Κατηγορία: Άρθρα

  • ΔΣ vs ΑΕ: Η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού

    ΔΣ vs ΑΕ: Η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού

    Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με τις πρόνοιες του νόμου σχετικά με την αντιμετώπιση των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων των μελών του ΔΣ με την ΑΕ (ΔΣ Vs AE: Η Σύγκρουση Των Μεταξύ Τους Συμφερόντων). Μας απασχόλησε, ειδικότερα, η υποχρέωση πίστης των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ. Στο πλαίσιο αυτής και η υποχρέωση προαγωγής του συμφέροντος της εταιρείας έναντι των ίδιων συμφερόντων (:θετική όψη). Στο παρόν άρθρο θα μας απασχολήσει μια άλλη όψη της (αρνητική αυτή τη φορά): η υποχρέωση για παράλειψη ανταγωνιστικών πράξεων.

     

    Οι ανταγωνιστικές πράξεις

    Η σύγκρουση συμφερόντων των μελών του ΔΣ έναντι της ΑΕ, είναι δυνατό να εμφανισθεί και με τη μορφή της διενέργειας ανταγωνιστικών πράξεων από μέρους των πρώτων. Στο πλαίσιο αυτό, ο νομοθέτης προέβη στη θέσπιση ειδικής, σχετικής, απαγόρευσης. Πρόκειται για την υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού (άρθρο 98 ν. 4548/2018). Η τελευταία απορρέει, επίσης, από την υποχρέωση πίστης. Η νομολογία την αντιμετωπίζει ως την κυριότερη περίπτωση της υποχρέωση αυτής (ενδ. 797/2010 ΑΠ).

     

    Η νομοθετική ρύθμιση

    Το άρθρο 98§1 ν. 4548/2018 προβλέπει: «Απαγορεύεται στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που συμμετέχουν με οποιονδήποτε τρόπο στη διεύθυνση της εταιρείας, καθώς και στους διευθυντές αυτής, να ενεργούν, χωρίς άδεια της γενικής συνέλευσης ή σχετική πρόβλεψη του καταστατικού, για δικό τους λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτων, πράξεις που υπάγονται στους σκοπούς της εταιρείας, καθώς και να μετέχουν ως ομόρρυθμοι εταίροι ή ως μόνοι μέτοχοι ή εταίροι σε εταιρείες που επιδιώκουν τέτοιους σκοπούς».

    Η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση μοιάζει απολύτως δικαιολογημένη. Αρκεί να  αναλογιστεί κανείς το εύρος και είδος των πληροφοριών που έχουν στη διάθεσή τους όσοι ασκούν τη διοίκηση της εταιρείας. Πρόκειται για απόλυτα εμπιστευτικές πληροφορίες που συνδέονται, εν τέλει, με την προσπάθεια επικράτησης της ΑΕ έναντι των ανταγωνιστών της.

    Ποια, όμως, είναι τα πρόσωπα που έχουν πρόσβαση στις ανωτέρω πληροφορίες;

     

    Ποιους αφορά η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού;  Υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής.

    Η απαγόρευση ανταγωνισμού αφορά κάθε πρόσωπο το οποίο μετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στη διεύθυνση της ΑΕ. Τούτο σημαίνει ότι το πρόσωπο αυτό μπορεί να τελεί σε σχέση οργανική με το νομικό πρόσωπο. Να είναι, δηλαδή, μέλος του διοικητικού συμβουλίου. Ύστερα από την εκλογή του, λ.χ., ως μέλος. Εναλλακτικά: ύστερα από διορισμό του απευθείας από μέτοχο (με βάση καταστατική ρύθμιση) ή με βάση προσωρινό διορισμό του (:με βάση δικαστική απόφαση). Η απαγόρευση, όμως, αφορά εξίσου -κατά το γράμμα του νόμου- και τους διευθυντές-δηλαδή τα υποκατάστατα όργανα του ΔΣ. Η συγκεκριμένη  μάλιστα απαγόρευση δεν διαφοροποιείται στην περίπτωση του μονομελούς διοικητικού οργάνου. Υπό την επιφύλαξη, βέβαια, της μη σύμπτωσης στο ίδιο πρόσωπο των ιδιοτήτων του διοικητή και του μοναδικού μετόχου (στην περίπτωση της μονοπρόσωπης ΑΕ).

    Συζήτηση, ωστόσο, «έχει ανοίξει» σχετικά με το αν η απαγόρευση καταλαμβάνει αποκλειστικά τα εκτελεστικά όργανα της ΑΕ ή επεκτείνεται και στα μη εκτελεστικά. Κατά την κρατούσα (και, εκτιμούμε, ορθή) άποψη, η απαγόρευση αυτή αφορά αδιακρίτως τόσο τα εκτελεστικά όσο και τα μη εκτελεστικά όργανα της ΑΕ. Και τούτο καθώς δεν διαφοροποιείται στο νόμο το εύρος της υποχρέωσης πίστης των τελευταίων έναντι της ΑΕ.  Υποστηρίζεται επίσης ότι η απαγόρευση αυτή καταλαμβάνει, ομοίως, και τους εκκαθαριστές της ΑΕ, στους οποίους αναλογικά εφαρμόζονται οι διατάξεις για τη διαχείριση (άρθρο 167 παρ. 2 Ν. 4548/2018).

     

    Οι πράξεις ανταγωνισμού – Αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Το γράμμα του άρθρου 98 ν. 4548/2018 διευρύνει το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης ανταγωνισμού σε σχέση με το προϊσχύσαν άρθρο (:άρθρο 23 ν. 2190/1920). Εξακολουθεί όμως να εμπίπτει στην απαγόρευση ανταγωνισμού η διενέργεια πράξεων από τα υπόχρεα πρόσωπα, οι οποίες υπάγονται στους καταστατικούς σκοπούς. Επίσης, η συμμετοχή των υπόχρεων προσώπων ως ομορρύθμων εταίρων σε προσωπικές εταιρείες που επιδιώκουν τους ανωτέρω σκοπούς. Περαιτέρω, όμως, η νέα διάταξη απαγορεύει, ρητά, στα πρόσωπα αυτά να μετέχουν ως μόνοι μέτοχοι ή ως εταίροι σε εταιρείες που επιδιώκουν τους ίδιους σκοπούς με την ΑΕ. Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίστηκαν οι αμφιγνωμίες σχετικά με την ενδεικτική ή αποκλειστική απαρίθμηση της προϊσχύσασας διάταξης και τη συμπερίληψη (ή μη) και άλλων εταιρικών τύπων στη διάταξη του άρθρου 23 ν. 2190/1920.

    Παράλληλα, σύμφωνα με την πάγια θέση της νομολογίας «…ανταγωνιστικές πράξεις θεωρούνται εκείνες που είναι όμοιες με αυτές που εμπίπτουν στο περιεχόμενο του εταιρικού σκοπού. Έτσι στην ανταγωνιστική δραστηριότητα περιλαμβάνεται ο άμεσος ανταγωνισμός με την ίδρυση ανταγωνιστικής επιχειρήσεως, αλλά και ο έμμεσος, με τη συμμετοχή σε ανταγωνιστική επιχείρηση» (797/2010 ΑΠ).

    Ως εταιρικοί σκοποί νοούνται (:λογικά αναμενόμενο), όσοι προβλέπονται από το καταστατικό. Ωστόσο, μείζονος σημασίας αποδεικνύεται η πραγματική οικονομική δραστηριότητα της εταιρείας. Στην δραστηριότητα αυτή περιλαμβάνονται τόσο οι ήδη ασκούμενες δραστηριότητες της ΑΕ όσο  και οι μελλοντικές. Εκείνες δηλαδή που είναι πιθανό (πολύ περισσότερο: αναμενόμενο) να ασκηθούν ακόμα και σε διαφορετική, συγγενή, αγορά.

     

    Η άρση της απαγόρευσης

    Η καταστατική πρόβλεψη περί άρσης της απαγόρευσης

    Η δυνατότητα πρόβλεψης του καταστατικού για την άρση της απαγόρευσης ανταγωνισμού δεν προβλεπόταν ρητά από το προϊσχύσαν δίκαιο. Έμοιαζε, ως εκ τούτου, αμφίβολο αν ήταν νόμιμη η γενική άρση της απαγόρευσης μέσω διάταξης του καταστατικού. Αν, δηλαδή, νομιμοποιούνταν η χορήγηση μιας γενικής άδειας-χωρίς αυτή να εξαρτάται από συγκεκριμένα πρόσωπα ή/και πράξεις. Μειοψηφούσες φωνές τάσσονταν υπέρ της συγκεκριμένης δυνατότητας. Κρατούσαν όμως οι αντίθετες, που εξέφραζαν βάσιμους φόβους για μια τέτοια δυνατότητα. Υποστήριζαν, ειδικότερα, ότι η εκ των προτέρων γενική καταστατική απαλλαγή συνιστά πηγή διακινδύνευσης της επιδίωξης του εταιρικού σκοπού. Τα υπόχρεα πρόσωπα μπορεί να βρίσκονται, με τον τρόπο αυτό, σε μια διαρκή σύγκρουση συμφερόντων με την ΑΕ. Μια σύγκρουση, που μπορεί να ελλοχεύει εσωτερικούς κινδύνους για την ΑΕ και την υπέρ του συμφέροντός της λειτουργία της.

    Ωστόσο, το άρθρο 98 §1 ν. 4548/2018 προβλέπει, πλέον, ρητά τη δυνατότητα καταστατικής άρσης της απαγόρευσης ανταγωνισμού. Ο νομοθέτης με την πρόβλεψη αυτή φαίνεται να επιδεικνύει εμπιστοσύνη στο πρόσωπο των ιδρυτών και μετόχων της ΑΕ. Διευρύνει τις καταστατικές ρυθμίσεις στις οποίες μπορούν οι τελευταίοι να προβούν. Αποδέχεται (και ορθά) πως είναι σε θέση να κατανοήσουν τα μειονεκτήματα αλλά και τους κινδύνους τέτοιων ρυθμίσεων.

    Τέτοιου περιεχομένου καταστατικές ρήτρες είναι δυνατό να περιλαμβάνονται από την αρχή στο καταστατικό. Είναι όμως δυνατό να προστεθούν και εκ των υστέρων-ύστερα από σχετική τροποποίηση. Για την τροποποίηση αυτή απαιτείται, αυτονόητα, απόφαση της ΓΣ, η οποία λαμβάνεται με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Εξαίρεση στο συγκεκριμένο τρόπο λήψης απόφασης είναι δυνατό να λάβει χώρα με πρόβλεψη του καταστατικού. Στην περίπτωση αυτή είναι ανεκτή ρύθμιση για αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα.

     

    Η άδεια της Γενικής Συνέλευσης

    Ένας διαφορετικός τρόπος για τη νομιμοποίηση της διενέργειας μη επιτρεπτών ανταγωνιστικών πράξεων είναι η άδεια της Γενικής Συνέλευσης. Όπως η πράξη διορισμού του μέλος του ΔΣ, έτσι και η εν λόγω άδεια της ΓΣ χαρακτηρίζεται ως οργανικής φύσεως πράξη. Δεν απαιτείται αποδοχή της άδειας αυτής από τον υπόχρεο.

    Η χορήγηση της συγκεκριμένης άδειας εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΓΣ. Δεν είναι δυνατή η περαιτέρω μεταβίβασή της. Η ΓΣ, επομένως, ως μόνη αρμόδια, δικαιούται να αποφασίσει για τη χορήγηση αυτή με απλή απαρτία και πλειοψηφία. Συμπεριλαμβανομένης, μάλιστα, της ψήφου του υπόχρεου που φέρει, ταυτόχρονα, και την ιδιότητα του μετόχου. Ο υπόχρεος-μέτοχος δεν στερείται το δικαίωμα ψήφου. Η σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης υπόκειται (όπως και κάθε άλλη) σε έλεγχο καταχρηστικότητας. Σε κάθε περίπτωση: το καταστατικό μπορεί να αξιώνει ποσοστά μεγαλύτερα από την απλή απαρτία και πλειοψηφία.

    Η απόφαση της ΓΣ για τη χορήγηση της ανωτέρω άδειας πρέπει, επιπλέον, να είναι ρητή και ειδική. Συναίνεσή που (θα υποστηριχθεί ότι) τεκμαίρεται ή που σιωπηρά συνάγεται, δεν αρκεί. Ως προς το περιεχόμενό της, η άδεια αυτή μπορεί να επιτρέπει συγκεκριμένες πράξεις ή να έχει γενικό χαρακτήρα. Να ορίζει συγκεκριμένη διάρκεια άσκησης των επιτρεπόμενων ανταγωνιστικών πράξεων ή να παρέχεται για αόριστο χρόνο. Είναι δυνατό επίσης να χορηγείται με την επιφύλαξη δικαιώματος ανάκλησης. Το περιεχόμενο της συγκεκριμένης απόφασης διαμορφώνεται στη βάση της αποφυγής κινδύνων που είναι δυνατό να ανακύψουν. Ως εκ τούτου, η απόφαση της ΓΣ (ως προϋπόθεση νόμιμης άσκησης ανταγωνιστικών πράξεων) πλεονεκτεί έναντι της αντίστοιχης καταστατικής άδειας. Η τελευταία δεν μπορεί να σταθμίσει τους συγκεκριμένους κινδύνους της περίπτωσης που θα εκάστοτε θα ανακύψει, δεδομένης της (κατ’ ανάγκη) γενικότητάς της.

    Η άδεια της Γενικής Συνέλευσης θα πρέπει να χορηγείται πριν τη συντέλεση των ανταγωνιστικών πράξεων. Τυχόν εκ των υστέρων άδεια συνιστά, κατά την κρατούσα άποψη, παραίτηση από τις αξιώσεις που είναι δυνατό να εγερθούν (άρθρο 98).

     

    Οι έννομες συνέπειες της σχετικής παράβασης

    Οι έννομες συνέπειες τυχόν παράβασης της απαγόρευσης διενέργειας ανταγωνιστικών πράξεων προβλέπονται στο άρθρο 98§2 ν. 4548/2018. Η ΑΕ ως φορέας των αξιώσεων δικαιούται να επιλέξει μεταξύ: (α) της αξίωσης αποζημίωσης, (β) του δικαιώματος οικονομικής της υποκατάστασης στη θέση του υποχρέου και (γ) της αξίωσης απόδοσης ή εκχώρησης της απαίτησης αμοιβής του υπόχρεου. Παράλληλα, διατηρεί (με βάση όσα γενικά ισχύουν) και πρόσθετες αξιώσεις. Μεταξύ αυτών: η αξίωση για την παύση και παράλειψη στο μέλλον των πράξεων ανταγωνισμού από τον υπόχρεο, το δικαίωμα ανάκλησης του υπόχρεου μέλους του ΔΣ ή το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης του παραβάτη για σπουδαίο λόγο-όταν ο υπόχρεος συνδέεται συμβατικά με την ΑΕ. Σημειώνεται πως η άσκηση απαγορευμένων ανταγωνιστικών πράξεων, ως σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ ΔΣ και ΑΕ μπορεί να οδηγήσει σε δικαστικό διορισμό προσωρινής διοίκησης (69 ΑΚ). Ενδεχομένως μάλιστα και να ενδείκνυται.

    Η περίπτωση της τέλεσης του αδικήματος της απιστίας (390ΠΚ) θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να μην αποκλειστεί.

    Ειδικότερα (όσον αφορά τις αστικής φύσεως αξιώσεις της ΑΕ):

    (α) Ως προς την αξίωση αποζημίωσης

    Θεμελιωτική βάση της αξίωσης αποζημίωσης συνιστά αφενός η διάταξη του άρθρου 98 §2 αφετέρου οι διατάξεις για τις αδικοπραξίες. Για να γεννηθεί η αξίωση αποζημίωσης πρέπει να συντρέχει σειρά προϋποθέσεων. Μεταξύ αυτών ο νόμιμος λόγος ευθύνης και οι λοιπές προϋποθέσεις του δικαίου των αδικοπραξιών. Συγκεκριμένα: η ύπαρξη ζημίας και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του νόμιμου λόγου ευθύνης και της ζημίας που προκλήθηκε. Η εταιρεία υφίσταται ζημία στις περιπτώσεις εκείνες που λόγω της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς του μέλους ΔΣ ή Διευθυντή απώλεσε επιχειρηματική ευκαιρία την οποία κατά τη συνήθη πορεία θα αναλάμβανε. Ή, ομοίως, στις περιπτώσεις που λόγω της ανωτέρω συμπεριφοράς χρειάστηκε να προβεί σε δαπάνες και να μειώσει το ενεργητικό της ή να αυξήσει το παθητικό της. Υπόχρεος σε αποζημίωση είναι, αυτονοήτως, το υπόχρεο σε μη διενέργεια πράξεων ανταγωνισμού πρόσωπο, ενώ η αποζημίωση που καλείται να καταβάλει πρέπει να αποκαθιστά τη πραγματική ζημία της ΑΕ.

    Σημαντικό πάντως να επισημανθεί το εύρος της (ενίοτε ανυπέρβλητης) δυσχέρειας που συναντούμε στην πράξη για τον ακριβή προσδιορισμό της πραγματικής ζημίας που υφίσταται η ΑΕ. Επίσης για τη σύνδεση της ζημίας με την απαγορευόμενη ανταγωνιστική πράξη (:αιτιώδης σύνδεσμος).

     

     (β) Ως προς το δικαίωμα οικονομικής υποκατάστασης της ΑΕ στη θέση του υποχρέου

    Είναι, κατά τα προαναφερθέντα, σημαντικές οι δυσχέρειες της απόδειξης του αιτιώδους συνδέσμου αλλά και του ύψους της προκληθείσας ζημίας. Αντιμετωπίζονται, εν μέρει, μέσω των υπολοίπων δικαιωμάτων της εταιρείας που της αναγνωρίζονται από το άρθρο 98 §2. Τέτοιο δικαίωμα συνιστά το δικαίωμα υποκατάστασης. Στη βάση του συγκεκριμένου δικαιώματος η ΑΕ δικαιούται να αξιώσει την απόδοση της εκάστοτε καθαρής ωφέλειας που αποκόμισε ο υπόχρεος, παραβαίνοντας την υποχρέωση μη διενέργειας πράξεων ανταγωνισμού. Θεωρείται, δηλαδή, ότι οι πράξεις στις οποίες προέβη ο υπόχρεος για λογαριασμού του έλαβαν χώρα για λογαριασμό της εταιρείας.

    Μέσω της άσκησης του δικαιώματος αυτού, η ΑΕ δεν υπεισέρχεται στις συμβατικές σχέσεις του υποχρέου με τους αντισυμβαλλομένους του και η ισχύς των συμβάσεων αυτών δεν θίγεται. Αντίθετα, ο υπόχρεος υπέχει υποχρέωση απόδοσης του συνόλου των ωφελειών που αποκόμισε αφού αφαιρεθούν οι δαπάνες στις οποίες προέβη.

     

    (γ) Ως προς την αξίωση απόδοσης ή εκχώρησης της απαίτησης αμοιβής του υποχρέου στην ΑΕ

    Ο υπόχρεος ενδέχεται, βέβαια, να προβαίνει σε διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων όχι για ίδιο λογαριασμό αλλά για λογαριασμό τρίτων. Στην περίπτωση αυτή, η ΑΕ διατηρεί το δικαίωμα να αξιώσει είτε την αμοιβή που έλαβε ο υπόχρεος για τη μεσολάβηση είτε την εκχώρηση της σχετικής απαίτησης έναντι του τρίτου.

    Η έννοια της αμοιβής πρέπει να ερμηνευθεί κατά τρόπο ευρύ. Συμπεριλαμβάνεται σε αυτή κάθε περιουσιακή ωφέλεια που αποκομίζει ο υπόχρεος από την παράνομη συμπεριφορά του. Οι περιουσιακές ωφέλειες του υποχρέου είναι δυνατό να πηγάζουν είτε από συμβατική σχέση (μεταξύ αυτού και του τρίτου) είτε από οργανική σχέση. Στην τελευταία περίπτωση εμπίπτει η συμμετοχή του υποχρέου σε ΔΣ άλλης εταιρείας που επιδιώκει σκοπούς ίδιους με την βλαπτόμενη ΑΕ. Οπότε στην περίπτωση αυτή, ο υπόχρεος οφείλει να αποδώσει πέραν των τυχόν μερισμάτων, αμοιβών κ.λπ. ως μέλος του ΔΣ και κάθε άλλη ωφέλεια που αποκόμισε (λ.χ. το δικαίωμα δωρεάν διάθεσης μετοχών ή το δικαίωμα προαίρεσης απόκτησης μετοχών-stock options).

     

    Η διάρκεια για την υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού

    Κατά την πάγια θέση της νομολογίας «…Η υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού παύει να ισχύει με την καθοιονδήποτε τρόπο λήξη ή με την παύση της ιδιότητας του συμβούλου, που συμμετέχει στη διεύθυνση της ανώνυμης εταιρείας ή του διευθυντή αυτής…». Ωστόσο, όπως γίνεται δεκτό, καθίσταται δυνατή η χρονική επέκταση της υποχρέωσης και μετά την παύση της ανωτέρω ιδιότητας ή την αποχώρηση του υποχρέου από την εταιρεία, με ρητή συμβατική υποχρέωση (ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού). Η τελευταία είναι κατ` αρχήν έγκυρη (797/2010 ΑΠ). Το κύρος της ρήτρας απαγόρευσης ανταγωνισμού, ωστόσο, εξαρτάται, όπως δέχεται η νομολογία, «…από την διάρκεια της ισχύος της, την έκτασή της κατά τόπο, την επαγγελματική δραστηριότητα που απαγορεύθηκε και την αποζημίωση που δικαιούται η εταιρεία αν παραβλέψει ο υπόχρεος τη συμβατική του υποχρέωση ανταγωνιστικής δραστηριότητας…» (Ενδ. 5131/2011ΕφΑθ, 797/2010 ΑΠ).

