. Οι διατάξεις αυτές συνιστούν τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία.

    Πρόκειται για τις διατάξεις εκείνες που εντάσσονται είτε στη γενική είτε στην ειδική, σχετική, νομοθεσία. Ορισμένα, δηλ., νομοθετήματα αφορούν το σύνολο των εργαζομένων, ενώ άλλα συγκεκριμένες κατηγορίες εργασίας (λ.χ. ΠΔ 788/1980 «περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών έργων»).

    Ορόσημο στη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων αποτελεί ο ν. 1568/1995 (:«Υγιεινή-Ασφάλεια εργαζομένων»). Ο συγκεκριμένος νόμος υπήρξε καινοτόμος στο πεδίο της υποχρέωσης πρόληψης για την προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων. Το πεδίο εφαρμογής του εκτείνεται, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Μετά την έκδοση του συγκεκριμένου νόμου, εκδόθηκαν διάφορα, συμπληρωματικά, νομοθετήματα. Το σύνολο τους κωδικοποιήθηκε με τον ν. 3850/2010.

    Οι καινοτομίες του ν. 1568/1995 αφορούσαν την εισαγωγή εντελώς νέων θεσμών στον τομέα της ασφάλειας και της υγιεινής της εργασίας στη χώρα μας. Ως τέτοιοι και οι θεσμοί του Τεχνικού Ασφαλείας και του Ιατρού Εργασίας-ήδη εμπεριεχόμενοι στο ν. 3850/2010.

     

    Ο Ιατρός Εργασίας

    Η υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας

    Όσες επιχειρήσεις απασχολούν περισσότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους υποχρεούνται να απασχολούν (εκτός από τεχνικό ασφαλείας) και ιατρό εργασίας (άρθρο 8 παρ. 2 ν. 3850/2010). Για τον υπολογισμό του αριθμό απασχολουμένων συνυπολογίζονται οι εργαζόμενοι όλων των Παραρτημάτων, Υποκαταστημάτων, των χωριστών εγκαταστάσεων και αυτοτελών εκμεταλλεύσεων της κύριας επιχείρησης.

     

    Ο ρόλος και τα καθήκοντα του Ιατρού Εργασίας

    Ο Ιατρός Εργασίας επιφορτίζεται με ιατρικές και συμβουλευτικές αρμοδιότητες. Ο ρόλος του είναι κατά βάση προληπτικός.  Οργανωτικά υπάγεται, απευθείας, στη διοίκηση της εταιρείας.

    Ο Ιατρός Εργασίας «παρέχει υποδείξεις και συμβουλές στον εργοδότη, στους εργαζομένους και στους εκπροσώπους τους, γραπτά ή προφορικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζομένων…».

    Τις γραπτές υποδείξεις ο ιατρός εργασίας  τις καταχωρεί στο ειδικό βιβλίο, που καταχωρεί τις υποδείξεις του και ο Τεχνικός Ασφαλείας. Ο εργοδότης λαμβάνει γνώση, ενυπόγραφα, των υποδείξεων που καταχωρούνται στο συγκεκριμένο βιβλίο (άρθρο 17 παρ. 1 ν. 3850/2010).

    Ο Ιατρός Εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 2 ν. 3850/2010, παρέχει συμβουλές σε θέματα:

    «α) σχεδιασμού, προγραμματισμού, τροποποίησης της παραγωγικής διαδικασίας, κατασκευής και συντήρησης εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων,

    β) λήψης μέτρων προστασίας κατά την εισαγωγή και χρήση υλών και προμήθειας μέσων εξοπλισμού,

    γ) φυσιολογίας και ψυχολογίας της εργασίας, εργονομίας και υγιεινής της εργασίας, της διευθέτησης και διαμόρφωσης των θέσεων και του περιβάλλοντος της εργασίας και της οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας,

    δ) οργάνωσης υπηρεσίας παροχής πρώτων βοηθειών,

    ε) αρχικής τοποθέτησης και αλλαγής θέσης εργασίας για λόγους υγείας, προσωρινά ή μόνιμα, καθώς και ένταξης ή επανένταξης μειονεκτούντων ατόμων στην παραγωγική διαδικασία, ακόμη και με υπόδειξη αναμόρφωσης της θέσης εργασίας.».

    Ας επισημανθεί όμως πως ο ιατρός εργασίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για να επαληθεύει το δικαιολογημένο ή μη, λόγω νόσου, απουσίας εργαζομένου.

    Κρείσσονος σημασίας υποχρέωση του ιατρού εργασίας αποτελεί η υποχρέωση επίβλεψης της υγείας των εργαζομένων, όπως αυτή, λεπτομερώς, προβλέπεται στο άρθρο 18 ν. 3850/2010.

