Συντάκτης: Petrini Naidou

  • «Διαρκούς Πυρός» Επιχειρήσεις, όχι όμως και Εργαζόμενοι

    «Διαρκούς Πυρός» Επιχειρήσεις, όχι όμως και Εργαζόμενοι

    «Διαρκούς Πυρός» Επιχειρήσεις, όχι όμως και Εργαζόμενοι: Η παρεξήγηση του θεσμού της αδιάλειπτης λειτουργίας στη βιομηχανία

    Ι. Προοίμιο

    Με αφορμή πρόσφατες δηλώσεις της κυβέρνησης περί επταήμερης λειτουργίας των επιχειρήσεων έχει εκκινήσει σχετικός δημόσιος διάλογος. Φαινομενικά από τη μια πλευρά βρίσκονται οι υπέρμαχοι της φιλελεύθερης αγοράς κι από την άλλη οι υπερασπιστές των εργατικών δικαιωμάτων. Οι τελευταίοι είναι που κρίνουν πως τέτοιες ρυθμίσεις θίγουν κεκτημένα δικαιώματα. Παρότι είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός (βλέπε αδρανοποίηση ΣΣΕ) πως τα εργατικά δικαιώματα συρρικνώθηκαν κατά την δεκαετία της κρίσης  στην Ελλάδα,  η συγκεκριμένη ρύθμιση δεν αποτελεί ένα τέτοιο παράδειγμα. Η βάση της εκκινεί από προεδρικό διάταγμα της Κυβέρνησης Ελευθερίου Βενιζέλου του 1932.

    Έχει αξία για το σχηματισμό άποψης σχετικά με το θέμα να κατανοήσουμε και να διακρίνουμε με σαφήνεια την έννοια της αδιάλειπτης «εργασίας» από τη έννοια της αδιαλείπτου «λειτουργίας». Επίσης, να κρίνουμε αντικειμενικά την αξία αυτού του μέτρου τόσο για τον εργοδότη όσο και για τον εργαζόμενο, υπό τις παρούσες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες.

     

    ΙΙ. Η νομοθετική πρόβλεψη για τις φύσει «διαρκούς πυρός» επιχειρήσεις

    Στο άρθρο 2  του προεδρικού διατάγματος 27.6/4.7.1932 κωδικοποιούνται οι διατάξεις σχετικά με τα χρονικά όρια εργασίας. Οι απασχολούμενοι  στις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις δεν πρέπει, με βάση αυτή τη διάταξη, να υπερβαίνουν την οκτάωρη ανά ημέρα και σαρανταοκτάωρη ανά εβδομάδα εργασία. Στην §2 του άρθρου 1 του ίδιου κανονιστικού κειμένου ορίζεται πως εργοστάσια ή τμήματα εργοστασίων συνεχούς λειτουργίας «διαρκούς πυρός» θεωρούνται εκείνα στα οποία η ημερήσια διάρκεια εργασίας των εργαζομένων υπερβαίνει τις δέκα (10) ώρες.

     

    ΙΙΙ. Κυλιόμενες βάρδιες: το σύστημα

    Στις επιχειρήσεις που από τη φύση τους είναι συνεχούς λειτουργίας, το προσωπικό εναλλάσσεται σε κυλιόμενες βάρδιες. Και τούτο προκειμένου να διασφαλίζεται η συνεχής λειτουργία της επιχείρησης σε όλο τον χρόνο του επταημέρου ή του εξαημέρου κάθε εβδομάδας.  Η ακατάπαυστη λειτουργία μίας επιχείρησης απαιτεί ένα διαφοροποιημένο modus operandi και συμπαρασύρει αλλαγές στον χρόνο και τρόπο εργασίας των εργαζομένων της επιχείρησης. Οι εργαζόμενοι έχουν λόγο σε σχέση με τη συμμετοχή τους ή μη σε εργασιακές συνθήκες που αίφνης (και πέραν της αρχικής σύμβασης) εκφεύγουν των συνήθων. Για τον περιορισμό των δυσάρεστων συνεπειών στη ζωή του εργαζομένου και του άχθους (κυρίως  της εργασίας τη νύχτα) διαμορφώθηκαν ειδικοί κανόνες για τη συγκεκριμένη λειτουργία.