     

    Παραγραφή

    Τέλος, το άρθρο 98§3 προβαίνει στην πρόβλεψη της παραγραφής των ανωτέρω αξιώσεων. Η παραγραφή που επιφυλάσσεται για τις αξιώσεις αυτές είναι σύντομη. Προβλέπεται, ειδικότερα, ότι οι ανωτέρω περιγραφόμενες αξιώσεις παραγράφονται μόλις ένα (1) έτος μετά την ανακοίνωσή τους σε συνεδρίαση του ΔΣ ή τη γνωστοποίησή τους στην εταιρεία. Συνεπώς, η δράση της ΑΕ για την αντιμετώπιση τέτοιων συμπεριφορών και την ικανοποίηση των ζημιών που υπέστη πρέπει είναι άμεση. Σε κάθε περίπτωση, η περιγραφή των αξιώσεων αυτών επέρχεται πέντε (5) έτη μετά την ενέργεια της απαγορευμένης πράξης.

     

    Η συμμετοχή σε Διοικητικό Συμβούλιο Ανώνυμης Εταιρείας δεν είναι χωρίς ευθύνες. Ούτε χωρίς περιορισμούς. Από τους σημαντικότερους: η απαγόρευση άσκησης ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων.

    Ενδεχόμενη παράβαση για την σχετική υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού δημιουργεί σημαντική (και συχνά δυσαπόδεικτη) ζημία της εταιρείας. Αυτονοήτως και υποχρέωση αποκατάστασής της από τον παραβάτη. Οι ποινικές ευθύνες (ενίοτε σοβαρές) δεν θα πρέπει να αποκλεισθούν.

    Η σχετική εγρήγορση κατά τη διάρκεια της λειτουργίας της εταιρείας δεν αρκεί. Απολύτως αναγκαίες καθίστανται οι σχετικές, ακριβείς και συγκεκριμένες κατά το περιεχόμενο, καταστατικές πρόνοιες.

    Περισσότερο αναγκαία όμως παρίσταται η ευλαβική συμμόρφωση των μελών του ΔΣ με τη σχετική τους υποχρέωση.

    Οι αρχές της Εταιρικής Διακυβέρνησης το επιβάλλουν.

    Ο νόμος θέτει τα αυστηρά όρια και τις επαπειλούμενες (αστικές και ποινικές) κυρώσεις.

    Εντούτοις: η παράλειψη τέτοιου είδους δράσεων σε βάρος του νομικού προσώπου θα πρέπει να βασίζεται στην ηθική και τη συνείδηση των μελών του ΔΣ.

    Αυτών ελλειπουσών τα μέλη του ΔΣ δεν μπορούν να έχουν θέση στο όργανο.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 28 Φεβρουαρίου 2021.

    υποχρέωση παράλειψης ανταγωνισμού

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος. Η Διαδικασία της Εξυγίανσης

    Ο νέος “πτωχευτικός” νόμος. Η Διαδικασία της Εξυγίανσης

    Με προηγούμενη αρθρογραφία μας, προσεγγίσαμε βασικές ενότητες του νέου «πτωχευτικού» νόμου. Εξετάσαμε τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του, την αναγκαιότητα, το ρυθμιστικό πεδίο και τη σημασία του. Προχωρήσαμε στις επιμέρους προβλέψεις του. Ξεκινήσαμε από την έγκαιρη προειδοποίηση και προχωρήσαμε στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.

    Ο βηματισμός του νομοθέτη, τον οποίο ακολουθούμε σε αυτή μας τη συγγραφική διαδρομή, μας οδηγεί στη θεματική ενότητα της προπτωχευτικής διαδικασίας της εξυγίανσης (άρθρα 31 έως 69 του ν. 4738/2020).

    Εστιάζουμε στις κυριότερες προβλέψεις της, τους βασικούς αρμούς της οποίας επιχειρούμε να αναδείξουμε.

     

    Εισαγωγικές παρατηρήσεις

    Η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αφορά τη γνωστή σε όλους μας «διαδικασία του άρθρου 99» (ν. 3588/2007). Η συγκεκριμένη διαδικασία  είχε ήδη αναμορφωθεί εκ βάθρων (με τον ν. 4446/2016 που αντικατέστησε τα άρθρα 99 έως 106στ και κατήργησε τα άρθρα 106ζ έως 106ια του ν. 3588/2007).

    Η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών παραμένει θεμελιώδης και υπό το καθεστώς του νέου νόμου (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).

    Οι αντίστοιχες ρυθμίσεις (της διαδικασίας εξυγίανσης) εκτείνονται (μόλις) στα άρθρα 99 έως 106στ ν. 3588/2007. Υπό το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο καταλαμβάνει πληθώρα άρθρων (:άρθρα 31 έως 69 ν. 4738/2020).

    Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα, αν πρόκειται για συνολική (και εκ βάθρων) αλλαγή όσων ισχύουν μέχρι σήμερα.

    Η απάντηση είναι ωστόσο αρνητική.

    Περιορισμένες είναι οι κρίσιμες αλλαγές (κάποιες από αυτές θετικές) που έλαβαν χώρα. Ο νομοθέτης επέλεξε, κατά βάση, την επαναμορφοποίηση του σχετικού κεφαλαίου στη λογική των πολλών μικρών άρθρων-έναντι λίγων και μακροσκελών. Πρόκειται για επιλογή η οποία καθιστά περισσότερο εύληπτο και εύχρηστο το κείμενο του νόμου. Με την ευκαιρία αυτή προχώρησε, κατά περίπτωση, σε προσθήκες και αναδιατυπώσεις.

     

    Σκοπός της εξυγίανσης

    Ο σκοπός της διαδικασίας εξυγίανσης παραμένει ο ίδιος: η «διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης» (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).

     

    Η μοναδική συλλογική, προπτωχευτική, διαδικασία

    Σε αντίθεση με το παρελθόν, η διαδικασία εξυγίανσης συνιστά πλέον τη μοναδική, όντως συλλογική, προπτωχευτική διαδικασία. Για τρεις, κατά βάση, λόγους:

    (α) Αφορά το σύνολο των πιστωτών

    Από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών εξαιρούνται οι μη θεσμικοί πιστωτές (βλ. άρθρο 5). Εξαιρούνται οι προμηθευτές, λ.χ., του οφειλέτη. Ως εκ τούτου δεν πρόκειται ούτε για συλλογική ούτε άλλωστε για, κατ’ ακρίβεια, ισότιμη διαδικασία: επιφυλάσσεται προνομιακή μεταχείριση στους χρηματοδοτικούς φορείς. Αντίθετα, η διαδικασία εξυγίανσης αφορά το σύνολο των πιστωτών

    (β) Αδυναμία υποβολής  νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης

    Από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, παύει η δυνατότητα υποβολής νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης βάσει των διατάξεων των άρθρων 68 έως και 77 του ν. 4307/2014 (βλ. άρθρο 265 παρ. 1 περ. γ), η οποία αποτελούσε μια προπτωχευτική λύση, με ιδιαίτερη αξία τα τελευταία χρόνια. Ο νέος νόμος αξιοποιεί μόνο τις εκκαθαριστικής υφής προβλέψεις του θεσμού της ειδικής διαχείρισης και, αποκλειστικά, στο στάδιο της πτώχευσης⸱

    (γ) Κατάργηση ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης

    Ο νέος νόμος καταργεί τον θεσμό της ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης με την υποβολή σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρα 108 επ. του ν. 3588/2007), ο οποίος διασφάλιζε μια διέξοδο έναντι της ρευστοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης. Ο νέος νόμος αναδεικνύει τη ρευστοποίηση ως μοναδικό μέσο συλλογικής ικανοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης (βλ. άρθρο 75).

    Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική δυνατότητα συλλογικής ικανοποίησης, η οποία δεν προηγείται, απλώς, χρονικά από την πτώχευση. Έχει ως σκοπό την αποτροπή της.

     

    Πεδίο εφαρμογής

    Υπό το νέο νόμο διευρύνονται τα όρια του πεδίου εφαρμογής του θεσμού της εξυγίανσης:

    (α) Όσον αφορά το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Αφορά κάθε πρόσωπο το οποίο «ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα» (και όχι «κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό με πτωχευτική ικανότητα», όπως ορίζει το άρθρο 99 παρ. 1 του ν. 3588/2007). Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα είναι δυνατό, υπό τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 32 παρ. 1, να ζητήσουν από το αρμόδιο δικαστήριο την επικύρωση της συνυποβαλλόμενης συμφωνίας εξυγίανσης (του άρθρου 34). Μην ξεχνάμε εξάλλου πως πτωχευτική ικανότητα αναγνωρίζεται πλέον σε κάθε φυσικό πρόσωπο. (Ας σημειωθεί εδώ πως η πτωχευτική ικανότητα αποσυνδέεται πλέον από την εμπορική ιδιότητα (άρθρο 76)-σε αντίθεση με το  καθεστώς του ν. 3588/2007). Εξάλλου, και η υπό ενσωμάτωση οδηγία 2019/1023 παραπέμπει σε επιχειρηματίες (βλ. άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 της οδηγίας).

    (β) Όσον αφορά το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής

    Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν δικαίωμα να προσφύγουν στη διαδικασία της εξυγίανσης. Και τούτο ακόμη και όταν δεν συντρέχει «παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης» (όπως ο προηγούμενος νόμο απαιτούσε). Αρκεί, απλώς, πιθανότητα αφερεγγυότητας, η οποία να μπορεί να αρθεί με την υπαγωγή τους σε εξυγίανση (βλ. άρθρο 32 παρ. 2).

     

    Συμφωνία εξυγίανσης και απαιτούμενη πλειοψηφία πιστωτών

    Το άρθρο 34 αποτελεί κομβικής σημασίας διάταξη του θεσμού της εξυγίανσης (βλ. σε συνδυασμό με το άρθρο 100 του ν. 3588/2007). Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 34 αναφέρεται σε δύο ενδεχόμενα:

    (α) Ο οφειλέτης συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης

    Στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαίο να συμφωνούν οι πιστωτές που εκπροσωπούν το πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο και το πενήντα τοις εκατό (50%) των λοιπών απαιτήσεων (§ 1). Υπό το καθεστώς του ν. 3588/2007 το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν στο εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το σαράντα τοις εκατό (40%) των τυχόν εμπραγμάτως ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων (άρθρο 100 παρ. 1 του ν. 3588/2007).

    (β) Ο οφειλέτης δεν συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης

    Οι πιστωτές είναι δυνατό να επιχειρήσουν επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ακόμη και όταν δεν συναινεί ο οφειλέτης. Με βάση όσα ίσχυαν υπό τον προϊσχύσαντα νόμο (ν. 3588/2007), «αναγκαστική εξυγίανση» προβλεπόταν μόνο όταν ο οφειλέτης βρισκόταν κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας σε παύση πληρωμών. Ο νέος νόμος προβλέπει τρεις επιπλέον νέες περιπτώσεις (βλ. άρθρα 34, παρ. 2 περ. β έως δ). Περισσότερο «ενδιαφέρουσα» εκείνη που  ο οφειλέτης έχει παραλείψει να υποβάλει προς καταχώριση οικονομικές καταστάσεις δυο (2) τουλάχιστον διαδοχικών διαχειριστικών χρήσεων.

     

    Επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης

    Συναφές προς το άρθρο 34 είναι το άρθρο 54, το οποίο αφορά την επικύρωση της συμφωνία εξυγίανσης.

    Στο άρθρο 54 λοιπόν εισάγεται, στο πλαίσιο μεταφοράς της οδηγίας 2019/2013, ο θεσμός της «διακατηγοριακής παράκαμψης», τον οποίο δεν συναντήσαμε στο αντίστοιχο άρθρο 106β του ν. 3588/2007.

    Είναι λοιπόν ενδεχόμενο να μη συναινούν ανέγγυοι πιστωτές. Προκειμένου να (παρα)καμφθεί τυχόν αντίδρασή τους, προβλέπεται [υπό προϋποθέσεις-εναλλακτικά προς τις προαναφερθείσες πλειοψηφίες (άρθρο 34 §1: 50% & 50%)], επικύρωση συμφωνίας που έχει εγκριθεί από πιστωτές που εκπροσωπούν περισσότερο από το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη και περισσότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων με ειδικό προνόμιο.

     

    Νομοθετικές επιλογές, πέραν της προοπτικής ενσωμάτωσης της οδηγίας 2019/1023.

    Πέρα από τις αναγκαίες βελτιώσεις και προσαρμογές με βάση τη οδηγία 2019/1023, ο νομοθέτης προχώρησε και σε ορισμένες επιπλέον επιλογές. Ενδεικτικά, οι ακόλουθες:

    Το τεκμήριο της συναίνεσης του Δημοσίου και των Δημοσίων Φορέων

    Η συναίνεση του Δημοσίου και των δημοσίων φορέων στη διαδικασία εξυγίανσης δεν είναι πάντοτε αναγκαίο να είναι ρητή. Με το άρθρο 37 παρ. 2, εισάγεται (υπό προϋποθέσεις) τεκμήριο συναίνεσής τους σε συμφωνία εξυγίανσης, ακόμα και αν δεν την υπογράφουν. Με τη διάταξη αυτή ο νομοθέτης επιδιώκει να επιλύσει το πρόβλημα που ανέκυπτε στην πράξη, το Δημόσιο και γενικά οι φορείς του δημοσίου να μην συναινούν «σχεδόν ποτέ» (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 124) .

    Η έλλειψη ευθύνης των υπαλλήλων

    Με το άρθρο 38 καθιερώνεται η απαλλαγή κάθε υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α του Ποινικού Κώδικα, που υπογράφει τη συμφωνία εξυγίανσης ή ψηφίζει θετικώς, από οποιαδήποτε ποινική, αστική ή πειθαρχική ευθύνη. Γίνεται δε ρητή παραπομπή στις προβλέψεις του άρθρου 65 §§1 & 2 ν. 4472/2017. Επισημαίνεται ωστόσο ότι όσον αφορά τα λοιπά συμπράττοντα στελέχη και δη των χρηματοδοτικών φορέων καταργούνται οι αντίστοιχες προβλέψεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 65 του ν. 4472/2017 (βλ. άρθρο 265 παρ. 2). Ύστατο και μόνο προστατευτικό των αγαθών ανάχωμα: οι περί απιστίας προβλέψεις του άρθρου 390ΠΚ (η ενεργοποίηση των οποίων προϋποθέτει υποβολή εγκλήσεως).

    Η (συνοπτική) αιτιολογία των σχετικών δικαστικών αποφάσεων

    Το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος αξιώνει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογίας στις δικαστικές αποφάσεις.

    Όμως, με το άρθρο 56 του νέου «πτωχευτικού» νόμου, εισάγεται για πρώτη φορά (όχι μόνο στο πεδίο της εξυγίανσης αλλά και γενικότερα της έννομης τάξης ενδεχομένως), η πρόβλεψη η απόφαση με την οποία επικυρώνεται η συμφωνία εξυγίανσης να περιέχει συνοπτική μόνον αιτιολογία με απλή αναφορά στο κεφάλαιο της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, από την οποία προκύπτει η συνδρομή κάθε απαιτούμενου για την επικύρωση της συμφωνίας στοιχείου (εφόσον δεν έχει ασκηθεί παρέμβασή κατά της επικύρωσης της συμφωνίας). Ήδη διαφαίνεται η δυσκολία συμβιβασμού της πρόβλεψης αυτής με το δικαίωμα τριτανακοπής κατά της επικυρωτικής απόφασης από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως (βλ. άρθρο 57).

     

    Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών και διαδικασία εξυγίανσης: Ομοιότητες και διαφορές

    Τόσο ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών όσο και η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης εντάσσονται στο δεύτερο μέρος του πρώτου βιβλίου του νέου «πτωχευτικού» νόμου, με σκοπό την πρόληψη της αφερεγγυότητας. Υπ’ αυτήν την έννοια κρίνεται σκόπιμο να καταγραφούν ορισμένες prima facie διαφορές μεταξύ των δύο θεσμών.

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, αποτελεί μια εξωδικαστική διαδικασία. Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι, αντίθετα, μια διαδικασία η οποία εκκινεί μεν εκτός δικαστηρίου, απαιτείται ωστόσο η δικαστική της επικύρωση της συμφωνίας η οποία ενδεχομένως επιτευχθεί (βλ. άρθρα 33, 54).

    Στην διαδικασία της  εξυγίανσης ενδέχεται επίσης να «συρθεί», εκών-άκων, ο οφειλέτης. Αντίθετα η οικειοθελής συμμετοχή του τελευταίου στον εξωδικαστικό μηχανισμό προϋποτίθεται ως δεδομένη (εκεί, εξάλλου, το ζητούμενο μάλλον έγκειται στην εν γένει υποστήριξη του θεσμού από τους χρηματοδοτικούς φορείς).

    Προς ευόδωση μιας διαδικασίας εξυγίανσης προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ενδιάμεση χρηματοδότηση (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 περ. θ) και μεγαλύτερα περιθώρια αναστολής των ατομικών διώξεων (βλ. άρθρα 50, 52) κ.ά.

     

    Το προϊσχύσαν δίκαιο και η αξιοποίηση των προβλέψεών του

    Η ελληνική έννομη τάξη διέθετε ήδη και πριν από τον ν. 4738/2020 επαρκές προπτωχευτικό πλαίσιο, ιδίως όσον αφορά την εξυγίανση, καθ’ ομολογίαν του νομοθέτη του (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 122, ν.4738/2020).

    Ο νομοθέτης του 4738/2020 ορθώς λοιπόν αξιοποίησε το πλαίσιο του ν. 3588/2007, το οποίο άλλωστε με τον ν. 4446/2016 είχε εναρμονιστεί με το υπό διαμόρφωση τότε νέο ενωσιακό πλαίσιο σε πολύ μεγάλο βαθμό. Επίσης, ορθά μετέφερε στην ελληνική έννομη τάξη τις τελικώς αποκρυσταλλωμένες ρυθμίσεις της οδηγίας 2019/1023, επικαιροποιώντας το ισχύον καθεστώς κατά το ελλείπον μέρος.

     

    Η εξισορρόπηση αντίθετων συμφερόντων

    Ο νομοθέτης όμως επιχείρησε και ορισμένες αλλαγές σε σχέση με τα προϊσχύοντα. Αλλαγές που προβληματίζουν τον θεωρητικό του δικαίου˙ ενδεχομένως αύριο και τον εφαρμοστή του.

    Ο νομοθέτης επιλέγει (και ορθά) ένα ευέλικτο σχήμα προκειμένου να αποτραπεί η πτώχευση, προβλέποντας εργαλεία ώστε να επιτυγχάνεται η άρση της εκάστοτε κωλυσιεργίας (λ.χ. των μετόχων κατ’ άρθρο 35 παρ. 3 και 101 του ν. 3588/2007) αλλά και του Δημοσίου ή/και αυτού ακόμη του οφειλέτη).

     

    Είναι δεδομένη και από όλους αποδεκτή η σπουδαιότητα του θεσμού της εξυγίανσης ως του μοναδικού, κατ’ ουσίαν, εργαλείου συλλογικής προληπτικής αναδιάρθρωσης. Απόκειται σε όλους μας (νομικούς της θεωρίας και της πράξης, εφαρμοστές του δικαίου αλλά και, προεχόντως, πιστωτές και οφειλέτες-κατά το μέτρο της ευθύνης του καθενός), η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση του συγκεκριμένου εργαλείου-προληπτικού και αποτρεπτικού της πτώχευσης. Επίσης: η διαρκής προσπάθεια αξιοποίησης και βελτιστοποίησής του, λ.χ. με την παροχή κινήτρων για τη χρήση του, τη διασφάλιση εγγυημένα αξιόπιστων επιχειρηματικών σχεδίων (βλ. άρθρο 43), εμπλοκή διαρκώς επιμορφούμενων εμπειρογνωμόνων (άρθρα 65 επ) κ.ο.κ.

    Στην περίπτωση μη επαρκούς αξιοποίησης του συγκεκριμένου θεσμού, ως μόνη εναλλακτική θα απομένει η πτώχευση. Απευκταίο, αυτονοήτως, για τις βιώσιμες επιχειρήσεις.

    Μην ξεχνάμε, εξάλλου, πως κάθε υγιής επιχείρηση θα βρεθεί κάποιες φορές σε πρόσκαιρες (περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές) οικονομικές δυσκολίες. Άλλες φορές τα αίτια θα αφορούν την ίδια. Άλλες θα συνδέονται με απροσδόκητα φαινόμενα-όπως η παρούσα υγειονομική και οικονομική κρίση.  Η παροχή των κατάλληλων εργαλείων για να τις υπερβούν, η διάσωση (και γιατί όχι) ο πολλαπλασιασμός των θέσεων εργασίας, είναι, το δίχως άλλο, επιβεβλημένη.

    Συνιστά ηθική και πολιτική αξίωση μιας κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης.

    Αποτελεί, κατά τούτο, καθήκον όλων μας.

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Φεβρουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Περί πανδημίας, μισθωμάτων, αξιογράφων και ενισχύσεων ο λόγος…

    Περί πανδημίας, μισθωμάτων, αξιογράφων και ενισχύσεων ο λόγος…

    Η πανδημία καλά κρατεί. Ετοιμαζόμαστε(;) για τη διαχείριση του (δυστυχώς με βεβαιότητα αναμενομένου) «τρίτου κύματος». Πλήττεται, βαρύτατα, η δημόσια υγεία. Αντίστοιχα βαρύτατο είναι και το πλήγμα που δέχεται (και) η εθνική οικονομία˙ κατ΄ αναπόδραστη συνέπεια και οι επιχειρήσεις. Ένα νέο πακέτο μέτρων αποτελεί ήδη πραγματικότητα. Αφορά τα μισθώματα των πληττομένων επιχειρήσεων, τα αξιόγραφα που έχουν εκδοθεί από αυτές καθώς και την ενίσχυσή τους με την μορφή πάγιων δαπανών. Ο ν. 4772/2021 (ΦΕΚ Α’ 17/05.02.2021) αποτελεί ήδη γεγονός. Αξίζει να εστιάσουμε στις σχετικές πρόνοιές του.