    Συγκεκριμένα, ο Ιατρός Εργασίας προβαίνει: «…σε ιατρικό έλεγχο των εργαζομένων σχετικό με τη θέση εργασίας τους, μετά την πρόσληψη τους ή την αλλαγή θέσης εργασίας, καθώς και σε περιοδικό ιατρικό έλεγχο κατά την κρίση του επιθεωρητή εργασίας… Μεριμνά για τη διενέργεια ιατρικών εξετάσεων και μετρήσεων παραγόντων του εργασιακού περιβάλλοντος σε εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά. Εκτιμά την καταλληλότητα των εργαζομένων για τη συγκεκριμένη εργασία…».

    Επιπλέον, μεταξύ άλλων «… επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων προστασίας της υγείας των εργαζομένων και πρόληψης των ατυχημάτων. Για το σκοπό αυτό:

    α) επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας και αναφέρει οποιαδήποτε παράλειψη, προτείνει μέτρα αντιμετώπισης των παραλείψεων και επιβλέπει την εφαρμογή τους,

    β) επεξηγεί την αναγκαιότητα της σωστής χρήσης των ατομικών μέτρων προστασίας,

    γ) ερευνά τις αιτίες των ασθενειών που οφείλονται στην εργασία, αναλύει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών και προτείνει μέτρα για την πρόληψη των ασθενειών αυτών,

    δ) επιβλέπει τη συμμόρφωση των εργαζομένων στους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, ενημερώνει τους εργαζομένους για τους κινδύνους που προέρχονται από την εργασία τους, καθώς και για τους τρόπους πρόληψης τους,

    ε) παρέχει επείγουσα θεραπεία σε περίπτωση ατυχήματος ή αιφνίδιας νόσου».

     

    Ποιος μπορεί να ασκεί καθήκοντα Ιατρού Εργασίας;

    Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας δικαιούνται να ασκούν ιατροί. Με την ΠΝΠ της 20.3.20 αντικαταστάθηκε το άρθρο 16 του κώδικα νόμων για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων (ΚΝΥΑΕ) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 (Α´ 84). Με βάση τη σχετική διάταξη (άρθρο 16§1), καθήκοντα ιατρού εργασίας μπορούν να ασκούν:

    «α) Οι ιατροί που κατέχουν την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας,

    β) Οι ιατροί που κατέχουν τίτλο οιασδήποτε ειδικότητας, πλην της ιατρικής της εργασίας, και έχουν εκτελέσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις προ της 15ης Μαΐου 2009,

    γ) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα οι οποίοι έχουν ασκήσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη μέχρι και τις 15 Μαΐου 2009.

    Αξιοσημείωτη όμως είναι η (προστεθείσα από την εν λόγω ΠΝΠ) §2 του ίδιου άρθρου, με βάση την οποία:

    «2. Οι ιατροί της παρ. 1 μπορούν να ασκούν καθήκοντα ιατρού εργασίας σε όλες τις περιφέρειες ιατρικών συλλόγων της χώρας, χωρίς άδεια των συλλόγων αυτών».

    Η εν λόγω προσθήκη αποδείχθηκε ιδιαίτερα κρίσιμη (όπως αναφέραμε και σε προηγούμενη αρθρογραφία μας-ερώτημα 8ο) «καθώς (νομοθετικές) αγκυλώσεις του απολύτως πρόσφατου παρελθόντος (συνδεόμενες με κακές συντεχνιακές πρακτικές) δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στην επιλογή Ιατρού Εργασίας. Για την επιλογή ιατρού εργασίας (που δεν είχε τη συγκεκριμένη ειδικότητα-παρότι ήταν ενταγμένος στους Ειδικούς Καταλόγους) απαιτείτο, μέχρι τότε, βεβαίωση του οικείου Ιατρικού Συλλόγου περί μη ύπαρξης διαθέσιμου Ειδικού στην περιφέρεια του(!!!)»

    Για την απασχόληση του Ιατρού Εργασίας, ο εργοδότης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει όσον αφορά την ανάθεση των καθηκόντων ιατρού εργασίας: (α) σε εργαζομένους στην επιχείρηση, (β) σε άτομα εκτός της επιχείρησης,  (γ) σε εταιρεία που παρέχει Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞ. Υ.Π.Π.) και,  τέλος, (δ) συνδυασμό τους (άρθρο 9 §1 ν. 3850/2010).

     

    Η υποχρέωση γνωστοποίησης στην Επιθεώρηση Εργασίας

    Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγγράφως στην Επιθεώρηση Εργασίας εκείνον που αναλαμβάνει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας. Όταν είναι τρίτος υποχρεούται να κοινοποιήσει αντίγραφο της σύμβασης πρόσληψής του. Όταν πρόκειται για ΕΞ.Υ.Π.Π οφείλει, επίσης, να κοινοποιήσει τη σχετική σύμβαση, η οποία μάλιστα πρέπει να φέρει το προκαθορισμένο από το νόμο περιεχόμενο (άρθρο 9 §7 ν. 3859/2010).