     

    ΙV. Εξισορρόπηση του υπεροκταώρου ωραρίου και των ιδιαιτέρων συνθηκών

    1. Συμψηφισμός ωρών περισσότερων εβδομάδων

    Η υπέρβαση του οκταώρου που ισχύει για κάθε εργαζόμενο είναι δυνατή εφόσον οι ώρες εργασίας δεν υπερβαίνουν τις πενήντα έξι (56) ανά εβδομάδα. Και τούτο υπό την προϋπόθεση ότι ο μέσος όρος εργασίας του εβδομαδιαίου χρόνου απασχόλησης δεν υπερβαίνει τις σαράντα (40) ώρες σε κλίμακα συμψηφισμού διαστήματος οκτώ (8) εβδομάδων. Ακολούθως, οι υπερωρίες για τους εργαζομένους υπ’ αυτό το καθεστώς υπολογίζονται με συμψηφισμό  των ωρών απασχόλησης καθ’ όλο το χρονικό διάστημα των οκτώ εβδομάδων.

    2. Η πρόνοια για τις νυχτερινές βάρδιες

    Επιπλέον, είναι αναγκαίο να λαμβάνεται πρόνοια ώστε οι εργαζόμενοι που καλύπτουν την μία εβδομάδα τη βάρδια την νύχτας να απασχολούνται την επόμενη εβδομάδα σε βάρδια ημέρας.

    3. Η πρόνοια για την εβδομαδιαία αργία

    Τέλος είναι αναγκαίο: (α) να λαμβάνεται πρόνοια ώστε όσοι εργαζόμενοι δουλεύουν την Κυριακή απαραιτήτως να αναπαύονται σε άλλη ημέρα της εβδομάδας και (β)  ανά διάστημα τριών εβδομάδων απαιτείται να δίνεται ως ημέρα ανάπαυσης η Κυριακή μαζί με την προηγούμενη ή την επόμενή της ημέρα.

     

    V. Η υπό όρους διεύρυνση της ρύθμισης και σε επιχειρήσεις μη λογιζόμενες ως «διαρκούς πυρός»

    1. Οι εναλλασσόμενες ομάδες εργασίας (βάρδιες)

    Σύμφωνα με το άρθρο 7 του π.δ. 27.6/4.7.1932 το ωράριο των  εργαζομένων σε σύστημα βαρδιών μπορεί να επεκτείνεται κατά τρόπο που να υπερβαίνει το οκτάωρο ημερησίως και τις σαράντα οκτώ ώρες εβδομαδιαίως, με συμψηφισμό ωρών που γίνεται σε βάθος τριών εβδομάδων. Ο μέσος εβδομαδιαίος όρος δεν πρέπει να ξεπερνά της 8ωρη ημερήσια και 48ωρη εβδομαδιαίως αρχή.

    2. Συνεχής λειτουργία καθολικά ή σε τμήματα σε μη διαρκούς πυρός επιχειρήσεις

    Σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν. 1892/1990 οι επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας, μπορούν να λειτουργούν συνεχώς στο σύνολό τους ή κατά τμήματα, με σύστημα λειτουργίας εναλλασσομένων ομάδων εργασίας. Αναγκαίες προϋποθέσεις: (α) η συγκατάθεση του εργαζόμενου που δουλεύει σε αυτές και (β) η τήρηση – όλων των προαναφερθεισών προϋποθέσεων.

    3. Οι πρόσθετες βάρδιες του Σαββατοκύριακου

    Οι επιχειρήσεις που δεν είναι από τη φύση τους συνεχούς λειτουργίας, μπορούν, αν παραστεί ανάγκη να λειτουργήσουν στο σύνολό τους (ή κατά τμήματα) διαρκώς και κατά το Σαββατοκύριακο. Aκόμα και σε περίπτωση που δεν δοθεί η συγκατάθεση των εργαζομένων για την λειτουργία της επιχείρησης με σύστημα επταήμερης λειτουργίας εκ των ενόντων.

    Σε αυτή την περίπτωση, ο εργοδότης θα κληθεί να απασχολήσει μία νέα – ανεξάρτητη – ομάδα προσωπικού που θα εργασθεί τις δύο πρόσθετες ημέρες την εβδομάδα.  Συγκεκριμένα, το πρόσθετο προσωπικό «η ομάδα του Σαββατοκύριακου» θα εργάζεται από δώδεκα ώρες κάθε ημέρα του διημέρου,  το συγκεκριμένο διήμερο. Η αμοιβή της συγκεκριμένης ομάδας προσωπικού για τις είκοσι τέσσερις αυτές ώρες είναι ίση =με την αμοιβή των εργαζομένων για εργασία σαράντα ωρών επί  πενθημέρου. Αυτονοήτως, οι εξαιρέσιμες ημέρες για το συγκεκριμένο, πρόσθετο, προσωπικό δεν λογίζονται ως τέτοιες.