     

    Α. Ενότητα πρώτη: Μισθώματα

    Ερώτημα 1ο: Ποιες επιχειρήσεις απαλλάσσονται ολοσχερώς από την υποχρέωση καταβολής μισθώματος και για ποιους μήνες;

    Οι επιχειρήσεις (η λειτουργία των οποίων έχει ανασταλεί ή απαγορευθεί ή, έστω, πλήττονται λόγω της πανδημίας) απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής του συνολικού μισθώματος, για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021. Οι συγκεκριμένες, πληγείσες, επιχειρήσεις ορίζονται ανά κλάδο και ανά μήνα με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (άρθρο 26).

     

    Ερώτημα 2ο: Ποια η φορολογική αντιμετώπιση του (τμήματος ή του συνόλου του) μηνιαίου μισθώματος που δεν εισπράττεται;

    Όταν, λόγω της πανδημίας, υπάρχει είτε πλήρης απαλλαγή από την καταβολή του μισθώματος (βλ. ανωτέρω για Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2021) είτε μειωμένη καταβολή μισθώματος (κατά 40% από το νόμο ή κατά, τουλάχιστον, 30% ύστερα από συμφωνία εκμισθωτή-μισθωτή) το ποσό του μισθώματος που δεν εισπράττεται, δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης (άρθρο 27 §1).

     

    Ερώτημα 3ο: Επί φυσικών προσώπων-εκμισθωτών σε ποιες περιπτώσεις μειώνονται φορολογικές τους υποχρεώσεις και σε ποιες αναλαμβάνει το Δημόσιο να καταβάλει ποσοστό του μισθώματος που δεν εισέπραξαν;

    Τα φυσικά πρόσωπα-εκμισθωτές που, λόγω της πανδημίας, εισπράττουν μειωμένο μίσθωμα (κατά 40% από το νόμο ή κατά, τουλάχιστον, 30% ύστερα από συμφωνία εκμισθωτή-μισθωτή) έχουν δικαίωμα έκπτωσης ποσού 20% επί του (60%) των μισθωμάτων (έως και το μίσθωμα που αφορά στον  10/2020) πριν την ως άνω μείωση, από οφειλές προς τη φορολογική αρχή από τις 31.7.2020 και μετά (πλην εκείνων που αφορούν ρυθμίσεις ή διευκολύνσεις τμηματικής καταβολής, οφειλών υπέρ αλλοδαπού δημοσίου και από ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων). Στα συγκεκριμένα φυσικά πρόσωπα-εκμισθωτές για τον Νοέμβριο του 2020 και έπειτα θα καταβληθεί από το Δημόσιο, αντί της έκπτωσης, το 50% των μισθωμάτων των μηνών αυτών. Ειδικά όσον αφορά τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 δικαιούνται να τους καταβληθεί από το Δημόσιο, αντί της έκπτωσης, το 80% των μισθωμάτων των μηνών αυτών (άρθρο 27 §2α).

     

    Ερώτημα 4ο: Επί νομικών προσώπων-εκμισθωτών σε ποιες περιπτώσεις αναλαμβάνει το Δημόσιο να καταβάλει ποσοστό του μισθώματος που δεν εισέπραξαν;

    Στα νομικά πρόσωπα-εκμισθωτές που, λόγω της πανδημίας, δεν εισπράττουν μίσθωμα τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2021 θα καταβληθεί από το Δημόσιο το 60% των μισθωμάτων των μηνών αυτών (άρθρο 27 §2α).

     

    Ερώτημα 5ο: Κινδυνεύουν από κατασχέσεις οι καταβολές του Δημοσίου σε φυσικά και νομικά πρόσωπα-εκμισθωτές που αφορούν ποσοστά των μισθωμάτων που δεν εισπράττονται λόγω πανδημίας;

    Το ποσό που καταβάλλεται από το Δημόσιο στους εν λόγω εκμισθωτές, το οποίο αφορά ποσοστό των μισθωμάτων που δεν εισπράττονται λόγω πανδημίας, δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία εισοδήματος, δεν υπόκειται σε οποιονδήποτε φόρο, τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου (συμπεριλαμβανομένης και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης), είναι ανεκχώρητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα των τελευταίων, τα ασφαλιστικά ταμεία και τα πιστωτικά ιδρύματα (άρθρο 27 §2β).

     

    Β. Ενότητα δεύτερη: Αξιόγραφα

    Ερώτημα 6ο: Αναστέλλεται η προθεσμία εξόφλησης αξιογράφων; Ποιων επιχειρήσεων; Ποιων αξιογράφων; Για πόσο χρόνο; Με ποιες προϋποθέσεις;

    Το μέτρο αφορά: (α) τις πληγείσες επιχειρήσεις (που είτε έχουν αναστείλει τη δραστηριότητά τους είτε έχουν πληγεί δραστικά λόγω της πανδημίας-όπως προσδιορίζονται κατά ΚΑΔ με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών), οι οποίες εμφανίζουν μειωμένο κύκλο εργασιών κατά το διάστημα Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2020 κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 40% σε σχέση με τον κύκλο εργασιών του αντίστοιχου διαστήματος του έτους 2019 και (β) την αναστολή προθεσμιών λήξης, εμφάνισης και πληρωμής των αξιογράφων που οι ίδιες εξέδωσαν (από 25.1.21 έως 28.2.21) κατά 75 ημέρες από την ημερομηνία που αναγράφεται σε καθένα αξιόγραφο (άρθρο 28 §1α).

     

    Ερώτημα 7ο: Ποια η ακολουθητέα διαδικασία για την αναστολή προθεσμίας εξόφλησης αξιογράφων;

    Οποιοσδήποτε έχει δικαίωμα ή υποχρέωση από τα αξιόγραφα που προαναφέρθηκαν (Ερώτ. 6ο), δηλ.: εκδότης, αποδέκτης ή κομιστής τους, δικαιούται να διαβιβάσει τα στοιχεία των αξιογράφων στις τράπεζες μέσα σε έξι (6) εργάσιμες ημέρες από την επόμενη της συμπερίληψης των συγκεκριμένων ΚΑΔ στις πληττόμενες επιχειρήσεις ή εντός έξι (6) εργάσιμων ημερών από σχετική Υπουργική Απόφαση, μέσω ειδικής σχετικής ηλεκτρονικής εφαρμογής των πιστωτικών ιδρυμάτων του συστήματος πληρωμών ΔΙΑΣ (άρθρο 28 §1β).

     

    Ερώτημα 8ο: Τι συμβαίνει με τις «σφραγισμένες» επιταγές του Ιανουαρίου του 2021; Ποια η αντιμετώπισή τους;

    Τα αξιόγραφα που οφείλονται από πληττόμενες επιχειρήσεις (Ερώτ. 6ο), επί των οποίων έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 2η.1.2021 έως τη δημοσίευση της σχετικής Υπουργικής Απόφασης, δεν καταχωρίζονται σε (ή αν καταχωρίστηκαν διαγράφονται από) αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Αρκεί όμως να εξοφληθούν εντός 75 ημερών από τη σφράγιση ή τη λήξη τους. Για τις απαιτήσεις που απορρέουν από τα συγκεκριμένα αξιόγραφα, η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης αναστέλλονται κατά 75 ημέρες από τη σφράγιση ή τη λήξη τους (άρθρο 28 §2).

     

    Ερώτημα 9ο: Ποιους κομιστές αξιογράφων αφορά η παράταση εξόφλησης ΦΠΑ;

    Αφορά: Κομιστές αξιογράφων που δεν εντάσσονται σε πληττόμενους λόγω της πανδημίας κλάδους ούτε όμως ανήκουν σε ΚΑΔ που παρουσιάζουν σημαντική αύξηση του κύκλου των συναλλαγών τους στη διάρκεια της κρίσης από την πανδημία.

    Προϋπόθεση: Το σύνολο της αξίας των αξιογράφων που κατέχουν ως κομιστές και αναστέλλεται η εξόφλησή τους υπερβαίνει το 20% του μέσου μηνιαίου κύκλου εργασιών του προηγουμένου φορολογικού έτους.

    Παράταση προθεσμιών καταβολής μέχρι και την 31η.5.2021: (α) των βεβαιωμένων στις Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα χρεωστικών οφειλών από δηλώσεις Φ.Π.Α., οι οποίες έληξαν από 1.1.2021-31.1.2021, καθώς και (β) των προθεσμιών καταβολής Φ.Π.Α. που βεβαιώθηκαν ή θα βεβαιωθούν, με καταληκτική ημερομηνία υποβολής την 31.1.2021 και την 28.2.2021 (άρθρο 28 §3α).

     

    Ερώτημα 10ο: Ποιους κομιστές αξιογράφων αφορά η παράταση εξόφλησης των δικών τους αξιογράφων; Ποιας διάρκειας η παράταση;

    Αφορά: Κομιστές αξιογράφων που δεν εντάσσονται σε πληττόμενους λόγω της πανδημίας κλάδους ούτε όμως ανήκουν σε ΚΑΔ που παρουσιάζουν σημαντική αύξηση του κύκλου των συναλλαγών τους στη διάρκεια της κρίσης από την πανδημία.

    Προϋπόθεση: Το σύνολο της αξίας των αξιογράφων που κατέχουν ως κομιστές και αναστέλλεται η εξόφλησή τους υπερβαίνει το 50% του μέσου μηνιαίου κύκλου εργασιών του προηγουμένου φορολογικού έτους.

    Παράταση εξόφλησης των δικών τους αξιογράφων: Τα αξιόγραφα που οφείλονται από τους προαναφερθέντες κομιστές αξιογράφων, επί των οποίων έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 2.1.2021 έως 28.2.21, δεν καταχωρίζονται σε (ή αν καταχωρίστηκαν διαγράφονται από) αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Αρκεί όμως να εξοφληθούν εντός 75 ημερών από τη σφράγιση ή τη λήξη τους (άρθρο 28 §3β).

     

    Ερώτημα 11ο: Δικαιούνται ο υπόχρεος για την πληρωμή αξιογράφου και ο κομιστής του να συμφωνήσουν εξόφληση στην ημερομηνία έκδοσης/λήξης του;

    Το δικαίωμα του υπόχρεου πληρωμής αξιογράφου για την παράταση της προθεσμίας εξόφλησής του δεν τον εμποδίζει να συμφωνήσει με τον κομιστή και δικαιούχο είσπραξής του την εξόφληση στην αναγραφόμενη ημερομηνία έκδοσης/λήξης του (άρθρο 28 §4).

     

    Ερώτημα 12ο: Τι συμβαίνει με τις προθεσμίες εξόφλησης αξιογράφων που έχουν ήδη παραταθεί;

    Με διάφορα νομοθετήματα έχουν παραταθεί οι προθεσμίες εξόφλησης αξιογράφων. Οι τεθείσες προθεσμίες εξόφλησης της 30.9.20 και της 31.10.20 παρατείνονται περαιτέρω έως την 30.4.21. Μέχρι τη συγκεκριμένη ημερομηνία (30.4.21) αναστέλλονται η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης (άρθρο 28 §5).

     

    Ερώτημα 13ο: Τι συμβαίνει με τις επιταγές που «σφραγίσθηκαν» ή συναλλαγματικές που δεν πληρώθηκαν από 1.11.20 και εντεύθεν;

    Αξιόγραφα που εκδόθηκαν από επιχειρήσεις που προσδιορίζονται στην ΠΝΠ της 22.8.2020 (άρθρο 7 §3), επί των οποίων (αξιογράφων) έχει βεβαιωθεί ή πρόκειται να βεβαιωθεί αδυναμία πληρωμής από την πληρώτρια τράπεζα από την 1η Νοεμβρίου 2020 και εντεύθεν, δεν καταχωρίζονται σε αρχεία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, εάν αποδεδειγμένα εξοφληθούν έως τις 30 Απριλίου 2021. Για τις απαιτήσεις που απορρέουν από τα συγκεκριμένα αξιόγραφα, η έκδοση διαταγής πληρωμής, καθώς και η λήψη πάσης φύσεως μέτρων ή η διενέργεια πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης αναστέλλονται έως τις 30 Απριλίου 2021 (άρθρο 28 §6).

    Τα αντίστοιχα ισχύουν και για τα αξιόγραφα τα οποία καταλαμβάνονται από (νομοθετική) παράταση της προθεσμίας εξόφλησης έως την 31.12.20 (δυνάμει του άρθρο 35 του ν.4735/2020). Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται περαιτέρω έως την 30.4.21 (άρθρο 28 §7).

     

    Γ. Ενότητα τρίτη: Ενισχύσεις επιχειρήσεων με τη μορφή παγίων δαπανών

    Ερώτημα 14ο: Σε τι συνίσταται και ποιους αφορά η ενίσχυση επιχειρήσεων με τη μορφή πάγιων δαπανών;

    Σε επιχειρήσεις που επλήγησαν οικονομικά λόγω της εμφάνισης και διάδοσης του κορωνοϊού COVID-19, είναι δυνατό να χορηγείται ενίσχυση, με τη μορφή της επιδότησης παγίων δαπανών, στο πλαίσιο της στήριξης για μη καλυπτόμενες πάγιες δαπάνες επιχειρήσεων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων θα καθοριστούν οι σχετικές λεπτομέρειες (άρθρο 29).

     

    Οι επιχειρήσεις πλήττονται βαρύτατα-ταυτόχρονα με την εθνική οικονομία. Με στοχευμένες ρυθμίσεις επιχειρείται η υποβοήθησή τους στη διαχείριση μέρους, κατ’ ανάγκην, των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Δεν μοιάζει όμως αρκετή η απαλλαγή τους από τμήμα των οφειλομένων μισθωμάτων. Ούτε η χρονική μετάθεση υποχρεώσεών τους προς το Δημόσιο ή εκείνων που απορρέουν από αξιόγραφα. Εξάλλου, κι όσο αφορά τα τελευταία (αξιόγραφα) στην εξόφλησή τους προσβλέπουν οι κομιστές τους για την αντιμετώπιση των δικών τους οικονομικών θεμάτων.

    Έχουμε πολλά επενδύσει, όλοι μας, στο εμβόλιο για τη διαχείριση (και)  της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Δεν φαίνεται, επί του παρόντος τουλάχιστον, να αποδίδουν οι σχετικές «επενδύσεις». Θα πρέπει, κατά τούτο, άλλα δραστικότερα (και περισσότερο άμεσα) μέτρα να επιλεγούν και εφαρμοστούν.

    Πριν είναι αργά.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 14 Φεβρουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • ΔΣ vs AE: Η σύγκρουση των μεταξύ τους συμφερόντων

    ΔΣ vs AE: Η σύγκρουση των μεταξύ τους συμφερόντων

    Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μιας Ανώνυμης Εταιρείας εκλέγονται για να υπηρετούν και να προάγουν το εταιρικό της συμφέρον. Δεν αποκλείεται όμως το δικό τους, προσωπικό, συμφέρον να μην ευθυγραμμίζεται με το αντίστοιχο της εταιρείας. Ακόμα χειρότερα: να συγκρούεται μ΄εκείνο. Τότε μιλάμε για «σύγκρουση συμφερόντων». Πώς οριοθετείται; Με ποιον τρόπο μπορεί κανένας να τη διαχειριστεί; Πώς αντιμετωπίζεται; Ποιες είναι οι πρόνοιες του νόμου;

     

    Από τη σκοπιά της οικονομικής επιστήμης

    Στην οικονομική επιστήμη είναι γνωστό το πρόβλημα του εντολέα και του εντολοδόχου (agency problem). Ο εντολέας επιλέγει τον εντολοδόχο με σκοπό ο τελευταίος να διεξάγει υποθέσεις του πρώτου. Ο τελευταίος (:εντολοδόχος) έχει την ευθύνη των αποφάσεων που επηρεάζουν τον πλουτισμό του εντολέα. Το συγκεκριμένο πρόβλημα δημιουργείται, όταν ο εντολοδόχος ενεργεί μεν για λογαριασμό του εντολέα του, ενεργεί όμως με τρόπο που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του. Βασικός λόγος της ύπαρξης του προβλήματος αυτού συνιστά, κατά τους οικονομολόγους, η «ασυμμετρία της πληροφορίας».

    Υπάρχουν δύο κατηγορίες προβλημάτων λόγω ασυμμετρίας πληροφορίας. Πρόκειται για: (α) το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου (moral hazard) και (β) το πρόβλημα της δυσμενούς επιλογής (adverse selection). Όσον αφορά την τελευταία (:δυσμενής επιλογή) τη συναντούμε στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες ο εντολέας, λόγω ασσυμετρίας της πληροφορίας, επιλέγει ως εντολοδόχο πρόσωπο το οποίο δεν έχει τη δυνατότητα (ή τη διάθεση;) να πράξει υπέρ των συμφερόντων του (του εντολέα).

    Η σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ μέλους ΔΣ και ΑΕ, ωστόσο, συγκαταλέγεται στο πρόβλημα του ηθικού κινδύνου. Συγκεκριμένα, ο εντολοδόχος, έχει μεν τη δυνατότητα να πράξει υπέρ των συμφερόντων του εντολέα αλλά επιλέγει να ενεργεί για την επιδίωξη των δικών του, προσωπικών, συμφερόντων.

     

    Η λύση στο πρόβλημα: Εταιρική Διακυβέρνηση και Δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρείας

    Η (γενική) λύση στο πρόβλημα της σύγκρουσης συμφερόντων είναι διπλή. Η εφαρμογή των κανόνων της εταιρικής διακυβέρνησης από τη μια και η συμπόρευση με το δίκαιο της Ανώνυμης Εταιρείας από την άλλη.

    Προτάσσεται, λοιπόν, η εφαρμογή των κανόνων της εταιρικής διακυβέρνησης. Και τούτο, γιατί μέσω της ευθυγράμμισης μ’ εκείνους, καθίσταται δυνατή η διαφανής δράση των μελών του ΔΣ. Και κάτι ακόμα περισσότερο: η ελεγχόμενη διάρθρωση των εκατέρωθεν συμφερόντων.

    Ωστόσο, και ο νομοθέτης του δικαίου των Ανωνύμων Εταιρειών προβαίνει σε ειδικότερες ρυθμίσεις που αφορούν την αντιμετώπιση του προβλήματος της σύγκρουσης συμφερόντων του μέλους του ΔΣ με τα συμφέροντα της εταιρείας. Είναι γνωστό πως κάθε μέλος του ΔΣ αναλαμβάνει έναντι της ΑΕ υποχρέωση πίστης. Ειδικότερη έκφανσή της συνιστά η αποφυγή σύγκρουσης ιδίων συμφερόντων. Ο νομοθέτης έχει θεσπίσεις μηχανισμούς αντιμετώπισης τέτοιων περιπτώσεων σύγκρουσης. Για τη διαπίστωση, ωστόσο, τέτοιων περιπτώσεων, θα πρέπει να οριοθετηθούν εννοιολογικά το εταιρικό και το ίδιον συμφέρον των μελών του ΔΣ.

     

    Το εταιρικό συμφέρον

    Δεν έχει, προφανώς, νόημα στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου να περιδιαβούμε θεωρητικές περιπλανήσεις μεταξύ μονιστικής ή πλουραλιστικής θεωρίας. Ας περιοριστούμε στο, κατά τον γράφοντα-με απλά λόγια, ισχύον: Το εταιρικό συμφέρον δεν είναι παρά το συμφέρον της Ανώνυμης Εταιρείας. Μπορούμε με ασφάλεια να το ταυτίσουμε με το συμφέρον των μετόχων εκείνης-ως σύνολο.

     

    Το «ίδιον συμφέρον» των μελών ΔΣ

    Η οριοθέτηση του εταιρικού συμφέροντος μοιάζει απλή. Ποιο όμως είναι το «ίδιον συμφέρον» των μελών του ΔΣ; Ως ίδιο νοείται το άμεσο και προσωπικό (λ.χ. οικονομικό, ηθικό κλπ.) συμφέρον ενός μέλους του, που η τυχόν ικανοποίησή του παρακωλύει την εκπλήρωση του εταιρικού συμφέροντος.

    Ωστόσο, το ίδιον συμφέρον του μέλους του ΔΣ δε χρειάζεται να συνδέεται, κατ’ ανάγκη, με το ίδιο το μέλος-σε προσωπική βάση. Ενδέχεται, δηλαδή, φορέας του συμφέροντος να είναι τρίτος. Όχι, όμως, οποιοσδήποτε τρίτος. Θα πρέπει να είναι πρόσωπο με το οποίο το μέλος του ΔΣ συνδέεται με κάποιο τρόπο και είναι δυνατό, κατά τεκμήριο, να του ασκεί επιρροή. Λόγω δε ακριβώς της συγκεκριμένης σχέσης μεταξύ του μέλους ΔΣ και τρίτου, το όφελος από την ικανοποίηση του συμφέροντος του τελευταίου είναι δυνατό να καρπωθεί, εν τέλει, (έστω και έμμεσα) το μέλος του ΔΣ. Συνεπώς, προκειμένου ένα «αλλότριο» συμφέρον να θεωρηθεί ως «ίδιον» συμφέρον του μέλους του ΔΣ θα πρέπει να εξεταστεί η έννομη σχέση που το συνδέει με τον τρίτο.

    Ο νομοθέτης προβαίνει σε προσδιορισμό των σχέσεων αυτών. Προβλέπει, ειδικότερα, ως περιπτώσεις κατά τις οποίες το αλλότριο συμφέρον καταλογίζεται ως ίδιο συμφέρον του μέλους του ΔΣ. Όταν, λ.χ., επίκειται συναλλαγή της εταιρείας με πρόσωπο του στενού οικογενειακού περιβάλλοντος του μέλους του ΔΣ. Επίσης, με νομικό πρόσωπο στο οποίο ασκεί έλεγχο το μέλος του ΔΣ (άρθρο 97 §3 σε συνδυασμό με τα άρθρα 99 §2 ν. 4548/2018 και 32 ν. 4308/2015).