     

    Η Εκτίμηση του Επαγγελματικού Κινδύνου

    Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου είναι η γραπτή εκτίμηση των κινδύνων που δημιουργούνται κατά την εργασία. Κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Αφορά τους υφιστάμενους κινδύνους και, επιπρόσθετα, εκείνους που είναι ενδεχόμενο να εμφανισθούν. Συμπεριλαμβάνει, αυτονοήτως, και τις ομάδες των εργαζομένων που εκτίθενται σε ιδιαίτερους κινδύνους.

    Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου συνιστά, δυστυχώς, μια μάλλον υποβαθμισμένη υποχρέωση στη σκέψη των περισσοτέρων από εμάς. Είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντική. Και, το σημαντικότερο, κατά νόμο υποχρεωτική για όλες, ανεξαιρέτως, τις επιχειρήσεις. Υπάγεται στις ειδικές υποχρεώσεις του εργοδότη (άρθρο 43 ν. 3850/2010). Η πρόσφατη μάλιστα πανδημία κατέστησε αναγκαία την επικαιροποίησή της καθώς νέους, πρωτόγνωρους, κινδύνους καλούμασταν να διαχειριστούμε (όπως επισημάναμε σε προγενέστερη, ήδη από 15.3.20, αρθρογραφία μας-ερ.7ο)

    Στην εκπόνηση της Εκτίμησης Επαγγελματικού Κινδύνου είναι δυνατό να προβαίνει: (α) ο Τεχνικός Ασφαλείας, (β) ο Ιατρός Εργασίας, (γ) η ΕΣ.Υ.Π.Π. ή ΕΞ.Υ.Π.Π.

    Σκοπός της είναι:

    «α) να εντοπισθούν οι πηγές του επαγγελματικού κινδύνου, δηλαδή τι θα μπορούσε να προκαλέσει κινδύνους για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων,

    β) να διαπιστωθεί κατά πόσο και με τι μέτρα μπορούν οι πηγές κινδύνων να εξαλειφθούν ή οι κίνδυνοι αυτοί να αποφευχθούν, και αν αυτό δεν είναι δυνατόν,

    γ) να καταγραφούν τα μέτρα πρόληψης που ήδη εφαρμόζονται και να προταθούν αυτά που πρέπει συμπληρωματικά να ληφθούν για τον έλεγχο των κινδύνων και την προστασία των εργαζομένων».

     

    Μεταξύ των σημαντικότερων υποχρεώσεων του Εργοδότη κυρίαρχη θέση κατέχουν η διασφάλιση της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Υφίσταται επαρκές νομοθετικό πλαίσιο που προσδιορίζει και επαρκώς εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του. Όπως και εισαγωγικά αναφέραμε σημαίνουσα, μεταξύ αυτών, θέση κατέχουν ο Τεχνικός Ασφαλείας, ο Ιατρός Εργασίας και η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.

    Η υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας αποτελούσε, μέχρι την έναρξη της πανδημίας, ένα ακόμα -χωρίς αντίκρυσμα- «βάρος» για τη συντριπτική πλειονότητα των υπόχρεων επιχειρήσεων. Οι αγκυλώσεις του υφισταμένου μέχρι τον Μάρτιο του 2020 θεσμικού πλαισίου (που υπέκυπτε σε συγκεκριμένες συντεχνιακές λογικές) συνέτειναν στην αίσθηση του «βάρους».

    Τα πράγματα όμως μεταβλήθηκαν. Το θεσμικό πλαίσιο που αφορούσε τους γιατρούς εργασίας απαλλάχθηκε από τα συντεχνιακά βάρη.

    Η πανδημία άλλαξε, συνολικά, τη ζωή όλων μας. Ανέδειξε, ακόμα περισσότερο, την αξία των ιατρών εργασίας.

    Ήδη απολαμβάνουμε τις υπηρεσίες τους.

    Αξίζει περαιτέρω να τις αξιοποιήσουμε.

    Ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, την 1η Νοεμβρίου 2020.