    Το ανωτέρω, διευκρινίζεται και στη Γνωμοδότηση 97/2009 το Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από την οποία προκύπτει ότι και στην περίπτωση που υπάρχει σε ισχύ ΣΣΕ που προβλέπει πενθήμερη εργασία των εργαζομένων συγκεκριμένης ειδικότητας, αυτή  δεν αντιτίθενται στις προβλέψεις του άρθρου 40 του Ν. 1892/11990. Και τούτο γιατί η πενθήμερη εργασία κατ’ ουδένα τρόπο αναιρεί ή  έστω επηρεάζει  τη δυνατότητα για εξαήμερη ή και επταήμερη λειτουργία, με τη δημιουργία  της τέταρτης βάρδιας.

     

    VΙ. Συμπερασματικά 

    Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, αντιλαμβανόμαστε πως οι επιχειρήσεις που ο χαρακτήρας τους δικαιολογεί τη διαρκή λειτουργία ή βρίσκονται στην επιχειρηματική ανάγκη να επεκτείνουν κατά τμήματα αποσπασματικά ή και εν συνόλω τη λειτουργία τους, έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν με βάρδιες. Πιο συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις τηρώντας τις προστατευτικές για τον εργαζόμενο προϋποθέσεις που προβλέπει η νομοθεσία, λαμβάνοντας άδεια από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας,  και με την κατάλληλη νομική συμβουλή για τις εξοικείωση με τις διατάξεις και τη διαμόρφωση και εφαρμογή των σωστών κανόνων, μπορούν να λειτουργήσουν με το σύστημα των κυλιόμενων βαρδιών.

    Κατ’ αποτέλεσμα, είναι δυνατόν και υπό προϋποθέσεις νόμιμο και θεμιτό, μία  επιχείρηση να «δουλεύει» είκοσι τέσσερις ώρες την ημέρα και επτά ημέρες την εβδομάδα με εργαζομένους που απασχολούνται  επί οκταώρου και πενθημέρου !

    Πετρινή Νάιδου
    Senior Associate

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, την 1η Μαρτίου 2020.

    βάρδιες

     

    Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.

  • GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Βιομετρικά δεδομένα και εργασία

    GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Βιομετρικά δεδομένα και εργασία

    Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός για τα Προσωπικά Δεδομένα έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή  την 25η Μαϊου 2018 και ισχύει ως έχει για όλα τα κράτη- μέλη ανεξαρτήτως περαιτέρω (μη αναγκαίας αλλά πιθανής) ενσωμάτωσης- εξειδίκευσης (σε κάποια κεφάλαια) στην εθνική νομοθεσία. Και τούτο γιατί, σε αντίθεση με την Οδηγία, ο Κανονισμός είναι άμεσα και άνευ ετέρου εφαρμοστέος. Η συμμόρφωση όλων θα πρέπει να είναι έκτοτε (και εσαεί) αδιάλειπτη.

    Τα σχετικά θέματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις είναι πολυποίκιλα και επηρεάζουν πολλές εκφάνσεις της δραστηριότητάς τους. Ο έλεγχος της εισόδου και εξόδου των εργαζομένων, με τη λήψη βιομετρικών δεδομένων, ιδίως σε επιχειρήσεις με πολυάριθμο προσωπικό, είναι ένα τέτοιο ζήτημα.

    Γιατί; Γιατί ενώ μπορώ να «χτυπήσω την κάρτα» του συναδέλφου μου και να «κλέψει» λίγο πρωινό ύπνο, δεν μπορώ να εξαπατήσω το έξυπνο μηχάνημα που «διαβάζει δακτυλικά αποτυπώματα ή την ίριδα». Ο GDPR, θέτει αυστηρούς φραγμούς σε τέτοιες επιλογές.