     

    Σύγκρουση συμφερόντων: η διαπίστωση των περιπτώσεων

    Σύγκρουση συμφερόντων, λοιπόν, υφίσταται σε εκείνες τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες η -αναγκαία για το όφελος της ΑΕ- ανεξάρτητη κρίση του μέλους του ΔΣ επηρεάζεται (ή ενδέχεται να επηρεαστεί) από την εμφιλοχώρηση ίδιου συμφέροντός του. Πρόκειται για τις περιπτώσεις που οι επιδιώξεις της ΑΕ δεν συμπλέουν (αντίθετα: αποκλίνουν) με αυτές του μέλους του ΔΣ. Ως εκ τούτου, η ικανοποίηση κάποιου από τα εκατέρωθεν συμφέροντα αποκλείει (συνολικά ή εν μέρει) την ικανοποίηση του άλλου συμφέροντος.

    Τέτοιου είδους συγκρούσεις ενδέχεται να παρουσιάζουν διάρκεια, όπως λ.χ. όταν το μέλος του ΔΣ αναπτύσσει δραστηριότητα ανταγωνιστική έναντι της ΑΕ. Μπορεί όμως και να ανακύπτουν στιγμιαία, όπως λ.χ. σε περιπτώσεις σύναψης σύμβασης πώλησης με συμβαλλόμενα μέρη την ΑΕ και το μέλος του ΔΣ της. Ωστόσο, η σύγκρουση αυτή απαιτείται να έχει ορισμένη ένταση, να είναι δηλ. «ουσιώδης».

    Στον αντίποδα βρίσκονται οι απομακρυσμένες συγκρούσεις, οι οποίες δεν χρειάζεται να μας ανησυχούν. Το γεγονός αυτό διαπιστώνει και η Αιτιολογική Έκθεση του άρθρου 97 ν. 4548/2019. Αναφέρει, συγκεκριμένα, πως μη ουσιώδεις ή απόμακρες συγκρούσεις συμφερόντων δεν δικαιολογούν την αποχή μέλους από την ψηφοφορία στο ΔΣ από τη λήψη απόφασης για το επίμαχο θέμα (που, όπως αμέσως στη συνέχεια θα δούμε, συνιστά τον δραστικότερο τρόπο αντιμετώπισης των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων).

    Κάποιες περιπτώσεις μοιάζουν περισσότερο περίπλοκες: Τι συμβαίνει όταν, λ.χ., το μέλος του ΔΣ στο οποίο εντοπίζεται η σύγκρουση συμφερόντων είναι και (μεγαλο)μέτοχος της εταιρείας; Μην ξεχνάμε επίσης πως η συντριπτική πλειονότητα (:80%) των ελληνικών επιχειρήσεων είναι οικογενειακές…

     

    Σύγκρουση συμφερόντων: η αντιμετώπιση των περιπτώσεων

    Ο νόμος 4548/2018 αντιμετωπίζει τις περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων στο άρθρο 97. Προβλέπει, ειδικότερα, τρεις βασικούς κανόνες. Συγκεκριμένα: (α) την προτεραιότητα του εταιρικού συμφέροντος, (β) την υποχρέωση αποκάλυψης της περίπτωσης σύγκρουσης συμφερόντων μέλος ΔΣ, (γ) την απαγόρευση άσκησης του δικαιώματος ψήφου μέλους ΔΣ του οποίου το ίδιο συμφέρον συγκρούεται με εκείνο της ΑΕ.

    Εκτός από τις προβλέψεις του άρθρου 97 ν. 4548/2018, ο νομοθέτης αντιμετωπίζει, επιπλέον, στα άρθρα 99-101 ν. 4548/2018 κάποιες ειδικότερες περιπτώσεις. Εκείνες που αφορούν τη σύγκρουση συμφερόντων στις περιπτώσεις των συναλλαγών των μελών του ΔΣ με την ΑΕ. Το συγκεκριμένο ζήτημα, καθότι μεγάλο και ενδιαφέρον, θα μας απασχολήσει σε επόμενη αρθρογραφία μας.

    Ας προσεγγίσουμε όμως τους βασικούς κανόνες αντιμετώπισης της σύγκρουσης συμφερόντω :

    (α) Η προτεραιότητα του εταιρικού συμφέροντος

    Όπως ήδη αναφέρηκε, τα μέλη του ΔΣ επιφορτίζονται, με την εκλογή/ορισμό τους, με την υποχρέωση πίστης. Μια υποχρέωση που πάντοτε οφείλουν να τηρούν έναντι της ΑΕ. Περιεχόμενο της αποτελεί η αποδοχή της προτεραιότητας του εταιρικού συμφέροντος. Ως εκ τούτου, οι περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ ΑΕ και μέλους του ΔΣ της, θα πρέπει να επιλύονται, πάντοτε-κατά το νομοθέτη, με βάση την προτεραιότητα του συμφέροντος της ΑΕ.

    Ο νομοθέτης, εξάλλου, είναι απολύτως σαφής: Προβλέπει ότι τα μέλη του ΔΣ (όπως και κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί από αυτό αρμοδιότητες) οφείλουν «…να μην επιδιώκουν ίδια συμφέροντα που αντιβαίνουν στα συμφέροντα της εταιρείας» (άρθρο 97 §1 περ. α΄ ν. 4548/2018).

    Ωστόσο, η ανωτέρω αρχή δεν απαγορεύει στα μέλη του ΔΣ, εκ των προτέρων και αφηρημένα, να επιδιώκουν την ικανοποίηση ατομικών τους συμφερόντων, τα οποία σχετίζονται με τα συμφέροντα της ΑΕ. Αντίθετα απαγορεύει, συγκεκριμένα, η επιδίωξη αυτή να παρακωλύει, εν όλω ή εν μέρει, την ικανοποίηση των συμφερόντων της ΑΕ. Επομένως: το μέλος του ΔΣ, σαφώς και έχει το δικαίωμα να ενεργεί υπέρ των συμφερόντων του. Δικαιούται, λ.χ., να διαπραγματεύεται το ύψος του μισθού του, στις περιπτώσεις εκείνες, κατά τις οποίες πέραν της οργανικής του θέσης, συνδέεται με την εταιρεία με σχέση εξαρτημένης εργασίας ή ανεξαρτήτων υπηρεσιών.

     

    (β) Η υποχρέωση αποκάλυψης της περίπτωσης σύγκρουσης συμφερόντων

    Ο νομοθέτης έχει θεσπίσει μια ακόμη υποχρέωση για τα μέλη του ΔΣ, με σκοπό την πρόληψη των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων που ενδέχεται να ανακύψουν. Πρόκειται για την υποχρέωση άμεσης, και με επάρκεια, αποκάλυψης στα υπόλοιπα μέλη των ιδίων συμφερόντων των μελών του ΔΣ, που είναι πιθανόν να ανακύψουν σε επικείμενες συναλλαγές της ΑΕ. Η αντίστοιχη υποχρέωση αυτή βαρύνει και κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχουν ανατεθεί αρμοδιότητες από το ΔΣ.  Η εν λόγω υποχρέωση καταλαμβάνει και την αποκάλυψη αντίστοιχων συμφερόντων συνδεόμενων μαζί τους φυσικών και νομικών προσώπων (άρθρο 97 παρ. 1 περ. β΄ ν. 4548/2018).

    Η ενημέρωση πρέπει, λοιπόν, έχει ως αποδέκτες όλα τα μέλη του ΔΣ. Δεν προβλέπεται, ωστόσο, συγκεκριμένος τύπος. Ο υπόχρεος σε ενημέρωση μπορεί να επιλέξει προφορική η γραπτή ενημέρωση. Προτιμητέα, αυτονοήτως, για λόγους απόδειξης, η γραπτή ενημέρωση (λ.χ. η καταγραφή της σε πρακτικό ΔΣ, εφόσον αυτή λάβει χώρα κατά τη διάρκεια συνεδρίασής του ή, ακόμα καλύτερα, η γραπτή ενημέρωση πριν από την έναρξη της συζήτησης του επίμαχου θέματος).

    Η ενημέρωση όμως θα πρέπει να πραγματοποιείται, σε κάθε περίπτωση, εγκαίρως. Πριν δηλ. επέλθει η κατάσταση της σύγκρουσης συμφερόντων. Παράλληλα, ως προς το περιεχόμενό της, η ενημέρωση πρέπει να είναι επαρκής˙ απλή αναφορά της ενδεχόμενης σύγκρουσης συμφερόντων δεν αρκεί. Το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου οφείλει να περιγράψει: (α) τη συναλλαγή της εταιρείας, στην οποία ενδέχεται να ανακύψει η σύγκρουση συμφερόντων και (β) τα ίδια συμφέροντά του σχετικά με αυτή.

    Με βάση τη συγκεκριμένη ενημέρωση, τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ πρέπει να είναι σε θέση να καταλήξουν σε τεκμηριωμένη άποψη για την ύπαρξη, πράγματι, περίπτωσης σύγκρουσης συμφερόντων. Επίσης, σχετικά με τους κινδύνους που δημιουργούνται για την εταιρεία.

    Σε περίπτωση που το υπόχρεο μέλος του ΔΣ παραλείψει την οφειλόμενη ενημέρωση δημιουργούνται ζητήματα ευθύνης του έναντι της εταιρείας. Εφόσον, αυτονοήτως, συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις της γέννησής της.

     

    (γ) Η απαγόρευση ψήφου

    Ο νόμος προβλέπει (άρθρο 97 §3 ν. 4548/2018) την αποστέρηση του δικαιώματος ψήφου στο μέλος ΔΣ, στο οποίο εντοπίζεται η σύγκρουση συμφερόντων. Μοιάζει ο δραστικότερος τρόπο διαχείρισης μιας τέτοιας κατάστασης. Αντιμετωπίζεται, με τον τρόπο αυτό, η ενδεχόμενη έλλειψη αντικειμενικότητας ή/και η επιρροή του στα υπόλοιπα μέλη.

    Να σημειωθεί βεβαίως πως το μέλος του ΔΣ, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις αποστέρησης του δικαιώματος ψήφου, δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τον σχηματισμό απαρτίας του ΔΣ ούτε και για το σχηματισμό της αναγκαίας για τη λήψη απόφασης πλειοψηφίας.

    Υποστηρίζεται μάλιστα, πως το μέλος του οποίου τα ίδια συμφέροντα συγκρούονται με αυτά της εταιρείας δεν αρκεί να απέχει από την ψηφοφορία˙ επιβάλλεται να απέχει και από την κρίσιμη συνεδρίαση του ΔΣ. Ενδέχεται, κατά τους υποστηρικτές της συγκεκριμένης άποψης, να ασκήσει επιρροή στα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ και να κατευθύνει τη λήψη απόφασης προς το ίδιο και όχι προς το εταιρικό συμφέρον. Ωστόσο, μια εκ των προτέρων, άκριτη, απαγόρευση συμμετοχής του δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί, το δίχως άλλο, ορθή. Μην ξεχνάμε εξάλλου πως: «Μηδενί δίκην δικάσεις, πριν αμφοίν μύθον ακούσεις». Ασφαλέστερο πάντως θα ήταν να κρίνεται κατά περίπτωση το ζήτημα της συμμετοχής (ή μη) του εν λόγω μέλους του ΔΣ στην επίμαχη συνεδρίασή του.

    Η αποστέρηση, ωστόσο, του δικαιώματος ψήφου αφορά, όπως αναφέρθηκε ήδη, μόνον περιπτώσεις που η σύγκρουση συμφερόντων αξιολογείται ως ουσιώδης. Η σχετική κρίση εναπόκειται στα μέλη του ΔΣ. Ενδεχόμενη όμως εσφαλμένη αξιολόγηση καθιστά τη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου μέλους του ΔΣ στην κρίσιμη συνεδρίαση ελλαττωματική. Η απόφαση που λαμβάνεται σε μια τέτοια συνεδρίαση δεν καθίσταται, ωστόσο, μη σύννομη (άρθρο 102 παρ. ν. 4548/2018) . Ενδιαφέρει, τελικά, η καθοριστική σημασία του ενδιαφερόμενου μέλους του ΔΣ για την επίτευξη της πλειοψηφίας καθώς και η (ενδεχόμενη) επιρροή που άσκησε στα υπόλοιπα μέλη.

    Μετά την αποστέρηση του δικαιώματος ψήφου του ενδιαφερόμενου μέλους του ΔΣ, στη λήψη απόφασης προβαίνουν τα υπόλοιπα μέλη. Αναγκαίο καθίσταται, βέβαια, να πληρούνται οι προϋποθέσεις σχηματισμού απαρτίας για τη λήψη απόφασης. Εφόσον τα εναπομένοντα μέλη του ΔΣ, για τα οποία δεν συντρέχει αδυναμία ψήφου, δεν σχηματίζουν απαρτία, οφείλουν να προβούν σε σύγκληση ΓΣ. Αποκλειστικός σκοπός τη τελευταίας θα είναι η λήψη της συγκεκριμένης απόφασης για την οποία εγείρονται ζητήματα σύγκρουσης συμφερόντων.

     

    Κυρώσεις

    Σε αστικό επίπεδο, η ενδεχόμενη παραβίαση της υποχρέωσης πίστης του μέλους του ΔΣ, με την αποφυγή της από μέρους του δήλωσης σύγκρουσης συμφερόντων, είναι δυνατό να αποτελέσει τη βάση για την αποκατάσταση της ζημίας που ενδεχομένως προξένησε στην εταιρεία. Πάντως, οι έννομες συνέπειες που ενδέχεται να επέλθουν εξαρτώνται κάθε φορά από τη μορφή που θα λάβει η παραβίαση. Τέτοιες έννομες συνέπειες λ.χ. συνιστά η ακυρότητα ψήφου μέλους ΔΣ ή πολύ περισσότερο η ακυρότητα της ειλημμένης απόφασης του ΔΣ.

    Σε ποινικό πάντως επίπεδο είναι δυνατό να συντρέχει και η περίπτωση της απιστίας (390ΠΚ). Στην περίπτωση αυτή («όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει του νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη), τιμωρείται…»). Η ποινή θα είναι φυλάκιση «τουλάχιστον τριών (3) μηνών» ή, σε βαρύτερες περιπτώσεις, «κάθειρξη μέχρι δέκα ετών».

    Με δυο λόγια: Οι κυρώσεις δεν μοιάζουν, ούτε είναι, αμελητέες…

     

    Η συμμετοχή σε κάποιο Διοικητικό Συμβούλιο Ανώνυμης Εταιρείας μπορεί συχνά να μοιάζει εύκολη (ή τυπική) υπόθεση. Κάποιες φορές μάλιστα μπορεί και να είναι. Κάποιες άλλες όμως, όχι. Ενδεχομένως μάλιστα να αποδεικνύεται και ιδιαίτερα περίπλοκη. Η σύγκρουση συμφερόντων μέλους ΔΣ ανήκει στις τελευταίες.

    Δεν είναι πάντα εύκολη η διαχείριση τέτοιων θεμάτων. Πόσο εύκολα μπορεί να διαχειριστεί κάποιος μια τέτοια κατάσταση όταν το μέλος του ΔΣ (στο πρόσωπο του οποίου εντοπίζεται το πρόβλημα) είναι και μέτοχος ή, ακόμα χειρότερα, μεγαλομέτοχος  της εταιρείας; Όταν η σύγκρουση των συμφερόντων προέρχεται από (γνωστή ή μη) ανταγωνιστική δραστηριότητα του μέλους του ΔΣ;

    Η σύγκρουση συμφερόντων λαμβάνει διάφορες μορφές.

    Ο νόμος διαχειρίζεται (και ορθά) σε γενικές, μόνον, γραμμές το θέμα. Σημαντικές αποδεικνύονται οι καταστατικές πρόνοιες. Επίσης οι πρόνοιες που άπτονται κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης.

    Η διαχείριση όμως καθεμιάς περίπτωσης δεν μπορεί να γίνει παρά στη βάση των δικών της, εξατομικευμένων, δεδομένων.

    Τότε μόνον θα αποβεί προς όφελος της εταιρείας & των μετόχων της και, γιατί όχι, του δικαίου.-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Φεβρουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος  (:Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος  (:Ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών)

    Διαπιστώσαμε ήδη σε προηγούμενη αρθρογραφία μας πως ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:ν. 4738/20) κεντρική του στόχευση έχει τη διαχείριση του σημαντικά υψηλού ιδιωτικού χρέους της χώρας μας. Εντοπίσαμε ήδη τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του νέου νόμου. Κατανοήσαμε τις ρυθμίσεις του που συναρτώνται με την προειδοποίηση αφερεγγυότητας και την έγκαιρη προειδοποίηση. Αμέσως μετά τη διαπίστωση της αφερεγγυότητας προβλέπεται, υπό προϋποθέσεις, η ενεργοποίηση του Εξωδικαστικού Μηχανισμού για Ρύθμιση Οφειλών.

    Ας δούμε το πλαίσιο λειτουργίας και τις βασικές ρυθμίσεις  που τον αφορούν.

     

    Σκοπός του Εξωδικαστικού Μηχανισμού

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός στοχεύει να συνδράμει τον οφειλέτη και επιλεγμένους πιστωτές του (:Χρηματοδοτικοί Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης). Τους παρέχει (εφόσον το επιλέξουν) ένα λειτουργικό, ηλεκτρονικό, περιβάλλον για την διαμόρφωση των εκατέρωθεν προτάσεων με σκοπό να αποφευχθεί ο κίνδυνος αφερεγγυότητας του οφειλέτη (άρθρο 5 §1).

     

    Υποχρεωτικότητα της διαδικασίας και δεσμευτικότητα των αποτελεσμάτων της

    Οι χρηματοδοτικοί φορείς (ουσιαστικά οι τράπεζες) δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν ούτε όμως και να αποδεχθούν προτάσεις στο πλαίσιο της συγκεκριμένης διαδικασίας. Αποτελέσματα όμως παράγονται τόσο ως προς το σύνολο των χρηματοδοτικών φορέων όσο και, υπό προϋποθέσεις, ως προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης,  εφόσον οι χρηματοδοτικοί φορείς που εκπροσωπούν την πλειοψηφία απαιτήσεων κατά του συγκεκριμένου οφειλέτη, αποδέχεται την αίτηση και συναινεί στη διατύπωση συγκεκριμένης πρότασης για την ρύθμιση οφειλών.

    (άρθρο 5 §2)

    Πεδίο Εφαρμογής

    Αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών δικαιούται να υποβάλλει, κατά βάση,  κάθε φυσικό και νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα (άρθρο 7§1).

    Στον συγκεκριμένο κανόνα προβλέπονται κάποιες εξαιρέσεις. Τα προαναφερθέντα φυσικά και νομικά πρόσωπα δεν δικαιούνται (άρθρο 7§2) να υποβάλλουν σχετική αίτηση εφόσον (μεταξύ άλλων):

    (α)  το 90% του συνόλου των οφειλών τους οφείλεται σε έναν χρηματοδοτικό φορέα ή, εναλλακτικά, δεν υπερβαίνει τις 10.000€

    (β)  έχουν προχωρήσει σε δικαστικές ενέργειες [λ.χ. έχουν υποβάλει αίτηση (χωρίς παραίτηση) ενώπιον Δικαστηρίου για επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ή για πτώχευση ή έχουν εκδοθεί σχετικές δικαστικές αποφάσεις] ή

    (γ)  έχουν λυθεί ή τεθεί σε εκκαθάριση (εφόσον πρόκειται για νομικά πρόσωπα) ή έχουν μεσολαβήσει ποινικές καταδίκες για συγκεκριμένα αδικήματα).

     

    Αίτηση για την υπαγωγή σε εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών

    Εκκίνηση της διαδικασίας: Αίτηση Οφειλέτη ή Πιστωτή/ών;

    Η αίτηση για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται (άρθρο 8§1) από τον οφειλέτη, ηλεκτρονικά, στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους με τη χρήση της ειδικής Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής για Ρύθμιση Οφειλών (άρθρο 29).

    Τη συγκεκριμένη διαδικασία δικαιούνται να εκκινήσουν επίσης (εκτός από τον οφειλέτη)  το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης ή οι Χρηματοδοτικοί Φορείς καλώντας τον οφειλέτη να υποβάλλει την προαναφερθείσα αίτηση. Αν ο τελευταίος δεν ανταποκριθεί η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα (άρθρο 8§2).

     

    Το περιεχόμενο της αίτησης για ρύθμιση οφειλών

    Η αίτηση του οφειλέτη για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών απαιτείται να περιλαμβάνει σειρά στοιχείων (μεταξύ άλλων): στοιχεία των πιστωτών του, κατάσταση των περιουσιακών του στοιχείων και των τυχόν βαρών τους. Επίσης τα περιουσιακά του στοιχεία τα οποία μεταβιβάστηκαν κατά την τελευταία πενταετία (άρθρο 9).

    Η συγκεκριμένη αίτηση θα πρέπει να συνοδεύεται από στοιχεία των οικείων του οφειλέτη (σύζυγος, συμβίοι, εξαρτώμενα μέλη) και των οικογενειακών εισοδημάτων (άρθρο 10§1). Εφόσον πρόκειται για οφειλέτη-νομικό πρόσωπο απαιτούνται (μεταξύ άλλων και) τα ακόλουθα στοιχεία: χρηματοικονομικές καταστάσεις, καταβληθέντα μερίσματα,  συνδεδεμένα νομικά πρόσωπα, καταβληθείσες αμοιβές σε συνδεδεμένα φυσικά πρόσωπα (άρθρο 10§2).

     

    Η αξία των ακινήτων της αίτησης

    Ως αξία των ακινήτων που συμπεριλαμβάνονται στην αίτηση θεωρείται εκείνη που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ (όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στην Ελλάδα-άρθρο 11§1) ή η εμπορική τους αξία (όσον αφορά τα ακίνητα που βρίσκονται στην αλλοδαπή-άρθρο 11§2).

     

    Η κοινοποίηση και διασταύρωση των στοιχείων της αίτησης

    Με την υποβολή (ή αποδοχή) της αίτησης από μέρους του οφειλέτη παρέχεται άδεια για κοινοποίηση στους συμμετέχοντες πιστωτές και διασταύρωση των δεδομένων της αίτησης και των συνοδευτικών της στοιχείων. Σημαντικό είναι να σημειωθεί πως με την υποβολή της αίτησης αίρεται το τραπεζικό και φορολογικό απόρρητο (άρθρο 12§1). Η υποβολή τυχόν ψευδών στοιχείων από μέρους του οφειλέτη διακόπτει την όλη διαδικασία  και τον επιβαρύνει με υψηλό επιτόκιο υπερημερίας (άρθρο 12§5).