    ιατρός εργασίας

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οικογενειακές επιχειρήσεις, διαζύγιο και αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα

    Οικογενειακές επιχειρήσεις, διαζύγιο και αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα

    Οι οικογενειακές επιχειρήσεις στη χώρα μας αποτελούν (όπως έχουμε ήδη διαπιστώσει σε προηγούμενη αρθρογραφία μας) τη συντριπτική πλειονότητα του συνόλου των επιχειρήσεων. Υπολογίζεται πως το 80% των επιχειρήσεων είναι οικογενειακές (στοιχεία έτους 2016) και το 44,3% των εισηγμένων (στοιχεία συναλλαγών α’ εξ. 2020).  Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται και επιχειρήσεις που συνεταίροι/συμμέτοχοι είναι σύζυγοι. Επίσης, κάποιες άλλες που βασικός (ή μοναδικός) μέτοχος είναι ο ένας από τους συζύγους. Τα πράγματα, πολυεπίπεδα, «μπερδεύονται» όταν υπάρξει απόκλιση από το ευαγγελικό: «Οὕς ὁ Θεός συνέζευξεν, ἄνθρωπος μή χωριζέτω» (Ματθ. ιθ´, 6 & Μάρκ. ι´, 9). Από θεολογική, κοινωνική, κοινωνιολογική (και όχι μόνον) σκοπιά. Βεβαίως και από νομική. Τι συμβαίνει με τα αποκτήματα (:περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν κατά την διάρκεια γάμου που λύθηκε); Και τι, ειδικότερα, συμβαίνει με τις εταιρικές συμμετοχές;

     

    Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα

    Γενικά

    Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα (:1400 ΑΚ) εισήχθη το 1983 στο δικαιϊκό μας σύστημα. Ο σχετικός νόμος (:ν. 1329/1983) αποσκοπούσε «στην εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών στον Αστικό Κώδικα…». Κι ακόμα: «…στον μερικό εκσυγχρονισμό των διατάξεων του Αστικού Κώδικα που αφορούν το Οικογενειακό Δίκαιο».

    Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα προϋποθέτει την εφαρμογή του συστήματος της περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων (1397 ΑΚ). Δεν υφίσταται επί κοινοκτημοσύνης (άρθρα 1403 επ. ΑΚ).

     

    Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα: η νομοθετική ρύθμιση.

    Δεν είναι ασύνηθες να αυξάνεται η περιουσία του ενός, μόνον, συζύγου κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης. Και τούτο, μολονότι και ο έτερος σύζυγος έχει συμβάλει στη συγκεκριμένη επαύξηση. Η εν λόγω συμβολή μεταφράζεται, συχνά, σε ικανοποίηση δευτερεύουσας(;) αξίας οικογενειακών αναγκών. Ενδεικτικά: οικιακές εργασίες, κάλυψη των αναγκών των τέκνων της οικογένειας κλπ. Κάποιες άλλες φορές όμως μεταφράζεται σε ουσιαστική συνδρομή στην επιχειρηματική δραστηριότητα του έτερου συζύγου (λ.χ. παροχή εργασίας στην επιχείρησή του άνευ αμοιβής, παροχή ιδεών για ανάπτυξη επιχειρηματικής δραστηριότητας (1298/2016 ΜονΠρωτΘεσ).

    Για την αποκατάσταση της συγκεκριμένης αδικίας «ανέλαβε δράση» ο νομοθέτης. Η διάταξη του άρθρου 1400 παρ. 1 ΑΚ προβλέπει πως: «Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης, εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμία συμβολή.».

    Με απλά λόγια: Μετά τη λύση (ή ακύρωση) του γάμου ο (μη επωφεληθείς) σύζυγος δικαιούται να αξιώσει από τον έτερο, του οποίου τα περιουσιακά στοιχεία αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου, το μερίδιο που του αναλογεί (με βάση τη δική του συμβολή) στην επαύξηση. Η συγκεκριμένη συμβολή όμως θα πρέπει (για να αποζημιωθεί) να υπερβαίνει το μέτρο. Δηλαδή την μεταξύ των συζύγων (δεδομένη) υποχρέωση για συνεισφορά στις οικογενειακές ανάγκες ανάλογα με τις δυνάμεις τους (:1389 ΑΚ). Μόνον τότε η συμβολή λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό του ύψους της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα.

     

    Το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας (ή του χωρισμού των περιουσιών)

    Η προαναφερθείσα αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα προϋποθέτει την εφαρμογή (άλλως μη απόκλιση από το σύστημα) της περιουσιακής αυτοτέλειας (ή του χωρισμού των περιουσιών) των συζύγων. Το εν λόγω σύστημα προβλέπεται στη διάταξη του άρθρου 1397 ΑΚ. Η συγκεκριμένη διάταξη ορίζει πως: «…ο γάμος δεν μεταβάλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων». Οι περιουσίες των δύο συζύγων είναι διακριτές μεταξύ τους.

    Είτε, επομένως, πρόκειται για κινητή είτε για ακίνητη περιουσία˙ είτε αυτή αποκτήθηκε πριν ή μετά τη σύναψη του γάμου, η περιουσία του κάθε συζύγου αποτελεί την ατομική (ξεχωριστή από του άλλου) περιουσία του. Ο κάθε σύζυγος δικαιούται, κατ’ αποτέλεσμα, να διαχειρίζεται την ατομική του περιουσία όπως εκείνος κρίνει. Και, αυτονοήτως, να τη διαθέτει ελεύθερα.