     

    Η πρόβλεψη του Κανονισμού για τα βιομετρικά δεδομένα

    Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ.1 του Γενικού Κανονισμού ΕΕ/2016/679  απαγορεύεται εν γένει η επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων με σκοπό την αδιαμφισβήτητη ταυτοποίηση προσώπου. Τέτοιου είδους επεξεργασία καθίσταται επιτρεπτή, κατ’ εξαίρεση,   κατόπιν ρητής συναίνεσης του Υποκειμένου των δεδομένων βάσει του άρθρου 9 παρ. 2  περ. α  του Γενικού Κανονισμού ΕΕ/2016/679, και πάντως σύμφωνα με το κείμενο  κατευθυντηρίων γραμμών υπ’ αρ. 259/28.11.2017  «Guidelines on Consent under Regulation  2016/679» (όπως τροποποιήθηκε την 10.4.2018 και ακολούθως υιοθετήθηκε από το European Data Protection Board). Επιπρόσθετα: Αποτελεί αποκρυσταλλωμένη θέση του Working Party 29 ότι δεν μπορεί να γίνει λόγος για ελεύθερη παροχή συγκατάθεσης σε περίπτωση κατάφασης «ανισορροπίας δυνάμεων», όπως συμβαίνει εκ των πραγμάτων στη σχέση εργοδότη-εργαζομένου, Έτσι και στον όρο 3.1.1 των ίδιων ως άνω Guidelines.

    Οι διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 2 του Γενικού Κανονισμού ΕΕ/2016/679, ήτοι η εξαίρεση κατά την οποία είναι επιτρεπτή η  χρήση βιομετρικών δεδομένων κατόπιν συναίνεσης του υποκειμένου των δεδομένων, δεν περιλαμβάνουν ως νομιμοποιητική βάση τη σύναψη οποιασδήποτε άλλης σύμβασης εκτός αυτής με πάροχο υγείας της περίπτωσης η του ίδιου άρθρου. Επιπλέον, ούτε και το έννομο συμφέρον του Υπεύθυνου Επεξεργασίας θα δικαιολογούσε κατά το ίδιο άρθρο μία τέτοια επιλογή. Συγκεκριμένα τα Recitals (σημ. Αιτιολογικές Σκέψεις) 51-52  του Γενικού Κανονισμού αναφέρονται στην επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και εισάγουν παρέκκλιση μόνο για την περίπτωση παροχών ή/και αξιώσεων στον τομέα υγειονομικής ασφάλειας, κοινωνικής προστασίας, περίθαλψης, κοινωνικής μέριμνας κ.α.

     

    Η θέση της ελληνικής Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

    Την τελευταία εικοσαετία της εφαρμογής του ν. 2472/1997 (τις βασικές αρχές του οποίου ως προς το συγκεκριμένο θέμα ακολουθεί ο προαναφερθείς Κανονισμός) η Αρχή έχει εκδώσει μια σειρά αποφάσεων σχετικά με τη λήψη και επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων στον εργασιακό χώρο. Πρόσφατα, εξάλλου, δημοσιεύθηκε και αντίστοιχη  απόφαση του Γραφείου του Επιτρόπου Κύπρου.  Στις συγκεκριμένες αποφάσεις αναπτύσσεται η θέση ότι μία τέτοιου είδους επεξεργασία δεν είναι αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού παρακολούθησης εισόδου/εξόδου και τήρησης του ωραρίου από τους εργαζόμενους. Κατ’ ακολουθίαν τέτοιες καταγραφές συνιστούν, εν τέλει, υπέρβαση, της οποίας ο καταχρηστικός χαρακτήρας δεν αίρεται ούτε από τυχόν παρασχεθείσα συγκατάθεση του εργαζομένου. Εξαίρεση, βέβαια, αποτελεί ο έλεγχος (και έγκριση) της  πρόσβασης σε εγκαταστάσεις υψίστης ασφαλείας και πάντως υπό αυστηρές προϋποθέσεις (μη αποθήκευση, μη σύνδεση με κεντρικό σύστημα κ.ά.).

     