     

    Οι συνέπειες από την υποβολή της αίτησης

    Σημαντικό να σημειωθεί πως η υποβολή της αίτησης για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών δεν αποτελεί σπουδαίο λόγο για την καταγγελία διαρκών συμβάσεων (άρθρο 13§2). Αναστέλλει όμως τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών (άρθρο 13§1).

     

    Αναστολή ποινικών διώξεων και μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης

    Είναι ενδεχόμενο η διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού να μην ευοδωθεί. Κατά τη διάρκεια της όλης διαδικασίας όμως (από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη ως το πέρας της-δηλ. την ενδεχόμενη αποδοχή ή απόρριψή της από τους πιστωτές, τη γνωστοποίηση της απόφασής τους για τη μη υποβολή πρότασης από μέρους τους ή την άπρακτη παρέλευση διμήνου από την υποβολή της), αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων. Αναστέλλεται επίσης η συνέχιση διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και η ποινική δίωξη για οφειλές προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρ. 18).

     

    Η σύμβαση αναδιάρθρωσης

    Η (τεκμαιρόμενη) συναίνεση του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης

    Οι χρηματοδοτικοί φορείς που συμμετέχουν στη διαδικασία ως πιστωτές, δικαιούνται (δεν υποχρεούνται όμως) να υποβάλλουν πρόταση ρύθμισης στον οφειλέτη. Στην περίπτωση που η (ενδεχόμενη) πρόταση των χρηματοδοτικών φορέων εξασφαλίσει: (α) τη συναίνεση του οφειλέτη, (β)  περισσότερο από το 50% απαιτήσεων των χρηματοδοτικών φορέων και (γ) των απαιτήσεων των πιστωτών εκείνων που διαθέτουν ειδικό προνόμιο (λ.χ. προσημείωση υποθήκης), συνάπτεται η σχετική σύμβαση ανάμεσα στους πιστωτές που συναινούν και τον οφειλέτη (άρθρο 14§1).

    Στην περίπτωση που υπάρχουν οφειλές προς το Δημόσιο ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, η σύμβαση μπορεί μεν να συναφθεί, τελεί όμως υπό την αίρεση της (κατά το άρθρο 21) συναίνεσής τους. Η συναίνεση των τελευταίων παρέχεται αφού τους κοινοποιηθεί η σύμβαση (άρθρο 21§2) αν (μεταξύ άλλων-άρθρο 21§2):

    (α) οι υποχρεώσεις του οφειλέτη προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης:

    δεν υπερβαίνουν το 1,5εκ.€

    δεν υπερβαίνουν (κατ’ αξία) τις απαιτήσεις των Χρηματοδοτικών Φορέων.

    (β) η σύμβαση πληροί τις προϋποθέσεις του νόμου (άρθρ. 22)

    (γ) το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος.

    Να επισημανθεί εδώ πως, στην τελευταία περίπτωση (όπου το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος):

    κανένας υπάλληλος υπέχει οποιαδήποτε αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την υπογραφή ή αποδοχή μιας τέτοιας συμφωνίας,

    δεν απαιτείται, καν, η υπογραφή της συμφωνίας από το Δημόσιο ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης-τεκμαίρεται μάλιστα η συμφωνία τους από την άπρακτη πάροδο δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από τη γνωστοποίηση της σ’ αυτούς.

    Να σημειωθεί επίσης πως υπάρχει μια περίπτωση κατά την οποία αξιολογείται ως  σύννομη η συναίνεση του Δημοσίου, ακόμα κι όταν το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο του συστήματος (ή οι απαιτήσεις του Δημοσίου υπερβαίνουν (κατ’ αξία) τις απαιτήσεις των Χρηματοδοτικών Φορέων. Προϋποτίθεται, στην περίπτωση αυτή, η παροχή της σύμφωνης γνώμης διαχειριστή αφερεγγυότητας που επιλέγεται από τους Χρηματοδοτικούς Φορείς εφόσον: (α) δεν καθίσταται χειρότερη η θέση του Δημοσίου (έναντι ενδεχόμενης πτώχευσης) και, επιπρόσθετα, (β) διασφαλίζεται η βιωσιμότητα της επιχείρησης ή, κατά περίπτωση, το αξιόχρεο του φυσικού προσώπου (άρθρο 21 §3).

     

    Ενδεχόμενο διαμεσολάβησης

    Ο οφειλέτης δικαιούται μέσα σε δέκα (10) ημερολογιακές ημέρες από τότε που θα λάβει την πρόταση των Χρηματοδοτικών Φορέων, να καταθέσει αίτημα για την υποβολή της όλης διαφοράς σε διαμεσολάβηση-εφόσον υπάρξει και η σύμφωνη γνώμη των τελευταίων.

     

    Προθεσμία για τη σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης. Διαπραγματεύσεις

    Στην περίπτωση που δεν καταστεί εφικτό να επιτευχθεί η υπογραφή συμφωνίας αναδιάρθρωσης ανάμεσα στην πλειοψηφία των πιστωτών και τον οφειλέτη μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος του τελευταίου για θέση της διαφοράς σε διαμεσολάβηση, τότε η όλη διαδικασία θεωρείται λήξασα (άρθρ. 15).

    Σε κάθε περίπτωση, η σύναψη της σύμβασης αναδιάρθρωσης μπορεί να λάβει χώρα, κατά βάση, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του οφειλέτη. Αν απορριφθεί η αίτηση από τους Χρηματοδοτικούς Φορείς ή παρέλθει άπρακτο το συγκεκριμένο δίμηνο (χωρίς τη σύναψη σύμβασης), η όλη διαδικασία (μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού) περατούται ως άκαρπη (άρθρ. 16).

    Η όλη διαδικασία της διαπραγμάτευσης λαμβάνει χώρα μέσα από την Ηλεκτρονική Πλατφόρμα (άρθρ. 17).

     

    Βασικοί περιορισμοί της σύμβασης όσον αφορά το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης

    Η σύμβαση δεν είναι δυνατό να προβλέπει περισσότερες από διακόσιες σαράντα (240) μηνιαίες δόσεις για την εξόφληση οφειλών στο Δημόσιο ή στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, περίοδο χάριτος γι’ αυτές ή μηνιαίες δόσεις μικρότερες από πενήντα (50) ευρώ. Μέχρι την εξόφληση (και υπό την προϋπόθεσή της) δεν λογίζονται τόκοι και πρόστιμα. Η διαγραφή των οφειλών αυτών προϋποθέτει ολοσχερή εξόφληση (άρθρο 21).

     

    Αποτελέσματα σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Αναστολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης και ποινικών διώξεων

    Από τη στιγμή που θα συναφθεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης δεν επιτρέπεται η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη από Χρηματοδοτικούς Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Επιπρόσθετα: αναστέλλονται αυτοδικαίως τα σε βάρος του μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση απαιτήσεως που ρυθμίσθηκε με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης για όλη τη διάρκειά της-και υπό τον όρο τήρησής της (άρθρ. 19§1 & 23).

    Στην περίπτωση που, κατά τον χρόνο επίτευξης της σύμβασης αναδιάρθρωσης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης για απαίτηση που ρυθμίστηκε, επισπευδόμενη από Χρηματοδοτικούς Φορείς, Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αυτή αναστέλλεται (άρθρ. 19§2 & 23).

    Αντίστοιχα, από τη θέση σε ισχύ της σύμβασης αναδιάρθρωσης (και υπό την προϋπόθεση της εφαρμογής της) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για χρέη προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (άρθρο 23).

     

    Εξόφληση απαιτήσεων πιστωτών. Μη απαλλαγή εγγυητών & συνοφειλετών

    Με την εξόφληση των δόσεων της σύμβασης αναδιάρθρωσης επέρχεται εξόφληση των οφειλών κάθε πιστωτή που καταλαμβάνεται από αυτήν. Εγγυητές όμως ή συνοφειλέτες εξακολουθούν να οφείλουν το υπερβάλλον. Δικαιώματα παρακράτησης κυριότητας πιστωτών δεν επηρεάζονται (άρθρο 26).

     

    Απαλλαγή από την ευθύνη υπαλλήλου κατά τις διαπραγματεύσεις σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Εκτός ακραίων περιπτώσεων (λ.χ. δωροδοκία) κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν έχει αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την αποδοχή ή αναγνώριση σύμβασης αναδιάρθρωσης ή για οποιαδήποτε σχετική με αυτή ενέργεια-εφόσον έχει λάβει χώρα στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του νόμου (άρθρο 20).

     

    Αθέτηση της σύμβασης αναδιάρθρωσης

    Στην περίπτωση καθυστέρησης συνολικά τριών, κατ’ αξία, δόσεων της σύμβασης ή 3% επί του συνολικού της οφειλής, κάθε πιστωτής που καταλαμβάνεται από τη σύμβαση μπορεί να την καταγγείλει. Στην περίπτωση αυτή αναβιώνει η αρχική απαίτησή του απομειωμένη κατά τα καταβληθέντα (άρθρο 27).

     

    Επιδότηση καταβολής δόσεων

    Είναι δυνατή η επιδότηση για την αποπληρωμή τμήματος των δανείων που εξασφαλίζονται με την κύρια κατοικία τους, για πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της αίτησης για την υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό. Κατά βάση εφόσον: (α) το ακίνητο ιδιοκτησίας του οφειλέτη είναι ενυπόθηκο, (β) χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του, (γ) το σύνολο των οφειλών του προς το Δημόσιο και του Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης υπερβαίνει τις 20.000€, (δ) το υπόλοιπο της οφειλής του από το δάνειο δεν υπερβαίνει τις 135.000€ ή, υπό προϋποθέσεις, τις 215.000€ και (ε) έχει επέλθει μείωση των οικογενειακών του εισοδημάτων (άρθρο 28).

     

    Ένα σημαντικό μέτρο για την αποτροπή της διεύρυνσης του ιδιωτικού χρέους είναι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών. Ενδιαφέρουσες οι ρυθμίσεις του, ενδιαφέρουσα και η λογική του. Εστιάζει όμως σε συγκεκριμένες κατηγορίες πιστωτών: Τους Χρηματοδοτικούς Φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Το γεγονός ότι δεν εκτείνεται στο σύνολο των πιστωτών αλλά και η έλλειψη υποχρεωτικότητας υπαγωγής στις ρυθμίσεις και ευχέρειές του είναι δυνατό να αποτελέσουν στοιχεία της επιτυχίας του. Η αποτίμηση όμως της ορθότητας των όποιων επιλογών (και του νομοθέτη) γίνεται, πάντοτε, εκ των υστέρων.

    Η έναρξη της εφαρμογής του νέου «πτωχευτικού» νόμου είχε προσδιορισθεί, αρχικά, για την 1.1.21. Οι κρατούσες χρηματοοικονομικές συνθήκες δεν ήταν οι πλέον κατάλληλες. Οι εμπλεκόμενοι (Χρηματοδοτικοί Φορείς, Δημόσιο, Ασφαλιστικοί Οργανισμοί) δεν ήταν προετοιμασμένοι. Οι προβλεπόμενες (και απολύτως) αναγκαίες για την εφαρμογή του πενήντα τρεις (53) υπουργικές αποφάσεις ήταν αδύνατο να εκδοθούν.

    Επελέγη το σύνηθες: Η αναβολή της έναρξης της εφαρμογής του.

    Όσον αφορά, ειδικότερα, τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών μετατέθηκε η έναρξη της εφαρμογής του για την 1.6.21 (:άρθρο 83 ν.4764/20-όπως εξάλλου και οι διατάξεις για την προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους).

    Ας ελπίσουμε ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω παράταση.

    Ο εξωδικαστικός μηχανισμός είναι δυνατό να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για τη διαχείριση της αφερεγγυότητας, την αντιμετώπιση του ιδιωτικού χρέους, την ανάκαμψη της οικονομίας. Επίσης για την παροχή της «δεύτερης ευκαιρίας» που οι έντιμοι, άλλωστε, δικαιούνται.

    Προσβλέποντας όμως, με βάση τα συγκεκριμένα δεδομένα, στην επιτυχία του συγκεκριμένου μηχανισμού και εγχειρήματος, αξίζει να ευχηθούμε (και υποστηρίξουμε) την επιτυχία του.

    Είναι όμως δεδομένο πως η επιτυχία του επαφίεται, σε σημαντικό βαθμό, στις τράπεζες που θα κληθούν να συμμετάσχουν και αποδεχθούν την αξιοποίησή του.

    Ας ελπίσουμε πως, στην πράξη, δεν θα την «τορπιλίσουν».-

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 31 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Η έκθεση επιτροπής Πισσαρίδη και η Τεχνητή Νοημοσύνη στην απονομή Δικαιοσύνης

    Η έκθεση επιτροπής Πισσαρίδη και η Τεχνητή Νοημοσύνη στην απονομή Δικαιοσύνης

    Ποια σχέση μπορεί να έχει, άραγε,  η έκθεση της (γνωστής) Επιτροπής Πισσαρίδη με την τεχνητή νοημοσύνη (:ΑΙ); Εκ πρώτης όψεως καμμία. Με μια προσεκτικότερη, όμως, ματιά διαπιστώνουμε πως η συγκεκριμένη έκθεση αγγίζει (και πως θα μπορούσε, άραγε, να μην το κάνει) τα προβλήματα που δημιουργούνται στη χώρα μας από την (προβληματική) απονομή της δικαιοσύνης. Είναι γνωστό όμως πως με το συγκεκριμένο θέμα ασχολείται (ήδη-αρκετά επιτυχώς μάλιστα) και η τεχνητή νοημοσύνη.

    Να λοιπόν το σημείο «συνάντησής» τους: Η βελτίωση απονομή της δικαιοσύνης!

     

    Από τη μια: Η έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη

    Τα δεδομένα που αφορούν την απονομή της δικαιοσύνης…

    Η τελική έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη (:«Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία»-14.11.20) παρουσιάζει ενδιαφέρουσες αλήθειες για την απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας. Παρουσιάζει (επίσης) ενδιαφέρουσες προτάσεις για την βελτίωσή της.

    Καταγράφει, μεταξύ άλλων, το αυτονόητο: «Η ταχύτητα και ποιότητα στην απονομή δικαιοσύνης είναι καθοριστικός παράγοντας για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας αλλά και για την παροχή ίσων ευκαιριών στους πολίτες της» (σελ. 65).

    Τα στοιχεία όμως που, αμέσως στη συνέχεια, παραθέτει για τη χώρα μας δεν μας κάνουν περήφανους. Ενδεικτικά (με στοιχεία 2017): για την τελεσιδικία (εννοεί, προφανώς, την έκδοση οριστικών) αποφάσεων σε πρώτο βαθμό στα πολιτικά και εμπορικά δικαστήρια απαιτούνται κάτι λιγότερο από 500 ημέρες (κάτι λιγότερο, δηλ., από ενάμιση έτος)-ο δεύτερος χειρότερος χρόνος στην Ευρώπη. Για τα διοικητικά: περίπου 750 ημέρες (κάτι περισσότερο από δύο έτη)-ο πέμπτος χειρότερος στην Ευρώπη.

    Η αίσθηση που έχουμε είναι σαφώς δυσμενέστερη (κι ας μη μιλήσουμε για τον δεύτερο βαθμό ή την, ενδεχόμενη, αναίρεση)… Ακόμα όμως κι αν αποδεχθούμε τα στοιχεία όπως ακριβώς παρατίθενται, οδηγούμαστε σε δυσμενείς διαπιστώσεις. Η συγκεκριμένη έκθεση παραθέτει κάποιες από αυτές.

     

    …και τα προβλήματα στην επιχειρηματικότητα

    «Εξαιτίας των καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 146η θέση παγκοσμίως ως προς την εφαρμογή των συμβάσεων σύμφωνα με την  ετήσια έρευνα Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2020.

    Ένα στοιχείο που επίσης προβληματίζει είναι ότι σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (2018), η αντίληψη των ελληνικών επιχειρήσεων περί δικαστικής ανεξαρτησίας βρίσκεται χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η εικόνα που παρουσιάζεται στους παραπάνω δείκτες οφείλεται σε αγκυλώσεις τόσο μέσα όσο και έξω από το δικαστικό σύστημα. Οι αγκυλώσεις έξω από το δικαστικό σύστημα αφορούν τη νομοθετική διαδικασία και τη δημόσια διοίκηση. Για παράδειγμα, η πολυπλοκότητα και οι επικαλύψεις μεταξύ νόμων δίνουν τροφή σε ένδικες διαφορές και επιβαρύνουν αχρείαστα το δικαστικό σύστημα…».

    Είναι (περισσότερο από) προφανές ότι τα συγκεκριμένα προβλήματα βάλλουν ευθέως κατά της επιχειρηματικότητας˙ κατά της εθνικής οικονομίας εν τέλει.

     

    Κι από την άλλη: ΑΙ στην υπηρεσία της απονομής της δικαιοσύνης

    Το επάγγελμα του δικαστή και του δικηγόρου μοιάζουν αποκομμένα από την τεχνολογία. Είναι όμως, πράγματι, έτσι;

    Ο δικηγόρος αναζητούσε, παλιότερα, τη νομοθεσία σε τόμους ασήκωτους. Αντίστοιχα και τη νομολογία σε δεκάδες νομικά περιοδικά που ένα-ένα όφειλε να ερευνήσει και μελετήσει. Αντίστοιχα κι ο δικαστής.

    Ο δικηγόρος έδινε, παλιότερα, τα χειρόγραφα για δακτυλογράφηση «στην κοπέλα απέναντι από τα δικαστήρια».

    Ακόμα όμως κι αν υπήρχε σήμερα ένας τέτοιος δικηγόρος ποιος, άραγε, θα τον εμπιστευόταν; Κι αν συναντούσαμε έναν δικηγόρο που δεν θα είχε πρόσβαση σε (διαδικτυακή) τράπεζα νομικών πληροφοριών; Θα μπορούσαμε να τον εμπιστευτούμε;

    Μοιάζουν προφανείς οι απαντήσεις.

    Άλλο τόσο προφανής θα έμοιαζε όμως και η αρνητική απάντηση στο ερώτημα: «θα εμπιστευόμουν την AI περισσότερο από έναν δικηγόρο ή έναν δικαστή»;

    Ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε αρνητικά!

    Πριν από μια διετία είκοσι κορυφαίοι (και πολύπειροι) αμερικανοί δικηγόροι-μέλη παγκόσμιων δικηγορικών εταιρειών, κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν (στο πλαίσιο μελέτης-ορόσημο) εξειδικευμένη AI της εταιρείας LawGeex. Το ζητούμενο ήταν ο εντοπισμός συγκεκριμένων ελαττωμάτων σε πέντε συμφωνίες μη αποκάλυψης πληροφοριών (:NDA) που, όπως είναι γνωστό, αποτελούν το πρώτο βήμα για τις περισσότερες εμπορικές συμφωνίες.

    Ενδιέφερε η αποτελεσματικότητα και η ταχύτητα.

    Δυστυχώς για τους δικηγόρους-ευτυχώς για την εξέλιξη, κερδισμένη βγήκε η «μηχανή». Τα αποτελέσματα εντυπωσιάζουν:

    Το LawGeex AI πέτυχε ποσοστό ακρίβειας 94% σε, μόλις, 26 δευτερόλεπτα.

    Οι δικηγόροι πέτυχαν ένα μέσο ποσοστό ακρίβειας 85% ασχολούμενοι 92 λεπτά κατά μέσο όρο…

    Δεν πρόκειται, όμως, για την πρώτη νίκη της ΑΙ στον νομικό κόσμο…

    Ένα έτος πριν τη νίκη του LawGeex AI, το σύστημα AI με την ονομασία Case Cruncher Alpha τέθηκε αντιμέτωπο με εκατό (100) δικηγόρους από τις πιο αξιόλογες Δικηγορικές Εταιρείες του Λονδίνου.

    Στους «αντιπάλους» (ΑΙ από τη μια δικηγόροι από την άλλη) δόθηκαν τα βασικά στοιχεία εκατοντάδων περιπτώσεων λανθασμένων πωλήσεων PPI (:ασφάλιση προστασίας πληρωμών). Το ζητούμενο στην περίπτωση αυτή ήταν να προβλέψουν αν ο φορέας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών χρηματοοικονομικής φύσης (:Financial Ombudsman) θα κάνει δεκτές τις εγειρόμενες αξιώσεις.

    Τα στοιχεία, και εδώ, μοιάζουν συγκλονιστικά:

    Στο σύνολο των 775 προβλέψεων που υπέβαλλαν τα διαγωνιζόμενα μέρη, το CaseCruncher σημείωσε ποσοστό επιτυχίας 86,6%.

    Το ποσοστό επιτυχίας των δικηγόρων ανήλθε στο 66,3%…

    Τόσο LawGeex AI όσο και το Case Cruncher Alpha  είναι εμπορικά προϊόντα. Κι όσο κι αν μας σοκάρει (δικηγόρους ή επιχειρηματίες) το ενδεχόμενο, δεν θα φλερτάραμε, άραγε, με την ιδέα να δοκιμάσουμε (και, γιατί όχι, αξιοποιήσουμε) τις υπηρεσίες τους;

    Και περαιτέρω: Μήπως θα έμοιαζε ασφαλέστερο για την απονομή της δικαιοσύνης να είχαν έναν τέτοιο «βοηθό» και οι δικάζοντες δικαστές; Έναν «βοηθό» ο οποίος θα τους παρείχε, σε κάποια δευτερόλεπτα, κάθε αναγκαία για κείνους πληροφορία για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης; Όχι μόνον την εφαρμοστέα νομοθεσία αλλά και τις τάσεις της νομολογίας σε εθνικό (και όχι μόνον) επίπεδο;

    Μοιάζει πράγματι επικίνδυνο να αντικαταστήσουμε τον δικηγόρο μας ή, πολύ περισσότερο, τον φυσικό δικαστή μας από την ΑΙ.