    Είναι συχνή η απόκτηση κοινών περιουσιακών στοιχείων και από τους δύο (μαζί) συζύγους. Οι σχέσεις τους όσον αφορά τα συγκεκριμένα, κοινά, περιουσιακά στοιχεία δεν διαφοροποιούνται από την ύπαρξη της συζυγίας. Διέπονται, και στην προκειμένη περίπτωση, από τις διατάξεις της κοινωνίας δικαιώματος και της συγκυριότητας (άρθρα 785 επ. και 1113 επ. ΑΚ).

     

    Η αδυναμία προβολής αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα: Το σύστημα της κοινοκτημοσύνης

    Είναι εφικτή (κατ’ απόκλιση του συστήματος της προαναφερθείσας περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων) η συμβατική επιλογή του συστήματος της κοινοκτημοσύνης (άρθρο 1403επ. ΑΚ). Το συγκεκριμένο σύστημα αναφέρεται στην περίπτωση εκείνη που οι σύζυγοι επιλέγουν, συμβατικά, την εγκαθίδρυση «…κοινωνίας κατά ίσα μέρη σε περιουσιακά τους στοιχεία χωρίς δικαίωμα διάθεσης, από τον καθένα τους, του ιδανικού του μεριδίου».

    Η επιλογή του συστήματος της κοινοκτημοσύνης είναι δυνατό να λάβει χώρα είτε πριν ή κατά τη διάρκεια του γάμου. Όταν όμως επιλεγεί δεν μπορεί εκ των υστέρων να προβληθεί αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα. Ο σκοπός που καλείται να υπηρετήσει η εν λόγω αξίωση καλύπτεται από την κοινοκτημοσύνη.

     

    Οι προϋποθέσεις γέννησης της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα

    Έγινε, ήδη, λόγος για την αρνητική προϋπόθεση που πρέπει να συντρέχει προκειμένου να είναι εφικτή η γέννηση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα. Συγκεκριμένα: η μη επιλογή του συστήματος της κοινοκτημοσύνης.

    Προκειμένου όμως να εγερθεί η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα θα πρέπει να συντρέχουν τρεις ακόμη, σωρευτικά, προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα:

    (α) Να έχει λυθεί ή να έχει ακυρωθεί ο γάμος (ή, κατ’ αναλογική εφαρμογή, να έχει συμπληρωθεί, τουλάχιστον τριετής, διάσταση των συζύγων –άρθρο 1400 παρ. 2 ΑΚ).

    Η λύση του γάμου επέρχεται είτε με το θάνατο ενός από τους συζύγους των συζύγων είτε με την έκδοση διαζυγίου. Στην τελευταία περίπτωση (:έκδοση διαζυγίου) καθώς και της ακύρωσης του γάμου, η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα γεννιέται μετά το αμετάκλητο της σχετικής δικαστικής απόφασης (1438 εδ. 2, 1381 ΑΚ). Ενδεχόμενη υπαιτιότητα του ενός ή του άλλου συζύγου είναι αδιάφορη.

     

    (β) Να έχει συντελεστεί επαύξηση της περιουσίας κάποιου από τους συζύγους (ή και των δύο) κατά τη διάρκεια του γάμου.

    Η επαύξηση της περιουσίας πρέπει να έχει λάβει χώρα κατά τη διάρκεια του γάμου. Η επαύξηση προκύπτει από τη σύγκριση της περιουσίας καθενός συζύγου στην αρχή και στη λήξη του γάμου.

    Ως αρχική περιουσία λαμβάνεται υπόψη η καθαρή περιουσία κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου. Η περιουσία, με άλλα λόγια, που προκύπτει μετά την αφαίρεση του παθητικού από το ενεργητικό.

    Ως τελική περιουσία λαμβάνεται υπόψη η καθαρή περιουσία κατά τη λήξη του γάμου. Το χρονικό σημείο υπολογισμού της τελικής περιουσίας σε περίπτωση λήξης του γάμου με διαζύγιο ή ακύρωσής του, καθώς και σε περίπτωση τριετούς διάστασης αποτελεί ζήτημα αμφιλεγόμενο. Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις.

    Μια πρώτη άποψη δέχεται, ως χρόνος υπολογισμού της τελικής περιουσίας, τον χρόνο του αμετακλήτου της απόφασης του διαζυγίου ή της ακύρωσης του γάμου ή της συμπλήρωσης της τριετούς διάστασης.

    Μια δεύτερη (ορθότερη, αποτελεσματικότερη και δικαιότερη κατά τον υπογράφοντα) άποψη δέχεται να τοποθετηθεί, ο χρόνος υπολογισμού της τελικής περιουσίας στο χρονικό σημείο επίδοσης της αγωγής διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου, ή της έναρξης της τριετούς διάστασης. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η πιθανότητα προσπάθειας του υπόχρεου συζύγου να «απομειώσει τον πλουτισμό του».