    Ενδεικτική του πλαισίου της «εξαίρεσης»: η απόφαση 56/2009 της ΑΠΔΠΧ

    Η ελληνική Αρχή με την 56/2009 απόφασή της αποδέχθηκε (και δεν έκρινε ως τελικά παράνομη) τη χρήση εξοπλισμού αναγνώρισης δακτυλικού αποτυπώματος επειδή αφορούσε σε συγκεκριμένους εργαζομένους που θα είχαν ειδική πρόσβαση σε ένα συγκεκριμμένο χώρο, «…όπου παράγονται και τηρούνται τα ιδιωτικά κλειδιά των Αρχών Πιστοποίησης τα οποία υπογράφουν τα Αναγνωρισμένα Πιστοποιητικά τελικών χρηστών».  Ο συγκεκριμένος χώρος θα ήταν δυνατό να χαρακτηρισθεί ως υψίστης ασφαλείας και η δικαιολόγηση της επιλογής αυτής είναι η προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Η συγκεκριμένη απόφαση μάλιστα, αφορά σε λόγους αρχής και ουσίας και  όχι τεχνικούς. [Εκ περισσού να σημειωθεί ότι ο χρησιμοποιούμενος εξοπλισμός πληρούσε όλες τις αναγκαίες προδιαγραφές: (α) κρυπτογράφηση δεδομένων, (β) μη διατήρηση δεδομένων και (γ) τοπικό χαρακτήρα- μη σύνδεση με κεντρικό σύστημα].

     

    Ενδεικτική της πάγιας θέσης της ελληνικής Αρχής η απόφαση 50/2007 ΑΠΔΠΧ

    Η απόφαση 50/2007 για άλλη υπόθεση είναι ενδεικτική της πάγιας θέσης της Αρχής. Στη συγκεκριμένη υπόθεση η επιχειρηματολογία της ελεγχόμενης εταιρείας βασίστηκε στο γεγονός ότι «το σύστημα βασίζεται στη μέθοδο της γεωμετρίας του δακτύλου και ότι τα στοιχεία που συλλέγονται από αυτό καταγράφονται και αποθηκεύονται σε αρχείο που κρυπτογραφείται ενώ δεν συλλέγονται ούτε αποθηκεύονται δακτυλικά αποτυπώματα». Τα συγκεκριμένα επιχειρήματα  προσπεράστηκαν εύκολα από την Αρχή, η οποία επέμεινε πως «η εισαγωγή και χρήση βιομετρικών δεδομένων συνιστά επεξεργασία προσωπικών δεδομένων εργαζομένων, η οποία δεν είναι αναγκαία για την επίτευξη των σκοπών του ελέγχου εισόδου και εξόδου σε εγκαταστάσεις/κτίρια και τήρησης του ωραρίου προσέλευσης και αποχώρησής τους και είναι, συνεπώς, παράνομη.»

     

    Εν τέλει

    Η παρακολούθηση της πιστής τήρησης του ωραρίου των εργαζομένων δεν μπορεί να λαμβάνει χώρα, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, με τη χρήση βιομετρικών δεδομένων (όπως, λ.χ. δακτυλικά αποτυπώματα).

    Με την ορθή και ουσιαστική διάγνωση των αναγκών αλλά και του μοντέλου λειτουργίας κάθε επιχείρησης, είναι δυνατόν, να αξιοποιηθούν τα κατάλληλα εργαλεία και να διαμορφωθούν οι κατάλληλες δομές ή/και υποδομές και διαδικασίες  για την επίτευξη του εκάστοτε ζητούμενου. Και τούτο με την αυτονόητη (διπλή) στόχευση: και η επιχείρηση να μην βλάπτεται και τα δικαιώματα των εργαζομένων να μην θίγονται.

    Πετρινή Νάιδου
    Senior Associate

    Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 24 Φεβρουαρίου 2019.

     

  • GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Ο Κανονισμός στο πλαίσιο της εργασίας

    GDPR: H Eπόμενη Mέρα. Ο Κανονισμός στο πλαίσιο της εργασίας

    [vc_row][vc_column][vc_column_text] Ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα», ο οποίος ψηφίσθηκε την 27.4.2016, ισχύει άμεσα και καθολικά (σε όλη την Ευρώπη) από την 25.5.2018.

    Βασικές διασαφήσεις

    Είναι ένας «βολικός» μύθος πως αναμένουμε την ελληνική νομοθεσία για να αποφασίσουμε με ποιο τρόπο θα προσαρμοσθούμε. Υπάρχει σχέδιο νόμου (η διαβούλευσή του περαιώθηκε τον Μάρτιο του 2018) αλλά δεν έχει ψηφισθεί και δεν είναι αναγκαίο να ψηφισθεί. Ο Κανονισμός ισχύει ως έχει.