    Μήπως όμως ήρθε η ώρα να τους παράσχουμε τέτοια εργαλεία;

    Ή, επί του παρόντος, να τους προτρέψουμε να μελετήσουν και, γιατί όχι, αξιοποιήσουν;

     

    Οι προτάσεις της Επιτροπής Πισσαρίδη

    Μόνον ενδιαφέρουσες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν οι προτάσεις (μεταξύ άλλων και) για την βελτίωση της απονομής δικαιοσύνης. Ας εστιάσουμε σε δύο από αυτές (σελ. 70): (α) στο θεσμό των επίκουρων δικαστών και (β) την ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα:

    Ο θεσμός (και κλάδος) των επίκουρων

    «Για την αποτελεσματικότερη χρήση του χρόνου των δικαστών, προτείνεται η  θεσμοθέτηση ενός διακριτού κλάδου επίκουρων.

    Επίκουροι χρησιμοποιούνται σε πολλές άλλες χώρες όπως η Γαλλία (assistants de justice), το Ηνωμένο Βασίλειο (judicial assistants), και οι Ηνωμένες Πολιτείες (judicial clerks).

    Οι επίκουροι στις χώρες αυτές συνδράμουν τους δικαστές με έρευνα της νομολογίας, επιλέγονται μεταξύ των καλύτερων αποφοίτων των νομικών σχολών, και έχουν ολιγοετή θητεία μετά από την οποία μπορούν να εργαστούν στον δικαστικό ή και δικηγορικό κλάδο.  Ένας τρόπος να εφαρμοστεί ο θεσμός των επίκουρων στην Ελλάδα είναι αυτοί να είναι δικαστές σε χαμηλότερους βαθμούς που να υπηρετούν μέρος του χρόνου τους και για ολιγοετές διάστημα στη θέση του επίκουρου, αποκομίζοντας χρήσιμη  εμπειρία για τη μελλοντική τους εξέλιξη στον κλάδο».

     

    Η ψηφιοποίηση της δικαιοσύνης

    «Οι διαδικασίες ψηφιοποίησης της δικαιοσύνης θα πρέπει να συνεχιστούν με ταχείς ρυθμούς. …η επιτυχία του εγχειρήματος απαιτεί όχι μόνο την απόκτηση πληροφοριακών συστημάτων, αλλά και την οργανωτική δομή ώστε οι δυνατότητες που τα συστήματα αυτά παρέχουν να αξιοποιούνται. Ειδικότερα, η λειτουργία των πληροφοριακών συστημάτων θα πρέπει να υποστηρίζεται επαρκώς από προσωπικό με ψηφιακές δεξιότητες. Η χρήση των συστημάτων αυτών θα πρέπει να γίνει υποχρεωτική…»

     

    Το (κοντινό) μέλλον

    Θα πρέπει να θεωρήσουμε δεδομένο πως δεν θα βραδύνει η αξιοποίηση της ΑΙ (και) στη χώρα μας. Πρώτα θα τη δούμε στις δικηγορικές εταιρείες και στα δικηγορικά γραφεία. Θα τη συναντήσουμε στη συνέχεια, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, και στην απονομή της δικαιοσύνης.

    Αυτό που σήμερα συμβαίνει είναι πως το προϊόν της LawGeex AI μπορεί κάποιος (δικηγόρος/δικηγορική εταιρεία) να το αγοράσει προκειμένου να βελτιώσει τις υπηρεσίες που παρέχει στους πελάτες του ή, απλά, για να διευκολύνει το έργο του. Προφανώς θα μπορούσε κάποιος και άλλα, ανάλογα προϊόντα, να εντοπίσει και αποκτήσει.

    Αντίστοιχα, αυτό που ήδη προτείνεται από την Επιτροπή Πισσαρίδη (για την βελτίωση της απονομής της δικαιοσύνης) είναι η θεσμοθέτηση ενός (ήδη υφιστάμενου σε άλλα δικαιϊκά συστήματα) διακριτού κλάδου επίκουρων των δικαστών. Θα φαινόταν άραγε αδύνατο να φανταστούμε στη θέση των επίκουρων (ή «βοηθών» των επίκουρων) την ΑΙ; Θα τολμούσε κάποιος να απαντήσει αρνητικά;

    Κι αν βρισκόταν έστω ένας (πρεσβύτερος-το δίχως άλλο), έχω ένα ερώτημα για κείνον: Θα τολμούσε, άραγε, να σκεφτεί (πριν από τριάντα, μόλις, χρόνια) πως τους πολλούς δεκάδες τόμους της πρόσφατης νομολογίας θα ήταν δυνατό να αντικαταστήσει με χρηστικά εργαλεία διαδικτυακής τράπεζας νομικών πληροφοριών; Και πως, στην ίδια τράπεζα, θα μπορούσε εύκολα, γρήγορα και αποτελεσματικά να εντοπίσει («εν ριπή οφθαλμού»-κατά κυριολεξία)  την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία [αντί να χρειάζεται να ανατρέξει στους εκατόν έντεκα (111) τόμους του Διαρκή Κώδικα Νομοθεσίας (του γνωστού, τότε, «Ραπτάρχη»)-εφόσον ήταν ορθά, και χωρίς παραλείψεις, ενημερωμένος];

     

    Η ύφεση της εθνικής μας οικονομίας για το παρελθόν έτος είναι βαθιά˙ αναμένεται να οριστικοποιηθεί στο, διόλου ευκαταφρόνητο, 10%. Θα πρέπει, προς τούτο, συγκροτημένα να κινηθούμε προς την επίτευξη της ανατροπής της.

    Η βελτίωση της ταχύτητας και ποιότητας στην απονομή της δικαιοσύνης θα αποτελέσει (και κατά την έκθεση Πισσαρίδη) καθοριστικό παράγοντα για την οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη της χώρας μας.

    Η Τεχνητή Νοημοσύνη στην υπηρεσία της απονομής της δικαιοσύνης μπορεί σήμερα, στη σκέψη κάποιων, να φαντάζει ουτοπική. Είναι δεδομένο όμως πως αποτελεί, ήδη, πραγματικότητα. Ταχεία αναμένεται η περαιτέρω ανάπτυξή της. Θα καταστεί, με τον τρόπο αυτό, περαιτέρω χρηστικό (αλλά και προσβάσιμο) εργαλείο στα χέρια των δικηγόρων και, το δίχως άλλο, και των δικαστών.

    Ας επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να φανταστούμε τη συγκεκριμένη εποχή˙ δεν είναι, εξάλλου, μακρινή.

    Θα είναι, το δίχως καλύτερη, για τους δικηγόρους˙ για τους δικαστές˙ για τις επιχειρήσεις.

    Εν τέλει: για την οικονομία και τον άνθρωπο.-

     

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 24 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

     

     

     

  • Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:προειδοποίηση αφερεγγυότητας & έγκαιρη προειδοποίηση)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (:προειδοποίηση αφερεγγυότητας & έγκαιρη προειδοποίηση)

    Ο νέος «πτωχευτικός» νόμος (ν. 4738/20) δεν είναι, κατά τον τίτλο του, πτωχευτικός.  Ούτε όμως κατά το περιεχόμενό του ρυθμίζει, αποκλειστικά, θέματα που σχετίζονται με την πτώχευση. Επιγράφεται: «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας». Κεντρική του στόχευση αποτελεί, και ορθά, η διαχείριση του δυσθεώρητα υψηλού Ιδιωτικού Χρέους-για το οποίο και προηγούμενη αρθρογραφία μας. Τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του νέου νόμου διερευνήσαμε ήδη. Μεταξύ αυτών κι ένας θεσμός απολύτως νέος: αυτός που αφορά την έγκαιρη προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους. Ο συγκεκριμένος θεσμός είναι δυνατό να καταστεί, υπό προϋποθέσεις, χρηστικό εργαλείο για κείνους από τους οφειλέτες που διαθέτουν περιορισμένες μόνον δυνατότητες και μέσα για την κατανόηση και διαχείριση της αφερεγγυότητά τους.

    Ας επιχειρήσουμε την προσέγγιση των επιμέρους διατάξεών του.

     

    Σκοπός και εργαλεία

    Η συγκεκριμένη ενότητα διατάξεων στοχεύει στη «θέσπιση διαδικασίας πρόσβασης οφειλετών σε σαφή και διαφανή εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης, τα οποία μπορούν να εντοπίζουν περιστάσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε αφερεγγυότητα». Και τούτο προς το σκοπό της επισήμανσης στον οφειλέτη της ανάγκης άμεσης και, ιδίως, έγκαιρης αντίδρασής του (άρθρο 1 §1). Είναι γνωστό εξάλλου πως όσο περισσότερο έγκαιρη είναι η κατανόηση και η διαχείριση μιας προβληματικής κατάστασης τόσο περισσότερες είναι και οι πιθανότητες να καταστούν μη αναστρέψιμες οι συνέπειές της.

    Μεταξύ των εργαλείων έγκαιρης προειδοποίησης περιλαμβάνονται ηλεκτρονικοί μηχανισμοί ειδοποίησης του οφειλέτη. Προβλέπεται επίσης η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών από Κέντρα Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών και Επαγγελματικούς Φορείς (ενδ.: Επιμελητήρια, Επαγγελματικοί Σύλλογοι, Ινστιτούτα Θεσμικών Κοινωνικών Εταίρων)- (άρθρο 1 §2).

    Προβλέπεται επίσης η παροχή μιας πρώτης πληροφόρησης προς τους οφειλέτες, σχετικά με τα παραπάνω θέματα, από την ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Επίσης σχετικά με τις δυνατότητες, διαδικασίες, μέτρα αναδιάρθρωσης και δυνητικής απαλλαγής τους από το χρέος (άρθρο 1 §3). Είναι αλήθεια όμως πως, επί του παρόντος τουλάχιστον, η σχετική πληροφόρηση μόνον «φτωχή» θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστεί.

     

    Ηλεκτρονικός Μηχανισμός Προειδοποίησης

    Η έγκαιρη προειδοποίηση των οφειλετών (τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων) θα λαμβάνει χώρα, σε ένα πρώτο επίπεδο, μέσω ηλεκτρονικού μηχανισμού, ο οποίος θα εποπτεύεται από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Οι οφειλέτες θα κατατάσσονται, μέσω αυτού, σε τρία επίπεδα κινδύνου αφερεγγυότητας. Συγκεκριμένα: (α) χαμηλό, (β) μέτριο και (γ) υψηλό. Ο μηχανισμός αυτός θα ενεργοποιείται μόνον ύστερα από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου˙ όχι με πρωτοβουλία τρίτου ούτε και αυτόματα (άρθρο 2 §1).

    Με την αίτηση ενεργοποίησης του συγκεκριμένου ηλεκτρονικού μηχανισμού θα παρέχεται, ταυτόχρονα, άδεια από τον ενδιαφερόμενο προς την εποπτεύουσα αρχή για τη λήψη και επεξεργασία κάθε στοιχείου που αφορά το περιεχόμενο της αίτησής του. Κάθε στοιχείου, δηλ., χρήσιμου για τον προσδιορισμό του κινδύνου αφερεγγυότητας, και τη διατύπωση προτάσεων για την αντιμετώπισή του (άρθρο 2 §2).

    Όταν η διαδικασία μέσω του αυτού του μηχανισμού καταλήξει σε κατάταξη για κάποιο ενός οφειλέτη σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό, ακολουθεί το επόμενο βήμα. Διαφοροποιείται όμως (το επόμενο βήμα) ανάλογα με την ιδιότητα του οφειλέτη. Συγκεκριμένα: (α) Τα φυσικά πρόσωπα που δεν αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα και (β) Τα νομικά και τα φυσικά πρόσωπα που αποκτούν τέτοια εισοδήματα.

     

    Φυσικά πρόσωπα που δεν αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα

    Τα φυσικά πρόσωπα της συγκεκριμένης κατηγορίας, που κατατάχθηκαν σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό, αποκτούν το δικαίωμα να απευθυνθούν στο Κέντρο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών (Κ.Ε.Υ.Δ.) ή στο Γραφείο Εξυπηρέτησης Δανειοληπτών (Γ.Ε.Υ.Δ.)  όπου η μόνιμη κατοικία τους (άρθρο 3 §1). Τα συγκεκριμένα Κέντρα ή, κατά περίπτωση, Γραφεία αποκτούν πρόσβαση (ύστερα από εξουσιοδότηση του οφειλέτη) στον συγκεκριμένο ηλεκτρονικό μηχανισμό με σκοπό να του παράσχουν, χωρίς επιβάρυνσή του:

    (α) ενημέρωση για το νομικό πλαίσιο και τους όρους των συμβάσεων που έχει συνάψει αλλά και, γενικά, τις συμφωνίες ρύθμισης οφειλών˙ για τα σχετικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του,

    (β) συνδρομή για την κατανόηση του όρων ρύθμισης οφειλών που ενδεχομένως του προτείνονται (λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων του για αποπληρωμή και των αντίστοιχων για κατανόηση),

    (γ) συνδρομή στην κατάρτιση οικογενειακού προϋπολογισμού με σκοπό, ιδίως, την τήρηση ρυθμίσεων αποπληρωμής των οφειλών του,

    (δ) συμβουλευτικές υπηρεσίες σχετικά με την οικονομική διαχείριση του νοικοκυριού του.

     

    Φυσικά και νομικά πρόσωπα που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα ή ελεύθερο επάγγελμα

    Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα της συγκεκριμένης κατηγορίας τα οποία κατατάχθηκαν σε επίπεδο κινδύνου μέτριο ή υψηλό αποκτούν το δικαίωμα να απευθυνθούν στους κατά περίπτωση αρμόδιους φορείς (άρθρο 4 §1). Συγκεκριμένα στο οικείο Επαγγελματικό Επιμελητήριο ή Επαγγελματικό Σύλλογο ή Ινστιτούτο Θεσμικών Κοινωνικών Εταίρων προκειμένου να λάβουν δωρεάν συμβουλευτική (και όχι μόνον) υποστήριξη, με σκοπό να αποσοβηθεί ο υφιστάμενος κίνδυνος. Πιο συγκεκριμένα: υπηρεσίες συμβούλου επιχειρήσεων, που στοχεύουν στην επιχειρηματική υποστήριξη, καθοδήγηση, εμψύχωση και ενδυνάμωση της επιχειρηματικής σκέψης και κουλτούρας του ενδιαφερόμενου.

    Σημειώνεται πάντως πως οι υπηρεσίες που θα παρέχονται από τους προαναφερθέντες Φορείς δεν είναι δυνατό να υποκαταστήσουν (αυτονόητα-και κατά το νόμο) τις κάθε είδους τεχνοκρακτικές υπηρεσίες που έχει ανάγκη κάθε νομικό και φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αντιμετωπίζει πρόσκαιρη ή μόνιμη οικονομική δυσχέρεια. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή ο εμπλεκόμενος οφειλέτης θα έχει ανάγκη λήψης συνδρομής και υπηρεσιών από τους κατάλληλους συμβούλους, ιδίως νομικούς και επιχειρηματικούς.

    Το πρόβλημα δηλαδή του οφειλέτη θα είναι δυνατό, εκ των πραγμάτων, να αντιμετωπισθεί (συνολικά) με βάση τη συνδρομή των προαναφερθέντων Φορέων.

     

    Εξουσιοδοτικές διατάξεις

    Η έναρξη της εφαρμογής του νέου «πτωχευτικού νόμου έχει προσδιοριστεί για την 1.1.2021. Η έναρξη όμως αυτή προϋποθέτει σειρά υπουργικών αποφάσεων για την ενεργοποίηση των διατάξεων του˙ βεβαίως και όσον αφορά την προειδοποίηση αφερεγγυότητας. Ειδικά όσον αφορά την ενεργοποίηση των διατάξεων της τελευταίας είναι εκείνες που αφορούν (άρθρο 70):

    (α) τις διαδικασίες, το περιεχόμενο της αίτησης, οι προϋποθέσεις και οι τεχνικές λεπτομέρειες, οι οποίες αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας έγκαιρης προειδοποίησης οφειλετών.

    (β)  τις λεπτομέρειες της διαδικασίας του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο της λειτουργίας των Κ.Ε.Υ.Δ. και Γ.Ε.Υ.Δ.

    (γ) τις λεπτομέρειες της διαδικασίας του μηχανισμού έγκαιρης προειδοποίησης στο πλαίσιο της λειτουργίας των Επαγγελματικών Φορέων.

     

    Ο θεσμός της έγκαιρης προειδοποίηση των οφειλετών για την ενδεχόμενη αφερεγγυότητά τους είναι ένας θεσμός νέος και, το δίχως άλλο, ενδιαφέρων. Αναμένεται να παράσχει σημαντική συνδρομή σ’ εκείνους από τους οφειλέτες (φυσικά και νομικά πρόσωπα) που αντιμετωπίζουν (πρόσκαιρες ή μονιμότερες) δυσχέρειες οικονομικής φύσης.

    Η έναρξη όμως της εφαρμογής του προϋποθέτει (κατά το νόμο) σειρά υπουργικών αποφάσεων. Θα είναι, άραγε, έγκαιρη η έκδοσή τους;

    Ακόμα όμως και μετά την έκδοση των αναγκαίων υπουργικών αποφάσεων πόσο, άραγε, θα ελαφρυνθούν και βοηθηθούν οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν περισσότερο σύνθετα προβλήματα; Όταν για κάθε θέμα που τους απασχολεί θα είναι αναγκαίο να απευθυνθούν (όχι ανέξοδα) στους κατάλληλους νομικούς και επιχειρηματικούς (ιδίως) συμβούλους;

    Σε κάθε περίπτωση: Ο συγκεκριμένος θεσμός αποτελεί ένα πρώτο, αναγκαίο, βήμα. Ας ευχηθούμε για τη σύντομη ενεργοποίησή και, κυρίως, για την επιτυχία του.

    Όλοι, εξάλλου, δικαιούνται μια «δεύτερη ευκαιρία».

    Η παροχή όμως της συγκεκριμένης «δεύτερης ευκαιρίας» αποτελεί ένα, ακόμα, λιθαράκι στην προσπάθεια για την ανόρθωση της πολλαπλώς πληγείσας και πληττόμενης εθνικής οικονομίας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 17 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οικογενειακές επιχειρήσεις & διαδοχή… (η προστασία των διαδόχων μειοψηφίας & της εταιρείας)

    Οικογενειακές επιχειρήσεις & διαδοχή… (η προστασία των διαδόχων μειοψηφίας & της εταιρείας)

    Οι οικογενειακές επιχειρήσεις πολυεπίπεδα μας απασχόλησαν και μας απασχολούν. Μεταξύ άλλων: ως σημαντική παράμετρος της εθνικής οικονομίας και ως «σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες» στο πλαίσιο της διαδικασίας διαδοχής. Αποδεικνύεται εξάλλου (το θέμα της διαδοχής) κυρίαρχο στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις. Απασχολεί (και) εκείνον που ετοιμάζεται να παραδώσει, με δυσκολία πάντοτε, τη σκυτάλη στους διαδόχους του. Η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος της «αποκοπής» του από τα μετοχικά του δικαιώματα και η μεταβίβασή τους στον διάδοχο αποτέλεσαν αντικείμενο ενασχόλησης προηγούμενης αρθρογραφίας μας. Ομοίως και οι κίνδυνοι της «επόμενης μέρας» (εκείνης, δηλ., που ακολουθεί την διαδοχή) και οι τρόποι της διαχείρισής τους. Οπότε και επισημάναμε ότι μείζον θέμα αναδεικνύεται, πάντοτε, το πρόσωπο του διαδόχου-εκείνου στον οποίο θα παραδοθούν τα ηνία της επιχείρησης. Όχι σπάνια όμως θα πρέπει να αφεθούν και σε άλλους, πλην εκείνου, μειοψηφικά ποσοστά. Είναι δεδομένο πως και για κείνους (:τους διαδόχους μειοψηφίας) θα πρέπει να ληφθούν οι δέουσες πρόνοιες. Πρόνοιες που, πριν από όλα, θα αφορούν την προστασία και των δικών τους δικαιωμάτων. Στον περιορισμό, με άλλα λόγια, της «μονοκρατορίας» του πλειοψηφούντος.

    Ο δρόμος είναι ένας και μοναδικός: οι κατάλληλες καταστατικές ρυθμίσεις.

    Ας προσεγγίσουμε τις βασικότερες από αυτές-ειδικά στο πλαίσιο της ανώνυμης εταιρείας.

     

    Οι καταστατικές διασφαλίσεις των διαδόχων

    Είναι δεδομένο, όπως και εισαγωγικά υπονοήθηκε, πως ο μεταβιβάζων μέτοχος θα πρέπει να προσθέσει μια ακόμα μέριμνα στις ουκ ολίγες της διαδοχής. Οφείλει, συγκεκριμένα, να επαναπροσεγγίσει τις καταστατικές ρυθμίσεις της εταιρείας του στη βάση της πρόνοιας, κατ’ ελάχιστο, για: (α) τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας, (β) τη διαφύλαξη των ποσοστών των μετόχων και την αποτροπή «κακόβουλων» αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου, (γ) την εξίσωση των οικονομικών ωφελειών των μετόχων μέσω της (ενδεχόμενης) έκδοσης προνομιούχων μετοχών.

    Ειδικότερα:

    (α) Τα δικαιώματα της μειοψηφίας

    Η ιδιαίτερη σημασία των δικαιωμάτων της μειοψηφίας και η ασφάλεια που παρέχουν στους μειοψηφούντες μετόχους δεν θα μπορούσαν να μην μας έχουν απασχολήσει (ιδ. Η Μειοψηφία Και Τα Δικαιώματά Της Στην Ανώνυμη Εταιρεία & Τα Δικαιώματα Μειοψηφίας Στην Ανώνυμη Εταιρεία: Ο Έκτακτος Έλεγχος).