    Μια Τρίτη, ενδιάμεση, άποψη δέχεται πως μετά τον χρόνο επίδοσης της αγωγής διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή της έναρξης της τριετούς διάστασης, παύει να ισχύει υπέρ του δικαιούχου συζύγου το τεκμήριο της συμβολής κατά 1/3. Ο δικαιούχος σύζυγος, λοιπόν, καλείται, μετέπειτα, να αποδείξει οποιοδήποτε ποσοστό συνεισφοράς του.

     

    (γ) Να υπάρχει συμβολή του ετέρου συζύγου στην προαναφερόμενη περιουσιακή επαύξηση.

    Η συμβολή ενός από τους συζύγους στην επαύξηση της περιουσίας του άλλου λαμβάνεται υπόψη ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνει χώρα. Πρόκειται, δηλαδή, για οποιαδήποτε δραστηριότητα του δικαιούχου συζύγου, η οποία τελεί σε σχέση αιτίου και αιτιατού με την περιουσιακή επαύξηση της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου.

     

    Η φύση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα

    Η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα συνιστά ενοχική αξίωση, περιουσιακού χαρακτήρα. Το γεγονός ότι απορρέει από τον δεσμό του γάμου την καθιστά προσωποπαγή. Γεννάται, δηλαδή, στο πρόσωπο του δικαιούχου συζύγου και αποσβέννυται με τον θάνατό του, καθώς δεν συνιστά αξίωση κληρονομητή. Επιπρόσθετα: δεν εκχωρείται εν ζωή. Εξαίρεση στα προαναφερθέντα υφίσταται εφόσον η αξίωση έχει αναγνωριστεί συμβατικά ή ο δικαιούχος σύζυγος επέδωσε σχετική αγωγή.

    Στη βάση του ενοχικού και περιουσιακού της χαρακτήρα εγείρεται και το αμφιλεγόμενο ζήτημα της εκπλήρωσής της με χρηματική (υποχρεωτικά) ή αυτούσια απόδοση των αποκτημάτων.

    Κατά μια άποψη, η αξίωση της συμμετοχής στα αποκτήματα είναι υποχρεωτικά χρηματική. Στο πλαίσιο αυτής, ασκώντας την αξίωσή του ο δικαιούχος σύζυγος δεν είναι δυνατό να λάβει αυτούσια περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον έτερο σύζυγο και αποτελούν μέρος της επαύξησης της περιουσίας του. Αντίθετα, η αύξηση της περιουσίας του υπολογίζεται μόνο λογιστικά και αποδίδεται στον δικαιούχο σύζυγο χρηματικά.

    Κατά την ορθότερη όμως άποψη, η αυτούσια απόδοση είναι δυνατή. Πολλές φορές, μάλιστα, και επιθυμητή από τα μέρη. Κατά την άποψη αυτή, ο δικαιούχος σύζυγος δικαιούται να αξιώσει και ο υπόχρεος να ζητήσει να καταβάλλει αυτούσιο το ανάλογο μέρος των αποκτημάτων. Στη βάση αυτής, η δικαστική κρίση μπορεί να διατάξει, στη βάση ανάλογων αιτημάτων, την απόδοση είτε ποσοστού συγκυριότητας στα αποκτήματα είτε ορισμένου ή ορισμένων πραγμάτων ίσης αξίας με το ποσοστό συμμετοχής του δικαιούχου στην αύξηση περιουσίας του άλλου (ΟλΑΠ 28/1996).

     

    Τα περιουσιακά στοιχεία που εντάσσονται στα αποκτήματα και η αξίωση επί μετοχών

    Στην έννοια των αποκτημάτων δεν περιλαμβάνονται όλα, ανεξαιρέτως, τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτά ο υπόχρεος σύζυγος, ύστερα από την τέλεση του γάμου. Εξαιρείται ό,τι αποκτήθηκε λόγω δωρεάς, κληρονομίας ή κληροδοσίας ή με διάθεση των αποκτημάτων από τις αιτίες αυτές.

    Στα αποκτήματα μπορούν να συγκαταλέγονται εμπράγματα δικαιώματα, καθώς και δικαιώματα νομής και κατοχής σε κινητά ή ακίνητα, χρήματα και χρηματικές καταθέσεις, πιστωτικοί τίτλοι, πνευματικά δικαιώματα, ομόλογα αλλά και μέλλουσες απαιτήσεις (λ.χ. μισθώματα, μερίσματα). Επίσης και τυχόν μετοχές ανώνυμης εταιρείας. Ομοίως και τα μερίδια σε ΕΠΕ, ΙΚΕ ή προσωπικές εταιρείες και συνεταιρισμούς.