    Είναι ακριβές κι όχι (κακόβουλη) υπερβολή πως όλες οι επιχειρήσεις διαχειρίζονται προσωπικά δεδομένα. Κάποιες φορές μάλιστα «ευαίσθητα»: Όπως αυτά των εργαζομένων τους. Έτσι, επιβάλλεται στις επιχειρήσεις να προσαρμοσθούν ανάλογα με τις δυνάμεις τους και (ιδίως) ανάλογα με τον δυνητικό αντίκτυπο της διαρροής των δεδομένων που επεξεργάζονται, ήτοι, ανάλογα με το πλήθος και το βαθμό «ευαισθησίας» των δεδομένων.

    Είναι, επίσης, ακριβές πως ο Κανονισμός δεν είναι απόλυτα σαφής σε όλα του τα σημεία. Ωστόσο, έχουμε οπλιστεί με σχετικά ερμηνευτικά εργαλεία. Όπως, λ.χ., τις απόψεις του Working Party 29-ομάδας εκπροσώπων των Αρχών Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα των κρατών-μελών.

     

    Ο ρόλος του GDPR στις εργασιακές σχέσεις

    Ποιος ο ρόλος που διαδραματίζει ο GDPR στη σχέση μεταξύ Εργοδότη και Εργαζομένου και ποιες οι βασικές υποχρεώσεις της κάθε επιχείρησης;

    α. Να εκπαιδεύσει τους Εργαζόμενους για τα δεδομένα τρίτων που διαχειρίζεται στο πλαίσιο παροχής των υπηρεσιών του, με την ευρεία έννοια της ευαισθητοποίησης και της καλλιέργειας νέων συνηθειών.

    β. Να επαναπροσεγγίσει τις συμβάσεις εργασίας με την προσθήκη υποχρεώσεων του εργαζομένου που αφορούν στην ανάπτυξη νέας εταιρικής κουλτούρας: Την προσαρμογή σε ένα νέο modus operandi, όπως αυτό διαγράφεται ως αναγκαίο από τον Κανονισμό.

    γ. Πριν από όλα, να ενημερώσει τους εργαζομένους για την επεξεργασία των δεδομένων τους. Ειδικότερα: για τις κατηγορίες δεδομένων τους που συλλέγει, τον χρόνο διατήρησής τους, τον σκοπό και τη νομιμοποιητική βάση της επεξεργασίας τους, την πιθανή διαβίβασή τους σε άλλους οργανισμούς (ή και σε άλλες χώρες), και πρωτίστως για τα δικαιώματά του όπως αυτά προσδιορίζονται στα άρθρα 15 – 22 του Γενικού Κανονισμού.

     

    Η συναίνεση

    Σημαντικό να τονισθεί, πάντως, πως οι εργοδότες υποχρεούνται να ενημερώνουν τους εργαζομένους για την επεξεργασία των αναγκαίων προσωπικών τους δεδομένων, όχι όμως να λαμβάνουν και τη συναίνεσή τους. Τέτοια συναίνεση θα ήταν αντίθετη στο πνεύμα του Κανονισμού για δύο λόγους:

     (α) Η συναίνεση πρέπει να είναι το «τελευταίο καταφύγιο» νομιμοποιητικής βάσης επεξεργασίας καθώς προϋποθέτει πραγματική ελευθερία επιλογής και είναι ανακλητή. Θα ήταν παραπλανητικό να καλλιεργούνταν στον εργαζόμενο η σκέψη ότι αν δεν δώσει ή ανακαλέσει τη συναίνεσή του, είναι δυνατό ο εργοδότης να μη ζητήσει ή να διαγράψει τα αναγκαία στοιχεία του: Στην πραγματικότητα η εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία αλλά και η εκτέλεση της σύμβασης επιβάλλουν την επεξεργασία συγκεκριμένων προσωπικών δεδομένων του εργαζομένου.

    (β) Η συναίνεση πρέπει να δίνεται ελεύθερα. Η σχέση του εργαζομένου με την επιχείρηση χαρακτηρίζεται από ανισορροπία δυνάμεων, προσφέροντας μία «εξαναγκασμένη» κι ως εκ τούτου παράνομη συναίνεση.

     

    Ο GDPR είναι ένα επαχθής Κανονισμός ο οποίος, όμως, φέρει ένα σημαντικό δώρο: Την εξώθηση σε αλλαγή νοοτροπίας.

    Πετρινή Νάιδου
    Senior Associate

    Υ.Γ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 23 Δεκεμβρίου 2018

Η περιοχή αυτή είναι καταχωρημένη στο wpml.org ως περιοχή ανάπτυξης. Μεταβείτε σε τοποθεσία παραγωγής με κλειδί στο remove this banner.