    Όπως, ήδη, επισημάναμε, ο σχετικά πρόσφατος νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες (ν. 4548/2018) αναγνωρίζει (όπως και ο προκάτοχός του άλλωστε) σειρά δικαιωμάτων στους μειοψηφούντες μετόχους. Δικαιωμάτων που συναρτώνται με το ύψος του μετοχικού κεφαλαίου που καθένας χωριστά ή περισσότεροι μαζί εκπροσωπούν. Τα δικαιώματα μειοψηφίας με ενάργεια καταγράφονται σε επιμέρους διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου (το άρθρο 141-κατά βάση αλλά και, διάσπαρτα, στις λοιπές διατάξεις του). Ξεχωριστού ενδιαφέροντος, όμως, είναι τα δικαιώματα που αναγνωρίζει ο νόμος (άρθρο 142) στους μειοψηφούντες μετόχους (εκείνους που εκπροσωπούν το 1/20 και 1/5 του μετοχικού κεφαλαίου) όσον αφορά τον έλεγχο της εταιρείας.

    Τα ποσοστά εκπροσώπησης του μετοχικού κεφαλαίου, τα οποία απαιτούνται για την άσκηση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας δεν είναι υψηλά. Είναι, ωστόσο, δυνατό να μειωθούν ακόμα περισσότερο.  Η διάταξη του άρθρου 141 §13 είναι εκείνη που προβλέπει πως: «το καταστατικό μπορεί να μειώσει, όχι όμως πέραν του μισού, τα ποσοστά του καταβεβλημένου κεφαλαίου, που απαιτούνται για την άσκηση των δικαιωμάτων, σύμφωνα με το παρόν άρθρο». Αντίστοιχη η ρύθμιση και του άρθρου 142 §3 όσον αφορά τα δικαιώματα που αντιστοιχούν στους μετόχους που εκπροσωπούν το 1/5 του μετοχικού κεφαλαίου.

    Οι προβλέψεις, ενδεχομένως και διεύρυνση, των δικαιωμάτων μειοψηφίας παρέχουν τη δυνατότητα στο μέτοχο που μεταβιβάζει για μια «προστατευμένη» διαδοχή. Μια διαδοχή με διττή στόχευση: που θα προσφέρει ασφαλή πλειοψηφία για τη διοίκηση της ανώνυμης εταιρείας και, ταυτόχρονα, επαρκώς θα διασφαλίζει τους μειοψηφούντες και τα δικαιώματά τους. Αισθητά περιορίζοντας, κατ΄επιλογή, την «ενός ανδρός αρχή» του πλειοψηφούντος διαδόχου.

     

    (β) Οι ιδιαίτερες πρόνοιες όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων αύξησης μετοχικού κεφαλαίου

    Είναι ενδεχόμενο να επιλέξει ο μεταβιβάζων να προσφέρει στον διάδοχο αυξημένη πλειοψηφία. Κάποιες φορές, μάλιστα, μεγαλύτερη από τα 2/3 του μετοχικού κεφαλαίου. Είναι, ενδεχομένως, χρήσιμος στην περίπτωση αυτή ο περιορισμός των δικαιωμάτων του (νέου) πλειοψηφούντος μετόχου. Ο λόγος; Η αποτροπή του δραστικού περιορισμού των ποσοστών και δικαιωμάτων των μειοψηφούντων μετόχων μέσω της, χωρίς την έγκρισή τους, αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης.

    Από την άλλη πλευρά, μοιάζει ενδεδειγμένη, σε κάποιες περιπτώσεις, η μεταβίβαση σε έναν από τους διαδόχους μετοχών που θα κατέληγε σε μια, αυξημένη, πλειοψηφία (μεγαλύτερη από τα 2/3) του μετοχικού κεφαλαίου. Μια τέτοια μεταβίβαση θα ενδείκνυτο, λ.χ., να λάβει χώρα στην περίπτωση που ο συγκεκριμένος διάδοχος θα ήταν και ο μόνος που θα επιθυμούσε να ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση. Στον (δοκιμασμένο αυτόν) διάδοχο θα πρέπει, πιθανότατα, να παρασχεθεί το κατάλληλο κίνητρο, ώστε: (α) ο ίδιος απερίσπαστα να κινείται για το συλλογικό συμφέρον της οικογενειακής επιχείρησης και ταυτόχρονα (β) να διαθέτει τις προϋποθέσεις για την απρόσκοπτη λήψη αποφάσεων από τη Γενική Συνέλευση.

    Ενδεχομένως, και στην περίπτωση αυτή, θα ήταν αναγκαία η προάσπιση των ποσοστών της μειοψηφίας από τυχόν διαδοχικές αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου με μονομερείς, μάλιστα, αποφάσεις του πλειοψηφούντος. Αυξήσεις που, χωρίς να είναι αναγκαίες, θα ήταν δυνατό να οδηγήσουν σε εκμηδένιση των μετοχικών ποσοστών των μειοψηφούντων. Πολύ περισσότερο όταν οι μειοψηφούντες μέτοχοι δεν διαθέτουν (ή δεν επιθυμούν να διαθέσουν) το κεφάλαιο για να συμμετάσχουν σ’ αυτές.

    Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις δημιουργούνται προβλήματα. Ως μόνη (κατά βάση) λύση παρουσιάζεται η καταστατική αύξηση της πλειοψηφίας, άνω των 2/3, για τη λήψη απόφασης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου (άρθρα 23, 117, 130 παρ. 3 και 132 παρ. 3 ν. 4548/2018).

     

    (γ) Η έκδοση προνομιούχων μετοχών

    Ένας «αιρετικός» τρόπος (οιονεί) εξίσωσης των διαφορετικών ποσοστών και μετοχικών δικαιωμάτων των διαδόχων αποτελεί και η έκδοση προνομιούχων μετοχών (άρθρο 38 ν. 4548/2018-υπό την προϋπόθεση, βέβαια, της ύπαρξης σχετικής καταστατικής ρύθμισης).

    Οι προνομιούχες μετοχές μπορούν να καταστούν χρηστικό εργαλείο στα χέρια του μεταβιβάζοντος, ώστε ο τελευταίος να διατηρήσει τις ισορροπίες μεταξύ των διαδόχων του. Ο (δυνητικός) κάτοχός τους-μειοψηφών μέτοχος θα μπορεί να προσβλέπει, λ.χ., σε απόληψη ενός σταθερού μερίσματος, χωρίς πρόσθετη αξίωση στα κέρδη και τη διοίκηση της εταιρείας. Είναι, σε κάποιες περιπτώσεις, η ενδεδειγμένη λύση: (α) για τον μειοψηφούντα μέτοχο ο οποίος θα εξασφαλίζει, με τον τρόπο αυτό, ένα μέσο βιοπορισμού και (β) για τον πλειοψηφούντα, ο οποίος θα έχει κίνητρο αύξησης του οικονομικού αποτελέσματος της οικογενειακής επιχείρησης-ωφελούμενος ο ίδιος, μόνον, την υπεραξία.

     

    Η υιοθέτηση προβλέψεων του νόμου για την Εταιρική Διακυβέρνησης

    Η ορθή διοίκηση της οικογενειακής (και όχι μόνον) επιχείρησης αποτελεί προϋπόθεση της μακροημέρευσής της. Σε μια οικογενειακή, ωστόσο, επιχείρηση, η λήψη των αποφάσεων δεν είναι πάντοτε απαλλαγμένη από υποκειμενικά στοιχεία, προσωπικά χαρακτηριστικά και συναισθηματικές φορτίσεις.

    Λύσεις στο συγκεκριμένο πρόβλημα παρέχει ο πρόσφατος νόμος για την Εταιρική Διακυβέρνηση (:ν. 4706/2020). Μολονότι δεν είναι υποχρεωτική η εφαρμογή του για τις μη εισηγμένες, κάθε εταιρεία εντούτοις ενδείκνυται να υιοθετεί ρυθμίσεις του. Έστω μερικά, έστω αποσπασματικά. Εξάλλου, κάθε ρύθμιση εταιρικής διακυβέρνησης αυξάνει την πιστοληπτική ικανότητα της επιχείρησης που αφορά και, εν τέλει, την αξία της.

    Μια από τις πρόνοιες (και) του συγκεκριμένου νόμου είναι η ύπαρξη ανεξάρτητων μη εκτελεστικών μελών στο Διοικητικό Συμβούλιο. Κατά το νόμο (άρθρο 9 παρ. 1 ν. 4706/2020), «ένα μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου θεωρείται ανεξάρτητο εφόσον κατά τον ορισμό και κατά τη διάρκεια της θητείας του δεν κατέχει άμεσα ή έμμεσα ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου μεγαλύτερο του μηδέν κόμμα πέντε τοις εκατό (0,5%) του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας και είναι απαλλαγμένο από οικονομικές, επιχειρηματικές, οικογενειακές ή άλλου είδους σχέσεις εξάρτησης, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τις αποφάσεις του και την ανεξάρτητη και αντικειμενική κρίση του.».

    Τα συγκεκριμένα μέλη επιφορτίζονται με την εποπτεία των εκτελεστικών. Από τα μέλη αυτά (ανεξάρτητα μη εκτελεστικά) αναμένεται, περισσότερο αμερόληπτη και διαυγής κρίση στη λήψη αποφάσεων. Προστασία, με άλλα λόγια, της εταιρείας και των μειοψηφούντων μετόχων.

    Η αλλαγή της κουλτούρας μας προς την κατεύθυνση των ορθών επιχειρηματικών πρακτικών, κρίνεται αναγκαία σε κάθε τύπο επιχείρησης. Αξιολογείται όμως ως εξαιρετικά χρήσιμη και στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων της διαδοχής σε οικογενειακές  επιχειρήσεις.

     

    Η επιλογή εκείνου του διαδόχου στον οποίο θα παραδοθούν «τα κλειδιά» της οικογενειακής επιχείρησης είναι ένα μόνον (κι όχι το πρώτο) βήμα στη μακρά και επίπονη διαδικασία της διαδοχής. Στον συγκεκριμένο διάδοχο είναι δεδομένο πως θα πρέπει να διασφαλιστούν οι προϋποθέσεις για την απρόσκοπτη άσκηση διοίκησης. Και των λοιπών (κατά κανόνα ασθενέστερων) μετόχων-διαδόχων μειοψηφίας όμως τα δικαιώματα είναι αναγκαίο, ταυτόχρονα, επαρκώς να διασφαλιστούν.

    Κάθε περίπτωση είναι, αναμφίβολα, ξεχωριστή. Με τις δικές της ιδιαιτερότητες.

    Τα κατάλληλα εργαλεία δεν λείπουν.

    Εύκολα μπορούν να αναζητηθούν στις ρυθμίσεις του νόμου για την Εταιρική Διακυβέρνηση. Επίσης σ’ εκείνον για τις ανώνυμες εταιρείες-όταν τέτοια είναι η οικογενειακή επιχείρηση. Αξίζει κανένας να ξεκινήσει από τα δικαιώματα μειοψηφίας και το καταστατικό της.

    Αξίζει να σκύψουμε, με περισσή προσοχή, στο σύνολο των παραμέτρων της διαδοχής. Και στις λεπτομέρειές της.

    Ένα είναι βέβαιο: Το αποτέλεσμα δεν θα μας απογοητεύσει…

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 10 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Ο νέος πτωχευτικός νόμος: Αναγκαιότητα. Ρυθμιστικό Πεδίο. Σημασία

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος: Αναγκαιότητα. Ρυθμιστικό Πεδίο. Σημασία

    Βιώσαμε μια μακρά οικονομική κρίση. Διαπιστώσαμε ήδη, από την άνοιξη ακόμα, πως έχουμε εισέλθει σε μια νέα ελπίζουμε όχι βαθύτερη. Αντιληφθήκαμε (και οι εξ ημών μη οικονομολόγοι) πως το  υψηλό δημόσιο χρέος δημιουργεί σοβαρά προβλήματα όχι μόνον στην οικονομία αλλά και την καθημερινότητα του καθενός από εμάς. Αντιληφθήκαμε επίσης πως (εξίσου  και)  το ιδιωτικό χρέος αποτελεί εστία δικαιολογημένης ανησυχίας από την άποψη της μακρο-οικονομικής σταθερότητας. Η Πολιτεία εκλαμβάνει, και ορθά, το ιδιωτικό χρέος ως ισοδύναμα ικανό για την ανατροπή του οικονομικού της σχεδιασμού. Υποχρεούται λοιπόν αποτελεσματικά να το διαχειριστεί και επιτυχώς αντιμετωπίσει. Ο νέος πτωχευτικός νόμος (όπως και κάθε προγενέστερο αυτού συναφές νομοθέτημα) κινείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Διατρέξαμε ήδη τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του. Υπήρξε όμως αναγκαία, στην παρούσα φάση, η θέση του σε εφαρμογή; Για ποιο λόγο το συγκεκριμένο νομοθέτημα είναι τόσο σημαντικό; Γιατί αφορά, εν τέλει, όλους μας ανεξαιρέτως; Έρχεται στον κατάλληλο χρόνο;

    Ας επιχειρήσουμε κάποιες πρώτες απαντήσεις στα σημαντικά αυτά ερωτήματα.

     

    Το συνολικό Ιδιωτικό Χρέος στην Ελλάδα και η αναγκαιότητα να τιθασευτεί

    Τα αίτια του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα είναι πολυποίκιλα. Άλλα οφείλονται σε επιλογές μας (σε ατομικό, οικογενειακό κι επιχειρηματικό επίπεδο) άλλα σε κυβερνητικές/πολιτικές επιλογές κι άλλα σε εξωγενείς παράγοντες.

    Ανεξάρτητα πάντως από τα αίτια, ένα είναι βέβαιο: το πρόβλημα του Ιδιωτικού Χρέους είχε λάβει, ήδη-από μακρού χρόνου, εκρηκτικές κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις. Η σε εξέλιξη ακόμα πανδημία (και οι δραματικές της συνέπειες) περαιτέρω το διόγκωσε. Καθώς είναι σε εξέλιξη ακόμα το φαινόμενο, δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε, με ασφάλεια, το μέγεθος της ύφεσης. Πολύ περισσότερο που διεθνείς, ευρωπαϊκοί και εθνικοί Οργανισμοί κάνουν προβλέψεις οι οποίες, συχνά, επαναξιολογούνται.

    Αυτό όμως που είμαστε σε θέση να λάβουμε υπόψη μας είναι τα παρόντα δεδομένα: Με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος και, πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με παρέμβαση του Υποδιοικητή της ΤτΕ κ. Μητράκου της 20.10.20, το σύνολο του ιδιωτικού χρέους της χώρας (ιδιώτες και επιχειρήσεις) ανέρχεται σε €315 δισ. ή στο 184% του ΑΕΠ της χώρας. Αναλυτικότερα:

    (α) Σε €147,7 δισ. ανέρχεται το υπόλοιπο της συνολικής χρηματοδότησης (δάνεια, εταιρικά ομόλογα, τιτλοποιημένα δάνεια με διαχειριστές πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδότηση από ΤτΕ) του ιδιωτικού τομέα της εγχώριας οικονομίας (σε επιπλέον €45,2 δισ. ανέρχεται η χρηματοδότηση της Γενικής Κυβέρνησης). Πιο συγκεκριμένα:

    (αα) €73,8 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς επιχειρήσεις (εκ των οποίων: €67,6 δισ. προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και €6,2 δισ. προς ασφαλιστικές  επιχειρήσεις)

    (αβ) €65,3 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς νοικοκυριά (€49,6 δισ. στεγαστικά δάνεια και 15,1 δισ. καταναλωτικά δάνεια)

    (αβ) €8,6 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις.

    (β) Σε €106 δισ. € το χρέος των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές

    (γ) Σε €36 δισ. το χρέος των ιδιωτών προς τα ασφαλιστικά ταμεία

    (δ) Σε €30 δισ. τα δάνεια που έχουν πουληθεί από τις εμπορικές τράπεζες και βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος

    Η τιθάσευση του δραματικά υψηλού ιδιωτικού χρέους αυτού υπήρξε (και παραμένει) εθνική ανάγκη: πίσω από τα νούμερα αυτά βρίσκονται άνθρωποι-όλοι εμείς. Αυτονοήτως και η χώρα.

    Οι προσπάθειες και καλές προθέσεις δεν έλειψαν σε πολιτικό επίπεδο. Αποδείχθηκαν όμως, εκ του αποτελέσματος, ατελέσφορες. Η αναγκαιότητα της δραστικής διαχείρισής του περισσότερο από προφανής. Μας έλειπαν, άραγε, οι νόμοι;

     

    Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο

    Το μέχρι την 31.12.20 θεσμικό πλαίσιο αποτελεί προϊόν πολλαπλών νομοθετικών παρεμβάσεων.

    Ο υφιστάμενος από το 2007 ελληνικός πτωχευτικός κώδικας έχει υποστεί αλλεπάλληλες τροποποιήσεις τα τελευταία χρόνια: εννέα τροποποιήσεις (εκτός της απολύτως πρόσφατης-Οκτ. 2020) τα τελευταία δέκα τρία χρόνια.

    Κατά την τελευταία, μόλις, πενταετία αναθεωρήθηκε (με την τεχνική έννοια του όρου) έξι φορές: ν. 4336/2015 (Α΄ 94), ν. 4446/2016 (Α΄240), ν. 4472/2017 (Α΄ 74), ν. 4491/2017 (Α΄ 153), ν. 4512/2018 (Α΄ 5), ν. 4549/2018 (Α΄ 105). Συναφή ζητήματα εντάχθηκαν στο ρυθμιστικό πεδίο, μεταξύ άλλων, του ν. 4469/2017 (Α΄ 62), του ν. 4605/2019 (Α΄ 52). Επίσης με τις πολλαπλές τροποποιήσεις του ν. 3869/2010, όπως και στο ν. 4307/2014. Συνολικά: ων ο αριθμός ουκ έστιν…

    Σημαντικό βέβαια να επισημανθεί πως οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις (:της τελευταίας πενταετίας) έλαβαν χώρα στο πλαίσιο προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής ή σταθερότητας. Το δεδομένο αυτό είναι δηλωτικό της σημασίας που αποδίδεται στο πτωχευτικό δίκαιο σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Βεβαίως και για την τρέχουσα-την σε σημαντικό βαθμό οφειλόμενη στη αντίστοιχη υγειονομική.

    Το ίδιο δεδομένο όμως υποδηλώνει και κάτι ακόμα: το σύνολο των ρυθμίσεων που καταργεί ο συγκεκριμένος νόμος ακολουθούσε τα ισχύοντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ελάμβανε υπόψη του τις βέλτιστες, διεθνείς, πρακτικές.

    Όφειλε πάντως και κατά το ελλείπον [:πρόνοιες Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1023] να προσαρμοστεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.

     

    Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023

    Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20.6.2019 (που λειτουργεί συμπληρωματικά με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/848  της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας) υπήρξε η αφορμή για το νέο «πτωχευτικό» νόμο.

    Bάση για την έκδοσή της αποτέλεσε, μεταξύ άλλων (:αιτιολ. σκέψη 7η), η προσπάθεια για άρση της αβεβαιότητας σχετικά με τους κανόνες περί αφερεγγυότητας στα επιμέρους κράτη- μέλη. Επίσης, η προσπάθεια για σύντμηση χρονοβόρων και απλοποίησης πολύπλοκων διαδικασιών που αποτελούν βασικό αντικίνητρο επενδύσεων ή/και αποφυγής επιχειρηματικών σχέσεων σε άλλο κράτος μέλλον. Κι η προσπάθεια, εν τέλει, της άρσης τέτοιων στοιχείων που υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    Αξιολογήθηκε επίσης (:αιτιολ. σκέψη 11η) πως ακόμα και αμιγώς εθνικού χαρακτήρα περιπτώσεις αφερεγγυότητας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω του λεγόμενου φαινομένου του ντόμινο. Και τούτο γιατί η αφερεγγυότητα ενός οφειλέτη μπορεί να προκαλέσει (και πράγματι προκαλεί) αλυσιδωτές περιπτώσεις αφερεγγυότητας.

    Στόχος της υπήρξε:

    (α) Όσον αφορά τις βιώσιμες επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες: να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικά εθνικά πλαίσια προληπτικής αναδιάρθρωσης, τα οποία θα τους επιτρέψουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους,

    (β) Όσον αφορά τους έντιμους (αφερέγγυους ή υπερχρεωμένους) επιχειρηματίες: να μπορούν να απαλλάσσονται πλήρως από τα χρέη τους μετά από εύλογο διάστημα, ώστε να απολαμβάνουν μια δεύτερη ευκαιρία και

    (γ) Η βελτίωση της αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αναδιάρθρωσης και αφερεγγυότητας, η ταχύτερη ολοκλήρωσή τους αλλά και η ταχύτερη επάνοδος των επιχειρήσεων σε παραγωγική λειτουργία.

    Η συγκεκριμένη οδηγία κινείται σε δύο βασικούς άξονες:

    Οι βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να βοηθούνται στη συνέχιση της λειτουργίας τους (υπό την προϋπόθεση πως οι οικονομικές δυσκολίες που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν δεν ακυρώνουν τη βιωσιμότητά τους). Η εν λόγω βοήθεια θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μέσα από αποτελεσματικά εργαλεία προληπτικής αναδιάρθρωσης, στα οποία θα πρέπει να έχουν πρόσβαση το ταχύτερο δυνατό.

    Οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να εισέρχονται το ταχύτερο στο στάδιο της εκκαθάρισης για την αποφυγή συσσώρευσης ζημιών. Για τους έντιμους επιχειρηματίες/οφειλέτες οι οποίοι απέτυχαν σε κάποια επιχειρηματική τους δράση θα πρέπει  να διασφαλίζεται η δυνατότητα μιας (νέας) αρχής ώστε, πιο έμπειροι πλέον, να μπορούν να δραστηριοποιηθούν, ξανά, στον επιχειρηματικό στίβο.

    Αξίζει κανείς να επισημάνει επίσης πως το πνεύμα από το οποίο εμφορείται ο ενωσιακός νομοθέτης είναι πνεύμα ισόρροπης διαφύλαξης των συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων: ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας, εργαζόμενοι, τρίτοι συναλλασσόμενοι, χρηματοπιστωτικό σύστημα, εθνική οικονομία, ενωσιακή αγορά.

    Πρόληψη λοιπόν της αφερεγγυότητας με εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης και πρώιμης αποτελεσματικής αναδιάρθρωσης από τη μια, ταχεία εκκαθάριση αλλά και γρήγορη επάνοδο στην επιχειρηματική ζωή και πραγματική οικονομία από την άλλη.