    Θα πρέπει όμως να διακριθούν τα περιουσιακά στοιχεία του νομικού προσώπου από εκείνα του μετόχου/εταίρου-συζύγου. Ο τελευταίος έχει στην ιδιοκτησία του μετοχές, μερίδια ή εταιρικές συμμετοχές. Στο νομικό πρόσωπο (στο οποίο συμμετέχει) ανήκει η εταιρική του περιουσία. Ακόμη και όταν πρόκειται για μονοπρόσωπη εταιρεία, που ανήκει στον υπόχρεο σύζυγο.

     

    Η εξασφάλιση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα – Η περίπτωση της διεκδίκησης μετοχών

    Η αναγνώριση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα αποσκοπεί στην αποκατάσταση της δικαιοσύνης μεταξύ των συζύγων. Αποκατάσταση η οποία ενδέχεται, όμως, να ματαιωθεί. Αιτία της ματαίωσης η συνειδητοποίηση από τους συζύγους της επικείμενης λύσης του γάμου.

    Ευλόγως, μόλις οι σχέσεις των συζύγων διαταραχθούν, ο σύζυγος του οποίου η περιουσία έχει επαυξηθεί ενδέχεται να επιδιώξει την μείωση του πλουτισμού του. Εικονικές διαθέσεις των περιουσιακών του στοιχείων, εικονικές αναλήψεις υποχρεώσεων και ρευστοποιήσεις, χαριστικές δικαιοπραξίες και αδικαιολόγητες σπατάλες, αποτελούν συνήθεις τρόπους απομείωσης της περιουσίας του υπόχρεου συζύγου. Κατά το διάστημα αυτό, ο δικαιούχος έχει απλώς προσδοκία δικαιώματος. Δεν έχει, νομικά, τη δυνατότητα να ασκήσει την αγωγή του 1400 ΑΚ (ΑΠ 87/1998).

    Έτσι, η αποτελεσματική προσωρινή προστασία της αξίωσης μέχρι την οριστική ικανοποίησή της αναδεικνύεται, κάποιες φορές, ως ζωτικής σημασίας. Και τούτο γιατί, σύμφωνα και με όσα ήδη αναφέρθηκαν, η έναρξη των διαδικασιών για την οριστική ικανοποίηση της εν λόγω αξίωσης θα πρέπει να ακολουθήσει τη λύση ή ακύρωση του γάμου με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Εναλλακτικά, τη συμπλήρωση τριετούς διάστασης.

     

    Η παροχή νόμιμου τίτλου εγγραφής υποθήκης

    Ο νομοθέτης επέλεξε να εντάξει τον δικαιούχο σύζυγο του άρθρου 1400 ΑΚ στα πρόσωπα, στα οποία χορηγεί τίτλο εγγραφής υποθήκης από το νόμο (1262 αρ. 4 ΑΚ). Γεγονός που αποδεικνύει ότι αντιμετωπίζει τον τελευταίο ως δανειστή στον οποίο προσιδιάζει ιδιαίτερη προστασία.

    Αξιοσημείωτο είναι πως η παροχή νόμιμου τίτλου εγγραφής υποθήκης (1262 αρ. 4 ΑΚ) δεν προϋποθέτει την άσκηση αγωγής διαζυγίου ή αποκτημάτων. Η υποθήκη είναι δυνατό να εγγραφεί οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια του γάμου-ακόμη και πριν από τη λύση ή ακύρωση του ή τη συμπλήρωση τριετούς διάστασης.

     

    Η προσωρινή προστασία του άρθρου 1402 ΑΚ

    Ρητή και αυτοτελής αξίωση παροχής ασφάλειας στο δικαιούχο σύζυγο προβλέπεται και από τη διάταξη του άρθρου 1402ΑΚ που, συγκεκριμένα, αναφέρει πως: «Με την επιφύλαξη της διάταξης του άρθρου 1262 αριθ. 4, ο καθένας  από  τους  συζύγους έχει το δικαίωμα, στην περίπτωση που ασκήθηκε αγωγή διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή που ο ίδιος άσκησε με αγωγή την αξίωση του άρθρου 1400, να ζητήσει από τον  άλλο  σύζυγο  ή  από  τους κληρονόμους  του  την  παροχή  ασφάλειας, αν εξαιτίας της συμπεριφοράς τους υπάρχει βάσιμος φόβος ότι κινδυνεύει αυτή η αξίωσή του.»

    Προϋποθέσεις παροχής της εν λόγω ασφάλειας, οι οποίες πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά αποτελούν: (α) αφενός η προηγούμενη άσκηση (από οποιονδήποτε από τους συζύγους) αγωγής διαζυγίου ή αγωγής ακύρωσης του γάμου ή (ειδικά από το σύζυγο που ζητεί την ασφάλεια) αγωγής συμμετοχής στα αποκτήματα, (β) αφετέρου η ύπαρξη βάσιμου φόβου ότι κινδυνεύει η αξίωση της ΑΚ 1400 εξαιτίας της συμπεριφοράς του άλλου συζύγου ή των κληρονόμων του.