     

    Η αναγκαιότητα(;) της ψήφισης του νέου νομοθετήματος

    Είναι δεδομένο πως η νομοθετική πολυδιάσπαση και πολυνομία δεν είναι ωφέλιμες. Επίσης δεδομένο είναι πως δεν αποδεικνύεται καθόλου χρήσιμη ή δόκιμη η αντιμετώπιση συναφών θεμάτων από περισσότερα του ενός νομοθετήματα.

    Επίσης δεδομένο είναι πως η συγκέντρωση των επιμέρους νομικών θεμάτων και λογικών ενοτήτων στο νέο πτωχευτικό νόμο θα αποδειχθεί, το δίχως άλλο, ωφέλιμη. Η αναγκαιότητα όμως της ψήφισης του νέου νομοθετήματος ήδη συζητείται. Και από την επιστημονική κοινότητα.

    Ευκταίο πάντως θα ήταν (για ένα τόσο σημαντικό νομοθέτημα) να διέλθει (υπό το φως του ήλιου) από τη βάσανο μιας εγνωσμένου κύρους νομοπαρασκευαστικής επιτροπής (χωρίς όμως καθόλου να υποτιμάται η επιστημοσύνη των συντακτών του). Ευκταίο θα ήταν να διέλθει το (τελικό του) κείμενο από τη διαδικασία της διαβούλευσης. Ευκταία επίσης και η ολιστική προσέγγιση του όλου θέματος και επιμέρους ρυθμίσεων. Δεν συνέβη.

    Κι ακόμα περισσότερο: Η πληθώρα των εξουσιοδοτικών διατάξεων του παραπέμπει, δυστυχώς, στην ελλιπή επεξεργασία του συγκεκριμένου νομοθετήματος. Δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την «ετοιμότητα» του νόμου να τεθεί σε άμεση εφαρμογή. Και, περαιτέρω, εγείρει ζήτημα πληρότητας του νόμου και συμβιβασμού με τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης» (Α΄34)

    Συμπερασματικά: Εξαιρετική η επιλογή της συνολικής και ολιστικής προσέγγισης των επιμέρους θεμάτων που ο νέος πτωχευτικός νόμος πραγματεύεται. Ευκταίο όμως θα ήταν να ακολουθηθεί η πορεία της Καλής Νομοθέτησης που η αναμόρφωση τέτοιας σοβαρότητας νομοθετημάτων και κωδίκων επιβάλλει.

     

    Ποιους και τι αφορά ο νέος Πτωχευτικός Νόμος;

    Εισαγωγικά να θυμηθούμε πως ο συγκεκριμένος νόμος φέρει τον τίτλο «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας».

    Θα μπορούσαμε να πούμε, με μη αμιγώς νομικούς όρους, πως χωρίζεται σε πέντε μεγάλες ενότητες:

    (α) την Προειδοποίηση της Αφερεγγυότητας & την Έγκαιρη Προειδοποίηση-(άρθρα 1 έως 4)

    (β) τις Διαδικασίες Πρόληψης της Αφερεγγυότητας (:Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών και Προπτωχευτική Διαδικασία Εξυγίανσης)-(άρθρα 5 έως 74) και

    (γ) την Πτώχευση (άρθρα 75 έως 211)

    (δ) τους Ευάλωτους Οφειλέτες (άρθρα 212 έως 224) και τέλος

    (ε) τους Διαχειριστές Αφερεγγυόητας (άρθρα 225 έως 259)

    Από την απαρίθμηση και μόνον των  συγκεκριμένων ενοτήτων ένα ασφαλές συμπέρασμα εξάγεται:

    Αφορά όλους εκείνους (νομικά και φυσικά πρόσωπα-έχοντα ή μη την εμπορική ιδιότητα, νοικοκυριά κι επιχειρήσεις-ανεξαρτήτως μεγέθους) που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες-ακόμα και ρευστότητας.

    Δεν αφορά όμως αυτούς μόνον!

    Αφορά και κάθε υγιή επιχείρηση και επιχειρηματία που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα οικονομικής φύσεως. Και τούτο γιατί κάποιος/κάποιοι (ίσως αρκετοί-ίσως πολλοί) από εκείνους με τους οποίους συναλλάσσονται θα ενταχθούν στο ρυθμιστικό πεδίο του συγκεκριμένου νόμου.

    Αφορά επίσης τους επενδυτές που θα θελήσουν να επενδύσουν στη χώρα.

    Αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα οικονομικά τους.

    Αφορά, εν τέλει, τη χώρα και τον καθένα από εμάς.

     

    Οι συνθήκες της σύνταξης και η «βιάση» στην έναρξη της εφαρμογής του νέου πτωχευτικού νόμου

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος δεν είναι «ένας ακόμα νόμος».

    Είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό νομοθέτημα με πολυεπίπεδες συνέπειες στο σύνολο της οικονομικής ζωής του τόπου. Βεβαίως και στην εθνική οικονομία.

    Αξιοποιώντας οι συντάκτες του το πρόσχημα της ευθυγράμμισης με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 προέβησαν σε συνολική επαναπροσέγγιση απολύτως πρόσφατων (και εκσυγχρονισμένων μάλιστα) ρυθμίσεων. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα πως η εν λόγω (συνολική) επαναπροσέγγιση έλαβε χώρα ανάμεσα στο στάδιο της διαβούλευσης του νομοσχεδίου (ενός διαφορετικού νομοσχεδίου) και της κατάθεσής του για ψήφιση. Δημιουργεί απορίες ο χρόνος της έναρξης της ισχύος ενός τόσο σημαντικού νομοθετήματος. Ας θυμηθούμε το νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (:ν. 4548/18). Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 13.6.18 και η έναρξη της ισχύος του ορίστηκε την πρώτη του επομένου έτους (:1.1.2019).

    Προς τι άραγε η σχετική βιάση για το νέο πτωχευτικό νόμο;

    Έχει διατυπωθεί η εύλογη πρόταση για παράταση του χρόνου έναρξης εφαρμογής του για το νέο δικαστικό έτος. Μεταξύ άλλων γιατί σημαντικό μέρος της μεταρρύθμισης επωμίζεται πλέον το Ειρηνοδικείο, οι υπηρετούντες δικαστές των οποίων έχουν συγχρόνως επιφορτιστεί με τη διευθέτηση της δικαστικής εκκρεμότητας υποθέσεων του ν. 3869/2010 μέχρι 15.06.2021. Η εξοικείωση λοιπόν με το νέο πλαίσιο αλλά και η διαφύλαξη αναγκαίων ανθρώπινων πόρων είναι παράγοντες που θα ήταν κρίσιμο να ληφθούν υπόψη.

    Θα είναι εύκολο, για μια ακόμα, φορά να πετροβολήσουμε την βραδυπορούσα Δικαιοσύνη.

    Θα είναι όμως κι άδικο καθώς η επιλογές και σχετική ευθύνη θα βαρύνει, αποκλειστικά, την νομοθετική εξουσία.  Ακόμα κι αν η εκτελεστική λάβει τη σκυτάλη αξιώνοντας τα αδύνατα.

     

    Ο νέος πτωχευτικός νόμος αποτελεί ένα κρίσιμο νομοθέτημα για την εθνική οικονομία.

    Για την υποβοήθηση της (απολύτως αναγκαίας) ανόρθωσης αλλά και ανάκαμψής της.

    Για την υποβοήθηση της (ευκταίας) αναπτυξιακής πορείας της χώρας.

    Οι συνθήκες υπό τις οποίες συνετάγη δημιουργούν προβληματισμούς.

    Αντίστοιχα και οι ασφυκτικές προθεσμίες μέχρι την έναρξη της εφαρμογής του.

    Ας ελπίσουμε πως οι συγκεκριμένες επιλογές δεν θα αποβούν σε βάρος των (υψηλών) στόχων των συντακτών του αλλά και των αναγκών της εθνικής μας οικονομίας.

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Ιανουαρίου 2021.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • Οικογενειακές επιχειρήσεις & Διαδοχή (:οι κίνδυνοι της επόμενης μέρας)

    Οικογενειακές επιχειρήσεις & Διαδοχή (:οι κίνδυνοι της επόμενης μέρας)

    Οι οικογενειακές επιχειρήσεις αποτελούν σημαντικό παράγοντα (και) της εθνικής μας οικονομίας. Η διαδοχή σ’ αυτές αποτελεί, πάντοτε, ένα εξαιρετικά περίπλοκο και δυνητικά επικίνδυνο εγχείρημα. Η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος της «αποκοπής» του μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη από τα μετοχικά του δικαιώματα και η μεταβίβασή τους στον διάδοχο μας απασχόλησε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Όπως εκεί σημειώσαμε, ο ιδιοκτήτης και μπορεί και οφείλει να προνοήσει για τη διαδοχή στην επιχείρησή του. Η αδράνειά του προοιωνίζει μέλλον δυσχερές για την επιχείρηση. Αντίστοιχα και η («αυτόματη») ρύθμιση της διαδοχής από τη ζωή και το νομοθέτη-εν τέλει).

    Σε περίπτωση, όμως, της επιθυμητής δράσης του ιδιοκτήτη, με ποιον, άραγε τρόπο, θα ήταν δυνατό να αποσοβηθούν (ή, έστω, απομειωθούν) οι κίνδυνοι της επόμενης μέρας-σε μια ανώνυμη, ειδικά, εταιρεία; Ποιες θα ήταν οι ενδεδειγμένες επιλογές για τον σημερινό ιδιοκτήτη της; Με ποιον τρόπο θα ήταν δυνατό να διασφαλιστεί η συνέχεια και ο οικογενειακός χαρακτήρας της επιχείρησης;

     

    Η διασφάλιση της συνέχειας της διοίκησης μετά τη διαδοχή

    Ο μέτοχος που μεταβιβάζει δεν οφείλει να μεριμνήσει μόνο για τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν (:διαδικασία, χρόνος και τρόπος «αποκοπής» από τα μετοχικά του δικαιώματα). Οφείλει να μεριμνήσει για πολλά περισσότερα. Οφείλει να διασφαλίσει, στο μέτρο του εφικτού, (και) τη συνέχεια της επιχείρησης. Επιτυχημένη, εξάλλου, διαδοχή σημαίνει και διασφάλιση της συνέχειας (και) της διοίκησης της επιχείρησης. Δεν χωρεί αμφιβολία, πως μια τέτοια διασφάλιση επιτυγχάνεται και μέσω της ορθής κατανομής των προς διανομή μετοχών στους διαδόχους. Κι όχι μόνον του αριθμού τους. Ενδεχομένως και του είδους τους.

    Η μεταβίβαση μιας επιχείρησης σε κάθε επόμενη γενιά, είναι θεωρητικά δυνατό, να λάβει χώρα προς περισσότερους διαδόχους. Είναι δυνατό, μεταξύ αυτών, να βρίσκονται κάποιοι που επιδεικνύουν ιδιαίτερο ζήλο για την επιχειρηματικότητα και άλλοι που την αποστρέφονται. Κάποιοι που θα ήθελαν και θα μπορούσαν να αποδειχθούν ηγέτες. Κάποιοι, ενδεχομένως, που θα ήθελαν αλλά δεν θα μπορούσαν. Και κάποιοι που θα μπορούσαν αλλά δεν θα ήθελαν. Και κάποιοι τρίτοι που ούτε θα μπορούσαν ούτε και θα ήθελαν.

    Δεν είναι σπάνιο, το αντίθετο μάλιστα, να υπάρχουν δυσκολίες στη μεταξύ των διαδόχων συνεργασία. Ο μεταβιβάζων μέτοχος επιφορτίζεται με την ζωτικής για την επιχείρηση σημασίας υποχρέωση επιλογής του κατάλληλου διαδόχου. Η συγκεκριμένη, ζωτικής σημασίας επιλογή, δε σημαίνει, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, αποκλεισμό των λοιπών. Επαφίεται στη δίκαιη, μα και ορθή, κρίση του. Με άλλα λόγια: Ο μεταβιβάζων οφείλει να μεριμνήσει για την κατανομή των μετοχών μεταξύ των (ενδεχομένως περισσοτέρων) διαδόχων του. Λαμβάνοντας υπόψη του ακόμα κι εκείνους που ούτε θα μπορούσαν ούτε και θα ήθελαν να εμπλακούν.

     

    Η αποφυγή μετατροπή της εταιρείας σε «ανώνυμη: 50/50»

    Η προβληματική των δύο ίσων συμμετοχών στην ανώνυμη εταιρεία μας απασχόλησε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας. Όπως και εκεί επισημάναμε, το συγκεκριμένο πρόβλημα ανακύπτει όταν οι κάτοχοι των από 50% δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας (είτε πρόκειται για δύο μετόχους είτε για δύο συμπαγείς ομάδες μετόχων), δεν ομονοούν στη λήψη κρίσιμων εταιρικών αποφάσεων˙ ιδίως στην εκλογή Διοικητικού Συμβουλίου. Τη συγκεκριμένη, πολυεπίπεδα προβληματική, κατάσταση συνηθίζουμε να περιγράφουμε με τον όρο «ανώνυμη: 50/50».

    Η διαδοχή στην οικογενειακή επιχείρηση-ανώνυμη εταιρεία αποτελεί ένα από τα συνήθη γενεσιουργά αίτια για τη δημιουργία δύο ίσων συμμετοχών (:50/50). Το αδιέξοδο, στην περίπτωση αυτή αποδεικνύεται σύνηθες, επίσης, φαινόμενο. Οι εξωεταιρικές συμφωνίες στοχεύουν στην άρση (και) τέτοιας φύσης αδιεξόδων. Σε κάποιες περιπτώσεις επιτυγχάνουν, έστω και προσωρινά, κομβικής φύσεως συμφωνίες για την επιβίωση της εταιρείας. (Ως τέτοιες κι εκείνες που αφορούν συντονισμένη ψήφο στη Γενική Συνέλευση και στο Διοικητικό Συμβούλιο). Σε κάποιες άλλες, παταγωδώς αποτυγχάνουν-ενδεχομένως και σε επόμενη χρονική στιγμή.

    Η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος, με βάση το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, γίνεται από τα δικαστήρια. Ως κατά το νόμο «λύση» προσδιορίζεται, δυστυχώς, η λύση του νομικού προσώπου (κατ’ εξαίρεση: το ενδεχόμενο της εξαγοράς των μετοχών του αιτούντος τη λύση από τους λοιπούς μετόχους).

    Από τα παραπάνω δεδομένα ένα μόνον, απολύτως ασφαλές, συμπέρασμα είναι δυνατό να εξαχθεί. Συγκεκριμένα: ο μεταβιβάζων μέτοχος δεν θα ήταν το καλύτερο να επιλέξει (στο πλαίσιο της διαδικασίας της διαδοχής) τη δημιουργία δύο ίσων μετοχικών μερίδων. Είτε σε επίπεδο φυσικών προσώπων είτε σε επίπεδο ομάδων μετόχων.

    Σε διαφορετική περίπτωση, αργά ή γρήγορα, θα τεθεί εν αμφιβόλω και η συνέχεια και μακροημέρευση της επιχείρησης.

     

    Η συγκέντρωση της πλειοψηφίας σε έναν μόνο διάδοχο

    Όσο άδικο θα φαινόταν για έναν πατέρα να μεταβιβάσει την επιχείρησή του σε ένα, μόνον, από τα δυο του παιδιά, τόσο επικίνδυνο θα αποδεικνυόταν να τους ισομοιράσει τις μετοχές του. Γιατί, όσο εξαιρετικές κι αν είναι οι μεταξύ τους σχέσεις τόσο εύκολη αποδεικνύεται η διάρρηξή τους από τις παρεμβάσεις τρίτων (συζύγων, συντρόφων και παιδιών λ.χ.).

    Κι όσο επικίνδυνη αποδεικνύεται η επιλογή της δημιουργίας μιας εταιρείας δύο ίσων συμμετοχών άλλο τόσο αναγκαία προκύπτει η συγκέντρωση της πλειοψηφίας του μετοχικού κεφαλαίου σε ένα μέτοχο ή ομάδα μετόχων. Κατά μία, έστω, μετοχή. Η επιλογή αυτή αποκλείει το ενδεχόμενο της ακυβερνησίας (:αδυναμία εκλογής Διοικητικού Συμβουλίου). Αποκλείει επίσης τη με δικαστική απόφαση λύση της εταιρείας εξαιτίας, ακριβώς, (και) της αδυναμίας εκλογής Διοικητικού Συμβουλίου.

    Η συγκεκριμένη λύση μοιάζει σε κάποιες περιπτώσεις ευχερέστερη. Όταν ο ένας, λ.χ., από τους περισσότερους-δυνητικούς διαδόχους επιδεικνύει ιδιαίτερο ζήλο, σε σχέση με τους λοιπούς, για τη συνέχιση της οικογενειακής επιχείρησης. Κι ακόμα καλύτερα: όταν διαθέτει ιδιαίτερες, έναντι των λοιπών, διοικητικές ικανότητες. Κι όταν οι λοιποί, πλην εκείνου, παρουσιάζουν διαφορετικές κλίσεις κι ενδιαφέροντα.

    Ωστόσο, η συγκέντρωση της πλειοψηφίας των μετοχών σε έναν διάδοχο δεν θα πρέπει να γίνεται χωρίς τις κατάλληλες διασφαλίσεις για τους λοιπούς. Αντισταθμιστικοί παράγοντες στην κυριαρχία του πλειοψηφούντος μετόχου και στην (κατ’ ουσίαν) μετατροπή της οικογενειακής επιχείρησης σε «ενός ανδρός αρχή» αποτελούν οι διατάξεις του καταστατικού. Ιδιαίτερα εκείνες που ρυθμίζουν τα θέματα (και πρόνοιες για την προστασία) της μειοψηφίας.

     

    Η διατήρηση του οικογενειακού χαρακτήρα της επιχείρησης

    Η επιλογή του διαδόχου, ο χρόνος και τρόπος για την διαδοχή, η κατανομή των ποσοστών επί του μετοχικού κεφαλαίου μεταξύ των ενδεχομένως περισσοτέρων αποτελούν, αναμφίβολα, ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία στη διαδικασία της διαδοχής της οικογενειακής επιχείρησης. Προκειμένου όμως να διασφαλισθεί η συνέχισή της, αναγκαίες παρουσιάζονται, σε κάποιες περιπτώσεις, πρόσθετες διασφαλιστικές δικλείδες. Εκείνες, λ.χ., που αφορούν τους περιορισμούς της μεταβίβασης μετοχών σε τρίτα πρόσωπα-εκτός οικογένειας. Τουλάχιστον όχι χωρίς την έγκριση της πλειοψηφίας.

    Οι καταστατικές πρόνοιες αποδεικνύονται, και στην περίπτωση αυτή, καθοριστικές. Η έκδοση δεσμευμένων μετοχών (άρθρο 43 ν. 4548/2018) κινείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. (Με δυο λόγια: δεσμευμένες χαρακτηρίζονται εκείνες οι μετοχές που έχουν περιορισμούς/δεσμεύσεις ως προς τη μεταβίβασή τους).

    Τέτοιες δεσμεύσεις είναι δυνατό, μεταξύ άλλων, να αποτελεί η υποχρέωση προσφοράς των προς μεταβίβαση μετοχών αρχικά στους λοιπούς μετόχους ή σε ορισμένους από αυτούς (άρθρο 43 παρ. 2 περ. α). Επίσης: η υπόδειξη εκ μέρους της εταιρείας ενός και μόνου μετόχου στον οποίο θα μεταβιβασθούν οι επίμαχες μετοχές, εφόσον ο τελευταίος το επιθυμεί (άρθρο 43 παρ. 2 περ. β).

    Τα συγκεκριμένα δεδομένα και πρόνοιες καθόλου δεν σημαίνουν πως η οικογενειακή επιχείρηση θα πρέπει να αποφύγει την προσέλκυση τρίτων ως μετόχων ή/και επενδυτών. Σε κάποιες περιπτώσεις ίσως και να ενδείκνυται-ως κεντρική, μάλιστα, στόχευση. Κάθε τέτοια ενέργεια όμως επιβάλλεται να γίνεται συντονισμένα. Επίσης να είναι  αποδεκτή (και όχι ανεκτή) από τον μέτοχο/μετόχους πλειοψηφίας.

     

    Η διαδικασία για την διαδοχή συχνά αποδεικνύεται μακρά, δαιδαλώδης και επίπονη. Δεν εξαντλείται, αυτονοήτως, στον προσεκτικό σχεδιασμό της. Ούτε στην επιλογή, μόνον, των κατάλληλων συμβούλων. Δεν εξαντλείται καν στην εγκατάσταση του διαδόχου στην «καρέκλα» του επικεφαλής της οικογενειακής επιχείρησης.

    Αναγκαία παρίσταται η δημιουργία σχημάτων που όχι μόνον θα αποτρέπουν φαινόμενα αδυναμίας λήψης αποφάσεων και ακυβερνησίας αλλά και θα παρέχουν σταθερότητα στη διοίκηση. Σχημάτων που θα παρέχουν ικανή ασφάλεια ως προς το μέλλον της επιχείρησης. Και, γιατί όχι, σχημάτων που θα διασφαλίζουν τον χαρακτήρα της ως «οικογενειακής»-εκτός κι αν ο μέτοχος πλειοψηφίας διαφορετικά κρίνει…

    Η διαδικασία της διαδοχής είναι γνωστό πως είναι πολυσύνθετη˙ «σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες».

    Η διαδικασία της διαδοχής είναι δυνατό, από άλλη οπτική γωνία ιδωμένη, να αποτελέσει την ευκαιρία για τη ρύθμιση θεμάτων επί χρόνια ή/και δεκαετίες άλυτων.

    Για την υποβοήθηση της ανάπτυξης της επιχείρησης και της οικονομίας!

    Για τη μετάβαση σε μια καλύτερη μέρα!

    Ας τη διαχειριστούμε με σύνεση και αισιοδοξία…

    Σταύρος Κουμεντάκης
    Managing Partner

     

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 27 Δεκεμβρίου 2020.

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.