     

    Η δυνατότητα αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων

    Η δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων, παράλληλα με τα προαναφερθέντα εξασφαλιστικά μέτρα των άρθρων 1262 αρ. 4 και 1402 ΑΚ αμφισβητήθηκε ρητά και δίχασε τη θεωρία. Μέχρι πρόσφατα.

    Έπειτα από την τροποποίηση της διάταξης του άρθρου 682 ΚΠολΔ (με το ν. 4335/2015), η αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα είναι δυνατό, πριν ακόμα γεννηθεί, να καταστεί αντικείμενο προσωρινής δικαστικής προστασίας με τη μορφή ασφαλιστικών μέτρων. Ακόμα δηλαδή και πριν από την αμετάκλητη λύση ή ακύρωση του γάμου ή/και τη συμπλήρωση τριών (3) ετών από τη διάσταση των συζύγων. Και τούτο γιατί συνιστά μελλοντική απαίτηση, που υπάγεται στο άρθρο 682 ΚΠολΔ (1298/2016 ΜονΠρωτΘεσ).

    Απαραίτητη προϋπόθεση να συντρέχει επείγουσα περίπτωση ή επικείμενος κίνδυνος που να απαιτεί τη λήψη των ασφαλιστικών μέτρων.

     

    Τα (ενδεχόμενα) ασφαλιστικά μέτρα

    Ο δικαιούχος σύζυγος είναι ενδεχόμενο να αποβλέπει στην απόκτηση μετοχών της ανώνυμης εταιρείας (ή εταιρικής συμμετοχής σε άλλη εταιρεία) στην ανάπτυξη της οποίας συνέβαλε ή στην χρηματική ικανοποίησή του μέσω αυτών δικαιούται. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται , να ζητήσει από το αρμόδιο Δικαστήριο, για την εξασφάλισή του, τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Συγκεκριμένα: συντηρητική κατάσχεση (707επ. ΚΠολΔ) ή μεσεγγύηση (725επ. ΚΠολΔ).

    Μέσω των συγκεκριμένων μέτρων επιδιώκεται η επιβολή νομικής δέσμευσης επί των μετοχών. Ειδικότερα:

    Με το ασφαλιστικό μέτρο της συντηρητικής κατάσχεσης δεσμεύονται προσωρινά περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη προκειμένου να εξασφαλιστεί η ικανοποίηση της χρηματικής ή δυνάμενης να τραπεί σε χρήμα απαίτησης.

    Το ασφαλιστικό μέτρο της δικαστικής μεσεγγύησης διατάσσεται για την εξασφάλιση μη χρηματικών απαιτήσεων. Και συγκεκριμένα, σε διαφορές σχετικές με την κυριότητα, τη νομή ή την κατοχή πράγματος, η οποιασδήποτε άλλης διαφοράς σχετικά με το πράγμα (βεβαίως και επί μετοχών).

    Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο κρίνει και διατάσσει τη λήψη κάθε πρόσφορου και αναγκαίου ασφαλιστικού μέτρου για την προστασία της μέλλουσας αξίωσης της συμμετοχής στα αποκτήματα.

     

    Ενδεχόμενη λύση ενός γάμου γεννά σωρεία προβλημάτων. Μεταξύ αυτών η διευθέτηση των κοινών περιουσιακών στοιχείων αλλά και η αξίωση συμμετοχής του λιγότερο ευνοημένου στα αποκτήματα του περισσότερο ευνοημένου συζύγου. Στα κοινά περιουσιακά στοιχεία δεν είναι σπάνιο να συναντήσουμε εταιρεία στην οποία οι σύζυγοι θα συμμετέχουν κατά 50% ο καθένας από αυτούς (για την περίπτωση αυτή προηγούμενη αρθρογραφία μας).

    Προβληματική μοιάζει (και) η περίπτωση όπου μόνος (βασικός ή απλός) μέτοχος ,εταίρος ή ιδιοκτήτης νομικού προσώπου είναι ο ένας από τους συζύγους. Ο έτερος έχει, κατά βάση, αξίωση συμμετοχής (και) στις μετοχές (ή άλλη εταιρική συμμετοχή) του ιδιοκτήτη συζύγου.

    Ευκταία, αυτονοήτως, η εκτός δικαστικών αιθουσών διευθέτηση της όλης διαφοράς.

    Σε διαφορετική περίπτωση ωφελημένη δεν θα είναι, με βεβαιότητα, η επιχείρηση.

    Και, σε σημαντικό βαθμό, ούτε οι σύζυγοι.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 25 Οκτωβρίου 2020.

    οικογενειακές επιχειρήσεις

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.